
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση αρ.27/24
17 Ιανουαρίου 2025
[Α. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
S. A. T.
Αιτήτρια
Και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ’ ων η αίτηση
Κα Κ. Κουπαρή, δικηγόρος για Αιτήτρια
Κα Α. Παπαδοπούλου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση
Ε Ν Δ Ι Α Μ Ε Σ Η Α Π Ο Φ Α Σ Η
Αίτηση ημ.26/08/24 για Προσαγωγή Μαρτυρίας
Με την προσφυγή η αιτήτρια αιτείται ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημ.22/12/23, η οποία της επιδόθηκε αυθημερόν, δια της οποίας απορρίφθηκε η αίτησή της για διεθνή προστασία, ως άκυρης, αντισυνταγματικής, παράνομης και στερούμενης νομικού αποτελέσματος.
Μετά την καταχώρηση ενστάσεως από τους καθ’ ων η αίτηση και γραπτή αγόρευση από την αιτήτρια, αυτή καταχώρησε στις 26/08/24 την παρούσα αίτηση, δια της οποίας αιτείται την προσαγωγή μαρτυρίας με το περιεχόμενο που περιγράφεται στην ένορκη δήλωση (στο εξής ΕΔ) που τίθεται προς υποστήριξη αιτήσεως.
Η ενόρκως δηλούσα, συνεργάτιδα – ως αναφέρει – με το γραφείο της δικηγόρου του αιτητή και έχουσα γνώσει για τα όσα αναφέρει «από μελέτη του φακέλου», αναφέρει ότι η μαρτυρία που επιθυμεί να προσαγάγει, που περιέχεται αυτούσια στην προτεινόμενη να καταχωρηθεί ένορκη δήλωση της αιτήτριας (στο εξής ΠΕΔ), η οποία και συνάπτεται ως Τεκμήριο 1 στην ΕΔ (που υποστηρίζει την παρούσα αίτηση) αφορά το ότι η αιτήτρια έχει υποβληθεί στις 31/07/24 σε «εκτομή αδενώματος παραθυροειδούς» και είχε νοσηλευτεί για 4 ημέρες, αφού είχε προηγουμένως και πάλι νοσηλευτεί από 12/07/24 μέχρι 26/07/24 «λόγω ανεύρεσης υπερασβεστιαιμίας σε εργαστηριακό έλεγχο στα πλαίσια διερεύνησης γενικευμένης αδυναμίας, καταβολής, εμετών και δυσκοιλιότητας» και γι’ αυτό, ως η ενόρκως δηλούσα αναφέρει, θα πρέπει να παραπεμφθεί σε ιατρική εξέταση προκειμένου να διαπιστωθεί «η κατάσταση της υγείας της και αν θα έχει πρόσβαση στην απαραίτητη ιατροφαρμακευτική αγωγή και αν θα αντιμετωπιστούν κατάλληλα τα προβλήματα υγείας της σε περίπτωση επιστροφής της στο Καμερούν» (παρ.4 ΕΔ).
Προς απόδειξη των ως άνω αναφερόμενων για την κατάσταση της υγείας της αιτήτριας η ενόρκως δηλούσα παραπέμπει στο Τεκμήριο 1 επί ΠΕΔ, τα οποίο είναι έγγραφο με τίτλο «ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ/ΕΞΙΤΗΡΙΟ ΑΣΘΕΝΟΥΣ», όπου καταγράφεται το ιστορικό της περίθαλψης της αιτήτριας τον Ιούλιο και Αύγουστο του 2024 και ότι αυτή πάσχει από αρτηριακή υπέρταση και Ηπατίτιδα Β, και παραθέτει εν συντομία τα εκεί αναγραφόμενα (παρ.5 ΕΔ). Ως τέλος αναφέρει η ενόρκως δηλούσα, η αιτήτρια λαμβάνει μετά τα ως άνω «φαρμακευτική αγωγή επί καθημερινής βάσεως», στην οποία δεν θα έχει πρόσβαση αν επιστρέψει στη χώρα καταγωγής, η κατάσταση της υγείας της θα επιδεινωθεί και τούτο συνιστά «εξευτελιστική μεταχείριση και παραβίαση του άρθρου 3 της ΕΣΔΑ» (παρ.7 ΕΔ).
Κατά την αγόρευση της η συνήγορος της αιτήτριας κάνει αναφορά στην οικεία νομοθεσία και νομολογία, καταλήγοντας ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που τίθενται προκειμένου να επιτραπεί η προσαγωγή της μαρτυρίας, καθώς αυτή προσδιορίζεται με εύλογη ακρίβεια, είναι σχετική και άκρως αναγκαία για την πλήρη εξέταση της προσφυγής, δεδομένου ότι – ως αναφέρει – η κατάσταση της υγείας της διαφοροποιεί το προφίλ της και θα πρέπει να συνυπολογιστεί, μεταξύ άλλων, σε συνάρτηση και με την αρχή της μη επαναπροώθησης, στη βάση του αρ.3 της ΕΣΔΑ. Κατά την ακρόαση δε της παρούσας ανέφερε ότι προέβει στο υπό κρίση διάβημα αμέσως μόλις εξασφάλισε το πιστοποιητικό, Τεκμήριο 1 επί της ΠΕΔ.
Τα ανωτέρω συνοψίζουν την μαρτυρία για την οποία ζητείται άδεια να προσαχθεί και τα επ’ αυτού επιχειρήματα της αιτήτριας.
Οι καθ’ ων η αίτηση ενίστανται στην αίτηση και αναφέρουν ότι η μαρτυρία της οποίας επιχειρείται προσαγωγή δεν σχετίζεται με τα επίδικα θέματα, σε αντίθεση με τη νομολογία επί του ζητήματος, αποτελεί καινοφανή ισχυρισμό περί της υγείας της αιτήτριας που δεν αναφέρθηκε προηγουμένως και ότι ουδείς σκοπός θα εξυπηρετηθεί δια της προσαγωγής της. Περαιτέρω σημειώνουν ότι η αίτηση καταχωρήθηκε με μεγάλη καθυστέρηση, χωρίς να δίδεται καλός λόγος γι’ αυτή την καθυστέρηση. Τέλος αναφέρουν ότι – σε κάθε περίπτωση – η υπό κρίση αίτηση είναι θνησιγενής, καθώς επί της νομικής βάσης αυτής δεν γίνεται καμία αναφορά στον κανονισμό 10 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019, ο οποίος και ρυθμίζει ζητήματα προσαγωγής μαρτυρίας, και συνεπώς πάσχει μοιραίας ακυρότητας, αφού λείπει το απαραίτητο δικονομικό υπόβαθρο. Επί όλων των ως άνω παρατίθενται πλούσια αποσπάσματα και αναφορές στη σχετική νομολογία.
Επί της νομικής πτυχής παραθέτω τον κ.10 (α) των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019, που ρυθμίζει ζητήματα προσαγωγής μαρτυρίας.
«10. (α) Μετά την καταχώρηση της προσφυγής, νέα έγγραφα και/ή στοιχεία και/ή οποιαδήποτε πρόσθετη μαρτυρία προσκομίζεται μόνον κατόπιν άδειας του Δικαστηρίου, μετά από προφορικό αίτημα του αιτητή, νοουμένου ότι το Δικαστήριο ικανοποιείται-
(i) ότι πρόκειται για έγγραφα ή στοιχεία ή μαρτυρία, τα οποία άνευ δικής του υπαιτιότητας, ο αιτητής αδυνατούσε να υποβάλει κατά το προηγούμενο στάδιο εξέτασης της αιτήσεως διεθνούς προστασίας ή κατά την καταχώρηση της προσφυγής του σύμφωνα με τον κανονισμό 3(β), και
(ii) είναι συναφή με τα επίδικα θέματα της υπόθεσης.»
Επιπροσθέτως των ως άνω, οι παράμετροι που εξετάζονται επί αιτήματος προσαγωγής μαρτυρίας, ως αυτοί έτυχαν ενδελεχούς ανάλυσης στη νομολογία, τυγχάνουν βεβαίως εφαρμογής, δεδομένης και της ρητής παραπομπής στον κ.2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 στον Διαδικαστικό Κανονισμό του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962.
Σχετικώς με αιτήματα προσαγωγής μαρτυρίας, στη Θαλασσινός ν. Δημοκρατίας (2003) 3 Α.Α.Δ. 507, της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, λέχθηκαν τα εξής:
«Στην αναθεωρητική του δικαιοδοσία το Ανώτατο Δικαστήριο έχει τη διακριτική ευχέρεια να ελέγχει το δικαίωμα των διαδίκων να προσαγάγουν μαρτυρία σχετική με τα γεγονότα που θέλουν να αποδείξουν, με γνώμονα πάντοτε τη σχετικότητα της μαρτυρίας με τα επίδικα θέματα. (Βλ. Phedias Kyriakides v. The Republic (1961) 1 R.S.C.C. 66, Skourides v. Attorney General (1967) 3 C.L.R. 518, Lambrakis v. Republic (1970) 3 C.L.R. 72 και Αntoniou ν. Republic (1971) 3 C.L.R. 417). Το θέμα εξετάστηκε λίγο αργότερα στην υπόθεση Ζαβρός ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 106, όπου το Δικαστήριο υιοθετώντας την απόφαση Phedias Kyriakides παρατήρησε ότι,
"... ένας από τους καθοδηγητικούς παράγοντες που θα ακολουθούνται στην εξέταση της αποδοχής οποιασδήποτε μαρτυρίας είναι κατά πόσο τέτοια μαρτυρία είναι εύλογα σχετική προς οιονδήποτε επίδικο θέμα και αποδειχτική οιουδήποτε επίδικου θέματος ενώπιον του Δικαστηρίου και μπορεί ή όχι να βοηθήσει το Δικαστήριο στην απονομή δικαιοσύνης στη συγκεκριμένη περίπτωση σύμφωνα με τη δικαιοδοσία του."
[…]
Πρέπει να τονιστεί ότι οι διάδικοι δεν μπορούν να προσαγάγουν μαρτυρία χωρίς την άδεια του Δικαστηρίου. Η παροχή της άδειας του Δικαστηρίου αποτελεί βασική προϋπόθεση για την παρουσίαση μαρτυρίας. Η σχετική άδεια μπορεί να δοθεί σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 19 των Κανονισμών του 1962 κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται, είτε προφορικά είτε εγγράφως. (Βλ. Σταύρου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1023 και Ευθυμίου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 281)».
Λεχθέντων των ως άνω προέχει η ενασχόληση μου με τον ισχυρισμό περί μοιραίας αντικανονικότητας της υπό κρίση αίτησης λόγω μη συμπερίληψης στη νομική βάση αυτής του ως άνω κ.10 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019.
Στην απόφαση της Ολομέλειας του Διοικητικού Δικαστηρίου Anaghara ν Κυπριακής Δημοκρατίας, Μέσω Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, Υπόθ. αρ 1507/15, ημ.04.07.2018, λέχθηκαν τα ακόλουθα:
«Στην αναθεωρητική δικαιοδοσία, η ύπαρξη μεν νομικής βάσης, ήτοι της Δ.48 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, σε ενδιάμεση αίτηση για έκδοση προσωρινού διατάγματος, αλλά η απουσία αναφοράς στον Κανονισμό 13 του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962, κρίθηκε ότι συνιστούσε μοιραία παράλειψη για την τύχη αιτήσεως, καθιστώντας αυτήν άκυρη, καθότι στερείτο του αναγκαίου δικονομικού δικαιοδοτικού υποβάθρου (υπόθ. αρ. 1144/08, Mohammad Kashif v. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 11.7.2008, υπόθ. αρ. 1405/09, Valentina Stoeva v. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 10.11.2009, υπόθ. αρ. 1253/11, Imad Kahil κ.ά. ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 2.12.2011, υπόθ. αρ. 617/2012, Imad Kahil ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 1.6.2012) .»
Στην αναφερόμενη και στην ως άνω απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπ. αρ.617/12, Imad Kahil ν. Δημοκρατίας, ημ.01/06/12, όπου εξετάστηκε το ζήτημα της μη συμπερίληψης στη νομική βάση της εκεί υπό κρίση αίτησης για ενδιάμεσο διάταγμα η μη καταγραφή του κ.13, είχαν αναφερθεί τα εξής:
«Η μη αναφορά στον Κανονισμό 13 κρίθηκε ως μοιραία παράλειψη για την τύχη αιτήσεων για ενδιάμεσα διατάγματα, στα πλαίσια προσφυγών, σε αριθμό πρωτοδίκων αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Στην Υπόθεση 1253/11, Imad Kahil κ.α. ν. Δημοκρατίας, ημερ. 2.12.2011 (του ιδίου αιτητή) ο αδελφός Δικαστής κ. Ερωτοκρίτου απεφάσισε ότι η δικονομική παρατυπία, της μη αναφοράς στον Κανονισμό 13, οδηγούσε σε ακυρότητα και δεν μπορούσε να θεραπευθεί. Στην Υπόθεση 1144/08, Mohammad Kashif v. Δημοκρατίας, ημερ. 11.7.2008 ο αδελφός Δικαστής κ. Ναθανάηλ είπε ότι η επίκληση των Κανονισμών 18 και 19 του προαναφερόμενου κανονισμού και του άρθρου 32 του Ν 14/60 δεν συνιστούν ορθό δικονομικό υπόβαθρο για αιτήσεις προσωρινών διαταγμάτων, σε προσφυγές. Ο ορθός κανονισμός είναι ο Κανονισμός 13. Στην Υπόθεση 1405/09, Valentina Stoeva v. Δημοκρατίας, ημερ. 10.11.2009 ο αδελφός Δικαστής κ. Παμπαλλής έκρινε ότι, κατ΄ αναλογία προς τις ενδιάμεσες αιτήσεις που καταχωρούνται στα πλαίσια αγωγών και στις οποίες απαραίτητα πρέπει να γίνεται αναφορά στο ορθό άρθρο ή άρθρα που στοιχειοθετούν το νομικό υπόβαθρο της αίτησης, έτσι και στις διαδικασίες ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δυνάμει του προαναφερόμενου διαδικαστικού κανονισμού, θα πρέπει να αναγράφεται το ορθό άρθρο ή ο ορθός θεσμός στον οποίον βασίζεται η αίτηση. Σε υποθέσεις όπως την παρούσα το νομικό υπόβαθρο για στήριξη της αίτησης είναι ο Κανονισμός 13 και επομένως αναφορά σ΄ αυτόν τον Κανονισμό είναι απαραίτητη, αλλιώτικα η αίτηση στερείται του απαραίτητου δικαιοδοτικού υποβάθρου και είναι άκυρη.»
Στην υπ. αρ.1320/09, Umer Abdul Satter v. Δημοκρατίας, ημ.03/11/09, στην οποία κάνει αναφορά και η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ’ ων η αίτηση, λέχθηκαν τα εξής:
«Στις περιπτώσεις ενδιάμεσων αιτήσεων η αναφορά στο άρθρο και στους θεσμούς που στοιχειοθετούν το νομικό υπόβαθρο της αίτησης, συνιστά όρο απαράβατο για την εγκυρότητα του δικονομικού πλαισίου της αίτησης. Σχετική παράλειψη καθιστά την αίτηση άκυρη, εκτός και αν η παράλειψη αφορά παρατυπία η οποία αποτελείται από παράλειψη συμμόρφωσης με τους θεσμούς, οπόταν η αίτηση μπορεί να διασωθεί κατ' εφαρμογή των προνοιών της Δ.64. Αν όμως η παράλειψη είναι θεμελιώδης, τότε δεν χωρεί διορθωτική παρέμβαση του Δικαστηρίου. (Βλ. Wunderlich και άλλων ν. Παναγιώτου (1999) 1 Α.Α.Δ. 366 και στις εκεί αυθεντίες που η απόφαση του Εφετείου παραπέμπει).»
Επανερχόμενος τώρα στην υπό κρίση αίτηση παρατηρώ ότι στη νομική βάση της δεν γίνεται καμία αναφορά όχι μόνον στον κ.10 αλλά σε κανένα εκ των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019, ως οι καθ’ ων η αίτηση αναφέρουν.
Στη βάση λοιπόν της ως άνω αναφερόμενης καθοδηγητικής νομολογίας είναι κατάληξη μου ότι η ως άνω έλλειψη που παρατηρείται στη νομική βάση της παρούσης αιτήσεως συνιστά θεμελιώδη, μη θεραπεύσιμη, παράλειψη (άλλωστε ουδεμία προσπάθεια έγινε εκ της αιτήτριας προς αυτή την κατεύθυνση, παρότι το ζήτημα τέθηκε εις γνώση της δια της αγόρευσης των καθ’ ων η αίτηση), καθώς, από τη στιγμή που το ζήτημα προσαγωγής μαρτυρίας ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ρυθμίζεται δια συγκεκριμένου κανονισμού (εδώ κ.10) των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 «η αναφορά στο άρθρο και στους θεσμούς που στοιχειοθετούν το νομικό υπόβαθρο της αίτησης, συνιστά όρο απαράβατο για την εγκυρότητα του δικονομικού πλαισίου της αίτησης» (βλ. απόφαση Umer, ανωτέρω).
Δεδομένων των ως άνω είναι κατάληξη μου ότι η ως άνω έλλειψη στην υπό κρίση αίτηση συνιστά «μοιραία παράλειψη για την τύχη αιτήσεως, καθιστώντας αυτήν άκυρη, καθότι στερείτ[αι] του αναγκαίου δικονομικού δικαιοδοτικού υποβάθρου» (βλ. απόφαση Anaghara, ανωτέρω).
Λεχθέντων των ως άνω οφείλω να παρατηρήσω ότι, επί της ουσίας, η υπό κρίση αίτηση πληροί τις τιθέμενες εκ του κ.10 και της συναφούς με αιτήματα προσαγωγής μαρτυρίας νομολογίας. Τούτο γιατί είναι αναντίλεκτα σχετική, αφού η κατάσταση υγείας της αιτήτριας είναι βεβαίως συνισταμένη που λαμβάνεται υπόψη και αξιολογείται στα πλαίσια εξέτασης της επίδικης δια της προσφυγής αιτήσεως ασύλου σε συνάρτηση με την αρχή της μη επαναπροώθησης, προσδιορίζει με εύλογη λεπτομέρεια τα γεγονότα τα οποία επιδιώκει να αποδείξει, αφού επισυνάπτεται αυτούσια η προτιθέμενη να καταχωριστεί μαρτυρία, και είναι βεβαίως «εύλογα σχετική προς οιονδήποτε επίδικο θέμα και αποδειχτική οιουδήποτε επίδικου θέματος ενώπιον του Δικαστηρίου και μπορεί ή όχι να βοηθήσει το Δικαστήριο στην απονομή δικαιοσύνης στη συγκεκριμένη περίπτωση σύμφωνα με τη δικαιοδοσία του» (βλ .Θαλασσινός, ανωτέρω). Τέλος, δεδομένου ότι η μαρτυρία της οποίας επιχειρείται η προσαγωγή εξασφαλίστηκε από την αιτήτρια στις 04/08/24 (Τεκμήριο 1, ΠΕΔ), λίγες μέρες προτού καταχωριστεί η υπό κρίση αίτηση, αυτό αιτιολογεί και το χρονικό σημείο που καταχωρήθηκε η παρούσα και εξηγεί την μη προηγούμενη προσαγωγή της, σύμφωνα με τις πρόνοιες του κ.10.
Η αίτηση απορρίπτεται.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, δεδομένου ότι φαίνεται να πληρούνται οι λοιπές προϋποθέσεις, η απόρριψη της παρούσης αιτήσεως δεν σημαίνει ότι η αιτήτρια στερείται της ευκαιρίας να προσαγάγει την μαρτυρία που επιθυμεί, δια νέου διαβήματος, ίσως και προφορικού, ως προνοείται άλλωστε και στον επίδικο κ.10. Από τη στιγμή όμως που μια αίτηση ως η παρούσα καταχωρείται θα πρέπει να συμμορφώνεται με τους οικείους διαδικαστικούς κανονισμούς και νομολογία επί του ζητήματος, αλλιώς είναι θνησιγενής, ως η προκείμενη.
Τα έξοδα της παρούσας, ως υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο στο τέλος της διαδικασίας, θεωρώ δίκαιο υπό τις περιστάσεις, δεδομένου ότι η μαρτυρία της οποίας επιχειρήθηκε η προσαγωγή ενδεχομένως να τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου τελικώς με άλλο διάβημα, ενόψει και της ιδιάζουσας και ευρείας εξουσίας του σε θέματα απόδειξης, να ακολουθήσουν το αποτέλεσμα της προσφυγής, αλλά σε καμία περίπτωση δεν θα βαρύνουν τους καθ' ων η αίτηση.
Η προσφυγή ορίζεται για οδηγίες στις 05/02/25, 8:15.
Α. Χριστοφόρου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο