L. O. M. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 1106/23, 31/1/2025
print
Τίτλος:
L. O. M. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 1106/23, 31/1/2025

 ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ


Υπόθεση Αρ.: 1106/23

 

31 Ιανουαρίου, 2025

 

[Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

L. O. M.

Αιτήτριας

και

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου

 

Καθ' ων η αίτηση

 .........

 

 

 

I.              Ιάσωνος (κα), Δικηγόρος για την Αιτήτρια

 

Φ. Μαρίνα (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Η Αιτήτρια με την παρούσα προσφυγή αιτείται την έκδοση απόφασης από το παρόν Δικαστήριο με την οποία να κηρύσσεται άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 10.2.2023 με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά της για διεθνή προστασία, καθώς κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2022 (στο εξής: ο περί Προσφύγων Νόμος). Επιπλέον αιτείται την έκδοση νέας πράξης με την οποία να χορηγείται στην Αιτήτρια καθεστώς διεθνούς προστασίας.

Γεγονότα

1.             Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως ακολούθως: Η Αιτήτρια κατάγεται από τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (στο εξής: η Λ. Δ. Κ.). Περί τις 20.12.2021 υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας. Στις 15.12.2022 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από λειτουργό, ο οποίος υπέβαλε Έκθεση-Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής: Προϊστάμενος) για απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή. Η Εισήγηση εγκρίθηκε από τον Προϊστάμενο στις 10.2.2023. Η εν λόγω απορριπτική απόφαση, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 20.3.2023, αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

 

Νομικοί Ισχυρισμοί

2.             Η Αιτήτρια προωθεί ότι λανθασμένως οι Καθ’ ων η απέρριψαν την αίτηση του για διεθνή προστασίας. Υποστηρίζει ειδικότερα ότι δεν ήταν λανθασμένη η απόρριψή του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού της περί της επί ετών σεξουαλικής της κακοποίησης από το θείο της, καθώς η ίδια ήταν αρκούντως περιγραφική και λεπτομερής στις συναφείς αναφορές της. Η ίδια ανήκουσα σε μια ευάλωτη ομάδα γυναικών με τις αρχές τις χώρας της να μην είναι σε θέση, ως υποβάλλει, να την προστατέψουν. Ομοίως υποστηρίζει δια της συνηγόρου της ότι και ο τρίτος ουσιώδης ισχυρισμός της περί αποστολής από τον θείο της προσώπων να τη σκοτώσουν και περί το θάνατο τρίτου θείου της από τον κατ’ ισχυρισμό φορέα δίωξή της, δεν αξιολογήθηκε δεόντως και ότι η αφήγησή της ήταν επαρκώς λεπτομερής και περιγραφική. Είναι τέλος η θέση της ότι η Αιτήτρια κινδυνεύει στη χώρα της και  ότι δικαιολογείται η υπαγωγή της σε καθεστώς διεθνούς προστασίας. Υποστηρίζει τέλος ότι η επίδικη απόφαση δεν αποτελεί προϊόν δέουσας έρευνας και αιτιολογίας και ότι συνεπεία αυτού εκδόθηκε υπό πλάνη.

 

3.             Από την πλευρά τους οι Καθ΄ ων η αίτηση απέτυχαν να συμμορφωθούν με τις οδηγίες του Δικαστηρίου και μέχρι και τα στάδιο των Διευκρινίσεων δεν είχαν καταχωρίσει γραπτή αγόρευση. Το Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη τις περιστάσεις της υπόθεσης, προχώρησε στην ακροαματική διαδικασία βασιζόμενο στην ένσταση της Δημοκρατίας και στα στοιχεία του διοικητικού φακέλου που κατατέθηκε ως τεκμήριο.

 

Νομικό Πλαίσιο

4.             Η Σύμβαση περί του καθεστώτος των προσφύγων, η οποία υπογράφηκε στη Γενεύη στις 28 Ιουλίου 1951 και τέθηκε σε ισχύ στις 22 Απριλίου 1954 [Recueil des traités des Nations unies, τόμος 189, σ. 150, αριθ. 2545 (1954)], όπως συμπληρώθηκε με το Πρωτόκολλο περί του καθεστώτος των προσφύγων, το οποίο συνήφθη στη Νέα Υόρκη στις 31 Ιανουαρίου 1967 και τέθηκε σε ισχύ στις 4 Οκτωβρίου 1967 (στο εξής: Σύμβαση της Γενεύης), ορίζει, στο άρθρο 1, τμήμα Α, σημείο 2, πρώτο εδάφιο, ότι ο όρος «πρόσφυγας» εφαρμόζεται επί παντός προσώπου το οποίο, «συνεπεία δικαιολογημένου φόβου διώξεως λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητος, κοινωνικής τάξεως ή πολιτικών πεποιθήσεων, ευρίσκεται εκτός της χώρας της οποίας έχει την ιθαγένεια και δεν δύναται ή, λόγω του φόβου τούτου, δεν επιθυμεί να απολαύει της προστασίας της χώρας ταύτης».

5.             Ο Κανονισμός 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έχει ως ακολούθως:

«Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου (Αρ.1) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ’ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».

 

6.             Το άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 και 2020 (Ο περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος) καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.

 

7.             Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει την έννοια του όρου πρόσφυγας και τις προϋποθέσεις υπαγωγής σε αυτόν τον ορισμό. 

 

8.             Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου προβλέπει τις περιπτώσεις, όπου χορηγείται το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.

 

Κατάληξη

9.             Ως προς του ισχυρισμούς της Αιτήτριας περί έλλειψης δέουσας έρευνας και αιτιολογίας και περί πλάνης είναι κρίσιμο και απαραίτητο να καταστεί αντιληπτό ότι η δικαιοδοσία του παρόντος δικαστηρίου διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στο λυσιτελές της προβολής των λόγων προσφυγής. Ειδικότερα, το παρόν Δικαστήριο ως δικαστήριο ουσίας δικάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιον του εξ υπαρχής, κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά προχωρεί παραπέρα και εξετάζει και την ουσιαστική ορθότητα της de novo και ex nunc. Η Αιτήτρια αναμένεται να προβάλει, στο πλαίσιο της διοικητικής ή και της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας. Η πιο πάνω ανάλυση λόγω της έκτασης της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου καθιστά αλυσιτελή την προβολή υποπεριπτώσεων λόγων προσφυγής π.χ. έλλειψη δέουσας έρευνας, ορισμένες διαδικαστικές πλημμέλειες κατά την έκδοση της επίδικης πράξης. Εν προκειμένω, η Αιτήτρια εκροσωπούμενη και δια συνηγόρου, έχει την ευκαιρία να εκθέσει τους ισχυρισμούς της και να λάβει όλα τα δέοντα δικονομικά μέσα προς τεκμηρίωσή τους [Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14ης Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου, Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 247 και Π.Δ. Δαγτόγλου, (Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο), σελ. 552]. Ως αλυσιτελείς  χαρακτηρίζονται  οι λόγοι προσφυγής, οι οποίοι ακόμα και αν γίνουν δεκτοί δεν πρόκειται να οδηγήσουν σε ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης [Βλ. Η προβολή ισχυρισμών στις διοικητικές διαφορές ουσίας, Α. Αθ. Αρχοντάκη, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 100].

 

10.          Συναφές εν προκειμένω είναι το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου και ειδικότερα τα εδάφια (2) και (3) αυτού. Από τις εν λόγω διατάξεις απορρέει καταρχάς η υποχρέωση του Αιτητή να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια προς τεκμηρίωση της αίτησης ασύλου του. Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Βλ. ενδεικτικώς, Υπόθ. Αρ. 1721/2011, Ηοοman & Mahiab Khanbabaie v. Aναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 30.6.2016, ECLI:CY:AD:2016:D320) αποτελεί υποχρέωση του αιτητή ασύλου να επικαλεστεί έστω και χωρίς να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία, συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που του προκαλούν κατά τρόπο αντικειμενικώς αιτιολογημένο, φόβο δίωξης στη χώρα του για κάποιον από τους λόγους που αναφέρει το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου (Βλ. επίσης νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, αποφάσεις αρ. 1093/2008, 817/2009 και 459/2010). Εν συνεχεία ωστόσο, λόγω ακριβώς της δυσχέρειας των αιτητών ασύλου να τεκμηριώσουν με συγκεκριμένα στοιχεία την αίτησή τους, γεννάται υποχρέωση της διοίκησης να συνδράμει τον αιτητή σε αυτήν την προσπάθεια προβολής και τεκμηρίωσης των ισχυρισμών του (Βλ. Εγχειρίδιο για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων της Υπάτης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών παρ. 195 επ., Βλ. επίσης αναφορικά με την ενεργό συνεργασία Απόφαση του ΔΕΕ της 22ας Νοεμβρίου 2012, Υπόθεση C‑277/11, M. M., ECLI:EU:C:2012:744, σκέψεις 63 εώς 68).

 

11.          Προχωρώντας στην εξέταση της ουσίας των ισχυρισμών της Αιτήτριας, επισημαίνω συναφώς τα ακόλουθα: Κατά την καταγραφή της αίτησής της, η Αιτήτρια δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα της εξαιτίας της ανασφάλειας και ότι η ίδια υπήρξε το υποκείμενο διαμάχης ανάμεσα στη βιολογική της οικογένεια και τον πατριό της.  

 

12.          Κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξης, η Αιτήτρια δήλωσε ως τόπο καταγωγής και τελευταίας συνήθους διαμονής του το χωριό την Κινσάσα της ΛΔΚ. Γεννήθηκε το 1999, και δήλωσε χριστιανή ως προς το θρήσκευμα ανήκουσα στην εθνοτική ομάδα Mutetela. Ως προς την οικογενειακή του κατάσταση, δήλωσε μονήρης, η μητέρα της βρίσκεται εν ζωή όπως επίσης και ο πατριός της, ενώ ο βιολογικός της πατέρας απεβίωσε και ουδέποτε το γνώρισε. Έχει επίσης και δύο ετεροθαλείς αδελφές. Όλοι οι ανωτέρω διαμένουν στην Κινσάσα, στη συνοικία Ngaliema και δεν έχει μαζί τους επικοινωνία. Το ταξίδι της στη Δημοκρατία διευθέτησε ο μικρότερος αδελφός του βιολογικού της πατέρα, ο οποίος απεβίωσε επίσης, ενώ όταν ήρθε στη Δημοκρατία η Αιτήτρια αρχικώς διατηρούσε επικοινωνία με τη σύζυγο του θείου της αλλά στην πορεία απώλεσε το τηλέφωνό της. Ως προς την εκπαιδευτικό της υπόβαθρο, η Αιτήτρια δήλωσε ότι ολοκλήρωσε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Στη χώρα της δεν εργάστηκε καθώς τη στήριζαν οικονομικά η μητέρα και ο πατριός της, ενώ ερχόμενη στη Δημοκρατία εργάστηκε ως καθαρίστρια. Αναφορικά με το λόγο για τον οποίο εγκατέλειψε τη χώρα της, η Αιτήτρια κατά την ελεύθερή της αφήγηση δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα διότι ο πατριός της την κακοποιούσε σεξουαλικά από την ηλικία των 12 ετών, ενώ όταν το ανέφερε στη μητέρα της, αυτή της έλεγε ότι δεν πρέπει να το αναφέρει πουθενά, ότι προσπαθεί η Αιτήτρια να της χαλάσει το γάμο και ότι σε αντίθετη περίπτωση θα την κτυπήσει. Η Αιτήτρια ανέφερε ότι ανεχόταν την κατάσταση ενώ μεγαλώνοντας η συμπεριφορά του πατριού της γινόταν όλα και χειρότερη απέναντί της. Αποφάσισε να ζητήσει τη βοήθεια ενός πάστορας, ο οποίος μίλησε με τη μητέρα της, με την τελευταία να της αποκαλύπτει ότι ο πατριός της δεν ήταν ο βιολογικός της πατέρας. Με τη μητέρα και τον μικρό αδελφό του πατέρας της, αναζήτησαν τον τελευταίο με σκοπό να τον γνωρίσει η Αιτήτρια, ωστόσο, ανακάλυψε ότι στο μεταξύ είχε αποβιώσει. Όταν η Αιτήτρια ανέφερε στο θείο της την κακοποιητική στάση του πατριού της απέναντί της αυτό κατήγγειλε στις αρχές τον πατριό της. Η υπόθεση οδηγήθηκε στο Δικαστήριο, όπου δεν πίστεψαν τους λόγους για τους οποίους δεν κατήγγειλε προηγουμένως την υπόθεση με αποτέλεσμα ο πατριός της να παραμένει ελεύθερος. Η Αιτήτρια αναφέρθηκε στη συνέχεια σε ένα περιστατικό απαγωγής και βιασμού της από τρίτα πρόσωπα, τα οποί όπως συνάγεται από τα λεγόμενά της είχαν σταλεί από τον πατριό της για τη σκοτώσουν. Αφού την κακοποίησαν την άφησαν ελεύθερη, καλώντας την να εγκαταλείψει τη χώρα διαφορετικά θα την σκότωναν. Με την παρότρυνση και τη βοήθεια του θείου της, εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της, τον Οκτώβριο του 2021. Διευκρίνισε κατόπιν σχετική ερώτησης, ότι αυτός είναι ο λόγος για τον οποίον εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της και ότι φοβάται ότι εάν επιστρέψει πίσω στη χώρα της

13.          Στη συνέχεια υποβλήθηκαν διευκρινιστικής φύσεως ερωτήματα στην Αιτήτρια αναφορικά με τη σχέση της με τον πατριό της, τα χαρακτηριστικά του και τις περιστάσεις γύρω από την κακοποίηση που υφίστατο, τη σχέση της με τη μητέρα της και την αντίδρασή της όταν την πληροφόρησε για τη στάση του πατριού της, τη μεσολάβηση του πάστορα (τη συζήτηση με τον πάστορα η Αιτήτρια τοποθετεί χρονικά περί τα τέλη του 2019), την απόπειρα γνωριμίας με τον πατέρα της και τη συζήτηση που είχε με το θείο της, τον οποίο ενημέρωσε για την κακοποίηση που αυτή υφίστατο (το περιστατικό της καταγγελία τοποθετείται χρονικά από την Αιτήτρια περί το Μάρτιο του 2020). Ακολούθως η Αιτήτρια ερωτήθηκε για τις συνθήκες της καταγγελίας στην οποία προέβη ο θείος της εναντίον του πατριού της. Η Αιτήτρια διευκρίνισε εξάλλου ότι μετά την καταγγελία πήγε να ζήσει  με το θείο της στη συνοικία Barumbu. Η Αιτήτρια αναφέρθηκε στις απειλές που δέχτηκε από τον πατριό της, ενώ ερωτήθηκε επίσης και για το περιστατικό απαγωγής και βιασμού της από πρόσωπα, τα οποία κατ’ ισχυρισμό πλήρωσε ο πατριός της έστειλε για να τη σκοτώσουν (Η Αιτήτρια τοποθετεί το περιστατικό χρονικά εντός του 2021). Η Αιτήτρια ανέφερε χαρακτηριστικά όταν παρέμεινε εκεί για τέσσερεις ημέρες, τη βίαζαν, είχε δεμένα τα μάτια της κα ότι στο ίδιο μέρος βρίσκονταν και άλλα κορίτσια, των οποίων άκουγε τις φωνές. Η Αιτήτρια, κατόπιν σχετικής ερώτησης αναφέρθηκε και στη στιγμή όπου πληροφορήθηκε από τη γυναίκα του θείου της τηλεφωνικώς, για το θάνατο του θείου της ούσα στις μη ελεγχόμενες περιοχές της Δημοκρατίας.

 

14.          Αξιολογώντας τις ανωτέρω δηλώσεις της Αιτήτριας, οι Καθ' ων η αίτηση σχημάτισαν τρεις ουσιώδεις ισχυρισμούς, ο μεν πρώτος αναφορικά με την ταυτότητα, τη χώρα καταγωγής και τα προσωπικά στοιχεία τα Αιτήτριας, ο  δεύτερος αναφορικά με τη σεξουαλική κακοποίηση της Αιτήτριας από τον πατριό της από την ηλικία των 12 ετών μέχρι και την ηλικία των 20 ετών και ο τρίτος, η απαγωγή της Αιτήτριας από πρόσωπα που ενεργούσαν για λογαριασμό του πατριού της και η δολοφονία του θείου της με ηθικό αυτουργό επίσης τον πατριό της.  

 

15.          Ο πρώτος ισχυρισμός της Αιτήτριας έγινε αποδεκτός καθώς κρίθηκε ότι ήταν σε θέση να παρέχει συνεκτικές και σαφείς απαντήσεις για την καταγωγή και τόπo διαμονής, τον οικογενειακό, εθνοτικό, θρησκευτικό και εκπαιδευτικό της υπόβαθρο. Εν μέρει δε οι αναφορές της επιβεβαιώνονται και από το αυθεντικό διαβατήριο που η ίδια προσκόμισε, εκδοθέν τον Αύγουστο του 2021.

 

16.          Αντίθετα ο δεύτερος ισχυρισμός της Αιτήτριας έτυχε απόρριψης, καθότι οι δηλώσεις της κρίθηκαν ως γενικόλογες και αόριστες σε σχέση με διάφορες εκφάνσεις του εν λόγω ισχυρισμού.  

 

17.          Ομοίως και ο τρίτος ουσιώδης ισχυρισμός της απορρίφθηκε και εκ νέου οι συναφείς αναφορές της κρίθηκαν ότι χαρακτηρίζονται από γενικότητα και ασάφεια.  

 

18.          Με βάση το μόνο αποδεκτό ισχυρισμό της Αιτήτριας, το προφίλ (μονήρης, νεαρή γυναίκα, υγιής) και τον τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής κρίθηκε ότι αυτή δε θα βρεθεί αντιμέτωπη με εύλογη πιθανότητα να υποστεί δίωξη ή σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής της στη ΛΔΚ. Προς τούτο, λήφθηκαν υπόψη εξωτερικές πηγές πληροφόρησης αναφορικά με τη χώρα καταγωγής της Αιτήτριας όπου γίνεται αναφορά σε περιστατικά έμφυλης βίας ιδίως στην περιοχή της Kinshasa  και την αντιμετώπιση από τις αρχές της χώρας καταγωγής της. Υπόψη επίσης λήφθηκε και η κατάσταση ασφαλείας στον τόπο διαμονής της Αιτήτριας. Στο πλαίσιο της νομικής ανάλυσης, κατέληξαν ότι δεν προκύπτει δικαιολογημένος φόβος δίωξης Αιτήτριας δυνάμει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου, αλλά ούτε και πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης αυτού δυνάμει του άρθρου 19(2) του περί Προσφύγων Νόμου. Ειδικά σχετικά με ενδεχόμενη υπαγωγή της στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, παρατέθηκαν πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας από τις οποίες δεν προκύπτει η ύπαρξη ένοπλης σύρραξης στην Kinshasa.

 

19.          Οι Καθ’ ων η αίτηση, κατά τη νομική ανάλυση, κατέληξαν ότι δεν προκύπτει δικαιολογημένος φόβος δίωξης της Αιτήτριας δυνάμει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου, αλλά ούτε και πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης αυτού δυνάμει του άρθρου 19(2) του περί Προσφύγων Νόμου. 

 

20.          Στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, η Αιτήτρια δεν προέβαλε οποιοδήποτε νέο ισχυρισμό. Ωστόσο, το Δικαστήριο είχε την ευκαιρία να υποβάλει σε αυτήν ερωτήματα, όπου αυτή επιβεβαίωσε τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της και τις περιστάσεις γύρω από την κατ’ ισχυρισμό δίωξή της από τον πατριό της.  

 

21.          Κατά την ακροαματική διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου στις 2.6.2024, η Αιτήτρια επιβεβαίωσε τον τόπο καταγωγής και διαμονής της στην χώρα της. Επανέλαβε σχετικά με το εκπαιδευτικό της προφίλ πως έχει ολοκληρώσει την δευτεροβάθμια εκπαίδευσή της και πως δεν εργάστηκε καθότι δεν υπήρχε εργασία στην χώρα καταγωγής της. Πρόσθεσε ότι είναι Χριστιανή Καθολική στο θρήσκευμα και πως πήγαινε στην εκκλησία στο Beaux Μarche συστηματικά. Ερωτηθείσα σχετικά με το εάν έχει επικοινωνία με τη μητέρα της δήλωσε πως από την ημέρα που ο μικρότερος αδελφός του βιολογικού της πατέρα πήγε στην αστυνομία για να υποβάλλει καταγγελία δεν έχει σχέσεις με την μητέρα της. Ως προς την ουσία του αιτήματος της επανέλαβε πως από την ηλικία των 12 ετών δεχόταν κακοποίηση από τον σύντροφο της μητέρας της και πως σε ηλικία 19 ετών έμαθε πως ο σύντροφος της μητέρας της δεν είναι ο βιολογικός της πατέρας. Συνέχισε πως το 2020 πήγε να ψάξει με την μητέρα της τον βιολογικό της πατέρα και έμαθε πως ο βιολογικός της πατέρας είχε πεθάνει.  Πρόσθεσε πως έμαθε από την σύζυγο του θείου της κατά την διαμονή της στη Δημοκρατία πως αυτός μαχαιρώθηκε και απεβίωσε στις 5.11.2021.  Δήλωσε, ακόμη, πως ο πατριός της έστειλε άτομα να την απαγάγουν και να την σκοτώσουν. Επεξήγησε πως το 2021 άνδρες την απήγαγαν και την κράτησαν για 4 ημέρες κατά την διάρκεια των οποίων την κακοποίησαν σεξουαλικά. Ερωτηθείσα σχετικά με τις συνθήκες διαφυγής της δήλωσε πως αυτοί την άφησαν στο σημείο από όπου την πήραν και εν συνεχεία η Aιτήτρια επέστρεψε στο σπίτι του θείου της. Μετά που έμαθε για τον θάνατο του θείου της δήλωσε πως δεν μίλησε ξανά με την θεία της επειδή είχε χάσει το τηλέφωνο της. Ερωτηθείσα πως έχασε το κινητό της δήλωσε πως κατά την είσοδο της στις ελεύθερες περιοχές της είπαν να κλείσει το κινητό της γιατί εάν χτυπούσε θα δημιουργούσε προβλήματα και έτσι η Aιτήτρια το έβαλε στην βαλίτσα την οποία εν συνεχεία δεν βρήκε όταν πήγε να πάρει. Τέλος, ερωτηθείσα εάν θα μπορούσε να διαμείνει σε κάποια άλλη περιοχή εντός της χώρας καταγωγής της όπως το Lubumbashi αποκρίθηκε αρνητικά ισχυριζόμενη πως δεν υπάρχουν νόμοι στην χώρα της και πως μια γυναίκα χωρίς αξιοπρέπεια θα είναι πάντα σε ευάλωτη θέση.

 

22.          Κατά την ακροαματική διαδικασία στις 24.1.2025 τέθηκαν στην Αιτήτρια ερωτήσεις σχετικά με τον θείο της και σε σχέση με τον τρόπο υπό τον οποίο απεβίωσε με την Αιτήτρια να αποκρίνεται πως  δεν γνωρίζει πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο υπό τον οποίο δολοφονήθηκε και πως το μόνο που γνωρίζει είναι ότι τον μαχαίρωσαν στην κοιλιά τα ίδια άτομα που την απήγαγαν στις 05.11.2021. Ερωτηθείσα πως γνωρίζει ότι οι δράστες της δολοφονίας του θείου της είναι τα ίδια άτομα που την απήγαγαν δήλωσε πως έμαθε αυτή την πληροφορία από την θεία της, στην οποία μίλησε ο θείος της στο νοσοκομείο. Δεν έχει πλέον επικοινωνία με την θεία της επειδή κατά την είσοδο της στην Κυπριακή Δημοκρατία έχασε το τηλέφωνο της. Πρόσθεσε πως όταν επικοινώνησε με την θεία της, η τελευταία την υπέδειξε ως υπεύθυνη για το θάνατο του θείου της. Κληθείσα από το Δικαστήριο να σκιαγραφήσει την προσωπικότητα του πατριού της δήλωσε πως ήταν πολύ επιθετικός απέναντι της, ενώ συμπεριφερόταν καλά στα παιδιά του. Επανέλαβε πως η κακοποίηση της ξεκίνησε ενόσω η ίδια ήταν σε ηλικία 12 ετών και σταμάτησε σε ηλικία 19 ετών.  Επανέλαβε τις περιστάσεις υπό τις οποίες δέχθηκε για πρώτη φορά σεξουαλική κακοποίηση από τον πατριό της. Πρόσθεσε πως η κακοποίηση της λάμβανε χώρα όταν η μητέρα της και οι μικρές της αδελφές έλειπαν από το σπίτι και πως πήγαινε τη νύχτα στο δωμάτιο της όταν όλοι κοιμόντουσαν. Επανέλαβε, ως ανέφερε κατά την συνέντευξη της, πως μίλησε στην μητέρα της για όσα συνέβησαν με τον πατριό της, όμως η μητέρα της δεν την πίστεψε. Συνέχισε πως σε ηλικία 19 ετών απευθύνθηκε στον πάστορα της εκκλησίας της στον οποίο αποκάλυψε την κακοποίηση της από τον πατριό της. Εν συνεχεία, κληθείσα να αποκριθεί γιατί η μητέρα της μέχρι τότε δεν της είχε αποκαλύψει κάτι σχετικά με τον βιολογικό της πατέρα, η αιτήτρια αποκρίθηκε πως δεν της είπε τίποτα επειδή ο σύζυγος της μητέρας της δεν ήθελε η αιτήτρια να το μάθει. Περαιτέρω, της τέθηκαν ερωτήσεις σχετικά με την συνάντηση της με τον αδελφό του βιολογικού της πατέρα, με την αιτήτρια να ισχυρίζεται πως γνώρισε τον θείο της την ίδια εποχή που η μητέρα της μίλησε με τον πάστορα, σε ηλικία 19 ετών. Πρόσθεσε πως πρώτη φορά συναντήθηκαν στην Beau Marche και πως ακολούθησε και άλλη συνάντηση μαζί του. Εν συνεχεία, περιέγραψε τις κινήσεις του θείου του όταν έμαθε την κακοποίηση από τον πατριό της και αναφέρθηκε στην καταγγελία που υπέβαλε ο θείος της στην αστυνομία παρουσία και της ίδιας καθώς και παρέθεσε πληροφορίες σχετικά με την έκβαση της εν λόγω καταγγελίας. Δήλωσε πως δεν έχει κάποιο έγγραφο σχετικά με την ισχυριζόμενη καταγγελία στην αστυνομία. Τέλος υποβλήθηκαν στην Αιτήτρια διευκρινιστικής φύσεως ερωτήματα σχετικά με το περιστατικό της απαγωγής της και βιασμού της από άνδρες που έβαλε ως ισχυρίστηκε ο θείος της για να την σκοτώσουν. Ερωτηθείσα πως γνωρίζει ότι οι άνδρες που την απήγαγαν σχετίζονται με τον πατριό της δήλωσε πως όταν κοιμήθηκαν μαζί της, της είπαν πως είχαν σταλεί από τον πατριό της για να την σκοτώσουν όμως δεν θα το κάνουν. Κληθείσα να επεξηγήσει για ποιο λόγο δεν την σκότωσαν, η Αιτήτρια δήλωσε πως εικάζει ότι της έκαναν χάρη επειδή την είχα ήδη βιάσει. Τέλος δήλωσε πως δεν λαμβάνει ψυχολογική υποστήριξη στην Κυπριακή Δημοκρατία.

 

23.           Προχωρώντας σε de novo και ex nunc εξέταση των ενώπιόν μου δεδομένων, όπως υπαγορεύουν τα εδάφια (3) και (4) του άρθρου 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου, με βάση τα ενώπιον μου δεδομένα, αρχικά συντάσσομαι με το εύρημα των Καθ’ ων η αίτηση περί αξιοπιστίας του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού για τους λόγους που καταγράφονται στην εισηγητική έκθεση, η οποία αποτελεί και την αιτιολογική βάση της επίδικης απόφασης.

 

24.          Ως προς το δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό περί του βιασμού της από τον πατριό της και την συνακόλουθη δίωξή της από τον ίδιο και μέσω τρίτων προσώπων, η Αιτήτρια δήλωσε πως από ηλικία των 12 ετών έως τα 19 της έτη δεχόταν σεξουαλική κακοποίηση από τον σύντροφο της μητέρας της, ο οποίος ως δήλωσε κατά τις διευκρινίσεις ήταν επιθετικός και βίαιος απέναντί της. Η Αιτήτρια περιέγραψε με συνεκτικό και σαφή τρόπο πως όταν η κακοποίηση έγινε πιο συστηματική προσπάθησε να μιλήσει στην μητέρα της, η οποία εντούτοις δεν την πίστεψε και την κατηγόρησε πως προσπαθεί να χαλάσει τον γάμο της. Η Αιτήτρια ακόμη σκιαγράφησε με συνεκτικότητα και σαφήνεια το κακοποιητικό προφίλ του πατριού της, τις περιστάσεις κακοποίησης της καθώς και τις προσπάθειες της να μιλήσει στην μητέρα της προκειμένου να λάβει βοήθεια και να ξεφύγει της κακοποιητικής συμπεριφοράς του πατριού της.  Με βάση τα ανωτέρω, κρίνεται ότι η Αιτήτρια ήταν αρκούντως συνεκτική ως προς τις αναφορές της περί βιασμού. Δεν συντάσσομαι συνεπώς με το εύρημα των Καθ’ ων η αίτηση ότι η Αιτήτρια δεν ήταν λεπτομερής αναφορικά με την κακοποιητική συμπεριφορά που υπέστη αλλά και ότι δεν  περιέγραψε με λεπτομέρειες τον χαρακτήρα του πατριού της.  Προς τούτο επισημαίνεται πως σύμφωνα με τον οδηγό της EUAA  Δικαστική Ανάλυση: Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου του 2018 […] «οι ερωτήσεις ευαίσθητου χαρακτήρα όπως ερωτήσεις περί έμφυλης βίας  μπορεί να οδηγήσουν σε ασαφείς ή μη ικανοποιητικές απαντήσεις από τον αιτητή και να επαναφέρουν οδυνηρές ή τραυματικές εμπειρίες. Σε ακραίες περιπτώσεις, αυτό μπορεί να προκαλέσει και αποσύνδεση»[1]. Επίσης «η ανάκληση τραυματικών εμπειριών και ο αντίκτυπος τους πρέπει να λαμβάνεται υπόψη κατά την αξιολόγηση των δηλώσεων του αιτητή καθώς μπορούν   να επηρεάσουν τον τρόπο και τον βαθμό στον οποίο ο αιτών είναι σε θέση να παρουσιάσει συνεκτική και συνεπή αφήγηση των στοιχείων που αποτελούν τη βάση της αίτησής του στην προσωπική συνέντευξη ή σε τυχόν μεταγενέστερες δηλώσεις. Για παράδειγμα, το Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο της Τσεχικής Δημοκρατίας αποφάνθηκε, παραπέμποντας στις κατευθυντήριες οδηγίες της UNHCR σχετικά με τη δίωξη λόγω γένους, ότι τα θύματα δίωξης λόγω φύλου χρήζουν ειδικής μεταχείρισης και βοήθειας, ιδίως εάν έχουν υποστεί σοβαρό σωματικό και/ή ψυχολογικό τραύμα. Το δικαστήριο έλαβε υπόψη ότι ενδέχεται να φοβούνται τους υπαλλήλους ή τυχόν τιμωρία που μπορεί να τους επιβληθεί από την οικογένειά τους ή από τον κοινωνικό τους περίγυρο. Στην περίπτωση των θυμάτων σεξουαλικής ή άλλης συγκρίσιμης μορφής βίας, μπορεί να είναι αναγκαία η διεξαγωγή δεύτερης ή ακόμη και τρίτης συνέντευξης, προκειμένου να εδραιωθεί ένα ορισμένο επίπεδο εμπιστοσύνης μεταξύ του αιτούντος και του υπαλλήλου που διεξάγει τη συνέντευξη, ώστε να ληφθούν όλες οι συναφείς πληροφορίες. Είναι επίσης σημαντικό να λαμβάνονται υπόψη η πιθανή συναισθηματική φόρτιση, οι τραυματικές εμπειρίες και οι πολιτισμικές διαφορές. Στόχος της συνέντευξης, η οποία επικεντρώνεται στη μαρτυρία βιασμού ή άλλης σεξουαλικής βίας, δεν είναι η εξακρίβωση όλων των πιθανών λεπτομερειών της κακοποίησης, αλλά κυρίως η εστίαση στα γεγονότα πριν και μετά την πράξη βίας και στις σχετικές περιστάσεις. Πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ότι συχνά το άτομο δεν γνωρίζει τους λόγους για τους οποίους κακοποιήθηκε σεξουαλικά. Το δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, εάν η μαρτυρία των τραυματικών γεγονότων είναι διστακτική, ελλιπής ή παρουσιάζεται με ορισμένες επιφυλάξεις, δεν μπορεί να αξιολογηθεί ως στοιχείο εις βάρος του αιτούντος»[2].

 

25.          Δεν παροράται δε ότι οι Καθ’ ων η αίτηση, σύμφωνα με τα όσα εντοπίζονται στο διοικητικό φάκελο, παρέλειψαν να παραπέμψουν την Αιτήτρια για περαιτέρω ιατρικές εξετάσεις, καίτοι εναπόκειται καταρχήν στη διακριτική τους ευχέρεια, προκειμένου να αξιολογηθούν οι αναφορές της από ιατρικής απόψεως από σύμβουλο ψυχικής υγείας (άρθρο 15 του περί Προσφύγων Νόμου), δεδομένο που θα επέτρεπε την προσήκουσα αξιολόγηση των δηλώσεών της.  Η Αιτήτρια υπήρξε συνεκτική και σαφής ως προς το χρονοδιάγραμμα των περιστατικών της κακοποίησης της, της αντίδρασης  της μητέρας της όταν η ίδια επιχείρησε ήδη από μικρή ηλικία να της μιλήσει καθώς και των γεγονότων που επακολούθησαν της συνάντησης της με τον θείο της και της καταγγελίας στην αστυνομία. Υπήρξε γενικότερα συνεπής στο ανωτέρω αφήγημα με τις λεπτομέρειες που το συνθέτουν σε όλα τα στάδιο εξέτασης της αίτησής της, δεδομένων και των ερωτημάτων που υποβλήθηκαν από το Δικαστήριο όπου η Αιτήτρια είχε την ευκαιρία να αναφερθεί στο γεγονός της κακοποίησής της εκ νέου. Ως εκ τούτου θεμελιώνεται η εσωτερική της αξιοπιστία.

 

26.          Σε σχέση με την εξωτερική αξιοπιστία του υπό κρίση ισχυρισμού, δεν είναι εύλογο να εντοπιστούν σε εξωτερικές πηγές όλες οι παράμεροι ενός γεγονότος το οποίο βίωσε σε ιδιωτικό επίπεδο η Αιτήτρια. Παρά ταύτα, ως προς επιμέρους εκφάνσεις των δηλώσεών της, το Δικαστήριο ανέτρεξε σε πληροφορίες από την χώρα καταγωγής σχετικά με την επικράτηση της σεξουαλικής βίας στην ΛΔΚ από τις οποίες προέκυψαν τα κάτωθι: Διεθνείς πηγές πληροφόρησης αναφέρουν πως η σεξουαλική βία ως μια επιμέρους μορφή της έμφυλης βίας είναι συχνό φαινόμενο στην ΛΔΚ, η οποία εντοπίζεται σε μεγαλύτερο βαθμό σε περιοχές με ένοπλες συρράξεις/συγκρούσεις, με ένα μεγάλο ποσοστό των θυμάτων να μην απευθύνεται στις αρχές προστασίας της χώρας για κοινωνικούς και πολιτιστικούς λόγους, ενώ καταγράφεται ασυνέπεια στην εφαρμογή της νομοθεσίας και χαμηλή απόκριση της αστυνομίας σε καταχρήσεις και περιπτώσεις έμφυλης βίας[3]. Έκθεση του Ινστιτούτου Bertelsmann S tiftung, η οποία καλύπτει το 2024, επιβεβαιώνει πως οι γυναίκες και τα κορίτσια πλήττονται δυσανάλογα από τη φτώχεια και αντιμετωπίζουν τακτικά σεξουαλική βία[4]. Επίσης, έκθεση των Γιατρών Χωρίς Σύνορα του 2024 αποτυπώνει ανησυχητικά επίπεδα σεξουαλικής βίας στις περιοχές που πλήττονται από ένοπλες συγκρούσεις, σε καθημερινό επίπεδο μέσα και γύρω από τα camps των εσωτερικά εκτοπισμένων[5]. Ομοίως, έκθεση του World Bank για την ΛΔΚ, ενημερωμένη στις 18.10.2024, επικαλούμενη πηγή του 2013 αναφέρει πως « […]οι μισές γυναίκες στην χώρα αναφέρουν ότι έχουν υποστεί σωματική βία και σχεδόν το ένα τρίτο έχει υποστεί σεξουαλική βία, πιο συχνά στα χέρια ενός στενού συντρόφου»[6].

 

27.          Ως εκ τούτου ο υπο εξέταση ισχυρισμός της γίνεται αποδεκτός.

 

28.          Ως προς τον τρίτο ουσιώδη ισχυρισμό περί της απαγωγής της και της ακόλουθης δολοφονίας του θείου της, η Αιτήτρια υπήρξε συνεκτική σε όλα τα στάδια της διαδικασίας σχετικά με τις περιστάσεις υπό τις οποίες απήχθη από αγνώστους άνδρες στην αγορά Beua Marche καθώς και σε σχέση με τις  συνθήκες κράτησης της αλλά και κακοποίησης της από τους ανωτέρω άνδρες. Εξίσου σαφείς ήταν και οι δηλώσεις της σχετικά με τις συνθήκες απελευθέρωσης της, ενώ επισημαίνεται ως αναφέρθηκε ανωτέρω πως το ότι ένα άτομο δεν γνωρίζει τους λόγους για τους οποίους κακοποιήθηκε σεξουαλικά, αυτό δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως στοιχείο κατά της αξιοπιστίας της σε σχέση με την κακοποίηση της(αναφέρομαι στο λόγο και συσχετισμό των ανδρών με τον πατριό της ).  Επίσης, είναι εύλογο η Αιτήτρια να μην γνωρίζει περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τον θάνατο του θείου της καθότι αυτά τα γεγονότα συνέβησαν κατά την άφιξη και διαμονή της στην Δημοκρατία και αποτελούν μαρτυρία της θείας της, η οποία ως δήλωσε την υπέδειξε ως υπεύθυνη για τον θάνατο του θείου της.

 

29.          Επισημαίνεται ακόμη πως σύμφωνα με τον ως άνω Οδηγό της EUAA αναφέρεται σχετικά με την αξιολόγηση της αξιοπιστίας πως η γενική αξιοπιστία του αιτούντος  αναφέρεται στη συνοχή και την ευλογοφάνεια της συνολικής αφήγησής του. Η αξιολόγηση της εσωτερικής αξιοπιστίας  βασίζεται σε συγκεκριμένους δείκτες, όπως η εσωτερική και εξωτερική συνέπεια, η λεπτομέρεια των πληροφοριών και η ευλογοφάνεια, ωστόσο κανένας από αυτούς δεν είναι απόλυτα καθοριστικός. Η συνολική εξέταση της αξιοπιστίας πρέπει να γίνεται με βάση όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία ακολουθώντας αντικειμενικές και αμερόληπτες μεθόδους, ώστε να αποφεύγονται εσφαλμένες απορρίψεις ή άκριτες αποδοχές[7]. Στη βάση των ανωτέρω το συνολικό αφήγημα της γίνεται αποδεκτό και ως προς αυτό τον ισχυρισμό ενώ τυχόν κενά συμπληρώνονται εν προκειμένω από το ευεργέτημα της αμφιβολίας δεδομένης της γενικής αξιοπιστίας της Αιτήτριας. Υπενθυμίζεται ότι εναργώς προκύπτει από το ίδιο το εδάφιο (4) του άρθρου 13 του περί Προσφύγων Νόμου, το ευεργέτημα της αμφιβολίας δίδεται μόνο εκεί όπου ο αιτών άσυλο υποβάλει όλα τα διαθέσιμα απ' αυτόν στοιχεία σε σχέση με την αίτησή του, τα οποία έχουν ελεγχθεί και, ο αρμόδιος λειτουργός ή/και ο Προϊστάμενος ικανοποιούνται ότι ο Αιτητής είναι γενικά αξιόπιστος.  

 

30.          Προχωρώντας στην αξιολόγηση του κινδύνου που διατρέχει η Αιτήτρια γίνεται καταρχάς αποδεκτός ότι αυτή συνιστά  γυναίκα μόνη χωρίς υποστηρικτικό δίκτυο, υγιής, με βασικό μορφωτικό επίπεδο, έχοντας υποστεί μακροχρόνια σεξουαλική κακοποίηση περί τα 7 έτη από τον σύντροφο της μητέρας της καθώς και θύμα βιασμού και απαγωγής από άνδρες που έστειλε ο κακοποιητής πατριός της για να την βλάψουν, χωρίς εισοδήματα και προηγούμενη εργασιακή πείρα.

 

31.          Εν συνεχεία, το Δικαστήριο ανέτρεξε σε πληροφορίες σχετικά με τις συνθήκες που επικρατούν για τις γυναίκες στην ΛΔΚ και ειδικότερα για τις γυναίκες με τις ατομικές περιστάσεις της αιτήτριας, από τις οποίες προέκυψαν τα κάτωθι:

 

32.          Πρόσφατες πηγές που εντόπισε σε COI query η EUAA που δημοσιεύτηκε στις 2 Σεπτεμβρίου του 2024,[8] ανέφεραν σχετικά με τον ρόλο την γυναίκας μέσα στην κοινωνία της ΛΔΚ  ότι παρά τη συνταγματική απαγόρευση των διακρίσεων κατά των γυναικών, οι γυναίκες αντιμετώπισαν διακρίσεις σε όλες τις πτυχές της ζωής τους.[9] Η έκθεση Bertelsmann Stiftung για τη ΛΔΚ, που καλύπτει την περίοδο από 1 Φεβρουαρίου 2021 έως 31 Ιανουαρίου 2023, σημείωσε ότι η χώρα «χαρακτηρίζεται από μια βαθιά ενσωματωμένη πατριαρχική κουλτούρα που περιλαμβάνει νόμους και παραδοσιακά έθιμα που συμβάλλουν στις διακρίσεις κατά των γυναικών». Επιπλέον, παρόλο που είναι παράνομο, οι γυναίκες και τα κορίτσια υφίστανται διακρίσεις σε όλα τα επίπεδα. Οι γυναίκες και τα κορίτσια πλήττονται δυσανάλογα από τη φτώχεια και αντιμετωπίζουν τακτικά σεξουαλική βία.[10]  Ομοίως και έκθεση του Freedom House του 2024 επιβεβαιώνει τα ανωτέρω πως ότι «οι γυναίκες στη ΛΔΚ βιώνουν διακριτική μεταχείριση σχεδόν σε κάθε πτυχή της ζωής τους»[11].

 

33.          Σε σχέση δε με τις γυναίκες που έχουν υποβληθεί σε σεξουαλική κακοποίηση, παρατηρήσεις της Επιτροπής για την Εξάλειψη των Διακρίσεων κατά των Γυναικών επισημαίνουν την ύπαρξη στίγματος[12], ενώ άρθρο του Τομέα Πληθυσμού του Ο.Η.Ε. (UN Population Fund) σε άρθρο του Αυγούστου του 2023 τονίζει ότι οι εκτιμήσεις δείχνουν ότι περισσότερες από 1 εκατομμύριο γυναίκες το 2023 κινδύνευσαν από βία λόγω φύλου, ιδιαίτερα σεξουαλική βία, στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό[13]. Σε άρθρο του UN Women του 2023 καταγράφεται πως το «52% των γυναικών στη ΛΔΚ είναι επιζήσασες ενδοοικογενειακής βίας και το 39% των γυναικών στη χώρα έχουν απειληθεί ή έχουν υποστεί βλάβη»[14].

 

34.          Περαιτέρω, άρθρο στην διαδικτυακή ιστοσελίδα World Bank blogs του 2022 αναφέρει πως τα μεγάλα ποσοστά σεξουαλικής και ενδοοικογενειακής βίας που παρατηρούνται στην ΛΔΚ δεν είναι μόνο αποτέλεσμα των συγκρούσεων αλλά προϋπήρχε ως κοινωνικό πρόβλημα καθώς και αντανακλά τις προϋπάρχουσες διακρίσεις και τις βίαιες κοινωνικές αντιλήψεις προς τις γυναίκες στην χώρα[15].

 

35.          Ως προς τον κοινωνικό αποκλεισμό που έπεται πράξεων σεξουαλικής βίας κατά των γυναικών, στην έκθεση  του USDOS για το έτος 2022 αναφέρονται τα εξής: «Οι γυναίκες θύματα βιασμού αναφέρουν ότι στιγματίζονται κοινωνικά, καθώς θεωρούνται ακατάλληλες για γάμο. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι σύζυγοι εγκαταλείπουν τις γυναίκες που έχουν πέσει θύματα σεξουαλικής επίθεσης, ενώ άλλες γυναίκες αναγκάζονται από τις οικογένειές τους να παντρευτούν τους βιαστές τους ή να δεχτούν χρήματα ή αντικείμενα από αυτούς, αντί να τους καταγγείλουν  στις αρχές.  Το 2017, τα Ηνωμένα Έθνη εξέφρασαν ανησυχίες για την «επιμονή των κοινωνικοπολιτισμικών παραδόσεων που συνηγορούν στην ενδοοικογενειακή βία και για την απουσία νομικού πλαισίου για την πρόληψη και τιμωρία τέτοιας βίας, συμπεριλαμβανομένου και του συζυγικού βιασμού. Ένας αριθμός διεθνών οργανισμών, διεθνών και τοπικών ΜΚΟ βρίσκονται στην ΛΔΚ παρέχοντας ανθρωπιστικές υπηρεσίες και προσφέροντας υποστήριξη στους επιζώντες της σεξουαλικής και της έμφυλης βίας, καθώς και της σεξουαλικής βίας που σχετίζεται με συγκρούσεις»[16].

 

36.          Ως προς την έλλειψη επαρκούς κρατικής προστασίας, σύμφωνα με απάντηση της EUAA σχετικά με την ενδοοικογενειακή βία στη ΛΔΚ του 2019, η ενδοοικογενειακή βία είναι διαδεδομένη σε όλη τη χώρα και κυμαίνεται από λεκτική, συναισθηματική, οικονομική και σωματική. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η αστυνομία σπάνια παρεμβαίνει, καθώς οι ενδοοικογενειακές διαφορές θεωρούνται παραδοσιακά ιδιωτικές οικογενειακές υποθέσεις και υπάρχει γενική κοινωνική αποδοχή της συζυγικής κακοποίησης. Υπάρχει έλλειψη ασφαλών χώρων/καταφυγίων, συμβουλευτικών υπηρεσιών και υπηρεσιών αποκατάστασης για θύματα ενδοοικογενειακής βίας.[17]

 

37.          Περαιτέρω, έκθεση του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ για τις πρακτικές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην ΛΔΚ που καλύπτει το 2023 επικαλείται διεθνείς οργανισμούς και τοπικές ΜΚΟ οι οποίες ανέφεραν πως οι γυναίκες που επέζησαν από βιασμό αναγκάστηκαν μερικές φορές να πληρώσουν πρόστιμο για να επιστρέψουν στις οικογένειές τους και να αποκτήσουν πρόσβαση στα παιδιά τους. Οι περισσότερες επιζήσασες βιασμού δεν ακολούθησαν την επίσημη νομική οδό λόγω ανεπαρκών πόρων, έλλειψης εμπιστοσύνης στο δικαστικό σύστημα,  πίεσης από την οικογένεια και φόβου υποβολής του σε ταπείνωση, αντίποινα ή/και τα δύο. Επίσης η ανωτέρω έκθεση αναφέρει πως κρατικοί πράκτορες βίασαν και κακοποίησαν σεξουαλικά γυναίκες και κορίτσια κατά τη διάρκεια της σύλληψης και της κράτησης τους.[18] Η ίδια πηγή αναφέρει, ομοίως, πως η νομοθεσία απαγόρευσε τις εξωδικαστικές συμφωνίες σε περιπτώσεις βιασμού (σε περίπτωση που ο δράστης της βίας καταβάλει ένα ποσό στην οικογένεια του θύματος) παρά ταύτα αυτές οι πρακτικές εξακολουθούν να λαμβάνουν χώρα.  Επισημαίνεται ακόμη πως τα δικαστήρια της χώρας επέβαλαν την ποινή των 5 ετών ως προβλέπεται εκ της νομοθεσίας σε περιπτώσεις καταδίκης για βιασμό στις σπάνιες περιπτώσεις όπου αυτές οι υποθέσεις έφθασαν ενώπιον του δικαστηρίου[19].

 

38.          Σε έτερες πηγές (εκ των οποίων και στην ανωτέρω) καταγράφεται πως ο νόμος απαγόρευε τη σεξουαλική παρενόχληση και προέβλεπε ελάχιστη ποινή ενός έτους σε περίπτωση καταδίκης, αλλά δεν υπήρχε αποτελεσματική επιβολή του νόμου. Εκτεταμένα περιστατικά σεξουαλικής παρενόχλησης σημειώθηκαν σε όλη τη χώρα. Υπήρξαν αναφορές ότι οι κυβερνητικές δυνάμεις ασφαλείας και οι κυβερνητικοί πράκτορες υποκίνησαν, διέπραξαν ή παρέβλεψαν/έδειξαν ανοχή ρητά ή σιωπηρά στη σεξουαλική παρενόχληση[20].

 

39.          Σύμφωνα με έκθεση της Υπηρεσίας Μετανάστευσης της Δανίας με ημερομηνία δημοσίευσης τον Οκτώβριο του 2022, η οποία αναφέρεται στις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες που επικρατούν στην Κινσάσα, οι κρατικοί μηχανισμοί προστασίας σε περιπτώσεις ενδοοικογενειακής βίας και έμφυλης βίας  είναι περιορισμένοι, υπάρχει έλλειψη υποδομών, που σημαίνει ότι δεν υπάρχουν καταφύγια ή σπίτια έκτακτης ανάγκης για τα θύματα στην Κινσάσα. Οι γυναίκες συνήθως παραπέμπονται σε μέλη της οικογένειας για υποστήριξη. Οι δομές είναι ανεπαρκείς στον αριθμό σε αναλογία με τα θύματα. Ως περίπτωση ελλιπούς κρατικής προστασίας, αναφέρεται η υπόθεση μιας γυναίκας που αναζητούσε προστασία σε αστυνομικό τμήμα λόγω ενδοοικογενειακής κακοποίησης, η αστυνομία την επέστρεψε στην πατρική της οικογένεια, η οποία την επέστρεψε στον σύζυγό της και τελικά την επόμενη ημέρα βρέθηκε νεκρή.[21]

 

40.          Ως προς την μεταχείριση  των μόνων/ανύπαντρων γυναικών χωρίς ανδρικό υποστηρικτικό δίκτυο επισημαίνεται ότι στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κογκό, η ιδέα της παραδοσιακής αφοσίωσης στην οικογένεια, τη γενεαλογία και τους άλλους κοινωνικούς δεσμούς επιβιώνει[22]. Επιπλέον, η ως άνω αναφερόμενη πηγή αναφέρει πως«[…] η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό είναι μια πατρογονική κοινωνία, που σημαίνει ότι οι γενιές συνδέονται μέσω του πατέρα μιας οικογένειας[23].

 

41.          Πηγή της έρευνας του Immigration and Refugee Board (IRB Canada) υποδεικνύει ότι στην Kinshasa η ύπαρξη ανδρικού υποστηρικτικού δικτύου συνιστά σύμβολο ασφάλειας και σεβασμού, ενώ μία γυναίκα χωρίς ανδρική υποστήριξη συχνά εκτίθεται σε απαξιωτική μεταχείριση και ενδεχομένως να υποβληθεί σε λεκτική ή σεξουαλική παρενόχληση[24].  Στο πλαίσιο της ΛΔΚ αυτό σημαίνει περαιτέρω ότι μια γυναίκα στη ΛΔΚ ορίζεται πάντα μόνο σε σχέση με έναν άνδρα συγγενή. Ως εκ τούτου, γυναίκες που απομακρύνονται από αυτόν τον παραδοσιακό τρόπο θεώρησης της οικογένειας εκλαμβάνονται αρνητικά από την κοινωνία και ενίοτε από τη δική τους οικογένεια.[25]»[26].

 

42.          Αναφορικά με την πρόσβαση των μόνων γυναικών στην στέγαση, η ανωτέρω έκθεση του Danish Immigration Service (DIS) του 2022 επικαλούμενη μαρτυρία εκπροσώπου από μια ΜΚΟ (Afia Mama) με έδρα την ΛΔΚ  αναφέρει πως  «οι γυναίκες δεν έχουν πόρους για να τύχουν πρόσβασης σε στέγαση και, ειδικότερα, οι γυναίκες χωρίς ακαδημαϊκά προσόντα. Η ίδια έκθεση συνεχίζει πως για αυτές τις γυναίκες οι επιλογές στέγασης περιορίζονται στο να διαβιώσουν σε οικογενειακά σπίτια, με πολλούς ανθρώπους να μοιράζονται το ίδιο δωμάτιο ή σε προσωρινά καταφύγια ή παράγκες και ότι ορισμένες ανύπαντρες/μόνες γυναίκες  θα μπορούσαν να υποβληθούν σε σεξουαλική εκμετάλλευση, εμπορία, να καταφύγουν και στην πορνεία στην περίπτωση που δεν δύνανται να εξεύρουν στέγη/η δεν μπορούν να αντέξουν οικονομικά το ενοίκιο. Επίσης, έτερη μαρτυρία που επικαλείται η ανωτέρω έκθεση αναφέρει πως «πολλοί παράγοντες μπορούν να επηρεάσουν έναν νεοαφιχθέντα να ενσωματωθεί στην Κινσάσα, συμπεριλαμβανομένων των γλωσσικών δεξιοτήτων (Γαλλικά, Λινγκάλα), των καλών σχέσεων με τα μέλη της οικογένειας στην περιοχή διαμονής και η σύνδεση με την εκκλησία και ως εκ τούτου ένα άτομο χωρίς κοινωνικό δίκτυο θα αντιμετωπίσει πολλά εμπόδια κατά την μετάβαση και διαμονή του στην Κινσάσα συμπεριλαμβανομένης και της εύρεσής διαμονής»[27].

 

43.          Το Ίδρυμα Bertelsmann ανέφερε επίσης ότι, αν και στη ΛΔΚ οι γυναίκες «γίνονταν ολοένα και περισσότερο οι κύριοι πάροχοι τροφής για τις οικογένειές τους», εντούτοις συνέχισαν να «υφίστανται βιασμούς και παραβιάσεις των πολιτικών τους δικαιωμάτων.[28] Στο ίδιο πλαίσιο, η ετήσια έκθεση του Υπουργείου Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών (USDOS) για τις πρακτικές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που καλύπτει το 2023, σημείωσε ότι οι νεαρές ανύπαντρες μητέρες αντιμετώπιζαν συχνά «κοινωνικό στίγμα».[29]

 

44.          Περαιτέρω ως προς την πρόσβαση των γυναικών στην εργασία, έκθεση του USDOS του 2023 καταγράφει πως «το Σύνταγμα απαγορεύει τη διάκριση βάσει φύλου, ωστόσο η νομοθεσία δεν παρέχει τα ίδια δικαιώματα για τις γυναίκες και τους άνδρες. Παρότι η νομοθεσία επιτρέπει στις γυναίκες τη συμμετοχή σε οικονομικούς τομείς χωρίς τη συγκατάθεση των ανδρών συγγενών, προβλέπει τη φροντίδα μητρότητας,  απαγορεύει τις σχετικές με το θεσμό της προίκας ανισότητες και ορίζει πρόστιμα και ποινές για όσους προβαίνουν σε διακρίσεις ή λαμβάνουν μέρος σε έμφυλη βία, η κυβέρνηση όμως δεν εφάρμοσε αποτελεσματικά τη νομοθεσία. Οι γυναίκες βίωσαν οικονομική διάκριση, ενώ υπήρξαν νομικοί περιορισμοί στη γυναικεία εργασία, χωρίς περιορισμούς ωστόσο στη διάρκεια εργασίας των γυναικών[30]

 

45.          Επίσης ανωτέρω αναφερόμενη έκθεση του ιδρύματος Bertelsmann επικαλούμενη έτερες πηγές αναφέρει πως το 2021 ο δείκτης για την ανισότητα των φύλων Gender Inequality Index (GII) – μια σύνθετη μέτρηση της ανισότητας των φύλων που χρησιμοποιεί την αναπαραγωγική υγεία, την ενδυνάμωση και την αγορά εργασίας ως κύριες παραμέτρους μέτρησης– αποτυπώνει πως η ΛΔΚ κατατάσσεται στην 151η θέση  από τις 179 χώρες που αξιολογήθηκαν, με μόνο το 14,3% των γυναικών να καταλαμβάνει κοινοβουλευτικές θέσεις. Συνεχίζει πως η ΛΔΚ βαθμολογείται με 0,576 και κατατάσσεται στην 151η θέση από 156 χώρες που αξιολογούνται στον δείκτη Global Gender Gap του 2021[31].

 

46.          Σύμφωνα με ένα άρθρο που δημοσιεύτηκε τον Αύγουστο του 2024, το Radio France Internationale (RFI) ανέφερε ότι στη ΛΔΚ, μια οικογένεια στις τρεις είναι μονογονεϊκή οικογένεια. Η ίδια πηγή ανέφερε επίσης ότι, σύμφωνα με τα στοιχεία των αρχών της ΛΔΚ, περίπου το 36 % των γυναικών, συμπεριλαμβανομένων των διαζευγμένων γυναικών και των χηρών, μεγαλώνουν μόνες τα παιδιά τους. Το ίδιο άρθρο αναφέρει ότι στην Κινσάσα, μια μονογονεϊκή οικογένεια συχνά σημαίνει ακραία επισφάλεια, ιδιαίτερα για τις γυναίκες σε άτυπες θέσεις εργασίας.[32]

 

47.          Καταληκτικά, σε συνέντευξη μέσω zoom με τον José Bazonzi, από το University of Kinshasa, UNIKIN με την Υπηρεσία Μετανάστευσης της Δανίας σημειώνεται σε έκθεση του Οκτωβρίου του 2022 ως προς την κατάσταση για τους ανθρώπους στην Κινσάσα χωρίς κοινωνικό δίκτυο, ότι «ένα άτομο χωρίς κοινωνικό δίκτυο στην Κινσάσα θα έχει σοβαρές δυσκολίες προσαρμογής και ενσωμάτωσης, γιατί χωρίς την οικογένεια και χωρίς διασυνδέσεις με την Εκκλησία, το άτομο θα νιώθει εγκαταλελειμμένο επειδή στη ΛΔΚ η κοινωνική βοήθεια που παρέχεται από το κράτος δεν λειτουργεί σωστά. Υπάρχει σχεδόν ένα κενό εδώ, και αυτό ισχύει και για τους ανθρώπους που έρχονται από μακριά για να εγκατασταθούν στην πρωτεύουσα, καθώς και για τους ανθρώπους εκεί. Οι υπηρεσίες κοινωνικής πρόνοιας υπάρχουν αλλά δεν είναι στο ύψος των καθηκόντων τους. Ένα τέτοιο άτομο αντιμετωπίζει πρώτα τα προβλήματα της στέγασης, πρόσβασης σε εργασία και μετά (σ.σ. αντιμετωπίζει) το πρόβλημα των πόρων. Επιπλέον, το άτομο θα έχει προβλήματα με την διασφάλιση των απαραίτητων ως προς το ζην και την πρόσβαση σε υγειονομική περίθαλψη σε περίπτωση ασθένειας. Στη ΛΔΚ, η οικογένεια και η εκκλησία αποτελούν ή πρακτικά παίζουν τον ρόλο της άτυπης κοινωνικής ασφάλισης. Ίσως πρέπει επίσης να αναφέρουμε εδώ τις ρίζες της ανεργίας των νέων και της αστικής ληστείας (συμμοριών) και του εγκλήματος, γνωστές στην Κινσάσα ως "Kuluna": πολλοί νέοι, χωρίς δουλειά, συχνά υπό την επήρεια ναρκωτικών, επιδίδονται σε κατακριτέες πράξεις... Έτσι, ο κίνδυνος είναι πολύ υψηλός για ένα άτομο χωρίς υποστήριξη, να τολμήσει να εγκατασταθεί στην Κινσάσα, εξαιτίας της αστικής ληστείας και της οικονομικής ανέχειας».[33]

 

48.          Συνεκτιμώντας το σύνολο των πληροφοριών που παρατέθηκαν ανωτέρω αναφορικά με τη θέση της γυναίκας στην κοινωνία της ΛΔΚ, το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο προστασίας τους, τη γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στη χώρα, καθώς και τα ιδιαίτερα προσωπικά χαρακτηριστικά της Αιτήτριας, κρίνεται ότι οι παραδοσιακές δομές και οι κυρίαρχες πατριαρχικές αντιλήψεις συντηρούν ένα ευρύ φάσμα διακρίσεων κατά των γυναικών, ενώ οι προσπάθειες του κράτους να τις προστατεύσει είναι περιορισμένες και αναποτελεσματικές. Ειδικότερα, το γεγονός ότι η Αιτήτρια είναι μια νεαρή γυναίκα, μόνη, μέτριου μορφωτικού επιπέδου και χωρίς οποιαδήποτε εργασιακή πείρα, η οποία δεν διαθέτει άλλο οικογενειακό ή ανδρικό υποστηρικτικό  δίκτυο στη χώρα καταγωγής, και έχει ήδη πέσει θύμα συστηματικής σεξουαλικής κακοποίησης και απαγωγής, ενισχύει τις πιθανότητες να αντιμετωπίσει τις συνέπειες κοινωνικής περιθωριοποίησης και του κοινωνικού στιγματισμού, της οικονομικής ανέχειας και της αδυναμίας να ενσωματωθεί στο κοινωνικό σύνολο σε μια χώρα μάλιστα που αντιμετωπίζει ταυτόχρονα πολλαπλή κρίση σε πολιτικό, κοινωνικό, οικονομικό επίπεδο. Είναι ευλόγως πιθανολογούμενο η Αιτήτρια να αντιμετωπίσει πλήθος δυσμενών κοινωνικών και έμφυλων διακρίσεων ιδιαίτερα από τη στιγμή που δεν διαθέτει επαρκές και υποστηρικτικό οικογενειακό περιβάλλον. Συνεπώς, βάσει του προφίλ της Αιτήτριας και του κοινωνικοπολιτικού πλαισίου της Λ.Δ.Κ. πιθανολογείται ευλόγως ότι η Αιτήτρια θα υποστεί δίωξη ή σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής της στη ΛΔΚ.

 

49.          Προχωρώντας στην εξέταση του ενδεχομένου υπαγωγής των πιο πάνω περιστάσεων στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου επισημαίνονται τα εξής. Προκειμένου να εξεταστεί το ενδεχόμενο υπαγωγής ενός αιτούντος στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου θα πρέπει να συντρέχουν τα ακόλουθα συστατικά στοιχεία: βάσιμος φόβος δίωξης, η δίωξη να συναρτάται με τουλάχιστον ένα από τους λόγους δίωξης που προβλέπονται στο άρθρο 1, τμήμα Α, σημείο 2, πρώτο εδάφιο της Σύμβασης της Γενεύης και του αντίστοιχου άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου, να εντοπίζεται φορέας δίωξης και να μην δύναται ο αιτών να απολαύσει την προστασία του κράτους καταγωγής ή λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής.

 

 

50.          Εν προκειμένω, στη βάση της αξιολόγησης κινδύνου που προηγήθηκε κρίνεται σκόπιμο να εξεταστεί καταρχάς κατά πόσον συντρέχει βάσιμος φόβος  δίωξης της Αιτήτριας για κάποιον από τους λόγους που εξαντλητικώς αναφέρονται στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου (για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων). Στην περίπτωση της Αιτήτριας δέον να εξεταστεί ειδικότερα, λαμβάνοντας υπόψη τις περιστάσεις της Αιτήτριας, κατά πόσον αυτή εμπίπτει σε κάποια ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα.

 

51.          Ειδικότερα, σύμφωνα με το 3Δ(δ) του περί Προσφύγων Νόμου (αντίστοιχο του άρθρου 10 παρ. 1 εδ. δ της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ), «Η ομάδα θεωρείται ως ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα όταν, μεταξύ άλλων: (i) τα μέλη της ομάδας αυτής έχουν κοινά εγγενή χαρακτηριστικά ή κοινό ιστορικό παρελθόν το οποίο δεν μπορεί να μεταβληθεί ή έχουν από κοινού χαρακτηριστικά ή πεποιθήσεις τόσο θεμελιώδους σημασίας για την ταυτότητα ή τη συνείδηση, ώστε ένα πρόσωπο να μην πρέπει να αναγκάζεται να τις αποκηρύξει και (ii) η ομάδα έχει ιδιαίτερη ταυτότητα στην οικεία χώρα, διότι γίνεται αντιληπτή ως διαφορετική ομάδα από τον περιβάλλοντα κοινωνικό χώρο. Ανάλογα με τις συνθήκες που επικρατούν στη χώρα καταγωγής μια ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα μπορεί να περιλαμβάνει ομάδα που βασίζεται στο κοινό χαρακτηριστικό του γενετήσιου προσανατολισμού. Ο γενετήσιος προσανατολισμός δεν μπορεί να νοηθεί ότι περιλαμβάνει πράξεις που θεωρούνται αξιόποινες κατά το κυπριακό δίκαιο. Λαμβάνονται δεόντως υπόψη πτυχές συνδεόμενες με το φύλο, συμπεριλαμβανομένης της ταυτότητας του φύλου, κατά τον καθορισμό της ιδιότητας μέλους ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας ή τον προσδιορισμό χαρακτηριστικού αυτής της ομάδας.».

52.          Ακολούθως θα πρέπει να αναφερθεί ότι η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες στις Οδηγίες της σχετικά με τη δίωξη λόγω γένους[34] αναφέρει στην ανάλυσή της για την ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα “ […] παρ. 30. Κατ’ ακολουθία, το φύλο μπορεί να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της κατηγορίας της κοινωνικής ομάδας. Οι γυναίκες αποτελούν ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα κοινωνικής υπο-ομάδας που καθορίζεται από έμφυτα και ανεπίδεκτα αλλαγής γνωρίσματα και συχνά απολαμβάνουν μεταχείριση διαφορετική από αυτή των αντρών. Τα χαρακτηριστικά τους τις ξεχωρίζουν ως κοινωνική ομάδα και σε κάποιες χώρες υπομένουν διαφορετικά κριτήρια και επίπεδο μεταχείρισης.”

 

53.          Η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο (EASO) στις Κατευθυντήριες γραμμές της σχετικά με την ιδιότητα μέλους ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας[35] παραπέμπει στο Άρθρο 9 παράγραφος 2 στοιχείο στ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ (αντίστοιχο άρθρο 3Γ(2)(στ) του περί Προσφύγων Νόμου) αναλύοντας τις πράξεις δίωξης ως εξής: «Οι πράξεις που μπορούν να χαρακτηρισθούν ως πράξεις δίωξης σύμφωνα με την παράγραφο 1 μπορούν μεταξύ άλλων να έχουν τη μορφή: [...] πράξεων που στοχεύουν το φύλο ή τα παιδιά. Σε ορισμένες κοινωνίες, υπάρχουν νόμοι οι οποίοι εισάγουν διακρίσεις εις βάρος των γυναικών λόγω του φύλου τους και μόνο ή κοινωνικές πρακτικές οι οποίες εισάγουν διακρίσεις εις βάρος των γυναικών. Η ύπαρξη νομοθεσίας ή πρακτικής εισάγουσας δυσμενή διάκριση δεν αποδεικνύει αφ’ εαυτής την ύπαρξη ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας, αλλά αποτελεί ένδειξη η οποία χρήζει περαιτέρω αξιολόγησης στο πλαίσιο της χώρας καταγωγής· πόσο κρίσιμη είναι η νομοθεσία για την αντίληψη του περιβάλλοντος κοινωνικού χώρου περί διαφορετικής ταυτότητας, πώς εφαρμόζεται η νομοθεσία και πώς επηρεάζει διαφορετικά τις γυναίκες. Συχνά απαιτούνται και άλλα χαρακτηριστικά για να διαπιστωθεί ότι πληρούται το κριτήριο της «ιδιαίτερης ταυτότητας», όπως η περιοχή καταγωγής, η εθνοτική ομάδα ή/και η κοινωνική κατάσταση».

 

54.          Ως προς τη νομολογία που αναλύει περαιτέρω τα ανωτέρω, η Δικαστική ανάλυση του EASO για τις Προϋποθέσεις χορήγησης διεθνούς προστασίας (οδηγία 2011/95/ΕΕ)[36] παραπέμπει στην υπόθεση Fornah κατά Secretary of State for the Home Department σύμφωνα με την οποία στην σκέψη 31 (η έμφαση είναι του παρόντος Δικαστηρίου): Οι γυναίκες στη Σιέρα Λεόνε αποτελούν ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα βάσει των διατάξεων του άρθρου 1 A παράγραφος 2 της Σύμβασης για τους πρόσφυγες, κατά τον Λόρδο Bingham of Cornhill: «Αποκλίνοντας από το επιχείρημα που αναπτύσσεται κατωτέρω, αλλά με την υποστήριξη της UNHCR, η κ. Webber υποστήριξε, για λογαριασμό της δεύτερης προσφεύγουσας, ότι ‟οι γυναίκες στη Σιέρα Λεόνε” είναι η ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα της οποίας είναι μέλος η δεύτερη προσφεύγουσα. Το επιχείρημα αυτό πρέπει να εκτιμηθεί στο πλαίσιο της κοινωνίας της Σιέρα Λεόνε όπως προκύπτει από τις μη αμφισβητούμενες αποδείξεις και χωρίς προσφυγή σε εξωτερική γενίκευση. Βάσει των εν λόγω αποδείξεων, εκτιμώ ότι είναι σαφές ότι οι γυναίκες στη Σιέρα Λεόνε αποτελούν ομάδα προσώπων με ένα κοινό χαρακτηριστικό, το οποίο, χωρίς θεμελιώδη μεταβολή των κοινωνικών ηθών, είναι αμετάβλητο και συνίσταται ειδικότερα στην κοινωνικά κατώτερη θέση σε σύγκριση με τους άνδρες. Η κοινωνία τις αντιλαμβάνεται ως κατώτερες. Αυτό ισχύει για όλες τις γυναίκες, εκείνες που αποδέχονται ή ασπάζονται με τη θέλησή τους την κατώτερη θέση τους και εκείνες που δεν την αποδέχονται. Ο ορισμός της ομάδας κατ’ αυτόν τον τρόπο δεν είναι ορισμός διά παραπομπής στην καταγγελλόμενη δίωξη: είναι ένα χαρακτηριστικό το οποίο θα υπήρχε ακόμη και χωρίς την πρακτική του ακρωτηριασμού των γυναικείων γεννητικών οργάνων, παρότι αυτή αποτελεί ακραία και πολύ βάναυση εκδήλωση της ανδρικής υπεροχής […]».[37] (Βλέπετε ως προς τον προσδιορισμό της ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας, λόγω φύλου την πρόσφατη απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου στην υπόθεση αρ. 1107/22, H. Μ. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, ημερ. 24.7.2023).

 

55.          Στο σημείο αξίζει να αναφερθεί η απόφαση του ΔΕΕ της 16ης Ιανουαρίου 2024 στην υπόθεση C‑621/21  WS κατά Intervyuirasht organ na Darzhavna agentsia za bezhantsite pri Ministerskia savet,  στην οποία παρατίθενται επεξηγήσεις σχετικά με την έννοια της ιδιότητας μέλους ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας σε περιπτώσεις έμφυλης βίας, τον συσχετισμό μεταξύ των λόγων και των πράξεων δίωξης ή μεταξύ των λόγων δίωξης και της έλλειψης προστασίας κατά των πράξεων αυτών και τη βία κατά των γυναικών με βάση το φύλο ως πράξη δίωξης. Παραθέτω κατωτέρω σχετικά αποσπάσματα (η υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου):

48      Συναφώς, επισημαίνεται ότι, αφενός, το άρθρο 60, παράγραφος 1, της Συμβάσεως της Κωνσταντινούπολης ορίζει ότι η βασιζόμενη στο φύλο βία κατά των γυναικών πρέπει να αναγνωρισθεί ως μορφή δίωξης υπό την έννοια του άρθρου 1, τμήμα Α, παράγραφος 2, της Συμβάσεως της Γενεύης. Αφετέρου, το εν λόγω άρθρο 60, παράγραφος 2, επιβάλλει στα μέρη να διασφαλίζουν ότι καθένας από τους λόγους δίωξης που προβλέπονται στη Σύμβαση της Γενεύης πρέπει να ερμηνεύεται λαμβανομένου υπόψη του φύλου και ότι, οσάκις στοιχειοθετείται ότι ο φόβος δίωξης οφείλεται σε έναν ή περισσότερους από τους παραπάνω λόγους, πρέπει να χορηγείται στους αιτούντες άσυλο καθεστώς πρόσφυγα.

49      Δεύτερον, όσον αφορά την πρώτη προϋπόθεση για τον χαρακτηρισμό μιας ομάδας ως «ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας», η οποία προβλέπεται στο άρθρο 10, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, πρώτο εδάφιο, της οδηγίας 2011/95 και υπομνήσθηκε στη σκέψη 40 της παρούσας αποφάσεως, ήτοι το να έχουν τα μέλη της τουλάχιστον ένα από τα τρία αναγνωριστικά στοιχεία που αναφέρονται στη διάταξη αυτή, επισημαίνεται ότι το ανήκειν στο γυναικείο φύλο συνιστά ένα εγγενές χαρακτηριστικό και, ως εκ τούτου, αρκεί για να μπορεί να γίνει δεκτό ότι πληρούται η εν λόγω προϋπόθεση.

50      Τούτο δεν αποκλείει το ενδεχόμενο να μπορούν επίσης να θεωρηθούν ως μέλη «ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας», κατά την έννοια του άρθρου 10, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας 2011/95, γυναίκες οι οποίες έχουν ένα πρόσθετο κοινό χαρακτηριστικό όπως, επί παραδείγματι, ένα άλλο εγγενές χαρακτηριστικό ή κοινό ιστορικό παρελθόν το οποίο δεν μπορεί να μεταβληθεί, φερ' ειπείν μια ιδιάζουσα οικογενειακή κατάσταση, ή ακόμη από κοινού χαρακτηριστικά ή πεποιθήσεις τόσο θεμελιώδους σημασίας για την ταυτότητα ή τη συνείδηση ώστε να μην πρέπει οι γυναίκες αυτές να αναγκάζονται να τις αποκηρύξουν.

[…]

52      Τρίτον, όσον αφορά τη δεύτερη προϋπόθεση για τον χαρακτηρισμό μιας ομάδας ως «ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας», η οποία σχετίζεται με την «ιδιαίτερη ταυτότητα» της ομάδας στη χώρα καταγωγής, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι είναι δυνατόν οι γυναίκες να γίνονται αντιληπτές με διαφορετικό τρόπο από τον περιβάλλοντα κοινωνικό χώρο και να αναγνωρισθεί, εξ αυτού του λόγου, ότι έχουν ιδιαίτερη ταυτότητα στον εν λόγω κοινωνικό χώρο, ιδίως λόγω των κοινωνικών, ηθικών ή νομικών κανόνων που επικρατούν στη χώρα καταγωγής τους.

53      Η δεύτερη αυτή προϋπόθεση για τον χαρακτηρισμό μιας ομάδας ως «ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας» πληρούται και στην περίπτωση γυναικών οι οποίες έχουν ένα πρόσθετο κοινό χαρακτηριστικό, όπως, παραδείγματος χάριν, ένα εξ αυτών που μνημονεύονται στις σκέψεις 50 και 51 της παρούσας αποφάσεως, όταν οι κοινωνικοί, ηθικοί ή νομικοί κανόνες που επικρατούν στη χώρα καταγωγής τους έχουν ως συνέπεια να γίνονται οι γυναίκες αυτές αντιληπτές με διαφορετικό τρόπο από τον περιβάλλοντα κοινωνικό χώρο λόγω αυτού του κοινού τους χαρακτηριστικού.

54      Στο πλαίσιο αυτό, διευκρινίζεται ότι εναπόκειται στο οικείο κράτος μέλος να καθορίσει ποιος περιβάλλων κοινωνικός χώρος είναι κρίσιμος προκειμένου να εκτιμηθεί εάν υφίσταται ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα. Ο κοινωνικός χώρος δύναται να συμπίπτει με το σύνολο του εδάφους της τρίτης χώρας καταγωγής του αιτούντος διεθνή προστασία ή να μην είναι τόσο ευρύς, παραδείγματος χάριν μπορεί να περιορίζεται σε τμήμα του εδάφους της ή σε μέρος μόνον του πληθυσμού της.

55           Τέταρτον, στο μέτρο που το αιτούν δικαστήριο ερωτά το Δικαστήριο εάν πράξεις όπως εκείνες που αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 30 της οδηγίας 2011/95 μπορούν να ληφθούν υπόψη προκειμένου να εξακριβωθεί ότι μια «κοινωνική ομάδα» έχει ιδιαίτερη ταυτότητα, κατά την έννοια του άρθρου 10, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας αυτής, διευκρινίζεται ότι η ιδιότητα μέλους ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας πρέπει να διαπιστώνεται ανεξαρτήτως των πράξεων δίωξης τις οποίες ενδέχεται να υποστούν τα μέλη της ομάδας αυτής στη χώρα καταγωγής, όπως ορίζονται στο άρθρο 9 της οδηγίας.

56       Γεγονός παραμένει ότι το να υφίστανται κάποιου είδους διάκριση ή δίωξη πρόσωπα που έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό μπορεί να αποτελεί κρίσιμο στοιχείο όταν, προκειμένου να εξακριβωθεί εάν πληρούται η δεύτερη προϋπόθεση για τον χαρακτηρισμό μιας ομάδας ως «ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας» που προβλέπεται στο άρθρο 10, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας 2011/95, πρέπει να διερευνηθεί εάν η επίμαχη ομάδα εμφανίζεται ως διακριτή ομάδα υπό το πρίσμα των κοινωνικών, ηθικών ή νομικών κανόνων που επικρατούν στην χώρα καταγωγής. Η ανωτέρω ερμηνεία επιρρωννύεται και από το σημείο 14 των κατευθυντήριων οδηγιών της HCR για τη διεθνή προστασία αριθ. 2, σχετικά με τη «συμμετοχή σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα» στα πλαίσια του άρθρου 1, τμήμα Α, παράγραφος 2, της Συμβάσεως της Γενεύης.

57       Ως εκ τούτου, μπορεί να θεωρηθεί ότι οι γυναίκες, στο σύνολό τους, έχουν την ιδιότητα μέλους «ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας», κατά την έννοια του άρθρου 10, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας 2011/95, οσάκις διαπιστώνεται ότι, λόγω του φύλου τους, εκτίθενται στη χώρα καταγωγής τους, σε σωματική ή ψυχική βία, συμπεριλαμβανομένης της σεξουαλικής και της ενδοοικογενειακής βίας.

[...]

61      Προς τούτο, όπως επισημαίνεται στο σημείο 36, στοιχείο x, των κατευθυντήριων οδηγιών της HCR για τη διεθνή προστασία αριθ. 1, σχετικά με τα αιτήματα για την αναγνώριση του καθεστώτος πρόσφυγα που υποβάλλονται από γυναίκες θα πρέπει επίσης να συλλέγονται οι πληροφορίες που αφορούν τη χώρα καταγωγής τους και ειδικότερα τη θέση της γυναίκας ενώπιον του νόμου, τα πολιτικά δικαιώματα των γυναικών, τα οικονομικά και κοινωνικά δικαιώματά τους, τα πολιτισμικά και κοινωνικά ήθη της χώρας και τις συνέπειες της παραβίασής τους, την επικράτηση παρόμοιων επιζήμιων παραδοσιακών πρακτικών, τη συχνότητα και τους τύπους της βίας που ασκείται σε βάρος των γυναικών, την προστασία που τους παρέχεται, την τιμωρία που προβλέπεται για τους αυτουργούς της βίας και τους κινδύνους που μπορεί να αντιμετωπίσει μια γυναίκα όταν επιστρέψει στη χώρα καταγωγής της μετά την υποβολή του αιτήματος.

 

62      Λαμβανομένων υπόψη των προεκτεθέντων, στα πρώτα τρία προδικαστικά ερωτήματα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 10, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας 2011/95 έχει την έννοια ότι, ανάλογα με τις συνθήκες που επικρατούν στη χώρα καταγωγής τους, μπορεί να θεωρηθεί ότι τόσο οι γυναίκες της χώρας αυτής στο σύνολό τους όσο και μικρότερες ομάδες γυναικών οι οποίες έχουν ένα πρόσθετο κοινό χαρακτηριστικό έχουν την ιδιότητα μέλους «ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας» αποτελούσα «λόγο δίωξης» ικανό να οδηγήσει στην αναγνώριση του καθεστώτος πρόσφυγα σε αυτές.»

 

56.          Επιπροσθέτως, το ΕΔΔΑ στην υπόθεση R.H. κατά Σουηδίας[38] έκρινε ότιμια ανύπαντρη γυναίκα που επιστρέφει στο Μογκαντίσου χωρίς πρόσβαση σε προστασία από ανδρικό δίκτυο θα αντιμετώπιζε πραγματικό κίνδυνο να ζήσει σε συνθήκες που συνιστούν απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση σύμφωνα με το άρθρο 3 της Σύμβασης”. Αναλυτικότερα στην παράγραφο 70 το Δικαστήριο αναφέρει: “Διάφορες εκθέσεις πιστοποιούν τη δύσκολη κατάσταση των γυναικών στη Σομαλία, συμπεριλαμβανομένου του Μογκαντίσου. Η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες έχει χαρακτηρίσει τις γυναίκες και τα κορίτσια ως μια ιδιαίτερη ομάδα κινδύνου (βλέπε παράγραφο 37 ανωτέρω). Ενώ έχει σημειωθεί νομοθετική πρόοδος με την εκπόνηση νομοσχεδίου για τα σεξουαλικά αδικήματα, υπάρχουν αρκετές σχετικές αναφορές για σοβαρή και εκτεταμένη σεξουαλική και έμφυλη βία στη χώρα (παράγραφοι 27, 30, 33-34 και 38). Όχι μόνο οι πολίτες αλλά και τα μέλη της SNAF, της AMISOM και άλλων ενόπλων δυνάμεων είναι δράστες κακοποίησης των γυναικών. Οι γυναίκες αδυνατούν να λάβουν προστασία από την αστυνομία και τα εγκλήματα που διαπράττονται συχνά μένουν ατιμώρητα, καθώς οι αρχές δεν είναι σε θέση ή δεν επιθυμούν να ερευνήσουν και να ασκήσουν δίωξη κατά των καταγγελλόμενων δραστών. Είναι επίσης σαφές ότι οι γυναίκες υφίστανται γενικά διακρίσεις στη σομαλική κοινωνία και ότι κατέχουν υποδεέστερη θέση από τους άνδρες. Όπως προκύπτει από την έκθεση του Σουηδικού Συμβουλίου Μετανάστευσης, οι γυναίκες εξαρτώνται από τους άνδρες σε πολλές πτυχές της κοινωνικής ζωής (παράγραφος 30). Κατά την άποψη του Δικαστηρίου, μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι μια ανύπαντρη γυναίκα που επιστρέφει στο Μογκαντίσου χωρίς πρόσβαση σε προστασία από ανδρικό δίκτυο θα αντιμετώπιζε πραγματικό κίνδυνο να ζήσει σε συνθήκες που συνιστούν απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση σύμφωνα με το άρθρο 3 της Σύμβασης.”

 

57.          Εν προκειμένω, λαμβάνοντας υπόψη τις κοινωνικές συνθήκες και αντιλήψεις που συνδέονται με τις μόνες γυναίκες στη ΛΔΚ καταλήγω στο συμπέρασμα ότι η Αιτήτρια αποτελεί μέλος μίας ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας ήτοι τις γυναίκες μόνες, χωρίς υποστηρικτικό δίκτυο και μη διαθέτουσες επαρκή οικονομικά μέσα προς επιβίωση στη ΛΔΚ. Εν προκειμένω, η οικονομική κατάσταση στην οποία βρίσκεται η Αιτήτρια, σε συνάρτηση με τις μειωμένες προοπτικές εργοδότησης λόγω τους γενικότερου προφίλ της και ιδίως του χαμηλού επιπέδου μόρφωσης επιτείνουν την ευαλωτότητά της. Οι πράξεις δίωξης που αναλύονται ανωτέρω και οι κίνδυνοι στους οποίες εκτίθενται, οι οποίοι συνδέονται με τις γυναίκες εν γένει και κυρίως με τις γυναίκες οι οποίες δεν διαθέτουν κάποιο ανδρικό υποστηρικτικό δίκτυο ή/ και άλλα μέσα αυτονόμησης και προστασίας, όπως επαρκείς οικονομικούς πόρους, αποτελούν σημαντική ένδειξη ότι οι γυναίκες στη ΛΔΚ, οι οποίες συγκεντρώνουν αυτά τα χαρακτηριστικά γίνονται αντιληπτές από την κοινωνία ως διακριτή κοινωνική ομάδα. Υπογραμμίζεται και η παρελθούσα δίωξη από έτερα φορέα δίωξη προερχόμενο από το οικογενειακό της περιβάλλον, χωρίς την απαιτούμενη προστασία από τις αρχές της χώρας της. Τα χαρακτηριστικά αυτά είναι εκ της φύσεώς τους αμετάβλητα και χαρακτηρίζουν το εκάστοτε πρόσωπο που τα συγκεντρώνει.  (Βλ. σχετικά με την ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα λόγω φύλου σε σχέση με τις γυναίκες στη ΛΔΚ,  ΔΔΔΠ Yπόθεση Αρ. 5893/21, A.M. v. Kυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, ημερ. 14.7.2023 και Υπόθεση  14 Ιουλίου, 2023 ΔΔΔΠ, Υποθεση. Αρ. 7397/21, Ν. D. v. Υπηρεσία Ασύλου, ημερ. 9.5.2023)

 

58.          Ως προς το συστατικό στοιχείο της δίωξης, ο περί Προσφύγων Νόμος ορίζει, μεταξύ άλλων, στο άρθρο 3Γ(1)(α) τις πράξεις δίωξης ως πράξεις «[…] αρκούντως σοβαρές λόγω της φύσης ή της επανάληψης τους ώστε να συνιστούν σοβαρή παραβίαση βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ειδικά των δικαιωμάτων από τα οποία δεν χωρεί παρέκκλιση, βάσει του άρθρου 15 παράγραφος 2, της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και των Θεμελιωδών Ελευθεριών…», μεταφέροντας στην εθνική έννομη τάξη το αντίστοιχο άρθρο 9(α) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας [στο εξής: Οδηγία 2011/95/ΕΕ]. Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 3Γ(2) του περί Προσφύγων Νόμου «Οι ακόλουθες πράξεις συνιστούν μη εξαντλητικό κατάλογο πράξεων δίωξης, κατά την έννοια του εδαφίου (1): (α) πράξεις σωματικής ή ψυχικής βίας, συμπεριλαμβανομένων πράξεων σεξουαλικής βίας, (β) νομικά, διοικητικά, αστυνομικά ή/και δικαστικά μέτρα, τα οποία εισάγουν διακρίσεις αφ’ εαυτού  ή εφαρμόζονται κατά τρόπο εισάγοντα διακρίσεις, (γ) ποινική δίωξη ή επιβολή ποινής η οποία είναι δυσανάλογη ή μεροληπτική, (δ)[…], (ε) […],(στ) πράξεις που στοχεύουν το φύλο ή τα παιδιά.». Περαιτέρω, όπως έχει αποφανθεί το  ΔΕΕ για να συνιστά μια προσβολή των θεμελιωδών δικαιωμάτων δίωξη υπό την έννοια του άρθρου 1Α, της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 σχετικά με το Καθεστώς των Προσφύγων, η προσβολή αυτή πρέπει να είναι σοβαρή σε ορισμένο τουλάχιστον βαθμό [απόφαση X κ.λπ., C‑199/12 έως C‑201/12, EU:C:2013:720, σκέψεις 51 έως 53].

 

59.          Όπως προκύπτει εκ των ανωτέρω, η Αιτήτρια ως ανήκουσα στην πιο πάνω κοινωνική ομάδα, σε συνάρτηση και με τα λοιπά στοιχεία του προφίλ της διατρέχει βάσιμο φόβο να εκτεθεί σε πράξεις οι οποίες αποτελούν είτε από μόνες του είτε σωρευτικώς σε σοβαρή παραβίαση βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Καταρχάς η Αιτήτρια έχει αυξημένες πιθανότητες να πέσει θύμα βιασμού ή θύμα εμπορίας προσώπων. Επιπλέον, ως γυναίκα μόνη, χωρίς ανδρικό υποστηρικτικό δίκτυο και οικονομικό υπόβαθρο, μπορεί να τύχει τέτοιας έκτασης κοινωνικό αποκλεισμό και διακρίσεις, η οποία ουσιαστικά να απολήγει σε δίωξη. Όπως προκύπτει στις πηγές που εκτέθηκαν ανωτέρω, ενδεικτικώς αναφέρεται ότι μία γυναίκα με το προφίλ της Αιτήτριας δεν αναμένεται να έχει πρόσβαση σε εργασία, στέγαση, ενώ οι ανύπαντρες γυναίκες συχνά θεωρείται ότι είναι ιερόδουλες στην Κινσάσα και συνεπώς, η σεξουαλική συναλλαγή αναμένεται από αυτές. Ακόμα και εάν η Αιτήτρια συνεπώς δεν αναγκαζόταν για σκοπούς επιβίωσης να προσφύγει σε αυτή την πρακτική, ο κοινωνικός στιγματισμός της είναι δεδομένος. Καθώς οι ανύπαντρες γυναίκες βρίσκονται σε μια πιο ευάλωτη θέση, υπόκεινται σε άτυπη φορολογία από την αστυνομία. Γενικότερα, μία γυναίκα με το προφίλ της Αιτήτριας είναι εξαιρετικά αμφίβολο εάν θα είναι σε θέση να επιβιώσει σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής της λόγω του κοινωνικού αποκλεισμού και ελλείψει κρατικής ή άλλης βοήθειας. Επαναλαμβάνεται δε και το γεγονός της παρελθούσας δίωξης της Αιτήτρια από το πατριό της χωρίς να λάβει προστασία από τις αρχές της χώρας της, δεδομένο που την εκθέτει περαιτέρω τόσο έναντι νέων πράξεων και πηγών δίωξης αλλά και έναντι του προηγούμενου φορέα δίωξης της.

 

60.          Ως προς το συστατικό στοιχείο της βασιμότητας του φόβου δίωξης, παρατηρώ ότι  με βάση τις πιο πάνω επισημάνσεις, υπάρχουν εύλογες πιθανότητες η Αιτήτρια να υποστεί τις πράξεις δίωξης που καταγράφονται ανωτέρω. Παρά το γεγονός ότι σε υποκειμενικό επίπεδο η Αιτήτρια δεν απέδωσε το φόβο δίωξής της στο προφίλ της αλλά επικεντρώθηκε στο φόβο δίωξής της από τους συγγενείς της, εντούτοις αρκεί οι αρμόδιες αρχές να εξακριβώσουν, υπό το φως της προσωπικής καταστάσεως του ενδιαφερομένου, αν αυτός, λόγω της υπαγωγής του σε μια ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα, διατρέχει πραγματικό κίνδυνο, μεταξύ άλλων, να διωχθεί ή να υποβληθεί σε μεταχείριση ή ποινές απάνθρωπες ή εξευτελιστικές εκ μέρους ενός από τους φορείς δίωξης που καθορίζει το άρθρο 3Α του περί Προσφύγων Νόμου [Βλ. Απόφαση του ΔΕΕ στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C‑199/12 έως C‑201/12, Χ, Υ, Ζ, ECLI:EU:C:2013:720, σκέψη 72].[39] Ως εκ τούτου, στην παρούσα περίπτωση ικανοποιείται το στοιχείου της βασιμότητας του φόβου δίωξης.

 

61.          Όπως δε καταλήγω ανωτέρω, ο ισχυρισμός της περί της κακοποίησης από τον πατριό κρίθηκε αξιόπιστος και επιπλέον κρίθηκε ως ευλόγως πιθανή η διώξή της από αυτόν σε περίπτωση επιστροφής στον τελευταίο τόπο διαμονής της. 

 

62.          Σχετικά με την εκτίμηση της εύλογης πιθανότητας δίωξης παρατίθενται τα εξής (η έμφαση είναι του παρόντος Δικαστηρίου):  Στον Πρακτικό Οδηγό της EASO για την αξιολόγηση των αποδεικτικών στοιχείων[40] αναφέρεται το εξής “ [σελ. 24] 3.1.3. Εφαρμογή του μέτρου απόδειξης [επιστροφή] - Τα στοιχεία που απαριθμούνται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 της οδηγίας για την αναγνώριση πρέπει να αναλύονται σε σχέση με το εφαρμοστέο μέτρο απόδειξης προκειμένου να είναι δυνατή η διεξαγωγή αξιολόγησης κινδύνου. Το συνηθέστερα εφαρμοζόμενο μέτρο απόδειξης κατά την αξιολόγηση του βάσιμου φόβου δίωξης και του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης είναι η «εύλογη πιθανότητα». Το εφαρμοστέο μέτρο απόδειξης πρέπει σε κάθε περίπτωση να είναι χαμηλότερο από το «πέραν εύλογης αμφιβολίας».

 

63.          Σε Δικαστική Ανάλυση του ΕΑΣΟ του 2018 σχετικά με τις προϋποθέσεις χορήγησης διεθνούς προστασίας (Οδηγία 2011/95/ΕΕ)[41] στην παράγραφο 2.8.1 που αφορά τον πραγματικό κίνδυνο του άρθρου 2 στοιχ. Στ. σημειώνεται ότι ”παρότι το ΔΕΕ δεν έχει ακόμη εξετάσει άμεσα το ζήτημα, φαίνεται ότι κατ’ αυτό, το μέτρο του «πραγματικού κινδύνου» σοβαρής βλάβης δεν διαφέρει από το μέτρο που χρησιμοποιείται για την αξιολόγηση του «βάσιμου φόβου» δίωξης στον ορισμό του πρόσφυγα (το οποίο είναι «εύλογος φόβος»), επειδή χρησιμοποιεί εναλλάξ τους όρους «πραγματικός κίνδυνος» και «βάσιμος φόβος».[42] Αυτό φαίνεται να υποδηλώνει ότι το ίδιο μέτρο απόδειξης εφαρμόζεται τόσο στον «πραγματικό κίνδυνο» όσο και στον «βάσιμο φόβο». Το κριτήριο του «εύλογου φόβου/κινδύνου» σημαίνει ότι, ενώ η απλή ή απομακρυσμένη πιθανότητα δίωξης ή σοβαρής βλάβης δεν επαρκεί για τη θεμελίωση βάσιμου φόβου ή σοβαρής βλάβης, ο αιτών δεν χρειάζεται να αποδείξει ότι υπάρχει σαφής πιθανότητα να υποστεί δίωξη ή σοβαρή βλάβη.”

 

64.          Στην εισαγωγή του το Ερμηνευτικό Σημείωμα της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες σχετικά με το βάρος της απόδειξης και η αποδεικτική ισχύς των ισχυρισμών κατά την εξέταση των αιτημάτων ασύλου[43] αναφέρει τα εξής: “Κατά την εξέταση των αιτημάτων ασύλου, πρέπει να συνεκτιμάται η ειδική θέση του αιτούντα άσυλο και να εφαρμόζεται η αρχή του προσφυγικού δικαίου σύμφωνα με την οποία η παροχή ασύλου και η αναγνώριση του καθεστώτος του πρόσφυγα είναι πράξη ανθρωπιστική. Κατ’ εφαρμογή αυτής της αρχής για τον καθορισμό του καθεστώτος του πρόσφυγα δεν απαιτείται η προϋπόθεση της βεβαιότητας του βάσιμου και δικαιολογημένου φόβου δίωξής του : αρκεί η πιθανότητα.

 

65.          Προκειμένου να καθορίσει την αρχή της απόδειξης που εφαρμόζεται στις περιπτώσεις ανάλυσης της πιθανότητας επέλευσης ενός μελλοντικού γεγονότος, η Βουλή των Λόρδων απέρριψε την εφαρμογή του κριτηρίου της «εξισορρόπησης των πιθανοτήτων», που εφαρμόζεται στις υποθέσεις ιδιωτικού δικαίου. Στην υπόθεση Fernandez κατά της Κυβέρνησης της Σιγκαπούρης, η οποία αφορά το Νόμο του 1967, στην οποία τέθηκε ζήτημα εφαρμογής για τους Φυγάδες Εγκληματίες ο Λόρδος Diplock εξέφρασε την άποψη ότι «δεν υπάρχει στο αγγλικό δίκαιο καμία γενική αρχή που να υποχρεώνει το Δικαστήριο, όταν κρίνει, είτε σύμφωνα με το Σύνταγμα είτε σύμφωνα με τη νομοθεσία, να αγνοήσει την πιθανότητα επέλευσης κάποιου γεγονότος το οποίο ενδέχεται να συμβεί στο μέλλον και από το οποίο εξαρτώνται οι νομικές συνέπειες της πιθανότητας επέλευσής του». Και αιτιολόγησε την άποψη αυτή με το συλλογισμό ότι «η πιθανότητα επέλευσης του εν λόγω γεγονότος είναι ποσοστιαία μικρότερη από αυτήν της μη επέλευσής του ». Το Δικαστήριο έλαβε υπόψη τις σημαντικές συνέπειες έκδοσης απόφασης που θα αποδεικνυόταν λανθασμένη κατά τον έναν ή άλλον τρόπο και κατέληξε ότι δεν είναι απαραίτητο ο αλλοδαπός να αποδείξει ότι είναι περισσότερο από πιθανό να κρατηθεί ή να στερηθεί την ελευθερία εάν αναγκαστεί να επιστρέψει στην συγκεκριμένη χώρα. Αρκεί και χαμηλότερο κριτήριο πιθανότητας, όπως αυτό της «εύλογης πιθανότητας», των «βάσιμων λόγων της σκέψης» ή της «σοβαρής πιθανότητας».

66.          Εν προκειμένω, παρά το ότι ως φορείς δίωξής της Αιτήτριας μελλοντοστραφώς κρίνεται ο πατριός της, ιδιώτης, χωρίς εμφανείς διασυνδέσεις με κρατικές αρχές και παρά το γεγονός ότι η Κινσάσα έχει πληθυσμό 16 και πλέον εκατομμύρια, εντούτοις, η απουσία κρατικής προστασίας καθιστά τον κίνδυνο δίωξης της Αιτήτριας ευλόγως πιθανό στο μέλλον.

 

67.          Επιπλέον, ως προς τις πράξεις δίωξης, στις οποίες εκτίθεται η Αιτήτρια εκ του προφίλ της, φορέας δίωξης είναι και η ίδια η κοινωνία στην οποία ζει η Αιτήτρια εξαιτίας ακριβώς του κοινωνικού αποκλεισμού τον οποίο ευλόγως αναμένεται αυτή να υποστεί, ο οποίος απολήγει σε δίωξη. Η αποστέρηση βασικών δικαιωμάτων της Αιτήτριας, όπως η πρόσβαση σε επαρκή κρατική προστασία από πράξεις κατά της σωματικής της ακεραιότητας, η περιορισμένη δυνατότητα πρόσβασης σε αξιοπρεπή εργασία και ο γενικότερος κοινωνικός αποκλεισμός όπως περιγράφεται ανωτέρω, εξαιτίας του προφίλ της και ιδιαίτερα της συμμετοχής της στις κοινωνικές ομάδες που διακρίθηκαν ανωτέρω, συνηγορεί υπέρ του συμπεράσματος περί δίωξής της.[44] 

 

68.          Επιπρόσθετα, το κράτος δεν είναι σε θέση να εξασφαλίσει ένα ικανοποιητικό  επίπεδο διαβίωσης ιδιαίτερα στις γυναίκες με τα στοιχεία του προφίλ της αιτήτριας και να τις προστατεύσει από κοινωνικές διακρίσεις και τον στιγματισμό που πηγάζει από βαθιά πατριαρχικές αντιλήψεις και προκαταλήψεις. Η απουσία επαρκούς και αποτελεσματικού νομοθετικού συστήματος για τη στήριξη των γυναικών, και ειδικότερα των πλέον ευάλωτων, όπως η Αιτήτρια, ο κοινωνικός στιγματισμός και η απουσία αποτελεσματικού συστήματος ένταξης των νέων γυναικών, αποτελούν ένδειξη και για την απουσία επιθυμίας από πλευράς κράτους για την προστασία τους, θέτοντας έτσι τη ζωή και την ελευθερία τους σε κίνδυνο.

 

69.          Σε σχέση με τη δυνατότητα των αρχών της ΛΔΚ να παράσχουν προστασία στην Αιτήτρια, εκτέθηκε ανωτέρω πλήθος πηγών, από τις οποίες προκύπτει η αδυναμία ή ακόμα και η απροθυμία των αρχών να παρέχουν επαρκή προστασία σε πρόσωπα με το προφίλ της Αιτήτριας.

 

70.          Υπό το φως των ανωτέρω, η Αιτήτρια πληροί τις προϋποθέσεις υπαγωγής της στο καθεστώς του πρόσφυγα ως πρόσωπο ανήκον σε μια ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα, το οποίο διατρέχει βάσιμο φόβο δίωξης στη χώρα καταγωγής της, όπου το κράτος της δεν είναι σε θέση να την προστατέψει.

 

71.          Επόμενο στάδιο της ανάλυσης αναφορικά με τη χορήγηση στην Αιτήτρια καθεστώτος διεθνούς προστασίας, είναι η εξέταση του ενδεχομένου επιστροφής και εγκατάστασης της Αιτήτριας σε άλλο τμήμα της χώρας ιθαγένειάς της.

 

72.          Δυνάμει  του άρθρου 12Γ του περί Προσφύγων Νόμου  (το οποίο μεταφέρει το άρθρο 8 της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ) κατά τη λήψη απόφασης επί της αίτησης, ο Προϊστάμενος δύναται να αποφασίσει ότι ο αιτητής δεν χρήζει διεθνούς προστασίας, εάν σε τμήμα της χώρας ιθαγένειάς του (i) δεν υπάρχει βάσιμος φόβος ότι θα υποστεί δίωξη  ή ότι διατρέχει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης, ή (ii) έχει πρόσβαση σε προστασία κατά της δίωξης ή της σοβαρής βλάβης, όπως η εν λόγω προστασία ορίζεται στο άρθρο 3Β, και ο αιτητής μπορεί νόμιμα και με ασφάλεια να ταξιδέψει και να γίνει δεκτός σε εκείνο το τμήμα της χώρας και μπορεί εύλογα να αναμένεται να εγκατασταθεί εκεί.

 

73.          Ως προς την πρώτη προϋπόθεση περί ανυπαρξίας βάσιμου φόβου δίωξης ή σοβαρής βλάβης, ο Πρακτικός Οδηγός της EASO, αναφέρει ότι η σχετική αξιολόγηση θα πρέπει να περιστρέφεται γύρω από την πιθανότητα ο φορέας δίωξης ή σοβαρής βλάβης να καταδιώξει τον αιτητή στην τοποθεσία όπου εξετάζεται το ενδεχόμενο εσωτερικής μετεγκατάστασης. Ειδικά στην περίπτωση των μη κρατικών δρώντων, θα πρέπει να υπάρχει κάποιος λόγος να πιστεύεται ότι o δρων δε θα δύναται να φθάσει τον αιτητή στην τοποθεσία αυτή.[45] Σύμφωνα επιπλέον με τον Οδηγό για την εφαρμογή της Εσωτερικής Μετεγκατάστασης, στην περίπτωση των μη κρατικών δρώντων, σε περίπτωση μη σύνδεσης με ορισμένο οργανισμό, ενδεχομένως η δυνατότητα αυτή να είναι περιορισμένη, ενώ υπόψιν θα πρέπει να λαμβάνεται και η βούληση του δρώντος, η οποία ενδεχομένως να σχετίζεται με τοπικής φύσης λόγους δίωξης.[46]

 

74.          Υπενθυμίζεται ακόμη η αναστροφή του βάρους απόδειξης, την οποία φέρει το κράτος-μέλος, ως προς τη δυνατότητα μετεγκατάστασης του αιτητού.[47]

 

75.          Ειδικά ως προς τον εύλογο χαρακτήρα της μετεγκατάστασης, παρατηρώ ότι βάσει της νομολογίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, οφείλουν να αξιολογηθούν μεταξύ άλλων η ικανότητα του αιτητού να εξασφαλίσει τις πλέον βασικές του ανάγκες, όπως φαγητό, υγιεινή και καταφύγιο, η ευαλωτότητά του στην κακομεταχείριση και  η πιθανότητα η κατάστασή του να βελτιωθεί εντός εύλογου χρονικού διαστήματος.[48] Προσωπικές περιστάσεις που δύνανται να ληφθούν υπόψιν συνιστούν η διατήρηση οικογενειακού δεσμού στην περιοχή μετεγκατάστασης και εάν ο αιτητής έχει πρόσφατη εμπειρία διαβίωσης στη χώρα καταγωγής του.[49]

 

76.          Επιπλέον κριτήρια δόθηκαν με την απόφαση A.A.M v. Sweden του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, Aρ. Αιτ. 68519/10, ημερ. 3.7.2014 για την ευλογοφάνεια της μετεγκατάστασης. Πιο συγκεκριμένα κρίθηκε, ότι παρότι η μετεγκατάσταση συμπεριλαμβάνει ορισμένο βαθμό δυσκολίας, όπως η εξεύρεση κατάλληλων εργασιών και οικίας, τέτοιες δυσκολίες δεν είναι αποφασιστικές αν μπορεί να ανευρεθεί ότι οι γενικές συνθήκες διαβίωσης για τον αιτητή δεν είναι μη εύλογες ή με οποιοδήποτε τρόπο δε συνεπάγονται μεταχείριση απαγορευμένη από το άρθρο 3 της ΕΣΔΑ. Επιπλέον δείκτες του εύλογου χαρακτήρα της μετεγκατάστασης αξιολογήθηκαν η διαθεσιμότητα εργασιών και η πρόσβαση σε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη όπως και η οικονομική και άλλη υποστήριξη από την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες και τοπικές οργανώσεις.[50]

 

77.          Σε σχέση με τη δυνατότητα μετεγκατάστασης της Αιτήτριας, σε ασφαλέστερη περιοχή της χώρας, λαμβάνεται εξάλλου υπόψη η κατευθυντήρια οδηγία της Ύπατης Αρμοστείας του Ο.Η.Ε. για τους Πρόσφυγες για τη Διεθνή Προστασία Νο.4, σύμφωνα με την οποία η αξιολόγηση της εναλλακτικής δυνατότητας εγχώριας προστασίας έχει ως προϋπόθεση την εξεύρεση μιας περιοχής στην οποία δεν υπάρχει σοβαρός κίνδυνος δίωξης, και που θα μπορούσε ευλόγως να αναμένεται ότι η Αιτήτρια μπορεί να έχει εκεί μια φυσιολογική ζωή[51]. Η αξιολόγηση της δυνατότητας εφαρμογής της εγχώριας προστασίας απαιτεί την ανάλυση δύο στοιχείων, που συνίστανται στη διαπίστωση του εφικτού και του εύλογου χαρακτήρα της δυνατότητας μετεγκατάστασης, συνεκτιμώντας αφενός τις γενικές περιστάσεις που επικρατούν στο τμήμα της χώρας που προτείνεται για μετεγκατάσταση και αφετέρου τις προσωπικές περιστάσεις του αιτούντα (βλ. άρθρο 8 Οδηγίας 2011/95/ΕΕ).[52]

 

78.          Επίσης ο ανωτέρω αναφερόμενος Πρακτικός οδηγός της EUAA, επισημαίνει ότι   στις χώρες όπου λαμβάνει χώρα ένοπλη σύρραξη, είναι αναγκαία η αξιολόγηση της γενικότερης κατάστασης ασφαλείας στην περιοχή της μετεγκατάστασης, προκειμένου να διαπιστωθεί ή απουσία δίωξης ή σοβαρής βλάβης στην περιοχή αυτή. Είναι επιπλέον αναγκαία η αξιολόγηση της ανθρωπιστικής κατάστασης στο πλαίσιο εξέτασης του εύλογου χαρακτήρα της μετεγκατάστασης. Η κατάσταση ασφαλείας οφείλει να αξιολογηθεί κατά τα πρότυπα του άρθρου 15(γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας, και συνεπώς άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου[53].

 

79.          Εν προκειμένω κατόπιν έρευνας σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης ανευρέθη ότι «η Λαϊκή Δημοκρατία του Κογκό είναι αναμεμειγμένη σε διάφορες μη- διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις στην επικράτειά της εναντίον αριθμού μη κρατικών ένοπλων ομάδων»[54], οι οποίες εντοπίζονται κυρίως όπως καταγράφουν διάφορες πηγές στις ανατολικές περιοχές της ΛΔΚ όπως το Nord-Kivu, το Sud-Kivu και το Ituri, χωρίς να γίνεται καμία αναφορά σε άλλες περιφέρειες ή στην Κινσάσα[55]. Έκθεση του Amnesty International η οποία καλύπτει το έτος 2023 επιβεβαιώνει πως δεκάδες ένοπλες ομάδες παρέμειναν ενεργές, κυρίως στις ανατολικές επαρχίες Ituri, Nord-Kivu και Sud-Kivu[56] .

 

80.           Eξετάζοντας το ενδεχόμενο μετεγκατάστασης της Αιτήτριας σε ένα από τα μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας, όπου θα μπορούσε να διαμείνει και να έχει ευκαιρίες εύρεσης εργασίας, πρόσβασης σε εκπαίδευση καθώς και ιατρική περίθαλψη, εντοπίστηκε η πόλη Lubumbashi στο νοτιοανατολικό τμήμα της χώρας, η οποία είναι η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη σε πληθυσμό στην χώρα μετά την Kinshasa, και αποτελεί ως η «πρωτεύουσα των ορυχείων» σημαντικό βιομηχανικό, εμπορικό και επιχειρηματικό κέντρο[57]. Η πόλη διαθέτει πανεπιστήμια, βιβλιοθήκες, καθεδρικούς ναούς και διεθνές αεροδρόμιο (με εσωτερικές πτήσεις και πτήσεις προς άλλες χώρες της Αφρικής)[58] το οποίο λειτουργεί σε 24 ωρη βάση καθώς και σιδηροδρομικό δίκτυο[59]. Σε έτερη πηγή αναφέρεται πως  για το έτος 2023: «η κυβέρνηση [της ΛΔΚ] όρισε περιφερειακούς κατώτατους μισθούς για όλους τους εργαζόμενους στις ιδιωτικές επιχειρήσεις, με τους υψηλότερους κατώτατους μισθούς να εφαρμόζονται στις πόλεις Kinshasa και Lubumbashi. Οι κατώτατοι μισθοί ήταν πάνω από το όριο της φτώχειας[…]»[60]

 

81.          Αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας, κατόπιν έρευνας στην βάση δεδομένων ACLED κατά την χρονική περίοδο 27.1.2024 έως 24.1.2025 (ενός έτους) καταγράφηκαν  στην περιφέρεια Haut-Katanga όπου υπάγεται το Lubumbashi 32 περιστατικά ασφαλείας εκ των οποίων προέκυψαν 26 απώλειες σε αμάχους, εξ αυτών των περιστατικών τα 17 κωδικοποιήθηκαν ως διαδηλώσεις (με 0 απώλειες), τα 6 ως εξεγέρσεις (με 4 απώλειες), τα 5 ως βία κατά αμάχων (με 6 απώλειες) και τα 4 ως μάχες (με 16 απώλειες)[61].  Ειδικότερα στην πόλη Lubumbashi κατά την ανωτέρω υπό εξέταση χρονική περίοδο καταγράφηκαν 20 περιστατικά ασφαλείας (με καμία απώλεια σε αμάχους) εκ των οποίων τα 14 κωδικοποιήθηκαν ως διαδηλώσεις, τα 4 ως εξεγέρσεις και τα 2 ως βία κατά αμάχων, ενώ δεν καταγράφηκε κανένα περιστατικό μάχης καθώς και απομακρυσμένης βίας[62]. Σημειώνεται ότι ο εκτιμώμενος πληθυσμός της πόλης Lubumbashi ανέρχεται στο 1.283.380 κατοίκους (με βάση την επίσημη εκτίμηση για το 2004[63].

 

82.          Εν προκειμένω, δεδομένου ότι η πιθανολογούμενη δίωξη της Αιτήτριας προέρχεται, όπως αναφέρθηκε ανωτέρω από το κοινωνικό σύνολο αλλά και από τα συγγενικά της πρόσωπα, σε συνδυασμό με την αδυναμία του κράτους να της παρέχει αποτελεσματική προστασία,  η δυνατότητα για μετεγκατάσταση παραμένει αδύνατη λόγω του προφίλ της Αιτήτριας, διότι δεν είναι ούτε ασφαλές ούτε εύλογο να αναμένεται να ζήσει η Αιτήτρια σε οποιαδήποτε άλλη περιοχή της χώρας καταγωγής της χωρίς υποστηρικτικό περιβάλλον και δη ανδρικό υποστηρικτικό περιβάλλον ή βοήθεια ή να μπορέσει να ζήσει μόνη της αδυνατώντας να εξασφαλίσει τα αναγκαία για τη διαβίωσή της και κινδυνεύοντας να καταστεί θύμα διακρίσεων, κακοποίησης ή εκμετάλλευσης. Αυτό σε συνάρτηση με την πτυχή του προφίλ της ότι αυτή δεν διαθέτει προηγούμενη επαγγελματική πείρα ώστε να είναι σε θέση να επιβιώσει. Κατά συνέπεια, δεν θεωρείται ασφαλής και εύλογη η δυνατότητα της εσωτερικής μετεγκατάστασης, της Αιτήτριας σε άλλη περιοχή στη ΛΔΚ.

 

83.          Τέλος από τα στοιχεία του φακέλου της Αιτήτριας και τα στοιχεία που είναι διαθέσιμα ενώπιον μου, δεν προκύπτει να συντρέχει ένας ή περισσότεροι από τους λόγους αποκλεισμού από το καθεστώς πρόσφυγα σύμφωνα με το άρθρο 5 του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή επιτυγχάνει με €1500 υπέρ της  Αιτήτριας και η επίδικη πράξη τροποποιείται ως ανωτέρω, αναγνωρίζοντας την Αιτήτρια ως πρόσφυγα κατά την έννοια του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου. 

 

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 

 

 



[1] EUAA, Δικαστική Ανάλυση: Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου , 2018,

file:///C:/Users/krotsma/Desktop/reports%20for%20study%20EUAA/EASO-Evidence-and-Credibility-Assessment-JA-EL.pdf, σελ.36.

[2] EUAA, Δικαστική Ανάλυση: Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου , 2018,

file:///C:/Users/krotsma/Desktop/reports%20for%20study%20EUAA/EASO-Evidence-and-Credibility-Assessment-JA-EL.pdf, σελ. 73

[3] USDOS – US Department of State: 2022 Country Report on Human Rights Practices: Democratic Republic of the Congo, 20 March 2023 https://www.ecoi.net/en/document/2089109.html, AI – Amnesty International (Author): Amnesty International Report 2022/23; The State of the World's Human Rights; Democratic Republic Of The Congo 2022, 27 March 2023
https://www.ecoi.net/en/document/2089471.html (ημερομηνία πρόσβασης 05/09/2024)

[4] Bertelsmann Stiftung: BTI 2024 Country Report Congo, DR, 19 Μαρτίου 2024,
https://www.ecoi.net/en/file/local/2105834/country_report_2024_COD.pdf

[5] MSF - Médecins Sans Frontières: MSF survey shows scale and continuing cycle of violence against displaced women in eastern DRC, 5 August 2024
https://www.msf.org/msf-survey-shows-scale-violence-against-displaced-women-eastern-drc

[6]   World Bank Group: Democratic Republic of Congo, Overview, 18.10.2024, https://www.worldbank.org/en/country/drc/overview

[7] EUAA, Δικαστική Ανάλυση: Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου , 2018,

file:///C:/Users/krotsma/Desktop/reports%20for%20study%20EUAA/EASO-Evidence-and-Credibility-Assessment-JA-EL.pdf, σελ. 21, 86, 102 [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]

[8] EUAA - European Union Agency for Asylum (formerly: European Asylum Support Office, EASO): Democratic Republic of the Congo ; Situation of women without a support network in South Kivu [Q60-2024], 2 September 2024
https://www.ecoi.net/en/file/local/2114588/2024_09_EUAA_COI_Query_Response_Q60_DRC_Women_without_support_network_South_Kivu.pdf [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]

[9] Bertelsmann Stiftung, BTI 2024 Country Report: Congo, DR, 19 March 2024, https://bti-project.org/fileadmin/api/content/en/downloads/reports/country_report_2024_COD.pdf , p. 23; Freedom House, Freedom in the World 2024: Democratic Republic of the Congo, 2024, https://freedomhouse.org/country/democratic-republic-congo/freedom-world/2024 [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]

[10] Bertelsmann Stiftung, BTI 2024 Country Report: Congo, DR, 19 March 2024, https://bti-project.org/fileadmin/api/content/en/downloads/reports/country_report_2024_COD.pdf , p. 23 [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]

[11] Freedom House: Freedom in the World 2024 - Democratic Republic of the Congo, 2024
https://www.ecoi.net/en/document/2108034.html[Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]

[12] CEDAW, 'Concluding observations on the eighth periodic report of the Democratic Republic of the Congo', CEDAW/C/COD/CO/8 ,(2019), 8 διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/file/local/2014966/N1923692.pdf [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]

[13] UNPF, “Sometimes she was desperate”: How survivors of sexual violence in the Democratic Republic of the Congo are healing with the help of UNFPA’s frontline workers, August 2023, διαθέσιμο σε https://www.unfpa.org/news/%E2%80%9Csometimes-she-was-desperate%E2%80%9D-how-survivors-sexual-violence-democratic-republic-congo-are [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]

[14] UN Women, DRC: Bringing women’s civil society organisations together, 10 July 2023, https://africa.unwomen.org/en/stories/nouvelle/2023/07/rdc-rassemblant-les-organisations-feminines-de-la-societe-civile

[15] World Bank Blogs, Changing social norms and values to end widespread violence against women and girls in DRC,  12/12/2022, https://blogs.worldbank.org/en/africacan/changing-social-norms-and-values-end-widespread-violence-against-women-and-girls-drc [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]

[16] USDOS – US Department of State: 2022 Country Report on Human Rights Practices: Democratic Republic of the Congo, 20 March 2023 https://www.ecoi.net/en/document/2089109.html,  σελ. 7

[17] EASO – European Asylum Support Office: 1. Sexual and gender-based violence (SGBV), including: Conflict related sexual violence, sexual and domestic violence, trafficking, traditional harmful practices 2. Legal framework (national legislation and international instruments) and implementation 3. State actors of protection 4. Social perception and non-state actors of protection [Q12], 10 July 2019, σελ. 6
https://www.ecoi.net/en/file/local/2012709/2019_06_DRC_COI_Query_SGBV_Q12.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 30.1.2025)

[18] USDOS, 2023 Country Report on Human Rights Practices: Democratic Republic of the Congo, 23 April 2024, https://www.state.gov/wp-content/uploads/2024/02/528267_CONGO-DEM-REP-2023-HUMAN-RIGHTS-REPORT.pdf , p. 40-41(ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 30.1.2025)

[19] Οπ.π. (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 30.1.2025)

[20] USDOS, 2023 Country Report on Human Rights Practices: Democratic Republic of the Congo, 23 April 2024, https://www.state.gov/wp-content/uploads/2024/02/528267_CONGO-DEM-REP-2023-HUMAN-RIGHTS-REPORT.pdf , p. 42 ; Bertelsmann Stiftung: BTI 2024 Country Report Congo, DR, 19 March 2024
https://www.ecoi.net/en/file/local/2105834/country_report_2024_COD.pdf ; Freedom House: Freedom in the World 2024 - Democratic Republic of the Congo, 2024
https://www.ecoi.net/en/document/2108034.html [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]

[21] DIS – Danish Immigration Service (Author): Democratic Republic of the Congo; Socioeconomic conditions in Kinshasa , October 2022 https://www.ecoi.net/en/file/local/2079915/notat-drc-kinshasa.pdf σελ. 46, παρα. 20 [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]

[22] Danish Immigration Service-DIS, 'Democratic Republic of the Congo: Socioeconomic Conditions in Kinshasa' (2022), 12 διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/file/local/2079915/notat-drc-kinshasa.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 25/09/2024)

[23] Βλ.οπ.παραπάνω [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]

[24] IRB, 'Democratic Republic of Congo: Ability to resettle in Kinshasa, particularly for women without male support, including access to housing, jobs and public services (2016-August 2019) (2019), υπό 3, διαθέσιμο σε https://irb.gc.ca/en/country-information/rir/Pages/index.aspx?doc=458089&pls=1, EUAA – European Union Agency for Asylum (formerly: European Asylum Support Office, EASO) (Author): Situation of women without a support network in Kinshasa [Q28-2023], 25 August 2023
https://www.ecoi.net/en/file/local/2096524/2023_08_EUAA_COI_Query_Response_Q28_DRC_Situation_of_women_without_network.pdf  [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]

[25] De Herdt, Tom “Hidden families, single mothers and Cibalabala: Economic Regress and Changing Household Composition in Kinshasa”, Trefon, T. (Red.), Reinventing order in the Congo – How people respond to state failure in Kinshasa. London: Zed Books, 2004, σελ. 121, 128, https://www.bloomsburycollections.com/book/reinventing-order-in-the-congo-how-people-respond-to-state-failure-in-kinshasa/ch8-hidden-families-single-mothers-and-cibalabala-economic-regress-and-changing-household-composition-in-kinshasa (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]

[26] The Danish Immigration Service, ‘Democratic Republic of the Congo: Socioeconomic conditions in Kinshasa’, Οκτώβριος 2022, σελ. 29, https://coi.euaa.europa.eu/administration/denmark/PLib/notat-drc-kinshasa.pdf [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]

[27] Danish Immigration Service-DIS, 'Democratic Republic of the Congo: Socioeconomic Conditions in Kinshasa' (2022), 12 διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/file/local/2079915/notat-drc-kinshasa.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 25/09/2024) EUAA – European Union Agency for Asylum (formerly: European Asylum Support Office, EASO) (Author): Situation of women without a support network in Kinshasa [Q28-2023], 25 August 2023
https://www.ecoi.net/en/file/local/2096524/2023_08_EUAA_COI_Query_Response_Q28_DRC_Situation_of_women_without_network.pdf [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]

[28] Bertelsmann Stiftung, BTI 2024 Country Report: Congo, DR, 19 March 2024, https://bti-project.org/fileadmin/api/content/en/downloads/reports/country_report_2024_COD.pdf , p 16, [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]

[29] USDOS, 2023 Country Report on Human Rights Practices: Democratic Republic of the Congo, 23 April 2024, https://www.state.gov/wp-content/uploads/2024/02/528267_CONGO-DEM-REP-2023-HUMAN-RIGHTS-REPORT.pdf , p. 44 [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]

[30] USDOS, 2023 Country Report on Human Rights Practices: Democratic Republic of the Congo, 23 April 2024, https://www.state.gov/wp-content/uploads/2024/02/528267_CONGO-DEM-REP-2023-HUMAN-RIGHTS-REPORT.pdf , p. 42 [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]

[31] Bertelsmann Stiftung: BTI 2024 Country Report Congo, DR, 19.3.2024,
https://www.ecoi.net/en/file/local/2105834/country_report_2024_COD.pdf[Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]

[32] RFI, En RDC, la précarité des familles monoparentales, 11 August 2024, https://www.rfi.fr/fr/podcasts/regards-crois%C3%A9s-sur-la-parentalit%C3%A9/20240811-rdc-pr%C3%A9carit%C3%A9-des-familles-monoparentales [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]

[33] DIS – Danish Immigration Service (Author): Democratic Republic of the Congo; Socioeconomic conditions in Kinshasa , October 2022 https://www.ecoi.net/en/file/local/2079915/notat-drc-kinshasa.pdf σελ. 48-49 [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]

[34]UN High Commissioner for Refugees (UNHCR), Guidelines on International Protection No. 1: Gender-Related Persecution Within the Context of Article 1A(2) of the 1951 Convention and/or its 1967 Protocol Relating to the Status of Refugees, 7 May 2002, HCR/GIP/02/01, διαθέσιμο σε: https://www.refworld.org/docid/3d36f1c64.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 27/07/2023)

[36] EASO, Δικαστική ανάλυση, Προϋποθέσεις χορήγησης διεθνούς προστασίας (οδηγία 2011/95/ΕΕ), 2018 σελ. 220 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 30.1.2024)

[37] House of Lords (Βουλή των Λόρδων) (Ηνωμένο Βασίλειο), απόφαση της 18ης Οκτωβρίου 2006, Secretary of State for the Home Department κατά K· Fornah κατά Secretary of State for the Home Department [2006] UKHL 46, Secretary of State for the Home Department v. K [2006] UKHL 46 (18 October 2006) (bailii.org) σκέψη 31 ((ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 30.1.2024)

[38] ECtHR - 4601/14 – R.H. v. Sweden, διαθέσιμο σε: https://hudoc.echr.coe.int/eng#{%22itemid%22:[%22001-157325%22]} (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 27/07/2023)

[39] Βλ. Judicial Analysis on Qualification for International Protection (Directive 2011/95/EU) 2023 EUAA Judicial Publications for members of courts and tribunals, σημείο 1.5.1. https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/202301/Qualification_international_protection_judicial_analysis_2nd_edition_0.pdf, [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025].

 

[40] Πρακτικός Οδηγός EASO: Αξιολόγηση των αποδεικτικών στοιχείων https://euaa.europa.eu/sites/default/files/PG%20Evidence%20Assessment%20-%20EL.pdf σελ.24  [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]

[41] ΕΑΣΟ Δικαστική Ανάλυση: Προϋποθέσεις χορήγησης διεθνούς προστασίας (Οδηγία 2011/95/ΕΕ), διαθέσιμο σε: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/qip-ja_el.pdf σελ. 130  [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]

[42] ΔΕΕ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 5ης Σεπτεμβρίου 2012 στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-71/11 και C-99/11, Bundesrepublik Deutschland κατά Y και Z, EU:C:2012:518, σκέψεις 75, 79 και 80.  [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]

[43] Ερμηνευτικό Σημείωμα της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες -Το βάρος της απόδειξης και η αποδεικτική ισχύς των ισχυρισμών κατά την εξέταση των αιτημάτων ασύλου (1998), διαθέσιμο σε: https://www.refworld.org/cgi-bin/texis/vtx/rwmain/opendocpdf.pdf?reldoc=y&docid=4ba87dfd2   [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]

[44] Ως προς την ευρύτητα της ερμηνεία του όρου «ιδιωτικοί φορείς δίωξης» βλ. Judicial Analysis on Qualification for International Protection (Directive 2011/95/EU) 2023 EUAA Judicial Publications for members of courts and tribunals, σημείο 1.7.3., [ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 17.7.2023] 

[45] EASO, ‘Practical Guide on the Application of the Internal Protection Alternative’ (2021), 19, διαθέσιμο σε: https://easo.europa.eu/sites/default/files/EASO-Practical-guide-application-IPA.pdf [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]

[46] Ibid, 19[Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]

[47] European Asylum Support Office, ‘EASO practical guide on the application of the internal protection alternative, (2021), 12 διαθέσιμο σε https://data.europa.eu/doi/10.2847/628858 [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]

[48] ΕΔΔΑ, SUFI AND ELMI v. THE UNITED KINGDOM, απόφαση επί των αιτήσεων  8319/07 and 11449/07ημερ. 28/6/2011,  283 [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]

[49] EASO, ‘Practical Guide on the Application of the Internal Protection Alternative’ (2021), 9 διαθέσιμο σε https://op.europa.eu/en/publication-detail/-/publication/9629215e-d55b-11eb-895a-01aa75ed71a1 [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]

[50] ΕΔΔΑ, SUFI AND ELMI v. THE UNITED KINGDOM, απόφαση επί των αιτήσεων  8319/07 and 11449/07ημερ. 28/6/2011,  293-295     EASO, ‘Practical Guide on the Application of the Internal Protection Alternative’ (2021), 9 διαθέσιμο σε https://op.europa.eu/en/publication-detail/-/publication/9629215e-d55b-11eb-895a-01aa75ed71a1 [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]βλ. ΕΔΔΑ,  AAM v. Sweden, απόφαση επί της αίτησης  68519/10, απόφαση ημερ. 3/4/2014, σκ.73  

[51]UNHCR, Guidelines on International Protection No. 4: “Internal Flight or Relocation Alternative” Within the Context of Article 1A(2) of the 1951 Convention and/or 1967 Protocol Relating to the Status of Refugees, HCR/GIP/03/04, , http://www.unhcr.org/refworld/docid/3f2791a44.html, [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]

[52]UN High Commissioner for Refugees (UNHCR), UNHCR Position on Returns to Iraq, 14 November 2016, available at: http://www.refworld.org/docid/58299e694.html [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]

[53] EASO, 'Πρακτικός οδηγός για την εφαρμογή της εναλλακτικής δυνατότητας εγχώριας προστασίας' (2021), 21  διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2023-02/Practical-guide-application-IPA-EL.pdf  [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]

[54] RULAC, Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo,  Last updated: Tuesday 14th February 2023, available at: https://www.rulac.org/browse/conflicts/non-international-armed-conflict-in-democratic-republic-of-congo#collapse1accord  [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]

[55]International Crisis Group's Crisis Watch, Conflict in focus, DRC, January 2024, διαθέσιμο σε https://www.crisisgroup.org/crisiswatch/february-alerts-and-january-trends-2024#democratic-republic-of-congo , UN Security Council: Final report of the Group of Experts on the Democratic Republic of the Congo [S/2024/432], 4 June 2024
https://www.ecoi.net/en/file/local/2112471/n2411880.pdf, HRW - Human Rights Watch: World Report 2025 - Democratic Republic of Congo, 16 January 2025
https://www.ecoi.net/en/document/2120071.html   [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025])

[56] Amnesty International: The State of the World's Human Rights; Democratic Republic of the Congo 2023, 24 April  2024
https://www.ecoi.net/en/document/2107871.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 29/12/2024).

[57] https://helleniclubumbashi.com/lubumbashi/, βλ ακόμη Business Empire Africa he economic pulse that is Lubumbashi, Democratic Republic of Congo, 22.2.2024, https://businessempires.africa/the-economic-pulse-that-is-lubumbashi-democratic-republic-of-congo/ [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]

[58]https://menziesaviation.com/our-network/lubumbashi-fbm/  [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]

[60] U.S. Department of State (USDOS), 2023 Country Reports on Human Rights Practices: Democratic Republic of the Congohttps://www.state.gov/reports/2023-country-reports-on-human-rights-practices/democratic-republic-of-the-congo/ [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]

[61] ACLED EXPLORER,  με στοιχεία ανάλυσης ως εξήςΠΕΡΙΟΔΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: 27/01/2024 - 25/01/2025,  ΠΕΡΙΟΧΗ: Middle Africa -DRC  – Haut-Katanga- Lubumbashi admin 1 ), διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο www.acleddata.com/dashboard/#/dashboard(ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31.1.2025).

[62] ACLED EXPLORER,  με στοιχεία ανάλυσης ως εξής: ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: 27/01/2024 - 25/01/2025,  ΠΕΡΙΟΧΗ: Middle Africa -DRC  –Lubumbashi admin 1 ), διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο www.acleddata.com/dashboard/#/dashboard(ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31.1.2025).

[63] CITY POPULATION, Africa / Congo (Dem. Rep.): Major Cities - Lubumbashi [Table], https://www.citypopulation.de/en/drcongo/cities/ [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο