E. C. A. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπουργείο Εσωτερικών, Υπόθ. Αρ.: 1474/2024, 13/2/2025
print
Τίτλος:
E. C. A. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπουργείο Εσωτερικών, Υπόθ. Αρ.: 1474/2024, 13/2/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθ. Αρ.: 1474/2024

13 Φεβρουαρίου, 2025

[Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

E. C. A. (ARC XXXXXXXXX), εκ Καμερούν

Αιτητής

-και-

 

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπουργείο Εσωτερικών

Καθ' ων η Αίτηση

Εμφανίσεις:

Τ. Μπετίτο (κος) για τους Πιερίδης & Πιερίδης, Δικηγόροι για τον Αιτητή

Ρ. Προδρόμου (κα) για Α. Φιλίππου (κος), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα, Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση.

Ο Αιτητής παρών.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την παρούσα προσφυγή ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, επιστολής ημερομηνίας 05/04/2024, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας, ως άκυρη, αντισυνταγματική, παράνομη και στερούμενη κάθε έννομου αποτελέσματος. Ζητείται, επίσης, έκδοση νέας απόφασης από το Δικαστήριο επί της ουσίας του αιτήματος του Αιτητή για διεθνή προστασία προς αντικατάσταση της προσβαλλόμενης απόφασης με την οποία να αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή δικαιούχος συμπληρωματικής προστασίας, καθώς και οποιαδήποτε άλλη θεραπεία το Δικαστήριο κρίνει δίκαιη, εύλογη και κατάλληλη υπό τις περιστάσεις.

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Ο Αιτητής υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία στις 19/04/22, πραγματοποιήθηκε η συνέντευξη του την 18/12/23 και σχετική έκθεση/εισήγηση ημερομηνίας 01/01/24, με την οποία εισηγείτο την απόρριψη του αιτήματος του. Ο εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης στις 03/01/24, απόφαση που αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Ο δικηγόρος για τον Αιτητή υιοθέτησε τους λόγους για τους οποίους υποβλήθηκε αίτημα ασύλου και/ή ότι απαντήθηκαν όλες οι ερωτήσεις που του υποβλήθηκαν κατά τη συνέντευξη και εξήγησε με κάθε δυνατή λεπτομέρεια τους κινδύνους που αντιμετώπιζε και θα αντιμετωπίσει κατά της ζωής του σε περίπτωση επιστροφής του και/ή δεν υπέπεσε σε αντιφάσεις και/ή έλλειψη λεπτομερειών στις τοποθετήσεις του. Προβάλλεται ότι η διαδικασία συνέντευξης και/ή έρευνα του λειτουργού ήτο ελλιπής  και λανθασμένα/με πλάνη κρίθηκε αναξιόπιστος.  Η κατάσταση γενικά που επικρατεί στη χώρα του σε συνδυασμό με εξωτερικές πηγές και των όσων ανέφερε κατά τη συνέντευξη, τεκμηριώνουν το βάσιμο του φόβου δίωξής του ή τον καθιστούν δικαιούχο συμπληρωματικής προστασίας. Προβλήθηκαν επίσης νομικοί ισχυρισμοί σε σχέση με την κατάρτιση του CAS21/λειτουργού-εξεταστή της υπόθεσης και μη παραχώρησης διερμηνείας και/ή κατάλληλης διερμηνείας κατά την συνέντευξη που αποτελεί με βάση την απόφαση Υποθ. Αρ. 1061/22 ημερομηνίας 11/09/23, παράβαση ουσιώδους τύπου της διαδικασίας. Σημειώνεται δε, ότι η προσφυγή του Αιτητή η οποία καταχωρίστηκε αρχικά από τον ίδιο περιελάβανε ένορκη δήλωση του ιδίου και έγγραφα τα οποία όμως μετά από διορισμό δικηγόρου του και/ή καταχώρησης της τροποποιημένης προσφυγής του ημερομηνίας 10/10/24 ελλείπουν και/ή δεν επισυνάπτονται και/ή ούτε προωθούνται για εξέταση και/ή αξιολόγηση τους από το Δικαστήριο ούτε μέσω της τροποποιημένης προσφυγής αλλά ούτε γίνεται οποιαδήποτε μνεία αυτών μέσω της Γραπτής Αγόρευσης του συνηγόρου του.

 

Οι Καθ' ων η Αίτηση απάντησαν προφορικά επί της Γραπτής Αγόρευσης του Αιτητή, υιοθέτησαν το περιεχόμενο της έκθεσης/εισήγησης και υποστήριξαν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και επαρκούς αιτιολογίας. Ως υποστήριξαν, οι ισχυρισμοί που προβλήθηκαν ως λόγοι δίωξης δεν τεκμηριώθηκαν από κανένα στοιχείο και δεν έγιναν αποδεκτοί λόγω εσωτερικής αναξιοπιστίας και/ή κρίθηκε ότι δεν εμπίπτει στο καθεστώς πρόσφυγα ή συμπληρωματικής προστασίας. Η γλώσσα επικοινωνίας κατά την συνέντευξη ήταν στην Αγγλική και όπως έχει κριθεί στην Υποθ.Αρ.2924/23, ημερομηνίας 01/03/24, του παρόντος Δικαστηρίου δεν καθίσταται υποχρεωτική σε όλες τις περιπτώσεις διερμηνεία όταν η επικοινωνία μεταξύ λειτουργού/εξεταστή και αιτούντα άσυλο είναι εφικτή. Ούτε μπορούν να αξιολογηθούν οι πηγές πληροφόρησης όπως αυτές έχουν υποβληθεί μέσω της Γραπτής Αγόρευσης του Αιτητή σύμφωνα με τον Κανονισμό 10 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 (3/2019) και/ή όπως έχει κριθεί στην Υποθ. Αρ. 1000/23, ημερομηνίας 09/02/24.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Προτού το Δικαστήριο προβεί σε εξέταση λόγων ακύρωσης θα πρέπει να σημειωθεί ότι ορισμένοι εκ των ισχυρισμών του Αιτητή όπως αυτοί προβάλλονται μέσω της συνηγόρου του στο δικόγραφο της προσφυγής, δεν αναπτύσσονται επαρκώς στην Γραπτή Αγόρευση. Απλή επίκληση παραβίασης Νόμων και γενικών αρχών διοικητικού δικαίου, χωρίς οποιαδήποτε συγκεκριμενοποίηση δεν είναι αρκετή. Η αιτιολόγηση νομικών σημείων είναι απαραίτητη για την εξέταση λόγων ακύρωσης από το Δικαστήριο, οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια, αναπόφευκτα επηρεάζει τη νομική τους βάση με αποτέλεσμα να κινδυνεύουν να κριθούν αναιτιολόγητοι και ανεπίδεκτοι δικαστικής εκτίμησης. Ούτε μπορούν να γίνουν αποδεκτοί ισχυρισμοί που δεν εξειδικεύονται ή δεν αιτιολογούνται, διότι με αυτό τον τρόπο το Δικαστήριο, παρόλο που ασκεί και έλεγχο ουσίας, θα οδηγείτο σε συζήτηση σχεδόν οιουδήποτε θέματος κατά παράβαση των δικονομικών διατάξεων και του ρόλου που διαδραματίζουν στον καθορισμό των επίδικων θεμάτων και της διεξαγωγής της διοικητικής δίκης. (Βλέπε Κανονισμό 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, που εφαρμόζεται κατ΄ αναλογία και από το παρόν Δικαστήριο - Κανονισμός 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας  Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έως 2022 (3/2019), και των λεχθέντων στη  Δημοκρατία ν. Κουκκουρή(1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Latomia Estate Ltd v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672, Δημοκρατία ν. Σπύρου (2007) 3 Α.Α.Δ. 533, Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 Α.Α.Δ. 598, επίσης - Ιωσηφίδης ν. Γενικού Εισαγγελέα (1990) 3 Α.Α.Δ. 4599Kadivari ν. Δημοκρατίας (αρ. 2) (1992) 4 Α.Α.Δ. 2924). Σημειώνεται δε, ότι λόγοι ακύρωσης που καταγράφονται στην προσφυγή, αλλά δεν έχουν αναπτυχθεί μέσω της Γραπτής Αγόρευσης θεωρείται, με βάση την πάγια νομολογία, ότι έχουν εγκαταλειφθεί. Επί τούτου ούτε το Δικαστήριο μπορεί να προβεί σε αξιολόγηση ισχυρισμών και/ή εγγράφων που περιλαμβάνονται στην αίτηση προσφυγής που κατέθεσε αρχικά ο ίδιος ο Αιτητής, καθότι μετά από τον διορισμό δικηγόρου έγινε αίτηση τροποποίησης και από την τροποποιημένη προσφυγή, ως και το σχετικό Διάταγμα του Δικαστηρίου, ελλείπει και/ή δεν γίνεται οποιαδήποτε αναφορά/μνεία στην ένορκη δήλωση του ιδίου του Αιτητή και/ή των εγγράφων που επισύναψε επί αυτής.

 

Πρόσθετα, των πιο πάνω, ούτε μπορούν να ληφθούν υπόψη οι ηλεκτρονικοί σύνδεσμοί και/ή οι παραπομπές στις ιστοσελίδες μέσω Γραπτής Αγόρευσης του Αιτητή οι οποίες υποβάλλονται κατά παράβαση του Κανονισμού 10 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έως 2022 (3/2019) όπου ορίζεται ότι «Πληροφορίες για την χώρα καταγωγής του αιτητή (ΠΧΚ) δύνανται να υποβληθούν σε έντυπη ή/και ηλεκτρονική μορφή, με σχετικό υπόμνημα, το οποίο επισυνάπτεται στην αγόρευση του μέρους που επιθυμεί να την υποβάλει. Στο υπόμνημα  περιλαμβάνονται τα ακόλουθα στοιχεία: (i) κατάλογος των σχετικών ΠΧΚ, (ii) καταγραφή της πηγής τους (για διαδικτυακές πηγές υποδεικνύεται ο ιστότοπος και παρατίθεται ο σύνδεσμος της σχετικής ιστοσελίδας), (iii) επεξήγηση της συνάφειας της υποβληθείσας μαρτυρίας με συγκεκριμένο ισχυρισμό ή/ και επίδικο ζήτημα, (iv) υπόδειξη του συναφούς αποσπάσματος των ΠΧΚ.». (Βλέπε σχετικά Υποθ. Αρ.1000/23, DGD κ.α ν Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, ημερομηνίας 09/02/2024)

 

Λαμβάνοντας υπόψη τα πιο πάνω που εφαρμόζονται και στην παρούσα υπόθεση, προχωρώ να εξετάσω μόνο τους λόγους ακύρωσης που καλύπτονται επαρκώς από τους νομικούς ισχυρισμούς του δικογράφου της προσφυγής και πληρούν τις προϋποθέσεις αιτιολόγησης.

 

Ο δικηγόρος του Αιτητή ζητά από το Δικαστήριο να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση, καθότι δεν παρασχέθηκε διερμηνέας κατά τη συνέντευξη και/ή ήτο υποχρέωση των Καθ’ ων η Αίτηση να εξασφάλιζαν μεταφραστή κατά τη συνέντευξη. Οι διατάξεις του Άρθρου 18 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 έως 2023 (Ν. 6(Ι)/2000) υπό τον τίτλο «Αρχές που διέπουν τις διαδικασίες ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου και άλλων αρχών της Δημοκρατίας» προνοούν, μεταξύ άλλων και στην έκταση που μας ενδιαφέρει, τα εξής:

 

«18.(1) Κατά τη διάρκεια οποιασδήποτε προσωπικής συνέντευξης πραγματοποιείται με τον αιτητή, στα πλαίσια είτε της ταχύρυθμης είτε της κανονικής διαδικασίας εξέτασης αιτήσεων, κανένα πρόσωπο πλην του αιτητή, του δικηγόρου ή του νομικού του συμβούλου, του αρμόδιου λειτουργού, του κηδεμόνα ανηλίκου και του αναγκαίου διερμηνέα δύναται να παρευρίσκεται, εκτός εάν άλλως ζητήσει ο ίδιος ο αιτητής.

[...]

(2) Κατά την υποβολή της αίτησης, κατά την εξέταση της αίτησης και όποτε άλλοτε οι αρχές της Δημοκρατίας καλούν τον αιτητή, παρέχονται στον αιτητή δωρεάν υπηρεσίες διερμηνέα, όπου αυτό είναι αναγκαίο, για δε τους σκοπούς του παρόντος άρθρου θεωρείται ότι αυτό είναι πάντοτε αναγκαίο στην περίπτωση κατά την οποία η Υπηρεσία Ασύλου καλεί τον αιτητή σε προσωπική συνέντευξη και δεν είναι δυνατή η απαραίτητη επικοινωνία χωρίς τις υπηρεσίες αυτές.

(2Α) (α) Ο αρμόδιος λειτουργός που διεξάγει προσωπική συνέντευξη με τον αιτητή σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο-

(i) δύναται να μεριμνά για την ακουστική ή/και οπτικοακουστική καταγραφή της προσωπικής συνέντευξης και, σε τέτοια περίπτωση, λαμβάνει τα δέοντα μέτρα ώστε η καταγραφή ή/και το κείμενο της απομαγνητοφώνησης να διατίθεται σε σχέση με το φάκελο του αιτητή∙

(ii) είτε συντάσσει διεξοδική και εμπεριστατωμένη γραπτή έκθεση η οποία περιλαμβάνει όλα τα ουσιώδη στοιχεία επί των γεγονότων, είτε απομαγνητοφωνεί την τυχόν ακουστική ή/και οπτικοακουστική καταγραφή της προσωπικής συνέντευξης∙

(iii) παρέχει την ευκαιρία στον αιτητή να διατυπώσει τυχόν παρατηρήσεις ή/και να παράσχει διευκρινίσεις προφορικά ή/και γραπτώς σε σχέση με τυχόν εσφαλμένες μεταφράσεις ή παρερμηνείες που περιλαμβάνονται στην γραπτή έκθεση ή στο κείμενο της απομαγνητοφώνησης, στο τέλος της προσωπικής συνέντευξης ή εντός καθορισμένου χρονικού ορίου πριν λάβει απόφαση ο Προϊστάμενος επί της αίτησης∙

(iv) για τους σκοπούς της υποπαραγράφου (iii), ενημερώνει πλήρως τον αιτητή για το περιεχόμενο της γραπτής έκθεσης ή για ουσιώδη στοιχεία του κειμένου της απομαγνητοφώνησης, με τη συνδρομή διερμηνέα εάν είναι απαραίτητο, και κατόπιν ζητά από τον αιτητή να επιβεβαιώσει ότι το περιεχόμενο της γραπτής έκθεσης ή του κειμένου της απομαγνητοφώνησης αντικατοπτρίζει σωστά την συνέντευξη· σε περίπτωση που ο αιτητής αρνείται να επιβεβαιώσει ότι το περιεχόμενο της γραπτής έκθεσης ή του κειμένου της απομαγνητοφώνησης αντικατοπτρίζει σωστά την προσωπική συνέντευξη, οι λόγοι άρνησής του καταχωρίζονται στον προσωπικό του φάκελο και η άρνηση αυτή δεν εμποδίζει τον Προϊστάμενο να λάβει απόφαση επί της αίτησης.

[...]»

 

[ο τονισμός δικός μου]

 

Το δε Άρθρο 12(1)(β) της Οδηγίας 2013/32/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Ιουνίου 2013 σχετικά με κοινές διαδικασίες για τη χορήγηση και ανάκληση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας (αναδιατύπωση), προνοεί ότι:

 

«1. Τα κράτη μέλη, με τις διαδικασίες του κεφαλαίου III, μεριμνούν ώστε να παρέχονται σε όλους τους αιτούντες οι ακόλουθες εγγυήσεις:

[…]

β) να τους παρέχονται υπηρεσίες διερμηνέα, όταν αυτό είναι απαραίτητο για να εκθέσουν την περίπτωσή τους στις αρμόδιες αρχές. Τα κράτη μέλη θεωρούν απαραίτητο να παρέχουν αυτές τις υπηρεσίες τουλάχιστον όταν ο αιτών πρέπει να εξετασθεί στο πλαίσιο συνέντευξης όπως αναφέρεται στα άρθρα 14 έως 17 και 34 και δεν μπορεί να εξασφαλισθεί η δέουσα επικοινωνία χωρίς διερμηνέα. Σε αυτήν την περίπτωση και σε άλλες περιπτώσεις όπου οι αρμόδιες αρχές καλούν τον αιτούντα, οι εν λόγω υπηρεσίες αμείβονται από το Δημόσιο·

[…]»

 

[ο τονισμός δικός μου]

 

Καθίσταται σαφές τόσο από τις πρόνοιες εθνικής νομοθεσίας όσο και από την ίδια την Ευρωπαϊκή Οδηγία 2013/32/ΕΕ, που αφορά κοινές διαδικασίες για τη χορήγηση και ανάκληση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας, ότι η διερμηνεία στα πλαίσια της συνέντευξης αιτούντα άσυλο παρέχεται όπου αυτή είναι αναγκαία και/ή στην περίπτωση κατά την οποία δεν μπορεί να εξασφαλισθεί η δέουσα επικοινωνία (μεταξύ λειτουργού-εξεταστή και αιτούντα άσυλο) χωρίς διερμηνέα. Δεν απαιτείται, λοιπόν, η παροχή διερμηνείας κατά την συνέντευξη οριζόντια και/ή σε όλες τις περιπτώσεις, ούτε αποτελεί προαπαιτούμενο για τη διεξαγωγή της συνέντευξης, αλλά ούτε και στην παρούσα περίπτωση αποτελεί πλημμέλεια στη διαδικασία της συνέντευξης, όπου η επικοινωνία διενεργήθηκε στην αγγλική γλώσσα μόνο μεταξύ λειτουργού-εξεταστή και Αιτητή. Ο ίδιος ο Αιτητής στην αίτηση ασύλου του καταγράφει ότι μητρική του γλώσσα είναι η Αγγλική (ερυθρό 3 του διοικητικού φακέλου στο εξής «ΔΦ»), όλη η διαδικασία της συνέντευξης διενεργήθηκε στην Αγγλική γλώσσα και όλο το πρακτικό της συνέντευξης είναι συνταγμένο στην Αγγλική γλώσσα (ερυθρό 30-21 ΔΦ). Με το πέρας της συνέντευξης και/ή από τα εν λόγω ερυθρά του ΔΦ προκύπτει ότι τόσο ο λειτουργός όσο και ο Αιτητής υπέγραψαν κάθε σελίδα της συνέντευξης. Επίσης, στο τέλος των πρακτικών της συνέντευξης, ο Αιτητής υπέγραψε υπό το εξής κείμενο δήλωσης: «I, the undersigned, confirm that all information in the transcript s true and accurate. I have fully understood in (language), which is a language that I fully understand, all the information provided by the competent officer regarding the asylum procedures, concerning my rights and obligations and the questions addressed to me. I confirm that the recorded responses accurately reflect my statements. Therefore, I declare that I do not wish to change any of my statements nor to question any of the information submitted in the interview», βεβαιώνοντας πως όσα καταγράφονται (στο πρακτικό της συνέντευξης του) αντικατοπτρίζουν επακριβώς τις δηλώσεις του (ερυθρό 21 ΔΦ). Ούτε προκύπτει, από τα πρακτικά της συνέντευξης και/ή τα στοιχεία του φακέλου ότι δεν αντιλαμβανόταν την διαδικασία ή την οποιαδήποτε ερώτηση και θα μπορούσε σε κάθε περίπτωση να ζητήσει οποιεσδήποτε διευκρινίσεις από τον ίδιο τον λειτουργό/εξεταστή της υπόθεσης του. Εξάλλου, στο πρακτικό της συνέντευξης γίνεται εκτενής και/ή ενδελεχής ενημέρωση του για τη διαδικασία της συνέντευξης, προκύπτει ότι η διενέργεια της είναι στην αγγλική και/ή ερωτάται κατά πόσο είναι σε θέση να παρακολουθήσει την εν λόγω διαδικασία (ερυθρό 30-29 ΔΦ). Συνεπώς, δεν εντοπίζω οτιδήποτε παράτυπο, παράνομο και μεμπτό στην διαδικασία που ακολουθήθηκε που μπορεί να οδηγήσει σε ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης και ο ισχυρισμός για παραβίαση ουσιώδους τύπου της διαδικασίας απορρίπτεται ως αβάσιμος (ως η ανωτέρω ανάλυση).

 

Ανεξάρτητα, όμως, της πιο πάνω διαπίστωσης αντλώντας τις εξουσίες που ορίζονται στο Άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 έως 2023 (Ν. 73(Ι)/2018), προχωρώ σε αξιολόγηση της ουσίας του αιτήματος του Αιτητή σε συνάρτηση με τους υπόλοιπους ισχυρισμούς έλλειψης δέουσας έρευνας και ανεπαρκούς αιτιολόγησης και πλάνης της προσβαλλόμενης πράξης στη βάση του περιεχομένου του διοικητικού φακέλου (στο εξής «ΔΦ»).

 

Με την αίτηση του για διεθνή προστασία ο Αιτητής ισχυρίστηκε πως εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του εξαιτίας της πίεσης που δεχόταν από τους Ambazonians[1] για να γίνει μέλος τους στα πλαίσια της αγγλόφωνης κρίσης που είναι εν εξελίξει (ερυθρό 1 ΔΦ). Κατά τη συνέντευξή του ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου, ο Αιτητής επανέλαβε τους πιο πάνω ισχυρισμούς, ήτοι πως εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του εξαιτίας των  Ambazonians οι οποίοι τον στοχοποίησαν λόγω της άρνησής του να συμμετέχει στην ομάδα τους (ερυθρό 25 – 1Χ ΔΦ). Ο λειτουργός στο πλαίσιο της έκθεσης-εισήγησής του εντόπισε δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς, εκ των οποίων αποδέχθηκε μόνο τον πρώτο αναφορικά με τα προσωπικά στοιχεία/προφίλ του Αιτητή (ερυθρά 58 – 59 ΔΦ), απέρριψε, όμως, ως εσωτερικά αναξιόπιστο τον δεύτερο ισχυρισμό του για εγκατάλειψη της χώρας καταγωγής του, ήτοι τον ισχυρισμό του περί  των προβλημάτων που αντιμετώπιζε λόγω της άρνησής του να γίνει μέλος των Ambazonians (ερυθρά 56 – 58 ΔΦ). Στην σχετική έκθεση/εισήγηση καταγράφονται, αναφορικά με τον ανωτέρω απορριφθέντα ισχυρισμό, αρκετά σημεία στα λεγόμενα του Αιτητή όπου διαπιστώθηκε έλλειψη ευλογοφάνειας και  ανεπάρκεια πληροφοριών. Ειδικότερα, μεταξύ άλλων, προκύπτουν τα ακόλουθα:

 

(α) Ισχυριζόμενος κίνδυνος του Αιτητή από τους Ambazonians λόγω της άρνησης του να συμμετέχει στην ομάδα τους (ερυθρά 56 – 58, 25 – 3Χ-5Χ, 24 – 1Χ-2Χ, 23 – 1Χ-3Χ & 22 – 1Χ-2Χ ΔΦ):

δεν ήταν σε θέση να προσδιορίζει με ακρίβεια τον μήνα του 2021 κατά τον οποίο οι Ambazonians τον προσέγγισαν για πρώτη φορά ώστε να γίνει μέλος της ομάδας τους,

αναφέρθηκε στο συμβάν της επίσκεψης των αποσχιστών με περιορισμένες λεπτομέρειες (ανέφερε γενικά και συνοπτικά μόνο ότι τον επισκέφθηκαν στην οικία του αναφέροντάς του πως είναι σε ηλικία να στρατολογηθεί με τον ίδιο να τους απαντάει πως θα το σκεφτεί),

σχετικά με τη δεύτερη επίσκεψη των Ambazonians και πάλι δεν δόθηκαν εκ μέρους του ικανοποιητικές λεπτομέρειες (αναφέρθηκε γενικά σε μία προσέγγιση του από εκείνους στην αγορά απειλώντας τον με την οικογένειά του με τον ίδιο να κατορθώνει να κερδίσει χρόνο για να μετοικήσει στην Bamenda, ωστόσο ρητά ανέφερε πως σε επόμενη προσπάθεια να τον προσεγγίσουν εκείνος διέφυγε και έκτοτε δεν δέχθηκε άλλη προσέγγιση και/ή ενόχληση),

δεν εξήγησε με ικανοποιητικό τρόπο για ποιο λόγο θα τον σκοτώσουν εάν επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του, (ανέφερε πως η αρνητική του απάντηση θα είναι η αιτία),

μη ευλογοφανής φαίνεται ο ισχυρισμός ότι αναζητείται από τους Ambazonians καθώς στο μόνο συμβάν που αναφέρθηκε ο Αιτητής κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του ήταν η προαναφερθείσα προσέγγισή του στην αγορά κατά την οποία ισχυρίστηκε πως απείλησαν τη ζωή της οικογένειάς του αλλά δεν αναφέρθηκε σε κανένα άλλο συμβάν,

το περιεχόμενο της συνέντευξής του έρχεται σε αντίφαση με τη γραπτή του αίτηση όπου αναφέρεται σε κίνδυνο της ζωής του και απειλές, κάτι το οποίο δεν διαπιστώνεται από το σύνολο των γεγονότων ως αυτά παρουσιάζονται στην συνέντευξή του.

 

Από την έκθεση/εισήγηση προκύπτει ότι η έρευνα του λειτουργού ήτο ενδελεχής και επεκτάθηκε σε όλα τα στοιχεία που προσκομίστηκαν από τον Αιτητή (Βλέπε Nicolaou v. Minister of Interior a.ο. (1974) 3 C.L.R. 189Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 503, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζάμπογλου (1997) 3 Α.Α.Δ. 270, Motorways Ltd ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 447, Χαράλαμπος Κύπρου Χωματένος ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. Αρ. 102/09, 14/03/13 και Logicom Public Ltd v. Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών κ.α.,  Α.Ε. Αρ. 153/2009, ημερ.14/01/14). Σε αντίθεση με τους ατεκμηρίωτους ισχυρισμούς του συνηγόρου του Αιτητή, υπάρχει εκτενέστατη αξιολόγηση όλων των συναφών δηλώσεων του αιτήματος σε συνάρτηση και με εξωτερικές πηγές πληροφόρησης (ερυθρά 85 – 103, 33 – 84 ΔΦ).

 

Μετά από συνολική αξιολόγηση της γενικότερης αξιοπιστίας του Αιτητή, των όσων τέθηκαν ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου υπό μορφή δηλώσεων και αποδεικτικών στοιχείων[2] διαπιστώνω ότι η αξιοπιστία του επί αυτού του σημείου του αιτήματος του, δεν τεκμηριώνεται. Η πλήρης εικόνα που διαμορφώνεται μέσω των στοιχείων του φακέλου του, κατόπιν ορθολογικής ανάλυσης και δίκαιης στάθμισής τους[3], επιβεβαιώνει τα συμπεράσματα του λειτουργού. Το αφήγημα του Αιτητή εμπεριέχει δηλώσεις που ελλείπουν βιωματικά στοιχεία, λεπτομέρεια και ευλογοφάνεια που να τεκμηριώνουν προσωπική εμπλοκή στα γεγονότα και δίωξη. Δεν παρείχε κάθε διαθέσιμη βοήθεια στον εξεταστή για τη διαπίστωση των στοιχείων της υπόθεσής του, ούτε τεκμηρίωσε τους ισχυρισμούς του με επαρκή λεπτομέρεια, ενώ υπήρξε αντιφατικός σε σημεία. (Άρθρο 18 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 (Ν. 6(Ι)/2000) έως 2023), βλέπε επίσης Πρακτικός Οδηγός της ΕΑΣΟ: Αξιολόγηση των Αποδεικτικών Στοιχείων, Μάρτιος 2015, σελ.11 και Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System της EUAA, February 2023, σελ.57-72, 103-112, 120-131, επίσης, § 205 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών) Ειδικότερα, παρά τα (κατ’ ισχυρισμό) προβλήματα που ο Αιτητής είχε λόγω των Ambazonians, εντούτοις, δεν τεκμηρίωσε περιστατικό δίωξης ή βλάβης εναντίον του που να στοιχειοθετεί κίνδυνο προς το πρόσωπό του. Ούτε θα μπορούσε να τύχει του ευεργετήματος της αμφιβολίας το οποίο δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του Αιτητή (Βλέπε §204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Από τα γεγονότα της περίπτωσης του σε συνάρτηση με τα στοιχεία του φακέλου και τις αιτιάσεις του, δεν προκύπτει να συντρέχουν στο πρόσωπο του εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά κριτήρια που μπορούν να στοιχειοθετήσουν το γεγονός ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του και δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτή λόγω δικαιολογημένου φόβου δίωξης (§37-38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Το αφήγημα του Αιτητή ενέχει στοιχεία αντιφάσεων, έλλειψης ευλογοφάνειας και σοβαρών ελλείψεων. Παρουσιάζονται σωρεία πληροφοριών που δημιουργούν ισχυ­ρούς λόγους αμφισβήτησης της αλήθειας των δηλώσεων του και ο ίδιος δεν έχει παράσχει ικανοποιητικές εξηγήσεις των προβαλλόμενων ανακριβειών του[4]. Σημειώνεται ότι ο Αιτητής θα αναμενόταν να είναι πιο συγκεκριμένος λόγω της ισχυριζόμενης προσωπικής του εμπειρίας, να παράσχει κάθε διαθέσιμη βοήθεια τόσο στο Δικαστήριο όσο και στον εξεταστή για τη διαπίστωση των στοιχείων της υπόθεσής του. Δεν έχει τεκμηριώσει με τις αιτιάσεις του ότι έχει καταδικασθεί, συλληφθεί, ή καταζητείται είτε από τις αρχές της χώρας του, είτε ότι καταδιώκεται από άλλους φορείς δίωξης (Βλέπε Άρθρα και του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023 (Ν. 6(Ι)/2000)). Ούτε δε ο συνήγορος του Αιτητή προσκόμισε οποιαδήποτε στοιχεία επί τούτου και/ή υπέδειξε συγκεκριμένα σημεία της συνέντευξης ώστε να ανατρέπονται τα συμπεράσματα του λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου. Επομένως, η κατάληξη της Υπηρεσίας Ασύλου είναι αιτιολογημένη, λήφθηκε μετά από δέουσα έρευνα και στα πλαίσια του Νόμου καθότι από τα γεγονότα που τέθηκαν ενώπιον της και από τις παραστάσεις του Αιτητή δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του Άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023 (Ν. 6(Ι)/2000).

 

Ούτε η περίπτωση του εμπίπτει στις προϋποθέσεις παροχής σε αυτόν καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας. Όπως προκύπτει και από την έκθεση/εισήγηση του λειτουργού, παρόλο που δεν τεκμηριώθηκε η εσωτερική και εξωτερική αξιοπιστία του, έγινε αξιολόγηση και για τους σκοπούς παροχής σε αυτόν καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας. Ουδείς εκ των ισχυρισμών που πρόβαλε τεκμηριώνει την ύπαρξη ουσιωδών λόγων ώστε να πιστεύεται ότι ο ίδιος προσωπικά, σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του, θα υποβληθεί σε κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης, ή σε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία, βάσει του Άρθρου 15, εδάφια (α) και (β), της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ που αντιστοιχεί στο Άρθρο 19(2), εδάφια (α) και (β), του περί Προσφύγων Νόμου 2000 (Ν. 6(Ι)/2000) έως 2023, αφού δε, κρίθηκε αναξιόπιστος σε σχέση με τους ισχυρισμούς του. Ειδικά δε, ως προς το σκέλος της διακινδύνευσης λόγω βίας ασκούμενης αδιακρίτως σε καταστάσεις ένοπλης σύρραξης, ο λειτουργός σημειώνει ότι βάσει σχετικής νομολογίας του ΔΕΕ και των διαθέσιμων πληροφοριών από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, επιβεβαιώνεται ότι στην περιοχή του Αιτητή παρατηρούνται συνθήκες ένοπλων συγκρούσεων, αλλά ο ίδιος δεν αναμένεται να αντιμετωπίσει κίνδυνο σοβαρής και προσωπικής απειλής (ως άμαχος) κατά την επιστροφή του, λόγω της παρουσίας του και μόνο στην περιοχή όπου αναμένεται να επιστρέψει (ερυθρά 54 – 56, 48 – 51 & 31 – 46 ΔΦ). Από αναθεωρημένη έρευνα του Δικαστηρίου αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας προκύπτει ότι η κατάσταση στις βορειοδυτικές και νοτιοδυτικές περιοχές της χώρας χαρακτηρίζεται από παρατεταμένη ένοπλη σύγκρουση μεταξύ των ενόπλων δυνάμεων του Καμερούν, των ένοπλων αυτονομιστών και των πολιτοφυλακών που αποτελούνται κυρίως από μέλη της εθνικής ομάδας Mbororo Fulani.[5] Από την αναθεωρημένη έρευνα του Δικαστηρίου[6] επιβεβαιώνεται δε, ότι παρόλο που στην περιοχή του Αιτητή λαμβάνουν χώρα κάποια μεμονωμένα περιστατικά ασφαλείας αυτά είναι χαμηλά, ο βαθμός αδιάκριτης βίας δεν φτάνει το βαθμό κατά τον οποίο να τεκμηριώνεται ότι και μόνη η παρουσία του Αιτητή στο έδαφος της περιοχής τον εκθέτει σε προσωπικό πραγματικό κίνδυνο βλάβης. Συνεπώς, προχωρώντας σε επαναξιολόγηση του κινδύνου που ενδεχομένως ο Αιτητής να αντιμετωπίσει σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, στη βάση του αποδεκτού ισχυρισμού του (προσωπικών στοιχείων του μόνο) κρίνεται ότι δεν θα υποβληθεί προσωπικά σε μεταχείριση ισοδυναμούσα με δίωξη ή σοβαρή βλάβη. Προσαρμόζοντας δε την περίπτωση του Αιτητή υπό την έννοια «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας» (ως διατυπώθηκε από το ΔΕΕ στην υπόθεση Elgafaji C-465/07[7], σκέψεις 39 και 43, καθώς και στην υπόθεση Diakité C-285/12[8], σκέψεις 30 και 31), λαμβάνοντας υπόψη το προφίλ, το αίτημα του Αιτητή που δεν τεκμηριώθηκε (και/ή κρίθηκε αναξιόπιστος) δεν εγείρονται στοιχεία που να υποδεικνύουν ότι μπορεί να τύχει συμπληρωματικής προστασίας (υπόθεση Elgafaji C-465/07, σκέψη 39, και υπόθεση Diakité C-285/12, σκέψη 31), καθότι πρόκειται για ενήλικο, νεαρό, ικανό προς εργασία πρόσωπο και χωρίς στοιχεία ευαλωτότητας - που οδηγούν στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι με την επιστροφή του στην περιοχή του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη. Ως εκ τούτου, οι σχετικοί ισχυρισμοί του συνηγόρου του Αιτητή για τους κινδύνους που τυχόν θα αντιμετωπίσει σε περίπτωση επιστροφής του λόγω γενικά των εξωτερικών πηγών πληροφόρησης δεν ευσταθούν.

 

Όλα τα στοιχεία ανωτέρω, όπως αυτά προκύπτουν από τον φάκελο της υπόθεσης του Αιτητή καταδεικνύουν ότι η διαδικασία εξέτασης της αίτησης ασύλου του διενεργήθηκε σε πλήρη σύμπνοια με τις διατάξεις των Άρθρων 13, 13Α  και 18 περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023 (Ν. 6(Ι)/2000), αλλά και με βάση τα κριτήρια και/ή προϋποθέσεις που τηρούνται κατά την εξέταση αίτησης ασύλου. Ο Αιτητής ενημερώθηκε πλήρως από τον λειτουργό για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του και κατά τη συνέντευξη του έγιναν επαρκείς ερωτήσεις για να περιγράψει τους λόγους που υπέβαλε αίτημα ασύλου όπως επίσης και άλλα ζητήματα που αφορούν τις προσωπικές του περιστάσεις. Δεν εντοπίζεται οτιδήποτε παράτυπο, παράνομο και μεμπτό στην διαδικασία που ακολουθήθηκε που μπορεί να οδηγήσει σε ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης. Διενεργήθηκαν εκτενείς ερωτήσεις, τόσο κλειστού όσο και ανοικτού τύπου, όπως επίσης και διευκρινιστικές ερωτήσεις για να μπορεί ο ενδιαφερόμενος να τοποθετηθεί στα βιώματα και τις εμπειρίες του, ωστόσο, δεν κατάφερε να τεκμηριώσει με τις απαντήσεις του επαρκώς το αίτημα του.

 

Με βάση όλα τα ανωτέρω δεν διαπιστώνω ελλιπή έρευνα αλλά ούτε πλάνη περί το νόμο και των πραγματικών δεδομένων που λήφθηκαν υπόψη από την Υπηρεσία Ασύλου κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης (Βλέπε  Αντώνης Ράφτης ν. Δημοκρατίας, (2002) 3 Α.Α.Δ. 345). Η επάρκεια της αιτιολογίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τα πραγματικά και νομικά περιστατικά της υπόθεσης, ενώ η αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξης συμπληρώνεται και/ή αναπληρώνεται μέσα από τα στοιχεία του φακέλου του Αιτητή ήτοι της έκθεσης/εισήγησης του λειτουργού η οποία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της απόφασης του εξουσιοδοτημένου από τον Υπουργό Εσωτερικών αρμόδιου λειτουργού, όπως επίσης και από το σύνολο της όλης διοικητικής ενέργειας με αποτέλεσμα να καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος (Βλέπε Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ.270). Το Δικαστήριο μετά από έλεγχο νομιμότητας/ορθότητας και πραγματικό έλεγχο των περιστάσεων του Αιτητή, όπως αναλύεται ανωτέρω, καταλήγει στο ίδιο εύρημα ότι δηλαδή δεν μπορεί να του αναγνωριστεί το καθεστώς του πρόσφυγα ή συμπληρωματικής προστασίας.

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται με €1300 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η Αίτηση.

 

Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

                         

 

 

Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 



[1] Η Ambazonia, εναλλακτικά η «Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Αμβαζονίας» ή «Κράτος της Αμβαζονίας» είναι μια πολιτική οντότητα που ανακηρύχθηκε από αγγλόφωνους αυτονομιστές που επιδιώκουν την ανεξαρτησία από το ΚαμερούνΒλέπε επίσης σχετικά United Nations Office for the Coordination of Humanitarian Affairs (UN OCHA), Cameroon Humanitarian Needs Overview 2020 (revised June 2020), pp. 20, 45, June 2020, , επιπλέον, COI QUERY, EASO, 29/06/ 21, Forced recruitment by separatist groups, self-declared as Ambazonians, in the Anglophone regions, επίσης UK Home Office, Country Policy and Information Note Cameroon: North-West/South-West crisis, Version 2.0, December 2020,

 

[2] Βλέπε Άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 (Ν. 6(Ι)/2000) έως 2023

[3] Βλέπε High Court (Ανώτερο Δικαστήριο) (Ιρλανδία), IR κατά Minister for Justice Equality & Law Reform & anor, [2009] IEHC 353, ημερομηνίας 24/07/2009

[4] Η απόφαση του ΕΔΔΑ, M.A. κατά Ελβετίας, προσφυγή αριθ. 52589/13, σκέψεις 62-67 παρέχει μια χρήσιμη αποτύπωση του τρόπου με τον οποίο το ΕΔΔΑ αξιολόγησε τη βαρύτητα που δόθηκε σε κλήτευση και απόφαση τις οποίες υπέβαλε ο αιτών, επιβεβαιώνοντας στη σκέψη 62 ότι το αληθές της ιστορίας του αιτούντος πρέπει επίσης να αξιολογείται στο πλαίσιο των υποβαλλόμενων εγγράφων

[5] Amnesty International: With or against us: “People of the North-West region of Cameroon caught between the army, armed separatists and militias”,07/23.

[6] Σύμφωνα με τα περιστατικά βίας που καταγράφηκαν από τη βάση δεδομένων ACLED Explorer κατά την περίοδο 10/02/24 – 07/02/25, στην πόλη Batibo στο βορειοδυτικό Καμερούν (τελευταίος τόπος διαμονής του Αιτητή) καταγράφηκαν 24 περιστατικά βίας/ασφαλείας, εκ των οποίων τα 2 αφορούσαν μάχες με 1 θάνατο, τα 18 βία εναντίον των πολιτών με 3 θανάτους, τα 3 ως εκρήξεις/απομακρυσμένη βία με κανένα θάνατο και τα 3 ως περιστατικά αναταραχές  με 1 θάνατο. https://acleddata.com/explorer/ (assessed on 12/02/2025)

[7]Απόφαση του ΔΕΕ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 17/02/09 C-465/07, MekiElgafaji και NoorElgafaji κατά StaatssecretarisvanJustitie

[8]Απόφαση του ΔΕΕ της 30/01/14 στην υπόθεση C-285/12, Aboubacar Diakité κατά Commissaire général aux réfugiés etaux apatrides


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο