
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση αρ. T947/24
31 Ιανουαρίου 2025
[Α. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
G. A. O.
Αιτήτρια
Και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ’ ων η αίτηση
Κος Γ. Κορυζής, Δικηγόρος για Αιτήτρια
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την προσφυγή η αιτήτρια αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημ.25/07/24, η οποία της δόθηκε δια χειρός αυθημερόν και δια της οποίας απορρίφθηκε η μεταγενέστερη αίτησή διεθνούς προστασίας που υπέβαλε.
Ως εκτίθεται στο Υπόμνημα που καταχωρήθηκε από τους καθ’ ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου που κατατέθηκε στα πλαίσια της παρούσας, η αιτήτρια κατάγεται από τη Λ. Δ. του Κογκό, εισήλθε στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές παρατύπως, μέσω κατεχομένων, στις 26/12/21 και υπέβαλε 1η αίτηση παροχής διεθνούς προστασίας στις 17/02/22 (ερ.1-3, 51).
Στις 11/04/23 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη με την αιτήτρια από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου προς εξέταση του αιτήματός του για διεθνή προστασία όπου δόθηκε η ευκαιρία στην αιτήτρια, μέσα από σχετικές ερωτήσεις, μεταξύ άλλων, να εκθέσει τους λόγους στους οποίους στηρίζει το αίτημα της (ερ.40-51). Μετά το πέρας της συνέντευξης, ετοιμάστηκε σχετική Έκθεση-Εισήγηση, στις 09/02/22, απορρίφθηκε η αίτηση για διεθνή προστασία (ερ.70-79).
Ακολούθως ετοιμάστηκε σχετική επιστολή ενημέρωσης της αιτήτριας για την απόφαση της Υπηρεσίας, η οποία της επιδόθηκε διά χειρός στις 23/05/23, μαζί με την αιτιολογία αυτής και της μεταφράστηκε σε γλώσσα κατανοητή (ερ.80, 3).
Κατά της ως άνω απόφασης των καθ’ ων η αίτηση η αιτήτρια καταχώρησε στο Δικαστήριο την προσφυγή αρ.1739/23, η οποία απορρίφθηκε λόγω μη προώθησης (ερ.85-97).
Στις 30/04/24 η αιτήτρια υπέβαλε την επίδικη μεταγενέστερη αίτηση, που απορρίφθηκε στις 25/07/24 ως απαράδεκτη στη βάση του αρ.16 (Δ) του περί Προσφύγων Νόμου (ερ.102-109, 113-117). Ακολούθως ετοιμάστηκε επιστολή ενημέρωσης της αιτήτριας, η οποία της δόθηκε δια χειρός στις 31/07/24 και της μεταφράστηκε στα γαλλικά, τα οποία κατανοεί (ερ.119).
Επί της προσφυγής καταγράφονται λιγοστοί νομικοί ισχυρισμοί, οι οποίοι επί το πλείστο αφορούν γενικά νομικά σημεία, τα οποία ουδόλως εξειδικεύονται, και γίνεται αναφορά στο ότι η αιτήτρια είναι φορέας του ιού HIV και δεν διαθέτει οικογενειακό δίκτυο στη χώρα καταγωγής της.
Αναφορικά με την νομική πτυχή σημειώνονται τα εξής.
Στα πλαίσια μεταγενέστερης αίτησης αυτό που ερευνάται είναι, πρώτα, το κατά πόσο «[…] υποβλήθηκαν από τον αιτητή νέα στοιχεία ή πορίσματα τα οποία ο Προϊστάμενος δεν έλαβε υπόψη κατά την έκδοση της εκδοθείσας απόφασής του […]» [αρ.16Δ (3) (α) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 (6(I)/2000]) και, εφόσον διαπιστωθεί τούτο, εξετάζεται το αν «[τ]α εν λόγω στοιχεία ή πορίσματα αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες χορήγησης […] διεθνούς προστασίας» και «ικανοποιείται πως ο αιτητής, άνευ δικής του υπαιτιότητας, αδυνατούσε να υποβάλει τα εν λόγω στοιχεία ή πορίσματα κατά την προηγούμενη διαδικασία» [αρ.16Δ (3) (β) (i) και (ii)].
Στην απόφαση του ΔΕΕ στην υπ. αρ.C-651/19, JP v Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides, ημ.09/09/20, λέχθηκε, σκέψη 60, ότι: «[…] το δικαστήριο που επιλαμβάνεται προσφυγής κατά απόφασης με την οποία απορρίπτεται ως απαράδεκτη μεταγενέστερη αίτηση διεθνούς προστασίας πρέπει να ελέγξει μόνον κατά πόσον, αντιθέτως προς ό,τι αποφάσισε η αρμόδια αρχή, από την προκαταρκτική εξέταση της αίτησης αυτής προέκυψαν νέα στοιχεία ή πορίσματα, κατά τα διαλαμβανόμενα στην προηγούμενη σκέψη. Εξ αυτού συνάγεται ότι, στο δικόγραφο της προσφυγής του ενώπιον του δικαστηρίου αυτού, ο αιτών πρέπει, κατ’ ουσίαν, απλώς να αποδείξει ότι βασίμως θεώρησε ότι υφίστανται νέα στοιχεία ή πορίσματα σε σχέση με εκείνα που εξετάστηκαν στο πλαίσιο της προηγούμενης αιτήσεώς του.»
Στην απόφαση του ΔΕΕ στην C-921/19, LH, ημ.10/06/21 λέχθηκαν τα εξής:
«37. Η εξέταση του παραδεκτού της μεταγενέστερης αίτησης συνεχίζεται, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 40, παράγραφος 3, της οδηγίας αυτής, μόνον όταν πράγματι υφίστανται τέτοια νέα στοιχεία ή πορίσματα σε σχέση με την πρώτη αίτηση για διεθνή προστασία, προκειμένου να εξακριβωθεί αν τα νέα αυτά στοιχεία και πορίσματα αυξάνουν σημαντικά την πιθανότητα να πληροί ο αιτών τις απαιτούμενες προϋποθέσεις για να του αναγνωρισθεί το καθεστώς αυτό.
38. Κατά συνέπεια, οι δύο αυτές προϋποθέσεις παραδεκτού, μολονότι πρέπει αμφότερες να πληρούνται για να συνεχιστεί η εξέταση της μεταγενέστερης αίτησης, σύμφωνα με το άρθρο 40, παράγραφος 3, της εν λόγω οδηγίας, εντούτοις είναι διακριτές και δεν πρέπει να συγχέονται.»
Συνεπώς, ο σκοπός της προκαταρτικής έρευνας η οποία κατέληξε στην προσβαλλόμενη δια της παρούσης απόφαση, είναι ο έλεγχος του κατά πόσο πληρούνται οι ως άνω εκ της νομοθεσίας τιθέμενες προϋποθέσεις, οι οποίες θα δικαιολογούσαν περαιτέρω εξέταση της απορριφθείσας μεταγενέστερης αίτησης και όχι η επί της ουσίας έρευνα των νεών ισχυρισμών, ως να επρόκειτο για πρώτη αίτηση ασύλου.
Το ιστορικό αιτήσεων διεθνούς προστασίας της αιτήτριας έχει ως εξής.
Στην 1η αίτηση ασύλου που υπέβαλε η αιτήτρια καταγράφει ότι - ούσα υιοθετημένη χωρίς να το γνωρίζει - όταν άρχισε το πανεπιστήμιο, ο πατριός της την κακοποίησε σεξουαλικά. Η μητέρα της ταξίδευε συνεχώς και έτσι η ίδια ήταν με τον πατριό της. Σε επόμενο ταξίδι της μητέρας της ο πατριός της τη βίασε ξανά και την τραυμάτισε στο πρόσωπο, λέγοντας της ότι δεν είναι ο βιολογικός της πατέρας. Όταν ανέφερε τα περιστατικά στην μητέρα της, αυτή της είπε να φύγει από το σπίτι και οργάνωσε το ταξίδι της στην Κύπρο. Αναφέρει δε ότι αν επιστρέψει η ζωή της θα είναι σε κίνδυνο.
Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης από την Υπηρεσία Ασύλου που ακολούθησε η αιτήτρια ανέφερε πως γεννήθηκε στην Κινσάσα, όπου και έζησε μέχρι την αναχώρησή της από τη χώρα. Η οικογένεια της αποτελείται από τους γονείς της, με τους οποίους δεν έχει επαφή, από τα δύο αδέλφια της και από δύο αδέλφια της μητέρας της, οι οποίοι διαμένουν στην Κινσάσα.
Αναφορικά με τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής η αιτήτρια κατ’ ουσία επανέλαβε τα όσα είχε καταγράψει στην αίτηση της, αναφέροντας ότι όσο διέμενε με την οικογένεια της, ο πατέρας της, της αποκάλυψε πως δεν είναι βιολογική του κόρη και το 2015 υπήρξε θύμα σεξουαλικής κακοποίησης απ’ αυτόν. Μετά από δύο μήνες ανακάλυψε πως έμεινε έγκυος, και ως επακόλουθο η μητέρα της, της έδωσε φάρμακα με αποτέλεσμα να αποβάλει και κατέληξε στο νοσοκομείο. Δεν ήταν με τη δική της θέληση, αλλά αναγκάστηκε να τα πάρει γιατί δεν είχε κάπου αλλού να πάει, ως ανέφερε. Περί το 2016, ο πατέρας της αποπειράθηκε να την βιάσει για δεύτερη φορά, καταλήγοντας τελικά να την τραυματίζει μόνο στο πρόσωπο και μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο, όπου έμαθε ότι ήταν φορέας του ιού HIV. Εκεί ήταν που άκουσε στο τηλέφωνο τον πατέρα της να απειλεί την μητέρα της πως αυτός θα σκοτώσει την αιτήτρια. Ως ανέφερε, από το 2016 η αιτήτρια διέμενε στην Κινσάσα μαζί με τα αδέλφια της μητέρας της, μέχρι και την αναχώρηση της από τη χώρα το 2021, διάστημα κατά το οποίο δεν είχε αντιμετωπίσει πρόβλημα σχετικά με τον πατέρα της.
Οι καθ’ ων η αίτηση, εξετάζοντας τα όσα ανέφερε η αιτήτρια εντόπισαν και αξιολόγησαν δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς, ως ακολούθως.
1. Ταυτότητα, προφίλ, χώρα καταγωγής και τόπος διαμονής της αιτήτριας
2. Η αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι κακοποιήθηκε σεξουαλικά από τον πατέρα της
Εκ των ως άνω οι καθ’ ων η αίτηση αποδέχθηκαν τον 1ο ισχυρισμό, απέρριψαν δε τον 2ο ισχυρισμό, καθότι κρίθηκε ότι το αφήγημα της αιτήτριας περιείχε κενά, ασάφειες και αντιφάσεις, στερούνταν χρονικής συνέπειας και εύλογα αναμενόμενων λεπτομερειών επί των όσων ανέφερε.
Συγκεκριμένα, επί του 2ου ως άνω ισχυρισμού, κρίθηκε πως η αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να παρέχει συγκεκριμένες λεπτομέρειες σχετικά με τη δήλωση της γιατί δεν τον κατάγγειλε στις αρχές, λέγοντας πως ο πατέρας της ήταν ένας άνθρωπος με δύναμη - στρατιωτικός - και πως όλοι τον φοβόντουσαν, χωρίς να διευκρινίζει τους λόγους. Επίσης, δεν ήταν σε θέση να περιγράψει με εύλογη λεπτομέρεια και χρονική συνέπεια την κατάσταση που επικρατούσε στο σπίτι όσο διέμεναν όλοι μαζί ειδικά κατά την διάρκεια που η ίδια γνώριζε πως ήταν έγκυος, ενώ - ερωτώμενη σχετικώς - αρκέστηκε στη δήλωση πως κρατούσαν αποστάσεις και πως βρίσκονταν σε διαφορετικά μέρη του σπιτιού αυτή και ο πατέρας της, γεγονός που υποβιβάζει τον φόβο δίωξης.
Κατά την αξιολόγηση της εξωτερικής αξιοπιστίας του εν λόγω ισχυρισμού εντοπίστηκαν πληροφορίες που δεικνύουν ότι η σεξουαλική βία είναι φαινόμενο που απαντάται στη χώρα καταγωγής και συνεπώς συνάδει με τα όσα σχετικά ανέφερε η αιτήτρια. Εντούτοις, δεδομένης της τρωθείσας εσωτερικής συνοχής των λεγομένων της, ο ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε ως αναξιόπιστος.
Στα πλαίσια αξιολόγησης του κινδύνου στη βάση των ως άνω αποδεκτών ισχυρισμών, οι καθ’ ων αίτηση διερεύνησαν την κατάσταση ασφαλείας στην Κινσάσα, σε συνάρτηση με το προφίλ της αιτήτριας, περιλαμβανομένου του ότι είναι φορέας του ιού HIV. Στα πλαίσια της εν λόγω έρευνας κατέληξαν ότι, δεδομένου ότι δεν παρατηρείται υψηλό επίπεδο αδιακρίτως ασκούμενης βίας στον τόπο διαμονής της (Κινσάσα) και του ότι διαθέσιμες πληροφορίες δεικνύουν ότι παρέχεται δεόντως θεραπεία για τον ιό HIV, δεν υφίσταται εύλογη πιθανότητα να υποστεί αυτή δίωξη ή σοβαρή βλάβη και ότι τυχόν επιστροφή της δεν είναι σε παράβαση της αρχής της μη επαναπροώθησης.
Για τους πιο πάνω λόγους η 1η αίτηση που υπέβαλε η αιτήτρια απορρίφθηκε ως αβάσιμη και εκδόθηκε απόφαση επιστροφής.
Στα πλαίσια της μεταγενέστερης αίτησης της που οδήγησε στην προσβαλλόμενη δια της παρούσης απόφαση καταγράφει ότι απειλείται με θάνατο από τον πατέρα της, ο οποίος της μετάδωσε τον ιό HIV και φοβάται για τη ζωή της.
Συνεπεία των ανωτέρω η επίδικη μεταγενέστερη αίτηση απορρίφθηκε, ως καταγράφουν οι καθ’ ων η αίτηση στην επίδικη έκθεση που ετοίμασαν (ερ.114-115), για τον λόγο ότι τα όσα αναφέρει δεν αποτελούν νέα στοιχεία.
Στα πλαίσια της ακρόασης της παρούσης ο συνήγορος της, προσκομίζοντας σχετική ιατρική βεβαίωση ημ.31/07/24, ανέφερε ότι η αιτήτρια είναι φορέας του ιού HIV, ο οποίος δεν είναι σήμερα μεταδοτικός αλλά χρήζει θεραπείας, με στοιχεία ευαλωτότητας, ως θύμα βιασμού, και στερείται οικογενειακού δικτύου.
Προχωρώ σε αξιολόγηση των ενώπιον μου δεδομένων σε συνάρτηση με το ισχύον νομικό πλαίσιο, ως ανωτέρω παρατίθεται.
Ενόψει των ως άνω θεωρώ ότι ορθώς απορρίφθηκε ως απαράδεκτη η επίδικη αίτηση, στη βάση των όσων διαλαμβάνονται στο αρ.16Δ (3) (α) του Νόμου. Τούτο γιατί τα όσα στην επίδικη μεταγενέστερη αίτηση αναφέρει η αιτήτρια έχουν ήδη εξεταστεί στα πλαίσια της 1ης αίτησης ασύλου που υπέβαλε και συνεπώς δεν αποτελούν νέα στοιχεία.
Στο αρ.16Δ (2) & (3) (α) αναφέρεται ρητώς ότι «[ο] Προϊστάμενος λαμβάνει υπόψη όλα τα στοιχεία των προαναφερόμενων περαιτέρω διαβημάτων χωρίς να πραγματοποιηθεί συνέντευξη» και, περαιτέρω, ότι, «[…] σε περίπτωση που […] ο αιτητής δεν έχει προσκομίσει νέα στοιχεία ή πορίσματα, η μεταγενέστερη αίτηση απορρίπτεται ως απαράδεκτη, με βάση την αρχή του δεδικασμένου, χωρίς να πραγματοποιηθεί συνέντευξη.».
Από τα ενώπιον μου λοιπόν στοιχειά, ως ανωτέρω αναφέρονται, θα συμφωνήσω με τα ευρήματα και την επί της επίδικης αιτήσεως κατάληξη των καθ’ ων η αίτηση, ως αυτή καταγράφεται στην επίδικη έκθεση, επί των οποίων ουδέν χρειάζεται να προστεθεί.
Δεν παραγνωρίζω ότι εν προκειμένω η αιτήτρια είναι φορέας του ιού HIV και στερείται οικογενειακού δικτύου στη χώρα καταγωγής της, σύμφωνα με τα λεγόμενα της. Όμως αυτό δεν αλλάζει τα δεδομένα της παρούσης, εφόσον - με βάση την οικεία νομοθεσία - οι ισχυρισμοί αυτοί εξετάστηκαν στα πλαίσια της 1ης αίτησης, η απόφαση επί της οποίας κατέστη βεβαίως απρόσβλητη, μετά και την απόρριψη της προσφυγής που καταχώρησε κατ’ αυτής, η οποία απορρίφθηκε λόγω μη προώθησης της. Συνεπώς δεν θα μπορούσαν να εξεταστούν εκ νέου. Άλλωστε η εκ νέου ενασχόληση με ζητήματα που έχουν εξεταστεί στα πλαίσια της 1ης αιτήσεως ασύλου, η απόφαση επί της οποίας έχει βεβαίως καταστεί απρόσβλητη, γίνεται μόνο σε περιπτώσεις που προσάγονται νέα στοιχεία και είναι σε συνάρτηση μ’ αυτά τα νέα στοιχεία, πράγμα που δεν ισχύει εν προκειμένω (βλ. απόφαση ΔΕΕ C-653/22, S.N., L. N., ημ.13/06/24, σκέψεις 50-58).
Περαιτέρω, εν προκειμένω, δεν προσβάλλεται απόφαση επιστροφής, καθώς αυτή, ως ρητώς αναφέρεται στο ερ.117, έχει ήδη εκδοθεί προ πολλού στις 28/04/23, κατά την απόρριψη της 1ης αιτήσεως ασύλου της αιτήτριας (ερ.70, 79) και συνεπώς στα πλαίσια της επίδικης αίτησης δεν υπήρχε βεβαίως ανάγκη έκδοσης νέας απόφασης επιστροφής, δεδομένου ότι η προηγούμενη απόφαση επιστροφής βρισκόταν σε ισχύ και ουδέποτε ανακλήθηκε ή ακυρώθηκε (κατέστη δε απρόσβλητη, αφού η προσφυγή της αιτήτριας κατ’ αυτής απορρίφθηκε) ή έπαυσε να ισχύει για οιονδήποτε λόγο.
Παρά την ως άνω κατάληξη μου θεωρώ αρμόζον, για σκοπούς πληρότητας, να αναφέρω και τα εξής, σε σχέση με τους ισχυρισμούς της αιτήτριας για μη διαθεσιμότητα κατάλληλης θεραπείας για τον ιό HIV στη χώρα καταγωγής.
Από το 2010 η διάδοση του ιού HIV μειώνεται σταθερά και εξίσου σταθερά αυξάνεται η διαθεσιμότητα και προσβασιμότητα μέσα από μια σειρά μέτρων, που περιλαμβάνουν την πρόληψη, διάγνωση, φροντίδα, περίθαλψη και ανίχνευση του ιϊκού φορτίου. Στα πλαίσια της πολυεπίπεδης δράσης κατά του ιού από κυβερνητικά και άλλα σχήματα, διατίθενται και κοινωνικοί εργάτες, οι οποίοι φροντίζουν για την παραπομπή σε ιατρικά κέντρα των πασχόντων, ενημέρωση και πρόληψη αλλά και αντιμετώπιση του κοινωνικού στίγματος που συνεπάγεται η ασθένεια. Η απαιτούμενη φαρμακευτική αγωγή είναι δωρεάν σε όλα τα δημόσια νοσηλευτήρια ή εγγεγραμμένα φαρμακεία. Στην Κινσάσα λειτουργεί και ειδικό νοσηλευτήριο για το HIV/AIDS από τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα.[1]
Σε αναφορά του UN AIDS για το 2023 καταγράφεται ότι η κάλυψη για την αντιρετροϊκή ART θεραπεία ανέρχεται στο 91% σε ενήλικες ηλικίας 15 ετών και πάνω, πράγμα που καταδεικνύει ότι η κατάσταση βελτιώνεται [2].
Σε άλλη πηγή περιλαμβάνονται νοσοκομεία και κλινικές τόσο του δημοσίου όσο και του ιδιωτικού τομέα που προσφέρουν θεραπεία HIV/ AIDS στην Κινσάσα: Clinique Générale de Kinshasa • University Clinic • Ngaliema Clinic • Kitambo Clinic • Bondeko Clinic • Yolo Medical Clinic • Saint Joseph Hospital • Nganda Centre • Kinshasa Medical Centre • Gombele Medical Clinic • ROI Baudouin Clinic • N’djili Hospital • Marie Biamba Mutombo Clinic. [3]
Για τους λόγους που εξηγώ πιο πάνω η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με έξοδα €300 υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον της αιτήτριας.
Α. Χριστοφόρου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] EASO - Democratic Republic of Congo (DRC) - Medical Country of Origin Information Report - August 2021 - p.21, 65-71, 98-105 - https://euaa.europa.eu/publications/medcoi-report-medical-country-origin-information-report-democratic-republic-congo-drc
[2] UN AIDS, Democratic Republic of Congo Fact Sheet, 2023, https://www.unaids.org/en/regionscountries/countries/democraticrepublicofthecongo
[3] ZIRF - Zentralstelle für Informationsvermittlung zur Rückkehrförderung: Democratic Republic of the Congo - Country Fact Sheet 2021, February 2022, σελ.3,
https://files.returningfromgermany.de/files/CFS 2021_DRC_ENG.pdf
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο