J.E.E ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 3502/22, 5/6/2024
print
Τίτλος:
J.E.E ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 3502/22, 5/6/2024

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

 

Υπόθεση Αρ.: 3502/22

 

05 Ιουνίου, 2024

 

[ Δ. ΚΑΤΣΑΡΙΔΗΣ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

 

J.E.E

Αιτητής

 

-και-

 

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

 

Καθ' ων η αίτηση

........

 

Π.Παπαδάτου για Γιώτα Μιλτιάδους & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε   (κα), Δικηγόρος για τον Αιτητή.

Σ. Πιτσιλλίδου (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

Δ. ΚΑΤΣΑΡΙΔΗΣ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Με την υπό εξέταση προσφυγή, ο Αιτητής αιτείται απόφαση και/ή δήλωση του Σεβαστού Δικαστηρίου με την οποία να κηρύσσεται άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος και εννόμου συμφέροντος  η απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση ημερομηνίας 03/05/2022, η οποία γνωστοποιήθηκε στον Αιτητή στις 05/05/2022 και με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του για παραχώρηση διεθνούς προστασίας είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε νόμιμου.

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Όπως προκύπτει από την Ένσταση που καταχωρήθηκε από την ευπαίδευτη συνήγορο που εκπροσωπεί τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, τα γεγονότα της υπό εξέταση περίπτωσης έχουν ως κατωτέρω:

Ο Αιτητής είναι υπήκοος Καμερούν και συμπλήρωσε αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας στις 10/10/2018. Στις 16/02/2022, πραγματοποιήθηκε συνέντευξη από λειτουργό του Οργανισμού Ασύλου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUAA πρώην EASO στο εξής λειτουργός EUAA). Στις 03/03/2022, αρμόδιος λειτουργός EUAA ετοίμασε Έκθεση και Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου σχετικά με την συνέντευξη του Αιτητή. Στη συνέχεια, ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου ενέκρινε την εισήγηση για απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή στις 14/04/2022. Στις 03/05/2022, η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε απορριπτική επιστολή μαζί με την αιτιολόγηση της απόφασης της σχετικά με το αίτημα του Αιτητή, η οποία παραλήφθηκε και υπογράφτηκε ιδιοχείρως από τον Αιτητή στις 05/05/2022. Η τελευταία αυτή απόφαση, αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής, η οποία καταχωρήθηκε μέσω της συνηγόρου του Αιτητή στις 03/06/2022.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Η συνήγορος του Αιτητή, στην προσφυγή την οποία κατέθεσε παραθέτει πλείονες λόγους ακύρωσης, χωρίς αυτοί μεν να συνοδεύονται από σαφή αιτιολογία ή παραπομπή σε συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά ή στοιχεία του διοικητικού φακέλου. Παράλληλα, επί της προσφυγής του επισυνάπτονται διάφορα παραρτήματα με πληροφορίες από την χώρα καταγωγής του, όπως και έγγραφα και φωτογραφίες που αφορούν τον ίδιο και σχετίζονται με τους ισχυρισμούς του.

Στο πλαίσιο της γραπτής της αγόρευσης, προωθούνται συγκεκριμένα δυο λόγοι ακύρωσης. Πρώτον, η απόφαση των Καθ’ων η Αίτηση είναι λανθασμένη επειδή δεν έχει διεξαχθεί η δέουσα έρευνα κατά παράβαση των Αρχών του Διοικητικού Δικαίου. Συγκεκριμένα, αναφέρουν ότι δεν διενεργήθηκε η απαραίτητη έρευνα βάση του προφίλ του Αιτητή και των σχετικών με την χώρα καταγωγής του πληροφοριών, καθώς και ότι δεν δόθηκε η ευκαιρία στον Αιτητή να παράσχει διευκρινίσεις για τυχόν αντιφάσεις. Θεωρούν επίσης λανθασμένο συμπέρασμα περί της μη αναγνώρισης της επικουρικής προστασίας στο πρόσωπο του Αιτητή. Δεύτερον, προβάλουν δεν έχει παρασχεθεί επαρκής και η απαιτούμενη εκ της νομολογίας αιτιολογία.

Από την πλευρά τους οι Καθ' ων η αίτηση υπεραμύνονται της νομιμότητας της επίδικης πράξης, ισχυριζόμενοι ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αποτέλεσμα ενδελεχούς έρευνας, ορθής αξιολόγησης των στοιχείων και ορθής εφαρμογής του Νόμου. Περαιτέρω, αντιτείνουν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι δεόντως αιτιολογημένη και δεν υπήρχε οποιαδήποτε νομική ή πραγματική πλάνη από παρερμηνεία ή λανθασμένη εκτίμηση των στοιχείων που ο Αιτητής είχε θέσει ενώπιον των αρμοδίων οργάνων. Περαιτέρω υποβάλλουν ότι ο Αιτητής με τους ισχυρισμούς που προβάλλει δεν έχει καταφέρει να αποσείσει το βάρος απόδειξης και δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο λόγο δίωξης για φυλετικούς, θρησκευτικούς λόγους, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή αντιλήψεων. Καταλήγοντας υποβάλλουν ότι ο Αιτητής απέτυχε να αποδείξει ότι συντρέχει οποιοσδήποτε νόμιμος λόγος που να δικαιολογεί την επέμβαση του Δικαστηρίου και ότι η προσφυγή πρέπει να απορριφθεί ως νόμο και ουσία αβάσιμη.

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Καταρχάς και σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, οι λόγοι προσφυγής που δεν αναπτύσσονται στο πλαίσιο της αγόρευσης του εκάστοτε αιτητή θεωρούνται ως εγκαταλειφθέντες. Το ίδιο ισχύει και με τους λόγους σε σχέση με τους οποίους δεν προβάλλεται οποιαδήποτε επιχειρηματολογία προς υποστήριξή τους. (Βλ. συναφώς Υπόθεση Αρ. 692/89, Level Tachexcavs Ltd v. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λευκωσίας, ημερ. 17.12.1990, (1990) 3 ΑΑΔ 4407, Α.Ε. Αρ. 2421, Kokos Athanasiou Motors Ltd v. Δημοκρατίας, ημερ. 24.1.2020 (2000) 3 ΑΑΔ 21, Υπόθεση Αρ. 1073/2004, Γεωργίας Αντωνίου κ.α. ν. Δημοκρατίας, μέσω Εφόρου Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, ημερ. 6.2.2007).

Υπό το φως της πιο πάνω νομολογίας, όλοι οι λόγοι προσφυγής που αναφέρονται ως τίτλοι στο πλαίσιο του δικογράφου της προσφυγής και δεν προωθούνται με τη γραπτή αγόρευση του Αιτητή θεωρούνται ως εγκαταλειφθέντες. Το ίδιο ισχύει και με τους λόγους σε σχέση με τους οποίους δεν προβάλλεται οποιαδήποτε επιχειρηματολογία προς υποστήριξή τους. (Βλ. συναφώς Υπόθεση Αρ. 692/89, Level Tachexcavs Ltd v. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λευκωσίας, ημερ. 17.12.1990, (1990) 3 ΑΑΔ 4407, Α.Ε. Αρ. 2421, Kokos Athanasiou Motors Ltd v. Δημοκρατίας, ημερ. 24.1.2020 (2000) 3 ΑΑΔ 21, Υπόθεση Αρ. 1073/2004, Γεώργιας Αντωνίου κ.α. ν. Δημοκρατίας, μέσω Εφόρου Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, ημερ. 6.2.2007).

Εν προκειμένω, ο Αιτητής στο πλαίσιο της γραπτής του αγόρευσης, προωθεί συγκεκριμένα ως λόγο ακύρωσης ότι η απόφαση των Καθ’ ων λήφθηκε χωρίς να διενεργηθεί η δέουσα έρευνα. Δια ταύτα κρίνω, ότι τα εγειρόμενα νομικά σημεία περί έλλειψης δέουσας έρευνας, μεταξύ των οποίων και η ελλιπής έρευνα σε συνάρτηση με τους ειδικούς ισχυρισμούς που εγείρει ο Αιτητής και τα γεγονότα που προβάλλει αναφορικά με την υποστήριξη των νομικών αυτών σημείων, αποτελούν επαρκή εξειδίκευση των υπό αναφορά νομικών σημείων που αυτή προωθεί (Βλ. συναφώς Μαρία Ευθυμίου ν. Ε.Δ.Υ., (1997) 3 ΑΑΔ 281, 14.7.1997). Αποτελεί βεβαίως διακριτό γεγονός το κατά πόσον οι ισχυρισμοί που εγείρονται και τα γεγονότα που προβάλλονται αναφορικά με τον πυρήνα του αιτήματός του για άσυλο, επαρκούν για την αναγνώριση καθεστώτος διεθνούς προστασίας και κατά πόσον αυτοί τεκμηριώνονται.

Ως προς τους πιο πάνω λόγους προσφυγής, είναι κρίσιμο και απαραίτητο να καταστεί αντιληπτό ότι η δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στο λυσιτελές της προβολής τέτοιων ισχυρισμών. Ειδικότερα, το παρόν Δικαστήριο ως δικαστήριο ουσίας δικάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιον του εξ αρχής, κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά προχωρεί παραπέρα και εξετάζει την ουσιαστική ορθότητα της επίδικης πράξεως (στο πλαίσιο πάντα που καθορίζουν οι ισχυρισμοί του εκάστοτε Αιτητή).

Ως εκ τούτου, θα προχωρήσω στην εξέταση του ισχυρισμού που προβάλλει η συνήγορος του Αιτητή περί έλλειψης δέουσας έρευνας, λαμβανομένης και της εξουσίας του παρόντος Δικαστηρίου, όπου και σύμφωνα με τον περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμο του 2018, Ν.73(Ι)/2018, το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας έχει την εξουσία να εξετάσει την παρούσα υπόθεση επί της ουσίας. Το γεγονός αυτό, οφείλεται στο ότι η παρούσα υπόθεση αφορά αίτηση που χρονικά πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 11 (2) και (3) του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018, Ν.73(Ι)/2018, οι οποίες δίδουν στο Δικαστήριο την υποχρέωση ελέγχου της νομιμότητας και ορθότητας της πράξης.

Έχει πλειστάκις νομολογηθεί ότι η έκταση της έρευνας, ο τρόπος και η διαδικασία που ακολουθείται ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης. Περαιτέρω η έρευνα είναι επαρκής εφόσον εκτείνεται στη διερεύνηση κάθε γεγονότος που σχετίζεται με το θέμα που εξετάζεται. Το κριτήριο για την πληρότητα της έρευνας έγκειται στη συλλογή και τη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων τα οποία παρέχουν ασφαλή συμπέρασμα. (Βλέπε Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών κ.α., Α.Ε. 1518/1.11.96, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζάμπογλου, Α.Ε. 1575/14.7.97 , Α.Ε.2371,Motorways Ltd v Δημοκρατίας ημερ. 25/6/99).

Το Δικαστήριο στο πλαίσιο ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης εξετάζει κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκειται στην διακριτική ευχέρεια του αποφασίζοντος οργάνου και διαφέρει κατά περίπτωση.(βλ. απόφαση αρ. 128/2008 JAMAL KAROU V Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 1 Φεβρουαρίου, 2010).

Σύμφωνα με τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου, ο Αιτητής κατά την συμπλήρωση της αίτησης διεθνούς προστασίας του κατέγραψε ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του εξαιτίας της κοινωνικο-οικονομικής κρίσης και του γεγονότος ότι ο στρατός έκαψε το σπίτι τους και σκότωσε τον πατέρα του. Επικαλέστηκε επίσης τις δολοφονίες αμάχων, ιδίως των νέων, εξ ου και εγκατέλειψε την χώρα.

Κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του, δήλωσε ότι είναι υπήκοος του Καμερούν, ότι είναι Χριστιανός στο θρήσκευμα, ανήκει στην φυλή Batanga, ομιλεί Αγγλικά και ορισμένες τοπικές διαλέκτους. Είναι απόφοιτος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, με συγκεκριμένη εξειδίκευση στο επάγγελμα της οικοδομής. Τα σχολεία στα οποία πήγε, βρίσκονταν στις περιοχές Ndoi Bakundu (δημοτική εκπαίδευση),  Mamfe και Kumba (δευτεροβάθμια εκπαίδευση).  Έχει χάσει επαφή με την μητέρα του απ’ όταν έφυγε από το Καμερούν, δεν έχει γνωρίσει ποτέ τον πατέρα του, ενώ έχει ακόμη δυο μεγαλύτερες αδερφές και έναν γιο, ηλικίας σήμερα 9 ετών, ο οποίος διαβιεί στην Douala μαζί με την μητρική του γιαγιά. Κατά την χρόνο της συνέντευξης του, δήλωσε ότι δεν επικοινωνεί πλέον με την μητέρα του παιδιού του. Ο Αιτητής θεωρεί την μητέρα, τον γιο και τις αδερφές του ως την οικογένεια του. Περαιτέρω, δήλωσε ότι κατά την περίοδο 2011 – 2017 εργαζόταν ως οικοδόμος και ως αγρότης σε φυτείες κακάο στην περιοχή Pete Bakundu και στα γειτονικά χωριά. Διέμενε στο Pete Bakundu για σκοπούς εργασίας.

Ως προς τους λόγους που εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του, ισχυρίστηκε ότι ο παππούς του ήταν ‘παραδοσιακός’ ιατρός και όταν ξεκίνησε η σύρραξη στην χώρα του, περιέθαλπε με πνευματικούς τρόπους, φυλαχτά και ξόρκια τους αυτονομιστές. Ισχυρίστηκε δε ότι ο παππούς του, κάποιες φορές, έστελνε τον ίδιο να μεταφέρει τα φυλαχτά στους αυτονομιστές και άλλες φορές, αν οι μαχητές τραυματίζονταν, ο παππούς του τού έδινε τα απαραίτητα  για να περιποιηθεί τις πληγές τους επειδή δεν μπορούσαν να μεταβούν στο νοσοκομείο. Όπως δήλωσε ο Αιτητής, αυτό συνέβαινε συχνά μέχρις ότου σ΄ ένα περιστατικό ο Αιτητής αρνήθηκε να συμμορφωθεί με τις οδηγίες του παππού του. Ακολούθως, οι μαχητές ήρθαν οι ίδιοι να παραλάβουν αυτά που χρειάζονταν από τον παππού του και ο τελευταίος τους είπε ότι ο εγγονός του αρνήθηκε να πάει σε αυτούς. Στην συνέχεια, ένα ηγετικό πρόσωπο των μαχητών επισκέφθηκε τον Αιτητή και τον απείλησε λέγοντας του ότι αν δεν συμμορφώνεται με τις οδηγίες του παππού του θα τον σκοτώσει. Κατόπιν αυτού του περιστατικού, η μητέρα του Αιτητή τον συμβούλευσε να φύγει από την περιοχή για την ώρα και έτσι ο Αιτητής μετέβη στο Mbonge. Περί τις 6/8/2018, ο στρατός επιτέθηκε στο χωριό του Αιτητή σκοτώνοντας διάφορους αμάχους αλλά και τον παππού του Αιτητή καθ’ ότι, ως ισχυρίστηκε, ο παππούς του ήταν από τους κύριους στόχους αυτής της επίθεσης. Όταν οι μαχητές επέστρεψαν στο χωριό, πληροφορήθηκαν ότι ο παππούς του Αιτητή σκοτώθηκε και, ως δήλωσε ο Αιτητής, ήταν εξοργισμένοι μαζί του γιατί θα μπορούσε να σώσει τον παππού του. Συνεπώς, διαμήνυσαν στο υπόλοιπο χωριό ότι θα σκοτώσουν τον Αιτητή και έτσι αποφάσισε να εγκαταλείψει την χώρα. Ακόμη δε, ισχυρίστηκε ότι ο στρατός είχε πληροφορίες για την δράση του Αιτητή και του παππού του εξ ου και θα συνέχιζε να έρχεται στο χωριό για να τον εντοπίσει. Ο Αιτητής πληροφορήθηκε για όλα αυτά από την μητέρα του, με την οποία είχε επαφή εκείνο το διάστημα.

Ερωτηθείς τι φοβάται ότι θα συμβεί σε περίπτωση που επιστρέψει απάντησε ότι δεν μπορεί να ζήσει στην πόλη και στο χωριό του ελεύθερα και ίσως συλληφθεί ή σκοτωθεί από τον στρατό ή δολοφονηθεί από τους αυτονομιστές.

Ο λειτουργός ακολούθως έθεσε περισσότερες διευκρινιστικές ερωτήσεις για την σχέση του παππού του με τους αυτονομιστές, τον ρόλο του Αιτητή στα περιστατικά περίθαλψης και τις οδηγίες του παππού του, τις απειλές που έλαβε ο ίδιος κατόπιν της άρνησης του να συμμορφωθεί, καθώς και την αναζήτηση του από τον στρατό και το κατ’ ισχυρισμόν ένταλμα που εκκρεμεί εναντίον του. Τέλος, ερωτηθείς εάν θα μπορούσε να μετοικήσει σε άλλη περιοχή του Καμερούν, ισχυρίστηκε ότι δεν θα μπορούσε να ζήσει στις γαλλόφωνες περιοχές ενώ στις αγγλόφωνες περιοχές υφίστανται συνεχείς συρράξεις και οι αυτονομιστές του καταλογίζουν τον θάνατο του παππού του.

Ο αρμόδιος λειτουργός εντόπισε και σχημάτισε συνολικά δύο (2) ισχυρισμούς:

Ο πρώτος ισχυρισμός αφορά στην ταυτότητα, το υπόβαθρο του και την χώρα καταγωγής του Αιτητή. Ο δεύτερος αφορά στο ότι ο Αιτητής καταζητείται από τον στρατό και τους αυτονομιστές Αμπαζόνιαν.

Ως προς τον πρώτο ισχυρισμό, έγινε αποδεκτός. Θεωρήθηκε ότι ο Αιτητής ήταν συνεπής και λεπτομερείς στους ισχυρισμούς του σε σχέση με την ταυτότητα του, την εθνοτική του καταγωγή, το εκπαιδευτικό του υπόβαθρο, τις οικογενειακές του σχέσεις και τον τόπο τελευταίας διαμονής του, το οποίο καθορίστηκε ως η γειτονιά Ngolo, στο χωριό Pete Bakundu,στην περιοχή Meme. Παράλληλα, οι πληροφορίες που παρείχε ήταν σε συνάρτηση με πληροφορίες από την χώρα καταγωγής. Συνεπώς, ο ισχυρισμός έγινε αποδεκτός.

Αναφορικά με τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, αυτός έτυχε απόρριψης. Παρ’ ότι ο Αιτητής ήταν συγκεκριμένος ως προς το ότι ο παππούς του ήταν ‘παραδοσιακός’ ιατρός και καλλιεργητής κακάο και ιδιοκτήτης γης δεν παρείχε επαρκείς πληροφορίες ως προς το πότε ο παππούς του άρχισε να βοηθά τους αυτονομιστές και πόσο συχνά τους βοηθούσε. Περαιτέρω, ενώ περιέγραψε με λεπτομέρειες κάποιες από τις τελετουργίες που εφάρμοζε ο παππούς του, κατά τις επιπρόσθετες περιγραφές του βρέθηκε ασυνεπής καθότι δήλωσε ότι δεν ήταν παρών ενόσω αυτά συνέβαιναν αλλά ‘κάπου εκεί κοντά’ (‘as he mentioned in that moment that he wasaround – ερυθρό 84 Δ.Φ.).  Ακόμη δε, οι απαντήσεις του στις ερωτήσεις του λειτουργού σχετικά με την βοήθεια που ο ίδιος παρείχε στους αυτονομιστές κρίθηκαν αόριστες και γενικές. Παρότι ανέφερε ότι αρνήθηκε να μεταφέρει ένα υλικό που είχε ετοιμάσει ο παππούς του για τους αυτονομιστές, ο Αιτητής ήταν αόριστος και μη συνεκτικός ως προς τα κίνητρα που τον ώθησαν να αρνηθεί αυτή την εντολή καθότι απλώς περιορίστηκε στην ανησυχία της μητέρας του ότι ο παππούς του θα τον μυούσε στις πνευματικές του δυνάμεις.   Ως προς τους ισχυρισμούς του ότι κατόπιν της άρνησης του να ακολουθήσει τις οδηγίες του παππού του και να βοηθήσει τους αυτονομιστές ο Αιτητής ανέφερε ότι απειλήθηκε και καταζητείτο από τους αυτονομιστές. Εντούτοις, κρίθηκε ως μη συνεκτικός και συγκεκριμένος ως προς το ότι οι αυτονομιστές εισήλθαν στο χωριό και τον έψαχναν επειδή δεν μπορούσε να σώσει τον παππού του. Ακολούθως, ως προς τον ισχυρισμό του ότι ο στρατός εισέβαλε στο χωριό και το έκαψε και με τον παππού του να είναι ο κύριος στόχος της επίθεσης αυτός κρίθηκε ως γενικός και χωρίς ο Αιτητής να έχει παραθέσει τις απαραίτητες λεπτομέρειες ή το πλαίσιο στο οποίο έλαβε χώρα η επίθεση δηλώνοντας ότι την στιγμή της επίθεσης δεν ήταν παρών. Ισχυρίστηκε δε ότι πληροφορήθηκε για την εν λόγω επίθεση από την μητέρα του, η οποία με την σειρά της είχε πληροφορηθεί για την επίθεση από άλλους χωρικούς επειδή ούτε εκείνη βρισκόταν στο χωριό εκείνη τη στιγμή. Κατά τον ίδιο τρόπο, ήτοι από πληροφόρηση βασισμένη σε φήμες και από τρίτα πρόσωπα και όχι από προσωπικά βιώματα του ιδίου, δήλωσε ότι πληροφορήθηκε για την ύπαρξη ενός εντάλματος που εκκρεμεί εναντίον του εξαιτίας της σύνδεσης του με τον παππού του. Ελλιπής επίσης θεωρήθηκε το αφήγημα του σχετικά με το ότι η μητέρα του πρέπει εκείνη τη μέρα να κρυβόταν και ότι πληροφορήθηκε από τους υπολοίπους που είχαν αιχμαλωτιστεί.

Σε σχέση με την ειδοποίηση εντάλματος που έλαβε από την αρχηγό, οι δηλώσεις του θεωρήθηκαν ανεπαρκείς και αόριστες. Ειδικότερα, δεν παρείχε λεπτομέρειες όπως τις κατηγορίες που καταγράφονταν στο ένταλμα καθότι περιορίστηκε δε στο ότι οι αρχές είχαν κάποιες γενικές πληροφορίες σχετικά με το ότι οι αρχές ήξεραν για τον παππού του και ότι αυτός είχε έναν γιο, ήτοι τον Αιτητή, που εργαζόταν μαζί του. Κληθείς να διευκρινίσει, απάντησε με γενικό και ακατάληπτο τρόπο ότι κάποιοι άνθρωποι πολεμούν τον στρατό παρέχοντας πνευματική δύναμη στους αυτονομιστές. Κατόπιν, σε μια ακόμη αντιφατική δήλωση ισχυρίστηκε ότι δεν έχει κάποιος στην κατοχή του το ένταλμα και ούτε είναι σε θέση να γνωρίζει εάν το ένταλμα αυτό είναι σε ισχύ.

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, ο αρμόδιος λειτουργός δεν έκρινε απαραίτητο όπως ανατρέξει σε πηγές εξωτερικής πληροφόρησης, δεδομένης της υποκειμενικής φύσης των βιωμάτων του.

Σε κάθε περίπτωση, επισημάνθηκε ότι ο Αιτητής παρείχε ασυνάρτητους ισχυρισμούς σε βασικά σημεία του αιτήματος του, τα οποίο προσμετρούνται αρνητικοί δείκτες αξιοπιστίας. Σε συνδυασμό με την έλλειψη λεπτομερών και ακριβών πληροφοριών επί των θεμάτων που έθιξε, τόσο η εσωτερική όσο και εξωτερική αξιοπιστία του απερρίφθη.

Κατά την αξιολόγηση κινδύνου λήφθηκε υπόψη ο αποδεχθείς πρώτος ουσιώδης ισχυρισμός, χωρίς όμως να εντοπιστούν στοιχεία σε σχέση με την ταυτότητα και το προφίλ του που να αυξάνουν τον κίνδυνο να υποβληθεί σε μεταχείριση που να ισοδυναμεί σε δίωξη ή σοβαρή βλάβη. Ο λειτουργός προχώρησε να εξετάσει την κατάσταση ασφαλείας στο Καμερούν, σημειώνοντας κατ’ αρχάς τις συρράξεις που επικρατούν στο βόρειο-δυτικό και νότιο-δυτικό τμήμα της χώρας, με τους κατοίκους να βιώνουν τις επιπτώσεις των πυρών από τις δυο αντιμαχόμενες πλευρές, οι οποίες πραγματοποίησαν και επιθέσεις σε αμάχους. Τονίστηκε ότι περίπου 2.2 εκατομμύρια άνθρωποι επηρεάστηκαν από την κατάσταση και 573.9 χιλιάδες εκτοπίστηκαν, ενώ 383.6 επέστρεψαν στις βόρειο – δυτικές και νότιο – δυτικές περιοχές της χώρας. Καταγράφηκε επίσης ότι η κατάσταση παρέμεινε ασταθής με διαρκείς επιθέσεις κατά της εκπαίδευσης, αλλά σε κάθε περίπτωση με την γενικότερη κατάσταση να παραμένει η ίδια.

Υπό το φως των ανωτέρω, κρίθηκε ότι υφίσταται εύλογη πιθανότητα για τον Αιτητή να υποβληθεί σε μεταχείριση, η οποία θα μπορούσε να ισοδυναμεί με δίωξη ή σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στο Pete Bakundu, στην περιοχή Meme, στο νότιο – δυτικό τμήμα της χώρας εξαιτίας της συνεχιζόμενης βίας στο πλαίσιο της Αγγλόφωνης κρίσης.

Κατόπιν, κατά τη νομική ανάλυση, κρίθηκε ότι με βάση τις δηλώσεις του αιτούντος, το προσωπικό προφίλ και την εκτίμηση κινδύνου, συνάχθηκε ότι δεν καθορίστηκε κανένας φόβος δίωξης με βάση την εθνικότητα, τη πολιτική πεποίθηση, τη φυλή, τη θρησκεία, ή την ιδιότητα του μέλους σε μια συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα και ως εκ τούτου απορρίφθηκε η υπαγωγή του στο προσφυγικό καθεστώς.

Ως προς το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, απορρίφθηκε το ενδεχόμενο όπως ο Αιτητής τύχει μεταχείρισης που να εμπίπτει στο πεδίο του Άρθρου 15 (α), αναφορικά με την επιβολή της θανατικής ποινής, ή (β), σε σχέση με την πιθανότητα να υποβληθεί σε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση, της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ.[1] Σε σχέση με το Άρθρο 15 (γ) της πιο πάνω αναφερόμενης Οδηγίας, ο αρμόδιος λειτουργός ανέλυσε τα συστατικά στοιχεία του εν λόγω άρθρου, ήτοι την σοβαρή και εξατομικευμένη απειλή κατά της ζωής ενός ατόμου εξαιτίας αδιάκριτης βίας που να πηγάζει από την ύπαρξη ένοπλης σύρραξης επεσήμανε τα ακόλουθα.

Ως προς το στοιχείο της ένοπλης σύρραξης, έκανε αναφορά σε σχετική νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) και εν τέλει έκρινε ότι υπό τις περιστάσεις που επικρατούν στις αγγλόφωνες περιοχές υφίσταται εσωτερική ένοπλη σύρραξη. Σε σχέση με το στοιχείο της αδιάκριτης βίας, με αναφορά στην υπόθεση του ΔΕΕ Elgafaji (C-465/07), ο αρμόδιος λειτουργός κατέγραψε ότι δεν απαιτείται όπως ο αιτών προσαγάγει στοιχεία ότι στοχεύεται εξαιτίας των προσωπικών του περιστάσεων: ωστόσο, δύναται να υπαχθεί συμπέρασμα ως προς τον γενικό κίνδυνο απειλής κατά της ζωής του, εάν τα επίπεδα της αδιάκριτης βίας φτάσουν σε τέτοιο βαθμό όπου η παρουσία του και μόνον τον υποβάλλει σε τέτοιο κίνδυνο. Κατά τον λειτουργό, παραδείγματα αδιάκριτης βίας αποτελούν οι μεγάλοι και στοχευμένοι βομβαρδισμοί, επιθέσεις από πολιτοφυλακές, ξαφνικές επιθέσεις σε αμάχους, ο αριθμός των θανάτων, η έκταση των εκτοπισμένων πληθυσμών, όπως και η αδυναμία του κράτους να προσφέρει προστασία. Αναφορικά δε με το στοιχείο της σοβαρής και εξατομικευμένης απειλής κατά της ζωής ενός ατόμου, τονίστηκε ότι κατά την περίπτωση που η παρουσία και μόνον ενός αμάχου δεν τον υποβάλλει σε τέτοιο κίνδυνο, τότε απαιτείται όπως συνυπολογιστεί το επίπεδο βίας και οι προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή. Όσο περισσότερο ο Αιτητής είναι σε θέση να καταδείξει ότι επηρεάζεται από τις προσωπικές του περιστάσεις, τόσο λιγότερο είναι το επίπεδο βίας το οποίο πρέπει να αποδειχθεί.

Στην παρούσα περίπτωση, υπό το φως των πληροφοριών αναφορικά με τα περιστατικά και τα επίπεδα βίας στην περιοχή Meme δεν κρίθηκε ότι υφίσταται σε τέτοιο βαθμό βία, η οποία να θέτει σε κίνδυνο τους αμάχους εκ της παρουσίας τους και μόνο. Περαιτέρω, οι προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή και δη το γεγονός ότι δεν απαντάται στο πρόσωπο του κάποια ευαλωτότητα, δεν αυξάνουν τις πιθανότητες αυτός να εκτεθεί σε σοβαρή και εξατομικευμένη απειλή κατά της ζωής του εξαιτίας της αδιάκριτης βίας. Ως εκ τούτου, δεν δύναται να υπαχθεί στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.

Έχω εξετάσει με προσοχή τον διοικητικό φάκελο του Αιτητή  και, όπως προκύπτει από τα στοιχεία που βρίσκονται σ΄ αυτόν, ορθά η Υπηρεσία Ασύλου αποφάσισε ότι δεν δύναται o Αιτητής να υπαχθεί στις πρόνοιες της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 και στον περί Προσφύγων Νόμο για τους λόγους που θα αναλυθούν κατωτέρω. Προτού υπεισέλθω στην συνολική εξέτασης της παρούσας υπόθεσης, θεωρώ απαραίτητη την παράθεση του πλαισίου αξιολόγησης μιας αίτησης διεθνούς προστασίας.  

Αρχικά, εναπόκειται στον αιτούντα να υποβάλει το συντομότερο δυνατόν όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για την τεκμηρίωση της αίτησης διεθνούς προστασίας και υποχρεούται να λάβει θετικά μέτρα για να υποστηρίξει την αίτησή του με πληροφορίες[2]. Ως έχει νομολογηθεί, ο Αιτητής πρέπει να καταβάλει ειλικρινή προσπάθεια να θεμελιώσει την αφήγηση του, ότι δηλαδή υπήρξε θύμα δίωξης στην χώρα καταγωγής του, ώστε να πληροί της προϋποθέσεις υπαγωγής του σε καθεστώς Διεθνούς Προστασίας[3]. Ωστόσο δεν υπάρχει υποχρέωση προσκόμισης εγγράφων ή άλλων αποδείξεων προς υποστήριξη κάθε συναφούς πραγματικού περιστατικού που επικαλείται ο αιτών, εντούτοις οφείλει προσωπικά να συνεργάζεται για την εξακρίβωση των πραγματικών περιστατικών της υπόθεσης. Εάν τα απαραίτητα στοιχεία της αίτησης δεν επιβεβαιωθούν κατά τη διαδικασία αξιολόγησης, το βάρος της τεκμηρίωσης της αίτησης το φέρει ο αιτών. 

Υπενθυμίζεται συναφώς ότι σύμφωνα με το άρθρο 16 του Περί Προσφύγων Νόμου [Ν. 6(Ι)/2000, ως έχει τροποποιηθεί], αρχικά, το βάρος απόδειξης το φέρει ο αιτών άσυλο ο οποίος υποχρεούται να υποστηρίξει την αίτηση του με όλα τα έγγραφα και στοιχεία που έχει στην κατοχή του, αλλά και γενικότερα να βοηθήσει την Υπηρεσία Ασύλου με τον καλύτερο τρόπο να διαπιστώσει τα γεγονότα της υπόθεσης του. Ως έχει νομολογηθεί, ο αιτών διεθνούς προστασίας πρέπει να καταβάλει ειλικρινή προσπάθεια να θεμελιώσει την αφήγηση του ότι δηλαδή υπήρξε θύμα δίωξης στην χώρα καταγωγής του, ώστε να πληροί της προϋποθέσεις υπαγωγής του στο καθεστώς Διεθνούς Προστασίας. (βλ. WILLIAM CRISANTHA MAL FRANCIS KARUNARATHNA ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ κ.α, Υπόθεση Αρ. 1875/2008, 1 Μαρτίου 2010).

Κατά την διαπίστωση των πραγματικών γεγονότων, καθοριστικό ρόλο παίζει η αξιοπιστία ενός αιτούντος άσυλο. Προς τούτο τονίζω ότι ο όρος «αξιοπιστία» δεν ορίζεται από το Κοινό Ευρωπαϊκό Σύστημα Ασύλου. Η χρήση του όρου, από το άρθρο 4 παράγραφος 5 στοιχείο (ε) της οδηγίας 2011/95/EE αναφέρεται στη γενική αξιοπιστία ενός αιτούντος, αλλά αυτό είναι στο πλαίσιο ενός συγκεκριμένου κανόνα που διέπει τη μη επιβεβαίωση πτυχών των δηλώσεων του αιτούντος. Κατά συνέπεια, η αξιολόγηση της αξιοπιστίας αφορά τη διαδικασία έρευνας για το εάν το σύνολο ή μέρος των δηλώσεων του αιτούντος ή άλλα αποδεικτικά στοιχεία που υποβλήθηκαν από αυτόν σχετικά με τα ουσιαστικά γεγονότα (material facts) μπορεί να γίνουν δεκτά προκειμένου να διαπιστωθεί εάν ο Αιτητής εμπίπτει στις προϋποθέσεις παραχώρησης καθεστώτος διεθνούς προστασίας.

Αυτή η αξιολόγηση μπορεί να περιλαμβάνει την επαλήθευση εάν οι δηλώσεις του αιτούντος είναι συνεπείς, επαρκώς λεπτομερείς, εύλογες και συμβατές με τα έγγραφά του, τις πηγές πληροφόρησης και κάθε άλλο αποδεικτικό στοιχείο που αποκτήθηκε. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η αξιολόγηση της αξιοπιστίας δεν σημαίνει ότι σε όλες τις περιπτώσεις ο υπεύθυνος λήψης αποφάσεων θα προβεί σε επαλήθευση και θα καταλήξει με απόλυτη βεβαιότητα αναφορικά με την αλήθεια των δηλώσεων του αιτούντος. Η Ύπατη Αρμοστεία έχει ορίσει την αξιοπιστία ως εξής: «Ο αιτών άσυλο κρίνεται αξιόπιστος, όταν έχει προβάλει ισχυρισμούς που παρουσιάζουν συνοχή και είναι εύλογοι, που δεν είναι αντιφατικοί με τα κοινά τοις πάσι γεγονότα και κατά συνέπεια μπορεί να οδηγήσουν τον υπεύθυνο της συνέντευξης στη δημιουργία πεποίθησης για το βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης που εκφράζει.». Η ως άνω προσέγγιση υιοθετήθηκε και από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην Υπόθεση JK και Others v Sweden, αριθμός αίτησης 59166/12, Παρ. 53.

Στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», αναφέρεται στην σελίδα 98, παράγραφος 4.5.3 ότι σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να γίνεται μια αντικειμενική και ισορροπημένη στάθμιση του κατά πόσον οι ισχυρισμοί του αιτητή αντικατοπτρίζουν αυτό που θα ήταν εύλογα αναμενόμενο από κάποιον με τις περιστάσεις του ο οποίος εκφράζει δια τούτων μια αληθινή προσωπική εμπειρία («Σε κάθε περίπτωση, απαπείται ισορροπημένη και αντικειμενική αξιολόγηση του αν η αφήγηση του αιτούντος αντικατοπτρίζει την αφήγηση που αναμένεται από ένα πρόσωπο στην κατάσταση του αιτούντος το οποίο αφηγείται μια πραγματική προσωπική εμπειρία.»). Περαιτέρω, στην προηγούμενη σελίδα του εγχειριδίου, αναφέρεται ότι είναι γενικά εύλογο να αναμένεται ότι αίτημα θα πρέπει να παρουσιάζεται τεκμηριωμένα και με επαρκείς λεπτομέρειες αλλιώς οι ελλείψεις αυτές στις λεπτομέρειες μπορεί να συνιστούν έλλειψη σχετικών στοιχείων («Η μη επαρκής παροχή λεπτομερειών μπορεί επίσης να ισοδυναμεί με αυτό που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 5 στοιχείο β) της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση) ως έλλειψη «λυσιτελών στοιχείων».

Ακολούθως, κατά την απόφαση του ΔΕΕ, C – 277/11 M. κατά Minister for Justice, Equality and Law Reform, Ιρλανδίας, Attorney General, αποφ.ημερ. 22/11/2012 η αξιολόγηση μιας αίτησης διεθνούς προστασίας πρέπει να πραγματοποιείται σε δύο αυτοτελή στάδια: «Το πρώτο στάδιο αφορά τη διαπίστωση της συνδρομής των πραγματικών περιστατικών που αποδεικνύουν τη βασιμότητα της αιτήσεως, ενώ το δεύτερο στάδιο αφορά τη νομική εκτίμηση των εν λόγω αποδεικτικών στοιχείων, προκειμένου να αποφασισθεί αν πληρούνται, υπό το φως των πραγματικών περιστατικών της συγκεκριμένης υποθέσεως, οι ουσιαστικές προϋποθέσεις που θέτουν τα άρθρα 9 και 10 ή 15 της οδηγίας 2004/83 για την παροχή διεθνούς προστασίας.» Η εξακρίβωση των πραγματικών (ή ουσιωδών) περιστατικών είναι ύψιστης σημασίας για την αξιολόγηση του μελλοντικού κινδύνου που δύναται να αντιμετωπίσει ο εκάστοτε αιτών, εφόσον από αυτά θα προκύψουν γεγονότα που πιθανόν να τεκμηριώνουν παρελθούσα δίωξη ή γεγονότα που στην συνολική αξιολόγηση της αίτησης είναι καθοριστικά για μελλοντική δίωξη.[4]

Έχοντας παραθέσει το νομικό πλαίσιο εξέτασης των αιτήσεων διεθνούς προστασίας, θα προχωρήσω στη συνέχεια σε έλεγχο της νομιμότητας και της ορθότητας της επίδικης απόφασης, δια της πλήρους και ex-nunc εξέτασης των γεγονότων και νομικών ζητημάτων που διέπουν αυτή, ενόψει της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρο 11(3) α του Περί Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018).

Αξιολόγηση των ισχυρισμών

Ως προς τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό, συντάσσομαι με την κατάληξη της Υπηρεσίας Ασύλου. Ο Αιτητής απάντησε με ευκρίνεια τις ερωτήσεις σχετικά με αυτό το θέμα και οι απαντήσεις του συνάδουν με τις εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.

Αναφορικά με τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, συντάσσομαι επίσης με τα ευρήματα και τα τελικά συμπεράσματα του αρμοδίου λειτουργού. Ειδικότερα, παρατηρώ ότι πράγματι ο Αιτητής παρέθεσε ορισμένες λεπτομέρειες σχετικά με τις τελετουργίες που ακολουθούσε ο παππούς του, εντούτοις δεν τεκμηρίωσε τον ισχυρισμό ότι ο παππούς του συνδεόταν με τους αυτονομιστές παρέχοντας τους φυλαχτά ή/και άλλες πνευματικές ή σωματικές θεραπείες που θα τους βοηθούσαν στον αγώνα τους. Ιδιαίτερα λαμβάνω υπόψη το γεγονός ότι ο Αιτητής είχε αναφέρει ότι βοηθούσε τον παππού του παρέχοντας βοήθεια και σε άλλους αμάχους για διάφορες αρρώστιες όπως μαλάρια ή τύφο και του έδινε οδηγίες όπως τα μεταφέρει σε αυτούς, γεγονός που υποδεικνύει μεν ότι ο παππούς του να είχε αυτή την ιδιότητα αλλά δεν σημαίνει ότι βοηθούσε και τους αυτονομιστές. Το αφήγημα του Αιτητή δεν παρείχε ικανοποιητικές λεπτομέρειες σε σχέση με αυτό το θέμα. Πράγματι δεν παρέθεσε ένα χρονικό πλαίσιο ως προς το πότε ο παππούς του άρχισε να τους βοηθά ή και πόσο συχνά τους βοηθούσε. Προσθέτω ότι δεν αναμένεται από τον Αιτητή να θυμάται με ακρίβεια την συχνότητα της βοήθειας, εντούτοις, θεωρώ ότι όφειλε να γνωρίζει εφόσον πήγαινε στον παππού του συνέχεια (ερυθρό 44 – 2Χ) ενώ στην αρχή της συνέντευξης είχε ισχυριστεί ότι βοηθούσε συχνά τον παππού του. Παρεμπιπτόντως, τονίζω ότι ενώ ο Αιτητής ισχυρίστηκε (ερυθρό 45 – 2Χ) ότι ο παππούς του τον είχε στείλει σε διάφορες περιπτώσεις (στο ερυθρό 45 – 2Χ αναφέρει ‘So sometimes he sends to go and give the fighters some juju prepared and sometimes and if they are injured’… ‘it was so frequent until I told him I cant do it), ακολούθως ισχυρίστηκε ότι μόνο μια φορά βοήθησε τον παππού του στα καθήκοντα του σε σχέση με τους αυτονομιστές, γεγονός που προσθέτει στην αναξιοπιστία του.

Μη ικανοποιητική θεωρώ επίσης την απάντηση του Αιτητή ως προς την άρνηση του να βοηθήσει τον παππού του, εφόσον πράγματι η απάντηση για το ότι ανησυχούσε η μητέρα του να μην τον μυήσει ο παππούς του στις πνευματικές του δυνάμεις δεν ήταν συνεκτική. Δεδομένων επίσης των πιθανών, σοβαρών επιπτώσεων αυτής της άρνησης από τους αυτονομιστές, θα αναμενόταν από τον Αιτητή να παραθέσει περισσότερες λεπτομέρειες σε σχέση με το σκεπτικό του. Ακόμη δε, ως προς το ότι οι αυτονομιστές τον καταζητούσαν για να τον σκοτώσουν επειδή δήθεν δεν κατάφερε να σώσει τον παππού του κρίνω ότι δεν είναι ευλογοφανής ισχυρισμός. Θεωρώ δε ότι οι απειλές που είχε λάβει από τον αρχηγό των αυτονομιστών, τον οποίο κατονόμασε ως ταγματάρχη D., δεν περιείχαν τα απαραίτητα βιωματικά στοιχεία που να τεκμηριώνουν ότι ο ίδιος ο Αιτητής αποδέχτηκε τις απειλές. Με άλλα λόγια, οι αναφορές περί του ότι ο αρχηγός αυτός ήταν εξαιρετικά βίαιος και με παράλογη κρίση (‘he was very wicked in making judgment’) φρονώ ότι είναι γενικές και θα μπορούσαν να λεχθούν για τον οποιονδήποτε. Ακόμη δε, παρατηρώ ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να κατονομάσει την συγκεκριμένη ομάδα της οποίας ηγείτο ο αρχηγός αυτός, αλλά απλώς ανέφερε ότι ήταν ‘Ambazonia Fighters’. Όπως θα παρατεθεί κατωτέρω, σύμφωνα με εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, υφίστανται διάφορες ομάδες αυτονομιστών και η ονομασία που έδωσε ο Αιτητής είναι εξαιρετικά γενική και αόριστη. Εφόσον ο Αιτητής παρέθεσε ένα όνομα στρατηγού και συνδιαλέχθηκε επίσης με άτομα που τον υπηρετούσαν, θα αναμένετο τουλάχιστον να γνωρίζει το όνομα της οργάνωσης. Παράλληλα, ούτε οι συνήγοροι του Αιτητή παρέθεσαν οποιοδήποτε επιπρόσθετο στοιχείο που να ανατρέπει τα εν λόγω συμπεράσματα.

Σε σχέση δε με τους ισχυρισμούς του Αιτητή για την επίθεση από τον στρατό, την δολοφονία του παππού του, καθώς και το ότι ήταν ο κύριος στόχος της επίθεσης διαπιστώνω τα εξής. Σε συνάρτηση με τα συμπεράσματα των Καθ’ων η Αίτηση, θεωρώ ότι ο Αιτητής παρείχε αυτές τις πληροφορίες όχι από δική του προσωπική γνώση, αλλά από τρίτους, ήτοι τους κάτοικους του χωριού, εφόσον όπως δήλωσε ούτε ο ίδιος ούτε και η μητέρα του βρίσκονταν στο χωριό εκείνη τη στιγμή. Σε σχέση δε με το ένταλμα που εκκρεμεί εναντίον του, οι δηλώσεις του δεν ήταν πειστικές καθότι σε αρκετά σημεία παρουσίασε ελλείψεις, ενώ η πληροφόρηση που είχε ήταν και πάλι από τρίτο άτομο. Ειδικότερα, δεν ήταν σε θέση να δώσει περισσότερες λεπτομέρειες αναφορικά με το ένταλμα καθότι αρχικά ισχυρίστηκε ότι η αστυνομία (‘gendermarie’ – ερυθρό 40) έδωσε το ένταλμα στον αρχηγό (‘chairman’) και του έδειξαν το όνομα του Αιτητή. Το δε ένταλμα εκδόθηκε κατόπιν του θανάτου του παππού του. Σε σχετική ερώτηση του αρμοδίου λειτουργού γιατί πιστεύει ότι το ένταλμα εκδόθηκε εναντίον του εφόσον ο ίδιος ουδέποτε τελικά μετέφερε εκείνα που έπρεπε να μεταφέρει στους αυτονομιστές, ο Αιτητής απάντησε με υπεκφυγές αναφέροντας ότι οι άνθρωποι πολεμούν τον στρατό προσφέροντας πνευματικές δυνάμεις στην αντίπαλη πλευρά και επειδή ο στρατός γνώριζε ότι ο Αιτητής ήταν κοντά με τον παππού του, θεώρησαν ότι και ο ίδιος βοηθά με αυτό τον τρόπο στον αγώνα κατά του στρατού. Έτι περαιτέρω, η αναξιοπιστία του Αιτητή επιδεινώνεται ενόψει των μεταγενέστερων δηλώσεων του ότι τελικά ούτε ο αρχηγός του χωριού ούτε η μητέρα του έχει το ένταλμα.

Υπό το φως των ανωτέρω δηλώσεων του θεωρώ ότι η εσωτερική αξιοπιστία του Αιτητή βάλλεται. 

Επιπρόσθετα, λαμβάνω υπόψη ότι κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξης του, ο αρμόδιος λειτουργός διερεύνησε με την απαραίτητη προσοχή και με σωρεία διευκρινιστικών ερωτήσεων επί του πυρήνα του αιτήματος καθώς και των επιμέρους θεμάτων, αλλά ο Αιτητής αρκέστηκε σε γενικολογίες και ασάφειες. (βλ. άρθρο 13(10) Περί Προσφύγων). Ούτε και στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας ο Αιτητής, δια μέσω της συνηγόρου του προσέφερε περισσότερες λεπτομέρειες επί των ισχυρισμών του.  Λαμβανομένου του ελέγχου που ασκεί το παρόν δικαστήριο να εξετάσει την παρούσα υπόθεση επί της ουσίας, θα μπορούσε να δώσει ικανοποιητικές απαντήσεις στα ως άνω σημεία αναξιοπιστίας που εντόπισαν οι Καθ’ων η Αίτηση ώστε να τεκμηριώσει ανατρέποντας στην ουσία τα συμπεράσματα των Καθ’ων η Αίτηση, έστω και χωρίς να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία. (Βλ. επίσης νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, αποφάσεις αρ. 1093/2008, 817/2009 και 459/2010).

Προχωρώντας στην αξιολόγηση της εξωτερικής αξιοπιστίας των ισχυρισμών του Αιτητή και ως προς το «αντικειμενικό στοιχείο» του φόβου, σημειώνεται ότι ο όρος «βάσιμος φόβος» σημαίνει ότι πρέπει να υπάρχει έγκυρη αντικειμενική βάση για τον φόβο δίωξης του αιτούντος. Ως εκ τούτου είναι αναγκαίο να αξιολογηθούν οι ισχυρισμοί αυτού, όχι με τρόπο αφηρημένο, αλλά σε συσχετισμό με το όλο πλαίσιο της κατάστασης στην χώρα καταγωγής του. Το συγκεκριμένο στοιχείο του ορισμού του πρόσφυγα αφορά τον κίνδυνο ή την πιθανότητα να υποστεί δίωξη. Ο φόβος θεωρείται βάσιμος, εάν διαπιστώνεται ότι υπάρχει «εύλογη» πιθανότητα να υλοποιηθεί στο μέλλον. Για τη διαπίστωση αυτή, είναι απαραίτητο να αξιολογούνται οι δηλώσεις του αιτούντος υπό το πρίσμα όλων των σχετικών περιστάσεων της υπόθεσης [άρθρο 4 παράγραφος 3 της ΟΕΑΑ (οδηγία 2013/32/ΕΕ αναδιατύπωση)] και να ελέγχονται οι περιστάσεις που επικρατούν στη χώρα καταγωγής του, καθώς και η συμπεριφορά των υπευθύνων δίωξης. Επομένως, η διαπίστωση του βάσιμου φόβου συνδέεται στενά με το καθήκον της αξιολόγησης των αποδεικτικών στοιχείων και της αξιοπιστίας που διέπεται πρωτίστως από το άρθρο 4 της ΟΕΑΑ (οδηγία 2013/32/ΕΕ αναδιατύπωση). 

Το Δικαστήριο προέβη σε έρευνα σε πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής του Αιτητή, λαμβανομένου ότι το παρών δικαστήριο έχει πρόσβαση σε ακριβείς και επικαιροποιημένες πληροφορίες από διάφορες πηγές σχετικά με τη γενική κατάσταση που επικρατεί στις χώρες καταγωγής και διέλευσης κατά τον χρόνο λήψης της απόφασής του [βλ. άρθρο 10 παράγραφος 4 της Οδηγία 2013/32/ΕΕ (αναδιατύπωση)], σε συνάρτηση βέβαια με το άρθρο 4 της 2011/95/ΕΕ της οδηγίας (αναδιατύπωση) και άρθρο 46 της οδηγίας 2013/32/ΕΕ (αναδιατύπωση), όπου απαιτείται να υπάρχει «πλήρης και ex nunc εξέταση τόσο των γεγονότων όσο και των νομικών σημείων» με τα ακόλουθα ευρήματα:

Στις Νοτιοδυτικές και Βορειοδυτικές περιοχές  του Καμερούν υφίσταται σύγκρουση ανάμεσα σε κυβερνητικές δυνάμεις και Αγγλόφωνες αυτονομιστικές οργανώσεις,[5] ήτοι τους Ambazonians οι οποίοι απαρτίζονται από διάφορες ομάδες, συμπεριλαμβανομένων των Ambazonia Defense Forces (ADF).[6] Έτερη πηγή κατονομάζει επίσης τους Tigers, Red Dragons, Seven Karta, Ambazonia Restoration Forces (ARF), Ambazonia Military Forces και παράλληλα θεωρεί ότι υφίστανται περίπου 20 ομάδες.[7]

Σε σχέση με τον ισχυρισμό ότι οι Ambazonians χρησιμοποιούν διάφορα αντικείμενα για να προστατεύσουν τον εαυτό τους, εντοπίστηκε σχετικό άρθρο με πληροφορίες που επιβεβαιώνουν αυτό το γεγονός. Το εν λόγω άρθρο αναφέρεται σ’ έναν αρχηγό των ADF ο οποίος φέρει σημάδια στο σώμα του από τελετουργικά στα οποία υπεβλήθη από έναν παραδοσιακό ιατρό για να προστατευτεί από τις σφαίρες, καθώς και ότι χρησιμοποιεί διάφορα αντικείμενα όπως π.χ. περιδέραια, βραχιόλια και άλλα τα οποία θεωρεί ότι του προσφέρει ‘προστασία’.[8] Έτι περαιτέρω, μαθητές και δάσκαλοι που έδωσαν συνεντεύξεις στο Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Human Rights Watch) για να περιγράψουν επιθέσεις σε σχολεία από τους Ambazonians, είχαν αναφέρει ότι αντιλήφθηκαν ότι οι δράστες των επιθέσεων ήταν αυτονομιστές λόγω, μεταξύ άλλων, των φυλαχτών που έφεραν.[9]

Στο δε πλαίσιο της εν λόγω σύρραξης, εντοπίζεται η χρήση της αδιάκριτης βίας, συμπεριλαμβανομένης της πρακτικής καταστροφής ολόκληρων χωριών από μέρους των κυβερνητικών δυνάμεων.[10] Μια κοινή δήλωση οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών που δημοσιεύθηκε από τη Διεθνή Αμνηστία (AI) τον Νοέμβριο του 2023 επιβεβαίωσε ότι οι μαρτυρίες αναφέρουν ότι κυβερνητικοί στρατιώτες που κατηγορούν πολίτες για συνενοχή με αυτονομιστές έχουν πυρπολήσει σπίτια και στρατιώτες έχουν διαπράξει σεξουαλική βία, «σε αντίποινα για αυτονομιστικές επιθέσεις εναντίον τους '.[11] Περαιτέρω, Τον Φεβρουάριο του 2024, το Παγκόσμιο Κέντρο για την Ευθύνη Προστασίας (R2P) περιέγραψε ότι οι δυνάμεις ασφαλείας έχουν διαπράξει «εξωδικαστικούς φόνους και εκτεταμένη σεξουαλική και έμφυλη βία, έκαψαν αγγλόφωνα χωριά και υπέβαλαν άτομα με ύποπτους αυτονομιστικούς δεσμούς με αυθαίρετη κράτηση, βασανιστήρια και κακομεταχείριση».[12] Ακόμη, σύμφωνα με έτερη πηγή, οι κυβερνητικές δυνάμεις έχουν εντείνει τις προσπάθειες καταστολής κατά οποιουδήποτε υποπτεύονται να έχει συνδέσμους με αυτονομιστικά δίκτυα, καταλήγοντας σε σοβαρές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων εξωδικαστικών δολοφονιών.[13]

Διαπιστώνω ότι ορισμένες πτυχές των ισχυρισμών του Αιτητή ανταποκρίνονται στις πηγές εξωτερικής πληροφόρησης και ειδικότερα όσον αφορά στην χρήση των φυλακτών από τους αυτονομιστές, καθώς και στις εκδικητικές δολοφονίες από κυβερνητικές δυνάμεις όσων υποπτεύονται ότι συνεργούν με τους Ambazonians. Παρ΄ όλα αυτά, ο ισχυρισμός δεν θα μπορούσε να γίνει αποδεκτός εξαιτίας των ελλείψεων λεπτομερειών, ως αναλύθηκε ανωτέρω κατά την αξιολόγηση της εσωτερικής του αξιοπιστίας, που θα προσέδιδαν την απαραίτητη βιωματική χροιά ούτως ώστε να γίνει αντιληπτό ότι πρόκειται για προσωπική εμπειρία σε αντίθεση με απλή παράθεση γεγονότων που ανταποκρίνονται σε γενικές πληροφορίες.

Υπό το φως όλων των ανωτέρω, ο ισχυρισμός απορρίπτεται στο σύνολο του.

Σημειώνω σε αυτό το σημείο ότι τα έγγραφα που κατέθεσε ο Αιτητής αναφορικά με την συμμετοχή του σε διαδηλώσεις στη Δημοκρατία και έγγραφα από δικηγορικό γραφείο στο Καμερούν, δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτά καθότι δεν έχουν προσηκόντως προσαχθεί ενώπιον του Δικαστηρίου. Η προσφυγή καταχωρήθηκε στις 03/06/2022 και ως εκ τούτου εφαρμόζονται οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Κανονισμοί του 2019 (3/2019), κατά τους οποίους απαιτείται ενδιάμεση αίτηση προσαγωγής μαρτυρίας[14] για την προσκόμιση νέων στοιχείων και εγγράφων, διαδικασία η οποία δεν ακολουθήθηκε. Συνεπώς, δεν υφίσταται λόγος για την αξιολόγηση περαιτέρω ισχυρισμών.

Θα πρέπει βεβαίως να τονιστεί πως οι Γραπτές Αγορεύσεις δεν μπορούν να θεμελιώσουν ισχυρισμούς που αφορούν πραγματικά γεγονότα.  Σύμφωνα δε με πάγια νομολογία επί του θέματος, η αγόρευση, γραπτή ή προφορική, δεν συνιστά μέσο προσαγωγής μαρτυρίας (βλ. ΑΝΤΕΝΝΑ ΛΙΜΙΤΕΔ και Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (2013) 3 ΑΑΔ 242, Μαρία Ευθυμίου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 281 και Χριστάκης Βασιλείου ν. Δήμου Παραλιμνίου και/ή άλλου (1995) 4 ΑΑΔ 1275).

 

Ούτως ή άλλως ο συνήγορος του αιτητή είχε τη δυνατότητα να προβεί στο αναγκαίο δικονομικό διάβημα θέτοντας ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου αίτημα για προσκόμιση μαρτυρίας, πράγμα που δεν έπραξε.  Το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη του όλο το υλικό που είχε ενώπιον του το διοικητικό όργανο και βεβαίως εντοπίζεται στον διοικητικό φάκελο (βλ. ΡΟΥΣΟΣ ΚΑΙ ΙΩΑΝΝΙΔΗ Κ.Α. (1999) 3 Α.Α.Δ. 549 και ΡΑΦΤΗ Κ.Α. ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ (2003) 3 Α.Α.Δ. 335).  Σύμφωνα δε με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου προσδιορίζει και προσδίδει γνώση στο Δικαστή ως προς τα γεγονότα της υπόθεσης.  Συνεπώς ουδείς εκ των ισχυρισμών γεγονότων που περιλαμβάνονται στην αίτηση όσο και στις αγορεύσεις της Αιτήτριας αλλά και ουδέν τυχόν συνημμένο επ' αυτών έγγραφο μπορεί να ληφθεί υπόψη, ενόψει του ότι δεν έχει προσαχθεί με τον ορθό δικονομικό τρόπο, ως ανωτέρω αναλύεται.

Αξιολόγηση μελλοντικού κινδύνου

Στην βάση του μοναδικού αποδεκτού ισχυρισμού του Αιτητή, ήτοι της ταυτότητας, κοινωνικού υποβάθρου του και χώρας καταγωγής του υπενθυμίζεται ότι πρόκειται για ενήλικο άνδρα, από το χωριό Pete Bakundu, στην περιοχή Meme, Νοτιοδυτικό Καμερούν, ο οποίος έχει ολοκληρώσει δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Συνεπώς, θα παρατεθούν πληροφορίες προς την αξιολόγηση του μελλοντικού κίνδυνου που θα αντιμετωπίσει σε περίπτωση επιστροφής του στην προαναφερόμενη περιοχή.

Σε συνέχεια των πληροφοριών που παρατέθηκαν ανωτέρω στο πλαίσιο της αξιολόγησης των ισχυρισμών του Αιτητή, προστίθενται οι εξής πληροφορίες. Ως προς την κορύφωση της κρίσης, σημειώνεται ότι από το 2017, οι συγκρούσεις μεταξύ του στρατού του Καμερούν και των ένοπλων αυτονομιστών είχαν ως αποτέλεσμα να μαίνεται ένοπλη σύγκρουση και στις δύο αγγλόφωνες περιοχές. Η ένοπλη βία είναι πλέον σύνηθες φαινόμενο, με εξάρσεις γύρω από γεγονότα- σύμβολα όπως εκλογές, η έναρξη της σχολικής χρονιάς, η εθνική εορτή του Καμερούν, η επέτειος της ανακήρυξης της ανεξαρτησίας της περιοχής «Ambazonia» και οι αθλητικές εκδηλώσεις. Τέτοια γεγονότα οδηγούν σε ιδιαίτερα θανατηφόρα επεισόδια. Η βία οδήγησε στον εκτοπισμό 628.000 ανθρώπων σε άλλες περιοχές της χώρας και 87.000 ανθρώπων στη γειτονική Νιγηρία,[15] ποσοστό που αντιπροσωπεύει το 20% του συνολικού πληθυσμού των δύο αγγλόφωνων περιοχών, σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας που δημοσιεύτηκε τον Ιούλιο του 2023.[16] Το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ σε έκθεση αναφορικά με τις εξελίξεις στην κατάσταση ασφαλείας στην Κεντρική Αφρική, η οποία δημοσιεύτηκε στις 30 Νοεμβρίου 2023, αναφέρει ότι στις βορειο-δυτικές και νοτιο-δυτικές περιοχές της χώρας μη – κυβερνητικές ένοπλες δυνάμεις συνέχισαν να στοχεύουν κυβερνητικούς εκπροσώπους, αμάχους, ιατρικό προσωπικό, εκπαιδευτικό προσωπικό το οποίο πληρώνεται από την κυβέρνηση καθώς και να επιβάλλουν αναγκαστικές καραντίνες, ενώ από την άλλη πλευρά οι κυβερνητικές δυνάμεις συνέχισαν να στοχεύουν ηγετικά πρόσωπα των αυτονομιστών και να επιτίθενται σε πιθανές κρυψώνες, γεγονότα τα οποία καταλήγουν σε απώλειες αμάχων.[17] Η ίδια έκθεση, αναφέρει ότι οι αναγκαστικές καραντίνες που επιβάλλονται από τους αυτονομιστές στις βόρειο-δυτικές και νότιο-δυτικές περιοχές και επιθέσεις στα σχολεία και στις υποδομές υγείας, συνέχισαν να επηρεάζουν την ασφάλεια και την ικανότητα των πολιτών να βιοπορίζονται.[18] Η Διεθνής Αμνηστία σε σχετική έκθεση της κατέγραψε εγκλήματα και παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων που πραγματοποιήθηκαν και από τις δύο πλευρές: αφενός, οι κυβερνητικές δυνάμεις πραγματοποίησαν εξωδικαστικές δολοφονίες, βιασμούς, βασανιστήρια, καταστροφές, αυθαίρετες συλλήψεις και αφετέρου οι αυτονομιστές διέπραξαν σοβαρά εγκλήματα κατά του πληθυσμού όπως δολοφονίες, απαγωγές, βασανιστήρια και καταστροφές σπιτιών, ενώ στόχευσαν άτομα τα οποία υποπτεύονταν για συνεργασία με τις αρχές ή για ανυπακοή με τις διαταγές τους για καραντίνα, δασκάλους, μαθητές, δημόσιους υπαλλήλους, παραδοσιακούς ηγέτες και μέλη του κυβερνώντος κόμματος.[19] Αναφέρεται επίσης ότι κατά το 2023, οι αυτονομιστές είχαν στραφεί στις πρακτικές απαγωγών και εκβιασμών για να αυξήσουν τα έσοδα τους.[20]

Νομική ανάλυση

Υπενθυμίζω ότι σύμφωνα με το αρ.3 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 (6(I)/2000) (στο εξής ο Νόμος) και αρ.2 (δ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ (στο εξής η Οδηγία), ως πρόσφυγας αναγνωρίζεται «[.] πρόσωπο που, λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγενείας του και δεν είναι σε θέση, ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής [.]».Σύμφωνα δε με το αρ.3Γ του Νόμου και αντίστοιχα αρ. 9 της Οδηγίας, η πράξη δίωξης η οποία προκαλεί βάσιμο φόβο καταδίωξης θα πρέπει να «είναι αρκούντως σοβαρή λόγω της φύσης ή της επανάληψής της ώστε να συνιστά σοβαρή παραβίαση βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ειδικά των δικαιωμάτων από τα οποία δεν χωρεί παρέκκλιση βάσει του άρθρου 15 παράγραφος 2 της ευρωπαϊκής σύμβασης για την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών· ή να αποτελεί σώρευση διαφόρων μέτρων συμπεριλαμβανομένων παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η οποία να είναι αρκούντως σοβαρή ούτως ώστε να θίγεται ένα άτομο κατά τρόπο αντίστοιχο με τον αναφερόμενο στο στοιχείο».

Προχωρώντας στην εξέταση της πιθανότητας υπαγωγής του Αιτητή στο προσφυγικό καθεστώς, επισημαίνω ότι σύμφωνα με τις ανωτέρω πληροφορίες,  δεν συνάγεται από την εξατομικευμένη αξιολόγηση των στοιχείων του ανωτέρω ότι θα υποβληθεί σε πράξεις ή συμπεριφορές που να εμπίπτουν σε πράξεις δίωξης ως αυτές ορίζονται στο άρθρο 3Γ(1)(β) του περί Προσφύγων Νόμου.

Ως προς το θέμα δε της πιθανότητας αναγνώρισης της συμπληρωματικής προστασίας στο πρόσωπο του Αιτητή, επισημαίνω τα εξής. Συμπληρωματική προστασία, δίδεται όταν ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα ιθαγένειας του.

Για τη διαπίστωση αυτού του πραγματικού κινδύνου θα πρέπει να υπάρχουν, όπως ρητά προνοεί το άρθρο 19(1), «ουσιώδεις λόγοι».  Περαιτέρω, σοβαρή βλάβη ή σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη κατά το εδάφιο (2) του άρθρου 19, σημαίνει (α) θανατική ποινή ή εκτέλεση ή (β) βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του αιτητή στη χώρα καταγωγής του ή (γ) σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.

Στην προκειμένη περίπτωση, φρονώ ότι από το προαναφερόμενο ιστορικό και δεδομένου ότι ο Αιτητής δεν επικαλείται ειδικώς, ότι ενόψει των προσωπικών του περιστάσεων, πιθανολογείται να εκτεθεί σε κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής [Βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψη 32)], δεν προκύπτει ότι αυτός διατρέχει κίνδυνο σοβαρής βλάβης, λόγω θανατικής καταδίκης ή εκτέλεσης, βασανιστηρίων, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του [βλ άρθρο 19(2)(α) και (β) περί Προσφύγων Νόμου]. Εξ ου και θα εξεταστεί η πιθανότητα υπαγωγής του στο εδάφιο (γ).

Αρχίζοντας από το στοιχείο της ένοπλης σύρραξης, σχετική είναι η υπόθεση του ΔΕΕ C – 285/12 Aboubacar Diakite κατά Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides:

«Συνεπώς, στο υποβληθέν ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας έχει την έννοια ότι η ύπαρξη εσωτερικής ένοπλης συρράξεως πρέπει να γίνεται δεκτή, όσον αφορά την εφαρμογή της διατάξεως αυτής, όταν οι τακτικές δυνάμεις ενός κράτους συγκρούονται με μία ή περισσότερες ένοπλες ομάδες ή όταν δύο ή περισσότερες ένοπλες ομάδες συγκρούονται μεταξύ τους, χωρίς να είναι αναγκαίο να είναι δυνατός ο χαρακτηρισμός της συρράξεως αυτής ως ένοπλης συρράξεως που δεν έχει διεθνή χαρακτήρα, υπό την έννοια του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου, και χωρίς η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργανώσεως των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων ή η διάρκεια της συρράξεως να αποτελεί αντικείμενο αυτοτελούς εκτιμήσεως σε σχέση με την εκτίμηση του βαθμού βίας που δεσπόζει στην οικεία επικράτεια.»

(η έμφαση είναι του παρόντος Δικαστηρίου)

Σε σύμπνοια με τα ευρήματα των Καθ’ων η Αίτηση, διαπιστώνω ότι στις αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν, απ’ όπου ο Αιτητής κατάγεται, υφίσταται ένοπλη σύρραξη, καθ’ ότι οι κυβερνητικές δυνάμεις της χώρας συγκρούονται με διάφορες αυτονομιστικές οργανώσεις για τουλάχιστον 7 χρόνια, ως διαφαίνεται από τις ανωτέρω παρατεθείσες πληροφορίες από την χώρα καταγωγής. Παρ’ όλα αυτά, η ύπαρξη ένοπλης σύρραξης δεν είναι αρκετή για την υπαγωγή του Αιτητή στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας. Πρέπει επίσης να προσδιοριστεί εάν ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει σοβαρή και εξατομικευμένη απειλή κατά της ζωής  εξαιτίας αδιάκριτης βίας, η οποία να προκύπτει από την πιο πάνω αναφερόμενη ένοπλη σύρραξη.

Στην υπόθεση του ΔΕΕ Elgafaji C-465/07 κατά Staatssecretaris van Justitie, καθορίστηκε ότι:

«35 […] η κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας βλάβη, καθόσον συνίσταται σε «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» του αιτούντος, αναφέρεται σε ένα γενικότερο κίνδυνο βλάβης.

34      Συγκεκριμένα, η βλάβη αυτή αφορά, ευρύτερα, «απειλή […]κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» αμάχου και όχι συγκεκριμένες πράξεις βίας. Επιπροσθέτως, η απειλή αυτή είναι συμφυής με μια γενική κατάσταση «διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης». Τέλος, η βία από την οποία προέρχεται η εν λόγω απειλή χαρακτηρίζεται ως «αδιακρίτως» ασκούμενη, όρος που σημαίνει ότι μπορεί να επεκταθεί σε άτομα ανεξαρτήτως των προσωπικών περιστάσεών τους.

35      Στο πλαίσιο αυτό, ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας.

[…]

39      Συναφώς, πρέπει να διευκρινισθεί ότι όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας.»

(η έμφαση είναι του παρόντος Δικαστηρίου)

Σύμφωνα με την πλέον πρόσφατη απόφαση του ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.6.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland αναφορικά με το άρθρο 15γ της Οδηγίας 2011/95 «το άρθρο 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι απαγορεύει την ερμηνεία εθνικής ρυθμίσεως, σύμφωνα με την οποία, όταν ένας άμαχος δεν αποτελεί ειδικά στοχοποιημένο πρόσωπο λόγω ιδιαίτερων προσωπικών περιστάσεων, η διαπίστωση σοβαρής και ατομικής απειλής για τη ζωή ή το πρόσωπο του εν λόγω πολίτη λόγω "αδιάκριτης βίας σε καταστάσεις ... ένοπλης συγκρούσεως", κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, εξαρτάται από την προϋπόθεση ότι η αναλογία μεταξύ του αριθμού των θυμάτων στη σχετική περιοχή και του συνολικού αριθμού των ατόμων που απαρτίζουν τον πληθυσμό της περιοχής αυτής αγγίζει ένα καθορισμένο όριο» (σκέψη 37).

Περαιτέρω έκρινε ότι «το άρθρο 15, στοιχείο γ', της οδηγίας 2011/95 έχει την έννοια ότι, προκειμένου να διαπιστωθεί αν υφίσταται "σοβαρή και ατομική απειλή", κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, απαιτείται συνολική εκτίμηση όλων των περιστάσεων της συγκεκριμένης περιπτώσεως, ιδίως εκείνων που χαρακτηρίζουν την κατάσταση της χώρας καταγωγής του αιτητή» (σκέψη 45). Ως επιμέρους στοιχεία που ενδεχομένως θα μπορούσαν να ληφθούν υπ' όψιν προτείνονται τα εξής: η ένταση των ένοπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκόμενων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύγκρουσης, καθώς και άλλα όπως η γεωγραφική έκταση της περιοχής όπου εκδηλώνεται αδιάκριτη βία, ο πραγματικός προορισμός του αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στη σχετική χώρα ή περιοχή και οι δυνητικά στοχευμένες επιθέσεις κατά αμάχων που πραγματοποιούνται από τα μέρη της σύγκρουσης (βλ. σκέψη 43).

Σε σχέση με τα πρόσφατα περιστατικά ασφαλείας, για το πρώτο τετράμηνο του 2024, που καταγράφηκαν στη νότιο-δυτική περιφέρεια η οποία σύμφωνα με προβλέψεις έχει πληθυσμό 1.5 εκατομμύρια κατοίκους[21] και καλύπτει 24,571 τετραγωνικά χιλιόμετρα γης,[22] όπου υπάγεται η περιοχή Meme, σύμφωνα με την ACLED, καταγράφηκαν 227 περιστατικά με 140 απώλειες ανθρωπίνων ζωών.[23] Σε συλλογή πληροφοριών από την EUAA, με περίοδο αναφοράς τον Ιανουάριο – Σεπτέμβριο του 2023, καταγράφηκαν τα εξής περιστατικά:[24]

Στις 4 Ιανουαρίου 2023, τρεις άνθρωποι σκοτώθηκαν και δέκα τραυματίστηκαν κατά τη διάρκεια επιδρομής αυτονομιστών στο Bache, ένα χωριό στην Akwaya. Στις 10 Φεβρουαρίου 2023, άγνωστοι ένοπλοι επιτέθηκαν σε εργάτες σε φυτεία μπανάνας στο Τίκο, προκαλώντας τουλάχιστον 5 θανάτους και τραυματισμούς. Σύμφωνα με την οργάνωση Danish Refugee Council, ένοπλες ομάδες επιτέθηκαν στους εργάτες «για την αποτυχία σεβασμού του επιβληθέντος lockdown κατά του ορεινού αγώνα». Επίσης, στις 25 Φεβρουαρίου 2023, 19 άτομα, μεταξύ των οποίων εννέα αθλητές, τραυματίστηκαν σε έκρηξη κατά τη διάρκεια αθλητικής εκδήλωσης στην πόλη Buea, ενώ την 1η Μαΐου 2023, έξι άνθρωποι σκοτώθηκαν και αρκετοί τραυματίστηκαν κατά τη διάρκεια στρατιωτικής επιδρομής στο χωριό Mamu. Στις 7 Σεπτεμβρίου 2023 δε, ένοπλοι μαχητές σταμάτησαν αυτοκίνητα, πυροβόλησαν κατά επιβατών και έστησαν οχήματα καίγονται στο χωριό Muea, σκοτώνοντας τρία άτομα. Στις 29/01/2024, στην Buea, αυτονομιστές, διέπραξαν ένοπλη επίθεση ως αντίδραση στην ανυπακοή κατά των μέτρων επιβολής των ‘ghost towns’ που σκοπεύει στην καταστολή οικονομικών δραστηριοτήτων.[25]

Ειδικότερα ως προς την περιοχή Meme, με πληθυσμό 326,734 (κατά το 2005) και γεωγραφική έκταση 3,105 τετραγωνικά χιλιόμετρα,[26] αναφέρεται ότι κατά την περίοδο Ιανουαρίου – Μαρτίου 2023 επηρεάστηκε το περισσότερο από τις δραστηριότητες μη – κυβερνητικών ενόπλων οργανώσεων, με κάποια από τα περιστατικά να αφορούν σε αυθαίρετες συλλήψεις, σωματική βία, απαγωγές ή εξαναγκαστικές εξαφανίσεις, βασανιστήρια ή απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση.[27] Για την περίοδο 24/05/23 – 24/05/24, παρατίθενται ενδεικτικά από την βάση δεδομένων ACLED,[28] τα εξής περιστατικά σε περιοχές[29] που ανήκουν στην περιοχή Meme. Στην περιοχή Ediki, στις 2 Δεκεμβρίου 2023, οι Δυνάμεις Αποκατάστασης της Αμπαζονίας απήγαγαν μια γυναίκα γύρω από το Ediki (Kumba 3, Meme, Sud-Ouest)  κατηγορώντας την για συνεργασία με τις κυβερνητικές δυνάμεις, ενώ στις 6 Δεκεμβρίου 2023, οι Δυνάμεις Αποκατάστασης της Αμπαζονίας απήγαγαν τον διευθυντή ενός Κυβερνητικού Λυκείου από όχημα δημόσιας συγκοινωνίας. Σύμφωνα με την ίδια πηγή, στις 29 Νοεμβρίου 2023, στην ίδια περιοχή αυτονομιστές της Ambazonia αναχαίτησαν και κράτησαν όμηρους περισσότερους από 20 πολίτες που διέσχιζαν με μοτοσικλέτες γύρω από το Endiki. Στο Malende, στις 19 Αυγούστου 2023, οι αυτονομιστές της Ambazonia απήγαγαν 3 οδηγούς οχημάτων δημόσιας συγκοινωνίας μαζί με άγνωστο αριθμό επιβατών κατά μήκος του δρόμου Buea-Kumba στο Malende, (Meme, Sud-Ouest) για άγνωστους λόγους με τα οχήματα να έχουν εγκαταλειφθεί κατά μήκος του δρόμου. Στην ίδια περιοχή κατά τον Αύγουστο και Δεκέμβριο του 2023, αυτονομιστικές οργανώσεις έστηναν ενέδρες σε κυβερνητικές δυνάμεις. Οι αυτονομιστές κατηγόρησαν τους πολίτες για συνεργασία με τις στρατιωτικές δυνάμεις. Στις 29 Μαρτίου 2024, αυτονομιστές από το SOCADEF απήγαγαν 3 αναβάτες εμπορικών μοτοσυκλετών από τις ιδιωτικές τους κατοικίες στην οδό Farm Road στο Φιάνγκο (Kumba 3, Meme, Sud-Ouest) επειδή δεν σεβάστηκαν το μέτρο του ‘ghost town’ που επιβλήθηκε από τους αυτονομιστές τη Δευτέρα. Αναφέρεται επίσης ότι στην πόλη Kumba εντοπίστηκαν 27 περιστατικά και 13 απώλειες, 20 εκ των οποίων αφορούν σε επιθέσεις κατά αμάχων και αφορούσαν σε απαγωγές αμάχων, απειλές και δολοφονίες επειδή οι πολίτες είχαν παραβιάσει την επιβολή των ‘ghost towns’, επιθέσεις κατά του εκπαιδευτικού προσωπικού, μια επίθεση από κυβερνητικές δυνάμεις αλλά και μάχες ανάμεσα στις κυβερνητικές δυνάμεις ασφαλείας και τους αυτονομιστές. Στην πόλη Diffa εντοπίστηκαν 5 περιστατικά με 3 απώλειες, με τις απώλειες να προκύπτουν από περιστατικό τον Ιούνιο του 2023 όπου οι κρατικές δυνάμεις ασφαλείας συμμετείχαν σε ένοπλη σύγκρουση με αυτονομιστές με την κατάληξη ένας αυτονομιστής και 2 άμαχοι να έχουν σκοτωθεί. Επίσης, ένα παιδί ενός έτους παρασύρθηκε από τους στρατιώτες. Σημειώνεται ότι στο Pete Bakundu, δεν εντοπίστηκαν περιστατικά ασφαλείας. Σε έτερη πηγή, με περίοδο αναφοράς τον Ιανουάριο του 2023 μέχρι τον Φεβρουάριο του 2024, αναφέρθηκε ότι 4187 άτομα εκτοπίστηκαν από το Meme.[30]

Εκ των ανωτέρω πληροφοριών που παρατέθηκαν, παρά την ύπαρξη σοβαρών περιστατικών ασφαλείας που προκύπτουν από την ένοπλη σύρραξη διαπιστώνω ότι δεν προκύπτει ότι συντρέχει αδιακρίτως ασκούμενη βία στον τελευταίο τόπο διαμονής του Αιτητή, ο βαθμός της οποίας να είναι τόσο υψηλός, ώστε να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμηθεί ότι ο Αιτητής, ακόμα κι αν υποτεθεί ότι θα επιστρέψει στη συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί στην εν λόγω απειλή [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94 Elgafaji, σκέψη 43].

Επιπλέον, δεν διαπιστώνεται οποιοδήποτε άλλο στοιχείο στο προφίλ του Αιτητή που θα μπορούσε να μειώσει το απαιτούμενο επίπεδο βίας. Λαμβάνω υπόψη την γεωγραφική έκταση της περιοχής Meme, το γεγονός ότι οι επιθέσεις από τους αυτονομιστές διενεργούνται συνήθως με στόχο άτομα τα οποία οι αυτονομιστές θεωρούν ως συνεργάτες με κυβερνητικές δυνάμεις ή ανήκουν σε εκπαιδευτικά ιδρύματα ή παραβαίνουν τις εντολές για τα ‘ghosttowns’, καθώς και τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, ήτοι ότι δεν αντιμετωπίζει οποιοδήποτε πρόβλημα υγείας που θα αύξανε σημαντικά το ρίσκο του συγκριτικά με τον μέσο πληθυσμό και, συνεπώς, θεωρείται ότι μπορεί να προστατευθεί αποτελεσματικά σε περίπτωση που λάβει χώρα κάποιο περιστατικό ασφαλείας. Κατά τα λοιπά  συνεπώς, στην βάση των πληροφοριών από την χώρα καταγωγής, αλλά και τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή δεν αποδεικνύεται ότι ο Αιτητής θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεως του και δεν πληρούνται στο πρόσωπο του οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας με βάση το άρθρο 19 του Περί Προσφύγων Νόμου.

Υπό το φως των όσων έχω αναφέρει ανωτέρω, αλλά και των σχετικών διατάξεων του Νόμου, κρίνω ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων και ότι η περίπτωσή του δεν πληρούσε τις υπό του Νόμου προβλεπόμενες προϋποθέσεις για αναγνώριση του καθεστώτος του πρόσφυγα, σύμφωνα με το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου. Περαιτέρω, φρονώ ότι δεν υφίσταται περιθώριο για χορήγηση καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας (άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου), αφού από τα στοιχεία που προσκόμισε ο Αιτητής δεν προκύπτει να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς της, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη.

Συντάσσομαι με την τελική κατάληξη της διοίκησης ότι τα γεγονότα της υπό εξέταση περίπτωσης δε στοιχειοθετούσαν τις αναγκαίες προϋποθέσεις για να αναγνωριστεί στον Αιτητή το καθεστώς του πρόσφυγα, ως προβλέπεται στα άρθρα 3-3Δ του Νόμου, αφού δεν τεκμηριώθηκε βάσιμος φόβος δίωξης, για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, ούτε το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας που προβλέπεται στο άρθρο 19 του Νόμου, αφού αυτός «δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο ότι θα υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη, ως καθορίζεται στο άρθρο 19(2)». Θεωρώ δε ότι οι Καθ' ων η αίτηση συνεκτίμησαν και αξιολόγησαν όλα τα στοιχεία που είχαν ενώπιον τους, προτού καταλήξουν στην προσβαλλόμενη απόφαση και υπήρξε ικανοποιητική αιτιολόγηση, ενώ το περιεχόμενο της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου συμπληρώνεται από την αιτιολογημένη εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού στην οποία αναφέρονται οι λόγοι της απόρριψης του αιτήματος (άρθρο 29 του Ν. 158 (Ι)/1999, Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1171 και Διογένους ν. Δημοκρατίας (1999) 4 Α.Α.Δ., 371).

Δια τους λόγους που πιο πάνω αναφέρονται η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με έξοδα €1000 υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον του Αιτητή.

 

Δ. ΚΑΤΣΑΡΙΔΗΣ Δ.Δ.Δ.Δ.Π



[1] Οδηγία 2011/95/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011 , σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας (αναδιατύπωση)

[2] Judgment of the Court (First Chamber), 22 November 2012 M. M. v Minister for Justice, Equality and Law υποσημείωση 82, σκέψη 65

[3] (βλ. WILLIAM CRISANTHA MAL FRANCIS KARUNARATHNA ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ κ.α, Υπόθεση Αρ. 1875/2008, 1 Μαρτίου 2010).

[4] European Asylum Support OfficeEASO, ‘Δικαστική ανάλυση – Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου’, 2018, σελ. 132 - 135

[5] RULAC, ‘Cameroon’, Last Updated 21 January 2021, https://www.rulac.org/browse/countries/cameroon, ημερ. πρόσβασης 03/06/2024

[6] Deutsche Welle (DW), ‘Who are Cameroon’s ‘Ambazonia’ secessionists?’, 30 September 2019,

[7] Ως οι πληροφορίες εντοπίζονται στην συλλογή πληροφοριών που καταρτίστηκε από την Ευρωπαική Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο: EUAA – European Union Agency for Asylum (formerly: European Asylum Support Office, EASO): Cameroon; Forced recruitment [Q17-2021], 29 June 2021, p. 2, https://www.ecoi.net/en/file/local/2054738/2021_06_EASO_COI_Query_Cameroon_forced+recruitment.pdf  (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 03/06/2024)

[8] The New Humanitarian, ‘Cameroon’s anglophone war, part 2: Inside the separatist conflict’, 2 August 2018, https://www.thenewhumanitarian.org/special-report/2018/08/02/cameroon-s-anglophone-war-part-2-inside-separatist-conflict, ημερ. πρόσβασης 03/06/2024

[9] Human Rights Watch (HRW), ‘They Are Destroying Our Future: Armed Separatist Attacks on Students, Teachers, and Schools in Cameroon’s Anglophone’, December 2021, https://www.hrw.org/sites/default/files/media_2021/12/cameroon1221_web.pdf, σελ. 34, 48, ημερ. Πρόσβασης 03/06/2024

[10] Bertelsmann Stiftung Transformation Index (BTI), ‘BTI 2024 Country Report: Cameroon’, 2024, https://www.ecoi.net/en/file/local/2105824/country_report_2024_CMR.pdf, σελ. 26, ημερ. πρόσβασης 03/06/2024

[11] AI, Joint Declaration: Cameroon's Universal Periodic Review provides an Opportunity to call on the Cameroon Authorities to protect Human Rights in the Anglophone Regions, 13 November 2023, https://www.amnesty.org/en/wp-content/uploads/2023/11/AFR1774082023ENGLISH.pdf, ημερ. πρόσβασης 03/06/2024

[12] R2P, ‘Cameroon’, 29 February 2024, https://www.globalr2p.org/countries/cameroon/, ημερ. πρόσβασης 03/06/2024

[13] CHRDA, The Human Rights Situation Of The North West, South West And Far North Regions Of Cameroon For The Third Quarter (July-September) Of 2023 (Summary Report), 9 December 2023, https://www.chrda.org/wp-content/uploads/2023/12/THIRD-QUARTER-REPORT-FINAL-COPY.pdf, σελ. 27 – 28, ημερ. πρόσβασης 03/06/2024

[14] Οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Κανονισμοί του 2019 (3/2019), Άρθρα 2 7 και 10 

[15] OCHA, “Cameroon: North-West and South-West, Situation report n° 52, March 2023” available at: https://reliefweb.int/report/cameroon/cameroon-north-west-and-south-west-situation-report-no-52-march-2023 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 22/08/2023)

[16] AI – Amnesty International (Author): With or against us: People of the North-West region of Cameroon caught between the army, armed separatists and militias [AFR 17/6838/2023], July 2023
https://www.ecoi.net/en/file/local/2094320/AFR1768382023ENGLISH.pdf σελ. 12 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 22/08/2023)

[17] United Nations Security Council, ‘The situation in Central Africa and the activities of the United Nations Regional Office for Central Africa’, 30 November 2023, https://www.ecoi.net/en/file/local/2102170/N2336753.pdf, παρ. 20, ημερ. πρόσβασης 03/06/2024

[18] United Nations Security Council, ‘The situation in Central Africa and the activities of the United Nations Regional Office for Central Africa’, 30 November 2023, https://www.ecoi.net/en/file/local/2102170/N2336753.pdf, παρ. 21, ημερ. πρόσβασης 03/06/2024

[19] AI, Cameroon: With or against us: People of the North-West region of Cameroon caught between the army,  armed separatists and militias, 4 July 2023, https://www.amnesty.org/en/wp-content/uploads/2023/07/AFR1768382023ENGLISH-1.pdf%20published%204%20July%202023, ημερ. πρόσβασης 03/06/2024

[20] GCR2P, Cameroon – Population at risk, 31 August 2023, https://www.globalr2p.org/countries/cameroon/, ημερ. πρόσβασης 03/06/2024

[21] City Population, ‘Cameroon’, https://www.citypopulation.de/en/cameroon/cities/, ημερ. πρόσβασης 03/06/2024

[23] ACLED, ‘Cameroon, First Quarter 2024’, σελ. 4, https://www.ecoi.net/en/file/local/2109641/2024q1Cameroon_en.pdf, ημερ. πρόσβασης 03/06/2024

[24] EUAA, ‘Security situation in the Far North, Northwest and Southwest regions’, 11 October 2023, https://coi.euaa.europa.eu/administration/easo/PLib/2023_10_EUAA_COI_Query%20_Response_Q44_Cameroon_Security_situation.pdf, ημερ. πρόσβασης 03/06/2024

[25] Federal Office for Migration and Refugees (BAMF), ‘ Briefing Notes Group 62 – Information Centre for Asylum and Migration’, 12 February 2024, https://www.bamf.de/SharedDocs/Anlagen/EN/Behoerde/Informationszentrum/BriefingNotes/2024/briefingnotes-kw07-2024.pdf?__blob=publicationFile&v=3, ημερ. πρόσβασης 03/06/2024

[26] Ciy Population, ‘Meme’, https://www.citypopulation.de/en/cameroon/admin/1005__meme/, ημερ. πρόσβασης 03/06/204

[27] DRC, Cameroon: Protection Monitoring Quarterly Report; Southwest Cameroon; January - March 2023, 7 July 2023, σελ. 12, 13, ημερ. πρόσβασης 03/06/2024

[28]ACLED – Με παραμέτρους έρευνας Cameroon Sud Ouest, 24/05/23 – 24/05/23 https://dashboard.api.acleddata.com/#/dashboard

[29]   DRC, Cameroon: Protection Monitoring Quarterly Report; Southwest Cameroon; January - March 2023, 7 July 2023, σελ. 12, 13, ημερ. πρόσβασης 03/06/2024

[30] GPC - Global Protection Cluster: Protection Incident Trend Analysis: February 2024, 15 May 2024
https://www.globalprotectioncluster.org/sites/default/files/2024-05/protection_cluster_key_updates_-_nwsw_cameroon_july23_-_feb24.pdf , ημερ. πρόσβασης 03/06/2024


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο