Saad Hasan ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Διευθύντριας Τμήματος Μετανάστευσης, Υπόθεση Αρ. 1138/2025, 13/11/2025
print
Τίτλος:
Saad Hasan ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Διευθύντριας Τμήματος Μετανάστευσης, Υπόθεση Αρ. 1138/2025, 13/11/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ                                          

                                                 Υπόθεση Αρ. 1138/2025 (K) iJustice

                                             

    13 Νοεμβρίου, 2025

 

[Φ. ΚΑΜΕΝΟΣ, ΔΔΔ.]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡ0 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

Saad Hasan, από Πακιστάν

Αιτητής

Και

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Διευθύντριας Τμήματος Μετανάστευσης

                                                      Καθ' ων η Αίτηση

......... 

 

Ανδρέας Δ. Δημητρίου δικηγόρος για Αιτητή

Μελίνα Βασιλείου, Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας για Καθ' ων η αίτηση.

                                               

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Φ. Καμένος, ΔΔΔ: Ο Αιτητής, υπήκοος Πακιστάν εισήλθε στη Δημοκρατία με σκοπό να φοιτήσει σε ιδιωτικό κολλέγιο με σχετική άδεια για είσοδό του στη Δημοκρατία μέχρι 16.06.2025 και ισχύουσα 15 ημέρες από την άφιξη. Δυνάμει όρου της εν λόγω άδειας, κατά την πρώτη εργάσιμη μέρα από την άφιξη του όφειλε να προβεί σε διάφορες ιατρικές εξετάσεις. Στις 16.06.2025 ο Αιτητής προέβη σε εργαστηριακές εξετάσεις και ένα εκ των αποτελεσμάτων του βρέθηκε θετικό σε συγκεκριμένη νόσο. Κατά την αναφορά του κολλεγίου, δεδομένου τούτου, ενημέρωσε τον Αιτητή άμεσα ότι πρέπει να επιστρέψει στη χώρα του και στις 30.06.2025 ενημέρωσε τους Καθ’ ων η αίτηση ότι δεν είναι πλέον φοιτητής του κολλεγίου.

 

Στις 07.10.2025 ο Αιτητής συνελήφθη για παράνομη παραμονή στη Δημοκρατία και την ιδία κηρύχθηκε ως απαγορευμένος μετανάστης και εκδόθηκε διάταγμα κράτησης και απέλασης εναντίον του δυνάμει του άρθρου 14 των Περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμων καθότι διαπιστώθηκε ότι παρέμεινε στη Δημοκρατία παράνομα από όταν παρήλθε  η προθεσμία αναχώρησής του από τη Δημοκρατία. Με τα αιτητικά Α-Γ της παρούσας προσφυγής, ο Αιτητής προσβάλλει τις εν λόγω αποφάσεις. Με τα αιτητικό Δ αιτείται την άμεση απελευθέρωση του και με το αιτητικό Ε αιτείται δήλωση ότι η απόφαση με την οποία διατάζεται η απέλαση του στη χώρα καταγωγής του είναι άκυρη ως ασυμβίβαστη με την αρχή της μη επαναπροώθησης.

 

Με την αγόρευση του ευπαίδευτου συνηγόρου του, ο Αιτητής εγείρει καταρχάς ότι οι προσβαλλόμενες παραβιάζουν την αρχή της μη επαναπροώθησης δυνάμει του άρθρου 18ΟΖ περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου (Κεφ. 105) ως έχει τροποποιηθεί (εφεξής «Κεφ. 105») και άρθρου 5 της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ  (εφεξής η «Οδηγία») αλλά και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και τα μεταξύ τους άρρηκτα συνδεδεμένα δικαιώματα στη ζωή (άρθρο 2, ΕΣΔΑ) και στην προστασία από τα βασανιστήρια, την απάνθρωπή και την εξευτελιστική μεταχείριση (άρθρο 3, ΕΣΔΑ) που τυχόν επαναπροώθηση του Αιτητή μπορεί να παραβιάζει (καθώς και τα συναφή  άρθρα 2-3 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ε.Ε).

 

 Στο πλαίσιο του ιδίου λόγου ακύρωσης, ο Αιτητής θέτει ότι δεν έγινε έρευνα από την Καθ’ ης η αίτηση κατά την έκδοση των προσβαλλόμενων διαταγμάτων κράτησης και απέλασης, δεν απασχόλησε, δεν εξετάστηκε ούτε και αξιολογήθηκε με οποιοδήποτε τρόπο ο κίνδυνος επαναπροώθησης υπό το φως των προσωπικών περιστάσεων του αιτητή καθώς και των περιστάσεων στη χώρα καταγωγής του κατά τη στιγμή της έκδοσης απόφασης απέλασης. Τίθεται συναφώς ότι υπάρχει παράβαση της αρχής της επαναπροώθησης τόσο ουσιαστική όσο και διαδικαστική.

 

Με τον δεύτερο λόγο ακύρωσης, ο Αιτητής θέτει ότι οι προσβαλλόμενες παραβιάζουν τον Κανονισμό 19 των περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Κανονισμών του 1972 (ΚΔΠ 242/1972) καθότι, κατά τον ισχυρισμό του, ουδέποτε ενημερώθηκε ότι κηρύχθηκε ως απαγορευμένος μετανάστης σε οποιοδήποτε στάδιο.  Παράλληλα θέτει ότι απαιτείται η έκδοση απόφαση επιστροφής, η οποία να κοινοποιηθεί στον ενδιαφερόμενο στον τύπο που καθορίζεται στο άρθρο 18ΠΔ του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως  Νόμου, αναφέροντας δηλαδή τους νομικούς και πραγματικούς λόγους, επί των οποίων βασίζεται η απόφαση επιστροφής καθώς και πληροφορίες για τα διαθέσιμα ένδικα μέσα, πρέπει δε να δίδεται προθεσμία οικειοθελούς αναχώρησης, τουλάχιστον 30 ημερών και μόνο σε περίπτωση που δεν υπάρξει συμμόρφωση με την απόφαση επιστροφής κατά την προθεσμία οικειοθελούς αναχώρησης, υπάρχει δικαίωμα έκδοσης διατάγματος απέλασης, πάντοτε μετά την εκπνοή της προθεσμίας οικειοθελούς αναχώρησης.

 

Στα πλαίσια του αυτού λόγου ακύρωσης ο Αιτητής θέτει ότι δεν του δόθηκε σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας δικαίωμα ακρόασης, το οποίο έχει καθοριστεί από το ΔΕΕ ως αναπόσπαστο μέρος και δικαίωμα που πρέπει να παραχωρείται στις διαδικασίες επιστροφών και απομάκρυνσης.

 

Με τον τρίτο λόγο ακύρωσης, ο Αιτητής ισχυρίζεται έλλειψη δέουσας έρευνας, πλάνης περί τα πράγματα και τον νόμο και παράλειψης άσκησης ή κακής άσκησης της διακριτικής ευχέρειας των Καθ’ ων η αίτηση και των γενικών αρχών του διοικητικού δικαίου και έλλειψη αιτιολογίας λόγω μη διερεύνησης των περιστάσεων του. Με τον τέταρτο λόγο ακύρωσης ο Αιτητής ισχυρίζεται ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις νόμιμης κράτησης δυνάμει του άρθρου 18ΠΣΤ του Κεφ. 105.

 

Οι καθ’ ων η αίτηση, διά της αγόρευσης της ευπαίδευτης συνηγόρου τους, υπερασπίζονται τη νομιμότητα των προσβαλλόμενων.

 

Εξέτασα προσεκτικά τις θέσεις των μερών.

 

Καταρχάς σημειώνω, έχοντας υπόψη το Άρθρο 146(4) του Συντάγματος και το άρθρο 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Νόμου του 2015 (Ν. 131(I)/2015), ότι το παρόν δεν έχει εξουσία να παράσχει τη θεραπεία υπό το αιτητικό Δ, ως εκ τούτου αυτό απορρίπτεται. Περαιτέρω, με το αιτητικό Ε ζητείται ακύρωση της απόφασης με την οποία διατάσσεται η απέλαση του Αιτητή λόγω παράβασης της αρχής της μη επαναπροώθησης. Όπως έχει αποφασιστεί σε αρκετές αποφάσεις του Διοικητικού Δικαστηρίου (βλ. Πρ. Αρ. 640/2017 TΗUY ν Δημοκρατίας απόφαση ημερ. 31.8.2017, μεταξύ άλλων), περιλαμβανομένου του παρόντος, η πρακτική να ζητείται η ακύρωση της ίδιας πράξης με διαφορετικά αιτητικά δεν είναι δικονομικώς ορθή και πρέπει να αποφεύγεται. Ασφαλώς η νομιμότητα του διατάγματος απέλασης θα εξεταστεί εφόσον προσβάλλεται ήδη με το αιτητικό Β της προσφυγής. Προχωρώ να εξετάσω τις προσβαλλόμενες υπό τα αιτητικά Α-Γ.

 

Είναι θεωρώ σαφές ότι, δεν μπορεί στην περίπτωση του Αιτητή να γίνεται λόγος για παράβαση της αρχής της μη επαναπροώθησης γενικώς ή δυνάμει του άρθρου 18ΟΖ του Κεφ. 105 ή άρθρου 5 της Οδηγίας. Ούτε παράβαση των άρθρων 2-3 της ΕΣΔΑ ή των άρθρων 2-4 και 19(2) του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ε.Ε. Ο Αιτητής ήλθε στη Δημοκρατία αφού εξασφάλισε άδεια εισόδου για να προβεί στα δέοντα ώστε να εγγραφεί ως φοιτητής σε κολλέγιο. Ουδέποτε υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας ούτε από το φάκελο του προκύπτει οποιοσδήποτε ισχυρισμός περί κινδύνου στη χώρα καταγωγής του. Δε μπορεί να γίνει αντιληπτό πως η παρούσα υπόθεση συνδέεται έστω και σε επίπεδο ισχυρισμού με την αρχή της μη επαναπροώθησης ή με παράβασή της. Σχετική, ως προς την εφαρμογή της αρχής αλλά και το βάρος απόδειξης που βρίσκεται στους ώμους του αιτούντος, είναι η ανάλυση του  Διοικητικού Δικαστηρίου (Φ. Κωμοδρόμος, ΠΔΔ) στην Υπόθεση αρ. 1507/23(Κ) M.I.U.H ν. Δημοκρατίας ημερομηνίας 25.10.2023, την οποία και υιοθετώ.

 

Από τα ενώπιόν μου δεδομένα δε θεωρώ λοιπόν ότι οι Καθ΄ ων η αίτηση αστόχησαν με οποιονδήποτε τρόπο κατά την εφαρμογή της αρχής της μη επαναπροώθησης ούτε παραβίασαν τις πιο πάνω αναφερόμενες πρόνοιες του Κεφ. 105 (ή Οδηγίας) ή της ΕΣΔΑ (ή του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ε.Ε) ούτε ότι η απόφαση τους ήταν προϊόν ανεπαρκούς έρευνας, πλάνης περί τα πράγματα και τον νόμο και παράλειψης άσκησης ή κακής άσκησης της διακριτικής ευχέρειας της Καθ’ ης η αίτηση και των γενικών αρχών του διοικητικού δικαίου και αναιτιολόγητη λόγω μη διερεύνησης των περιστάσεων του Αιτητή.

 

Συνεπώς οι λόγοι ακύρωσης αρ. 1 και 3 απορρίπτονται.

 

Απορριπτέοι είναι και οι ισχυρισμοί που αναπτύσσονται υπό τον δεύτερο λόγο ακύρωσης. Προκύπτει από τα ενώπιόν μου δεδομένα και δη με την επιστολή-Παράρτημα 1 στην προσφυγή του, ότι ο Αιτητής ενημερώθηκε με αναφορά στους λόγους που κηρύχθηκε απαγορευμένος μετανάστης καθώς και ότι έχει δικαίωμα να προσφύγει στο παρόν Δικαστήριο, δικαίωμα που προφανώς άσκησε. Δεν υπάρχει άρα παράβαση του Κανονισμού 19 των περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Κανονισμών του 1972 (ΚΔΠ 242/1972) ούτε του άρθρου 18ΠΔ του Κεφ. 105. Ως δε προς τη μη παροχή διαστήματος οικειοθελούς αναχώρησης, επίσης δεν εντοπίζω πλημμέλεια στις ενέργειες των Καθ’ ων η αίτηση εφόσον κρίθηκε ότι υπήρχε κίνδυνος διαφυγής [σχετικό το άρθρο 18ΟΘ(4) του Κεφ. 105], ζήτημα άλλωστε το οποίο συνδέεται και με τον τέταρτο λόγο ακύρωσης περί ισχυριζόμενης μη παροχής δικαιώματος ακρόασης.

 

Ως λοιπόν προς το δικαίωμα ακρόασης, διαπιστώνω ότι ο Αιτητής εξέθεσε τις απόψεις του πριν την έκδοση των προσβαλλομένων αποφάσεων εφόσον έτυχε συνέντευξης από τις αρχές (μέρος Παραρτήματος 3 σε Ένσταση Καθ’ ων η αίτηση) και η εν λόγω διαδικασία συγκεντρώνει τα χαρακτηριστικά ακρόασης ως έχει καθοριστεί από τη νομολογία του ΔΕΕ. Στην C166/13 Mukarubega, την οποία σχολιάζει άλλωστε και ο ευπαίδευτος συνήγορος του Αιτητή (σελ. 14 αγόρευσης Αιτητή) κρίθηκε ότι, δεν παραβιάζεται το δικαίωμα ακροάσεως σε περίπτωση που η διοίκηση παράσχει στον ενδιαφερόμενο δυνατότητα ακροάσεως ότι προτίθεται να εκδώσει απόφαση για να διαπιστώσει τον παράνομο χαρακτήρα της διαμονής του στα πλαίσια διαδικασίας ανακρίσεως διενεργηθείσας κυρίως υπό τη μορφή ερωτήσεων και απαντήσεων από αστυνομικές αρχές (βλ. σκ. 73-82). Σχετική βέβαια είναι και η νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Αναθ. Έφεση Αρ. 89/2015 Α.Ν. v. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπουργείου Εσωτερικών κ.α. ημερ. 03.06.2022) ως προς το δικαίωμα ακρόασης σε διαδικασίες ως η παρούσα.

 

Με τον τελευταίο λόγο ακύρωσης ο Αιτητής ισχυρίζεται ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις νόμιμης κράτησης του δυνάμει του άρθρου 18ΠΣΤ του Κεφ. 105. Με δεδομένο ότι ο Αιτητής κηρύχθηκε ως απαγορευμένος μετανάστης λόγω παράνομης παραμονής του και στη βάση της νομολογίας (Πρ. Αρ. 5735/13 Mensah ν. Δημοκρατίας ημ. 09.08.2013, Υπ. Αρ. 716/2014 El Khouri v. Δημοκρατίας ημερ. 24.06.2016  Υπ. Αρ. 3/2021 Muhammad v Δημοκρατίας ημερ. 24.11.2021, μεταξύ άλλων) θεωρώ ότι η κήρυξη ως απαγορευμένου μετανάστη «εμπεριέχει λογικά τον κίνδυνο διαφυγής ανά πάσα στιγμή», δεν τίθεται ζήτημα παρανομίας του διατάγματος κράτησης ούτε παραβιάζεται το άρθρο 18ΠΣΤ του Κεφ. 105.

 

Καταλήγοντας να αναφέρω ότι, η αναμονή επιβεβαίωσης των δεύτερων εργαστηριακών αποτελεσμάτων (θέση που εγείρεται στα πλαίσια της ισχυριζόμενης παράβασης δικαιώματος ακρόασης και της πλημμέλειας του διατάγματος κράτησης), κατόπιν της εκπνοής της άδειας παραμονής του Αιτητή, δε θεωρώ ότι αλλοιώνει το γεγονός ότι η παραμονή του ήταν πράγματι παράνομη ήδη, εφόσον είχε από τον Ιούνιο 2025 ενημερωθεί για τα αποτελέσματα των πρώτων αναλύσεων καθώς και για το ότι δεν είναι φοιτητής στο κολλέγιο και ότι πρέπει να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του. Παρ’ όλα αυτά, ο Αιτητής δε συμμορφώθηκε και παρέμεινε άνευ αδείας στη Δημοκρατία για τρεις και πλέον μήνες όταν αποφάσισε (από μόνος) εντός Οκτωβρίου 2025 να προβεί σε νέες εξετάσεις. Δε θεωρώ λοιπόν, ότι έπρεπε στα πλαίσια της ακρόασης του Αιτητή να γίνει ειδική μνεία σε τούτο (δηλαδή στην αναμονή επιβεβαίωσης των αποτελεσμάτων), ούτε ότι αυτό συνέτεινε σε ακυρότητα της κρίσης των Καθ’ ων η αίτηση ως προς τον κίνδυνο διαφυγής του Αιτητή.

 

Ως εκ των πιο πάνω, ουδείς λόγος ακύρωσης ευσταθεί. Η προσφυγή απορρίπτεται και οι προσβαλλόμενες επικυρώνονται με €1.500 έξοδα υπέρ των Καθ’ ων η αίτηση.

 

Φ. Καμένος, ΔΔΔ

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο