
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση Αρ.: 1882/23
20 Νοεμβρίου, 2024
[ Δ. ΚΑΤΣΑΡΙΔΗΣ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
C.E.A.
Αιτητής
ΚΑΙ
Κυπριακής Δημοκρατίας,
μέσω Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η αίτηση
........
Κ. Αριστοδήμου (κα) για Μ. Παπαλοίζου (κος), Δικηγόρος για τον Αιτητή.
Θ. Παπανικολάου (κα) για Μ. Καρπούζη (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση
[κα S. Habib για πιστή μετάφραση από Αγγλικά σε Ελληνικά και αντίστροφα]
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Δ. ΚΑΤΣΑΡΙΔΗΣ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο Αιτητής με την παρούσα προσφυγή, αξιώνει την ακύρωση της απόφασης των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 22/05/2023, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 07/06/2023, και με την οποία έλαβε γνώση της απόρριψης της αίτησής του για παραχώρηση σε αυτόν καθεστώτος διεθνούς προστασίας, καθότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 3 και 19 του Περί Προσφύγων Νόμου.
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Ως εκτίθεται στην ένσταση που καταχωρήθηκε από τους Καθ' ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου της Υπηρεσίας Ασύλου που κατατέθηκε ως τεκμήριο 1 στα πλαίσια των διευκρινήσεων της παρούσας προσφυγής, ο Αιτητής είναι πολίτης της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Νιγηρίας (εφεξής «Νιγηρία»). Στις 13/12/2021 συμπλήρωσε αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας. Στις 02/05/2023 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη από αρμόδιο λειτουργό της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (εφεξής “EUAA”), ο οποίος στις 11/05/2023 ετοίμασε Έκθεση/Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου σχετικά με την συνέντευξη του Αιτητή. Στη συνέχεια, αρμόδιος λειτουργός εξουσιοδοτημένος να ασκεί καθήκοντα Προϊστάμενου της Υπηρεσίας Ασύλου, ενέκρινε την εισήγηση για απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή στις 22/05/2023. Στις 29/05/2023 η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε απορριπτική επιστολή μαζί με την αιτιολόγηση της απόφασής της, σχετικά με το αίτημα του Αιτητή, η οποία παραλήφθηκε και υπογράφτηκε ιδιοχείρως από τον Αιτητή στις 07/06/2023. Η τελευταία αυτή απόφαση, αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Ο Αιτητής δια μέσου του συνηγόρου του παραθέτει στο εισαγωγικό δικόγραφο της διαδικασίας αρκετούς λόγους ακύρωσης χωρίς αυτοί ωστόσο να συνοδεύονται από σαφή αιτιολογία ή παραπομπή σε συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά ή στοιχεία του διοικητικού φακέλου. Με τη Γραπτή του Αγόρευση προωθεί ως λόγους ακύρωσης της επίδικης πράξης (1) παραβίαση της ορθής και/ή νόμιμης διαδικασίας ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου, (2) την έλλειψη δέουσας έρευνας, και (3) την ελλιπή εξέταση των άρθρων 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου σε συνάρτηση με τα περιστατικά και γεγονότα της παρούσας προσφυγής.
Από την άλλη, οι Καθ' ων η Αίτηση, μέσω της γραπτής αγόρευσης της συνηγόρου τους, υποβάλλουν ότι οι λόγοι ακυρώσεως που προβάλλει ο Αιτητής δεν εγείρονται σύμφωνα με τον Κανονισμό 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, και ως εκ τούτου απορρίπτονται ως αυθαίρετοι και ατεκμηρίωτοι. Πρόσθετα, υποστηρίζουν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι καθόλα νόμιμη και ορθή, και το αρμόδιο όργανο ακολούθησε την ενδεδειγμένη διαδικασία η οποία προβλέπεται στα άρθρα 13, 13Α, και 18 του περί Προσφύγων Νόμου. Υποστηρίζουν ότι η έρευνα που πραγματοποιήθηκε ήταν δέουσα και/ή επαρκής και επεκτάθηκε σε όλα τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης και στις πρόνοιες της σχετικής νομοθεσίας αναφορικά με το κατά πόσον ο Αιτητής ενέπιπτε στις νομοθετικές πρόνοιες για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας. Είναι η θέση των Καθ' ων η αίτηση ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποσείσει το βάρος απόδειξης και δεν κατάφερε να αποδείξει ότι στο πρόσωπό του συντρέχουν τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που να δικαιολογούν φόβο δίωξης σύμφωνα με τα άρθρα 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου.
Σημειώνεται ότι στις 20/05/2024 όπου και η υπόθεση ήταν ορισμένη για Διευκρινήσεις η πλευρά του Αιτητή απέσυρε όλους τους λόγους ακύρωσης πέραν από αυτόν που αφορά την έλλειψη δέουσας έρευνας.
ΚΑΤΑΛΗΞΗ:
Κατόπιν των ανωτέρω, θα προχωρήσω στην εξέταση του γενικού ισχυρισμού που προβάλλει η συνήγορος του Αιτητή περί έλλειψης δέουσας έρευνας, ο οποίος προβάλλεται έστω και ακροθιγώς επί του εισαγωγικού δικογράφου της προσφυγής και λαμβανομένου υπόψιν ότι σύμφωνα με τον Περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμο του 2018, Ν.73(Ι)/2018, το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας έχει την εξουσία να εξετάσει την παρούσα υπόθεση επί της ουσίας. Το γεγονός αυτό οφείλεται στο ότι η παρούσα υπόθεση αφορά αίτηση που χρονικά πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 11 (2) και (3) του Περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018, Ν.73(Ι)/2018, οι οποίες δίδουν στο Δικαστήριο την υποχρέωση ελέγχου της νομιμότητας και ορθότητας της πράξης.
Έχει πλειστάκις νομολογηθεί ότι η έκταση, ο τρόπος και η διαδικασία που ακολουθείται ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης. Περαιτέρω, η έρευνα είναι επαρκής εφόσον εκτείνεται στη διερεύνηση κάθε γεγονότος που σχετίζεται με το θέμα που εξετάζεται. Το κριτήριο για την πληρότητα της έρευνας έγκειται στη συλλογή και τη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων τα οποία παρέχουν ασφαλές συμπέρασμα. (Βλέπε Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών κ.α., Α.Ε. 1518/1.11.96, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζάμπογλου, Α.Ε. 1575/14.7.97 , Α.Ε.2371, Motorways Ltd v. Δημοκρατίας ημερ. 25/6/99).
Το Δικαστήριο στα πλαίσια ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης εξετάζει κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέγει και εξετάζει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης, ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια του αποφασίζοντος οργάνου και διαφέρει κατά περίπτωση (βλ. απόφαση αρ. 128/2008 JAMAL KAROU V. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 1 Φεβρουαρίου, 2010).
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Αιτητή, όπως καταγράφονται στην Έκθεση/Εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού, αλλά και όπως διαφαίνονται από τον Δ.Φ. και δεν αμφισβητούνται, ο Αιτητής είναι ενήλικας από την Νιγηρία, με τόπο καταγωγής και τελευταίας διαμονής την πόλη Umunze της πολιτείας Anambra. Κατά την καταγραφή της αίτησής του για διεθνή προστασία ο Αιτητής δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του λόγω περιουσιακών διαφορών με το θείο του, ο οποίος απειλούσε να τον σκοτώσει αν δεν εγκατέλειπε την περιουσία του αποβιώσαντος πατέρα του (ερυθρό 2 Δ.Φ.).
Κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του o Αιτητής ανέφερε ότι δεν έχει οποιαδήποτε ιατρικά προβλήματα, ενώ εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του νόμιμα με το διαβατήριο του εισερχόμενος στη συνέχεια στις μη ελεγχόμενες από την κυβέρνηση περιοχές. Αναφορικά με το εκπαιδευτικό του υπόβαθρο, ο Αιτητής ανέφερε ότι ολοκλήρωσε την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση στην χώρα καταγωγής του, ενώ ομιλεί αγγλικά και τη διάλεκτο Igbo. Όσον αφορά την εργασιακή του πείρα, ο Αιτητής ανέφερε ότι εργαζόταν ως μηχανικός οχημάτων στην πολιτεία Anambra.
Αναφορικά με το οικογενειακό του περιβάλλον, ο Αιτητής δήλωσε ότι ο πατέρας του και η μεγαλύτερη αδερφή του απεβίωσαν, ενώ η τελευταία φορά που είχε επικοινωνία με τη μητέρα του ήταν τον Νοέμβριο του 2021, και έκτοτε δεν έχει νέα της και δεν γνωρίζει που βρίσκεται.
Αναφορικά με τους λόγους που τον ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής κατά την ελεύθερη αφήγηση του, ισχυρίστηκε ότι μετά το θάνατο του πατέρα του οι θείοι του διεκδίκησαν την περιουσία του θανόντος, με τον ίδιο να αρνείται. Στην πορεία άρχισαν να παίρνουν τα πάντα με τη βία. Ζήτησαν τα έγγραφα που ο ίδιος είχε στην κατοχή του και αρνήθηκε να τα δώσει. Επιτέθηκαν στον ίδιο, χτύπησαν την αδερφή του με αποτέλεσμα να χάσει τη ζωή της, παρενοχλούσαν τον ίδιο και τη μητέρα του, και τους έβγαλαν έξω από το σπίτι στο οποίο διέμεναν και το πούλησαν. Ο ίδιος προέβη σε πώληση δύο περιουσιακών αντικειμένων για τα οποία είχε έγγραφα, και ο θείος του προέβη σε καταγγελία στην αστυνομία με την κατηγορία ότι πώλησε περιουσιακά στοιχεία τα οποία του ανήκουν. Δεν έχει κανένα να τον στηρίξει ενώ όλοι τον αναζητούν για αυτό έφυγε για να προστατεύσει τη ζωή του (ερυθρό 30/2Χ Δ.Φ.).
Κατόπιν σχετικών ερωτήσεων, ο Αιτητής ανέφερε ότι ο πατέρας του σκοτώθηκε σε τροχαίο. Τα δύο αδέρφια του πατέρα του διεκδίκησαν την περιουσία, η οποία σύμφωνα με τον Αιτητή περιλαμβάνει 4 αυτοκίνητα, ένα κτίριο, και 3 τεμάχια γης (ερυθρό 29/2Χ Δ.Φ.). Οι θείοι του απαίτησαν τα έγγραφα των εν λόγω περιουσιακών στοιχείων, με τον Αιτητή να αρνείται να τα δώσει με επακόλουθο καυγάδες και προστριβές. Σε ένα καυγά ο θείος του έσπρωξε την αδερφή του με αποτέλεσμα να χτυπήσει στο κεφάλι και να χάσει τη ζωή της (ερυθρό 28/1Χ Δ.Φ.). Σε ερωτήσεις αναφορικά με την καταγγελία εναντίον του, στην οποία προέβη ο θείος του στην αστυνομία, ο Αιτητής ανέφερε ότι τον ψάχνει η αστυνομία παντού λόγω των κατηγοριών του θείου του, χωρίς ωστόσο να υπάρχει ένταλμα σύλληψης (ερυθρό 27/2Χ Δ.Φ.). Ερωτηθείς αν κατήγγειλε το θάνατο της αδερφής του στην αστυνομία, ο Αιτητής απάντησε αρνητικά, διευκρινίζοντας ότι το ανέφερε στον αρχηγό του χωριού, και τότε προέβη ο θείος του σε καταγγελία στην αστυνομία (ερυθρό 26/1Χ Δ.Φ.). Τότε αναζήτησε καταφύγιο σε μια εκκλησία, όπου ο πάστορας τον βοήθησε να ετοιμάσει τα έγγραφα του και να φύγει από τη χώρα (ερυθρό 26/2Χ Δ.Φ.). Σε ερωτήσεις αναφορικά με τις απειλές που δέχθηκε από τους θείους του, ο Αιτητής υποστήριξε ότι απειλούσαν να τον σκοτώσουν σχεδόν καθημερινά (ερυθρό 25/1Χ Δ.Φ.). Ως περαιτέρω υποστήριξε, η αστυνομία τον κατηγόρησε ότι έκλεψε από τον θείο του και τον αναζητούσε παντού, ενώ δηλώθηκε ως καταζητούμενο άτομο (ερυθρό 25/2Χ Δ.Φ.).
Στη συνεχεία, σύμφωνα με την Έκθεση/Εισήγηση, ο αρμόδιος λειτουργός εντόπισε δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς. O πρώτος αφορούσε την ταυτότητα, το προφίλ, τη χώρα καταγωγής και τον τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή. Ο δεύτερος ισχυρισμός αφορούσε τον ισχυριζόμενο κίνδυνο κατά της ζωής του λόγω της διεκδίκησης της περιουσίας του θανόντος πατέρα του από τους θείους του. Ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε αξιόπιστο τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή, καθότι έκρινε ότι τόσο η εσωτερική όσο και η εξωτερική αξιοπιστία του στοιχειοθετούνται. Συγκεκριμένα, ο Αιτητής προσκόμισε πρωτότυπο διαβατήριο της χώρας καταγωγής του, και επιπρόσθετα, ο αρμόδιος λειτουργός επιβεβαίωσε μέσω εξωτερικών πηγών πληροφόρησης τα όσα ανέφερε ο Αιτητής κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του.
Αντιθέτως, ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός δεν έγινε αποδεκτός από τον αρμόδιο λειτουργό. Ειδικότερα, σε σχέση με την εσωτερική του αξιοπιστία, ο λειτουργός διαπίστωσε ότι σε πολλές περιπτώσεις οι δηλώσεις του ήταν γενικές, ενώ δεν παρείχε επαρκείς πληροφορίες για να στηρίξει τους ισχυρισμούς του. Σε σχέση με την εξωτερική του αξιοπιστία, ο λειτουργός προέβη σε έρευνα σε εξωτερικές πηγές, όπου σύμφωνα με παραπομπές επιβεβαιώνεται η παραδοσιακή συνήθεια της φυλής Igbo, στην οποία οι άντρες απόγονοι κληρονομούν την περιουσία των αποβιωσάντων γονέων, και τις προστριβές που προκύπτουν ανάμεσα σε μέλη της οικογένειας λόγω αυτού. Ωστόσο, λόγω της μη τεκμηρίωσης της εσωτερικής αξιοπιστίας του εν λόγω ισχυρισμού, αυτός απορρίφθηκε.
Κατά την αξιολόγηση κινδύνου ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι με βάση τον ισχυρισμό που έγινε δεκτός, ήτοι τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή, συμπεριλαμβανομένης της χώρας καταγωγής του και του τόπου τελευταίας συνήθους διαμονής του, δεν υπάρχει εύλογη πιθανότητα ο Αιτητής να υποστεί δίωξη ή σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του απλώς και μόνο από την παρουσία του εκεί. Σύμφωνα με τις εξωτερικές πηγές, τις οποίες επικαλέστηκε ο αρμόδιος λειτουργός, δεν εντοπίζονται πληροφορίες που να στοιχειοθετούν την ύπαρξη αδιάκριτης βίας. Κατά τη νομική ανάλυση, ο αρμόδιος λειτουργός κατέληξε ότι τα παρατεθέντα στοιχεία δεν εμπίπτουν στις πρόνοιες του εδαφίου (1) του άρθρου 3 του Περί Προσφύγων Νόμου. Εξετάζοντας τη δυνατότητα να του χορηγηθεί το καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι με βάση τους ισχυρισμούς του Αιτητή και τις εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, δεν εμπίπτει στις πρόνοιες των εδαφίων (1) και (2) του άρθρου 19 του Περί Προσφύγων Νόμου.
Αξιολογώντας λοιπόν τα όσα έχουν ανωτέρω αναφερθεί υπό το φως και των νομοθετημένων προνοιών και μελετώντας επισταμένως τόσο την Έκθεση/Εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού όσο και τους λοιπούς ισχυρισμούς του Αιτητή ως αυτοί παρουσιάστηκαν τόσο κατά την διοικητική διαδικασία όσο και κατά την ενώπιόν μου δικαστική διαδικασία, καταλήγω στα εξής:
Όσον αφορά τον αποδεκτό ισχυρισμό περί των προσωπικών στοιχείων, τη χώρα καταγωγής και τον τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή, θα συμφωνήσω με το συμπέρασμα του αρμόδιου λειτουργού και θα υιοθετήσω την κατάληξη των Καθ’ ων η αίτηση.
Ομοίως, αναφορικά με τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, ήτοι ο ισχυριζόμενος κίνδυνος κατά της ζωής του λόγω της διεκδίκησης της περιουσίας του θανόντος πατέρα του από τους θείους του, επίσης θα συμφωνήσω με την κατάληξη των Καθ’ ων η αίτηση περί της απουσίας εσωτερικής αξιοπιστίας στα λεγόμενα του Αιτητή.
Σχετικά με την ιδιωτικής φύσεως διαφορά του Αιτητή με τους θείους του, παρατηρώ ότι οι απαντήσεις του Αιτητή στις ερωτήσεις του αρμόδιου λειτουργού ήταν αόριστες, επιφανειακές, ενώ απουσίαζε το προσωπικό και βιωματικό στοιχείο και η ευλογοφάνεια. Καταρχάς, όλες οι παρατηρήσεις και τα συμπεράσματα του αρμόδιου λειτουργού ως καταγράφονται στην Έκθεση/Εισήγηση γίνονται αποδεκτά από το Δικαστήριο ως εύλογα σημεία που πλήττουν την εσωτερική αξιοπιστία των ισχυρισμών του Αιτητή, επομένως δεν εντοπίζω λόγο διαφοροποίησης.
Ειδικότερα παρατηρώ ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει επαρκείς και σαφείς πληροφορίες αναφορικά με τις ισχυριζόμενες απειλές που δέχθηκε από τους θείους του αναφέροντας με ασάφεια και αοριστία ότι απειλούσαν να τον σκοτώσουν καθημερινά (ερυθρό 25/1Χ Δ.Φ.). Ερωτηθείς ωστόσο εάν συνέβη κάτι άλλο πέραν των απειλών, ο Αιτητής αποκρίθηκε αρνητικά, προβάλλοντας ότι μόνο τον απείλησαν, τον έψαχναν σε όλο το χωριό και τον κατηγόρησαν στην αστυνομία για κλοπή (ερυθρό 25/1Χ Δ.Φ.). Σε κάθε περίπτωση από τις αναφορές δεν προκύπτει οτιδήποτε το οποίο να συνδέεται με τον όρο πράξεις δίωξης ως αυτός ορίζεται στο άρθρο 3Γ του Περί Προσφύγων Νόμου ενώ τα όσα αναφέρει ως προς τις φερόμενες απειλές εύλογα μπορούν να χαρακτηριστούν ως εικασίες καθότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να προβεί σε οποιαδήποτε περιγραφή ενός συγκεκριμένου γεγονότος με τρόπο περιγραφικό και παραστατικό που να παραπέμπει σε βιωματική εμπειρία. Φρονώ ότι Αιτητής δεν ήταν σε θέση να επεξηγήσει με σαφήνεια, ευλογοφάνεια και ειλικρίνεια την γενεσιουργό αίτια του φόβου του ο οποίος είναι ο ουσιαστικός λόγος που στην συνέχεια τον ώθησε να εγκαταλείψει την χώρα καταγωγής του.
Επιπλέον παρατηρώ, ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει χρονικά το τροχαίο που στοίχισε τη ζωή στον πατέρα του. Ερωτηθείς για το πότε απεβίωσε ο πατέρας του, ο Αιτητής απάντησε ότι δεν θυμάται (ερυθρό 29/2Χ Δ.Φ.). Επιπρόσθετα παρατηρώ, ότι δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει χρονικά την έναρξη των διενέξεων με τους θείους του. Ως υποστηρίζει το περιστατικό στο οποίο έχασε τη ζωή της η αδερφή του συνέβη το 2019, ενώ τα προβλήματα ξεκίνησαν το 2017, 2018, 2019, και συνέχισαν μέχρι το 2020 (ερυθρό 28/1Χ Δ.Φ.). Επίσης, διαπιστώνω ότι απουσιάζει οποιαδήποτε περιγραφικότητα αναφορικά με τα περιουσιακά στοιχεία τα οποία ήταν και το αντικείμενο της διαμάχης. Ερωτηθείς σχετικά, ο Αιτητής υποστήριξε ότι η περιουσία του πατέρα του απαρτίζεται από 1 κτίριο, 4 αυτοκίνητα, και 3 τεμάχια γης (ερυθρό 29/2Χ Δ.Φ.) χωρίς να προβάλει οποιεσδήποτε περαιτέρω πληροφορίες. Σε ερώτηση ποιος ήταν ο κληρονόμος, ο Αιτητής απάντησε «υποτίθεται ότι είμαι εγώ. Οι θείοι μου πώλησαν τα πάντα και δεν έμεινε κάτι. Οι θείοι μου πώλησαν το κτίριο και τη γη, κι εγώ τα αυτοκίνητα» (ερυθρό 28/1Χ Δ.Φ.). Ομοίως γενική και αόριστη ήταν και η απάντηση του όταν κλήθηκε να περιγράψει το περιστατικό που στοίχισε τη ζωή στην αδερφή του, όπου απλά ανέφερε ότι ο θείος του απαίτησε τα περιουσιακά έγγραφα, η αδερφή του αρνήθηκε να τα δώσει και την έσπρωξε με αποτέλεσμα να χτυπήσει το κεφάλι και να χάσει τη ζωή της (ερυθρό 28/1Χ Δ.Φ.).
Από την αφήγηση του Αιτητή παρατηρώ ότι απουσιάζει πλήρως το βιωματικό και προσωπικό στοιχείο. Αναφερόμενος σε καταστάσεις που κατ' ισχυρισμόν έχει βιώσει ο ίδιος και τον ανάγκασαν να αλλάξει τόσο τόπο διαμονής, όσο και χώρα, θα ήταν αναμενόμενο οι περιγραφές του να περιλάμβαναν πληροφορίες και λεπτομέρειες που να παραπέμπουν σε προσωπικές εμπειρίες. Αντίθετα, οι απαντήσεις του είναι γενικές, αόριστες, και λακωνικές, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις δεν ήταν σε θέση να δώσει βασικές πληροφορίες όπως είναι το επίθετο των θείων του (ερυθρό 28/2Χ Δ.Φ.), ή να ανακαλέσει σημαντικά στοιχεία όπως τη χρονιά που απεβίωσε ο πατέρας του (ερυθρό 29/2Χ Δ.Φ.) παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες του αρμόδιου λειτουργού. Όταν παρουσιάζονται πληροφορίες που δίνουν σοβαρούς λόγους να αμφισβητηθεί η αλήθεια της αξίωσης των αιτούντων άσυλο, το άτομο πρέπει να παρέχει ικανοποιητική εξήγηση για τις εικαζόμενες ανακρίβειες[1] σε αυτές τις υποβολές, κάτι το οποίο δεν προκύπτει στην παρούσα περίπτωση του Αιτητή.
Επιπλέον, λαμβάνω υπόψη μου τα όσα αναφέρονται επί του άρθρου 18 (3) (γ) του Περί Προσφύγων Νόμου, ήτοι την ατομική κατάσταση και τις προσωπικές περιστάσεις του αιτητή, συμπεριλαμβανομένων παραγόντων όπως το προσωπικό ιστορικό, το φύλο και η ηλικία. Συνεπακόλουθα σημειώνεται ότι ο Αιτητής δεν ανέφερε οποιαδήποτε ευαλωτότητα ή/και προβλήματα υγείας, είναι ενήλικας με ικανοποιητικό μορφωτικό επίπεδο και ως εκ τούτου είναι εύλογα αναμενόμενο να είναι σε θέση να στοιχειοθετήσει τους ισχυρισμούς του κατά τρόπο που να παραπέμπουν σε βιωματικό περιστατικό. Συμπερασματικά, εξ όσων ο Αιτητής ανέφερε τόσο κατά τη διοικητική, όσο και κατά την παρούσα δικαστική διαδικασία, παρατηρώ ότι δεν προκύπτει ένα σαφές, συμπαγές και ευλογοφανές αφήγημα το οποίο να στοιχειοθετεί επαρκώς τους λόγους για τους οποίους ο Αιτητής έφυγε από τη χώρα καταγωγής του και αιτήθηκε διεθνή προστασία. Αναφερόμενος σε καταστάσεις που κατ' ισχυρισμόν έχει βιώσει ο ίδιος και που τον ανάγκασαν να αλλάξει τόσο τόπο διαμονής, όσο και χώρα, θα ήταν αναμενόμενο οι περιγραφές του να παραπέμπουν σε προσωπικά βιώματα. Αντίθετα, οι δηλώσεις του χαρακτηρίζονται από ασάφεια, γενικότητα και αοριστία.
Επομένως, η γενικότητα των απαντήσεων του, η έλλειψη επαρκών λεπτομερειών και σε κάποια σημεία η έλλειψη ευλογοφάνειας, οδηγούν στο συμπέρασμα πως ο Αιτητής δεν κατόρθωσε να θεμελιώσει βάσιμο φόβο δίωξης ο οποίος απορρέει από τον εν λόγω ισχυρισμό του. Από την αφήγηση του Αιτητή παρατηρώ ότι απουσιάζει πλήρως το βιωματικό και προσωπικό στοιχείο.
Σημειώνεται ότι ο όρος «αξιοπιστία» δεν ορίζεται από το Κοινό Ευρωπαϊκό Σύστημα Ασύλου. Η χρήση του όρου, από το άρθρο 4 παράγραφος 5 στοιχείο (ε) της οδηγίας 2011/95/EE αναφέρεται στη γενική αξιοπιστία ενός αιτούντος, αλλά αυτό είναι στο πλαίσιο ενός συγκεκριμένου κανόνα που διέπει τη μη επιβεβαίωση πτυχών των δηλώσεων του αιτούντος. Ως εκ τούτου, η αξιολόγηση της αξιοπιστίας αφορά τη διαδικασία έρευνας για το εάν το σύνολο ή μέρος των δηλώσεων του αιτούντος ή άλλα αποδεικτικά στοιχεία που υποβλήθηκαν από αυτόν σχετικά με τα ουσιαστικά γεγονότα (material facts) μπορεί να γίνουν δεκτά προκειμένου να διαπιστωθεί εάν ο Αιτητής εμπίπτει στις προϋποθέσεις παραχώρησης καθεστώτος διεθνούς προστασίας.
Αυτή η αξιολόγηση μπορεί να περιλαμβάνει την επαλήθευση εάν οι δηλώσεις του αιτούντος είναι συνεπείς, επαρκώς λεπτομερείς, εύλογες και συμβατές με τα έγγραφά του, τις πηγές πληροφόρησης και κάθε άλλο αποδεικτικό στοιχείο που αποκτήθηκε. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η αξιολόγηση της αξιοπιστίας δεν σημαίνει ότι σε όλες τις περιπτώσεις ο υπεύθυνος λήψης αποφάσεων θα προβεί σε επαλήθευση και θα καταλήξει με απόλυτη βεβαιότητα αναφορικά με την αλήθεια των δηλώσεων του αιτούντος. Η Ύπατη Αρμοστεία έχει ορίσει την αξιοπιστία ως εξής: «Ο αιτών άσυλο κρίνεται αξιόπιστος, όταν έχει προβάλει ισχυρισμούς που παρουσιάζουν συνοχή και είναι εύλογοι, που δεν είναι αντιφατικοί με τα κοινά τοις πάσι γεγονότα και κατά συνέπεια μπορεί να οδηγήσουν τον υπεύθυνο της συνέντευξης στη δημιουργία πεποίθησης για το βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης που εκφράζει.». Η ως άνω προσέγγιση υιοθετήθηκε και από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην Υπόθεση JK και Others v Sweden, αριθμός αίτησης 59166/12, Παρ. 53.
Στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», αναφέρεται στην σελίδα 98, παράγραφος 4.5.3 ότι σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να γίνεται μια αντικειμενική και ισορροπημένη στάθμιση του κατά πόσον οι ισχυρισμοί του αιτητή αντικατοπτρίζουν αυτό που θα ήταν εύλογα αναμενόμενο από κάποιον με τις περιστάσεις του ο οποίος εκφράζει δια τούτων μια αληθινή προσωπική εμπειρία («Σε κάθε περίπτωση, απαπείται ισορροπημένη και αντικειμενική αξιολόγηση του αν η αφήγηση του αιτούντος αντικατοπτρίζει την αφήγηση που αναμένεται από ένα πρόσωπο στην κατάσταση του αιτούντος το οποίο αφηγείται μια πραγματική προσωπική εμπειρία.»). Περαιτέρω, στην προηγούμενη σελίδα του εγχειριδίου, αναφέρεται ότι είναι γενικά εύλογο να αναμένεται ότι αίτημα θα πρέπει να παρουσιάζεται τεκμηριωμένα και με επαρκείς λεπτομέρειες αλλιώς οι ελλείψεις αυτές στις λεπτομέρειες μπορεί να συνιστούν έλλειψη σχετικών στοιχείων («Η μη επαρκής παροχή λεπτομερειών μπορεί επίσης να ισοδυναμεί με αυτό που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 5 στοιχείο β) της ΟΕΑΑ (αναδιατύπωση) ως έλλειψη «λυσιτελών στοιχείων». »).
Ο βασικός λόγος για τον οποίο δεν έγινε δεκτό το αίτημα του Αιτητή περί δίωξής του από τους θείους του ήταν το γεγονός της μη απόδειξης της αληθοφάνειας των βασικών ισχυρισμών του και του κλονισμού της αξιοπιστίας του, λόγω ουσιωδών αντιφάσεων, ελλείψεων και αδυναμιών οι οποίες εντοπίστηκαν στην συνέντευξη που έδωσε. Αυτό δε το εμπόδιο αναγνωρίζεται ρητά ως ένα από τα κωλύματα στην έγκριση αιτήματος ασύλου, από τις πρόνοιες του Εγχειριδίου (Βλ. απόφαση Ανωτάτου Δικαστηρίου EDWARD ESKANDAZ ν. ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ κ.α., Υπόθεση Αρ. 1673/2010, 4/7/2013).
Τονίζεται παράλληλα ότι σύμφωνα με το άρθρο 16 του Περί Προσφύγων Νόμου (Ν.6(1)/2000), αρχικά το βάρος απόδειξης το φέρει ο Αιτητής ο οποίος υποχρεούται να υποστηρίξει την αίτησή του με όλα τα έγραφα και στοιχεία που έχει στην κατοχή του, αλλά και γενικότερα να βοηθήσει την Υπηρεσία Ασύλου με τον καλύτερο τρόπο να διαπιστώσει τα γεγονότα της υπόθεσης του. Ως έχει νομολογηθεί, ο Αιτητής πρέπει να καταβάλει ειλικρινή προσπάθεια να θεμελιώσει την αφήγησή του, ότι δηλαδή υπήρξε θύμα δίωξης ή σοβαρής βλάβης στην χώρα καταγωγής του, ώστε να πληροί της προϋποθέσεις υπαγωγής του σε καθεστώς Διεθνούς Προστασίας. (βλ. WILLIAM CRISANTHA MAL FRANCIS KARUNARATHNA ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ κ.α, Υπόθεση Αρ. 1875/2008, 1 Μαρτίου 2010).
Βεβαίως ο Αιτητής δεν είναι υποχρεωμένος να προσκομίσει για την απόδειξη των ισχυρισμών του, τυπικά αποδεικτικά στοιχεία, αυτό όμως δεν αίρει την υποχρέωσή του να επικαλεσθεί με λεπτομέρεια, σαφήνεια και αληθοφάνεια συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά. Ναι μεν τα αρμόδια όργανα της Διοίκησης οφείλουν να προβούν σε ενδελεχή εξέταση των προβαλλόμενων από τον Αιτητή ουσιωδών ισχυρισμών και να αιτιολογήσουν πλήρως και ειδικώς την τυχόν απορριπτική του αιτήματος απόφασή τους, όμως στην περίπτωση που δεν έχουν προβληθεί κατά τη διαδικασία ενώπιον της Διοίκησης, ουσιώδεις, υπό την ανωτέρω έννοια, ισχυρισμοί, αλλά γενικοί, αόριστοι ή προδήλως αβάσιμοι ισχυρισμοί ή έχει γίνει μεν επίκληση συγκεκριμένων περιστατικών, τα οποία, ωστόσο, δεν στοιχειοθετούν λόγους υπαγωγής στο προστατευτικό καθεστώς της Σύμβασης της Γενεύης, δεν απαιτείται ειδικότερη αιτιολογία για την απόρριψη του αιτήματος παροχής ασύλου.
Συναφώς επισημαίνεται ότι ούτε μπορεί να αναγνωριστεί στον Αιτητή «το ευεργέτημα της αμφιβολίας»[2] , όπως αυτό καθορίζεται στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου, για τις διαδικασίες και τα κριτήρια καθορισμού του καθεστώτος των προσφύγων. Το ευεργέτημα της αμφιβολίας δίδεται μόνο εκεί όπου ο Αιτητής έχει υποβάλει όλα τα διαθέσιμα σε αυτόν στοιχεία σε σχέση με την αίτησή του/ης, τα οποία έχουν ελεγχθεί και, ο αρμόδιος λειτουργός ή/και ο Προϊστάμενος ικανοποιούνται ότι είναι γενικά αξιόπιστος/η[3]. Εν προκειμένω, ο Αιτητής δεν τεκμηρίωσε είτε στο πλαίσιο της διοικητικής διαδικασίας είτε της παρούσας διαδικασίας οποιοδήποτε ειδικό ισχυρισμό περί δίωξης. Όπως έχει εξάλλου νομολογηθεί, κρίση επί της αξιοπιστίας αιτητή και έγερση κωλύματος έγκρισης αίτησης για το λόγο της αναξιοπιστίας ως προς τα προβαλλόμενα από τον αιτητή/τρια είναι επιτρεπτή (Βλ. σχετικά απόφαση στην υπόθεση Amiri v. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων κ.ά. (2009) 3 ΑΑΔ 358, καθώς και την απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση Khalil v. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 466/2010, 28.9.2012).
Πέραν τούτου, διαπιστώνω ότι κατά το στάδιο της διοικητικής διαδικασίας υποβλήθηκαν στον Αιτητή ανοικτής φύσεως ερωτήματα, τα οποία είχε τη δυνατότητα να απαντήσει. Ο αρμόδιος λειτουργός έκανε επαρκείς ερωτήσεις για να καλύψει τόσο τον πυρήνα του αιτήματος, όσο και τα επιμέρους θέματα, ακολουθώντας την ορθή διερευνητική διαδικασία και επιπρόσθετα συνεργάστηκε με τον αιτούντα κατά το στάδιο προσδιορισμού των συναφών στοιχείων της αιτήσεως αυτής[4]. Ο αρμόδιος λειτουργός προέβη σε εκτενή ανάλυση εκάστου ουσιώδους ισχυρισμού του Αιτητή ώστε να αξιολογήσει τον πιθανό κίνδυνο που θα διατρέξει σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, προβαίνοντας παράλληλα σε έρευνα και αντιστοίχισή τους προς διαθέσιμες πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής ως προνοείται στο άρθρο 18(3)(α) του περί Προσφύγων Νόμου.
Παράλληλα οι Καθ' ων η αίτηση αξιολόγησαν επαρκώς και δεόντως τις δηλώσεις και τα έγραφα που παρέθεσε ο Αιτητής συνεκτιμώντας την ατομική κατάσταση και τις προσωπικές του περιστάσεις (άρθρο 13 Α (9) του Περί Προσφύγων Νόμου 2000 (6(I)/2000). Επί των όσων ανέφερε ο Αιτητής εύλογα παρατηρούνται ασυνέπειες και ανακολουθίες στα λεγόμενα του που άπτονται των ουσιωδών πραγματικών περιστατικών και οδηγούν σε σαφές και βέβαιο συμπέρασμα ότι τα αποδεικτικά στοιχεία του αιτούντος στερούνται εσωτερικής αξιοπιστίας.
Εξάλλου ούτε από άλλα έγγραφα που υπάρχουν στον φάκελο της υπόθεσης, σε συνδυασμό με όσα εξέθεσε ο Αιτητής τόσο ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου όσο και ενώπιον του Δικαστηρίου δια μέσου της συνηγόρου του προκύπτουν κρίσιμα στοιχεία και περιστατικά που να θεμελιώνουν «σοβαρούς λόγους» οι οποίοι να οδηγούν στην κρίση ότι ο Αιτητής μπορεί εύλογα να φοβάται, υπό το πρίσμα της ατομικής του κατάστασης, ότι πράγματι θα υπόκειται σε πράξεις δίωξης[5] από τους θείους του, αλλά ούτε προκύπτει ότι θα υποστεί πράξεις οι οποίες να είναι αρκετά σοβαρές από τη φύση τους ή από την επανάληψη ώστε να αποτελούν σοβαρή παραβίαση των βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων ή συσσώρευση μέτρων επαρκώς σοβαρών που επηρεάζουν ένα άτομο με παρόμοιο τρόπο.[6]
Σε ό,τι αφορά την πιθανότητα να υποστεί ο αιτητής δίωξη, το στοιχείο του «βάσιμου» στον ορισμό του πρόσφυγα είναι κυρίως ζήτημα πραγματολογικής εκτίμησης κινδύνου. Στην εκτίμηση αυτή, λαμβάνεται υπόψη η ατομική κατάσταση του αιτητή, όπως επίσης και πληροφορίες όσον αφορά τη γενική κατάσταση στη χώρα καταγωγής. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η αξιολόγηση επικεντρώνεται αρχικά στο κατά πόσον ένας τέτοιος φόβος είναι βάσιμος κατά τον χρόνο λήψης της απόφασης επί της αίτησης διεθνούς προστασίας, δηλαδή ο βάσιμος φόβος του αιτητή πρέπει να είναι τρέχων, και κατά δεύτερον, ο «βάσιμος φόβος» βασίζεται στην εκτίμηση του κινδύνου, η οποία είναι μελλοντοστραφής (άρθρο 4 παράγραφος 3 της Οδηγίας 2013/32/ΕΕ).
Σε έρευνα του παρόντος Δικαστηρίου σχετικά με τους ως άνω ισχυρισμούς του Αιτητή, το Δικαστήριο καταλήγει στο ότι ένεκα του προσωπικού χαρακτήρα των ισχυρισμών του Αιτητή δεν είναι δυνατή η άντληση πληροφοριών αναφορικά με αυτούς. Για λόγους πληρότητας όμως, το Δικαστήριο προέβη σε έρευνα σε πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής του Αιτητή, λαμβανομένου υπόψιν ότι το παρόν δικαστήριο έχει πρόσβαση σε ακριβείς και επικαιροποιημένες πληροφορίες από διάφορες πηγές σχετικά με τη γενική κατάσταση που επικρατεί στις χώρες καταγωγής και διέλευσης κατά τον χρόνο λήψης της απόφασής του [βλ. άρθρο 10 παράγραφος 4 της Οδηγία 2013/32/ΕΕ (αναδιατύπωση)]. Καθώς η κατ’ ισχυρισμό δίωξη του Αιτητή από τους θείους του, αποτελεί εν γένει ισχυρισμό ιδιωτικής φύσης, η έρευνα του Δικαστηρίου περιορίστηκε μόνο σχετικά με το κατά πόσο το κράτος θα μπορούσε να προστατέψει τον Αιτητή από την κατ’ ισχυρισμό απειλή κατά της ζωής του.
Σύμφωνα με την έκθεση του State Department των Ηνωμένων Πολιτειών (USDOS) του 2022 σχετικά με τις πρακτικές για τα ανθρώπινα δικαιώματα στη Νιγηρία, «οι διαμάχες για τη γη, ο ανταγωνισμός σχετικά με τους πόρους που λιγοστεύουν και οι εθνοτικές εντάσεις καθώς και οι εντάσεις μεταξύ «εποίκων και ιθαγενών» οδήγησαν σε συγκρούσεις μεταξύ βοσκών και αγροτών στη Βόρεια Κεντρική περιοχή».[7] Στην ίδια έκθεση αναφέρεται ότι οι εθνοτικές ομάδες Tiv, Kwalla, Jukun, Fulani και Azara που ζουν κοντά στα σύνορα των πολιτειών Nasarawa, Benue και Taraba εμπλέκονται ιδιαίτερα στις συγκρούσεις.[8]
Η ετήσια έκθεση του Freedom House για τη Νιγηρία το 2023 περιέγραφε ότι αγρότες και Fulani αντιμετώπισαν βία, καθώς οι κοινότητες των Fulani ταξίδευαν νότια για να βρουν "νέα βοσκοτόπια".[9] Το σχέδιο αντιμετώπισης της κρίσης στη Νιγηρία το 2023 από τον Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης (ΔΟΜ) επιβεβαίωσε περαιτέρω ότι η βία κατά των αγροτικών κοινοτήτων συνεχίστηκε λόγω του ανταγωνισμού για τη γη και ότι η βία αυξήθηκε λόγω των διαφορών που σχετίζονται με «τις ζημιές στις καλλιέργειες, τις κλοπές ζώων και τη ρύπανση του νερού».[10] Το Global Centre for the Responsibility to Protect (GCR2P) πρόσθεσε ότι «οι διαμάχες αυτές έχουν επιδεινωθεί από την κλιματική αλλαγή, την επέκταση της γεωργίας και την αυξανόμενη ερημοποίηση στη βόρεια Νιγηρία», η οποία έχει "οδηγήσει" τους κατά κύριο λόγο μουσουλμάνους κτηνοτρόφους Fulani προς τον νότο σε περιοχές που καλλιεργούνται από κυρίως χριστιανικές κοινότητες, με αποτέλεσμα τη «βία μεταξύ κτηνοτρόφων και αγροτών» ενώ «έχει επίσης επιδεινώσει τις θρησκευτικές και εθνοτικές εντάσεις».[11]
Επιπρόσθετα, σύμφωνα με την έκθεση του ΔΟΜ για το 2023, οι παραδοσιακοί μηχανισμοί επίλυσης συγκρούσεων για τις εδαφικές διαφορές «έχουν αποδυναμωθεί και η εμπιστοσύνη στις αρχές είναι περιορισμένη λόγω της εκτεταμένης αδράνειας και της θεωρούμενης μεροληψίας».[12] Σύμφωνα με διάφορες τοπικές ειδησεογραφικές πηγές, αστυνομία και δυνάμεις ασφαλείας αναπτύχθηκαν στις περιοχές που επλήγησαν από τα επεισόδια που προέκυψαν από τις εδαφικές διαμάχες και μεσολάβησαν για την αποκατάσταση της ομαλότητας.[13]
Άλλες περιπτώσεις παρέμβασης της τοπικής αυτοδιοίκησης ως διαμεσολαβητή, όπως αναφέρθηκαν από τις πηγές, περιλαμβάνουν:
- Τον Ιούνιο του 2022, μετά από σύγκρουση για αμφισβητούμενη γη μεταξύ δύο παραδοσιακών ηγεμόνων στην πολιτεία Cross River, η οποία οδήγησε σε απροσδιόριστο αριθμό θανάτων και σε καταστροφή περιουσιών, η πολιτειακή κυβέρνηση κατάσχεσε τη γη ισχυριζόμενη ότι επρόκειτο για «υπέρτερο δημόσιο συμφέρον».[14]
- Τον Οκτώβριο του 2022, ο ηγέτης μιας τοπικής αυτοδιοίκησης στην πολιτεία Delta συνοδευόταν από την αστυνομία και στρατιώτες για να πραγματοποιήσει συνάντηση με δύο κοινότητες σε μια προσπάθεια να υποχωρήσει η βία που οφειλόταν σε μια εδαφική διαμάχη.[15]
- Τον Ιούνιο του 2023, μια διαφορά γης στην Πολιτεία Anambra επιλύθηκε με τη διαμεσολάβηση της κοινότητας και τη συμβολή του προέδρου και του παραδοσιακού ηγέτη της κοινότητας.[16]
- Μετά από πολλά βίαια επεισόδια μεταξύ δύο κοινοτήτων στην Πολιτεία Adamawa, τον Ιούνιο του 2022 συστάθηκε πενταμελής επιτροπή από τη Βουλή της πολιτείας Adamawa «για την εξεύρεση μόνιμων λύσεων στις ετήσιες αιματηρές συγκρούσεις».[17]
Σύμφωνα με ερευνητικό άρθρο του Πανεπιστημίου της Νιγηρίας που δημοσιεύθηκε το 2022, η επανεμφάνιση βίαιων κοινοτικών συγκρούσεων και διεκδικήσεων ιδιοκτησίας γης από κοινοτικές ομάδες στην Πολιτεία Ebonyi έχει οδηγήσει στην απώλεια ζωών και περιουσιών, και στον εκτοπισμό "χιλιάδων" ανθρώπων.[18] Επιπλέον, το ανωτέρω άρθρο αναφέρει ότι δεν έχει γίνει καμία συστηματική προσπάθεια «για να κατανοήσουμε τη σχέση μεταξύ της διαχείρισης της γης στην Πολιτεία και της επιμονής των βίαιων κοινοτικών συγκρούσεων στην Πολιτεία».[19]
Ερευνητικό έγγραφο του Απριλίου 2022 περιγράφει ότι στις Βόρειες Κεντρικές Πολιτείες του Benue, Plateau and Kogi, οι παραδοσιακοί ηγέτες, η νεολαία και οι ηγέτες της κοινωνίας των πολιτών τείνουν να ασχολούνται με τις διαμάχες μεταξύ αγροτών και κτηνοτρόφων και τις διαφορές γης.[20]
Σύμφωνα με το ερευνητικό περιοδικό, Afikpo, του 2021, η Πολιτεία Ebonyi, έχει "διατηρήσει ορισμένες ακίνδυνες παραδοσιακές πρακτικές" για να βοηθήσει τους διαφωνούντες στην επίλυση συγκρούσεων σχετικά με τις εδαφικές διαφορές, με το όργανο λήψης αποφάσεων, γνωστό ως "Essa Ehugbo Elders in Council", να λαμβάνει τις τελικές αποφάσεις σχετικά με τις εδαφικές διαφορές.[21]
Το Ινστιτούτο Ειρήνης των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής (USIP) ανέφερε το 2021, ότι από το 2016, τρεις πολιτείες της Νιγηρίας (Plateau, Kaduna και Adamawa) «δημιούργησαν οργανισμούς και επιτροπές ειρήνης για την αντιμετώπιση των κοινοτικών συγκρούσεων και των ριζών των εξεγέρσεων», οι οποίες βοήθησαν τις τοπικές κυβερνήσεις να ανταποκριθούν σε κοινοτικό επίπεδο στην αντιμετώπιση των συγκρούσεων. Αυτοί οι οργανισμοί και οι επιτροπές περιλαμβάνουν επιτροπές που «παρακολουθούν τις απειλές και παρέχουν έγκαιρες αντιδράσεις για την πρόληψη της βίας».[22]
Άρθρο του 2021 από τοπική πηγή ειδήσεων που επικαλείται έναν εκπρόσωπο της κυβέρνησης της Πολιτείας Lagos, έγραψε ότι «υπάρχουν νόμοι και ότι η βία λόγω διαφορών σε θέματα γης δεν θα συγχωρεθεί ποτέ». Το ίδιο άρθρο σημείωνε ότι ο νόμος για την αρπαγή γης της Πολιτείας Lagos θεσπίστηκε «για να απαγορεύσει τη βίαιη είσοδο και την παράνομη κατάληψη γαιοκτημάτων, καθώς και τις βίαιες και δόλιες συμπεριφορές σε σχέση με τα γαιοκτήματα».[23]
Η ικανότητα της κυβέρνησης της Νιγηρίας να προστατεύει τα ανθρώπινα δικαιώματα υπονομεύεται σε ορισμένες πολιτείες από την επικρατούσα ανασφάλεια, π.χ. τα κράτη που πλήττονται από τις συγκρούσεις μεταξύ κτηνοτρόφων και αγροτών, τη βία που σχετίζεται με την Boko Haram και τη γενική εγκληματικότητα.[24] Σύμφωνα με πληροφορίες, οι κρατικές δυνάμεις ασφαλείας στη βορειοανατολική περιοχή ήταν υπερτεταμένες λόγω της εξέγερσης της Boko Haram/ISWAP και, ως εκ τούτου, βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στις τοπικές πολιτοφυλακές και ομάδες επαγρύπνησης. Η ανομία και η έλλειψη αστυνόμευσης έχουν περιγράφει ως βασικοί παράγοντες για την αύξηση των ληστειών ή της εγκληματικής βίας. Η πρόσφατη εισαγωγή του νόμου για την αστυνομία της Νιγηρίας 2020 συνδέεται με μακροχρόνιες εκκλήσεις για αστυνομική μεταρρύθμιση.[25]
Επιπλέον, οι μακροχρόνιες κριτικές προς τις δυνάμεις ασφαλείας της Νιγηρίας αφορούσαν τη διαφθορά και τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.[26]
Το νομικό και δικαστικό σύστημα της Νιγηρίας είναι ένα μικτό σύστημα που βασίζεται σε διάφορες πηγές και, ως εκ τούτου, είναι εξαιρετικά περίπλοκο. Η πρόσβαση στο δικαστικό σύστημα στη Νιγηρία για πολλούς πολίτες παρεμποδίζεται από το υψηλό κόστος της προσφυγής στο δικαστήριο. Επιπλέον, το δικαστικό σύστημα καθίσταται γενικά αναποτελεσματικό λόγω μεγάλου φόρτου υποθέσεων, της έλλειψης χρηματοδότησης και της χαμηλής ικανότητας ανθρώπινου δυναμικού, γεγονός που οδηγεί σε εξαιρετικά μεγάλους χρόνους διεκπεραίωσης. Αναφέρεται επίσης εκτεταμένη διαφθορά. Το 2017, το UNODC ανέφερε ότι οι δικαστικοί υπάλληλοι στη Νιγηρία αντιπροσώπευαν τη δεύτερη πιο εύκολα επηρεασμένη ομάδα αξιωματούχων όσον αφορά τον κίνδυνο δωροδοκίας.[27]
Με βάση τα ανωτέρω στοιχεία, μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι σε μέρη της χώρας, η ικανότητα του νιγηριανού κράτους να παρέχει προστασία είναι περιορισμένη, ιδιαίτερα στις πολιτείες που πλήττονται σημαντικά από τη βία που σχετίζεται με τη Boko Haram. Το κράτος της Νιγηρίας και οι θεσμοί του μπορεί επίσης να αποδειχθούν απρόσιτοι ή αναποτελεσματικοί σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως όταν πρόκειται για υποθέσεις περιουσιακών διαφορών. Ωστόσο, ο τόπος συνήθους διαμονής του Αιτητή δεν εμφανίζει κάποιο από τα ανωτέρω χαρακτηριστικά, ενώ σημαντικό στοιχείο το οποίο πλήττει και πάλι την αξιοπιστία των ισχυρισμών του αποτελεί το γεγονός ότι ο Αιτητής ισχυρίστηκε πώς ουδέποτε απευθύνθηκε στις κρατικές αρχές της χώρας του. Γενικότερα φρονώ από τα ενώπιον μου στοιχεία και τις αναφορές του Αιτητή ότι ο ίδιος δεν προχώρησε σε οποιαδήποτε ενέργεια προς επίλυση της οικογενειακής περιουσιακής διαφοράς που είχε με τους θείους του. Το βάρος παραμένει στον Αιτητή να αποδείξει γιατί το κράτος δεν είναι πρόθυμο και ικανό να του παρέχει αποτελεσματική προστασία, στοιχείο το οποίο δεν προκύπτει από τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης καθότι ο ίδιος ήταν απρόθυμος να απευθυνθεί στις αρμόδιες αρχές της χώρας του.
Συνεπακόλουθα και λαμβανόμενου υπόψιν ότι ορθώς η εσωτερική αξιοπιστία των ουσιωδών πραγματικών περιστατικών στην περίπτωση του Αιτητή δεν έγινε αποδεκτή, το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν στοιχειοθετείται το στοιχείο του βάσιμου φόβου δίωξης στην περίπτωσή του. Συνεπώς, οι ισχυρισμοί του Αιτητή που ορθώς έγιναν αποδεκτοί από τον αρμόδιο λειτουργό, ήτοι τα προσωπικά στοιχεία και ο τόπος συνήθους διαμονής του Αιτητή, δεν σχετίζονται με τους λόγους που προβλέπονται από τη Σύμβαση της Γενεύης του 1951 (δίωξη λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, συμμετοχής σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα ή πολιτικών πεποιθήσεων) και δεν αποτελούν βάση για την αναγνώριση ενός προσώπου ως πρόσφυγα. Ούτε προκύπτει ότι η βλάβη που επικαλείται είναι αρκούντως σοβαρή λόγω της φύσης ή της επανάληψης των επαπειλούμενων περιστατικών, ώστε να συνιστά σοβαρή παραβίαση βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων (βλ. άρθρο 3Γ Περί Προσφύγων Νόμου).
Πέραν των ως άνω αναφερθέντων σημείων αναξιοπιστίας τα οποία κρίνω ότι πλήττουν ανεπανόρθωτα την εσωτερική αξιοπιστία του Αιτητή επισημάνω ότι σε κάθε περίπτωση, οι ισχυρισμοί του Αιτητή περί κινδύνου λόγω ιδιωτικής διαφοράς και δίωξης από τους θείους του, αφενός μεν δεν κρίθηκαν αξιόπιστοι, αφετέρου δε, στοιχειοθετούν την έννοια της ιδιωτικής διαφοράς, οι δε ιδιωτικές διαφορές καταρχήν δεν σχετίζονται προς τους λόγους που προβλέπονται από τη Σύμβαση της Γενεύης του 1951 (δίωξη λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, συμμετοχής σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα ή πολιτικών πεποιθήσεων) και δεν αποτελούν βάση για την αναγνώριση ενός προσώπου ως πρόσφυγα. Ούτως ή άλλως, ο Αιτητής θα μπορούσε να αναζητήσει προστασία από τις αρχές της χώρας καταγωγής του. Ούτε προκύπτει ότι η βλάβη που επικαλείται είναι αρκούντως σοβαρή λόγω της φύσης ή της επανάληψής των επαπειλούμενων περιστατικών, ώστε να συνιστά σοβαρή παραβίαση βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων (βλ. άρθρο 3Γ Περί Προσφύγων Νόμου).
Από το περιεχόμενο του Διοικητικού φακέλου και τα ως άνω αναφερθέντα δεν συντρέχει καμία από τις ως άνω βασικές προϋποθέσεις του Περί Προσφύγων Νόμου ώστε να αναγνωριστεί στο πρόσωπο του Αιτητή το καθεστώς του Πρόσφυγα σύμφωνα με το άρθρο 3 του ιδίου Νόμου. Από τα όσα επικαλείται ο Αιτητής δεν πιθανολογείται ευλόγως ότι θα στοχοποιηθεί σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής του και θα κινδυνεύσει με δίωξη, όπως αυτή ορίζεται στα άρθρα 1 Α παρ. 2 της Σύμβασης της Γενεύης και 9 της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ (αναδιατύπωση). Ούτε η πιθανολογούμενη δίωξη που επικαλείται εμπίπτει στην έννοια του πρόσφυγα όπως ορίζεται στα άρθρα 1 Α παρ. 2 της Σύμβασης της Γενεύης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων. Περαιτέρω, οι πιθανολογούμενες βλάβες από τις οποίες θα κινδυνεύσει ο Αιτητής δεν αφορούν στη διακινδύνευση της ζωής, της σωματικής ακεραιότητας, της προσωπικής ελευθερίας και της αξιοπρέπειάς του, δηλαδή δεν συνιστούν πράξεις «δίωξης», κατά την έννοια του νόμου. Τέλος, δεν αποδεικνύεται η ύπαρξη υπευθύνου δίωξης ή σοβαρής βλάβης.
Από το περιεχόμενο του Διοικητικού φακέλου και τα ως άνω αναφερθέντα το Δικαστήριο καταλήγει ότι δεν προκύπτει στην περίπτωση του Αιτητή οποιοσδήποτε βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης στη χώρα καταγωγής του για κάποιον από τους πέντε (5) λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο άρθρο 3 (1) του περί Προσφύγων Νόμου, αφού η Υπηρεσία Ασύλου στην Έκθεση/Εισήγηση, αξιολόγησε κάθε ισχυρισμό του και για τους λόγους που εκτενώς καταγράφηκαν στην εισήγησή της, εύλογα κατέληξε στο συμπέρασμα, ότι ο Αιτητής δεν θα υποστεί δίωξη σε περίπτωση επιστροφής του στην χώρα καταγωγής του, υπό την έννοια του άρθρου 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου.
Ούτε στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας ο Αιτητής ήταν σε θέση να τεκμηριώσει βάσιμο φόβο δίωξης στη βάση των ισχυρισμών του περί κινδύνου από τους θείους του ανατρέποντας στην ουσία τα συμπεράσματα των Καθ' ων η αίτηση, έστω και χωρίς να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία, επικαλούμενος συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που να του προκαλούν κατά τρόπο αντικειμενικώς αιτιολογημένο, φόβο δίωξης στη χώρα του για έναν από τους λόγους που αναφέρει το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου (Βλ. επίσης νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, αποφάσεις αρ. 1093/2008, 817/2009 και 459/2010).
Επιπρόσθετα, ούτε στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας εμπίπτει ο Αιτητής, το οποίο δίδεται όταν ο αιτητής πρόκειται να αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα ιθαγένειας του. Για τη διαπίστωση αυτού του πραγματικού κινδύνου θα πρέπει να υπάρχουν, όπως ρητά προνοεί το άρθρο 19(1), «ουσιώδεις λόγοι». Περαιτέρω, σοβαρή βλάβη ή σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη κατά το εδάφιο (2) του άρθρου 19, σημαίνει κίνδυνο αντιμετώπισης θανατικής ποινής, βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας, παραβίασης ανθρωπίνου δικαιώματος, τόσο κατάφωρης ώστε να ενεργοποιούνται οι διεθνείς υποχρεώσεις της Δημοκρατίας ή να υπάρχει απειλή κατά της ζωής, της ασφάλειας ή της ελευθερίας ως αποτέλεσμα άσκησης αδιάκριτης βίας λόγω συνθηκών ένοπλής σύγκρουσης ή συστηματικών και γενικευμένων παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν ως προς την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: το ΔΕΕ) επεσήμανε σε πρόσφατη απόφασή του ότι συνιστούν «[.]μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (βλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών.» (ΔΕΕ, C-901/19,ημερομηνίας 10/06/2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland, σκέψη 43).
Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (στο εξής: το ΕΔΔΑ) στην απόφασή του Sufi and Elmi (ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών 8319/07και 11449/07, ημερομηνίας 29/11/2011), αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.
Όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως η χαρακτηρίζουσα βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές, οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας» (Βλ. απόφαση στην C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji – Staatssecretaris van Justitie, ημερομηνίας 17/12/2009). Ιδίως ως προς την εφαρμογή της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας, το ΔΕΕ στην ως άνω απόφαση διευκρίνισε ότι «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας».
Σύμφωνα με τα όσα ο Αιτητής δήλωσε, ο τόπος που αναμένεται να επιστρέψει είναι η πόλη Umunze, της πολιτείας Anambra, όπου διέμενε και εργαζόταν πριν την αναχώρησή του από τη χώρα καταγωγής του. Λαμβάνοντας υπόψιν τα δεδομένα ασφαλείας του εν λόγω τόπου, όπως προκύπτουν από επικαιροποιημένες διεθνείς πηγές, παρατηρώ τα ακόλουθα:
Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED τη χρονική περίοδο 08/11/2023 – 08/11/2024 καταγράφηκαν στην Πολιτεία Anambra 165 περιστατικά ασφαλείας στα οποία χάθηκαν 158 ανθρώπινες ζωές.[28] Ειδικότερα, στην πόλη Umunze, τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή, τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο καταγράφηκαν 2 περιστατικά τα οποία κατηγοριοποιήθηκαν ως 1 μάχη (battle) η οποία είχε ως αποτέλεσμα 2 απώλειες σε ανθρώπινες ζωές, και 1 περιστατικό βίας κατά πολιτών (violence against civilians) χωρίς οποιεσδήποτε απώλειες.[29] Σημειώνεται ότι ο πληθυσμός της πολιτείας Anambra, σύμφωνα με εκτιμήσεις (2022) ανερχόταν στα 5,953,500 κατοίκους.[30]
Στη βάση των ανωτέρω πληροφοριών, καταλήγω ότι δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα ο Αιτητής να αντιμετωπίσει κίνδυνο σοβαρής βλάβης καθότι τα περιστατικά ασφαλείας στην περιοχή όπου διέμενε και στην οποία εύλογα αναμένεται να επιστρέψει, δεν είναι τέτοιας συχνότητας ή έντασης ώστε να διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του στην περιοχή. Περαιτέρω, δεν υφίστανται ιδιαίτερες περιστάσεις που θα μπορούσαν να επιτείνουν τον κίνδυνο που πιθανό να διατρέξει ο Αιτητής ειδικά σε σύγκριση με τον γενικό πληθυσμό της περιοχής, στη βάση της «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας» και λαμβανομένης υπόψη της φύσεως των περιστατικών που καταγράφηκαν, ως εκτίθενται πιο πάνω (βλ. και ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.6.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland).
Με βάση το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου και αφού εξέτασα, τόσο τη νομιμότητα, όσο και την ουσία της παρούσης, καταλήγω ότι το αίτημα του Αιτητή εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και εύλογα η Υπηρεσία Ασύλου απέρριψε την αίτησή του. Ορθά η Διοίκηση, κατέληξε ότι τα γεγονότα της υπό εξέταση περίπτωσης δε στοιχειοθετούσαν τις αναγκαίες προϋποθέσεις για να αναγνωριστεί στον Αιτητή το καθεστώς του πρόσφυγα, ως προβλέπεται στα άρθρα 3-3Δ του Νόμου, αφού δεν τεκμηριώθηκε βάσιμος φόβος δίωξης, για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, ούτε το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας που προβλέπεται στο άρθρο 19 του Νόμου, αφού αυτός «δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο ότι θα υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη, ως καθορίζεται στο άρθρο 19(2)».
Η έρευνα είναι επαρκής εφόσον εκτείνεται στη διερεύνηση κάθε γεγονότος που σχετίζεται με το θέμα που εξετάζεται. Το κριτήριο για την πληρότητα της έρευνας έγκειται στη συλλογή και τη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων τα οποία παρέχουν ασφαλή συμπέρασμα. (Βλέπε Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών κ.α., Α.Ε. 1518/1.11.96, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζάμπογλου, Α.Ε. 1575/14.7.97 , Α.Ε.2371, Motorways Ltd v Δημοκρατίας ημερ. 25/6/99). Είναι εμφανές πως, η Υπηρεσία Ασύλου διενήργησε τη δέουσα έρευνα όλων των ζητημάτων που έθεσε ο Αιτητής ενώπιον της. Οι Καθ' ων η αίτηση συνεκτίμησαν και αξιολόγησαν όλα τα στοιχεία που είχαν ενώπιον τους, προτού καταλήξουν στην προσβαλλόμενη απόφαση.
Περαιτέρω, η λειτουργός παρείχε επαρκή αιτιολογία για το λόγο μη υπαγωγής του Αιτητή στο καθεστώς διεθνούς προστασίας. Η δε αιτιολογία συμπληρώνεται και από το περιεχόμενο του Διοικητικού Φακέλου, ιδίως δε την αίτηση του Αιτητή για διεθνή προστασία, το πρακτικό της συνέντευξης και την εισήγηση του λειτουργού. (Παναγιωτίδης v. Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων κ.ά. (1998) 3 ΑΑΔ 342, Θ. Χριστοφή & Σία Λτδ v. Yπουργού Οικονομικών κ.ά. (1998) 3 ΑΑΔ 427),
Τέλος, σημειώνεται ότι το Διάταγμα του Υπουργού Εσωτερικών ημερομηνίας 31.05.2024 (Κ.Δ.Π. 191/2024) με το οποίο η χώρα καταγωγής του Αιτητή ορίζεται ως ασφαλής χώρα ιθαγένειας, χωρίς εν προκειμένω αυτός να έχει προβάλει οποιουσδήποτε ισχυρισμούς/στοιχεία που αφορούν προσωπικά στον ίδιο και οι οποίοι να ανατρέπουν το τεκμήριο περί ασφαλούς χώρας ιθαγένειας. Στην αξιολόγηση αυτή λαμβάνεται υπόψη και η ικανότητα του κράτους να παρέχει προστασία στους πολίτες της από παραβιάσεις των δικαιωμάτων τους (βλ. άρθρο 12Βτρις(2) του περί Προσφύγων Νόμου). Ο Αιτητής δεν κατόρθωσε να ανατρέψει αυτό το τεκμήριο, ενώ υπενθυμίζεται, σχετικά, ότι η διεθνής προστασία αποτελεί προστασία δευτερεύουσα εκείνης της χώρας καταγωγής.
Η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με €1000 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.
Δ.ΚΑΤΣΑΡΙΔΗΣ , Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] JK and Others v Sweden Αριθμός Υπόθεσης 59166/12 ημερ.23 Αυγούστου 2016 Παρ. 93
[2] ΕΔΔΑ, J.K. και λοιποί κατά Σουηδίας, ό.π. υποσημείωση 20. Βλ. επίσης ΕΔΔΑ, απόφαση της 10ης Σεπτεμβρίου 2015, RH κατά Σουηδίας, προσφυγή αριθ. 4601/14, σκέψη 58· ΕΔΔΑ, απόφαση της 20ης Ιουλίου 2010, N κατά Σουηδίας, προσφυγή αριθ. 23505/09, σκέψη 53· ΕΔΔΑ, απόφαση της 9ης Μαρτίου 2010, RC κατά Σουηδίας, προσφυγή αριθ. 41827/07, σκέψη 50.
[3] Άρθρο 13 του περί Προσφύγων Νόμου.
[4] M. Κατά Minister for Justice, Equality and Law Reform, Ιρλανδίας, Attorney General, C‑277/11 22ας Νοεμβρίου 2012 υποσημείωση 82, σκέψη 65.
[5] Υπόθεση ΔΕΕ C‑199/12 to C‑201/12, Y and Z, 7 Νοεμβρίου 2013 Παρ.. 76
[6] Βλ. 3Γ (1) Ο περί Προσφύγων Νόμος του 2000 (6(I)/2000)
[7] USDOS, Country Report on Human Rights Practices for 2022 – Nigeria, 20 March 2023, σελ.31, available at: https://www.state.gov/wp-content/uploads/2023/03/415610_NIGERIA-2022-HUMAN-RIGHTS-REPORT.pdf [Ημερομηνία Πρόσβασης: 11/11/2024]
[8] USDOS, Country Report on Human Rights Practices for 2022 – Nigeria, 20 March 2023, σελ. 32, available at: https://www.state.gov/wp-content/uploads/2023/03/415610_NIGERIA-2022-HUMAN-RIGHTS-REPORT.pdf [Ημερομηνία Πρόσβασης: 11/11/2024]
[9] Freedom House, Freedom in the World 2023 – Nigeria, 9 March 2023, available at: https://freedomhouse.org/country/nigeria/freedom-world/2023 [Ημερομηνία Πρόσβασης: 11/11/2024]
[10] IOM, Nigeria Crisis Response Plan 2023, 30 January 2023, σελ. 4, available at: https://crisisresponse.iom.int/sites/g/files/tmzbdl1481/files/appeal/pdf/2023_Nigeria_Crisis_Response_Plan_2023.pdf [Ημερομηνία Πρόσβασης: 11/11/2024]
[11] GCR2P, Atrocity Alert No. 348: Nigeria, Democratic Republic of the Congo and the Protection of Civilians, 24 May 2023, available at: https://www.globalr2p.org/publications/atrocity-alert-no-348/ [Ημερομηνία Πρόσβασης: 11/11/2024]
[12] IOM, Nigeria Crisis Response Plan 2023, 30 January 2023, σελ.4, available at: https://crisisresponse.iom.int/sites/g/files/tmzbdl1481/files/appeal/pdf/2023_Nigeria_Crisis_Response_Plan_2023.pdf [Ημερομηνία Πρόσβασης: 11/11/2024]
[13] Guardian (The), Four die in land dispute, community clash in Enugu, 14 August 2023, available at: https://guardian.ng/news/four-die-in-land-dispute-community-clash-in-enugu/ ; People’s Gazette, Six killed over land dispute in fresh communal clash in Anambra, 7 February 2023, available at: https://gazettengr.com/six-killed-over-land-dispute-in-fresh-communal-clash-in-anambra/ ; Vanguard, Land dispute: 2 killed, many wounded as Delta communities resume hostilities, 7 January 2022 , available at: https://www.vanguardngr.com/2022/01/land-dispute-2-killed-many-wounded-as-delta-communities-resume-hostilities/ ; Vanguard, Land dispute: Pastor, 2 others, killed as Delta communities renew hostilities, 12 October 2022, available at: https://www.vanguardngr.com/2022/10/land-dispute-pastor-2-others-killed-as-delta-communities-renew-hostilities/ , Vanguard, 4 die in communal land dispute in Enugu, 13 August 2023, available at: https://www.vanguardngr.com/2023/08/4-die-in-communal-land-dispute-in-enugu/#google_vignette [Ημερομηνία Πρόσβασης: 11/11/2024]
[14] Punch Nigeria, Communal clashes: Cross River govt sacks monarchs, takes over land, 28 June 2022, available at: https://punchng.com/communal-clashes-%EF%BB%BFcross-river-govt-sacks-monarchs-takes-over-land/ [Ημερομηνία Πρόσβασης: 11/11/2024]
[15] Vanguard, Land dispute: Pastor, 2 others, killed as Delta communities renew hostilities, 12 October 2022 , available at: https://www.vanguardngr.com/2022/10/land-dispute-pastor-2-others-killed-as-delta-communities-renew-hostilities/ [Ημερομηνία Πρόσβασης: 11/11/2024]
[16] Daily Post, Anambra community resolves land dispute, pacifies angry youths, 2 June 2023, available at: https://dailypost.ng/2023/06/02/anambra-community-resolves-land-dispute-pacifies-angry-youths/ [Ημερομηνία Πρόσβασης: 11/11/2024]
[17] HumAngle, Once Intimate, Two Adamawa Communities Torn Apart By Land Dispute, 19 February 2023, available at: https://humanglemedia.com/once-intimate-two-adamawa-communities-torn-apart-by-land-dispute/ [Ημερομηνία Πρόσβασης: 11/11/2024]
[18] Abada, M.I., and Omeh, H.P., Land Management and Violent Conflict in Ebonyi State, Nigeria, University of Nigeria Journal of Political Economy, 26 December 2022, σελ. 341, available at: https://unjpe.com/index.php/UNJPE/article/view/198/188 [Ημερομηνία Πρόσβασης: 11/11/2024]
[19] Ό.π.
[20] Reardon, C., et al., Can Mediation Reduce Violence? The Effects of Negotiation Training for Local Leaders in North Central Nigeria. Washington, DC: Mercy Corps, April 2022, σελ. 15, available at: https://www.mercycorps.org/sites/default/files/2022-04/Can-Mediation-Reduce-Violence-Full-Report.pdf [Ημερομηνία Πρόσβασης: 11/11/2024]
[21] WWJMRD, The Traditional Methods of Land Dispute Settlement in Afikpo (Ehugbo), Nigeria Vis-À-Vis Court Proceedings, December 2021, σελ. 37, available at: https://wwjmrd.com/upload/the-traditional-methods-of-land-dispute-settlement-in-afikpo-ehugbo-nigeria-vis--vis-court-proceedings_1640605166.pdf [Ημερομηνία Πρόσβασης: 11/11/2024]
[22] USIP, How to calm violent crises? Nigeria has an idea, 4 June 2021, available at: https://www.usip.org/publications/2021/06/how-calm-violent-crises-nigeria-has-idea [Ημερομηνία Πρόσβασης: 11/11/2024]
[23] Guardian (The), Lagos warns against use of land grabbers, violence in property dispute, 23 April 2021, available at: https://guardian.ng/news/lagos-warns-against-use-of-land-grabbers-violence-in-property-dispute/ [Ημερομηνία Πρόσβασης: 11/11/2024]
[24] Georgetown Journal of International Affairs (2021), 'The Failure of Governance in Nigeria: An Epistocratic Challenge', available at: The Failure of Governance in Nigeria: An Epistocratic Challenge - Georgetown Journal of International Affairs [Ημερομηνία Πρόσβασης: 11/11/2024]
[25] Center of Strategic and International Studies (2020), Conduct is the Key: Improving Civilian Protection in Nigeria', available at: Conduct Is the Key: Improving Civilian Protection in Nigeria (csis.org) [Ημερομηνία Πρόσβασης: 11/11/2024]
[26] USDOS, 2021 Country Reports on Human Rights Practices: Nigeria, available at: US DOS (2021), 'Nigeria', available at: Nigeria - United States Department of State [Ημερομηνία Πρόσβασης: 11/11/2024]
[27] European Asylum Support Office (2018), 'Nigeria: Actors of Protection', available at: 2018_EASO_COI_Nigeria_ActorsofProtection.pdf (europa.eu), σελ.33, [Ημερομηνία Πρόσβασης: 11/11/2024]
[28] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/ (βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Event Types (Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests) DATE RANGE: 08/11/2023 – 08/11/2024, REGION: Africa, COUNTRY: Nigeria, ADMIN UNIT: Anambra State) [Ημερομηνία Πρόσβασης: 12/11/2024]
[29] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/ (βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Event Types (Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests) DATE RANGE: 08/11/2023 – 08/11/2024, REGION: Africa, COUNTRY: Nigeria, ADMIN UNIT: Anambra State, LOCATION: Umunze) [Ημερομηνία Πρόσβασης: 12/11/2024]
[30] City Population, https://www.citypopulation.de/en/nigeria/admin/NGA004__anambra/ [Ημερομηνία Πρόσβασης: 12/11/2024]
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο