M. G. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 2612/22, 6/6/2024
print
Τίτλος:
M. G. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 2612/22, 6/6/2024

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

 

    Υπόθεση Αρ.: 2612/22

 

 06 Ιουνίου, 2024

[ Δ. ΚΑΤΣΑΡΙΔΗΣ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

 

M. G.

Αιτητής

 

ΚΑΙ

 

 

Κυπριακής Δημοκρατίας,

μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

  

Καθ' ων η αίτηση

 ........

 

Ο αιτητής εμφανίζεται αυτοπροσώπως

 

Στ. Σταύρου (κα), για Μ. Καρπούζη (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση 

 

[Παρών ο κ. Κ. Ranmanollah για πιστή μετάφραση από τα φαρσί στα ελληνικά και αντίστροφα].  

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Δ. ΚΑΤΣΑΡΙΔΗΣ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π. : Με την υπό εξέταση προσφυγή, ο αιτητής αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, ημερομηνίας 18/03/2022, η οποία κοινοποιήθηκε στον αιτητή στις 08/04/2022 και με την οποία απορρίφθηκε η αίτησή του για παροχή διεθνούς προστασίας.

 

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Ως εκτίθεται στην ένσταση που καταχωρήθηκε από τους Καθ' ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου της Υπηρεσίας Ασύλου που κατατέθηκε ως τεκμήριο 1 στα πλαίσια των διευκρινήσεων της παρούσας προσφυγής, ο Αιτητής είναι υπήκοος της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Ιράν. Στις 10/02/2005 συμπλήρωσε αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας. Στις 28/11/2005 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από Αρμόδιο Λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου και στις 02/12/2005 ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου ετοίμασε έκθεση – εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου σχετικά με τη συνέντευξη του Αιτητή. Στη συνέχεια, ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου ενέκρινε την εισήγηση για απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή στις 02/12/2005. Στις 05/12/2005 η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε απορριπτική επιστολή μαζί με την αιτιολόγηση της απόφασής της σχετικά με το αίτημα του Αιτητή, η οποία παραλήφθηκε και υπογράφηκε ιδιοχείρως από τον Αιτητή στις 16/01/2006. Εν συνεχεία, στις 27/01/2006 λήφθηκε από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων διοικητική προσφυγή του Αιτητή κατά της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία στη συνέχεια απορρίφθηκε με απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων ημερομηνίας 28/12/2012.

Στις 08/01/2020 ο Αιτητής συμπλήρωσε μεταγενέστερη αίτηση – αίτημα για επανάνοιγμα του φακέλου του για παροχή διεθνούς προστασίας. Στις 10/11/2020 αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου ετοίμασε σημείωμα – εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου σχετικά με το αίτημα του Αιτητή για επανάνοιγμα του φακέλου του. Ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου στις 23/11/2020 ενέκρινε την εισήγηση όπως η μεταγενέστερη αίτηση κριθεί παραδεκτή. Στις 26/11/2021 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη από Αρμόδιο Λειτουργό της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (τέως EASO και νυν EUAA). Στις 06/04/2021 ο Αρμόδιος Λειτουργός της EUAA ετοίμασε έκθεση και εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου σχετικά με την συνέντευξη του Αιτητή. Στη συνέχεια, ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου, ενέκρινε την εισήγηση για απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή στις 18/03/2022. Στις 24/03/2022, η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε απορριπτική επιστολή μαζί με την αιτιολόγηση της απόφασής της, σχετικά με το αίτημα του Αιτητή, η οποία παραλήφθηκε και υπογράφτηκε ιδιοχείρως από τον Αιτητή στις 08/04/2022. Η τελευταία αυτή απόφαση, αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Ο Αιτητής  δεν υποδεικνύει στο εισαγωγικό δικόγραφο της διαδικασίας οποιαδήποτε πλημμέλεια της επίδικης απόφασης. Το μόνο που αναφέρεται χειρόγραφα είναι ότι δε μπορεί να επιστρέψει στη χώρα του για πολιτικούς λόγους. Προσθέσει πως βρίσκεται στη Δημοκρατία εδώ και είκοσι χρόνια και, συνεπώς, του είναι δύσκολο να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του, ενώ καταληκτικά αναφέρει πως έχει βαπτιστεί Χριστιανός Ορθόδοξος.

Εξίσου, στο πλαίσιο της  γραπτής αγόρευσης του Αιτητή δεν καταγράφεται οποιαδήποτε ανάλυση νομικών λόγων πέραν από τα γεγονότα στη βάση των οποίων δεν επιθυμεί να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του. Ειδικότερα, ο Αιτητής προβάλλει πως διαφωνούσε με τη θρησκεία, τους νόμους ελευθερίας και τις αντιδημοκρατικές διαδικασίες του Ιράν και προσθέτει ότι είχε απειληθεί και δεχθεί προσβολές από το ισλαμικό καθεστώς της χώρας του, όπως και η οικογένειά του. Ο Αιτητής συνέχισε λέγοντας ότι διέμενε στη Δημοκρατία από το 2004 και πως επέστρεψε στο Ιράν όταν αρρώστησε η μητέρα του. Όταν επέστρεψε προέβαλε ότι οι αρχές ήθελαν να μάθουν πληροφορίες για εκείνον με αποκορύφωμα την απόπειρα σύλληψής του από τις αρχές ενώ βρισκόταν στην πατρική οικία του, από την οποία και κατάφερε να αποδράσει. Αναφέρει επίσης ότι πλήρωσε για να αλλάξει το όνομά του ούτως ώστε να κατορθώσει να μεταβεί από το Ιράν στην Τουρκία. Τέλος, ο Αιτητής αναφέρει ότι έχει ασπαστεί τον Χριστιανισμό και για τον λόγο αυτό δε θα είναι ασφαλής στο Ιράν.

Οι Καθ’ων η Αίτηση αντιτείνουν ότι, η προσβαλλόμενη απόφαση είναι ορθή και νόμιμη, βρίσκεται σε πλήρη αρμονία με το διεθνές και το ευρωπαϊκό δίκαιο, τις διατάξεις του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας, των Νόμων και των εκδοθέντων υπ’ αυτών Κανονισμών, είναι αποτέλεσμα ορθής ενάσκησης των εξουσιών με τις οποίες περιβάλλονται οι Καθ’ ων η Αίτηση ενώ λήφθηκε μετά από δέουσα έρευνα κατόπιν ορθής αξιολόγηση όλων των σχετικών γεγονότων και στοιχείων της συγκεκριμένης υπόθεση, κατ’ εφαρμογή των αρχών του διοικητικού δικαίου είναι δε επαρκώς και/ή δεόντως αιτιολογημένη. 

Καταλήγοντας, υποβάλλουν ότι η επίδικη απόφαση δεν πάσχει με οποιοδήποτε τρόπο. Το αίτημα του αιτητή για παροχή διεθνούς προστασίας εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της προβλεπόμενης από τον νόμο διαδικασίας και η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν το αποτέλεσμα ενδελεχούς έρευνας, ορθής αξιολόγησης των στοιχείων της υπόθεσης και ορθής εφαρμογής του νόμου. Όπως επίσης και ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι δεόντως αιτιολογημένη και δεν υπήρξε οποιαδήποτε νομική ή πραγματική πλάνη από παρερμηνεία ή λανθασμένη εκτίμηση των στοιχείων που ο αιτητής είχε θέσει ενώπιον των αρμοδίων οργάνων της Διοίκησης.  

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Κατόπιν των ως άνω, ενόψει της μη περίληψης οιουδήποτε νομικού ισχυρισμού στην παρούσα αίτηση, απομένει η επί της ουσίας εξέταση της παρούσας αιτήσεως αφού η προσβαλλόμενη πράξη εκδόθηκε  «Κατόπιν αίτησης η οποία υποβάλλεται στην αρμόδια διοικητική αρχή μετά την 20ή Ιουλίου 2015 [.]» [αρ.11(3)(β)(α) τουπερί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (73(I)/2018)] και συνεπώς το Δικαστήριο διατηρεί εξουσία να εξετάσει και επί της ορθότητας της την προσβαλλόμενη απόφαση. Με βάση λοιπόν τα διαλαμβανόμενα στο αρ.146 (4) (α) του Συντάγματος - το οποίο ορίζει σχετικώς ότι το Δικαστήριο δύναται δια της αποφάσεως του «να τροποποιήσει εν όλω ή εν μέρει την απόφαση ή την πράξη, ως νόμος για Διοικητικό Δικαστήριο ήθελε ορίσει, νοουμένου ότι [.] είναι απόφαση αφορώσα σε διαδικασία διεθνούς προστασίας κατά το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης» - αλλά και το άρθρο 11 (3) (α) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (73(I)/2018) - όπου αναφέρεται ότι το Δικαστήριο «προβαίνει σε έλεγχο της νομιμότητας και ορθότητας αυτής, εξετάζοντας πλήρως και από τούδε και στο εξής [.] τα γεγονότα και τα νομικά ζητήματα που τη διέπουν»- προχωρώ να εξετάσω το κατά πόσο η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε σε πλήρη συμμόρφωση με τις σχετικές περί τούτου διατάξεις του Νόμου και της Οδηγίας και είναι δια τούτο επί της ουσίας ορθή. 

 

Το Δικαστήριο στα πλαίσια ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης εξετάζει κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου.Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκειται στην διακριτική ευχέρεια του αποφασίζοντος οργάνου και διαφέρει κατά περίπτωση(βλ. απόφαση αρ. 128/2008 JAMALKAROUV Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 1 Φεβρουαρίου, 2010). 

Ως εκ τούτου, προσέγγισα το θέμα με βάση τα ενώπιόν μου στοιχεία και το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου, εξετάζοντας όλα τα ουσιώδη στοιχεία και πραγματικά περιστατικά που οι Καθ' ων η αίτηση είχαν ενώπιόν τους.

Κατά την καταγραφή του αιτήματος για επανάνοιγμα του φακέλου του -  μεταγενέστερης αίτησης του Αιτητή, ο Αιτητής δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής λόγω του ότι όταν επέστρεψε στο Ιράν αντιμετώπισε πολλές δυσκολίες, μεταξύ αυτών βασανισμό, σωματική κακοποίηση και πτώση από υψόμετρο λόγω τα οποίας τα πόδια του τραυματίστηκαν. Καθώς ο Αιτητής δήλωσε ότι βρισκόταν σε πολύ άσχημη ψυχολογική κατάσταση, αποφάσισε να φύγει οριστικά από το Ιράν (βλ. ερυθρά 73 του Δ.Φ.).

Κατά το κρίσιμο στάδιο της προφορικής του συνέντευξης και σχετικά με τα προσωπικά του στοιχεία, ο Αιτητής ισχυρίστηκε πως είναι υπήκοος Ιράν με τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής την περιοχή Borujerd. Ανήκει στην εθνοτική ομάδα Lor. Ως προς την οικογενειακή του κατάσταση ισχυρίστηκε πως είναι άγαμος και άτεκνος. Ως προς την πατρική του οικογένεια ισχυρίστηκε πως βρίσκεται σε επικοινωνία με τη μητέρα του, η οποία διαμένει στο Ιράν, και πως έχει τρεις αδερφούς και μία αδερφή οι οποίοι επίσης διαμένουν στο Ιράν. Τόπος διαμονής των συγγενών του στο Ιράν είναι το Borujerd. Ως προς το εκπαιδευτικό του υπόβαθρο ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι έχει φοιτήσει σε τεχνικό κολλέγιο στο Burujerd. Ως προς την επαγγελματική του ιδιότητα ο Αιτητής προέβαλε ότι δεν εργαζόταν στο Ιράν πλην ενός διαστήματος τριών μηνών κατά το οποίο εργάστηκε ως συγκολλητής μετάλλων.

Ως προς τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής ισχυρίστηκε κατά το στάδιο της ελεύθερης αφήγησής του ότι επέστρεψε στο Ιράν λόγω των προβλημάτων υγείας που αντιμετώπιζαν οι γονείς του. Παράλληλα δήλωσε ότι, καθώς τα αδέρφια του εργάζονται για τον στρατό, είχαν κληθεί για ερωτήσεις κατά το διάστημα της απουσίας του Αιτητή στη Δημοκρατία οι οποίες ερωτήσεις αφορούσαν τον ίδιο τον Αιτητή. Ο Αιτητής δήλωσε πως όταν επέστρεψε στο Ιράν ένας εκ των αδερφών του κλήθηκε ξανά για ερωτήσεις και του ζητήθηκε μάλιστα να ζητήσει και από τον ίδιο τον Αιτητή να παραστεί σε μία τέτοια διαδικασία και ο Αιτητής ζήτησε προθεσμία λόγω της ασθένειας του πατέρα του. Έπειτα από μερικούς μήνες ζητήθηκε ξανά από τον Αιτητή να παρουσιαστεί. Μία ημέρα ο Αιτητής δήλωσε ότι στην πατρική του οικία ήρθαν δύο άγνωστα άτομα. Τότε, ο Αιτητής δραπέτευσε από την οικία του μέσω της ταράτσας. Προσέθεσε ότι τραυματίστηκε κατά την πτώση του και εν συνεχεία, αφού έλαβε προσωρινή ιατρική θεραπεία, αποφάσισε να εγκαταλείψει εκ νέου το Ιράν. Ο Αιτητής προέβαλε επίσης, πως όταν βρισκόταν στη Δημοκρατία είχε ξεκινήσει να πηγαίνει στην εκκλησία. Ισχυρίστηκε ότι η οικογένειά του δεν είχε πρόβλημα με τη συγκεκριμένη του απόφαση ωστόσο, όταν επέστρεψε στο Ιράν, είχε δημιουργηθεί άσχημο κλίμα στη γειτονία του (βλ. ερυθρά 93 2Χ, 92 1Χ του Δ.Φ.).

Ερωτηθείς ως προς το εάν υπάρχουν άλλοι λόγοι για τους οποίους να εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής προέβαλε πως το έτος 1398 [2019], κατά τη διάρκεια διαδηλώσεων, ένας συγγενής του έχασε τη ζωή του. Προσέθεσε δε ότι κανένας από τους συγγενείς του δε μπορεί πλέον να εργαστεί σε κρατικές θέσεις, ενώ ζητήθηκε από τον αδερφό του ο οποίος εργαζόταν στον στρατό να συνταξιοδοτηθεί πρόωρα (βλ. ερυθρά 92 1Χ του Δ.Φ.).

Ερωτηθείς ως προς το τι φοβάται ότι θα του συμβεί σε περίπτωση επιστροφής του στο Ιράν ο Αιτητής δήλωσε ότι είναι σίγουρος πως κάτι θα του συμβεί, ωστόσο δε ξέρει σε ποια έκταση και τι ακριβώς θα είναι αυτό που θα του συμβεί. Προσέθεσε δε ότι αυτοί που «διευθύνουν το Ιράν» (“those who manage Iran”) γνωρίζουν ότι έχει βαπτιστεί. Τόνισε δε ότι η αλλαγή θρησκείας είναι κάτι μη αποδεκτό στη χώρα καταγωγής του και αποτελεί «κόκκινη γραμμή». Σε επανάληψη της ερώτησης ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι ενδέχεται να φυλακιστεί, ακόμα και να εκτελεστεί, ή να έρθει αντιμέτωπος με τον κοινωνικό αποκλεισμό (βλ. ερυθρά 92 2Χ, 3Χ του Δ.Φ.).

Ως προς τα όσα δήλωσε ο Αιτητής αναφορικά με το ότι οι αρχές κάλεσαν τα αδέρφια του για συνέντευξη όσο ο ίδιος απουσίαζε από το Ιράν, ζητήθηκε από τον Αιτητή να εξηγήσει τον λόγο που συνέβη αυτό. Ο Αιτητής απάντησε πως τους ζητήθηκε κάτι τέτοιο καθώς έλειπε στο εξωτερικό αλλά και λόγω του ότι τα αδέρφια του εργάζονταν σε ευαίσθητη θέση εντός του στρατού. Ο Αιτητής προέβαλε ότι ο ένας του αδερφός, ο οποίος εργαζόταν ως μηχανικός, κλήθηκε για ερωτήσεις δύο φορές το 2005 – 2006. Το περιεχόμενο των ερωτήσεων αφορούσε τη διαμονή του Αιτητή στο εξωτερικό και τη μεταξύ τους επικοινωνία. Ο Αιτητής επιβεβαίωσε ότι δεν κλήθηκε κάποιο άλλο μέλος της οικογένειάς του για τέτοιες ερωτήσεις (βλ. ερυθρά 91 1Χ του Δ.Φ.). Ως προς το ότι ο αδερφός του κλήθηκε εκ νέου για συνέντευξη μετά την επιστροφή του Αιτητή στο Ιράν, ζητήθηκαν από τον Αιτητή περισσότερες πληροφορίες και ο Αιτητής δήλωσε πως του έδωσαν μία διεύθυνση στην οποία θα έπρεπε να παραστεί ο ίδιος ο Αιτητής για να απαντήσει σε κάποιες ερωτήσεις. Προσέθεσε πως αυτό συνέβη το 2015 (βλ. ερυθρά 91 2Χ του Δ.Φ.).

Σχετικά με το περιστατικό όπου άγνωστοι ήρθαν στην οικία του Αιτητή ο Αιτητής υποστήριξε πως τα άτομα αυτά, τα οποία εργάζονταν για την Κυβέρνηση, δεν εισήλθαν εντός της οικίας του λόγω του σεβασμού που έτρεφαν προς το πρόσωπο του αδερφού του καθώς εργαζόταν επίσης για την Κυβέρνηση. Ο Αιτητής δήλωσε ότι δεν ήξερε τα εν λόγω άτομα (βλ. ερυθρά 91 3Χ του Δ.Φ.).

Ως προς τις δηλώσεις του Αιτητή περί του ότι κανένας εκ των συγγενών του δε μπορεί πλέον να εργαστεί σε κρατικές θέσεις, ο Αιτητής υποστήριξε πως κανένας εκ των στενών συγγενών του δε μπορεί να εργαστεί σε κρατικές θέσεις και πως κάθε φορά οι αιτήσεις τους απορρίπτονταν (βλ. ερυθρά 91 1Χ, 2Χ του Δ.Φ.).

Ο αρμόδιος λειτουργός προχώρησε με ερωτήσεις αναφορικά με τον ισχυρισμό περί μεταστροφής του Αιτητή. Ως προς το πότε άρχισε μεταστράφηκε στον Χριστιανισμό, ο Αιτητής δήλωσε ότι παρακολουθεί τα τελευταία έξι έτη μαθήματα σχετικά με τη Βίβλο και πως έχει βαπτιστεί Χριστιανός Ορθόδοξος. Σε μετέπειτα ερώτηση προέβαλε πως όταν επέστρεψε στη Δημοκρατία το 2016, και λόγω του τραυματισμένου του ποδιού και του θανάτου του πατέρα του, ένας φίλος του τού πρότεινε να παρακολουθήσουν τα συγκεκριμένα μαθήματα. Περαιτέρω, ως προς τους λόγους απομάκρυνσης του Αιτητή από το Ισλάμ, ο Αιτητής δήλωσε πως το Ισλάμ δεν συνάδει με την ιστορία Ιράν καθώς η θρησκεία της χώρας παλαιότερα ήταν ο Ζοροαστρισμός, ο οποίος συνδέεται με τον Χριστιανισμό. Ο Αιτητής έδωσε μερικά σχετικά παραδείγματα, αναφερόμενος στη γέννηση του Χριστού αλλά και σε αποσπάσματα του Κορανίου (βλ. ερυθρά 89 2Χ, 3Χ του Δ.Φ.). Περαιτέρω, σε επανάληψη της ερώτησης, ο Αιτητής προσέθεσε ως λόγο απομάκρυνσής του από το Ισλάμ και τις κακές αναμνήσεις που είχε όσο διαβιούσε στο Ιράν και οι οποίες σχετίζονταν με πρακτικές περιορισμού της ελευθερίας και εξαναγκασμού συμμετοχής σε θρησκευτικά δρώμενα. Ερωτήθηκε εκ νέου ως προς την εσωτερική διεργασία μεταστροφής, και αποκρίθηκε ότι είχε ενδιαφέρον για τον Χριστιανισμό και πως πολλοί φίλοι του πηγαίνουν στην εκκλησία (βλ. ερυθρά 88 1Χ του Δ.Φ.).

Ως προς το εάν εξασκεί τη νέα του θρησκεία, ο Αιτητής προέβαλε ότι διαβάζει χριστιανικά βιβλία και συμμετέχει σε θρησκευτικές τελετές (βλ. ερυθρά 92 2Χ του Δ.Φ.). Σχετικά με το εάν εξασκούσε το Ισλάμ παλαιότερα, ο Αιτητής δήλωσε πως το εξασκούσε πριν το Λύκειο ωστόσο, λόγω της πίεσης που δεχόταν, έχασε το ενδιαφέρον του. Λόγω δε του ότι σταμάτησε να συμμετέχει σε θρησκευτικές τελετές ο Αιτητής ανέφερε πως τιμωρήθηκε από το σχολείο του αναφέροντας αρχικά πως αποβλήθηκε και στη συνέχεια πως δεν αποβλήθηκε αλλά του επιβλήθηκε κάποια τιμωρία (βλ. ερυθρά 88 3Χ του Δ.Φ.).

Ο λειτουργός συνέχισε με ερωτήσεις αναφορικά με το γνωστικό επίπεδο του Αιτητή για τον Χριστιανισμό. Ο Αιτητής αναφέρθηκε στα διαφορετικά δόγματα του Χριστιανισμού, όπως και στο σε ποιες χώρες είναι αυτά επικρατέστερα, περιέγραψε την τελετή της βάπτισης αλλά και τον συμβολισμό αυτής, ενώ ανέφερε σημαντικές γιορτές του Χριστιανισμού (βλ. ερυθρά 87 2Χ, 3Χ του Δ.Φ.). Στη συνέχεια, ο Αιτητής ανέφερε σημαντικά κείμενα του Χριστιανισμού, αλλά και ένα εδάφιο εξ’ αυτών το οποίο του έκανε εντύπωση. Παράλληλα, απάντησε σε ερωτήσεις σχετικά με το Άγιο Πνεύμα και με τον Χριστό (βλ. ερυθρά 86 2Χ του Δ.Φ.).

Ως προς το τι σημαίνει για τον Αιτητή το να είναι Χριστιανός, ο Αιτητής δήλωσε ότι δε νιώθει πλέον άγχος και φόβο. Περαιτέρω υποστήριξε ότι οι Χριστιανικές αξίες διαφέρουν από τις Ισλαμικές υπό την έννοια του ότι οι τελευταίες άρμοζαν περισσότερο στο παρελθόν σε αντίθεση με τις Χριστιανικές αξίες που δεν έχουν κάποιο χρονικό περιορισμό (βλ. ερυθρά 86 1Χ).

Σε ερωτήσεις για την ορατότητα της μεταστροφής του Αιτητή, ο Αιτητής δήλωσε ότι το γνωρίζουν οι συγγενείς του και η οικογένειά του. Η οικογένεια του Αιτητή δεν έχει  πρόβλημα με τη μεταστροφή του, ωστόσο οι λοιποί συγγενείς του δεν του μιλάνε και τον θεωρούν αποστάτη. Ο Αιτητής προέβαλε επίσης πως στο Ιράν δεν υπάρχει ανεκτικότητα απέναντι σε άλλες θρησκείες, με αποτέλεσμα η μεταστροφή του να μη μπορεί να εκφραστεί δημοσίως (βλ. ερυθρά 86 3Χ του Δ.Φ.). Συνέχισε λέγοντας πως, καθώς η Κυβέρνηση δε δέχεται άλλες θρησκείες, επιβάλλεται ποινή φυλάκισης. Σχετικώς, ανέφερε επίσης ότι δε θα γίνει αποδεκτός από την κοινωνία σε περίπτωση επιστροφής του ενώ δήλωσε πως πλέον όλοι του οι συγγενείς καθώς και τα άτομα του τόπου διαμονής του γνωρίζουν για τη μεταστροφή του (βλ. ερυθρά 85 1Χ, 2Χ του Δ.Φ.).

Ερωτηθείς εάν μπορεί να εγκατασταθεί σε κάποια άλλη περιοχή του Ιράν, όπως για παράδειγμα στην Τεχεράνη, ο Αιτητής απάντησε αρνητικά λέγοντας πως δε θα ξέρει πως να ξεκινήσει τη ζωή του εκεί καθώς και τι είδους δουλειά θα μπορούσε να κάνει (βλ. ερυθρά 85 3Χ του Δ.Φ.).

Ακολούθως, ο αρμόδιος λειτουργός διέκρινε τρεις (3) ουσιώδεις ισχυρισμούς απορρέοντες από το αφήγημα του Αιτητή.

Ο πρώτος ισχυρισμός αφορά τα προσωπικά στοιχεία, τη χώρα καταγωγής και τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή, ο οποίος και έγινε αποδεκτός.

Ο δεύτερος ισχυρισμός αφορά το ότι οι αρχές του Ιράν ήθελαν να ανακρίνουν τον Αιτητή. Ο συγκεκριμένος ισχυρισμός απορρίφθηκε λόγω έλλειψης εσωτερικής αξιοπιστίας. Ειδικότερα ο αρμόδιος λειτουργός κατέληξε πως οι ισχυρισμοί του Αιτητή δεν διακατέχονταν από τον απαραίτητο βαθμό λεπτομέρειας και συνοχής. Τονίστηκε πως έδωσε λίγες και ασαφείς λεπτομέρειες για τις κατ’ ισχυρισμόν απόπειρες ανάκρισής του από τις αρχές του Ιράν. Παράλληλα, όσον αφορά την επίσκεψη αγνώστων στην οικία του, οι δηλώσεις του κρίθηκαν εξίσου ανεπαρκείς και ασαφείς. Επισημάνθηκε επίσης και ο ισχυρισμός του Αιτητή περί του ότι για όσο διάστημα παρέμεινε στο Ιράν δεν ήρθε σε επαφή με τις αρχές της χώρας καταγωγής του.

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι λόγω του ότι πρόκειται περί ισχυρισμού που άπτεται της σφαίρας της ιδιωτικής ζωής του Αιτητή δεν είναι εφικτή η ανεύρεση εξωτερικών πηγών πληροφόρησης.

Ο τρίτος ισχυρισμός αφορά το ότι ο Αιτητής μεταστράφηκε από το Ισλάμ στον Χριστιανισμό. Ομοίως, και αυτός ο ισχυρισμός κρίθηκε ως μη εσωτερικά αξιόπιστος και απορρίφθηκε από τον αρμόδιο λειτουργό λόγω έλλειψης λεπτομέρειας στους ισχυρισμούς του Αιτητή. Ο αρμόδιος λειτουργός κατέληξε πως ο Αιτητής υπήρξε πολύ συνοπτικός αναφορικά με τους λόγους που τον ώθησαν στο να απομακρυνθεί από το Ισλάμ και να υιοθετήσει μία νέα θρησκεία. Ιδιαίτερα ο ισχυρισμός του περί του ότι το Ισλάμ αρμόζει περισσότερο στους Άραβες, ενώ ο Ζοροαστρισμός είναι ιστορικά στον Χριστιανισμό κρίθηκε γενικός. Γενικόλογο κρίθηκε και το ότι ενώσω ζούσε στο Ιράν δεν ακολουθούσε πιστά τις επιταγές της θρησκείας του. Σχετικά με τη διαδικασία μεταστροφής του, ο αρμόδιος λειτουργός επεσήμανε ότι απουσίαζε η ακριβής περιγραφή τόσο της έλξης του προς τον Χριστιανισμό όσο και της εσωτερικής διεργασίας που τον ώθησε στο να ασπαστεί τη συγκεκριμένη θρησκεία. Ως προς τις γνώσεις του για τον Χριστιανισμό ο λειτουργός έκρινε πως αυτές δεν ήταν επαρκείς αλλά επιφανειακές. Ασαφής κρίθηκε και η απάντησή του αναφορικά με το πως αισθάνεται ως Χριστιανός.

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού τονίστηκε από τον αρμόδιο λειτουργό πως πρόκειται για ισχυρισμό που άπτεται της σφαίρας ιδιωτικότητας του Αιτητή και, συνεπώς, δεν είναι εφικτή η επιβεβαίωσή του από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης. Παρατέθηκαν, ωστόσο, γενικές πληροφορίες για τη χώρα καταγωγής του Αιτητή οι οποίες εστίαζαν στην απαγόρευση μεταστροφής από το Ισλάμ σε άλλη θρησκεία. Ωστόσο, λόγω της απουσίας εσωτερικής αξιοπιστίας στα λεγόμενα του Αιτητή ο ισχυρισμός απορρίφθηκε.

Υπό το φως του μοναδικού αποδεκτού ισχυρισμού σχετικά με τα προσωπικά στοιχεία και τη χώρα καταγωγής του Αιτητή, οι Καθ’ ων η αίτηση συνήγαγαν κατά την αξιολόγηση κινδύνου, ότι σε περίπτωση επιστροφής του στο Ιράν ο Αιτητής δεν φέρει βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης και δεν υπάρχει εύλογη πιθανότητα να κινδυνεύσει με σοβαρή βλάβη. Σχετικώς, οι Καθ’ ων η αίτηση διεξήγαγαν έρευνα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης για τη χώρα καταγωγής του Αιτητή. Με βάση τα αποτελέσματα της έρευνας, οι Καθ’ ων η αίτηση κατέληξαν στο συμπέρασμα περί του ότι οι συνεχείς διαμαρτυρίες πολιτικού χαρακτήρα που λαμβάνουν χώρα στο Ιράν, η κοινωνική ανισότητα και η σκληρή διακυβέρνηση δεν επαρκούν ως λόγοι προκειμένου να θεωρηθεί ότι υπάρχει εύλογη πιθανότητα να υποστεί ο Αιτητής συμπεριφορά που να ισοδυναμεί με δίωξη ή με σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής.

Προχωρώντας στη νομική ανάλυση, οι Καθ΄ ων η αίτηση κατέληξαν στο ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις υπαγωγής του Αιτητή σε ένα από τους πέντε λόγους που εξαντλητικά προβλέπονται από το άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου και ως εκ τούτου δεν δικαιούται προσφυγικό καθεστώς.

Επιπλέον, κρίθηκε ότι σε περίπτωση επιστροφής του στο Ιράν, ο Αιτητής δεν θα κινδυνεύσει με θανατική ποινή ή εκτέλεση σύμφωνα με το άρθρο 15(α) της Οδηγίας, ούτε ενδέχεται να υποστεί βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία δυνάμει του άρθρου 15(β) της Οδηγίας.

Αναφορικά δε με το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, οι Καθ’ ων η αίτηση κατέληξαν επίσης στο ότι ο Αιτητής δεν θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη υπό την έννοια του συγκεκριμένου άρθρου σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής και ως εκ τούτου, το ενδεχόμενο υπαγωγής του σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας απορρίφθηκε.

Αξιολογώντας λοιπόν  τα όσα έχουν ανωτέρω αναφερθεί υπό το φως και των νομοθετημένων προνοιών και μελετώντας επισταμένως τόσο την Έκθεση/Εισήγηση του λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου όσο και τους λοιπούς ισχυρισμούς του Αιτητή ως αυτοί παρουσιάστηκαν τόσο κατά την διοικητική διαδικασία όσο και κατά την ενώπιόν μου δικαστική διαδικασία, καταλήγω στα εξής:

Όσον αφορά τον αποδεκτό ισχυρισμό περί των προσωπικών στοιχείων, τη χώρα καταγωγής και τον τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή, θα συμφωνήσω με το συμπέρασμα του αρμόδιου λειτουργού και θα υιοθετήσω την κατάληξη των Καθ’ ων η αίτηση.

 

Ομοίως, αναφορικά με τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό περί του ότι οι αρχές της χώρας καταγωγής του Αιτητή ήθελαν να τον ανακρίνουν κατά την επιστροφή του στο Ιράν, επίσης θα συμφωνήσω με την κατάληξη των Καθ’ ων η αίτηση περί της απουσίας εσωτερικής αξιοπιστίας στα λεγόμενα του Αιτητή. Ανατρέχοντας στο πρακτικό της συνέντευξης διαπιστώνω πως ο Αιτητής υπήρξε αόριστος στα λεγόμενά του και δεν εξήγησε με επαρκή λεπτομέρεια και ακολουθώντας χρονολογική σειρά τις απόπειρες κλήσης του από τις αρχές προς ανάκριση. Όσον δε αφορά την φερόμενη ανάκριση που υπέστη ο ένας εκ των αδερφών του λόγω της απουσίας του Αιτητή στο εξωτερικό, τονίζεται ότι ο Αιτητής δήλωσε πως αυτό το περιστατικό έλαβε χώρα το 2005 – 2006 ήτοι περί τα είκοσι χρόνια πριν. Πρέπει επιπροσθέτως να επισημανθεί και ότι όσον αφορά τα άτομα που χτύπησαν την πόρτα της οικίας του Αιτητή και τα οποία σύμφωνα με τις δηλώσεις του οποίου ανήκαν στις αρχές του Ιράν, σε κανένα σημείο της συνέντευξης δεν τεκμηριώθηκε από τον Αιτητή ότι τα άτομα αυτά όντως προέρχονταν από τις αρχές της χώρας του και αναζητούσαν τον ίδιο. Ο Αιτητής και η οικογένειά του ουδέποτε ήρθαν σε οποιουδήποτε είδους επαφή μαζί τους και, συνεπώς, το ότι ήταν απεσταλμένοι των κρατικών αρχών βασίζεται σε αστήρικτες εικασίες του ίδιου του Αιτητή και όχι σε αντικειμενικά δεδομένα.

Όσον αφορά δε την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, σε σχετική έρευνα του δικαστηρίου σε διεθνείς πηγές αναφορικά με την στοχοποίηση από την Κυβέρνηση των Ιράν των επιστραφέντων στη χώρα ανευρέθηκαν τα κάτωθι:

Εξωτερικές πηγές ενημέρωσης αναφέρουν ότι οι ιρανικές αρχές δίνουν λίγη προσοχή στους αποτυχημένους αιτούντες άσυλο κατά την επιστροφή τους στο Ιράν. Οι Ιρανοί έχουν εγκαταλείψει τη χώρα σε μεγάλους αριθμούς ύστερα από την επανάσταση του 1979 και οι αρχές αποδέχονται ότι πολλοί θα επιδιώξουν να ζήσουν και να εργαστούν στο εξωτερικό για οικονομικούς λόγους. Όσοι επιστρέφουν με άδεια διέλευσης (laissezpasser) ανακρίνονται από την Αστυνομία Μετανάστευσης στο Διεθνές Αεροδρόμιο Ιμάμ Χομεϊνί στην Τεχεράνη κατά την άφιξή τους σχετικά με τις συνθήκες αναχώρησής τους και γιατί ταξιδεύουν με άδεια διέλευσης. Η ανάκριση διαρκεί συνήθως από τριάντα λεπτά έως μία ώρα, αλλά μπορεί να διαρκέσει περισσότερο όταν ο επιστρεφόμενος θεωρείται ότι υπεκφεύγει με τις απαντήσεις του ή εάν οι αρχές υποψιάζονται ποινικό ιστορικό από την πλευρά του επαναπατριζόμενου. Η σύλληψη και η κακομεταχείριση δεν είναι συχνές κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας. Μια καλά τοποθετημένη πηγή δεν γνωρίζει οι  επιστραφέντες να διώκονται για κριτική στην Ισλαμική Δημοκρατία, για μεταστροφή στον Χριστιανισμό ή για προσηλυτισμό στο εξωτερικό κατά την επιστροφή τους στο Ιράν. Οι αρχές επίσης δεν ελέγχουν τους λογαριασμούς στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης των Ιρανών που επιστρέφουν από το εξωτερικό. Διεθνείς παρατηρητές αναφέρουν ότι οι ιρανικές αρχές δεν ενδιαφέρονται για τη δίωξη των αποτυχημένων αιτούντων άσυλο για δραστηριότητες που διεξάγονται εκτός Ιράν. Αυτό περιλαμβάνει τη δημοσίευση σχολίων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που επικρίνουν την Κυβέρνηση (το βαρύ φιλτράρισμα του Διαδικτύου σημαίνει ότι οι περισσότεροι Ιρανοί δεν θα τα δουν ποτέ), διαμαρτυρίες έξω από μια ιρανική διπλωματική αποστολή, μεταστροφή στον Χριστιανισμό ή ενασχόληση με δραστηριότητες ΛΟΑΤΚΙ+. Σε τέτοιες περιπτώσεις, το προφίλ κινδύνου για το άτομο θα είναι το ίδιο με οποιοδήποτε άλλο άτομο στο Ιράν εντός αυτής της κατηγορίας. Όσοι έχουν ήδη «υψηλό» προφίλ μπορεί να αντιμετωπίσουν μεγαλύτερο κίνδυνο να βρεθούν στο μικροσκόπιο των αρχών κατά την επιστροφή στο Ιράν, ιδιαίτερα όσοι είναι πολιτικοί ακτιβιστές. Η μεταχείριση των επιστρεφόντων, συμπεριλαμβανομένων των αποτυχημένων αιτούντων άσυλο, εξαρτάται από το προφίλ των επιστραφέντων πριν να αναχωρήσουν από το Ιράν καθώς και από τις ενέργειές τους κατά την επιστροφή. Σύμφωνα με τοπικές πηγές, η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζουν οι αποτυχημένοι αιτούντες άσυλο κατά την επιστροφή τους είναι η οικονομική επανένταξη και με ουσιαστική απασχόληση.[1]

Συνεπώς, έπειτα από την παράθεση και των εξωτερικών πηγών πληροφόρησης, διαπιστώνεται ότι ο σχετικός ισχυρισμός του Αιτητή δεν υποστηρίζεται ούτε από τις διεθνείς αναφορές για την κατάσταση στη χώρα καταγωγής του. Συνεπώς,  λόγω της απουσίας τόσο εσωτερικής όσο και εξωτερικής αξιοπιστίας, ο ισχυρισμός του Αιτητή απορρίπτεται.

 

Θα προχωρήσω στην εξέταση του τρίτου ουσιώδους ισχυρισμού του Αιτητή. Και ως προς αυτόν τον ισχυρισμό, ήτοι την ισχυριζόμενη μεταστροφή του Αιτητή στον Χριστιανισμό, θα υιοθετήσω το συμπέρασμα των Καθ’ ων η αίτηση αναφορικά με την απουσία εσωτερικής αξιοπιστίας στα λεγόμενα του Αιτητή. Παρά τις πολλαπλές ερωτήσεις που τέθηκαν από τον αρμόδιο λειτουργό και οι οποίες περιστρέφονταν γύρω από τις συνθήκες υπό τις οποίες ο Αιτητής απομακρύνθηκε από το Ισλάμ και υιοθέτησε μία νέα θρησκεία, τον Χριστιανισμό, ο Αιτητής απέτυχε να στοιχειοθετήσει τα εν λόγω λεγόμενά του. Οι απαντήσεις του Αιτητή, οι οποίες ως επί το πλείστον περιείχαν ιστορικές πληροφορίες και όχι προσωπικά βιώματα, απέτυχαν να στοιχειοθετήσουν τους λόγους που ο Αιτητής θεωρεί ότι το Ισλάμ απέχει ιστορικά και πολιτισμικά από το Ιράν και, άρα, για τον λόγο αυτό απομακρύνθηκε από τη συγκεκριμένη θρησκεία και ασπάστηκε τον Χριστιανισμό (βλ. ερυθρά 89 2Χ του Δ.Φ.). Επίσης, καθ’ όλη τη διάρκεια της προσωπικής του συνέντευξης δεν κατέστη σαφής ο τρόπος με τον οποίο απέκτησε πληροφορίες για τον Χριστιανισμό και συμμετέχει στα θρησκευτικά δρώμενα καθώς υπήρξε εξαιρετικά ασαφής χωρίς να παραθέτει σχετικά λεπτομερή παραδείγματα (βλ. ερυθρά 89 3Χ, 88 1Χ, 2Χ του Δ.Φ.).

Όσον αφορά τις γνώσεις του Αιτητή για τον Χριστιανισμό, επίσης συμφωνώ με την κατάληξη του αρμόδιου λειτουργού περί της επιφανειακότητας των γνώσεων του Αιτητή. Λαμβάνοντας υπόψη τον ισχυρισμό του περί του ότι παρακολουθεί μαθήματα σχετικά με τη Βίβλο από το 2016 καθώς και περί του ότι διαβιούσε επί μακρόν στη Δημοκρατία ήδη από το 2004, θα ήταν ευλόγως αναμενόμενο οι γνώσεις του για τη θρησκεία που επικρατεί στη χώρα όπου διαβιεί για μεγάλό χρονικό διάστημα και την οποία θρησκεία έχει ασπαστεί να είναι πληρέστερες και λιγότερο επιφανειακές. Αντιθέτως, η επιφανειακή γνώση ορισμένων θρησκευτικών ζητημάτων η οποία και δικαιολογείται λόγω της προαναφερθείσας παραμονής του Αιτητή στη Δημοκρατία για μεγάλο χρονικό διάστημα, είναι κάτι αναμενόμενο.

Δε μπορώ επίσης να παραβλέψω και το ότι ο Αιτητής υπήρξε αντιφατικός όσον αφορά το χρονικό σημείο μεταστροφής του. Ενώ κατά την ελεύθερη αφήγησή του ισχυρίστηκε ότι όταν επέστρεψε στο Ιράν οι γονείς του γνώριζαν ότι πήγαινε στην εκκλησία και πως λόγω αυτού είχε δημιουργηθεί άσχημο κλίμα στη γειτονιά του Αιτητή  (βλ. ερυθρά 93 2Χ του Δ.Φ.), εν συνεχεία ισχυρίστηκε ότι πήγε για πρώτη φορά σε μαθήματα για τον Χριστιανισμό το 2016 και πως η απόφαση να ασπαστεί τον Χριστιανισμό του δημιουργήθηκε επίσης το 2016 ήτοι σε σημείο μεταγενέστερο εφόσον είχε φύγει από το Ιράν και είχε επιστρέψει στη Δημοκρατία (βλ. ερυθρά 89 2Χ του Δ.Φ.).

Αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, κατά την δικάσιμο της 27/11/2023 ο Αιτητής προσκόμισε το πιστοποιητικό βάπτισής του, το οποίο είναι εκδοθέν από τον Ιερό Ναό Αγίου Νικολάου Λεμεσού στις 08/10/2021. Η ημερομηνία τέλεσης της βάπτισης φαίνεται να είναι η 02/08/2021. Αναφορικά με το συγκεκριμένο έγγραφο πρέπει να τονιστεί ότι, ακόμα και εάν ο Αιτητής έχει συμμετάσχει σε τελετή βάπτισης στη Δημοκρατία, το συγκεκριμένο γεγονός δεν επαρκεί ούτως ώστε να στοιχειοθετηθεί το ειλικρινές της μεταστροφής του Αιτητή σε μία άλλη θρησκεία.

Ως προς την κατάσταση των Χριστιανών στο Ιράν, πληροφορίες για τη χώρα καταγωγής του Αιτητή αναφέρουν ότι οι Χριστιανοί είναι μία από τις τρείς αναγνωρισμένες θρησκευτικές μειονότητές μαζί με τους Ζωροαστριστές, και τους Εβραίους, στους οποίους σύμφωνα με Άρθρο 13 του Συντάγματος αναγνωρίζεται το δικαίωμα τους στην θρησκευτική λατρεία.[2]

Δεν ισχύει ωστόσο το ίδιο για αυτούς που προέρχονται από Μουσουλμάνους γονείς και αποφάσισαν να γίνουν Χριστιανοί, οι οποίοι θεωρούνται αποστάτες και δύναται να τους επιβληθούν αυστηρές ποινές στη βάση του Συντάγματος και του Ποινικού Κώδικα. Η μόνη αναγνωρισμένη μεταστροφή θρησκείας είναι από άλλη θρησκεία στο Ισλάμ.[3]

Επομένως, όχι μόνο δεν μπορούν να εγγραφούν και να έχουν τα ίδια δικαιώματα με αναγνωρισμένα μέλη των χριστιανικών κοινοτήτων αλλά ουσιαστικά η οποιαδήποτε άσκηση της θρησκευτικής τους πίστης αποτελεί παράνομη πράξη που δύναται  να τιμωρηθεί ακόμα και με την θανατική ποινή ή να έχει συνέπειες επί των πολιτικών τους δικαιωμάτων. Σύμφωνα με το Landinfo η αποστασία «μπορεί να έχει συνέπειες όσον αφορά την απασχόληση, τη σύνταξη, το γάμο, το διαζύγιο, την επιμέλεια των παιδιών και την κληρονομιά».[4]

Ωστόσο, απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου του Ιράν στις 3 Νοεμβρίου του 2021 έκρινε ότι η προώθηση του Χριστιανισμού και η ίδρυση οικιακών εκκλησιών δεν είναι εγκλήματα και δεν απειλούν την εθνική ασφάλεια. Παρόλα αυτά στην πράξη οι κρατήσεις των Χριστιανών αποστατών συνεχίστηκαν. Να σημειωθεί επίσης ότι σύμφωνα με το νομικό σύστημα του Ιράν, μια απόφαση ενός τμήματος του Ανωτάτου Δικαστηρίου δεν είναι απαραίτητα δεσμευτική για κατώτερα δικαστήρια.[5]

Τον Ιανουάριο 2022, το κοινοβούλιο τροποποίησε τον ποινικό κώδικα προκειμένου να ποινικοποιήσει την προσβολή «θεϊκών θρησκειών ή ισλαμικών σχολών σκέψης» και τη διάπραξη «οποιασδήποτε αποκλίνουσας εκπαιδευτικής ή προσηλυτιστικής δραστηριότητας που έρχεται σε αντίθεση ή παρεμβαίνει στον ιερό νόμο του Ισλάμ» με ποινή φυλάκισης έως 5 έτη και/ή πρόστιμο.[6] Μη κυβερνητικές οργανώσεις (ΜΚΟ) δήλωσαν ότι αυτές οι νέες διατάξεις θέτουν τις θρησκευτικές μειονότητες σε μεγαλύτερο κίνδυνο δίωξης.

Ο νόμος απαγορεύει πλέον ρητώς[7] στους μουσουλμάνους πολίτες να αλλάξουν ή να απαρνηθούν τις θρησκευτικές τους πεποιθήσεις.[8]

Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι οι πληροφορίες γενικού περιεχομένου για το Ιράν επιβεβαιώνουν τις διώξεις που υφίστανται οι Ιρανοί που έχουν μεταστραφεί στον Χριστιανισμό, εντούτοις η εσωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού του Αιτητή πάσχει ουσιωδώς με αποτέλεσμα ο σχετικός ισχυρισμός του να μη μπορεί να γίνει αποδεκτός.

Συναφώς επισημαίνεται ότι  ούτε μπορεί να αναγνωριστεί στον Αιτητή «το ευεργέτημα της αμφιβολίας»,[9] όπως αυτό καθορίζεται στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου για τις διαδικασίες και τα κριτήρια καθορισμού του καθεστώτος των προσφύγων. Το ευεργέτημα της αμφιβολίας δίδεται μόνο εκεί όπου ο Αιτητής έχει υποβάλει όλα τα διαθέσιμα σε αυτόν στοιχεία σε σχέση με την αίτησή του/της, τα οποία έχουν ελεγχθεί και, ο αρμόδιος λειτουργός ή/και ο Προϊστάμενος ικανοποιούνται ότι είναι γενικά αξιόπιστος/η.[10] Εν προκειμένω, ο Αιτητής  δεν τεκμηρίωσε είτε στο πλαίσιο της διοικητικής διαδικασίας είτε της παρούσας διαδικασίας οποιοδήποτε ειδικό ισχυρισμό περί δίωξης. Όπως έχει εξάλλου νομολογηθεί, κρίση επί της αξιοπιστίας αιτητή και έγερση κωλύματος έγκρισης αίτησης για το λόγο της αναξιοπιστίας ως προς τα προβαλλόμενα από τον αιτητή/τρια είναι επιτρεπτή. (Βλ. σχετικά απόφαση στην υπόθεση Amiri v. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων κ.ά. (2009) 3 ΑΑΔ 358, καθώς και την απόφαση του Δικαστηρίου τούτου στην υπόθεση Khalil v. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 466/2010, 28.9.2012).

Πέραν τούτου, διαπιστώνω ότι κατά το στάδιο της διοικητικής διαδικασίας υποβλήθηκαν στον Αιτητή ανοικτής φύσεως ερωτήματα, τα οποία είχε τη δυνατότητα να απαντήσει, όσο και διευκρινιστικές ερωτήσεις επί των ανωτέρω ερωτημάτων. Ο αρμόδιος λειτουργός έκανε επαρκείς ερωτήσεις, για να καλύψει τόσο τον πυρήνα του αιτήματος, όσο και τα επιμέρους θέματα, ακολουθώντας την ορθή διερευνητική διαδικασία. Οι ισχυρισμοί αυτοί που επικαλείται δεν θα μπορούσαν να  τον εντάξουν στην έννοια του πρόσφυγα έτσι όπως αυτή η έννοια ερμηνεύεται από την Σύμβαση της Γενεύης του 1951 και από το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν.6 (Ι)/2000.

Παράλληλα, οι Καθ΄ ων η αίτηση αξιολόγησαν επαρκώς και δεόντως τις δηλώσεις του Αιτητή, συνεκτιμώντας την ατομική του κατάσταση καθώς και τις προσωπικές του περιστάσεις, εκ των οποίων δεν ανέκυψε κάποιος παράγοντας ο οποίος θα μπορούσε να δικαιολογήσει την αδυναμία του να στοιχειοθετήσει τους ισχυρισμούς του κατά τρόπο που να παραπέμπουν σε βιωματικό περιστατικό. Συμπερασματικά, εξ όσων ο Αιτητής ανέφερε τόσο κατά τη διοικητική, όσο και κατά την παρούσα δικαστική διαδικασία, παρατηρώ ότι δεν προκύπτει ένα σαφές, συμπαγές και ευλογοφανές αφήγημα το οποίο να στοιχειοθετεί κατά τρόπο που να παραπέμπει σε βιωματικό περιστατικό σχετικά με τους λόγους για τους οποίους ο Αιτητής έφυγε από τη χώρα καταγωγής του και αιτήθηκε διεθνή προστασία, αλλά συνίσταται σε ένα ασαφές συνονθύλευμα το οποίο στερείται αληθοφάνειας και νοηματικής συνοχής.

Στη βάση λοιπόν του μοναδικού αποδεκτού ισχυρισμού και προς αξιολόγηση του μελλοντικού κινδύνου του Αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στο Ιράν, το Δικαστήριο κρίνει ότι ο Αιτητής δεν αναμένεται να αντιμετωπίσει και/ή να υποστεί οποιαδήποτε πράξη δίωξης ή να αντιμετωπίσει κίνδυνο σοβαρής βλάβης κατά την επιστροφή του στη χώρα καταγωγής. Ούτε άλλωστε έχει καταδικασθεί, συλληφθεί ή καταζητείται από τις αρχές του Ιράν.

Υπενθυμίζω συναφώς ότι σύμφωνα με το αρ.3 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 (6(I)/2000) (στο εξής ο Νόμος) και αρ.2 (δ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ (στο εξής η Οδηγία), ως πρόσφυγας αναγνωρίζεται «[.] πρόσωπο που, λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγενείας του και δεν είναι σε θέση, ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής [.]». Σύμφωνα δε με το αρ.3Γ του Νόμου και αντίστοιχα αρ. 9 της Οδηγίας, η πράξη δίωξης η οποία προκαλεί βάσιμο φόβο καταδίωξης θα πρέπει να «είναι αρκούντως σοβαρή λόγω της φύσης ή της επανάληψής της ώστε να συνιστά σοβαρή παραβίαση βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ειδικά των δικαιωμάτων από τα οποία δεν χωρεί παρέκκλιση βάσει του άρθρου 15 παράγραφος 2 της ευρωπαϊκής σύμβασης για την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών· ή να αποτελεί σώρευση διαφόρων μέτρων συμπεριλαμβανομένων παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η οποία να είναι αρκούντως σοβαρή ούτως ώστε να θίγεται ένα άτομο κατά τρόπο αντίστοιχο με τον αναφερόμενο στο στοιχείο».

Η δίωξη ή η σοβαρή βλάβη που ανωτέρω αναφέρονται πρέπει να προέρχεται από τους φορείς δίωξης που αναφέρονται στα αρ.3 Α και 6 του Νόμου και της Οδηγίας αντίστοιχα και να αποδειχθεί περαιτέρω ότι οι φορείς προστασίας που αναφέρονται στα αρ.3 Β και 7 του Νόμου και της Οδηγίας αντίστοιχα δεν επιθυμούν ή δεν δύνανται να παρέχουν την απαιτούμενη προστασία κατά αυτών των πράξεων, αλλά και, στην περίπτωση ειδικά του πρόσφυγα, θα πρέπει να αποδειχθεί [βλ. αρ.4Γ(3) και 9(3) του Νόμου και της Οδηγίας αντίστοιχα] ότι υπάρχει συσχετισμός των λόγων που αναφέρονται στο αρ.3Δ και 10 του Νόμου και της Οδηγίας αντίστοιχα με τις πράξεις δίωξης, ήτοι αυτές να προκύπτουν για τους εκεί αναφερόμενους λόγους.

Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο καταλήγει ότι δεν προκύπτει στην περίπτωση του Αιτητή οποιοσδήποτε βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης στη χώρα καταγωγής του για κάποιον από τους πέντε (5) λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο άρθρο 3 (1) του περί Προσφύγων Νόμου, αφού η  Υπηρεσία Ασύλου στην έκθεση/εισήγηση, αξιολόγησε κάθε ισχυρισμό του και για τους λόγους που εκτενώς καταγράφηκαν στην εισήγησή της, εύλογα κατέληξε στο συμπέρασμα, ότι ο Αιτητής δεν θα υποστεί δίωξη σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής του, υπό την έννοια του άρθρου  3(1) του περί Προσφύγων Νόμου. Το παρόν Δικαστήριο, όπως αναλυτικά εκτέθηκε ανωτέρω, υιοθέτησε τα συμπεράσματα των Καθ’ ων η αίτηση αναφορικά με τον πυρήνα του αιτήματος διεθνούς προστασίας του Αιτητή.

 

Περαιτέρω, βάσει των στοιχείων του προφίλ του Αιτητή και των ισχυρισμών που ο ίδιος προώθησε, δεν πιθανολογείται ότι σε περίπτωση επιστροφής του στο Ιράν, ότι υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, όπως η εν λόγω έννοια ορίζεται στο άρ. 19 (2) του Περί Προσφύγων Νόμου.

Ειδικότερα, εκ των όσων παρατέθηκαν ανωτέρω, διαφαίνεται ξεκάθαρα ότι ο Αιτητής δεν πληροί τις προϋποθέσεις υπαγωγής σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει των προνοιών του άρθρου 19(2) (α) και (β) του περί  Προσφύγων Νόμου, καθότι, ως αναφέρθηκε και ανωτέρω, δεν τεκμηριώνεται από τους ισχυρισμούς του παρελθούσα δίωξη, ούτε στοχοποίησή του από οποιονδήποτε κρατικό ή μη κρατικό φορέα. Προκειμένου δε να εφαρμοστούν οι πρόνοιες των συγκεκριμένων άρθρων και να υπαχθεί ο Αιτητής σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει αυτών, απαιτείται υψηλός βαθμός εξατομίκευσης των περιστάσεων που σχετίζονται με τον επικαλούμενο φόβο .  Στην παρούσα υπόθεση δεν διαπιστώνω ότι συντρέχουν οι απαιτούμενες προϋποθέσεις. 

Αναφορικά με το ενδεχόμενο υπαγωγής του Αιτητή σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν ως προς την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: το ΔΕΕ) επεσήμανε σε πρόσφατη απόφασή του ότι συνιστούν «[.]μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C 285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών.» (ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.6.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland, σκέψη 43).

Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (στο εξής: το ΕΔΔΑ) στην απόφασή του Sufi and Elmi (ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών  8319/07 και 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011, αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.

Όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζουσα βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές, οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας» (Βλ. Απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki ElgafajiNoor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie,ημερ.17.2.2009). Ιδίως ως προς την εφαρμογή της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας, το ΔΕΕ στην ως άνω απόφαση διευκρίνισε ότι «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας».

Προκειμένου δε να διαπιστωθεί εάν συντρέχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής, ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας λόγω αδιακρίτως ασκούμενης  βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, ως οι διατάξεις του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, το Δικαστήριο ανέτρεξε σε έγκυρες πηγές πληροφόρησης για τη χώρα καταγωγής του Αιτητή, προς εξέταση της κατάστασης που επικρατεί σε αυτήν.

Όσον αφορά την κατάσταση ασφαλείας, σύμφωνα με το RULAC, μια πρωτοβουλία της Geneva Academy of International Humanitarian Law and Human Rights για τον προσδιορισμό και την καταγραφή των ενόπλων συγκρούσεων,  το Ιράν δεν βρίσκεται υπό ένοπλη σύρραξη.[11] Σε αναφορά του, εκδοθείσα τον Ιούλιο του 2023, το Υπουργείο Εξωτερικών και Εμπορίου της Αυστραλίας αναφέρει ότι οι δυνάμεις ασφαλείας ασκούν αποτελεσματικό έλεγχο επί της πλειοψηφίας της επικρατείας του Ιράν, πέραν των παραμεθόριων περιοχών με το Αφγανιστάν και το Πακιστάν. Η μεγάλη και εμφανής παρουσία των δυνάμεων ασφαλείας στα περισσότερα μέρη της χώρας έχει ως αποτέλεσμα τα μεγάλης κλίμακας περιστατικά ασφαλείας να είναι σπάνια και το Ιράν να είναι ασφαλές βάσει των δεδομένων της περιοχής.[12] Η τρομοκρατία καταγράφεται ως «απειλή» για το Ιράν, δεδομένης της ύπαρξης επιτυχών μαζικών επιθέσεων με ύπαρξη θυμάτων σε δημόσια γεγονότα και μέρη από ισλαμιστικές ομάδες Σουνιτών.[13] Οι τοπικές πηγές της έρευνας υποδεικνύουν ότι τα ποσοστά βίαιης εγκληματικότητας στο Ιράν είναι σχετικά χαμηλά, με μεγάλο μέρος της να σχετίζεται με τα ναρκωτικά.[14]

Βάσει, συνεπώς, των ανωτέρω ποσοτικών και ποιοτικών πληροφοριών, δεν προκύπτει ότι στον τόπο τελευταίας διαμονής του Αιτητή λαμβάνει χώρα διεθνής ή εσωτερική ένοπλη σύρραξη εντός του πλαισίου του άρθρου 19(2)(γ) του Περί Προσφύγων Νόμου και ως εκ τούτου, παρέλκει περαιτέρω διερεύνηση των προσωπικών του περιστάσεων της για λόγους εφαρμογής της «αναπροσαρμοσμένης κλίμακας» όπως αυτή απορρέει από τη Νομολογία του ΔΕΕ.

Ενόψει των ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ότι οι Καθ΄ ων η αίτηση συνεκτίμησαν και αξιολόγησαν όλα τα στοιχεία που είχαν ενώπιόν τους προτού καταλήξουν στην προσβαλλόμενη απόφαση, η δε τελευταία κρίνεται ως επαρκώς αιτιολογημένη, ενώ το περιεχόμενό της Υπηρεσίας Ασύλου συμπληρώνεται από την αιτιολογημένη εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού στην οποία αναφέρονται οι λόγοι της απόρριψης του αιτήματος του Αιτητή (άρθρο 29 του Ν. 158 (Ι)/1999, Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1171 και Διογένους ν. Δημοκρατίας (1999) 4 Α.Α.Δ., 371). Η δυνατότητα αυτή υπάρχει όταν τα στοιχεία που βρίσκονται στο φάκελο του Δικαστηρίου συνδέονται με την απόφαση και αποκαλύπτουν του λόγους που οδήγησαν στην προσβαλλόμενη απόφαση. Από τα στοιχεία του φακέλου θα πρέπει να μπορεί να λεχθεί ότι αυτά βρίσκονται αναπόφευκτα πίσω από την απόφαση που λήφθηκε (Ηλιόπουλος ν. Α.Η.Κ., Α.Ε. 2452, ημερομηνίας 21.7.2000, Χρυστάλλα Συμεωνύδου κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφυγή αρ. 911/93 κ.α., ημερ. 18.4.97).  

Από τους προβληθέντες ισχυρισμούς, δεκτός έγινε μόνο ο ισχυρισμός σχετικά με τα προσωπικά στοιχεία,  τη χώρα καταγωγής και τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή, πλην όμως ο ισχυρισμός αυτός δεν μπορεί να υπαχθεί στις πρόνοιες του Νόμου για την παραχώρηση καθεστώς διεθνούς προστασίας. Εν προκειμένω, σύμφωνα με την απόφαση  της Υπηρεσίας, ο Αιτητής δεν μπόρεσε να θεμελιώσει βάσιμο φόβος δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων με αποτέλεσμα να μη συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 3 του του Περί Προσφύγων Νόμου Νόμος 6(Ι)/2000, ούτως ώστε να της εκχωρηθεί προσφυγικό καθεστώς. Περαιτέρω, δεν συνέτρεχε κάποιος λόγος για να αναγνωρισθεί στο πρόσωπό του Αιτητή καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, δυνάμει του άρθρου 19(1) του περί Προσφύγων Νόμου, εφόσον δεν αποδείχθηκε να υφίσταται κίνδυνος να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στο Ιράν και συγκεκριμένα στο Borujerd, τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του.

Δια τους λόγους που πιο πάνω αναφέρονται η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με έξοδα €800 υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον του Αιτητή.

 

 Δ. ΚΑΤΣΑΡΙΔΗΣ Δ.Δ.Δ.Δ.Π

 

 



[1] Australian Government, Department of foreign affairs and trade (April 2020), DFAT Country Information Report - Iran - 14 April 2020 (ecoi.net)

[2] Μεταφρασμένη έκδοση του Συντάγματος στα Αγγλικά από την Παγκόσμια Οργάνωση Πνευματικής Ιδιοκτησίας (WIPO), διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://wipolex.wipo.int/en/text/332330

[3] The Australian Institute of International AffairsStudy Tour Report, April 2018 διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.internationalaffairs.org.au/wp-content/uploads/2018/06/2018-Iran-Study-Tour-Report.pdf  ;  USDOS, 2021 Report on International Religious Freedom: Iran, 2 June 2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.ecoi.net/en/document/2073955.html ; Article 18, Annual Report 2021: Rights violations Against Christians in Iran’, January 2022, p. 7, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://articleeighteen.com/wp-content/uploads/2022/01/AnnualReport-2021-1.pdf

[4] Landinfo, ‘Iran: Christian converts and house churches (1)’, 27 November 2017, par. 4.2, pp. 22 διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://landinfo.no/wp-content/uploads/2018/04/Iran-Christian-converts-and-house-churches-1-prevalence-and-conditions-for-religious-practice.pdf

[5] USIRF, Religious Propaganda in Iran, July 2022, pp. 7-8, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.ecoi.net/en/file/local/2077154/2022+Iran+Propaganda+Report.pdf ; USIRF, Country Update, Iran, July 2022, p.2, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.ecoi.net/en/file/local/2077155/2022+Iran+Country+Update_0.pdf ; Article 18, Annual Report 2021: Rights violations Against Christians in Iran’, January 2022, p. 2, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://articleeighteen.com/wp-content/uploads/2022/01/AnnualReport-2021-1.pdf

[6] USDOS, 2021 Report on International Religious Freedom: Iran, 2 June 2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.ecoi.net/en/document/2073955.html ; Amnesty International, Amnesty International Report 2021/22; The State of the World's Human Rights; Iran 2021, 29 March 2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.ecoi.net/en/document/2070222.html ; RFE/RLRadio Free Europe/Radio Liberty: No Place For Converts: Iran's Persecuted Christians Struggle To Keep The Faith, 5 May 2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.ecoi.net/en/document/2074352.html  ; Article 18, Annual Report 2021: Rights violations Against Christians in Iran’, January 2022, p. 2, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://articleeighteen.com/wp-content/uploads/2022/01/AnnualReport-2021-1.pdf

[7] Βλ. DFAT, ‘Country Information Report Iran’,14 April 2020, p. 36, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.dfat.gov.au/sites/default/files/country-information-report-iran.pdf , σύμφωνα με την οποία, στο παρελθόν  ο Ποινικός Κώδικας δεν ανέφερε ρητώς την έννοια της αποστασίας. Ωστόσο, βάσει Ποινικού Κώδικα και Συντάγματος, όπου ο Νόμος σιωπεί τα Δικαστήρια έχουν την υποχρέωση να εφαρμόζουν την Σαρία. Και παρόλο που το Κοράνι δεν ποινικοποιεί την αποστασία, οι Ισλαμιστές δικαστές του Ιράν συμφωνούσαν ότι η αποστασία είναι ένα έγκλημα που τιμωρείται με θάνατο, βασισμένοι σε παραδοσιακές ερμηνείες που μεταδόθηκαν προφορικά από τον Μωάμεθ και άλλους Σηίτες  ιμάμιδες.

[8] USDOS, 2021 Report on International Religious Freedom: Iran, 2 June 2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.ecoi.net/en/document/2073955.html 

[9] ΕΔΔΑ, J.K. και λοιποί κατά Σουηδίας, ό.π. υποσημείωση 20. Βλ. επίσης ΕΔΔΑ, απόφαση της 10ης Σεπτεμβρίου 2015, RH κατά Σουηδίας, προσφυγή αριθ. 4601/14, σκέψη 58· ΕΔΔΑ, απόφαση της 20ης Ιουλίου 2010, N κατά Σουηδίας, προσφυγή αριθ. 23505/09, σκέψη 53· ΕΔΔΑ, απόφαση της 9ης Μαρτίου 2010, RC κατά Σουηδίας, προσφυγή αριθ. 41827/07, σκέψη 50.

[10] Άρθρο 13 του περί Προσφύγων Νόμου.

[11] RULAC, Geneva Academy, map, available at: https://www.rulac.org/browse/map United Nations General Assembly, Seventy-seventh session, A/77/525, Situation of human rights in the Islamic Republic of Iran, 14 October 2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.ecoi.net/en/file/local/2082127/N2263251.pdf

 

[12] DFAT, ‘DFAT Country Information Report Iran’ (2023), 14 διαθέσιμο σε https://www.dfat.gov.au/sites/default/files/country-information-report-iran.pdf; United Nations General Assembly, Seventy-seventh session, A/77/525, Situation of human rights in the Islamic Republic of Iran, 14 October 2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.ecoi.net/en/file/local/2082127/N2263251.pdf 

[13]  Όπ. Π.

[14]  Όπ. Π.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο