B.E.J. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΣΥΛΟΥ του ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, Υπόθ. Αρ.: 4694/2022, 12/6/2023
print
Τίτλος:
B.E.J. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΣΥΛΟΥ του ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, Υπόθ. Αρ.: 4694/2022, 12/6/2023
Παραπομπή:
ECLI:CY:DDDP:2023:965

ECLI:CY:DDDP:2023:965

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθ. Αρ.: 4694/2022

 

12 Ιουνίου, 2023

 [Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

B.E.J.

Αιτητής

-και-

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΣΥΛΟΥ του ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ

 

Καθ' ων η Αίτηση

Αίτηση για Προσαγωγή Μαρτυρίας ημερομηνίας 17/03/2023

Εμφανίσεις:

Τ. Μπετίτο (κος) για Πιερίδης & Πιερίδης, Δικηγόροι για τον Αιτητή.

Α. Αριστείδου (κα) για Σ. Σταύρου (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα, Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση.

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

Με την παρούσα προσφυγή ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, επιστολής ημερομηνίας 06/07/22 η οποία του κοινοποιήθηκε αυθημερόν, με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση ασύλου του ως άκυρη, αντισυνταγματική, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε νόμιμου αποτελέσματος.  

 

Μετά την καταχώρηση Γραπτής του Αγόρευσης ο Αιτητής καταχώρησε την παρούσα ενδιάμεση αίτηση με την οποία αιτείται διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο ζητείται:

«Α. Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο δίδεται άδεια για προσαγωγή της μαρτυρίας του αιτητή BOLARINWA EMMANUEL JOHNSON που παρατίθεται ως Τεκμήριο 1 στην ένορκη δήλωση του Μιχάλη Πιερίδη που συνοδεύει την παρούσα, και

Β. Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο δίδεται άδεια για προσαγωγή της έγγραφης μαρτυρίας Τεκμήρια Α, Β και Γ τα οποία παρατίθενται στην προτιθέμενη ένορκη δήλωση του αιτητή που επισυνάπτεται ως Τεκμήριο 1 στην ένορκη δήλωση του Μιχάλη Πιερίδη που συνοδεύει την παρούσα.

Γ. Οποιανδήποτε άλλη θεραπεία που το Δικαστήριο θεωρεί δίκαιη ή/και εύλογη ή/και σκόπιμη.

Δ. Έξοδα.» 

 

H αίτηση για προσαγωγή μαρτυρίας υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση του Μιχάλη Πιερίδη (ο οποίος είναι σύμβουλος/δικηγόρος στο δικηγορικό γραφείο που εκπροσωπεί τον Αιτητή). Σκοπός της αίτησης, όπως αναφέρεται από τον ομνύοντα, είναι η προσκόμιση μαρτυρίας του Αιτητή για να ξεκαθαριστούν οι θέσεις του, να παρουσιάσει τα στοιχειώδη γεγονότα που έλαβαν χώρα αναφορικά με τις συνθήκες διαβίωσης στη χώρα καταγωγής του, τον θανάσιμο κίνδυνο και την δίωξη που θα υποστεί. Συνεχίζει, τονίζοντας την σημασία αποδοχής της παρούσας αίτησης καθότι θα είναι αδύνατο για τον Αιτητή να αποδείξει τους ισχυρισμούς του και/ή να αποδοθεί δικαιοσύνη χωρίς το Δικαστήριο να έχει ενώπιον του την προτεινόμενη μαρτυρία που επιδιώκει να προσαγάγει. Επισυνάπτεται δε και η προτεινόμενη ένορκη δήλωση του Αιτητή όπου αυτή παραπέμπει σε έγγραφα που επιθυμεί να παρουσιάσει, ήτοι:

 

(α) Αντίγραφο επιστολής κατ΄ ισχυρισμό δικηγόρου του στην Νιγηρία ημερομηνίας 15/07/22 στην οποία επισυνάπτεται αντίγραφο απόφασης Δικαστηρίου της Νιγηρίας ημερομηνίας 02/06/00 (απόφαση που δεν αποφορά προσωπικά τον Αιτητή),

(β) Στιγμιότυπο από οθόνη κινητού τηλεφώνου (“screenshot”) κατ΄ ισχυρισμό συνομιλίας μεταξύ του Αιτητή και της μητέρας αυτού (δεν μπορεί να εξακριβωθεί η ταυτότητα των πρωσώπων),

(γ) Φωτοαντίγραφο δημοσιεύματος σε ιστοσελίδα για μυστικιστικές οργανώσεις,

 

Οι Καθ΄ ων η αίτηση φέρουν ένσταση στην αίτηση για προσαγωγή μαρτυρίας και υποστηρίζουν ότι η ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση είναι (α) παράτυπη, αντικανονική και/ή νομικά αβάσιμη, (β) δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις της νομολογίας για να επιτραπεί η προσαγωγή της σκοπούμενης μαρτυρίας, (γ) η μαρτυρία που ζητείται να προσκομιστεί δεν είναι ουσιώδης για κρίση της νομιμότητας της επίδικης απόφασης και δεν μπορεί να αποδείξει κανένα γεγονός, (δ) δεν μπορεί να τεκμηριώσει κανένα λόγο ακύρωσης, (ε) τα έγγραφα που επιδιώκεται να προσαχθούν δεν μπορούν να αποτελέσουν επίσημα έγγραφα ούτε μπορούν να αποτελέσουν αποδεκτή μαρτυρία, (στ) αντιβαίνει τους δικονομικούς κανόνες, (ζ) η παρούσα αίτηση είναι καταχρηστική, υποβλήθηκε καθυστερημένα και πρόκειται για μαρτυρία που επιδιώκει την διαφοροποίηση, αλλοίωση και η οποία μεταβάλλει το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου. Την ένσταση των Καθ' ων η αίτηση, συνοδεύει η ένορκη δήλωση της Θεοδώρας Παπαχαραλάμπους, δικηγόρου και είναι δεόντως εξουσιοδοτημένη να προβεί στην ένορκη δήλωση.

 

Προς υποστήριξη των θέσεων τους οι συνήγοροι και των δύο πλευρών, αγόρευσαν προφορικά. Επιγραμματικά, ο συνήγορος για τον Αιτητή προβάλλει ότι η προτεινόμενη μαρτυρία θα ενισχύσει το αίτημα ασύλου του, αποδεικνύει τους λόγους ακύρωσης της προσβαλλόμενης πράξης και την ύπαρξη της συγκεκριμένης οργάνωσης που τον πιέζουν να ενταχθεί. Από την άλλη, η συνήγορος για τον Καθ' ου η αίτηση αντιτείνει, ότι δεν αναφέρεται η προέλευση των σχετικών εγγράφων που επιθυμεί ο Αιτητής να παρουσιάσει, δεν προκύπτει μεταξύ ποιων προσώπων είναι η συνομιλία που απεικονίζεται στο στιγμιότυπο οθόνης κινητού τηλεφώνου, δεν δικαιολογείται η καθυστέρηση που υπέδειξε ο Αιτητής για προσκόμιση της εν λόγω μαρτυρίας που είχε στην κατοχή του από το 2020 αλλά ούτε εάν εκδοθεί το ζητούμενο διάταγμα υπάρχουν περισσότερες πιθανότητες αναγνώρισης καθεστώτος διεθνούς προστασίας στον Αιτητή.

 

Έχω εξετάσει όσα έχουν προβληθεί και καταλήγω ως ακολούθως:

 

Ο Κανονισμός 2 των περί τις Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 προνοεί ότι:

«Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, και οι περί τις Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διαδικαστικοί Κανονισμοί (Αρ.1) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε τις τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας  από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ΄ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται τις ενώπιον του Διοικητικού   Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».

 

Ο Κανονισμός 7 των περί τις Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 ορίζει ότι:

«Το Δικαστήριο δύναται να καθορίζει τη διαδικασία και να εκδίδει οδηγίες κατά περίπτωση αναφορικά με τη λήψη γραπτής ή προφορικής μαρτυρίας ή άλλων αποδεικτικών μέσων, συνεντεύξεων του αιτητή ασύλου ή δικαιούχου διεθνούς προστασίας και άλλων διαδικασιών σύμφωνα με τον Περί Προσφύγων Νόμο αρ. 6(Ι)/2000 ως εκάστοτε τροποποιείται και τις οδηγίες τις Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο, (Ε.Υ.Υ.Α) τις ήθελε κρίνει ορθό και δίκαιο υπό τις περιστάσεις.».

 

Επίσης, ο Κανονισμός 10 του περί τις Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμού του 2019 προνοεί ότι:

«Νέα έγγραφα και/ή επιπρόσθετα στοιχεία και/ή οποιαδήποτε επιπρόσθετη μαρτυρία να προσκομίζεται στο Δικαστήριο το συντομότερο δυνατόν, και εν πάση περιπτώση όχι κατά τις διευκρινίσεις ή μεταγενέστερα, εκτός αν πρόκειται για στοιχεία τα οποία ο αιτητής, άνευ δικής του υπαιτιότητας, αδυνατούσε να υποβάλει κατά την πρωτοβάθμια εξέταση τις αίτησης του. Το Δικαστήριο δύναται να αποδεκτεί τέτοια μαρτυρία μόνο σε περιπτώσεις που κρίνει ότι τα εν λόγω στοιχεία ή πορίσματα αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες χορήγησης στον αιτητή διεθνούς προστασίας.».

Ο δε Κανονισμός 19 των Διαδικαστικών Κανονισμών του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962 προνοεί ότι:

«Καθ΄ οιονδήποτε στάδιον της διαδικασίας το Δικαστήριον ή Δικαστής δύναται να εκδώσει τοιαύτας οδηγίας, αι οποίαι απαιτούνται προς το συμφέρον της δικαιοσύνης.».

 

Παρόλο που το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας, μπορεί στα πλαίσια προσφυγής να λάβει υπόψη και να προβεί σε πλήρη και ex-nunc εξέταση τόσο των πραγματικών σημείων όσο και των νομικών και να λάβει υπόψη γεγονότα/στοιχεία που δεν λήφθηκαν υπόψη από την αρμόδια αρχή στα πλαίσια της αξιολόγησης της αίτησης ασύλου – εξακολουθούν να ισχύουν κατ΄ αναλογία οι κανόνες του διοικητικού δικονομικού δικαίου όπου είναι ο Δικαστής, και όχι οι διάδικοι, που διευθύνει την έρευνα. Στην Δημοκρατία ν. Kassinos Constructions (1990) 3 Α.Α.Δ. 3835, αναφέρθηκαν από την Ολομέλεια, τα ακόλουθα:

 

«Ο ρυθμιστικός ρόλος του δικαστηρίου σε θέματα διαδικασίας και απόδειξης στη διοικητική δίκη είναι διάφορος και ευρύτερος από αυτόν που επιτρέπει το δικονομικό σύστημα που επικρατεί στην πολιτική δίκη. Η διαφορά εκπηγάζει από την ύπαρξη και εφαρμογή της αρχής της νομιμότητας σε συνδυασμό με τη φύση του ανακριτικού συστήματος. Σε αντίθεση με το σύστημα της αντιδικίας, που διέπει την πολιτική δίκη και που η ευθύνη για την εισαγωγή μαρτυρίας βαρύνει τους διαδίκους, στο ανακριτικό σύστημα η πρωτοβουλία ανήκει και στο δικαστή. Οι αρχές αυτές είναι διάχυτες στο διαδικαστικό κανονισμό του 1962. Στον Γ. Παπαχατζή 'Μελέται επί του Δικαίου των Διοικητικών Διαφορών' στη σελ. 36 συναντούμε την ακόλουθη εύστοχη παρατήρηση επί του θέματος:

'Ο Δικαστής, ουχί δ΄ οι διάδικοι, διευθύνει την έρευναν του πραγματικού μέρους της υποθέσεως.'».

 

Οι βασικοί κανόνες που διαμορφώθηκαν διαχρονικώς από τη νομολογία επί του θέματος, είναι πολύ γνωστοί και καταγράφονται στην απόφαση της Sportsman Betting Co. Limited v. Κυπριακής Δημοκρατíaς (2000) 3 Α.Α.Δ. 591, 595 στην οποία λέχθηκαν τα εξής:

 

«Από τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου προκύπτει σαφώς η αρχή ότι προϋπόθεση για την προσαγωγή μαρτυρίας στην αναθεωρητική διαδικασία είναι η σχετικότητα της μαρτυρίας προς τα επίδικα θέματα [.] Στην αναθεωρητική του δικαιοδοσία το Ανώτατο Δικαστήριο έχει την διακριτική ευχέρεια να ελέγχει το δικαίωμα των διαδίκων να προσαγάγουν μαρτυρία σχετική με τα γεγονότα που θέλουν να αποδείξουν, με γνώμονα πάντοτε τη σχετικότητα της μαρτυρίας με τα επίδικα θέματα. Ο διάδικος που ζητά την έκδοση οδηγιών για προσαγωγή μαρτυρίας, είτε προφορικής είτε υπό μορφή ένορκης δήλωσης, οφείλει να προσδιορίσει με εύλογη λεπτομέρεια τα γεγονότα τα οποία επιδιώκει να αποδείξει και να ικανοποιήσει επίσης το Δικαστήριο ότι τα γεγονότα αυτά είναι σχετικά με τα επίδικα θέματα που εγείρονται στην προσφυγή, λαμβανομένων υπόψη των νομικών σημείων και των γεγονότων πάνω στα οποία βασίζεται η προσφυγή. Επιτρέπεται η προσκόμιση γεγονότων με μαρτυρία μόνο όταν είναι σχετικά με τα επίδικα θέματα και όταν η απόδειξη τους δυνατό να τεκμηριώσει οποιονδήποτε από τους λόγους ακύρωσης της προσβαλλόμενης διοικητικής απόφασης. (Βλέπε: Sunrise Industry Clothing Ltd., v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 999/91, ημερ. 24/9/92, Νικολαϊδης ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 374/92, ημερ. 19/3/93, Lordos Hotels Holdings Ltd v. Συμβουλίου Αποχετεύσεων ΠαραλιμνίουΥποθ. αρ. 71/97, ημερ. 18/11/99) 

 

(ο τονισμός δικός μου)

 

Οι δε βασικοί κανόνες προσαγωγής μαρτυρίας που διαμορφώθηκαν από τη πάγια νομολογία συνεχίζουν να ισχύουν κατ΄ αναλογία και στις υποθέσεις που εκδικάζονται ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ήτοι τη σχετικότητα της μαρτυρίας με τα επίδικα θέματα, την αποδεικτικότητα οποιουδήποτε επίδικου θέματος ενώπιον του Δικαστηρίου που μπορεί ή όχι να βοηθήσει το Δικαστήριο στην απονομή δικαιοσύνης στη συγκεκριμένη περίπτωση (Α.Ε. 49/2012, Σάββα ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 07/02/2018), την αναγκαιότητα να προσδιορίζονται από τον ενδιαφερόμενο διάδικο με ανάλογη λεπτομέρεια τα γεγονότα που επιδιώκει να προσκομίσει - με μόνη, όμως, εξαίρεση αυτής που αφορά μαρτυρία που διαφοροποιεί ή αλλοιώνει ή μεταβάλλει το περιεχόμενο των στοιχείων που λήφθηκαν υπόψη προς έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης (Kyriakides v. The Republic (1961)1 R.S.C.C. 66, Skourides v. Attorney General (1967) 3 C.L.R. 518, Lambrakis v. Republic (1970) 3 C.L.R. 72, Ζαβρός ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Α. 106, Κωνσταντίνου v. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λεμεσού (1992) 4 A.A.Δ. 3330, Νικολαΐδη v. Δημοκρατίας (1993) 4 A.A.Δ. 609, Θαλασσινός ν. Δημοκρατίας (2003) 3 Α.Α.Δ. 507) λόγω του εύρους των εξουσιών του  Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας να λαμβάνει υπόψη πραγματικά στοιχεία και/ή γεγονότα που δεν λήφθηκαν υπόψη από την αρμόδια αρχή στα πλαίσια της αξιολόγησης αρχικής αίτησης ασύλου και/ή στοιχεία που δεν εμπεριέχονται στο διοικητικό φάκελο της υπόθεσης. Πρόσθετος δε κανόνας είναι κατά πόσο τα προτεινόμενα νέα στοιχεία δεν ήτο διαθέσιμα στον αιτούντα για να υποβληθούν κατά την πρωτοβάθμια εξέταση της αίτησης του ενώ αυτά αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες χορήγησης σε αυτόν του καθεστώτος διεθνούς προστασίας.

 

Σε πρώτο στάδιο προκύπτει ότι ο ομνύοντας, κος Πιερίδης, στην Ένορκη του Δήλωση δεν έχει προσδιορίσει επαρκώς και με την απαιτούμενη λεπτομέρεια το τί πρόκειται να προσκομιστεί για να τύχει αξιολόγησης από το Δικαστήριο. Αναφέρει γενικά και αόριστα ότι σκοπός της αίτησης είναι η παρουσίαση μαρτυρίας για να ξεκαθαριστούν οι θέσεις του Αιτητή που αφορούν τις συνθήκες διαβίωσης στη χώρα καταγωγής του, τον θανάσιμο κίνδυνο και την δίωξη που θα υποστεί. Συνεχίζει, τονίζοντας την σημασία αποδοχής της παρούσας αίτησης καθότι θα είναι αδύνατο για τον Αιτητή να αποδείξει τους ισχυρισμούς του. Επομένως, μόνο από την Ένορκη Δήλωση που υποστηρίζει την αίτηση καθίσταται αδύνατη η αποδεικτικότητα οποιουδήποτε επίδικου θέματος ενώπιον του Δικαστηρίου που μπορεί να βοηθήσει στην απονομή δικαιοσύνης στη συγκεκριμένη περίπτωση.

 

Ούτε με την προτεινόμενη ένορκη δήλωση του Αιτητή και τα στοιχεία επί αυτής ικανοποιείται η προϋπόθεση ότι η μαρτυρία που ζητείται να παρουσιαστεί δεν ήτο διαθέσιμη κατά την πρωτοβάθμια εξέταση τις αίτησης του. Η αίτηση ασύλου του Αιτητή υποβλήθηκε στις 05/02/20, η απόφαση επί του αιτήματος του λήφθηκε στις 05/07/22 και η προσφυγή του ορίστηκε για έκδοση οδηγιών στις 18/10/22. Η δε κατ΄ ισχυρισμό επιστολή του δικηγόρου του φέρει ημερομηνία 15/07/22 το δε επισυναπτόμενο αντίγραφο απόφασης Δικαστηρίου της Νιγηρίας φέρει ημερομηνία 02/06/00, το στιγμιότυπο από οθόνη κινητού τηλεφώνου κατ΄ ισχυρισμό συνομιλίας μεταξύ Αιτητή και της μητέρας αυτού δεν φέρει ημερομηνία, το δε φωτοαντίγραφο δημοσιεύματος σε ιστοσελίδα παραπέμπει σε στοιχεία/αποφάσεις προ 10ετίας.

 

Ούτε η προτεινόμενη μαρτυρία αυξάνει σημαντικά τις πιθανότητες χορήγησης σε αυτόν του καθεστώτος διεθνούς προστασίας. Τα έγγραφα που παρουσιάζει ο αιτούντας άσυλο αξιολογούνται με βάση τη νομολογία και τα πρότυπα της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο σε συνάρτηση με τους ισχυρισμούς του και (α) κατά πόσο είναι συναφή με το αίτημα ασύλου, (β) ζήτημα ύπαρξης του τύπου εγγράφου σύμφωνα με τις γενικές πληροφορίες της χώρας καταγωγής, (γ) περιεχόμενο των εγγράφων/ συμβατότητας με τις δηλώσεις του αιτούντος και πληροφορίες της χώρας καταγωγής, (δ) ακρίβεια/λεπτομέρειες των εγγράφων, (ε) εάν αποτελεί άμεση μαρτυρία ενός ουσιώδους πραγματικού περιστατικού, (στ) τύπος/τυποποιημένη μορφή για συγκεκριμένους τύπους εγγράφων επίσης παρουσιάζει ενδιαφέρον ως προς την αξιολόγηση της γνησιότητάς του[1]. Δεν υπάρχει επαρκής σύνδεση της προτεινόμενης μαρτυρίας με το προσωπικό βίωμα και/ή αφήγημα του Αιτητή (για το οποίο κρίθηκε αναξιόπιστος) ούτε πληρούνται οι προϋποθέσεις/κριτήρια για εξέταση/αξιολόγηση των εν λόγω εγγράφων. Το Δικαστήριο δεν έχει ικανοποιηθεί, αφού εξέτασε με προσοχή την επιχειρηματολογία των δικηγόρων και τα ενώπιον του στοιχεία, ότι η προσαγωγή μαρτυρίας ενισχύει με οιονδήποτε τρόπο τους ισχυρισμούς του Αιτητή ή την αποδεικτικότητα οποιουδήποτε επίδικου θέματος.

 

Για τους πιο πάνω λόγους, η αίτηση απορρίπτεται, με €600 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση. Η προσφυγή ορίζεται για οδηγίες στις 16/06/23 και ώρα 8:30 π.μ.

 

 

                          Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] Πρακτικός Οδηγός της ΕΑΣΟ: Αξιολόγηση των Αποδεικτικών Στοιχείων, Μάρτιος 2015, σελ.14-15 επίσης EASO-Δικαστική ανάλυση-Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου, 01/02/2018.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο