Ν.Α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας Μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση αρ. 6926/2021, 9/1/2025
print
Τίτλος:
Ν.Α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας Μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση αρ. 6926/2021, 9/1/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

                                                                       

                                                                                  Υπόθεση αρ. 6926/2021

 

09 Ιανουαρίου 2025

 

[Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

                          Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

Ν.Α.

 

                                                                                                           Αιτητής

 

Και

 

                          Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

                                                                                                                                                                                                                                     Καθ' ων η αίτηση

 

Αίτηση για προσαγωγή μαρτυρίας ημερομηνίας 19/03/2024 

 

Χ. Χατζηστερκώτης (κος) για Χριστόφορος Χατζηστερκώτης & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε, Δικηγόρος για τον Αιτητή

 

Ν. Νικολάου (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ Δ.Δ.Δ.Δ.Π:    Με την προσφυγή του ο αιτητής, αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερ. 22/07/2021 η οποία κοινοποιήθηκε στον αιτητή στις 17/09/2021 και δια της οποίας απορρίφθηκε η αίτηση του για παροχή διεθνούς προστασίας.

Στις 19/03/2024, ο συνήγορος του αιτητή καταχώρησε την υπό κρίση αίτηση, με την οποία επιζητείται ουσιαστικά η χορήγηση άδειας από το Δικαστήριο για προσαγωγή μαρτυρίας.  Ειδικότερα, ο αιτητής αιτείται τα ακόλουθα:

« (1) Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να αναγνωρίζεται η ανάγκη για χορήγηση του καθεστώτος επιτόπου διεθνούς προστασίας στον Αιτητή μετά την προσκόμιση με την παρούσα αίτηση νέων και ουσιωδών στοιχείων σχετικά με την κατάσταση που επικρατεί στη χώρα καταγωγής του, και αφού το Δικαστήριο προβεί στην καθορισμένη από τον νόμο προκαταρκτική εξέταση προκειμένου να καθοριστεί εάν προέκυψαν ή υποβλήθηκαν νέα στοιχεία ή πορίσματα σχετικά με την εξέτασή του

(2) Διάταγμα του Δικαστηρίου, με το οποίο να παραπέμπονται τα νέα και ουσιώδη στοιχεία που προσκόμισε ο Αιτητής με την παρούσα αίτηση στον αρμόδιο φορέα της διοίκησης για να γίνει συμπληρωματική της αρχικής εξέτασης και/ή νέα εξέταση των ισχυρισμών του Αιτητή χωρίς να επηρεάζονται τα δικαιώματα νόμιμης παραμονής του Αιτητή στην Κυπριακή Δημοκρατία, αφού τα νέα ουσιώδη στοιχεία έχουν προκύψει πριν να τελεσιδηκήσει η διαδικασία για την αρχική αίτηση διεθνούς προστασίας του Αιτητή με την παρούσα προσφυγή.

(3) Οποιεσδήποτε άλλη θεραπεία και/ή διαταγή το Δικαστήριο θεωρήσει πρέπουσα και/ή αναγκαία και/ή δίκαιη και/ή εύλογη και/ή σκόπιμη υπό τις περιστάσεις

(4) Έξοδα και Φ.Π.Α ….»

Η παρούσα αίτηση υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση ημερ. 19/03/2024 του ιδίου του Αιτητή. Ως ισχυρίζεται ο ομνύοντας, με την προτεινόμενη μαρτυρία – προτεινόμενη ένορκη δήλωση (στο εξής ‘προτεινόμενη ένορκη δήλωση’)  επιχειρείται όπως ο αιτητής παρουσιάσει όλα τα προσωπικά του στοιχεία και γεγονότα σχετικά με τους φόβους δίωξης του, ώστε να αποδείξει ότι πάσχει η απόφαση των καθ’ων η αίτηση λόγω μη ενδελεχής έρευνας από τους καθ΄ων η αίτηση. Με την προτεινόμενη ένορκη δήλωση του αιτητή, ο τελευταίος προβάλλει πως προέκυψαν νέα σημαντικά γεγονότα στην υπόθεσή του καθώς και νέα στοιχεία τα οποία προέκυψαν λίγους μήνες πριν τη σύνταξη της προτεινόμενης ένορκης δήλωσης. Επικαλείται δε ότι τα στοιχεία αυτά δικαιολογούν το αίτημά του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας. Ειδικότερα ο Αιτητής προβάλλει πως κατάγεται από το Nagar του Gilgit Baltistan, το οποίο αποτελεί διαφιλονικούμενη περιοχή μεταξύ του Πακιστάν και της Ινδίας, και στην περιοχή αυτή οι σχέσεις μεταξύ των Σουνιτών και των Σιιτών Μουσουλμάνων είναι τεταμένες από το 1947 κι έπειτα, με αποτέλεσμα οι Σιίτες Μουσουλμάνοι να έρχονται αντιμέτωποι με πληθώρα παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων από την πακιστανική Κυβέρνηση. Προσθέτει δε ότι η άνοδος των Ταλιμπάν στην εξουσία στο Αφγανιστάν, οι οποίοι και σχετίζονται με τους Ταλιμπάν που δρουν στο Πακιστάν, έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση των τρομοκρατικών επιθέσεων ενάντια στις θρησκευτικές μειονότητες, όπου και ανήκει και ο ίδιος ο Αιτητής. Επιπρόσθετα αναφέρει πως η τροποποίηση του νόμου περί βλασφημίας από την Κυβέρνηση θέτει σε άμεσο κίνδυνο ισόβιας κάθειρξης ή και θανάτου τους Σιίτες Μουσουλμάνους, λόγω των διαφορών στην προσέγγιση του Ισλάμ που παρουσιάζουν τα δύο δόγματα. Τέλος, ο Αιτητής κάνει αναφορά στον κίνδυνο ζωής που αντιμετωπίζουν οι κάτοικοι του Gilgit Baltistan λόγω των αρνητικών επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στην ευρύτερη περιοχή.

Επί της προτεινόμενης ένορκης δήλωσης του αιτητή, επισυνάπτονται έγγραφα, πηγές πληροφόρησης και εκθέσεις, ως ακολούθως:

Τεκμήριο 1: Στα πλαίσια του Τεκμηρίου 1 ο Αιτητής ισχυρίζεται στην προτεινόμενη ένορκη δήλωσή του ότι ο ξάδερφός του επέβαινε σε ένα λεωφορείο το οποίο δέχτηκε επίθεση τον Δεκέμβριο του 2023. Στο συμβάν αυτό 8 άτομα έχασαν τη ζωή τους και άλλα 26 τραυματίστηκαν, με τον ξάδερφο του Αιτητή να είναι κατ’ ισχυρισμόν ένα από τα άτομα αυτά. Ο Αιτητής επισυνάπτει σχετικώς τα ακόλουθα:

-          Αντίγραφο μίας επιστολής, στην οποία φαίνεται πως ο συντάκτης της είναι ο ίδιος ο Αιτητής. Στην ανωτέρω επιστολή γίνεται αναφορά σε πληθώρα επιθέσεων εναντίον Σιιτών Μουσουλμάνων στον τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής του Αιτητή, ενώ καταλήγει στο ως άνω αναφερθέν περιστατικό κατά το οποίο ο ξάδερφός του τραυματίστηκε και ένας γείτονάς του έχασε τη ζωή του. Ο Αιτητής αναφέρει ότι στο συγκεκριμένο περιστατικό 10 Σιίτες Μουσουλμάνοι έχασαν τη ζωή τους.

-          Μία φωτογραφία στην οποία κατ’ ισχυρισμόν απεικονίζεται ο ξάδερφος του Αιτητή στο νοσοκομείο, έπειτα από το περιστατικό της επίθεσης.

-          Πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης για τη χώρα καταγωγής του Αιτητή. Συγκεκριμένα, επιχειρείται να προσκομιστεί η αναφορά του Παρατηρητηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για το Πακιστάν που αφορά τα γεγονότα του 2023 (εκδοθείσα το 2024), η αναφορά του Υπουργείου Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών για την τρομοκρατία στο Πακιστάν το 2022, η επικαιροποίηση της κατάστασης ασφαλείας του Πακιστάν από το CEDOCA, ημερομηνίας 2023, καθώς και άρθρο ειδησεογραφικού πρακτορείου με τίτλο ‘Passenger bus comes under deadly attack in Pakistan’. Στο άρθρο αυτό γίνεται αναφορά στο περιστατικό που περιέγραψε ο Αιτητής στην ένορκη δήλωσή του.

Τεκμήριο 2: Ο Αιτητής ισχυρίζεται στην προτεινόμενη ένορκη δήλωσή ότι σε περίπτωση επιστροφής του στο Πακιστάν κινδυνεύει με ποινή φυλάκισης λόγω του ότι είναι Μουσουλμάνος Σιίτης. Ο Αιτητής στηρίζει το παρόν στο γεγονός ότι ο Ποινικός Κώδικας της χώρας, και συγκεκριμένα το άρθρο 298 – Α που αφορά την βλασφημία, τροποποιήθηκε και η ποινή φυλάκισης αυξήθηκε από 1 μήνα έως 3 χρόνια σε φυλάκιση από 10 χρόνια έως ισόβια κάθειρξη και χρηματικό πρόστιμο. Ο Αιτητής υποστηρίζει ότι η εν λόγω τροποποίηση στοχεύει τους Σιίτες Μουσουλμάνους, λόγω του ότι στη Σιιτική λογοτεχνία υπάρχουν ορισμένα απρεπή σχόλια για θρησκευτικές φιγούρες για τις οποίες προνοεί η ως άνω αναφερθείσα τροποποίηση. Ο Αιτητής προσθέτει ότι, λόγω της συγκεκριμένης τροποποίησης, ένας Σιίτης κληρικός συνελήφθη, με αποτέλεσμα να ξεσπάσουν αναταραχές. Στα πλαίσια του Τεκμηρίου 2, συνεπώς, επισυνάπτονται τα ακόλουθα:

-          Τρεις φωτογραφίες που κατ’ ισχυρισμόν απεικονίζουν τον ίδιο σε κηδείες Σιιτών θρησκευτικών ηγετών.

-          Ένα άρθρο με τίτλο ‘7th Martyrdom Anniversary of Shaheed Agha Syed Ziauddin Rizvi’, δημοσιευθέν από ιστοσελίδα το 2012.

-          Στιγμιότυπα οθόνης από τον προσωπικό λογαριασμό του Αιτητή στην σελίδα κοινωνικής δικτύωσης ‘Facebook’, καθώς και στιγμιότυπα οθόνης από ορισμένες ομάδες στις οποίες είναι μέλος ο Αιτητής στην εν λόγω σελίδα κοινωνικής δικτύωσης. Οι ομάδες αυτές ονομάζονται ‘Sabeel e Hussain(as)’, ‘Shia Community’ και ‘Proud to be Shia'.

-          Μία επιστολή, η οποία φαίνεται να έχει συναχθεί από τον ίδιο τον Αιτητή. Ως προς το περιεχόμενο της επιστολής, η οποία φαίνεται να απευθύνεται με βάση τα συμφραζόμενα σε κάποιο Δικαστήριο (‘your honorable court’), ο Αιτητής κάνει αναφορά στις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι Σιίτες Μουσουλμάνοι και ζητάει από το Δικαστήριο να βρει κάποιον τρόπο για να γεφυρωθούν οι υπάρχουσες διαφορές.

Τεκμήριο 3: Ο Αιτητής προβάλλει στην προτεινόμενη ένορκη δήλωση ότι είναι ένα πρόσωπο με ισχυρές πολιτικές και θρησκευτικές πεποιθήσεις καθώς και πως ήταν ενεργός πολίτης στη χώρα καταγωγής του. Συμπληρώνει δε ότι το κράτος του Πακιστάν καταδιώκει τους μορφωμένους ανθρώπους της περιοχής με την πρόφαση του νόμου περί βλασφημίας. Προς υποστήριξη αυτού του ισχυρισμού επισυνάπτεται ως Τεκμήριο 3:

-           Το πτυχίο ηλεκτρολόγου μηχανικού που κατέχει, εκδοθέν από το ίδρυμα ‘Khyber Pakhtunkhwa Board of Technical Education’ και με τίτλο ‘Diploma of Associate Engineer – Electrical Technology’.

Τεκμήριο 4: Ο Αιτητής, στα πλαίσια του Τεκμηρίου 4, επαναλαμβάνει στην προτεινόμενη ένορκη δήλωσή του τα σχετικά με τις διακρίσεις που υφίστανται οι Σιίτες Μουσουλμάνοι στο Πακιστάν και αναφέρει ότι σε περίπτωση επιστροφής του λόγω των διακρίσεων που επιβάλλει η Κυβέρνηση της χώρας απέναντι στους Σιίτες Μουσουλμάνους θα βρεθεί αντιμέτωπος με συνθήκες ακραίας φτώχειας, εργασιακής εκμετάλλευσης και καταναγκαστικής εργασίας προκειμένου να επιβιώσει. Τονίζει, επιπλέον, ότι τα συσσωρευμένα μέτρα του κράτους του Πακιστάν εναντίον των Σιιτών Μουσουλμάνων ισοδυναμούν με δίωξη. Συνεπώς, ως Τεκμήριο 4, ο Αιτητής επισυνάπτει πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης που αφορούν τη δίωξή του λόγω θρησκευτικών πεποιθήσεων. Ειδικότερα επισυνάπτονται:

-          Αναφορά του ACCORD ημερομηνίας Μαρτίου 2021, η οποία τιτλοφορείται ως ‘Pakistan: Religious Minorities’. Ωστόσο φαίνεται από τη συγκεκριμένη αναφορά να έχουν προσκομιστεί μόνο τα περιεχόμενα.

-          Αναφορά του Υπουργείου Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών (US DOS) με τίτλο ‘2022 Report on International Religious Freedom: Pakistan’.

Τεκμήριο 5: Ο Αιτητής αναφέρει ότι ο ξάδερφός του, ο οποίος είχε αιτηθεί διεθνή προστασία στην Ιταλία, είναι δικαιούχος διεθνούς προστασίας. Προβάλλει επίσης ότι στα πλαίσια της διαδικασίας εξέτασης του αιτήματός του δεν εξετάστηκε από τον αρμόδιο λειτουργό το εάν μπορεί να τύχει εφαρμογής ο Κανονισμός Δουβλίνο ΙΙΙ. Συνεπώς, ως Τεκμήριο 5 επισυνάπτονται:

-          Αντίγραφο ταυτότητας εκδοθείσας από την Ιταλική Δημοκρατία στις 05/11/2021. Η ταυτότητα αυτή κατ’ ισχυρισμόν ανήκει στον ξάδερφο του Αιτητή.

-          Επιστολή, η οποία ο Αιτητής ισχυρίζεται ότι είναι έγγραφο από το Συμβούλιο του Nagar. Η επιστολή αυτή φαίνεται να έχει την σφραγίδα του κ. Ali Muhammad (χωρίς να είναι ευκρινής η πλήρης ιδιότητά του), και φαίνεται να απευθύνεται σε κάποιο Δικαστήριο, ωστόσο δεν είναι ξεκάθαρο το ποιος είναι ο συντάκτης της αποστολής ούτε ο παραλήπτης της. Διαφαίνεται, ωστόσο, ότι ο συντάκτης της επιστολής είναι ο ίδιος ο Αιτητής, καθότι γίνεται αναφορά στον ξάδερφό του, για τον οποίον αναφέρεται εκ νέου το ότι κατέφυγε στην Ιταλία. Στην επιστολή αυτή επαναλαμβάνονται οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι Σιίτες Μουσουλμάνοι στο Gilgit – Baltistan, καθώς και τονίζεται το ότι λόγω των συγκεκριμένων δυσκολιών αρκετοί αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τη χώρα καταγωγής τους.

Τεκμήριο 6: Στην προτεινόμενη ένορκη δήλωση, και στα πλαίσια του Τεκμηρίου 6, ο Αιτητής αναφέρεται στην συνταγματική ασάφεια του GilgitBaltistan, στις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων που λαμβάνουν χώρα στην περιοχή και στις διαδηλώσεις που πραγματοποιούνται λόγω της συγκεκριμένης κατάστασης. Προβάλλει δε ότι τα ανωτέρω θεωρούνται σοβαρές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων καθώς προκαλούν βλάβη και/ή έχουν κατασταλτικές συνέπειες σε ένα πρόσωπο και, συνεπώς, θα πρέπει να συνιστούν δίωξη. Για να τονιστεί η σοβαρότητα των παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων επισυνάπτονται ως Τεκμήριο 6 πληροφορίες από εξωτερικές πηγές για τη χώρα καταγωγής του Αιτητή. Ειδικότερα, επισυνάπτονται τα εξής:

-          Άρθρο του ‘Modern Diplomacy’, ημερομηνίας 08/02/2024, το οποίο τιτλοφορείται ως ‘Pakistan’s Discrimination Against Gilgit – Baltistan Invokes Mass Protests’.

-          Άρθρο, το οποίο δε φαίνεται ξεκάθαρα σε ποια διαδικτυακή σελίδα είναι αναρτημένο, με ημερομηνία δημοσίευσης την 21/02/2024 και τίτλο ‘Opinion | The Miseries Faced by the People of Gilgit Baltistan and Pakistan Occupied Kashmir’.

Τεκμήριο 7: Στα πλαίσια του Τεκμηρίου 7 ο Αιτητής ισχυρίζεται στην προτεινόμενη ένορκη δήλωσή του ότι τα ορεινά χωριά και πόλεις στην περιοχή καταγωγής του απειλούνται λόγω της κλιματικής αλλαγής, καθώς κάθε χρόνο σημειώνονται τεράστιες καταστροφές και ολόκληρες περιοχές εξαφανίζονται. Συνεπώς, ο Αιτητής στα πλαίσια του Τεκμηρίου 7 προσκομίζει υλικό σχετικό με την κλιματική αλλαγή και τις επιπτώσεις αυτής στο GilgitBaltistan, καθώς και σχετική νομολογία άλλων κρατών που αναγνωρίζουν καθεστώς διεθνούς προστασίας σε Αιτητές στη βάση των φυσικών καταστροφών. Ειδικότερα προσκομίζονται τα εξής:

-          Άρθρο του επιστημονικού περιοδικού International Journal of Disaster Risk Reduction, ημερομηνίας Δεκεμβρίου 2022 και δημοσιευμένο στην ιστοσελίδα Science Direct, με τίτλο ‘Climate Change and glacial lake outburst flood (GLOF) risk perceptions: An empirical study of Ghizer District, GilgitBaltistan Pakistan’.

-          Άρθρο της εφημερίδας ‘The Express Tribune’, ημερομηνίας Μαρτίου 2024 με τίτλο ‘Lake over Shisper Glacier unleashes massive outburst of flood in Hunza’.

-          Αναφορά της Διεθνούς Αμνηστίας, δημοσιευθείσα το 2023, με τίτλο ‘Global: International action vital to mitigate impact of searing heatwaves in Pakistan’.

-          Δημοσίευση του United Nations Office for Outer Space Affairs με τίτλο ‘Glacial Lake Outburst’.

-          Δημοσίευση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η οποία αναλύει την έννοια του ‘κλιματικού πρόσφυγα’.

-          Άρθρο του ειδησεογραφικού πρακτορείου Al Jazeera, ημερομηνίας 27/11/2023, με τίτλο ‘Mountain villages fight for future as melting glaciers spell floods’.

-          Φωτογραφίες που απεικονίζουν καταστροφές από πλημμύρες.

-          Νομολογία του ιταλικού ακυρωτικού δικαστηρίου το οποίο έκανε δεκτή την έφεση Αιτητή από το Πακιστάν με το σκεπτικό ότι οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στη χώρα καταγωγής του Αιτητή παίζουν ρόλο για την αναγνώριση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.

-          Γνωμοδότηση του UN Human Rights Committee στην υπόθεση Teitiota v. New Zealand.

-          Νομολογία του Πολιτικού Δικαστηρίου του Bari της Ιταλίας, με την οποία αναγνωρίστηκε το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας σε Αιτητή από την Μπουρκίνα Φάσο λόγω συνθηκών ένοπλης σύρραξης και κλιματικής αλλαγής.

Οι Καθ' ων η αίτηση στην παρούσα αίτηση, στις 30/04/2024 προχώρησαν στην καταχώρηση της ένστασης τους ως προς την προσαγωγή της προτεινόμενης μαρτυρίας, συνοδευόμενη από ένορκη δήλωση της κας Αναστασιάδη, δικηγόρου για τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας. Οι καθ΄ων η αίτηση προέβαλαν αρκετούς λόγους απόρριψης της αίτησης. Μεταξύ άλλων, αντιτάσσουν ότι η αίτηση πάσχει εκ προοιμίου καθότι το παρόν Δικαστήριο δεν έχει την εξουσία για να εκδώσει τα αιτούμενα διατάγματα, ενώ δεν πληρούνται οι νομολογικές και νομοθετικές προϋποθέσεις για την έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων. Προβάλλουν δε ότι με την προσαγωγή της επιδιωκόμενης μαρτυρίας ο Αιτητής επιδιώκει να θέσει προς εξέταση ζητήματα που δεν αποτελούν μέρος του διοικητικού φακέλου καθώς, λόγω δικής του υπαιτιότητας, δεν είχαν προβληθεί σε προγενέστερο χρόνο και με τα οποία επιχειρεί να διαφοροποιήσει ουσιαστικά το περιεχόμενο των στοιχείων που είχαν ενώπιόν τους οι Καθ’ ων η αίτηση κατά την έκδοση της επίδικης απόφασης. Ταυτόχρονα δε, οι Καθ’ ων η αίτηση τονίζουν ότι δεν επεξηγείται ο λόγος που οι συγκεκριμένοι ισχυρισμοί δεν προωθήθηκαν κατά τη διοικητική διαδικασία. Περαιτέρω, τονίζεται ότι οι εν λόγω ισχυρισμοί δεν αυξάνουν τις πιθανότητες χορήγησης του Αιτητή με διεθνή προστασία καθότι προωθούνται με τρόπο γενικόλογο, ενώ πολλά από τα Τεκμήρια που επιχειρεί ο Αιτητής να προσκομίσει είτε δεν αποτελούν αξιόπιστες πηγές πληροφόρησης, είτε δεν είναι σχετικές με τα επίδικα θέματα της διαδικασίας. Τέλος, προωθείται ότι η συγκεκριμένη καταχώρηση αίτησης για προσαγωγή μαρτυρίας συνιστά κατάχρηση της διαδικασίας καθότι ο Αιτητής είχε καταχωρήσει και άλλες τέτοιες αιτήσεις τις οποίες και απέσυρε.

Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των μερών, καταχώρησαν γραπτές αγορεύσεις προς υποστήριξη των εκατέρωθεν θέσεων τους.

Ο Αιτητής στην Γραπτή του Αγόρευση αναφέρει πως η περίπτωση του Αιτητή αφορά επιτόπιες καταστάσεις καθώς ίσως έχουν προκύψει νέα γεγονότα στη χώρα καταγωγής του Αιτητή ή ίσως ο Αιτητής έχει εμπλακεί σε νέες δραστηριότητες στη χώρα υποδοχής μετά τη λήψη της τελεσίδικης απόφασης επί της προηγούμενης αίτησης που μπορούν να δημιουργήσουν βάσιμο φόβο δίωξης ή πραγματικό κίνδυνο πρόκλησης σοβαρής βλάβης σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής. Περαιτέρω, προβάλλεται ότι δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής στην παρούσα περίπτωση η απόφαση του ΔΕΕ C-652/16. Ο συνήγορος του αιτητή αναφέρει ότι τα γεγονότα και οι ισχυρισμοί που προβάλλονται επήλθαν μετά τη συνέντευξη του Αιτητή και, συνεπώς, δε θα μπορούσαν να τύχουν εξέτασης τότε αλλά ούτε και να εξεταστούν από το Δικαστήριο στη θέση του αρμόδιου διοικητικού οργάνου καθώς έτσι θα παραβιαζόταν η αρχή της διάκρισης των εξουσιών και θα στερούνταν από τον Αιτητή ο πρώτος βαθμός εξέτασης που θα δικαιούνταν.

Με την γραπτή της αγόρευση η ευπαίδευτη συνήγορος των Καθ'ων η αίτηση, προβάλει ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για έκδοση των αιτούμενων διαταγμάτων, καθότι το Δικαστήριο δεν κέκτηται δικαιοδοσίας να εκδώσει τα αιτούμενα διατάγματα, παραπέμποντας στην απόφαση του ΔΕΕ  C-652/16, ότι οι λόγοι δίωξης που προβάλλονται στην αίτηση για να προσαχθεί μαρτυρία, δεν τέθηκε ενώπιον του αρμόδιου οργάνου κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξης και ως εκ τούτου τίθεται ζήτημα σχετικότητας της μαρτυρίας, ότι δεν προβλήθηκαν εξ υπαιτιότητας του αιτητή και εν πάση περιπτώσει οι ισχυρισμοί του αιτητή υπό μορφή μαρτυρίας δεν αυξάνουν τις πιθανότητες χορήγησης του καθεστώτος διεθνούς προστασίας στον αιτητή. Η συνήγορος του Γενικού Εισαγγελέα παραπέμπει στην απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου επι της προσφυγής 1201/22, Ε.Ο.Ν, ασυνόδευτου ανήλικου, Δια της Επιτρόπου Προστασίας Δικαιωμάτων του Παιδιού Και Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, ημερ. 08/09/2023, καταλήγοντας ότι το παρόν Δικαστήριο δεν μπορεί ούτως ή άλλως να παραπέμψει την εξέταση των λόγων δίωξης στην Υπηρεσία Ασύλου προς εξέταση. Τέλος, επισημαίνεται ότι τα επιδιωκόμενα προς προσαγωγή παραρτήματα δεν είναι σχετικά και ότι η παρούσα αίτηση καταχωρήθηκε καταχρηστικά.

Στα πλαίσια της ακρόασης της αίτησης, ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή, όπως και η ευπαίδευτη συνήγορος του Γενικού Εισαγγελέα υιοθέτησαν τις γραπτές τους αγορεύσεις.

Ενόψει των ως έχουν αναφερθεί, προχωρώ να εξετάσω την παρούσα αίτηση.

Στον Κανονισμό 16, του περί Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 (3/2019), αναφέρεται:

«16. Οι πρόνοιες του περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας (Τροποποιητικού) (Αρ. 4) Διαδικαστικού Κανονισμού του 2022, θα τυγχάνουν εφαρμογής για τις υποθέσεις που καταχωρίζονται μετά τις 19 Σεπτεμβρίου, 2022. Για τις υποθέσεις που καταχωρίστηκαν πριν από την εν λόγω ημερομηνία, θα τυγχάνει εφαρμογής ο Βασικός Διαδικαστικός Κανονισμός, ως είχε μετά την τροποποίηση της 27ης Μαΐου, 2022…»

Επομένως, ενόψει του γεγονότος ότι η προσφυγή καταχωρήθηκε στις 15/10/2021, το δικονομικό πλαίσιο, μέσα στο οποίο το Δικαστήριο θα προβεί στην εξέταση της παρούσας ενδιάμεσης αίτησης, καθορίζεται σύμφωνα με τα όσα διαλαμβάνονται στους Κανονισμούς 2, 7 και 10 των Διαδικαστικών Κανονισμών του περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας του 2019, ως κατωτέρω:

Ειδικότερα, στον Κανονισμό 2, λέγεται:

«Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διαδικαστικοί Κανονισμοί (Αρ.1) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας  από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ΄ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού   Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».

 Ακολούθως,  στον Κανονισμό 7, αναφέρεται:

«Το Δικαστήριο δύναται να καθορίζει τη διαδικασία και να εκδίδει οδηγίες κατά περίπτωση αναφορικά με τη λήψη γραπτής ή προφορικής μαρτυρίας ή άλλων αποδεικτικών μέσων, συνεντεύξεων του αιτητή ασύλου ή δικαιούχου διεθνούς προστασίας και άλλων διαδικασιών σύμφωνα με τον Περί Προσφύγων Νόμο αρ. 6(Ι)/2000 ως εκάστοτε τροποποιείται και τις οδηγίες της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο,(Ε.Υ.Υ.Α) όπως ήθελε κρίνει ορθό και δίκαιο υπό τις περιστάσεις».

Στον Κανονισμό 10 των περί Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019, λέγεται:

«Νέα έγγραφα και/ή επιπρόσθετα στοιχεία και/ή οποιαδήποτε επιπρόσθετη μαρτυρία να προσκομίζεται στο Δικαστήριο το συντομότερο δυνατόν, και εν πάση περιπτώσει όχι κατά τις διευκρινίσεις ή μεταγενέστερα, εκτός αν πρόκειται για στοιχεία τα οποία ο αιτητής, άνευ δικής του υπαιτιότητας, αδυνατούσε να υποβάλει κατά την πρωτοβάθμια εξέταση της αίτησης του. Το Δικαστήριο δύναται να αποδεκτεί τέτοια μαρτυρία μόνο σε περιπτώσεις που κρίνει ότι τα εν λόγω στοιχεία ή πορίσματα αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες χορήγησης στον αιτητή διεθνούς προστασίας.».

 

Είναι πάγια και διαχρονική η θέση της νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, σε σχέση με τις κατευθυντήριες γραμμές που πρέπει να λαμβάνει υπόψη το Δικαστήριο, κατά την άσκηση της ακυρωτικής του αρμοδιότητας, στα πλαίσια της διοικητικής δίκης, όσον αφορά την προσαχθείσα μαρτυρία. Οι εν λόγω αρχές έχουν συνοψιστεί στην απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, Γρηγόριος Θαλασσινός ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Αν. Έφεση αρ. 3420, (2003) 3 ΑΑΔ 507, όπου αναφέρεται (παραθέτω κατωτέρω σχετικό απόσπασμα):

 

«……..Στην αναθεωρητική του δικαιοδοσία το Ανώτατο Δικαστήριο έχει τη διακριτική ευχέρεια να ελέγχει το δικαίωμα των διαδίκων να προσαγάγουν μαρτυρία σχετική με τα γεγονότα που θέλουν να αποδείξουν, με γνώμονα πάντοτε τη σχετικότητα της μαρτυρίας με τα επίδικα θέματα. (ΒλPhedias Kyriakides v. The Republic (1961) 1 R.S.C.C. 66, Skourides v. Attorney General (1967) 3 C.L.R. 518, Lambrakis v. Republic (1970) 3 C.L.R. 72 και  Αntoniou ν. Republic (1971) 3 C.L.R. 417). Το θέμα εξετάστηκε λίγο αργότερα στην υπόθεση Ζαβρός ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 106, όπου το Δικαστήριο υιοθετώντας την απόφαση Phedias Kyriakides παρατήρησε ότι,

"... ένας από τους καθοδηγητικούς παράγοντες που θα ακολουθούνται στην εξέταση της αποδοχής οποιασδήποτε μαρτυρίας είναι κατά πόσο τέτοια μαρτυρία είναι εύλογα σχετική προς οιονδήποτε επίδικο θέμα και αποδειχτική οιουδήποτε επίδικου θέματος ενώπιον του Δικαστηρίου και μπορεί ή όχι να βοηθήσει το Δικαστήριο στην απονομή δικαιοσύνης στη συγκεκριμένη περίπτωση σύμφωνα με τη δικαιοδοσία του."

(Βλ. επίσης Constantinides v. The Electricity Authority of Cyprus (1982) 3 C.L.R. 387, Λέλλα Χριστοδούλου ν. Δημοκρατίας, 668/90 της 30/9/93, Πανεπιστήμιο Κύπρου ν. Κωνσταντίνου κ.ά(1994) 3 Α.Α.Δ. 145, 162 και Μάρω Ράφτη και Άλλη ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2003) 3 Α.Α.Δ. 335). Επιπρόσθετα πρέπει να σημειωθεί ότι "δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή μαρτυρία η οποία να διαφοροποιεί, να αλλοιώνει ή να μεταβάλλει το περιεχόμενο των στοιχείων που λήφθηκαν υπόψη προς ενίσχυση του κύρους της απόφασης", αφού "το κύρος της απόφασης συναρτάται με το καθεστώς των πραγμάτων που λήφθηκε υπόψη". (Βλ. Ρούσος ν. Ιωαννίδης και Άλλων (1999) 3 Α.Α.Δ. 549).

Πρέπει να τονιστεί ότι οι διάδικοι δεν μπορούν να προσαγάγουν μαρτυρία χωρίς την άδεια του Δικαστηρίου. Η παροχή της άδειας του Δικαστηρίου αποτελεί βασική προϋπόθεση για την παρουσίαση μαρτυρίας. Η σχετική άδεια μπορεί να δοθεί σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 19 των Κανονισμών του 1962 κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται, είτε προφορικά είτε εγγράφως. (Βλ. Σταύρου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1023 και Ευθυμίου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 281)…..».

Πρόσθετα στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, υπόθεση Ιωσηφίδης v. Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου, (2006) 3 ΑΑΔ 677 κρίθηκε ότι για να μπορέσει το Δικαστήριο να κρίνει την σχετικότητα της μαρτυρίας, πρέπει η προτεινόμενη μαρτυρία να συγκεκριμενοποιείται τόσο στην αίτηση όσο και στην ένορκη δήλωση. Παραθέτω κατωτέρω σχετικό απόσπασμα ( υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου):

« …….Προβάλλεται ως λόγος έφεσης ότι η ενδιάμεση απόφαση, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του εφεσείοντος για προσαγωγή μαρτυρίας, είναι εσφαλμένη. Ο λόγος αυτός δεν ευσταθεί. Ορθά ο συνάδελφος απέρριψε το αίτημα πάνω στη βάση ότι ο εφεσείων δεν είχε, με την αίτηση και την ένορκο δήλωση, συγκεκριμενοποιήσει την προτεινόμενη μαρτυρία, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να κριθεί η σχετικότητα της με οποιαδήποτε από τα επίδικα θέματα. Πρόσθετα, και πάλιν ορθά, ο συνάδελφος, δοθέντος ότι ο εφεσείων είχε συγκεκριμενοποιήσει την προτεινόμενη μαρτυρία στην αγόρευσή του, αφού τόνισε ότι κάτι τέτοιο δεν ικανοποιούσε τις απαιτήσεις της νομολογίας, διαπίστωσε ότι, εν πάση περιπτώσει, η αίτηση για προσαγωγή μαρτυρίας δε θα μπορούσε να επιτύχει για το λόγο ότι η αποδοχή της θα ισοδυναμούσε με διαφοροποίηση, αλλοίωση ή μεταβολή του περιεχομένου των στοιχείων που λήφθηκαν υπόψη από τους εφεσίβλητους, με αποτέλεσμα το Δικαστήριο να καλείται να προβεί σε πρωτογενή κρίση στη βάση στοιχείων που δεν είχαν τεθεί ούτε βρίσκονταν ενώπιον των εφεσιβλήτων….»

Στην απόφαση Κωνσταντίνου ν. Συμβ. Υδατ. Λ/σού (Αρ.1) (1992) 4 ΑΑΔ 3330, λέχθηκε:

« ……Στη Σταύρου κ.α. ν. Δημοκρατίας - (1989) 3(B) Α.Α.Δ. 1023, επισημάναμε ότι το κριτήριο για την προσαγωγή μαρτυρίας στο πλαίσιο της αναθεωρητικής δικαιοδοσίας, όπως και στον τομέα της πολιτικής δικαιοδοσίας, είναι εκείνο της σχετικότητας προς τα επίδικα θέματα. Η σχετικότητα είναι θέμα λογικής και πρέπει να καταδεικνύεται από τη συνάφεια της μαρτυρίας προς τα επίδικα θέματα. Το πρωταρχικό θέμα κάθε προσφυγής είναι η νομιμότητα της διοικητικής απόφασης ή πράξης που προσβάλλεται. Κάθε θέμα που άπτεται της νομιμότητας της κρινόμενης απόφασης, είναι σχετικό προς τα επίδικα θέματα. Αυτά είναι η πράξη ή απόφαση που αποτελεί το αντικείμενο της διαδικασίας, και τα γεγονότα που τη στοιχειοθετούν, σε συνδυασμό με το νομικό πλαίσιο λειτουργίας του οργάνου που εκδίδει την απόφαση ή προβαίνει στην πράξη και τους κανόνες της χρηστής διοίκησης.

Εφόσον η μαρτυρία η οποία επιδιώκεται να προσαχθεί τείνει να διαφωτίσει, ως προς τα επίδικα θέματα, είναι παραδεκτή. Για το λόγο αυτό, ο διοικητικός φάκελος ή φάκελοι που αποκαλύπτουν και στοιχειοθετούν την απόφαση, γίνονται απαρέγκλητα δεκτοί ως μαρτυρία. Είναι επίσης αποδεκτή μαρτυρία η οποία άπτεται της εγκυρότητας γεγονότων και εγγράφων τα οποία θεμελιώνουν την απόφαση για τη διερεύνηση ισχυρισμού για ουσιώδη πλάνη περί τα πράγματα, η ορθή καθοδήγηση ως προς τα οποία αποτελεί συστατικό στοιχείο της εγκυρότητας της απόφασης. Με το ίδιο πνεύμα και για ανάλογους λόγους, μπορεί να προσαχθεί μαρτυρία η οποία τείνει να αποκαλύψει ουσιώδη γεγονότα τα οποία δεν ήλθαν σε φως ή αγνοήθηκαν για να διερευνηθεί ισχυρισμός για την ανεπάρκεια της διεξαχθείσας έρευνας….”

Επομένως, ως διαπιστώνεται ανωτέρω, παρέχεται ευρεία διακριτική ευχέρεια στο Δικαστήριο να δεχτεί μαρτυρία, εφόσον βέβαια τηρηθούν οι δικονομικοί κανόνες που καθορίζονται από τους διαδικαστικούς κανονισμούς, ως έχουν αναφερθεί ανωτέρω όπως και οι κατευθυντήριες γραμμές που έχουν καθοριστεί από την νομολογία. 

Επισημαίνεται σε αυτό το σημείο, ότι το παρόν Δικαστήριο, παρά την εφαρμογή των πιο πάνω νομολογιακών αρχών, έχει μια πιο διευρυμένη εξουσία εξέτασης και αποδοχής αιτήσεων προσαγωγής μαρτυρίας, ενόψει της δικαιοδοσίας του καθότι σύμφωνα με το άρθρο 11 του Περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018, το παρόν Δικαστήριο κέκτηται εξουσίας όπως εξετάζει την νομιμότητα και ορθότητα της απόφασης, προβαίνοντας σε έλεγχο επί της ουσίας και εξέτασης ex nunc των νομικών και πραγματικών ζητημάτων που άπτονται της αιτήσεως ασύλου του εκάστοτε αιτητή. Παρόμοια προσέγγιση ακολούθησε και η αδελφή μου Δικαστής Κ. Κλεάνθους, στην υπόθεση           SD ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου , Υπόθεση Αρ.: ΔΔΠ 273/19, 16/4/2021, όπου το σκεπτικό της οποίας υιοθετώ, παραθέτοντας το σχετικό απόσπασμα (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου):

«….22.         Όπως προκύπτει τόσο από το άρθρο 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου, ερμηνευόμενο υπό το φως του άρθρου 46 της Οδηγίας 2013/32, το παρόν δικαστήριο κέκτηται δικαιοδοσίας να εξετάζει ex nunc τα νομικά και πραγματικά ζητήματα που άπτονται της αιτήσεως ασύλου του εκάστοτε αιτούντος άσυλο. Λαμβάνοντας υπόψη αυτή τη χρονική επέκταση, το Δικαστήριο μπορεί να κάνει αποδεκτή την προσαγωγή μαρτυρίας η οποία δεν είχε τεθεί ενώπιον του διοικητικού οργάνου (παρακάμπτοντας την αρχή που ισχύει στο πλαίσιο της ακυρωτικής φύσεως διαδικασίας ότι δεν επιτρέπεται αλλοίωση και διαφοροποίηση των δεδομένων που ήταν ενώπιον του διοικητικού οργάνου κατά τη λήψη της απόφασής του) όταν καταδειχθεί ότι η παράλειψη αυτή δεν οφειλόταν σε υπαιτιότητα του αιτούντος άσυλο και αδυνατούσε να τα προσκομίσει. Περαιτέρω, όταν τα εν λόγω στοιχεία ή πορίσματα αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες χορήγησης στον αιτητή διεθνούς προστασίας….”

Πρόσθετα, στο άρθρο 46 της οδηγίας 2013/32 αναφέρεται:

«1.      Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αιτούντες να έχουν δικαίωμα πραγματικής προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου κατά των ακόλουθων αποφάσεων:

α)      απόφαση επί της αιτήσεως διεθνούς προστασίας, περιλαμβανομένων των αποφάσεων:

i)      με τις οποίες κρίνουν αίτηση ως αβάσιμη όσον αφορά το καθεστώς του πρόσφυγα και/ή το καθεστώς επικουρικής προστασίας,

………….

3.      Προκειμένου να τηρούν τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 1, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η πραγματική προσφυγή να εξασφαλίζει πλήρη και ex nunc εξέταση τόσο των πραγματικών όσο και των νομικών ζητημάτων, ιδίως, κατά περίπτωση, εξέταση των αναγκών διεθνούς προστασίας σύμφωνα με την οδηγία [2011/95], τουλάχιστον κατά τις διαδικασίες άσκησης ένδικου [βοηθήματος] ενώπιον πρωτοβάθμιου δικαστηρίου.

………….»

Στην απόφαση του ΔΕΕ της 4ης Οκτωβρίου 2018, στην υπόθεση αρ. C-652/16, Nigyar Rauf Kaza Ahmedbekova, είχε τεθεί σχετικό προδικαστικό ερώτημα σχετικά με την ερμηνεία του άρθρου 46, παράγραφος 3, της οδηγίας 2013/32 ήτοι κατά πόσο το δικαστήριο έχει υποχρέωση να εξετάσει νέους λόγους χορήγησης διεθνούς προστασίας οι οποίοι προβλήθηκαν για πρώτη φορά ενώπιον του Δικαστηρίου, μολονότι σχετίζονται με γεγονότα ή απειλές που προϋπήρχαν πριν από την έκδοση της απόφασης από την αρμόδια αρχή ή πριν από την υποβολή της αίτησης ασύλου. Στην αναφερόμενη απόφαση, λέχθηκε ότι το Δικαστήριο υποχρεούται να λάβει υπόψη του νέα στοιχεία που προέκυψαν μετά την έκδοση της απόφασης από την αρμόδια αρχή, όπως και στοιχεία που έλαβε ή θα μπορούσε να λάβει υπόψη της η αρμόδια αρχή. Διευκρινίζει όμως ότι σε περίπτωση που αναφερθεί νέος λόγος παροχής διεθνούς προστασίας ενώπιον του Δικαστηρίου για πρώτη φορά, ενώ ο συγκεκριμένος λόγος προϋπήρχε χωρίς να  έχει προβληθεί ενώπιον της αρμόδιας αρχής, θα πρέπει να προηγηθεί συμπληρωματικός έλεγχος της περίπτωσής του από την αποφαινόμενη αρχή. Πρόσθετα, το ΔΕΕ καταλήγει ότι σε περίπτωση προβολής λόγου παροχής διεθνούς προστασίας για πρώτη φορά ενώπιον του Δικαστηρίου, ο οποίος προϋπήρχε και δεν εγέρθηκε ενώπιον της αρμόδιας αρχής, ο συγκεκριμένος λόγος θεωρείται «νέο διάβημα» κατά την έννοια του άρθρου 40 (μεταγενέστερη αίτηση), παράγραφος 1, της οδηγίας 2013/32, και το Δικαστήριο υποχρεούται να εξετάσει τον συγκεκριμένο λόγο, μόνο υπό την προϋπόθεση ότι έχει διαπιστώσει ότι υποβλήθηκε ο συγκεκριμένος λόγος εγκαίρως ενώπιον του και διατυπώθηκε σαφώς για να μπορεί να εξεταστεί. Εφόσον το Δικαστήριο διαπιστώσει ότι πληρούνται τα πιο πάνω και επομένως δύναται να εξετάσει τον συγκεκριμένο λόγο, τότε μόνο οφείλει να ζητήσει την εξέτασή του από την αποφαινόμενη αρχή, το αποτέλεσμα της οποίας θα πρέπει να γνωστοποιηθεί στον δικαστή πριν αυτός προβεί στην ακρόαση της προσφυγής που βρίσκεται ενώπιον του.

Σε αυτό το σημείο κρίνω σκόπιμο όπως παραπέμψω συναφώς στην ενδιάμεση απόφαση μου, αρ. υπόθεσης 1201/22, Ε.Ο.Ν, ασυνόδευτου ανήλικου, Δια της Επιτρόπου Προστασίας Δικαιωμάτων του Παιδιού Και Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, ημερ. 08/09/2023, όπου αναλύθηκε εκτενώς η απόφαση του ΔΕΕ C-652/16[1] όσον αφορά το κατά πόσο το Δικαστήριο έχει εξουσία να εξετάσει ένα νέο εγειρόμενο λόγο παροχής διεθνούς προστασίας ενώπιον του, ο οποίος προϋπήρχε πριν την έκδοση της επίδικης απόφασης από την αρμόδια αρχή, χωρίς να έχει προβληθεί από τον αιτούντα, παρά μόνο ενώπιον του Δικαστηρίου, ως ισχύει και στην παρούσα περίπτωση. Παραθέτω κατωτέρω σχετικό απόσπασμα και υιοθετώ πλήρως το σκεπτικό και την κατάληξη μου και στην παρούσα υπόθεση (η υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου):

«[….]

Στην απόφαση του ΔΕΕ της 4ης Οκτωβρίου 2018, στην υπόθεση αρ. C-652/16, Nigyar Rauf Kaza Ahmedbekova, είχε τεθεί σχετικό προδικαστικό ερώτημα σχετικά με την ερμηνεία του άρθρου 46, παράγραφος 3, της οδηγίας 2013/32 ήτοι κατά πόσο το δικαστήριο έχει υποχρέωση να εξετάσει νέους λόγους χορήγησης διεθνούς προστασίας οι οποίοι προβλήθηκαν για πρώτη φορά ενώπιον του Δικαστηρίου, μολονότι σχετίζονται με γεγονότα ή απειλές που προϋπήρχαν πριν από την έκδοση της απόφασης από την αρμόδια αρχή ή πριν από την υποβολή της αίτησης ασύλου. Στην αναφερόμενη απόφαση, λέχθηκε ότι το Δικαστήριο υποχρεούται να λάβει υπόψη του νέα στοιχεία που προέκυψαν μετά την έκδοση της απόφασης από την αρμόδια αρχή, όπως και στοιχεία που έλαβε ή θα μπορούσε να λάβει υπόψη της η αρμόδια αρχή. Διευκρινίζει όμως ότι σε περίπτωση που αναφερθεί νέος λόγος παροχής διεθνούς προστασίας ενώπιον του Δικαστηρίου για πρώτη φορά, ενώ ο συγκεκριμένος λόγος προϋπήρχε χωρίς να  έχει προβληθεί ενώπιον της αρμόδιας αρχής, θα πρέπει να προηγηθεί συμπληρωματικός έλεγχος της περίπτωσής του από την αποφαινόμενη αρχή. Πρόσθετα, το ΔΕΕ καταλήγει ότι σε περίπτωση προβολής λόγου παροχής διεθνούς προστασίας για πρώτη φορά ενώπιον του Δικαστηρίου, ο οποίος προϋπήρχε και δεν εγέρθηκε ενώπιον της αρμόδιας αρχής, ο συγκεκριμένος λόγος θεωρείται «νέο διάβημα» κατά την έννοια του άρθρου 40 (μεταγενέστερη αίτηση), παράγραφος 1, της οδηγίας 2013/32, και το Δικαστήριο υποχρεούται να εξετάσει τον συγκεκριμένο λόγο, μόνο υπό την προϋπόθεση ότι έχει διαπιστώσει ότι υποβλήθηκε ο συγκεκριμένος λόγος εγκαίρως ενώπιον του και διατυπώθηκε σαφώς για να μπορεί να εξεταστεί. Εφόσον το Δικαστήριο διαπιστώσει ότι πληρούνται τα πιο πάνω και επομένως δύναται να εξετάσει τον συγκεκριμένο λόγο, τότε μόνο οφείλει να ζητήσει την εξέτασή του από την αποφαινόμενη αρχή, το αποτέλεσμα της οποίας θα πρέπει να γνωστοποιηθεί στον δικαστή πριν αυτός προβεί στην ακρόαση της προσφυγής που βρίσκεται ενώπιον του.

Παραθέτω κατωτέρω τα σχετικά αποσπάσματα από την εν λόγω απόφαση ( η υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου):

«….92      Το άρθρο 46, παράγραφος 3, της οδηγίας 2013/32 ορίζει το περιεχόμενο του δικαιώματος πραγματικής προσφυγής που πρέπει, κατά το άρθρο 46, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής, να αναγνωρίζεται στους αιτούντες διεθνή προστασία έναντι των αποφάσεων επί της αιτήσεώς τους (απόφαση της 25ης Ιουλίου 2018, Alheto, C‑585/16, EU:C:2018:584, σκέψη 105). Κατά τη διάταξη αυτή, τα κράτη μέλη που δεσμεύονται από την εν λόγω οδηγία μεριμνούν ώστε το δικαστήριο ενώπιον του οποίου προσβάλλεται η απόφαση επί της αιτήσεως διεθνούς προστασίας να προβαίνει, σε πρώτο τουλάχιστον βαθμό, σε «πλήρη και ex nunc εξέταση τόσο των πραγματικών όσο και των νομικών ζητημάτων, ιδίως, κατά περίπτωση, [σε] εξέταση των αναγκών διεθνούς προστασίας σύμφωνα με την οδηγία [2011/95]».

93      Στο πλαίσιο αυτό, η έκφραση «ex nunc» καταδεικνύει ότι ο δικαστής υποχρεούται, κατά την εκτίμηση που πραγματοποιεί, να λαμβάνει υπόψη τυχόν νέα στοιχεία τα οποία έχουν προκύψει μετά την έκδοση της απόφασης που αποτελεί αντικείμενο της προσφυγής. Όσον αφορά το επίθετο «πλήρης», η χρήση του επιθέτου αυτού επιβεβαιώνει ότι ο δικαστής οφείλει να εξετάζει τόσο τα στοιχεία που έλαβε ή θα μπορούσε να λάβει υπόψη η αποφαινόμενη αρχή όσο και τα στοιχεία που αφορούν το διάστημα μετά την έκδοση της απόφασης της αρχής αυτής (απόφαση της 25ης Ιουλίου 2018, Alheto, C‑585/16, EU:C:2018:584, σκέψεις 111 και 113).

94      Μολονότι από το άρθρο 46, παράγραφος 3, της οδηγίας 2013/32 προκύπτει ότι τα κράτη μέλη οφείλουν να διαμορφώνουν τη νομοθεσία τους κατά τέτοιο τρόπο ώστε η εξέταση των προσφυγών να περιλαμβάνει τον δικαστικό έλεγχο του συνόλου των πραγματικών και νομικών ζητημάτων βάσει των οποίων δύναται ο δικαστής να προβεί σε επικαιροποιημένη εξέταση της υπόθεσης (απόφαση της 25ης Ιουλίου 2018, Alheto, C‑585/16, EU:C:2018:584, σκέψη 110), εντούτοις δεν προκύπτει ότι ο αιτών διεθνή προστασία μπορεί, χωρίς να προηγηθεί συμπληρωματικός έλεγχος της περίπτωσής του από την αποφαινόμενη αρχή, να μεταβάλει τους λόγους της αίτησής του και, συνεπώς, τα όρια της συγκεκριμένης υπόθεσης, επικαλούμενος, κατά τη διαδικασία της προσφυγής, λόγο παροχής διεθνούς προστασίας ο οποίος, καίτοι σχετίζεται με γεγονότα ή απειλές που φέρονται να έχουν συμβεί πριν από την έκδοση της απόφασης της εν λόγω αρχής ή ακόμη και πριν από την υποβολή της αίτησης διεθνούς προστασίας, αλλά δεν προβλήθηκε ενώπιον της εν λόγω αρχής.

95      Υπενθυμίζεται, συναφώς, ότι από το άρθρο 2, στοιχεία δʹ και στʹ, καθώς και από τα άρθρα 10 και 15 της οδηγίας 2011/95 προκύπτει ότι η διεθνής προστασία μπορεί να χορηγηθεί εάν υπάρχει βάσιμος φόβος δίωξης είτε για λόγους σχετικούς με τη φυλή, τη θρησκεία, την ιθαγένεια, την ιδιότητα του μέλους ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας ή τις πολιτικές πεποιθήσεις, λόγους οι οποίοι ορίζονται, ο καθένας χωριστά, στο άρθρο 10, είτε για λόγους σχετικούς με τις περιπτώσεις σοβαρής βλάβης που απαριθμούνται στο άρθρο 15.

96      Υπενθυμίζεται, ακόμη, ότι η εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας από την αποφαινόμενη αρχή, η οποία αποτελεί διοικητικό ή οιονεί δικαστικό όργανο που διαθέτει ειδικά μέσα και εξειδικευμένο προσωπικό, αποτελεί ουσιώδες στάδιο των κοινών διαδικασιών τις οποίες θεσπίζει η οδηγία 2013/32 και ότι το αναγνωριζόμενο από το άρθρο 46, παράγραφος 3, της οδηγίας δικαίωμα του αιτούντος σε διενέργεια πλήρους και ex nunc εξέτασης ενώπιον δικαστηρίου δεν αναιρεί την υποχρέωση του εν λόγω προσώπου να συνεργάζεται με το διοικητικό ή οιονεί δικαστικό όργανο (βλ., συναφώς, απόφαση της 25ης Ιουλίου 2018, Alheto, C‑585/16, EU:C:2018:584, σκέψη 116).

97      Το ουσιώδες αυτό στάδιο ενώπιον της αποφαινόμενης αρχής θα παρακάμπτονταν εάν ο αιτών μπορούσε, χωρίς καμία διαδικαστική συνέπεια, να επικαλεστεί, προκειμένου να επιτύχει την ακύρωση ή την αντικατάσταση από το δικαστήριο της απορριπτικής απόφασης της αρχής αυτής, λόγο χορήγησης διεθνούς προστασίας ο οποίος, μολονότι σχετίζεται με γεγονότα ή απειλές που φέρονται να έχουν προηγηθεί, εντούτοις δεν προβλήθηκε ενώπιον της εν λόγω αρχής και, συνεπώς, δεν κατέστη δυνατόν να εξεταστεί από αυτήν.

98      Κατά συνέπεια, η προβολή για πρώτη φορά κατά τη διαδικασία της προσφυγής ενός εκ των λόγων χορήγησης διεθνούς προστασίας που παρατίθενται στη σκέψη 95 της παρούσας απόφασης, σχετιζόμενου με γεγονότα ή απειλές που συνέβησαν πριν από την έκδοση της απόφασης ή ακόμη και πριν από την υποβολή της αίτησης διεθνούς προστασίας, πρέπει να χαρακτηριστεί ως «νέο διάβημα» κατά την έννοια του άρθρου 40, παράγραφος 1, της οδηγίας 2013/32. Όπως προκύπτει από την εν λόγω διάταξη, συνέπεια του χαρακτηρισμού αυτού είναι ότι το δικαστήριο που έχει επιληφθεί της προσφυγής υποχρεούται να εξετάσει τον συγκεκριμένο λόγο στο πλαίσιο της εξέτασης της απόφασης που αποτελεί αντικείμενο της προσφυγής, υπό την προϋπόθεση, ωστόσο, ότι οι «αρμόδιες αρχές», στις οποίες περιλαμβάνεται όχι μόνον το δικαστήριο, αλλά και η αποφαινόμενη αρχή, είχαν τη δυνατότητα να εξετάσουν το νέο διάβημα στο προαναφερθέν πλαίσιο.

99      Για να διαπιστωθεί εάν έχει τη δυνατότητα να εξετάσει το νέο διάβημα στο πλαίσιο της προσφυγής, το εν λόγω δικαστήριο οφείλει να εξακριβώσει εάν, βάσει των εθνικών δικονομικών κανόνων, ο λόγος χορήγησης διεθνούς προστασίας που προβάλλεται για πρώτη φορά ενώπιόν του προβλήθηκε εγκαίρως κατά τη διαδικασία της προσφυγής και διατυπώθηκε κατά τρόπον αρκούντως σαφή ώστε να μπορεί να εξεταστεί.

100    Εφόσον από την εξακρίβωση αυτή διαπιστωθεί ότι ο δικαστής δύναται να λάβει υπόψη του τον συγκεκριμένο λόγο κατά την εξέταση της προσφυγής, οφείλει να ζητήσει από την αποφαινόμενη αρχή να προβεί, εντός προθεσμίας σύμφωνης με τον επιδιωκόμενο από την οδηγία 2013/32 σκοπό της ταχείας διεκπεραίωσης (βλ., συναφώς, απόφαση της 25ης Ιουλίου 2018, Alheto, C‑585/16, EU:C:2018:584, σκέψη 109), στην εξέταση του συγκεκριμένου λόγου, εξέταση της οποίας το αποτέλεσμα και το σκεπτικό στο οποίο αυτό στηρίχθηκε πρέπει να γνωστοποιηθούν στον αιτούντα και στον δικαστή πριν αυτός προβεί στην ακρόαση του αιτούντος και στην αξιολόγηση της συγκεκριμένης περίπτωσης.

[….]»

Υπό το φως λοιπόν των πιο πάνω κατευθυντήριων νομολογιακών αρχών τόσο των εθνικών δικαστηρίων όσο και του ΔΕΕ, προχωρώ να εξετάσω την παρούσα αίτηση.

Επαναλαμβάνω ότι η Αιτητής αιτείται την έκδοση διατάγματος του Δικαστηρίου για να προσαχθεί μαρτυρία, για τους λόγους που έχουν παρατεθεί ανωτέρω.

Κατά την υποβολή της αίτησής του προς παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας ο Αιτητής δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του αφενός μεν επειδή ήταν αντιμέτωπος με απειλές θανάτου, αφετέρου δε για λόγους οικονομικού και εκπαιδευτικού περιεχομένου (βλ. ερυθρό 1 του Δ.Φ.).

Κατά το στάδιο της συνέντευξής του ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου ο Αιτητής αναίρεσε τα όσα περί απειλών ζωής είχε προβάλλει κατά την καταγραφή του αιτήματος διεθνούς προστασίας του, δηλώνοντας ότι μετέβη στη Δημοκρατία αποκλειστικά για λόγους εκπαιδευτικούς και εργασιακούς (βλ. ερυθρά 23 του Δ.Φ.). Προέβαλε δε ότι έφυγε από τη χώρα καταγωγής του με νόμιμο τρόπο, χωρίς να αντιμετωπίσει κάποιο πρόβλημα στο αεροδρόμιο και κάνοντας χρήση του διαβατηρίου του (βλ. ερυθρά 21  του Δ.Φ.). Ερωτηθείς ως προς τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε το Πακιστάν ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι ήρθε στη Δημοκρατία για να σπουδάσει και να εργαστεί ούτως ώστε να στηρίξει την οικογένειά του. Περαιτέρω, ο Αιτητής επιβεβαίωσε ότι στο Πακιστάν δεν ανήκε σε κάποια πολιτική, θρησκευτική, κοινωνική, εθνική ή στρατιωτική οργάνωση / ομάδα (βλ. ερυθρά 20 του Δ.Φ.). Σε περαιτέρω ερώτηση σχετικά με το εάν αντιμετώπιζε κάποιο πρόβλημα στη χώρα καταγωγής του ο Αιτητής αναφέρθηκε αποκλειστικά σε προβλήματα οικονομικού περιεχομένου, ενώ προέβαλε ότι ο λόγος που αιτήθηκε διεθνή προστασία ήταν προκειμένου να μπορεί να παραμείνει νόμιμα στη Δημοκρατία (βλ. ερυθρά 19 του Δ.Φ.). Τέλος, ως προς το τι φοβάται ότι θα του συμβεί σε περίπτωση επιστροφής του στο Πακιστάν, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι θα περάσει δύσκολα καθότι δε θα είναι σε θέση να βοηθήσει την οικογένειά του (βλ. ερυθρά 17 του Δ.Φ.).

Εν συνεχεία, κατά την Έκθεση- Εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε τη γενική αξιοπιστία του Αιτητή ικανοποιητική τονίζοντας ότι ο τελευταίος δεν υπέπεσε κατά τη διάρκεια της συνέντευξης σε ασάφειες και αντιφάσεις ως προς τα λεγόμενά του. Επισημάνθηκε δε ότι ο Αιτητής ήταν συνεκτικός τόσο ως προς τους λόγους οικονομικού περιεχομένου για τους οποίους μετέβη στη Δημοκρατία όσο και αναφορικά με το ότι στη χώρα καταγωγής του δεν αντιμετώπισε κάποιο πρόβλημα με τις αρχές. Κατά τη νομική αξιολόγηση, ωστόσο, ο αρμόδιος λειτουργός κατέληξε πως, παρά την ικανοποιητική αξιοπιστία των ισχυρισμών του Αιτητή αναφορικά με τους λόγους που τον οδήγησαν να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του, εντούτοις οι ισχυρισμοί αυτοί δεν εμπίπτουν σε κάποιον εκ των λόγων της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 ή του Περί Προσφύγων Νόμου του 2000. Καταληκτικά, λοιπόν, το αίτημα διεθνούς προστασίας του Αιτητή απορρίφθηκε.

Όσον αφορά τη μαρτυρία η οποία επιχειρείται να προσαχθεί και σχετίζεται με:

Α) το ότι ο Αιτητής σε περίπτωση επιστροφής του στο Πακιστάν θα βρεθεί αντιμέτωπος με ποινή φυλάκισης λόγω της θρησκείας του (Σιίτης Μουσουλμάνος), κίνδυνος ο οποίος εντείνεται πλέον όχι μόνο λόγω του ότι οι Σιίτες αποτελούν θρησκευτική μειονότητα στο Πακιστάν, αλλά και εξ’ αιτίας της μεταβολής του άρθρου περί βλασφημίας του Ποινικού Κώδικα της χώρας,

Β) το ότι ο Αιτητής σε περίπτωση επιστροφής του στο Πακιστάν θα βρεθεί αντιμέτωπος με τις αρνητικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στον τόπο συνήθους διαμονής του

παρατηρώ τα εξής:

Οι συγκεκριμένοι ισχυρισμοί πρόκειται για καινοφανείς ισχυρισμούς και νέους εγειρόμενους λόγους παροχής διεθνούς προστασίας. Πράγματι σε κανένα σημείο της συνέντευξης του Αιτητή, καίτοι αυτός ερωτήθηκε κατά τρόπο ανοιχτό για τους λόγους εγκατάλειψης της χώρας καταγωγής του όπως και για το τι αναμένει ότι θα του συμβεί σε περίπτωση επιστροφής του σε αυτή, δεν ανέφερε οτιδήποτε αναφορικά με προβλήματα θρησκευτικού περιεχομένου λόγω του ότι ο ίδιος είναι Σιίτης Μουσουλμάνος. Ομοίως, ουδέν αναφέρθηκε σχετικά με τις αρνητικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στον τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή, όπως και με τον τρόπο που οι αρνητικές αυτές επιπτώσεις έπληξαν ή αναμένεται να πλήξουν τον Αιτητή. Αντιθέτως διαπιστώνω ότι ο Αιτητής αρκέστηκε στην αναφορά λόγων οικονομικού και εκπαιδευτικού περιεχομένου, αναιρώντας μάλιστα τα όσα είχε αναφέρει κατά το στάδιο της καταγραφής του αιτήματος διεθνούς προστασίας του σχετικά με κίνδυνο ζωής που διέτρεχε στο Πακιστάν.

Εμφαίνεται ξεκάθαρα ότι οι εν λόγω ισχυρισμοί είναι καινοφανείς και αποτελούν νέους εγειρόμενους λόγους χορήγησης καθεστώτος διεθνούς προστασίας, οι οποίοι προϋπήρχαν πριν την έκδοση της επίδικης απόφασης όπως και πριν την υποβολή της αίτησης ασύλου και οι οποίοι ουδέποτε τέθηκε ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου από τον αιτητή. Ενόψει της ήδη παρατεθείσας ανωτέρω νομολογίας του ΔΕΕ, στα πλαίσια της απόφασης του C-652/16, Ahmedbekova, ως αναλύθηκε ανωτέρω, σχετικά με την προβολή νέου λόγου παροχής διεθνούς προστασίας ενώπιον του Δικαστηρίου, το ΔΕΕ κατέληξε ότι το Δικαστήριο μπορεί να εξετάσει νέο προβαλλόμενο λόγο παροχής διεθνούς προστασίας μόνο υπό την προϋπόθεση ότι α) έχει προβληθεί εγκαίρως ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου και β) έχει εξειδικευτεί σαφώς για να μπορεί να εξεταστεί στα πλαίσια της προσφυγής (σκέψη 99, απόφασης του ΔΕΕ C-652/16, Ahmedbekova). Σε περίπτωση που το Δικαστήριο διαπιστώσει ότι πληρούνται οι ως άνω προϋποθέσεις α) και β) και επομένως δύναται να εξετάσει τον νέο λόγο χορήγησης διεθνούς προστασίας, τότε μόνο οφείλει να ζητήσει από την αρμόδια αρχή την εξέταση του συγκεκριμένου λόγου, πριν την ακρόαση της προσφυγής (σκέψη 100, απόφασης του ΔΕΕ C-652/16, Ahmedbekova).

Κρίνω σκόπιμο σε αυτό το σημείο να αναφέρω ότι, αν και παρέλκει η εξέταση των πιο πάνω προϋποθέσεων α) και β) από το παρόν Δικαστήριο, για τους λόγους που θα αναπτυχθούν και αναλυθούν κατωτέρω, εντούτοις, για σκοπούς πληρότητας, θα προχωρήσω στην εξέταση των 2 πιο πάνω αναφερθεισών προϋποθέσεων για να διαπιστωθεί κατά πόσο δύναται το παρόν Δικαστήριο να εξετάσει τον νέο λόγο παροχής διεθνούς προστασίας που προβλήθηκε για πρώτη φορά ενώπιον του, ο οποίος ουδέποτε εγέρθηκε ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου.

Σχετικά με την προϋπόθεση της έγκαιρης προβολής του συγκεκριμένου λόγου ενώπιον του Δικαστηρίου. Σημειώνεται ότι πριν την υποβολή της παρούσας αίτησης προσαγωγής μαρτυρίας ο Αιτητής είχε καταθέσει αιτήσεις για προσαγωγή μαρτυρίας στις 17/02/2023 και στις 10/07/2023. Ακολούθως, αποσύροντας την προαναφερθείσα ενδιάμεση αίτηση ημερ. 10/07/2023, προέβη στην υποβολή της υπό εξέταση ενδιάμεσης αίτησης στις 19/02/2024, ήτοι με μεγάλη καθυστέρηση από την ημερομηνία υποβολής της προσφυγής του Αιτητή στις 15/10/2021. Επομένως, υπήρξε μη έγκαιρη προβολή των συγκεκριμένων λόγων στα πλαίσια της παρούσας προσφυγής.

Πρόσθετα, υπογραμμίζω ότι σύμφωνα με την απόφαση του ΔΕΕ C-652/16, Ahmedbekova, όπως αυτή έχει παραπάνω αναπτυχθεί, προκειμένου να υποχρεούται το Δικαστήριο να εξετάσει ως νέο διάβημα λόγο χορήγησης διεθνούς προστασίας ο οποίος, μολονότι σχετίζεται με γεγονότα ή απειλές που φέρονται να έχουν συμβεί πριν την έκδοση της απόφασης (ή ακόμα πριν την υποβολή της αίτησης διεθνούς προστασίας), προβλήθηκε για πρώτη φορά κατά τη διαδικασία της προσφυγής, ο επίδικος λόγος οφείλει επίσης να έχει αναπτυχθεί και εξειδικευτεί κατά τρόπο αρκούντως συγκεκριμένο. Κρίνω ότι η ως άνω προϋπόθεση δεν πληρούται εν προκειμένω για να μπορέσει το Δικαστήριο να εξετάσει το ΄νέο διάβημα΄, ως νέο λόγο παροχής διεθνούς προστασίας, στα πλαίσια της προσφυγής.

Ειδικότερα, ο Αιτητής τόσο μέσω του εισαγωγικού δικογράφου της παρούσας διαδικασίας όσο και μέσω της Γραπτής του Αγόρευσης και της Ένορκης Δήλωσής του, αποτυγχάνει να αναφέρει έστω και στοιχειώδεις πληροφορίες περί του ότι σε περίπτωση επιστροφής του στο Πακιστάν ο ίδιος προσωπικά θα βρεθεί αντιμέτωπος με κίνδυνο λόγω του ότι είναι Σιίτης Μουσουλμάνος. Ο Αιτητής αποτυγχάνει να κάνει έστω και την παραμικρή προσωπική αναφορά και να εξειδικεύσει τους λόγους που θα στοχοποιηθεί για λόγους θρησκευτικού περιεχομένου κατά την επιστροφή του στη χώρα καταγωγής, εμμένοντας σε γενικές πληροφορίες για τη χώρα καταγωγής του τις οποίες δεν τις συνδέει με τις δικές του προσωπικές περιστάσεις. Ακόμα και τα σχετικά με την τροποποίηση της διάταξης του σχετικού με τη βλασφημία άρθρου του Ποινικού Κώδικα του Πακιστάν προβάλλονται με τρόπο αόριστο και ασαφή, καθώς δεν συνοδεύονται από εξειδίκευση του πως αυτή η τροποποίηση θα επηρεάσει προσωπικά τον ίδιο τον Αιτητή. Το μόνο που αναφέρεται είναι η σύλληψη ενός ανώτατου Σιίτη κληρικού, περιστατικό που ουδεμία σχέση έχει με τις προσωπικές περιστάσεις του ίδιου του Αιτητή. Περαιτέρω, παρ’ όλο που σε έτερο σημείο της γραπτής αγόρευσης (βλ. σελ. 19 αυτής) γίνεται συνοπτική αναφορά στις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή ως ενός ατόμου μορφωμένου που διαθέτει την ικανότητα να επηρεάζει αντιλήψεις με τις γνώσεις του, ομοίως δεν εξειδικεύεται επαρκώς ο τρόπος με τον οποίο ο Αιτητής ασκεί τέτοια επιρροή ούτως ώστε να θεωρηθεί ότι σε περίπτωση επιστροφής του θα διωχθεί από την Κυβέρνηση της χώρας του με το άρθρο περί βλασφημίας. Πρόσθετα δε, ο Αιτητής δεν τεκμηριώνει με οποιοδήποτε τρόπο γιατί ‘άνευ δικής του υπαιτιότητας΄ αδυνατούσε να προβάλει τον συγκεκριμένο ισχυρισμό κατά το προηγούμενο στάδιο εξέτασης της αίτησης, όπως επίσης ο αιτητής δεν κατόρθωσε να εξειδικεύσει και την συνάφεια της μαρτυρίας με τα επίδικα θέματα.

Ως προς τις αρνητικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής με τις οποίες ο Αιτητής προβάλλει ότι θα βρεθεί αντιμέτωπος, ομοίως τόσο στα πλαίσια της προτεινόμενης ένορκης δήλωσης όσο και στα πλαίσια της γραπτής αγόρευσης δεν εξειδικεύονται επαρκώς και δε συνοδεύονται από πληροφορίες βιωματικού περιεχομένου. Ο Αιτητής προβάλλει με τρόπο αόριστο και γενικό ότι η περιοχή του πλήττεται από ακραία καιρικά φαινόμενα, χωρίς να κάνει αναφορά στις προσωπικές του περιστάσεις και στον συγκεκριμένο τρόπο που οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής θα επηρεάσουν τον ίδιο σε περίπτωση επιστροφής του στον τόπο συνήθους διαμονής του. Ομοίως, ο Αιτητής δεν τεκμηριώνει με οποιοδήποτε τρόπο γιατί ‘άνευ δικής του υπαιτιότητας΄ αδυνατούσε να προβάλει τον συγκεκριμένο ισχυρισμό κατά το προηγούμενο στάδιο εξέτασης της αίτησης, όπως επίσης ο Αιτητής δεν κατόρθωσε να εξειδικεύσει και την συνάφεια της μαρτυρίας με τα επίδικα θέματα.

Λαμβάνω σαφώς υπόψιν ότι διάφοροι παράγοντες δύνανται να επηρεάσουν τη δυνατότητα ενός ατόμου να προβάλει συγκεκριμένο λόγο δίωξης, ωστόσο ο Αιτητής ούτε στοιχειωδώς δεν αναφέρει κάποια βιωματικά γεγονότα σε σχέση με το ότι θα εκδιωχθεί σε περίπτωση επιστροφής του στο Πακιστάν λόγω του ότι είναι Σιίτης Μουσουλμάνος. Ο Αιτητής εξάλλου αναφέρεται κατά τρόπο εντελώς γενικόλογο και αόριστο στο πως η θρησκεία του θα τον θέσει σε κίνδυνο σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής, χωρίς καθόλου να εξειδικεύει πτυχές της προσωπικής του ζωής περί του εν λόγω γεγονότος. Αναφέρεται μόνο σε ένα συγκεκριμένο περιστατικό κατά το οποίο ένας ανώτατος Σιίτης κληρικός συνελήφθη και φυλακίστηκε με βάση την τροποποιηθείσα διάταξη του Ποινικού Κώδικα του Πακιστάν περί βλασφημίας, χωρίς ωστόσο να προβάλει και να εξειδικεύει διάφορες βιωματικές και προσωπικές πτυχές μιας τέτοιας βαρύτητας ισχυρισμού και το πως θα επηρεαστεί ο ίδιος προσωπικά σε περίπτωση επιστροφής του. Κρίνω σκόπιμο επίσης σε αυτό το σημείο να επαναλάβω ότι ο ίδιος ο Αιτητής στην συνέντευξη του δήλωσε ότι ήρθε στην Κυπριακή Δημοκρατία για λόγους οικονομικού και εκπαιδευτικού περιεχομένου, πράγμα που έρχεται σε αντίφαση με το τι ισχυρίζεται ο ίδιος για στην προτεινόμενη ένορκη δήλωσή του.

Πρόσθετα, βάσει του ως άνω Κανονισμού 10 που έχει αναφερθεί, το Δικαστήριο δύναται να κάνει αποδεκτή μαρτυρία μόνο σε περιπτώσεις κατά τις οποίες τα στοιχεία τα οποία επιχειρούνται να προσκομιστούν αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες χορήγησης στον Αιτητή διεθνούς προστασίας. Όπως παρατέθηκε και σε προηγούμενο σημείο της παρούσας απόφασης, παρ’ όλο που στη φόρμα καταγραφής του ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι εγκατέλειψε το Πακιστάν λόγω του ότι βρέθηκε αντιμέτωπος με κίνδυνο κατά της ζωής του, εντούτοις κατά το στάδιο της προσωπικής του συνέντευξης αναίρεσε τον εν λόγω ισχυρισμό εμμένοντας στους λόγους οικονομικού και εκπαιδευτικού περιεχομένου, οι οποίοι επίσης είχαν προβληθεί κατά την καταγραφή του αιτήματος διεθνούς προστασίας του. Ο μόνος φόβος δε που προέβαλε σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του αφορούσε την οικονομική του κατάσταση και τη δυνατότητα παροχής βοήθειας στην οικογένεια του. Δε μπορώ δε να παραβλέψω και το ότι ο Αιτητής επιβεβαίωσε ότι ποτέ δεν αντιμετώπισε κάποιο πρόβλημα με τις αρχές της χώρας καταγωγής του όπως και το ότι δεν ανήκε σε οποιαδήποτε πολιτική ή θρησκευτική οργάνωση.

Περαιτέρω, και αναφορικά με το ότι σε περίπτωση επιστροφής του στον τόπο συνήθους διαμονής του θα έρθει αντιμέτωπος με τις αρνητικές επιπτώσεις που η κλιματική αλλαγή έχει επιφέρει στη συγκεκριμένη περιοχή, επίσης παρατηρώ ότι ο εν λόγω ισχυρισμός ουδέποτε προβλήθηκε κατά τα προηγούμενα στάδια της διαδικασίας.

Στα ως άνω επαναλαμβάνω το γενικόλογο και μη επαρκώς συγκεκριμένο τρόπο με τον οποίο προωθούνται οι εν λόγω ισχυρισμοί όπως παραπάνω έχει αναπτυχθεί, με γενικόλογη αναφορά και χωρίς κάποιο περιστατικό βιωματικού χαρακτήρα. Στα ως άνω προστίθεται σαφώς και η παράλειψη προβολής των εν λόγω ισχυρισμών κατά το στάδιο της διοικητικής διαδικασίας, καθότι, δεν ανευρίσκεται κάποιος συγκεκριμένος λόγος για τον οποίο δεν αποκαλύφθηκαν κατά τα προγενέστερα στάδια εξέτασης του αιτήματος διεθνούς προστασίας του Αιτητή.

Ενόψει όλων των ανωτέρω, συμπεραίνω ότι, δεν πληρούται η προϋπόθεση που θέτει η απόφαση του ΔΕΕ C-652/16, Ahmedbekova, περί σαφούς διατύπωσης και ανάλυσης των εν λόγω λόγων, επομένως δεν δύναται το Δικαστήριο να εξετάσει τους καινοφανείς λόγους χορήγησης διεθνούς προστασίας κατά το σκέλος το οποίο αφορά το ότι ο Αιτητής θα υποστεί σε περίπτωση επιστροφής του δίωξη λόγω του ότι είναι Σιίτης Μουσουλμάνος καθώς και του ότι δικαιούται διεθνούς προστασίας λόγω του ότι θα βρεθεί αντιμέτωπος με τις αρνητικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στον τόπο συνήθους διαμονής του. Επομένως οποιαδήποτε μαρτυρία επιδιώκεται να προσαχθεί προς τεκμηρίωση των εν λόγω ισχυρισμών, δεν γίνεται αποδεκτή προς προσαγωγή προς το δικαστήριο, ως προς το σκέλος που αφορά την αναφορά στα συγκεκριμένα γεγονότα.

Για σκοπούς πληρότητας, στο σημείο αυτό, κρίνω σκόπιμο να παραπέμψω και πάλι στην προγενέστερη ενδιάμεση απόφαση μου, ως αναφέρθηκε ανωτέρω, αρ. υπόθεσης 1201/22, Ε.Ο.Ν, ασυνόδευτου ανήλικου, Δια της Επιτρόπου Προστασίας Δικαιωμάτων του Παιδιού Και Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, ημερ. 08/09/2023, όπου κατέληξα ότι ακόμη και αν το παρόν Δικαστήριο κατέληγε ότι πληρούται η προϋπόθεση περί σαφής διατύπωσης του νέου λόγου παροχής διεθνούς προστασίας, πράγμα που δεν ισχύει στην παρούσα περίπτωση ως αναφέρθηκε ανωτέρω, το παρόν Δικαστήριο θα αδυνατούσε να υπεισέλθει σε περαιτέρω έλεγχο, καθότι δεν έχει την δικαιοδοσία στην βάση του άρθρου 11 του Περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (73(Ι)/2018), να διακόψει την διαδικασία και παραπέμψει τον συγκεκριμένο λόγο προς εξέταση στην Υπηρεσία Ασύλου (σκέψη 100, της απόφαση του ΔΕΕ C-652/16, Ahmedbekova). Εντούτοις, καταλήγω στην εν λόγω απόφαση ότι ο αιτητής δεν στερείται με οποιοδήποτε τρόπο τα δικαιώματα του ως προκύπτουν από το ενωσιακό δίκαιο, μιας και μπορεί να τα διασφαλίσει με την δυνατότητα που του δίνεται στην βάση του Περί Προσφύγων Νόμου και συγκεκριμένα στο άρθρο 16Δ, υποβολής μεταγενέστερης αιτήσεως, ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου προς προβολή του νέου λόγου χορήγησης διεθνούς προστασίας. Θα παραπέμψω σε σχετικό απόσπασμα από την ενδιάμεση απόφαση μου 1201/22, ως έχει αναφερθεί ανωτέρω, υιοθετώντας πλήρως το σκεπτικό και την κατάληξη μου και στα πλαίσια της παρούσας υπόθεσης:

« […]

Πρόσθετα και ενισχυτικά προς τα ανωτέρω, κρίνω σκόπιμο να αναφέρω ότι, ακόμη και αν το παρόν Δικαστήριο κατέληγε ότι πληρούται η προϋπόθεση περί σαφής διατύπωσης του νέου λόγου παροχής διεθνούς προστασίας, ο οποίος επαναλαμβάνω δεν αναφέρθηκε ποτέ ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου, και κατέληγε το Δικαστήριο, ως έχει αναφερθεί και ανωτέρω, ότι θα υποχρεούτο να εξετάσει τον νέο λόγο παροχής διεθνούς προστασίας, τότε θα όφειλε, εκκρεμούσας της προσφυγής, να παραπέμψει την εξέταση του νέου λόγου στην αρμόδια αρχή/ Υπηρεσία Ασύλου, προς εξέταση (ως προβλέπεται στην σκέψη 100, της απόφαση του ΔΕΕ C-652/16, Ahmedbekova), δικονομικό διάβημα το οποίο το παρόν Δικαστήριο αδυνατεί να προβεί για τους λόγους που θα αναφερθούν κατωτέρω.

Ειδικότερα, στο πλαίσιο αυτό κρίνεται απαραίτητο και σκόπιμο να αναφέρω ότι στο άρθρο 11 του Περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (73(Ι)/2018), καθορίστηκε η δικαιοδοσία και η αρμοδιότητα του παρόντος Δικαστηρίου. Εντούτοις, η δυνατότητα διακοπής της εκκρεμούσας προσφυγής και παραπομπής προς εξέταση νέου λόγου παροχής διεθνούς προστασίας στην αρμόδια αρχή (Υπηρεσία Ασύλου) προς εξέταση, δεν προβλέπεται στις πρόνοιες του εν λόγω άρθρου. Η μόνη πρόβλεψη που εντοπίζεται στον εν λόγω άρθρο είναι το εδάφιο (6), όπου λέγεται ότι «Το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας δύναται να διατάζει διοικητική αρχή όπως του απαντήσει ερώτημα σχετικό προς το εξεταζόμενο επίδικο θέμα εντός καθοριζόμενης από το δικαστήριο προθεσμίας», πρόνοια η οποία δεν μπορεί να εφαρμοστεί στην παρούσα περίπτωση.

Σύμφωνα με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, Λαυρέντης Α. Δημητρίου, Αιτήσεις αρ. 39/1988 και 40/1988 (1990) 1 ΑΑΔ 256, παραθέτω απόσπασμα (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου): « "Δικαιοδοσία ή αρμοδιότητα" σημαίνει την εξουσία την οποία έχει ένα Δικαστήριο να αποφασίζει θέματα τα οποία παρουσιάζονται ενώπιόν του ή να επιλαμβάνεται θεμάτων τα οποία παρουσιάζονται σύμφωνα με Δικονομικούς Κανόνες ενώπιόν του για απόφαση. Τα όρια της δικαιοδοσίας ή αρμοδιότητας καθορίζονται από το νόμο ο οποίος καθιδρύει το Δικαστήριο. Η δικαιοδοσία πρέπει να υπάρχει πριν την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης (Thompson vShiel  [1840] 3 IrEqR. 135). To Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων είναι εξειδικευμένο Δικαστήριο το οποίο ιδρύθηκε με τους περί Ενοικιοστασίου Νόμους του 1983 έως 1988 - (Αρ. 23/83, 51/83, 39/84, 79/ 86, 94/86, και 135/88). Η δικαιοδοσία του περιορίζεται στη δικαιοδοσία που του δίδει ο νόμος.»

Σύμφωνα με τη νομολογία του Ανώτατου Δικαστηρίου, στην απόφαση Πολιτική Αίτηση Αρ. 205/2019, ημερ. 6/12/2019, ECLI:CY:AD:2019:D512, λέχθηκε ότι συνιστά βασική αρχή ότι «καθήκον του Δικαστηρίου είναι να εφαρμόσει το νόμο ως έχει και όχι να τον συμπληρώσει ή να μεταβάλει το κείμενο του ανάλογα με την περίπτωση για να δώσει ορθότερη ή δικαιότερη λύση που είναι έργο της νομοθετικής εξουσίας.

Οφείλει να λεχθεί συνεπώς, ότι, ενόψει της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου και ελλείψει νομοθετικής και δικονομικής πρόβλεψης περί δυνατότητας παραπομπής στην αρμόδια αρχή για  εξέταση του νέου λόγου παροχής διεθνούς προστασίας του Αιτητού εκκρεμούσας της προσφυγής, το παρόν Δικαστήριο δεν μπορεί να εξετάσει νέο λόγο χορήγησης διεθνούς προστασίας καθότι τον εν λόγω δικονομικό φραγμό δεν είναι δυνατό να συμπληρώσει το παρόν Δικαστήριο, δεδομένων των σαφών ορίων της αρμοδιότητας του Δικαστηρίου κατά τα παραπάνω.

Στην απόφαση του ΔΕΕ, υπόθεση C‑333/18, Lombardi Srl κατά Comune di Auletta, Delta Lavori SpA, Msm Ingegneria Srl, 5ης Σεπτεμβρίου 2019, λέχθηκε (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου):

«…33 Όσον αφορά, τέλος, την αρχή της δικονομικής αυτονομίας των κρατών μελών, αρκεί να υπομνησθεί ότι η αρχή αυτή δεν μπορεί, εν πάση περιπτώσει, να δικαιολογεί διατάξεις του εσωτερικού δικαίου που καθιστούν αδύνατη ή υπέρμετρα δυσχερή την άσκηση των δικαιωμάτων που παρέχει η έννομη τάξη της Ένωσης (πρβλ. απόφαση της 11ης Απριλίου 2019, PORR Építési Kft., C‑691/17, EU:C:2019:327, σκέψη 39 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία). Για τους λόγους, όμως, που εκτέθηκαν στις προηγούμενες σκέψεις της παρούσας αποφάσεως, από το άρθρο 1, παράγραφος 1, τρίτο εδάφιο, και παράγραφος 3, της οδηγίας 89/665, όπως έχει ερμηνευθεί από το Δικαστήριο, προκύπτει ότι υποψήφιος ασκήσας προσφυγή όπως είναι η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης δεν μπορεί, βάσει εθνικών δικονομικών κανόνων ή σχετικών νομολογιακών πρακτικών, όπως είναι οι κανόνες και οι πρακτικές που μνημονεύει το αιτούν δικαστήριο, να στερηθεί το δικαίωμά του να εξετασθεί επί της ουσίας η προσφυγή αυτή….»

Εντούτοις, κρίνω σκόπιμο να αναφέρω ότι παρά τον εν λόγω δικονομικό φραγμό, ως έχει περιγραφεί ανωτέρω, ο αιτητής δεν στερείται με οποιοδήποτε τρόπο τα δικαιώματα του ως προκύπτουν από το ενωσιακό δίκαιο και δεν καθίσταται αδύνατη ή υπέρμετρα δυσχερής η άσκηση των εν λόγω δικαιωμάτων ( βλ. σκέψη 33 απόφασης του ΔΕΕ C‑333/18 Lombardi Srl κατά Comune di Auletta, Delta Lavori SpA, Msm Ingegneria Srl, ημερ. 05/09/2019) μιας και μπορεί να τα διασφαλίσει με την δυνατότητα που του δίνεται στην βάση του Περί Προσφύγων Νόμου και συγκεκριμένα στο άρθρο 16Δ, υποβολής μεταγενέστερης αιτήσεως, ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου ( αντίστοιχο του άρθρου 40 της οδηγίας 2013/32), προς προβολή του νέου λόγου χορήγησης διεθνούς προστασίας. Ο καινοφανής λόγος παροχής διεθνούς προστασίας που προβάλλεται, θεωρείται ΄νέο διάβημα’ ως αναφέρεται στην απόφαση του ΔΕΕ C-652/16, Ahmedbekova (βλ. σκέψη 98) και ο αιτητής μπορεί να αναφέρει τα όσα επιθυμεί ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου, αιτιολογώντας τους λόγους της μη αναφοράς του νέου λόγου χορήγησης διεθνούς προστασίας κατά την εξέταση της πρώτη αίτηση ασύλου.

[….]»

Αναφορικά με τα Τεκμήρια που συνοδεύουν την προτεινόμενη Ένορκη Δήλωση του Αιτητή, επισημαίνω καταρχάς ότι η πλειονότητα αυτών συνιστά πληροφορίες για τη χώρα καταγωγής του Αιτητή καθώς και νομολογία (Τεκμήρια 1 – 7 ). Επισημαίνω ότι οι πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής δε συνιστούν μαρτυρία. Οι σχετικές με την εξέταση της αίτησης διεθνούς προστασίας του Αιτητή πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής (απόφαση του ΔΕΕ, C-720/17, Bilali, ημερ. 23/05/2019, σκέψη 57) θα λαμβάνονταν ούτως ή άλλως υπόψιν ενόψει της ex nunc αρμοδιότητας του παρόντος Δικαστηρίου.

Σε κάθε περίπτωση ωστόσο, ειδικά ως προς το Τεκμήριο 1, επισημαίνω δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό από το παρόν Δικαστήριο. Εφόσον ο σχετικός ισχυρισμός του Αιτητή περί του κινδύνου που θα αντιμετωπίσει λόγω του ότι είναι Σιίτης Μουσουλμάνος δεν είναι δυνατό να τύχει εξέτασης από το παρόν Δικαστήριο, το εν λόγω Τεκμήριο δεν γίνεται αποδεκτό για προσαγωγή.

Τέλος, οι πληροφορίες για τη χώρα καταγωγής του Αιτητή που επίσης επιχειρούνται να προσκομιστούν στα πλαίσια του Τεκμηρίου 1, αποτελούν πληροφορίες γενικού περιεχομένου για τη χώρα καταγωγής του Αιτητή. Επαναλαμβάνω ότι ενόψει της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου και της φύσης των πληροφοριών από τη χώρα καταγωγής ως μη μαρτυρίας, η προσκόμισή τους με την επίδικη αίτηση δεν ήταν αναγκαία και συνεπώς δεν γίνονται αποδεκτά.

Αναφορικά με το Τεκμήριο 2, το οποίο περιστρέφεται γύρω από την ταυτότητα του Αιτητή ως Σιίτη Μουσουλμάνου και του συνεπακόλουθου κινδύνου που κατ’ ισχυρισμόν ο τελευταίος θα αντιμετωπίσει, επαναλαμβάνω τα όσα ειπώθηκαν στα πλαίσια του Τεκμηρίου 1, ήτοι περί του ότι ο σχετικός ισχυρισμός του Αιτητή ως προς τον κίνδυνο που θα αντιμετωπίσει λόγω του ότι είναι Σιίτης Μουσουλμάνος δεν είναι δυνατό να τύχει εξέτασης από το παρόν Δικαστήριο, και συνεπώς το εν λόγω Τεκμήριο δεν γίνεται αποδεκτό για προσαγωγή.

Σχετικά δε με το άρθρο υπό τον τίτλο ‘7th martyrdom anniversary oh Shaheed Agha Syed Ziauddin Rizvi’, που επίσης επιχειρείται να προσκομιστεί στα πλαίσια του Τεκμηρίου 2, αφενός μεν δεν είναι εμφανής από το φωτοαντίγραφο που έχει προσκομιστεί η σελίδα στην οποία αυτό ανευρέθηκε, αφετέρου δε δεν διαφαίνεται οποιαδήποτε σύνδεση του άρθρου αυτού με το αίτημα διεθνούς προστασίας του Αιτητή. Επομένως, το συγκεκριμένο άρθρο δε μπορεί να τύχει αποδοχής από το Δικαστήριο.

Σχετικά με τα στιγμιότυπα οθόνης από τον προσωπικό λογαριασμό του Αιτητή στη σελίδα κοινωνικής δικτύωσης ‘facebook’ καθώς και από τις ομάδες οι οποίες σχετίζονται με τους Σιίτες Μουσουλμάνους, ομοίως δε μπορούν να τύχουν αποδοχής ως Τεκμήρια από το παρόν Δικαστήριο, καθώς δεν αυξάνουν τις πιθανότητες χορήγησης στον Αιτητή διεθνούς προστασίας, ενώ αφορούν τον καινοφανή ισχυρισμό περί του ότι ο Αιτητής θα βρεθεί σε ρίσκο λόγω της θρησκείας του ως Σιίτη Μουσουλμάνου, ισχυρισμός ο οποίος δε μπορεί να τύχει εξέτασης από το παρόν Δικαστήριο.

Τέλος, ως προς την επιστολή η οποία φαίνεται να έχει συνταχθεί από τον ίδιο τον Αιτητή, υπενθυμίζω συναφώς ότι, εφόσον ο σχετικός ισχυρισμός του Αιτητή δεν είναι δυνατό να τύχει εξέτασης από το παρόν Δικαστήριο, όπως αναλύθηκε ανωτέρω, το εν λόγω Τεκμήριο δεν γίνεται αποδεκτό για προσαγωγή.

Αναφορικά με το Τεκμήριο 3, αυτό συνιστά αντίγραφο του πτυχίου ηλεκτρολόγου μηχανικού του Αιτητή εκδοθέν από το από το ίδρυμα ‘Khyber Pakhtunkhwa Board of Technical Education’ και με τίτλο ‘Diploma of Associate Engineer – Electrical Technology’. Δεδομένου ότι το εν λόγω Τεκμήριο δεν αυξάνει τις πιθανότητες για να χορηγηθεί στον Αιτητή καθεστώς διεθνούς προστασίας, ομοίως δε μπορεί να γίνει αποδεκτό για προσαγωγή.

Αναφορικά με το Τεκμήριο 4, αυτό συνίσταται σε πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης για τη χώρα καταγωγής του Αιτητή και συγκεκριμένα αναφορά του ACCORD ημερομηνίας Μαρτίου 2021, η οποία τιτλοφορείται ως ‘Pakistan: Religious Minorities’ (από την οποία έχουν επισυναφθεί μόνο τα περιεχόμενα) και αναφορά του Υπουργείου Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών (US DOS) με τίτλο ‘2022 Report on International Religious Freedom: Pakistan’. Επαναλαμβάνω ότι ενόψει της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου και της φύσης των πληροφοριών από τη χώρα καταγωγής ως μη μαρτυρίας, η προσκόμισή τους με την επίδικη αίτηση δεν ήταν αναγκαία. Υπενθυμίζω παράλληλα ότι, εφόσον ο σχετικός ισχυρισμός του Αιτητή περί του κινδύνου που θα αντιμετωπίσει λόγω του ότι είναι Σιίτης Μουσουλμάνος δεν είναι δυνατό να τύχει εξέτασης από το παρόν Δικαστήριο, το εν λόγω Τεκμήριο δεν γίνεται αποδεκτό για προσαγωγή.

Σε σχέση με το Τεκμήριο 5, ο Αιτητής προβάλλει ότι ο ξάδερφός του διαβιεί στην Ιταλία όπου είναι δικαιούχος διεθνούς προστασίας καθώς και πως ο αρμόδιος λειτουργός δεν εξέτασε εάν στην περίπτωση του Αιτητή μπορεί να τύχει εφαρμογής ο Κανονισμός αριθ. 604/2013 (Δουβλίνο ΙΙΙ). Στα πλαίσια του Τεκμηρίου 5, συνεπώς, ο Αιτητής επιχειρεί να προσκομίσει αντίγραφο ταυτότητας εκδοθείσας από την Ιταλική Δημοκρατία στις 05/11/2021. Η ταυτότητα αυτή κατ’ ισχυρισμόν ανήκει στον ξάδερφο του Αιτητή. Υπενθυμίζεται, όπως εκτέθηκε και σε προηγούμενο σημείο της παρούσας απόφασης, ότι το παρόν Δικαστήριο κέκτηται εξουσίας όπως εξετάζει την νομιμότητα και ορθότητα της απόφασης, προβαίνοντας σε έλεγχο επί της ουσίας και εξέτασης ex nunc των νομικών και πραγματικών ζητημάτων που άπτονται της αιτήσεως ασύλου του εκάστοτε αιτητή. Συνεπώς, το εν λόγω Τεκμήριο που επιχειρείται να προσκομιστεί δεν είναι σχετικό και άρα δε μπορεί να τύχει αποδοχής.

Επίσης ο Αιτητής επιχειρεί να προσκομίσει στα πλαίσια του ίδιου Τεκμηρίου και μία επιστολή, η οποία ο Αιτητής ισχυρίζεται ότι είναι έγγραφο από το Συμβούλιο του Nagar. Στην επιστολή αυτή επαναλαμβάνονται οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι Σιίτες Μουσουλμάνοι στο Gilgit – Baltistan, καθώς και τονίζεται το ότι λόγω των συγκεκριμένων δυσκολιών αρκετοί αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τη χώρα καταγωγής τους. Ως έχει εκτεθεί και ανωτέρω, εφόσον ο σχετικός ισχυρισμός του Αιτητή περί του κινδύνου που θα αντιμετωπίσει λόγω του ότι είναι Σιίτης Μουσουλμάνος δεν είναι δυνατό να τύχει εξέτασης από το παρόν Δικαστήριο, το εν λόγω Τεκμήριο δεν γίνεται αποδεκτό για προσαγωγή.

Σε σχέση με Τεκμήριο 6, υπενθυμίζεται ότι στα πλαίσια του εν λόγω Τεκμηρίου, ο Αιτητής αναφέρεται στην συνταγματική ασάφεια του Gilgit – Baltistan, στις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων που λαμβάνουν χώρα στην περιοχή και στις διαδηλώσεις που πραγματοποιούνται λόγω της συγκεκριμένης κατάστασης. Σχετικώς επισυνάπτονται πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, και συγκεκριμένα άρθρο του Modern Diplomacy καθώς και έτερο άρθρο, το οποίο δε φαίνεται η ιστοσελίδα στην οποία ανευρέθηκε. Ενόψει της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου και της φύσης των πληροφοριών από τη χώρα καταγωγής ως μη μαρτυρίας, η προσκόμισή τους με την επίδικη αίτηση δεν ήταν αναγκαία και, συνεπώς, δε γίνονται αποδεκτά.

Τέλος, ως προς το Τεκμήριο 7, ήτοι του υλικού που σχετίζεται με τις αρνητικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στον τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή καθώς και με τη νομολογία αλλοδαπών Δικαστηρίων που σχετίζεται με παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας, μεταξύ άλλων, και για λόγους που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή, ομοίως το συγκεκριμένο Τεκμήριο δε γίνεται αποδεκτό από το παρόν Δικαστήριο. Επαναλαμβάνω ότι ενόψει της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου και της φύσης των πληροφοριών από τη χώρα καταγωγής ως μη μαρτυρίας, η προσκόμισή τους με την επίδικη αίτηση δεν ήταν αναγκαία. Επιπλέον, οι συγκεκριμένες γενικού χαρακτήρα πληροφορίες δεν συνδέονται με τον οποιονδήποτε τρόπο με τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή. Υπενθυμίζω παράλληλα ότι, εφόσον ο σχετικός ισχυρισμός του Αιτητή περί του κινδύνου που θα αντιμετωπίσει λόγω του ότι είναι Σιίτης Μουσουλμάνος δεν είναι δυνατό να τύχει εξέτασης από το παρόν Δικαστήριο, το εν λόγω Τεκμήριο δεν γίνεται αποδεκτό για προσαγωγή.

Ως εκ τούτου, για τους λόγους που εξηγώ ανωτέρω, η ενδιάμεση αίτηση απορρίπτεται στο σύνολό της.

Τα έξοδα της διαδικασίας, θα ακολουθήσουν το αποτέλεσμα της προσφυγής.

Η υπόθεση ορίζεται για οδηγίες στις 16 Ιανουαρίου 2025, ώρα 11:30.

 

                                                                                

                                                                                  Χ. ΠΛΑΣΤΗΡΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π



[1] Απόφαση ΔΕΕ, Υπόθεση C652/16, Nigyar Rauf Kaza Ahmedbekova, Rauf Emin Ogla Ahmedbekov Κατά Zamestnik-predsedatel na Darzhavna agentsia za bezhantsite, ημερ. 28/06/2018, Διαθέσιμη σε <https://curia.europa.eu/juris/document/document.jsf;jsessionid=05B7291304390D6211C1F6F3C712A3F2?text=&docid=203430&pageIndex=0&doclang=EL&mode=lst&dir=&occ=first&part=1&cid=433138>.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο