MRS C.E. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου, Υποθ. Αρ.: 2290/2024, 11/2/2025
print
Τίτλος:
MRS C.E. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου, Υποθ. Αρ.: 2290/2024, 11/2/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υποθ. Αρ.: 2290/2024

                                        

                                           11 Φεβρουαρίου  2025

[Β. ΚΟΥΡΟΥΖΙΔΟΥ-KΑΡΛΕΤΤΙΔΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με τάρθρο 146 του Συντάγματος

 Μεταξύ:

MRS C.E.  ARC {…}  από τη Νιγηρία και τώρα στη Λευκωσία

Αιτήτρια

-και-

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου

 

Καθ' ων η Αίτηση

 

Μ. Μαυρονικόλας (κος) , για Αλ Ταχέρ, Μπενέτη & Συνεργάτες,  Δικηγόρος για την Αιτήτρια

Γ. Γεωργίου (κος) και Α. Κίτσιου (κα) Δικηγόροι για τους Καθ' ων η Αίτηση.

Η Αιτήτρια παρούσα.  Παρούσα κ κα Ζ. Αγαπίου  για πιστή μετάφραση από Αγγλικά σε Ελληνικά και αντιστρόφως.

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Η Αιτήτρια αιτείται δήλωσης  του Δικαστηρίου ότι η απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση ημερομηνίας 08/05/2024, η οποία κοινοποιήθηκε στην Αιτήτρια στις 24/05/2024 και με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για παροχή Διεθνούς προστασίας καθότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του περί Προσφύγων Νόμου 6(Ι)/2000  και είναι παράνομη, άκυρη και στερείται κάθε νόμιμου αποτελέσματος . Περαιτέρω αιτείται απόφαση με την οποία να αναγνωρίζεται στην Αιτήτρια καθεστώς διεθνούς προστασίας .

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Σύμφωνα με τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου που βρίσκονται ενώπιόν μου, η Αιτήτρια είναι υπήκοος Νιγηρίας και στις 27/09/2023 υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας, αφού προηγουμένως εισήλθε παράνομα στη Δημοκρατία, μέσω των κατεχόμενων εδαφών στις 18/09/2023. Στη 26/04/2024 διεξήχθη συνέντευξη στην Αιτήτρια από  αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, ο οποίος στις 08/05/2024 υπέβαλε Έκθεση-Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου με την εισήγηση όπως απορριφθεί το αίτημα της Αιτήτριας. Στις 08/05/2024 ο δεόντως εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός, ενέκρινε την πιο πάνω Έκθεση-Εισήγηση αποφασίζοντας  την απόρριψη της αίτησης διεθνούς προστασίας της Αιτήτριας και εξέδωσε απόφαση επιστροφής στη χώρα καταγωγής της. Την 24/05/2024 εκδόθηκε απορριπτική του αιτήματος της Αιτήτριας  επιστολή από την Υπηρεσία Ασύλου συνοδευόμενη από αιτιολόγηση της απόφασής της, η οποία κοινοποιήθηκε στην Αιτήτρια αυθημερόν. Στις 25/06/2024 η Αιτήτρια καταχώρισε την παρούσα προσφυγή.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Η Αιτήτρια προέβαλε μέσω της αίτησης πολλούς λόγους ακυρώσεως, περιόρισε αυτούς αρχικά με την γραπτή αγόρευσή της σε τρεις και εν συνεχεία κατά το στάδιο των διευκρινήσεων περιόρισε αυτούς περαιτέρω στον μοναδικό ακόλουθο λόγο ακυρώσεως ήτοι η απόφαση είναι προϊόν ανεπαρκούς και/ή ανεπαρκούς έρευνας και/ή ελλαττωματικής έρευνας και/ή λήφθηκε χωρίς έρευνα και/ή χωρίς επαρκή και/ή δέουσα έρευνα. Συγκεκριμένα, η Αιτήτρια δήλωσε ότι ο Λειτουργός όφειλε να λάβει υπόψιν του τις εξατομικευμένες περιστάσεις της προτού λάβει την απόφαση να κρίνει τους ισχυρισμούς τους ως μη ευλογοφανείς, όπως επίσης και τα αντικειμενικά στοιχεία που την απέτρεψαν από το να ζητήσει βοήθεια. Όφειλε δηλαδή να πραγματοποιήσει έρευνα σχετικά με τη βία κατά του γυναικείου πληθυσμού στη Νιγηρία, τη διαφθορά των αστυνομικών οργάνων και το γεγονός ότι η κακοποίηση που υπέστη έχει επηρεάσει σε σημαντικό βαθμό την κρίση της. Επιπλέον η Αιτήτρια δήλωσε ότι η εισήγηση του Λειτουργού όφειλε να συνοδεύεται από ψυχολογική πραγματογνωμοσύνη. 

Ως αποτέλεσμα των ανωτέρω ο δικηγόρος των Καθ' ων η Αίτηση προχώρησε σε προφορική αγόρευση κατά τη διάρκεια των διευκρινήσεων στις 05/11/2024. Συγκεκριμένα, ανέφεραν ότι υιοθετούν το περιεχόμενο της ένστασής τους και επισημαίνουν  πως η περίπτωση της  Αιτήτριας  δεν εμπίπτει στα άρθρα 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου. Τέλος, σημειώνει πως η Νιγηρία συγκαταλέγεται στις ασφαλείς χώρες ιθαγένειας.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Καταρχάς πρέπει να λεχθεί ότι οι λόγοι ακύρωσης είναι με γενικότητα και αοριστία που εγείρονται στην παρούσα αίτηση.  Η απλή καταγραφή κατά ιδιαίτερο συνοπτικό τρόπο στους λόγους ακύρωσης της νομικής βάσης της προσφυγής δεν ικανοποιεί την επιτακτική ανάγκη του Καν. 7 του Ανωτάτου Συνταγματικού Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962, όπως οι νομικοί λόγοι αναφέρονται πλήρως.  

Η αναφορά, για παράδειγμα, ότι «Η απόφαση πάσχει γιατί λήφθηκε χωρίς την δέουσα έρευνα» (το ίδιο αοριστόλογοι είναι και οι υπόλοιποι λόγοι ακύρωσης), δεν εξηγεί καθόλου, ούτε παραπέμπει σε συγκεκριμένα κατ' ισχυρισμόν δεδομένα που οδήγησαν σε μη έρευνα ή έλλειψη δέουσας έρευνας κλπ. Η συνήγορος της Αιτήτριας εν προκειμένω αναφέρεται με γενικό τρόπο στους λόγους χωρίς να τεκμηριώνει πως αυτοί υφίστανται και χωρίς να υποδεικνύει τα σημεία της διοικητικής διαδικασίας όπου αυτές οι αρχές καταπατώνται. Η προσφυγή θα μπορούσε να απορριφθεί για τους πιο πάνω διαδικαστικούς λόγους οι οποίοι αντανακλούν βεβαίως και επί της ουσίας.  Αυστηρώς ομιλούντες τα όσα αναφέρονται στην αγόρευση της δικηγόρου της Αιτήτριας δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη, εφόσον παγίως αναγνωρίζεται ότι οι αγορεύσεις δεν αποτελούν μέσο για τη θεμελίωση γεγονότων. (δέστε Δημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Ελισσαίου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (2004) 3 Α.Α.Δ. 412 και Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 384) (δέστε Υπόθεση Αρ. 1119/2009  ημερ. 31 Ιανουαρίου 2012 FARHAN KHALIL, και   Κυπριακής Δημοκρατίας).

Οι ισχυρισμοί για την ακύρωση μιας διοικητικής απόφασης πρέπει να είναι συγκεκριμένοι και να εξειδικεύουν ποια νομοθετική πρόνοια ή αρχή διοικητικού δικαίου παραβιάζεται. Όπως έχει τονισθεί στην υπόθεση Latomia Estate Ltd. v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672: «Η αιτιολόγηση των νομικών σημείων πάνω στα οποία βασίζεται μια προσφυγή είναι απαραίτητη για την εξέταση από ένα Διοικητικό Δικαστήριο των λόγων που προσβάλλουν τη νομιμότητα μιας διοικητικής πράξης».

Περαιτέρω δεν αρκεί η παράθεση των συγκεκριμένων διατάξεων της νομοθεσίας που κατ' ισχυρισμόν παραβιάζει η προσβαλλόμενη πράξη, αλλά θα πρέπει επίσης τα επικαλούμενα νομικά σημεία να αιτιολογούνται πλήρως.  Οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια σε σχέση με αυτά μπορεί να έχει ως συνέπεια την απόρριψη της προσφυγής. (βλ. Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 AAΔ.598).

Επίσης είναι πλειστάκις νομολογημένο ότι, λόγοι ακύρωσης που δεν εγεί­ρονται στο δικόγραφο της προσφυγής δεν μπορούν να εξεταστούν με το να εγείρονται για πρώτη φορά στις γραπτές αγορεύσεις. Σχετικό είναι και το ακόλουθο απόσπασμα από την πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας στη Φλωρεντία Πετρίδου ν. Επιτρο­πής Δημόσιας Υπηρεσίας, (2004) 3 Α.Α.Δ. 636«Παρατηρούμε ότι στο κείμενο της προσφυγής δεν εγείρεται τέτοιος λόγος ακύ­ρωσης, αν και σχετική επιχειρηματολογία πράγματι προβάλλεται στη γραπτή αγό­ρευση της εφεσείουσας. Έχει επανειλημμένα λεχθεί πως λόγος ακύρωσης που δεν εγείρεται στην προσφυγή δεν μπορεί να εξεταστεί σε μεταγενέστερο στάδιο, αφού οι γραπτές αγορεύσεις αποτελούν απλώς επιχειρηματολογία».

Σύμφωνα με την  Μαραγκός ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 671 : «Για να καταστεί το θέμα επίδικο, πρέπει αυτό να εγείρεται σύμφωνα με τις δικονομικές διατάξεις και να αποφασίζεται ύστερα από εξαντλητική επιχειρηματολογία.»

«Η αγόρευση αποτελεί το μέσο για την έκθεση της επιχειρηματολογίας υπέρ της αποδοχής των λόγων ακύρωσης και όχι υποκατάστατο της στοιχειοθέτησής τους. Βλ. Παπαδοπούλας ν. Ιωσηφίδη κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 601 και Λεωφορεία Λευκωσίας Λτδ ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 56

 

Τα όσα επομένως πιο κάτω εξετάζονται και  αποφασίζονται τελούν υπό την πιο πάνω τοποθέτηση.

Στα πλαίσια ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης, το Δικαστήριο εξετάζει κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκειται στην διακριτική ευχέρεια του αποφασίζοντας οργάνου και διαφέρει κατά περίπτωση (βλ. Απόφαση αρ. 128/2008 JAMAL KAROU V Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 1 Φεβρουάριου, 2010).

Όπως εξηγήθηκε στην υπόθεση Πολυξένη Γεωργίου ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 606/91, ημερομηνίας 22.9.92, στις σελ. 2-3: «Το τι αποτελεί επαρκή έρευνα, εξαρτάται από τα γεγονότα και περιστατικά της κάθε υπόθεσης (KNAI ν. The Republic (1987) 3 CLR 1534). Η έκταση της έρευνας που ένα διοικητικό όργανο διεξάγει για τη λήψη απόφασης εξαρτάται από τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης» (Δημοκρατίας ν. Γιαλλουρίδη και Άλλων), Αναθεωρητικές Εφέσεις 868, 868, ημερομηνίας 13.12.90)».

Έχω εξετάσει την προσβαλλόμενη απόφαση υπό το πρίσμα όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, κυρίως των όσων η Αιτήτρια δήλωσε τόσο με την υποβολή της αίτησης διεθνούς προστασίας, όσο και κατά τη διάρκεια της προφορικής της συνέντευξης ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου, αλλά και όσων προβάλλει με την παρούσα προσφυγή.

Ειδικότερα, η Αιτήτρια είναι υπήκοος Νιγηρίας, και γεννήθηκε στο Lagos της Νιγηρίας, όπου και διέμενε. Ως προς το θρήσκευμα δήλωσε πως είναι Χριστιανή. Ως προς το μορφωτικό της επίπεδο δήλωσε πως μιλάει Αγγλικά (μητρική). Ως προς την οικογενειακή της κατάσταση δήλωσε άγαμη.

 

Κατά τη πρωτοβάθμια συνέντευξη η Αιτήτρια δήλωσε υπήκοος Νιγηρίας, γεννηθείσα την 20/04/1994 και ανύπαντρη. Η Αιτήτρια δήλωσε περαιτέρω ότι είναι Χριστιανή, ότι είναι απόφοιτος της δεύτερης τάξης της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, πως δεν εργαζόταν και ότι ομιλεί Αγγλικά (μητρική της γλώσσα) (βλ. ερ. 43 1χ 2χ). Η Αιτήτρια δήλωσε επιπλέον ότι γεννήθηκε στο Lagos της Νιγηρίας και ότι όταν ήταν μωρό η οικογένεια της μετακόμισε στη Βόρεια Νιγηρία έως το 2009, όποτε και μετακόμισε στην Benin της πολιτείας Edo όπου διέμεινε έως ότου έφυγε από τη χώρα καταγωγής της (βλ. ερ. 41 1χ 2χ). Η Αιτήτρια δεν έχει συγγενείς ή μέλη της οικογένειας στην Κύπρο ή σε οποιαδήποτε άλλη χώρα της ΕΕ (βλ. ερ 42). Η Αιτήτρια είναι κάτοχος διαβατηρίου Νιγηρίας το οποίο εκδόθηκε την 22/12/2021 και λήγει την 21/12/2026. Ερωτηθείσα περί της διαδικασίας δια της οποίας εξέδωσε διαβατήριο, η Αιτήτρια απάντησε ότι δεν το έκανε η ίδια μα αυτός ο οποίος οργάνωσε το ταξίδι της προς τη Δημοκρατία (βλ. ερ. 43 3χ).

 

Η Αιτήτρια δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη Νιγηρία διότι ήταν θύμα συστηματικής σεξουαλικής και σωματικής κακοποίησης και διότι ήθελε να συνεχίσει το σχολείο (βλ. ερ 39). Συγκεκριμένα, η Αιτήτρια δήλωσε ότι το 2009 έχασε τους γονείς της και τα αδέρφια της κατά τη διάρκεια βομβιστικής επίθεσης από την Boko Haram και πως ένας άντρας την είδε στο δρόμο να κλαίει μόνη της, τη λυπήθηκε και την πήρε μαζί του στο Benin (βλ. ερ. 42 2χ 4χ και ερ. 41 2χ). Η Αιτήτρια δήλωσε ότι από την μέρα εκείνη και μέχρι να φύγει από τη Νιγηρία έμενε στο σπίτι του (βλ. ερ. 38). Ο άντρας αυτός, σύμφωνα με την Αιτήτρια, την κακοποιούσε συστηματικά, τόσο σεξουαλικά όσο και σωματικά ασκώντας της βία και στερώντας της φαγητό ενώ επίσης την κρατούσε κλειδωμένη μέσα στο σπίτι.  Η Αιτήτρια, δήλωσε οτι την 6/12/2014 γέννησε ένα αγόρι το οποίο της πήρε  την ίδια μέρα ο άντρας με τον οποίο διέμενε και δε γνωρίζει τι του συνέβη έκτοτε (βλ. ερ. 39 1χ και ερ. 38 3χ 4χ 6χ).

 

Εν συνεχεία η Αιτήτρια δήλωσε ότι κατάφερε να δραπετεύσει από τον άντρα που την κακοποιούσε με τη βοήθεια μιας γειτόνισσάς της επ’ ονόματι Crystar Bear. Διευκρινίζοντας περαιτέρω τη δήλωση αυτή, η Αιτήτρια εξήγησε πως η γυναίκα αυτή έβλεπε και άκουγε πως την κακομεταχειριζόταν ο άντρας αυτός και τη φρόντιζε περιστασιακά δίνοντας της φαγητό (βλ. ερ. 38 7χ) και επιπλέον προθυμοποιήθηκε να τη βοηθήσει (βλ. ερ. 39 1χ), λέγοντας της ότι ο αδερφός της βρίσκεται στην Κύπρο και μπορεί να τη βοηθήσει να συνεχίσει την εκπαίδευσή της (βλ. ερ 41 3χ). Μία μέρα, όταν ο άντρας έλειπε από το σπίτι, η Αιτήτρια δήλωσε πως έφυγε τρέχοντας δίχως να πάρει καν τα πράγματά της, έμεινε για μία νύχτα σε ένα ξενοδοχείο στο οποίο είχε κάνει κράτηση η Crystar Bear και το επόμενο πρωί ταξίδεψε στην Abuja και από εκεί στην Κύπρο (βλ. ερ. 37 4χ).

 

Η Αιτήτρια εν συνεχεία περιέγραψε ότι φτάνοντας στις κατεχόμενες περιοχές της Δημοκρατίας την υποδέχτηκε ο αδερφός της Crystar Bear, τον οποίο γνώριζε με τα ονόματα Precious και Frank και την πήγε στο σπίτι του, έναν οροφοδιαμέρισμα στην Αμμόχωστο, ουδέποτε την έστειλε σε σχολείο όπως της είχε υποσχεθεί αλλά αντ’ αυτού την κράτησε αιχμάλωτη στο σπίτι του για ένα χρόνο και την κακοποιούσε σωματικά και σεξουαλικά, έως ότου με τη βοήθεια ενός εκ των φίλων του Frank της έδωσε κάποια χρήματα και αυτή τα χρησιμοποίησε για να περάσει από τις κατεχόμενες περιοχές στη Δημοκρατία, όπου και κατέθεσε αίτηση διεθνούς προστασίας (βλ. ερ. 41 3χ).  

 

Σε διευκρινιστική ερώτηση του λειτουργού σχετικά με τον τόπο διαμονής της στη Βόρεια Νιγηρία με την οικογένειά της, η Αιτήτρια δήλωσε ότι δε θυμάται (βλ. ερ. 42 2χ) ενώ το ίδιο απάντησε όταν της ζητήθηκε να περιγράψει χρονολογικά τα μέρη στα οποία έζησε στη Νιγηρία, δηλώντας μόνον ότι γεννήθηκε στο Lagos, όταν ήταν μωρό μετακόμισε στη Βόρεια Νιγηρία και ότι το 2009 μετακόμισε στην περιοχή Egor της Benin της πολιτείας Edo (βλ. ερ. 41 1χ). Όταν ζητήθηκε από την Αιτήτρια να παρέχει περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με τις αδερφές της αυτή δήλωσε ότι το μόνο που γνωρίζει είναι ότι η ίδια ήταν η νεότερη σε ηλικία (βλ ερ 42 5χ).

 

Όταν ζητήθηκε από την Αιτήτρια να περιγράψει με περισσότερες λεπτομέρειες τη βομβιστική επίθεση στην οποία έχασε την οικογένειά της, η ίδια δήλωσε πως δε θυμάται την ημερομηνία παρά μόνο ότι συνέβη το 2009, πως εκείνη την περίοδο γινόντουσαν παντού βομβιστικές επιθέσεις, πως ήταν μαζί με την οικογένειά της εκείνη τη μέρα αλλά η ίδια κατάφερε να ξεφύγει, πως θεωρεί ότι η οικογένειά της έχει πεθάνει διότι δεν την ψάξανε και δεν τους ξαναείδε και τέλος πως δεν τους είδε με τα μάτια της νεκρούς (βλ. ερ. 42 2χ 5χ). Ερωτώμενη πως είναι δυνατόν να μη μπορεί να παρέχει βασικές πληροφορίες για την οικογένειά της και τους τόπους διαμονής της, η Αιτήτρια δήλωσε ότι βρισκόταν ακόμη στη Νιγηρία τότε και έχει περάσει πολύς καιρός και δε θυμάται (βλ. ερ. 35). Σε διευκρινιστικές ερωτήσεις του Λειτουργού η Αιτήτρια δήλωσε ότι δεν έψαξε για την οικογένειά της μετά το συμβάν, δεν πήγε να ζητήσει τη βοήθεια της αστυνομίας διότι όλοι τρέχανε για να σωθούνε και πως πήγε με τον άντρα που τη βρήκε στον τόπο της επίθεσης διότι νόμιζε ότι ήταν καλός άνθρωπος και διότι ήταν μόνη και φοβισμένη (βλ ερ 37).

 

Σε διευκρινιστικές ερωτήσεις σχετικά με το ποιος χρηματοδότησε το ταξίδι της και γιατί, η Αιτήτρια δήλωσε ότι για το ταξίδι της πλήρωσε ο Frank διότι ήθελε να τη βοηθήσει να συνεχίσει το σχολείο (βλ ερ 40 και 37 6χ). Όταν ζητήθηκε από την Αιτήτρια να δώσει περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με τον άντρα που την απήγαγε στη Νιγηρία, αυτή δήλωσε ότι είναι μαύρος, ψηλός, έχεις ένα σημάδι στο πρόσωπο και είναι πολύ επικίνδυνος (βλ. ερ. 38 1χ 2χ).

 

Σε ερώτηση του Λειτουργού σχετικά με το πως κατάφερε να εκδώσει διαβατήριο εφόσον δε μπορούσε να βγει από το σπίτι, η Αιτήτρια δήλωσε ότι η φίλη της της έφερε ρούχα και βγάλανε τις απαραίτητες φωτογραφίες στο σπίτι όπου κρατείτο (βλ ερ 37 5χ).Ερωτώμενη από τον Λειτουργό γιατί δήλωσε κατά τη συνέντευξη ευαλωτότητας ότι ο άνθρωπος που την απήγαγε μετά τη βομβιστική επίθεση ήταν μέλος της Boko Haram ενώ κατά τη συνέντευξη δεν ανέφερε κάτι τέτοιο, η Αιτήτρια δήλωσε ότι τον αποκάλεσε μέλος της οργάνωσης διότι ο τρόπος που φέρθηκε ήταν ίδιος με το πως φέρονται τα μέλη της Boko Haram, ήτοι ότι κλειδώνουν κόσμο στα σπίτια τους και τον δέρνουν και τον κακοποιούν (βλ ερ 36 1χ).

 

Ερωτώμενη πως κατάφερε να δραπετεύσει από το σπίτι στο οποίο κρατείτο στη Νιγηρία εφόσον ήταν συνέχεια κλειδωμένη μέσα σε αυτό, η Αιτήτρια δήλωσε ότι σχεδίαζε να φύγει και πως το έκανε μόλις βρήκε την ευκαιρία όταν ο άντρας που την κρατούσε πήγε για ψώνια (βλ ερ 36 3χ). 

Σε ερώτηση του λειτουργού σχετικά με το τι πιστεύει πως θα συμβεί σε περίπτωση που επιστρέψει στη Νιγηρία, Η Αιτήτρια δήλωσε ότι θα την σκοτώσει ο απαγωγέας της και πως δε γνωρίζει με ποιο τρόπο θα μπορούσε να τη βρει (βλ ερ 35 2χ 3χ).  Σε επακόλουθη ερώτηση του λειτουργού σχετικά με το αν θα μπορούσε να επιστρέψει και να ζήσει με ασφάλεια στο Lagos, η Αιτήτρια απάντησε όχι και πως δεν επιθυμεί να επιστρέψει στη Νιγηρία (βλ. ερ. 35).

 

Κατά την αξιολόγηση της αίτησης ασύλου της Αιτήτριας, ο Λειτουργός κατέγραψε τους ακόλουθους τέσσερεις ουσιώδεις ισχυρισμούς:

 

(α) ταυτότητα και χώρα καταγωγής της Αιτήτριας,

(β) η Αιτήτρια εξαναγκάστηκε σε σεξουαλική κακοποίηση από τον σωτήρα της και δραπέτευσε από αυτόν

(γ) ο ισχυριζόμενος φόβος δίωξης από το άτομο που την φιλοξενούσε σπίτι του.

(δ) ο εξαναγκασμός της Αιτήτριας σε σεξουαλική κακοποίηση από φιλικό της πρόσωπο στις κατεχόμενες περιοχές.

 

Ως προς τον πρώτο ισχυρισμό της Αιτήτριας, ο Λειτουργός αξιολόγησε αυτόν ως εσωτερικά και εξωτερικά αξιόπιστο και συνεπώς τον έκανε δεκτό, αποδεχόμενος τα στοιχεία του προφίλ της Αιτήτριας, όπως εκεί καταγράφονται. Συγκεκριμένα, τα στοιχεία της Αιτήτριας εξακριβώθηκαν από το διαβατήριο το οποίο προσκόμισε.

Η Αιτήτρια δήλωσε οτι γεννήθηκε και έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στο Lagos της πολιτείας Lagos της Νιγηρίας και πως τελευταίος τόπος διαμονής της ήταν η πόλη Benin της πολιτείας Edo. Το Lagos και η Benin που ανέφερε η Αιτήτρια εντοπίστηκαν κατόπιν έρευνας στο διαδίκτυο. Σχετικες πηγες είναι οι ακολουθες :

https://www.fallingrain.com/world/NI/05/Lagos.html και

https://www.fallingrain.com/world/NI/37/Benin_City.html

 

Ως προς τον δεύτερο ισχυρισμό της Αιτήτριας, ο Λειτουργός αξιολόγησε αυτόν ως εσωτερικά αναξιόπιστο καθώς έκρινε ότι οι ισχυρισμοί της Αιτήτριας ως προς το μέρος αυτό του αιτήματός της παρουσιάζουν έλλειψη επαρκών πληροφοριών, αντιφάσεις και έλλειψη συνοχής και συνέπειας. Συγκεκριμένα, η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να δώσει επαρκείς πληροφορίες για τον άνθρωπο που την έσωσε, την πήρε σπίτι του και διέμενε μαζί του από το 2009 έως και το 2022, ακόμη και κατόπιν διευκρινιστικών ερωτήσεων του Λειτουργού. Επιπλέον, η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να παρέχει επαρκείς πληροφορίες όσον αφορά τη δυσμενή μεταχείριση που υπέστη από τον εν λόγω άντρα, παρά τις διευκρινιστικές ερωτήσεις του Λειτουργού και παρά το γεγονός πως η Αιτήτρια, σύμφωνα με δήλωσή της, ζούσε μαζί του για πάνω από μια δεκαετία.

Ο Λειτουργός έκρινε περαιτέρω ότι η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να παρέχει επαρκείς πληροφορίες αναφορικά με τη γειτόνισσά της η οποία τη βοήθησε να δραπετεύσει, καθώς αναμενόταν από την Αιτήτρια να είναι σε θέση να αναφέρει τα προσωπικά στοιχεία της εν λόγω γυναίκας, την ηλικία της, την εξωτερική της εμφάνιση και το πως ακριβώς γνωρίστηκαν καθώς το συγκεκριμένο άτομο αποτελεί μέρος του πυρήνα του αιτήματός της.

Περαιτέρω, ο ισχυρισμός της Αιτήτριας ότι μέρος της διαδικασίας έκδοσης διαβατηρίου της έλαβε χώρα στο σπίτι όπου κρατείτο χαρακτηρίστηκε από έλλειψη ευλογοφάνειας και νοηματικής συνοχής, καθώς δεν αναμένεται ότι μια επιτυχημένη διαδικασία έκδοσης διαβατηρίου δύναται να λάβει χώρα εκτός ενός κρατικού τμήματος έκδοσης διαβατηρίων.

Ο Λειτουργός έκρινε επιπλέον ότι η Αιτήτρια υπέπεσε σε αντίφαση καθώς κατά την αίτησή της δήλωσε ότι το άτομο που την πήρε στο σπίτι του μετά την βομβιστική επίθεση ήταν μέλος της Boko Haram, δήλωση την οποία δεν επανέλαβε κατά τη συνέντευξή της. Σε διευκρινιστική ερώτηση του Λειτουργού επί της αντίφασης αυτής, η Αιτήτρια άλλαξε τα λεγόμενά της και, δημιουργώντας διαδοχικές αντιφάσεις και δίχως ευλογοφάνεια, ισχυρίστηκε ότι αποκαλούσε το άτομο αυτό Boko Haram διότι δεν ήταν διαφορετικός από τα μέλη της οργάνωσης καθώς και αυτά προβαίνουν σε αντίστοιχες πράξεις όπως η απαγωγή και κακοποίηση γυναικών. Τέλος ο Λειτουργός έκρινε ότι η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να δώσει επαρκείς πληροφορίες αναφορικά με το πως κατάφερε να δραπετεύσει ενώ, όπως ισχυρίστηκε, ήταν πάντα κλειδωμένη εντός της οικείας όπου κρατείτο. Παρά τις περαιτέρω διευκρινιστικές ερωτήσεις του Λειτουργού η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να παρέχει περισσότερες πληροφορίες, όπως και ήταν αναμενόμενο καθώς το συγκεκριμένο γεγονός αποτελεί μέρος του πυρήνα του αιτήματός της. 

Αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, καθώς οι δηλώσεις της Αιτήτριας σε σχέση με την απαγωγή και κακοποίησή της ήταν ιδιωτικής φύσεως, δε βρέθηκαν εξωτερικές πηγές οι οποίες να τον επιβεβαιώνουν ή να τον διαψεύδουν. Λαμβάνοντας υπόψιν του τα ως άνω δεδομένα, ο Λειτουργός απέρριψε τον ισχυρισμό της Αιτήτριας.

 

Ως προς τον τρίτο ισχυρισμό της Αιτήτριας, ο Λειτουργός αρχικά σημείωσε ότι με δεδομένο ότι έχει ήδη απορριφθεί ο δεύτερος ισχυρισμός της δε μπορεί να γίνει δεκτός και ο τρίτος συνακόλουθος ισχυρισμός καθώς εκλείπει η γενεσιουργός του αιτία. Σε κάθε περίπτωση, ο Λειτουργός εν συνεχεία αξιολόγησε αυτόν ως εσωτερικά αναξιόπιστο καθώς έκρινε ότι οι σχετικοί ισχυρισμοί της Αιτήτριας παρουσιάζουν έλλειψη επαρκών πληροφοριών και έλλειψη συνοχής.

Συγκεκριμένα, η Αιτήτρια δήλωσε ότι φοβάται να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής της διότι φοβάται ότι θα τη βρει ο άντρας που την κακοποιούσε εκεί. Σε διευκρινιστική ερώτηση σχετικά με το πως θα μπορέσει να τη βρει ο άντρας αυτός, η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να δώσει μια επαρκή απάντηση, ισχυριζόμενη πως δε γνωρίζει και πως δεν έχει κάποιον πίσω στη χώρα καταγωγής. Καθώς η απάντηση δε σχετίζεται με το περιεχόμενο της ερώτησης και με δεδομένο ότι το άτομο αυτός είναι ο φορέας της υποτιθέμενης δίωξης της Αιτήτριας. Ο Λειτουργός έκρινε ότι οι ισχυρισμοί της διέπονται από έλλειψη συνοχής και συνέπειας.  

Αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, ο Λειτουργός έκρινε πως οι δηλώσεις της Αιτήτριας αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη των ισχυρισμών της  και πως δεν ευνοείται ούτε δικαιολογείται οποιαδήποτε διερεύνηση μέσω εξωτερικών πηγών πληροφόρησης. Λαμβάνοντας υπόψιν του τα αναλυθέντα κριτήρια αξιοπιστίας, ο Λειτουργός δεν έκανε δεκτό τον ισχυρισμό της Αιτήτριας.

 

Ως προς τον τέταρτο ισχυρισμό της Αιτήτριας, ο Λειτουργός αρχικά σημείωσε πως αυτός δε μπορεί να γίνει αποδεκτός εφόσον δεν έγινε δεκτός ο προηγούμενος ισχυρισμός της περί απόδρασης από τη χώρα μέσω φιλικού της προσώπου καθώς ελλείπει η γενεσιουργός αιτία. Εν συνεχεία ο Λειτουργός ανέφερε ότι ούτως ή άλλως οι ισχυρισμοί της Αιτήτριας παρουσιάζουν έλλειψη επαρκών πληροφοριών και έλλειψη συνοχής. Συγκεκριμένα, η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να δώσει επαρκείς πληροφορίες για τον άνθρωπο που υποτίθεται ότι την έσωσε, της κάλυψε όλα τα έξοδα του ταξιδιού και διέμενε μαζί τους για δεκαέξι μήνες ούτε για τον τόπο που διέμενε στις κατεχόμενες περιοχές. Περαιτέρω, ο ισχυρισμός της Αιτήτριας σχετικά με το άτομο που τη βοήθησε να δραπετεύσει από την κράτησή της και από τις κατεχόμενες περιοχές παρουσίαζε εν μέρει συνέπεια, ωστόσο διέπεται από έλλειψη ευλογοφάνειας καθώς επαναλαμβάνεται η ίδια ιστορία και ο ίδιος τρόπος απόδρασης όπως και στην απελευθέρωσή της από την κράτησή της στη χώρα καταγωγής της. 

 

Αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, ο Λειτουργός έκρινε πως οι δηλώσεις της Αιτήτριας αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη των ισχυρισμών της  και πως δεν ευνοείται ούτε δικαιολογείται οποιαδήποτε διερεύνηση μέσω εξωτερικών πηγών πληροφόρησης. Λαμβάνοντας υπόψιν του τα αναλυθέντα κριτήρια αξιοπιστίας, ο Λειτουργός δεν έκανε δεκτό τον ισχυρισμό της Αιτήτριας.

 

Εν συνεχεία ο Λειτουργός προχώρησε στην αξιολόγηση του μελλοντικού κινδύνου σε περίπτωση επιστροφής του Αιτήτριας στη χώρα καταγωγής και συγκεκριμένα στην πόλη Benin της πολιτείας Edo. Εξετάζοντας τα ουσιώδη περιστατικά τα οποία έγιναν δεκτά και αναλύοντας τόσο το προσωπικό προφίλ της Αιτήτριας όσο και την κατάσταση ασφαλείας στη χώρα και στον τελευταίο τόπο διαμονής, o Λειτουργός διαπίστωσε ότι δεν υπάρχουν εύλογοι/ βάσιμοι λόγοι που να υποδεικνύουν ότι σε περίπτωση που η Αιτήτρια επιστρέψει στη χώρα καταγωγής θα αντιμετωπίσει δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης.

 

Προχωρώντας στη νομική ανάλυση και βασιζόμενος στην προηγηθείσα αξιολόγηση κινδύνου, ο αρμόδιος λειτουργός  έκρινε ότι από τους προβαλλόμενους και αποδεκτούς ισχυρισμούς της Αιτήτριας διαφαίνεται ότι στο πρόσωπό της δε συντρέχουν εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχειά τα οποία θα μπορούσαν να στοιχειοθετήσουν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, συμμετοχής σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα ή πολιτικών πεποιθήσεων  σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής και ως εκ τούτου η Αιτήτρια δεν πληροί τις προϋποθέσεις για υπαγωγή στο καθεστώς του πρόσφυγα.

 

Ο Λειτουργός εν συνεχεία προέβη σε εξέταση του κατά πόσο η Αιτήτρια δικαιούται παραχώρησης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19 (1) και έκρινε ότι δεν αποδείχθηκε ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 (2), (α), (β) και (γ) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000. Συγκεκριμένα, ο Λειτουργός έκρινε ότι σε περίπτωση επιστροφής της Αιτήτριας στη Νιγηρία δεν υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι από τους οποίους να προκύπτει ότι θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί θανατική ποινή ή εκτέλεση, όπως προβλέπει το άρθρο 19 (2)(α) ή βασανιστήρια, απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία όπως προβλέπει το άρθρο 19 (2)(β) ή πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας του λόγω αδιάκριτης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης ως το άρθρο 19 (2)(γ) προνοεί, καθώς η Benin, περιοχή στην οποία η Αιτήτρια αναμένεται να επιστρέψει, δεν βρίσκεται σε συνθήκες διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.

 

Ως εκ τούτου ο Λειτουργός έκρινε ότι η Αιτήτρια δεν πληροί τις προϋποθέσεις για υπαγωγή στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.

 

Στο σημείο αυτό κρίνω σκόπιμο να αναφέρω ότι σε κάθε περίπτωση και σύμφωνα με το άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου, εναπόκειται στον εκάστοτε Αιτητή/Αιτήτρια να τεκμηριώσει την αίτησή του για διεθνή προστασία. Στην υπό κρίση περίπτωση, για τους λόγους που αναλύθηκαν ανωτέρω, η Αιτήτρια δεν κατάφερε τεκμηριώσει κάποια παρελθούσα πράξη δίωξης σε βάρος του ούτε κατά τη διάρκεια της προφορικής του συνέντευξης, αλλά  ούτε  κατά την ενώπιόν μου διαδικασία.

 

Όταν η Αιτήτρια κρίνεται αναξιόπιστη, δεν υπάρχουν περιθώρια περαιτέρω διερεύνησης (δέστε  υπόθ. αρ. 1964/06, ημερ. 11.3.08  Obaidul Haque v. Δημοκρατίας).

 

Βάσει της αξιολόγησης τόσο της εσωτερικής, όσο και της εξωτερικής αξιοπιστίας των υπό εξέταση ισχυρισμών, το Δικαστήριο καταλήγει στο ίδιο συμπέρασμα με τον λειτουργό και οι υπό εξέταση ισχυρισμοί απορρίπτονται στο σύνολό τους ως μη αξιόπιστοι.

 

Μετά από προσεκτική εξέταση των όσων η Αιτήτρια ισχυρίστηκε κατά την διάρκεια της συνέντευξής της, διαπιστώνω ότι,  ορθά κρίθηκε αναξιόπιστη  και ότι αυτή δεν κατόρθωσε να πείσει ότι δεν αντιμετώπιζε οποιουδήποτε είδους δίωξη στη χώρα καταγωγής της και ότι η περίπτωσή της δεν πληρούσε τις υπό του Νόμου προβλεπόμενες προϋποθέσεις για αναγνώριση της καθεστώτος του πρόσφυγα ή συμπληρωματικής προστασίας.

Η αρμόδια λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου στην Έκθεση-Εισήγηση της, αξιολόγησε κάθε έκαστο ισχυρισμό της Αιτήτριας και για τους λόγους που εκτενώς καταγράφηκαν σε αυτήν, εύλογα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αξιοπιστία της δεν κρίνεται ως ικανοποιητική και ως εκ τούτου δεν μπορεί να της παραχωρηθεί το ευεργέτημα της αμφιβολίας, όπως αυτό καθορίζεται στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου για τις διαδικασίες και τα κριτήρια καθορισμού του καθεστώτος των προσφύγων.

 

Έχει πολλάκις νομολογηθεί ότι κρίση επί της αξιοπιστίας του αιτητή και έγκριση κωλύματος έγκρισης αίτησης για το λόγο αναξιοπιστίας ως προς τα προβαλλόμενα από τον αιτητή είναι επιτρεπτή (AMIRI ΚΑΙ  ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ  ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ  Κ.Α. (2009) 3 Α.Α.Δ. 358).

 

Σχετική είναι και η απόφαση  υπ' αρ. 626/2010 JAFAR KALASH και ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ1. ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ, 2.ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ, ημερ. 08/10/2013,στην οποία αναφέρονται τα εξής :

 «Όπως ορθώς υποδεικνύει η συνήγορος των καθ' ων η αίτηση, ο βασικός λόγος για τον οποίο δεν έγινε δεκτό το αίτημα του αιτητή ήταν το γεγονός της μη απόδειξης της αληθοφάνειας των βασικών ισχυρισμών του και του κλονισμού της αξιοπιστίας του λόγω ουσιωδών αντιφάσεων, ελλείψεων και αδυναμιών όπως εντοπίστηκαν στις συνεντεύξεις. Αυτό είναι ένα εμπόδιο που ρητά αναγνωρίζεται ως κώλυμα στην έγκριση αιτήματος ασύλου, από τις πρόνοιες του ιδίου του Εγχειριδίου στο οποίο παραπέμπει τόσο ο αρμόδιος Λειτουργός στην εισήγησή του, όσο και η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων στην προσβαλλόμενη απόφασή της...».

 

Περαιτέρω, συμφωνώ με την αξιολόγηση κινδύνου στην οποία προέβη ο αρμόδιος λειτουργός στη βάση του αποδεκτού ουσιώδους ισχυρισμού, καθώς και με το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε αναφορικά με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων αναγνώρισης προσφυγικού καθεστώτος, καθώς η Αιτήτρια δεν κατάφερε να στοιχειοθετήσει βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης για έναν από τους λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο  Άρθρο  3(1) του περί Προσφύγων Νόμου και στο Άρθρο 1Α(2) της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων.

 

Σημειώνεται πως λόγω του ότι οι ισχυρισμοί της Αιτήτριας αναφορικά με τον λόγο που φέρεται να εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της απορρίφθηκαν ως μη αξιόπιστοι, δεν πληρούνται και οι προϋποθέσεις υπαγωγής της Αιτήτριας στα άρθρα 19 (2) (α) και (β) περί συμπληρωματικής προστασίας, καθώς δεν προέκυψαν στοιχεία εκ των οποίων μπορεί να συναχθεί ότι σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής της, η Αιτήτρια κινδυνεύει να αντιμετωπίσει θανατική ποινή ή εκτέλεση κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (α), ή άλλως βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (β).

 

Αναφορικά δε με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων παροχής συμπληρωματικής προστασίας προς το πρόσωπο της Αιτήτριας υπό την έννοια του άρθρου 19 (2) (γ) του Περί Προσφύγων Νόμου ή άλλως του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, κρίνω σκόπιμο να παρατεθούν αρχικά τα κάτωθι:

 

Το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου προϋποθέτει ουσιώδεις λόγους να πιστεύεται ότι η Αιτήτρια θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής της, υπάρχει ευρεία νομολογία τόσο του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015όσο και του ΔΕΕ (βλ. C-285/12, A. Diakité v. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides, 30/01/2014, C-465/07, Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie, 17/02/2009), καθώς επίσης και του ΕΔΔΑ (βλK.A.B. v. Sweden, 886/11, 05/09/2013 (final 17/02/2014), Sufi and Elmi v. the United Kingdom, 8319/07 and 11449/07, 28/11/2011) στις οποίες ερμηνεύεται η έννοια της «αδιακρίτως ασκούμενης βίας» και της «ένοπλης σύρραξης» και τίθενται κριτήρια ως προς τη σοβαρότητα του κινδύνου που προϋποτίθεται για την αξιολόγηση των περιπτώσεων στις οποίες εξετάζεται η πιθανότητα παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Στην υπόθεση Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretarisvan Justitie παρ. 35, το ΔΕΕ αναφέρει ότι «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας[1]» ενώ στην παρ. 37 αναφέρει ότι «η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο.» (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου). Περαιτέρω το ΔΕΕ στην εν λόγω υπόθεση αποφάσισε ότι «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών την καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας» (παρ. 39).

Επιπλέον, σύμφωνα με το Εγχειρίδιο της ΕΥΥΑ σχετικά με τη δικαστική ανάλυση του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ακόμη και αν η Αιτήτρια μπορεί να αποδείξει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης στην περιοχή καταγωγής του (ή καθ' οδόν προς τη συγκεκριμένη περιοχή καταγωγής), το δικαίωμα επικουρικής προστασίας μπορεί να κατοχυρωθεί μόνο εάν η Αιτήτρια δεν μπορεί να επιτύχει εγχώρια προστασία σε άλλο τμήμα της χώρας, καθώς επίσης, όταν αποφασίζεται η τοποθεσία της περιοχής καταγωγής ενός αιτητή ως προορισμός επιστροφής, απαιτείται η εφαρμογή προσέγγισης βασισμένης στα πραγματικά περιστατικά όσον αφορά την περιοχή του τελευταίου τόπου διαμονής και την περιοχή συνήθους διαμονής.

Εν προκειμένω, αναφορικά με τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής της Αιτήτριας, ήτοι στην πολιτεία Edo  και ειδικότερα  στη Benin το Δικαστήριο προχώρησε σε επικαιροποιημένη έρευνα αναφορικά με τις επικρατούσες εκεί συνθήκες.

 

Γενικά για την Πολιτεία σύμφωνα με έρευνα της Γερμανικής BAMF ,οι κύριοι παράγοντες των συγκρούσεων και των ζητημάτων ασφάλειας στην πολιτεία Edo είναι η εγκληματική βία, οι συγκρούσεις μεταξύ συμμοριών/αδελφοτήτων, οι συγκρούσεις μεταξύ κτηνοτρόφων και αγροτών για διαφορές γης, η αυτοδικία από πολιτοφυλακές επαγρύπνησης/εκδίκησης, οι αναταραχές που λαμβάνουν χώρα σε συνθήκες όχλου, οι βίαιες διαμαρτυρίες/διαδηλώσεις και οι επιχειρήσεις καταστολής των διαδηλώσεων που είναι γνωστές ως EndSars, σύμφωνα με πλήθος πηγών μεταξύ των οποίων και η International Crisis Group[1].  Εξ αυτών, το βασικότερο ζήτημα ασφάλειας στην πολιτεία Edo το έτος 2020 ήταν η εγκληματικότητα. Η εγκληματική βία περιλάμβανε κυρίως ένοπλες ληστείες, απαγωγές, λιντσαρίσματα όχλου, καθώς επίσης συγκρούσεις μεταξύ εγκληματιών και προσωπικού ασφαλείας[2].  Τέλος, η πόλη του Benin, η πρωτεύουσα της πολιτείας Edo, εξακολουθεί να είναι ένας σημαντικός κόμβος εμπορίας ανθρώπων στην Αφρική, αλλά οι αυξημένες προσπάθειες επιβολής μπορεί να έχουν κάνει ορισμένα κυκλώματα εμπορίας ανθρώπων να μετατοπίσουν το ενδιαφέρον τους σε άλλες περιοχές της νότιας Νιγηρίας[3].

 Σύμφωνα με την EUAA σε ερώτημα αναφορικά με τη δράση εγκληματικών ομάδων και ομάδων επαγρύπνησης στην πολιτεία Edo το διάστημα Ιανουαρίου 2016 έως τον Σεπτέμβριο του 2023[4]  αναφέρει τα εξής:

«Μια εργασία για τις ομάδες επαγρύπνησης στη Νιγηρία από τον Δρ. Felix Oyosoro, ερευνητή στο Τμήμα Ιστορίας και Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Veritas, στην Abuja[5],  προσδιόρισε τις ομάδες επαγρύπνησης ως σημαντικούς μη κρατικούς παράγοντες στη χώρα. Ο Δρ Oyosoro περιέγραψε τις ομάδες επαγρύπνησης ως «εγγενώς αδόμητες, μονοεθνικές, μη στρωματοποιημένες και [έχουν] συχνά την ίδια πολιτική ιδεολογία»[6].  Οι ομάδες επαγρύπνησης στη Νιγηρία δημιουργήθηκαν για την καταπολέμηση του εγκλήματος, συμπεριλαμβανομένης της ληστείας και του εξτρεμισμού, και απολαμβάνουν ποικίλης υποστήριξης από τις αρχές σε όλη τη χώρα[7].  Ορισμένες ομάδες επαγρύπνησης έχουν συμβόλαιο με τις τοπικές κυβερνήσεις, άλλες με ιδιώτες, ενώ άλλες αποτελούνται από εθελοντές[8].  Άρθρο που δημοσιεύτηκε από την International Crisis Group σημείωσε ότι οι ομάδες επαγρύπνησης στη Νιγηρία «κυμαίνονται από την φρούρηση της γειτονιάς έως τη δράση σε όλη τη χώρα. Οι ομάδες επαγρύπνησης πολλαπλασιάστηκαν τα τελευταία χρόνια καθώς η κατάσταση ασφαλείας επιδεινώθηκε»[9].  Σύμφωνα με μια έκθεση για την επαγρύπνηση στη Νιγηρία από την International Crisis Group που δημοσιεύθηκε τον Απρίλιο του 2022, υπάρχουν «χιλιάδες» ομάδες επαγρύπνησης σε ολόκληρη τη χώρα και δεν υπάρχει καμία βάση δεδομένων, καθιστώντας δυνατό να γνωρίζουμε ποιος είναι ο ακριβής αριθμός τους. Είναι διαφορετικοί και έχουν διαφορετικό τρόπο λειτουργίας και σχέση με τις αρχές»[10].

Η ως άνω έκθεση συνεχίζει: «Πηγές ανέφεραν ότι η επίσημα αναγνωρισμένη ομάδα επαγρύπνησης στην πολιτεία Edo ονομάζεται Edo State Security Vigilante Network ESSVN[11]).  Επιπλέον, μια ερευνητική εργασία για τις ομάδες επαγρύπνησης στη Νιγηρία από τον Δρ. Oyosoro σημείωσε την «Ενσωματωμένη υπηρεσία επαγρύπνησης του Edo State» ή ESIVS, ως έναν μη κρατικό παράγοντα υπεύθυνο για την διατήρηση της ασφάλειας στην πολιτεία Edo που υποστηρίζεται από την κυβέρνηση και την «Vigilante Group of Nigeria» ή VGN, μια ομάδα που είναι παρούσα στην πολιτεία Edo που χρηματοδοτείται από ιδιώτες[12].  Ωστόσο, η ίδια πηγή σημείωσε ότι «ομάδες επαγρύπνησης ξεπηδούν όπου υπάρχει ανάγκη από τις κοινότητες. Ως εκ τούτου, υπάρχουν άτυπες ομάδες επαγρύπνησης που δεν είναι εγγεγραμμένες στην Ομάδα Επαγρύπνησης της Νιγηρίας[13]. Το VGN δραστηριοποιείται σε όλη τη Νιγηρία, συμπεριλαμβανομένου του νότου»[14].

Ως προς την διαθέσιμη προστασία, η ίδια ως άνω πηγή συνεχίζει: Τον Ιανουάριο του 2023, το The Guardian Nigeria News ανέφερε ότι «η κυβέρνηση της πολιτείας Edo έχει αναθέσει στους πράκτορες του State Security Vigilante Network να διασφαλίσουν την προστασία της ζωής και της ιδιοκτησίας, να αποφύγουν τη βία και να εκπληρώσουν τα καθήκοντά τους στο πλαίσιο των νόμων»[15].  Τον Αύγουστο του 2023, 1.500 μέλη των ομάδων επαγρύπνησης έλαβαν εκπαίδευση στην Αστυνομική Ακαδημία του Μπενίν[16]. Μετά την εκπαίδευση, τα εκπαιδευμένα μέλη του ESSVN αναμενόταν να εργαστούν στη «συγκέντρωση πληροφοριών και την κοινοτική αστυνόμευση»[17].  Στις 31 Αυγούστου 2023, το Punch ανέφερε ότι η ESSVN έλαβε 150 μοτοσικλέτες από την κυβέρνηση της πολιτείας Edo για να «ενισχύει τις δραστηριότητές της για τη διασφάλιση της ασφάλειας των πολιτών και περιουσιών σε ολόκληρη την πολιτεία»[18].

Αναφορικά με τα περιστατικά ασφαλείας, σύμφωνα με τα πρόσφατα δεδομένα της βάσης δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project), ενός μη κερδοσκοπικού οργανισμού με έργο τη συλλογή, ανάλυση και χαρτογράφηση δεδομένων σχετικά με τις ημερομηνίες, τους δρώντες, τις τοποθεσίες, τους θανάτους και τους τύπους όλων των καταγεγραμμένων  γεγονότων πολιτικής βίας και διαμαρτυρίας σε παγκόσμια κλίμακα, κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ 20/1/2024 και 17/1/2025 στην πολιτεία Edo της Νιγηρίας, καταγράφηκαν συνολικά 207 περιστατικά ασφαλείας από τα οποία επήλθε ο θάνατος συνολικά 125 πολιτών. Πιο αναλυτικά, 84 εξ αυτών καταγράφηκαν ως μάχες (με 88 θύματα), 54 ως περιστατικά χρήσης βίας κατά πολιτών (με 31 θύματα), 25 ως ταραχές/εξεγέρσεις (6 θύματα) και 44 ως διαμαρτυρίες (χωρίς θύματα)[19]

Σημειώνεται ότι στη πόλη Benin, την ανωτέρω χρονική περίοδο σημειώθηκαν συνολικά 81 περιστατικά ασφαλείας από τα οποία επήλθε ο θάνατος συνολικά 49 πολιτών. Πιο αναλυτικά, 34 εξ αυτών καταγράφηκαν ως μάχες (με 41 θύματα), 14 ως περιστατικά χρήσης βίας κατά πολιτών (με 8 θύματα), 7 ως ταραχές/εξεγέρσεις (χωρίς θύματα) και 26 ως διαμαρτυρίες (χωρίς θύματα). 

H αυστριακή ACCORD αναφέρει σε έκθεσή της που δημοσιεύτηκε τον Αύγουστο του 2024 και αφορά το δεύτερο τρίμηνο του 2024, ότι στο Edo, αναφέρθηκαν 61 περιστατικά στα οποία σκοτώθηκαν 46 άτομα. Οι πληγείσες τοποθεσίες ήταν οι εξής: Abudu, Auchi, Benin City, Egor, Ekiadolor, Ekpoma, Evbuomoma, Evbuotubu, Ibillo, Idogbo, Iguobazuwa, Ikpoba Slope, Illushi, Inikorogha, Isihor, Jattu, Ogheghe, Ogida, Okomu, Okpella, South Ibie, Ugomoson, Uromi[20].  Τα περιστατικά ασφαλείας και οι ανθρώπινες απώλειες είναι αυξημένα σε σχέση με παλαιότερα στοιχεία για το 2022[21].

Ειδικότερα, σύμφωνα με έρευνα της Γερμανικής BAMF που αφορά τα γεγονότα Ιανουαρίου – Ιουνίου 2024 και δημοσιεύτηκε τον Ιούλιο του 2024, στις 14.01.24, μέλη μιας μυστικιστικής ομάδας φέρεται να σκότωσαν τρία άτομα στην πρωτεύουσα της πολιτείας, Benin. Τον Δεκέμβριο του 2023, περισσότεροι από 30 άνθρωποι φέρεται να σκοτώθηκαν σε συγκρούσεις που ξέσπασαν μεταξύ μελών των μυστικιστικών ομάδων Black Axe και Supreme Eiye στην Πολιτεία Edo. Τα κοινά χαρακτηριστικά των νιγηριανών σεχταριστικών ομάδων περιλαμβάνουν την αναζήτηση κέρδους, την χρήση βίας, τις τελετές μύησης και μια ιεραρχική οργανωτική δομή. Λόγω της ιστορίας ορισμένων ομάδων ως φοιτητικών αδελφοτήτων, οι ομάδες λατρείας και οι αδελφότητες είναι μεταξύ των κοινών όρων που χρησιμοποιούνται. Ο Νιγηριανός νόμος «Secret Cult and Similar Activities Prohibition Act, 2012» περιέχει μια μαύρη λίστα με δεκάδες απαγορευμένες μυστικιστικές ομάδες. Επιπλέον, αρκετές πολιτείες έχουν νόμους που απαγορεύουν τις μυστικιστικές ομάδες και τις λατρευτικές δραστηριότητες. Ορισμένες περιοχές έχουν αστυνομικές μονάδες ενάντια στις μυστικιστικές οργανώσεις[22].

Τον Απρίλιο του 2023 η γερμανική BAMF έκανε επισκόπηση της βίας που διαπράχθηκε από την ισλαμιστική ομάδα Ισλαμικό Κράτος στην Επαρχία Δυτικής Αφρικής (ISWAP). Κατά την περίοδο του Ραμαζανιού από τα μέσα Μαρτίου έως τα μέσα Απριλίου 2023, αναφέρθηκαν συνολικά 39 επιθέσεις που είχαν ως αποτέλεσμα 107 θανάτους ή τραυματισμούς. Τα περισσότερα από τα επεισόδια είχαν στόχο τις δυνάμεις ασφαλείας στη βορειοανατολική πολιτεία Borno. Για δεύτερη φορά καταγράφηκε επίθεση στη νοτιοανατολική πολιτεία Edo[23].

Ως προς τα περιστατικά ασφαλείας που σημειώθηκαν εξαιτίας της δράσης των κτηνοτρόφων, σύμφωνα με την ως άνω επισκόπηση της BAMF που δημοσιεύτηκε τον Ιούνιο του 2023 στα τέλη Απριλίου 2023, σημειώθηκε αύξηση των επιθέσεων από ένοπλες ομάδες σε χωριά σε απομακρυσμένες περιοχές της νότιας Πολιτείας Edo. Παρατηρητές της κατάστασης ασφαλείας στην περιοχή πιστεύουν ότι οι δράστες είναι βοσκοί που έχουν μεταναστεύσει από βόρειες περιοχές της Νιγηρίας και επιχειρούν με συνεργάτες. Δέκα μικρά χωριά στη Βορειοανατολική Τοπική Αυτοδιοίκηση της Obia (Local Government Area - LGA) ήταν τα τελευταία που επλήγησαν όταν ομάδες αγνώστων αντρών πήγαιναν από σπίτι σε σπίτι σκοτώνοντας και απαγάγοντας ανθρώπους για λύτρα. Σύμφωνα με πληροφορίες, οι 10 κοινότητες του Igolo και του Abumwenre είναι πλέον εντελώς έρημες. Μάρτυρες λένε ότι το Igolo δέχτηκε επίθεση τρεις φορές μέσα σε μια εβδομάδα. Πολλοί γονείς έχουν σταματήσει να στέλνουν τα παιδιά τους στο σχολείο λόγω της ανασφάλειας. Μερικοί από τους πληγέντες ζουν τώρα σε καταυλισμό εκτοπισμένων στην ίδια LGA. Υπάρχουν παράπονα για τη χαμηλή παρουσία των κρατικών σωμάτων ασφαλείας. Αν και έχουν δημιουργηθεί στρατιωτικές θέσεις σε στρατηγικές τοποθεσίες στην Πολιτεία Edo, αυτό στην καλύτερη περίπτωση περιορίζει τις επιθέσεις, αλλά δεν τις σταματάει οριστικά. Τα τελευταία περιστατικά μπορεί να αντικατοπτρίζουν μια περαιτέρω κλιμάκωση των συγκρούσεων μεταξύ αγροτών και νομάδων, που μέχρι στιγμής έχουν προκαλέσει θύματα κυρίως στην κεντρική περιοχή[24].

Ως εκ των ανωτέρω, συμπεραίνεται ότι οι ένοπλες συγκρούσεις στην Benin δεν έχουν φτάσει σε σημείο που να στοχοποιούνται αδιακρίτως άμαχοι πολίτες μόνο και μόνο λόγω της παρουσίας τους. Ο πληθυσμός δε της εν λόγω πολιτείας καταγράφεται στους 3.233.366 κατοίκους σύμφωνα με την πιο πρόσφατη επίσημη καταμέτρηση του 2006[25]. Ειδικότερα στην πόλη Benin, τόπο τελευταίας διαμονής στην χώρα καταγωγής του Αιτήτριας, ο πληθυσμός ανέρχεται στους 1.140.000 κατοίκους[26].

Δεδομένων  των πιο πάνω , καθίσταται κατανοητό ότι ο ανωτέρω αναφερόμενος αριθμός θανάτων στην εν λόγω περιοχή δεν ανέρχεται σε τόσο υψηλά επίπεδα σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό της περιοχής, έτσι ώστε να μπορεί να συναχθεί ότι η Αιτήτριαθα εκτεθεί σε κίνδυνο σοβαρής βλάβης λόγω αδιάκριτης βίας εάν επιστρέψει στον τόπο προηγούμενης συνήθους διαμονής του.

Τα εν λόγω στοιχεία καταδεικνύουν ότι δεν υπάρχουν συνθήκες αδιάκριτης βίας και γενικά δεν υφίσταται πραγματικός κίνδυνος για έναν πολίτη να επηρεαστεί προσωπικά μόνο από την παρουσία του στην εν λόγω πολιτεία, υπό την έννοια του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ.

Από τα πιο πάνω, δεν προκύπτει οτιδήποτε που να δημιουργεί τέτοιες προϋποθέσεις ώστε, σε περίπτωση επιστροφής του Αιτήτριας στην περιοχή συνήθους διαμονής του, να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι αυτός θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή λόγω της παρουσίας της και μόνο στην εν λόγω περιοχή, αφού πρόκειται για άμαχο πολίτη, αλλά ούτε και πραγματικός κίνδυνος να υποστεί θανατική ποινή ή εκτέλεση, ή βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία της στη χώρα καταγωγής της.

Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις της Αιτήτριας, παρατηρώ ότι αυτός είναι γυναίκα νεαρής ηλικίας, υγιής και ικανή προς εργασία. Επομένως, λαμβάνοντας υπόψιν επίσης και τις ιδιαίτερες περιστάσεις της Αιτήτριας, οι οποίες δεν παρουσιάζουν δείκτες ευαλωτότητας, θεωρώ ότι δεν εγείρονται ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι αυτή θα διατρέξει κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής της.

Στη βάση των παραπάνω δεν προκύπτει ότι με την επιστροφή του στη Benin  η Αιτήτρια θα έλθει αντιμέτωπος με σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας της, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης βάσει του άρθρου 19 (2) (γ).

Βάσει λοιπόν, και της επικαιροποιημένης έρευνας του Δικαστηρίου, κρίνεται ότι το ενδεχόμενο χορήγησης συμπληρωματικής προστασίας στον Αιτήτριας σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 19 (2) (γ) του περί Προσφύγων Νόμου απορρίπτεται, λόγω του ότι δεν πληρούνται οι προβλεπόμενες εκ του Νόμου προϋποθέσεις. 

Αναφορικά με τον ισχυρισμό της Αιτήτριας που αφορά στις  πρόνοιες του αρ.15 (1),αυτές αναφέρονται σε περιπτώσεις όπου κρίνεται «σκόπιμο για την αξιολόγηση της αίτησης [.] όσον αφορά [ε]νδείξεις που ενδεχομένως υποδηλώνουν διώξεις ή σοβαρή βλάβη που υπέστη κατά το παρελθόν και συμπτώματα και ενδείξεις βασανιστηρίων ή άλλων σοβαρών πράξεων σωματικής ή ψυχολογικής βίας, περιλαμβανομένων των πράξεων σεξουαλικής βίας » , ενώ προβλήθηκε δια της ενακτήριας αίτησης δεν έχει προωθηθεί δια της αγόρευση της Αιτήτριας παραμόνο κατά το στάδιο των διευκρινίσεων, δικονομικά ανεπίτρεπτο .βλ. M.T.VCOSMETICS LIMITED v Δημοκρατίας (Υπόθεση αρ. 588/2010, ημερομηνίας 13/11/2012).

Ωστόσο επί της ουσίας του ενλόγω  ισχυρισμού,  η Αιτήτρια ερωτήθηκε κατά το αρχικό στάδιο της συνέντευξης της αν αισθάνεται καλά και αυτή απάντησε καταφατικά. Επομένως δεν προκύπτει παραβίαση της ενλόγω διάταξη του νόμου  εφόσον μάλιστα αυτή εμπίπτει στη διακριτική ευχέρεια του λειτουργού να αποφασίσει αν απαιτείται να ενεργοποιηθεί.

Επί τη βάσει όλων όσων παρατέθηκαν στην παρούσα απόφαση, το Δικαστήριο κρίνει ότι το αίτημα της Αιτήτριας για διεθνή προστασία εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου ήταν το αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και ορθής αξιολόγησης όλων των στοιχείων και δεδομένων, είναι επαρκώς αιτιολογημένη και λήφθηκε σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου, το Σύνταγμα και τις Γενικές Αρχές του Διοικητικού Δικαίου.

Συνεπώς, κρίνω, με βάση τα ανωτέρω, ότι οι λόγοι ακυρώσεως της προσβαλλόμενης απόφασης δεν ευσταθούν.

Υπό το φως των πιο πάνω η  προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη  και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με €1500 έξοδα εναντίον της Αιτήτριας και υπέρ των Καθ' ων η Αίτηση.

 

             

                                                                                                                                                                                                                                       

                Βούλα Κουρουζίδου - Καρλεττίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 



[1] PIND, Niger Delta Annual Conflict Report: January – December 2020, 9 February 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://pindfoundation.org/niger-delta-annual-conflict-report-january-december-2020/, σελ. 1-10; International Crisis Group, Crisis Watch, Tracking Conflict Worldwide, Nigeria, January 2020 – December 2020, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.crisisgroup.org/crisiswatch/database?location%5B%5D=28&date_range=custom&from_month=01&from_year=2020&to_month=12&to_year=2020 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης στις 26/01/2025)

[2] PIND, Niger Delta Annual Conflict Report: January – December 2020, 9 February 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://pindfoundation.org/niger-delta-annual-conflict-report-january-december-2020/, σελ. 5-10 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης στις 26/01/2025)

[3] USDOL – US Department of Labor (Author): 2022 Findings on the Worst Forms of Child Labor: Nigeria, 26 September 2023 https://www.ecoi.net/en/document/2098534.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης στις 26/01/2025)

[4] EUAA – European Union Agency for Asylum (formerly: European Asylum Support Office, EASO) (Author): Nigeria; Information on Vigilante anti-crime group in Edo State, including structure and activities; whether membership included former Black Axe members; incidents of targeting by state and non-state actors, including Black Axe or other criminal groups; availability of state protection [Q42-2023], 29 September 2023 https://www.ecoi.net/en/file/local/2098005/2023_09_EUAA_COI_Query_Response_Q42_Nigeria_Vigilante_anti-crime_group.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης στις 26/01/2025)

[5] Veritas University, Veritas University Staff Directory, n.d. https://www.veritas.edu.ng/staff_profile.php?id=190 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης στις 26/01/2025)

[6] Oyosoro, F. I., Alternative security sources in Nigeria: the ambiguity of Vigilante groups, 2021, https://osf.io/c6ygk/download/?format=pdf, σελ. 3 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης στις 15/11/2024)

[7] ADF, The Vigilantes of Nigeria, 24 August 2022, https://adf-magazine.com/2022/08/the-vigilantes-of-nigeria/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης στις 26/01/2025)

[8] Oyosoro, F. I., Alternative security sources in Nigeria: the ambiguity of Vigilante groups, 2021, https://osf.io/c6ygk/download/?format=pdf, σελ. 4 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης στις 15/11/2024)

[9] USDOS, 2022 Country Report on Human Rights Practices: Nigeria, 20 March 2023, https://www.state.gov/wp-content/uploads/2023/03/415610_NIGERIA-2022-HUMAN-RIGHTS-REPORT.pdf , p. 38 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης στις 26/01/2025)

[10] International Crisis Group, Managing Vigilantism in Nigeria: A Near-term Necessity, 21 April 2022, https://icg-prod.s3.amazonaws.com/308-vigilantism-in-nigeria.pdf , pp. 8-9 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης στις 26/01/2025)

[11] Edo Updates, Impersonation: Edo govt bans use of unauthorized vigilante uniforms, reveals authentic inscription 21 November 2022, https://edoupdates.com/security/impersonation-edo-govt-bans-use-of-unauthorized-vigilante-uniforms-reveals-authentic-inscription/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης στις 26/01/2025)

[12] Oyosoro, F. I., Alternative security sources in Nigeria: the ambiguity of Vigilante groups, 2021, https://osf.io/c6ygk/download/?format=pdf, σελ. 6 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης στις 26/01/2025)

[13] Oyosoro, F. I., Alternative security sources in Nigeria: the ambiguity of Vigilante groups, 2021, https://osf.io/c6ygk/download/?format=pdf, σελ. 6 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης στις 26/01/2025)

[14] Felbab-Brown, V., The Greatest Trick the Devil Played was Convincing Nigeria He Could Protect Them: Vigilante Groups & Militias in Southern Nigeria, in: United Nations University, 2021, http://collections.unu.edu/eserv/UNU:8285/UNU_SouthernNigeriaVigilantes.pdf , pp. 16-17 ((ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης στις 26/01/2025)

[15] Guardian Nigeria News (The), Edo charges vigilante network to enhance security of life, property, 19 January 2023, https://guardian.ng/news/edo-charges-vigilante-network-to-enhance-security-of-life-property/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης στις 26/01/2025)

[16] Punch, Edo trains 1,500 vigilantes in weapon handling, 2 August 2023, https://punchng.com/edo-trains-1500-vigilantes-in-weapon-handling/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης στις 26/01/2025)

[17] Edo Updates, Edo graduates 1,500 security personnel to strengthen intelligence gathering, community policing, 10 August 2023, https://edoupdates.com/security/edo-graduates-1500-security-personnel-to-strengthen-intelligence-gathering-community-policing/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης στις 26/01/2025)

[18] Punch, Obaseki donates 150 motorcycles to Edo Vigilante Security Network, 31 August 2023, https://punchng.com/obaseki-donates-150-motorcycles-to-edo-vigilante-security-network/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης στις 26/01/2025)

[19] ACLED - The Armed Conflict Location & Event Data Project, https://acleddata.com/. Περιστατικά ασφαλείας για το χρονικό διάστημα από 20/1/2024 έως 17/1/2025 στην πολιτεία Edo της Νιγηρίας: https://acleddata.com/explorer/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης στις 26/01/2025)

[20] ACCORD - Austrian Centre for Country of Origin and Asylum Research and Documentation: Nigeria, second quarter 2024: Update on incidents according to the Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), 7 August 2024 https://www.ecoi.net/en/file/local/2113508/2024q2Nigeria_en.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης στις 26/01/2025

[21] ACCORD – Austrian Centre for Country of Origin and Asylum Research and Documentation: NIGERIA, THIRD QUARTER 2022: Update on incidents according to the Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), 12 April 2023 https://www.ecoi.net/en/file/local/2090423/2022q3Nigeria_en.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης στις 26/01/2025)

[22] BAMF - Federal Office for Migration and Refugees (Germany): Briefing Notes Summary, 19 July 2024 https://milo.bamf.de/otcs/cs.exe/app/nodes/30235199 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 26/01/2025)

[23] BAMF – Federal Office for Migration and Refugees (Germany) (Author): Briefing Notes Summary, 30 June 2023 https://milo.bamf.de/OTCS/cs.exe/fetchcsui/-28838520/Deutschland._Bundesamt_f%C3%BCr_Migration_und_Fl%C3%BCchtlinge%2C_Briefing_Notes_Zusammenfassung_%E2%80%93_Nigeria%2C_Januar_bis_Juni_2023%2C_30.06.2023_ENG.pdf?nodeid=28862405&vernum=-2 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης στις 26/01/2025)

[24] BAMF – Federal Office for Migration and Refugees (Germany) (Author): Briefing Notes Summary, 30 June 2023 https://milo.bamf.de/OTCS/cs.exe/fetchcsui/-28838520/Deutschland._Bundesamt_f%C3%BCr_Migration_und_Fl%C3%BCchtlinge%2C_Briefing_Notes_Zusammenfassung_%E2%80%93_Nigeria%2C_Januar_bis_Juni_2023%2C_30.06.2023_ENG.pdf?nodeid=28862405&vernum=-2 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης στις 26/01/2025)

[25] City Population, Nigeria, Edo State, https://citypopulation.de/en/nigeria/cities/agglos/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 26/1/2025) 

[26] City Population, Nigeria, Edo State, Benin City, https://citypopulation.de/en/nigeria/cities/agglos/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 26/1/2025) 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο