ΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ: U.S.E, Νομική Αρωγή Αρ. 02/24, 7/11/2024
print
Τίτλος:
ΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ: U.S.E, Νομική Αρωγή Αρ. 02/24, 7/11/2024

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ 

                                                                    

Νομική Αρωγή Αρ. 02/24

 

 07 Νοεμβρίου, 2024 

[Δ. ΚΑΤΣΑΡΙΔΗΣ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΑΡ.1 ΤΟΥ 2003, ΩΣ ΕΧΕΙ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΕΙ ΚΑΙ ΤΟΥΣ

ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 2002 ΜΕΧΡΙ 2019

 

ΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ:

 

U.S.E

                                                                                                              Αιτήτρια

......................

 

 

Η Αιτήτρια εμφανίζεται προσωπικά

Σ. Πιτσιλλίδου (κα) για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Δ. Κατσαρίδης, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.:  Η Αιτήτρια με την αίτησή του ημερομηνίας 15/01/2024, αιτείται την παροχή δωρεάν νομικής αρωγής για την καταχώριση προσφυγής δυνάμει του άρθρου 146 του Συντάγματος, εναντίον της απόφασης του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 26/06/2023, η οποία κοινοποιήθηκε στην Αιτήτρια στις 13/07/2023  και με την οποία απορρίπτεται η αίτησή της για χορήγηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.

 

 

Γεγονότα

 

Τα γεγονότα της υπόθεσης, όπως προκύπτουν από το γραπτό σημείωμα που καταχώρισε η ευπαίδευτη συνήγορος που εμφανίζεται για το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας και από τα τεκμήρια που επισυνάπτονται σε αυτό, έχουν ως ακολούθως:

Η Αιτήτρια είναι υπήκοος της Νιγηρίας και συμπλήρωσε αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας στις 13.10.2020 αφού εισήλθε παράτυπα στην Κυπριακή Δημοκρατία  από τις μη ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές.  Στις 29.07.2021 η Αιτήτρια παρέλαβε βεβαίωση υποβολής αιτήματος Διεθνούς Προστασίας. Στις 18.05.2023 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου. Στις 15.06.2023, ο/η αρμόδια λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου ετοίμασε έκθεση/εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου σχετικά με το αίτημα της Αιτήτριας. Στη συνέχεια, ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου ενέκρινε την Εισήγηση για απόρριψη της αίτησης ασύλου της Αιτήτριας ήτοι στις 26.06.2023. Στις 13.07.2023 η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε απορριπτική επιστολή μαζί με την αιτιολόγηση της απόφασης της, σχετικά με το αίτημα της Αιτήτριας, η οποία παραλήφθηκε και υπογράφθηκε ιδιοχείρως από αυτήν ήτοι στις 13.07.2023. Η  Αιτητής υπέβαλε την παρούσα αίτηση στις 15.01.2024.

Η Αιτήτρια έχει ήδη καταχωρήσει την Προσφυγή υπό αριθμό 2553/23 κατά της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου για την οποία αιτείται νομική αρωγή δια της παρούσας αιτήσεως.

 

Νομικό Πλαίσιο

 

Η παρούσα αίτηση στηρίζεται στους περί Νομικής Αρωγής Διαδικαστικούς Κανονισμούς (Αρ.1) του 2003 και στον περί Νομικής Αρωγής Νόμο του 2002, Ν. 165(Ι)/2002 και συγκεκριμένα στις διατάξεις του άρθρου 6Β(2)(α) και 6Β(2)(ββ) του σχετικού Νόμου, το οποίο ορίζει τα ακόλουθα: «6Β.(1) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου και του άρθρου 8-

 

(2) Παρέχεται δωρεάν νομική αρωγή σε αιτητή διεθνούς προστασίας, ο οποίος ασκεί προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου, δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 146 του Συντάγματος - [■] (α) Κατά δυσμενούς απόφασης του Προϊσταμένου επί της αίτησης διεθνούς προστασίας του εν λόγω αιτητή, την οποία απόφαση ο Προϊστάμενος έλαβε δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 5, 12Βδις, 12Βτετράκις, 12Δ ή 13 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, ή

 

υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

 

(αα) Η δωρεάν νομική αρωγή αφορά μόνο την πρωτοβάθμια εκδίκαση της προσφυγής ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 146 του Συντάγματος, και όχι την εκδίκαση έφεσης ενώπιον του Ανώτατου Δικαστηρίου κατά της δικαστικής απόφασης η οποία εκδίδεται στα πλαίσια της εν λόγω πρωτοβάθμιας εκδίκασης, ούτε άλλο ένδικο μέσο και

(ββ) κατά την κρίση του Διοικητικού Δικαστηρίου, η προσφυγή έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας:

 

Νοείται ότι οι διατάξεις της παραγράφου (ββ) εφαρμόζονται χωρίς να περιορίζουν αυθαίρετα την παροχή της δωρεάν νομικής αρωγής και χωρίς να εμποδίζεται η ουσιαστική πρόσβαση του αιτητή διεθνούς προστασίας στη δικαιοσύνη.»

Σε περιπτώσεις ως η παρούσα θα πρέπει να ληφθεί υπόψη το δικαίωμα του αιτητή να έχει πρόσβαση στην δικαιοσύνη, όμως το Δικαστήριο καλείται να εξετάσει την αίτηση με βάση το υλικό που έχει ενώπιον του χωρίς να δίδονται νομικές αρωγές ανεξέλεγκτα σε υποθέσεις που δεν έχουν πιθανότητες επιτυχίας.

Κατά την εξέταση των εκατέρωθεν ισχυρισμών το Δικαστήριο προβαίνει σε εκ πρώτης όψεως εξέταση της υπόθεσης, χωρίς βεβαίως να αποφασίζεται οριστικά η τύχη της προσφυγής που σε κάθε περίπτωση έχει δικαίωμα να καταχωρήσει ο αιτητής. Το αποτέλεσμα δε της παρούσας δεν επηρεάζει κατ’ ουδένα λόγο την τελική έκβαση της προσφυγής που πιθανόν να καταχωρηθεί από τον αιτητή (βλέπε μεταξύ άλλων Durgo Man ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 278/09, ημ. 15/07/2009, καθώς και Baghour και Roud Gad, υπόθ. αρ.7/11 και 8/11, ημ.28/03/2011 ).

Ιδιαίτερα σχετικό με την φύση της παρούσας διαδικασίας είναι το κάτωθι απόσπασμα από την απόφαση επί της Αιτήσεως από KAUR, Αίτηση Νομικής Αρωγής Αρ. 17/2019, ημ.27/02/19, όπου ο τότε Δικαστής Ανωτάτου Δικαστηρίου κ. Ναθαναήλ ανέφερε ότι «Η περί Νομικής Αρωγής νομοθεσία θα πρέπει να ερμηνεύεται υπό το φως τόσο της φιλοσοφίας αυτής, όσο και υπό το φως των διατάξεων του περί Προσφύγων Νόμου και τη νομοθεσία περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης.».  Λαμβάνεται υπόψη δε ότι το Δικαστήριο τούτο έχει εξουσία να εξετάσει τυχόν προσφυγή κατά απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου και επί της ουσίας και από τούδε και στο εξής (ex nunc) και όχι μόνο επί της νομιμότητας. Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρ. 11 (5) του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018, το παρόν Δικαστήριο «[...] λαμβάνει υπόψη και σχετικά γεγονότα και ισχυρισμούς του προσφεύγοντος που δεν λήφθηκαν υπόψη κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης ή πράξης, είτε αυτά είναι προγενέστερα είτε είναι μεταγενέστερα αυτής.»

 

Στην απόφαση επί της αιτήσεως Νομικής Αρωγής αρ.31/2013, SΙNGH KHUSHWANT του Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου κ. Λιάτσου αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:

« Κατ' ακολουθία του άρθρου 6Β(2) του Νόμου, παρέχεται δωρεάν νομική αρωγή σε αιτητή ασύλου, ο οποίος ασκεί προσφυγή ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, μεταξύ άλλων, κατά δυσμενούς απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων επί διοικητικής προσφυγής, την οποία ο αιτητής ασύλου άσκησε ενώπιον της, και η οποία προσφυγή αφορούσε δυσμενή απόφαση.

Πρέπει να συνυπάρχουν οι προϋποθέσεις που θέτει το πιο πάνω άρθρο του Νόμου, προκειμένου να γίνει αποδεκτό αίτημα για παροχή δωρεάν νομικής αρωγής, μεταξύ των οποίων, η πιθανότητα να εκδοθεί θετική δικαστική απόφαση στα πλαίσια της πρωτοβάθμιας εκδίκασης της προσφυγής. Όπως νομολογιακά έχει αποφασιστεί, ο Νόμος δίνει ευρεία διακριτική ευχέρεια στο Δικαστήριο να αποφασίσει, κατά πόσον «είναι πιθανό να εκδοθεί θετική δικαστική απόφαση». Είναι, επίσης, πάγια γραμμή της Νομολογίας, ότι ο Αιτητής δεν πρέπει να στερείται, χωρίς επαρκή λόγο, του δικαιώματος του να ακουστεί η προσφυγή του από το Ανώτατο Δικαστήριο, έχοντας τη βοήθεια συνηγόρου. Από την άλλη, όμως, δεν είναι επιτρεπτή η παροχή νομικής αρωγής ανεξέλεγκτα, με συνακόλουθο την σπατάλη δημοσίου χρήματος με την καταχώρηση προσφυγών, οι οποίες δεν έχουν πιθανότητα επιτυχίας.

 

Το όλο ζήτημα, στην προσπάθεια του Δικαστηρίου να καταλήξει στη βασιμότητα αιτήματος παροχής νομικής αρωγής, εξετάζεται στη βάση του υλικού που τίθεται ενώπιον του. Στην προκειμένη περίπτωση, εφόσον, βεβαίως, δεν έχει καταχωρηθεί ακόμη προσφυγή, θα πρέπει να εξεταστεί στη βάση της ίδιας της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερομηνίας 31/10/2013, η οποία βρίσκεται στον φάκελο του Δικαστηρίου και, έχοντας πάντα κατά νου τις νομικές αρχές που καλύπτουν το ζήτημα και τις τοποθετήσεις των δύο πλευρών. Παρεμβάλλω ότι είναι βασική αρχή πως το Δικαστήριο, εξετάζοντας αιτήσεις αυτής της μορφής και ασκώντας την ευρεία διακριτική του εξουσία, δεν προβαίνει σε οριστικά συμπεράσματα ως προς το αποτέλεσμα της ίδιας της προσφυγής, αλλά παραμένει στην πιθανολόγηση έκδοσης θετικής απόφασης. Η λέξη «πιθανό» που χρησιμοποιείται στην υποπαράγραφο (ββ) του άρθρου 6Β του Νόμου, αντικρίζεται σε αποκλειστική συνάρτηση προς τα διαλαμβανόμενα στο διοικητικό δίκαιο και υπό το φως του αντικειμένου μιας προσφυγής, η εξέταση της οποίας δεν οδηγεί σε απόφαση επί της ουσίας, αλλά αναθεωρείται μόνο η διοικητική πράξη, σύμφωνα με τις αρχές του διοικητικού δικαίου, χωρίς να εκτείνεται στην υποκατάσταση της διοικητικής απόφασης. Όπως έχει τονιστεί στην Υπόθεση Αρ. Αίτησης νομικής Αρωγής 12/2010, Mohammad Ismail ημερομηνίας 13/5/2010: «με άλλα λόγια, για να είναι πιθανό να εκδοθεί θετική δικαστική απόφαση' θα πρέπει από μια πρώτη θεώρηση της προσφυγής, με αναφορά στα γεγονότα και το νομικό υπόβαθρό της, να διαφαίνεται η ύπαρξη ενός ή περισσοτέρων εκ των λόγων για τους οποίους το Αναθεωρητικό Δικαστήριο δικαιούται να ακυρώσει διοικητική πράξη.» Τελικό, λοιπόν, κριτήριο είναι η πιθανότητα έκδοσης θετικής δικαστικής απόφασης και, κατά την εξέταση μιας τέτοιας πιθανότητας, το Δικαστήριο δεν αποφασίζει για την οριστική τύχη της προσφυγής, αλλά, όπως είναι καθήκον του, σταθμίζει τα ενώπιον του στοιχεία, προκειμένου να κρίνει κατά πόσον οι απαραίτητες προϋποθέσεις του Νόμου ικανοποιούνται, για να συνεκτιμήσει την πιθανότητα έκδοσης θετικής δικαστικής απόφασης στην αναμενόμενη να καταχωρηθεί προσφυγή»

 

Στην Αιτήτρια παραδόθηκε το σημείωμα του Γενικού Εισαγγελέα, της δόθηκε η ευκαιρία να αναφέρει οτιδήποτε επιθυμεί, και της εξηγήθηκαν οι προϋποθέσεις που θέτει η οικεία νομοθεσία επί αιτήσεως ως η παρούσα.

Κατά την υποβολή του αιτήματός της  για διεθνή προστασία (Παράρτημα 1 του Σημειώματος του Γενικού Εισαγγελέα), η Αιτήτρια δήλωσε ότι είναι υπήκοος Νιγηρίας με τόπο συνήθους διαμονής την πόλη Asaba της πολιτείας Delta State όπου διέμενε με την γιαγιά της για πέντε χρόνια μετά τον θάνατο των γονιών της. Ανέφερε ότι είναι άγαμη χριστιανή και μιλά Αγγλικά. Αναφορικά με το εκπαιδευτικό της υπόβαθρό η Αιτήτρια δήλωσε ότι ολοκλήρωσε δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Αναφορικά με την επαγγελματική της ενασχόληση η Αιτήτρια δήλωσε ότι έκανε αγροτικές εργασίας στη γη της γιαγιάς της. Στην Κύπρο απέκτησε ένα παιδί το οποίο μεγαλώνει μόνη της. Ως προς τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της η Αιτήτρια δήλωσε ισχυριζόμενη δίωξη από τον θείο της λόγω περιουσιακών διαφορών.

Στο πλαίσιο της διαδικασίας εξέτασης της αίτησής της ενώπιον του αρμόδιου λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου, η Αιτήτρια δήλωσε πως εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής της λόγω του ότι μετά τον θάνατο των γονιών της το 2015 απειλήθηκε από τον θείο της εξαιτίας της κληρονομίας που έλαβε από τους γονείς της. Ειδικότερα ανέφερε ότι όντας κορίτσι, ο θείος της θεωρούσε ότι η Αιτήτρια δεν δικαιούται να λάβει κληρονομία. Την Αιτήτρια προστάτευε η γιαγιά της η οποία ωστόσο πέθανε το 2018. Στη συνέχεια η Αιτήτρια πούλησε την περιουσία της και εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής της. Ως προς τον φόβο δίωξης της η Αιτήτρια δήλωσε ότι εάν επιστρέψει στην χώρα καταγωγής της θα δεχθεί δίωξη από τον θείο της για αντικαταβολή του χρηματικού ποσού που η ίδια έλαβε για την πώληση της περιουσίας.

Ο/η αρμόδιος/α λειτουργός στην Εισηγητική Έκθεση διέκρινε δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς: έναν αναφορικά με τα στοιχεία ταυτότητας, το εν γένει προφίλ και τη χώρα καταγωγής του Αιτήτριας και έναν δεύτερο αναφορικά με την ισχυριζόμενη δίωξη από τον θείο της εξαιτίας κληρονομικών διαφορών. O πρώτος ισχυρισμός έγινε δεκτός ως εσωτερικά και εξωτερικά αξιόπιστος. Ο δεύτερος ισχυρισμός έτυχε απόρριψης καθώς κρίθηκε πως η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να δώσει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες σε θέματα που άπτονται του πυρήνα του αιτήματος της. Ειδικότερα, κλήθηκε να δώσει περισσότερες πληροφορίες αναφορικά με τα γεγονότα που περιβάλουν του πυρήνα του αιτήματος της υπέπεσε σε αοριστίες, ασυνέπειες, έλλειψη ευλογοφάνειας και έλλειψη συνεκτικότητας. Ως προς τους δείκτες αναξιοπιστίας που έλαβαν υπόψη προς απόρριψη της εσωτερικής αξιοπιστίας του εν λόγω ισχυρισμού ήταν το γεγονός ότι η Αιτήτρια δεν έδωσε επαρκείς και  ικανοποιητικές απαντήσεις όσον αφορά της απειλές που είχε δεχθεί από τον θείο της κατονομάζοντας γενικά και αόριστα  ότι αυτές έλαβαν χώρα δυο φορές, την πρώτη μετά τον θάνατο των γονιών της το 2013 και μια άλλη όταν κάποια στιγμή ο θείος της επισκέφθηκε την γιαγιά της. Ομοίως και ως προς το περιεχόμενο των απειλών δεν έδωσε επαρκείς και ικανοποιητικές απαντήσεις ενώ δεν ήταν ούτε σε θέση να απαντήσει με ευλογοφάνεια σχετικά με τις προθέσεις του θείου της  λαμβανομένου ότι παρήλθαν δέκα χρόνων περίπου από τα γεγονότα. Παράλληλα η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να δώσει περισσότερες πληροφορίες αναφορικά με την συχνότητα αλλά και την φύση των απειλών που δέχθηκε από τον θείο της. Επιπλέον δεν ήταν σε θέσει να παρουσιάσει τους ισχυρισμούς της με ευλογοφάνειας και συνέπεια όσο αφορά τον ισχυρισμό της ότι δεδομένου ότι αυτή έχει πουλήσει την ακίνητη ιδιοκτησίας που διεκδικεί ο θείος της, ο θείος της θα απαιτήσει χρηματική αντικαταβολή. Σημειώνουν και ως η Αιτήτρια ανέφερε, η περιουσία πωλήθηκε το 2019 ενώ η Αιτήτρια εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής της το 2022. Σύμφωνα με τα λεγόμενα της ο θείος της γνώριζε ότι η περιουσία είχε πωληθεί. (βλ. ερ.25 και 26 σημειώματος). Η εν λόγω ασυνέπεια στα λεγόμενα της Αιτήτριας,  έπληξε, κατ την κρίση του λειτουργού, περαιτέρω την αξιοπιστία της Αιτήτριας.

Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ανωτέρω ισχυρισμού, ο/η αρμόδια λειτουργός έκρινε ότι τα όσα η Αιτήτρια ανέφερε αποτελούν τον μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη του αιτήματος της εκ του οποίου η Αιτήτρια υπέπεσε σε σωρεία αντιφάσεων και έλλειψη επαρκών πληροφορίων και ως εκ τούτου δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι να δικαιολογήσουν την οποιαδήποτε ανάλυση των εν λόγω δεδομένων μέσω άλλων πηγών πληροφόρησης.

Κατά την αξιολόγηση κινδύνου ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι με βάση τον ισχυρισμό που έγινε δεκτός, ήτοι τα προσωπικά στοιχεία της Αιτήτριας, και τις πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας που επικρατεί στην περιοχή καταγωγής Satellite town, Lagos LGA Ejeku και περιοχή διαμονής προτού εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής της Asaba Delta State Oshimili South όπου διέμενε για πέντε χρόνια  δεν συντρέχουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται πως η Αιτήτρια σε περίπτωση επιστροφής της εκεί θα μπορούσε να υποβληθεί σε μεταχείριση που ισοδυναμεί σε δίωξη ή σοβαρή βλάβη.

Αναφορικά με την κατάσταση υγείας του ανήλικου τέκνου της Αιτήτριας ήτοι το γεγονός ότι πάσχει από το σπάνιο νευρολογικό σύνδρομο Prader Will Syndrome Type 1/ Angelman Syndrome Type 1, το οποίο δεν θεραπεύεται και απαιτεί ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και εξειδικευμένο ιατρικό εξοπλισμό, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε, και λαμβάνοντας υπόψη πληροφορίες από την χώρα καταγωγής και ειδικότερα το ανεπαρκές σύστημα υγείας και την περιορισμένη πρόσβαση σε θεραπείες νευρολογικών νοσημάτων, σε συνάρτηση με τις προσωπικές περιστάσεις της Αιτήτριας ήτοι ότι είναι η μόνη κηδεμόνας του βρέφους και χωρίς υποστηρικτικό δίκτυο θα πρέπει να παρέχει εικοσιτετράωρη φροντίδα στο βρέφος κάτι που δε θα της επιτρέπει να μεταβαίνει σε εργασία, κατά συνέπεια τίθεται θέμα επιβίωσης τόσο για την Αιτήτρια αλλά και για το βρέφος.

Εν συνεχεία, ο/η αρμόδια λειτουργός κατά την νομική ανάλυση κατέληξε πως βάσει των αιτιάσεων του Αιτητή, του ατομικού του προφίλ και της αξιολόγησης του κινδύνου δεν τεκμηριώνεται βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης του Αιτητή σε περίπτωση επιστροφής της στην Νιγηρία  για κάποιον από τους λόγους που περιοριστικά αναφέρονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 3 του Περί Προσφύγων Νόμου.

Παράλληλα εξετάζοντας τη δυνατότητα να της χορηγηθεί το καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας, ο/η αρμόδια λειτουργός έκρινε, ότι δεν συντρέχει κανένας λόγος παραχώρησης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19 (1) επειδή δεν αποδείχθηκε ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 (2) (α) (β) (γ) του Περί Προσφύγων Νόμου του 2000.

Τέλος ο αρμόδιος λειτουργός εισηγήθηκε την μη επιστροφή της Αιτήτριας στη χώρα καταγωγής δυνάμει του άρθρου 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων δεδομένης της κατάστασης υγείας του τέκνου.

 

Κατάληξη

Εν προκειμένω, σημειώνεται ότι η ευπαίδευτη εκπρόσωπος του Γενικού Εισαγγελέα εισηγήθηκε μέσω του Γραπτού της Σημειώματος ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που θέτει ο περί Νομικής Αρωγής Νόμος για την παραχώρηση του ευεργετήματος της νομικής αρωγής στην Αιτήτρια. Στην Αιτήτρια μεταφράστηκε το σημείωμα του Γενικού Εισαγγελέα. Κατά την ακροαματική διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου στις 26/04/2024 η Αιτήτρια προέβη σε επανάληψη των ισχυρισμών της ως  είχε καταγράψει επί της αίτηση της ήτοι ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής της λόγω ισχυριζόμενης δίωξης από τον θείο της εξαιτίας κληρονομικών διαφορών. Αναφορικά με την κατάσταση υγείας της κόρης της η Αιτήτρια ανέφερε ότι αυτή έχει πια αποβιώσει.

Έχω μελετήσει προσεκτικά το Γραπτό Σημείωμα του Γενικού Εισαγγελέα,  τα έγγραφα του διοικητικού φακέλου, τη συνέντευξη του Αιτητή ενώπιον του αρμόδιου λειτουργού, την εισηγητική έκθεση του λειτουργού, την απόφαση του Προϊσταμένου και γενικά το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου.

Από τα ενώπιον μου δεδομένα, διαπιστώνω ότι, εκ πρώτης όψεως  η Αιτήτρια πράγματι δεν κατάφερε να τεκμηριώσει τους ουσιώδεις ισχυρισμούς της περί βάσιμου φόβου δίωξης και κρίνεται ως ορθή η κατάληξη της Υπηρεσίας Ασύλου. Η Αιτήτρια δεν κατάφερε να αποδείξει ότι συντρέχουν στο πρόσωπο της τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία δικαιολογημένου φόβου δίωξης και το συμπέρασμα αυτό υπήρξε καθοριστικό ως προς την έκβαση του αιτήματος της (Jafar Kalash v Αναθεωριτική Αρχή Προσφύγων κ.α Υποθ. 626/2010, 08/10/2013).

Ως προς τον ισχυριζόμενο φόβο δίωξης της Αιτήτριας από τον θείο της λόγω κληρονομικών διαφορών ο οποίος δεν έγινε αποδεκτός παρατηρώ ότι η Αιτήτρια όντας  υπέπεσε σε ασυνέπειες και αντιφάσεις ενώ δεν ήταν σε θέση να δώσει επαρκείς και ικανοποιητικές πληροφορίες σε επιμέρους θέματα που άπτονται του πυρήνα του αιτήματος της. Προς τούτο παρατηρώ ότι η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να δώσει συγκεκριμένες πληροφορίες για τις ισχυριζόμενες απειλές που δεχόταν από τον θείο της αφού δεν ήταν σε θέση να  περιγράφει τις συνθήκες και την χρονική περίοδο που αυτές έλαβαν χώρα. Περαιτέρω  και όπως ανέφερε πέραν από τις ισχυριζόμενες λεκτικές απειλές που είχε δεχθεί μετά από μια επίσκεψη στο σπίτι της γιαγιάς της  δεν συνέβησε οτιδήποτε άλλο. Ανατρέχοντας στη έκθεση- εισήγηση ειδικότερα στην σελίδα 6 η αρμόδιο λειτουργός εξηγεί αναλυτικά τις αοριστίες και  ελλείψεις, την σημαντική απουσία της περιγραφικής λεπτομέρειας  και αληθοφάνειας, καθώς και την ανεπάρκεια στην παροχή πληροφορίων από πλευράς της Αιτήτριας.

Οι ισχυρισμοί της, ως διαφαίνεται και από έκθεση-εισήγηση που ετοίμασε ο/η αρμόδια λειτουργός, ορθώς εκ πρώτης όψεως αυτοί σχηματίσθηκαν και αποτυπώθηκαν, αλλά και έτυχαν ενδελεχούς αξιολόγησης από την Υπηρεσία Ασύλου, με βάση τους δείκτες αξιοπιστίας[1]Από τα ενώπιον μου δεδομένα, διαπιστώνω ότι, εκ πρώτης όψεως η Αιτήτρια πράγματι δεν κατάφερε να τεκμηριώσει τους ουσιώδεις ισχυρισμούς της, και κρίνεται εκ πρώτης όψεως  ως ορθή η κατάληξη της Υπηρεσίας Ασύλου περί μη στοιχειοθετηθείσας εσωτερικής  αξιοπιστίας αυτών.

Περαιτέρω, διακρίνω από το πρακτικό της συνέντευξης, πως εκ πρώτης όψεως τέθηκαν από τον/την αρμόδια λειτουργό επαρκείς ερωτήσεις τόσο ανοικτού όσο και κλειστού τύπου προκειμένου να αναπτύξει η Αιτήτρια τον πυρήνα του αιτήματος της για διεθνή προστασία. Επιπλέον δεν προκύπτει από τα ενώπιον μου στοιχεία ότι ασκήθηκε οποιαδήποτε πίεση στην Αιτήτρια κατά την διάρκεια της συνέντευξης της. Επιπλέον η συνέντευξη της Αιτήτριας διενεργήθηκε στην αγγλική γλώσσα, την οποία έχει άριστα γνώση και κατανοεί πλήρως αφού είναι η μητρική της γλώσσα. Μετά το τέλος της συνέντευξης, η αρμόδια λειτουργός και η Αιτήτρια, υπέγραψαν δεόντως τα πρακτικά της συνέντευξης.

Ούτε διακρίνω πλημμέλειες στην ανάλυση του μελλοντικού κινδύνου δίωξης ή σοβαρής βλάβης του Αιτητή στον οποίον ενδέχεται να εκτεθεί σε περίπτωση επιστροφής της στην χώρα καταγωγής της. Τουναντίον, διαπιστώνω πως ο λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου κατά το στάδιο της αξιολόγησης του μελλοντικού κινδύνου δίωξης ή σοβαρής βλάβης εξέτασε επαρκώς τα ουσιώδη εκείνα αποδεκτά στοιχεία του προφίλ της Αιτήτριας, από τα οποία ενδεχομένως η Αιτήτρια να κινδύνευε κατά την επιστροφή της στην χώρα καταγωγής της να υποστεί δίωξη ή σοβαρή βλάβη, και ορθώς κατέληξε ότι τέτοιος κίνδυνος δεν συντρέχει. Ομοίως, προέβη σε ορθή εκ πρώτης όψεως κατάληξη επί της μη υπαγωγής της σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, αναλύοντας εκτενώς και σε συνάρτηση με πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης το ενδεχόμενο υπαγωγής αυτής  στις πρόνοιες του άρθρου 19 του Περί Προσφύγων Νόμου.

Ο Αιτητής έχει το βάρος να καταδείξει ότι έχει πραγματικές πιθανότητες να εκδοθεί δικαστική απόφαση υπέρ του και χωρίς να αποφασίζεται οριστικά το αποτέλεσμα της προσφυγής που πιθανόν να καταχωρίσει ο Αιτητής (Αποφάσεις στην Αίτηση Νομικής Αρωγής Αρ. 1/2009, Tamaga Durja Man v. Δημοκρατίας, ημερ.  15/7/2009, και στη  Αίτηση Νομικής Αρωγής Αρ. 10/12, Nacira Baghour και Maged Ahmad Odeh, ημερ. 28/3/2012).

Ως εκ τούτου, κρίνω ότι δεν υπάρχουν εκ πρώτης όψεως πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας της προσφυγής που έχει καταχωρίσει η Αιτήτρια, καθώς δεν προκύπτουν διαδικαστικά θέματα και σημεία που δεν διερευνήθηκαν δεόντως, ο δε λειτουργός εξέτασε δεόντως τους ισχυρισμούς αυτής τόσο κατά τη διάρκεια διεξαγωγής της συνέντευξης όσο και κατά την εισήγηση. Εξετάζοντας την συνέντευξη που διεξήχθη, την εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού,  τις απαντήσεις που έδωσε η Αιτήτρια στις διευκρινιστικές ερωτήσεις του παρόντος Δικαστηρίου και γενικότερα όλο το υλικό το οποίο είναι ενώπιον μου, κρίνω ότι η Υπηρεσία Ασύλου προέβη σε επαρκή έρευνα όλων των ουσιωδών στοιχείων.

Με βάση λοιπόν το σύνολο των στοιχείων που τέθηκε ενώπιον μου, όπως τα έχω αναφέρει και πιο πάνω, καταλήγω - στο βαθμό που απαιτείται στην παρούσα, η οποία δεν απαιτεί εις βάθος εξέταση της ουσίας της αιτήσεως διεθνούς προστασίας - ότι το αίτημα της Αιτήτριας για παροχή διεθνούς προστασίας εξετάστηκε επιμελώς και ερευνήθηκε δεόντως από την Υπηρεσία Ασύλου.  Για τους λόγους που έχουν εκτεθεί καταλήγω ότι, βάσει των προνοιών της σχετικής νομοθεσίας, και λαμβανομένων υπόψη των ενώπιον μου στοιχείων, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι η προσφυγή εναντίον της επίδικης απόφασης έχει πραγματικές πιθανότητες επιτυχίας. Με δεδομένο τούτο παρέλκει η εξέταση της παρούσας στην βάση της οικονομικής δυνατότητας της Αιτήτριας να ανταπεξέλθει στα έξοδα της προσφυγής που προτίθεται να καταχωρήσει. 

Η Αιτήτρια  διατηρεί βεβαίως κάθε δικαίωμα  να καταχωρήσει προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας κατά της απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, με δικά της έξοδα, παρά την απόρριψη της παρούσας καθότι το αποτέλεσμα της παρούσας ουδόλως προδικάζει την έκβαση πιθανής  προσφυγής που ήθελε καταχωρήσει.

 

Ενόψει των όσων ανωτέρω αναφέρονται, η αίτηση απορρίπτεται. 

Τα έξοδα της μεταφράστριας καθ' όλη τη διάρκεια της διαδικασίας, να καταβληθούν από τη Δημοκρατία.

 

Δ. ΚΑΤΣΑΡΙΔΗΣ Δ.Δ.Δ.Π

 

 

 

 

 

 

 



[1] Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System Judicial analysis Second edition, EUAA https://euaa.europa.eu/publications/judicial-analysis-evidence-and-credibility-context-common-european-asylum-system, σ. 120-134.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο