
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση Αρ.: 6313/21
06 Σεπτεμβρίου, 2024
[Δ. ΚΑΤΣΑΡΙΔΗΣ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
U. T. A.
Αιτητής
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η αίτηση
........
Α. Παπαμιχαήλ (κος), Δικηγόρος για τον Αιτητή
Χρ. Δημητρίου (κα) για Δ. Κυπριανίδου (κα), Δικηγόροι για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Δ. ΚΑΤΣΑΡΙΔΗΣ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Με την υπό εξέταση προσφυγή, ο Αιτητής αιτείται δήλωση ή/και απόφαση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση των Καθ’ ων η Αίτηση ημερομηνίας 24/08/2021 η οποία παραλήφθηκε από τον Αιτητή στις 06/09/2021 με επιστολή ημερομηνίας 31/08/2021, και με την οποία απορρίφθηκε η αίτησή του για πολιτικό άσυλο και/ή συμπληρωματική προστασία είναι άκυρη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος, καθώς ο Αιτητής δικαιούται να αναγνωριστεί ως πολιτικός πρόσφυγας και/ ή τουλάχιστον να του παραχωρηθεί συμπληρωματική προστασία. Υπό το αιτητικό Β, ο Αιτητής ζητά οποιαδήποτε άλλη θεραπεία κρίνει ορθή το Δικαστήριο υπό τις περιστάσεις.
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Όπως προκύπτει από την Ένσταση που καταχωρήθηκε από την ευπαίδευτη συνήγορο που εκπροσωπεί τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, τα γεγονότα της υπό εξέταση περίπτωσης έχουν ως κατωτέρω:
Ο Αιτητής έχει την ιθαγένεια της Νιγηρίας και συμπλήρωσε αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας στις 05/07/2019. Στις 26/04/2021, πραγματοποιήθηκε συνέντευξη από λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου. Στις 19/08/2021, η λειτουργός ετοίμασε Έκθεση και Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου σχετικά με την συνέντευξη του Αιτητή. Στη συνέχεια, ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου ενέκρινε την εισήγηση για απόρριψη της αίτησης διεθνούς προστασίας του Αιτητή στις 24/08/2021. Στις 31/08/2021, η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε απορριπτική επιστολή μαζί με την αιτιολόγηση της απόφασής της σχετικά με το αίτημα του Αιτητή, η οποία παραλήφθηκε και υπογράφηκε ιδιοχείρως από τον Αιτητή στις 06/09/2021. Η τελευταία αυτή απόφαση, αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής, η οποία καταχωρήθηκε μέσω του συνηγόρου του Αιτητή στις 27/09/2021.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Ο συνήγορος του Αιτητή, στην προσφυγή την οποία κατέθεσε, παραθέτει πλείονες λόγους ακύρωσης, χωρίς ωστόσο να συνοδεύονται από σαφή αιτιολογία ή παραπομπή σε συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά ή στοιχεία του διοικητικού φακέλου. Στο πλαίσιο της γραπτής του αγόρευσης, προωθεί νομικούς ισχυρισμούς που αφορούν την μη δέουσα έρευνα, αφού, ως αναφέρει δεν εξετάστηκαν ενδελεχώς οι συνθήκες που αντιμετωπίζουν τα λευκοπαθικά άτομα όπως ο Αιτητής. Προωθεί περαιτέρω παραβίαση των προνοιών του άρθρου 13(Α)(9)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου που άπτεται ζητημάτων διερμηνείας καθώς, μη συμμόρφωση με το άρθρο 15 του Περί Προσφύγων Νόμου που προνοεί τη δυνατότητα παραπομπής ενός αιτητή για εξέταση σε ιατρό ή/και ψυχολόγο, καθώς και παραβίαση των αρχών της χρηστής διοίκησης.
Πέραν των ως άνω, προς επίρρωση τόσο της εξωτερικής αξιοπιστίας των ισχυρισμών του Αιτητή όσο και του νομικού ισχυρισμού περί μη δέουσας έρευνας εκ μέρους των Καθ’ ων η Αίτηση, ο συνήγορος του Αιτητή παραθέτει πληροφορίες για τη χώρα καταγωγής του αιτητή ως Τεκμήρια στην γραπτή του αγόρευση επιχειρηματολογώντας αναφορικά με τις διακρίσεις και την μεταχείριση που υφίστανται οι λευκοπαθείς στην Νιγηρία. Εξ αυτού, επιχειρηματολογεί επίσης υπέρ του ότι η Νιγηρία δεν πρέπει να θεωρείται ως χώρα στην οποία «γενικά δεν υπάρχει σοβαρός κίνδυνος καταδίωξης» (αρ.12Α του Νόμου). Τέλος, ο συνήγορος του Αιτητή παραπέμπει σε νομολογία αλλοδαπών δικαστηρίων σχετική με την αναγνώριση καθεστώτος διεθνούς προστασίας σε λευκοπαθή άτομα.
Πραγματευόμενος την εσωτερική αξιοπιστία των δηλώσεων του Αιτητή, ο συνήγορός του σημειώνει ότι η Έκθεση της Υπηρεσίας Ασύλου πάσχει από εσωτερική ασυνέπεια καθώς από τη μία πλευρά γίνονται αποδεκτές οι δηλώσεις του Αιτητή ότι έχει δεχθεί διαχρονικά ψυχολογική και σωματική βία, εντούτοις και όλως αντιφατικώς, κρίνεται ότι δεν τεκμηριώνεται κίνδυνος έκθεσης του Αιτητή σε πράξεις δίωξης ή σοβαρής βλάβης.
Από την πλευρά τους οι Καθ' ων η αίτηση υπεραμύνονται της νομιμότητας της επίδικης πράξης, ισχυριζόμενοι ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αποτέλεσμα ενδελεχούς έρευνας, ορθής αξιολόγησης των στοιχείων και ορθής εφαρμογής του Νόμου. Περαιτέρω, αντιτείνουν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι δεόντως αιτιολογημένη και δεν υπήρχε οποιαδήποτε νομική ή πραγματική πλάνη από παρερμηνεία ή λανθασμένη εκτίμηση των στοιχείων που ο Αιτητής είχε θέσει ενώπιον των αρμοδίων οργάνων. Περαιτέρω υποβάλλουν ότι ο Αιτητής με τους ισχυρισμούς που προβάλλει δεν έχει καταφέρει να αποσείσει το βάρος απόδειξης και δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο λόγο δίωξης για φυλετικούς, θρησκευτικούς λόγους, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή αντιλήψεων. Καταλήγοντας υποβάλλουν ότι ο Αιτητής απέτυχε να αποδείξει ότι συντρέχει οποιοσδήποτε νόμιμος λόγος που να δικαιολογεί την επέμβαση του Δικαστηρίου και ότι η προσφυγή πρέπει να απορριφθεί ως νόμω και ουσία αβάσιμη.
ΚΑΤΑΛΗΞΗ
Καταρχάς και σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, οι λόγοι προσφυγής που δεν αναπτύσσονται στο πλαίσιο της αγόρευσης του εκάστοτε αιτητή θεωρούνται ως εγκαταλειφθέντες. Το ίδιο ισχύει και με τους λόγους σε σχέση με τους οποίους δεν προβάλλεται οποιαδήποτε επιχειρηματολογία προς υποστήριξή τους. (Βλ. συναφώς Υπόθεση Αρ. 692/89, Level Tachexcavs Ltd v. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λευκωσίας, ημερ. 17.12.1990, (1990) 3 ΑΑΔ 4407, Α.Ε. Αρ. 2421, Kokos Athanasiou Motors Ltd v. Δημοκρατίας, ημερ. 24.1.2020 (2000) 3 ΑΑΔ 21, Υπόθεση Αρ. 1073/2004, Γεωργίας Αντωνίου κ.α. ν. Δημοκρατίας, μέσω Εφόρου Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, ημερ. 6.2.2007).
Υπό το φως της πιο πάνω νομολογίας, όλοι οι λόγοι προσφυγής που αναφέρονται ως τίτλοι στο πλαίσιο του δικογράφου της προσφυγής και δεν προωθούνται με τη γραπτή αγόρευση του Αιτητή θεωρούνται ως εγκαταλειφθέντες. Το ίδιο ισχύει και με τους λόγους σε σχέση με τους οποίους δεν προβάλλεται οποιαδήποτε επιχειρηματολογία προς υποστήριξή τους (Βλ. συναφώς Υπόθεση Αρ. 692/89, Level Tachexcavs Ltd v. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λευκωσίας, ημερ. 17.12.1990, (1990) 3 ΑΑΔ 4407, Α.Ε. Αρ. 2421, Kokos Athanasiou Motors Ltd v. Δημοκρατίας, ημερ. 24.1.2020 (2000) 3 ΑΑΔ 21, Υπόθεση Αρ. 1073/2004, Γεώργιας Αντωνίου κ.α. ν. Δημοκρατίας, μέσω Εφόρου Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, ημερ. 6.2.2007).
Εν προκειμένω, ο Αιτητής στο πλαίσιο της γραπτής του αγόρευσης, προωθεί συγκεκριμένα ως λόγο ακύρωσης ότι η απόφαση των Καθ’ ων λήφθηκε χωρίς να διενεργηθεί η δέουσα έρευνα. Δια ταύτα κρίνω, ότι τα εγειρόμενα νομικά σημεία περί έλλειψης δέουσας έρευνας, μεταξύ των οποίων και η ελλιπής έρευνα σε συνάρτηση με τους ειδικούς ισχυρισμούς που εγείρει ο Αιτητής και τα γεγονότα που προβάλλει αναφορικά με την υποστήριξη των νομικών αυτών σημείων, αποτελούν επαρκή εξειδίκευση των υπό αναφορά νομικών σημείων που αυτός προωθεί (Βλ. συναφώς Μαρία Ευθυμίου ν. Ε.Δ.Υ., (1997) 3 ΑΑΔ 281, 14.7.1997). Αποτελεί βεβαίως διακριτό γεγονός το κατά πόσον οι ισχυρισμοί που εγείρονται και τα γεγονότα που προβάλλονται αναφορικά με τον πυρήνα του αιτήματος του Αιτητή για άσυλο επαρκούν για την αναγνώριση καθεστώτος διεθνούς προστασίας και κατά πόσον αυτοί τεκμηριώνονται.
Ως προς τους πιο πάνω λόγους προσφυγής, είναι κρίσιμο και απαραίτητο να καταστεί αντιληπτό ότι η δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στο λυσιτελές της προβολής τέτοιων ισχυρισμών. Ειδικότερα, το παρόν Δικαστήριο ως δικαστήριο ουσίας δικάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιόν του εξ υπαρχής, κατά τον νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά προχωρεί παραπέρα και εξετάζει την ουσιαστική ορθότητα της επίδικης πράξεως.
Έχει πλειστάκις νομολογηθεί ότι η έκταση της έρευνας, ο τρόπος και η διαδικασία που ακολουθείται ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης. Περαιτέρω η έρευνα είναι επαρκής εφόσον εκτείνεται στη διερεύνηση κάθε γεγονότος που σχετίζεται με το θέμα που εξετάζεται. Το κριτήριο για την πληρότητα της έρευνας έγκειται στη συλλογή και τη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων τα οποία παρέχουν ασφαλή συμπέρασμα. (Βλέπε Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών κ.α., Α.Ε. 1518/1.11.96, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζάμπογλου, Α.Ε. 1575/14.7.97 , Α.Ε.2371,Motorways Ltd v Δημοκρατίας ημερ. 25/6/99).
Το Δικαστήριο στο πλαίσιο ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης εξετάζει κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκειται στην διακριτική ευχέρεια του αποφασίζοντος οργάνου και διαφέρει κατά περίπτωση (βλ. απόφαση αρ. 128/2008 JAMAL KAROU V Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 1 Φεβρουαρίου, 2010).
Περαιτέρω, ο ισχυρισμός και επιχειρηματολογία του Αιτητή περί του ότι η Νιγηρία δεν θεωρείται ως χώρα στην οποία «γενικά δεν υπάρχει σοβαρός κίνδυνος καταδίωξης» (αρ.12Α του Νόμου), συναρτάται με την επί της ουσίας ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης και θα εξεταστεί μαζί με αυτή πιο κάτω.
Υπό το φως της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου ως αναφέρθηκε, προχωρώ να εξετάσω τα ενώπιόν μου δεδομένα:
Σύμφωνα με τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου, ο οποίος καταχωρήθηκε ως Τεκμήριο 1, ο Αιτητής κατά την συμπλήρωση της αίτησης διεθνούς προστασίας κατέγραψε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του λόγω της «φύσης» του, δηλαδή του γεγονότος ότι έχει λευκή επιδερμίδα. Το συγκεκριμένο ζήτημα του προκαλούσε προβλήματα ήδη από την παιδική ηλικία, καθώς οι άνθρωποι τον κακοποιούσαν, ήθελαν να τον σκοτώσουν και να τον χρησιμοποιήσουν ως «θυσία». Όταν ήταν 20 χρονών, ο πατέρας του τον μετέφερε από το χωριό στην άλλη πλευρά της πόλης. Το 2016 ωστόσο, ο Αιτητής έχασε τον πατέρα του και άρα την προστασία που αυτός του προσέφερε και άρχισε να φοβάται. Τελικά, ο Αιτητής αποφάσισε να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του εξαιτίας ενός μεγάλου προβλήματος και μιας βόμβας (ερυθρό 1 διοικητικού φακέλου, στο εξής αναφερόμενος ως «δ.φ.»).
Κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι κατάγεται από το χωριό Umuodafe, πλησίον της πόλης Ibusa, στην πολιτεία Delta της Νιγηρίας, περιοχή η οποία ιστορικά ανήκε στην Biafra. Διέμενε εκεί μέχρι να ολοκληρώσει τις σπουδές του το 2009 και κατόπιν μετέβη στην πόλη Abuja (ερυθρό 19 δ.φ.). Αναφορικά με το εκπαιδευτικό του υπόβαθρο, δήλωσε ότι ολοκλήρωσε την πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, αλλά λόγω ενός προβλήματος στην όρασή του σε συνδυασμό με την κακοποίηση που δεχόταν, αναγκάστηκε να σταματήσει τις σπουδές του (ερυθρό 20 δ.φ.). Αναφορικά με το εργασιακό του υπόβαθρο, ο Αιτητής δήλωσε ότι από το έτος 2010 έως το έτος 2017 διατηρούσε επιχείρηση πώλησης γυναικείων ρούχων στην πόλη Abuja (ερυθρό 20-19 δ.φ.). Αναφορικά με την οικογένειά του, ο Αιτητής δήλωσε ότι αυτή απαρτίζεται από τη μητέρα του, μία αδερφή και έναν αδερφό, ενώ ο πατέρας του πέθανε το 2015 (ερυθρό 20 δ.φ.). Αναφορικά με το ταξίδι του, ο Αιτητής δήλωσε ότι μετέβη στις Ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές μέσω των Μη Ελεγχόμενων περιοχών (ερυθρό 18 δ.φ.).
Αναφορικά με το λόγο για τον οποίο εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι από μικρός αντιμετώπιζε προβλήματα εξαιτίας της λευκοπάθειάς του (άλλως «αλμπινισμός» και «αλφισμός»). Ειδικότερα, ανέφερε ότι αντιμετώπιζε συμπεριφορές εκφοβισμού και κακοποίησης στο σχολείο επειδή ήταν διαφορετικός από τους υπόλοιπους συμμαθητές του. Δήλωσε ωστόσο, ότι κατάφερε να επιβιώσει εξαιτίας των γονιών του. Περαιτέρω, ανέφερε ότι το έτος 2010 ενώ κυκλοφορούσε με τον πατέρα του, ο τελευταίος του υπέδειξε ότι δεν μπορεί να εισέλθει σε μια συγκεκριμένη περιοχή, καθώς δεν επιτρέπεται στη δεδομένη περιοχή η παρουσία ατόμων σαν και αυτόν. Δεδομένου ότι ο πατέρας του Αιτητή έχει στο μεταξύ αποβιώσει, ο Αιτητής δεν έχει πλέον κάποιον να τον καθοδηγήσει αναφορικά με το σε ποια μέρη μπορεί να μεταβεί και σε ποια όχι. Επίσης δήλωσε ότι λόγω της κατάστασής του είναι δύσκολο να παντρευτεί και ανέφερε σχετικά ότι ενώ είχε σχέση με μία κοπέλα, όταν της ζήτησε να παντρευτούν το 2017 εκείνη απέρριψε την πρότασή του λόγω της λευκοπάθειάς του. Αυτή η εξέλιξη τον ώθησε να πάρει την απόφαση να εγκαταλείψει τη Νιγηρία. Τέλος, ο Αιτητής ανέφερε ότι έχει ακούσει ότι σε άλλες αφρικανικές χώρες σκοτώνουν ανθρώπους με λευκοπάθεια σαν και αυτόν (ερυθρό 17 δ.φ.).
Όταν ζητήθηκε από τον Αιτητή να περιγράψει την κακοποίηση που δεχόταν, ο Αιτητής δήλωσε ότι όταν φοιτούσε στο σχολείο, οι συμμαθητές του τον κορόιδευαν, επειδή λόγω του προβλήματος με τα μάτια του, δεν μπορούσε να δει καλά. Περαιτέρω, είχαν συνθέσει ένα τραγούδι γι’ αυτόν με χλευαστικό περιεχόμενο για τον ίδιο (ερυθρό 17 δ.φ.). Ερωτηθείς αν αντιμετώπισε οποιοδήποτε άλλο πρόβλημα, ο Αιτητής δήλωσε ότι όταν εκτίθεται πολύ στον ήλιο χωρίς να καλύπτει το σώμα του, εμφανίζει σημάδια, ενώ επίσης δεν μπορεί να δει σε μακρινή απόσταση (ερυθρό 17 δ.φ.). Ερωτηθείς πώς εξελίχθηκαν τα πράγματα, αφού αποφοίτησε από το σχολείο, ο Αιτητής δήλωσε ότι ο ίδιος ήταν πιο ώριμος, ωστόσο τα προβλήματα δεν σταμάτησαν. Εξακολούθησε να δέχεται κακοποίηση, αντιμετώπιζε δυσκολία στην κοινωνικοποίηση, ενώ αναφέρθηκε και πάλι στην άρνηση της τότε συντρόφου του να τον παντρευτεί (ερυθρό 17 δ.φ.). Πρόσθεσε ότι αν εξακολουθούσε να ζει υπό αυτές τις συνθήκες, ενδέχεται να αυτοκτονούσε (ερυθρά 17-16 δ.φ.).
Ερωτηθείς στα πλαίσια διευκρινιστικής ερώτησης, γιατί εγκατέλειψε τελικά τη χώρα το 2019, ενώ έλαβε την απόφαση το 2017, όταν η πρόταση γάμου που έκανε στην τότε σύντροφό του δεν έγινε δεκτή, ο Αιτητής δήλωσε ότι σταμάτησε να βγαίνει ραντεβού για να μην πληγωθεί και ότι προσπάθησε να αλλάξει τη ζωή του, αλλά δεν τα κατάφερε (ερυθρό 16 δ.φ.). Ερωτηθείς αν κάποιος προσπάθησε να τον βλάψει όλα αυτά τα χρόνια, ο Αιτητής δήλωσε ότι όταν δεχόταν εκφοβισμό, αναγκαζόταν να αντεπιτεθεί και ακολούθως επερχόταν μια περίοδος ηρεμίας. Ωστόσο, φοβάται ότι αν χρειαστεί να αντεπιτεθεί ξανά, ενδέχεται κάποια φορά να τραυματίσει σοβαρά κάποιον και να καταλήξει στην φυλακή (ερυθρό 16 δ.φ.). Ερωτηθείς πώς διήγαγε το βίο του από το 2017 έως το 2019, ο Αιτητής δήλωσε ότι μετέβη στην πολιτεία Delta και διέμενε με την μητέρα του, για την οποία ανέφερε σε προηγούμενο σημείο της συνέντευξης ότι ήταν το μοναδικό άτομο από το οποίο έχει νιώσει αγάπη (ερυθρά 17 και 16 δ.φ.). Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην πολιτεία Delta, ο Αιτητής έκανε μικροεργασίες στη φάρμα της οικογένειας (ερυθρό 16 δ.φ.). Ερωτηθείς πώς του φέρονταν οι άνθρωποι πριν την αναχώρησή του από τη χώρα, ο Αιτητής δήλωσε ότι ο ίδιος σταμάτησε να εμπλέκεται σε καταστάσεις και περιόρισε τις επαφές του, ενώ επίσης και στα πλαίσια της εργασίας του δεν συναναστρεφόταν πολλούς ανθρώπους. Αν εντόπιζε οποιαδήποτε κακοποιητική συμπεριφορά προσπαθούσε να την σταματήσει (ερυθρό 16 δ.φ.). Ως προς τη συμπεριφορά των πελατών του, δήλωσε ότι ο ίδιος ήταν ένα αγαπητό πρόσωπο και ότι οι πελάτες επισκέπτονταν την επιχείρησή του προκειμένου να αγοράσουν εμπορεύματα, επομένως δεν προέκυπταν ζητήματα στα πλαίσια άσκησης της εμπορικής του δραστηριότητας.
Ερωτηθείς τί φοβάται ότι θα συμβεί σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι δεδομένων των πληροφοριών για δολοφονίες ανθρώπων που πάσχουν από λευκοπάθεια σε γειτονικές χώρες, φοβάται ότι κάτι αντίστοιχο ενδέχεται να συμβεί και στη Νιγηρία. Περαιτέρω, έκανε και πάλι αναφορά στην απόρριψη και τον εκφοβισμό που έχει δεχθεί, αλλά και στην αδυναμία του να εισέλθει σε ορισμένες περιοχές (π.χ. περιοχή Oguli στην Ibusa). Ερωτηθείς για ποιο λόγο δεν εγκατέλειψε νωρίτερα τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι ήταν πολύ νέος και ήλπιζε ότι η κατάσταση θα βελτιωνόταν, ενώ και ο πατέρας του προσπαθούσε να του δίνει ελπίδα για το μέλλον. Επίσης, δεν προέρχεται από μια πλούσια οικογένεια και έτσι δεν ήταν σε θέση να μεταβεί νωρίτερα στο εξωτερικό. Όταν ωστόσο, συνειδητοποίησε ότι τα πράγματα δεν αλλάζουν και ότι δεν έχει κανέναν στη ζωή του, ένιωσε φόβο και πήρε την απόφαση να φύγει από τη χώρα (ερυθρό 16 δ.φ.). Ερωτηθείς αν μπορεί να λάβει προστασία από τις αρχές της χώρας του, ο Αιτητής δήλωσε ότι κάτι τέτοιο δεν είναι εφικτό στην Νιγηρία. Πρόσθεσε ότι οι συμπεριφορές που δεχόταν είναι ρατσιστικές και συνιστούν περισσότερο κοινωνικό ζήτημα και όχι ζήτημα παραβίασης κάποιας νομοθεσίας. Σε κάθε περίπτωση ανέφερε ότι στις χώρες όπου δολοφονούνται άτομα με λευκοπάθεια, ναι μεν υπάρχει αστυνομία, ωστόσο αυτό δεν αλλάζει το γεγονός ότι λαμβάνουν χώρα δολοφονίες (ερυθρά 16-15 δ.φ.). Ερωτηθείς αν έχει γνωρίσει κάποιο άλλο άτομο με την ίδια πάθηση, ο Αιτητής απάντησε ότι είχε επικοινωνία με ένα άτομο με λευκοπάθεια στην περιοχή του το οποίο αντιμετώπιζε τα ίδια προβλήματα με αυτόν (ερυθρό 15 δ.φ.).
Ερωτηθείς αν θα μπορούσε να ζήσει με ασφάλεια σε κάποια άλλη περιοχή της Νιγηρίας, ο Αιτητής απάντησε ότι όπου και να ζήσει θα συνεχίσει να δέχεται απόρριψη και κακοποιητικές συμπεριφορές, ενώ ενδέχεται να πέσει και θύμα δολοφονίας (ερυθρό 15 δ.φ.).
Στην Εισηγητική Έκθεση, η λειτουργός κατέγραψε δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς, έναν αναφορικά με τα στοιχεία ταυτότητας, το εν γένει προφίλ και τη χώρα καταγωγής του Αιτητή, τον οποίον έκανε αποδεκτό και έναν δεύτερο αναφορικά με τις δηλώσεις του Αιτητή ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του εξαιτίας της λευκοπάθειάς του. Ο δεύτερος αυτός ισχυρισμός περιλαμβάνει ουσιαστικά τις δηλώσεις του Αιτητή αναφορικά με τις διακρίσεις, τις παρενοχλήσεις, και τη σωματική και ψυχολογική βία που αντιμετώπιζε καθόλη τη διάρκεια της ζωής του, λόγω της λευκοπάθειάς του.
Ο εν λόγω ισχυρισμός έγινε επίσης αποδεκτός. Υπό το σκέλος της εσωτερικής αξιοπιστίας, η λειτουργός κατέγραψε ότι ο Αιτητής παρείχε επαρκείς πληροφορίες αναφορικά με τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε ως λευκοπαθικό άτομο και οι δηλώσεις του χαρακτηρίζονται από ευλογοφάνεια, σαφήνεια και λεπτομέρεια. Ειδικότερα, σημείωσε ότι ο Αιτητής αναφέρθηκε σε γεγονότα που έλαβαν χώρα καθόλη τη διάρκεια της ζωής του, από τον εκφοβισμό που δέχθηκε κατά τα σχολικά του χρόνια έως την ψυχολογική βία, τις παρενοχλήσεις και τις επιθέσεις που δεχόταν όντας ενήλικας. Ακολούθως, κατέγραψε ότι ο Αιτητής αναφέρθηκε στον προστατευτικό ρόλο του πατέρα του, αλλά και στην αδυναμία του να βρει κάποια σύζυγο λόγω της πάθησής του. Σύμφωνα με τις επισημάνσεις της λειτουργού, ο Αιτητής υπήρξε επίσης λεπτομερής κατά την περιγραφή των τρόπων με τους οποίους η πάθησή του τον επηρεάζει σωματικά (πρόβλημα όρασης και εμφάνιση δερματικών σημαδιών λόγω της έκθεσης στον ήλιο). Τέλος, σύμφωνα με την αξιολόγηση της λειτουργού, ο Αιτητής υπήρξε ιδιαιτέρως λεπτομερής και σαφής κατά την περιγραφή των συναισθημάτων φόβου, απόρριψης και ψυχολογικής πίεσης που ένοιωθε, καθώς και της τακτικής του αυτοπεριορισμού που ακολούθησε προκειμένου να ελαχιστοποιήσει τις επαφές του με άλλο κόσμο.
Υπό το σκέλος της εξωτερικής αξιοπιστίας, η λειτουργός αφού κατέγραψε κάποιες πληροφορίες αναφορικά με την λευκοπάθεια, σημείωσε παραπέμποντας σε εξωτερικές πηγές, ότι γενικότερα στην Αφρική παρατηρούνται φαινόμενα κοινωνικού αποκλεισμού ατόμων με λευκοπάθεια, ενώ επίσης διάφορες λανθασμένες πεποιθήσεις για τη λευκοπάθεια οδηγούν σε επιθέσεις σε βάρος τους. Από τη μία πλευρά υπάρχει η πεποίθηση ότι τα μέλη των ατόμων με λευκοπάθεια όταν χρησιμοποιούνται στα πλαίσια τελετών μαγείας, σε φίλτρα ή φυλαχτά φέρουν καλοτυχία, πλούτο και πολιτική επιτυχία, ενώ από την άλλη υπάρχει η πεποίθηση ότι τα άτομα με λευκοπάθεια είναι υπάνθρωποι. Ακολούθως, η λειτουργός κατέγραψε αριθμητικά δεδομένα αναφορικά με τις δολοφονίες και τις επιθέσεις σε βάρος ανθρώπων με λευκοπάθεια στην Αφρική (συμπεριλαμβανομένης της Νιγηρίας) με τη σημείωση ότι οι αριθμοί είναι ενδεικτικοί δεδομένου ότι πολλές επιθέσεις λαμβάνουν χώρα σε καθεστώς μυστικότητας και/ή δεν καταγγέλλονται/ καταγράφονται. Εν συνεχεία, η λειτουργός κατέγραψε ότι στην Αφρική τα άτομα που πάσχουν από λευκοπάθεια, πέρα από διακρίσεις και στιγματισμό, είναι ευάλωτα σε βρεφοκτονίες, εάν πρόκειται για βρέφη, καθώς επίσης σε επιθέσεις και ακρωτηριασμούς, που ενδέχεται να είναι θανατηφόροι. Σύμφωνα με εξωτερική πηγή στην οποία παρέπεμψε η λειτουργός, στη Νιγηρία έχουν σημειωθεί βρεφοκτονίες παιδιών που έπασχαν από λευκοπάθεια. Αναφορικά με τα συνδεόμενα με τη λευκοπάθεια ζητήματα υγείας, η λειτουργός σημείωσε ότι η λευκοπάθεια συνδέεται με εξασθένηση της όρασης, ενώ επίσης τα λευκοπαθικά άτομα εμφανίζουν ευπάθεια ως προς τον καρκίνο του δέρματος. Τέλος, η λειτουργός κατέγραψε ότι τα λευκοπαθικά άτομα δυσκολεύονται να εξεύρουν σύζυγο, γεγονός το οποίο πλήττει σοβαρά την κοινωνική υπόσταση ενός ατόμου ειδικά σε κοινωνίες, όπου η οικογενειακή κατάσταση ενός ατόμου επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό την κοινωνική του θέση.
Προχωρώντας στην αξιολόγηση κινδύνου στη βάση των αποδεκτών ουσιωδών ισχυρισμών, η λειτουργός σημείωσε αρχικά σε σχέση με τον πρώτο αποδεκτό ισχυρισμό περί προσωπικών στοιχείων και χώρας καταγωγής, ότι δεν διαπιστώθηκε κίνδυνος έκθεσης του Αιτητή σε πράξεις δίωξης ή σοβαρής βλάβης. Σε σχέση με τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, η λειτουργός κατέγραψε αρχικά ότι πράγματι έχουν γίνει αποδεκτές οι διακρίσεις και οι παρενοχλήσεις που βίωνε ο Αιτητής λόγω της λευκοπάθειάς του. Παρόλα αυτά, το στοιχείο αυτό ιδωμένο σε συνάρτηση με τις προσωπικές του περιστάσεις και ειδικά το γεγονός ότι 1) διατηρούσε επιχείρηση, 2) κυκλοφορούσε ελεύθερα και 3) είχε επικοινωνία με την οικογένειά του, συνηγορούν υπέρ της διαπίστωσης ότι οι πράξεις στις οποίες εκτέθηκε ο Αιτητής και άρα ενδέχεται να εκτεθεί και στο μέλλον δεν είναι αρκούντως σοβαρές λόγω της φύσης ή της επανάληψής τους, ώστε να θεωρηθεί ότι συνιστούν σοβαρή παραβίαση βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ειδικά των δικαιωμάτων από τα οποία δεν χωρεί παρέκκλιση. Συμπληρωματικά, κατέγραψε ότι παρότι οι εξωτερικές πηγές επιβεβαιώνουν την ύπαρξη διακρίσεων και την εκδήλωση βίας σε βάρος λευκοπαθικών ατόμων, κατόπιν της εξατομικευμένης αξιολόγησης των περιστάσεων του Αιτητή, δεν προκύπτει ότι αυτές οι συνθήκες έχουν εφαρμογή στην περίπτωση του Αιτητή. Καταληκτικά, έκρινε ότι δεν διαπιστώνεται ότι ο Αιτητής έχει εκτεθεί κατά το παρελθόν σε πράξεις δίωξης ή σοβαρής βλάβης, ούτε ότι ενδέχεται να εκτεθεί σε αντίστοιχες πράξεις σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του.
Συναφώς, κατά τη νομική ανάλυση, η λειτουργός σημείωσε αρχικά ότι από τις δηλώσεις του Αιτητή, το προσωπικό του προφίλ και την αξιολόγηση κινδύνου, διαφάνηκε ότι δε συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 3 (1) του περί Προσφύγων Νόμου για την αναγνώρισή του ως πρόσφυγα, καθώς δεν τεκμηριώθηκε κίνδυνος δίωξης για έναν από τους λόγους που απαριθμούνται στο προαναφερθέν άρθρο.
Στο ίδιο συμπέρασμα κατέληξε και ως προς την συνδρομή των προϋποθέσεων των παραγράφων (α) και (β) του εδαφίου (2) του άρθρου 19 του περί Προσφύγων Νόμου. Προχωρώντας στην εξέταση των προϋποθέσεων του άρθρου 19 (2) (γ), η λειτουργός κατέγραψε ότι στην πολιτεία Delta παρατηρούνται συνθήκες ένοπλων συγκρούσεων οι οποίες συνδέονται με τη δράση παραστρατιωτικών ομάδων, καθώς και με την αντιμαχία μεταξύ κτηνοτρόφων και αγροτών. Παρόλα αυτά, υπό το φως της νομολογίας του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (υπόθεση Diakité και υπόθεση Elgafaji) και αφού έλαβε υπόψιν την τρέχουσα κατάσταση στην περιοχή καταγωγής του Αιτητή και ειδικότερα το χαμηλό επίπεδο άσκησης αδιάκριτης βίας σε συνάρτηση με το ατομικό προφίλ του Αιτητή, ήτοι το γεγονός ότι πρόκειται για ενήλικο, υγιές άτομο, με προηγούμενη εργασιακή εμπειρία και συγγενικούς δεσμούς στον τόπο καταγωγής του, κατέληξε ότι δεν τεκμηριώνεται κίνδυνος έκθεσης του Αιτητή σε σοβαρή βλάβη υπό τους όρους του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας ή του άρθρου 19 (2) (γ) του περί Προσφύγων Νόμου.
Ως εκ τούτου, η λειτουργός εισηγήθηκε όπως απορριφθεί το αίτημα του Αιτητή και ως προς τη συμπληρωματική προστασία.
Κατά τη διάρκεια των Διευκρινίσεων ο συνήγορος του Αιτητή δήλωσε ότι ο Αιτητής εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του λόγω της λευκοπάθειάς του. Ακολούθως, το Δικαστήριο έθεσε ενώπιον του Αιτητή τη δήλωσή του ότι δεν μπόρεσε να συνεχίσει τις σπουδές του λόγω των θεμάτων υγείας που αντιμετώπιζε και τον κάλεσε να παράσχει πληροφορίες αναφορικά με αυτό το ζήτημα. Ο Αιτητής αποσαφήνισε ότι δεν αντιμετώπιζε κάποιο πρόβλημα υγείας, αλλά ότι το βασικό του ζήτημα ήταν οι διακρίσεις σε βάρος του. Πρόσθεσε ωστόσο, ότι έχει πρόβλημα μυωπίας. Αναφορικά με τις διακρίσεις, δήλωσε ότι οι έγχρωμοι συμπατριώτες του κάνουν διακρίσεις σε βάρος του εξαιτίας της λευκής επιδερμίδας του. Ως προς την πρόσβαση στην εργασία, δήλωσε ότι γενικά έχει πρόσβαση σε εργασία, ωστόσο υπάρχουν κάποιες δουλειές (π.χ. δουλειές γραφείου) από τις οποίες αποκλείεται λόγω των προβλημάτων με την όρασή του. Ο συνήγορός του πρόσθεσε σχετικά ότι η πάθησή του δεν του επιτρέπει να εργάζεται όντας εκτεθειμένος στον ήλιο. Ερωτηθείς αν λαμβάνει φαρμακευτική αγωγή, ο Αιτητής απάντησε αρνητικά. Ερωτηθείς αν έχει λάβει ποτέ απειλές, ο Αιτητής ανάφερε ότι το 2017 συμμετείχε σε ένα φεστιβάλ, στο οποίο δεν είχε ξανασυμμετάσχει καθώς ο πατέρας του τον απέτρεπε. Οι συμμετέχοντες στο φεστιβάλ και ο ιερέας του χωριού του είπαν ότι πρέπει να τον θυσιάσουν γιατί εισήλθε στην περιοχή του φεστιβάλ όντας άτομο με λευκοπάθεια. Ακολούθως, ο Αιτητής έκλεισε την επιχείρηση που διατηρούσε. Ερωτηθείς για ποιο λόγο ο Αιτητής παρέμεινε στη Νιγηρία μετά το θάνατο του πατέρα του το 2015, δεδομένου ότι ο πατέρας του ήταν το άτομο που του παρείχε προστασία από τους κινδύνους, ο Αιτητής δήλωσε ότι είχε στο πλευρό του τη μητέρα του. Τέλος, ερωτηθείς αν μπορεί να ζήσει σε κάποια άλλη περιοχή της Νιγηρίας, ο Αιτητής δήλωσε ότι δεν υπάρχει πουθενά ασφάλεια από την (νιγηριανή) κοινωνία.
Νομικό πλαίσιο
Προτού υπεισέλθω στην συνολική εξέτασης της παρούσας υπόθεσης, θεωρώ απαραίτητη την παράθεση του πλαισίου αξιολόγησης μιας αίτησης διεθνούς προστασίας.
Αρχικά, εναπόκειται στον αιτούντα να υποβάλει το συντομότερο δυνατόν όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για την τεκμηρίωση της αίτησης διεθνούς προστασίας και υποχρεούται να λάβει θετικά μέτρα για να υποστηρίξει την αίτησή του με πληροφορίες[1]. Ως έχει νομολογηθεί, ο Αιτητής πρέπει να καταβάλει ειλικρινή προσπάθεια να θεμελιώσει την αφήγηση του, ότι δηλαδή υπήρξε θύμα δίωξης στην χώρα καταγωγής του, ώστε να πληροί της προϋποθέσεις υπαγωγής του σε καθεστώς Διεθνούς Προστασίας[2]. Παρότι δεν υπάρχει υποχρέωση προσκόμισης εγγράφων ή άλλων αποδείξεων προς υποστήριξη κάθε συναφούς πραγματικού περιστατικού που επικαλείται ο αιτών, εντούτοις οφείλει προσωπικά να συνεργάζεται για την εξακρίβωση των πραγματικών περιστατικών της υπόθεσης. Εάν τα απαραίτητα στοιχεία της αίτησης δεν επιβεβαιωθούν κατά τη διαδικασία αξιολόγησης, το βάρος της τεκμηρίωσης της αίτησης το φέρει ο αιτών.
Υπενθυμίζεται συναφώς ότι σύμφωνα με το άρθρο 16 του Περί Προσφύγων Νόμου [Ν. 6(Ι)/2000, ως έχει τροποποιηθεί], αρχικά, το βάρος απόδειξης το φέρει ο αιτών άσυλο ο οποίος υποχρεούται να υποστηρίξει την αίτηση του με όλα τα έγγραφα και στοιχεία που έχει στην κατοχή του, αλλά και γενικότερα να βοηθήσει την Υπηρεσία Ασύλου με τον καλύτερο τρόπο να διαπιστώσει τα γεγονότα της υπόθεσης του. Ως έχει νομολογηθεί, ο αιτών διεθνούς προστασίας πρέπει να καταβάλει ειλικρινή προσπάθεια να θεμελιώσει την αφήγηση του ότι δηλαδή υπήρξε θύμα δίωξης στην χώρα καταγωγής του, ώστε να πληροί της προϋποθέσεις υπαγωγής του στο καθεστώς Διεθνούς Προστασίας. (βλ. WILLIAM CRISANTHA MAL FRANCIS KARUNARATHNA ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ κ.α, Υπόθεση Αρ. 1875/2008, 1 Μαρτίου 2010).
Κατά την διαπίστωση των πραγματικών γεγονότων, καθοριστικό ρόλο παίζει η αξιοπιστία ενός αιτούντος άσυλο. Προς τούτο τονίζω ότι ο όρος «αξιοπιστία» δεν ορίζεται από το Κοινό Ευρωπαϊκό Σύστημα Ασύλου. Η χρήση του όρου, από το άρθρο 4 παράγραφος 5 στοιχείο (ε) της οδηγίας 2011/95/EE αναφέρεται στη γενική αξιοπιστία ενός αιτούντος, αλλά αυτό είναι στο πλαίσιο ενός συγκεκριμένου κανόνα που διέπει τη μη επιβεβαίωση πτυχών των δηλώσεων του αιτούντος. Κατά συνέπεια, η αξιολόγηση της αξιοπιστίας αφορά τη διαδικασία έρευνας για το εάν το σύνολο ή μέρος των δηλώσεων του αιτούντος ή άλλα αποδεικτικά στοιχεία που υποβλήθηκαν από αυτόν σχετικά με τα ουσιαστικά γεγονότα (material facts) μπορεί να γίνουν δεκτά προκειμένου να διαπιστωθεί εάν ο Αιτητής εμπίπτει στις προϋποθέσεις παραχώρησης καθεστώτος διεθνούς προστασίας.
Αυτή η αξιολόγηση μπορεί να περιλαμβάνει την επαλήθευση εάν οι δηλώσεις του αιτούντος είναι συνεπείς, επαρκώς λεπτομερείς, εύλογες και συμβατές με τα έγγραφά του, τις πηγές πληροφόρησης και κάθε άλλο αποδεικτικό στοιχείο που αποκτήθηκε. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η αξιολόγηση της αξιοπιστίας δεν σημαίνει ότι σε όλες τις περιπτώσεις ο υπεύθυνος λήψης αποφάσεων θα προβεί σε επαλήθευση και θα καταλήξει με απόλυτη βεβαιότητα αναφορικά με την αλήθεια των δηλώσεων του αιτούντος. Η Ύπατη Αρμοστεία έχει ορίσει την αξιοπιστία ως εξής: «Ο αιτών άσυλο κρίνεται αξιόπιστος, όταν έχει προβάλει ισχυρισμούς που παρουσιάζουν συνοχή και είναι εύλογοι, που δεν είναι αντιφατικοί με τα κοινά τοις πάσι γεγονότα και κατά συνέπεια μπορεί να οδηγήσουν τον υπεύθυνο της συνέντευξης στη δημιουργία πεποίθησης για το βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης που εκφράζει.». Η ως άνω προσέγγιση υιοθετήθηκε και από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην Υπόθεση JK και Others v Sweden, αριθμός αίτησης 59166/12, Παρ. 53.
Στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», αναφέρεται στη σελίδα 98, παράγραφος 4.5.3 ότι σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να γίνεται μια αντικειμενική και ισορροπημένη στάθμιση του κατά πόσον οι ισχυρισμοί του αιτητή αντικατοπτρίζουν αυτό που θα ήταν εύλογα αναμενόμενο από κάποιον με τις περιστάσεις του ο οποίος εκφράζει δια τούτων μια αληθινή προσωπική εμπειρία («Σε κάθε περίπτωση, απαπείται ισορροπημένη και αντικειμενική αξιολόγηση του αν η αφήγηση του αιτούντος αντικατοπτρίζει την αφήγηση που αναμένεται από ένα πρόσωπο στην κατάσταση του αιτούντος το οποίο αφηγείται μια πραγματική προσωπική εμπειρία.»). Περαιτέρω, στην προηγούμενη σελίδα του εγχειριδίου, αναφέρεται ότι είναι γενικά εύλογο να αναμένεται ότι αίτημα θα πρέπει να παρουσιάζεται τεκμηριωμένα και με επαρκείς λεπτομέρειες αλλιώς οι ελλείψεις αυτές στις λεπτομέρειες μπορεί να συνιστούν έλλειψη σχετικών στοιχείων («Η μη επαρκής παροχή λεπτομερειών μπορεί επίσης να ισοδυναμεί με αυτό που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 5 στοιχείο β) της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση) ως έλλειψη «λυσιτελών στοιχείων».
Ακολούθως, κατά την απόφαση του ΔΕΕ, C – 277/11 M. κατά Minister for Justice, Equality and Law Reform, Ιρλανδίας, Attorney General, αποφ. ημερ. 22/11/2012 η αξιολόγηση μιας αίτησης διεθνούς προστασίας πρέπει να πραγματοποιείται σε δύο αυτοτελή στάδια: «Το πρώτο στάδιο αφορά τη διαπίστωση της συνδρομής των πραγματικών περιστατικών που αποδεικνύουν τη βασιμότητα της αιτήσεως, ενώ το δεύτερο στάδιο αφορά τη νομική εκτίμηση των εν λόγω αποδεικτικών στοιχείων, προκειμένου να αποφασισθεί αν πληρούνται, υπό το φως των πραγματικών περιστατικών της συγκεκριμένης υποθέσεως, οι ουσιαστικές προϋποθέσεις που θέτουν τα άρθρα 9 και 10 ή 15 της οδηγίας 2004/83 για την παροχή διεθνούς προστασίας.» Η εξακρίβωση των πραγματικών (ή ουσιωδών) περιστατικών είναι ύψιστης σημασίας για την αξιολόγηση του μελλοντικού κινδύνου που δύναται να αντιμετωπίσει ο εκάστοτε αιτών, εφόσον από αυτά θα προκύψουν γεγονότα που πιθανόν να τεκμηριώνουν παρελθούσα δίωξη ή γεγονότα που στην συνολική αξιολόγηση της αίτησης είναι καθοριστικά για μελλοντική δίωξη.[3]
Έχοντας παραθέσει το νομικό πλαίσιο εξέτασης των αιτήσεων διεθνούς προστασίας και έχοντας εξετάσει με προσοχή τον διοικητικό φάκελο του Αιτητή, θα προχωρήσω στη συνέχεια σε έλεγχο της νομιμότητας και της ορθότητας της επίδικης απόφασης, δια της πλήρους και ex-nunc εξέτασης των γεγονότων και νομικών ζητημάτων που διέπουν αυτή, ενόψει της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρο 11(3) α του Περί Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018).
Αξιολόγηση ισχυρισμών
Πρωτίστως σημειώνω πως αμφότεροι οι δύο ουσιώδεις ισχυρισμοί που σχημάτισε η αρμόδια λειτουργός στη βάση των όσων υποστήριξε ενώπιόν της ο Αιτητής κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του, έχουν γίνει αποδεκτοί. Κρίθηκε συνεπώς αξιόπιστος τόσο ο ισχυρισμός σε σχέση με το προφίλ και την χώρα καταγωγής του, όσο και ο ισχυρισμός αναφορικά με τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε ο Αιτητής ως άτομο με λευκοπάθεια στη Νιγηρία. Δεδομένων των ανωτέρω και στη βάση της αρχής της απαγόρευσης της χειροτέρευσης της θέσης του διοικουμένου (non reformatio in peuis), το Δικαστήριο δεν είναι δυνατό να προβεί σε άλλη αξιολόγηση. Πράγματι, «Το Διοικητικό Δικαστήριο δεν μπορεί να εξέρχεται των ορίων που θέτει η αίτηση ακυρώσεως αλλά ούτε και μπορεί να χειροτερεύει τη θέση του Αιτητή (απαγόρευση της reformation in peius). Επειδή το δικαίωμα άσκησης προσφυγής κατοχυρώνεται από το ίδιο το Σύνταγμα (Άρθρο 146) προκειμένου να διασφαλισθεί η προστασία του προσφεύγοντος, δεν μπορεί το Διοικητικό Δικαστήριο με απόφασή του να χειροτερεύσει τη θέση του Προσφεύγοντος [.]. Συνεπώς, δεν μπορεί να υπάρξει «επί τα χείρω μεταβολή» (reformatio in peius)» (Κ. Παρασκευά, Κυπριακό Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο, Νομική Βιβλιοθήκη, 2020, σελ. 108)
Σε σχέση με τον ισχυρισμό που προέβαλε ο Αιτητής κατά το στάδιο των διευκρινίσεων ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου περί απειλών υποβολής του σε «θυσία» λόγω της παρουσίας του σε ένα φεστιβάλ το έτος 2017, παρατηρώ ότι ο συγκεκριμένος ισχυρισμός προωθείται για πρώτη φορά κατά την ενώπιόν μου διαδικασία, παρόλο που ζητήθηκε σαφώς από τον Αιτητή κατά την προσωπική του συνέντευξη να παραθέσει περιστατικά βλάβης σε βάρος του (βλ. ερυθρό 16 δ.φ.). Αφ’ ης στιγμής ο υπεύθυνος λήψης αποφάσεων έχει ενημερώσει τον αιτούντα σχετικά με τη συνάφεια του στοιχείου και/ή το έχει ζητήσει πραγματικά, αποτελεί πλέον υποχρέωση του αιτούντος να υποβάλει το εν λόγω στοιχείο το συντομότερο δυνατόν μετά τη σχετική ενημέρωσή του[4]. Σε κάθε περίπτωση, ο Αιτητής πέρα από τη γενικόλογη αναφορά στην οποία προέβη δεν ήταν σε θέση να τεκμηριώσει περαιτέρω τον ισχυρισμό του παρέχοντας συγκεκριμένες πληροφορίες αναφορικά με το περιεχόμενο του φεστιβάλ, τον τόπο διεξαγωγής αυτού, το περιεχόμενο των απειλών, τους ανθρώπους που τον απείλησαν και τις περιστάσεις υπό τις οποίες το έπραξαν, τον τρόπο με τον οποίο κατάφερε να διαφύγει κτλ. Η γενικότητα με την οποία προωθεί τον εν λόγω ισχυρισμό θίγει αναπόδραστα την αξιοπιστία του, η οποία δεν στοιχειοθετείται.
Αναφορικά με τις πληροφορίες που εισέφερε δια μέσου της γραπτής του αγόρευσης ο συνήγορος του Αιτητή προς υποστήριξη των αιτητικών της αίτησής του και του ισχυρισμού του περί έλλειψη δέουσας έρευνας, σημειώνω ότι αυτές κατά βάση επαναλαμβάνουν τα ευρήματα που έχει συλλέξει ήδη η Υπηρεσία Ασύλου όπως προκύπτει από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου. Όπως ανέφερα και ανωτέρω, στην επίδικη απόφαση το κρίσιμο ζήτημα δεν είναι τόσο η αποδοχή των δυσκολιών που αντιμετωπίζουν τα άτομα με λευκοπάθεια, στοιχείο το οποίο σε κάθε περίπτωση έχει γίνει αποδεκτό, αλλά το αν αυτές συνδέονται και τεκμηριώνουν συγκεκριμένα για τον Αιτητή, έναν ενήλικα λευκοπαθικό άνδρα με καταγωγή από τη Νιγηρία, κίνδυνο δίωξης. Υπό αυτή την έννοια, οι πληροφορίες που αναφέρονται γενικά στην κατάσταση των λευκοπαθικών ατόμων σε διάφορες χώρες και όχι συγκεκριμένα στην Νιγηρία (Τεκμήρια 6 και 7), καθώς και μεμονωμένα περιστατικά βίας κατά λευκοπαθών ατόμων στα οποία παραπέμπει (δύο βρεφοκτονίες λευκοπαθών από τις μητέρες τους) κρίνονται ως μη σχετικές με την υπό εξέταση περίπτωση καθώς δε δύνανται να εισφέρουν κάτι καινούριο στην εδώ ανάλυση.
Σε σχέση με τα Τεκμήρια 9 και 10 που αφορούν νομολογία παρατηρώ τα εξής:
Η πρώτη απόφαση αφορά ένα λευκοπαθικό 7χρονο παιδί με καταγωγή από τη Νιγηρία, αλλά γεννηθέν στη Μεγάλη Βρετανία. Στην απόφαση γίνονται οι εξής επισημάνσεις: ως προς τον κίνδυνο έκθεσης σε «τελετουργική θυσία», το Upper Tribunal καταγράφει ότι συνιστά μια απομακρυσμένη πιθανότητα (remote possibility) και ότι δεν τεκμηριώνεται βάσιμος κίνδυνος (real risk). Ακολούθως, το Upper Tribunal αναγνώρισε την ανηλικότητα ως μια συνθήκη που συνδέεται με αυξημένη ευαλωτότητα και η οποία επηρεάζει ουσιωδώς τη βαρύτητα (severity) που συναρτάται σε μία πράξη (εδώ έκθεση σε εκφοβιστικές συμπεριφορές και σε λανθασμένες αντιλήψεις γύρω από τη λευκοπάθεια) στα πλαίσια της εκτίμησης του διωκτικού χαρακτήρα αυτής. Η διαπίστωση αυτή σε συνδυασμό πρωτίστως με το γεγονός ότι ο εφεσείων έχει γεννηθεί στη Μεγάλη Βρετανία και άρα δεν είναι εξοικειωμένος με την αντιμετώπιση της Νιγηριανής κοινωνίας προς τα λευκοπαθικά άτομα, το Upper Tribunal κατέληξε ότι πρέπει να αναγνωριστεί στον ανήλικο λευκοπαθικό αιτητή προσφυγικό καθεστώς.
Η συγκεκριμένη απόφαση παρότι αφορά άτομο που φέρει την ιθαγένεια της Νιγηρίας διαφέρει ουσιωδώς από την επίδικη περίπτωση, καθώς ο εκεί εφεσείων ήταν ανήλικο άτομο που γεννήθηκε εκτός της χώρας καταγωγής του. Περαιτέρω, η θετική απόφαση στηρίχτηκε σε μεγάλο βαθμό στις συγκεκριμένες αυτές προσωπικές περιστάσεις του εφεσείοντος και ως ανηλίκου.
Η δεύτερη απόφαση στην οποία παραπέμπει ο συνήγορος του Αιτητή αφορά απόφαση του Immigration and Protection Tribunal της Νέας Ζηλανδίας, ημερομηνίας 25 Νοεμβρίου 2011, με την οποία αναγνωρίστηκε προσφυγικό καθεστώς σε ενήλικα λευκοπαθικό άνδρα. Συγκεκριμένα, το δικαστήριο έκρινε ότι λόγω θεσμικών και κοινωνικών διακρίσεων, ο Αιτητής δεν θα ήταν σε θέση, σε περίπτωση επιστροφής του στην Αίγυπτο, να απολαύσει το δικαίωμά του στην εργασία, γεγονός που θα επηρέαζε την ικανότητά του να διάγει μια αξιοπρεπή ζωή. Περαιτέρω, το δικαστήριο σημείωσε ότι ο Αιτητής θα έπρεπε να ζει υπό διαρκές καθεστώς φόβου ότι θα γίνει στόχος λεκτικής βίας ή προσπαθειών διακινδύνευσης της ζωής του.
Η συγκεκριμένη απόφαση δε μπορεί να ληφθεί υπόψιν ως σχετική καθώς αφορά άτομο που φέρει την ιθαγένεια της Αιγύπτου, ήτοι μια παντελώς διαφορετική αξιολόγηση του νομικού και κοινωνικού πλαισίου και της μεταχείρισης των ατόμων με λευκοπάθεια. Παράλληλα, διαφέρει ουσιωδώς από την παρούσα επίδικη περίπτωση ειδικότερα ως προς στις συγκεκριμένες αυτές προσωπικές περιστάσεις του εφεσείοντος που τον ώθησαν να εγκαταλείψει την χώρα καταγωγής του. Σημειώνεται ότι στην εν λόγω υπόθεση κρίσιμο στοιχείο στην αναγνώριση καθεστώτος προστασίας στον Αιτητή αποτέλεσε το γεγονός ότι ο Αιτητής εθεωρείτο ως άτομο με αναπηρία στην Αίγυπτο, ως εκ τούτου εφαρμογής τύγχανε και η Σύμβαση δικαιωμάτων Ατόμων με Αναπηρία και τα εκεί εφαρμοστέα άρθρα.
Νομική ανάλυση προϋποθέσεων χορήγησης διεθνούς προστασίας
Προσφυγικό καθεστώς
Υπενθυμίζω ότι σύμφωνα με το αρ.3 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 (6(I)/2000) (στο εξής ο Νόμος) και αρ.2 (δ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ (στο εξής η Οδηγία), ως πρόσφυγας αναγνωρίζεται «[.] πρόσωπο που, λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγενείας του και δεν είναι σε θέση, ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής [.]».
Σύμφωνα δε με το αρ.3Γ του Νόμου και αντίστοιχα αρ. 9 της Οδηγίας, η πράξη δίωξης η οποία προκαλεί βάσιμο φόβο δίωξης θα πρέπει να «είναι αρκούντως σοβαρή λόγω της φύσης ή της επανάληψής της ώστε να συνιστά σοβαρή παραβίαση βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ειδικά των δικαιωμάτων από τα οποία δεν χωρεί παρέκκλιση βάσει του άρθρου 15 παράγραφος 2 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών· ή να αποτελεί σώρευση διαφόρων μέτρων συμπεριλαμβανομένων παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η οποία να είναι αρκούντως σοβαρή ούτως ώστε να θίγεται ένα άτομο κατά τρόπο αντίστοιχο με τον αναφερόμενο στο στοιχείο α».
Έτι περαιτέρω ωστόσο, θα πρέπει να αξιολογηθούν η φύση και οι επιπτώσεις στον εκάστοτε αιτούντα για να αξιολογηθεί εάν η ως άνω αναφερόμενη αντιμετώπιση συνιστά δίωξη στην βάση του Άρθρου 9(1)(α) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ. Σύμφωνα δε με το άρθρο 4(α) της ίδιας Οδηγίας, λαμβάνονται υπόψη η ατομική κατάσταση και οι προσωπικές περιστάσεις του αιτούντος, «συμπεριλαμβανομένων παραγόντων όπως το προσωπικό ιστορικό, το φύλο και η ηλικία, ούτως ώστε να εκτιμηθεί εάν, βάσει των προσωπικών περιστάσεων του αιτούντος, οι πράξεις στις οποίες έχει ήδη ή θα μπορούσε να εκτεθεί ισοδυναμούν με δίωξη ή σοβαρή βλάβη».
Στον δικαστικό οδηγό της EASO (ήδη EUAA) αναφορικά με τις Προϋποθέσεις Χορήγησης Διεθνούς Προστασίας (2018)[5], αναφέρονται τα εξής σχετικά:
«1.4.1.3.1 Βασικός χαρακτήρας του ανθρώπινου δικαιώματος
Το άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχείο α) αναφέρεται ειδικότερα σε δικαιώματα από τα οποία δεν χωρεί παρέκκλιση βάσει του άρθρου 15 παράγραφος 2 της ΕΣΔΑ. Πρόκειται για το δικαίωμα στη ζωή, την απαγόρευση των βασανιστηρίων, της απάνθρωπης ή εξευτελιστικής ποινής ή μεταχείρισης, της δουλείας και της ειλωτείας, καθώς και της αναδρομικής ποινικής ευθύνης (άρθρο 2, άρθρο 3, άρθρο 4 παράγραφος 1 και άρθρο 7 της ΕΣΔΑ). Επομένως, η παραβίαση δικαιώματος από το οποίο δεν χωρεί παρέκκλιση βάσει του άρθρου 15 παράγραφος 2 της ΕΣΔΑ μπορεί να θεωρηθεί ότι συνιστά σοβαρή παραβίαση βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Ωστόσο, η παραπομπή στο άρθρο 15 παράγραφος 2 της ΕΣΔΑ δεν έχει αποκλειστικό χαρακτήρα, όπως προκύπτει από τη χρήση του όρου «ειδικά». Επομένως, και άλλα δικαιώματα, εκτός από εκείνα από τα οποία δεν χωρεί παρέκκλιση, μπορούν να συνιστούν «βασικά ανθρώπινα δικαιώματα» κατά την έννοια του άρθρου 9 παράγραφος 1 στοιχείο α). (…) Η παραπομπή σε δικαιώματα από τα οποία δεν χωρεί παρέκκλιση φαίνεται να υποδηλώνει ότι οι παραβιάσεις των εν λόγω δικαιωμάτων είναι αρκούντως σοβαρές αφ’ εαυτών και για τον λόγο αυτό συνιστούν πάντοτε δίωξη, αλλά δεν περιορίζει τα «βασικά ανθρώπινα δικαιώματα» σε δικαιώματα από τα οποία δεν χωρεί παρέκκλιση. Τούτου λεχθέντος, κάθε ευρύτερο περιεχόμενο υπόκειται στο κριτήριο της συγκρισιμότητας.
Εκτός από την παραπομπή στα δικαιώματα από τα οποία δεν χωρεί παρέκκλιση βάσει της ΕΣΔΑ, το άρθρο 9 της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση) δεν προβλέπει κριτήρια ή μια συγκεκριμένη μέθοδο βάσει της οποίας ένα ανθρώπινο δικαίωμα το οποίο απαριθμείται σε πράξη σχετική με τα ανθρώπινα δικαιώματα ή αναγνωρίζεται από το διεθνές εθιμικό δίκαιο μπορεί να προσδιοριστεί ως «βασικό» κατά την έννοια του άρθρου 9 παράγραφος 1 στοιχείο α) για τη θεμελίωση αίτησης παροχής διεθνούς προστασίας. Εκτός εάν το επίμαχο ανθρώπινο δικαίωμα αναφέρεται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχείο α) ως δικαίωμα από το οποίο δεν χωρεί παρέκκλιση βάσει του άρθρου 15 παράγραφος 2 της ΕΣΔΑ, απαιτείται εκτίμηση της συγκρισιμότητας του επίμαχου ανθρώπινου δικαιώματος με τα δικαιώματα από τα οποία δεν χωρεί παρέκκλιση βάσει του άρθρου 15 παράγραφος 2 της ΕΣΔΑ. (…)
Στην απόφαση που εξέδωσε το 2013 στην υπόθεση X, Y και Z, το ΔΕΕ έκρινε ότι το δικαίωμα των προσώπων να ζουν σύμφωνα με τον γενετήσιο προσανατολισμό τους, ως έκφραση του δικαιώματος σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής του ατόμου (άρθρο 7 του Χάρτη της ΕΕ, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 8 της ΕΣΔΑ), είναι θεμελιώδες, αλλά δεν εμπίπτει στα θεμελιώδη δικαιώματα από τα οποία δεν χωρεί παρέκκλιση. Παρότι το ΔΕΕ δεν ερμήνευσε ρητώς το άρθρο 7 του Χάρτη της ΕΕ, η συλλογιστική του δείχνει ότι το κριτήριο που χρησιμοποίησε είναι κατά πόσον οι παραβιάσεις του δικαιώματος μπορεί να είναι τόσο σοβαρές, ώστε να πληρούν το κατώτατο όριο που προβλέπεται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχείο α). Το κρίσιμο ερώτημα είναι κατά πόσον η παραβίαση μπορεί να θεωρηθεί «αρκούντως σοβαρή». Κάθε παραβίαση των θεμελιωδών δικαιωμάτων δεν πληροί κατ’ ανάγκη το συγκεκριμένο κατώτατο όριο[6]. (…)
Το κατά πόσον οικονομικά και κοινωνικά δικαιώματα τα οποία κατοχυρώνονται στον Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη του 1961 ή στο Διεθνές Σύμφωνο για τα οικονομικά, κοινωνικά και μορφωτικά δικαιώματα του 1966 μπορούν να θεωρηθούν «βασικά» ανθρώπινα δικαιώματα εξαρτάται από τη δυνητική σοβαρότητα της επέμβασης στις βασικές συνθήκες διαβίωσης ενός προσώπου. Γενικά, τα οικονομικά και κοινωνικά δικαιώματα δεν πληρούν το κριτήριο δυνητικής σοβαρότητας συγκρίσιμης με παράβαση δικαιωμάτων από τα οποία δεν χωρεί παρέκκλιση. (…)
Με τη σώρευση διαφόρων μέτρων, οι παραβιάσεις οικονομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων που προβλέπονται σε συνθήκες για τα ανθρώπινα δικαιώματα μπορούν υπό εξαιρετικές περιστάσεις να ισοδυναμούν με δίωξη, εφόσον τα μέτρα είναι αρκούντως σοβαρά. Δεν υποστηρίζει τη διαπίστωση δίωξης κάθε παράνομη ή άδικη μεταχείριση η οποία σχετίζεται με ένα από τα απαριθμούμενα δικαιώματα. Τα συσσωρευμένα μέτρα πρέπει να έχουν ως αποτέλεσμα αρκούντως σοβαρή στέρηση συνθηκών διαβίωσης ισοδύναμη με παραβίαση βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων από τα οποία δεν χωρεί παρέκκλιση. Επιπλέον, γενικά, για να πληρούν τις προϋποθέσεις του χαρακτηρισμού τους ως δίωξης, οι σοβαρές παραβιάσεις οικονομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων πρέπει να αποδίδονται σε υπεύθυνο δίωξης. (…)
1.4.1.3.3 Σοβαρότητα της παραβίασης
Η πράξη πρέπει να είναι αρκούντως σοβαρή λόγω της φύσης ή της επανάληψής της, ώστε να συνιστά σοβαρή παραβίαση βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Για τον καθορισμό της επίτευξης του συγκεκριμένου επιπέδου, η αίτηση πρέπει να εκτιμάται υπό το πρίσμα του άρθρου 4 παράγραφος 3 λαμβανομένης υπόψη της ατομικής κατάστασης και των προσωπικών περιστάσεων του αιτούντος. Η έννοια της προσωπικής ακεραιότητας και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, καθώς και ο τρόπος και ο βαθμός οποιασδήποτε βλάβης ή απειλής βλάβης που θίγει την ατομική κατάσταση του αιτούντος, συμπεριλαμβανομένων παραγόντων όπως το προσωπικό ιστορικό, το φύλο και η ηλικία, είναι στοιχεία λυσιτελή για την εκτίμηση αυτή. Η παραβίαση βασικού ανθρώπινου δικαιώματος μπορεί να χαρακτηρισθεί σοβαρή λόγω του ιδιαίτερου αντικτύπου της σε συγκεκριμένο αιτούντα. Πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όλες οι πράξεις στις οποίες εκτέθηκε ή κινδυνεύει να εκτεθεί ο ενδιαφερόμενος [βλέπε άρθρο 4 παράγραφος 3 της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση)]. (...) η απαίτηση επαρκούς σοβαρότητας πρέπει να εξετάζεται κατά περίπτωση. (…)
1.4.1.4.3 Ο αιτών πρέπει να θίγεται κατά τρόπο αντίστοιχο με την περίπτωση σοβαρής παραβίασης βασικού ανθρώπινου δικαιώματος
(...) Το γερμανικό Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο παραπέμπει στη σωρευτική προσέγγιση του εγχειριδίου της UNHCR επισημαίνοντας ότι, όσον αφορά τη σοβαρότητα παραβίασης του δικαιώματος της θρησκευτικής ελευθερίας, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη διάφορες πράξεις ή μέτρα με μεροληπτικές συνέπειες – όπως περιορισμοί στην πρόσβαση σε εκπαιδευτικές ή υγειονομικές υπηρεσίες ή σημαντικοί περιορισμοί στις επαγγελματικές ή οικονομικές δυνατότητες βιοπορισμού. Ομοίως, το αυστριακό Verwaltungsgerichtshof (Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο) έκρινε ότι τα διάφορα μεροληπτικά μέτρα εις βάρος των γυναικών στο Αφγανιστάν, τα οποία εμποδίζουν την πρόσβασή τους σε ιατρική περίθαλψη, θίγουν τις γυναίκες κατά τρόπο αντίστοιχο με σοβαρή παραβίαση βασικού ανθρώπινου δικαιώματος βάσει του άρθρου 9 παράγραφος 1 στοιχείο α).
Η διάκριση μπορεί να συνιστά δίωξη, εάν τα μεροληπτικά μέτρα έχουν σημαντικές επιζήμιες συνέπειες για το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, όπως για παράδειγμα στέρηση του δικαιώματος βιοπορισμού, του δικαιώματος άσκησης της θρησκείας ή άρνηση κάθε πρόσβασης σε κανονικά διαθέσιμες εκπαιδευτικές υπηρεσίες. Συναφώς, το ζήτημα του κατά πόσον υφίσταται σώρευση μπορεί να έχει ιδιαίτερη σημασία».
Εν προκειμένω, λαμβάνοντας υπόψιν τους αποδεκτούς ουσιώδεις ισχυρισμούς του Αιτητή, αυτό που πρέπει να εξετασθεί είναι κατά πόσον υπάρχει βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης του Αιτητή λόγω της εγγενούς κατάστασής του ως άτομο με αλμπινισμό σε περίπτωση επιστροφής του στην Νιγηρία. Η αξιολόγηση αυτή είναι μελλοντοστραφής, ωστόσο κρίσιμο στοιχείο αποτελεί επίσης πιθανή παρελθούσα δίωξη. Υπενθυμίζω ότι ο όρος «βάσιμος φόβος» σημαίνει ότι πρέπει να υπάρχει έγκυρη αντικειμενική βάση για τον φόβο δίωξης του αιτούντος. Το συγκεκριμένο στοιχείο του ορισμού του πρόσφυγα αφορά τον κίνδυνο ή την πιθανότητα να υποστεί δίωξη. Ο φόβος θεωρείται βάσιμος, εάν διαπιστώνεται ότι υπάρχει «εύλογη» πιθανότητα να υλοποιηθεί στο μέλλον. Για τη διαπίστωση αυτή, είναι απαραίτητο να αξιολογούνται οι δηλώσεις του αιτούντος υπό το πρίσμα όλων των σχετικών περιστάσεων της υπόθεσης και να ελέγχονται οι περιστάσεις που επικρατούν στη χώρα καταγωγής του, καθώς και η συμπεριφορά των υπευθύνων δίωξης. Επομένως, η διαπίστωση του βάσιμου φόβου συνδέεται στενά με το καθήκον της αξιολόγησης των αποδεικτικών στοιχείων και της αξιοπιστίας που διέπεται πρωτίστως από το άρθρο 4 της ΟΕΑΑ (Οδηγία 2013/32/ΕΕ αναδιατύπωση).
Όπως καταγράφηκε και ανωτέρω, οι Καθ’ ων η αίτηση κατέληξαν ότι οι διακρίσεις και οι παρενοχλήσεις στις οποίες εκτέθηκε ο Αιτητής τεκμηριώνονται, ωστόσο οι πράξεις αυτές δεν είναι αρκούντως σοβαρές λόγω της φύσης ή της επανάληψής τους, ώστε να στοιχειοθετούν δίωξη. Προκειμένου να καταλήξουν στο εν λόγω συμπέρασμα οι Καθ’ ων η αίτηση αξιολόγησαν τις πληροφορίες που καταγράφουν οι εξωτερικές πηγές αναφορικά με τις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων που αφορούν τα λευκοπαθικά άτομα και τις εκτίμησαν υπό το φως των προσωπικών περιστάσεων του Αιτητή και του τρόπου με τον οποίο έχει διάγει τη ζωή του όλα αυτά τα χρόνια.
Στα πλαίσια της πλήρους και ex nunc εξέτασης τόσο των γεγονότων όσο και των νομικών σημείων (άρθρο 4 της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ και άρθρο 46 της Οδηγίας 2013/32/ΕΕ), το Δικαστήριο προέβη σε επικαιροποιημένη έρευνα σε πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής του Αιτητή (άρθρο 10 παράγραφος 4 της Οδηγίας 2013/32/ΕΕ), με τα ακόλουθα ευρήματα:
Σύμφωνα με την Έκθεση της Ανεξάρτητης Εμπειρογνώμονα αναφορικά με τον αλμπινισμό παγκοσμίως[7], οι λευκοπαθείς υφίστανται προκλήσεις στην απόλαυση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τους, ιδίως σε σχέση με τα εξής δικαιώματα: μη διακριτική μεταχείριση, ζωή, υγεία, εκπαίδευση, εργασία και επαρκές βιοτικό επίπεδο, πρόσβαση στη δικαιοσύνη και τα ένδικα μέσα.
Σε έκθεση του γαλλικού Office for the Protection of Refugees and Stateless Persons του 2018 με τίτλο “La situation des albinos au Nigeria” («Η κατάσταση των αλμπίνο στην Νιγηρία»), καταγράφονται τα εξής:
(ελεύθερη μετάφραση του παρόντος Δικαστηρίου από τα γαλλικά)
«1. Αλμπινισμός στη Νιγηρία
1.1. Επιπολασμός
Το ποσοστό επιπολασμού του αλφισμού στη Νιγηρία ποικίλλει ανάλογα με την πηγή, και η ίδια πηγή μπορεί μερικές φορές να δίνει πολύ διαφορετικά στοιχεία. Το Albino Foundation of Nigeria, για παράδειγμα, αναφέρει ότι ο επιπολασμός είναι ένας από τους υψηλότερους στον κόσμο, με περισσότερα από 2 εκατομμύρια άτομα με αλφισμό να ζουν στη χώρα, συμπεριλαμβανομένων περίπου 800.000 παιδιών. Ο Jake Epelle, πρόεδρος του Albino Foundation of Nigeria, έφτασε μάλιστα στο σημείο να πει ότι ο πραγματικός αριθμός είναι πιο κοντά στα 6 εκατομμύρια άτομα.
Ωστόσο, άλλα άρθρα δίνουν πολύ χαμηλότερους αριθμούς. Σε ένα άλλο πλαίσιο, το Albino Foundation αναφέρει ότι περισσότεροι από 600.000 λευκοπαθικοί άνθρωποι υφίστανται διακρίσεις, είτε από τις οικογένειές τους είτε από τους συμμαθητές τους.
(…)
1.2 Συμβολική αναπαράσταση του αλμπινισμού στη νιγηριανή κοινωνία
Σύμφωνα με το Albino Foundation, οι βρεφοκτονίες παιδιών που γεννιούνται με αλμπινισμό δεν είναι ασυνήθιστες. Ορισμένες οικογένειες πιστεύουν ότι εφόσον οι πιθανότητες να βρουν τα παιδιά αυτά αργότερα δουλειά είναι μικρές, η φοίτησή τους στο σχολείο δεν είναι απαραίτητη και θεωρείται "περιττό έξοδο". Με την ευκαιρία της Παγκόσμιας Ημέρας Αλμπινισμού στην Abuja το 2013, ο πρόεδρος του Albino Foundation υπενθύμισε ότι τα μαλλιά των λευκοπαθικών ατόμων χρησιμοποιούνται για την παρασκευή ερωτικών φίλτρων στην Πολιτεία Delta. Ανέφερε επίσης δύο τελετουργικές δολοφονίες στην πολιτεία Kwara και στο Makurdi, την πρωτεύουσα της πολιτείας Benue.
Σύμφωνα με έκθεση του Γραφείου της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα σχετικά με την κατάσταση των αλμπίνο που δημοσιεύθηκε το 2013, από το 2010 έχουν καταγραφεί δύο περιπτώσεις βίας κατά αλμπίνο στη Νιγηρία. Η ΜΚΟ Under The Same Sun αναφέρει την παιδοκτονία ενός αγοριού ενός έτους τον Μάρτιο του 2011 στο χωριό Angyo στην πολιτεία Benue. Η δεύτερη περίπτωση χρονολογείται από τον Οκτώβριο του 1999. Πρόκειται για την απαγωγή και την επακόλουθη δολοφονία ενός παιδιού ενάμισι έτους από δύο άνδρες στην πολιτεία Delta.
Η νιγηριανή εφημερίδα Leadership αναφέρει τα προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζουν τα λευκοπαθικά άτομα στη Νιγηρία, ιδίως τους καρκίνους του δέρματος. Αναφέρεται επίσης στους μύθους και τις προκαταλήψεις που είναι βαθιά ριζωμένες στη νιγηριανή κοινωνία σχετικά με τους αλμπίνο, όπως το γεγονός ότι ο αλμπινισμός είναι κατάρα ή ότι μέρη του σώματος των αλμπίνο μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη δημιουργία ισχυρών ξορκιών. Άλλοι πιστεύουν ότι η λευκοπάθεια είναι μεταδοτική ασθένεια.
Δεν μπόρεσαν να βρεθούν ακριβέστερες πληροφορίες σχετικά με την πιθανή χρήση αλμπίνο παιδιών για τελετουργικούς σκοπούς, παρά το γεγονός ότι αυτές οι πεποιθήσεις υπάρχουν στην κοινωνία της Νιγηρίας.
Οι λαϊκές δοξασίες είναι ότι τα άτομα με αλμπινισμό είναι στείρα, κακά ή συνδέονται με μια υδάτινη θεότητα, ότι είναι μεταδοτικά, λιγότερο έξυπνα, ότι η μειωμένη όρασή τους κατά τη διάρκεια της ημέρας υποκρύπτει το γεγονός ότι είναι νυκτόβια πλάσματα , ότι το άγγιγμα του δέρματός τους φέρνει κακή τύχη, ότι δεν πεθαίνουν αλλά ξεθωριάζουν κ.λπ. και ότι όλα αυτά τα ελαττώματα είναι αποτέλεσμα μιας τελετουργικής παράβασης (αιμομιξία, μοιχεία ή συγγένεια) ή ενός κακού ξορκιού.
1.3 Διώξεις που αντιμετωπίζουν οι αλμπίνοι
Τα άτομα με λευκοπάθεια υφίστανται διακρίσεις στη νιγηριανή κοινωνία, επειδή "η μυστικοποίηση του αλμπινισμού" μπορεί να οδηγήσει σε σωματική βία. Τους προσβάλλουν τακτικά και τους αποκαλούν με υποτιμητικά ονόματα. Θεωρούνται ως άρρωστοι άνθρωποι που δεν αξίζουν να λάβουν εκπαίδευση. Ως αποτέλεσμα, λαμβάνουν λιγότερη σχολική εκπαίδευση από τα άλλα παιδιά.
Η περιθωριοποίηση των ατόμων με αλμπινισμό οδηγεί σε μια μορφή αποκοινωνικοποίησης. Η οικογένεια μπορεί να περιορίσει ορισμένες επιλογές ζωής, ιδίως τη σεξουαλικότητα. Είναι σπάνιο για έναν αλμπίνο να βρει έναν μη αλμπίνο σύντροφο. Γενικά, οι διαπραγματεύσεις για γάμο διαρκούν περισσότερο όταν ένας από τους συντρόφους είναι λευκοπαθικός. Αυτό ενισχύεται από τις μυστικιστικές προκαταλήψεις που περιβάλλουν τη σεξουαλικότητα των ατόμων με αλμπινισμό, και ιδίως από την πεποίθηση της στειρότητάς τους, που προστίθεται στη "δαιμονική και δαιμονισμένη" φύση τους.
2 Στάση των αρχών
2.1 Πολιτική στήριξης των λευκοπαθικών ατόμων
Οι αλμπίνοι λαμβάνουν ελάχιστη προσοχή από τις αρχές. Από το 2011, ωστόσο, με την ώθηση του Albino Foundation, ένα έγγραφο εκπαιδευτικής πολιτικής με τίτλο “Εθνική πολιτική για τον αλμπινισμό” παρουσιάστηκε στο 57ο Εθνικό Συμβούλιο Εκπαίδευσης το 2011 στο Sokoto και στη συνέχεια οριστικοποιήθηκε στο 59ο Εθνικό Συμβούλιο Εκπαίδευσης στην Abuja το 2013. Το Ομοσπονδιακό Υπουργείο Παιδείας εργάστηκε για την ενσωμάτωση του θέματος του αλμπινισμού στο εκπαιδευτικό σύστημα της Νιγηρίας, συστήνοντας μια υπουργική επιτροπή για την ανάπτυξη ενός σχεδίου πολιτικής για τον αλμπινισμό.
Η κυβέρνηση της Νιγηρίας έχει επίσης υποστηρίξει ένα πρόγραμμα ενδυνάμωσης των αλμπίνο στην Abuja.
Το έργο Empowerment του Albino Foundation υποστηρίζεται από το Γραφείο που είναι υπεύθυνο για την επίτευξη των Αναπτυξιακών Στόχων της Χιλιετίας (OMD) στις 36 πολιτείες της χώρας. Το έργο αυτό αποσκοπεί στη μείωση της φτώχειας και της εξάρτησης των ευάλωτων πληθυσμών, ώστε να μπορέσουν να συμβάλουν στην εθνική ανάπτυξη. Το Albino Foundation έχει διατυπώσει συστάσεις για τη βελτίωση των κυβερνητικών προγραμμάτων που αναπτύχθηκαν για το θέμα αυτό από το Γραφείο των Αναπτυξιακών Στόχων της Χιλιετίας.
Το γραφείο του UNDP στη Νιγηρία συνεργάζεται με την Εθνική Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και την κοινωνία των πολιτών για να ευαισθητοποιήσει τις αρχές και να ενισχύσει την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των ατόμων με αλμπινισμό.
2.2. Πρόσβαση στη δικαιοσύνη
Όσον αφορά τη δίωξη των εγκλημάτων κατά των ατόμων με αλμπινισμό, φαίνεται ότι στις περιπτώσεις που κατέγραψε η ΜΚΟ Under The Same Sun, οι εγκληματίες παραπέμφθηκαν στη δικαιοσύνη ως εγκληματίες, χωρίς ιδιαίτερη αναφορά στις διακρίσεις που σχετίζονται με τον αλμπινισμό.
3. Δράσεις της κοινωνίας των πολιτών
Το Albino Foundation είναι η πιο δραστήρια και επιδραστική ΜΚΟ για τον αλμπινισμό στη Νιγηρία.
Άλλες οργανώσεις που δεν ασχολούνται ειδικά με τον αλμπινισμό υποστηρίζουν την κοινότητα των αλμπίνο, όπως το Christian Missionary Foundation Inc. στο Kuje, το οποίο δέχεται εγκαταλελειμμένα παιδιά αλμπίνο, και το Onome Akinlolu Majaro Foundation, το οποίο διεξάγει εκστρατείες για την ευαισθητοποίηση σχετικά με τις διακρίσεις.
Μια ομάδα νεαρών Νιγηριανών δημιούργησε ένα φανταστικό κόμικ για να ευαισθητοποιήσει την κοινή γνώμη σχετικά με τον τελετουργικό ακρωτηριασμό των ατόμων με αλμπινισμό. Τα σχέδιά τους απεικονίζουν ένα νησί όπου μπορούν να φιλοξενηθούν παιδιά αλμπίνο».[8]
Σε άλλη έκθεση και συγκεκριμένα στην Έκθεση “People With Albinism Worldwide - A Human Rights Perspective” (2021), στην οποία παρέπεμψε και ο συνήγορος του Αιτητή, αναφέρονται τα εξής σε σχέση με τη Νιγηρία:
«Στη Νιγηρία, το Albino Foundation (TAF) μεταδίδει μια 15λεπτη εβδομαδιαία ραδιοφωνική εκπομπή σε όλη τη χώρα που περιλαμβάνει συζητήσεις για τα θέματα που αντιμετωπίζουν τα άτομα με αλμπινισμό[9].
(…)
Στη Νιγηρία, το Albino Foundation (TAF) συνεργάστηκε με την κυβέρνηση για την ανάπτυξη της εθνικής πολιτικής για την εκπαίδευση χωρίς αποκλεισμούς- ωστόσο, αυτή δεν έχει ακόμη εφαρμοστεί. Επιπλέον, το Υπουργείο Υγείας συνεργάστηκε με το Εθνικό Νοσοκομείο στην Abuja και το Albino Foundation για τον συντονισμό ενός έργου για τη δωρεάν θεραπεία του καρκίνου του δέρματος[10].
Στη Νιγηρία, η TAF φιλοξενεί συναντήσεις υποστήριξης για άτομα με αλφισμό μία φορά το μήνα σε όλες τις πολιτείες- τα πολιτειακά τμήματα αναφέρουν τα αποτελέσματα των συνεδριάσεων στα κεντρικά γραφεία του Ιδρύματος για να αναλάβουν δράση εάν χρειαστεί[11].
Στη Νιγηρία, δεν υπάρχει κανένα συμπεριληπτικό οικονομικό βοήθημα για τα άτομα με αλφισμό[12].
Από τις πληροφορίες που παρατέθηκαν ανωτέρω, προκύπτει ότι το Albino Foundation διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην προώθηση και την προάσπιση των δικαιωμάτων των ατόμων με λευκοπάθεια στη Νιγηρία. Για το λόγο αυτό κρίνω χρήσιμο να παρατεθούν κάποιες σύντομες πληροφορίες για το συγκεκριμένο ίδρυμα. Στον ιστότοπο Devex, μια πλατφόρμα μέσων ενημέρωσης για ζητήματα ανάπτυξης με γραφεία στη Βαρκελώνη, το Λονδίνο, τη Μανίλα, την Ουάσιγκτον και αλλού[13], αναφέρονται τα εξής αναφορικά με το Albino Foundation:
«Το Ίδρυμα Αλμπίνο (TAF) ιδρύθηκε το 2006 και είναι πρωτίστως ένας οργανισμός που δημιουργήθηκε για τα άτομα με αλμπινισμό και άλλες ευάλωτες ομάδες, όπως τα άτομα με αναπηρία. Το Ίδρυμα είναι μια ανεξάρτητη μη κυβερνητική οργάνωση εγγεγραμμένη στη Νιγηρία στην Επιτροπή Εταιρικών Υποθέσεων. Το TAF είναι ένας οργανισμός ειδικής εστίασης που υπερασπίζεται την αναγνώριση και τον σεβασμό των δικαιωμάτων και την κοινωνικοοικονομική ένταξη των ατόμων που ζουν με αλμπινισμό. Το Ίδρυμα εργάζεται προκειμένου να ευαισθητοποιήσει την κοινωνία αναφορικά με τις κοινωνικές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν τα άτομα με αλμπινισμό στη Νιγηρία και στον κόσμο, συνεργαζόμενο με κυβερνήσεις, αναπτυξιακούς φορείς σε τομείς όπως η βελτίωση της υγείας, της εκπαίδευσης και της κοινωνικής ευημερίας των ατόμων με αλμπινισμό στη Νιγηρία. Περαιτέρω, εργάζεται προκειμένου να βοηθήσει και να ενδυναμώσει τα λευκοπαθικά άτομα να βρουν τη θέση που τους αξίζει στην κοινωνία. Το Ίδρυμα έχει πλέον εθνική εξάπλωση σε όλες τις 36 πολιτείες της ομοσπονδίας και στην FCT-Abuja. Το Ίδρυμα συνεργάζεται επίσης με ορισμένες οργανώσεις και ιδρύματα για ζητήματα αναπηρίας στη Νιγηρία για να διασφαλίσει ότι τα άτομα με αλμπινισμό και άλλες ευάλωτες ομάδες ενισχύονται κοινωνικά και οικονομικά»[14].
Συμπερασματικά, απ’ όσα αναφέρθηκαν ανωτέρω, προκύπτει ότι πράγματι στην νιγηριανή κοινωνία ενυπάρχουν λανθασμένες αντιλήψεις σε σχέση με το ζήτημα της λευκοπάθειας, οι οποίες με τη σειρά τους καθιστούν τους λευκοπαθείς ευάλωτους σε εξοστρακισμό, χλευασμό, διακριτική μεταχείριση και ενίοτε πράξεις σωματικής βίας.
Αρχικά, σχετικά με το ζήτημα της πιθανότητας υποβολής του Αιτητή σε ακρωτηριασμό ή τελετουργική θυσία, διαπιστώνω από τις ανωτέρω παρατεθειμένες πληροφορίες ότι παρά το γεγονός ότι έχουν πράγματι σημειωθεί τέτοια περιστατικά στην Νιγηρία (βλ. ανωτέρω δύο καταγεγραμμένες βρεφοκτονίες που έλαβαν χώρα το 1999 και το 2011[15] αντίστοιχα και δύο τελετουργικές δολοφονίες δυο λευκοπαθών γυναικών, καθώς και μια πρόσφατη (2023) προσπάθεια δολοφονίας ενός 29χρονου λευκοπαθή άνδρα από το θείο του στην πολιτεία Anambra[16]) η συχνότητά τους είναι πολύ περιορισμένη καθώς αφορούν (με εξαίρεση τη βρεφοκτονία που έλαβε χώρα το 1999) ένα διάστημα 15 περίπου ετών και έναν πληθυσμό περίπου 2.000.000 ανθρώπων (σύμφωνα με τον υπολογισμό του Albino Foundation).
Για την πληρότητα της έρευνας, το Δικαστήριο πραγματοποίησε εστιασμένη έρευνα στη βάση δεδομένων των περιστατικών ασφαλείας του ιστοτόπου Nigeria Watch, όπου αναζήτησε τα καταγεγραμμένα περιστατικά θανάτων που συνδέονται με ζητήματα μαγείας/τελετουργιών στην πολιτεία καταγωγής του Αιτητή (Delta). Κατόπιν παραμετροποίησης [State: Delta, dates: 31/07/2020-31/07/2024, causes of violence: sorcery], η βάση δεδομένων παρουσίασε 25 περιστατικά εκ των οποίων κανένα δεν αφορούσε λευκοπαθικό άτομο[17].
Επίσης από έρευνα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης προέκυψε ότι το επίκεντρο του εμπορίου μελών ανθρώπων με λευκοπάθεια είναι η Tanzania, καθώς επίσης ότι το εν λόγω εμπόριο ανθεί στην Ανατολική και τη Νότια Αφρική.[18]
Κατόπιν ολιστικής επισκόπησης των ανωτέρω στοιχείων, ήτοι του γεγονότος ότι ο αριθμός των καταγεγραμμένων αντίστοιχων περιστατικών στη Νιγηρία είναι μικρός σε συνδυασμό με το γεγονός ότι το επίκεντρο του εμπορίου μελών λευκοπαθικών ατόμων βρίσκεται σε άλλη γεωγραφική περιοχή της ηπείρου (Ανατολική και Νότια Αφρική[19]), αναπόφευκτα προκύπτει το συμπέρασμα ότι η πιθανότητα ακρωτηριασμού ή «τελετουργικής θυσίας» του Αιτητή παρίσταται εξαιρετικά απομακρυσμένη. Όπως έχει εξάλλου αναφερθεί από το ΕΔΔΑ, στην υπόθεση Saadi κατά Ιταλίας, στο πλαίσιο του άρθρου 3 ΕΣΔΑ, δεν αρκεί η απλή πιθανότητα ή η απομακρυσμένη πιθανότητα δίωξης ώστε ένας κίνδυνος να αποτελέσει τη δημιουργία «βάσιμου φόβου»[20].
Προχωρώ να αξιολογήσω τους κινδύνους που συναρτώνται με το ζήτημα των γενικότερων διακρίσεων που βιώνουν τα άτομα με λευκοπάθεια.
Όπως εκτέθηκε και ανωτέρω, υπάρχουν αρκετές δοξασίες σε σχέση με τα λευκοπαθή άτομα που τα καθιστούν ευάλωτα σε εξοστρακισμό και στιγματισμό.
Σε δημοσίευση του African Digital Observatory for Democracy αναφέρεται ότι στην πόλη Igieduma της πολιτείας Edo, ένας παραδοσιακός ηγέτης (“traditional chief”) απείλησε ότι «αν οποιοδήποτε λευκοπαθικό άτομο προσπαθήσει να εισέλθει στην κοινότητα, θα περισσυλεχθεί το νεκρό του σώμα» («Even the government cannot change it. If an albino forcefully enters the community, it is the dead body that they will remove»)[21]. Το άρθρο καταλήγει ότι «[η] κοινότητα Igieduma στην πολιτεία Edo κάνει διακρίσεις εις βάρος των ατόμων που ζουν με αλμπινισμό απαγορεύοντάς τους να εισέλθουν στη γη τους, αλλιώς κινδυνεύουν να σκοτωθούν». Η ανωτέρω πληροφορία επιβεβαιώνει ότι σε ορισμένες περιοχές της Νιγηρίας τα λευκοπαθικά άτομα αντιμετωπίζουν «επίσημο» εξοστρακισμό, ο οποίος σε περίπτωση μη συμμόρφωσης μπορεί να αποβεί μοιραίος για τη ζωή τους.
Όπως αναφέρθηκε και ανωτέρω, ήδη από το 2013 έχει συνταχθεί ένα έγγραφο εκπαιδευτικής πολιτικής με τίτλο «Εθνική πολιτική για τον αλμπινισμό» από το Ομοσπονδιακό Υπουργείο Παιδείας με σκοπό την ενσωμάτωση του θέματος του αλμπινισμού στο εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας. Η πολιτική αυτή αναθεωρήθηκε το 2019[22] με σκοπό να εντάξει τους κατωτέρω στόχους:
· Διάρκεια της εθνικής πολιτικής, η οποία πρέπει να επανεξετάζεται κάθε πέντε (5) χρόνια, και η οποία αναπτύχθηκε και εγκρίθηκε το 2013,
· Έγκριση του Νόμου Περί Αναπηρίας από τον Πρόεδρο Muhammadu Buhari GCFR,
· Συγχώνευση της Εθνικής Πολιτικής για τον αλμπινισμό και του Οδηγού Εφαρμογής σε ένα ενιαίο έγγραφο,
· Ένταξη των ατόμων με αναπηρία στην εκλογική διαδικασία,
· Έγκριση από τα Ηνωμένα Έθνη και την Αφρικανική Ένωση του Περιφερειακού Σχεδίου Δράσης για τον αλμπινισμό στην Αφρική, με σκοπό την ενσωμάτωση του αλμπινισμού στις πολιτικές και τα προγράμματα των αφρικανικών κρατών,
· Συμπερίληψη του αλμπινισμού ως ζήτημα ανθρωπίνων δικαιωμάτων,
· Κλείσιμο του χάσματος μεταξύ ζητημάτων που αφορούν τον αλμπινισμό και ζητημάτων που αφορούν την αναπηρία,
· Και άλλα αναδυόμενα θέματα[23].
Εντός του εγγράφου αναπτύσσονται οι στόχοι της πολιτικής με ορίζοντα εφαρμογής το έτος 2025, καθώς και οι βασικές αρχές που πρέπει να διέπουν την εφαρμογή της εθνικής πολιτικής στους 4 πυλώνες αυτού: παιδεία, υγεία, κοινωνική ευαισθητοποίηση, εργασία[24]. Περαιτέρω, προβλέπεται η δημιουργία ενός ξεχωριστού τομέα στην Εθνική Επιτροπή Αναπηρίας ειδικά για το ζήτημα του αλμπινισμού, καθώς και η ίδρυση ενός Εθνικού Κέντρου Αλμπινισμού με έδρα την Abuja και υποκέντρα στις 6 γεωπολιτικές ζώνες της χώρας[25].Υπό το κεφάλαιο 4, αναπτύσσονται οι στρατηγικές που πρέπει να τεθούν σε εφαρμογή στο κομμάτι της παιδείας, της υγείας, του συστήματος κοινωνικής ασφάλειας και του νομικού συστήματος/ συστήματος επιβολής του νόμου, προκειμένου να εφαρμοστούν οι προβλεπόμενοι στόχοι[26].Τέλος, προβλέπεται η καθιέρωση ενός Συντονιστικού Μηχανισμού με εταίρους σε ομοσπονδιακό επίπεδο, επίπεδο πολιτειών και τοπικών κυβερνήσεων (Local Governments), καθώς και σε κοινοτικό επίπεδο, οι τρόποι χρηματοδότησης της Εθνικής Πολιτικής και ακριβές χρονοδιάγραμμα των έργων προς υλοποίηση[27].
Από την έρευνα του Δικαστηρίου σε εξωτερικές πηγές, δεν κατέστη εφικτό να ανευρεθούν πληροφορίες αναφορικά με τις εξελίξεις γύρω από την εφαρμογή του Σχεδίου Εθνικής Πολιτικής. Ανευρέθη ωστόσο, ότι το 2023 το Nigerian Institute of International Affairs διοργάνωσε εκδήλωση με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα ενημέρωσης για τον Αλμπινισμό, στην οποία συμμετείχαν εκπρόσωποι του Albino Foundation, της ένωσης Albinism Association of Nigeria και της Εθνικής Επιτροπής για τους Ανθρώπους με Αναπηρίες. Στη συγκεκριμένη εκδήλωση μεταξύ άλλων, οι ομιλητές τόνισαν την ανάγκη να επισπευστεί η έγκριση εκ μέρους της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης του Νομοσχεδίου για τα άτομα με λευκοπάθεια, ώστε να διασφαλιστεί η πλήρης ένταξη των εν λόγω ατόμων[28].
Σε άλλη δημοσίευση αναφέρεται ότι η Bisi Bamishe, η εκτελεστική διευθύντρια της ένωσης Albinism Association of Nigeria, στα πλαίσια μονοήμερης συνάντησης με ομάδες λευκοπαθών ατόμων και άλλες ομάδες ατόμων με αναπηρία για τον εορτασμό της Διεθνούς Ημέρας Ευαισθητοποίησης για τον αλμπινισμό στο Lagos (2024), προέτρεψε την Oμοσπονδιακή Kυβέρνηση να εφαρμόσει την εθνική πολιτική για τον αλμπινισμό που διαμορφώθηκε το 2019[29].
Από τις ανωτέρω πληροφορίες προκύπτει ότι στη Νιγηρία υπάρχει κατ’ αρχήν πολιτική βούληση προκειμένου να προωθηθούν ζητήματα που αφορούν τα λευκοπαθικά άτομα.
Παράλληλα, το Albino Foundation (TAF) το οποίο αποτελεί και το σημαντικότερο θεσμό προώθησης των δικαιωμάτων των ανθρώπων με λευκοπάθεια στη Νιγηρία, στην τελευταία ετήσια έκθεσή του αναφορικά με τα πεπραγμένα του (2020), παραθέτει μια σειρά από δράσεις που υλοποίησε.
Κατ’ αρχήν, υλοποίησε δέκα (10) σεμινάρια στη διάρκεια του 2020 τα οποία απευθύνονταν τόσο σε άτομα με λευκοπάθεια όσο και σε δασκάλους, διευθυντές σχολείων, κοινοτάρχες, φροντιστές, υπεύθυνους για χάραξη πολιτικής, κυβερνητικούς αξιωματούχους, μη κυβερνητικές οργανώσεις, ακτιβιστές, υπαλλήλους στο χώρο της υγείας, νομικούς, αστυνομικούς, επιχειρηματίες, εκπαιδευτές επαγγελματικής κατάρτισης, δημοσιογράφους, ομίλους μέσων ενημέρωσης, υπεύθυνους δημοσίων σχέσεων, επικεφαλής νέων, εκπρόσωπους μαθητών, υπερασπιστές των δικαιωμάτων των ατόμων με αναπηρία, αρχιτέκτονες και πολεοδόμους[30].
Επίσης, το TAF ανέλαβε διάφορες άλλες δράσεις για την υποστήριξη των ατόμων με αλμπινισμό, μεταξύ των οποίων:
Ομάδες υποστήριξης
Το TAF οργάνωσε και διευκόλυνε ομάδες υποστήριξης για άτομα με αλμπινισμό και τις οικογένειές τους. Οι ομάδες αυτές παρείχαν μια πλατφόρμα για την ανταλλαγή εμπειριών, την παροχή αμοιβαίας υποστήριξης και την αντιμετώπιση κοινών προκλήσεων που σχετίζονται με τη ζωή με αλμπινισμό.
Ραδιοφωνικά προγράμματα
Η TAF παρήγαγε και εξέπεμψε ραδιοφωνικά προγράμματα με στόχο την ευαισθητοποίηση σχετικά με τον αλμπινισμό, τη διάλυση των μύθων και την παροχή εκπαίδευσης σχετικά με τα δικαιώματα και τις ανάγκες των ατόμων με αλμπινισμό. Τα προγράμματα αυτά έφτασαν σε ένα ευρύ ακροατήριο και συνέβαλαν στην αλλαγή των αντιλήψεων και της στάσης του κοινού.
Εκστρατείες ευαισθητοποίησης του κοινού
Η TAF διεξήγαγε εκστρατείες ευαισθητοποίησης του κοινού μέσω διαφόρων μέσων ενημέρωσης, συμπεριλαμβανομένων των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, των έντυπων μέσων ενημέρωσης και της τηλεόρασης. Οι εκστρατείες αυτές επικεντρώθηκαν στην προώθηση της ένταξης των ατόμων με αλμπινισμό σε όλες τις πτυχές της κοινωνίας και στην καταπολέμηση του στίγματος και των διακρίσεων.
Συνηγορία και πολιτική δέσμευση
Η TAF συμμετείχε σε προσπάθειες συνηγορίας για να επηρεάσει τις πολιτικές και τη νομοθεσία υπέρ των ατόμων με αλμπινισμό. Αυτό περιελάβανε τη συνεργασία με κυβερνητικές υπηρεσίες, υπεύθυνους χάραξης πολιτικής και άλλους ενδιαφερόμενους φορείς για τη διασφάλιση της προστασίας και της προώθησης των δικαιωμάτων των ατόμων με αλμπινισμό.
Εκπαιδευτικό υλικό
Η TAF ανέπτυξε και διένειμε εκπαιδευτικό υλικό, όπως φυλλάδια, αφίσες και φυλλάδια, σε σχολεία, κέντρα υγείας και κοινοτικές οργανώσεις. Το υλικό αυτό παρείχε πληροφορίες σχετικά με τον αλμπινισμό, τη φροντίδα του δέρματος, τη φροντίδα της όρασης και τη σημασία της κοινωνικής ένταξης.
Πρωτοβουλίες για την υγεία και τη φροντίδα της όρασης
Η TAF οργάνωσε πρωτοβουλίες για την υγεία και τη φροντίδα της όρασης, συμπεριλαμβανομένων δωρεάν ιατρικών εξετάσεων, παροχής αντηλιακών και προστατευτικού ρουχισμού και υπηρεσιών οφθαλμολογικής περίθαλψης. Οι πρωτοβουλίες αυτές αποσκοπούσαν στην αντιμετώπιση των ειδικών αναγκών υγείας των ατόμων με αλμπινισμό[31].
Υπό το φως όλων των ανωτέρω πληροφοριών προκύπτει ότι αν και σε πολιτικό επίπεδο το ζήτημα των δικαιωμάτων των λευκοπαθικών ατόμων έχει τεθεί στο επίκεντρο της προσοχής, όπως υποδεικνύει η υιοθέτηση του Εθνικού Σχεδίου, η θέση του σε πλήρη ισχύ εξακολουθεί να αποτελεί ζητούμενο. Παρόλα αυτά, το Albino Foundation, το οποίο αποτελεί τον πιο δραστήριο οργανισμό προώθησης των δικαιωμάτων των λευκοπαθικών ατόμων, φαίνεται να καλύπτει σε ένα βαθμό με το εύρος και τη συχνότητα των δράσεων του, το θεσμικό κενό.
Λαμβάνοντας υπόψιν το νομικό πλαίσιο που αναλύθηκε ανωτέρω, σύμφωνα με το οποία για τον καθορισμό της σοβαρότητας της παραβίασης ανθρώπινου δικαιώματος, πρέπει να λαμβάνονται υπόψιν οι ατομικές περιστάσεις του εκάστοτε αιτητή, επισημαίνω τα ακόλουθα:
Δεδομένου ότι πρόκειται για ένα ενήλικο άτομο που έχει ολοκληρώσει εδώ και χρόνια τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, δεν τίθεται ζήτημα παραβίασης ή περιορισμού του δικαιώματός του στην εκπαίδευση. Αντίστοιχα, σε σχέση με το δικαίωμά του στην υγεία, δεν έχουν ανακύψει τόσο κατά τη διοικητική διαδικασία ούτε κατά τη δικαστική διαδικασία στοιχεία που να υποδεικνύουν ότι επί του παρόντος ο Αιτητής τελεί σε άμεση ανάγκη ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης ούτε έχει καταθέσει κάποια ιατρική πρόγνωση σε σχέση με την εξέλιξη του οφθαλμολογικού προβλήματος που αντιμετωπίζει, για το οποίο ανέφερε κατά την ενώπιόν μου ακρόαση ότι σχετίζεται με μυωπία. Περαιτέρω, δεν ανέκυψε ούτε κατά την διοικητική αλλά ούτε και κατά την παρούσα διαδικασία, κάποια ένδειξη ότι ο Αιτητής πάσχει από καρκίνο του δέρματος ή ότι εμφανίζει προκαρκινικά σημάδια.
Σε σχέση με το ζήτημα της εργασίας, παρότι όπως εκτέθηκε ανωτέρω οι λευκοπαθείς αντιμετωπίζουν εμπόδια στην πρόσβασή τους σε εργασία, δεν παροράται ότι ο Αιτητής εργαζόταν για χρόνια σε επιχείρηση πώλησης γυναικείων ενδυμάτων. Αν και αρχικά η επιχείρηση ανήκε στον πατέρα του, ο Αιτητής εξακολούθησε να λειτουργεί την επιχείρηση για δύο χρόνια μετά το θάνατο του τελευταίου, αναφέροντας μάλιστα σχετικά ότι δεν αντιμετώπιζε κάποιο πρόβλημα με τους πελάτες τους, καθώς λόγω της φιλικότητάς του, γεννούσε σε αυτούς αισθήματα συμπάθειας προς το πρόσωπό του. Υπό το φως αυτή της πληροφορίας, δεν φαίνεται κατά το παρελθόν η λευκοπάθεια του Αιτητή να τον απέκλεισε από τη δυνατότητα να εργαστεί και άρα να διασφαλίσει μία σταθερή εργασία και ένα εισόδημα.
Τέλος, αναφορικά με το δικαίωμα προσφυγής στη δικαιοσύνη, αν και από την έρευνα του Δικαστηρίου δεν φαίνεται να υπάρχουν στη Νιγηρία ειδικές διατάξεις στον Ποινικό Κώδικα ή σε άλλους νόμους που να αφορούν αποκλειστικά εγκλήματα ή αδικήματα κατά των ατόμων με αλμπινισμό, παρόλα αυτά δεν προέκυψαν ενδείξεις ότι σε περίπτωση καταγγελίας ενός εγκλήματος εκ μέρους ενός λευκοπαθή, δεν θα τηρηθεί σε γενικές γραμμές και δεδομένων των γενικότερων περιορισμών, η ορθή διαδικασία.
Καταληκτικά, δεν παροράται ότι τα λευκοπαθή άτομα είναι ευάλωτα σε διακριτικές συμπεριφορές κυρίως λόγω λανθασμένων δοξασιών γύρω από την πάθησή τους, αλλά και σε χαμηλότερο βιοτικό επίπεδο λόγω των εμποδίων που ενδέχεται να αντιμετωπίσουν στους τομείς της εκπαίδευσης, της υγείας και της εργασίας. Παρόλα αυτά, πρέπει να ληφθούν υπόψιν και οι προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, ήτοι το γεγονός ότι διαθέτει μια υποστηρικτική οικογένεια, ότι ολοκλήρωσε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, ότι διαθέτει επαγγελματικό υπόβαθρο ως αυτοεργοδοτούμενος πωλητής ρούχων, καθώς και παρότι δεν απέφυγε να γίνει στόχος χλευασμού τόσο κατά τα μαθητικά του χρόνια όσο και κατά την ενήλικη ζωή του, κατάφερε ως έναν βαθμό να διάγει έναν φυσιολογικό βίο. Επίσης, δεν είναι αμελητέο ότι στην Νιγηρία, κυρίως το ίδρυμα Albino Foundation προβαίνει συχνά σε δράσεις ευαισθητοποίησης γύρω από το ζήτημα της λευκοπάθειας και των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν τα λευκοπαθικά άτομα, αλλά και σε δράσεις ενδυνάμωσης των ίδιων των λευκοπαθών. Συναφώς προς το ζήτημα του ψυχικού άλγους που προκαλεί στον Αιτητή η διαφορετικότητά του και κυρίως η κοινωνική αντιμετώπιση αυτής, σημειώνεται ότι το Albino Foundation, οργανώνει και διευκολύνει τη δημιουργία ομάδων αλληλοϋποστήριξης μεταξύ λευκοπαθικών ατόμων. Αν και δεν είναι δυνατόν να ανευρεθεί η πληροφορία περί του αν υπάρχει κάποια σχετική ομάδα στην πολιτεία Delta από την οποία κατάγεται ο Αιτητής, εντούτοις υπενθυμίζεται ότι ο τελευταίος ζούσε για χρόνια στην πρωτεύουσα Abuja, όπου διατηρούσε επιχείρηση μαζί με τον πατέρα του.
Τα άτομα με αλμπινισμό δύνανται να αποτελούν ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα στη Νιγηρία υπό την έννοια του άρθρου 3Δ(δ) του Περί Προσφύγων Νόμου, ήτοι ότι πρόκειται για μια ομάδα με κοινά χαρακτηριστικά η οποία έχει μια ξεχωριστή ταυτότητα στη σχετική χώρα και εκλαμβάνεται ως κάτι διαφορετικό από την περιβάλλουσα κοινωνία[32]. Ωστόσο, από τα διαθέσιμα στοιχεία που προκύπτουν από τις πηγές πληροφόρησης που εκτέθηκαν ανωτέρω, δεν υποδεικνύεται ότι τα άτομα με αλμπινισμό αντιμετωπίζουν πράξεις δίωξης υπό την έννοια του άρθρου 3Γ του Περί Προσφύγων Νόμου, ήτοι πράξεις δίωξης οι οποίες να είναι αρκούντως σοβαρές λόγω της φύσης ή της επανάληψης τους ή να αποτελούν σώρευση διαφόρων μέτρων, ώστε να συνιστούν σοβαρή παραβίαση βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ειδικά των δικαιωμάτων από τα οποία δεν χωρεί παρέκκλιση, από κρατικούς ή/και μη κρατικούς φορείς. Εναπόκειται δε στον Αιτητή να τεκμηριώσει οποιονδήποτε ισχυρισμό περί του αντιθέτου, κάτι το οποίο δεν φαίνεται να προκύπτει εν προκειμένω, λαμβάνοντας υπόψιν και τις προσωπικές του περιστάσεις.
Ως εκ τούτου και από τα ενώπιόν μου στοιχεία ως αναλύθηκαν ανωτέρω, δεν προκύπτει εύλογη πιθανότητα έκθεσης του Αιτητή σε τελετουργική θυσία ή ακρωτηριασμό, άρα δεν προκύπτει κίνδυνος παραβίασης του δικαιώματος στη ζωή του Αιτητή από το οποίο δεν χωρά παρέκκλιση. Αντίστοιχα, σύμφωνα με όσα αναλύθηκαν ανωτέρω δεν προκύπτει ούτε πιθανότητα παραβίασης των οικονομικών, εκπαιδευτικών και πολιτισμικών δικαιωμάτων του Αιτητή. Ειδικά ως προς το δικαίωμα στην εκπαίδευση, η αξιολόγηση της πιθανότητας παραβίασής του, κρίνεται αλυσιτελής λόγω της ηλικίας του Αιτητή και του γεγονότος ότι παρά τις δυσκολίες, κατάφερε να ολοκληρώσει επιτυχώς τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Σε σχέση με το δικαίωμα στην εργασία, παρότι δεν αποκλείεται να αντιμετωπίσει δυσκολίες σε μια πιθανή ίδρυση μιας νέας ατομικής επιχείρησης λόγω προκαταλήψεων σε βάρος λευκοπαθικών ατόμων, το γεγονός ότι εργαζόταν στην επιχείρηση του πατέρα του κατά το παρελθόν, την οποία διατήρησε και μετά το θάνατο του τελευταίου, καθώς και το γεγονός ότι για δύο έτη εργάστηκε από επιλογή στη φάρμα της οικογένειάς του στον τόπο καταγωγής του, δεν επιτρέπουν στην παρούσα αξιολόγηση να συναχθεί το συμπέρασμα ότι το δικαίωμα του Αιτητή στην εργασία θα παραβιαστεί κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να διακυβεύεται η ικανότητά του να εξασφαλίσει τα προς το ζην και να διάγει έναν αξιοπρεπή βίο. Σημειώνεται ως προς το συγκεκριμένο σκέλος της αξιολόγησης ότι ο Αιτητής διαθέτει επαρκές εκπαιδευτικό υπόβαθρο, προηγούμενη επαγγελματική εμπειρία και μια υποστηρικτική οικογένεια. Περαιτέρω, ως προς την ικανότητα του Αιτητή να συμμετέχει στην κοινωνική ζωή της χώρας καταγωγής του, επισημαίνεται ότι παρότι η νιγηριανή κοινωνία χαρακτηρίζεται ως έναν βαθμό από λανθασμένες αντιλήψεις σε σχέση με τα λευκοπαθικά άτομα, δεν φαίνεται αυτές να είναι τόσο γενικευμένες ή να έχουν τέτοια ένταση που να προδιαθέτουν τον εξ ολοκλήρου κοινωνικό εξοστρακισμό του Αιτητή. Πέρα από το γεγονός ότι ο Αιτητής διατηρούσε ατομική επιχείρηση με πελατολόγιο, λαμβάνεται υπόψιν η προσπάθεια τόσο του κράτους, αλλά κυρίως οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, να ευαισθητοποιήσουν τον κόσμο αναφορικά με το ζήτημα της λευκοπάθειας μέσω εκστρατειών ενημέρωσης τόσο του γενικού πληθυσμού, όσο και συγκεκριμένων επαγγελματιών (δάσκαλοι, αστυνομικοί, εργαζόμενοι στο χώρο της υγείας κτλ). Τέλος, παρατηρώ ότι τα λευκοπαθικά άτομα συνιστούν μια σημαντική αριθμητικά μειονότητα εντός της νιγηριανής κοινωνίας και ότι προωθούνται δράσεις αλληλεπίδρασης μεταξύ τους με σκοπό τη μεταξύ τους κοινωνικοποίηση και την αμοιβαία ενδυνάμωσή τους. Παρότι δεν ανευρέθηκε ο ακριβής αριθμός των λευκοπαθικών ατόμων στην πολιτεία καταγωγής του Αιτητή, σημειώνεται ότι ο Αιτητής διέμενε για χρόνια στην Abuja, όπου φαίνεται να πραγματοποιούνται οι περισσότερες από τις προαναφερθείσες δράσεις (και όπου βρίσκονται τα κεντρικά γραφεία του Albino Foundation που τις διοργανώνει).
Συμπερασματικά, αν και δεν αποκλείεται ότι κάποια από τα οικονομικά και κοινωνικά δικαιώματα του Αιτητή ενδέχεται να θιχτούν με τον έναν ή άλλον τρόπο, δεν μπορεί να τεκμηριωθεί «αρκούντως σοβαρή παραβίαση ούτως ώστε να θίγεται ένα άτομο κατά τρόπο αντίστοιχο με τον αναφερόμενο στο στοιχείο α».[33]
Στη βάση όλων των ανωτέρω, καταλήγω ομοίως με τα συμπεράσματα των Καθ’ ων η Αίτηση ότι δεν προέκυψε κανένα στοιχείο το οποίο να υποδεικνύει ότι ο Αιτητής ενδέχεται να υποστεί δίωξη για έναν από τους αποκλειστικά αναφερόμενους λόγους στη Σύμβαση και στον Περί Προσφύγων Νόμο. Λαμβάνοντας υπόψιν το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου, οι Καθ' ων η Αίτηση αξιολόγησαν τους ουσιώδεις ισχυρισμούς του Αιτητή (αξιολόγηση αξιοπιστίας) και βάσει αυτών που έγιναν τελικά αποδεκτοί, έκριναν ορθώς στη συνέχεια ότι δεν υπάρχει πιθανότητα ο Αιτητής να υποβληθεί σε μεταχείριση που συνιστά δίωξη (αξιολόγηση κινδύνου).
Συμπληρωματική προστασία
Προχωρώ να εξετάσω αν ο Αιτητής πληροί τις προϋποθέσεις αναγνώρισης συμπληρωματικής προστασίας, υπό την έννοια ότι θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα ιθαγένειάς του.
Για τη διαπίστωση αυτού του πραγματικού κινδύνου θα πρέπει να υπάρχουν, όπως ρητά προνοεί το άρθρο 19(1), «ουσιώδεις λόγοι». Περαιτέρω, σοβαρή βλάβη ή σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη κατά το εδάφιο (2) του άρθρου 19, σημαίνει (α) θανατική ποινή ή εκτέλεση ή (β) βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του αιτητή στη χώρα καταγωγής του ή (γ) σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.
Στην προκειμένη περίπτωση, φρονώ ότι από το προαναφερόμενο ιστορικό δεν προκύπτει ότι ο Αιτητής διατρέχει κίνδυνο σοβαρής βλάβης λόγω θανατικής καταδίκης ή εκτέλεσης υπό την έννοια του άρθρου 19(2)(α).
Σε σχέση με τον ισχυρισμό που ακροθιγώς ανέφερε ο συνήγορος του Αιτητή ότι ο τελευταίος πρέπει να λάβει συμπληρωματική προστασία λόγω πραγματικού κινδύνου έκθεσής του σε βασανιστήρια ή σε εξευτελιστική ή απάνθρωπη μεταχείριση εξαιτίας της πιθανότητας ακρωτηριασμού ή τελετουργικής θυσίας αυτού, παραπέμπω στην ανάλυση που έκανα ανωτέρω σύμφωνα με την οποία κάτι τέτοιο στη Νιγηρία – και δεδομένων των προσωπικών περιστάσεων του Αιτητή- συνιστά απλή πιθανότητα και άρα δεν ανακύπτουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι τεκμηριώνεται πραγματικός κίνδυνος περί τούτου υπό την έννοια του άρθρου 19(2)(β).
Απομένει να εξεταστεί η πιθανότητα υπαγωγής του Αιτητή στο εδάφιο (γ).
Εκκινώντας από το στοιχείο της ένοπλης σύρραξης, σχετική είναι η υπόθεση του ΔΕΕ C – 285/12 Aboubacar Diakite κατά Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides:
«Συνεπώς, στο υποβληθέν ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας έχει την έννοια ότι η ύπαρξη εσωτερικής ένοπλης συρράξεως πρέπει να γίνεται δεκτή, όσον αφορά την εφαρμογή της διατάξεως αυτής, όταν οι τακτικές δυνάμεις ενός κράτους συγκρούονται με μία ή περισσότερες ένοπλες ομάδες ή όταν δύο ή περισσότερες ένοπλες ομάδες συγκρούονται μεταξύ τους, χωρίς να είναι αναγκαίο να είναι δυνατός ο χαρακτηρισμός της συρράξεως αυτής ως ένοπλης συρράξεως που δεν έχει διεθνή χαρακτήρα, υπό την έννοια του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου, και χωρίς η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργανώσεως των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων ή η διάρκεια της συρράξεως να αποτελεί αντικείμενο αυτοτελούς εκτιμήσεως σε σχέση με την εκτίμηση του βαθμού βίας που δεσπόζει στην οικεία επικράτεια.»
(η έμφαση είναι του παρόντος Δικαστηρίου)
Ακόμη, στην υπόθεση του ΔΕΕ Elgafaji C-465/07 κατά Staatssecretaris van Justitie, καθορίστηκε ότι:
«35 […] η κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας βλάβη, καθόσον συνίσταται σε «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» του αιτούντος, αναφέρεται σε ένα γενικότερο κίνδυνο βλάβης.
34 Συγκεκριμένα, η βλάβη αυτή αφορά, ευρύτερα, «απειλή […]κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» αμάχου και όχι συγκεκριμένες πράξεις βίας. Επιπροσθέτως, η απειλή αυτή είναι συμφυής με μια γενική κατάσταση «διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης». Τέλος, η βία από την οποία προέρχεται η εν λόγω απειλή χαρακτηρίζεται ως «αδιακρίτως» ασκούμενη, όρος που σημαίνει ότι μπορεί να επεκταθεί σε άτομα ανεξαρτήτως των προσωπικών περιστάσεών τους.
35 Στο πλαίσιο αυτό, ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας.
[…]
39 Συναφώς, πρέπει να διευκρινισθεί ότι όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας.»
(η έμφαση είναι του παρόντος Δικαστηρίου)
Σύμφωνα με την πλέον πρόσφατη απόφαση του ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.6.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland αναφορικά με το άρθρο 15γ της Οδηγίας 2011/95 «το άρθρο 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι απαγορεύει την ερμηνεία εθνικής ρυθμίσεως, σύμφωνα με την οποία, όταν ένας άμαχος δεν αποτελεί ειδικά στοχοποιημένο πρόσωπο λόγω ιδιαίτερων προσωπικών περιστάσεων, η διαπίστωση σοβαρής και ατομικής απειλής για τη ζωή ή το πρόσωπο του εν λόγω πολίτη λόγω "αδιάκριτης βίας σε καταστάσεις ... ένοπλης συγκρούσεως", κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, εξαρτάται από την προϋπόθεση ότι η αναλογία μεταξύ του αριθμού των θυμάτων στη σχετική περιοχή και του συνολικού αριθμού των ατόμων που απαρτίζουν τον πληθυσμό της περιοχής αυτής αγγίζει ένα καθορισμένο όριο» (σκέψη 37).
Περαιτέρω έκρινε ότι «το άρθρο 15, στοιχείο γ', της οδηγίας 2011/95 έχει την έννοια ότι, προκειμένου να διαπιστωθεί αν υφίσταται "σοβαρή και ατομική απειλή", κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, απαιτείται συνολική εκτίμηση όλων των περιστάσεων της συγκεκριμένης περιπτώσεως, ιδίως εκείνων που χαρακτηρίζουν την κατάσταση της χώρας καταγωγής του αιτητή» (σκέψη 45). Ως επιμέρους στοιχεία που ενδεχομένως θα μπορούσαν να ληφθούν υπ' όψιν προτείνονται τα εξής: η ένταση των ένοπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκόμενων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύγκρουσης, καθώς και άλλα όπως η γεωγραφική έκταση της περιοχής όπου εκδηλώνεται αδιάκριτη βία, ο πραγματικός προορισμός του αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στη σχετική χώρα ή περιοχή και οι δυνητικά στοχευμένες επιθέσεις κατά αμάχων που πραγματοποιούνται από τα μέρη της σύγκρουσης (βλ. σκέψη 43).
Το Δικαστήριο προέβη σε έρευνα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης προκειμένου να διαπιστώσει την κατάσταση ασφαλείας που επικρατεί στη Νιγηρία με έμφαση στην πολιτεία Delta από την οποία κατάγεται ο Αιτητής.
Αρχικά, διαπιστώνεται ότι η πλειοψηφία των καταγεγραμμένων απωλειών εντοπίζεται στο βόρειο τμήμα της χώρας. Συγκεκριμένα, η ετήσια έκθεση του Nigeria Watch για τη βία στη Νιγηρία αναφέρει τα εξής:
«Ο Βορράς αντιπροσώπευε περίπου το 75% των θανάτων που καταγράφηκαν στη Νιγηρία το 2023. Οι θάνατοι αυτοί αποδίδονται κυρίως σε εξεγέρσεις, αγροτικές ληστείες, συγκρούσεις γης και σε επιχειρήσεις των κυβερνητικών δυνάμεων ασφαλείας. Στο Νότο, η επικράτηση της θανατηφόρας βίας σχετιζόταν με την αναταραχή υπέρ της Biafra, την εγκληματικότητα και τις εθνοκοινοτικές συγκρούσεις[34]».
Ως προς τα περιστατικά που συνδέονται με τη δράση ομάδων υπέρ της Biafra, στην ίδια έκθεση, αναφέρονται τα εξής:
«Το 2023, η ομάδα Indigenous People of Biafra (IPOB) και η πολιτοφυλακή του, το Eastern Security network (ESN), βρίσκονταν στο αιχμή του δόρατος της αναταραχής στη νοτιοανατολική γεωπολιτική περιοχή της Νιγηρίας ζώνη. Οι δραστηριότητές τους και οι αντιεπιχειρήσεις των κυβερνητικών δυνάμεων είχαν ως αποτέλεσμα 245 θανάτους σε όλες τις πέντε πολιτείες που απαρτίζουν την την περιοχή, Abia, Anambra, Ebonyi, Enugu και Imo. Μερικοί θανάτοι αναφέρθηκαν επίσης στην πολιτεία Delta. Η πολιτεία Imo κατέγραψε τον υψηλότερο αριθμό θανάτων (108), ακολουθούμενη από την Anambra (53), την Ebonyi (29), την Abia (27), την Enugu (23) και τη Delta (4)[35]».
Για την πληρότητα της έρευνας θα παρατεθούν και αριθμητικά δεδομένα από τη βάση δεδομένων ACLED. Κατά το διάστημα 29/07/2023 έως 26/07/2024, καταγράφηκαν 106 περιστατικά ασφαλείας (μάχες, εκρήξεις/απομακρυσμένη βία, βία κατά των πολιτών, βία όχλου) τα οποία οδήγησαν σε 117 απώλειες. Κανένα εξ αυτών δεν κατεγράφη στο LGA Oshimili North, όπου ανήκει το μέρος καταγωγής του Αιτητή[36].
Από τα ανωτέρω στοιχεία δεν φαίνεται να εκτυλίσσεται στην πολιτεία Delta κάποια ενεργή ένοπλη σύρραξη με στοιχεία αδιάκριτης βίας. Συναφώς, αναφέρεται ότι τα περιστατικά που συνδέονται με την δράση του IPOB και την κυβερνητική καταστολή είναι σαφώς περιορισμένα (μόλις τέσσερα στον αριθμό).
Υπό το φως των όσων έχω αναφέρει ανωτέρω, αλλά και των σχετικών διατάξεων του Νόμου, κρίνω ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων και ότι η περίπτωσή του δεν πληροί τις υπό του Νόμου προβλεπόμενες προϋποθέσεις για αναγνώριση του καθεστώτος του πρόσφυγα, σύμφωνα με το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου. Περαιτέρω, κρίνω ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για χορήγηση καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας (άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου), αφού από τα στοιχεία που προσκόμισε ο Αιτητής δεν προκύπτει να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη.
Συντάσσομαι με την τελική κατάληξη της διοίκησης ότι τα γεγονότα της υπό εξέταση περίπτωσης δε στοιχειοθετούν τις αναγκαίες προϋποθέσεις για να αναγνωριστεί στον Αιτητή το καθεστώς του πρόσφυγα, ως προβλέπεται στα άρθρα 3-3Δ του Νόμου, αφού δεν τεκμηριώθηκε βάσιμος φόβος δίωξης, για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, ούτε το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας που προβλέπεται στο άρθρο 19 του Νόμου, αφού αυτός «δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο ότι θα υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη, ως καθορίζεται στο άρθρο 19 (2)». Θεωρώ δε ότι οι Καθ' ων η αίτηση συνεκτίμησαν και αξιολόγησαν όλα τα στοιχεία που είχαν ενώπιόν τους, προτού καταλήξουν στην προσβαλλόμενη απόφαση και υπήρξε ικανοποιητική αιτιολόγηση, ενώ το περιεχόμενο της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου συμπληρώνεται από την αιτιολογημένη εισήγηση της αρμόδιας λειτουργού στην οποία αναφέρονται οι λόγοι της απόρριψης του αιτήματος (άρθρο 29 του Ν. 158 (Ι)/1999, Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1171 και Διογένους ν. Δημοκρατίας (1999) 4 Α.Α.Δ., 371).
Λοιποί νομικοί ισχυρισμοί
Αναφορικά με τον ισχυρισμό του Αιτητή περί αποτυχίας των Καθ’ ων η Αίτηση να παρέχουν στον Αιτητή κατάλληλο διερμηνέα κατά παράβαση του Άρθρου 13Α (9) (γ)[37] του Περί Προσφύγων Νόμου, σημειώνω ότι το εν λόγω άρθρο καθορίζει πως η Υπηρεσία Ασύλου μεριμνά ώστε να επιλέγει διερμηνέα ικανό να εξασφαλίσει τη δέουσα επικοινωνία μεταξύ του Αιτητή και του αρμόδιου λειτουργού που διεξάγει τη συνέντευξη, χωρίς η επικοινωνία να διενεργείται απαραίτητα στη γλώσσα που προτιμά ο Αιτητής, εάν υπάρχει άλλη γλώσσα την οποία ευλόγως θεωρείται ότι κατανοεί και στην οποία είναι σε θέση να επικοινωνήσει.
Από τα ενώπιόν μου στοιχεία δεν προκύπτει οποιαδήποτε παραβίαση του άρθρου 13Α (9) του περί Προσφύγων Νόμου, καθώς ο Αιτητής όπως κατέγραψε στην αίτησή του γνωρίζει και ομιλεί την Αγγλική γλώσσα, γλώσσα την οποία κατανοεί και στην οποία είναι σε θέση να επικοινωνήσει με σαφήνεια. Επομένως, είχε τη δυνατότητα να παρουσιάσει τους λόγους της αίτησής του κατά τρόπο ολοκληρωμένο. Ούτε προβλήθηκε ισχυρισμός από τον Αιτητή σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας ότι ο λειτουργός, τον οποίο οι Καθ’ ων η Αίτηση επέλεξαν, δεν γνώριζε την Αγγλική γλώσσα ή δεν μετέφραζε ορθώς τα όσα είχαν διαμειφθεί κατά τη συνέντευξη. Ούτε προκύπτει ότι δεν υπήρχε ικανοποιητική επικοινωνία κατά την συνέντευξη. Ομοίως, από το πρακτικό της συνέντευξής του, σε κανένα σημείο δεν προκύπτει πως ο Αιτητής δεν αντιλαμβανόταν τις ερωτήσεις που του ετίθεντο από τον αρμόδιο λειτουργό, τουναντίον όταν κλήθηκε στο τέλος της συνέντευξής του να επιβεβαιώσει πως όσα καταγράφηκαν κατά την συνέντευξή του συνάδουν με όσα ο ίδιος δήλωσε, αποκρίθηκε θετικά χωρίς να προβεί σε οιανδήποτε ένσταση επί της συνέντευξης που προηγήθηκε (βλ. ερ.15 δ.φ.). Ως εκ των ανωτέρω, ο ως άνω προβαλλόμενος από τον Αιτητή ισχυρισμός απορρίπτεται.
Αναφορικά με τα ως άνω αναφερθέντα, υιοθετώ παράλληλα και τα όσα αναφέρθηκαν στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση αρ. 1694/11, Noel De Silva v. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω 1. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, 2. Υπουργείου Εσωτερικών και Μετανάστευσης Επαρχιακό Γραφείο Τμήματος Αλλοδαπών και Μετανάστευσης, 3. Υπηρεσίας Ασύλου, ημερομηνίας 7/2/2014, στην οποία τονίστηκε πως (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου):
«Το σημαντικό στην προκειμένη περίπτωση είναι η τήρηση εκ μέρους των καθ'ων η αίτηση της βασικής υποχρέωσης που απορρέει από το Νόμο και εστιάζεται στην διεξαγωγή της συνέντευξης σε γλώσσα καταληπτή από τον αιτητή. Έχει υποχρέωση η διοίκηση να βεβαιώνεται ότι, ο διερμηνέας, τον οποίο έχει επιλέξει για να βοηθήσει στη συνέντευξη, είναι γνώστης της γλώσσας στην οποία υποβάλλονται οι ερωτήσεις και δίδονται οι απαντήσεις. Σε κανένα στάδιο της διαδικασίας δεν προβλήθηκε ισχυρισμός από τον αιτητή ότι ο διερμηνέας, τον οποίο οι καθ'ων η αίτηση επέλεξαν, δεν γνώριζε τη μητρική του γλώσσα ή δεν μετέφραζε ορθώς τα όσα είχαν διαμειφθεί κατά τη συνέντευξη.
Ούτε στο φάκελο υπάρχει οτιδήποτε το οποίο να δημιουργεί αμφιβολίες για την ικανότητα ή ακεραιότητα του μεταφραστή, τις ικανότητες του οποίου ο αιτητής ουδόλως αμφισβήτησε κατά τον ουσιώδη χρόνο.
Στα συγκεκριμένα έγγραφα, ο αιτητής υπέγραψε δήλωση ότι, όλες οι πληροφορίες που περιλαμβάνονται είναι αληθινές και ότι αντιλαμβάνεται το ερωτηματολόγιο και τις αντίστοιχες απαντήσεις. Στη συνέχεια βεβαιώνει, ότι έχει καταγραφεί αντικατοπτρίζει επακριβώς τη δήλωσή του. Συνεπώς το επιχείρημα αυτό δεν έχει έρεισμα».
Αναφορικά με τον ισχυρισμό περί μη συμμόρφωσης με το άρθρο 15 του Περί Προσφύγων Νόμου που προνοεί τη δυνατότητα παραπομπής ενός Αιτητή για εξέταση σε ιατρό ή/και ψυχολόγο, θα συμφωνήσω με τη θέση του ευπαίδευτου συνηγόρου των Καθ' ων η Αίτηση ότι στην παρούσα περίπτωση η αρμόδια λειτουργός της E.A.S.O. αξιολογώντας τα ενώπιόν της στοιχεία όπως αυτά προβλήθηκαν από τον Αιτητή δεν έκρινε σκόπιμο να παραπέμψει τον Αιτητή σε ιατρική ή/και ψυχολογική εξέταση. Επί τούτου σημειώνω ότι από το ίδιο το λεκτικό της παραγράφου 1 του Άρθρου 15 του υπό αναφορά Νόμου προκύπτει ότι εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια του αρμόδιου λειτουργού ο οποίος εξετάζει την κάθε περίπτωση να παραπέμψει τον Αιτητή/Αιτήτρια κατά περίπτωση σε ιατρική ή ψυχολογική εξέταση.
Το Άρθρο 15(1) προνοεί ως ακολούθως (η έμφαση του παρόντος Δικαστηρίου):
«15.-(1) Όταν ο αρμόδιος λειτουργός κρίνει σκόπιμο για την αξιολόγηση της αίτησης σύμφωνα με την παράγραφο (α) του εδαφίου (2) και το εδάφιο (3) του άρθρου 16 και τα εδάφια (3) έως (5) του άρθρου 18, και με την επιφύλαξη της συγκατάθεσης του αιτητή, παραπέμπει τον αιτητή για εξέταση σε ιατρό ή/και ψυχολόγο, όσον αφορά-
(α) Ενδείξεις που ενδεχομένως υποδηλώνουν διώξεις ή σοβαρή βλάβη που υπέστη κατά το παρελθόν και
(β) συμπτώματα και ενδείξεις βασανιστηρίων ή άλλων σοβαρών πράξεων σωματικής ή ψυχολογικής βίας, περιλαμβανομένων των πράξεων σεξουαλικής βίας.»
Συνεπώς, από το λεκτικό της παραγράφου 1 του Άρθρου 15 προκύπτει ότι τα εδάφια (α) και (β) αυτής συνιστούν προϋποθέσεις που θα πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά ώστε να κληθεί ο αρμόδιος λειτουργός να εξετάσει κατά πόσο θα παραπέμψει τον αιτητή για εξέταση σε ιατρό ή/και ψυχολόγο. Έχω μελετήσει με προσοχή το περιεχόμενο της συνέντευξης του Αιτητή και δεν έχω εντοπίσει οποιαδήποτε ένδειξη που να υποδηλώνει δίωξη ή σοβαρή βλάβη που υπέστη ο Αιτητής, ούτε φαίνεται να υπάρχουν οποιαδήποτε συμπτώματα και ενδείξεις βασανιστηρίων ή άλλων σοβαρών πράξεων σωματικής ή ψυχολογικής βίας.
Συνεπώς, κρίνω ότι η αρμόδια λειτουργός αξιολογώντας τα ενώπιόν της δεδομένα και στοιχεία ορθά δεν έκρινε σκόπιμη την παραπομπή του Αιτητή σε εξετάσεις από ιατρό ή ψυχολόγο εφόσον αυτός δεν προέβαλε εμπεριστατωμένους ισχυρισμούς που να συνιστούν ένδειξη που ενδεχομένως υποδηλώνει δίωξη ή σοβαρή βλάβη ή πιθανολογούμενη περίπτωση να συνιστά θύμα βασανιστηρίων κατά τρόπο που να πληρούνται οι προϋποθέσεις που σωρευτικά απαριθμούνται στο άρθρο 15(1) του υπό αναφορά Νόμου.
Δια τους λόγους που πιο πάνω αναφέρονται η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με έξοδα € 1000 υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον του Αιτητή.
Δ. ΚΑΤΣΑΡΙΔΗΣ Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] Judgment of the Court (First Chamber), 22 November 2012 M. M. v Minister for Justice, Equality and Law υποσημείωση 82, σκέψη 65
[2] (βλ. WILLIAM CRISANTHA MAL FRANCIS KARUNARATHNA ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ κ.α, Υπόθεση Αρ. 1875/2008, 1 Μαρτίου 2010).
[3] European Asylum Support Office – EASO, ‘Δικαστική ανάλυση – Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου’, 2018, σελ. 132 - 135
[4] Ε.Υ.Α.Α – Δικαστική Ανάλυση - Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου- 2018 Σελ. 48
[5] EASO, Δικαστική Ανάλυση- Προϋποθέσεις Χορήγησης Διεθνούς Προστασίας (Οδηγία 2011/95/ΕΕ), 2018, https://euaa.europa.eu/sites/default/files/qip-ja_el.pdf, σελ. 32-40
[6] Βλ. Συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-199/12 and C-200/12, Minister voor Immigratie en Asiel
v X, Y, και C-201/12, Z v Minister voor Immigratie en Asiel, 7 Νοεμβρίου 2013, παρ. 52 και 53
[7] United Nations, Albinism worldwide - Note by the Secretary-General, 18 Ιουλίου 2019, https://digitallibrary.un.org/record/3823682?ln=en&v=pdf, σελ. 5 επ.
[8] France - Office for the Protection of Refugees and Stateless Persons, La situation des albinos au Nigeria, 20 Δεκεμβρίου 2018, https://coi.euaa.europa.eu/administration/france/PLib/1812_NGA_ALBINOSmaj1.pdf, σελ. 3 επ.
[9] Ikponwosa Ero, Samer Muscati, Anne-Rachelle Boulangler and India Annamanthadoo, People With Albinism Worldwide - A Human Rights Perspective, 13 Ιουνίου 2021, https://www.ohchr.org/sites/default/files/2022-12/Albinism-Worldwide-Report-2021-EN.pdf, σελ. 118
[10] Ikponwosa Ero, Samer Muscati, Anne-Rachelle Boulangler and India Annamanthadoo, People With Albinism Worldwide - A Human Rights Perspective, 13 Ιουνίου 2021, https://www.ohchr.org/sites/default/files/2022-12/Albinism-Worldwide-Report-2021-EN.pdf, σελ. 119
[11] Ikponwosa Ero, Samer Muscati, Anne-Rachelle Boulangler and India Annamanthadoo, People With Albinism Worldwide - A Human Rights Perspective, 13 Ιουνίου 2021, https://www.ohchr.org/sites/default/files/2022-12/Albinism-Worldwide-Report-2021-EN.pdf, σελ. 120
[12] Ikponwosa Ero, Samer Muscati, Anne-Rachelle Boulangler and India Annamanthadoo, People With Albinism Worldwide - A Human Rights Perspective, 13 Ιουνίου 2021, https://www.ohchr.org/sites/default/files/2022-12/Albinism-Worldwide-Report-2021-EN.pdf, σελ. 72
[13] Devex, About Us, https://pages.devex.com/about-devex
[14] Devex, The Albino Foundation (TAF), About, https://www.devex.com/organizations/the-albino-foundation-taf-133696
[15] Βλ. και Vanguard, Chioma Obinna, Stop killing albino babies, AFRIBABY pleads, 16 Ιουνίου 2011, διαθέσιμο σε https://africaalbinismnetwork.org/wp-content/uploads/2022/09/1532560647783c97qcoqxuejq173mlnpcik9-1.pdf
[16] Under the Same Sun, Reported Attacks* RE: PERSONS WITH ALBINISM (Extended Version) Most Recent Cases Only, 13 Φεβρουαρίου 2024, https://www.underthesamesun.com/wp-content/uploads/2024/02/Attacks-of-PWA-Extended-13.02.2023.pdf, σελ. 39-40
[17] Nigeria Watch, The database, https://www.nigeriawatch.org/index.php?urlaction=evtList#
[18] Institute for Security Studies, Mohamed Daghar, Tanzanians hard hit by trafficking in people with albinism, 19/04/2022, https://issafrica.org/iss-today/tanzanians-hard-hit-by-trafficking-in-people-with-albinism
[19] Βλ. και Stacy Larson, Magic, Mutilation, and Murder: A Case for Granting Asylum to Tanzanian Nationals with Albinism, Pace Int’l L. Rev. Online Companion, Mar. 2011, at 1., https://digitalcommons.pace.edu/cgi/viewcontent.cgi?article=1023&context=pilronline, όπου ο/η συγγραφέας υποστηρίζει ότι οι πολίτες της Τανζανίας με αλμπινισμό θα πρέπει να δικαιούνται άσυλο στις ΗΠΑ λόγω της σοβαρής και στοχευμένης δίωξης που αντιμετωπίζουν στην πατρίδα τους, η οποία υποστηρίζεται από το διεθνές δίκαιο και τις ιδιαιτερότητες της αμερικανικής μεταναστευτικής νομοθεσίας.
[20] Βλ. ΕΔΑΔ ECtHR (GC), Απόφαση 28 Φεβρουαρίου 2008, Saadi v Italy, No 37201/06, CE:ECHR:2008:0228JUD003720106 Παρ. 140
[21] ADDO- African Digital Democracy Observatory, Albinos in Nigeria endure discrimination, violence, 26 Ιανουαρίου 2024, https://disinfo.africa/nigeria-discover-the-albinism-communitys-battle-against-discrimination-38ac496076e9
[22] Federal Ministry of Education, National Policy on Albinism, 2019, https://education.gov.ng/wp-content/uploads/2022/07/REVIEWED-NATIONAL-POLICY-ON-ALBINISM-DESIGNED.pdf
[23] Federal Ministry of Education, National Policy on Albinism, 2019, https://education.gov.ng/wp-content/uploads/2022/07/REVIEWED-NATIONAL-POLICY-ON-ALBINISM-DESIGNED.pdf, σελ. 1
[24] Federal Ministry of Education, National Policy on Albinism, 2019, https://education.gov.ng/wp-content/uploads/2022/07/REVIEWED-NATIONAL-POLICY-ON-ALBINISM-DESIGNED.pdf, σελ. 19-22
[25] Federal Ministry of Education, National Policy on Albinism, 2019, https://education.gov.ng/wp-content/uploads/2022/07/REVIEWED-NATIONAL-POLICY-ON-ALBINISM-DESIGNED.pdf, σελ. 24-25
[26] Federal Ministry of Education, National Policy on Albinism, 2019, https://education.gov.ng/wp-content/uploads/2022/07/REVIEWED-NATIONAL-POLICY-ON-ALBINISM-DESIGNED.pdf, σελ. 27-28
[27] Federal Ministry of Education, National Policy on Albinism, 2019, https://education.gov.ng/wp-content/uploads/2022/07/REVIEWED-NATIONAL-POLICY-ON-ALBINISM-DESIGNED.pdf, σελ. 30-47
[28] Nigerian Institute for International Affairs, NIIA hosts UN International Albinism Awareness Day, 20 Ιουνίου 2023, https://niia.gov.ng/niia-hosts-un-international-albinism-awareness-day/
[29]Development Cable, Yemi Michael, Albinism association to FG: Implement national policy to protect our members, 18 Ιουνίου 2024, https://www.thecable.ng/albinism-association-to-fg-implement-national-policy-to-protect-our-members/
[30] The Albino Foundation (TAF), Annual Report, 2020, https://africaalbinismnetwork.org/wp-content/uploads/2022/09/1629881831269unwc4zsisie-1.pdf, σελ. 12-25.
[31] The Albino Foundation (TAF), Annual Report, 2020, https://africaalbinismnetwork.org/wp-content/uploads/2022/09/1629881831269unwc4zsisie-1.pdf, σελ. 26-35
[32] Βλ. άρθρο 10 παράγραφος 1 στοιχείο δ) τα Οδηγίας 2011/95/ΕΕ η οποία ορίζει την ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα
[33] Άρθρο 3Γ(1)(β) του περί Προσφύγων Νόμου
[34] Nigeria Watch, Thirteenth Report On Violence In Nigeria 2023, https://www.nigeriawatch.org/media/html/Reports//NGA-Watch-Report23VF.pdf, σελ. 7
[35] Nigeria Watch, Thirteenth Report On Violence In Nigeria 2023, https://www.nigeriawatch.org/media/html/Reports//NGA-Watch-Report23VF.pdf, σελ. 14
[36] Προσαρμοσμένη έρευνα στο ACLED Explorer, https://acleddata.com/explorer/
[37] 13.Α (9) Η Υπηρεσία Ασύλου λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για να εξασφαλίσει ότι οι προσωπικές συνεντεύξεις διεξάγονται σε συνθήκες που επιτρέπουν στον αιτητή να εκθέσει διεξοδικά τους λόγους της αίτησής του. Για το σκοπό αυτό, η Υπηρεσία Ασύλου μεριμνά ώστε- (.)
(γ) να επιλέγει διερμηνέα ικανό να διασφαλίζει τη δέουσα επικοινωνία μεταξύ της Αιτήτριας και του αρμόδιου λειτουργού που διεξάγει τη συνέντευξη∙ η επικοινωνία διενεργείται στη γλώσσα που προτιμά ο Αιτήτρια, εκτός εάν υπάρχει άλλη γλώσσα την οποία κατανοεί και στην οποία είναι σε θέση να επικοινωνήσει με σαφήνεια∙ οσάκις είναι εφικτό, παρέχεται διερμηνέας του ιδίου φύλου εφόσον το ζητήσει ο Αιτήτρια, εκτός εάν η Υπηρεσία Ασύλου θεωρεί εύλογα ότι το εν λόγω αίτημα βασίζεται σε λόγους που δεν συνδέονται με τη δυσκολία της Αιτήτριας να παρουσιάσει τους λόγους της αίτησής του κατά τρόπο περιεκτικό· (.)
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο