
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση Αρ.: 4222/22
26 Ιουνίου, 2024
[ Δ. ΚΑΤΣΑΡΙΔΗΣ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
I.F.I
Αιτητής
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η αίτηση
........
Μ. Χριστοφορίδου (κα), για Δημήτριος Α. Παυλίδης και Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε, Δικηγόροι για τον Αιτητή
Θ. Παπανικολάου (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Δ. ΚΑΤΣΑΡΙΔΗΣ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Με την υπό εξέταση προσφυγή, ο Αιτητής αιτείται δήλωση και/ή απόφαση και/ή διάταγμα του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των Καθ’ων η Αίτηση που κοινοποιήθηκε και/ή γνωστοποιήθηκε στον Αιτητή με την επιστολή ημερομηνίας 16/06/2022, αυθημερόν με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση του Αιτητή για παροχή Διεθνούς Προστασίας δυνάμει του Άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 με την αιτιολογία ότι δεν πληροί ο Αιτητής τις απαιτούμενες από το Νόμο προϋποθέσεις είναι άκυρη, αντισυνταγματική, παράνομη και στερείται κάθε νόμιμου αποτελέσματος.
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Όπως προκύπτει από την Ένσταση που καταχωρήθηκε από την ευπαίδευτη συνήγορο που εκπροσωπεί τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, τα γεγονότα της υπό εξέταση περίπτωσης έχουν ως κατωτέρω:
Ο Αιτητής είναι υπήκοος Καμερούν και συμπλήρωσε αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας στις 31/08/2021. Στις 19/04/2022, πραγματοποιήθηκε συνέντευξη από λειτουργό του Οργανισμού Ασύλου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUAA πρώην EASO – στο εξής λειτουργός EUAA). Στις 13/05/2022, αρμόδια λειτουργός EUAA ετοίμασε Έκθεση και Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου σχετικά με την συνέντευξη του Αιτητή. Στη συνέχεια, ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου ενέκρινε την εισήγηση για απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή στις 16/06/2022. Στις 16/06/2022, η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε απορριπτική επιστολή μαζί με την αιτιολόγηση της απόφασης της σχετικά με το αίτημα του Αιτητή, η οποία παραλήφθηκε και υπογράφτηκε ιδιοχείρως από τον Αιτητή αυθημερόν. Η τελευταία αυτή απόφαση, αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής, η οποία καταχωρήθηκε μέσω του συνηγόρου του Αιτητή στις 08/07/2022.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Ο συνήγορος του Αιτητή, στην προσφυγή την οποία κατέθεσε παραθέτει πλείονες λόγους ακύρωσης, αρκετοί από τους οποίους δεν συνοδεύονται από σαφή αιτιολογία ή παραπομπή σε συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά ή στοιχεία του διοικητικού φακέλου. Στο πλαίσιο της γραπτής του αγόρευσης, ο Αιτητής δια μέσω των συνηγόρων του σχολιάζει τα σημεία της συνέντευξης στα οποία ο Αιτητής κρίθηκε αναξιόπιστος. Περαιτέρω, επιχειρηματολογεί ότι οι Καθ’ων η Αίτηση δεν εξέτασαν επαρκώς την αίτηση του, ήτοι εκτιμώντας τα γεγονότα και την αξιοπιστία του αιτούντος άσυλο σε συνάρτηση με τις αρχές και τα κριτήρια για τον καθορισμό του καθεστώτος του πρόσφυγα, κάνοντας αναφορά στον περί Προσφύγων Νόμο, την Οδηγία 2004/38/ΕΚ, την Οδηγία 2013/32/ΕΕ, την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και το Εγχειρίδιο για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες. Έτι περαιτέρω, οι συνήγοροι του Αιτητή προωθούν τον ισχυρισμό ότι οι Καθ’ ων η Αίτηση δεν διερεύνησαν επαρκώς το ενδεχόμενο ο Αιτητής να δικαιούται να υπαχθεί στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, παραθέτοντας επίσης πληροφορίες από την χώρα καταγωγής του. Παραθέτει, με αναφορά σε νομολογία, ότι δεν διεξήχθη η δέουσα έρευνα, δεν δόθηκε επαρκής αιτιολογία ενώ υφίσταται πλάνη στην απόφαση των Καθ’ων η Αίτηση.
Από την πλευρά τους οι Καθ' ων η αίτηση υπεραμύνονται της νομιμότητας της επίδικης πράξης, ισχυριζόμενοι ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αποτέλεσμα ενδελεχούς έρευνας, ορθής αξιολόγησης των στοιχείων και ορθής εφαρμογής του Νόμου. Περαιτέρω, αντιτείνουν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι δεόντως αιτιολογημένη και δεν υπήρχε οποιαδήποτε νομική ή πραγματική πλάνη από παρερμηνεία ή λανθασμένη εκτίμηση των στοιχείων που ο Αιτητής είχε θέσει ενώπιον των αρμοδίων οργάνων. Περαιτέρω υποβάλλουν ότι ο Αιτητής με τους ισχυρισμούς που προβάλλει δεν έχει καταφέρει να αποσείσει το βάρος απόδειξης και δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο λόγο δίωξης για φυλετικούς, θρησκευτικούς λόγους, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή αντιλήψεων. Καταλήγοντας υποβάλλουν ότι ο Αιτητής απέτυχε να αποδείξει ότι συντρέχει οποιοσδήποτε νόμιμος λόγος που να δικαιολογεί την επέμβαση του Δικαστηρίου και ότι η προσφυγή πρέπει να απορριφθεί ως νόμο και ουσία αβάσιμη.
ΚΑΤΑΛΗΞΗ
Καταρχάς και σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, οι λόγοι προσφυγής που δεν αναπτύσσονται στο πλαίσιο της αγόρευσης του εκάστοτε αιτητή θεωρούνται ως εγκαταλειφθέντες. Το ίδιο ισχύει και με τους λόγους σε σχέση με τους οποίους δεν προβάλλεται οποιαδήποτε επιχειρηματολογία προς υποστήριξή τους. (Βλ. συναφώς Υπόθεση Αρ. 692/89, Level Tachexcavs Ltd v. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λευκωσίας, ημερ. 17.12.1990, (1990) 3 ΑΑΔ 4407, Α.Ε. Αρ. 2421, Kokos Athanasiou Motors Ltd v. Δημοκρατίας, ημερ. 24.1.2020 (2000) 3 ΑΑΔ 21, Υπόθεση Αρ. 1073/2004, Γεωργίας Αντωνίου κ.α. ν. Δημοκρατίας, μέσω Εφόρου Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, ημερ. 6.2.2007).
Υπό το φως της πιο πάνω νομολογίας, όλοι οι λόγοι προσφυγής που αναφέρονται ως τίτλοι στο πλαίσιο του δικογράφου της προσφυγής και δεν προωθούνται με τη γραπτή αγόρευση του Αιτητή θεωρούνται ως εγκαταλειφθέντες. Το ίδιο ισχύει και με τους λόγους σε σχέση με τους οποίους δεν προβάλλεται οποιαδήποτε επιχειρηματολογία προς υποστήριξή τους. (Βλ. συναφώς Υπόθεση Αρ. 692/89, Level Tachexcavs Ltd v. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λευκωσίας, ημερ. 17.12.1990, (1990) 3 ΑΑΔ 4407, Α.Ε. Αρ. 2421, Kokos Athanasiou Motors Ltd v. Δημοκρατίας, ημερ. 24.1.2020 (2000) 3 ΑΑΔ 21, Υπόθεση Αρ. 1073/2004, Γεώργιας Αντωνίου κ.α. ν. Δημοκρατίας, μέσω Εφόρου Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, ημερ. 6.2.2007).
Εν προκειμένω, ο Αιτητής στο πλαίσιο της γραπτής του αγόρευσης, προωθεί συγκεκριμένα ως λόγο ακύρωσης ότι η απόφαση των Καθ’ ων λήφθηκε χωρίς να διενεργηθεί η δέουσα έρευνα. Δια ταύτα κρίνω, ότι τα εγειρόμενα νομικά σημεία περί έλλειψης δέουσας έρευνας, μεταξύ των οποίων και η ελλιπής έρευνα σε συνάρτηση με τους ειδικούς ισχυρισμούς που εγείρει ο Αιτητής και τα γεγονότα που προβάλλει αναφορικά με την υποστήριξη των νομικών αυτών σημείων, αποτελούν επαρκή εξειδίκευση των υπό αναφορά νομικών σημείων που αυτή προωθεί (Βλ. συναφώς Μαρία Ευθυμίου ν. Ε.Δ.Υ., (1997) 3 ΑΑΔ 281, 14.7.1997). Αποτελεί βεβαίως διακριτό γεγονός το κατά πόσον οι ισχυρισμοί που εγείρονται και τα γεγονότα που προβάλλονται αναφορικά με τον πυρήνα του αιτήματός του για άσυλο, επαρκούν για την αναγνώριση καθεστώτος διεθνούς προστασίας και κατά πόσον αυτοί τεκμηριώνονται.
Ως προς τους πιο πάνω λόγους προσφυγής, είναι κρίσιμο και απαραίτητο να καταστεί αντιληπτό ότι η δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στο λυσιτελές της προβολής τέτοιων ισχυρισμών. Ειδικότερα, το παρόν Δικαστήριο ως δικαστήριο ουσίας δικάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιον του εξ αρχής, κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά προχωρεί παραπέρα και εξετάζει την ουσιαστική ορθότητα της επίδικης πράξεως (στο πλαίσιο πάντα που καθορίζουν οι ισχυρισμοί του εκάστοτε Αιτητή).
Ως εκ τούτου, θα προχωρήσω στην εξέταση του ισχυρισμού που προβάλλει ο συνήγορος του Αιτητή περί έλλειψης δέουσας έρευνας, λαμβανομένης και της εξουσίας του παρόντος Δικαστηρίου, όπου και σύμφωνα με τον περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμο του 2018, Ν.73(Ι)/2018, το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας έχει την εξουσία να εξετάσει την παρούσα υπόθεση επί της ουσίας. Το γεγονός αυτό, οφείλεται στο ότι η παρούσα υπόθεση αφορά αίτηση που χρονικά πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 11 (2) και (3) του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018, Ν.73(Ι)/2018, οι οποίες δίδουν στο Δικαστήριο την υποχρέωση ελέγχου της νομιμότητας και ορθότητας της πράξης.
Έχει πλειστάκις νομολογηθεί ότι η έκταση της έρευνας, ο τρόπος και η διαδικασία που ακολουθείται ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης. Περαιτέρω η έρευνα είναι επαρκής εφόσον εκτείνεται στη διερεύνηση κάθε γεγονότος που σχετίζεται με το θέμα που εξετάζεται. Το κριτήριο για την πληρότητα της έρευνας έγκειται στη συλλογή και τη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων τα οποία παρέχουν ασφαλή συμπέρασμα. (Βλέπε Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών κ.α., Α.Ε. 1518/1.11.96, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζάμπογλου, Α.Ε. 1575/14.7.97 , Α.Ε.2371,Motorways Ltd v Δημοκρατίας ημερ. 25/6/99).
Το Δικαστήριο στο πλαίσιο ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης εξετάζει κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκειται στην διακριτική ευχέρεια του αποφασίζοντος οργάνου και διαφέρει κατά περίπτωση.
(βλ. απόφαση αρ. 128/2008 JAMAL KAROU V Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 1 Φεβρουαρίου, 2010).
Σύμφωνα με τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου, ο οποίος καταχωρήθηκε ως Τεκμήριο 1 κατά το στάδιο των διευκρινίσεων στις 16/12/2023, ο Αιτητής κατά την συμπλήρωση της αίτησης διεθνούς προστασίας του κατέγραψε ότι εκείνος και η σύζυγος του εγκατέλειψαν την χώρα καταγωγής τους επειδή η κοινότητα τους τούς εκδίωξε εξαιτίας μιας πανάρχαιας παράδοσης, κατά την οποία οι Ohu (outcast) και οι Amadi (freeborn) δεν μπορούν να νυμφευθούν μεταξύ τους. Ο Αιτητής είναι ‘freeborn’ και η σύζυγος του είναι ‘outcast’, ωστόσο δεν γνώριζε ότι δεν δύνανται να παντρευτούν. Η σύζυγος του, στο μεταξύ, έμεινε έγκυος και ακολούθως, παρά τις ενστάσεις των γονέων του Αιτητή το ζεύγος τέλεσε τον γάμο του σε μια άλλη κοντινή κοινότητα. Κατόπιν, δύο μέρες αργότερα και όταν οι αρχηγοί της κοινότητας του Αιτητή πληροφορήθηκαν για τον γάμο, αποφάσισαν να εκδιώξουν το ζεύγος και να αποκλείσουν τον πατέρα του Αιτητή από διάφορες δραστηριότητες της κοινότητας. Εξ ου και ο πατέρας του Αιτητή τον αποκλήρωσε. Ακολούθως, ο Αιτητής και η σύζυγος του μετακόμισαν στην Abuja για να είναι ασφαλείς, ωστόσο η μητέρα του και η αδελφή του επισκέφθηκαν τη σύζυγο του και την και την έσπρωξαν στο πάτωμα προκαλώντας την αποβολή του παιδιού που κυοφορούσε. Ο Αιτητής ισχυρίστηκε επίσης ότι εξοστρακίστηκαν από την κοινότητα και απειλήθηκαν αναφέροντας πως εάν συνεχίσουν να είναι παντρεμένοι θα τους σκότωναν. Συνεπώς, νιώθοντας ότι δεν είναι ασφαλείς αποφάσισαν να κρυφτούν. Η σύζυγος του Αιτητή μετέβη σ’ ένα φιλικό σπίτι, ενώ ο Αιτητής είχε εγκαταλείψει τη Νιγηρία. Στην συνέχεια, η σύζυγος του τον ακολούθησε. Τέλος, δήλωσε ότι δεν μπορούν να επιστρέψουν στην χώρα τους για λόγους ασφαλείας.
Κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του, δήλωσε ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του στις 22/02/2020, διαμένοντας στο κατεχόμενο τμήμα της Δημοκρατίας, και εισήλθε στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές περί τον Αύγουστο του 2021. Δήλωσε ότι κατάγεται από την περιοχή Akegbe Ugwu, της πολιτείας Enugu. Είναι Χριστιανός και ανήκει στην εθνοτική ομάδα των Igbo. Ανέφερε επίσης ότι διαμένει με την σύζυγο του και το παιδί τους το οποίο γεννήθηκε στην Δημοκρατία στις 19/10/2021.
Περαιτέρω, κατέχει πανεπιστημιακό πτυχίο της επιστήμης των ηλεκτρονικών υπολογιστών, ομιλεί Αγγλικά και Igbo. Διέμενε σε διάφορες περιοχές της Νιγηρίας, αλλά ως τελευταίο τόπο διαμονής του δήλωσε την Abuja. Ως προς την οικογένεια του, δήλωσε ότι έχει τους γονείς του και τα 6 αδέρφια του και ορισμένα από τα μέλη της οικογένειας του διαβιούν στην πολιτεία Enugu, άλλοι στην Abuja και το Lagos και άλλοι εκτός Νιγηρίας. Προτού εγκαταλείψει την χώρα καταγωγής του εργαζόταν ως μηχανικός σε οικοδομές και πωλούσε αξεσουάρ τηλεφώνων. Ακολούθως, αναφορικά με την διαμονή του στις μη ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές ισχυρίστηκε ότι εργαζόταν σε διάφορες εργασίες και κατάφερνε να βγάζει τα προς το ζην και ακολούθως όταν η σύζυγος του κατέφθασε στο κατεχόμενο τμήμα της Δημοκρατίας προσπάθησαν να στήσουν μια επιχείρηση εκεί. Εν τέλει, κατόπιν συμβουλής αποφάσισαν να εισέλθουν στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές για να αναζητήσουν προστασία.
Ως προς τους λόγους που εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του, επανέλαβε τους λόγους που κατέγραψε στην αίτηση του, προσθέτοντας λεπτομέρειες επί των γεγονότων. Συγκεκριμένα, προσέθεσε ότι αντιλήφθηκε ότι η γυναίκα του είναι Amadi όταν οι γονείς του διερεύνησαν την γυναίκα που τους είπε ότι θέλει να παντρευτεί, ένα γεγονός που είναι συνηθισμένο στην κοινότητα του. Ακολούθως, ως προς το περιστατικό όπου η αδερφή του και η μητέρα του τους εντόπισαν στην Abuja, ισχυρίστηκε ότι η αδερφή του διέμενε εκεί και έμαθε που διέμεναν. Μαζί με την μητέρα της πήγαν στο σπίτι του ζεύγους όταν ο Αιτητής δεν ήταν εκεί και επιτέθηκαν στη σύζυγο του. Η σύζυγος του προσπάθησε να αμυνθεί αλλά την είχαν σύρει εκτός του σπιτιού. Τότε κάλεσε τον Αιτητή για βοήθεια, ο οποίος την μετέφερε στο γενικό νοσοκομείο της Abuja. Εκεί διαπιστώθηκε ότι είχε εσωτερική αιμορραγία και εν τέλει έχασε το παιδί. Όταν η σύζυγος του πήρε εξιτήριο συνειδητοποίησαν ότι δεν θα μπορούσαν πλέον να διαμένουν στη Νιγηρία ενώ είχαν λάβει και πολλές απειλές. Εξ ου και αποφάσισαν να εγκαταλείψουν τη χώρα. O Αιτητής είχε αναφερθεί επίσης σε περιστατικό που έλαβε χώρα μεταξύ του Ιουλίου 2019 – Φεβρουαρίου 2010, από αγνώστους, οι οποίοι, κατά τον Αιτητή, σχετίζονται με το πρόβλημα που αντιμετώπισε στην κοινότητα του. Αρχικά, ο Αιτητής επιθυμούσε να ταξιδέψει μαζί με την σύζυγο του, ωστόσο δεν ήταν δυνατό καθότι δεν είχαν την οικονομική ευχέρεια. Συνεπώς, αποφάσισαν όπως ο Αιτητής μεταβεί κάπου και εγκατασταθεί και θα ακολουθούσε η σύζυγος του. Ισχυρίστηκε δε ότι προτού ταξιδέψει οι απειλές που λάμβαναν συνεχίστηκαν και στην πόλη εκτός από το χωριό. Όπως δήλωσε, προσπάθησαν να καταγγείλουν τις απειλές στην Αστυνομία, ωστόσο τους ανέφεραν ότι δεν μπορούν να κάνουν οτιδήποτε καθότι αυτό είναι ένα θέμα που αφορά στην οικογένεια και την οικογένεια και είναι εκτός των καθηκόντων τους.
Ερωτηθείς τι φοβάται ότι θα συμβεί σε περίπτωση που επιστρέψει απάντησε ότι θα σκοτωθεί, αν όχι από μάγια από πιστόλι (‘if not by charm it will be by gun’).
Η λειτουργός ακολούθως έθεσε περισσότερες διευκρινιστικές ερωτήσεις για την παράδοση που ανέφερε ο Αιτητής, ερωτώντας τον πότε άκουσε γι’ αυτή την παράδοση για πρώτη φορά, τι ακριβώς περιλαμβάνει, την αντιμετώπιση που λαμβάνουν οι outcasts, εάν διαφέρουν από τους υπόλοιπους και εάν υπάρχουν άτομα που προσπάθησαν να εναντιωθούν σε αυτή την παράδοση. Ακολούθως, κλήθηκε να παραθέσει λεπτομέρειες αναφορικά με το καθεστώς της συζύγου του, την τελετή του γάμου τους και την αντίδραση της κοινότητας. Τέλος, η αρμόδια λειτουργός κάλυψε το θέμα των γεγονότων που ακολούθησαν τον γάμο.
Κληθείς ο Αιτητής να αναφέρει εάν θα μπορούσε να μετακομίσει και να εγκατασταθεί σε άλλο μέρος της Νιγηρίας με ασφάλεια, απάντησε αρνητικά. Κατά τους ισχυρισμούς του, εφόσον δεν κατάφερε να βρει προστασία στην πρωτεύουσα τότε δεν θα μπορούσε να έχει προστασία οπουδήποτε αλλού επειδή στη Νιγηρία επικρατεί παντού ανασφάλεια και αδικία σ’ ολόκληρη τη χώρα.
Στην συνέχεια, η αρμόδια λειτουργός εντόπισε και σχημάτισε συνολικά τρεις (3) ισχυρισμούς.
Ο πρώτος ισχυρισμός αφορά στην ταυτότητα, το υπόβαθρο του και την χώρα καταγωγής του Αιτητή. Ο δεύτερος αφορά στο ότι ο Αιτητής παντρεύτηκε μια γυναίκα που θεωρείται outcast και γι’ αυτό τον λόγο εξοστρακίστηκε από τα μέλη της κοινότητας του. Ο τρίτος ισχυρισμός αφορά στο ότι ο Αιτητής και η σύζυγος του εγκατέλειψαν το χωριό τους και τα μέλη της οικογένειας του επιτέθηκαν στην σύζυγο του ενόσω ήταν έγκυος προκαλώντας τον τερματισμό της εγκυμοσύνης.
Ως προς τον πρώτο ισχυρισμό, έγινε αποδεκτός. Θεωρήθηκε ότι ο Αιτητής ήταν συνεπής και λεπτομερείς στους ισχυρισμούς του σε σχέση με την ταυτότητα του, την εθνοτική του καταγωγή, το εκπαιδευτικό του υπόβαθρο, τις οικογενειακές του σχέσεις και τον τόπο τελευταίας διαμονής του, το οποίο καθορίστηκε ως η Abuja. Παράλληλα, οι πληροφορίες που παρείχε ήταν σε συνάρτηση με πληροφορίες από την χώρα καταγωγής. Συνεπώς, ο ισχυρισμός έγινε αποδεκτός.
Αναφορικά με τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, αυτός έτυχε απόρριψης. Αρχικά, ο Αιτητής θεωρήθηκε ότι ήταν εξοικειωμένος με το σύστημα της κάστας, εφόσον ήταν σε θέση να παραθέσει πώς εξελίχτηκε η πρακτική από το παρελθόν μέχρι σήμερα. Εντούτοις, κατά την λειτουργό, ο Αιτητής ήταν αόριστος και αντιφατικός ως προς το πώς πληροφορήθηκε ότι η γυναίκα του ήταν “outcast” καθότι αρχικά ανέφερε ότι η σύζυγος του δεν το έπαιρνε στα σοβαρά και αργότερα ισχυρίστηκε ότι δεν το ήξερε επειδή δεν γνωριζόντουσαν για πολύ καιρό. Επίσης, κατά την λειτουργό, δεν ήταν συνεπής στις απαντήσεις του αναφορικά με τον βαθμό στον οποίο η πρακτική συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Ακόμη, επειδή αρχικά ανέφερε ότι η οικογένεια του ήταν αντίθετη με τον γάμο του και αργότερα ισχυρίστηκε ότι οι γονείς του έλαβαν μέρος στο γάμο εξηγώντας ότι δεν ήταν αντίθετοι με τον γάμο αυτόν καθ’ αυτόν, αλλά επειδή η κοινότητα εναντιωνόταν, θεωρήθηκε αντιφατικός. Περαιτέρω, δεν τεκμηρίωσε τον ισχυρισμό ότι η κοινότητα τους προσπάθησε να τους σκοτώσει ή ότι τους απειλούσε μετά τον γάμο. Επιπρόσθετα, δεν παρείχε επαρκείς λεπτομέρειες αναφορικά με την επίθεση που δέχτηκε στην Abuja από αγνώστους, ούτε και έδωσε εύλογη εξήγηση ως προς το γιατί δεν κατήγγειλε το περιστατικό στην Αστυνομία. Ως εκ των ανωτέρω, θεωρήθηκε ότι η εσωτερική αξιοπιστία του Αιτητή πάσχει.
Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του Αιτητή και για την συνολική αξιολόγηση του ισχυρισμού, η αρμόδια λειτουργός ανέτρεξε σε πηγές σχετικές την πρακτική των Igbo αναφορικά με το σύστημα της κάστας των Osu (Ohu). Ακολούθως, εξηύρε πληροφορίες αναφορικά με την αντιμετώπιση των Osu / Ohu σήμερα. Παρότι οι εξωτερικές πηγές επιβεβαιώνουν την ύπαρξη των κοινωνικών στερεοτύπων και πρακτικών που σχετίζονται με την περιθωριοποίηση των Osu και τον γάμο τους με άτομα από άλλες κάστες, τα προσωπικά βιώματα και περιστατικά που περιέγραψε ο Αιτητής δεν θα μπορούσαν να επιβεβαιωθούν από τις πηγές εξωτερικές πληροφόρησης. Περαιτέρω δε, το πιστοποιητικό γάμου που κατατέθηκε από τον Αιτητή δεν θα μπορούσε να τεκμηριώσει τις κατ’ ισχυρισμό επιθέσεις και απειλές που δέχτηκε. Συνεπώς, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε στο σύνολο του.
Ακολούθως, παρ’ ότι φαίνεται να έχει σχηματιστεί και τρίτος ουσιώδης ισχυρισμός, εν τέλει η αρμόδια λειτουργός δεν ανέπτυξε τον εν λόγω ισχυρισμό.
Κατά την αξιολόγηση κινδύνου λήφθηκε υπόψη ο αποδεχθείς πρώτος ουσιώδης ισχυρισμός, η λειτουργός προχώρησε να εξετάσει την κατάσταση ασφαλείας τόσο στην Abuja, όσο και στην πολιτεία Enugu σημειώνοντας ότι δεν υφίσταται οποιαδήποτε ένοπλη σύρραξη σε καμία από τις δυο πολιτείες. Περαιτέρω, χωρίς όμως να εντοπιστούν στοιχεία σε σχέση με την ταυτότητα και το προφίλ του που να αυξάνουν τον κίνδυνο να υποβληθεί σε μεταχείριση που να ισοδυναμεί σε δίωξη ή σοβαρή βλάβη.
Κατόπιν, κατά τη νομική ανάλυση, κρίθηκε ότι με βάση τις δηλώσεις του αιτούντος, το προσωπικό προφίλ και την εκτίμηση κινδύνου, συνάχθηκε ότι δεν καθορίστηκε κανένας φόβος δίωξης με βάση την εθνικότητα, τη πολιτική πεποίθηση, τη φυλή, τη θρησκεία, ή την ιδιότητα του μέλους σε μια συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα και ως εκ τούτου απορρίφθηκε η υπαγωγή του στο προσφυγικό καθεστώς.
Ως προς το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, απορρίφθηκε το ενδεχόμενο όπως ο Αιτητής τύχει μεταχείρισης που να εμπίπτει στο πεδίο του Άρθρου 15 (α), αναφορικά με την επιβολή της θανατικής ποινής, ή (β), σε σχέση με την πιθανότητα να υποβληθεί σε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση, της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ,[1] ή (γ) να υποστεί βλάβη εξαιτίας αδιάκριτης βίας σε κατάσταση εσωτερικής ή διεθνούς ένοπλης σύρραξης.
Έχω εξετάσει με προσοχή τον διοικητικό φάκελο του Αιτητή και, όπως προκύπτει από τα στοιχεία που βρίσκονται σ΄ αυτόν, ορθά η Υπηρεσία Ασύλου αποφάσισε ότι δεν δύναται o Αιτητής να υπαχθεί στις πρόνοιες της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 και στον περί Προσφύγων Νόμο για τους λόγους που θα αναλυθούν κατωτέρω. Προτού υπεισέλθω στην συνολική εξέτασης της παρούσας υπόθεσης, θεωρώ απαραίτητη την παράθεση του πλαισίου αξιολόγησης μιας αίτησης διεθνούς προστασίας.
Αρχικά, εναπόκειται στον αιτούντα να υποβάλει το συντομότερο δυνατόν όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για την τεκμηρίωση της αίτησης διεθνούς προστασίας και υποχρεούται να λάβει θετικά μέτρα για να υποστηρίξει την αίτησή του με πληροφορίες[2]. Ως έχει νομολογηθεί, ο Αιτητής πρέπει να καταβάλει ειλικρινή προσπάθεια να θεμελιώσει την αφήγηση του, ότι δηλαδή υπήρξε θύμα δίωξης στην χώρα καταγωγής του, ώστε να πληροί της προϋποθέσεις υπαγωγής του σε καθεστώς Διεθνούς Προστασίας[3]. Ωστόσο δεν υπάρχει υποχρέωση προσκόμισης εγγράφων ή άλλων αποδείξεων προς υποστήριξη κάθε συναφούς πραγματικού περιστατικού που επικαλείται ο αιτών, εντούτοις οφείλει προσωπικά να συνεργάζεται για την εξακρίβωση των πραγματικών περιστατικών της υπόθεσης. Εάν τα απαραίτητα στοιχεία της αίτησης δεν επιβεβαιωθούν κατά τη διαδικασία αξιολόγησης, το βάρος της τεκμηρίωσης της αίτησης το φέρει ο αιτών.
Υπενθυμίζεται συναφώς ότι σύμφωνα με το άρθρο 16 του Περί Προσφύγων Νόμου [Ν. 6(Ι)/2000, ως έχει τροποποιηθεί], αρχικά, το βάρος απόδειξης το φέρει ο αιτών άσυλο ο οποίος υποχρεούται να υποστηρίξει την αίτηση του με όλα τα έγγραφα και στοιχεία που έχει στην κατοχή του, αλλά και γενικότερα να βοηθήσει την Υπηρεσία Ασύλου με τον καλύτερο τρόπο να διαπιστώσει τα γεγονότα της υπόθεσης του. Ως έχει νομολογηθεί, ο αιτών διεθνούς προστασίας πρέπει να καταβάλει ειλικρινή προσπάθεια να θεμελιώσει την αφήγηση του ότι δηλαδή υπήρξε θύμα δίωξης στην χώρα καταγωγής του, ώστε να πληροί της προϋποθέσεις υπαγωγής του στο καθεστώς Διεθνούς Προστασίας. (βλ. WILLIAM CRISANTHA MAL FRANCIS KARUNARATHNA ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ κ.α, Υπόθεση Αρ. 1875/2008, 1 Μαρτίου 2010).
Κατά την διαπίστωση των πραγματικών γεγονότων, καθοριστικό ρόλο παίζει η αξιοπιστία ενός αιτούντος άσυλο. Προς τούτο τονίζω ότι ο όρος «αξιοπιστία» δεν ορίζεται από το Κοινό Ευρωπαϊκό Σύστημα Ασύλου. Η χρήση του όρου, από το άρθρο 4 παράγραφος 5 στοιχείο (ε) της οδηγίας 2011/95/EE αναφέρεται στη γενική αξιοπιστία ενός αιτούντος, αλλά αυτό είναι στο πλαίσιο ενός συγκεκριμένου κανόνα που διέπει τη μη επιβεβαίωση πτυχών των δηλώσεων του αιτούντος. Κατά συνέπεια, η αξιολόγηση της αξιοπιστίας αφορά τη διαδικασία έρευνας για το εάν το σύνολο ή μέρος των δηλώσεων του αιτούντος ή άλλα αποδεικτικά στοιχεία που υποβλήθηκαν από αυτόν σχετικά με τα ουσιαστικά γεγονότα (material facts) μπορεί να γίνουν δεκτά προκειμένου να διαπιστωθεί εάν ο Αιτητής εμπίπτει στις προϋποθέσεις παραχώρησης καθεστώτος διεθνούς προστασίας.
Αυτή η αξιολόγηση μπορεί να περιλαμβάνει την επαλήθευση εάν οι δηλώσεις του αιτούντος είναι συνεπείς, επαρκώς λεπτομερείς, εύλογες και συμβατές με τα έγγραφά του, τις πηγές πληροφόρησης και κάθε άλλο αποδεικτικό στοιχείο που αποκτήθηκε. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η αξιολόγηση της αξιοπιστίας δεν σημαίνει ότι σε όλες τις περιπτώσεις ο υπεύθυνος λήψης αποφάσεων θα προβεί σε επαλήθευση και θα καταλήξει με απόλυτη βεβαιότητα αναφορικά με την αλήθεια των δηλώσεων του αιτούντος. Η Ύπατη Αρμοστεία έχει ορίσει την αξιοπιστία ως εξής: «Ο αιτών άσυλο κρίνεται αξιόπιστος, όταν έχει προβάλει ισχυρισμούς που παρουσιάζουν συνοχή και είναι εύλογοι, που δεν είναι αντιφατικοί με τα κοινά τοις πάσι γεγονότα και κατά συνέπεια μπορεί να οδηγήσουν τον υπεύθυνο της συνέντευξης στη δημιουργία πεποίθησης για το βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης που εκφράζει.». Η ως άνω προσέγγιση υιοθετήθηκε και από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην Υπόθεση JK και Others v Sweden, αριθμός αίτησης 59166/12, Παρ. 53.
Στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», αναφέρεται στην σελίδα 98, παράγραφος 4.5.3 ότι σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να γίνεται μια αντικειμενική και ισορροπημένη στάθμιση του κατά πόσον οι ισχυρισμοί του αιτητή αντικατοπτρίζουν αυτό που θα ήταν εύλογα αναμενόμενο από κάποιον με τις περιστάσεις του ο οποίος εκφράζει δια τούτων μια αληθινή προσωπική εμπειρία («Σε κάθε περίπτωση, απαπείται ισορροπημένη και αντικειμενική αξιολόγηση του αν η αφήγηση του αιτούντος αντικατοπτρίζει την αφήγηση που αναμένεται από ένα πρόσωπο στην κατάσταση του αιτούντος το οποίο αφηγείται μια πραγματική προσωπική εμπειρία.»). Περαιτέρω, στην προηγούμενη σελίδα του εγχειριδίου, αναφέρεται ότι είναι γενικά εύλογο να αναμένεται ότι αίτημα θα πρέπει να παρουσιάζεται τεκμηριωμένα και με επαρκείς λεπτομέρειες αλλιώς οι ελλείψεις αυτές στις λεπτομέρειες μπορεί να συνιστούν έλλειψη σχετικών στοιχείων («Η μη επαρκής παροχή λεπτομερειών μπορεί επίσης να ισοδυναμεί με αυτό που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 5 στοιχείο β) της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση) ως έλλειψη «λυσιτελών στοιχείων».
Ακολούθως, κατά την απόφαση του ΔΕΕ, C – 277/11 M. κατά Minister for Justice, Equality and Law Reform, Ιρλανδίας, Attorney General, αποφ. ημερ. 22/11/2012 η αξιολόγηση μιας αίτησης διεθνούς προστασίας πρέπει να πραγματοποιείται σε δύο αυτοτελή στάδια: «Το πρώτο στάδιο αφορά τη διαπίστωση της συνδρομής των πραγματικών περιστατικών που αποδεικνύουν τη βασιμότητα της αιτήσεως, ενώ το δεύτερο στάδιο αφορά τη νομική εκτίμηση των εν λόγω αποδεικτικών στοιχείων, προκειμένου να αποφασισθεί αν πληρούνται, υπό το φως των πραγματικών περιστατικών της συγκεκριμένης υποθέσεως, οι ουσιαστικές προϋποθέσεις που θέτουν τα άρθρα 9 και 10 ή 15 της οδηγίας 2004/83 για την παροχή διεθνούς προστασίας.» Η εξακρίβωση των πραγματικών (ή ουσιωδών) περιστατικών είναι ύψιστης σημασίας για την αξιολόγηση του μελλοντικού κινδύνου που δύναται να αντιμετωπίσει ο εκάστοτε αιτών, εφόσον από αυτά θα προκύψουν γεγονότα που πιθανόν να τεκμηριώνουν παρελθούσα δίωξη ή γεγονότα που στην συνολική αξιολόγηση της αίτησης είναι καθοριστικά για μελλοντική δίωξη.[4]
Έχοντας παραθέσει το νομικό πλαίσιο εξέτασης των αιτήσεων διεθνούς προστασίας, θα προχωρήσω στη συνέχεια σε έλεγχο της νομιμότητας και της ορθότητας της επίδικης απόφασης, δια της πλήρους και ex-nunc εξέτασης των γεγονότων και νομικών ζητημάτων που διέπουν αυτή, ενόψει της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρο 11(3) α του Περί Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018).
Αξιολόγηση των ισχυρισμών
Ως προς τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό, συντάσσομαι με την κατάληξη της Υπηρεσίας Ασύλου. Ο Αιτητής απάντησε με ευκρίνεια τις ερωτήσεις σχετικά με αυτό το θέμα και οι απαντήσεις του συνάδουν με τις εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.
Αναφορικά με τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, ήτοι ότι ο Αιτητής παντρεύτηκε μια γυναίκα που είναι outcast και γι’ αυτό τον λόγο εκδιώχθηκε από το χωριό. Μελετώντας και αξιολογώντας την συνέντευξη του Αιτητή, θεωρώ πρέπον για σκοπούς σαφέστερης και πληρέστερης αιτιολόγησης, όπως ο ισχυρισμός διασπαστεί. Συνεπώς, θα διαμορφωθεί ως δεύτερος ισχυρισμός ότι «ο Αιτητής παντρεύτηκε μια γυναίκα που είναι outcast» και ως τρίτος ισχυρισμός ότι «εξαιτίας του γάμου του με outcast γυναίκα εκδιώχθηκε από το χωριό του». Ως τέταρτος ισχυρισμός θα παραμείνει ο διαμορφωθείς ισχυρισμός των Καθ’ων η Αίτηση ήτοι «ότι ο Αιτητής και η σύζυγος του εγκατέλειψαν το χωριό τους και τα μέλη της οικογένειας του επιτέθηκαν στην σύζυγο του ενόσω ήταν έγκυος προκαλώντας τον τερματισμό της εγκυμοσύνης.»
Προχωρώντας στην αξιολόγηση του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού ως έχει διαμορφωθεί από το Δικαστήριο, θεωρώ ότι ο Αιτητής ήταν συνεπής και παρείχε τις απαραίτητες πληροφορίες στα ερωτήματα της λειτουργού, παρουσιάζοντας έτσι ένα προσωπικό του βίωμα. Ειδικότερα, πράγματι ο Αιτητής ήταν γνώστης της πρακτικής της κάστας των Ohu, εφόσον παρέθεσε πληροφορίες για τους ‘outcast’: εξήγησε ότι η πρακτική αυτή αποτελεί ένα σύστημα της φυλής Igbo σύμφωνα με το οποίο υπάρχουν ανώτερες και κατώτερες κάστες και οι δύο αυτές κατηγορίες δεν μπορούν να συνυπάρξουν. Παράλληλα, ισχυρίστηκε ότι θεωρείται ντροπή για τις δυο κάστες να συζούν στην ίδια κοινότητα, να συναναστρέφονται, να κτίζουν σπίτια κοντά ο ένας με τον άλλο καθώς και ότι, στο παρελθόν, οι outcasts είχαν τις δικές τους αγορές. Δήλωσε δε ότι πλέον η κοινωνική συναναστροφή των μελών των δυο καστών άρχισε να γίνεται πιο αποδεκτή και ότι η κοινωνική αντίδραση είναι πιο αυστηρή στην τέλεση των γάμων. Ακόμη, ισχυρίστηκε ότι δεν υπάρχει κάποιος τρόπος για να αντιληφθεί κανείς σε ποια κάστα ανήκει κάποιος άλλος και ότι σε γενικές γραμμές πιθανές ενδείξεις είναι τα μέρη απ’ όπου κατάγονται ή οι διάλεκτοι που ομιλούν.
Σε αντίθεση με τα ευρήματα της αρμόδιας λειτουργού, θεωρώ ότι οι πιο πάνω πληροφορίες αντανακλώνται και στην προσωπική εμπειρία του Αιτητή. Ειδικότερα διαφαίνεται στον τρόπο που αποκαλύφθηκε το καθεστώς της συζύγου του ως outcast. Όπως δήλωσε, ο ίδιος δεν γνώριζε ότι η σύζυγος του ήταν outcast επειδή ούτε η ίδια δεν έπαιρνε στα σοβαρά το γεγονός και επειδή δεν γνωρίζονταν για πολύ καιρό. Φρονώ ότι αυτό το στοιχείο δεν αποτελεί αντίφαση εφόσον είναι ευλογοφανές να έχει συμβεί, ενώ επίσης φανερώνει ότι η νεότερη γενιά δεν λαμβάνει σοβαρά αυτό το καθεστώς. Έτι περαιτέρω, διαφωνώ με το εύρημα της λειτουργού ότι ο Αιτητής ήταν αντιφατικός ως προς τον βαθμό κατά τον οποίο η πρακτική συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Κατά την ελεύθερη αφήγηση του, στο ερυθρό 37 – 1Χ δ.φ., δήλωσε ότι δεν γνώριζε ότι η πρακτική είναι τόσο ισχυρή όσο στο παρελθόν. Κατόπιν, σε διευκρινιστική ερώτηση της λειτουργού, στο ερυθρό 36 – 4Χ, ισχυρίστηκε σε σχέση με την αντιμετώπιση των Outcast σήμερα ότι τηρείται μια πιο αυστηρή στάση ως προς την τέλεση γάμων. Δεν θεωρώ ότι οι δηλώσεις αυτές είναι αντιφατικές εφόσον η μεταγενέστερη δήλωση του Αιτητή δύναται να είναι επηρεασμένη από τις εμπειρίες που βίωσε. Ούτε και η στάση των γονέων του υποδηλώνει κάποια αντίφαση, εφόσον είναι ευλογοφανές για τους γονείς να επιθυμούν να προστατεύσουν τον Αιτητή από την πρακτική αυτή ή/και να είναι επηρεασμένοι από την στάση της κοινότητας τους. Υπό το φως των ανωτέρω, κρίνω ότι οι δηλώσεις και οι επεξηγήσεις του Αιτητή υποδηλώνουν ανθρώπινες αντιδράσεις που προσδίδουν στους ισχυρισμούς του την απαραίτητη βιωματική χροιά ενισχύοντας έτσι την αξιοπιστία του.
Περαιτέρω δε, παρείχε επαρκείς λεπτομέρειες σε σχέση με τον γάμο του. Αρχικά, ως προς την τελετή ισχυρίστηκε ότι η ημερομηνία τέλεσης συνέπεσε με μια άλλη θρησκευτική γιορτή, ενώ παρέθεσε και τον τόπο, αναφέροντας επίσης ότι έπρεπε να γίνει σε διαφορετικό χωριό εξαιτίας των απειλών που λάμβαναν. Όλα αυτά θεωρώ αντανακλούν ότι πράγματι συνέβη η τελετή. Λεπτομερή θεωρώ και την περιγραφή των συναισθημάτων του σε σχέση με τις πιθανές επιπτώσεις κατόπιν της τέλεσης του γάμου. Ειδικότερα, θεωρώ ειλικρινή την απάντηση του ότι γνώριζε τι θα μπορούσε να συμβεί ωστόσο προχώρησε με τον γάμο επειδή ήθελε να προσπαθήσει να γίνει η αλλαγή ενάντια σ’ αυτή την κατάσταση, καθώς και ότι η γυναίκα του ήταν έγκυος και δεν μπορούσε να την αφήσει.
Προχωρώντας στην αξιολόγηση της εξωτερικής αξιοπιστίας των ισχυρισμών του Αιτητή και ως προς το «αντικειμενικό στοιχείο» του φόβου, σημειώνεται ότι ο όρος «βάσιμος φόβος» σημαίνει ότι πρέπει να υπάρχει έγκυρη αντικειμενική βάση για τον φόβο δίωξης του αιτούντος. Ως εκ τούτου είναι αναγκαίο να αξιολογηθούν οι ισχυρισμοί αυτού, όχι με τρόπο αφηρημένο, αλλά σε συσχετισμό με το όλο πλαίσιο της κατάστασης στην χώρα καταγωγής του. Το συγκεκριμένο στοιχείο του ορισμού του πρόσφυγα αφορά τον κίνδυνο ή την πιθανότητα να υποστεί δίωξη. Ο φόβος θεωρείται βάσιμος, εάν διαπιστώνεται ότι υπάρχει «εύλογη» πιθανότητα να υλοποιηθεί στο μέλλον. Για τη διαπίστωση αυτή, είναι απαραίτητο να αξιολογούνται οι δηλώσεις του αιτούντος υπό το πρίσμα όλων των σχετικών περιστάσεων της υπόθεσης [άρθρο 4 παράγραφος 3 της ΟΕΑΑ (οδηγία 2013/32/ΕΕ αναδιατύπωση)] και να ελέγχονται οι περιστάσεις που επικρατούν στη χώρα καταγωγής του, καθώς και η συμπεριφορά των υπευθύνων δίωξης. Επομένως, η διαπίστωση του βάσιμου φόβου συνδέεται στενά με το καθήκον της αξιολόγησης των αποδεικτικών στοιχείων και της αξιοπιστίας που διέπεται πρωτίστως από το άρθρο 4 της ΟΕΑΑ (οδηγία 2013/32/ΕΕ αναδιατύπωση).
Το Δικαστήριο προέβη σε έρευνα σε πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής του Αιτητή, λαμβανομένου ότι το παρόν δικαστήριο έχει πρόσβαση σε ακριβείς και επικαιροποιημένες πληροφορίες από διάφορες πηγές σχετικά με τη γενική κατάσταση που επικρατεί στις χώρες καταγωγής και διέλευσης κατά τον χρόνο λήψης της απόφασής του [βλ. άρθρο 10 παράγραφος 4 της Οδηγία 2013/32/ΕΕ (αναδιατύπωση)], σε συνάρτηση βέβαια με το άρθρο 4 της 2011/95/ΕΕ της οδηγίας (αναδιατύπωση) και άρθρο 46 της οδηγίας 2013/32/ΕΕ (αναδιατύπωση), όπου απαιτείται να υπάρχει «πλήρης και ex nunc εξέταση τόσο των γεγονότων όσο και των νομικών σημείων» με τα ακόλουθα ευρήματα:
Στην εθνοτική ομάδα Igbo στις περιοχές και πολιτείες της Νοτιοανατολικής Νιγηρίας,[5] παρατηρείται η παραδοσιακή πρακτική της περιθωριοποίησης των απογόνων όσων ήταν σκλάβοι.[6] Η πρακτική αυτή έχει χαρακτηριστεί ως απόρροια του συστήματος της κάστας[7] (caste)[8], ήτοι μια κοινωνική διαίρεση που βασίζεται σε διαφορές πλούτου, κληρονομικού βαθμού ή προνομίου, επαγγέλματος, επαγγέλματος ή φυλής, ενώ έτερες πηγές θεωρούν ότι το σύστημα αυτό είναι κοινωνικό καθεστώς, το οποίο αποκτάται εκ γενετής[9] ή μέσω γάμου.[10] Σε κάθε περίπτωση, οι απόγονοι αυτοί κατηγοριοποιούνται στους ‘Ohu’, των οποίων οι πρόγονοι ως σκλάβοι ανήκαν σε ανθρώπους, και στους ‘Osu’, των οποίων οι πρόγονοι ανήκαν σε θεϊκές οντότητες.[11] Άλλη πηγή θεωρεί ότι οι Ohu είναι συνώνυμοι με τους Osu και ότι ως Osu μπορούν να χαρακτηριστούν όλοι όσοι ανήκουν στις χαμηλότερες κάστες του Igboland[12] (Η Igboland είναι η πατρίδα των ανθρώπων Igbo και καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος της Νοτιοανατολικής Νιγηρίας).[13] Σημειώνεται ότι στις πλείστες πηγές αναφοράς, τα εν λόγω άτομα εντοπίζονται είτε ως Osu είτε ως Ohu, εξ ου και για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης θα χρησιμοποιείται ο όρος Osu για όλες τις κάστες, εκτός όπου αναφέρεται διαφορετικά.
Η Human Rights Watch, περί το 2001, ισχυρίστηκε ότι οι διακρίσεις εις βάρος των Osu συνέχισαν ακάθεκτες και ότι τα μέλη αυτής της ομάδας ακόμη θεωρούνται ως παρίες και δεν τυγχάνουν ίσου κοινωνικού καθεστώτος.[14] Επισημαίνεται ότι, σε σχετική έκθεση που δημοσιεύθηκε το 2002, αναφέρθηκε ότι οι Osu και τα παιδιά τους αντιμετώπιζαν εξοστρακισμό και κακομεταχείριση, συμπεριλαμβανομένου του χαρακτηρισμού ως «ακάθαρτου» και «μολυντικού», με βάση την «ευρέως διαδεδομένη πεποίθηση ότι το άγγιγμα ενός Osu μετατρέπει κάποιον αυτόματα σε Osu», ενώ σ’ ένα ακραίο περιστατικό βίας, το 1999, μια ομάδα Osu δέχτηκε επίθεση όταν προσπάθησε να επανεγκατασταθεί για να αποφύγει τις διακρίσεις, με αποτέλεσμα το θάνατο τουλάχιστον ενός ατόμου, τον βιασμό γυναικών Osu και την καταστροφή των σπιτιών τους.[15] Περαιτέρω, στο παρελθόν οι Osu απαγορεύονταν να συμμετέχουν στα κοινά, δεν κατείχαν γη, ζούσαν σε ναούς, έπρεπε να ζουν ξεχωριστά από τους ‘freeborn’. [16]
Συνεπώς, θεωρώ ότι οι ισχυρισμοί του Αιτητή συνάδουν πλήρως με τις πληροφορίες από την χώρα καταγωγής του. Δεδομένης της εσωτερικής αξιοπιστίας του, ο ισχυρισμός αυτός γίνεται αποδεκτός.
Κατόπιν, ως προς τον τρίτο ισχυρισμό και το ότι εκδιώχθηκε από την κοινότητα του εξαιτίας του γάμου του με outcast γυναίκα διαπιστώνω τα εξής. Ο Αιτητής κατά την ελεύθερη αφήγηση του δήλωσε ότι μετά τον γάμο του, η κοινότητα του χωριού του έμαθε για τον γάμο και αποφάσισε να εξοστρακίσει αυτόν και τους γονείς του. Ισχυρίστηκε ότι ξυλοκοπούσαν αυτόν και την σύζυγο του, έκαναν κάποια παραδοσιακά τελετουργικά, τους έφεραν σ’ ένα σταυροδρόμι και τους είπαν να μην επιστρέψουν ξανά πίσω. Στο ερυθρό 33, της συνέντευξης, η αρμόδια λειτουργός έθεσε διευκρινιστικές ερωτήσεις και εκεί ο Αιτητής ανέφερε ότι ήθελαν να τους σκοτώσουν. Κληθείς να διευκρινίσει γιατί τον έδιωξαν από το χωριό εφόσον η πρόθεση τους ήταν να τους σκοτώσουν, απάντησε ότι σε αυτό το μέρος της κοινότητας, αρχικά λαμβάνεις κάποια προειδοποίηση από τον παραδοσιακό γιατρό. Προσέθεσε ότι σε άλλες περιπτώσεις όσοι αντιβαίνουν στις παραδόσεις διατάζονται να θαφτούν ζωντανοί, ενώ στην δική του περίπτωση η απόφαση ήταν να τους εξοστρακίσουν. Συντάσσομαι με το εύρημα της λειτουργού σε αυτή την περίπτωση ότι ο Αιτητής δεν τεκμηρίωσε την πρόθεση του χωριού να τους σκοτώσουν, καθ’ ότι αυτό που διαφαίνεται τόσο από την ελεύθερη αφήγηση όσο και από τις διευκρινιστικές του δηλώσεις, ήταν ότι η υπόλοιπη κοινότητα ήθελε απλώς να τον εξοστρακίσει αντί να τον σκοτώσει.
Παράλληλα, συμφωνώ με τα ευρήματα της αρμόδιας λειτουργού αναφορικά με το τι ακολούθησε μετά την τελετή του γάμου του Αιτητή. Ο Αιτητής κατά την ελεύθερη του αφήγηση ισχυρίστηκε ότι οι επιθέσεις συνεχίστηκαν και μετά τον γάμο. Ωστόσο, οι απαντήσεις στις διευκρινιστικές ερωτήσεις που του τέθηκαν δεν τεκμηρίωσαν οτιδήποτε τέτοιο. Ειδικότερα, στο ερυθρό 33 – 3Χ, ο Αιτητής είχε αναφέρει ότι αφότου εγκατέλειψε το Enugu δεν είχε κάποια άλλη επαφή με τα μέλη της κοινότητας και δεν είχαν ποτέ πάει στην Abuja. Κληθείς να περιγράψει τις απειλές που έλαβε ανέφερε ότι ήταν τηλεφωνικά μηνύματα με τα οποία προσπαθούσαν να τον πείσουν να αλλάξουν γνώμη. Ερωτηθείς να περιγράψει την συχνότητα ισχυρίστηκε ότι δεν ήταν τόσο συχνές οι απειλές. Συντάσσομαι με τα ευρήματα της λειτουργού ότι αυτές οι απαντήσεις δεν συνάδουν με τις προθέσεις της κοινότητας, ήτοι από την μια τον εξόρισαν και από την άλλη τον απειλούσαν να αλλάξει γνώμη. Έτι περαιτέρω, οι απαντήσεις του ήταν γενικές και αόριστες, χωρίς να προσθέτει οποιοδήποτε βιωματικό στοιχείο.
Η δε θέση του συνηγόρου του Αιτητή, στην σελίδα 3 στο σημείο γ) της γραπτής αγόρευσης του, δεν βρίσκει οποιοδήποτε έρεισμα. Κατ’ αρχάς, όσον αφορά στο σημείο όπου αφορά την επίθεση που δέχτηκε από άτομα στην Abuja (ερυθρό 33 – 4Χ) διαπιστώνω ότι δεν θα μπορούσε να εξαχθεί ασφαλές συμπέρασμα ότι «από την στιγμή που τα 4 αυτά άτομα που του επιτέθηκαν μπορούσαν να τον ληστέψουν και δεν το έπραξαν αυτό είναι εξόφθαλμο στοιχείο με το οποίο ενισχύει τον ισχυρισμό του Αιτητή ότι το συγκεκριμένο συμβάν συνδέεται με το πρόβλημα, που έχει λόγω ακριβώς της μη τήρησης της παράδοσης του με την επιλογή να παντρευτεί την γυναίκα του», ως εισηγείται ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον Αιτητή. Δεν θα μπορούσε μια τόσο γενική περιγραφή να θεωρηθεί ότι σχετίζεται με το πρόβλημα του Αιτητή καθότι μια επίθεση αλλά και τα κίνητρα των δραστών θα μπορούσαν να αποδοθούν σε πολλές διαφορετικές αιτίες.
Η θέση του Αιτητή επιβαρύνεται περαιτέρω, καθότι οι δηλώσεις του Αιτητή ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου κατά το στάδιο των διευκρινίσεων δεν ανταποκρίνονταν στα όσα είχε αναφέρει κατά την συνέντευξη του. Ειδικότερα, κατά το ακροατήριο δήλωσε ότι τα μέλη του χωριού και συγκεκριμένα η νεολαία, του επιτίθεντο ενόσω βρισκόταν στην Abuja γιατί ήθελαν να αφήσει τη γυναίκα του. Παρ’ όλα αυτά, κατά την συνέντευξη του, στο ερυθρό 33 – 3Χ, είχε δηλώσει ότι λάμβανε τηλεφωνικές απειλές ωστόσο ερωτηθείς εάν ήρθε κανείς να τον ψάξει στην πόλη είχε απαντήσει αρνητικά. Ένα άλλο σημείο κατά το οποίο παρουσιάζεται αντίφαση είναι ότι κατά την συνέντευξη του ερωτήθηκε εάν από τον Ιούλιο του 2019 μέχρι τον Φεβρουάριο του 2020 τον έβλαψε κανείς στην Abuja. Τότε απάντησε ότι είχε τύχει επίθεσης από μια ομάδα ανθρώπων, δυο μήνες αφότου εγκατέλειψε τo Enugu, ήτοι περίπου τον Ιούλιο του 2019, των οποίων όμως την ταυτότητα δεν γνώριζε, ωστόσο θεωρούσε ότι σχετίζονταν με τα περιστατικά στο χωριό του επειδή δεν του επιτέθηκαν απλώς για να τον ληστέψουν. Ο Αιτητής ισχυρίστηκε περαιτέρω ότι τους δράστες δεν τους ενδιέφεραν τα χρήματα, ενώ δυο άλλους ανθρώπους που ήταν κοντά εκείνη την ώρα δεν τους πλησίασαν καν και αυτό τον έκανε να πιστεύει ότι η επίθεση συνδεόταν με τα προβλήματα στην κοινότητα του. Η αρμόδια λειτουργός τότε υπέβαλε στον Αιτητή την προηγούμενη δήλωση του ότι κανένας δεν τον είχε επισκεφθεί στην Abuja, με τον Αιτητή να απαντάει ότι αναφερόταν σε ανθρώπους από την κοινότητα και ότι αυτοί ήταν άγνωστοι. Ωστόσο, κατά το στάδιο των διευκρινίσεων ισχυρίστηκε ότι περί τον Ιανουάριο του 2020 του επιτέθηκαν νέοι από το χωριό του με τη μασέτα. Συνεπώς, οι πληροφορίες που παρείχε ο Αιτητής κατά την συνέντευξη του και ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου είναι συγκεχυμένες, ενώ είναι και αντιφατικές γεγονός που δεν αφήνει περιθώριο παρά να απορριφθούν οι οποιοιδήποτε ισχυρισμοί περί επιθέσεων εναντίον του Αιτητή.
Σε σχέση με την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, παρ’ ότι τα όσα είχε ισχυριστεί ο Αιτητής θα μπορούσαν να είχαν συμβεί, εξαιτίας της διακριτικής μεταχείρισης και της περιθωριοποίησης που οι Osu τυγχάνουν σύμφωνα και με τις πληροφορίες από την χώρα καταγωγής του ως είχαν παρατεθεί στο πλαίσιο του προηγούμενου ισχυρισμού. Ωστόσο, θεωρώ ότι η εσωτερική αναξιοπιστία του ως έχει αναλυθεί ανωτέρω, παίζει καθοριστικό ρόλο στην μετατροπή γενικά αποδεκτών πληροφοριών σε εξατομικευμένες και προσωπικές εμπειρίες. Συνεπώς, η πληγείσα εσωτερική αξιοπιστία του Αιτητή αποτρέπει ένα τέτοιο συμπέρασμα και συνεπώς ο ισχυρισμός απορρίπτεται στο σύνολο του.
Ως προς τον τέταρτο ισχυρισμό, ήτοι ότι ο Αιτητής και η σύζυγος του εγκατέλειψαν το χωριό τους και τα μέλη της οικογένειας του επιτέθηκαν στην σύζυγο του ενόσω ήταν έγκυος προκαλώντας τον τερματισμό της εγκυμοσύνης, διαπιστώνω τα εξής. Κατά την καταγραφή της αίτησης του, ο Αιτητής είχε δηλώσει ότι η μητέρα και η αδερφή του είχαν επισκεφθεί την σύζυγο του για να της επιτεθούν. Επίσης, κατά την ελεύθερη αφήγηση στην συνέντευξη του επανέλαβε τα ίδια. Κατά την συνέντευξη του, η αρμόδια λειτουργός δεν έθεσε επαρκείς διευκρινιστικές ερωτήσεις για να καλυφθεί αυτή η πτυχή του αιτήματος του Αιτητή και ως εκ τούτου ο Αιτητής ερωτήθηκε γι’ αυτό το περιστατικό. Ο Αιτητής δήλωσε ότι τον Δεκέμβριο του 2019 η αδερφή του ήρθε στην Abuja για να παλέψει την σύζυγο του, ενόσω αυτός έλειπε. Περαιτέρω, επειδή δήλωσε ότι είχαν γίνει επιθέσεις περισσότερες από 1 φορά, το Δικαστήριο έθεσε την ερώτηση γιατί η σύζυγος του άφησε την αδερφή του να μπει μέσα στο σπίτι και ο Αιτητής δήλωσε ότι την πρώτη φορά που ήρθε η αδερφή του η σύζυγος του την άφησε να μπει στο σπίτι, ενώ την δεύτερη φορά μπήκε από το πίσω μέρος της αυλής.
Παρ’ όλα αυτά, παρουσιάζονται ορισμένες αντιφάσεις στους ισχυρισμούς του Αιτητή. Ειδικότερα, είχε αναφέρει στην συνέντευξη του ότι παρ’ όλο που δεν επικοινωνεί συχνά με την οικογένεια του ωστόσο έχουν επαφή, γεγονός που θα περίμενε κανείς να μην συνέβαινε δεδομένης της τόσο σοβαρής ισχυριζόμενης επίθεσης εναντίον της συζύγου του. Περαιτέρω, μη ευλογοφανές φαίνεται το γεγονός οι γονείς του να έχουν παρευρεθεί στον γάμο του, αλλά η μητέρα του στη συνέχεια να έχει βλάψει την σύζυγο του με τέτοιο βάναυσο τρόπο. Ακόμη δε, κατά το στάδιο των διευκρινίσεων δεν είχε καν αναφερθεί στην μητέρα του και τον ρόλο της στην όλη επίθεση, γεγονός που εγείρει περισσότερα ερωτήματα για την συνολική του αξιοπιστία. Υπό το φως των πιο πάνω αναφερόμενων ασαφειών, δεν θα μπορούσε να γίνει αποδεκτός ο ισχυρισμός καθότι αυτές οι λεπτομέρειες είναι καθοριστικές για να διαχωρίσουν ένα γενικό αφήγημα από ένα προσωπικό βίωμα.
Υπό το φως των ανωτέρω δηλώσεων του θεωρώ ότι η εσωτερική αξιοπιστία του Αιτητή βάλλεται, ενώ ο ισχυρισμός δεν θα μπορούσε να επιβεβαιωθεί από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.
Επιπρόσθετα, λαμβάνω υπόψη ότι κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξης του, η αρμόδια λειτουργός διερεύνησε με την απαραίτητη προσοχή και με σωρεία διευκρινιστικών ερωτήσεων επί του πυρήνα του αιτήματος καθώς και των επιμέρους θεμάτων, αλλά ο Αιτητής αρκέστηκε σε γενικολογίες και ασάφειες. (βλ. άρθρο 13(10) Περί Προσφύγων). Ούτε και στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας ο Αιτητής, δια μέσω του συνηγόρου του προσέφερε περισσότερες λεπτομέρειες επί των ισχυρισμών του. Λαμβανομένου του ελέγχου που ασκεί το παρόν δικαστήριο να εξετάσει την παρούσα υπόθεση επί της ουσίας, θα μπορούσε να δώσει ικανοποιητικές απαντήσεις στα ως άνω σημεία αναξιοπιστίας που εντόπισαν οι Καθ’ων η Αίτηση ώστε να τεκμηριώσει ανατρέποντας στην ουσία τα συμπεράσματα των Καθ’ων η Αίτηση, έστω και χωρίς να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία. (Βλ. επίσης νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, αποφάσεις αρ. 1093/2008, 817/2009 και 459/2010).
Αξιολόγηση μελλοντικού κινδύνου
Στην βάση των αποδεκτών ισχυρισμών του Αιτητή, ήτοι τον πρώτο που αφορά τα προσωπικά του στοιχεία και ακολούθως τον δεύτερο, ο οποίος αφορά στον γάμο του με γυναίκα η οποία θεωρείται outcast, θα πραγματοποιηθεί από το παρόν Δικαστήριο στο πλαίσιο του πλήρους και ex nunc ελέγχου της δικαιοδοσίας του αξιολόγηση ως προς το εάν υφίσταται οποιοσδήποτε κίνδυνος άμα τη επιστροφή του στη Νιγηρία.
Αρχίζοντας από τον δεύτερο αποδεκτό ισχυρισμό και με γνώμονα τον μελλοντοστραφή χαρακτήρα της έρευνας που πρέπει να πραγματοποιηθεί παρατίθενται οι εξής πληροφορίες. Ως προς την αντιμετώπιση των Osu σήμερα, παρότι οι διακρίσεις αυτές έχουν αμβλυνθεί εξαιτίας της αστικοποίησης ο φόβος του κοινωνικού στίγματος έχει ακόμη αντίκτυπο στην κοινωνία καθότι οι άνθρωποι δεν γνωρίζουν ακόμη την ισχύ των ‘παλιών’ τρόπων. [17] Περαιτέρω, έχει αναφερθεί ότι η μόνη δυσκολία των Osu πλέον είναι ότι δεν θα μπορούσαν να παντρευτούν.[18] Το 1999, το Immigration and Refugee Board of Canada (IRB), επικαλούμενο καθηγητή Αφρικανικών Σπουδών στο πανεπιστήμιο Cornell University, ανέφερε ότι οι Osu θεωρούνται ως κοινωνικά κατώτεροι από άλλους Igbo και μέχρι περίπου τα μέσα του 20ου αιώνα δεν υπήρχε νομική προστασία από την πρακτική τα άτομα αυτά να τίθενται ως θυσία.[19] Η ίδια πηγή ανέφερε ότι κάτι τέτοιο δεν θα συνέβαινε κατά το 1999, με έτερες πηγές να το επιβεβαιώνουν.[20] Ο ίδιος καθηγητής, το 1999, ανέφερε επίσης ότι η κοινωνική αντιμετώπιση των Osu έχει βελτιωθεί εξαιτίας του αντικτύπου του Χριστιανισμού, ωστόσο ακόμη θεωρούνται ως παρίες από την κοινότητα των Igbo.
Σε δημοσίευμα του BBC περί το 2009, αναφέρεται ότι οι Osu κατάφεραν να χρησιμοποιήσουν τον εξοστρακισμό τους προς όφελος τους, καθώς έχουν ενστερνιστεί το δυτικό εκπαιδευτικό σύστημα και έχουν γίνει οι πρώτοι ιατροί και δικηγόροι της Νιγηρίας.[21] Σε δημοσιευμένο άρθρο του BBC, το 2020, αναφέρεται ότι παρότι οι Osu και Ohu δεν εμποδίζονται από την εκπαιδευτική ή οικονομική πρόοδο, οι γάμοι μεταξύ Osu και μη Osu δεν επιτρέπονται και οι Osu απαγορεύεται να κατέχουν παραδοσιακές ηγετικές θέσεις, αλλά και να είναι υποψήφιοι για πολιτικά αξιώματα και να εκπροσωπούν τις κοινότητες τους στην βουλή.[22] Σημειώνεται ότι το ίδιο άρθρο αναφέρει ότι οι Osu τείνουν να κρύβουν το καθεστώς τους, ωστόσο αυτό δεν είναι πάντοτε κατορθωτό σε μικρότερες κοινότητες όπου η καταγωγή κάποιου είναι γνωστή. Επισημαίνεται επίσης ότι ορισμένοι Osu τείνουν να μετακομίζουν σε μεγαλύτερα αστικά κέντρα όπου το καθεστώς τους μπορεί να αποκρυφθεί, όπως το Lagos, και η μόνη στιγμή όπου θα μπορούσαν να τύχουν διάκρισης είναι όταν πρόκειται να παντρευτούν.[23] Το γεγονός ότι οι Osu απαγορεύονται να παντρευτούν τους ‘freeborn’ καταγράφεται και σε σχετικά πρόσφατες πηγές.[24] Περαιτέρω, εντοπίστηκε πηγή σύμφωνα με την οποία οι Osu θεωρούνται ως πολίτες δεύτερης κατηγορίας σε κοινότητες όπου το σύστημα της κάστας ακόμη εξασκείται.[25]
Σε πληροφορίες που παρείχε Νιγηριανός δημοσιογράφος στην IRB περί το 2022, ισχυρίστηκε ότι οι Osu ακόμη υποφέρουν από στίγμα και διακρίσεις στην Igboland, ωστόσο δεν αντιμετωπίζουν βία ή κακομεταχείριση από την κοινωνία και θα μπορούσαν να τύχουν καλύτερης αντιμετώπισης αν εγκαταλείψουν τη νοτιοδυτική Νιγηρία εφόσον το σύστημα της κάστας των Osu παρατηρείται μόνο στο Igboland.[26] Ακόμη, σε συλλογή πληροφοριών από την IRB, παρατίθενται διάφορες προσπάθειες σε ορισμένες πολιτείες του Igboland για την κατάργηση της πρακτικής της κάστας των Osu. Συγκεκριμένα:[27]
- Ο Obi, ήτοι ο ‘βασιλιάς’, του Onitsha στην πολιτεία Anambra κάλεσε για την κατάργηση τους συστήματος της κάστας των Osu, καθότι δεν ανήκει πλέον στο σήμερα. Ο εν λόγω βασιλιάς έχει επιρροή ανάμεσα στους Igbo, καθότι το βασίλειο του είναι το μεγαλύτερο και πολυπληθέστερο στο Igboland. Η τελετή κατάργησης θα λάμβανε μέρος στο Nri, ένα σημαντικό μέρος για τους Igbo καθότι εκεί είναι το σπίτι των προγόνων τους. Ο Obi του βασιλείου Idumuje στην πολιτεία Delta θα υποστήριζε το γεγονός, όπως και άλλες κοινωνικο-πολιτιστικές και Χριστιανικές οργανώσεις των Igbo.
- Στο Owerri, μια αυτόνομη κοινότητα, κατάργησε το σύστημα της κάστας των Osu τον Ιούλιο του 2019
- Διάφορες άλλες κοινότητες στην πολιτεία Enugu, κατήργησε επίσης την επιβλαβή πρακτική
Σε σχέση με την αντιμετώπιση των αρχών, Το Σύνταγμα της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Νιγηρίας καθορίζει ότι: "Κανένας πολίτης της Νιγηρίας δεν θα υπόκειται σε οποιαδήποτε αναπηρία ή στέρηση μόνο και μόνο λόγω των συνθηκών γέννησής του",[28] ενώ έτερο άρθρο του συντάγματος αναφέρει ότι θα προωθείται η εθνική ενσωμάτωση και οι διακρίσεις εξαιτίας του τόπου καταγωγής, φύλου, θρησκείας, κοινωνικού καθεστώτος, εθνοτικών ή γλωσσικών δεσμών θα απαγορεύεται.[29] Ακόμη δε στο άρθρο 17, αναφέρεται ρητά η υποχρέωση της κυβέρνησης να υιοθετεί πολιτικές οι οποίες θα παρέχουν σε όλους τους πολίτες, χωρίς διακρίσεις εις βάρους συγκεκριμένης ομάδας, την ευκαιρία να βιοπορίζονται σε ικανοποιητικό βαθμό καθώς και την ευκαιρία να εξασφαλίζουν ικανοποιητική εργασία.[30]
Σύμφωνα με ανεξάρτητο δημοσιογράφο οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι «γενικά» παίρνουν μια «ουδέτερη» στάση απέναντι στους ανθρώπους του Osu, εξηγώντας ότι, καθώς δεν θεωρούνται «πολιτιστικοί ηγέτες», η δράση από την πλευρά τους για την «προστασία» των Osu μπορεί να εκληφθεί από τα βασίλεια ως «παρέμβαση».[31] Δεν κατέστη δυνατό να εντοπιστούν άλλες πηγές σε σχέση με την αντιμετώπιση από τις αρχές.
Σε δημοσίευμα της Human Rights Watch to 2001, αναφέρεται ότι παρά το γεγονός ότι υφίστανται οι απαραίτητες συνταγματικές διατάξεις οι οποίες απαγορεύουν τις διακρίσεις και προωθούν την ισότιμη εφαρμογή των νομικών προστασιών, εντούτοις παραμένουν κατά ένα μεγάλο βαθμό ανεφάρμοστες.[32] Σε άρθρο του BBC, δημοσιευμένο το 2020 ένας καθολικός αρχιεπίσκοπος στην πολιτεία Imo, o οποίος προωθεί τον τερματισμό των διακρίσεων ως προς αυτό το καθεστώς, αναφέρει ότι οι νομικές απαγορεύσεις δεν είναι επαρκείς για να καταργηθούν ορισμένα αρχέγονα έθιμα και ότι απαιτείται μεγαλύτερη λαϊκή κινητοποίηση.[33]
Αναφορικά δε με τον πρώτο αποδεκτό ισχυρισμό του που αφορά στα προσωπικά του στοιχεία, την χώρα καταγωγής του και τον τελευταίο τόπο διαμονής του, παρατίθενται τα εξής στοιχεία σχετικά με τις πολιτείες Enugu καθώς και του Federal Capital Territory.
Αρχικά, αναφέρεται ότι κατόπιν επισκόπησης εξωτερικών πηγών πληροφόρησης προκύπτει ότι το βασικό ζήτημα στην πολιτεία Enugu, και γενικότερα στην Νοτιοανατολική Νιγηρία (Southeast Nigeria), από άποψη κατάστασης ασφαλείας είναι η δράση της οργάνωσης Indigenous People of Biafra (IPOB). Η οργάνωση, στην ιστοσελίδα της αυτοπροσδιορίζεται ως μη – βίαιη,[34] ωστόσο έχει χαρακτηριστεί ως «τρομοκρατική οργάνωση» από το Νιγηριανό κράτος.[35] Eντατικοποίηση της βίας τοποθετείται στο έτος 2021.[36] Μάλιστα, η πιο πρόσφατη έκθεση του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ για την Τρομοκρατία που δημοσιεύτηκε τον Φεβρουάριο του 2023 και αναφέρεται στο έτος 2021, επιβεβαιώνει ότι οι Ιθαγενείς της Μπιάφρα (IPOB), αυτονομιστές που χαρακτηρίστηκαν από την κυβέρνηση της Νιγηρίας ως απαγορευμένη τρομοκρατική ομάδα το 2017, φέρεται να διεξήγαγαν βίαιες επιθέσεις στα νοτιοανατολικά.[37] Αξίζει να σημειωθεί ότι το Δεκέμβριο του 2020 ο αρχηγός της οργάνωσης IPOB, Nnambi Kanu, ανακοίνωσε την ίδρυση του Eastern Security Network (ESN), παραστρατιωτικού σκέλους της οργάνωσης, με σκοπό -κατ’ ισχυρισμόν του- την προστασία των Igbo απέναντι στους Fulani.[38] Στην πολιτεία Enugu, παρατηρείται ότι σύμφωνα με στοιχεία της ιστοσελίδας ACLED, για την περίοδο 24/05/2023 – 24/05/2024, εντοπίστηκαν στο σύνολο 89 περιστατικά ασφαλείας και 82 θάνατοι εκ των οποίων 30 μάχες (45 θάνατοι), 54 περιστατικά βίας εναντίον αμάχων(37 θάνατοι), και 5 εξεγέρσεις.[39] O πληθυσμός της πολιτείας Enugu είχε εκτιμηθεί το 2022 ότι ανερχόταν στα 4.6 εκατομμύρια[40], καθότι το 2006 η επίσημη καταγραφή πληθυσμού ανέδειξε ότι ήταν 3.2 εκατομμύρια.[41] Ορισμένα πρόσφατα περιστατικά ασφαλείας είναι τα εξής. Στις 2 Ιουλίου, τρεις στρατιώτες αναφέρθηκαν ότι άνοιξαν πυρ εναντίον των φρουρών της κοινοτικής γειτονιάς, καθώς οι φρουροί απάντησαν σε αναφορές για επίθεση ληστών στην πολιτεία Enugu. Δύο φρουροί σκοτώθηκαν και τέσσερις τραυματίστηκαν ενώ ο στρατός κατηγόρησε τους φρουρούς ότι ήταν οι ίδιοι ληστές. Η Εθνοσυνέλευση συγκρότησε μια ad hoc επιτροπή για να διερευνήσει το περιστατικό.[42]
Ως προς την περιοχή στην οποία ανήκει η Abuja, την Federal Capital Territory, η Human Rights Watch καταγράφει ότι για την περίοδο 2023 καταγράφεται γενικότερη ανασφάλεια στην χώρα, παραθέτοντας επίσης μια σειρά επιθέσεων και απειλών σε κοντινή απόσταση από την έδρα της κυβέρνησης της Νιγηρίας στην Αμπούτζα από ισλαμιστές και άλλες ένοπλες ομάδες, περί το 2022, οι οποίες προκαλούν φόβο και ανησυχία στους πολίτες στην Ομοσπονδιακή Επικράτεια Πρωτεύουσας (FCT) και σε ολόκληρη τη χώρα.[43] Επίσης, η ΒΤΙ αναφέρει ότι η εγκληματική βία πλησιάζει επίσης όλο και περισσότερο την πρωτεύουσα της Αμπούτζα. Επιπλέον, το 2022, κυκλοφόρησαν προειδοποιήσεις τρομοκρατικής ασφάλειας στην Abuja, αν και καμία επίθεση δεν έχει γίνει ακόμα.[44] Έτι περαιτέρω, καταγράφηκαν για την περίοδο 24/05/2023 – 24/05/2024, στο σύνολο 142 περιστατικά ασφαλείας και 85 θάνατοι εκ των οποίων 32 μάχες (38 θάνατοι), 84 περιστατικά βίας εναντίον αμάχων (42 θάνατοι), και 26 εξεγέρσεις (5 θανάτους).[45]
Νομική ανάλυση
Υπενθυμίζω ότι σύμφωνα με το αρ.3 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 (6(I)/2000) (στο εξής ο Νόμος) και αρ.2 (δ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ (στο εξής η Οδηγία), ως πρόσφυγας αναγνωρίζεται «[.] πρόσωπο που, λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγενείας του και δεν είναι σε θέση, ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής [.]».Σύμφωνα δε με το αρ.3Γ του Νόμου και αντίστοιχα αρ. 9 της Οδηγίας, η πράξη δίωξης η οποία προκαλεί βάσιμο φόβο καταδίωξης θα πρέπει να «είναι αρκούντως σοβαρή λόγω της φύσης ή της επανάληψής της ώστε να συνιστά σοβαρή παραβίαση βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ειδικά των δικαιωμάτων από τα οποία δεν χωρεί παρέκκλιση βάσει του άρθρου 15 παράγραφος 2 της ευρωπαϊκής σύμβασης για την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών· ή να αποτελεί σώρευση διαφόρων μέτρων συμπεριλαμβανομένων παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η οποία να είναι αρκούντως σοβαρή ούτως ώστε να θίγεται ένα άτομο κατά τρόπο αντίστοιχο με τον αναφερόμενο στο στοιχείο». Έτι περαιτέρω, Ωστόσο, θα πρέπει να αξιολογηθούν η φύση και οι επιπτώσεις στον εκάστοτε αιτούντα για να αξιολογηθεί εάν η ως άνω αναφερόμενη αντιμετώπιση συνιστά δίωξη στην βάση του Άρθρου 9(1)(α) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ. Σύμφωνα δε με το άρθρο 4(α) της ίδιας Οδηγίας, λαμβάνονται υπόψη η ατομική κατάσταση και οι προσωπικές περιστάσεις του αιτούντος, «συμπεριλαμβανομένων παραγόντων όπως το προσωπικό ιστορικό, το φύλο και η ηλικία, ούτως ώστε να εκτιμηθεί εάν, βάσει των προσωπικών περιστάσεων του αιτούντος, οι πράξεις στις οποίες έχει ήδη ή θα μπορούσε να εκτεθεί ισοδυναμούν με δίωξη ή σοβαρή βλάβη».
Ως διαφαίνεται από τις πληροφορίες που έχουν παρατεθεί ανωτέρω, οι Osu, καθώς και οι σύζυγοι τους ή/και τα παιδιά τους εφόσον το καθεστώς αποκτάται και μέσω του γάμου, δυνατόν να στιγματιστούν από την κοινότητα εάν και εφόσον το καθεστώς περιέλθει στην αντίληψη των υπολοίπων. Ακόμη, πλέον οι Osu / Ohu δεν αντιμετωπίζουν δυσκολία στην εύρεση εργασίας και οικονομικής ανέλιξης, η αστικοποίηση και ο Χριστιανισμός έχουν αμβλύνει τις κοινωνικές αντιλήψεις ενώ καταγράφονται και περιστατικά όπου διάφορες κοινότητες έχουν αποκηρύξει αυτή την επιβλαβή πρακτική. Επισημαίνω δε ότι και από τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, προκύπτει ότι δεν υπέστησαν οποιαδήποτε δίωξη. Ο ίδιος εργαζόταν προτού εγκαταλείψει την Abuja εργαζόταν και είχε δική του επιχείρηση, ενώ ασπάζεται και τον Χριστιανισμό. Παράλληλα δε, παρά την αντίρρηση της κοινότητας του κατάφερε να παντρευτεί σε άλλο χωριό με την σύζυγο του, παρουσία δε και άλλων ατόμων. Ακόμη, παρατηρώ ότι ο Αιτητής διέμενε στην Abuja, πρωτεύουσα της Νιγηρίας, ένα μεγάλο αστικό κέντρο όπου θα ήταν ακόμη ευκολότερο γι’ αυτόν, την σύζυγο του και τα παιδιά τους να ενταχθούν χωρίς οποιοδήποτε θέμα στην τοπική κοινωνία. Συνεπώς, δεν θεωρώ ότι ο Αιτητής θα υποστεί πράξεις που να ισοδυναμούν με δίωξη.
Ως προς το θέμα δε της πιθανότητας αναγνώρισης της συμπληρωματικής προστασίας στο πρόσωπο του Αιτητή, επισημαίνω τα εξής. Συμπληρωματική προστασία, δίδεται όταν ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα ιθαγένειας του.
Για τη διαπίστωση αυτού του πραγματικού κινδύνου θα πρέπει να υπάρχουν, όπως ρητά προνοεί το άρθρο 19(1), «ουσιώδεις λόγοι». Περαιτέρω, σοβαρή βλάβη ή σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη κατά το εδάφιο (2) του άρθρου 19, σημαίνει (α) θανατική ποινή ή εκτέλεση ή (β) βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του αιτηρή στη χώρα καταγωγής του ή (γ) σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχουν, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.
Στην προκειμένη περίπτωση, φρονώ ότι από το προαναφερόμενο ιστορικό και δεδομένου ότι ο Αιτητής δεν επικαλείται ειδικώς, ότι ενόψει των προσωπικών του περιστάσεων, πιθανολογείται να εκτεθεί σε κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής [Βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψη 32)], δεν προκύπτει ότι αυτός διατρέχει κίνδυνο σοβαρής βλάβης, λόγω θανατικής καταδίκης ή εκτέλεσης, βασανιστηρίων, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του [βλ άρθρο 19(2)(α) και (β) περί Προσφύγων Νόμου]. Εξ ου και θα εξεταστεί η πιθανότητα υπαγωγής του στο εδάφιο (γ).
Αρχίζοντας από το στοιχείο της ένοπλης σύρραξης, σχετική είναι η υπόθεση του ΔΕΕ C – 285/12 Aboubacar Diakite κατά Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides:
«Συνεπώς, στο υποβληθέν ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας έχει την έννοια ότι η ύπαρξη εσωτερικής ένοπλης συρράξεως πρέπει να γίνεται δεκτή, όσον αφορά την εφαρμογή της διατάξεως αυτής, όταν οι τακτικές δυνάμεις ενός κράτους συγκρούονται με μία ή περισσότερες ένοπλες ομάδες ή όταν δύο ή περισσότερες ένοπλες ομάδες συγκρούονται μεταξύ τους, χωρίς να είναι αναγκαίο να είναι δυνατός ο χαρακτηρισμός της συρράξεως αυτής ως ένοπλης συρράξεως που δεν έχει διεθνή χαρακτήρα, υπό την έννοια του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου, και χωρίς η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργανώσεως των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων ή η διάρκεια της συρράξεως να αποτελεί αντικείμενο αυτοτελούς εκτιμήσεως σε σχέση με την εκτίμηση του βαθμού βίας που δεσπόζει στην οικεία επικράτεια.»
(η έμφαση είναι του παρόντος Δικαστηρίου)
Ακόμη, στην υπόθεση του ΔΕΕ Elgafaji C-465/07 κατά Staatssecretaris van Justitie, καθορίστηκε ότι:
«35 […] η κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας βλάβη, καθόσον συνίσταται σε «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» του αιτούντος, αναφέρεται σε ένα γενικότερο κίνδυνο βλάβης.
34 Συγκεκριμένα, η βλάβη αυτή αφορά, ευρύτερα, «απειλή […]κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» αμάχου και όχι συγκεκριμένες πράξεις βίας. Επιπροσθέτως, η απειλή αυτή είναι συμφυής με μια γενική κατάσταση «διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης». Τέλος, η βία από την οποία προέρχεται η εν λόγω απειλή χαρακτηρίζεται ως «αδιακρίτως» ασκούμενη, όρος που σημαίνει ότι μπορεί να επεκταθεί σε άτομα ανεξαρτήτως των προσωπικών περιστάσεών τους.
35 Στο πλαίσιο αυτό, ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας.
[…]
39 Συναφώς, πρέπει να διευκρινισθεί ότι όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας.»
(η έμφαση είναι του παρόντος Δικαστηρίου)
Σύμφωνα με την πλέον πρόσφατη απόφαση του ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.6.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland αναφορικά με το άρθρο 15γ της Οδηγίας 2011/95 «το άρθρο 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι απαγορεύει την ερμηνεία εθνικής ρυθμίσεως, σύμφωνα με την οποία, όταν ένας άμαχος δεν αποτελεί ειδικά στοχοποιημένο πρόσωπο λόγω ιδιαίτερων προσωπικών περιστάσεων, η διαπίστωση σοβαρής και ατομικής απειλής για τη ζωή ή το πρόσωπο του εν λόγω πολίτη λόγω "αδιάκριτης βίας σε καταστάσεις ... ένοπλης συγκρούσεως", κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, εξαρτάται από την προϋπόθεση ότι η αναλογία μεταξύ του αριθμού των θυμάτων στη σχετική περιοχή και του συνολικού αριθμού των ατόμων που απαρτίζουν τον πληθυσμό της περιοχής αυτής αγγίζει ένα καθορισμένο όριο» (σκέψη 37).
Περαιτέρω έκρινε ότι «το άρθρο 15, στοιχείο γ', της οδηγίας 2011/95 έχει την έννοια ότι, προκειμένου να διαπιστωθεί αν υφίσταται "σοβαρή και ατομική απειλή", κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, απαιτείται συνολική εκτίμηση όλων των περιστάσεων της συγκεκριμένης περιπτώσεως, ιδίως εκείνων που χαρακτηρίζουν την κατάσταση της χώρας καταγωγής του αιτητή» (σκέψη 45). Ως επιμέρους στοιχεία που ενδεχομένως θα μπορούσαν να ληφθούν υπ' όψιν προτείνονται τα εξής: η ένταση των ένοπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκόμενων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύγκρουσης, καθώς και άλλα όπως η γεωγραφική έκταση της περιοχής όπου εκδηλώνεται αδιάκριτη βία, ο πραγματικός προορισμός του αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στη σχετική χώρα ή περιοχή και οι δυνητικά στοχευμένες επιθέσεις κατά αμάχων που πραγματοποιούνται από τα μέρη της σύγκρουσης (βλ. σκέψη 43).
Εκ των ανωτέρω πληροφοριών που παρατέθηκαν, παρά την ύπαρξη σοβαρών περιστατικών ασφαλείας που υφίστανται στις δυο υπό κρίση πολιτείες διαπιστώνω ότι δεν προκύπτει ότι δεν συντρέχει ένοπλη σύρραξη ούτε και αδιακρίτως ασκούμενη βία στον τελευταίο τόπο διαμονής του Αιτητή, ο βαθμός της οποίας να είναι τόσο υψηλός, ώστε να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμηθεί ότι ο Αιτητής, ακόμα κι αν υποτεθεί ότι θα επιστρέψει στη συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί στην εν λόγω απειλή [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94 Elgafaji, σκέψη 43].
Επιπλέον, δεν διαπιστώνεται οποιοδήποτε άλλο στοιχείο στο προφίλ του Αιτητή που θα μπορούσε να μειώσει το απαιτούμενο επίπεδο βίας. Διαπιστώνω ότι πρόκειται για υγιή, ενήλικα άνδρα, με οικογένεια, ικανό να εργαστεί και χωρίς οποιοδήποτε πρόβλημα υγείας που να τον καθιστά ευάλωτο. Συνεπώς, στην βάση των πληροφοριών από την χώρα καταγωγής, αλλά και τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή δεν αποδεικνύεται ότι ο Αιτητής θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεως του και δεν πληρούνται στο πρόσωπο του οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας με βάση το άρθρο 19 του Περί Προσφύγων Νόμου.
Υπό το φως των όσων έχω αναφέρει ανωτέρω, αλλά και των σχετικών διατάξεων του Νόμου, κρίνω ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων και ότι η περίπτωσή του δεν πληρούσε τις υπό του Νόμου προβλεπόμενες προϋποθέσεις για αναγνώριση του καθεστώτος του πρόσφυγα, σύμφωνα με το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου. Περαιτέρω, φρονώ ότι δεν υφίσταται περιθώριο για χορήγηση καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας (άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου), αφού από τα στοιχεία που προσκόμισε ο Αιτητής δεν προκύπτει να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς της, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη.
Συντάσσομαι με την τελική κατάληξη της διοίκησης ότι τα γεγονότα της υπό εξέταση περίπτωσης δε στοιχειοθετούσαν τις αναγκαίες προϋποθέσεις για να αναγνωριστεί στον Αιτητή το καθεστώς του πρόσφυγα, ως προβλέπεται στα άρθρα 3-3Δ του Νόμου, αφού δεν τεκμηριώθηκε βάσιμος φόβος δίωξης, για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, ούτε το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας που προβλέπεται στο άρθρο 19 του Νόμου, αφού αυτός «δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο ότι θα υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη, ως καθορίζεται στο άρθρο 19(2)». Θεωρώ δε ότι οι Καθ' ων η αίτηση συνεκτίμησαν και αξιολόγησαν όλα τα στοιχεία που είχαν ενώπιον τους, προτού καταλήξουν στην προσβαλλόμενη απόφαση και υπήρξε ικανοποιητική αιτιολόγηση, ενώ το περιεχόμενο της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου συμπληρώνεται από την αιτιολογημένη εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού στην οποία αναφέρονται οι λόγοι της απόρριψης του αιτήματος (άρθρο 29 του Ν. 158 (Ι)/1999, Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1171 και Διογένους ν. Δημοκρατίας (1999) 4 Α.Α.Δ., 371).
Δια τους λόγους που πιο πάνω αναφέρονται η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με έξοδα €1000 υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον του Αιτητή.
Δ. ΚΑΤΣΑΡΙΔΗΣ Δ.Δ.Δ.Δ.Π
[1] Οδηγία 2011/95/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011 , σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας (αναδιατύπωση)
[2] Judgment of the Court (First Chamber), 22 November 2012 M. M. v Minister for Justice, Equality and Law υποσημείωση 82, σκέψη 65
[3] (βλ. WILLIAM CRISANTHA MAL FRANCIS KARUNARATHNA ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ κ.α, Υπόθεση Αρ. 1875/2008, 1 Μαρτίου 2010).
[4] European Asylum Support Office – EASO, ‘Δικαστική ανάλυση – Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου’, 2018, σελ. 132 - 135
[5] IRB – Immigration and Refugee Board of Canada, ‘Query response on Nigeria: Osu caste (2020 - November 2022) (Osu villages in Imu state; existence of all-Osu villages; implications of being born or declared Osu; risk of abuse or blood sacrifices; issues related to marriage and children)’, 10 November 2022, https://irb-cisr.gc.ca/en/country-information/rir/Pages/index.aspx?doc=458717&pls=1, ημερ. πρόσβασης 10/06/2024
[6] Dike, V. E. 2002, „The Osu Caste System in Igboland Discrimination Based on Descent‟, A Paper Presented to the Committee on the Elimination of Racial Discrimination (CERD) Sixty-first session, 8-9 August, International Dalit Solidarity Network website, σελ.2-3 http://idsn.org/fileadmin/user_folder/pdf/Old_files/africa/pdf/nigeria.pdf , ημερ. πρόσβασης 07/06/2024
[7] Dike, V. E. 2002, „The Osu Caste System in Igboland Discrimination Based on Descent‟, A Paper Presented to the Committee on the Elimination of Racial Discrimination (CERD) Sixty-first session, 8-9 August, International Dalit Solidarity Network website, σελ.2-3 http://idsn.org/fileadmin/user_folder/pdf/Old_files/africa/pdf/nigeria.pdf , ημερ. πρόσβασης 07/06/2024
[8] Merriam Webster. ‘Caste definition’, https://www.merriam-webster.com/dictionary/caste, ημερ. πρόσβασης 07/06/2024
[9] Immigration and Refugee Board of Canada 2003, NGA41455.E – Nigeria: The Kisa Osu caste system in Anambra State and the treatment of untouchables, ημερ. πρόσβασης 07/06/2024
[10] Dike, V. E. 2002, „The Osu Caste System in Igboland Discrimination Based on Descent‟, A Paper Presented to the Committee on the Elimination of Racial Discrimination (CERD) Sixty-first session, 8-9 August, International Dalit Solidarity Network website, σελ.2-3 http://idsn.org/fileadmin/user_folder/pdf/Old_files/africa/pdf/nigeria.pdf , ημερ. πρόσβασης 07/06/2024
[11] BBC, ‘Nigeria’s slave descendants prevented from marrying who they want’ 14 September 2020, https://www.bbc.com/news/world-africa-54088880, ημερ. πρόσβασης 07/06/2024
[12] Dike, V. E. 2002, „The Osu Caste System in Igboland Discrimination Based on Descent‟, A Paper Presented to the Committee on the Elimination of Racial Discrimination (CERD) Sixty-first session, 8-9 August, International Dalit Solidarity Network website, pp.2-3 http://idsn.org/fileadmin/user_folder/pdf/Old_files/africa/pdf/nigeria.pdf, ημερ. πρόσβασης 07/06/2024
[13] Slattery, Katharine. "The Igbo People - Origins & History". www.faculty.ucr.edu. School of English, Queen's University of Belfast, http://www.faculty.ucr.edu/~legneref/igbo/igbo1.htm, ημερ. πρόσβασης 17/06/2024
[14] Human Rights Watch 2001, Caste Discrimination: A Global Concern, 29 August, σελ.2, ημερ. πρόσβασης 10/06/2024
[15] Dike, V. E. 2002, „The Osu Caste System in Igboland Discrimination Based on Descent‟, A Paper Presented to the Committee on the Elimination of Racial Discrimination (CERD) Sixty-first session, 8-9 August, International Dalit Solidarity Network website, σελ.8 http://idsn.org/fileadmin/user_folder/pdf/Old_files/africa/pdf/nigeria.pdf , ημερ. πρόσβασης 10/06/2024
[16] Australian Government - Refugee Review Tribunal, ‘Country Advice Nigeria - Nigeria – NGA37560 – Igbos – Osu – Outcasts – Segregation – Internal relocation – Employment – Education – Marriage’, 22 October 2010, https://www.ecoi.net/en/file/local/1080671/1788_1336829729_nga37560.pdf, ημερ. πρόσβασης 10/06/2024
[17] Australian Government - Refugee Review Tribunal, ‘Country Advice Nigeria - Nigeria – NGA37560 – Igbos – Osu – Outcasts – Segregation – Internal relocation – Employment – Education – Marriage’, 22 October 2010, https://www.ecoi.net/en/file/local/1080671/1788_1336829729_nga37560.pdf, ημερ. πρόσβασης 10/06/2024
[18] Australian Government - Refugee Review Tribunal, ‘Country Advice Nigeria - Nigeria – NGA37560 – Igbos – Osu – Outcasts – Segregation – Internal relocation – Employment – Education – Marriage’, 22 October 2010, https://www.ecoi.net/en/file/local/1080671/1788_1336829729_nga37560.pdf, ημερ. πρόσβασης 10/06/2024
[19] Immigration and Refugee Board of Canada 1999, NGA31551.E – Nigeria: Follow-up to NGA16476.E of 12 April 1994 and NGA30813 of 7 January 1999 on whether ritual murders or human sacrifices still occur in Nigeria; whether Osu caste members of the Igbo tribe could be sacrificed at the burial of a High Chief; whether Osu members still suffer “discrimination”, ημερ. πρόσβασης 10/06/2024
[20] Immigration and Refugee Board of Canada 1999, NGA31551.E – Nigeria: Follow-up to NGA16476.E of 12 April 1994 and NGA30813 of 7 January 1999 on whether ritual murders or human sacrifices still occur in Nigeria; whether Osu caste members of the Igbo tribe could be sacrificed at the burial of a High Chief; whether Osu members still suffer “discrimination”, ημερ. πρόσβασης 10/06/2024
[21] BBC, Walker, A. 2009, „The story of Nigeria‟s „untouchables‟‟, 2009, ημερ. πρόσβασης 10/06/2024
[22] BBC, ‘Nigeria’s slave descendants prevented from marrying who they want’ 14 September 2020, https://www.bbc.com/news/world-africa-54088880, ημερ. πρόσβασης 07/06/2024
[23] Australian Government - Refugee Review Tribunal, ‘Country Advice Nigeria - Nigeria – NGA37560 – Igbos – Osu – Outcasts – Segregation – Internal relocation – Employment – Education – Marriage’, 22 October 2010, https://www.ecoi.net/en/file/local/1080671/1788_1336829729_nga37560.pdf, ημερ. πρόσβασης 10/06/2024
[24] IRB – Immigration and Refugee Board of Canada, ‘Query response on Nigeria: Osu caste (2020 - November 2022) (Osu villages in Imu state; existence of all-Osu villages; implications of being born or declared Osu; risk of abuse or blood sacrifices; issues related to marriage and children)’, 10 November 2022, https://irb-cisr.gc.ca/en/country-information/rir/Pages/index.aspx?doc=458717&pls=1, ημερ. πρόσβασης 10/06/2024
[25] Vanguard. 16 September 2020. Onayo Okoli, et al. "Osu Caste System: Fury in Igbo Land Over Continued Practice.", ημερ. πρόσβασης 10/06/2024
[26] IRB – Immigration and Refugee Board of Canada, ‘Query response on Nigeria: Osu caste (2020 - November 2022) (Osu villages in Imu state; existence of all-Osu villages; implications of being born or declared Osu; risk of abuse or blood sacrifices; issues related to marriage and children)’, 10 November 2022, https://irb-cisr.gc.ca/en/country-information/rir/Pages/index.aspx?doc=458717&pls=1, ημερ. πρόσβασης 10/06/2024
[27] IRB – Immigration and Refugee Board of Canada, ‘Query response on Nigeria: Osu caste (2020 - November 2022) (Osu villages in Imu state; existence of all-Osu villages; implications of being born or declared Osu; risk of abuse or blood sacrifices; issues related to marriage and children)’, 10 November 2022, https://irb-cisr.gc.ca/en/country-information/rir/Pages/index.aspx?doc=458717&pls=1, ημερ. πρόσβασης 10/06/2024
[28] International Center for Nigerian Law, ‘Constitution of the Federal Republic of Nigeria 1999’, Article 42 (2), 1999, http://www.nigeria-law.org/ConstitutionOfTheFederalRepublicOfNigeria.htm, ημερ. πρόσβασης 10/06/2024
[29] International Center for Nigerian Law, ‘Constitution of the Federal Republic of Nigeria 1999’, Article 15(2), 1999, http://www.nigeria-law.org/ConstitutionOfTheFederalRepublicOfNigeria.htm, ημερ. πρόσβασης 10/06/2024
[30] International Center for Nigerian Law, ‘Constitution of the Federal Republic of Nigeria 1999’, Article 15(2), 1999, http://www.nigeria-law.org/ConstitutionOfTheFederalRepublicOfNigeria.htm, ημερ. πρόσβασης 10/06/2024
[31] IRB – Immigration and Refugee Board of Canada, ‘Query response on Nigeria: Osu caste (2020 - November 2022) (Osu villages in Imu state; existence of all-Osu villages; implications of being born or declared Osu; risk of abuse or blood sacrifices; issues related to marriage and children)’, 10 November 2022, https://irb-cisr.gc.ca/en/country-information/rir/Pages/index.aspx?doc=458717&pls=1, ημερ. πρόσβασης 10/06/2024
[32] Human Rights Watch 2001, Caste Discrimination: A Global Concern, 29 August, σελ.2, ημερ. πρόσβασης 10/06/2024
[33] BBC, ‘Nigeria’s slave descendants prevented from marrying who they want’ 14 September 2020, https://www.bbc.com/news/world-africa-54088880, ημερ. πρόσβασης 07/06/2024
[34] IPOB, Our Mission, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.ipobgovernment.org/our-mission/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 17/06/2024)
[35] Newsweek, Nigeria Declares Biafra Group a ‘Terrorist’ Organization as Civil War Fears Grow, 15 September 2017, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.newsweek.com/nigeria-biafra-ipob-nnamdi-kanu-665943 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 17/06/2024)
[36] Nextier SPD, Peace without guns, 8 December 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://nextierspd.com/peace-without-guns/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 17/06/2024)
[37] USDOS – US Department of State: Country Report on Terrorism 2021 - Chapter 1 - Nigeria, 27 February 2023
https://www.ecoi.net/en/document/2087859.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 17/06/2023)
[38] Council on Foreign Relations, John Campbell, Security Deteriorating in Nigeria’s Former “Biafra”, 09 Φεβρουαρίου 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.cfr.org/blog/security-deteriorating-nigerias-former-biafra (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 17/06/2024)
[39] ACLED dashboard, Nigeria, Enugu, 24/05/2023 – 24/05/2024, https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard, ημερ. πρόσβασης 17/06/2024
[40] City Population, Enugu, https://citypopulation.de/en/nigeria/admin/NGA014__enugu/ ημερ. πρόσβασης 17/06/2024
[41] Britannica, Enugu State, Nigeria, https://www.britannica.com/place/Enugu-state-Nigeria, ημερ. πρόσβασης 17/06/2024
[42] USDOS - US Department of State: 2023 Country Report on Human Rights Practices: Nigeria, 23 April 2024, https://www.state.gov/reports/2023-country-reports-on-human-rights-practices/nigeria/, ημερ. πρόσβασης 17/06/2024
[43] HRW - Human Rights Watch: World Report 2024 - Nigeria, 11 January 2024, https://www.hrw.org/world-report/2024/country-chapters/nigeria, ημερ. πρόσβασης 17/06/2024
[44] Bertelsmann Stiftung, BTI 2024 Country Report — Nigeria. Gütersloh: Bertelsmann Stiftung, 2024, https://www.ecoi.net/en/file/local/2105924/country_report_2024_NGA.pdf, ημερ. πρόσβασης 17/06/2024
[45] ACLED dashboard, Nigeria, Federal Capital Territory, 24/05/2023-24/05/2024, https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard, ημερ. πρόσβασης 17/06/2024
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο