
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υποθ. Αρ.: 2270/2024
26 Φεβρουαρίου 2025
[Β. ΚΟΥΡΟΥΖΙΔΟΥ-KΑΡΛΕΤΤΙΔΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με τo άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
Mrs F.B.( ARC …), από τη Λιβερία και τώρα στη Λευκωσία
Αιτητής
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η Αίτηση
Ρ. Χρυσάνθου (κος), Δικηγόρος για τον Αιτητή
Γ. Γεωργίου (κος) Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση.
O Αιτητής παρών. Παρούσα η κα Ζ. Αγαπίου για πιστή μετάφραση από Αγγλικά σε Ελληνικά και αντιστρόφως.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Η Αιτήτρια αιτείται δήλωσης του Δικαστηρίου ότι η απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση ημερομηνίας 10/05/2024 η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 11/06/2024 και με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά της για παροχή Διεθνούς προστασίας καθότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του περί Προσφύγων Νόμου 6(Ι)/2000 και είναι παράνομη, άκυρη και στερείται κάθε νόμιμου αποτελέσματος. Περαιτέρω αιτείται απόφασης και/ή δήλωσης του Δικαστηρίου με την οποία να αναγνωρίζεται στον Αιτητή καθεστώς διεθνούς προστασίας.
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Σύμφωνα με τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου που βρίσκονται ενώπιόν μου, η Αιτήτρια είναι υπήκοος Λιβερίας και στις 02/05/2022 υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας, αφού προηγουμένως εισήλθε παράνομα στη Δημοκρατία, μέσω των κατεχόμενων εδαφών στις 18/03/2022. Στη 30/04/2024 διεξήχθη συνέντευξη στον Αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, ο οποίος στις 10/05/2024 υπέβαλε Έκθεση-Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου με την εισήγηση όπως απορριφθεί το αίτημα της Αιτήτριας. Στις 10/05/2024 ο δεόντως εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός, ενέκρινε την πιο πάνω Έκθεση-Εισήγηση αποφασίζοντας την απόρριψη της αίτησης διεθνούς προστασίας της Αιτήτριας και εξέδωσε απόφαση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του. Την 01/06/2024 εκδόθηκε απορριπτική του αιτήματος της Αιτήτριας επιστολή από την Υπηρεσία Ασύλου συνοδευόμενη από αιτιολόγηση της απόφασής της, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή την 11/06/2024. Στις 21/06/2024 η Αιτήτρια καταχώρισε την παρούσα προσφυγή.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟ
Στο εισαγωγικό δικόγραφο της προσφυγής, ο Αιτητής μέσω του συνηγόρου του, προβάλλει πλείονες λόγους ακυρώσεως, οι οποίοι καταγράφονται με γενικό και αόριστο τρόπο.
Κατά τη γραπτή του αγόρευση, ο συνήγορος του Αιτητή περιόρισε τους λόγους ακύρωσης και εν συνεχεία κατά το στάδιο των διευκρινήσεων, απέσυρε τους ισχυρισμούς περιορίζοντας αυτούς, στον μοναδικό ακόλουθο λόγο ακυρώσεως, ήτοι ότι η προσβαλλόμενη απόφαση ελήφθη χωρίς να διεξαχθεί δέουσα έρευνα από πλευράς των Καθ' ων η αίτηση. Συγκεκριμένα, προβάλλεται ότι η αρμόδια λειτουργός που διεξήγαγε τη συνέντευξη επικεντρώθηκε στην απλή καταγραφή γεγονότων και λεπτομερειών . Επιπρόσθετα, δε διαπιστώνεται από την έκθεση του αρμόδιου λειτουργού πως έγινε οποιαδήποτε πραγματική έρευνα ούτε υπάρχει στο διοικητικό φάκελο οποιοδήποτε έγγραφο που να υποδεικνύει πως ελέγχθηκαν οι ισχυρισμοί της Αιτήτριας πως διώκεται από τις αρχές της χώρας της ή από ομάδες ή οργανώσεις που δρουν ανεξέλεγκτα στη χώρα καταγωγής της . Περαιτέρω οι Καθ΄ ων η Αίτηση δεν αξιολόγησαν τον κίνδυνο που διατρέχει η ζωή της, σε περίπτωση επιστροφής της .
Οι Καθ' ων η αίτηση, μέσω της γραπτής αγόρευσης του συνηγόρου τους, αντιτείνουν ότι η προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή απόφαση έχει ληφθεί από αρμόδιο όργανο, ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, μετά από δέουσα έρευνα και σωστή ενάσκηση των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους Καθ' ων η αίτηση και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης και ότι η επίδικη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη. Κατά συνέπεια, εισηγούνται πως η υπό εξέταση προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί από το Δικαστήριο και να επικυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση.
ΚΑΤΑΛΗΞΗ
Καταρχάς πρέπει να λεχθεί ότι οι λόγοι ακύρωσης είναι με γενικότητα και αοριστία που εγείρονται στην παρούσα αίτηση. Η απλή καταγραφή κατά ιδιαίτερο συνοπτικό τρόπο στους λόγους ακύρωσης της νομικής βάσης της προσφυγής δεν ικανοποιεί την επιτακτική ανάγκη του Καν. 7 του Ανωτάτου Συνταγματικού Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962, όπως οι νομικοί λόγοι αναφέρονται πλήρως.
Η αναφορά, για παράδειγμα, ότι «Η απόφαση πάσχει γιατί λήφθηκε χωρίς την δέουσα έρευνα» (το ίδιο αοριστόλογοι είναι και οι υπόλοιποι λόγοι ακύρωσης), δεν εξηγεί καθόλου, ούτε παραπέμπει σε συγκεκριμένα κατ' ισχυρισμόν δεδομένα που οδήγησαν σε μη έρευνα ή έλλειψη δέουσας έρευνας κλπ. Η συνήγορος της Αιτήτριας εν προκειμένω αναφέρεται με γενικό τρόπο στους λόγους χωρίς να τεκμηριώνει πως αυτοί υφίστανται και χωρίς να υποδεικνύει τα σημεία της διοικητικής διαδικασίας όπου αυτές οι αρχές καταπατώνται. Η προσφυγή θα μπορούσε να απορριφθεί για τους πιο πάνω διαδικαστικούς λόγους οι οποίοι αντανακλούν βεβαίως και επί της ουσίας. Αυστηρώς ομιλούντες τα όσα αναφέρονται στην αγόρευση της δικηγόρου της Αιτήτριας δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη, εφόσον παγίως αναγνωρίζεται ότι οι αγορεύσεις δεν αποτελούν μέσο για τη θεμελίωση γεγονότων. (δέστε Δημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Ελισσαίου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (2004) 3 Α.Α.Δ. 412 και Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 384) (δέστε Υπόθεση Αρ. 1119/2009 ημερ. 31 Ιανουαρίου 2012 FARHAN KHALIL, και Κυπριακής Δημοκρατίας).
Οι ισχυρισμοί για την ακύρωση μιας διοικητικής απόφασης πρέπει να είναι συγκεκριμένοι και να εξειδικεύουν ποια νομοθετική πρόνοια ή αρχή διοικητικού δικαίου παραβιάζεται. Όπως έχει τονισθεί στην υπόθεση Latomia Estate Ltd. v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672: «Η αιτιολόγηση των νομικών σημείων πάνω στα οποία βασίζεται μια προσφυγή είναι απαραίτητη για την εξέταση από ένα Διοικητικό Δικαστήριο των λόγων που προσβάλλουν τη νομιμότητα μιας διοικητικής πράξης».
Περαιτέρω δεν αρκεί η παράθεση των συγκεκριμένων διατάξεων της νομοθεσίας που κατ' ισχυρισμόν παραβιάζει η προσβαλλόμενη πράξη, αλλά θα πρέπει επίσης τα επικαλούμενα νομικά σημεία να αιτιολογούνται πλήρως. Οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια σε σχέση με αυτά μπορεί να έχει ως συνέπεια την απόρριψη της προσφυγής. (βλ. Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 AAΔ.598).
Επίσης είναι πλειστάκις νομολογημένο ότι, λόγοι ακύρωσης που δεν εγείρονται στο δικόγραφο της προσφυγής δεν μπορούν να εξεταστούν με το να εγείρονται για πρώτη φορά στις γραπτές αγορεύσεις. Σχετικό είναι και το ακόλουθο απόσπασμα από την πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας στη Φλωρεντία Πετρίδου ν. Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, (2004) 3 Α.Α.Δ. 636: «Παρατηρούμε ότι στο κείμενο της προσφυγής δεν εγείρεται τέτοιος λόγος ακύρωσης, αν και σχετική επιχειρηματολογία πράγματι προβάλλεται στη γραπτή αγόρευση της εφεσείουσας. Έχει επανειλημμένα λεχθεί πως λόγος ακύρωσης που δεν εγείρεται στην προσφυγή δεν μπορεί να εξεταστεί σε μεταγενέστερο στάδιο, αφού οι γραπτές αγορεύσεις αποτελούν απλώς επιχειρηματολογία».
Σύμφωνα με την Μαραγκός ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 671 : «Για να καταστεί το θέμα επίδικο, πρέπει αυτό να εγείρεται σύμφωνα με τις δικονομικές διατάξεις και να αποφασίζεται ύστερα από εξαντλητική επιχειρηματολογία.»
«Η αγόρευση αποτελεί το μέσο για την έκθεση της επιχειρηματολογίας υπέρ της αποδοχής των λόγων ακύρωσης και όχι υποκατάστατο της στοιχειοθέτησής τους. Βλ. Παπαδοπούλας ν. Ιωσηφίδη κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 601 και Λεωφορεία Λευκωσίας Λτδ ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 56.»
Τα όσα επομένως πιο κάτω εξετάζονται και αποφασίζονται τελούν υπό την πιο πάνω τοποθέτηση.
Έχω εξετάσει την προσβαλλόμενη απόφαση υπό το πρίσμα όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, κυρίως των όσων η Αιτήτρια δήλωσε τόσο με την υποβολή της αίτησης διεθνούς προστασίας, όσο και κατά τη διάρκεια της προφορικής του συνέντευξης ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου, αλλά και όσων προβάλλει με την παρούσα προσφυγή.
Ειδικότερα, η Αιτήτρια δήλωσε ότι είναι υπήκοος Λιβερίας, και γεννήθηκε στη Yekepa της επαρχίας Nimba στη Λιβερία. Ως προς το θρήσκευμα δήλωσε πως είναι Χριστιανή. Ως προς το μορφωτικό της επίπεδο δήλωσε πως μιλάει Αγγλικά (μητρική). Ως προς την οικογενειακή της κατάσταση δήλωσε ελεύθερη.
Κατά τη πρωτοβάθμια συνέντευξη η Αιτήτρια δήλωσε υπήκοος Λιβερίας και γεννηθείσα την 06/02/2004. Η Αιτήτρια δήλωσε περαιτέρω ότι είναι Χριστιανή, ότι είναι απόφοιτος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, πως δεν εργαζόταν και ότι ομιλεί Αγγλικά και Mano (βλ. ερ. 30 1χ). Η Αιτήτρια δήλωσε επιπλέον ότι έζησε όλη της τη ζωή στην περιοχή Nimba Area O της πόλης Yekepa της Λιβερίας (βλ ερ 30 3χ). Δήλωσε περαιτέρω ότι μετακόμισε από το πατρικό της σπίτι τον Δεκέμβριο του 2020 και πήγε να ζήσει με τον ιερέα της σε άλλη περιοχή της ίδιας πόλης (βλ ερ 29 2χ 3χ). Η Αιτήτρια δήλωσε ότι η μητέρα της πέθανε στις 25 Απριλίου 2020 (βλ ερ 29 6χ) όταν ήταν 29 ετών λόγω ασθένειας (βλ ερ 28 1χ).
Η Αιτήτρια δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη Λιβερία διότι οι άνθρωποι εκεί είναι πολύ παραδοσιακοί και ανήκουν στην οργάνωση Sande. Σύμφωνα με τα όσα της είπε η μητέρα της, η Αιτήτρια δήλωσε ότι η γιαγιά της ήταν βασίλισσα της οργάνωσης Sande και πως όταν πέθανε πήρε τη θέση της η μητέρα της. Η Αιτήτρια δήλωσε περαιτέρω ότι είναι πολύ δύσκολο να ξεφύγεις από την οικογένεια και πως όταν η μητέρα της την πίεζε να μάθει περισσότερα για την οργάνωση ενώ μεγάλωνε, με την ίδια να δηλώνει ότι αρνείτο λόγω του ότι φοιτούσε ακόμη στο σχολείο. Η Αιτήτρια εξήγησε ότι στην οργάνωση Sande τελούν πολλές θυσίες και τελετές και πως η ίδια είναι Χριστιανή και φοιτούσε σε καθολικό σχολείο. Δήλωσε περαιτέρω ότι κάποιες φορές έβλεπε τη μητέρα της γυμνή και πως της δήλωνε ότι δε θέλει να γίνει μέλος διότι είναι Χριστιανή. Η Αιτήτρια στη συνέχεια περιέγραψε ότι κάποια μέλη της οικογενείας της την επισκέφτηκαν πριν πεθάνει η μητέρα της και της ζήτησαν να πάρει τη θέση της μητέρας της, με την ίδια να αρνείται να το κάνει. Εν συνεχεία η Αιτήτρια δήλωσε ότι μία νύχτα το Νοέμβριο του 2019 και ενώ η ίδια κοιμόταν, μία ομάδα γυναικών πήγε και την πήρε με τη βία σε ένα δάσος, προσπάθησαν να της αφαιρέσουν τα ρούχα και όταν αυτή αντιστάθηκε την έδειραν και της έριξαν καυτό νερό στο χέρι, με την ίδια να φεύγει τρέχοντας και να πηγαίνει στον ιερέα της, ο οποίος την πήγε στο νοσοκομείο (βλ ερ 26 1χ).
Σε ερώτηση της Λειτουργού σχετικά με το πως έφυγε από το δάσος, η Αιτήτρια εξήγησε ότι πάλευε μαζί τους και επειδή αιμορραγούσε στο πάνω μέρος του ποδιού την άφησαν να φύγει (βλ ερ 26 2χ). Ερωτηθείσα σχετικά, η Αιτήτρια δήλωσε ότι το συμβάν έλαβε χώρα την 28/11/2019, πως δε γνωρίζει ακριβώς πώς τραυματίστηκε και άρχισε να αιμορραγεί διότι ήταν νύχτα και δεν έβλεπε, παρά μόνο ένοιωσε τον πόνο, πως διέφυγε το ίδιο βράδυ ( βλ ερ 26 3χ 4χ) και πως πήγε στο σπίτι του ιερέα της στην περιοχή Μ της Yekepa (βλ ερ 25 1χ). Δήλωσε περαιτέρω ότι οι γυναίκες την τραυμάτισαν με κάποιο πολύ αιχμηρό αντικείμενο (βλ ερ 24 1χ).
Ερωτηθείσα σχετικά, η Αιτήτρια δήλωσε ότι οι γυναίκες που την πήραν στο δάσος ήταν οι δύο αδερφές της μητέρας της και κάποιες άλλες συγγενείς στην κοινότητα (βλ ερ 3χ) και πως την πήγαν σε ένα δάσος ανάμεσα στις περιοχές Μ και Ο της Yekepa (βλ ερ 25 4χ). Η Αιτήτρια δήλωσε περαιτέρω ότι οι γυναίκες την επισκέφτηκαν μία και μοναδική φορά στο σπίτι του ιερέα μία εβδομάδα μετά το συμβάν, τον Δεκέμβριο του 2019 (βλ ερ 24 3χ 4χ) και την προειδοποίησαν ότι αν δε γίνει μέλος της οργάνωσης θα της κάνουν κακό (βλ ερ 25 5χ 6χ).
Ερωτηθείσα σχετικά με την οργάνωση Sande, η Αιτήτρια δήλωσε ότι κάνουν κλειτοριδεκτομή στις γυναίκες, πως δεν τις εξήγησαν κάτι περαιτέρω και πως η μητέρα της της έλεγε ότι θα της έδινε περαιτέρω πληροφορίες όταν γινόταν μέλος (βλ ερ 24 5χ 6χ). Η Αιτήτρια δήλωσε περαιτέρω ότι ο πατέρας της είναι πολύ θυμωμένος μαζί της, πως γνωρίζει για το συμβάν και πως η ίδια δεν ήθελε να γυρίσει στο σπίτι του πατέρα της διότι δεν ήθελε να της κάνουν ξανά κακό (βλ ερ 24 7χ 8χ).
Εν συνεχεία η Λειτουργός ζήτησε από την Αιτήτρια να εξηγήσει τη χρονική αντίφαση στις δηλώσεις της, καθώς στην αίτηση διεθνούς προστασίας που κατέθεσε το 2022 δήλωσε ότι η μητέρα της πέθανε πέντε μήνες πριν, ενώ κατά τη συνέντευξη δήλωσε ότι η μητέρα της πέθανε στις 25/04/2020, με την Αιτήτρια να εξηγεί ότι ήταν μπερδεμένη και έκλαιγε (βλ ερ 23 3χ).
Σε ερώτηση της Λειτουργού σχετικά με το τι πιστεύει πως θα συμβεί σε περίπτωση που επιστρέψει στη Λιβερία, Η Αιτήτρια δήλωσε ότι θα την βλάψουν εάν επιστρέψει (βλ ερ 23). Σε ερώτηση του λειτουργού σχετικά με το αν θα της επέτρεπαν οι αρχές της χώρας να επιστρέψει, η Αιτήτρια απήντησε θετικά (βλ. ερ. 23).
Κατά την αξιολόγηση της αίτησης ασύλου της Αιτήτριας, ο Λειτουργός κατέγραψε τους ακόλουθους δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς:
(α) ταυτότητα, χώρα καταγωγής και προσωπικά στοιχεία/προφίλ της Αιτήτριας,
(β) η Αιτήτρια στοχοποιήθηκε από μέλη της οργάνωσης Sande διότι αρνήθηκε να λάβει την ηγετική θέση της μητέρας της.
Ως προς τον πρώτο ισχυρισμό της Αιτήτριας, η Λειτουργός αξιολόγησε αυτόν ως εσωτερικά και εξωτερικά αξιόπιστο και συνεπώς τον έκανε δεκτό, αποδεχόμενος τα στοιχεία του προφίλ της Αιτήτριας, όπως εκεί καταγράφονται. Συγκεκριμένα, τα στοιχεία της Αιτήτριας εξακριβώθηκαν από το διαβατήριο το οποίο προσκόμισε.
Η Αιτήτρια δήλωσε ότι γεννήθηκε και έζησε όλη του τη ζωή σε διάφορες περιοχές της πόλης Yekepa. Η Yekepa στην οποία αναφέρθηκε η Αιτήτρια εντοπίστηκε κατόπιν έρευνας στο διαδίκτυο. Σχετική πηγή η https://www.fallingrain.com/world/LI/09/New_Yekepa.html
Ως προς τον δεύτερο ισχυρισμό της Αιτήτριας, η Λειτουργός αξιολόγησε αυτόν ως εσωτερικά αναξιόπιστο καθώς έκρινε ότι οι απαντήσεις της Αιτήτριας δεν ήταν ικανοποιητικές, πως οι ισχυρισμοί της δεν είχαν την απαιτούμενη ευλογοφάνεια και δεν έδινε επαρκείς πληροφορίες και διότι επλήγη η αξιοπιστία της σε διάφορα σημεία της συνέντευξη. Συγκεκριμένα, η Λειτουργός έκρινε ότι πλήττεται η αξιοπιστία της Αιτήτριας από αντίφαση στα λεγόμενά της, καθώς ενώ αρχικά δήλωσε ότι άρχισε να ζει με τον ιερέα της τον Δεκέμβριο του 2020 στη συνέχεια δήλωσε ότι την 28/11/2019, ημέρα του ισχυριζόμενου συμβάντος στο δάσος, η ίδια έφυγε τρέχοντας και πήγε στο σπίτι του ιερέα της.
Η Λειτουργός έκρινε επίσης ότι οι πληροφορίες τις οποίες έδωσε η Αιτήτρια για την κοινότητα Sande ήταν ανεπαρκείς, καθώς το μόνο που δήλωσε ότι γνωρίζει είναι ότι αποκόβουν την κλειτορίδα, ενώ αναμένετο να γνωρίζει περισσότερα πράγματα για αυτήν καθώς η μητέρα της ήταν μέλος αυτής για χρόνια.
Η Λειτουργός έκρινε περαιτέρω ότι η αξιοπιστία της Αιτήτριας πλήττεται από το γεγονός ότι ενώ στην αίτηση διεθνούς προστασίας δήλωσε ότι η μητέρα της πέθανε πέντε μήνες πριν τη συμπλήρωση της αίτησης κατά τη συνέντευξή της δήλωσε δις ότι η μητέρα της πέθανε την 25/04/2020. Όταν ερωτήθηκε σχετικά, η Αιτήτρια δήλωσε ότι ίσως έκανε λάθος, δίχως να εξηγήσει περαιτέρω.
Αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, η Λειτουργός έκρινε ότι τα όσα ανέφερε η Αιτήτρια στη συνέντευξή της αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη του αιτήματός της και ως εκ τούτου δεν υπήρχαν εύλογοι λόγοι που να δικαιολογούν την οποιαδήποτε ανάλυση των εν λόγω δεδομένων μέσω άλλων πηγών πληροφόρησης. Λαμβάνοντας υπόψιν του τα ως άνω δεδομένα, η Λειτουργός απέρριψε τον ισχυρισμό της Αιτήτριας.
Εν συνεχεία η Λειτουργός προχώρησε στην αξιολόγηση του μελλοντικού κινδύνου σε περίπτωση επιστροφής της Αιτήτριας στη χώρα καταγωγής και συγκεκριμένα στην πόλη Yekepa της Λιβερίας. Εξετάζοντας τα ουσιώδη περιστατικά τα οποία έγιναν δεκτά και αναλύοντας τόσο το προσωπικό προφίλ της Αιτήτριας όσο και την κατάσταση ασφαλείας στη χώρα και στον τελευταίο τόπο διαμονής, η Λειτουργός διαπίστωσε ότι δεν υπάρχουν εύλογοι και βάσιμοι λόγοι που να υποδεικνύουν ότι σε περίπτωση που η Αιτήτρια επιστρέψει στη χώρα καταγωγής θα αντιμετωπίσει δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης.
Προχωρώντας στη νομική ανάλυση, ο Λειτουργός έκρινε ότι από τους προβαλλόμενους και αποδεκτούς ισχυρισμούς της Αιτήτριας διαφαίνεται ότι στο πρόσωπό της δε συντρέχουν εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχειά τα οποία θα μπορούσαν να στοιχειοθετήσουν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, συμμετοχής σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα ή πολιτικών πεποιθήσεων σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής της και ως εκ τούτου η Αιτήτρια δεν πληροί τις προϋποθέσεις για υπαγωγή στο καθεστώς του πρόσφυγα.
Η Λειτουργός εν συνεχεία προέβη σε εξέταση του κατά πόσο η Αιτήτρια δικαιούται παραχώρησης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19 (1) και έκρινε ότι δεν αποδείχθηκε ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 (2), (α), (β) και (γ) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000. Συγκεκριμένα, η Λειτουργός έκρινε ότι σε περίπτωση επιστροφής της Αιτήτριας στη Λιβερία δεν υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι από τους οποίους να προκύπτει ότι θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί θανατική ποινή ή εκτέλεση, όπως προβλέπει το άρθρο 19 (2)(α) ή βασανιστήρια, απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία όπως προβλέπει το άρθρο 19 (2)(β) ή πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας του λόγω αδιάκριτης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης ως το άρθρο 19 (2)(γ) προνοεί, καθώς η Yekepa, πόλη στην οποία η Αιτήτρια αναμένεται να επιστρέψει, δε βρίσκεται σε συνθήκες διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.
Ως εκ τούτου ο Λειτουργός έκρινε ότι η Αιτήτρια δεν πληροί τις προϋποθέσεις για υπαγωγή στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.
Στο σημείο αυτό κρίνω σκόπιμο να αναφέρω ότι σε κάθε περίπτωση και σύμφωνα με το άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου, εναπόκειται στον εκάστοτε Αιτητή/Αιτήτρια να τεκμηριώσει την αίτησή του για διεθνή προστασία. Στην υπό κρίση περίπτωση, για τους λόγους που αναλύθηκαν ανωτέρω, η Αιτήτρια δεν κατάφερε τεκμηριώσει κάποια παρελθούσα πράξη δίωξης σε βάρος του ούτε κατά τη διάρκεια της προφορικής του συνέντευξης, αλλά ούτε κατά την ενώπιόν μου διαδικασία.
Όταν ο Αιτητής κρίνεται αναξιόπιστος, δεν υπάρχουν περιθώρια περαιτέρω διερεύνησης (δέστε υπόθ. αρ. 1964/06, ημερ. 11.3.08 Obaidul Haque v. Δημοκρατίας).
Σχετικά και με αυτό το μέρος του αιτήματος, η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να δώσει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες σε θέματα που άπτονται στην υπό ισχυρισμό δίωξη της . Επιπλέον, οι ισχυρισμοί της παρουσιάζονται με επιπολαιότητα, γενικότητα και αοριστία. Στις αναφορές της επίσης, υπάρχουν ουσιώδης αντιφάσεις.
Εν κατακλείδι τα όσα η Αιτήτρια ανέφερε στη συνέντευξη της δεν κατάφερε να τεκμηριώσει την εσωτερική αξιοπιστία της , εξαιτίας των ασαφειών και αντιφάσεων που παρατηρούνται στις δηλώσεις της. Υπό το φως των πιο πάνω κρίνω ότι η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση σε να παραθέσει σαφείς και λεπτομερείς περιγραφές, και στην ουσία περιορίστηκε σε ένα αόριστο και αντιφατικό αφήγημα.
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία η Υπηρεσία Ασύλου λαμβανομένου υπόψη της κατάληξης στης σχετικά με την εσωτερική αξιοπιστία της Αιτήτριας δεν προχώρησε σε έρευνα αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού της .
Ωστόσο το Δικαστήριο στα πλαίσια των εξουσιών του προχώρησε σε δική του έρευνα στη βάση της οποίας επιβεβαιώνεται η ύπαρξη της κοινότητας Sande και είναι το female secret ' society στην Λιβερία. Ο ρόλος του Sande society είναι για να προετοιμάσουν τα κορίτσια για την ενηλικίωση. Για παράδειγμα, τους μαθαίνουν πώς να γίνουν σύζυγοι και να φροντίζουν τους άντρες τους, πώς να γίνουν μητέρες, να έχουν την κατάλληλη σεξουαλική συμπεριφορά και άλλα. Τα μέλη του Sande society κάνουν εκπαίδευση σε bush schools. Ο ακρωτηριασμός των γεννητικών οργάνων αποτελεί μέρος της μύησης ωστόσο οι ηλικίες που εφαρμόζεται αφορά στη περίοδο 4- 14 χρόνων . To Sande ελέγχεται από τους zoes, οι οποίες είναι traditional practiotioners και ασχολούνται με την εκπαίδευση στο bush school, κάνουν ακρωτηριασμού των γυναικείων γεννητικών οργάνων (εφεξής FGM) και παρευρίσκονται στην γέννα.
Σύμφωνα με το USDOS, το οποίο επικαλείται πληροφορίες από οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, παραδοσιακές μυστικές εταιρείες όπως η οργάνωση Sande είναι υπεύθυνες για επιβλαβείς παραδοσιακές πρακτικές, όπως μαγεία, τελετουργικές δολοφονίες και άλλες βίαιες πρακτικές όπως ο FGM[1]. Πηγές που συμβουλεύτηκε η EUAA επιβεβαιώνουν ότι η μύηση των γυναικών από την οργάνωση Sande περιλαμβάνει τον FGM[2].
Δεν αναφέρονται οποιεσδήποτε συνέπειες σε όσα κορίτσια αρνηθούν να πάρουν τον ρόλο zoe Ωστόσο μετά την ενηλικίωση η πρακτική αυτή γίνεται μόνο με την συγκατάθεση της γυναίκας. Σύμφωνα με το Ίδρυμα Bertelsmann, ο αριθμός των μελών μυστικών οργανώσεων μειώνεται επειδή οι άνθρωποι αντιστέκονται συχνότερα στον ακρωτηριασμό των γυναικείων γεννητικών οργάνων, [3]. Στην έκθεσή της του Μαρτίου 2020 προς το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (HRC), η Επιτροπή για την Εξάλειψη των Διακρίσεων κατά των Γυναικών συνέστησε στην κυβέρνηση της Λιβερίας να δημιουργήσει μηχανισμούς παρακολούθησης για την αντιμετώπιση της στρατολόγησης κοριτσιών στη μυστική οργάνωση Sande και την πρόληψη και εξάλειψη της σεξουαλικής κακοποίησης και βίας κατά των κοριτσιών και να διασφαλίσει ότι οι δράστες τιμωρούνται επαρκώς. Η έκθεση περιλαμβάνει επίσης παρατηρήσεις από την UNMIL και την OHCHR ότι ορισμένες πρακτικές υπό το πρόσχημα της «παράδοσης» ή του «πολιτισμού», όπως ο ακρωτηριασμός των γυναικείων γεννητικών οργάνων και η αναγκαστική μύηση σε μυστικές οργανώσεις, ήταν ασυμβίβαστες με τα παγκόσμια πρότυπα ανθρωπίνων δικαιωμάτων (HRC, 6 Μαρτίου 2020). Σύμφωνα με το USDOS, η μυστική οργάνωση Sande, η οποία συνδυάζει παραδοσιακές θρησκευτικές και πολιτιστικές πρακτικές, εκτελεί FGM στα μέλη της ως μέρος τελετών κατήχησης[4]. Σύμφωνα με το DHS 2007 της Λιβερίας, η παραδοσιακή ηλικία για FGM/C είναι μεταξύ 10-15 ετών, με το 35,9% να την έχουν υποστεί μεταξύ 15-19 ετών[5].
Μετά την απαγόρευση του FGM/C από το Εθνικό Συμβούλιο Αρχηγών και Πρεσβυτέρων στη Λιβερία, τον Φεβρουάριο του 2023, «παραδοσιακές τελετές για την αποτελεσματική επιβολή της απαγόρευσης του FGM/C έχουν διεξαχθεί σε πέντε από τις 11 κομητείες που διατηρούν την πρακτική στη Λιβερία, συγκεκριμένα Montserrado, Grand Cape Mount, Nimba, Bong και Lofa, σύμφωνα με άρθρο των Ηνωμένων Εθνών του Φεβρουαρίου 2024[6].
Το Υπουργείο Εσωτερικών των ΗΠΑ (USDOS) πρόσθεσε ότι μετά την απαγόρευση του 2023, το Εθνικό Συμβούλιο Αρχηγών και Πρεσβυτέρων στη Λιβερία «έκλεισε ένα παραδοσιακό αγροτικό σχολείο στην κομητεία Montserrado, αντικαθιστώντας το με ένα κέντρο πολιτιστικής κληρονομιάς και επαγγελματικής εκπαίδευσης για την εκπαίδευση των επαγγελματιών του FGM/C με εναλλακτικές δεξιότητες για βιοπορισμό». Επιπλέον, η έκθεση του USDOS που καλύπτει το 2023 περιέγραφε ότι «οι τοπικές αρχές έκλεισαν τρία μυστικά αγροτικά λεγόμενα σχολεία θάμνων, όπου γινόταν η πρακτική, σε τρεις ξεχωριστές κομητείες και συνεργάστηκαν με τις Γυναίκες του ΟΗΕ για την παροχή εκπαίδευσης στους κατοίκους»[7].
Βάσει της αξιολόγησης τόσο της εσωτερικής, όσο και της εξωτερικής αξιοπιστίας του υπό εξέταση ισχυρισμών, το Δικαστήριο καταλήγει στο ίδιο συμπέρασμα με τον λειτουργό και οι υπό εξέταση ισχυρισμοί απορρίπτονται στο σύνολό τους ως μη αξιόπιστοι.
Εν πάση περιπτώσει κρίνω ότι ο λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου, στην έκθεση-εισήγηση, αξιολόγησε κάθε έκαστο ισχυρισμό της Αιτήτριας και για τους λόγους που εκτενώς καταγράφηκαν στην εισήγησή του, εύλογα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αξιοπιστία του δεν κρίνεται ως ικανοποιητική και ως εκ τούτου ορθά δεν παραχωρήθηκε το ευεργέτημα της αμφιβολίας, όπως αυτό καθορίζεται στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου για τις διαδικασίες και τα κριτήρια καθορισμού του καθεστώτος των προσφύγων.
Έχει, πολλάκις, νομολογηθεί ότι κρίση επί της αξιοπιστίας της Αιτήτριας και έγκριση κωλύματος έγκρισης αίτησης για το λόγο αναξιοπιστίας ως προς τα προβαλλόμενα από τον αιτητή είναι επιτρεπτή (AMIRI ΚΑΙ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ Κ.Α. (2009 3 Α.Α.Δ. 358).
Στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, "Το ευεργέτημα της αμφιβολίας πρέπει να δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί και εξετασθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του αιτούντος. Οι ισχυρισμοί του αιτούντος πρέπει να παρουσιάζουν συνοχή και αληθοφάνεια και να μην έρχονται σε αντίφαση με γεγονότα που είναι γενικά γνωστά σε όλους".
Επομένως, ορθά δεν παραχωρήθηκε σε αυτόν το ευεργέτημα της αμφιβολίας και ορθά ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης του για διεθνή προστασία.
Περαιτέρω, συμφωνώ με την αξιολόγηση κινδύνου στην οποία προέβη ο λειτουργός στη βάση του αποδεκτού ουσιώδους ισχυρισμού, καθώς και με το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε αναφορικά με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων αναγνώρισης προσφυγικού καθεστώτος καθώς η Αιτήτρια δεν κατάφερε να στοιχειοθετήσει βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης για ένα από τους πέντε λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο Άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου και του Άρθρου 1Α(2) της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων.
Σημειώνεται πως λόγω του ότι ο ισχυρισμός της Αιτήτριας αναφορικά με τον λόγο που φέρεται να εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του απορρίφθηκε ως μη αξιόπιστος, δεν πληρούνται και οι προϋποθέσεις υπαγωγής της Αιτήτριας στα άρθρα 19 (2) (α) και (β) περί συμπληρωματικής προστασίας, καθώς δεν προέκυψαν στοιχεία εκ των οποίων μπορεί να συναχθεί ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής της, η Αιτήτρια κινδυνεύει να αντιμετωπίσει θανατική ποινή ή εκτέλεση κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (α), ή άλλως βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (β).
Αναφορικά δε με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων παροχής συμπληρωματικής προστασίας προς το πρόσωπο της Αιτήτριας υπό την έννοια του άρθρου 19 (2) (γ) του Περί Προσφύγων Νόμου ή άλλως του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, κρίνω σκόπιμο να παρατεθούν αρχικά τα κάτωθι:
Το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου προϋποθέτει ουσιώδεις λόγους να πιστεύεται ότι η Αιτήτρια θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, υπάρχει ευρεία νομολογία τόσο του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015) όσο και του ΔΕΕ (βλ. C-285/12, A. Diakité v. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides, 30/01/2014, C-465/07, Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie, 17/02/2009), καθώς επίσης και του ΕΔΔΑ (βλ. K.A.B. v. Sweden, 886/11, 05/09/2013 (final 17/02/2014), Sufi and Elmi v. the United Kingdom, 8319/07 and 11449/07, 28/11/2011) στις οποίες ερμηνεύεται η έννοια της «αδιακρίτως ασκούμενης βίας» και της «ένοπλης σύρραξης» και τίθενται κριτήρια ως προς τη σοβαρότητα του κινδύνου που προϋποτίθεται για την αξιολόγηση των περιπτώσεων στις οποίες εξετάζεται η πιθανότητα παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.
Στην υπόθεση Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staats-secretarisvan Justitie παρ. 35, το ΔΕΕ αναφέρει ότι «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας[1]» ενώ στην παρ. 37 αναφέρει ότι «η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο.» (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου). Περαιτέρω το ΔΕΕ στην εν λόγω υπόθεση αποφάσισε ότι «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών την καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας» (παρ. 39).
Επιπλέον, σύμφωνα με το Εγχειρίδιο της ΕΥΥΑ σχετικά με τη δικαστική ανάλυση του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ακόμη και αν η Αιτήτρια μπορεί να αποδείξει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης στην περιοχή καταγωγής του (ή καθ' οδόν προς τη συγκεκριμένη περιοχή καταγωγής), το δικαίωμα επικουρικής προστασίας μπορεί να κατοχυρωθεί μόνο εάν η Αιτήτρια δεν μπορεί να επιτύχει εγχώρια προστασία σε άλλο τμήμα της χώρας, καθώς επίσης, όταν αποφασίζεται η τοποθεσία της περιοχής καταγωγής ενός αιτητή ως προορισμός επιστροφής, απαιτείται η εφαρμογή προσέγγισης βασισμένης στα πραγματικά περιστατικά όσον αφορά την περιοχή του τελευταίου τόπου διαμονής και την περιοχή συνήθους διαμονής.
Εν προκειμένω, αναφορικά με τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής της Αιτήτριας, ήτοι στην Yekepa της Λιβερίας, το Δικαστήριο προχώρησε σε επικαιροποιημένη έρευνα αναφορικά με τις επικρατούσες εκεί συνθήκες.
Αναφορικά με τα περιστατικά ασφαλείας, σύμφωνα με τα πρόσφατα δεδομένα της βάσης δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project), ενός μη κερδοσκοπικού οργανισμού με έργο τη συλλογή, ανάλυση και χαρτογράφηση δεδομένων σχετικά με τις ημερομηνίες, τους δρώντες, τις τοποθεσίες, τους θανάτους και τους τύπους όλων των καταγεγραμμένων γεγονότων πολιτικής βίας και διαμαρτυρίας σε παγκόσμια κλίμακα, κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ 10/02/2024 και 07/02/2025 σε ολόκληρη τη χώρα της Λιβερίας, καταγράφηκαν συνολικά 45 περιστατικά ασφαλείας από τα οποία επήλθε ο θάνατος συνολικά 6 πολιτών. Πιο αναλυτικά, 1 εξ αυτών καταγράφηκε ως περιστατικό χρήσης βίας κατά πολιτών (με 1 θύμα), 15 ως ταραχές/εξεγέρσεις (με 5 θύματα) και 29 ως διαμαρτυρίες (χωρίς θύματα)[8].
Ως εκ των ανωτέρω, συμπεραίνεται ότι οι ένοπλες συγκρούσεις στη Yekepa δεν έχουν φτάσει σε σημείο που να στοχοποιούνται αδιακρίτως άμαχοι πολίτες μόνο και μόνο λόγω της παρουσίας τους. Ο πληθυσμός δε της χώρας καταγράφεται στους 5.250.187 κατοίκους σύμφωνα με την πιο πρόσφατη επίσημη καταμέτρηση του 2022[9]. Ειδικότερα στην πόλη Yekepa, τόπο τελευταίας διαμονής στην χώρα καταγωγής της Αιτήτριας, ο πληθυσμός ανέρχεται στους 24.695 κατοίκους[10].
Δεδομένων των πιο πάνω , καθίσταται κατανοητό ότι ο ανωτέρω αναφερόμενος αριθμός θανάτων στην εν λόγω περιοχή δεν ανέρχεται σε τόσο υψηλά επίπεδα σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό της περιοχής, έτσι ώστε να μπορεί να συναχθεί ότι η Αιτήτρια θα εκτεθεί σε κίνδυνο σοβαρής βλάβης λόγω αδιάκριτης βίας εάν επιστρέψει στον τόπο προηγούμενης συνήθους διαμονής του.
Τα εν λόγω στοιχεία καταδεικνύουν ότι δεν υπάρχουν συνθήκες αδιάκριτης βίας και γενικά δεν υφίσταται πραγματικός κίνδυνος για έναν πολίτη να επηρεαστεί προσωπικά μόνο από την παρουσία του στην εν λόγω πολιτεία, υπό την έννοια του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ.
Από τα πιο πάνω, δεν προκύπτει οτιδήποτε που να δημιουργεί τέτοιες προϋποθέσεις ώστε, σε περίπτωση επιστροφής της Αιτήτριας στην περιοχή συνήθους διαμονής του, να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι αυτός θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή λόγω της παρουσίας του και μόνο στην εν λόγω περιοχή, αφού πρόκειται για άμαχο πολίτη, αλλά ούτε και πραγματικός κίνδυνος να υποστεί θανατική ποινή ή εκτέλεση, ή βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του στη χώρα καταγωγής του.
Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις της Αιτήτριας, παρατηρώ ότι αυτός είναι άνδρας νεαρής ηλικίας, υγιής και ικανός προς εργασία. Επομένως, λαμβάνοντας υπόψιν επίσης και τις ιδιαίτερες περιστάσεις της Αιτήτριας, οι οποίες δεν παρουσιάζουν δείκτες ευαλωτότητας, θεωρώ ότι δεν εγείρονται ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι αυτός θα διατρέξει κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του.
Στη βάση των παραπάνω δεν προκύπτει ότι με την επιστροφή του στη Monrovia η Αιτήτρια θα έλθει αντιμέτωπος με σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας του, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης βάσει του άρθρου 19 (2) (γ).
Βάσει λοιπόν, και της επικαιροποιημένης έρευνας του Δικαστηρίου, κρίνεται ότι το ενδεχόμενο χορήγησης συμπληρωματικής προστασίας στον Αιτητή σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 19 του περί Προσφύγων Νόμου απορρίπτεται, λόγω του ότι δεν πληρούνται οι προβλεπόμενες εκ του Νόμου προϋποθέσεις.
Περαιτέρω λαμβανομένου υπόψη ότι η Αιτήτρια εξέφρασε την πρόθεση αν επιστρέψει να διαμένει στη πολη Monrovia κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ 17/02/2024 και 14/02/2025 , καταγράφηκαν 3 ταραχές/εξεγέρσεις (χωρίς θύματα) και 11 ως διαμαρτυρίες (χωρίς θύματα)[11]. Ο πληθυσμός σύμφωνα με την τελευταία επίσημη καταγραφή του 2008 ανέρχεται στους 1.021.762 κατοίκους[12].
Επί τη βάσει όλων όσων παρατέθηκαν στην παρούσα απόφαση, το Δικαστήριο κρίνει ότι το αίτημα της Αιτήτριας για διεθνή προστασία εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου ήταν το αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και ορθής αξιολόγησης όλων των στοιχείων και δεδομένων, είναι επαρκώς αιτιολογημένη και λήφθηκε σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου, το Σύνταγμα και τις Γενικές Αρχές του Διοικητικού Δικαίου.
Συνεπώς, κρίνω, με βάση τα ανωτέρω, ότι οι λόγοι ακυρώσεως της προσβαλλόμενης απόφασης δεν ευσταθούν.
Υπό το φως των πιο πάνω η προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη με €1500 έξοδα εναντίον της Αιτήτριας και υπέρ των Καθ' ων η Αίτηση.
Βούλα Κουρουζίδου - Καρλεττίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] USDOS, 2021 Report on International Religious Freedom: Liberia, https://www.state.gov/reports/2021-report-on-international-religious-freedom/liberia/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 17/02/2025)
[2] EUAA, COI Query, Liberia – Poro Secret Society, 28 Μαΐου 2024 https://www.ecoi.net/en/file/local/2110031/2024_05_EUAA_COI_Query_Response_Q31_Liberia_Poro_secret_society.pdf σελ 4 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 17/02/2025)
[3]
_ ΒΤΙ, 2024 Country Report: Liberia, https://www.ecoi.net/en/file/local/2105917/country_report_2024_LBR.pdf σελ 11 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 19/02/2025)
[4]
_ USDOS, 2022 Country Reports on Human Rights Practices: Liberia, https://www.state.gov/reports/2022-country-reports-on-human-rights-practices/liberia/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 19/02/2025)
[5] Ziyada M., Estimating the magnitude of female genital mutilation/cutting in Norway: an extrapolation model, BMC Public Health (2016) 12:110, https://bmcpublichealth.biomedcentral.com/articles/10.1186/s12889-016-2794-6 , σελ 4, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 25/02/2025)
[6] UN, Liberia, Significant progress in the fight against Female Genital Mutilation in Liberia, 15/02/2024, https://liberia.un.org/en/260782-significant-progress-fight-against-female-genital-mutilation-liberia , (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 25/02/2025)
[7] USDOS, 2023 Country Report on Human Rights Practices: Liberia, 23/04/2024, https://www.state.gov/wp-content/uploads/2024/03/528267_LIBERIA-2023-HUMAN-RIGHTS-REPORT.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 25/02/2025)
[8] ACLED - The Armed Conflict Location & Event Data Project, https://acleddata.com/. Περιστατικά ασφαλείας για το χρονικό διάστημα από 10/02/2024 έως 07/02/2025 στην Liberia: https://acleddata.com/explorer/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης στις 17/02/2025)
[9] City Population, Liberia, https://citypopulation.de/en/liberia/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 17/02/2025)
[10] Mongabay, Liberia, Yekepa, https://population.mongabay.com/cities/liberia/new-yekepa.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 17/02/2025)
[11]
_ ACLED - The Armed Conflict Location & Event Data Project, https://acleddata.com/. Περιστατικά ασφαλείας για το χρονικό διάστημα από 17/02/2024 έως 14/02/2025 στην Monrovia της Λιβερίας: https://acleddata.com/explorer/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης στις 19/02/2025)
[12]
_ City Population, Liberia, Monrovia, https://citypopulation.de/en/liberia/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 19/02/2025)
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο