
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση Αρ.: 1286/23
12 Φεβρουαρίου, 2025
[Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
A. K.
Αιτήτριας
και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η αίτηση
.........
Π. Γιαννακάς (κος), Δικηγόρος για την Αιτήτρια
Α. Φιλίππου (κος), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση
Γεγονότα
1. Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως ακολούθως: Η Αιτήτρια κατάγεται από τη Λ.Δ.Κ. (στο εξής: η Λ.Δ.Κ.). Περί τις 20.12.2021 υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας. Στις 14.3.2023 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη της Αιτήτριας από λειτουργό, ο οποίος υπέβαλε Έκθεση-Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής: Προϊστάμενος) για απόρριψη της αίτησης ασύλου της Αιτήτριας. Η Εισήγηση εγκρίθηκε από τον Προϊστάμενο στις 23.3.2023. Η εν λόγω απορριπτική απόφαση, η οποία κοινοποιήθηκε στην Αιτήτρια στις 4.4.2023, αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.
Νομικοί Ισχυρισμοί
2. Η Αιτήτρια προωθεί ότι λανθασμένως οι Καθ’ ων η αίτηση απέρριψαν την αίτηση της για διεθνή προστασίας. Ειδικότερα, μέσω του συνηγόρου της, προωθεί τον ισχυρισμό ότι η επίδικη απόφαση αποτελεί προϊόν πλάνης περί το νόμο και έλλειψης δέουσας έρευνας και πλάνης περί τα πράγματα και ότι η απόφαση δεν είναι επαρκώς/και ή δεόντως αιτιολογημένη. Ως προς την απόρριψη του καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας προβάλλει συγκεκριμένα ότι η απόφαση είναι εντελώς αναιτιολόγητη. Επιπλέον, προβάλλει τον ισχυρισμό ότι τυχόν επιστροφή της στην Λ.Δ.Κ. παραβιάζει την αρχή της μη επαναπροώθησης.
3. Περαιτέρω, ως προς τις προσωπικές της περιστάσεις, αναφέρει ότι η μητρική της γλώσσα είναι τα λινγκάλα και τα τσιλούπα και ότι άρχισε να μαθαίνει τα γαλλικά, 2 με 3 χρόνια πριν την είσοδό της στη Δημοκρατία. Υποστηρίζει κυρίως ότι λανθασμένως η συνέντευξη της πραγματοποιήθηκε στη γαλλική και επιπλέον υποστηρίζεται δια του συνηγόρου της ότι δεν υποβλήθηκαν σε αυτήν επαρκή και κατάλληλα ερωτήματα. Περαιτέρω, προβάλλει ότι εισήλθε νόμιμα στη Δημοκρατία και ότι ουδέποτε επισκέφτηκε τις κατεχόμενες περιοχές. Μετά τον θάνατο των γονέων της, μεγάλωσε στο χωριό Kamonia της Λ.Δ.Κ., όπου διέμενε μαζί με τον παππού της, ο οποίος δολοφονήθηκε για πολιτικούς λόγους. Η Αιτήτρια δια του συνηγόρου της προβαίνει σε μια εκτεταμένη θεωρητικά αναφορά στις προϋποθέσεις υπαγωγής στο καθεστώς του πρόσφυγα χωρίς ωστόσο να προκύπτει η νομική υπαγωγή των περιστάσεών της στις κρίσιμες διατάξεις του περί Προσφύγων Νόμου. Ως προς το ενδεχόμενο υπαγωγής, επικουρικώς, της Αιτήτριας σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασία, η Αιτήτρια επικαλείται την κατάσταση ασφαλείας που επικρατεί στη χώρα καταγωγής της σε συνάρτηση με τις προσωπικές της περιστάσεις.
4. Από την πλευρά τους οι Καθ΄ ων η αίτηση υπεραμύνονται της επίδικης απόφασης ως προϊόντος δέουσας έρευνας και ως δεόντως αιτιολογημένη, υποστηρίζοντας ότι λήφθηκαν υπόψη όλα τα ουσιώδη στοιχεία και γεγονότα της υπόθεσης. Επισημαίνουν δε ότι η Αιτήτρια έχει πλέον ενηλικιωθεί και εγείρουν ζήτημα αναφορικά με τη συνέχιση της νομικής εκπροσώπησης της Αιτήτριας.
Νομικό Πλαίσιο
5. Η Σύμβαση περί του καθεστώτος των προσφύγων, η οποία υπογράφηκε στη Γενεύη στις 28 Ιουλίου 1951 και τέθηκε σε ισχύ στις 22 Απριλίου 1954 [Recueil des traités des Nations unies, τόμος 189, σ. 150, αριθ. 2545 (1954)], όπως συμπληρώθηκε με το Πρωτόκολλο περί του καθεστώτος των προσφύγων, το οποίο συνήφθη στη Νέα Υόρκη στις 31 Ιανουαρίου 1967 και τέθηκε σε ισχύ στις 4 Οκτωβρίου 1967 (στο εξής: Σύμβαση της Γενεύης), ορίζει, στο άρθρο 1, τμήμα Α, σημείο 2, πρώτο εδάφιο, ότι ο όρος «πρόσφυγας» εφαρμόζεται επί παντός προσώπου το οποίο, «συνεπεία δικαιολογημένου φόβου διώξεως λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητος, κοινωνικής τάξεως ή πολιτικών πεποιθήσεων, ευρίσκεται εκτός της χώρας της οποίας έχει την ιθαγένεια και δεν δύναται ή, λόγω του φόβου τούτου, δεν επιθυμεί να απολαύει της προστασίας της χώρας ταύτης».
6. Ο Κανονισμός 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έχει ως ακολούθως:
«Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου (Αρ.1) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ’ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».
7. Το άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 και 2020 (Ο περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος) καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.
8. Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει την έννοια του όρου πρόσφυγας και τις προϋποθέσεις υπαγωγής σε αυτόν τον ορισμό.
9. Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου προβλέπει τις περιπτώσεις, όπου χορηγείται το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.
Κατάληξη
10. Ως προς του ισχυρισμούς της Αιτήτριας περί έλλειψης δέουσας έρευνας και αιτιολογίας και περί πλάνης είναι κρίσιμο και απαραίτητο να καταστεί αντιληπτό ότι η δικαιοδοσία του παρόντος δικαστηρίου διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στο λυσιτελές της προβολής των λόγων προσφυγής. Ειδικότερα, το παρόν Δικαστήριο ως δικαστήριο ουσίας δικάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιον του εξ υπαρχής, κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά προχωρεί παραπέρα και εξετάζει και την ουσιαστική ορθότητα της de novo και ex nunc. Η Αιτήτρια αναμένεται να προβάλει, στο πλαίσιο της διοικητικής ή και της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας. Η πιο πάνω ανάλυση λόγω της έκτασης της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου καθιστά αλυσιτελή την προβολή υποπεριπτώσεων λόγων προσφυγής π.χ. έλλειψη δέουσας έρευνας, ορισμένες διαδικαστικές πλημμέλειες κατά την έκδοση της επίδικης πράξης. Εν προκειμένω, η Αιτήτρια εκπροσωπούμενη και δια συνηγόρου, έχει την ευκαιρία να εκθέσει τους ισχυρισμούς της και να λάβει όλα τα δέοντα δικονομικά μέσα προς τεκμηρίωσή τους [Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14ης Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου, Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 247 και Π.Δ. Δαγτόγλου, (Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο), σελ. 552]. Ως αλυσιτελείς χαρακτηρίζονται οι λόγοι προσφυγής, οι οποίοι ακόμα και αν γίνουν δεκτοί δεν πρόκειται να οδηγήσουν σε ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης [Βλ. Η προβολή ισχυρισμών στις διοικητικές διαφορές ουσίας, Α. Αθ. Αρχοντάκη, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 100].
11. Ειδικώς ως προς τις αναφορές της Αιτήτριας δια του συνηγόρου της ότι η γαλλική δεν είναι μια γλώσσα που η ίδια κατανοεί πλήρως επισημαίνονται συναφώς τα ακόλουθα. Στο έντυπο καταγραφής της αίτησής της, η Αιτήτρια καταγράφει ως γλώσσες της οποίες ομιλεί τόσο τα λινγκάλα (μητρική) όσο και τη γαλλική. Κατά δε τη συνέντευξή της επιβεβαίωσε ότι το έντυπο συμπλήρωσε η ίδια. Στο πρακτικό της συνέντευξής της, η Αιτήτρια δήλωσε ότι κατανοεί τη διερμηνέα, η οποία μετέφραζε από τη γαλλική στην αγγλική και αντίστροφα (βλ. ερ. 23 του δ.φ.). Προκύπτει εξάλλου, ότι η Αιτήτρια ανταποκρινόταν και κατανοούσε τα ερωτήματα που της υποβλήθηκα και στο τέλος προσυπογράφει τα πρακτικά. Επισημαίνεται συναφώς ότι απώτερος σκοπός της συνέντευξης είναι επιτρέψει στον εκάστοτε αιτητή να εκθέσει διεξοδικά τους λόγους της αίτησής του (βλ. άρθρο 13Α (9)). Προς τούτο, οφείλει η αποφαίνουσα αρχή να διασφαλίσει τις κατάλληλες συνθήκες, όπως εξειδικεύονται περαιτέρω στο περί Προσφύγων Νόμο. Ειδικώς ως προς τη γλώσσα της συνέντευξης οφείλεται η συνέντευξη να πραγματοποιείται σε γλώσσα την οποία ο αιτητής κατανοεί ή ευλόγως θεωρείται ότι κατανοεί (άρθρο 18(7Ε)). Με τα ενώπιόν μου δεδομένα δεν προκύπτει ότι η Αιτήτρια δεν κατανοούσε τη γλώσσα διεξαγωγής της διαδικασίας. Τουναντίον, η ίδια δια του συνηγόρου της φαίνεται να στηρίζεται στις δηλώσεις κατά τη διαδικασία τη συνέντευξης και ενώπιον του παρόντος δικαστηρίου. Ως εκ τούτου, ο συναφής ισχυρισμός απορρίπτεται. Ως προς δε τον ισχυρισμό περί άλλων διαδικαστικών πλημμελειών κατά το στάδιο της συνέντευξης, αυτός για τους λόγους που αναλύονται ανωτέρω, κρίνεται ότι εγείρεται αλυσιτελώς, καθώς η Αιτήτρια, εκπροσωπούμενη και δια συνηγόρου, είχε την ευκαιρία να εκθέσει και να αποσαφηνίσει τα όσα δήλωσε κατά τη διοικητική διαδικασία, κάτι που δεν έπραξε.
12. Προχωρώντας στην εξέταση της ουσίας των ισχυρισμών της Αιτήτριας, επισημαίνω συναφώς τα ακόλουθα: Κατά την καταγραφή της αίτησής της, η Αιτήτρια δήλωσε ότι αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής της λόγω της απώλειας των γονέων της, οι οποίοι σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια των επεισοδίων που σημειώθηκαν από μέλη της ομάδας Kamuina Nsapou (Σημειώνεται ότι η εν λόγω ομάδα κατά την καταγραφή της αίτησης από την Αιτήτρια αναγράφεται ως Kamwina Sapou). Επιπλέον, ανέφερε ότι δολοφονήθηκαν ο μεγαλύτερος αδελφός της και ο παππούς της, T. K., ο οποίος είχε αναλάβει τη φροντίδα της μετά τον θάνατο των γονέων της. Μετά την απώλεια όλων των συγγενών της, μια φίλη της μητέρας της τη βοήθησε να διαφύγει από την Κινσάσα. Ωστόσο, η γυναίκα αυτή την εγκατέλειψε, αφήνοντάς την μόνη της.
13. Κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξης, η Αιτήτρια δήλωσε ως τόπο καταγωγής της την περιοχή Kamonia, η οποία υπάγεται στην επαρχία Kasai, και τελευταίας συνήθους διαμονής της την Kinshasha της Λ.Δ.Κ.. Γεννήθηκε το 2005, και δήλωσε μουσουλμάνα ως προς το θρήσκευμα ανήκουσα στην εθνοτική ομάδα Kasai. Αναφορικά με την οικογενειακή της κατάσταση, δήλωσε ότι είναι άγαμη και ότι οι γονείς της έχουν αποβιώσει. Μετά τον θάνατο των γονέων της, διέμενε με τον παππού της στην περιοχή Kamonia και στη συνέχεια, μετά τον θάνατο του παππού της, έζησε για τρία χρόνια στην Kinshasha με την αδελφή της μητέρας της. Η Αιτήτρια δήλωσε ότι δεν έχει αδέλφια, ενώ το ταξίδι της προς τη Δημοκρατία διευθετήθηκε από την αδελφή της μητέρας της. Ως προς το εκπαιδευτικό της υπόβαθρο, ανέφερε ότι ολοκλήρωσε την πρωτοβάθμια εκπαίδευση και ότι στη χώρα της δεν εργάστηκε. Αναφορικά με τον λόγο για τον οποίο εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της, η Αιτήτρια, κατά την ελεύθερη αφήγησή της, δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα επειδή τα άτομα που δολοφόνησαν τον παππού της και ολόκληρη την οικογένειά της ήθελαν να σκοτώσουν και την ίδια. Υποστήριξε ότι διέτρεχε κίνδυνο και στην Kinshasha, καθώς συνέχιζαν να την αναζητούν και εκεί. Πρόσθεσε ότι η αδελφή της μητέρας της, την είχε ενημερώσει πως άγνωστα άτομα είχαν μεταβεί στην Kinshasha για να την εντοπίσουν, ωστόσο η ίδια δεν αποκάλυψε τίποτα σε αυτούς.
14. Στη συνέχεια υποβλήθηκαν στην Αιτήτρια διευκρινιστικές ερωτήσεις αναφορικά με τον τρόπο και τις συνθήκες θανάτου του παππού της. Ακολούθως, όταν ρωτήθηκε αν υπήρξε κάποιο συγκεκριμένο περιστατικό που την οδήγησε στην απόφαση να εγκαταλείψει τη χώρα, η Αιτήτρια απάντησε ότι δεν σημειώθηκε κάποιο συγκεκριμένο γεγονός και ότι η αδελφή της μητέρας της ήταν εκείνη που διευθέτησε την αναχώρησή της. Όταν ρωτήθηκε αν της συνέβη κάτι προσωπικά, απάντησε αρνητικά.
15. Αξιολογώντας τις ανωτέρω δηλώσεις της Αιτήτριας, οι Καθ' ων η αίτηση σχημάτισαν δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς, ο μεν πρώτος αναφορικά με την ταυτότητα, τη χώρα καταγωγής και τα προσωπικά στοιχεία τα Αιτήτριας, ενώ ο δεύτερος αναφορικά με τον φόβο δίωξης της Αιτήτριας από τα άτομα τα οποία σκότωσαν την οικογένειά της.
16. Ο πρώτος ισχυρισμός της Αιτήτριας έγινε αποδεκτός καθώς κρίθηκε ότι ήταν σε θέση να παρέχει συνεκτικές και σαφείς απαντήσεις για την καταγωγή και τόπo διαμονής, τον οικογενειακό, εθνοτικό, θρησκευτικό και εκπαιδευτικό της υπόβαθρο.
17. Αντίθετα ο δεύτερος ισχυρισμός της Αιτήτριας έτυχε απόρριψης, καθότι οι δηλώσεις της κρίθηκαν ως γενικόλογες και αόριστες, ενώ υπέπεσε σε αντιφάσεις και αποκλίσεις σε σχέση με διάφορες εκφάνσεις του εν λόγω ισχυρισμού.
18. Με βάση το μόνο αποδεκτό ισχυρισμό της Αιτήτριας, το προσωπικό της προφίλ και τον τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής της αλλά και το γεγονός ότι δεν είχε υποστεί στη χώρα καταγωγής της οποιασδήποτε μορφή δίωξης ή σοβαρή βλάβη, κρίθηκε ότι αυτή δε θα βρεθεί αντιμέτωπη με πιθανότητα να υποστεί δίωξη ή σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής της στη Λ.Δ.Κ.. Προς τούτο, λήφθηκαν υπόψη εξωτερικές πηγές πληροφόρησης αναφορικά με τη χώρα καταγωγής της Αιτήτριας όπου γίνεται αναφορά σε παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Υπόψη επίσης λήφθηκε και η κατάσταση ασφαλείας στον τόπο διαμονής της Αιτήτριας. Στο πλαίσιο της νομικής ανάλυσης, κατέληξαν ότι δεν προκύπτει δικαιολογημένος φόβος δίωξης της Αιτήτριας δυνάμει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου, αλλά ούτε και πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης αυτού δυνάμει του άρθρου 19(2) του περί Προσφύγων Νόμου. Ειδικά σχετικά με ενδεχόμενη υπαγωγή της στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, παρατέθηκαν πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας από τις οποίες δεν προκύπτει η ύπαρξη ένοπλης σύρραξης στην Kinshasa.
19. Στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, η Αιτήτρια δεν προέβαλε οποιοδήποτε νέο ισχυρισμό. Ωστόσο, το Δικαστήριο είχε την ευκαιρία να υποβάλει σε αυτήν ερωτήματα, όπου αυτή επιβεβαίωσε τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της.
20. Κατά την ακροαματική διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου στις 14.6.2024, η Αιτήτρια επιβεβαίωσε τον τόπο καταγωγής και διαμονής της στην χώρα της. Δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη Λ.Δ.Κ. σε ηλικία 16 ετών. Ανέφερε ότι γεννήθηκε και διέμενε με την οικογένειά της στην περιοχή Kamonia και στη συνέχεια, έζησε για τρία χρόνια στην πόλη της Kinshasa με τη θεία της (αδελφή της μητέρας της), μέχρι να εγκαταλείψει τη χώρα. Περαιτέρω, δήλωσε ότι ομιλεί τα λινγκάλα και έτερη τοπική, ενώ κατά τη διαμονή της στην Kinshasa παρακολουθούσε μαθήματα γαλλικής γλώσσας σε κέντρο εκμάθησης, στο οποίο την είχε εγγράψει η θεία της. Πρόσθεσε ότι είναι μουσουλμάνα στο θρήσκευμα. Όταν ρωτήθηκε αν κάποιο μέλος της οικογένειάς της διαμένει ακόμα στην περιοχή Kamonia, απάντησε ότι δεν γνωρίζει και πιστεύει πως όλα τα μέλη της οικογένειάς της έχουν αποβιώσει. Σε σχέση με την ουσία του αιτήματός της, επανέλαβε ότι τα άτομα που σκότωσαν τα μέλη της οικογένειάς της στην περιοχή Kamonia είχαν μεταβεί στην Kinshasa, γεγονός που, όπως υποστήριξε, έθετε σε κίνδυνο και την ίδια. Για τον λόγο αυτό, ισχυρίστηκε ότι η θεία της την έκρυβε για τρία χρόνια στην οικία της και στη συνέχεια οργάνωσε την έξοδό της από τη χώρα. Ερωτηθείσα εάν στην Kinshasha είχε επαφές με τον κοινωνικό περίγυρο όπως τους συμμαθητές ή γείτονες της, απάντησε αρνητικά. Όταν ρωτήθηκε πώς γνωρίζει ότι την αναζητούσαν, η Αιτήτρια απάντησε ότι την είχε ενημερώσει η θεία της, η οποία το είχε μάθει από μία γνωστή της, ότι δηλαδή τα εν λόγω άτομα είχαν μεταβεί στην Kinshasa. Η ίδια διευκρίνισε πως δεν είχε δει κάποιον να την αναζητά, αλλά βασιζόταν στις πληροφορίες της θείας της. Σχετικά με τον θάνατο του παππού της, η Αιτήτρια δήλωσε ότι εκείνος ήταν αρχηγός του χωριού και για τον λόγο αυτό τον καταδίωκαν. Όταν ρωτήθηκε τι ακριβώς επιδίωκαν από τον παππού της, απάντησε ότι αυτό ήταν δικό τους πρόβλημα και ότι εκείνη ήταν ανήλικη. Σε επαναληπτική ερώτηση, διευκρίνισε ότι τα άτομα αυτά ήθελαν να διοικήσουν το χωριό. Όταν ρωτήθηκε γιατί, μετά τον θάνατο του παππού της, αναζητούσαν την ίδια, η Αιτήτρια απάντησε ότι ήταν μάρτυρας και θα μπορούσε να τους καταγγείλει. Στην ερώτηση αν θα μπορούσε να επιστρέψει και να διαμείνει στην Kinshasa, η Αιτήτρια δήλωσε ότι προτιμά να μην επιστρέψει εκεί, καθώς γνωρίζουν τον παππού της, ο οποίος ήταν αρχηγός του χωριού, και θεωρεί ότι θα την αναγνωρίσουν και την ίδια. Τέλος, όταν ρωτήθηκε αν μπορεί να επιστρέψει στο χωριό της, δήλωσε ότι δεν έχει κανέναν εκεί και επανέλαβε τον φόβο της για τα άτομα που την αναζητούν.
21. Αναφορικά με τη θεία της (αδελφή της μητέρας της), η Αιτήτρια δήλωσε ότι διατηρούσαν καλές σχέσεις και ότι ήταν το άτομο που τη βοήθησε με το ταξίδι της στη Δημοκρατία. Ειδικότερα, ανέφερε ότι η θεία της την ενημέρωσε πως κινδύνευαν και οι δύο, της ετοίμασε τα απαραίτητα έγγραφα και ταξίδεψε μαζί της μέχρι τη Δημοκρατία. Η Αιτήτρια δήλωσε ότι δεν γνώριζε πως σκοπός της θείας της ήταν απλώς να τη συνοδεύσει και στη συνέχεια να την εγκαταλείψει. Μάλιστα ανέφερε ότι όντας στη Δημοκρατία μίλησε μια φορά μαζί της και της υπέδειξε να επικοινωνήσει με ένα θείο της, ο οποίος βρισκόταν στην Ευρώπη. Όταν ρωτήθηκε για ποιο λόγο η θεία της επέστρεψε στη Λ.Δ.Κ., παρότι διωκόταν και η ίδια, η Αιτήτρια απάντησε πως δεν γνωρίζει. Δήλωσε ότι από τότε μίλησαν μόνο μία φορά τηλεφωνικά κατά τη διάρκεια της παραμονής της στη Δημοκρατία, ενώ η θεία της δεν της έδωσε κάποια συγκεκριμένη εξήγηση για τον λόγο που την εγκατέλειψε, παρά μόνο της πρότεινε να επικοινωνήσει με μια άλλη θεία της, η οποία διαμένει στη Γαλλία. Η Αιτήτρια προσπάθησε να επικοινωνήσει ξανά μαζί της, χωρίς επιτυχία.
22. Προχωρώντας σε de novo και ex nunc εξέταση των ενώπιόν μου δεδομένων, όπως υπαγορεύουν τα εδάφια (3) και (4) του άρθρου 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου, με βάση τα ενώπιον μου δεδομένα, αρχικά συντάσσομαι με το εύρημα των Καθ’ ων η αίτηση περί αξιοπιστίας του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού για τους λόγους που καταγράφονται στην εισηγητική έκθεση, η οποία αποτελεί και την αιτιολογική βάση της επίδικης απόφασης.
23. Ως προς το δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό περί της δίωξής της από άτομα τα οποία σκότωσαν και την οικογένειά της παρατηρούνται τα εξής. Καταρχάς λαμβάνεται υπόψη από το παρόν Δικαστήριο ότι η Αιτήτρια εγκατέλειψε τη χώρα της σε ηλικία 16 ετών ενώ η συνέντευξή της έλαβε χώρα ένα μόλις μήνα προτού ενηλικιωθεί. Οι επιμέρους παράμετροι του εν λόγω ισχυρισμού αφορούν στην κατ΄ισχυρισμό δολοφονία του παππού της και τον κίνδυνο που η ίδια κατ’ ισχυρισμό διατρέχει από τα ίδια πρόσωπα. Η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει επακριβώς τους φορείς δίωξής της ούτε ήταν σε θέση να δώσει οποιεσδήποτε λεπτομέρειες αναφορικά με τις περιστάσεις της κατ’ ισχυρισμό δολοφονίας του παππού της ούτε κατά τη διοικητική ούτε και κατά την ενώπιόν μου δικαστική διαδικασία. Ερωτηθείσα ως προς τα κίνητρα των δραστών της δολοφονίας του παππού της, η Αιτήτρια αποκρίθηκε αρχικώς ότι δεν γνωρίζει ενώ αμέσως μετά δήλωσε ότι ανέφερε ότι τον σκότωσαν επειδή είναι ο αρχηγός της κοινότητας. Η Αιτήτρια στο ίδιο σημείο δήλωσε άγνοια αναφορικά με τις περιστάσεις και τα κίνητρα πίσω από τη δολοφονία των γονέων της (βλ. ερ. 18), τα οποία δεν διασυνδέει με τον πιο πρόσφατο θάνατο τους παππού της. Η ίδια δήλωσε ότι ουδέποτε βίωσε οποιοδήποτε περιστατικό εναντίον της και ότι αποφάσισε να εγκαταλείψει τη χώρα της μετά από υπόδειξη της θείας της, η οποία τής ανέφερε ότι τα άτομα που δολοφόνησαν τον παππού της θέλουν να σκοτώσουν και την ίδια. Αναφέρει χαρακτηριστικά η Αιτήτρια ότι τα εν λόγω άτομα είχαν τα πρόσωπά τους καλυμμένα, αναφορά που έρχεται σε αντίφαση με τον ισχυρισμό της ότι διώκουν και την ίδια για να μην τους καταγγείλει, εφόσον ευθύς εξαρχής δεν είχαν αποκαλύψει την ταυτότητά τους (βλέπε πρακτικά ημερομηνίας 14.6.2024). Η Αιτήτρια αναφέρει για κατά τη δικαστική διαδικασία το όνομα μιας οργάνωσης, ως φορείς δίωξής της, δεδομένο το οποίο έρχεται σε αντίφαση με τις αρχικές της δηλώσεις. Συνεπώς, η Αιτήτρια βασίζει την πεποίθησή της περί προσωπικής δίωξής της αποκλειστικά στις αναφορές της θείας της. Δεν προηγήθηκε οποιοδήποτε περιστατικό εναντίον της. Επιπλέον, διαμένοντας πλέον στην Kinshasa, η οποία απέχει 905 χλμ. από την Kamonia[1], απόσταση η οποία αντιστοιχεί περίπου σε 15 ώρες και 20 λεπτά οδικής διαδρομής, η Αιτήτρια δεν αναφέρεται σε οποιοδήποτε περιστατικό εναντίον της κατά τα τρία χρόνια της διαμονής της στην Kinshasa προτού εγκαταλείψει τη χώρα της. Αντίθετα, παρά την αρχική της δήλωση ότι δεν κυκλοφορούσε, στη συνέχεια ανέφερε ότι παρακολουθούσε μαθήματα γαλλικής και έτσι μπορούσε να βγαίνει έξω (βλ. ερ. 17 5Χ του διοικητικού φακέλου). Ως προς τις συνθήκες παραμονής της στην Kinshasa, η Αιτήτρια ανέφερε ότι διέμενε με τη θεία της και δύο άλλα παιδιά. Ερωτηθείσα για τα δύο άλλα αυτά πρόσωπα, η Αιτήτρια δήλωσε ότι δεν γνωρίζει ποιανού είναι τα παιδιά, δεδομένο το οποίο δεν κρίνεται εύλογο δεδομένης της επί τριών ετών συμβίωσής της με τα εν λόγω πρόσωπα και της ηλικίας της, καθώς καίτοι ανήλικη βρισκόταν σε μια σχετικά ώριμη ηλικία και συνεπώς δεν κρίνεται εύλογη η άγνοιά της. Ερωτηθείσα ποιο ήταν το συγκεκριμένο περιστατικό το οποίο την ανάγκασε να πάρει την απόφαση να εγκαταλείψει την χώρα της, η Αιτήτρια ανέφερε πως δεν υπήρξε κάποιο συγκεκριμένο περιστατικό και πως η αδερφή της μητέρας της το διευθέτησε. (Π.Β. ερυθ. 18 5Χ). Ερωτηθείσα ποιες ήταν οι ενδείξεις πως αυτά τα άτομα τα οποία σκότωσαν την οικογένεια της επιθυμούν να σκοτώσουν και την ίδια, η Αιτήτρια ανέφερε πως η θεία της αντιλήφθηκε τα σημάδια και τον κίνδυνο και για αυτό τον λόγο, για να αποτρέψει να της συμβεί κάτι, η θεία της διευθέτησε την αναχώρησή της από την χώρα. (Π.Β. ερυθ. 17 2Χ). Ερωτηθείσα τί θα συμβεί αν επιστρέψει στη χώρα της, η Αιτήτρια ανέφερε πως δεν θα της συμβεί τίποτα λόγο του ότι δεν έκανε κάτι. (Π.Β. ερυθ. 17 3Χ). Με βάση τα ανωτέρω, δεν θεμελιώθηκε η εσωτερική αξιοπιστία της Αιτήτριας ως προς τον υπό εξέταση ισχυρισμό.
24. Σε σχέση με την εξωτερική αξιοπιστία του υπό κρίση ισχυρισμού, δεν είναι εύλογο να εντοπιστούν σχετικές εξωτερικές πηγές, καθώς πρόκειται για γεγονός το οποίο βίωσε σε ιδιωτικό επίπεδο η Αιτήτρια. Παρά ταύτα, ως προς τις επιμέρους εκφάνσεις των δηλώσεών της, το Δικαστήριο ανέτρεξε σε πληροφορίες από την χώρα καταγωγής σχετικά με την ομάδα «Kamuina Nsapu», στην οποία, σύμφωνα με δήλωσή της κατά τη δικαστική διαδικασία, αποδίδεται η δολοφονία του παππού της και κατ’ επέκταση αποτελούν τους φορείς δίωξής της:
25. Σύμφωνα με έκθεση της EUAA, η οποία δημοσιεύτηκε το 2024, το «Kamuina Nsapu» ήταν μια ομάδα που αποτελούνταν κυρίως από άτομα της εθνοτικής ομάδας Luba, και πήρε το όνομά της από τον τίτλο του παραδοσιακού αρχηγού στην επαρχία Kasai-Central της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό (Λ.Δ.Κ.). Σύμφωνα με τις πηγές, η ομάδα δημιουργήθηκε το 2016 από μια διαμάχη μεταξύ του Αρχηγού Jean-Prince Mpandi, ο οποίος ορίστηκε ως Kamuina Nsapu από τα μελή της φυλής, και των κυβερνητικών αρχών, τα οποία υποστήριζαν έναν διαφορετικό υποψήφιο.[2] Η τοπική και εθνική κυβέρνηση υποστήριζαν τον Ntenda Tshiambi, ο οποίος θεωρούνταν πολιτικά πιο κοντά στην κεντρική κυβέρνηση, σε αντίθεση με τον Jean-Prince Mpandi, που θεωρείτο «συμπαθών προς την αντιπολίτευση». Το 2016, μετά την απόρριψη του αιτήματος του Mpandi να αναγνωριστεί ως ο αρχηγός Kamuina Nsapu από τις τότε κυβερνητικές αρχές, ο Mpandi άρχισε να συγκεντρώνει και να κινητοποιεί υποστηρικτές για το αντι-κυβερνητικό του κίνημα. Στις 12 Αυγούστου 2016, ο αρχηγός Kamuina Nsapu σκοτώθηκε από τις δυνάμεις άμυνας και ασφάλειας. Το Γραφείο του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (OHCHR) σε έκθεση που δημοσιεύθηκε τον Αύγουστο του 2017 σημείωσε ότι αυτό το περιστατικό «σηματοδότησε καμπή στην κρίση»[3], καθώς οι επιθέσεις της ομάδας Kamuina Nsapu σε κρατικούς θεσμούς εντάθηκαν και επεκτάθηκαν σε άλλες επαρχίες του Κασάι.[4]
26. Η εξέγερση των Kamwina Nsapu έφερε αντιμέτωπους τα άτομα που ήταν πιστοί στον Jean-Prince Mpandi (Kamwina Nsapu) με τις εθνικές δυνάμεις ασφαλείας για τρία χρόνια, μεταξύ 2016 και 2019. Η εξέγερση ξεκίνησε στην περιοχή Dibaya στο Kasai-Central και στη συνέχεια επεκτάθηκε σε ολόκληρη την περιοχή του Kasai, η οποία περιλαμβάνει πέντε επαρχίες: Κασάι, Κασάι-Σεντράλ, Κασάι-Οριεντάλ, Λομάμι και Σανκουρού. Σε απάντηση αυτής της εξέγερσης της πολιτοφυλακής Kamwina Nsapu, οι αρχές που βρίσκονταν στην εξουσία εκείνη την περίοδο φέρεται να δημιούργησαν μια πολιτοφυλακή, τη Bana Mura. Η πολιτοφυλακή Bana Mura προερχόταν από πληθυσμιακές ομάδες που δεν μιλούσαν τη γλώσσα Tshiluba, ενώ οι Kamwina Nsapu μιλούσαν Tshiluba. Στην πόλη Καμονία, φέρεται ότι ήταν o Polydore Omokoko, ο οποίος εκείνη την περίοδο ήταν συνταγματάρχης, που οργάνωσε την πολιτοφυλακή Bana Mura διανέμοντας όπλα στα μέλη της. Τουλάχιστον 251 άτομα υπήρξαν θύματα εξωδικαστικών εκτελέσεων και στοχευμένων δολοφονιών μεταξύ 12 Μαρτίου και 19 Ιουνίου 2017, συμπεριλαμβανομένων 62 παιδιών, σύμφωνα με αναφορές της Αποστολής των Ηνωμένων Εθνών στη Λ.Δ.Κ. (Λ.Δ.Κ.), η οποία έχει εντοπίσει τουλάχιστον 80 ομαδικούς τάφους στην περιοχή. Έχουν επίσης αναφερθεί περιστατικά βιασμών.[5]
27. Οι μαχητές της Bana Mura διέπραξαν σφαγές με εθνοτικά κίνητρα, στοχεύοντας πληθυσμούς που συνδέονταν ή υποστήριζαν την εξέγερση των Kamuina Nsapu, και ιδιαίτερα τους πληθυσμούς Λούμπα.[6] Η βία ήταν εκτεταμένη: χωριά κάηκαν ενώ οι κάτοικοι, συμπεριλαμβανομένων παιδιών, βρίσκονταν μέσα στα σπίτια τους. Τα θύματα βασανίστηκαν, τραυματίστηκαν και εκτελέστηκαν με πυροβολισμούς. Γυναίκες και κορίτσια απήχθησαν και κρατήθηκαν ως σκλάβες για αρκετά χρόνια. Ορισμένες από αυτές βιάστηκαν επανειλημμένα και γέννησαν παιδιά σε αιχμαλωσία ή αναγκάστηκαν να υποβληθούν σε εκτρώσεις. Στις 20 Μαΐου 2024 άνοιξε στην Tshikapa (επαρχία Κασάι, Λ.Δ.Κ.) η δίκη δώδεκα πολιτοφυλάκων, τοπικών πολιτικών και εκπροσώπων των δυνάμεων ασφαλείας του Κονγκό για εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας που διαπράχθηκαν στην περιοχή Καμονία μεταξύ 2017 και 2018. Η δίκη λαμβάνει χώρα στο πλαίσιο μιας θανατηφόρας σύγκρουσης στην περιοχή του Κασάι, η οποία έφερε αντιμέτωπους τον παραδοσιακό αρχηγό Kamuina Nsapu και τους υποστηρικτές του με την κυβέρνηση στην Κινσάσα μεταξύ 2016 και 2019. Η σύγκρουση, σε συνδυασμό με τις διαφυλετικές εντάσεις, οδήγησε σε χιλιάδες θανάτους και τον εκτοπισμό 1,4 εκατομμυρίων ανθρώπων.
28. Σύμφωνα με την έκθεση των Ηνωμένων Εθνών[7], η πολιτοφυλακή επεκτάθηκε μέσω μιας οργανωμένης διαδικασίας στρατολόγησης και της δημιουργίας αιθουσών μύησης γνωστών ως «tshiotas», οι οποίες εποπτεύονταν από απεσταλμένους του εκλιπόντος αρχηγού Kamuina Nsapu. Αυτοί οι απεσταλμένοι, μετέβαιναν σε χωριά, δημιουργώντας «tshiotas» και εκτελώντας αντίπαλους αρχηγούς χωριών και χωρικούς που αρνούνταν να ενταχθούν στο κίνημα.[8] Το 2017, τοπικοί παρατηρητές στην περιοχή Κασάι ανέφεραν στο International Crisis Group ότι «πολλοί νέοι άνδρες και αγόρια, μερικά μόλις πέντε ετών, είχαν επιστρατευτεί ή είχαν ενταχθεί στην ομάδα».[9] Παρομοίως, το Γραφείο του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου κατέγραψε ότι, όταν η πολιτοφυλακή εισερχόταν σε χωριά, απαιτούσε από τους ντόπιους να «παραδώσουν τα παιδιά τους για να “βαπτιστούν” και να ενταχθούν στην ομάδα», στοχεύοντας και σκοτώνοντας όσους αντιστέκονταν ή αντιτίθεντο στη στρατολόγηση των παιδιών.[10] Όπως αναφέρθηκε από το Radio France Internationale (RFI), η «βάπτιση» ήταν ένα ουσιώδες βήμα στη διαδικασία μύησης και αποτελούνταν από την κατανάλωση ενός μαγικού φίλτρου που θεωρείτο ότι προσέφερε «αφθαρσία και ατρωσία». Σύμφωνα με το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ, «οι προγονικές πεποιθήσεις και τα τελετουργικά έπαιζαν εξαιρετικά σημαντικό ρόλο» και τηρούνταν αυστηρά.[11] Κατά τη διάρκεια των μαχών, ένα ή περισσότερα κορίτσια που αποκαλούνταν «ya mama» τοποθετούνταν στην πρώτη γραμμή, πίσω τους βρίσκονταν αγόρια οπλισμένα με μαχαίρια και ραβδιά, ενώ τα μεγαλύτερα μέλη με όπλα ακολουθούσαν στην τελευταία γραμμή. Οι πολιτοφύλακες πίστευαν ότι τα κορίτσια είχαν τη δύναμη «να πιάνουν τα πυρομαχικά με τις φούστες τους», ενώ τα αγόρια «είχαν τη μαγική δύναμη να μεταμορφώνονται σε φονικά όπλα».
29. Σε όλα τα περιστατικά που καταγράφηκαν στην έκθεση του OHCHR το 2017, συμπεριλαμβανομένων των «μαρτυριών Κονγκολέζων που διέφευγαν από την κρίση στην περιοχή του Κασάι», η ομάδα Kamuina Nsapu χρησιμοποίησε παιδιά, με αναφορές να υποδεικνύουν τη στρατολόγηση αγοριών και κοριτσιών μόλις επτά ετών.[12] Σύμφωνα με την ίδια έκθεση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ που δημοσιεύθηκε το 2018, πάνω από το 60% της πολιτοφυλακής Kamuina Nsapu αποτελούνταν από παιδιά.[13]
30. Σύμφωνα με έκθεση του 2021 από τον Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης (IOM), παρά το γεγονός ότι η στρατολόγηση σε ένοπλες πολιτοφυλακές «έχει σε μεγάλο βαθμό σταματήσει», ορισμένες πολιτοφυλακές και ειδικότερα μέλη της Kamuina Nsapu «φέρεται να διατήρησαν τα όπλα τους και παρέμειναν ενεργά ως ομάδες αυτοάμυνας της κοινότητας» στην επαρχία Kasai-Central. Τον Ιούλιο του 2021, το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ ανέφερε ότι η πολιτοφυλακή Kamuina Nsapu ήταν ενεργή στις περιοχές Tshikapa, Kamonia και Mweka της επαρχίας Kasai. Τον Δεκέμβριο του 2021, η οργάνωση Humanity & Inclusion (πρώην Handicap International) ανέφερε αναζωπύρωση της πολιτοφυλακής Kamuina Nsapu στην περιοχή Dibaya, στην επαρχία Kasai-Central.[14] Ως εκ τούτου, δεν διαπιστώνετε δράση της εν λόγω οργάνωσης στην Kinshasa.
31. Από τις ανωτέρω εξωτερικές πηγές επιβεβαιώνεται η δράση της εν λόγω ομάδας στο τόπο προηγούμενης διαμονής της Αιτήτριας περί το χρόνο που έλαβε χώρα κατ΄ισχυρισμό δολοφονία του παππού της. Ωστόσο δεδομένης της μη θεμελίωσης της εσωτερικής της αξιοπιστίας ο υπό εξέταση ισχυρισμός απορρίπτεται στο σύνολό του.
32. Προχωρώντας στην αξιολόγηση του κινδύνου που διατρέχει η Αιτήτρια γίνεται καταρχάς αποδεκτός ότι αυτή συνιστά νεαρή γυναίκα, μη συζευγμένη, με υποστηρικτικό δίκτυο στη χώρα καταγωγής της (θεία), υγιή, με βασικό μορφωτικό επίπεδο, ικανή προς εργασία.
34. Πρόσφατες πηγές που εντόπισε σε COI query η EUAA που δημοσιεύτηκε στις 2 Σεπτεμβρίου του 2024,[15] ανέφεραν σχετικά με τον ρόλο την γυναίκας μέσα στην κοινωνία της Λ.Δ.Κ. ότι παρά τη συνταγματική απαγόρευση των διακρίσεων κατά των γυναικών, οι γυναίκες αντιμετώπισαν διακρίσεις σε όλες τις πτυχές της ζωής τους.[16] Η έκθεση Bertelsmann Stiftung για τη Λ.Δ.Κ., που καλύπτει την περίοδο από 1 Φεβρουαρίου 2021 έως 31 Ιανουαρίου 2023, σημείωσε ότι η χώρα «χαρακτηρίζεται από μια βαθιά ενσωματωμένη πατριαρχική κουλτούρα που περιλαμβάνει νόμους και παραδοσιακά έθιμα που συμβάλλουν στις διακρίσεις κατά των γυναικών». Επιπλέον, παρόλο που είναι παράνομο, οι γυναίκες και τα κορίτσια υφίστανται διακρίσεις σε όλα τα επίπεδα. Οι γυναίκες και τα κορίτσια πλήττονται δυσανάλογα από τη φτώχεια και αντιμετωπίζουν τακτικά σεξουαλική βία.[17] Ομοίως και έκθεση του Freedom House του 2024 επιβεβαιώνει τα ανωτέρω πως ότι «οι γυναίκες στη Λ.Δ.Κ. βιώνουν διακριτική μεταχείριση σχεδόν σε κάθε πτυχή της ζωής τους»[18].
35. Η Έκθεση της Αυστριακής ACCORD του Νοεμβρίου του 2020 αναφέρει ότι στη Λ.Δ.Κ., μια από τις χώρες με τη χαμηλότερη κατάταξη στον δείκτη ανθρώπινης ανάπτυξης, οι γυναίκες είναι επίσης σαφώς αντικείμενο διακρίσεων. Ήδη ευάλωτη ως γυναίκα, μια μόνη γυναίκα χωρίς οικογένεια ή κοινωνικό δίκτυο είναι ακόμη πιο ευάλωτη εάν παραμείνει στερημένη από οικονομικά μέσα.[19] Σε έκθεση της Υπηρεσίας Ασύλου της Δανίας αναφέρεται ότι: «Η Ελβετική Κρατική Γραμματεία για τη Μετανάστευση ορίζει μια ανύπαντρη γυναίκα στο πλαίσιο της Κινσάσα ως ενήλικη γυναίκα με ή χωρίς παιδιά, που συντηρείται χωρίς άνδρα σύντροφο.[20] Όπως προαναφέρθηκε η Λ.Δ.Κ. είναι μια πατρογονική κοινωνία, που σημαίνει ότι οι γενιές συνδέονται μέσω του πατέρα μιας οικογένειας.[21] Στο πλαίσιο του Κονγκό, αυτό σημαίνει περαιτέρω ότι μια γυναίκα στη Λ.Δ.Κ. ορίζεται πάντα μόνο σε σχέση με έναν άνδρα συγγενή. Ως εκ τούτου, γυναίκες που απομακρύνονται από αυτόν τον παραδοσιακό τρόπο θεώρησης της οικογένειας εκλαμβάνονται αρνητικά από την κοινωνία και ενίοτε από τη δική τους οικογένεια.[22] Αυτές οι μεροληπτικές συμπεριφορές έναντι των γυναικών έχουν συμβάλει σε μια γενικά χαμηλή ισότητα των φύλων και σε εκτεταμένη σεξουαλική βία και βία με βάση το φύλο. Οι ανύπαντρες γυναίκες χωρίς το υποστηρικτικό δίκτυο που προσφέρει ένας άνδρας συχνά αντιμετωπίζονται αρνητικά (σ.σ. από την κοινωνία), βρίσκονται σε πιο ευάλωτη θέση και πολλές αποφασίζουν να κάνουν συναλλακτικό σεξ για να αποκτήσουν πρόσβαση σε καταφύγιο και εργασία».,[23]
36. H ίδια ως άνω έκθεση συνεχίζει: «Οι ανύπαντρες γυναίκες στην Κινσάσα συχνά βρίσκονται σε πιο ευάλωτη θέση, για τον λόγο αυτό πολλές γυναίκες από μητριαρχικά νοικοκυριά προσποιούνται ότι είναι παντρεμένες σε μια προσπάθεια να αποφύγουν τον στιγματισμό και να ελαττώσουν την ευαλωτότητά τους.[24] Από την άλλη πλευρά, η [ΜΚΟ] Afia Mama εκτίμησε ότι οι ανύπαντρες και μορφωμένες γυναίκες στην Κινσάσα θα ήταν πιο χειραφετημένες από πολλές παντρεμένες γυναίκες στη Λ.Δ.Κ., επειδή έχουν μεγαλύτερη επίγνωση των δικαιωμάτων τους από τις γυναίκες χωρίς μόρφωση.[25] Η πηγή πρόσθεσε ότι οι ανύπαντρες γυναίκες συχνά θεωρείται ότι είναι ιερόδουλες στην Κινσάσα και συνεπώς, η σεξουαλική συναλλαγή αναμένεται από αυτές. Καθώς οι ανύπαντρες γυναίκες βρίσκονται σε μια πιο ευάλωτη θέση, υπόκεινται σε άτυπη φορολογία από την αστυνομία ή άλλους επιθεωρητές προκειμένου να έχουν πρόσβαση στην τοπική αγορά.[26] Στις χήρες και στις γυναίκες που ηγούνται νοικοκυριών παρουσιάζονται λιγότερες ευκαιρίες, καθώς είναι γενικά πιο ευάλωτες και χαρακτηρίζονται από υψηλότερα ποσοστά φτώχειας και ακραίας φτώχειας, επειδή δεν είναι σε θέση να κληρονομήσουν την περιουσία και τα περιουσιακά στοιχεία του εκλιπόντος συζύγου τους[27]». [28]Περαιτέρω, η απάντηση της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (πλέον Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο) αναφορικά με την κατάσταση των γυναικών χωρίς υποστηρικτικό δίκτυο στην Κινσάσα κατά το διάστημα 2017 – 2019, επιβεβαιώνει όλα τα ανωτέρω για τις γυναίκες χωρίς υποστηρικτικό δίκτυο.[29]
37. Ως προς την μεταχείριση των μόνων/ανύπαντρων γυναικών χωρίς ανδρικό υποστηρικτικό δίκτυο επισημαίνεται ότι στη Λ.Δ.Κ., η ιδέα της παραδοσιακής αφοσίωσης στην οικογένεια, τη γενεαλογία και τους άλλους κοινωνικούς δεσμούς επιβιώνει[30]. Επιπλέον, η ως άνω αναφερόμενη πηγή αναφέρει πως«[…] η Λ.Δ.Κ. είναι μια πατρογονική κοινωνία, που σημαίνει ότι οι γενιές συνδέονται μέσω του πατέρα μιας οικογένειας[31].
38. Πηγή της έρευνας του Immigration and Refugee Board (IRB Canada) υποδεικνύει ότι στην Kinshasa η ύπαρξη ανδρικού υποστηρικτικού δικτύου συνιστά σύμβολο ασφάλειας και σεβασμού, ενώ μία γυναίκα χωρίς ανδρική υποστήριξη συχνά εκτίθεται σε απαξιωτική μεταχείριση και ενδεχομένως να υποβληθεί σε λεκτική ή σεξουαλική παρενόχληση[32]. Στο πλαίσιο της Λ.Δ.Κ. αυτό σημαίνει περαιτέρω ότι μια γυναίκα στη Λ.Δ.Κ. ορίζεται πάντα μόνο σε σχέση με έναν άνδρα συγγενή. Ως εκ τούτου, γυναίκες που απομακρύνονται από αυτόν τον παραδοσιακό τρόπο θεώρησης της οικογένειας εκλαμβάνονται αρνητικά από την κοινωνία και ενίοτε από τη δική τους οικογένεια.[33]»[34].
39. Περαιτέρω ως προς την πρόσβαση των γυναικών στην εργασία, έκθεση του USDOS του 2023 καταγράφει πως «το Σύνταγμα απαγορεύει τη διάκριση βάσει φύλου, ωστόσο η νομοθεσία δεν παρέχει τα ίδια δικαιώματα για τις γυναίκες και τους άνδρες. Παρότι η νομοθεσία επιτρέπει στις γυναίκες τη συμμετοχή σε οικονομικούς τομείς χωρίς τη συγκατάθεση των ανδρών συγγενών, προβλέπει τη φροντίδα μητρότητας, απαγορεύει τις σχετικές με το θεσμό της προίκας ανισότητες και ορίζει πρόστιμα και ποινές για όσους προβαίνουν σε διακρίσεις ή λαμβάνουν μέρος σε έμφυλη βία, η κυβέρνηση όμως δεν εφάρμοσε αποτελεσματικά τη νομοθεσία. Οι γυναίκες βίωσαν οικονομική διάκριση, ενώ υπήρξαν νομικοί περιορισμοί στη γυναικεία εργασία, χωρίς περιορισμούς ωστόσο στη διάρκεια εργασίας των γυναικών[35].
40. Επίσης ανωτέρω αναφερόμενη έκθεση του ιδρύματος Bertelsmann επικαλούμενη έτερες πηγές αναφέρει πως το 2021 ο δείκτης για την ανισότητα των φύλων Gender Inequality Index (GII) – μια σύνθετη μέτρηση της ανισότητας των φύλων που χρησιμοποιεί την αναπαραγωγική υγεία, την ενδυνάμωση και την αγορά εργασίας ως κύριες παραμέτρους μέτρησης– αποτυπώνει πως η Λ.Δ.Κ. κατατάσσεται στην 151η θέση από τις 179 χώρες που αξιολογήθηκαν, με μόνο το 14,3% των γυναικών να καταλαμβάνει κοινοβουλευτικές θέσεις. Συνεχίζει πως η Λ.Δ.Κ. βαθμολογείται με 0,576 και κατατάσσεται στην 151η θέση από 156 χώρες που αξιολογούνται στον δείκτη Global Gender Gap του 2021[36].
41. Από τις ανωτέρω πληροφορίες, προκύπτει ότι οι μη συζευγμένες γυναίκες βρίσκονται αντιμέτωπες με διακρίσεις και δυσμενή μεταχείριση. Εντούτοις, κατόπιν εξατομικευμένης εξέτασης, λαμβάνοντας τις ιδιαίτερες περιστάσεις της Αιτήτριας, η οποία διατηρεί υποστηρικτικό δίκτυο στη χώρα καταγωγής της, παρέμεινε στην Κinshasa για το σημαντικό χρονικό διάστημα των τριών ετών χωρίς να συμβεί οτιδήποτε στην ίδια αλλά αντίθετα με τη συνδρομή της θείας της αυτή είχε τη δυνατότητα να συνεχίσει την εκπαίδευσή της στη γαλλική και είχε διασφάλισε αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης. Επικουρικώς, παρά την απόρριψη του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού, επισημαίνεται ότι οι κατ’ ισχυρισμό φορείς δίωξής της δεν δραστηριοποιούνται στην Kinshasa ενώ δεν προκύπτουν αντικειμενικοί λόγοι δίωξής της με βάση την αφήγησή της. Περαιτέρω, σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποίησε το Δικαστήριο σε έγκυρες πηγές πληροφόρησης, ανευρέθηκε ότι στην Λ.Δ.Κ. υφίστανται οργανώσεις, οι οποίες διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην υποστήριξη και την ενδυνάμωση των γυναικών στη χώρα, αντιμετωπίζοντας διάφορες προκλήσεις που αντιμετωπίζουν. Ειδικότερα, η οργάνωση “Women for Women International” δραστηριοποιείται στη Λ.Δ.Κ., προσφέροντας ένα ετήσιο πρόγραμμα για την ενδυνάμωση των γυναικών.[37] Από το 2004, η οργάνωση έχει υποστηρίξει 91.000 γυναίκες, ηλικίας 31-40 ετών. Επιπλέον, η οργάνωση “AFPDE” δημιουργήθηκε από γυναίκες ακτιβίστριες στις 16 Οκτωβρίου 1999 στην Λ.Δ.Κ..[38] Έχει ως στόχο την αναγνώριση των δικαιωμάτων των γυναικών και των παιδιών, την προστασία τους και την υποστήριξή τους. Το Ταμείο των Ηνωμένων Εθνών για την Ειρήνη και την Ανθρωπιστική Βοήθεια των Γυναικών (WPHF) παρέχει θεσμική και προγραμματική χρηματοδότηση σε τοπικές οργανώσεις και γυναίκες ακτιβίστριες στη Λ.Δ.Κ. (Λ.Δ.Κ.).[39] Στόχος του είναι η προώθηση της ηγετικής συμμετοχής των γυναικών και των κοριτσιών στον ανθρωπιστικό σχεδιασμό και την ανταπόκριση, η προστασία τους από τη σεξουαλική και έμφυλη βία (SGBV) και η ενίσχυση της συμμετοχής τους στις αναπτυξιακές προσπάθειες σε όλη τη χώρα. Επιπλέον, η «CARE», μια οργάνωση που δραστηριοποιείται παγκωσμίως, έχει ενισχύσει τη δομή και τη στρατηγική της, ώστε να βοηθήσει τα πιο ευάλωτα μέλη της κοινωνίας της Λ.Δ.Κ. στην εξάλειψη της φτώχειας και στη μείωση της ευαλωτότητά τους απέναντι στην κοινωνική αδικία.[40] Οι ομάδες - στόχοι στην χώρα περιλαμβάνουν φτωχές και ευάλωτες γυναίκες, έφηβες και εφήβους, καθώς και εκτοπισμένους και επαναπατριζόμενους πληθυσμούς. Το έργο της CARE στη Λ.Δ.Κ. επικεντρώνεται στην ανθρωπιστική βοήθεια, την οικονομική ενδυνάμωση των γυναικών, την αναπαραγωγική υγεία, την ασφάλεια τροφίμων και διατροφής, την ανθεκτικότητα στην κλιματική αλλαγή και το δικαίωμα σε μια ζωή απαλλαγμένη από τη βία. Σύμφωνα με έκθεση του USDOS για το έτος 2022 αναφέρονται τα εξής: Ένας αριθμός διεθνών οργανισμών, διεθνών και τοπικών ΜΚΟ βρίσκονται στην Λ.Δ.Κ. παρέχοντας ανθρωπιστικές υπηρεσίες και προσφέροντας υποστήριξη στους επιζώντες της σεξουαλικής και της έμφυλης βίας, καθώς και της σεξουαλικής βίας που σχετίζεται με συγκρούσεις»[41].Τα ανωτέρω καταδεικνύουν τις πρωτοβουλίες που αναλαμβάνονται για τη βελτίωση της θέσης της γυναίκας στη κοινωνία της Λ.Δ.Κ..
42. Επιπλέον, αποτελεί νέα γυναίκα, η οποία εγκατέλειψε τη χώρα της δύο έτη πριν αυτή ενηλικιωθεί και είναι πλέον σχεδόν 20 ετών, ικανή προς εργασία, χωρίς να συντρέχει κάποια άλλη ευαλωτότητα στο πρόσωπό της, κρίνεται ότι δεν συντρέχουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται ότι θα εκτεθεί σε κίνδυνο ως γυναίκα, σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής της.
43. Ως προς τη γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής, βάσει της ιστοσελίδας Rule of Law in Armed Conflict (RULAC), πρωτοβουλίας της Ακαδημίας της Γενεύης για το Διεθνές Ανθρωπιστικό Δίκαιο και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα[42], η Λ.Δ.Κ. είναι αναμεμειγμένη σε αρκετές μη διεθνείς ένοπλες συρράξεις οι οποίες λαμβάνουν χώρα στο έδαφός της κατά μη κρατικών ένοπλων ομάδων[43], μεταξύ των οποίων οι ADF (Allied Democratic Forces), Mai- Mai Yakutumba, FDLR (Forces démocratiques de libération du Rwanda), CODECO (Coopérative de développement économique du Congo) και M23.[44] Η ADF και η Μ23 παρουσιάζονται ως οι πλέον ενεργές οργανώσεις.[45] Ειρηνευτική αποστολή των Ηνωμένων Εθνών (UN Organization Stabilization Mission in the Democratic Republic of the Congo- MONUSCO) υποστηρίζει τις ένοπλες δυνάμεις της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κογκό, ενώ η Ρουάντα έχει επέμβει στη χώρα προς υποστήριξη της ομάδας M23.[46] Με το ψήφισμά του 2717/2023, το Συμβούλιο Ασφαλείας αποφάσισε την επέκταση μέχρι τις 20/12/2024 της εντολής της MONUSCO.[47]
44. Ειδικά στην Kinshasa, οι ανωτέρω οργανώσεις δεν παρουσιάζονται δρώσες.[48] Η σύρραξη ωστόσο η οποία ξεκίνησε στα μέσα του 2022 στην επικράτεια του Kwamouth, μεταξύ των κοινοτήτων Teke και Yaka, επεκτάθηκε σε γειτονικές επικράτειες, μεταξύ των οποίων στην Kinshasa, όπου διαμένουν μέλη των δύο κοινοτήτων καθώς και εκτοπισθέντες από τη σύρραξη, ιδίως στις περιοχές Maluku, Kimbaseke, Masina και Ndjili, τόπου τελευταίας διαμονής του Αιτητή.[49] Οι Mobondo συνιστούν ομάδα μαχητών των Yaka και συμμάχων κοινοτήτων, η οποία σχηματίσθηκε έπειτα από τις επιθέσεις των Teke σε κοινότητες τις οποίες θεωρούν «μη ιθαγενείς».[50] Βάσει της οργάνωσης Global Protection Cluster, οι περιοχές Maluku II και Masina II κατέγραψαν τουλάχιστον πενήντα περιστάσεις παραβιάσεων ανθρώπινων δικαιωμάτων κατά το Δεκέμβριο του 2023 εκ μέρους της παραστρατιωτικής οργάνωσης Mobondo.[51] Σε άρθρο δημοσιευθέν στις 12 Φεβρουαρίου 2024 στο χώρο της The New Humanitarian, ανεξάρτητο και μη κερδοσκοπικό ειδησεογραφικό χώρο[52], αναφέρεται επικοινωνία με ερευνητή ανθρώπινων δικαιωμάτων, βάσει του οποίου «η απάντηση του στρατού στην παραστρατιωτική οργάνωση όταν εισήλθε στην επαρχία της Kinshasa ήταν «θηριώδης» […]» ενώ προσέθεσε ότι οι Mobondo απωθήθηκαν στο αγροτικό Kwamouth, αν και κάνουν επιδρομές ακόμα σε άλλες περιοχές.[53]
45. Από 03/02/2024 έως και 31/01/2025, 22 περιστατικά ασφαλείας έλαβαν χώρα στην Kinshasa, τα οποία επέφεραν 223 απώλειες. 4 εξ αυτών καταγράφηκαν ως μάχες (5 απώλειες), 8 ως εξεγέρσεις (202 απώλειες), 8 ως βία κατά αμάχων (16 απώλειες) και 2 ως διαμαρτυρίες (καμία απώλεια).[54]
46. Ως εκ τούτου, δεν διαπιστώνεται οποιοσδήποτε κίνδυνος ένεκα ένοπλης σύρραξης ή απορρέων από την κατάσταση ασφαλείας στο τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής της Αιτήτριας.
47. Ως εκ τούτου, έχοντας ενώπιόν μου τον διοικητικό φάκελο κρίνω ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή της Αιτήτριας στο καθεστώς του πρόσφυγα καθώς δεν προβλήθηκε ισχυρισμός και κατ΄ επέκταση δεν τεκμηριώθηκε η συνδρομή βάσιμου φόβου δίωξης για κάποιον από τους λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου.
48. Ούτε επίσης τεκμηριώνεται υπαγωγή της στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας (άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου), καθώς η Αιτήτρια δεν επικαλείται κατά βάσιμο τρόπο, αλλά και από τα ενώπιόν μου στοιχεία δεν προκύπτει ότι εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς της, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη.
49. Ειδικότερα, στην προκείμενη περίπτωση από το προαναφερόμενο ιστορικό της Αιτήτριας, ενόψει των προσωπικών της περιστάσεων, δεν πιθανολογείται ότι θα εκτεθεί σε κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψη 32)], ότι διατρέχει κίνδυνο σοβαρής βλάβης, λόγω θανατικής καταδίκης ή εκτέλεσης, βασανιστηρίων, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής της [βλ άρθρο 19(2)(α) και (β)].
50. Ως προς την υπαγωγή της Αιτήτριας στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, επισημαίνω τα κατωτέρω. Ιδίως ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν κατά την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: το ΔΕΕ) επεσήμανε σε πρόσφατη απόφασή του ότι λαμβάνονται υπόψη «[…]μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών.» (ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.6.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland, σκέψη 43).
51. Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (στο εξής: το ΕΔΔΑ) στην απόφασή του Sufi and Elmi (ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών 8319/07 and 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011) αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών, οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.
52. Περαιτέρω, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ’, της οδηγίας.» (απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.2.2009) Ιδίως ως προς την εφαρμογή της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας, το ΔΕΕ στην ως άνω απόφαση διευκρίνισε ότι «ότι όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας.».
53. Λαμβάνοντας υπόψιν τα ανωτέρω ποσοτικά και ποιοτικά δεδομένα δε διακρίνω την ύπαρξη ένοπλης σύρραξης στον τόπο συνήθους διαμονής της Αιτήτριας, ήτοι την πόλη της Kinshasa, ούτε με την καθημερινή του όρου έννοια (ΔΕΕ, C-285/12, Diakité, ημερ. 30/01/2014, σκ. 27-28). Ενόψει της έλλειψης της ουσιώδους αυτής προϋπόθεσης εφαρμογής του άρθρου 19(2)(γ) του Περί Προσφύγων Νόμου, δεν παρίσταται δυνατή η υπαγωγή της Αιτήτριας στο ανωτέρω άρθρο. Επικουρικώς, η Αιτήτρια δεν παρουσιάζει κάποιο παράγοντα ευαλωτότητας πέραν των όσων ήδη εξετάστηκαν και αξιολογήθηκαν ανωτέρω.
Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση τροποποιείται ως ανωτέρω, με €1000 έξοδα εναντίον της Αιτήτριας και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.
Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[2] Jean-Prince Mpandi is also referred to as Jean-Prince Pandi or Jean-Pierre MPandi. See Mercy Corps, Kasai Conflict Assessment: Current Dynamics and Potential Interventions (February-March 2019), 10 June 2019, MC Long Report, p. 4; BBC News, DR Congo unrest: Why are police in Kasai being decapitated?, 27 March 2017,
[3] OHCHR, Report of a Mission of the United Nations High Commissioner for Human Rights – accounts of Congolese fleeing the crisis in the Kasai region, in the Democratic Republic of the Congo, August 2017, διαθέσιμο σε: OHCHRMissionreportonaccountsofKasairefugees.docx
[4] UN Human Rights Council, Situation in Kasaï; Report of the United Nations High Commissioner for Human Rights, 3 July 2018, διαθέσιμο σε: Document Viewer
[5] Justiceinfo.net, Kasai: how three senior officials escaped justice, 17 June 2024, διαθέσιμο σε: Kasai: how three senior officials escaped justice (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 05/02/2025)
[6] OCHA, DRC – Kasai: Political and Military Leaders Standing Trial For War Crimes And Crimes Against Humanity, 2024, διαθέσιμο σε: DRC – Kasai: Political and Military Leaders Standing Trial For War Crimes And Crimes Against Humanity - Democratic Republic of the Congo | ReliefWeb
[7] Ο.π.
[8] Ο.π.
[9] International Crisis Group, Kamuina Nsapu Insurgency Adds to Dangers in DR Congo, 21 March 2017, διαθέσιμο σε: Kamuina Nsapu Insurgency Adds to Dangers in DR Congo | Crisis Group (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 04/02/2025)
[10] OHCHR, Report of a Mission of the United Nations High Commissioner for Human Rights – accounts of Congolese fleeing the crisis in the Kasai region, in the Democratic Republic of the Congo, August 2017, OHCHRMissionreportonaccountsofKasairefugees.docx
[11] UN Human Rights Council, Situation in Kasaï; Report of the United Nations High Commissioner for Human Rights, 3 July 2018, διαθέσιμο σε: Document Viewer
[12] OHCHR, Report of a Mission of the United Nations High Commissioner for Human Rights – accounts of Congolese fleeing the crisis in the Kasai region, in the Democratic Republic of the Congo, August 2017, παρ. 59, διαθέσιμο σε: OHCHRMissionreportonaccountsofKasairefugees.docx
[13] UN Security Council, Children and armed conflict in the Democratic Republic of the Congo; Report of the Secretary-General, 25 May 2018, διαθέσιμο σε: s_2018_502.pdf
[14] Humanity & Inclusion (formerly Handicap International), Country Sheet – Democratic Republic of Congo, September 2022, διαθέσιμο σε: 2022-12-Country-Sheet-External-Long-DRC-EN.pdf
[15] EUAA - European Union Agency for Asylum (formerly: European Asylum Support Office, EASO): Democratic Republic of the Congo ; Situation of women without a support network in South Kivu [Q60-2024], 2 September 2024
https://www.ecoi.net/en/file/local/2114588/2024_09_EUAA_COI_Query_Response_Q60_DRC_Women_without_support_network_South_Kivu.pdf [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]
[16] Bertelsmann Stiftung, BTI 2024 Country Report: Congo, DR, 19 March 2024, https://bti-project.org/fileadmin/api/content/en/downloads/reports/country_report_2024_COD.pdf , p. 23; Freedom House, Freedom in the World 2024: Democratic Republic of the Congo, 2024, https://freedomhouse.org/country/democratic-republic-congo/freedom-world/2024 [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]
[17] Bertelsmann Stiftung, BTI 2024 Country Report: Congo, DR, 19 March 2024, https://bti-project.org/fileadmin/api/content/en/downloads/reports/country_report_2024_COD.pdf , p. 23 [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]
[18] Freedom House: Freedom in the World 2024 - Democratic Republic of the Congo, 2024
https://www.ecoi.net/en/document/2108034.html[Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]
[19] ACCORD – Austrian Centre for Country of Origin & Asylum Research and Documentation: Anfragebeantwortung zu DR Kongo: Situation alleinstehender Frauen mit Kindern, insbesondere im Hinblick auf Arbeitsmarkt, Wohnversorgung und Sozialhilfe [a-11424], 25 November 2020
https://www.ecoi.net/en/document/2043986.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31/01/2025)
[20] Swiss State Secretatiat (SEM), Focus RD Congo; Situation des femmes seules à Kinshasa, 15 January 2016, σελ. 16, https://www.ecoi.net/en/document/1102702.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31/01/2025)
[21] Wagner, K., Glaesmer, H., Bartels, S.A. et al., “Presence of the Absent Father: Perceptions of Family among Peacekeeper-Fathered Children in the Democratic Republic of Congo”. J Child Fam Stud, 2022, https://link.springer.com/article/10.1007/s10826-022-02293-2 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31/01/2025)
[22] De Herdt, Tom “Hidden families, single mothers and Cibalabala: Economic Regress and Changing Household Composition in Kinshasa”, Trefon, T. (Red.), Reinventing order in the Congo – How people respond to state failure in Kinshasa. London: Zed Books, 2004 σελ. 121, 128, https://www.bloomsburycollections.com/book/reinventing-order-in-the-congo-how-people-respond-to-state-failure-in-kinshasa/ch8-hidden-families-single-mothers-and-cibalabala-economic-regress-and-changing-household-composition-in-kinshasa (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31/01/2025)
[23] The Danish Immigration Service, ‘Democratic Republic of the Congo: Socioeconomic conditions in Kinshasa’, October 2022, https://coi.euaa.europa.eu/administration/denmark/PLib/notat-drc-kinshasa.pdf σελ. 29 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31/01/2025)
[24] Jacobs C. et al., Figurations of Displacement in the Democratic Republic of the Congo: Empirical findings and reflections on protracted displacement and translocal connections on Congolese IDPs, November 2020, https://trafig.eu/output/working-papers/trafig-working-paper-no-4 σελ. 29 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31/01/2025)
[25] The Danish Immigration Service, ‘Democratic Republic of the Congo: Socioeconomic conditions in Kinshasa’, October 2022, Annex 2: Interview notes, Afia Mama, an NGO in the Democratic Republic of Congo (DRC), Skype-interview, 2 August 2022, https://coi.euaa.europa.eu/administration/denmark/PLib/notat-drc-kinshasa.pdf παρα. 11 – 12, σελ. 45 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31/01/2025)
[26] Όπ. Π. παρα. 12, σελ. 45
[27] The World Bank, Democratic Republic of Congo Systematic Country Diagnostic, Policy Priorities for Poverty Reduction and Shared Prosperity in a Post-Conflict Country and Fragile State, March 2018, https://openknowledge.worldbank.org/bitstream/handle/10986/30057/DRC-SCD-FINAL-ENGLISH-06132018.pdf?sequence=1&isAllowed=y σελ. 1 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31/01/2025)
[28] The Danish Immigration Service, ‘Democratic Republic of the Congo: Socioeconomic conditions in Kinshasa’, October 2022, Annex 2: Interview notes, An international humanitarian organisation in the Democratic Republic of Congo (DRC) Skype-interview, 29 July 2022, https://coi.euaa.europa.eu/administration/denmark/PLib/notat-drc-kinshasa.pdf παρα. 11, σελ. 41 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31/1/2025)
[29] Davis, L., ‘et al.’, Democratic Republic of Congo – DRC: Gender Country Profile 2014, The Swedish Embassy in Kinshasa, 2014, https://www.lauradavis.eu/wp-content/uploads/2014/07/Gender-Country-Profile-DRC-2014.pdf σελ. 34 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 31/01/2025)
[30] Danish Immigration Service-DIS, 'Democratic Republic of the Congo: Socioeconomic Conditions in Kinshasa' (2022), 12 διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/file/local/2079915/notat-drc-kinshasa.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 25/09/2024)
[31] Βλ.οπ.παραπάνω [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]
[32] IRB, 'Democratic Republic of Congo: Ability to resettle in Kinshasa, particularly for women without male support, including access to housing, jobs and public services (2016-August 2019) (2019), υπό 3, διαθέσιμο σε https://irb.gc.ca/en/country-information/rir/Pages/index.aspx?doc=458089&pls=1, EUAA – European Union Agency for Asylum (formerly: European Asylum Support Office, EASO) (Author): Situation of women without a support network in Kinshasa [Q28-2023], 25 August 2023
https://www.ecoi.net/en/file/local/2096524/2023_08_EUAA_COI_Query_Response_Q28_DRC_Situation_of_women_without_network.pdf [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]
[33] De Herdt, Tom “Hidden families, single mothers and Cibalabala: Economic Regress and Changing Household Composition in Kinshasa”, Trefon, T. (Red.), Reinventing order in the Congo – How people respond to state failure in Kinshasa. London: Zed Books, 2004, σελ. 121, 128, https://www.bloomsburycollections.com/book/reinventing-order-in-the-congo-how-people-respond-to-state-failure-in-kinshasa/ch8-hidden-families-single-mothers-and-cibalabala-economic-regress-and-changing-household-composition-in-kinshasa (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]
[34] The Danish Immigration Service, ‘Democratic Republic of the Congo: Socioeconomic conditions in Kinshasa’, Οκτώβριος 2022, σελ. 29, https://coi.euaa.europa.eu/administration/denmark/PLib/notat-drc-kinshasa.pdf [Ημερομηνία Πρόσβασης: 31.1.2025]
[35] USDOS, 2023 Country Report on Human Rights Practices: Democratic Republic of the Congo, 23 April 2024, https://www.state.gov/wp-content/uploads/2024/02/528267_CONGO-DEM-REP-2023-HUMAN-RIGHTS-REPORT.pdf , p. 42 [Ημερομηνία Πρόσβασης: 05.02.2025]
[36] Bertelsmann Stiftung: BTI 2024 Country Report Congo, DR, 19.3.2024,
https://www.ecoi.net/en/file/local/2105834/country_report_2024_COD.pdf[Ημερομηνία Πρόσβασης: 05.02.2025]
[37] The borgen project, Women’s Empowerment in the Democratic Republic of the Congo, διαθέσιμο σε: Women's Empowerment in the Democratic Republic of the Congo
[38] AFPDE , διαθέσιμο σε: Qui nous sommes - Association des Femmes pour la Promotion et le Développement Endogène (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 12.2.2025)
[39] WPHF, Democratic Republic of Congo, διαθέσιμο σε: Democratic Republic of the Congo - Women’s Peace and Humanitarian Fund (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 12.2.2025)
[40] Care, διαθέσιμο σε: CARE's Humanitarian Work in Democratic Republic of the Congo - CARE
[41] USDOS – US Department of State: 2022 Country Report on Human Rights Practices: Democratic Republic of the Congo, 20 March 2023 https://www.ecoi.net/en/document/2089109.html, (Ημερομηνία Πρόσβασης: 12.2.2025) σελ. 7
[42] RULAC, ‘About RULAC’ (2022), διαθέσιμο σε https://www.rulac.org/about (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 05/02/2025)
[43] RULAC, ‘Democratic Republic of Congo’ (2023), διαθέσιμο σε https://www.rulac.org/browse/countries/democratic-republic-of-congo#collapse1accord (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 05/02/2025)
[44] RULAC, ‘Involvement in Armed Conflict’ (2023), διαθέσιμο σε https://www.rulac.org/browse/countries/democratic-republic-of-congo#collapse1accord (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 05/102/2025)
[45] Al Jazeera, ‘Five Key Issues at Stake in the DR Congo’s Crucial Election’ (2023), διαθέσιμο σε https://www.aljazeera.com/news/2023/12/11/five-key-issues-at-stake-in-the-dr-congos-crucial-election (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 05/02/2025)
[46] RULAC, ‘Democratic Republic of Congo’ (2023), διαθέσιμο σε https://www.rulac.org/browse/countries/democratic-republic-of-congo#collapse1accord (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 05/02/2025)
[47] UNSC, S/RES/2717, (2023), διαθέσιμο σε https://undocs.org/Home/Mobile?FinalSymbol=S%2FRES%2F2717(2023)&Language=E&DeviceType=Desktop&LangRequested=False (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 05/02/2025)
[48] Βλ. σχετικά Global Protection Cluster, https://www.globalprotectioncluster.org/sites/default/files/2024-02/points_saillants-situation_de_protection_decembre_2023_vf.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 05/02/2025), Παρουσία των ανωτέρω ομάδων στην Kinshasa δε μαρτυρείται ούτε κατά την πρόσφατη επιστολή ομάδας ειδικών στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κογκό προς τον Πρόεδρο του Συμβουλίου Ασφαλείας UNSC, ‘Letter dated 15 December 2023 from the Group of Experts on the Democratic Republic of the Congo addressed to the President of the Security Council’ (2023), διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/file/local/2103043/N2336437.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 05/02/2025)
[49] UNSC, S/2023/990, ‘Letter dated 15 December 2023 from the Group of Experts on the Democratic Republic of the Congo addressed to the President of the Security Council’ (2023), 5 διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/file/local/2103043/N2336437.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 05/02/2025)
[50] UNSC, S/2023/990, ‘Letter dated 15 December 2023 from the Group of Experts on the Democratic Republic of the Congo addressed to the President of the Security Council’ (2023), 6 διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/file/local/2103043/N2336437.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 05/02/2025)
[51] GPC, ‘Report on the security situation for civilians and protection (covering December 2023)’ (2024), 13 διαθέσιμο σε https://www.globalprotectioncluster.org/sites/default/files/2024-02/points_saillants-situation_de_protection_decembre_2023_vf.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 05/02/2025)
[52] The New Humanitarian, ‘About Us’ (χωρίς ημερομηνία) διαθέσιμο σε https://www.thenewhumanitarian.org/content/about-us (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 05/02/2025)
[53] The New Humanitarian,‘Conflict in western DRC simmers unnoticed amid rebel gains in the east’ (2024), διαθέσιμο σε https://www.thenewhumanitarian.org/news-feature/2024/02/12/conflict-western-drc-democratic-republic-of-the-congo-amid-rebel-gains-east (ημερομηνία πρόσβασης 05/02/2025)
[54] ACLED, ‘Dashboard’ (χωρίς χρονολογία), διαθέσιμο σε https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard (Event Date: 03/02/2024 - 31/01/2025, Event Type : Battles/ Violence against Civilians/ Explosions- Remote Violence/ Riots, Region: Middle Affrica: Democratic Republic of Congo: Kinshasa, ημερομηνία πρόσβασης 05/02/2025)
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο