C.H.O. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Διευθυντή Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση αρ. 3001/2023, 31/1/2025
print
Τίτλος:
C.H.O. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Διευθυντή Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση αρ. 3001/2023, 31/1/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

                                                                       

                                                                               Υπόθεση αρ. 3001/2023

                                   

31 Ιανουαρίου 2025

 

[Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

                          Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

                                           C.H.O.

                                                                                                                                                                                                                                             Αιτητής

Και

 

                     Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Διευθυντή Υπηρεσίας Ασύλου

 

                                                                                             Καθ' ων η αίτηση

                                                                                                                          

Γ. Καρατσιόλη (κα) για Νίκο Α. Λοΐζου και Χρίστο Γ. Χριστούδια, Δικηγόροι για τον Αιτητή

 

Α. Δημητριάδου (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ Δ.Δ.Δ.Δ.Π:   Με την προσφυγή του ο αιτητής, αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 28/06/2023 η οποία του κοινοποιήθηκε στις 03/08/2023 και δια της οποίας απορρίφθηκε η αίτηση του για παροχή διεθνούς προστασίας, ως παράνομης, άκυρης και στερούμενης οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος.

Ως εκτίθεται στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τους Καθ' ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου που κατατέθηκε στα πλαίσια των Διευκρινήσεων της παρούσας προσφυγής ως Τεκμήριο 1, ο αιτητής είναι ενήλικας από τη Νιγηρία και στις 16/01/2022 υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας. Στις 23/06/2023 διεξήχθη συνέντευξη στον αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου. Ακολούθως, στις 23/06/2023 ο αρμόδιος λειτουργός ετοίμασε Εισηγητική Έκθεση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου σχετικά με τη συνέντευξη του αιτητή και στις 28/06/2023ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός από τον Υπουργό Εσωτερικών να εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου αποφάσισε όπως να μην παραχωρηθεί στον αιτητή καθεστώς διεθνούς προστασίας. Στις 03/08/2023 η Υπηρεσία Ασύλου ετοίμασε επιστολή ενημέρωσης προς τον αιτητή σχετικά με την απόρριψη του αιτήματος του. Η επιστολή και η αιτιολόγηση της απόφασης, παραλήφθηκε και υπογράφτηκε ιδιοχείρως από τον αιτητή αυθημερόν.

Στη συνέχεια, ο αιτητής καταχώρησε την υπό εξέταση προσφυγή εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου.

Ο συνήγορος του αιτητή στα πλαίσια της προσφυγής και της γραπτής αγόρευσης, προώθησε διάφορους λόγους ακύρωσης προς υποστήριξη του αιτήματος για ακύρωσης της προσβαλλόμενης πράξης, τους οποίους εν τέλει εγκατέλειψε κατά το στάδιο των διευκρινήσεων και διατήρησε μόνο το λόγο ακύρωσης που αφορά την μη διεξαγωγή δέουσας έρευναςΕνόψει των δηλώσεων του ευπαίδευτου συνηγόρου του αιτητή, όλοι οι λόγοι ακύρωσης ως καταγράφονται στην προσφυγή, πέραν από το λόγο ακύρωσης που αφορά τη μη δέουσα έρευνα εκ μέρους των Καθ΄ ων η αίτηση, αποσύρονται και απορρίπτονται.

Οι καθ' ων η αίτηση αντιτάσσουν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι καθ' όλα νόμιμη, λήφθηκε κατόπιν δέουσας έρευνας και σωστής ενάσκησης των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους καθ΄ ων η αίτηση, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη και απορρίπτουν τους προωθούμενους ισχυρισμούς ως νόμω και ουσία αβάσιμους.

Θα προχωρήσω να εξετάσω τον λόγο ακύρωσης που διατήρησε ο συνήγορος του αιτητή ήτοι τον ισχυρισμό περί μη διενέργειας της δέουσας έρευνας εκ μέρους των καθ' ων η αίτηση.

Κατά πάγια νομολογία, η επάρκεια της έρευνας, η έκταση και ο τρόπος διεξαγωγής της, ποικίλει ανάλογα με τα υπό διερεύνηση γεγονότα. Προκαθορισμένος τρόπος δεν υπάρχει. Με την προϋπόθεση ότι η έρευνα είναι επαρκής, το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει στον τρόπο που η διοίκηση επέλεξε να διερευνήσει το θέμα, ούτε και υποκαθιστά τα υπ' αυτής διαπιστωθέντα πρωτογενή ευρήματα (βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 447 και Ράφτης ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 345 και Κώστας Γρηγορίου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1002/2009, ημερ. 27.10.2011).

 

Στη βάση της πιο πάνω υποχρέωσης του αρμόδιου οργάνου για δέουσα έρευνα θεωρώ χρήσιμο να καταγραφούν οι ισχυρισμοί του αιτητή σε όλα τα στάδια εξέτασης του αιτήματός του, για να διαφανεί εάν όντως το αρμόδιο όργανο προέβη στη δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα.

Κατά την υποβολή αιτήματος διεθνούς προστασίας, ο αιτητής δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη Νιγηρία λόγω διαφορών που είχε με τον πατριό του καθότι ο πατριός του καταχράστηκε την περιουσία του πατέρα του και αποπειράθηκε πολλάκις να τον δολοφονήσει (ερ. 1 του Δ.Φ.).

 

Στο πλαίσιο της προσωπικής του συνέντευξης, ζητηθείς να προσδιορίσει τον τόπο καταγωγής και τελευταίας συνήθους διαμονής του, ο αιτητής δήλωσε ότι γεννήθηκε και μεγάλωσε στην πόλη Awka η οποία υπάγεται στην πολιτεία Anambra. Ο αιτητής εγκαταστάθηκε στην Kebbi το 2018 για ένα χρόνο, κατόπιν στο Dubai μεταξύ 09/2019 και 11/2021 και τέλος εκ νέου στην Awka, από όπου το Νοέμβριο του 2021 εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του με προορισμό την Κύπρο (ερ. 22 του Δ.Φ.).

 

Ως προς τους λόγους για τους οποίους φέρεται να εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του, ο αιτητής δήλωσε ότι μετά το θάνατο του πατέρα του ο πατριός του τον έστειλε στο Dubai να εργαστεί σε μία επιχείρησή του. Εκεί εργάστηκε για δύο χρόνια κατά τα οποία δεν πληρώθηκε, και όταν αργότερα κατηγορήθηκε ότι καταχράστηκε χρήματα από την εταιρεία επέστρεψε στη Νιγηρία, όπου και συνειδητοποίησε ότι ο πατριός του είχε κλέψει την περιουσία του πατέρα του. Εν συνεχεία ο πατριός του τον απείλησε και έκανε απόπειρες δολοφονίας στέλνοντας δολοφόνους εναντίον του. Συγκεκριμένα, ο αιτητής δήλωσε ότι ο πατέρας του πέθανε το 2017 αφήνοντας τον ίδιο ως κύριο κληρονόμο της περιουσίας του. Τα σχετικά έγγραφα τα είχε η μητέρα του η οποία ξαναπαντρεύτηκε το 2019 και έδωσε στο νέο σύζυγό της τα έγγραφα της κληρονομιάς. Ο πατριός του αιτητή, σύμφωνα με τον ίδιο, πούλησε τα περισσότερα ακίνητα και προσπάθησε δύο φορές να τον σκοτώσει. Την πρώτη φορά, στις 19/11/2021 δύο οπλισμένοι άντρες του επιτέθηκαν στο σπίτι του και ήθελαν να τον πυροβολήσουν όμως κατάφερε να ξεφύγει. Στη δεύτερη περίπτωση, δύο μέρες αργότερα, ένα οπλισμένος άντρας τον απείλησε εκ νέου έξω από το σπίτι του και ο αιτητής έφυγε τρέχοντας και κρύφτηκε στην εκκλησία ( ερ. 18 του Δ.Φ.).

 

Ο αιτητής δήλωσε περαιτέρω ότι ο πατριός του τον κατηγόρησε για κατάχρηση χρημάτων όσο δούλευε στην εταιρεία του στο Dubai, κατηγορία η οποία σύμφωνα με τον αιτητή ήταν πρόσχημα καθώς ο αληθινός λόγος πίσω από αυτή ήταν ότι ζητούσε πίσω την περιουσία του και τα δεδουλευμένα του (ερ. 18 και 19 του Δ.Φ.).

 

Ερωτηθείς πως γνωρίζει ο ίδιος ότι οι δολοφόνοι στάλθηκαν από τον πατριό του, ο αιτητής δήλωσε ότι ο πατριός του τον κάλεσε στο τηλέφωνο και απείλησε τη ζωή του δύο ώρες πριν από τις επιθέσεις, λέγοντάς του ότι θα τον σκοτώσει και θα πεθάνει προτού πάρει πίσω τα ακίνητα (ερ. 18 του Δ.Φ.).

 

Ερωτώμενος σχετικά με το ποιος έχει τα ακίνητα στην ιδιοκτησία του τώρα, ο αιτητής δήλωσε ότι ο πατριός του πούλησε αρκετά από αυτά και πως δεν ξέρει ακριβώς διότι δεν ενδιαφέρεται πλέον για τα ακίνητα παρά μόνο για τη ζωή του ( ερ. 17 του Δ.Φ.). Σε επακόλουθη ερώτηση του λειτουργού σχετικά με το τι λόγους μπορεί να είχε ο πατριός του για να θέλει να βλάψει τον αιτητή αφού είχε ήδη τα ακίνητα στην κατοχή του, ο αιτητής απάντησε ότι ο πατριός του, γνωρίζει, σύμφωνα με τον ίδιο, πως θα του ζητούσε πίσω τα ακίνητα. ( ερ. 16 του Δ.Φ.).

Ο αρμόδιος λειτουργός αξιολογώντας τις δηλώσεις του αιτητή, κατά το στάδιο της συνέντευξης του, σχημάτισε δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς, έναν αναφορικά με την υπηκοότητα, τη χώρα καταγωγής και τον τελευταίο τόπο διαμονής του, και έναν δεύτερο σχετικά με τον φόβο δίωξης από τον πατριό του λόγω περιουσιακών διαφορών.

Ειδικότερα, στον πρώτο κρίθηκε ότι στοιχειοθετήθηκε τόσο η εσωτερική όσο και η εξωτερική αξιοπιστία του καθώς η πόλη Awka αναφερόταν ως τόπος γέννησής του, στο διαβατήριο το οποίο προσκόμισε ο αιτητής. Έγινε επίσης δεκτό ότι τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του αποτέλεσε η Awka, της πολιτείας Anambra, της Νιγηρίας.

Σε ό,τι αφορά τον δεύτερο ισχυρισμό, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε τις δηλώσεις του αιτητή ασαφείς, αόριστες και συχνά αντιφατικές. Ειδικότερα, έκρινε ότι ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να παράσχει σαφείς και περιεκτικές περιγραφές ως προς τις απειλές που φέρεται να δέχτηκε και τις απόπειρες δολοφονίας εναντίον του, υπέπεσε σε αντιφάσεις και δεν υπήρχε ευλογοφάνεια στα λεγόμενά του. Η σοβαρή αντίφαση στην οποία υπέπεσε ο αιτητής σχετικά με το κίνητρο των αποπειρών δολοφονίας, σύμφωνα με τον αρμόδιο λειτουργό, αποδυναμώνουν περαιτέρω την αξιοπιστία των δηλώσεών του, καθώς η περιουσία του αιτητή ήταν ήδη στην κατοχή του πατριού του. Δεδομένης συνεπώς της απολύτου προσωπικής φύσης του υπό εξέταση ισχυρισμού και της έλλειψης κάποιου στοιχείου που θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο έρευνας σε εξωτερικές πηγές στα πλαίσια διερεύνησης της εξωτερικής αξιοπιστίας, ο αρμόδιος λειτουργός απέρριψε τον υπό εξέταση ισχυρισμό στο σύνολό του ως μη αξιόπιστο.

Ακολούθως, ο αρμόδιος λειτουργός προέβη σε αξιολόγηση κινδύνου στη βάση του μοναδικού αποδεκτού ουσιώδους ισχυρισμού. Στα πλαίσια της εν λόγω αξιολόγησης, ο αρμόδιος λειτουργός, αφού έλαβε υπόψη όλα τα συναφή στοιχεία που άπτονται στον πυρήνα του αιτήματος του αιτητή και μετά από εξατομικευμένη εξέταση του αιτήματός του, κατέληξε ότι δεν προέκυψε παρελθούσα αλλά ούτε και βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος μελλοντικής δίωξης του αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στην Awka, στην πολιτεία Anambra. Περαιτέρω, κατόπιν έρευνας σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας στην συγκεκριμένη περιοχή, διαπιστώθηκε ότι η κατάσταση ασφαλείας εκεί είναι σταθερή και ως εκ τούτου δεν πιθανολογείται ότι ο αιτητής, με τη επιστροφή του στην Awka στην πολιτεία Anambra, θα εκτεθεί σε κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη.

Ενόψει των πιο πάνω ευρημάτων, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι ο αιτητής δεν δικαιούται προσφυγικό καθεστώς, αφού στο πρόσωπο του δεν συντρέχουν εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που θα μπορούσαν να στοιχειοθετήσουν το γεγονός ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του και δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτή λόγω δικαιολογημένου φόβου δίωξης για ένα από τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 3 και 3Δ του Περί Προσφύγων Νόμου ήτοι την εθνικότητα την φυλή, τη θρησκεία, την ιδιότητα μέλους σε μια συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα ή την πολιτική γνώμη όπως περιγράφεται στο άρθρο 1Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 και το άρθρο 10 της οδηγίας 2011/95/ΕΕ. Περαιτέρω, θεώρησε ότι δεν δικαιολογείται αναγνώριση συμπληρωματικής προστασίας στο πρόσωπο του αιτητή, καθότι δεν προέκυψε πραγματικός κίνδυνος θανατικής ποινής ή εκτέλεσης ή βασανιστηρίων ή απάνθρωπης και εξευτελιστικής μεταχείρισης δυνάμει του άρθρου 15(α) και (β) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ (αντίστοιχο άρθρο19(2) (α) και (β) του περί Προσφύγων Νόμου). Επιπρόσθετα, η αρμόδια αρχή, στη βάση πληροφοριών αναφορικά με την επικρατούσα κατάσταση στην πολιτεία Anambra, έκρινε ότι ούτε και οι προϋποθέσεις για χορήγηση συμπληρωματικής προστασίας προς το πρόσωπο του αιτητή συντρέχουν δυνάμει του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ (αντίστοιχο άρθρο19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου), μιας και στην πολιτεία Anambra, δεν επικρατούν συνθήκες αδιακρίτως ασκούμενης βίας κατά των αμάχων λόγω εσωτερικής και/ή διεθνούς ένοπλης σύγκρουσης.

Ενόψει των πιο πάνω αναφερθέντων, κρίνω ότι ουδεμία περαιτέρω έρευνα χρειαζόταν για την εξέταση της αίτησης του αιτητή.

 

Λαμβάνοντας υπόψιν τις δηλώσεις του αιτητή, ως αυτές προβλήθηκαν καθ’ όλη τη διαδικασία εξέτασης του αιτήματός του και οι οποίες παρατέθηκαν λεπτομερώς ανωτέρω, παρατηρώ εκ προοιμίου ότι αυτός δεν ήταν σε θέση να στοιχειοθετήσει την αξιοπιστία των δηλώσεων του γύρω από τις απόπειρες δολοφονίας και τις απειλές που φέρεται να δέχτηκε από τον πατριό του.

 

Ορθώς λοιπόν θεωρώ κρίθηκε από τους Kαθ' ων η αίτηση ότι, τα όσα προβλήθηκαν στη συνέντευξη του αιτητή, ως ανωτέρω καταγράφονται, έθεταν εύλογα εν αμφιβόλω την αξιοπιστία των λεγομένων του αναφορικά με τα όσα ισχυρίστηκε, καθότι δεν ήταν σε θέση να παρέχει ικανοποιητικές πληροφορίες σχετικά με τον ισχυριζόμενο φόβο δίωξης του ενώ οι απαντήσεις του στερούνταν εύλογα αναμενόμενων λεπτομερειών και περιείχαν αρκετές ελλείψεις, αντιφάσεις και ασυνέπειες όσον αφορά  τον κίνδυνο που ισχυρίστηκε ότι διατρέχει. Πιο συγκεκριμένα, παρατηρώ ότι το αόριστο αφήγημα του αιτητή συνίσταται σε δύο, ως ισχυρίζεται, απόπειρες δολοφονίας εναντίον του και οι οποίες πραγματοποιήθηκαν από άγνωστα σε αυτόν άτομα κατ’ εντολή του πατριού του. Οι δηλώσεις του όμως γύρω από τα εν λόγω περιστατικά ήταν ασαφείς και στερούμενες ευλογοφάνειας.

 

Ειδικότερα, ως προς τις δύο απόπειρες δολοφονίας, ο αιτητής δήλωσε ότι τα άτομα αυτά δεν τα κατάφεραν να τον δολοφονήσουν διότι έτρεξε μακριά, δίχως να αναφέρει περαιτέρω λεπτομέρειες ή περιγραφές, δίνοντας έτσι μη ευλογοφανείς απαντήσεις. Ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να αποδείξει γιατί συνδέει τις ως ισχυρίζεται απόπειρες κατά της ζωής του με τον πατριό του, αφού πρόβαλε αναπόδεικτα ότι ο πατριός του τον κάλεσε στο τηλέφωνο μερικές ώρες πριν από τις επιθέσεις εναντίον του και τον απείλησε ότι θα τον σκοτώσει. Όταν του ζητήθηκε να εξηγήσει την αντίφαση στην οποία υπέπεσε καθώς αρχικά δήλωσε ότι κίνητρο των αποπειρών ήταν να βλάψουν τον αιτητή ώστε να πάρει ο πατριός την περιουσία του ενώ αργότερα δήλωσε ότι ο πατριός του είχε ήδη την περιουσία του πατέρα του αιτητή στην κατοχή του, ο αιτητής δεν προέβη σε ικανοποιητική εξήγηση παρά μόνο απάντησε με αοριστίες, ασάφειες και επιπολαιότητα. Οι ανωτέρω δηλώσεις δεν αντικατοπτρίζουν βιωματικό περιστατικό και το εν λόγω αφήγημα κρίνω ότι δεν παρουσιάζει ευλογοφάνεια και νοηματική συνοχή. Ενόψει των ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ότι τα εκ του αιτητή εξιστοριθέντα δεν αντικατοπτρίζουν βιωματικά περιστατικά. Ως εκ τούτου, ο υπό εξέταση ισχυρισμός κρίνεται ως εσωτερικά μη αξιόπιστος.

 

Σε σχέση με την εξωτερική αξιοπιστία των δηλώσεών του αιτητή, το Δικαστήριο κρίνει ότι εκ των όσων αυτός δήλωσε, λόγω της απολύτου προσωπικής φύσεως τους, δεν προκύπτουν στοιχεία που θα μπορούσαν να αποτελέσουν αντικείμενο περαιτέρω έρευνας σε εξωτερικές πηγές. Στη βάση λοιπόν της αξιολόγησης της εσωτερικής αξιοπιστίας των δηλώσεών του αιτητή, ο υπό εξέταση ισχυρισμός απορρίπτεται ως μη αξιόπιστος στο σύνολό του.

 

Υπό το φως των πραγματικών περιστατικών της υπό κρίση υπόθεσης που έγιναν αποδεκτά, κρίνεται ότι ορθώς οι Καθ' ων η αίτηση διαπίστωσαν, σύμφωνα και με τα πιο πάνω, ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την αναγνώριση του αιτητή ως πρόσφυγα, καθώς όπως προκύπτει από το πιο πάνω ιστορικό, ο αιτητής δεν τεκμηρίωσε κατά τρόπο κανένα απολύτως ισχυρισμό ο οποίος στοιχειοθετεί βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης, που να εμπίπτει στις προϋποθέσεις αναγνώρισης του καθεστώτος του πρόσφυγα στο πρόσωπό του, έτσι όπως η έννοια του πρόσφυγα ερμηνεύεται στην Σύμβαση της Γενεύης του 1951 και από τον Περί Προσφύγων Νόμο, καθότι ο αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας, ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων σύμφωνα με το άρθρο 3 του Περί Προσφύγων Νόμου.

 

Συνακόλουθα ο αιτητής δεν επικαλέστηκε κανέναν ουσιώδη λόγο που να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη υπό τη μορφή θανατικής ποινής ή εκτέλεσης ή βασανιστηρίων, εξευτελιστικής ή απάνθρωπης μεταχείρισης ή τιμωρίας, για να του δοθεί συμπληρωματική προστασία σύμφωνα με το άρθρο 19 (2) (α), (β) του Περί Προσφύγων Νόμου.

 

Περαιτέρω, προκειμένου να διαπιστωθεί εάν συντρέχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, ο αιτητής, σε περίπτωση επιστροφής  στη χώρα καταγωγής του θα αντιμετωπίσει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, ως οι διατάξεις του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου προβλέπουν, το Δικαστήριο ανέτρεξε σε έγκυρες πηγές πληροφόρησης για τη χώρα του αιτητή, προς εξέταση της κατάστασης που επικρατεί στην πόλη Awka, στην πολιτεία Anambra η οποία έχει γίνει δεκτό ότι αποτελεί τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του αιτητή στη χώρα καταγωγής του.

Σύμφωνα δε με το RULAC (Rule of Law in Armed Conflict), μιας πρωτοβουλίας της Ακαδημίας της Γενεύης για την καταγραφή των συγκρούσεων σε παγκόσμιο επίπεδο, η Νιγηρία εμπλέκεται σε δύο παράλληλες μη-διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις κατά των μη κρατικών ένοπλων ομάδων Boko Haram και του Ισλαμικού Κράτους στην επαρχία της Δυτικής Αφρικής (ISWAP). Επιπλέον, υπάρχει μια μη-διεθνής ένοπλη σύρραξη μεταξύ ISWAP και Boko Haram[1].

Ειδικότερα όσον αφορά την πολιτεία Αnambra, τόπος καταγωγής και συνήθους διαμονής του Αιτητή,  για σκοπούς πληρότητας της έρευνας, παραθέτω αριθμητικά δεδομένα επί των περιστατικών ασφαλείας στη συγκεκριμένη περιοχή. Σύμφωνα με την βάση δεδομένων ACLED κατά την περίοδο 30/01/2024 – 30/01/2025 καταγράφηκαν συνολικά 178 περιστατικά ασφαλείας με 190 απώλειες. Εξ αυτών, καταγράφηκαν 80 περιστατικά βίας κατά αμάχων με 78 θύματα, 72 μάχες με 109 θύματα, 7 εξεγέρσεις με 3 θύματα, 18 διαμαρτυρίες χωρίς θύματα και 1 έκρηξη/απομακρυσμένη βία χωρίς θύματα.[2]

Καθώς, ενόψει επίσημων εκτιμήσεων που έλαβαν χώρα το έτος 2022, ο συνολικός πληθυσμός της πολιτείας Αnambra ανέρχεται σε 5,953,500 κατοίκους[3], καθίσταται σαφές ότι ο ανωτέρω αναφερόμενος αριθμός θανάτων στην εν λόγω περιοχή από περιστατικά ασφαλείας (190 θάνατοι) δεν ανέρχεται σε τόσο υψηλά επίπεδα σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό της περιοχής, έτσι ώστε να μπορεί να συναχθεί ότι στην πολιτεία Αnambra επικρατούν συνθήκες αδιακρίτως ασκούμενης βίας κατά των αμάχων στα πλαίσια οιασδήποτε εσωτερικής και/ή διεθνούς ένοπλης σύγκρουσης.

To ανωτέρω συμπέρασμα ενισχύεται και από το γεγονός ότι με βάσει το συγκριτικό χάρτη που αναφέρεται στο Σημείωμα Καθοδήγησης της EUAA για τη Νιγηρία το 2021[4], η πολιτεία Αnambra, τόπος τελευταίας διαμονής του Αιτητή, εντάσσεται στις πολιτείες επί τις οποίες ένας άμαχος δεν αντιμετωπίζει πραγματικό κίνδυνο να επηρεαστεί κατά τα διαλαμβανόμενα του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, εν προκειμένω του άρθρου 19 (2) (γ) του περί Προσφύγων Νόμου.

Κατά συνέπεια, η πολιτεία Αnambra της Νιγηρίας, τόπος καταγωγής και τελευταίας συνήθους διαμονής του αιτητή, δεν φαίνεται να πλήττεται από συγκρούσεις και περιστατικά βίας οι οποίες πληρούν το όριο του άρθρου 15(γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ως αυτό ερμηνεύθηκε νομολογιακά στις αποφάσεις C-465/07 - Elgafaji και C‑285/12 - Diakité του ΔΕΕ[5]. Πέραν τούτου, λαμβάνοντας υπόψιν και το προσωπικό προφίλ του αιτητή, διαπιστώνω ότι απουσιάζουν ιδιαίτερες επιβαρυντικές περιστάσεις, δεδομένου ότι ο αιτητής συνιστά ενήλικα, υγιή, με ικανοποιητικό μορφωτικό επίπεδο και με εργασιακή πείρα. Συμπερασματικά, δεν κρίνω ότι ανακύπτουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι ο αιτητής θα διατρέξει κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του και συγκεκριμένα στην πολιτεία Αnambra.

Με βάση το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου τα οποία περιορίζονται στο περιεχόμενο του σχετικού διοικητικού φακέλου, αφού ουδεμία περαιτέρω μαρτυρία προσκομίστηκε στα πλαίσια της παρούσας προς υποστήριξη της αιτήσεως και αφού εξέτασα, τόσο τη νομιμότητα, όσο και την ουσία της υπό αναφορά υπόθεσης, καταλήγω ότι το αίτημα του αιτητή εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και εύλογα η Υπηρεσία Ασύλου απέρριψε την αίτηση του αιτητή.

Εν τέλει, σημειώνεται ότι ο Υπουργός Εσωτερικών, ασκώντας την εξουσία που του παρέχει το άρθρο12Βτρις του περί Προσφύγων Νόμου, Ν.6(Ι)/2000, έκδωσε την Κ.Δ.Π 191/24, δυνάμει της οποίας η Νιγηρία περιλαμβάνεται στον κατάλογο των χωρών με τις ασφαλείς χώρες ιθαγένειας. Ο αιτητής στην παρούσα δεν έχει προβάλει οποιοδήποτε λόγο για να θεωρηθεί ότι η χώρα αυτή δεν είναι ασφαλής χώρα ιθαγένειας, στη βάση των όσων διαλαμβάνονται από το αρ.12Βτρις (6).

Η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με € 1000 έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση, και εναντίον του αιτητή.

 

 

                                                                                 Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] RULAC, 'Non-International Armed Conflicts in Nigeria', τελευταία ενημέρωση: 02/03/2023, διαθέσιμο σε:https://www.rulac.org/browse/conflicts/non-international-armed-conflict-in-nigeria#collapse2accord  [ημερομηνία πρόσβασης 30/01/2025]

[2] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο: https://acleddata.com/explorer/  (βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Event Types (Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests) DATE RANGE: 30/01/2024 – 30/01/2025, REGION: Africa, COUNTRY: NIGERIA , ADMIN UNIT: Anambra) [Ημερομηνία Πρόσβασης: 30/01/2025]

[3] City Population, Nigeria, Αnambra State, διαθέσιμο σε, https://www.citypopulation.de/en/nigeria/cities/agglos/  [Ημερομηνία Πρόσβασης: 30/01/2025]

[4] EUAA, Country Guidance, Nigeria, October 2021, διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/Country_Guidance_Nigeria_2021.pdf, σελ. 32, 116 [Ημερομηνία Πρόσβασης: 30/01/2025]

[5] ΒλΑπόφαση ΔΕΕ C-285/12 Aboubacar Diakité ν. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides ημερ.30/01/2014 (βλ. σκέψη 31), όπως επίσης απόφαση ΔΕΕ C-465/07 Meki Elgafaji, Noor Elgafali v Staatssecretaris van Justitie ημερ. 17/2/2009 (βλ. σκέψη 39, 43).


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο