O.O. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργείου Εσωτερικών, Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ. 5718/2022, 29/1/2025
print
Τίτλος:
O.O. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργείου Εσωτερικών, Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ. 5718/2022, 29/1/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ 

 Υπόθεση Αρ. 5718/2022 

 

29 Ιανουαρίου, 2025

 

[X. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος 

Μεταξύ:  

 

                                                           O.O.

   Αιτήτριας 

-και-

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργείου Εσωτερικών,

Υπηρεσίας Ασύλου 

               Καθ' ων η αίτηση 

....................

Κασσάνδρα Κουππαρή για Χρίστο Χριστοδουλίδη & Κασσάνδρα Κουππαρή, Δικηγόρος για την αιτήτρια

 

Σώτια Πιτσιλλίδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας για τους καθ' ων η αίτηση

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

  

Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.:  Η αιτήτρια με το αιτητικό Α της αίτησης ακυρώσεως προσφεύγει εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 2/7/2022, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά της για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας. Σημειώνεται, πως το αιτητικό Β της αίτησης ακυρώσεως αποσύρθηκε από τη συνήγορο της αιτήτριας και απορρίφθηκε από το Δικαστήριο κατά το στάδιο των Διευκρινίσεων. 

 

Όπως προκύπτει από την Ένσταση που καταχωρήθηκε από την ευπαίδευτη συνήγορο που εκπροσωπεί τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, τα γεγονότα της υπό εξέταση περίπτωσης έχουν ως κατωτέρω: Η αιτήτρια είναι υπήκοος της Νιγηρίας, η οποία εισήλθε παράνομα μέσω κατεχομένων στις ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές (ερυθρό 35, 1Χ του Διοικητικού Φακέλου). Στις 02/09/2019 (ερυθρό 3 του Διοικητικού Φακέλου) υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία και στις 02/10/2019 (ερυθρό 9 του Διοικητικού Φακέλου) παρέλαβε βεβαίωση υποβολής της αίτησής της. Στις 15/03/2022 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη της αιτήτριας από αρμόδιο λειτουργό της «ΕΥΥΑ» (Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο). Στις 05/05/2022 ο αρμόδιος λειτουργός EΥΥΑ ετοίμασε Έκθεση/Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου με την οποία εισηγείται την απόρριψη της αίτησης της αιτήτριας.  Ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου, αφού μελέτησε την έκθεση του λειτουργού, αποφάσισε την απόρριψη του αιτήματος της στις 02/07/2022. Στις 08/08/2022 η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε επιστολή στην οποία συμπεριέλαβε την απορριπτική της απόφαση, η οποία παραλήφθηκε από την αιτήτρια στις 11/08/2022.  Στη συνέχεια, η συνήγορος της αιτήτριας καταχώρισε την υπό εξέταση προσφυγή αμφισβητώντας την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου.

 

Η ευπαίδευτη συνήγορος της αιτήτριας με τη Γραπτή της Αγόρευση περιλαμβάνει αρκετούς λόγους ακυρώσεως τους οποίους απέσυρε κατά το στάδιο των Διευκρινίσεων και ανέφερε πως προωθεί μόνο το λόγο ακύρωσης που αφορά την έλλειψη δέουσας έρευνας εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου προτού εκδώσει την προσβαλλόμενη απόφαση. Η συνήγορος των καθ' ων η αίτηση, στην Γραπτή Αγόρευσή της εισηγείται ότι η επίδικη απόφαση ήταν αποτέλεσμα δέουσας έρευνας, ορθής αξιολόγησης των στοιχείων και ορθής εφαρμογής του νόμου και ότι είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη.  Επιπρόσθετα, ανέφερε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι καθόλα ορθή και νόμιμη και πως η υπό εξέταση προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί από το Δικαστήριο.

 

Θα πρέπει να αναφερθεί πως στα πλαίσια μελέτης της υπό εξέτασης προσφυγής, εντόπισα στο διοικητικό φάκελο πως η αιτήτρια είναι μάρτυρας κατηγορίας σε ποινική υπόθεση (ερυθρό 12 του Διοικητικού Φακέλου) και επιπρόσθετα, επιστολή του Cyprus Stop Trafficking το οποίο αποτελεί βεβαίωση διαμονής της αιτήτριας σε δομή της ΜΚΟ, Cyprus Stop Trafficking (ερυθρό 46 του Διοικητικού Φακέλου).  Στα στοιχεία αυτά δεν αναφέρθηκε καμία από τις δύο πλευρές και προέβηκα σε επανάνοιγμα της υπόθεσης προκειμένου να τεθούν ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου και να με ενημερώσουν σε ποιο στάδιο βρίσκεται η ποινική υπόθεση και ποια είναι η ανάμειξη της αιτήτριας με το Cyprus Stop Trafficking

 

Βεβαίως το επανάνοιγμα έγινε στα πλαίσια της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου για κατ’ουσίαν εξέτασης του αιτήματος της αιτήτριας, για σκοπούς έκδοσης της απόφασης και στα πλαίσια ορθής απονομής της δικαιοσύνης (βλ.Ελισάβετ Παντελίδου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπουργού Οικονομικών και άλλου (1991) 4 ΑΑΔ 373, Cyprus Commercial Co Ltd, και Άλλη ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπουργείου Εσωτερικών, υπόθ. αρ. 1202/2007, ημερομ. 16/6/09, Ανδρούλλα Δημητρίου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού υπόθ. αρ. 17/2009, ημερομ. 19/10/11, Βασούλα Κωνσταντίνου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου υπόθ. αρ. 201/2009, ημερομ. 19/1011, Ανδρέας Πολυβίου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών (2004)3 ΑΑΔ 494).  Επειδή ακριβώς εντοπίστηκαν τα στοιχεία αυτά δεν θα μπορούσαν να αγνοηθούν στα πλαίσια του κατ’ ουσίαν ελέγχου του Δικαστηρίου, λαμβάνοντας υπόψη πως σχετικοί ισχυρισμοί εξετάστηκαν κατά τη διάρκεια της συνέντευξης της αιτήτριας.

 

Η κυρία Πιτσιλλίδου ανέφερε σε δικάσιμο που ακολούθησε του επανανοίγματος, πως κατόπιν έρευνας στο φάκελο της υπόθεσης που βρίσκεται στο ΤΑΕ Λευκωσίας και σε συνεννόηση με τον Υπεύθυνο Αρχείου Λοχία, εντόπισαν την κατάθεση της αιτήτριας στα πλαίσια της ποινικής διαδικασίας από την οποία φαίνεται ξεκάθαρα πως βρήκε από μόνη της την εν λόγω εργασία μέσω της εφαρμογής «Παζαράκι» και δεν φαίνεται να υπάρχει οποιαδήποτε ανάμειξη ή εμπλοκή με τυχών διακινητή ή οποιοδήποτε άλλο άτομο από τη χώρα καταγωγής της αιτήτριας.

 

Η κυρία Κουππαρή στα πλαίσια της διαδικασίας και αφού μελέτησε την κατάθεση της αιτήτριας, την οποία βεβαίως δεν αμφισβήτησε, τόνισε πως η αιτήτρια ισχυρίστηκε πως η μητέρα της την προωθούσε στην πορνεία.  Όπως ανέφερε η κυρία Πιτσιλλίδου, το γεγονός αυτό αναλύθηκε αρκετά κατά τη διάρκεια της συνέντευξης και πως αυτό που ανέφερε η αιτήτρια ήταν ότι η μητέρα της την πίεζε να εργαστεί για να βγάλει χρήματα και πως ήταν δικό της συμπέρασμα ότι την ωθούσε στην πορνεία.  Από τα στοιχεία του Διοικητικού Φακέλου τα οποία θα παραθέσω πιο κάτω επιβεβαιώνονται τα όσα εισηγείται η κυρία Πιτσιλλίδου.

 

Θα πρέπει να επισημανθεί ότι, σύμφωνα με τον περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμο του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας έχει την εξουσία να εξετάσει την παρούσα υπόθεση και επί της ουσίας.  Το γεγονός αυτό, οφείλεται στο ότι η υπό εξέταση υπόθεση αφορά αίτηση που χρονικά εμπίπτει στις προϋποθέσεις του άρθρου 11 του περί Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν.73(Ι)/2018), οι οποίες δίδουν στο Δικαστήριο την υποχρέωση ελέγχου νομιμότητας και ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

Προχωρώ να εξετάσω τον ισχυρισμό που προωθεί η αιτήτρια στη βάση των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου. Θεωρώ χρήσιμο να καταγραφούν όλοι οι ισχυρισμοί που πρόβαλε η αιτήτρια σε όλα τα στάδια της εξέτασης του αιτήματός της, προκειμένου να εξετάσω την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης αλλά και για να διαφανεί εάν το αρμόδιο όργανο αποφάσισε μετά από δέουσα έρευνα, ορθά, νόμιμα και εντός των πλαισίων της σχετικής νομοθεσίας.

 

Η αιτήτρια στην αίτηση που υπέβαλε ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου ανέφερε ότι ο λόγος που εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της είναι ο εξαναγκασμός της στην πορνεία από τη μητέρα της για να βοηθήσει στην ανατροφή των αδερφών της καθώς ο πατέρας της απεβίωσε (ερυθρό 3 του Διοικητικού Φακέλου).  Κατά τη διάρκεια της συνέντευξής της, η αιτήτρια ανέφερε πως εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της γιατί προέρχεται από πολύ μεγάλη οικογένεια, όπου κανείς δεν φοίτησε σε σχολείο, ενώ οι γονείς της δεν μπορούσαν να τους προσφέρουν πολλά πράγματα. Ήταν άρρωστη και κανείς δεν μπορούσε να την βοηθήσει, ούτε τα αδέρφια της.

 

Ένιωσε ότι είχε την ευκαιρία να έρθει στην Κυπριακή Δημοκρατία και να βρει μια αξιοπρεπή εργασία για να πληρώνει τα νοσοκομειακά έξοδα και να φροντίζει τον εαυτό της (ερυθρό 34, 2Χ του Διοικητικού Φακέλου). Ερωτηθείσα η αιτήτρια πως διοργάνωσε το ταξίδι της στην Κύπρο, απάντησε ότι ήταν πολύ άρρωστη και μετά την επέμβαση που είχε υποβληθεί ο γιατρός της, της είπε ότι επανήλθε η κύστη και έψαχνε για βοήθεια.  Γνώρισε μια κυρία που τη ρώτησε αν επιθυμεί να επιστρέψει στο σχολείο και η αιτήτρια της ανέφερε πως επιθυμεί να ταξιδέψει και η κυρία προθυμοποιήθηκε να την βοηθήσει να ταξιδέψει στην Κυπριακή Δημοκρατία (ερυθρό 35, 2Χ του Διοικητικού Φακέλου).

 

Η αιτήτρια δήλωσε πως συνήθιζε να πηγαίνει σε ένα μαγαζί όπου έβρισκε κάποιους φίλους και αυτή η κυρία περνούσε και τους χαιρετούσε και έτσι πλήρωσε και για το ταξίδι της στην Κύπρο (ερυθρό 35, 3Χ του Διοικητικού Φακέλου). Ερωτηθείσα η αιτήτρια πως ήρθε στις ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές, απάντησε ότι ακολούθησε κάποια άτομα καθώς ήταν σε άγνωστη χώρα και δεν γνώριζε πληροφορίες για την Κύπρο. Την πρώτη νύχτα κοιμήθηκε σε εξωτερικό χώρο αλλά στη συνέχεια ρώτησε διάφορα άλλα άτομα και της εξήγησαν πως πρέπει να αιτηθεί διεθνούς προστασίας, να ζητήσει δηλαδή κρατική προστασία και έτσι πήγε στην Υπηρεσία Ασύλου και τους αφηγήθηκε την ιστορία της.  Συνάντησε μία κοπέλα την οποία γνώριζε από την πατρίδα της, η οποία της είπε ότι πρέπει να βρει εργασία και να πληρώνει λογαριασμούς (ερυθρό 34, 1Χ του Διοικητικού Φακέλου). 

 

Η αιτήτρια δήλωσε πως εργαζόταν σε ινστιτούτο μασάζ.  Κληθείσα να δώσει περισσότερες πληροφορίες αναφορικά με την εργασία που έκανε στο ινστιτούτο, η αιτήτρια ανέφερε ότι έκανε μασάζ σε κάποια πρόσωπα.  Στην αρχή έκανε μασάζ σε κάποιον και μετά της είπαν ότι μπορεί να σχολάσει καθώς ήταν απλά για δοκιμή, τη δεύτερη μέρα έκανε πάλι μασάζ σε κάποιο άλλο άντρα και την τρίτη μέρα τους επισκέφθηκε η αστυνομία (ερυθρό 33, 4Χ του Διοικητικού Φακέλου) και συνέλαβε κάποια πρόσωπα. Σε ερωτήσεις αναφορικά με τη δικαστική διαδικασία στην οποία εμπλέκεται η αιτήτρια, ανέφερε ότι συνελήφθη ο άντρας και για τους σκοπούς της διαδικασίας οι κοπέλες όφειλαν  να δώσουν κατάθεση στις αρχές. Στη συνέχεια, τους έδωσαν κάποια έγγραφα να υπογράψουν  για να προστατευθούν από αυτό τον άντρα, τους υπέβαλαν κάποιες ερωτήσεις και τις έβαλαν σε καταφύγιο.  Δεν είχε περισσότερες πληροφορίες καθώς περίμενε τη δίκη (ερυθρό 32, 1Χ, 2Χ, 3Χ του Διοικητικού Φακέλου). Επιπρόσθετα, ανέφερε πως επιθυμούσε να ταξιδέψει στη Γαλλία για να επισκεφθεί φιλικό άτομο και την ενημέρωσαν ότι θα έπρεπε να παρευρεθεί στο Δικαστήριο κατά τις δικασίμους που ορίστηκαν και έτσι δεν πραγματοποίησε το ταξίδι της (ερυθρό 32 του Διοικητικού Φακέλου). Η αιτήτρια έδωσε τη συγκατάθεση της στο λειτουργό για πρόσβαση σε πληροφορίες που αφορά τη συγκεκριμένη διαδικασία τόσο με την αστυνομία όσο και με το Δικαστήριο (ερυθρό 32 του Διοικητικού Φακέλου).

 

Σε ερώτηση του αρμόδιου λειτουργού ως προς τον ισχυρισμό της για εξώθηση στην πορνεία από τη μητέρα της ενόσω βρισκόταν στη χώρα της, ως καταγράφει στην αίτηση διεθνούς προστασίας που συμπλήρωσε κατά το αίτημά της, η αιτήτρια δήλωσε πως ένιωσε ότι δεν έπρεπε να αναφερθεί σε αυτό το γεγονός.  Ανέφερε πως η μητέρα της όταν ήταν σε πιο νεαρή ηλικία της έλεγε να βρει χρήματα∙και όταν την ρωτούσε πως αναμένει να βρει χρήματα, έμμεσα θα σκεφτόταν ότι επιθυμεί να εκπορνεύεται για να βρει χρήματα και να φροντίσει τα μικρότερα αδέρφια της (ερυθρό 31 2Χ του Διοικητικού Φακέλου). Σε διευκρινιστική ερώτηση του λειτουργού αν κατάλαβε σωστά ότι η μητέρα της ποτέ δεν την εξανάγκασε σε πορνεία, η αιτήτρια απάντησε ότι ακούστηκε σαν να ήταν αυτό που επιθυμούσε γιατί δεν υπήρχε κάπου να εργαστεί, έτσι αυτό κατάλαβε ότι της ζητούσε (ερυθρό 31, 3Χ του Διοικητικού Φακέλου). Ερωτηθείσα αν προσέφυγε ποτέ στην πορνεία, η αιτήτρια απάντησε αρνητικά (ερυθρό 31, 4Χ του Διοικητικού Φακέλου).

 

Σε σχετικές ερωτήσεις ως προς το αίτημα της μητέρας της να συνεισφέρει οικονομικά στην οικογένεια, η αιτήτρια δήλωσε ότι θεωρούσε πως η μητέρα της έμμεσα της ζητούσε να προσφέρει σεξουαλικές υπηρεσίες έναντι αμοιβής (ερυθρό 31, 5Χ του Διοικητικού Φακέλου)∙ κάτι το οποίο την αναστάτωνε γιατί ανέμενε από την ίδια να προσφέρει στην οικογένεια χρήματα και επειδή η ίδια δεν συνείσφερε χρηματικά, οδηγούνταν σε καυγάδες με τη μητέρα της (ερυθρό 31, 7Χ και 8Χ του Διοικητικού Φακέλου). Κατά το αφήγημά της, η αιτήτρια ανέφερε πως ζούσε  δύσκολα στη χώρα της, ενώ ισχυρίστηκε πως όσο ζούσε ο πατέρας της πήγαινε στη φάρμα και φρόντιζε για την οικογένεια.  Όπως ανέφερε, όταν απεβίωσε ο πατέρας της τα πράγματα ήταν πολύ δύσκολα (ερυθρό 31, 9Χ του Διοικητικού Φακέλου). Μετακόμισε με τις μεγαλύτερες αδερφές της στην πόλη Benin όπου δούλεψε ως καθαρίστρια αλλά δεν ήταν εύκολο (ερυθρό 31, 1Χ του Διοικητικού Φακέλου). Τέλος, σε ερώτηση πως τα βγάζει πέρα οικονομικά στην Κύπρο, η αιτήτρια απάντησε ότι ζει σε καταφύγιο (ερυθρό 31 του Διοικητικού Φακέλου). 

 

Στη βάση των ανωτέρω ισχυρισμών, ο αρμόδιος λειτουργός της ΕΥΥΑ στην Έκθεση/Εισήγηση που ετοίμασε σχημάτισε τρείς ουσιώδεις ισχυρισμούς: Ο πρώτος αφορά την ταυτότητα, τη χώρα καταγωγής και διαμονής της αιτήτριας, ο οποίος έγινε αποδεκτός, καθότι κρίθηκε εσωτερικά και εξωτερικά αξιόπιστη κατά το αφήγημά της. Ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός αφορά τις δηλώσεις της αιτήτριας ότι εγκατέλειψε την Νιγηρία για καλύτερες εργασιακές ευκαιρίες και ο τρίτος ουσιώδης ισχυρισμός αναφέρεται στο ότι ξεκίνησε να εργάζεται σε ινστιτούτο «μασάζ/σπα» το οποίο εντοπίστηκε και σφραγίσθηκε από την αστυνομία ως δίκτυο εμπορίας και σεξουαλικής εκμετάλλευσης προσώπων, και συνελήφθηκε εξαιτίας αυτού το αφεντικό.  Όλοι οι πιο πάνω ισχυρισμοί έγιναν αποδεκτοί από την Υπηρεσία Ασύλου.

 

Κατά την αξιολόγηση κινδύνου, ο αρμόδιος λειτουργός, λαμβάνοντας υπόψη τους αποδεκτούς ισχυρισμούς, το προσωπικό της προφίλ και κατόπιν εξέτασης του αιτήματός της και παράθεσης και αξιολόγησης πληροφοριών αναφορικά με τη γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στην πολιτεία και στον τόπο διαμονής στον οποίο αναμένεται η αιτήτρια να επιστρέψει, έκρινε ότι δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται ότι σε περίπτωση που επιστρέψει σε αυτή, θα αντιμετωπίσει δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης.

 

Προχωρώντας στη νομική ανάλυση των ισχυρισμών της αιτήτριας, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι δεν συντρέχουν στο πρόσωπό της εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που θα μπορούσαν να τεκμηριώσουν βάσιμο φόβο δίωξης σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής της για έναν από τους λόγους του άρθρου 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου Ν.6(Ι)/2000 και του άρθρου 1Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951.  Στη συνέχεια, διαπίστωσε πως δεν υπάρχει εύλογη πιθανότητα η αιτήτρια να αντιμετωπίσει κίνδυνο σοβαρής βλάβης όπως αυτός καθορίζεται στο άρθρο 19 του προαναφερθέντος Νόμου, καθότι με βάση έρευνα που διεξήγαγε η αρμόδια λειτουργός διαπιστώθηκε ότι η κατάσταση στην πολιτεία Edo της Νιγηρίας, στην οποία βρίσκεται ο τόπος τελευταίας συνήθους διαμονής της αιτήτριας, δεν χαρακτηρίζεται από διεθνή ή εσωτερική ένοπλη σύγκρουση. Το περιεχόμενο της υπό αναφορά Έκθεσης-Εισήγησης εξέτασε ο αρμόδιος εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός που εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου και απέρριψε το αίτημα της αιτήτριας.

 

Στο σημείο αυτό θα πρέπει να αναφερθεί πως το αρμόδιο όργανο οφείλει να προβαίνει σε επαρκή έρευνα σε σχέση με όλα τα γεγονότα που αφορούν το αίτημα που έχει ενώπιον του. Κατά πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δέουσα έρευνα κρίνεται από το Δικαστήριο ότι έγινε, όταν το αρμόδιο όργανο εξετάζει κάθε σχετικό με την υπόθεση γεγονός (Βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών (1999) 3ΑΑΔ 447).  Ορθή και πλήρης έρευνα θεωρείται αυτή που εκτείνεται στη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων της υπόθεσης (Βλ. Νικολαΐδη v. Μηνά (1994) 3ΑΑΔ 321, Τουσούνα ν. Δημοκρατίας (2013) 3 Α.Α.Δ. 151, Χωματένος ν. Δημοκρατίας κ.α. (2 Α.Α.Δ. 120).  Η έκταση της έρευνας εξαρτάται πάντοτε από τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης (Βλ. Δημοκρατία v. Ευαγγέλου κ.α. (2013) 3ΑΑΔ 414) και το αρμόδιο όργανο οφείλει να βρει τον κατάλληλο τρόπο για να εκπληρώσει την υποχρέωσή του για επαρκή και/ή δέουσα έρευνα.

 

Όλο το πιο πάνω ιστορικό στο οποίο στηρίζεται το αίτημα διεθνούς προστασίας που υπέβαλε η αιτήτρια δεν παρουσιάζει οποιοδήποτε βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης στη χώρα καταγωγής της. Όπως διαφαίνεται, η αιτήτρια δεν προώθησε κανένα απολύτως ισχυρισμό που να εμπίπτει στις προϋποθέσεις αναγνώρισης προσώπου ως πρόσφυγα. Τα όσα επικαλέστηκε η αιτήτρια, δεν θα μπορούσαν να την εντάξουν στην έννοια του πρόσφυγα, έτσι όπως αυτή η έννοια ερμηνεύεται από την Σύμβαση της Γενεύης του 1951 και από το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000.

 

Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000 προβλέπει πως (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου):  «Ως πρόσφυγας αναγνωρίζεται το πρόσωπο που, λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγενείας του και δεν είναι σε θέση, ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής».

 

Είναι ξεκάθαρο τόσο από το άρθρο 3 του Ν.6(Ι)/2000, όσο και από το άρθρο 1Α της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων, πως για να αναγνωριστεί πρόσωπο ως πρόσφυγας, θα πρέπει να αποδεικνύεται βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης, του οποίου τόσο το υποκειμενικό, όσο και το αντικειμενικό στοιχείο, πρέπει να εκτιμηθούν από το αρμόδιο όργανο προτού καταλήξει σε απόφαση (Βλ. σχ. παρ.37 και 38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών).

 

Στο πλαίσιο του κατ’ουσίαν ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης θα συμφωνήσω με τον τρόπο που αποφάσισαν οι καθ’ων η αίτηση επί του αιτήματος της αιτήτριας.  Σε κάθε περίπτωση, η αιτήτρια θα μπορούσε να εργαστεί και να βιοποριστεί στη χώρα καταγωγής της, λαμβάνοντας μάλιστα υπόψη πως η χώρα καταγωγής της αιτήτριας θεωρείται ασφαλής χώρα ιθαγένειας δυνάμει της Κ.Δ.Π. 191/24, και πως ακόμα και να αντιμετώπιζε η αιτήτρια οποιοδήποτε πρόβλημα στη χώρα καταγωγής της, θα μπορούσε να απευθυνθεί στις αρχές της χώρας της για να προστατευθεί.

 

Η συνήγορος της αιτήτριας κατά το στάδιο των Διευκρινίσεων τόνισε πως η αιτήτρια πάσχει από αυτοάνοσο το οποίο το αρμόδιο όργανο έπρεπε να ερευνήσει περισσότερο και να την παραπέμψει σε ιατρό για να εντοπίσει εάν οι εγχειρήσεις που υποβλήθηκε ήταν επιτυχείς και κατά πόσο θα αντιμετωπίσει προβλήματα στο μέλλον.  Με σεβασμό προς τον προαναφερόμενο ισχυρισμό θα πρέπει να τονιστεί πως εάν αντιμετώπιζε η αιτήτρια οποιοδήποτε πρόβλημα σοβαρό θα έπρεπε να το θέσει ενώπιον μου με το ορθό δικονομικό διάβημα παραπέμποντας σε στοιχεία, πηγές πληροφόρησης ή άλλα δεδομένα που να αποδεικνύουν την επιδείνωση ή τη σοβαρότητα της κατάστασής της και την αδυναμία της για θεραπεία στη χώρα καταγωγής της, η οποία επισημαίνεται ότι συγκαταλέγεται στις ασφαλείς χώρες ιθαγένειας σύμφωνα με την ΚΠ 191/24.

 

Η ύπαρξη του αυτοάνοσου από μόνη της δεν είναι αρκετή για να χορηγηθεί οποιοδήποτε καθεστώς.  Η αιτήτρια ρωτήθηκε για το πρόβλημά της  και ανέφερε ότι ακολουθεί φαρμακευτική αγωγή και δεν προσκόμισε οποιαδήποτε στοιχεία από τα οποία να τίθεται οποιοδήποτε ζήτημα σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα της.  Η ίδια μάλιστα ανέφερε πως υποβλήθηκε σε επέμβαση ενόσω βρισκόταν στη χώρα καταγωγής της.  Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός αυτός απορρίπτεται στο σύνολό του. 

 

Σημειώνω μάλιστα πως από τα πρακτικά της συνέντευξης αλλά και από τις διευκρινίσεις που προέκυψαν από τη διαδικασία επανανοίγματος, είναι ξεκάθαρο πως η αιτήτρια αρνείται οποιαδήποτε ανάμειξή της σε πορνεία.  Αναφέρθηκε βεβαίως στο ότι πίστευε πως η μητέρα της εμμέσως την εξωθούσε σε πορνεία αλλά το γεγονός αυτό από μόνο του και με το γενικό και αόριστο τρόπο που προβάλλεται από την ίδια δεν θα μπορούσε να ήταν αρκετό για να της παραχωρηθεί καθεστώς πρόσφυγα.  Παρόλο που τονίζει το σημείο αυτό η κα Κουππαρή δεν προσκομίστηκαν ενώπιον μου στοιχεία ή πληροφορίες, με το ορθό δικονομικό διάβημα που να ανατρέπουν την αξιολόγηση του αρμόδιου οργάνου και να τεκμηριώνουν το αίτημά της.

 

Κατά συνέπεια, στην προκειμένη περίπτωση, προκύπτει πως ορθά αποφασίστηκε από την Υπηρεσία Ασύλου, ότι δεν συντρέχουν στο πρόσωπο της αιτήτριας εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που στοιχειοθετούν δικαιολογημένο φόβο δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3(1) του Περί Προσφύγων Νόμου, Ν. 6 (Ι)/2000, καθώς δεν προέκυψε καμία ένδειξη πραγματικής, υφιστάμενης και έμπρακτης απειλής της αιτήτριας από οποιοδήποτε φορέα, κρατικό ή μη, στη χώρα καταγωγής της.

 

Πρόσθετα, από το σύνολο το στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου κρίνω ότι ορθά διαπιστώθηκε από τον δεόντως εξουσιοδοτημένο λειτουργό που εκτελεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, ότι δεν πληρούνται ούτε οι προϋποθέσεις του άρθρου 19, του Ν. 6 (Ι)/2000 για να παραχωρηθεί στην αιτήτρια το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, εφόσον δεν αποδείχθηκε ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αναφορικά με τον κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής της.

 

Για τη διαπίστωση αυτού του πραγματικού κινδύνου θα πρέπει να υπάρχουν, όπως ρητά προνοεί το άρθρο 19(1), του Ν. 6(Ι)/2000, «ουσιώδεις λόγοι». Περαιτέρω, σοβαρή βλάβη ή σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη κατά το εδάφιο (2) του άρθρου 19, του Ν. 6(Ι)/2000 σημαίνει κίνδυνο αντιμετώπισης θανατικής ποινής ή εκτέλεσης βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας ή να υπάρχει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης (Βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015), ECLI:CY:AD:2015:D619, ECLI:CY:AD:2015:D619, ECLI:CY:AD:2015:D619).

Ο αρμόδιος λειτουργός, έχοντας αποδεχθεί ότι ο τελευταίος τόπος διαμονής της αιτήτριας στη χώρα καταγωγής της εμπίπτει στην πολιτεία Edo της Νιγηρίας, διεξήγαγε έρευνα για τη γενική κατάσταση ασφαλείας στην εν λόγω πολιτεία, από την οποία προέκυψε ότι δεν υπάρχει εύλογη πιθανότητα η αιτήτρια να αντιμετωπίσει δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης. Ως εκ τούτου, κρίθηκε πως δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για παραχώρηση καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας.  Σε κάθε περίπτωση, διεξήγαγα περαιτέρω έρευνα σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στον τελευταίο τόπο διαμονής της αιτήτριας, σε πρόσφατες πηγές πληροφόρησης, στα πλαίσια βεβαίως της ex nunc δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου και προς εκπλήρωση της υποχρέωσης του Δικαστηρίου για έλεγχο της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης.  

 

Σύμφωνα με τη σύνοψη της κατάστασης ασφαλείας του ACCORD που βασίζεται σε στοιχεία του ACLED, η οποία αφορά το πρώτο τρίμηνο του 2024 και δημοσιεύτηκε στις 8 Μαΐου 2024, στην πολιτεία Edo αναφέρθηκαν 31 περιστατικά ασφαλείας εκ των οποίων τα 6 οδήγησαν σε 10 απώλειες ανθρώπινων ζωών. Οι ακόλουθες τοποθεσίες στην πολιτεία Edo συγκαταλέγονται μεταξύ των πληγέντων: Abudu, Agbede, Auchi, Benin City, Ekiadolor, Ekpeshi, Ekpoma, Fugar, Ibillo, Ivbiaro, Jattu, Obagie, Oja, Ososo, Sobe.[1]

 

Σύμφωνα με τη σύνοψη της κατάστασης ασφαλείας του ACCORD που βασίζεται σε στοιχεία του ACLED, η οποία αφορά το δεύτερο τρίμηνο του 2024 και δημοσιεύτηκε στις 7 Αυγούστου 2024, στην πολιτεία Edo αναφέρθηκαν 61 περιστατικά ασφαλείας εκ των οποίων τα 36 οδήγησαν σε 46 απώλειες ανθρώπινων ζωών. Οι ακόλουθες τοποθεσίες στην πολιτεία Edo συγκαταλέγονται μεταξύ των πληγέντων: Abudu, Auchi, Benin City, Egor, Ekiadolor, Ekpoma, Evbuomoma, Evbuotubu, Ibillo, Idogbo, Iguobazuwa, Ikpoba Slope, Illushi, Inikorogha, Isihor, Jattu, Ogheghe, Ogida, Okomu, Okpella, South Ibie, Ugomoson, Uromi.[2]

 

Κατόπιν αναζήτησης στη βάση δεδομένων ACLED προέκυψε ότι κατά το διάστημα από τις 24/01/2024 έως τις 24/01/2025 στην πολιτεία Edo, καταγράφηκαν 204 περιστατικά ασφαλείας και 122 θάνατοι, εκ των οποίων 43 διαμαρτυρίες (καμία απώλεια ανθρώπινων ζωών), 25 εξεγέρσεις (6 απώλειες ανθρώπινων ζωών), 83 μάχες (85 απώλειες ανθρώπινων ζωών) και 53 περιστατικά βίας εναντίον αμάχων (31 απώλειες ανθρώπινων ζωών). Συγκεκριμένα στην Benin City που βρίσκεται στην πολιτεία Edo της Νιγηρίας, την ίδια περίοδο αναφοράς, καταγράφηκαν 79 περιστατικά ασφαλείας και 46 θάνατοι, εκ των οποίων 25 διαμαρτυρίες (καμία απώλεια ανθρώπινων ζωών), 7 εξεγέρσεις (καμία απώλεια ανθρώπινων ζωών), 33 μάχες (38 απώλειες ανθρώπινων ζωών) και 14 περιστατικά βίας εναντίον αμάχων (8 απώλειες ανθρώπινων ζωών).[3] Ο συνολικός πληθυσμός της πολιτείας Edo ανέρχεται σε 4,777,000[4] και της Benin City ανέρχεται σε 1,680,000[5] σύμφωνα με την πιο πρόσφατη επίσημη εκτίμηση που έγινε το 2022.

 

 

 

Αποτιμώντας τα προαναφερόμενα δεδομένα, δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα η αιτήτρια να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή της κίνδυνο σοβαρής βλάβης, στον τελευταίο τόπο διαμονής της και ως εκ τούτου δεν διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας της στην περιοχή.  Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις της αιτήτριας, παρατηρώ ότι αυτή είναι γυναίκα, υγιής, πλήρως ικανή προς εργασία, χωρίς στοιχεία ευαλωτότητας και έχει υποστηρικτικό δίκτυο στη χώρα καταγωγής της. Η αιτήτρια δεν έχει θέσει οποιαδήποτε ατομικά χαρακτηριστικά στην ενώπιον μου δικαστική διαδικασία, που να υποδηλώνουν ότι μπορεί να έχει τεθεί με οποιονδήποτε τρόπο σε δυσμενή θέση ή σε κίνδυνο δίωξης ή βλάβης.

 

Επιπρόσθετα, λαμβάνεται υπόψη ότι ο Υπουργός Εσωτερικών στα πλαίσια των εξουσιών του  δυνάμει του άρθρου 12Β τρις του περί Προσφύγων Νόμου (Ν. 6 (Ι)/2000) με την Κ.Δ.Π. 191/2024, καθόρισε τη χώρα καταγωγής της αιτήτριας ως ασφαλή χώρα ιθαγένειας, εφόσον ικανοποιήθηκε βάσει της νομικής κατάστασης, της εφαρμογής του δικαίου στο πλαίσιο δημοκρατικού συστήματος και των γενικών πολιτικών συνθηκών, ότι στην οριζόμενη χώρα γενικά και μόνιμα δεν υφίστανται πράξεις δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3Γ, ούτε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική  μεταχείριση ή τιμωρία, ούτε απειλή η οποία προκύπτει από τη χρήση αδιάκριτης βίας σε κατάσταση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύγκρουσης.

  

Από τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον μου και από τον κατ’ ουσίαν έλεγχο στον οποίο προέβηκα, διαφαίνεται πως το αρμόδιο όργανο συνεκτίμησε και αξιολόγησε όλα τα στοιχεία που είχε ενώπιον του προτού καταλήξει στην προσβαλλόμενη απόφαση και ενόψει των ισχυρισμών που πρόβαλε η αιτήτρια, διεξήγαγε τη δέουσα υπό τις περιστάσεις έρευνα. Συνεπώς, ο ισχυρισμός της ευπαίδευτης συνηγόρου της αιτήτριας περί έλλειψης δέουσας έρευνας εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου απορρίπτεται στο σύνολό του.

 

Με βάση λοιπόν το σύνολο των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον μου, καταλήγω ότι το αίτημα της αιτήτριας εξετάστηκε με επάρκεια και επιμέλεια σε όλα τα στάδια και υπήρξε η δέουσα αιτιολόγηση της προσβαλλόμενης απόφασης εκ μέρους του αρμόδιου οργάνου. Το περιεχόμενο της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία συμπληρώνεται από την αιτιολογημένη Έκθεση-Εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου, στην οποία εκτίθενται λεπτομερώς οι λόγοι της απόρριψης του αιτήματος, αποκαλύπτει ότι η απόφασή της είναι  απόλυτα ορθή και στα πλαίσια της σχετικής νομοθεσίας και των εξουσιών του αρμόδιου οργάνου.

 

Ως εκ τούτου, η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με έξοδα €1000 υπέρ των καθ' ων η αίτηση, και εναντίον της αιτήτριας. 

 

 

 

 


     Χ. Μιχαηλίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 



[1] ACCORD – Austrian Centre for Country of Origin & Asylum Research and Documentation, ‘Nigeria, first quarter 2024: Update on incidents according to the Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED)’, 8 May 2024, 4 & 6, διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/file/local/2109664/2024q1Nigeria_en.pdf

[2] ACCORD – Austrian Centre for Country of Origin & Asylum Research and Documentation, ‘Nigeria, second quarter 2024: Update on incidents according to the Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED)’, 7 August

2024, 4 & 6, διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/file/local/2113508/2024q2Nigeria_en.pdf

[3] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/ [βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Event Types (Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests) DATE RANGE: 24/01/2024 – 24/01/2025, REGION: Africa, COUNTRY: Nigeria, ADMIN UNIT: Edo, Location: Benin City] (ημερομηνία πρόσβασης 29/01/2025)

[4] City Population https://citypopulation.de/en/nigeria/cities/agglos/ (Nigeria – Edo State) (ημερομηνία πρόσβασης 29/01/2025)

[5] City Population https://citypopulation.de/en/nigeria/cities/agglos/ (Nigeria – Benin City) (ημερομηνία πρόσβασης 29/01/2025)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο