Μ.Μ.Μ. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθ.Αρ.:1774/2024, 19/2/2025
print
Τίτλος:
Μ.Μ.Μ. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθ.Αρ.:1774/2024, 19/2/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθ.Αρ.:1774/2024

 

19 Φεβρουαρίου, 2025

 [Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

Μ.Μ.Μ. από ΛΔΚ και τώρα ΧΧΧΧ ΧΧΧ, Larnaca

Αιτητής

-και-

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

Καθ' ων η Αίτηση

Εμφανίσεις:

E. Χαραλάμπους (κα) για Α. Δημητρίου (κος), Δικηγόροι για τον Αιτητή.

Ν. Νικολάου (κος), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα, Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση.

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

Με την παρούσα προσφυγή ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, επιστολής ημερομηνίας 22/04/24 (του κοινοποιήθηκε αυθημερόν) με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας ως άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε νόμιμου αποτελέσματος και/ή ζητείται απόφαση του Δικαστηρίου με την οποία να του αναγνωρίζεται καθεστώς διεθνούς προστασίας. 

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Ο Αιτητής υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία στις 12/11/21, στις 05/03/24 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του και στις 28/03/24 λειτουργός ετοίμασε έκθεση με εισήγηση την απόρριψη του αιτήματος του. Ο εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός ενέκρινε την έκθεση/εισήγηση και αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης στις 29/03/24, απόφαση που αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Η συνήγορος για τον Αιτητή υιοθέτησε μέσω της Γραπτής Αγόρευσης τους λόγους που ο Αιτητής εγκατέλειψε την χώρα του και υποστήριξε ότι η προσβαλλόμενη πράξη πάσχει και θα πρέπει να ακυρωθεί  λόγω ελλιπούς έρευνας, ότι θα έπρεπε να του δοθεί το ευεργέτημα αμφιβολίας, ότι θα έπρεπε λόγω της έκτασης των πληροφοριών που πρόβαλε να κριθεί αξιόπιστος και ότι θα έπρεπε να του παραχωρηθεί το καθεστώς πρόσφυγα ή συμπληρωματικής προστασίας. Προβάλλεται δε πλάνη περί το Νόμο και των σχετικών κατευθυντήριων οδηγιών εξατομικευμένης αξιολόγησης αιτούντων άσυλο και/ή των γεγονότων που καθιστούν επικίνδυνη την επιστροφή του Αιτητή.

 

Οι Καθ' ων η αίτηση απαντούν ότι η προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, ότι ο Αιτητής επικαλέστηκε περιουσιακές διαφορές που δεν εμπίπτουν στον ορισμό πρόσφυγα ή συμπληρωματικής προστασίας. Εξάλλου, κρίθηκε αναξιόπιστος ως προς τους ισχυρισμούς του οι οποίοι παρέμειναν ατεκμηρίωτοι.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Αρχικά παρατηρείται πως η Γραπτή Αγόρευση του Αιτητή μέσω του δικηγόρου του σε κάποια σημεία αναλώνεται μόνο στην επανάληψη διατάξεων νόμων και κανόνων δικαίου χωρίς να γίνεται υπαγωγή τους σε πραγματικά γεγονότα και νομικά δεδομένα της υπόθεσης με αποτέλεσμα να καθίστανται ανεπαρκούς αιτιολόγησης. Με βάση τον Κανονισμό 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, που εφαρμόζονται κατ΄ αναλογία και από το παρόν Δικαστήριο (Βλέπε Κανονισμό 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας  Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έως 2022 (3/2019), επιβάλλεται η υποχρέωση στον αιτούντα όχι μόνο να εγείρει με το δικόγραφο του όλα τα σημεία τα οποία υποστηρίζουν την προσφυγή του αλλά ταυτόχρονα να τα αιτιολογεί πλήρως. Επομένως, δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτοί ισχυρισμοί που δεν εξειδικεύονται ή δεν αιτιολογούνται διότι με αυτό τον τρόπο το Δικαστήριο, παρόλο που ασκεί και έλεγχο ουσίας, θα οδηγείτο σε συζήτηση σχεδόν οιουδήποτε θέματος κατά παράβαση των δικονομικών διατάξεων και του ρόλου που διαδραματίζουν στον καθορισμό των επίδικων θεμάτων και της διεξαγωγής της διοικητικής δίκης. (Βλέπε σχετικάΔημοκρατία ν. Κουκκουρή(1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Latomia Estate Ltd v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672, Δημοκρατία ν. Σπύρου (2007) 3 Α.Α.Δ. 533, Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 Α.Α.Δ. 598). Σημειώνεται δε, ότι λόγοι ακύρωσης που καταγράφονται στην προσφυγή, αλλά δεν έχουν αναπτυχθεί μέσω της Γραπτής Αγόρευσης θεωρείται, με βάση την πάγια νομολογία, ότι έχουν εγκαταλειφθεί.

 

Ανεξάρτητα, της πιο πάνω διαπίστωσης αντλώντας τις εξουσίες που ορίζονται στο Άρθρο 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 έως 2023 (Ν.73(Ι)/2018), προχωρώ σε αξιολόγηση μόνο των λόγων ακύρωσης που καλύπτονται επαρκώς από τους νομικούς ισχυρισμούς του δικογράφου της προσφυγής και πληρούν τις προϋποθέσεις αιτιολόγησης.

 

Από την έκθεση/εισήγηση προκύπτει ότι τα προσωπικά στοιχεία, το προφίλ του Αιτητή καθώς και ο τόπος καταγωγής και συνήθους διαμονής του έγιναν αποδεκτά από την Υπηρεσία Ασύλου (ερυθρά 74 – 75 του διοικητικού φακέλου στο εξής «ΔΦ»). Απορρίφθηκαν, όμως, ως εσωτερικά αναξιόπιστοι οι ισχυρισμοί του για τις περιουσιακές διαφορές που αντιμετώπιζε με τα αδέλφια του από το 2018 και την ισχυριζόμενη κατάληψη της οικία του το 2019 δια της βίας από την κυβέρνηση (ερυθρά 72 – 74 ΔΦ). Ειδικότερα:

 

(α) Ισχυριζόμενη περιουσιακή διαφορά με τα αδέλφια του από το 2018 (ερυθρά 73 – 74, 53 – 54 ΔΦ):

- δεν ήταν σε θέση να δώσει σαφείς και επαρκείς πληροφορίες αναφορικά με την ισχυριζόμενη περιουσιακή διαφορά,

- ανέφερε πολύ συνοπτικά ότι ο παππούς του είχε εκφράσει της επιθυμία του ο ίδιος να είναι ο κληρονόμος του ωστόσο δεν υπήρχε το όνομά του στα επίσημα έγγραφα,

- δεν κατόρθωσε να εξηγήσει το λόγο που ο ιερέας ήταν υπεύθυνος για τις μεταβιβάσεις, αφού σχετικά ανέφερε πως επειδή ήταν ο μικρότερος αδελφός του παππού του είχε αναλάβει την ευθύνη της οικογένειας όταν οι συνθήκες σε αυτήν δεν ήταν καλές,

- δήλωσε ρητά ότι ο ίδιος δε βίωσε ποτέ κανένα πρόβλημα αναφορικά με την περιουσιακή διαφορά την οποία ισχυρίστηκε πως αντιμετώπιζε,

- ως ήταν αναμενόμενο θα έπρεπε να είναι σε θέση να παράσχει περισσότερες λεπτομέρειες αναφορικά με την διαμάχη που είχε με τα αδέλφια του, την περιουσία καθ’ εαυτή, το λόγο της διαφοράς αυτής και κάθε άλλο γεγονός που προέβαλε στα πλαίσια του ισχυρισμού του,

- αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία ο λειτουργός προέβη σε έρευνα με βάση την οποία οι δηλώσεις του είναι αντιφατικές προς τις πληροφορίες που αντλήθηκαν, αφού σε αυτές αναφέρεται ότι διαφορές τέτοιου είδους λαμβάνουν χώρα κατά κύριο λόγο στην πόλη Kisangani μεταξύ οικογενειών διαφορετικών κλάσεων όπου μάλιστα εμπλέκεται το σχετικό γραφείο ιδιοκτησιακών εγγραφών με σκοπό την επίλυση, χωρίς εγγυημένη την επίλυση.

 

(β) Ισχυριζόμενη μετά βίας κατάληψη της οικίας του από την κυβέρνηση το 2019 (ερυθρά 72 – 73, 55 ΔΦ):

- δεν ήταν σε θέση να δώσει σαφείς και επαρκείς πληροφορίες αναφορικά με την ισχυριζόμενη βίαιη κατάληψη της οικίας του,

- ανέφερε με συνοπτικό τρόπο ότι κυβερνητικοί φρουροί περικύκλωσαν την οικία του και εκδίωξαν τους εργαζόμενους από μέσα ενώ ο πατέρας του μετέβη για να δει τι συνέβαινε και έκτοτε αγνοείται,

- δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει με χρονολογική συνοχή τα γεγονότα του συμβάντος (αρχικά το τοποθέτησε το 2019 και έπειτα στο έτος 2020 και όταν κλήθηκε να διευκρινίσει απάντησε τελικά ότι συνέβη Μάρτιο του 2019),

-δήλωσε πως η κυβέρνηση ξεκίνησε την ανοικοδόμηση ενός μουσείου στη θέση της οικίας του με το όνομα “Etienne Tshisekedi Wa Mulumba” και πως η προσπάθεια του να καταγγείλει το συμβάν συνίστατο στο να απευθυνθεί στην τηλεόραση, ωστόσο λόγω της εμπλοκής της κυβέρνησης δεν του επιτράπηκε,

- ενώ ερωτήθηκε αν ακολούθησε κάποιο άλλο σχετικό γεγονός εκείνος αναφέρθηκε στην απαγόρευση κυκλοφορίας λόγω της πανδημίας Covid-19 αλλά πληροφορούνταν από τρίτους ότι αναζητείται ακόμη χωρίς περαιτέρω συγκεκριμένες λεπτομέρειες,

- δεν ήταν, επίσης, σε θέση να παράσχει λεπτομέρειες αναφορικά με την εξαφάνιση της συντρόφου του και των τέκνων τους παρά τις ερωτήσεις που του υποβλήθηκαν προς τούτο καθώς ως ισχυρίστηκε ήταν απών από το συμβάν, ωστόσο από τον γείτονά του πληροφορήθηκε ότι το έπραξαν οι πράκτορες της κυβέρνησης,

- με ασυνέπεια ανέφερε πως ο λόγος που τον κυνηγούσαν ήταν διότι επρόκειτο να αποκαλύψει τις πράξεις τους εναντίον του, κάτι που είχαν πληροφορηθεί από την ίδια την τηλεόραση, ωστόσο δεν εξήγησε πως γνωρίζει μία τέτοια πληροφορία (ανέφερε μόνο ότι κάποιοι πολιτικοί εργάζονται στην τηλεόραση),

- δεν εξήγησε γιατί ενώ τοποθέτησε το σχετικό συμβάν τον Μάρτιο του 2019 η καταδίωξή του ξεκίνησε το 2021 (ανέφερε πως ξεκίνησε μετά τον Covid-19 χωρίς περαιτέρω αναφορές)

- αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία ο λειτουργός προέβη σε έρευνα με βάση την οποία εντόπισε σχετική νομοθεσία με την οποία προστατεύεται το δικαίωμα στην ιδιοκτησία με χαμηλά -βέβαια- ποσοστά εφαρμογής/επιβολής ωστόσο εντοπίστηκε πως από τον Μάρτιο του 2017 έχουν γίνει κάποια βήματα προόδου, ενώ υφίσταται και σχετική αρμόδια αρχή στη χώρα (Ministry of Lands Office of the Mortgage Registrar). Το μουσείο στο οποίο αναφέρθηκε ο Αιτητής δεν κατέστη δυνατό να εντοπιστεί σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης. 

 

Το Δικαστήριο αφού διεξήλθε των λεπτομερειών της συνέντευξης διαπιστώνει, όπως και η εισήγηση του λειτουργού, ότι δεν θα μπορούσε να γίνει αποδεκτό αυτό το μέρος του αιτήματος του Αιτητή. Δεν παρείχε κάθε διαθέσιμη βοήθεια στον εξεταστή για τη διαπίστωση των στοιχείων της υπόθεσής του, ούτε τεκμηρίωσε τους ισχυρισμούς του με επαρκή λεπτομέρεια (Βλέπε Άρθρο 18 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000), βλέπε επίσης Πρακτικός Οδηγός της ΕΑΣΟ: Αξιολόγηση των Αποδεικτικών Στοιχείων, Μάρτιος 2015, σελ.11 και Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System της EUAA, February 2023, σελ.57-72, 103-112, 120-131) Οι δε συνθήκες  απειλών, οι γενικές περιγραφές του αφηγήματος του, οι ελλιπείς πληροφορίες και λεπτομέρειες, η μη ύπαρξη βιωματικών στοιχείων αποδυναμώνουν σημαντικά τους δείκτες αξιοπιστίας του στο σύνολό τους, καθότι ούτε σε διευκρινιστικές ερωτήσεις του λειτουργού ήταν ικανός να παράσχει ικανοποιητικές απαντήσεις[1]. Σύμφωνα, επίσης, και με την § 205 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών, ο Αιτητής θα έπρεπε:

 

«(i) να λέει την αλήθεια και να βοηθά τον εξεταστή με κάθε δυνατό τρόπο με την τεκμηρίωση των ισχυρισμών του με κάθε δυνατό τρόπο.

(ii) Να κάνει προσπάθεια να υποστηρίξει τα λεγόμενά του με κάθε διαθέσιμο τεκμήριο και να δώσει ικανοποιητική επεξήγηση για κάθε απουσία τεκμηρίων. Αν είναι αναγκαίο πρέπει να καταβάλει προσπάθεια να προσκομίσει επιπρόσθετα τεκμήρια.

(iii) Να παρέχει όλες τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν τον εαυτό του και τις προγενέστερες εμπειρίες του με όσο το δυνατόν περισσότερες λεπτομέρειες για να καταστήσει ικανό τον εξεταστή να αποδείξει τους σχετικούς ισχυρισμούς.  Αναμένεται ότι θα του ζητηθεί να δώσει μια συνεκτική εξήγηση όλων των λόγων που επικαλείται για υποστήριξη του αιτήματός του για προσφυγικό καθεστώς και θα πρέπει να απαντήσει σε όλες τις ερωτήσεις που θα του υποβληθούν.»

 

Ούτε θα μπορούσε να τύχει του ευεργετήματος της αμφιβολίας το οποίο δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του αιτούντα. (Βλέπε §204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Από τα γεγονότα της περίπτωσης του σε συνάρτηση με τα στοιχεία του φακέλου και τις αιτιάσεις του δεν προκύπτει να συντρέχουν στο πρόσωπο του εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά κριτήρια που μπορούν να στοιχειοθετήσουν το γεγονός ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του και δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτή λόγω δικαιολογημένου φόβου δίωξης (§37-38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Δεν έπεισε για το υπαρκτό οποιωνδήποτε πράξεων διώξεις και/ή που θέτουν σε κίνδυνο τον ίδιο από τα αδέλφια του ή και την κυβέρνηση. Ακόμα δε και εάν γινόταν αποδεκτό το αφήγημα του δεν έχει τεκμηριώσει εάν έχει καταφύγει στις αρχές της χώρας του για προστασία αναφορικά με την ιδιωτική περιουσιακή διαφορά που προβάλλει, ούτε τεκμηριώνεται ότι ανήκει σε οποιαδήποτε πολιτική, θρησκευτική, εθνική, στρατιωτική ή κοινωνική οργάνωση ή ομάδα στη χώρα καταγωγής του που να αντιμετωπίζει δίωξη, ενώ σε περίπτωση επιστροφής του δεν θα αντιμετωπίσει οποιοδήποτε πρόβλημα από τις αρχές της χώρας του. Δεν έχει τεκμηριώσει με τις αιτιάσεις του ότι έχει καταδικασθεί, συλληφθεί, ή καταζητείται είτε από τις αρχές της χώρας του είτε από άλλους φορείς δίωξης (Βλέπε Άρθρα και του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000). Ούτε οι αδιευκρίνιστες απειλές που προβάλει πληρούν τα κριτήρια μορφής δίωξης ως οι πρόνοιες του Άρθρου 3Γ του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023,(Ν.6(Ι)/2000).

 

Ούτε η περίπτωση του Αιτητή εμπίπτει στις προϋποθέσεις παροχής σε αυτόν καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας. Όπως προκύπτει και από την έκθεση/εισήγηση του λειτουργού, παρόλο που δεν τεκμηριώθηκε η εσωτερική και εξωτερική αξιοπιστία του Αιτητή, έγινε αξιολόγηση και για τους σκοπούς παροχής σε αυτόν καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας. Ουδείς εκ των ισχυρισμών που πρόβαλε τεκμηριώνει την ύπαρξη ουσιωδών λόγων ώστε να πιστεύεται ότι ο ίδιος προσωπικά, σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του, θα υποβληθεί σε κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης ή σε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία, βάσει του Άρθρου 15, εδάφια (α) και (β), της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ[2] που αντιστοιχεί στο Άρθρο 19(2), εδάφια (α) και (β), του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν. 6(Ι)/2000). Ειδικά δε ως προς το σκέλος της διακινδύνευσης λόγω βίας ασκούμενης αδιακρίτως σε καταστάσεις ένοπλης σύρραξης, ο λειτουργός σημειώνει ότι βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης δεν εντοπίστηκαν οποιεσδήποτε ενδείξεις ώστε να θεωρηθεί ευλόγως πως επιστρέφοντας στον τελευταίο τόπο διαμονής του θα εκτεθεί σε κίνδυνο. Σημειώνεται ότι ο ίδιος σε κανένα στάδιο της διαδικασίας αξιολόγησης της αίτησης του ανέφερε ότι κινδυνεύει λόγω ένοπλης σύρραξης στη χώρα του, ενώ από αναθεωρημένη έρευνα του Δικαστηρίου επιβεβαιώνεται ότι παρόλο που στην περιοχή του Αιτητή λαμβάνουν χώρα κάποια περιστατικά ασφαλείας, ο αριθμός των επεισοδίων αυτών είναι χαμηλός – επομένως ο βαθμός αδιάκριτης βίας δεν φτάνει το βαθμό κατά τον οποίο να τεκμηριώνεται ότι και μόνο η παρουσία του Αιτητή στο έδαφος της περιοχής τον εκθέτει σε πραγματικό κίνδυνο βλάβης[3].

 

Η δε διαδικασία εξέτασης της αίτησης ασύλου του Αιτητή διενεργήθηκε σε πλήρη σύμπνοια με τις διατάξεις του Άρθρου 13, 13Α και 18 περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023 (Ν.6(Ι)/2000), αλλά και με βάση τα κριτήρια και/ή προϋποθέσεις που τηρούνται κατά την εξέταση αίτησης ασύλου. Ο Αιτητής ενημερώθηκε πλήρως από τον λειτουργό για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του και κατά τη συνέντευξη του έγιναν επαρκείς ερωτήσεις για να περιγράψει τους λόγους που υπέβαλε αίτημα ασύλου όπως επίσης και άλλα ζητήματα που αφορούν τις προσωπικές του περιστάσεις. Μετά το πέρας της συνέντευξης ο λειτουργός και ο Αιτητής υπέγραψαν κάθε σελίδα της συνέντευξης όπως επίσης στο τέλος του εντύπου της συνέντευξης, βεβαιώνοντας πως όσα καταγράφηκαν αντικατοπτρίζουν επακριβώς τις δηλώσεις του, η δε γλώσσα επικοινωνίας ήτο τα Lingala. Επομένως, δεν εντοπίζω οτιδήποτε παράτυπο, παράνομο και μεμπτό στην διαδικασία που ακολουθήθηκε που μπορεί να οδηγήσει σε ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης. Διενεργήθηκαν εκτενείς ερωτήσεις, τόσο κλειστού όσο και ανοικτού τύπου όπως επίσης και διευκρινιστικές για να μπορεί ο ενδιαφερόμενος να τοποθετηθεί στα βιώματα και τις εμπειρίες του, ωστόσο, δεν κατάφερε να τεκμηριώσει με τις απαντήσεις του επαρκώς το αίτημα του. Ούτε έχει υποδειχθεί/τεκμηριωθεί ισχυρισμός για πλημμέλειες στη διαδικασία κατά την συνέντευξη και/ή τρόπου αξιολόγησης του αιτήματος ασύλου του. Σημειώνεται σε αυτό το σημείο ότι υπάρχει εκτενέστατη αξιολόγηση όλων των συναφών στοιχείων του αιτήματος του Αιτητή από τον λειτουργό στο μέρος της έκθεσης/εισήγησης και/ή αξιολόγησης κινδύνου επιστροφής σε συνάρτηση με την περιοχή διαμονής του όπου γίνεται παράθεση σωρεία πληροφοριών αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας και/ή εκτενής καταγραφή εξωτερικών πηγών πληροφόρησης σε σχέση με την περιοχή που αναμένεται να επιστρέψει (ερυθρά 61, 60, 59 – 51 ΔΦ).

 

Με βάση όλα τα ανωτέρω δεν διαπιστώνω ελλιπή έρευνα, αλλά ούτε πλάνη περί το νόμο και των πραγματικών δεδομένων που λήφθηκαν υπόψη από την Υπηρεσία Ασύλου κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης (Βλέπε  Αντώνης Ράφτης ν. Δημοκρατίας, (2002) 3 Α.Α.Δ. 345 ). Η επάρκεια της αιτιολογίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τα πραγματικά και νομικά περιστατικά της υπόθεσης, ενώ η αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξης συμπληρώνεται και/ή αναπληρώνεται μέσα από τα στοιχεία του φακέλου του Αιτητή ήτοι της έκθεσης/εισήγησης του λειτουργού η οποία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της απόφασης του εξουσιοδοτημένου από τον Υπουργό Εσωτερικών αρμόδιου λειτουργού, όπως επίσης και από το σύνολο της όλης διοικητικής ενέργειας με αποτέλεσμα να καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος (Βλέπε Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ.270). Το Δικαστήριο μετά από έλεγχο νομιμότητας/ορθότητας και πραγματικό έλεγχο των περιστάσεων του Αιτητή, όπως αναλύεται ανωτέρω, καταλήγει στο ίδιο εύρημα ότι δηλαδή δεν μπορεί να του αναγνωριστεί το καθεστώς του πρόσφυγα ή συμπληρωματικής προστασίας.

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται με €1300 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.

 

Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

                               

 

 

                          Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] EYAA, Evidence and Credibility Assessment in the Context of the Common European Asylum System, Judicial Analysis 2nd Edition, February 2023, σελ.122-123

[2] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας.

[3] Συγκεκριμένα, με βάση τα στοιχεία της βάσης δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project) για την περιοχή Kinshasa της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό κατά την περίοδο 10/02/2024 – 07/02/2025 καταγράφονται συνολικά 63 περιστατικά ασφαλείας που οδήγησαν σε 6 ανθρώπινες απώλειες. Εξ αυτών τα 53 χαρακτηρίζονται ως «διαδηλώσεις»/“protests” με κανένα θάνατο, τα 7 ως «αναταραχές»/“riots” με κανένα θάνατο, τα 2 συνίστατο σε «βία εναντίον πολιτών»/“violence against civilians” με 6 θανάτους και το 1 ήταν «μάχη»/“battle” με κανένα θάνατο. Σημειώνεται ότι ο πληθυσμός της Kinshasa το 2025 εκτιμάται περί τα 17.778.000 κατοίκους. [Macrotrends, Democratic Republic of Congo: Kinshasa, https://www.macrotrends.net/global-metrics/cities/20853/kinshasa/population (assessed on 18/02/2025)]

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο