G.O.E. ν. Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω Υπουργείου Εσωτερικών, Υπηρεσίας Ασύλου, Υπoθ. Αρ.: 1635/2023, 7/8/2024
print
Τίτλος:
G.O.E. ν. Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω Υπουργείου Εσωτερικών, Υπηρεσίας Ασύλου, Υπoθ. Αρ.: 1635/2023, 7/8/2024

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ 

Υπoθ. Αρ.: 1635/2023

 

07 Αυγούστου 2024 

[Α.Α.ΑΓΡΟΤΗ, ΔΔΔΔΠ.] 

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος 

Μεταξύ: 

  G.O.E 

Αιτητής 

-και- 

Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω

της Υπηρεσίας Ασύλου 

Καθ' ων η Αίτηση 

 

Ν. Μαυρονικόλας (κος) για Αλταχέρ, Μπενέτη και Συνεργάτες ΔΕΠΕ για τον Αιτητή  

Ι. Χαραλάμπους (κα) για Π. Δημητρίου (κα),  Δικηγόροι της Δημοκρατίας για τους Καθ’ ων η Αίτηση

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η 

 

Α.Α.ΑΓΡΟΤΗ Δ. ΔΔΔΠ: Με την παρούσα προσφυγή, ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου η οποία περιέχεται σε επιστολή ημερομηνίας 27/04/2023 σύμφωνα με την οποία το αίτημά του για παραχώρηση  καθεστώτος διεθνούς προστασίας απορρίφθηκε και καλεί το Δικαστήριο όπως κηρύξει αυτήν άκυρη, παράνομη, αντισυνταγματική, στερημένη οπουδήποτε έννομου αποτελέσματος.

 

Όπως προκύπτει τόσο από την Ένσταση, αλλά και από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου, που αποτελεί τεκμήριο Α στην παρούσα διαδικασία, τα ουσιώδη γεγονότα που αφορούν την υπό εξέταση υπόθεση είναι τα ακόλουθα:

 

Ο Αιτητής είναι ενήλικας, υπήκοος της Νιγηρίας και κάτοχος διαβατηρίου, με ημερομηνία έκδοσης την 04/10/2021 και ημερομηνία λήξης την 03/10/2026, ο οποίος στις 04/02/2022, ο Αιτητής, σύμφωνα με δική του δήλωση εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του και μέσω Τουρκίας αφίχθηκε στα κατεχόμενα εδάφη της Κύπρου, έχοντας στην κατοχή του φοιτητική άδεια. Στη συνέχεια διήλθε παράτυπα στις ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές, όπου στις 14/04/2022 υπέβαλε αίτημα για διεθνή προστασία.

 

Στις 07/04/2023 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη στον Αιτητή από λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, στην αγγλική, γλώσσα κατανοητή από τον Αιτητή. Στις 12/04/2023, ο αρμόδιος λειτουργός συνέταξε Έκθεση-Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη του αιτήματος του Αιτητή και αυθημερόν, συγκεκριμένος λειτουργός δεόντως εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών, να ασκεί καθήκοντα Προϊστάμενου της Υπηρεσίας Ασύλου, κατόπιν εξέτασης της εισηγητικής έκθεσης αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης.

 

Η απορριπτική απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου μαζί με την αιτιολογία αυτής,  η οποία περιέχεται στην επιστολή ημερομηνίας 27/04/2023, παραλήφθηκε δια χειρός από τον Αιτητή αυθημερόν, θέτοντας την υπογραφή του κατόπιν επεξήγησης του περιεχομένου της στην αγγλική γλώσσα.

 

Εμπρόθεσμα ο Αιτητής καταχώρισε την με τον πιο πάνω αριθμό και τίτλο προσφυγή εναντίον της απορριπτικής του αιτήματος του απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου.

 

Με την αίτηση ακυρώσεως ο Αιτητής προβάλλει αριθμό νομικών ισχυρισμών προς ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, πλην όμως με την αγόρευση των συνηγόρων του προωθούνται ορισμένοι από αυτούς. Ειδικότερα, ισχυρίζονται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει από έλλειψη δέουσας έρευνας, είναι αναιτιολόγητη και είναι αποτέλεσμα πλάνης περί τα πράγματα, ενώ προβάλλουν ότι οι Καθ’ ων η αίτηση εφάρμοσαν λανθασμένα και/ή καθόλου τη διαδικασία και τη νομοθεσία.

 

Από την πλευρά τους οι Καθ’ ων η αίτηση, μέσω της δικής τους γραπτής αγόρευσης, υπεραμύνονται της νομιμότητας και της ορθότητας της υπό εξέτασης απόφασης, ισχυριζόμενοι ότι η προσβαλλόμενη απόφαση έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, μετά από δέουσα έρευνα και ορθή ενάσκηση των εξουσιών με τις οποίες περιβάλλονται οι Καθ’ ων η αίτηση, αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης και είναι η απόφαση επαρκώς και/ή δεόντως αιτιολογημένη. Αποτελεί θέση των Καθ’ ων ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποσείσει το βάρος απόδειξης το οποίο υπέχει και να αποδείξει βάσιμο λόγο δίωξης για κάποιον από τους λόγους που εξαντλητικά προβλέπονται στο άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου (Ν.6(Ι)/2000). Ούτε όμως και κατάφερε να αποδείξει ότι μπορεί να τύχει της χορήγησης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19 του ίδιου Νόμου, εφόσον δεν τεκμηριώθηκε περίπτωση να ενδέχεται να εκτεθεί σε κίνδυνο που ισοδυναμεί με σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του.

 

Κατά το στάδιο των διευκρινίσεων ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον Αιτητή, περιόρισε τους νομικούς ισχυρισμούς του στην κατ’ ισχυρισμό έλλειψη δέουσας  έρευνας από πλευράς των Καθ’ ων η αίτηση κατά την λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, αποσύροντας όλους τους λοιπούς ισχυρισμούς. Ο συνήγορος του Αιτητή επανέλαβε τον ισχυρισμό περί περιουσιακών διαφορών του Αιτητή με τον θείο του και προβάλλει για πρώτη φορά τον ισχυρισμό περί πολιτικής αστάθειας στη Νιγηρία. Οι Καθ’ ων η αίτηση υιοθέτησαν το περιεχόμενο της Ένστασης και της γραπτής τους αγόρευσης, επισημαίνοντας ότι οι λόγοι που προβάλλει ο Αιτητής δεν εμπίπτουν στις πρόνοιες των άρθρων 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου, ότι η Νιγηρία έχει κριθεί ως ασφαλής χώρα και ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να ανατρέψει το τεκμήριο αυτό.

 

Δεδομένου ότι το παρόν Δικαστήριο δυνάμει του άρθρου 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018, Ν. 73(Ι)/2018 κέκτηται εξουσίας όπως εξετάζει πέραν από την νομιμότητα της προσβαλλόμενης πράξης και την ουσιαστική ορθότητα αυτής, ήτοι εξέταση επί της ουσίας του αιτήματος του Αιτητή, κρίνω σκόπιμο όπως παραθέσω πιο κάτω όλους τους ισχυρισμούς που ο Αιτητής προέβαλε σε όλα τα στάδια εξέτασης του αιτήματός του, προκειμένου να εξετάσω την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης αλλά και για να διαφανεί εάν οι Καθ’ ων η αίτηση αποφάσισαν μετά από δέουσα έρευνα, ορθά, νόμιμα και εντός των πλαισίων της νόμιμης άσκησης της διακριτικής τους ευχέρειας, εξετάζοντας παράλληλα και τους προβαλλόμενους από τον Αιτητή ισχυρισμούς προς ακύρωση της απόφασης των Καθ’ ων η αίτηση.

 

Με την αίτησή του για παροχή διεθνούς προστασίας, ο Αιτητής ανέφερε ότι όταν οι γονείς του απεβίωσαν, ο θείος του ήθελε να τον σκοτώσει για να σφετεριστεί τη γη που είχε κληρονομήσει. Ισχυρίστηκε ότι αναγκάστηκε να πωλήσει τη γη και να εγκαταλείψει τη χώρα του, με σκοπό να ζητήσει προστασία.

 

Στο πλαίσιο της συνέντευξής του από λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, ο  Αιτητής ανέφερε ως τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής του το χωριό Avu της πόλης Owerri στην πολιτεία Imo της Νιγηρίας. Αναφορικά με την οικογένειά του, δήλωσε πως αμφότεροι οι γονείς του απεβίωσαν και στην πολιτεία Imo διαμένουν η σύζυγός του και τα δύο του παιδιά. Κληθείς να προσδιορίσει το μορφωτικό του επίπεδο και την εργασιακή του εμπειρία, ο Αιτητής δήλωσε ότι ολοκλήρωσε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και εργαζόταν στην αρχή ανάπτυξης κεφαλαίου, στον τομέα αστικού σχεδιασμού.

 

Ερωτηθείς για τον λόγο για τον οποίο εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι μετά το θάνατο των γονέων του, ο θείος του ήθελε να τον σκοτώσει για να σφετεριστεί τη γη που είχε κληρονομήσει. Ως εκ τούτου, δήλωσε πως ο ίδιος προέβη σε πώληση της εν λόγω γης και αναχώρησε από τη χώρα αναζητώντας προστασία. Σε διευκρινιστικές ερωτήσεις, ο Αιτητής δήλωσε πως δεν έχει αδέρφια, ο πατέρας του έχει μόνο ένα αδερφό και ότι προσπάθησε δύο φορές να τον βλάψει. Ερωτηθείς για ποιο λόγο εξακολουθεί να κινδυνεύει από τον θείο του, ο Αιτητής απάντησε ότι θέλει να τον βλάψει επειδή πώλησε τη γη. Σε σχετική ερώτηση, ο Αιτητής ανέφερε ότι δεν αποτάθηκε στην αστυνομία, διότι δεν αναλαμβάνουν εδαφικές διαμάχες και ότι αποτάθηκε στον βασιλιά, ο οποίος δεν προέβη σε οποιαδήποτε ενέργεια. Αναφορικά με τις απειλές που έλαβε, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι ο θείος του τον απείλησε δύο φορές, μία το 2015 και μία το 2019, λέγοντάς του να μείνει μακριά από τη γη. Ερωτηθείς κατά πόσο ανησυχεί για την ασφάλεια της οικογένειάς του, δήλωσε ότι μένουν με τον πατέρα της συζύγου του και δεν αντιμετωπίζουν οποιοδήποτε θέμα, αναφορικά δε με τα μελλοντικά του σχέδια, ο Αιτητής δήλωσε ότι επιθυμεί να εργαστεί και να φέρει την οικογένειά του στη Κύπρο. Ως προς τις συνέπειες σε περίπτωση επιστροφής του, ο Αιτητής δήλωσε πως δεν γνωρίζει τι θα του συμβεί και ότι δεν έχει πρόθεση να επιστρέψει.

 

Ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου στην εισηγητική του έκθεση  έκρινε ως αξιόπιστο τον ισχυρισμό του Αιτητή ως προς την ταυτότητα, τη χώρα καταγωγής και τα προσωπικά του στοιχεία, αλλά δεν έκανε αποδεκτό τον ισχυρισμό περί δίωξής του υπό μορφή απειλών από τον θείο του λόγω περιουσιακών διαφορών, καθότι οι δηλώσεις του κρίθηκαν αβάσιμες, ασαφείς, χωρίς την απαιτούμενη λεπτομέρεια. Συγκεκριμένα, όταν ερωτήθηκε για τα έγγραφα ιδιοκτησίας της γης, ανέφερε ότι βρίσκονται στην κατοχή του ατόμου στο οποίο πώλησε τη γη. Κληθείς να εξηγήσει γιατί εξακολουθεί απειλείται από τον θείο του, αφού πωλήθηκε ήδη η επίμαχη γη, ο Αιτητής ανέφερε με ασάφεια ότι ο θείος του ήθελε τη γη αυτή, αλλά επειδή ο ίδιος την πούλησε, θέλει να του κάνει κακό, χωρίς ουσιαστικά να δίνει ικανοποιητική εξήγηση. Επιπλέον, ερωτηθείς για ποιο λόγο δεν αποτάθηκε στην αστυνομία, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι δεν αναλαμβάνουν θέματα περιουσιακών διαφορών και όταν ρωτήθηκε γιατί δεν απευθύνθηκε σε δικηγόρο, απάντησε ότι ούτε οι δικηγόροι αναλαμβάνουν τέτοια θέματα, προσθέτοντας ότι ο ίδιος το ανέφερε στον βασιλιά, ο οποίος ωστόσο δεν προέβη σε καμία ενέργεια, απαντήσεις που κρίθηκαν ότι στερούνται ευλογοφάνειας. Αναφορικά με τις κατ’ ισχυρισμό απειλές, ο Αιτητής δήλωσε ότι ξεκίνησαν το 2015 χωρίς ωστόσο να θυμάται μήνα, αναφέρθηκε μόνο σε δύο συνολικά απειλές, οι οποίες συνίσταντο στο να τον προειδοποιεί ο θείος του να μείνει μακριά από τη γη. Η τελευταία απειλή ισχυρίστηκε ότι έλαβε χώρα το 2019, αλλά και πάλι δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει τον μήνα. Ο αρμόδιος λειτουργός επεσήμανε στην εισηγητική του έκθεση πως θα αναμένετο από τον Αιτητή να είναι σε θέση να τοποθετήσει με μεγαλύτερη χρονική ακρίβεια τα περιστατικά των κατ’ ισχυρισμό απειλών, αφού αποτελούν την γενεσιουργό αιτία της ισχυριζόμενης δίωξής του. Όταν ρωτήθηκε κατά πόσο προσπάθησε να μετεγκαταστάθεί σε άλλη πολιτεία, απάντησε με ασάφεια και αοριστία ότι δεν υπάρχει η δυνατότητα αυτή, χωρίς να δίνει οποιαδήποτε εξήγηση. Επιπρόσθετα, ερωτηθείς εάν φοβάται για την οικογένειά του, ο Αιτητής ανέφερε ότι βρίσκονται στο σπίτι του πεθερού του. Κληθείς να εξηγήσει γιατί δεν πήγε να μείνει μαζί τους, αφού είναι ασφαλείς, ο Αιτητής παρέμεινε σκεπτικός και ζήτησε να του επαναληφθεί η ερώτηση, ενώ απάντησε υπεκφεύγοντας ότι δεν έχει αρκετά χρήματα για να έρθει μαζί τους (“I took my family to their place because... because I dont have enough money to come along with them”). Κληθείς να αναφέρει τι θα αποκόμιζε ο θείος του εάν τον δολοφονούσε, έδωσε και πάλι μια ασαφή απάντηση λέγοντας ότι τον απειλούσε επειδή ήθελε το τεμάχιο και όταν ρωτήθηκε πως θα μπορούσε ο θείος του να πάρει το τεμάχιο, αφού το έχει πουλήσει, ο Αιτητής δεν έδωσε συγκεκριμένη απάντηση, επιβεβαιώνοντας ότι το πώλησε. Ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου έκρινε ότι με βάση τις δηλώσεις του Αιτητή, ο κατ’ ισχυρισμό φόβος δίωξής του δεν θεωρείται αρκούντως σοβαρός ως προς την φύση του και την επανάληψή του. Καταλήγει πως η ισχυριζόμενη δίωξη υπό την μορφή απειλών από τον θείο του δεν υφίσταται, αφού το εν λόγω τεμάχιο, το οποίο αποτελεί την γενεσιουργό αιτία της ισχυριζόμενης δίωξής του, πωλήθηκε και από το 2019 που έγινε η τελευταία ισχυριζόμενη απειλή μέχρι και τις 4 Φεβρουαρίου του 2022 που αναχώρησε από τη χώρα του, δεν του συνέβη οτιδήποτε. Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του εν λόγω ουσιώδους ισχυρισμού, ο λειτουργός κατέγραψε ότι τα όσα ανέφερε ο Αιτητής αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη του αιτήματος του.

 

Αποτελεί κατάληξη των Καθ’ ων η αίτηση ότι δεν τεκμηριώθηκε βάσιμος φόβος δίωξης για κάποιον από τους περιοριστικά αναφερόμενους λόγους στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου και άρα ο Αιτητής δεν δικαιούται να αναγνωριστεί ως πρόσφυγας. Επιπρόσθετα, κρίθηκε ότι ο Αιτητής ότι δεν μπορεί να αναγνωριστεί ούτε ως δικαιούχος συμπληρωματικής προστασίας, καθώς δεν προέκυψε ότι θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία, όπως προνοείται στο άρθρο 19 (1) και (2) του περί Προσφύγων Νόμου. Ειδικά ως προς το στοιχείο (γ) του άρθρου 19 (2) ο αρμόδιος λειτουργός παρέπεμψε σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης επισημαίνοντας ότι στην πολιτεία Imo της Νιγηρίας δεν παρατηρούνται συνθήκες ένοπλης σύρραξης. Το αρμόδιο, εξουσιοδοτημένο από τον Υπουργό Εσωτερικών, πρόσωπο να εκτελεί καθήκοντα Προϊστάμενου, υιοθέτησε την Έκθεση-Εισήγηση και απέρριψε το αίτημα του Αιτητή.

 

Στο πλαίσιο ελέγχου της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, με βάση τα όσα προκύπτουν από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου και κυρίως το πρακτικό της διενεργηθείσας συνέντευξης ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου και της εισηγητικής έκθεσης, κρίνω ορθή την κατάληξη της αξιολόγησης του αρμόδιου λειτουργού βάσει των δηλώσεων που ο Αιτητής προέβαλε κατά την προφορική του συνέντευξη, ως προς τον ουσιώδη ισχυρισμό που αφορά τη χώρα καταγωγής, την ταυτότητα, τα προσωπικά του στοιχεία και τον τόπο καταγωγής και τελευταίας συνήθους διαμονής του.

 

Προχωρώντας στην αξιολόγηση της εσωτερικής αξιοπιστίας του δεύτερου ουσιώδη ισχυρισμού που αφορά την κατ’ ισχυρισμό δίωξη του Αιτητή από τον θείο του για περιουσιακά θέματα, οι δηλώσεις του Αιτητή κρίνονται ασαφείς, αόριστες και χαρακτηρίζονται από έλλειψη ευλογοφάνειας και έλλειψη επαρκών λεπτομερειών. Ακόμα και στα διευκρινιστικά ερωτήματα που τέθηκαν στον Αιτητή, οι απαντήσεις του ήταν αόριστες, γενικές, σύντομες και χωρίς λεπτομέρεια και περιγραφικότητα. Ειδικότερα, παρατηρείται ότι δόθηκαν αρκετές ευκαιρίες στον Αιτητή να απαντήσει με περισσότερες λεπτομέρειες για τον φόβο του από την ισχυριζόμενη δίωξη από τον θείο του και σε όλες τις περιπτώσεις οι απαντήσεις του παρέμειναν γενικές. Ο Αιτητής δεν παρουσίασε οποιοδήποτε αντικειμενικό δεδομένο από το οποίο να προκύπτει κατά τρόπο ευλογοφανή και συγκεκριμένο δίωξή του από τον θείο του. Ο Αιτητής  αναφέρθηκε σε δύο περιστατικά απειλών, χωρίς να είναι σε θέση να τα τοποθετήσει χρονικά, ούτε να τα περιγράψει. Η αφήγηση του Αιτητή παρουσιάζεται κατά τρόπο γενικό, χωρίς οποιαδήποτε βιωματικής φύσεως λεπτομέρεια. Στο σημείο αυτό επισημαίνεται ότι ο Αιτητής, κατά την ενώπιον μου διαδικασία, εκπροσωπούμενος δια συνηγόρου παραλείπει να επιχειρήσει οποιαδήποτε περαιτέρω στοιχειοθέτηση της υπόθεσής του και να καλύψει τα κενά που οι Καθ’  ων η αίτηση επεσήμαναν κατά την αξιολόγηση των δηλώσεών του. Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο κρίνει τον υπό εξέταση ισχυρισμό ως εσωτερικά μη αξιόπιστο.

 

Προχωρώντας στην αξιολόγηση της εξωτερικής αξιοπιστίας του υπό εξέταση ισχυρισμού, το Δικαστήριο κρίνει ότι τα εκ του Αιτητή εξιστορισθέντα αποτελούν υποκειμενικής φύσης περιστατικά, εκ των οποίων δεν απορρέει κάποιο στοιχείο που θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο έρευνας.

 

Σύμφωνα με το άρθρο 3 του Ν. 6(Ι)/2000, «πρόσφυγας αναγνωρίζεται το πρόσωπο, που λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγένειας του και δεν είναι σε θέση ή λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής». Για να αναγνωριστεί πρόσωπο ως πρόσφυγας, θα πρέπει να αποδεικνύεται βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης, του οποίου τόσο το υποκειμενικό όσο και το αντικειμενικό στοιχείο πρέπει να εκτιμηθούν από το αρμόδιο όργανο προτού καταλήξει σε απόφαση.

 

Το άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6(Ι)/2000 προνοεί ότι «εναπόκειται στον Αιτητή να τεκμηριώσει την αίτηση διεθνούς προστασίας», χωρίς να απαιτείται να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία. Ο Αιτητής έχει την ευθύνη να εκθέσει με την αίτησή του αλλά και μέσα από την ενώπιον της αρμόδιας αρχής συνέντευξη του, ακόμα και ενώπιον του Δικαστηρίου, μέσω της ορθής δικονομικής διαδικασίας, με στοιχειώδη σαφήνεια, τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά τα οποία του προκαλούν, κατά τρόπο αντικειμενικό, δικαιολογημένο φόβο δίωξης υφιστάμενο στη χώρα καταγωγής του. Ο Αιτητής οφείλει να επικαλεστεί με λεπτομέρεια, σαφήνεια και αληθοφάνεια συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που στηρίζουν το υποβληθέν αίτημά του για διεθνή προστασία, το δε αρμόδιο όργανο εξετάζοντας την αίτηση του Αιτητή, οφείλει να λάβει υπόψη του κάθε σχετικό με την υπόθεση γεγονός. Επί τούτου ο συνήγορος του Αιτητή ισχυρίζεται ότι οι Καθ΄ ων η αίτηση στα πλαίσια εξέτασης της αίτησής του, δεν προέβησαν σε δέουσα έρευνα.

 

Είναι πάγια νομολογημένο ότι δέουσα έρευνα κρίνεται από το Δικαστήριο ότι έγινε, όταν το αρμόδιο όργανο εξετάζει κάθε σχετικό με την υπόθεση γεγονός (βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών (1999) 3ΑΑΔ 447).  Ορθή και πλήρης έρευνα θεωρείται αυτή που εκτείνεται στη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων της υπόθεσης (βλ. Νικολαΐδη v. Μηνά (1994) 3ΑΑΔ 321, Ττουσούνα ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2013) 3 Α.Α.Δ. 151, Χωματένος ν. Δημοκρατίας κ.α. (2013) 3 Α.Α.Δ. 120, Α. Παπουτέ ν. Χρ. Κασάπη και Κυπριακής Δημοκρατίας, Συν. Αναθ. Έφεση 112/15 και 131/15 ημερομηνίας 13/07/2022).  Η έκταση της έρευνας εξαρτάται πάντοτε από τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης (βλ. Δημοκρατία v. Ευαγγέλου κ.α. (2013) 3ΑΑΔ 414) και το αρμόδιο όργανο οφείλει να βρει τον κατάλληλο τρόπο για να εκπληρώσει την υποχρέωσή του για επαρκή έρευνα.

 

Μελετώντας τον διοικητικό φάκελο, διαπιστώνω ότι οι Καθ’ ων η αίτηση, αντίθετα στον ισχυρισμό του συνηγόρου του Αιτητή, τον οποίο απορρίπτων, συνεκτίμησαν και αξιολόγησαν όλα τα στοιχεία που είχαν ενώπιόν τους προτού καταλήξουν στην προσβαλλόμενη απόφαση και, στη βάση αυτών, εξέδωσαν αιτιολογημένη απόφαση. Συνεπώς, από το ιστορικό του Αιτητή όπως αυτό φαίνεται πιο πάνω, έχοντας κατά νου τα δεδομένα που προκύπτουν από τον διοικητικό φάκελο και από την ανωτέρω αξιολόγηση των ισχυρισμών του, ορθά κρίθηκε ότι ο Αιτητής δεν στοιχειοθέτησε κανένα απολύτως ισχυρισμό που να εμπίπτει στις προϋποθέσεις αναγνώρισης προσώπου ως πρόσφυγα. Ακόμη και σε περίπτωση που γίνει αποδεκτός ο ισχυρισμός του Αιτητή περί περιουσιακής διαμάχης με τον θείο του, επισημαίνεται πως ο ίδιος ο Αιτητής προέβη σε πώληση της επίμαχης γης, και από το 2019, χρονολογία κατά την οποία έλαβε χώρα το τελευταίο κατ’ ισχυρισμό περιστατικό απειλής από τον θείο του έως το 2022, χρονολογία κατά την οποία αναχώρησε από τη χώρα του, δεν του συνέβη οτιδήποτε, γεγονός που καταδεικνύει ότι ο Αιτητής δεν αντιμετωπίζει βάσιμο φόβο δίωξης σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα του.

 

Επιπλέον έχει πλέον νομολογηθεί ότι «δεν είναι επαρκές για αιτητή διεθνούς προστασίας, προς ευόδωση της αίτησής του, να επικαλείται φόβο δίωξης στη χώρα καταγωγής του προκαλούμενο από ιδιωτικούς φορείς, χωρίς να συγκεκριμενοποιεί οποιοδήποτε γεγονός προς τούτο και αναμένοντας από τις διοικητικές ή δικαστικές αρχές να διεξάγουν εξ ιδίων έρευνα ώστε να εξιχνιάσουν τα γεγονότα επαλήθευσης ή μη του ισχυρισμού του.  Περαιτέρω, όταν ο κατ’΄ισχυρισμόν φορέας δίωξης είναι μη κρατικός φορέας, τότε – κατά το Άρθρο 3Α (γ) των περί Προσφύγων Νόμων – δέον να διαπιστώνεται ότι οι κρατικές αρχές της χώρας καταγωγής του δεν μπορούν να τον προστατεύσουν επαρκώς [..]» (βλ. M.M.R. v Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω ΑΑΠ, Έφεση κατά απόφασης ΔΔΔΠ αρ. 5/2019, ημερομηνίας 04/10/2023). Εν προκειμένω ο Αιτητής προέρχεται από τη Νιγηρία χώρα η οποία συγκαταλέγεται στις ασφαλείς χώρες ιθαγένειας σύμφωνα με την ΚΔΠ 191/24 εφόσον ικανοποιείται βάσει της νομικής κατάστασης, της εφαρμογής του δικαίου στο πλαίσιο δημοκρατικού συστήματος και των γενικών πολιτικών συνθηκών, ότι στην οριζόμενη χώρα γενικά και μόνιμα δεν υφίστανται πράξεις δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3Γ, ούτε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση ή τιμωρία, ούτε απειλή η οποία προκύπτει από τη χρήση αδιάκριτης βίας σε κατάσταση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύγκρουσης[1].

 

Ο «Πρακτικός Οδηγός της ΕΑΣΟ: Αξιολόγηση των Αποδεικτικών Στοιχείων» (Μάρτιος 2015) καθορίζει πως στη βάση της συλλογής πληροφοριών θα πρέπει να προσδιορίζονται τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά, τα οποία στη συνέχεια θα πρέπει να συνδέονται με τις απαιτήσεις του ορισμού του πρόσφυγα και αν δεν υπάρχει κατάληξη ότι μπορεί να δοθεί προσφυγικό καθεστώς, τότε το αρμόδιο όργανο θα πρέπει να εκτιμήσει εάν τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά συνδέονται με τις απαιτήσεις του ορισμού του προσώπου που δικαιούται συμπληρωματική προστασία.

 

Εξετάζοντας πλήρως την υπόθεση, διαπιστώνω επίσης ότι ορθά κρίθηκε από τους Καθ’ ων η αίτηση ότι δεν πληρούνται ούτε οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 του N.6(I)/2000 για να παρασχεθεί στον Αιτητή το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, εφόσον δεν αποδείχθηκε ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αναφορικά με τον κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα του.

 

Για τη διαπίστωση αυτού του πραγματικού κινδύνου θα πρέπει να υπάρχουν, όπως ρητά προνοεί το άρθρο 19(1), του Ν.6(Ι)/2000 «ουσιώδεις λόγοι». Περαιτέρω, σοβαρή βλάβη ή σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη κατά το εδάφιο (2) του άρθρου 19, του Ν.6(Ι)/2000 σημαίνει κίνδυνο αντιμετώπισης θανατικής ποινής, βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας ή να υπάρχει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης (βλ.Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015, ECLI:CY:AD:2015:D619, ECLI:CY:AD:2015:D619).

 

Προκειμένου να διαπιστωθεί εάν συντρέχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, ως οι διατάξεις του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, το Δικαστήριο ανέτρεξε σε έγκυρες πηγές πληροφόρησης για τη χώρα καταγωγής του Αιτητή, προς εξέταση της κατάστασης που επικρατεί σε αυτήν και συγκεκριμένα στην πολιτεία Imo, την οποία ο Αιτητής δήλωσε ως τόπο καταγωγής και τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής.

 

Στοιχεία της βάσης δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Εvent Data Project), κατά το διάστημα 22/07/2023 μέχρι και 19/07/2024, καταγράφηκαν στην πολιτεία Imo συνολικά 114 περιστατικά ασφαλείας, εκ των οποίων προέκυψαν 116 ανθρώπινες απώλειες. Ειδικότερα, 43 εξ αυτών καταγράφηκαν ως μάχες (με 79 θύματα), 39 ως περιστατικά  βίας κατά των πολιτών (με 36 θύματα), 26 ως διαδηλώσεις (με 1 θύμα), 5 ως εξεγέρσεις/ταραχές (χωρίς θύματα) και 1 ως εκρήξεις/απομακρυσμένη βία (χωρίς θύματα)[2]. O εκτιμώμενος πληθυσμός για το 2022 ανέρχεται για την πολιτεία Imo στους 5.459.300 κατοίκους.[3] Τα εν λόγω στοιχεία καταδεικνύουν ότι δεν υπάρχουν συνθήκες αδιάκριτης βίας λόγω ένοπλης σύρραξης στην εν λόγω περιοχή που θα μπορούσαν να θέσουν υπό απειλή την ζωή ενός πολίτη από την παρουσία του και μόνο στην εν λόγω περιοχή, υπό την έννοια του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ.

 

Κρίνω, υπό τις περιστάσεις και στη βάση του συνόλου των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου ότι το αίτημα του Αιτητή εξετάστηκε πλήρως η δε απόφαση είναι πλήρως αιτιολογημένη. Ο Αιτητής δεν κατάφερε να τεκμηριώσει σε κανένα στάδιο της διαδικασίας τη βασιμότητα του αιτήματός του για αναγνώριση της ιδιότητας του πρόσφυγα, δυνάμει του περί Προσφύγων Νόμου και της Σύμβασης της Γενεύης, ούτε για την παραχώρηση της συμπληρωματικής προστασίας που προβλέπεται στο άρθρο 19 του Νόμου. Σε κάθε περίπτωση, ο ισχυρισμός του Αιτητή περί δίωξης από τον θείο του για περιουσιακά θέματα, στοιχειοθετεί την έννοια της ιδιωτικής διαφοράς που δεν σχετίζεται προς τους λόγους που προβλέπονται από τη Σύμβαση της Γενεύης του 1951 (δίωξη λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, συμμετοχής σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα ή πολιτικών πεποιθήσεων) και δεν αποτελούν βάση για την αναγνώριση ενός προσώπου ως πρόσφυγα. 

 

Η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε στο πλαίσιο άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του αρμόδιου διοικητικού οργάνου, το οποίο συνεκτίμησε όλα τα πραγματικά στοιχεία και εξέδωσε τελική αιτιολογημένη απόφαση. Δεν έχει καταδειχθεί οτιδήποτε το μεμπτό, ούτως ώστε να δικαιολογείται επέμβαση του παρόντος Δικαστηρίου. Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και επαρκώς αιτιολογημένη. Δεδομένης της κατάληξης μου αυτής, παρέλκει η εξέταση οποιουδήποτε άλλου νομικού ισχυρισμού.

 

Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με €1000 έξοδα υπέρ των Καθ’ ων η αίτηση και εναντίον του Αιτητή. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

 

 

 

  Α. ΑΓΡΟΤΗ, Δ ΔΔΔΠ



[1] Βλ. Άρθρο 12Βτρις του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6(Ι)/2000 ως έχει τροποποιηθεί

[2]ACLED, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο: https://acleddata.com/explorer/ (βλ. Πλατφόρμα ACLED Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: ΧΡΟΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: past year of ACLED DATA, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Battles, Explosions/Remote violence, Violence against civilians, Protests και Riots, και ΠΕΡΙΟΧΗ: Africa – Nigeria – Imo State)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο