ΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ: M.S. κ.α., Νομική Αρωγή Αρ. 162/23, 4/6/2024
print
Τίτλος:
ΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ: M.S. κ.α., Νομική Αρωγή Αρ. 162/23, 4/6/2024

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ 

                                                                    

Νομική Αρωγή Αρ. 162/23

 

4 Ιουνίου, 2024

[Δ. ΚΑΤΣΑΡΙΔΗΣ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΑΡ.1 ΤΟΥ 2003, ΩΣ ΕΧΕΙ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΕΙ ΚΑΙ ΤΟΥΣ

ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 2002 ΜΕΧΡΙ 2019

 

ΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ:

 

M.S.

και οικογένεια

                                                                                                                     Αιτητής

......................

 

Ο Αιτητής εμφανίζεται προσωπικά

Ι. Χαραλάμπους (κα) για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Κ. Δ. Κατσαρίδης, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.:  Ο Αιτητής με την αίτησή του ημερομηνίας 09/11/2023, αιτείται την παροχή δωρεάν νομικής αρωγής για την καταχώριση προσφυγής δυνάμει του άρθρου 146 του Συντάγματος, εναντίον της απόφασης του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 26/10/2023, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή αυθημερόν και με την οποία απορρίπτεται η μεταγενέστερη αίτησή του για χορήγηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.

 

Γεγονότα

 

Τα γεγονότα της υπόθεσης, όπως προκύπτουν από το γραπτό σημείωμα που καταχώρισε η ευπαίδευτη συνήγορος που εμφανίζεται για το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας και από τα τεκμήρια που επισυνάπτονται σε αυτό, έχουν ως ακολούθως:

Ο Αιτητής συμπλήρωσε αίτηση για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας στις 15/02/2019, αφού εισήλθε παράτυπα στην Κυπριακή Δημοκρατία.  Την ημέρα κατάθεσης της αίτησης, ο Αιτητής, παρέλαβε τη βεβαίωση υποβολής αιτήματος Διεθνούς Προστασίας.  Στις 29/01/2021, πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από Λειτουργό του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο (εφεξής: EUAA). Στις 29/03/2021, αρμόδιος Λειτουργός του EUAA ετοίμασε Έκθεση - Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου, σχετικά με τη διεξαχθείσα συνέντευξη.  Στη συνέχεια, ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου ενέκρινε την Εισήγηση για απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή στις 28/05/2021. Στις 09/06/2021, η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε απορριπτική επιστολή μαζί με την αιτιολόγηση της απόφασης της σχετικά με το αίτημα του Αιτητή, η οποία παραλήφθηκε και υπογράφηκε ιδιοχείρως από τον Αιτητή στις 14/06/2021.  Στις 17/06/2021, καταχωρήθηκε η προσφυγή υπ’ αρ. 3678/2021, ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, η οποία απορρίφθηκε με απόφαση που εκδόθηκε στις 26/04/2023.

 

Στις 26/10/2023, ο Αιτητής υπέβαλε μεταγενέστερη αίτηση στην Υπηρεσία Ασύλου για επανεξέταση του αιτήματός του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.  Στις 26/10/2023, αρμόδιος Λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου ετοίμασε Έκθεση/Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου σχετικά με το μεταγενέστερο αίτημα του Αιτητή για διεθνή προστασία.  Αυθημερόν, λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου ενεργώντας για τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου ενέκρινε την Έκθεση/Εισήγηση του αρμόδιου Λειτουργού σχετικά με τη μεταγενέστερη αίτηση που αφορούσε την εισήγηση όπως η μεταγενέστερη αίτηση του Αιτητή να κριθεί ως απαράδεκτη. Στις 26/10/2023, η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε απορριπτική επιστολή σχετικά με το μεταγενέστερο αίτημα του Αιτητή, η οποία δόθηκε δια χειρός στον Αιτητή αυθημερόν.  Έπειτα, εναντίον της εν λόγω απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, καταχωρήθηκε η προσφυγή Τ2923/23, ενώπιον της αδελφής μου δικαστή κας. Ρήγα.

Νομικό Πλαίσιο

 

Εθνικό Δίκαιο

(Η έμφαση είναι του παρόντος Δικαστηρίου)

Tα εδάφια (1) και (2) του άρθρου 6Β των περί Νομικής Αρωγής Νόμων του 2002 μέχρι 2019 (ο περί Νομικής Αρωγής Νόμος) προβλέπει τα εξής (η υπογράμμιση είναι δική μου):

 

«(1) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου και του άρθρου 8 -

 

(α) [.]·

 

(β) ο όρος «αιτητής διεθνούς προστασίας» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο «αιτητής» σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 [.]∙».

 

(2) Παρέχεται δωρεάν νομική αρωγή σε αιτητή διεθνούς προστασίας, ο οποίος ασκεί προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου, δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 146 του Συντάγματος -

 

(α) Kατά δυσμενούς απόφασης του Προϊσταμένου επί της αίτησης διεθνούς προστασίας του εν λόγω αιτητή, την οποία απόφαση ο Προϊστάμενος έλαβε δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 5, 12Βδις, 12Βτετράκις, 12Δ ή 13 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, ή

 

(β) κατά άρνησης του Προϊσταμένου να αρχίσει εκ νέου η εξέταση αίτησης που σταμάτησε δυνάμει των διατάξεων  του άρθρου 16Β ή 16Γ του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, ή

 

(γ) κατά δυσμενούς απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής επί διοικητικής προσφυγής την οποία ο αιτητής διεθνούς προστασίας άσκησε ενώπιόν της σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 και η οποία διοικητική προσφυγή αφορούσε δυσμενή απόφαση την οποία ο Προϊστάμενος έλαβε δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 5, 12Βδις, 12Βτετράκις, 12Δ, 13, 16Α, 16Β ή 16Γ του εν λόγω νόμου,

 

υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

 

(αα) Η δωρεάν νομική αρωγή αφορά μόνο την πρωτοβάθμια εκδίκαση της προσφυγής ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 146 του Συντάγματος, και όχι την εκδίκαση έφεσης ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου κατά της δικαστικής απόφασης η οποία εκδίδεται στα πλαίσια της εν λόγω πρωτοβάθμιας εκδίκασης, ούτε άλλο ένδικο μέσο∙ και

 

(ββ) κατά την κρίση του Διοικητικού Δικαστηρίου, η προσφυγή έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας:

 

Νοείται ότι οι διατάξεις της παραγράφου (ββ) εφαρμόζονται χωρίς να περιορίζουν αυθαίρετα την παροχή της δωρεάν νομικής αρωγής και χωρίς να εμποδίζεται η ουσιαστική πρόσβαση του αιτητή διεθνούς προστασίας στη δικαιοσύνη.».

 

Το άρθρο 12Βτετράκις του περί Προσφύγων Νόμου, το οποίο τιτλοφορείται «Απαράδεκτες αιτήσεις» ορίζει τα εξής:

 

«12Βτετράκις.-(1) Χωρίς επηρεασμό των περιπτώσεων κατά τις οποίες μια αίτηση δεν εξετάζεται σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 604/2013, σε περίπτωση που αίτηση θεωρείται απαράδεκτη δυνάμει του εδαφίου (2), ο Προϊστάμενος κλείνει το φάκελο και διακόπτει τη διαδικασία εξέτασης της αίτησης με απόφασή του την οποία λαμβάνει και καταχωρίζει στον φάκελο χωρίς να εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 12Δ και 13 και επί της οποίας απόφασης εφαρμόζονται οι διατάξεις των εδαφίων (7) μέχρι (7Ε) του άρθρου 18.

 

(2) Με την επιφύλαξη της Σύμβασης, η Υπηρεσία Ασύλου δύναται να θεωρήσει αίτηση ως απαράδεκτη μόνον εάν-

(α) [.]∙ ή

(β) [.]∙ ή

(γ) [.]∙ ή

) η αίτηση είναι μεταγενέστερη αίτηση στο πλαίσιο της οποίας δεν υποβλήθηκαν από τον αιτητή ή δεν προέκυψαν νέα στοιχεία ή πορίσματα σχετικά με την εξέταση του κατά πόσο ο αιτητής πληροί τις προϋποθέσεις για να χαρακτηριστεί ως δικαιούχος διεθνούς προστασίας∙ ή

(ε) [.].».

 

Το άρθρο 16Δ του του περί Προσφύγων Νόμου ορίζει τα εξής:

 

«Υποβολή νέων στοιχείων ή πορισμάτων ή μεταγενέστερης αίτησης

16Δ.-(1)(α) Σε περίπτωση που αιτητής υποβάλει στον Προϊστάμενο -

(i) Μεταγενέστερη αίτηση, ή

(ii) νέα στοιχεία ή πορίσματα κατά ή μετά την ημερομηνία στην οποία καθίσταται εκτελεστή απόφαση του Προϊσταμένου επί πρότερης αίτησης του αιτητή,

ο Προϊστάμενος εξετάζει το συντομότερο δυνατό οτιδήποτε ούτως υποβληθέν σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

(β) Στην παράγραφο (α), ο όρος «απόφαση» περιλαμβάνει απόφαση που λαμβάνεται από τον Προϊστάμενο δυνάμει του άρθρου 16Β ή 16Γ.

(2) Σε περίπτωση που αιτητής υποβάλει στον Προϊστάμενο είτε μεταγενέστερη αίτηση είτε νέα στοιχεία ή πορίσματα, σύμφωνα με το εδάφιο (1), ο Προϊστάμενος δεν μεταχειρίζεται οτιδήποτε υποβληθέν ως νέα αίτηση αλλά ως περαιτέρω διαβήματα στα πλαίσια της αποφασισθείσας αίτησης. Ο Προϊστάμενος λαμβάνει υπόψη όλα τα στοιχεία των προαναφερόμενων περαιτέρω διαβημάτων χωρίς να πραγματοποιηθεί συνέντευξη.

(3)(α) Κατά τη λήψη απόφασης σχετικά με το παραδεκτό της αίτησης σύμφωνα με την παράγραφο (δ) του εδαφίου (2) του άρθρου 12Βτετράκις, ο Προϊστάμενος προβαίνει σε προκαταρτική εξέταση προκειμένου να διαπιστώσει κατά πόσο προέκυψαν ή υποβλήθηκαν από τον αιτητή νέα στοιχεία ή πορίσματα τα οποία ο Προϊστάμενος δεν έλαβε υπόψη κατά την έκδοση της εκδοθείσας απόφασής του, σχετικά με την εξέταση του κατά πόσο ο αιτητής πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για τον χαρακτηρισμό του ως δικαιούχου διεθνούς προστασίας:

Νοείται ότι, σε περίπτωση που ο Προϊστάμενος διαπιστώσει ότι ο αιτητής δεν έχει προσκομίσει νέα στοιχεία ή πορίσματα, η μεταγενέστερη αίτηση απορρίπτεται ως απαράδεκτη, με βάση την αρχή του δεδικασμένου, χωρίς να πραγματοποιηθεί συνέντευξη.

(β) Σε περίπτωση που ο Προϊστάμενος διαπιστώνει ότι προέκυψαν ή υποβλήθηκαν τα προαναφερόμενα στην παράγραφο (α) νέα στοιχεία ή πορίσματα, προβαίνει σε ουσιαστική εξέτασή τους, αφού προηγουμένως ενημερώσει σχετικά τον αιτητή, και εκδίδει νέα εκτελεστή απόφαση, μόνο εφόσον -

(i) Τα εν λόγω στοιχεία ή πορίσματα αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες χορήγησης στον αιτητή διεθνούς προστασίας∙ και

(ii) ικανοποιείται πως ο αιτητής, άνευ δικής του υπαιτιότητας, αδυνατούσε να υποβάλει τα εν λόγω στοιχεία ή πορίσματα κατά την προηγούμενη διαδικασία και ιδίως μέσω της προσφυγής στο Διοικητικό Δικαστήριο δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος.

(γ) Επί της νέας εκτελεστής απόφασης που αναφέρεται στην παράγραφο (β) εφαρμόζονται τα εδάφια (7) μέχρι (7Ε) του άρθρου 18.

(δ) Σε περίπτωση που μεταγενέστερη αίτηση δεν εξετάζεται περαιτέρω δυνάμει του παρόντος άρθρου, αυτή θεωρείται απαράδεκτη σύμφωνα με την παράγραφο (δ) του εδαφίου (2) του άρθρου 12Βτετράκις και σε τέτοια περίπτωση ο Προϊστάμενος εκδίδει σχετική απόφαση επί της οποίας εφαρμόζονται κατ' αναλογία τα εδάφια (7) και (7Ε) του άρθρου 18. Η εν λόγω απόφαση παραθέτει την αιτιολογία της και ενημερώνει τον αιτητή για το δικαίωμα που έχει να την προσβάλει στο Διοικητικό Δικαστήριο δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, καθώς και για την προθεσμία άσκησης τέτοιας προσφυγής[...]».

Ενωσιακό Δίκαιο

Το άρθρο 20 της Οδηγίας 2013/32/ΕΕ σχετικά με κοινές διαδικασίες για τη χορήγηση και ανάκληση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας (στο εξής: η Οδηγία 2013/32/ΕΕ), το οποίο τιτλοφορείται «Δωρεάν νομική συνδρομή και εκπροσώπηση στις διαδικασίες άσκησης ένδικου μέσου», στις παραγράφους 1, 2 και 3 αυτού, προβλέπει τα εξής:

 

«1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να παρέχεται, κατόπιν αιτήματος, δωρεάν νομική συνδρομή και εκπροσώπηση στο πλαίσιο των διαδικασιών άσκησης ένδικου μέσου που προβλέπονται στο κεφάλαιο V. Περιλαμβάνει, τουλάχιστον, την κατάρτιση των αναγκαίων διαδικαστικών εγγράφων και τη συμμετοχή εξ ονόματος του αιτούντος σε ακροαματική διαδικασία ενώπιον πρωτοβάθμιου δικαστηρίου.

2. Επίσης, τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν δωρεάν νομική συνδρομή και/ή εκπροσώπηση στις πρωτοβάθμιες διαδικασίες που προβλέπονται στο κεφάλαιο III. Σ' αυτές τις περιπτώσεις, δεν εφαρμόζεται το άρθρο 19.

3. Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι δεν χορηγείται δωρεάν νομική συνδρομή και εκπροσώπηση εάν ένα δικαστήριο ή άλλη αρμόδια αρχή θεωρεί ότι το ένδικο μέσο του αιτούντος δεν έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας. Όταν λαμβάνεται απόφαση για τη μη παροχή δωρεάν νομικής συνδρομής και εκπροσώπησης σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο από αρχή η οποία δεν είναι δικαστήριο, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι ο αιτών έχει το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής κατά της εν λόγω απόφασης ενώπιον δικαστηρίου. Κατ' εφαρμογή της παρούσας παραγράφου, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να μην περιορίζεται αυθαιρέτως η νομική συνδρομή και εκπροσώπηση και να μην εμποδίζεται η ουσιαστική πρόσβαση του αιτούντος στη δικαιοσύνη.[.]».

 Η αιτιολογική σκέψη 23, του προοιμίου αυτής προβλέπει τα εξής:

 

«(23) Στο πλαίσιο των διαδικασιών προσφυγών, θα πρέπει να χορηγείται στους αιτούντες, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, δωρεάν νομική συνδρομή και εκπροσώπηση από πρόσωπα που βάσει της εθνικής νομοθεσίας έχουν τις σχετικές ικανότητες. Επιπλέον, σε όλα τα στάδια της διαδικασίας, οι αιτούντες θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα να συμβουλεύονται, ιδία δαπάνη, νομικούς ή άλλους συμβούλους που γίνονται δεκτοί ή στους οποίους επιτρέπεται να λειτουργούν με την ιδιότητα αυτή βάσει του εθνικού δικαίου.».

 

 Η παράγραφος 1 του άρθρου 46 του κεφαλαίου της Οδηγίας 2013/32/ΕΕ προβλέπει τα εξής:

 

«1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αιτούντες να έχουν δικαίωμα πραγματικής προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου κατά των ακόλουθων αποφάσεων: α) απόφαση επί της αιτήσεως διεθνούς προστασίας, περιλαμβανομένων των αποφάσεων:

i)              με τις οποίες κρίνουν αίτηση ως αβάσιμη όσον αφορά το καθεστώς του πρόσφυγα και/ή το καθεστώς επικουρικής προστασίας,

ii)             με τις οποίες η αίτηση κρίνεται ως απαράδεκτη σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 2,

iii)           [.]».

 

To άρθρο 33 της Οδηγίας 2013/32/ΕΕ αναφέρεται στις περιπτώσεις απαράδεκτων αιτήσεων, οι οποίες περιλαμβάνουν και τις απορριφθείσες μεταγενέστερες αιτήσεις, στο πλαίσιο των οποίων δεν προέκυψαν ή υποβλήθηκαν από τον αιτούντα νέα στοιχεία ή πορίσματα σχετικά με την εξέταση του εάν ο αιτών πληροί τις προϋποθέσεις για να χαρακτηρισθεί δικαιούχος διεθνούς προστασίας.

Από το πλέγμα των ανωτέρω εθνικών διατάξεων ερμηνευμένων και υπό το φως των διατάξεων του ενωσιακού δικαίου προκύπτει ότι η δωρεάν νομική αρωγή αφορά καταρχήν σε όλες τις περιπτώσεις όπου δύναται να ασκηθεί πραγματική προσφυγή δυνάμει του άρθρου 46, χωρίς να προβλέπεται ρητώς οποιαδήποτε εξαίρεση. Μόνος επιτρεπόμενος περιορισμός είναι ο προβλεπόμενος στο άρθρο 20 παράγραφος 3 της Οδηγίας 2013/32/ΕΕ, ήτοι η ύπαρξη πιθανότητας επιτυχίας του ένδικου μέσου που θα ασκήσει το εν λόγω πρόσωπο. Καθώς το δικαίωμα για πραγματική προσφυγή του άρθρου 46 καλύπτει και τις απορριπτικές αποφάσεις επί μεταγενέστερων αιτήσεων, τόσο από το γράμμα όσο και από το πνεύμα της Οδηγίας 2013/32/ΕΕ, προκύπτει ότι και αυτές οι περιπτώσεις καλύπτονται από το ευεργέτημα της δωρεάν νομικής αρωγής (έστω υπό τις επιτρεπόμενες προϋποθέσεις για τη χορήγησή του). Οι εθνικές συνεπώς διατάξεις για τη νομική αρωγή, ερμηνευόμενες υπό το φως και το πνεύμα του ενωσιακού δικαίου, δίδουν υπό τις προϋποθέσεις που θεσπίζει ο νόμος, τη δυνατότητα δωρεάν νομικής αρωγής και στην περίπτωση απορριπτικών αποφάσεων επί μεταγενέστερων αιτήσεων.      

 

 

 

 

Κατάληξη

Κατά την εξέταση των εκατέρωθεν ισχυρισμών το Δικαστήριο προβαίνει σε εκ πρώτης όψεως εξέταση της υπόθεσης, χωρίς βεβαίως να αποφασίζεται οριστικά η τύχη της προσφυγής που σε κάθε περίπτωση έχει δικαίωμα να καταχωρήσει ο αιτητής. Το αποτέλεσμα δε της παρούσας δεν επηρεάζει κατ’ ουδένα λόγο την τελική έκβαση της προσφυγής που πιθανόν να καταχωρηθεί από τον αιτητή (βλέπε μεταξύ άλλων Durgo Man ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 278/09, ημ. 15/07/2009, καθώς και Baghour και Roud Gad, υπόθ. αρ.7/11 και 8/11, ημ.28/03/2011 ).

Πρώτο κριτήριο χορήγησης νομικής αρωγής σε αιτητή διεθνούς προστασίας που θεσπίζεται με την υπό αναφορά διάταξη αποτελεί η ύπαρξη, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, πραγματικής πιθανότητας επιτυχίας της σκοπούμενης προσφυγής. Δίδεται δε ευρεία διακριτική ευχέρεια στο Δικαστήριο να αποφασίσει κατά πόσον, με βάση τα ενώπιον του στοιχεία, η προσφυγή του αιτητή έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας (Απόφαση στην Αίτηση Νομικής Αρωγής  αρ. 23/2010, Farshad Khamsen, ημερ. 14/10/2010).

Επισημαίνεται ότι η επίδικη στην προσφυγή που έχει ήδη καταχωρίσει ο Αιτητής πράξη αποτελεί απόφαση εκδιδόμενη δυνάμει της παραγράφου (δ) του εδαφίου (2) του άρθρου 12Βτετράκις του περί Προσφύγων Νόμου. Σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη, ο Προϊστάμενος κλείνει το φάκελο και διακόπτει τη διαδικασία εξέτασης της αίτησης χωρίς να εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 12Δ (Ταχύρρυθμη διαδικασία εξέτασης αιτήσεων) και 13 (Κανονική διαδικασία εξέτασης αιτήσεων), όταν η αίτηση είναι μεταγενέστερη αίτηση στο πλαίσιο της οποίας δεν υποβλήθηκαν από τον αιτητή ή δεν προέκυψαν νέα στοιχεία ή πορίσματα σχετικά με την εξέταση του κατά πόσο ο αιτητής πληροί τις προϋποθέσεις για να χαρακτηριστεί ως δικαιούχος διεθνούς προστασίας.

Το ζήτημα της εξέτασης των μεταγενέστερων αιτήσεων και ειδικότερα της έννοιας των νέων στοιχείων και πορισμάτων εξετάστηκε στην απόφαση του ΔΕΕ της 9ης Σεπτεμβρίου 2021 στην υπόθεση C‑18/20, XY κατά Bundesamt für Fremdenwesen und Asyl, ECLI:EU:C:2021:710, σκέψεις 31 έως 44. Η εξέταση των μεταγενέστερων αιτήσεων διενεργείται  σε δύο στάδια. Το πρώτο στάδιο, προκαταρκτικής φύσεως, έχει ως αντικείμενο τον έλεγχο του παραδεκτού των αιτήσεων αυτών, ενώ το δεύτερο στάδιο αφορά την επί της ουσίας εξέταση των εν λόγω αιτήσεων [Βλ. επίσης απόφαση της 10ης Ιουνίου 2021, Staatssecretaris van Justitie en Veiligheid (Νέα στοιχεία ή πορίσματα), C‑921/19, EU:C:2021:478, σκέψη 34].

Στον Αιτητή παραδόθηκε το σημείωμα του Γενικού Εισαγγελέα, του δόθηκε η ευκαιρία να αναφέρει οτιδήποτε επιθυμεί, και του εξηγήθηκαν οι προϋποθέσεις που θέτει η οικεία νομοθεσία επί αιτήσεως ως η παρούσα.

Κατά την υποβολή του αιτήματός του για διεθνή προστασία (Παράρτημα 2 του Σημειώματος του Γενικού Εισαγγελέα), ο Αιτητής κατέγραψε ότι είναι υπήκοος της Δημοκρατίας του Λιβάνου, με τόπο συνήθους διαμονής το χωριό Kafr Zabad. Η μητρική του γλώσσα είναι τα αραβικά και ομιλεί φιλανδικά, αγγλικά και φαρσί.  Στις 02/02/2019, εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του και μετέβηκε παράτυπα στις μη ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές και έπειτα στις ελεύθερες περιοχές.

Ως προς τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη καταγωγής του, όπως αυτοί αναγράφονται στην αίτησή του για διεθνή προστασία, ανέφερε ότι διαπληκτίστηκε με ένα από τα μέλη του πολιτικού κόμματος Hezbollah και πώς ένεκα αυτού του περιστατικού, το κόμμα Hezbollah, επιτέθηκε στο σπίτι του και ο ίδιος τράπηκε σε φυγή.

Στο πλαίσιο της διαδικασίας εξέτασης της αίτησης ενώπιον του λειτουργού της EUAA (Παράρτημα 4 του Σημειώματος), ως προς τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι ενόσω βρισκόταν σε μια καφετέρια, εξέφρασε την άποψή του ως προς τη Hezbollah και συγκεκριμένα μίλησε για το ότι η Hezbollah δεν έπρεπε να εμπλακεί στην κατάσταση που επικρατούσε στη Συρία. Ένα πρόσωπο που ανήκε στο πολιτικό κόμμα της Hezbollah (βρισκόταν στην καφετέρια), ακούγοντας αυτές του τις δηλώσεις, άρχισε να μιλά άσχημα στον Αιτητή, με αποτέλεσμα να πιαστούν στα χέρια και να χτυπήσουν ο ένας τον άλλον.  Μετά από μια εβδομάδα, ενημέρωσαν τον Αιτητή ότι το πρόσωπο αυτό ονομαζόταν Haj Hosain και ότι θα του προκαλούσε προβλήματα, με τον Αιτητή να απαντά ότι δεν μπορούσε να του κάνει κακό. Ανέφερε ότι όταν η απάντησή του έφτασε στα αφτιά του Haj Hosain, επιτέθηκαν στο σπίτι του θέλοντας να τον απαγάγουν.  Δήλωσε ακόμη ότι κατάφερε να δραπετεύσει με το να πηδήξει από την ταράτσα του σπιτιού του στο διπλανό κτίριο. Έπειτα, η σύζυγός του τον ενημέρωσε ότι κατέστρεψαν τα πάντα μέσα στο σπίτι με τον ίδιο να αποφασίζει τελικά να μην επιστρέψει ποτέ πίσω στο σπίτι του.  Ανέφερε ακόμη ότι την επόμενη μέρα έστειλε κάποια πρόσωπα στο σπίτι προκειμένου να του φέρουν το διαβατήριό του και τα προσωπικά του υπάρχοντα και πώς εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του με προορισμό την Κύπρο. (σελ. 8 3Χ του Διοικητικού Φακέλου).  

Σε ερωτήσεις σχετικές με τον Haj Hosain, απάντησε ότι αντιλήφθηκε ότι ο Haj Hosain ανήκε στο πολιτικό κόμμα της Hezbollah, αφότου διεξήχθηκε η επίθεση στο σπίτι του. Συγκεκριμένα, δήλωσε ότι μετά την επίθεση στο σπίτι του, μίλησε με φίλους του, οι οποίοι τον ενημέρωσαν ότι το πρόσωπο αυτό ονομαζόταν Haj Hosan.  Περαιτέρω, ανέφερε ότι τo ψευδώνυμο του ήταν Abo Jaafar, ότι καταγόταν από το χωριό Ebba και ζούσε στη Chtaura.  Τέλος, ανέφερε ότι ανήκε στις δυνάμεις ασφαλείας της Hezbollah αλλά δεν γνώριζε το αξίωμά του (σελ. 10 του Διοικητικού Φακέλου).

Ερωτηθείς σχετικά με την ημερομηνία της επίθεσης στο σπίτι του, δήλωσε ότι η επίθεση πραγματοποιήθηκε μια εβδομάδα μετά το περιστατικό που συνέβη στην καφετέρια.  Περιγράφοντας δε την επίθεση, ισχυρίστηκε ότι από το παράθυρο του σπιτιού του, είδε ότι έξω από το σπίτι σταμάτησαν δυο μαύρα αυτοκίνητα με μαύρα τζάμια από τα οποία βγήκαν κάποια άτομα που φορούσαν τη στολή της Hezbollah.  Αμέσως, ο ίδιος δραπέτευσε από την ταράτσα του σπιτιού και έπειτα όταν μίλησε με τη σύζυγό του, του επιβεβαίωσε ότι τα άτομα αυτά ανήκαν στη Hezbollah και ότι κατέστρεψαν τα πάντα στο σπίτι.  Ζητηθείς να δώσει περαιτέρω πληροφορίες για την επίθεση, ανέφερε ότι δραπέτευσε μόλις είδε τα άτομα αυτά.  Πρόσθεσε ακόμη ότι έσπασαν την πόρτα του διαμερίσματός του που βρισκόταν στο δεύτερο όροφο και μπήκαν μέσα στο διαμέρισμα.  Σε άλλη ερώτηση, απάντησε ότι δραπέτευσε με το να πηδήξει από την ταράτσα του σπιτιού του στο διπλανό κτίριο (στο σπίτι του ξαδέλφου του).  Αμέσως, πήγε στο σπίτι κάποιου φίλου όπου έμεινε μέχρις ότου τα άτομα της Hezbollah, εγκατέλειψαν το χωριό.  Όταν ερωτήθηκε αν τυχόν άλλοι χωριανοί του είδαν την επίθεση, απάντησε θετικά.  Ανέφερε ακόμη ότι οι χωριανοί του γνώριζαν ήδη για το περιστατικό στην καφετέρια, αλλά δεν περίμεναν ότι άτομα της Hezbollah, θα επιτίθεντο στο σπίτι του και γι’ αυτό μαζεύτηκαν όλοι για να δουν τι συνέβαινε. (σελ. 11 – 12 του Διοικητικού Φακέλου).

Σχετικά με τις απειλές από τον Haj Hosain, ισχυρίστηκε ότι μετά την επίθεση στο σπίτι του, έλαβε βιντεόκληση, μέσω της οποίας, ο Haj Hosain του δήλωνε ότι αν έφτανε στην Κίνα, θα τον σκότωνε.  Ανέφερε ότι η βιντεόκληση έγινε το πρωί της αμέσως επόμενης μέρας της επίθεσης.  Ερωτηθείς ως προς το πως κατάφερε ο Haj Hosain να βρει τον αριθμό του, απάντησε ότι δεν γνώριζε, όμως, σίγουρα πρέπει να κάλεσε κάποιον και έμαθε τον αριθμό του από εκεί.  Ακόμη, κάποιοι χωριανοί του δούλευαν για τον Haj Hosain. (σελ. 13 1Χ του Διοικητικού Φακέλου).

Περαιτέρω, ανέφερε ότι διαχειριζόταν ένα γκρουπ στην ιστοσελίδα κοινωνικής δικτύωσης ‘ Facebook ’, όπου αναρτούσε βίντεο και ομιλίες για πολιτικά κόμματα του Λιβάνου. Κληθείς να απαντήσει αν αναρτούσαν κι άλλα άτομα δημοσιεύματα στο γκρουπ, ανέφερε ότι αναρτούσαν 4-5 φίλοι του και συγκεκριμένα ανέφερε ότι κοινοποιούσαν δημοσιεύματα ή ανέβαζαν βίντεο σχετικά με την επανάσταση του Λιβάνου.  Ερωτηθείς αν ο ίδιος υπέστη το οτιδήποτε από τη στιγμή που δημιούργησε αυτό το γκρουπ, απάντησε ότι κάτω από τις αναρτήσεις υπήρχαν αρνητικά σχόλια από πολιτικούς.  (σελ. 13 5Χ και 14 2Χ – 1Χ και 4Χ του Διοικητικού Φακέλου). 

Αξιολογώντας τα ως άνω λεγόμενα του Αιτητή, ο λειτουργός της EUAA, εντόπισε πέντε βασικούς ισχυρισμούς: 1. Την ταυτότητα και την καταγωγή του, 2. Το διαπληκτισμό του Αιτητή με κάποιο άτομο σε καφετέρια στη Chtaura, 3. Την επίθεση στο σπίτι του Αιτητή από άτομα της Hezbollah που πραγματοποιήθηκε μετά τον καυγά που είχε με άτομο της Hezbollah στην καφετέρια, 4. Τις απειλές που δέχτηκε, μέσω βιντεόκλησης, από τον Haj Hosain μετά την επίθεση στο σπίτι του και 5. Τη δημιουργία γκρουπ σε ιστοσελίδα κοινωνικής δικτύωσης από τον Αιτητή, με πολιτικό περιεχόμενο.  Όσον αφορά το δεύτερο, τον τρίτο και τον τέταρτο ισχυρισμό, ο λειτουργός της EUAA, κατέληξε ότι δεν στοιχειοθετείτο η εσωτερική και η εξωτερική των ισχυρισμών, με αποτέλεσμα να τους απορρίψει.  Ως προς τον πέμπτο ισχυρισμό, ο λειτουργός της EUAA, έκρινε ότι οι απαντήσεις που δόθηκαν ήταν ικανοποιητικές και οι πληροφορίες επιβεβαιώνονταν από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.

Με βάση τα ανωτέρω, αποφασίστηκε η απόρριψη του αιτήματος του Αιτητή για την παραχώρηση προσφυγικού, ενώ υπό το φως του πρώτου και του πέμπτου ισχυρισμού που έγιναν αποδεκτοί, κρίθηκε ότι δεν προέκυπτε ανάγκη απόδοσης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας.

Με τη μεταγενέστερη αίτησή του (Παράρτημα 8 του Σημειώματος), κατέγραψε ότι δεν επιθυμούσε να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του για τους ίδιους λόγους που ανέφερε στη συνέντευξή του.  Πρόσθεσε ακόμη ότι η οικογένειά του βρισκόταν στην Κύπρο και ότι τα παιδιά του φοιτούσαν σε κυπριακό σχολείο. 

Ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου, στο Σημείωμα – Εισήγηση του, (Παράρτημα 8 του Σημειώματος), ανέφερε ότι οι ισχυρισμοί του Αιτητή δεν αποτελούσαν νέα στοιχεία, αφού - ως κατέγραψε - υπέβαλε μεταγενέστερη αίτηση για τους ίδιους λόγους που προανέφερε σε προγενέστερη εξέταση της αίτησής του.  Περαιτέρω, όσον αφορά τις δηλώσεις του ότι η οικογένειά του βρισκόταν στην Κύπρο και ότι τα παιδιά του φοιτούσαν σε κυπριακό σχολείο, δεν συνδέονταν με τις προϋποθέσεις του περί Προσφύγων Νόμου.  Ως εκ τούτου, εισηγήθηκε η μεταγενέστερη αίτηση του Αιτητή να κριθεί ως απαράδεκτη με βάση τα άρθρα 12Βτετράκις και 16 (Δ) του περί Προσφύγων Νόμου.  

Εν προκειμένω, σημειώνεται ότι η ευπαίδευτη εκπρόσωπος του Γενικού Εισαγγελέα, εισηγήθηκε μέσω του Γραπτού της Σημειώματος ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που θέτει ο περί Νομικής Αρωγής Νόμος για την παραχώρηση του ευεργετήματος της νομικής αρωγής στον Αιτητή.

Έχω μελετήσει προσεκτικά το Γραπτό Σημείωμα του Γενικού Εισαγγελέα,  τα έγγραφα του διοικητικού φακέλου, την αίτηση ασύλου του Αιτητή, τη συνέντευξη του Αιτητή ενώπιον του αρμόδιου λειτουργού, την εισηγητική έκθεση του λειτουργού, την απόφαση του Προϊσταμένου, την μεταγενέστερη αίτηση του Αιτητή, την εισηγητική έκθεση του λειτουργού επί της μεταγενέστερης αίτησης, την απόφαση του Προϊστάμενου επί της μεταγενέστερης αίτησης και γενικά το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου.

Από τα ενώπιον μου δεδομένα, διαπιστώνω ότι ο Προϊστάμενος εξέτασε τους ισχυρισμούς του Αιτητή, στο μέτρο που αυτοί θα ήταν κρίσιμοι όταν η αίτηση είναι μεταγενέστερη αίτηση στο πλαίσιο της οποίας δεν υποβλήθηκαν από τον αιτητή ή δεν προέκυψαν νέα στοιχεία ή πορίσματα σχετικά με την εξέταση του κατά πόσο ο Αιτητής πληροί τις προϋποθέσεις για να χαρακτηριστεί ως δικαιούχος διεθνούς προστασίας και προέβη εν συνεχεία, σε ορθή εκ πρώτης όψεως αξιολόγηση αυτών.

Σημειώνετε ότι στα πλαίσια μεταγενέστερης αίτησης αυτό που ερευνάται είναι, πρώτα, το κατά πόσο «[.] υποβλήθηκαν από τον αιτητή νέα στοιχεία ή πορίσματα τα οποία ο Προϊστάμενος δεν έλαβε υπόψη κατά την έκδοση της εκδοθείσας απόφασής του [.]» [αρ.16Δ (3) (α)] του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 (6(I)/2000]) και, εφόσον διαπιστωθεί τούτο, η Υπηρεσία Ασύλου προχωρά σε εξέταση κατά πόσο «[τ]α εν λόγω στοιχεία ή πορίσματα αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες χορήγησης στον αιτητή διεθνούς προστασίας [.]» [αρ.16Δ (3) (β) (i)] και, περαιτέρω, κατά πόσο «ικανοποιείται πως ο αιτητής, άνευ δικής του υπαιτιότητας, αδυνατούσε να υποβάλει τα εν λόγω στοιχεία ή πορίσματα κατά την προηγούμενη διαδικασία» [αρ.16Δ (3) (β) (i)], [βλ. και αρ.40 (2),(3) και (4) Οδηγία 2013/32/ΕΕ].

Σκοπός λοιπόν της προκαταρτικής έρευνας η οποία κατέληξε στην προσβαλλόμενη δια της παρούσης απόφαση, είναι ο έλεγχος του κατά πόσο πληρούνται οι εκ της νομοθεσίας τιθέμενες προϋποθέσεις, οι οποίες θα δικαιολογούσαν περαιτέρω εξέταση της μεταγενέστερης αίτησης και όχι επί της ουσίας έρευνα των νεών  ισχυρισμών ως να επρόκειτο για πρώτη αίτηση ασύλου. Τούτη είναι και η σκοπιμότητα των διατάξεων του αρ.40 (2), (3) και (4) της Οδηγίας 2013/32/ΕΕ όπου γίνεται σαφής διάκριση μεταξύ πρώτης και μεταγενέστερης αίτησης όπου λέγεται ότι «[.] η μεταγενέστερη αίτηση διεθνούς προστασίας υποβάλλεται καταρχήν σε προκαταρκτική εξέταση προκειμένου να καθορισθεί εάν προέκυψαν ή υποβλήθηκαν από τον αιτούντα νέα στοιχεία ή πορίσματα [.]» και ότι μόνο «[ε]άν η προκαταρκτική εξέταση που αναφέρεται στην παράγραφο 2 καταλήξει στο συμπέρασμα ότι νέα στοιχεία ή πορίσματα έχουν προκύψει ή υποβληθεί από τον αιτούντα τα οποία αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες χαρακτηρισμού του αιτούντος ως δικαιούχου διεθνούς προστασίας δυνάμει της οδηγίας 2011/95/ΕΕ, η αίτηση εξετάζεται περαιτέρω σύμφωνα με το κεφάλαιο II.» και περαιτέρω προνοείται ότι «[τ]α κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι η αίτηση εξετάζεται περαιτέρω μόνο εάν ο συγκεκριμένος αιτών, χωρίς υπαιτιότητά του, δεν μπόρεσε να επικαλεσθεί τα στοιχεία που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος άρθρου κατά την προηγούμενη διαδικασία [.]».

Εκ των πραγμάτων διαπιστώνω ότι όσα κατέγραψε ο Αιτητής επί της μεταγενέστερης αίτησής του, είναι ισχυρισμοί που ήδη προέβαλε στην πρώτη αίτηση ασύλου του, οι οποίοι εξετάστηκαν και κρίθηκαν ότι δεν εμπίπτουν στις έννοιες του κινδύνου δίωξης ή κινδύνου βλάβης ως αναφέρονται στα άρθρα 3, 3Γ και 19 του περί Προσφύγων Νόμου και δεν αποτελούν νέα στοιχεία ή πορίσματα σε σχέση με αυτά που εξετάστηκαν κατά την πρώτη αίτηση ασύλου από την Υπηρεσία Ασύλου.

Ο Αιτητής έχει το βάρος να καταδείξει ότι έχει πραγματικές πιθανότητες να εκδοθεί δικαστική απόφαση υπέρ του και χωρίς να αποφασίζεται οριστικά το αποτέλεσμα της προσφυγής που πιθανόν να καταχωρίσει ο Αιτητής (Αποφάσεις στην Αίτηση Νομικής Αρωγής Αρ. 1/2009, Tamaga Durja Man v. Δημοκρατίας, ημερ.  15/7/2009, και στη  Αίτηση Νομικής Αρωγής Αρ. 10/12, Nacira Baghour και Maged Ahmad Odeh, ημερ. 28/3/2012).  Σημειώνεται εξάλλου ότι το Δικαστήριο προβαίνει στην αξιολόγηση της βασιμότητας της αίτησης παροχής νομικής αρωγής στη βάση του υλικού που τίθεται ενώπιόν του. [Bλ. απόφαση στην Αίτηση Νομικής Αρωγής Αρ. 31/2013, Singh Khushwant, ημερ. 23/12/2013]

Ως εκ τούτου, κρίνω ότι δεν υπάρχουν εκ πρώτης όψεως πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας της προσφυγής που έχει καταχωρίσει ο Αιτητής, αφού οι ισχυρισμοί που προέβαλε με τη μεταγενέστερη αίτησή του δεν αποτελούν νέα στοιχεία ή πορίσματα, αλλά στοιχεία τα οποία ήδη εξετάστηκαν και απορρίφθηκαν από την Υπηρεσία Ασύλου. 

Με δεδομένη τη μη ικανοποίηση αυτής της απαραίτητης εκ του Νόμου προϋπόθεσης, η αίτηση αναπόφευκτα απορρίπτεται χωρίς έξοδα.

Ο Αιτητής διατηρεί βεβαίως κάθε δικαίωμα του να προωθήσει την προσφυγή που έχει ήδη καταχωρίσει στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας κατά της απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, με δικά του έξοδα, παρά την απόρριψη της παρούσας καθότι το αποτέλεσμα της παρούσας ουδόλως προδικάζει την έκβαση της προσφυγής που ήδη έχει καταχωρήσει.

Τα έξοδα των μεταφραστών να καταβληθούν από τη Δημοκρατία.

 

Δ. Κατσαρίδης, Δ.Δ.Δ.Δ.Π

 

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο