M. A. I. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση αρ.167/24, 31/1/2025
print
Τίτλος:
M. A. I. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση αρ.167/24, 31/1/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ 

                                                                                      Υπόθεση αρ.167/24

 

31 Ιανουαρίου 2025

 

[Α. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

M. A. I.

                                                                                                                        Αιτήτρια

Και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

                                                                                                                        Καθ’ ων η αίτηση

 

Κος Μ. Χατζηδάκης, Δικηγόρος για αιτήτρια

Κα Μ. Καρπούζη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την προσφυγή η αιτήτρια αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημ.20/12/23, δια της οποίας απορρίφθηκε η αίτησή της για παροχή διεθνούς προστασίας, ως άκυρης, παράνομης και στερούμενης νομικού αποτελέσματος και να αναγνωρίσει την αιτήτρια ως πρόσφυγα (Αιτητικό Α) ή δικαιούχο συμπληρωματικής προστασίας (Αιτητικό Β).

Ως εκτίθεται στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τους καθ' ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου που κατατέθηκε στα πλαίσια των διευκρινήσεων της παρούσας προσφυγής, η αιτήτρια κατάγεται από τη Νιγηρία, εισήλθε ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές παρατύπως, από τα κατεχόμενα, στις 08/12/22  και υπέβαλε αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας στις 14/12/22 (ερ.1-3, 41).

Στις 31/05/23 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη με την αιτήτρια από την Υπηρεσία Ασύλου προς εξέταση του αιτήματός για διεθνή προστασία όπου της δόθηκε η ευκαιρία, μέσα από σχετικές ερωτήσεις, μεταξύ άλλων, να εκθέσει τους λόγους στους οποίους στηρίζει το αίτημα της (ερ.34-41). Μετά το πέρας της συνέντευξης ετοιμάστηκε σχετική Έκθεση και Εισήγηση και, στις 24/06/23, η αίτηση διεθνούς προστασίας απορρίφθηκε (ερ.49-57).

Ακολούθως, ετοιμάστηκε σχετική επιστολή ενημέρωσης της αιτήτριας για την απόφαση της Υπηρεσίας, η οποία της δόθηκε διά χειρός στις 17/10/23 στην αγγλική γλώσσα, την οποία κατανοεί (ερ.59, 3).

Στην επίδικη αίτηση η αιτήτρια καταγράφει πως εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της για να σπουδάσει στα κατεχόμενα και ήρθε στις ελεύθερες περιοχές για να ζητήσει βοήθεια.

Στη συνέντευξη που ακολούθησε η αιτήτρια ανέφερε πως γεννήθηκε στην πόλη Port Harcourt της πολιτείας Rivers, όπου διέμενε όλη της τη ζωή, πλην ορισμένων εβδομάδων προτού φύγει από τη χώρα, όταν διέμενε στην Abuja. Είναι άγαμη, άτεκνη, οι γονείς και τα δύο ετεροθαλή της αδέλφια διαμένουν σε γειτονική του Port Harcourt πόλη (Ahoada), εντός της ίδιας πολιτείας.

Ως προς τους λόγους που έφυγε από τη χώρα καταγωγής της η αιτήτρια δήλωσε ότι έφυγε για να σπουδάσει στα κατεχόμενα, όπου παρέμεινε για δύο ακαδημαϊκά εξάμηνα και, μη μπορώντας να πληρώσει τα δίδακτρα της, εισήλθε στις ελεύθερες περιοχές προκειμένου να εργαστεί, καθώς - ως ανέφερε - στη Νιγηρία δεν υπάρχουν ευκαιρίες εργοδότησης για νέους απόφοιτους πανεπιστημίου και η οικονομική κατάσταση είναι κακή.

Οι καθ’ ων η αίτηση εντόπισαν και αξιολόγησαν 2 ουσιώδεις ισχυρισμούς, ως ακολούθως.

1.    Προσωπικά στοιχεία και τόπος διαμονής της αιτήτριας

2.    Για να συνεχίσει τις σπουδές της

Αμφότεροι οι ως άνω ισχυρισμοί έγιναν αποδεκτοί.

Κατά την αξιολόγηση κινδύνου στη βάση των ως άνω αποδεκτών ισχυρισμών, κατόπιν ανασκόπησης της γενικής κατάστασης ασφαλείας στον τόπο διαμονής (πολιτεία Rivers) της, σε συνάρτηση και με το προφίλ της αιτήτριας, οι καθ’ ων η αίτηση κατέληξαν ότι η επίδικη αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί, καθώς διαπιστώθηκε ότι δεν υφίσταται εύλογη πιθανότητα αυτή να εκτεθεί σε κίνδυνο δίωξης ή σοβαρής βλάβης κατά την επιστροφή.

Για τους πιο πάνω λόγους η επίδικη αίτηση απορρίφθηκε ως αβάσιμη.

Στα πλαίσια της αγόρευσης της η αιτήτρια, μετά από ανασκόπηση της φύσης και της έκτασης του ελέγχου που διενεργεί το παρόν Δικαστήριο, αναφέρει ότι η ενεργούσα ως κηδεμόνας της αιτήτριας, η οποία ήταν ασυνόδευτη ανήλικη μέχρι τις 30/08/23 (γεννήθηκε στις 30/08/23, βλ. ερ.3), ήτοι μετά την ολοκλήρωση της επίδικης συνέντευξης και έκδοση της επίδικης απόφασης πριν όμως την κοινοποίηση αυτής, δεν παρείχε σ’ αυτήν κατά τη συνέντευξη την απαραίτητη βοήθεια με σκοπό να διασφαλίσει το βέλτιστο συμφέρον της ως ανήλικης, δεν παρενέβη και δεν ήταν δεόντως καταρτισμένη σε θέματα ασύλου. Πέραν των ως άνω η αιτήτρια εισηγείται ότι δεν διενεργήθηκε εν προκειμένω η δέουσα έρευνα και δεν έγινε εξέταση των περιστάσεων που την αφορούν, ως ανήλικη, σε εξατομικευμένη βάση, ως προνοείται εκ της νομοθεσίας και τις κατευθυντήριες επί τούτου οδηγίες της UNHCR, στα οποία παραπέμπει και παραθέτει σχετικά αποσπάσματα, και γι’ αυτό δεν εξετάστηκε κατά πόσο η αιτήτρια θα μπορούσε να θεωρηθεί μέλος ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας. Σχετικά με το τελευταίο γίνεται παράθεση πληροφοριών για τη χώρα καταγωγής (ΠΧΚ), εκ των οποίων, ως ο συνήγορος της αιτήτριας εισηγείται, προκύπτει ότι τα παιδιά στη Νιγηρία είναι ευάλωτα σε πλήθος κακοποιητικών συμπεριφορών και επιβλαβών παραδοσιακών πρακτικών, εκ των οποίων θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι η αιτήτρια ανήκει, ως ανήλικη, σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα που υπόκειται σε πράξεις διώξεως.

Περαιτέρω η αιτήτρια αναφέρει ότι - δεδομένης της κατάστασης ασφαλείας στην πολιτεία Rivers, που είναι ο τόπος διαμονής της - θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι αυτή χρήζει, κατ’ ελάχιστον, ως εισηγείται, συμπληρωματικής προστασίας, παραθέτοντας προς απόδειξη τούτου ΠΧΚ και εκτενές απόσπασμα από την αυθεντία του ΔΕΕ επί συμπληρωματικής προστασίας (Elgafaji - C-465/07). Τέλος, επανερχόμενη επί του ζητήματος του ότι δεν της είχε παρασχεθεί κατά την επίδικη διαδικασία νομική συμβουλή και δεν διατέθηκε νομικός εκπρόσωπος, αναφέρει ότι παραβιάσθηκε το δικαίωμα της σε (νομική) εκπροσώπηση, καταλήγει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει ακυρότητας και ότι θα πρέπει να της αναγνωριστεί καθεστώς πρόσφυγα.

Οι καθ' ων η αίτηση αναφέρουν ότι ουδείς εκ των ισχυρισμών της αιτήτριας εξειδικεύεται και αναπτύσσεται δεόντως και είναι συνεπώς απορριπτέοι για τον λόγο αυτό. Περαιτέρω, απαντώντας σε έκαστο των προωθούμενων ισχυρισμών της αιτήτριας, αντιτάσσουν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι καθ' όλα νόμιμη, ορθή επί της ουσίας αυτής, λήφθηκαν υπόψη όλα τα δεδομένα της υπόθεσης, δόθηκε δεόντως η ευκαιρία στην αιτήτρια να τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς της και η επίδικη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη και ουδεμία πλάνη παρείσφρησε κατά τη λήψη της. Αναφέρουν τέλος, με αναφορά στο περιεχόμενο του φακέλου, ότι στην αιτήτρια παρασχέθηκαν όλες οι εκ του νόμου επιτασσόμενες διαδικαστικές εγγυήσεις, όπως, μεταξύ άλλων ο ορισμός κηδεμόνα, η οποία ήταν παρούσα κατά τη συνέντευξη, στέγαση σε χώρο κατάλληλο για ανηλίκους και σημειώνουν ότι δεν προνοείται εκ του νόμου η παροχή νομικού εκπροσώπου σε κάθε περίπτωση και ότι δικαιοπρακτική ικανότητα ασκεί εκ μέρους του ανηλίκου ο κηδεμόνας του.

Έχω διέλθει με προσοχή τα όσα ανέφεραν οι συνήγοροι των μερών στις γραπτές τους αγορεύσεις, τις διευκρινήσεις και το περιεχόμενο του διοικητικού φάκελου.

Επί του ζητήματος της ηλικίας της αιτήτριας σήμερα και του πως αυτή επιδρά στα δεδομένα της υπόθεσης (δεδομένης της ανηλικότητας της κατά την έκδοση της επίδικης απόφασης και του ότι είναι σήμερα ενήλικη) αλλά και του αν έλαβε δεόντως και σε όλη τους την έκταση τις διαδικαστικές εγγυήσεις που συνεπάγεται η ανηλικότητα της κατά την εξέταση της επίδικης αίτησης - σε συνάρτηση με τους εγερθέντες εξ αυτής ισχυρισμούς που άπτονται του βέλτιστου συμφέροντος της - θα επανέλθω πιο κάτω, στα πλαίσια αξιολόγησης των ενώπιον μου στοιχείων και εκτίμησης κινδύνου.

Σημειώνω ότι, ως προκύπτει από τα ερ.34-41, έγινε εν προκειμένω πλήρης συνέντευξη με την αιτήτρια, όπου της δόθηκε δεόντως η ευκαιρία να αναφέρει όσα επιθυμούσε, τόσο στα πλαίσια ελεύθερης αφήγησης όσο και στα πλαίσια διευκρινιστικών ερωτήσεων που υποβλήθηκαν σε σχέση με τα όσα ανέφερε και, περαιτέρω, προτού αρχίσει η συνέντευξη εξηγήθηκε ο τρόπος και η μέθοδος διεξαγωγής της συνέντευξης, περιλαμβανομένης της παρουσίας της κηδεμόνα της και επεξήγησης του υποστηρικτικού της ρόλου.

Συνεπώς, λαμβανομένου υπόψη του ότι η αιτήτρια ανέφερε αμιγώς οικονομικούς και ακαδημαϊκούς ισχυρισμούς, δεν μπορώ να διαπιστώσω σφάλμα στη διαδικασία ή ότι στερήθηκε η αιτήτρια κάποια εκ των διαδικαστικών εγγυήσεων που προβλέπονται στα αρ.13, 17 και 18 του Νόμου. Άλλωστε, δεδομένης της φύσης και της έκτασης ελέγχου που ασκεί το Δικαστήριο επί της προσβαλλόμενης πράξης, με την επί της ουσίας πλήρη και εξ υπαρχής εξέταση όλων των ενώπιον του στοιχείων, ακόμα και ισχυρισμών που προβάλλονται για πρώτη φορά ενώπιον του, κάτι τέτοιο από μόνο του, χωρίς την παράθεση ισχυρισμών που να αποδεικνύουν ότι η ισχυριζόμενη παράβαση οδήγησε στην μη εξέταση κάποιου ουσιώδους σημείου ή ισχυρισμού, ο οποίος και θα ανέτρεπε ενδεχομένως την απόφαση επί της ουσίας, δεν μπορεί να οδηγήσει άνευ ετέρου στην ακύρωση της. Σημειώνω ότι ουδείς νέος ισχυρισμός γεγονότων προωθείται και ουδεμία μαρτυρία προσάχθηκε προς τούτο.

Συνεπώς τα όσα αναφέρει ο συνήγορος της, σε περίπτωση που η προσβαλλόμενη απόφαση κριθεί ορθή επί της ουσίας, δεν μπορούν παρά να απορριφθούν ως αλυσιτελώς προβαλλόμενα, αφού το Δικαστήριο προβαίνει «σε έλεγχο της νομιμότητας και ορθότητας αυτής, εξετάζοντας πλήρως και από τούδε και στο εξής […] τα γεγονότα και τα νομικά ζητήματα που τη διέπουν» και «την ανάγκη χορήγησης διεθνούς προστασίας» και ο αιτητής διατηρεί δικαίωμα να προσφέρει στα πλαίσια της παρούσης προσφυγής ισχυρισμούς και περαιτέρω μαρτυρία [βλ. έφεση κατά απόφασης Δ.Δ.Δ.Π. Αρ.17/2021, Janelidze v. Κυπριακής Δημοκρατίας, ημ.21/09/21, και άρθρα 11 (2) (α) και 11 (3) (α) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018, Ν.73(Ι)/2018]. Ως αναφέρω πιο πάνω, ουδέν έπραξε.

Σχετική με τα ως άνω είναι και η απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής ΔΕΕ) στη C-756/21, ECLI:EU:C:2023:523, ημ.29/06/23, όπου το Δικαστήριο, πραγματευόμενο ερωτήματος επί των δικονομικών συνεπειών της παραβάσεως του καθήκοντος συνεργασίας, κατέληξε στα εξής, στις σκέψεις 71-72:

«71. Αφετέρου, σε περίπτωση που προκύπτει εξαρχής ή σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή κατορθώσει να αποδείξει ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σε απάντηση, ενδεχομένως, στους ισχυρισμούς του αιτούντος διεθνή προστασία, ότι η απόφαση δεν θα μπορούσε σε καμία περίπτωση να είναι διαφορετική, ακόμη και αν δεν υφίστατο η εν λόγω παράβαση, δεν προκύπτει ότι υφίστανται παρεχόμενα από το δίκαιο της Ένωσης δικαιώματα των οποίων η άσκηση θα καθίστατο πρακτικώς αδύνατη ή υπερβολικά δυσχερής. Πράγματι, το αιτούν δικαστήριο ασκεί το ίδιο, όπως αναφέρει, έλεγχο του βασίμου της εν λόγω αποφάσεως, οπότε, σε μια τέτοια περίπτωση, η εξαφάνιση της αποφάσεως και η αναπομπή της υποθέσεως ενώπιον του IPAT θα ενείχαν τον κίνδυνο απλής επανάληψης του ελέγχου και άσκοπης παράτασης της διαδικασίας.

72. Κατόπιν των προεκτεθέντων, στο δεύτερο και το τρίτο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας 2004/83 έχει την έννοια ότι η διαπίστωση, στο πλαίσιο της ασκήσεως προβλεπόμενου από το εθνικό δίκαιο δευτεροβάθμιου δικαστικού ελέγχου, παραβάσεως της υποχρεώσεως συνεργασίας που προβλέπει η εν λόγω διάταξη δεν απαιτείται να επισύρει οπωσδήποτε, αφ’ εαυτής, την εξαφάνιση της αποφάσεως περί απορρίψεως της προσφυγής που ασκήθηκε κατά αποφάσεως με την οποία απορρίφθηκε αίτηση διεθνούς προστασίας, δεδομένου ότι είναι δυνατόν να απαιτηθεί από τον αιτούντα διεθνή προστασία να αποδείξει ότι η απόφαση περί απορρίψεως της προσφυγής θα μπορούσε να είναι διαφορετική, αν δεν υφίστατο η εν λόγω παράβαση.»

Υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου

Προχωρώ σε εξέταση των ενώπιον μου στοιχείων επί της ουσίας και της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης.

Σημειώνεται βεβαίως ότι η μεταβολή των στοιχείων που αφορούν την αιτήτρια, ήτοι εν προκειμένω ενηλικίωση της, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη στα πλαίσια του εξ υπαρχής και πλήρους ελέγχου που τελεί το παρόν Δικαστήριο [βλ. έφεση κατά απόφασης Δ.Δ.Δ.Π. Αρ.17/2021, Janelidze v. Κυπριακής Δημοκρατίας, ημ.21/09/21, αρ.11 (3) (α) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018, Ν.73(Ι)/2018, αρ.46 της Οδηγίας 2013/32/ΕΕ και αρ.47 του ΧΘΔΕΕ].

Η έκταση και η φύση του ελέγχου που διενεργείται στα πλαίσια υπόθεσης ως η παρούσα έχει δε προσφάτως επιβεβαιωθεί και στην πολύ πρόσφατη απόφαση του ΔΕΕ στη C-406/22, CV, ημ.04/10/24, όπου το Δικαστήριο, στη σκέψεις 88-89 ανέφερε ότι  «ο όρος «ex nunc» αναδεικνύει την υποχρέωση του δικαστή, κατά την εκτίμηση που πραγματοποιεί, να λαμβάνει υπόψη τυχόν νέα στοιχεία τα οποία έχουν προκύψει μετά την έκδοση της απόφασης κατά της οποίας βάλλει η προσφυγή. Ειδικότερα, μια τέτοια εκτίμηση επιτρέπει την εξαντλητική εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας, χωρίς να χρειάζεται να αναπεμφθεί ο φάκελος στην αποφαινόμενη αρχή. Η εξουσία που απονέμεται επομένως στον δικαστή να λαμβάνει υπόψη νέα στοιχεία τα οποία δεν έχουν κριθεί από την εν λόγω αρχή εντάσσεται στο πλαίσιο του σκοπού της οδηγίας 2013/32, όπως αυτός υπενθυμίστηκε στη σκέψη 78 της παρούσας απόφασης (απόφαση της 25ης Ιουλίου 2018, Alheto, C‑585/16, EU:C:2018:584, σκέψεις 111 και 112). […] Εν συνεχεία, ο επιθετικός προσδιορισμός «πλήρης» που παρατίθεται στο άρθρο 46, παράγραφος 3, της εν λόγω οδηγίας επιβεβαιώνει ότι ο δικαστής οφείλει να εξετάζει τόσο τα στοιχεία που έλαβε ή θα έπρεπε να είχε λάβει υπόψη η αποφαινόμενη αρχή όσο και τα στοιχεία που ανέκυψαν μετά την έκδοση της απόφασης της εν λόγω αρχής (απόφαση της 25ης Ιουλίου 2018, Alheto, C‑585/16, EU:C:2018:584, σκέψη 113).». Εκ των ως άνω καθίσταται σαφές ότι το παρόν Δικαστήριο κέκτηται εξουσίας να εξετάζει και να αποφαίνεται επί στοιχείων τα οποία δεν εξετάστηκαν ή δεν εξετάστηκαν δεόντως από τη διοίκηση, καθιστώντας αλυσιτελή την προβολή ισχυρισμών περί μη δέουσας έρευνας ή μη ορθής διαδικασίας.

Αξίζει περαιτέρω επί τούτου να σημειωθεί ότι στην επίσης πολύ πρόσφατη απόφαση του στην Έφεση Κατά Απόφασης Δ.Δ.Δ.Π. Αρ. 51/2022, ημ.19/20/24, το Εφετείο, παρότι έκανε δεκτή την έφεση επί του σημείου ότι δεν λήφθηκαν υπόψη από το πρωτόδικο δικαστήριο ΠΧΚ που είχε προσκομίσει ο αιτητής, παραμέρισε την απόφαση χωρίς να αγγίξει το σημείο που αφορά το ότι, δεδομένου ότι ο αιτητής είχε ενηλικιωθεί, η εξέταση της υπόθεσης έγινε σ’ αυτή τη βάση, σημειώνοντας σχετικά ότι «το πρωτόδικο Δικαστήριο […] προχώρησε σε έλεγχο της ουσίας του αιτήματος του Εφεσείοντα, αντιμετωπίζοντάς τον πλέον ως ενήλικα, λόγω της μεταβολής των προσωπικών του συνθηκών.»

Εν προκειμένω, λοιπόν πολύ απλά, δεδομένου ότι η αιτήτρια ανέφερε ότι έφυγε από τη χώρα της για να σπουδάσει και ήρθε από τα κατεχόμενα στις ελεύθερες περιοχές για να σπουδάσει, ουδέν περαιτέρω δε ισχυρισμό αναφέρει στα πλαίσια της παρούσης, δεν μπορώ - σε κάθε περίπτωση - να εντοπίσω σημείο στο οποίο θα μπορούσε να επέμβει η κηδεμόνας της προς υποστήριξη της και τι θα άλλαζε εκ των ενώπιον μου ισχυρισμών αν είχε κατά την εξέταση της επίδικης αίτησης νομική εκπροσώπηση.

Αναφορικά τώρα με τα όσα παραθέτει η αιτήτρια σχετικά με την υπαγωγή της σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα, δεν ισχύουν εν προκειμένω, δεδομένης της ενηλικίωσης της και ούτε ετέθη ενώπιον μου ισχυρισμός που θα μπορούσε να αποτελέσει βάση προσφυγικού καθεστώτος, δεδομένης της αμιγώς οικονομικής φύσεως των ισχυρισμών της. Αξίζει δε να σημειωθεί ότι σε κάθε περίπτωση η αιτήτρια έχει στον τόπο διαμονής της οικογενειακό δίκτυο που περιλαμβάνει και τους δύο γονείς της.

Απομένει έτσι η εξέταση της παρούσας αναφορικά με την πτυχή της συμπληρωματικής προστασίας.

Βάσει στοιχείων από το ACLED, για την περίοδο 7/10/23 με 4/10/24 στη πολιτεία Rivers της Νιγηρίας αναφέρθηκαν 108 περιστατικά ασφαλείας τα οποία επέφεραν 82 θανάτους. Σε αυτά περιλαμβάνονται 26 μάχες (40 θάνατοι),  40 περιστατικά βίας κατά αμάχων (39 θάνατοι), 2 εξεγέρσεις (1θάνατοι), 34 περιστατικά έκρηξης/απομακρυσμένης βίας (καμία απώλεια) και 6 διαμαρτυρίες (2 θάνατοι).[1]

Ειδικότερα για την πόλη Port Harcourt, που ήταν ο τόπος διαμονής της αιτήτριας, για το ίδιο χρονικό διάστημα σημειώθηκαν 19 περιστατικά ασφαλείας τα οποία οδήγησαν σε 5 απώλειες ανθρώπινων ζωών. Σε αυτά περιλαμβάνονται 3 μάχες (καμία απώλεια),  11 περιστατικά βίας κατά αμάχων (4 θάνατοι), 3 περιστατικά έκρηξης/απομακρυσμένης βίας (καμία απώλεια) και 2 περιστατικά εξεγέρσεων (1 θάνατος).[2]

Στην πόλη Ahoada (τόπος διαμονής της οικογένειας της σήμερα), για το διάστημα από 27/01/24 μέχρι 24/01/25, καταγράφηκαν 2 διαμαρτυρίες με καμία ανθρώπινη απώλεια, 1 περιστατικό χρήσης βίας κατά πολιτών, με 1 θάνατο, και 2 μάχες, με 3 θανάτους.[3] 

Ο πληθυσμός της πολιτείας Rivers περί τα 7 ½ εκατομμύρια και της πόλης Port Harcourt περί της 700.000.[4] Ο πληθυσμός της Ahoada είναι περί της 600.000 κατοίκων [5].

Είναι κατάληξη μου ότι εκ των ανωτέρω στοιχείων δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα η αιτήτρια να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή της κίνδυνο σοβαρής βλάβης καθότι η συχνότητα περιστατικών ασφαλείας δεν είναι τέτοιας έντασης ώστε να διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του στον τόπο διαμονής του. Δεν μπορώ δε να εντοπίσω ιδιαίτερες περιστάσεις που επιτείνουν τον κίνδυνο ειδικώς για την αιτήτρια, σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό, στη βάση της «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας» [6] (βλ. και αποφάσεις ΔΕΕ, ημ.10/06/21, C-901/19, CF and DN και C-465/07, Elgafaji, ημ.17/02/09). Αξίζει να σημειωθεί ότι, ως στην αιτ. σκέψη 35 της Οδ.2011/95/ΕΕ αναφέρεται, «[οι] κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται εν γένει ο πληθυσμός ή τμήμα του πληθυσμού μιας χώρας δεν συνιστούν συνήθως, αυτοί καθαυτοί, προσωπική απειλή που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως σοβαρή βλάβη.». Αυτό απαντά και στις όποιες αναφορές της αιτήτριας σε διαθέσιμες πληροφορίες (ΠΧΚ) εκ των οποίων, ως ισχυρίζεται στα πλαίσια της αγόρευσης της, καταδεικνύουν την κακή γενική κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής, τα οποία δεν διαφοροποιούν την ως άνω κατάληξη μου καθότι δεν αλλοιώνουν την εικόνα για την κατάσταση ασφαλείας στον τόπο διαμονής της, ως προκύπτει και από τις ως άνω πληροφορίες.

Έπεται εκ των ως άνω ότι δεν τεκμηριώνεται βάσιμος φόβος «καταδίωξης [της αιτήτριας] για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων» και δεν υπάρχουν «ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς [της], θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη», ως αμφότερες αυτές οι έννοιες ορίζονται στα αρ.3 και 19 του Περί Προσφύγων Νόμου αντίστοιχα.

Με δεδομένα λοιπόν τα όσα ανωτέρω αναλύονται δεν κρίνω ότι η επιστροφή της αιτήτριας θα ήταν σε παράβαση του κατοχυρωμένου εκ του αρ.3 της ΕΣΔΑ δικαιώματος της στην μη επαναπροώθηση εφόσον δεν έχει τεκμηριωθεί ισχυρισμός προς ανατροπή αυτού του τεκμήριου της ασφαλούς χώρας καταγωγής, ως έχει καθοριστεί στη Κ.Δ.Π. 191/2024, που εκδόθηκε δυνάμει του αρ.12Βτρις του Νόμου, δεδομένου ότι ουδέν προσκομίστηκε στη βάση του οποίου μπορούσε να «θεωρηθεί ότι η χώρα αυτή δεν είναι ασφαλής […] στη συγκεκριμένη περίπτωσή», στη βάση του αρ.12Βτρις (6). 

Σημειώνω σχετικώς ότι η αιτήτρια είναι ηλικίας περί των είκοσι ετών σήμερα, υγιής, με δευτεροβάθμια μόρφωση και αναμένεται ότι θα έχει την στήριξη των γονέων της κατά την επιστροφή και επανένταξη της στον τόπο διαμονής. Τα δεδομένα αυτά καταδεικνύουν ότι είναι απίθανο να αντιμετωπίσει ιδιαίτερες δυσκολίες κατά την επιστροφή της.

Ενόψει των όσων ανωτέρω αναφέρονται, θεωρώ ότι οι καθ’ ων η αίτηση προέβησαν δεόντως στην απαιτούμενη υπό τις περιστάσεις έρευνα και δια τούτο, κατά την λήψη της απόφασης, λήφθηκαν δεόντως και σύμφωνα με τα όσα απαιτεί η οικεία νομοθεσία υπόψη όλα τα γεγονότα που περιβάλλουν την επίδικη αίτηση διεθνούς προστασίας. 

Η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με έξοδα €1000 υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον της αιτήτριας.

                                                                                                    Α. Χριστοφόρου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] Acled Explorer, Africa, Nigeria, Rivers State, διαθέσιμο σε: https://acleddata.com/explorer/ (ημ. προσβ. 9/10/2024)

[2] Acled Explorer, Africa, Nigeria, Rivers State, Port Harcourtδιαθέσιμο σε: https://acleddata.com/explorer/ (ημ. προσβ. 9/10/2024)

[3] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/ (βλ. Πλατφόρμα Explorer , με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: ΧΡΟΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: 27/01/2024 – 24/01/2025, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Violence against civilians / Protests / Battles και ΠΕΡΙΟΧΗ: Africa - Nigeria - Rivers - Ahoada) (ημερ. τελευταίας πρόσβασης στις 31/01/2025).

[4] City Population, Africa, Nigeria, Rivers State διαθέσιμο σε: https://www.citypopulation.de/en/nigeria/admin/  (ημ. προσβ. 9/10/2024)

[5] City Population, Nigeria, Rivers, Ahoada West  https://www.citypopulation.de/en/nigeria/admin/rivers/NGA033003__ahoada_west/  Ahoada East https://www.citypopulation.de/en/nigeria/admin/rivers/NGA033002__ahoada_east/ (ημερ. τελευταίας πρόσβασης στις 31/01/2025).

[6] Εγχειρίδιο EASO, Άρθρο 15 στοιχείο γ) της οδηγίας για τις ελάχιστες απαιτήσεις ασύλου (2011/95/ΕΕ) Δικαστική ανάλυση, σελ.26-28, διαθέσιμο εδώ: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/Article-15c-QD_a-judicial-analysis-EL.pdf


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο