Άννα Καραγιάννη ν. Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω Επάρχου Πάφου, Υπόθεση Αρ. 565/2019, 2/12/2025
print
Τίτλος:
Άννα Καραγιάννη ν. Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω Επάρχου Πάφου, Υπόθεση Αρ. 565/2019, 2/12/2025

                                               ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ 

                                         

  Υπόθεση Αρ. 565/2019

                                                   2 Δεκεμβρίου, 2025

 

                                             [ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΔΔΔ.]

 

                        ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

                                                 Άννα Καραγιάννη

                                                                                                                      Αιτήτρια,

και

 

Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω Επάρχου Πάφου

    Καθ' ων η Αίτηση.

   

 __________________

 

Επ. Κορακίδης, δια ΕΠΑΜΕΙΝΩΝΔΑΣ ΚΟΡΑΚΙΔΗΣ Δ.Ε.Π.Ε., δικηγόροι για την Αιτήτρια.

Θ. Πιπερή (κα), Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, δικηγόρο των Καθ' ων η αίτηση.

Χρ. Τιμοθέου, δια Χ. ΤΙΜΟΘΕΟΥ & Λ. ΝΕΟΦΥΤΟΥ, δικηγόροι του Ενδιαφερομένου Μέρους.

  ___________________

                                                

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΔΔΔ : Με την υπό κρίση προσφυγή, η Αιτήτρια αιτείται δήλωση του Δικαστηρίου ότι η άδεια οικοδομής με αριθμό φακέλου Β138/2016, ημερ. 24/10/2016, η οποία χορηγήθηκε στην Μαρίνα Σάββα για την ανάπτυξη του κτήματος με αριθμό εγγραφής 3/80, τεμάχιο 80 του ΦΙΣ 45/34W2, τμήμα 3, της κοινότητας Κισσόνεργα, είναι άκυρη, παράνομη και στερείται οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος.

 

Στο στάδιο των Διευκρινήσεων έγινε δήλωση από όλους τους διαδίκους ότι τα έγγραφα του διοικητικού φακέλου της υπόθεσης περιορίζονται στα όσα επισυνάπτονται στην Ένσταση και συνεπώς δεν έγινε κατάθεση στο Δικαστήριο διοικητικού φακέλου. Ως καταγράφεται στην Ένσταση των Καθ’ ων η αίτηση σε συνάρτηση με τα όσα έχουν προβληθεί εκατέρωθεν ενώπιον του Δικαστηρίου στο στάδιο των Διευκρινήσεων, τα πραγματικά γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως εξής.

 

Στις 11.7.2016, το Ενδιαφερόμενο Μέρος Μαρίνα Σάββα, ιδιοκτήτρια του τεμαχίου 80 του Φ/Σχ.45/34W2(Τμήμα 3), υπέβαλε αίτηση για έκδοση άδειας οικοδομής για ανέγερση θερμοκηπίου και φωτοβολταϊκού συστήματος ισχύος 5kw στην Επαρχιακή Διοίκηση Πάφου. Η αίτηση εξετάστηκε στο πλαίσιο των Κανονιστικών Διοικητικών Πράξεων με αριθμούς 247/12 και 451/14, σύμφωνα με τις οποίες επιτρέπεται η χορήγηση άδειας οικοδομής χωρίς να προηγηθεί η εξασφάλιση Πολεοδομικής Άδειας και η σχετική άδεια οικοδομής χορηγήθηκε στις 24.10.2016.

 

Στις 29.5.2018, το Κοινοτικό Συμβούλιο Κισσόνεργας διαβίβασε στην Επαρχιακή Διοίκηση Πάφου επιστολή παραπόνου της αιτήτριας, σχετικά με την ηχορύπανση που προκαλούσε η λειτουργία του θερμοκηπίου, καθώς και για την ποιότητα του αέρα.           Στο πλαίσια εξέτασης του παραπόνου, η Επαρχιακή Διοίκηση Πάφου διαβουλεύθηκε τόσο με το Τμήμα Περιβάλλοντος. Στη συνέχεια με την επιστολή της ημερομηνίας 27.12.2018, η Επαρχιακή Διοίκηση Πάφου ενημέρωσε τους δικηγόρους της αιτήτριας ότι θα μπορούσε να αποταθεί στην Αστυνομία με βάση τον περί Διασφάλισης και Προστασίας της Κοινής Ησυχίας Νόμο.  Σημειώνεται τέλος από τους Καθ' ων η αίτηση ότι, το Ενδιαφερόμενο Μέρος είναι εγγεγραμμένο στο Μητρώο Φυτοϋγείας του Τμήματος Γεωργίας για συμμετοχή σε εγκεκριμένες δράσεις του Σχεδίου Αγροτικής Ανάπτυξης.

 

Όπως προβάλλεται από την Αιτήτρια και έγινε παραδεκτό από τους δικηγόρους του Ενδιαφερομένου Μέρους ενώπιον του Δικαστηρίου στο στάδιο των Διευκρινήσεων, η ίδια καταχώρησε την Αγωγή αρ. 1046/2018 ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου στα πλαίσια της οποίας αιτήθηκε την έκδοση προσωρινού διατάγματος εναντίον του ενδιαφερομένου μέρους για άρση ισχυριζόμενης οχληρίας. Όταν αυτό καταχώρησε στις 11/2/2019 την ένσταση του στην πιο πάνω αίτηση της Αιτήτριας, η αιτήτρια πληροφορήθηκε ότι είχε εξασφαλίσει άδεια οικοδομής για την ανέγερση του φυτωρίου/θερμοκηπίου και για την εγκατάσταση των ανεμιστήρων. Η άδεια οικοδομής ημερ. 24/10/2016 που επισύναψε το Ε/Μ στην ένσταση του, οδήγησε την Αιτήτρια στην καταχώρηση της παρούσας προσφυγής στις 17/4/2019.

 

Η αιτήτρια προωθεί, μέσω της γραπτής της αγόρευσης, σειρά λόγων ακύρωσης. Ειδικότερα προβάλει ότι, η προσβαλλόμενη πράξη ήταν αποτέλεσμα κατάχρησης εξουσίας, υπέρβασης των νομίμων ορίων που καθορίζονται από το ισχύον δίκαιο και λανθασμένης άσκησης διακριτικής ευχέρειας διότι επιτράπηκε, ως ισχυρίζεται, η βιομηχανική ανάπτυξη ακινήτου στην βάση ενός μη εφαρμόσιμου κανονισμού, χωρίς να εξασφαλιστεί προηγουμένως πολεοδομική άδεια που είχε ως αποτέλεσμα την μείωση των ανέσεων των προσώπων που κατοικούν πλησίον αυτού, ενώ ισχυρίζεται καταστρατήγηση της νομοθεσίας εκ μέρους των Καθ' ων η αίτηση με πρόφαση την Κ.Δ.Π. 247/2012.

Ακόμα ισχυρίζεται ότι, η προσβαλλόμενη πράξη είναι αποτέλεσμα πλάνης, εφόσον δεν λαμβάνει υπόψη την ύπαρξη της κατοικίας της αιτήτριας και την οχληρία που δημιουργεί η ανάπτυξη που εγκρίθηκε και σχετικά ότι, από την έκδοση της προκύπτει ελλιπής έρευνας εφόσον δεν διερευνήθηκε ο επηρεασμός της αιτήτριας και της οικογένειας της. Η δε προσβαλλόμενη άδεια οικοδομής, αναφέρει ο δικηγόρος της αιτήτριας, εκδόθηκε χωρίς να προηγηθεί η έκδοση πολεοδομικής άδειας, με τρόπο που παραγνωρίζει ότι ουσιαστικά πρόκειται περί βιομηχανικού τύπου ανάπτυξη, ούτε προβλέπονται μέτρα αποτροπής της οχληρίας που δημιουργείται, ενώ βασίζεται σε νομικό καθεστώς που δεν αφορά την ανάπτυξη την οποία επέτρεψε η Επαρχιακή Διοίκηση Πάφου.

Περαιτέρω, προωθείται ισχυρισμός ότι, η προσβαλλόμενη πράξη είναι αναιτιολόγητη, εφόσον δεν μπορεί να διαπιστωθεί για ποιο λόγο επιτράπηκε τέτοια ανάπτυξη με εγκατάσταση βιομηχανικού τύπου μεγάλων ανεμιστήρων.

Τέλος, ο κ.Κορακίδης προωθεί ισχυρισμούς περί παραβίασης των αρχών της  χρηστής διοίκησης και της αναλογικότητας, εφόσον η διοίκηση παραγνωρίζει τα συμφέροντα της πελάτιδάς του και τον δυσμενή επηρεασμό που προκαλεί η έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης σε αυτήν και την οικογένεια της, ενώ οδηγεί σε ένα άδικο αποτέλεσμα για την αιτήτρια και την οικογένεια της, καθώς και ότι παραβιάζεται η αρχή της καλής πίστης, εφόσον αποκαλύπτεται αντιφατική και κακόπιστη συμπεριφορά του οργάνου που έκδωσε την προσβαλλόμενη πράξη.

 

Σχολιάζοντας το περιεχόμενο της Ένστασης των Καθ' ων η αίτηση όπου παρατίθενται τα γεγονότα, σημειώνω πρωτίστως την προδικαστική ένσταση η οποία εγείρεται μέσω αυτής και η οποία θέτει ζήτημα έλλειψης εννόμου συμφέροντος εκ μέρους της αιτήτριας. Συγκεκριμένα, ως πρώτη προδικαστική ένσταση, προβάλλεται από τους Καθ’ ων η Αίτηση ότι η Αιτήτρια δεν έχει έννομο συμφέρον να παρίσταται ενώπιον του Δικαστηρίου, δεδομένου ότι «η Αιτήτρια δεν δύναται να προωθήσει την παρούσα προσφυγή καθότι, δεν έχει θεμελειώσει το έννομο της συμφέρον».

 

Περαιτέρω, μέσω της γραπτής της αγόρευσης η ευπαίδευτη δικηγόρος της Νομικής Υπηρεσίας προωθεί και προδικαστική ένσταση ότι η παρούσα προσφυγή έχει καταχωρηθεί εκπροθέσμως. Συγκεκριμένα, η δικηγόρος των Καθ’ ων η αίτηση υποδεικνύει ότι η αιτήτρια καταχώρησε την παρούσα προσφυγή στις 17.4.2019, όπως προκύπτει από την αίτηση ακυρώσεως, ενώ η προσβαλλόμενη πράξη εκδόθηκε στις 24.10.2016. Επομένως, αναφέρει, η καθορισθείσα στο Άρθρο 146 του Σύνταγμα προθεσμία των 75 ημερών για άσκηση προσφυγής, εξέπνευσε περί το τέλος του 2016. Δηλαδή, υποδεικνύει, η παρούσα προσφυγή ασκήθηκε 24 μήνες μετά την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης και αφού παρήλθαν περίπου 21 σχεδόν μήνες από την εκπνοή της προθεσμίας για προσβολή της προσβαλλόμενης πράξης και, ως εκ τούτου, είναι πρόδηλα εκπρόθεσμη.

 

Σημειώνοντας ότι, οι προδικαστικές ενστάσεις αυτές αφορούν θέματα θεμελιακού χαρακτήρα και μπορεί να εγερθούν αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο (Razis and Another ν. Republic (1982) 3 C.L.R. 45, Georghiou ν. Republic (1982) 3 C.L.R. 828, Yiangou v. The Republic (1987) 3 C.L.R. 27, Hadjigeorghi ν. The Minister of Finance (1987) 3 C.L.R. 280), διαπιστώνω ότι εμφανίζεται ζήτημα συρροής απαραδέκτων, αφού εν προκειμένω ανακύπτουν προς εξέταση, περισσότερες της μίας προδικαστικές ενστάσεις οι οποίες αφορούν το παραδεκτό της προσφυγής.

 

Σχετικά παραπέμπω στο σύγγραμμα της Γλ. Σιούτη «Το έννομο συμφέρον την Αίτηση Ακυρώσεως» 1998, σελ. 179, όπου αναφέρεται ότι:-

«Μεταξύ των υποκειμενικών ειδικών προϋποθέσεων, προέχει δικαιολογημένως η εξέταση της συνδρομής του εννόμου συμφέροντος, εφόσον στο πλαίσιο αυτό ελέγχεται ο ιδιαίτερος δεσμός του αιτούντος με την προσβαλλόμενη πράξη και τη βλάβη που αυτή συνεπάγεται. Μόνον δε αν διαπιστωθεί ότι υφίσταται έννομο συμφέρον, έχει σημασία η εξέταση του εμπροθέσμου και στη συνέχεια της άσκησης της τυχόν προβλεπόμενες ενδικοφανούς προσφυγής.»

 

Προχωρώ συνεπώς να εξετάσω το κατά πόσον ότι η Αιτήτρια δεν δύναται να προωθήσει την παρούσα προσφυγή ενάντια στην άδεια οικοδομής του Ε/Μ, καθότι δεν έχει θεμελιώσει το, απαιτούμενο εκ του Άρθρου 146.2 του Συντάγματος, έννομο συμφέρον προς καταχώρηση της παρούσας προσφυγής.

 

Συγκεκριμένα, προβάλλεται τόσο από τους Καθ’ ων η αίτηση, όσο και από τους δικηγόρο του Ε/Μ, εν εκτάσει στις αγορεύσεις τους, ότι εν προκειμένω, η Αιτήτρια δεν έχει επιτύχει να αποδείξει ότι έχει συμφέρον στην προσφυγή το οποίο να ερείδεται στο νόμο. Στην αίτηση ακυρώσεώς της αιτήτριας, σημειώνουν, δεν αναφέρεται οτιδήποτε ικανό να συνεισφέρει στην θεμελίωση του έννομου της συμφέροντος. Τουναντίον, επισημαίνουν, στην αγόρευσή της η αιτήτρια δεν διαμαρτύρεται για την έκδοση της προσβαλλόμενης άδειας καθ’εαυτής, αλλά μόνο για την οχληρία που άρχισε να προκαλείται από τις δραστηριότητες στην επίδικη ιδιοκτησία δύο χρόνια μετά την έκδοση της άδειας, δηλαδή από τον Απρίλιο του 2018 και έπειτα, λόγω της λειτουργίας κάποιων ανεμιστήρων. Υποδεικνύουν δε, αφενός ότι, το γεγονός πως το επίδικο ακίνητο βρίσκεται «σχεδόν απέναντι» από το δικό της (βλ. τη σελ. 1 στην αγόρευση της αιτήτριας) δεν αρκεί για την θεμελίωση του έννομου συμφέροντος της και αφετέρου ότι, η κατοικία της αιτήτριας βρίσκεται σε αγροτική/γεωργική περιοχή, όπου δραστηριότητες του τύπου της επίδικης όπως είναι η λειτουργία θερμοκηπίου και φωτοβολταϊκού συστήματος είναι επιτρεπτές. Αμφότεροι, οι δικηγόροι του Ε/Μ και των Καθ’ ων η αίτηση, τονίζουν ότι η Αιτήτρια οφείλει να θεμελιώσει ότι έχει άμεσο και προσωπικό έννομο συμφέρον, καθώς θα έπρεπε να θεμελιώσει και την βλάβη την οποία ότι υφίσταται η ίδια εκ της προσβαλλόμενης άδειας.

 

Τα πραγματικά γεγονότα, τα οποία έχουν τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου, έχουν παρατεθεί αναλυτικά ανωτέρω και συνοψίζονται στα εξής. Η Αιτήτρια προσβάλει την άδεια οικοδομής του Ε/Μ χωρίς να καθορίζεται η γειτνίαση - εγγύτητα της κατοικίας της με το εν λόγω φυτώριο/θερμοκήπιο, το οποίο κατά τον ισχυρισμό της ίδιας προκαλεί οχληρία, συνεπεία της εγκατάστασης και λειτουργίας αριθμού μεγάλων βιομηχανικών ανεμιστήρων. Την δε ισχυριζόμενη οχληρία απορρίπτει το Ενδιαφερόμενο Μέρος, ενώ αγνοούν παντελώς οι δικηγόροι των Καθ’ ων η αίτηση, όπως έχουν δηλώσει αντίστοιχα για τη διαδικασία ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου στην Αγωγή αρ. 1046/2018. Πέραν δε των ισχυρισμών του δικηγόρου της αιτήτριας, ουδεμία υποστηρικτική μαρτυρία προς τούτο έχει προσκομισθεί.

 

Το Δικαστήριο έχει γνώση της πάγιας νομολογίας, η οποία καθορίζει πως τα γεγονότα τα οποία στοιχειοθετούν τη δικαιοδοσία του δικαστηρίου να επιληφθεί της προσφυγής και τα επίδικα θέματα προσδιορίζονται στη δικογραφία (Βασιλείου ν. Δήμου Παραλιμνίου, Υπόθεση Αρ. 1061/94, 30/6/95 Βαρνάβας Νικολάου και Υιοί Λτδ., ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 380/94, 31/8/95 και Κυριακίδης και άλλος ν. Δημοκρατίας, Υποθέσεις Αρ. 212/95 και 259/95, 31/01/1997), ενώ η γραπτή αγόρευση ουδόλως αποτελεί μέσο προσαγωγής μαρτυρίας ή διεύρυνσης των επίδικων θεμάτων (Μισιρλής ν. Δημοκρατίας (Αρ. 1) (1995) 3 Α.Α.Δ. 379, Α.Ε. υπ' αρ. 2190 μεταξύ Κοινότης Λυσού κ.α. -ν- Κυπριακής Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ.537).  Ως έχει νομολογηθεί, δεν είναι επιτρεπτή η προσαγωγή μαρτυρίας χωρίς την άδεια του Δικαστηρίου (Μαρία Βασιλείου Φωτιάδου ν. Δημοκρατίας, υποθ. αρ. 1254/02, ημερομηνίας 15.11.2004, σελ. 7, Δημοκρατία ν. Kassinos Constructions (1990) 3 Α.Α.Δ. 3835, 3840, Θαλασσινός ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 3420 ημερομηνίας 29.9.93, Ρούσος ν. Ιωαννίδη κ.α., Α.Ε. 2064 ημερομηνίας 21.7.1999), κάτι που στη παρούσα περίπτωση δεν έχει μεσολαβήσει.

 

Αφού έχω μελετήσει τα σχετικά έγγραφα του διοικητικού φακέλου, δεν μπορώ παρά να συμφωνήσω με την υποδειξη των ευπαίδευτων δικηγόρων του Ε/Μ και των Καθ’ ων η αίτηση ότι, η θεμελίωση του έννομου συμφέροντος του αιτούντος σε προσφυγή συνιστά σοβαρό και κατ' εξοχήν νομικό ζήτημα, είναι δε θέμα δημόσιας τάξης  και ότι, η «actio popularis» δεν είναι δυνατή στο κυπριακό δίκαιο και ότι στην παρούσα η αιτήτρια δεν θεμελίωσε άμεσο και προσωπικό έννομο συμφέρον. Εν προκειμένω, παραμένει αδιευκρίνιστο στο Δικαστήριο το ζήτημα ποια είναι η ιδιότητα που η αιτήτρια επιθυμεί να της αναγνωρισθεί, ώστε να θεμελιωθεί και το έννομο της συμφέρον. Όπως τονίζει ο δικηγόρος του Ε/Μ με αναφορά στη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δεν αρκεί η γειτνίαση σε τεμάχιο με το Ε/Μ για να θεμελιώσει ενεστώς, άμεσο και προσωπικό έννομο συμφέρον η αιτήτρια. Ως η πάγια νομολογία των Δικαστηρίων μας, το βάρος απόδειξης της ύπαρξης εννόμου συμφέροντος φέρει ο ίδιος ο αιτών την ακύρωση της πράξης, ο οποίος οφείλει να προσκομίζει προαποδεικτικώς τα στοιχεία που το αποδεικνύουν, στο δικόγραφο της αίτησης ακυρώσεως (βλ. Γλυκερία Σιούτη (ανωτέρω) σελ. 179 και επόμενες).

 

Στη παρούσα περίπτωση, η αιτήτρια δεν επικαλείται ειδικά και εμπεριστατωμένα ότι υφίσταται συγκεκριμένη βλάβη λόγω της γειτνίασης του ακινήτου της με το εν λόγω ακίνητο, στο οποίο έχει αδειοδοτηθεί η λειτουργία θερμοκηπίου και φωτοβολταϊκού συστήματος, ούτε αποδεικνύει τον δυσμενή επηρεσμό της κατά τρόπο άμεσο και αναμφισβήτητο. Κρίνω περαιτέρω χρήσιμο να σημειώσω ότι, η νομολογία του Ανώτατου Δικαστηρίου  έχει εξαιρετικά αναγνωρίσει έννομο συμφέρον όταν προσβάλλονται αναπτύξεις, όπως στη παρούσα η άδεια οικοδομής για λειτουργία θερμοκηπίου και φωτοβολταϊκού συστήματος, σε τρίτα πρόσωπα, μόνο σε περιπτώσεις όπου οι αιτητές ήταν ιδιοκτήτες γειτονικών (όμορων) ακινήτων — και όχι περίοικοι- υπό αυστηρές όμως και πάλι προϋποθέσεις. Υπογραμμίζεται ότι, η πλούσια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου απαιτεί πλήρη θεμελίωση ως προς τη βλάβη που μπορεί να επέλθει στον αιτητή εξ αιτίας της γειτνίασης με αναπτυσσόμενο ακίνητο. Αναφέρομαι ενδεικτικά στις αποφάσεις στις υποθέσεις, Υπ. Αρ. 1446/2000 Δημοτικού Συμβουλίου Έγκωμης ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 11.11.2000 (σελ. 4), Υπόθεση αρ. 497198 Ελπινίκη Νεοφύτου κ.α. ν. Δήμου Πάφου, ημερομηνίας 19.2.2003, Σοφούλα Χαραλάμπους ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 73, ενώ είναι εμπεδωμένη δικονομικά αρχή ότι το βάρος απόδειξης για την ύπαρξη έννομου συμφέροντος έχει ο αιτητής («Το Έννομο Συμφέρον στην Αίτηση Ακυρώσεως» Γλυκερίας Π. Σιούτη (1998)).

 

Η διαπίστωση αυτή του Δικαστηρίου, καθορίζει και το αποτέλεσμα της επίδικης προδικαστικής ένστασης, η οποία και επιτυγχάνει. Δεδομένου αυτού του ευρήματος, η εξέταση της δεύτερης προδικαστικής ένστασης, παρέλκει.

 

Η προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη. Επιδικάζονται 1700 Ευρώ έξοδα, υπέρ των Καθ’ ων η αίτηση και εναντίον της Αιτήτριας.

 

                                                                 Λ. Ν. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΔΔΔ.       


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο