
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υποθ. Αρ.: 2370/2024
11 Φεβρουαρίου 2025
[Β. ΚΟΥΡΟΥΖΙΔΟΥ-KΑΡΛΕΤΤΙΔΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με τo άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
B.K. από Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό και τώρα στη Λεμεσό
Αιτητής
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω της Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η Αίτηση
Ρ. Καλογήρου (κα), Δικηγόρος για τον Αιτητή
Π. Βρυωνίδου (κα), Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση.
O Αιτητής παρών. Παρών και ο Ρ. Ευαγγέλου (κος) για πιστή μετάφραση από Αγγλικά σε Ελληνικά και αντιστρόφως.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ο Αιτητής αιτείται: Α. δήλωσης του Δικαστηρίου ότι η απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση ημερομηνίας 28/05/2024, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 10/06/2024 και με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για παροχή Διεθνούς προστασίας καθότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του περί Προσφύγων Νόμου 6(Ι)/2000 και είναι παράνομη, άκυρη και στερείται κάθε νόμιμου αποτελέσματος .
Β. Έκδοση απόφασης επι της ουσίας η οποία θα αντικαθιστά τη προσβαλλόμενη απόφαση
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Σύμφωνα με τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου που βρίσκονται ενώπιόν μου, ο Αιτητής είναι υπήκοος της Σιέρρα Λεόνε και στις 30/03/2022 υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας, αφού προηγουμένως εισήλθε παράνομα στη Δημοκρατία, μέσω των κατεχόμενων εδαφών στις 22/02/2022. Στη 11/10/2023 διεξήχθη συνέντευξη στον Αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, ο οποίος στις 28/05/2024 υπέβαλε Έκθεση-Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου με την εισήγηση όπως απορριφθεί το αίτημα του Αιτητή. Στις 28/05/2024 ο δεόντως εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός, ενέκρινε την πιο πάνω Έκθεση-Εισήγηση αποφασίζοντας την απόρριψη της αίτησης διεθνούς προστασίας του Αιτητή και εξέδωσε απόφαση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του. Την 28/05/2024 εκδόθηκε απορριπτική του αιτήματος του Αιτητή επιστολή από την Υπηρεσία Ασύλου συνοδευόμενη από αιτιολόγηση της απόφασής της, η οποία κοινοποιήθηκε στις 10/06/2024 στον Αιτητή. Στις 28/06/2024 ο Αιτητής καταχώρισε την παρούσα προσφυγή.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Ο Αιτητής προέβαλε μέσω της αίτησης του πλήθος λόγων ακυρώσεως, τους οποίους περιόρισε στον ακόλουθο λόγο και κατά το στάδιο των διευκρινήσεων:
Συγκεκριμένα, με την εναρκτήρια αίτηση του υποβάλλει ότι προσβαλλόμενη απόφαση ελήφθη χωρίς τη διεξαγωγή δέουσας έρευνας και/ή είναι προϊόν ανεπαρκούς και/ή ελλαττωματικής έρευνας και συνεπώς ελήφθη και τελώντας υπό πλάνη περί τα πράγματα και/ή είναι αντίθετη με τα άρθρα 45 και 46. Προβάλλει ότι μεταξύ άλλων ενημέρωσε του Καθ΄ων ν η αίτηση για την κατάσταση που επικρατεί στη χώρα καταγωγής του και τους λόγους για τους οποίους αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα του .Συγκεκριμένα προέβαλε ότι δεχόταν λεκτική βία και εξευτελιστική μεταχείριση από την θεία του και λόγω των δυσμενών συνθηκών διαβίωσης αναγκάστηκε να φύγει από την χώρα. Ωστόσο δια της προφορικής της αγόρευσης, η συνήγορος του Αιτητή ισχυρίστηκε ότι οι Καθ΄ ων η αίτηση δεν διεξήγαγαν τη δέουσα έρευνα αναφορικά με τον ισχυρισμό του περί ένταξής του όταν ήταν παιδί σε μια μυστικιστική οργάνωση τα μέλη της οποίας αναγνωρίζουν το ένα το άλλο από μια ουλή την οποία αποκτούν όταν εντάσσονται σε αυτή.
Η συνήγορος των Καθ' ων η αίτηση αντικρούει τους ισχυρισμούς του Αιτητή και υποστηρίζει ότι η προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου είναι ορθή, νόμιμη, δεόντως αιτιολογημένη και λήφθηκε μετά από δέουσα έρευνα και ορθή ενάσκηση των εξουσιών που παρέχει ο Νόμος στους Καθ' ων η Αίτηση. Περαιτέρω, προβάλλει ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποσείσει το βάρος απόδειξης και να αποδείξει βάσιμους λόγους δίωξης όπως προβλέπεται στο άρθρο 3 (1) του περί Προσφύγων Νόμου, ή ότι μπορεί να τύχει του καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας όπως προβλέπεται στο άρθρο 19 (2) του ίδιου Νόμου.
ΚΑΤΑΛΗΞΗ
Καταρχάς πρέπει να λεχθεί ότι οι λόγοι ακύρωσης είναι με γενικότητα και αοριστία που εγείρονται στην παρούσα αίτηση. Η απλή καταγραφή κατά ιδιαίτερο συνοπτικό τρόπο στους λόγους ακύρωσης της νομικής βάσης της προσφυγής δεν ικανοποιεί την επιτακτική ανάγκη του Καν. 7 του Ανωτάτου Συνταγματικού Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962, όπως οι νομικοί λόγοι αναφέρονται πλήρως.
Η αναφορά, για παράδειγμα, ότι «Η απόφαση πάσχει γιατί λήφθηκε χωρίς την δέουσα έρευνα» (το ίδιο αοριστόλογοι είναι και οι υπόλοιποι λόγοι ακύρωσης), δεν εξηγεί καθόλου, ούτε παραπέμπει σε συγκεκριμένα κατ' ισχυρισμόν δεδομένα που οδήγησαν σε μη έρευνα ή έλλειψη δέουσας έρευνας κλπ. Η συνήγορος του Αιτητή εν προκειμένω αναφέρεται με γενικό τρόπο στους λόγους χωρίς να τεκμηριώνει πως αυτοί υφίστανται και χωρίς να υποδεικνύει τα σημεία της διοικητικής διαδικασίας όπου αυτές οι αρχές καταπατώνται. Η προσφυγή θα μπορούσε να απορριφθεί για τους πιο πάνω διαδικαστικούς λόγους οι οποίοι αντανακλούν βεβαίως και επί της ουσίας. Αυστηρώς ομιλούντες τα όσα αναφέρονται στην αγόρευση της δικηγόρου του Αιτητή δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη, εφόσον παγίως αναγνωρίζεται ότι οι αγορεύσεις δεν αποτελούν μέσο για τη θεμελίωση γεγονότων. (δέστε Δημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Ελισσαίου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (2004) 3 Α.Α.Δ. 412 και Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 384) (δέστε Υπόθεση Αρ. 1119/2009 ημερ. 31 Ιανουαρίου 2012 FARHAN KHALIL, και Κυπριακής Δημοκρατίας).
Οι ισχυρισμοί για την ακύρωση μιας διοικητικής απόφασης πρέπει να είναι συγκεκριμένοι και να εξειδικεύουν ποια νομοθετική πρόνοια ή αρχή διοικητικού δικαίου παραβιάζεται. Όπως έχει τονισθεί στην υπόθεση Latomia Estate Ltd. v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672: «Η αιτιολόγηση των νομικών σημείων πάνω στα οποία βασίζεται μια προσφυγή είναι απαραίτητη για την εξέταση από ένα Διοικητικό Δικαστήριο των λόγων που προσβάλλουν τη νομιμότητα μιας διοικητικής πράξης».
Περαιτέρω δεν αρκεί η παράθεση των συγκεκριμένων διατάξεων της νομοθεσίας που κατ' ισχυρισμόν παραβιάζει η προσβαλλόμενη πράξη, αλλά θα πρέπει επίσης τα επικαλούμενα νομικά σημεία να αιτιολογούνται πλήρως. Οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια σε σχέση με αυτά μπορεί να έχει ως συνέπεια την απόρριψη της προσφυγής. (βλ. Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 AAΔ.598).
Επίσης είναι πλειστάκις νομολογημένο ότι, λόγοι ακύρωσης που δεν εγείρονται στο δικόγραφο της προσφυγής δεν μπορούν να εξεταστούν με το να εγείρονται για πρώτη φορά στις γραπτές αγορεύσεις. Σχετικό είναι και το ακόλουθο απόσπασμα από την πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας στη Φλωρεντία Πετρίδου ν. Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, (2004) 3 Α.Α.Δ. 636: «Παρατηρούμε ότι στο κείμενο της προσφυγής δεν εγείρεται τέτοιος λόγος ακύρωσης, αν και σχετική επιχειρηματολογία πράγματι προβάλλεται στη γραπτή αγόρευση της εφεσείουσας. Έχει επανειλημμένα λεχθεί πως λόγος ακύρωσης που δεν εγείρεται στην προσφυγή δεν μπορεί να εξεταστεί σε μεταγενέστερο στάδιο, αφού οι γραπτές αγορεύσεις αποτελούν απλώς επιχειρηματολογία».
Σύμφωνα με την Μαραγκός ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 671 : «Για να καταστεί το θέμα επίδικο, πρέπει αυτό να εγείρεται σύμφωνα με τις δικονομικές διατάξεις και να αποφασίζεται ύστερα από εξαντλητική επιχειρηματολογία.»
«Η αγόρευση αποτελεί το μέσο για την έκθεση της επιχειρηματολογίας υπέρ της αποδοχής των λόγων ακύρωσης και όχι υποκατάστατο της στοιχειοθέτησής τους. Βλ. Παπαδοπούλας ν. Ιωσηφίδη κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 601 και Λεωφορεία Λευκωσίας Λτδ ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 56.»
Τα όσα επομένως πιο κάτω εξετάζονται και αποφασίζονται τελούν υπό την πιο πάνω τοποθέτηση. Συνεπώς ο ισχυρισμός τον οποίο έχει εξειδίκευσή με την προφορικής της αγόρευση η συνήγορος απορρίπτεται. Επί της ουσίας δεν προέκυπτε οποιασδήποτε λόγος να διερευνηθεί ο εν λόγο ισχυρισμός εφόσον αυτός δεν αφορούσε τον λόγο για τον οποίο ο Αιτητής εγκατέλειψε την χώρα του όπως θα καταδειχθεί πιο κάτω .
Έχω εξετάσει την προσβαλλόμενη απόφαση υπό το πρίσμα όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, κυρίως των όσων ο Αιτητής δήλωσε τόσο με την υποβολή της αίτησης διεθνούς προστασίας, όσο και κατά τη διάρκεια της προφορικής του συνέντευξης ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου, αλλά και όσων προβάλλει με την παρούσα προσφυγή.
Ειδικότερα, ο Αιτητής είναι υπήκοος της Σιέρρα Λεόνε και γεννήθηκε στην Kabala όπου και διέμενε. Ως προς το μορφωτικό του επίπεδο δήλωσε πως μιλάει Αγγλικά και Krio. Ως προς την οικογενειακή του κατάσταση δήλωσε άγαμος.
Κατά την πρωτοβάθμια συνέντευξη ο Αιτητής δήλωσε υπήκοος της Σιέρρα Λεόνε, γεννήθηκε στην Kabala όπου και διέμενε έως το 2015 όταν και μετακόμισε στην Freetown έως ότου έφυγε από τη χώρα καταγωγής την 07/02/2022 (βλ ερ 17 1χ και 16 1χ). Ο Αιτητής δήλωσε περαιτέρω ότι είναι Χριστιανός, ότι δεν έχει φοιτήσει σε σχολείο, ότι μιλάει Αγγλικά, Krio και λίγα Ελληνικά και πως βοηθούσε τη θεία του στο κατάστημά της (βλ. ερ. 17). Ο Αιτητής δήλωσε πως δεν έχει συγγενείς στη Δημοκρατία (βλ. ερ 16). Ο Αιτητής είναι κάτοχος διαβατηρίου της Σιέρρα Λεόνε το οποίο εκδόθηκε την 29/12/2021 και λήγει την 29/12/2026 (βλ ερ 120).
Ο Αιτητής δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη Σιέρρα Λεόνε διότι έκλεψε χρήματα από τη θεία του, η οποία του συμπεριφερόταν άσχημα, τον προκαλούσε και δεν ήταν χαρούμενος (βλ ερ 15 9 χ και 14 2χ). Συγκεκριμένα, ο Αιτητής δήλωσε ότι η θεία του, με την οποία ζούσε αφότου πέθαναν οι γονείς του, δεν ήταν καθόλου καλή μαζί του, τον ανάγκασε να σταματήσει να παίζει ποδόσφαιρο και να εργάζεται γι΄αυτην στο μαγαζί της από νωρίς το πρωί έως αργά (βλ ερ 15 9χ). ο Αιτητής δήλωσε περαιτέρω ότι καβγάδισε με τον γιο της θείας του, ο οποίος τον κλώτσησε στα γεννητικά όργανα και του προξένησε κήλη την οποία και αναγκάστηκε να εγχειρήσει δύο φορές, μία στη χώρα καταγωγής και μία στη Δημοκρατία (βλ ερ 14). Σε διευκρινιστικές ερωτήσεις σχετικά με το συμβάν ο Αιτητής δήλωσε ότι μετά τον καβγά εισήχθη στο νοσοκομείο Kanaught ενώ σε ερώτηση του Λειτουργού σχετικά με το ότι στην αίτησή του είχε δηλώσει ότι ο ξάδερφός του τον κλώτσησε στην κοιλιακή χώρα και όχι στα γεννητικά όργανα απάντησε ότι τον κλώτσησε χαμηλά στο στομάχι κοντά στα γεννητικά όργανα (βλ ερ 13).
Σε σχέση με την οικογενειακή του κατάσταση ο Αιτητής δήλωσε ότι τόσο οι γονείς του όσο και η αδερφή του πέθαναν το 2014 αφού νόσησαν με τον ιό Ebola. Ο ίδιος δε νόσησε όμως τον μετέφερε η κυβέρνηση σε ένα μέρος που είχε οριστεί ως τόπος καραντίνας, έμεινε εκεί για ένα μήνα και αφού ολοκλήρωσε την καραντίνα πήγε να ζήσει με τη μητρική θεία του στην Freetown (βλ ερ 16 3χ - 5χ).
Σε διευκρινιστικές ερωτήσεις του Λειτουργού σχετικά με τη σχέση του με τη θεία του, ο Αιτητής δήλωσε στην αρχή της συνέντευξης πως οι δύο τους είχαν στενή σχέση (βλ ερ 16 6χ) ενώ στη συνέχεια της συνέντευξης δήλωσε πως η θεία του τον ανάγκασε να σταματήσει να παίζει ποδόσφαιρο και να βγαίνει έξω με τους φίλους του. Δήλωσε περαιτέρω ότι του είπε πως εάν θέλει να φοιτήσει σε σχολείο μπορεί να τον βοηθήσει όμως ο ίδιος είπε πως δεν ήθελε και πως το μόνο που τον ενδιέφερε ήταν να παίζει ποδόσφαιρο (βλ ερ 14 5χ). Σε διευκρινιστική ερώτηση του Λειτουργού σχετικά με την αντίφαση στις δηλώσεις του Αιτητή καθώς στην αίτησή του είχε δηλώσει ότι η θεία του τον σταμάτησε από το σχολείο ο Αιτητής δήλωσε ότι οι γονείς του θέλαν να τον εγγράψουν όμως ο ίδιο δεν πήγαινε και πως λόγω αυτού τον ξαναρώτησε αλλά ο ίδιος δεν πήγαινε (βλ ερ 13 3χ).
Ο Αιτητής δήλωσε περαιτέρω ότι το Νοέμβριο του 2021 είχε πλέον κουραστεί και όταν η θεία του του έδωσε ποσό στο εθνικό νόμισμα αντίστοιχο με περίπου 3.000 ευρώ για να τα καταθέσει στην τράπεζα αυτός τα κράτησε και έφυγε και πήγε να μείνει με έναν φίλο του στη Freetown (βλ ερ 14). Σε διευκρινιστική ερώτηση του Λειτουργού σχετικά με το κίνητρό του ώστε να κλέψει τη θεία του ο Αιτητής δήλωσε ότι δεν ήταν χαρούμενος μαζί της, δεν έβλεπε τον εαυτό του να προοδεύει, δε μπορούσε να παίζει ποδόσφαιρο, πως έκλεψε τα χρήματα ώστε να φύγει από τη θεία του και πως δεν είχε εγκαταλείψει τη θεία του νωρίτερα διότι δεν είχε που να πάει και δεν είχε καμία ελπίδα (βλ ερ 13 1χ 4χ).
Ερωτώμενος εάν του συνέβη κάτι άλλο όσο ήταν στη χώρα καταγωγής ο Αιτητής δήλωσε ότι όταν ήταν μικρός οι γονείς του τον ανάγκασαν να γίνει μέλος μιας οργάνωσης και πως του έκαναν μια ουλή και πως μέσω αυτής της ουλής μπορεί να αναγνωρίζει άλλα μέλη της οργάνωσης. Ερωτώμενος περαιτέρω γιατί δεν το ανέφερε προηγουμένως όταν ρωτήθηκε για τους λόγους που έφυγε από τη χώρα ο Αιτητής απάντησε ότι δεν έφυγε από τη χώρα καταγωγής γι’ αυτό το λόγο μα διότι έκλεψε χρήματα από τη θεία του ( βλ ερ 12). Σε ερώτηση σχετικά με το αν έχει ποτέ συλληφθεί ή κατηγορηθεί στη χώρα καταγωγής ο Αιτητής απάντησε ότι το 2020 η αστυνομία τον έπιασε με παράνομες ουσίες στην κατοχή του και τον άφησε ελεύθερο τρεις μέρες μετά (βλ ερ 12 2χ).
Σε ερώτηση του Λειτουργού σχετικά με το τι πιστεύει ότι θα μπορούσε να του συμβεί σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής, ο Αιτητής δήλωσε ότι η θεία του θα του ζητήσει πίσω τα χρήματά της και ότι η ζωή του θα είναι εκ νέου όπως ήταν πριν (βλ ερ 12 3χ).
Κατά την αξιολόγηση της αίτησης ασύλου του Αιτητή, ο Λειτουργός κατέγραψε δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς, ήτοι
(α) ταυτότητα, χώρα καταγωγής και προσωπικά στοιχεία/προφίλ Αιτητή,
(β) δύσκολες συνθήκες διαβίωσης με τη θεία του Αιτητή
Ως προς τον πρώτο ισχυρισμό του Αιτητή, ο Λειτουργός αξιολόγησε αυτόν ως εσωτερικά και εξωτερικά αξιόπιστο και συνεπώς τον έκανε δεκτό, αποδεχόμενος τα στοιχεία του προφίλ του Αιτητή, όπως εκεί καταγράφονται. Συγκεκριμένα, τα στοιχεία του Αιτητή εξακριβώθηκαν από το διαβατήριο το οποίο προσκόμισε. Ο Αιτητής δήλωσε ότι γεννήθηκε στην Kabala της Σιέρρα Λεόνε όπου και διέμενε έως το 2015 όταν και μετακόμισε στην Freetown έως ότου έφυγε από τη χώρα καταγωγής. Η Kabala και η Freetown τις οποίες ανέφερε ο Αιτητής εντοπίστηκαν κατόπιν έρευνας στο διαδίκτυο, σχετικές πηγές οι https://www.fallingrain.com/world/SL/02/Kabala.html και https://www.fallingrain.com/world/SL/04/Freetown.html .
Ως προς τον δεύτερο ισχυρισμό του Αιτητή, ο Λειτουργός αξιολόγησε αυτόν ως εσωτερικά αναξιόπιστο καθώς έκρινε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες σε θέματα που άπτονται στον πυρήνα του αιτήματός του, ενώ περαιτέρω όταν του ζητήθηκε να δώσει παραπάνω πληροφορίες για τα σχετικά γεγονότα αυτός υπέπεσε σε αντιφάσεις ενώ οι εξηγήσεις του δεν χαρακτηρίστηκαν από ευλογοφάνεια. Συγκεκριμένα, ο Λειτουργός εντόπισε αντίφαση σχετικά με τους ισχυρισμούς του Αιτητή αναφορικά με το πως πέθαναν οι γονείς του, καθώς ενώ στην αίτηση διεθνούς προστασίας ανέφερε ότι αυτοί σκοτώθηκαν σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα, κατά τη συνέντευξη ισχυρίστηκε ότι οι γονείς του πέθαναν από τον ιό Ebola. Ερωτηθείς δις σχετικά, ο Αιτητής δεν έδωσε κάποια εξήγηση για την αντίφαση αυτή.
Περαιτέρω, ο Λειτουργός εντόπισε αντίφαση σχετικά με τους ισχυρισμούς του Αιτητή αναφορικά με τη φοίτησή του στο σχολείο, καθώς ενώ στην αίτηση διεθνούς προστασίας ανέφερε ότι η θεία του τον ανάγκασε να διακόψει το σχολείο, κατά τη συνέντευξη άλλαξε τα λεγόμενα του δηλώνοντας ότι δεν φοίτησε σε σχολείο διότι προτιμούσε να παίζει ποδόσφαιρο παρόλο που η θεία του του είπε πως εφόσον το επιθυμεί θα τον βοηθούσε να γραφτεί σε αυτό. Ερωτηθείς σχετικά, ο Αιτητής υπέπεσε εκ νέου σε αντίφαση δηλώνοντας ότι οι γονείς του ήθελαν να τον γράψουν στο σχολείο όμως αυτός αρνήθηκε και ως εκ τούτου η θεία του τον ρώτησε εκ νέου και αυτός αρνήθηκε και πάλι.
Ο Λειτουργός έκρινε ότι οι δηλώσεις του Αιτητή αναφορικά με τη σχέση του με τη θεία του παρουσιάζουν έλλειψη ευλογοφάνειας, καθώς ενώ σε προηγούμενη φάση της συνέντευξης δήλωσε πως είχε στενή σχέση με τη θεία ενώ αργότερα δήλωσε ότι αντιμετώπισε δυσμενείς συνθήκες ζώντας μαζί της. Όταν του δόθηκε η ευκαιρία να διευκρινίσει, ο Αιτητής δήλωσε ότι η θεία του ήταν το μόνο άτομο που γνώριζε, χωρίς να δώσει κάποια εξήγηση για την έλλειψη ευλογοφάνειας στην οποία υπέπεσε.
Τέλος ο Λειτουργός έκρινε ότι, με βάση τις δηλώσεις του Αιτητή αναφορικά με τις δραστηριότητες τις οποίες αναγκάστηκε να σταματήσει λόγω της θείας του και τι πιστεύει ότι θα του συμβεί σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής, διαπιστώνεται ότι ο Αιτητής δεν υπέστη οποιαδήποτε μορφή δίωξης από τη θεία του η οποία να δικαιολογεί την απόφασή του να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής και να μη θέλει να επιστρέψει σε αυτή.
Εν συνεχεία ο Λειτουργός προέβη στην εκτίμηση της εξωτερικής αξιοπιστίας των δηλώσεων του Αιτητή. Αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, ο Λειτουργός έκρινε πως οι δηλώσεις του Αιτητή αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη των ισχυρισμών του και πως δεν ευνοείται ούτε δικαιολογείται οποιαδήποτε διερεύνηση μέσω εξωτερικών πηγών πληροφόρησης. Με βάση τα ανωτέρω και δεδομένου ότι ο Αιτητής υπέπεσε σε ασάφειες, ασυνέπειες και έλλειψη επαρκών πληροφοριών, δεν θεμελιώθηκε η εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού και ως εκ τούτου αυτός απορρίφθηκε.
Εν συνεχεία ο Λειτουργός προχώρησε στην αξιολόγηση του κινδύνου σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στη χώρα καταγωγής του και συγκεκριμένα στην πόλη Freetown. Εξετάζοντας τα ουσιώδη περιστατικά τα οποία έγιναν δεκτά και αναλύοντας την κατάσταση ασφαλείας τόσο στη χώρα όσο και στον τελευταίο τόπο διαμονής, o Λειτουργός διαπίστωσε ότι δεν υπάρχουν εύλογοι/βάσιμοι λόγοι από τους οποίους προκύπτει ότι υπάρχει περίπτωση, εάν ο Αιτητής επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του, να αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης λόγω της κατάστασης ανασφάλειας η οποία επικρατεί στην Freetown.
Προχωρώντας στη νομική ανάλυση, ο Λειτουργός έκρινε ότι από τους προβαλλόμενους και αποδεκτούς ισχυρισμούς του Αιτητή διαφαίνεται ότι στο πρόσωπό του δε συντρέχουν εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχειά τα οποία θα μπορούσαν να στοιχειοθετήσουν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, συμμετοχής σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα ή πολιτικών πεποιθήσεων σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής και ως εκ τούτου ο Αιτητής δεν πληροί τις προϋποθέσεις για υπαγωγή στο καθεστώς του πρόσφυγα.
Ο Λειτουργός εν συνεχεία προέβη σε εξέταση του κατά πόσο ο Αιτητής δικαιούται παραχώρησης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19 (1) και έκρινε ότι δεν αποδείχθηκε ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 (2), (α), (β) και (γ) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000. Συγκεκριμένα, ο Λειτουργός έκρινε ότι σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στη Νιγηρία δεν υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι από τους οποίους να προκύπτει ότι θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί θανατική ποινή ή εκτέλεση, όπως προβλέπει το άρθρο 19 (2)(α) ή βασανιστήρια, απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία όπως προβλέπει το άρθρο 19 (2)(β) ή πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας του λόγω αδιάκριτης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης ως το άρθρο 19 (2)(γ) προνοεί, καθώς η Σιέρρα Λεόνε δεν βρίσκεται σε συνθήκες διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης. Ως εκ τούτου ο Λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν πληροί τις προϋποθέσεις για υπαγωγή στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.
Στο σημείο αυτό κρίνω σκόπιμο να αναφέρω ότι σε κάθε περίπτωση και σύμφωνα με το άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου, εναπόκειται στον εκάστοτε Αιτητή/Αιτήτρια να τεκμηριώσει την αίτησή του για διεθνή προστασία. Στην υπό κρίση περίπτωση, για τους λόγους που αναλύθηκαν ανωτέρω, ο Αιτητής δεν κατάφερε τεκμηριώσει κάποια παρελθούσα πράξη δίωξης σε βάρος του ούτε κατά τη διάρκεια της προφορικής του συνέντευξης, αλλά ούτε κατά την ενώπιόν μου διαδικασία.
Όταν ο αιτητής κρίνεται αναξιόπιστος, δεν υπάρχουν περιθώρια περαιτέρω διερεύνησης (δέστε υπόθ. αρ. 1964/06, ημερ. 11.3.08 Obaidul Haque v. Δημοκρατίας).
Βάσει της αξιολόγησης τόσο της εσωτερικής, όσο και της εξωτερικής αξιοπιστίας του υπό εξέταση ισχυρισμών , το Δικαστήριο καταλήγει στο ίδιο συμπέρασμα με τον λειτουργό και οι υπό εξέταση ισχυρισμοί απορρίπτονται στο σύνολό τους ως μη αξιόπιστοι.
Εν πάση περιπτώσει κρίνω ότι ο λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου, στην έκθεση-εισήγηση, αξιολόγησε κάθε έκαστο ισχυρισμό του Αιτητή και για τους λόγους που εκτενώς καταγράφηκαν στην εισήγησή του, εύλογα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αξιοπιστία του δεν κρίνεται ως ικανοποιητική και ως εκ τούτου ορθά δεν παραχωρήθηκε το ευεργέτημα της αμφιβολίας, όπως αυτό καθορίζεται στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου για τις διαδικασίες και τα κριτήρια καθορισμού του καθεστώτος των προσφύγων.
Έχει, πολλάκις, νομολογηθεί ότι κρίση επί της αξιοπιστίας του αιτητή και έγκριση κωλύματος έγκρισης αίτησης για το λόγο αναξιοπιστίας ως προς τα προβαλλόμενα από τον αιτητή είναι επιτρεπτή (AMIRI ΚΑΙ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ Κ.Α. (2009 3 Α.Α.Δ. 358).
Στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, "Το ευεργέτημα της αμφιβολίας πρέπει να δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί και εξετασθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του αιτούντος. Οι ισχυρισμοί του αιτούντος πρέπει να παρουσιάζουν συνοχή και αληθοφάνεια και να μην έρχονται σε αντίφαση με γεγονότα που είναι γενικά γνωστά σε όλους".
Επομένως, ορθά δεν παραχωρήθηκε σε αυτόν το ευεργέτημα της αμφιβολίας και ορθά ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης του για διεθνή προστασία.
Περαιτέρω, συμφωνώ με την αξιολόγηση κινδύνου στην οποία προέβη ο λειτουργός στη βάση του αποδεκτού ουσιώδους ισχυρισμού, καθώς και με το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε αναφορικά με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων αναγνώρισης προσφυγικού καθεστώτος καθώς ο Αιτητής δεν κατάφερε να στοιχειοθετήσει βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης για ένα από τους πέντε λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο Άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου και του Άρθρου 1Α(2) της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων.
Σημειώνεται πως λόγω του ότι ο ισχυρισμός του Αιτητή αναφορικά με τον λόγο που φέρεται να εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του απορρίφθηκε ως μη αξιόπιστος, δεν πληρούνται και οι προϋποθέσεις υπαγωγής του Αιτητή στα άρθρα 19 (2) (α) και (β) περί συμπληρωματικής προστασίας, καθώς δεν προέκυψαν στοιχεία εκ των οποίων μπορεί να συναχθεί ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής κινδυνεύει να αντιμετωπίσει θανατική ποινή ή εκτέλεση κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (α), ή άλλως βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (β).
Αναφορικά δε με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων παροχής συμπληρωματικής προστασίας προς το πρόσωπο του Αιτητή υπό την έννοια του άρθρου 19 (2) (γ) του Περί Προσφύγων Νόμου ή άλλως του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, κρίνω σκόπιμο να παρατεθούν αρχικά τα κάτωθι:
Το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου προϋποθέτει ουσιώδεις λόγους να πιστεύεται ότι ο Αιτητής θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, υπάρχει ευρεία νομολογία τόσο του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015) όσο και του ΔΕΕ (βλ. C-285/12, A. Diakité v. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides, 30/01/2014, C-465/07, Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie, 17/02/2009), καθώς επίσης και του ΕΔΔΑ (βλ. K.A.B. v. Sweden, 886/11, 05/09/2013 (final 17/02/2014), Sufi and Elmi v. the United Kingdom, 8319/07 and 11449/07, 28/11/2011) στις οποίες ερμηνεύεται η έννοια της «αδιακρίτως ασκούμενης βίας» και της «ένοπλης σύρραξης» και τίθενται κριτήρια ως προς τη σοβαρότητα του κινδύνου που προϋποτίθεται για την αξιολόγηση των περιπτώσεων στις οποίες εξετάζεται η πιθανότητα παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.
Στην υπόθεση Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staats-secretarisvan Justitie παρ. 35, το ΔΕΕ αναφέρει ότι «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας[1]» ενώ στην παρ. 37 αναφέρει ότι «η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο.» (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου). Περαιτέρω το ΔΕΕ στην εν λόγω υπόθεση αποφάσισε ότι «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών την καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας» (παρ. 39).
Επιπλέον, σύμφωνα με το Εγχειρίδιο της ΕΥΥΑ σχετικά με τη δικαστική ανάλυση του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ακόμη και αν ο αιτητής μπορεί να αποδείξει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης στην περιοχή καταγωγής του (ή καθ' οδόν προς τη συγκεκριμένη περιοχή καταγωγής), το δικαίωμα επικουρικής προστασίας μπορεί να κατοχυρωθεί μόνο εάν ο αιτητής δεν μπορεί να επιτύχει εγχώρια προστασία σε άλλο τμήμα της χώρας, καθώς επίσης, όταν αποφασίζεται η τοποθεσία της περιοχής καταγωγής ενός αιτητή ως προορισμός επιστροφής, απαιτείται η εφαρμογή προσέγγισης βασισμένης στα πραγματικά περιστατικά όσον αφορά την περιοχή του τελευταίου τόπου διαμονής και την περιοχή συνήθους διαμονής.
Εν προκειμένω, αναφορικά με τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή, ήτοι την Freetown, πρωτεύουσα της Σιέρρα Λεόνε το Δικαστήριο προχώρησε σε επικαιροποιημένη έρευνα αναφορικά με τις επικρατούσες εκεί συνθήκες.
Σύμφωνα με το RULAC, μια πρωτοβουλία της «Geneva Academy of International Humanitarian Law and Human Rights» για τον προσδιορισμό και την καταγραφή των ενόπλων συγκρούσεων, η Σιέρα Λεόνε δεν βρίσκεται υπό ένοπλη σύρραξη.[1] Ωστόσο σύμφωνα με τη σχετική έκθεση του 2024 της γερμανικής BTI, ο κίνδυνος κοινωνικών συγκρούσεων αυξάνεται λόγω της επιδείνωσης του οικονομικού περιβάλλοντος που επιδεινώνει τον ήδη συγκρουσιακό χαρακτήρα της πολιτικής στη χώρα.[2]
Η ως άνω έκθεση συνεχίζει «Οι άμεσοι γείτονες της Σιέρα Λεόνε – η Γουινέα και η Λιβερία – είναι εύθραυστοι. Η Γουινέα υποβλήθηκε σε στρατιωτικό πραξικόπημα τον Σεπτέμβριο του 2021. Η Λιβερία έχει προγραμματισμένες γενικές εκλογές για τον Οκτώβριο του 2023, οι οποίες θα έχουν μεγάλη αμφισβήτηση. Τα σύνορα περιπολούνται ελάχιστα και οι παραμεθόριες περιοχές είναι επιχειρησιακές περιοχές για εγκληματικές συμμορίες και λαθρέμπορους. Οι εθνοτικοί δεσμοί και οι παραδοσιακές περιοχές οικισμών επικαλύπτουν τα εθνικά σύνορα. Η πιθανότητα για δευτερογενή επίδραση στην περίπτωση βίαιων συγκρούσεων σε αυτές τις χώρες είναι υψηλή […] Oι διαρθρωτικοί περιορισμοί στη διακυβέρνηση είναι πολύ υψηλοί. Οι περιορισμοί περιλαμβάνουν ακραία φτώχεια, έλλειψη εκπαιδευμένου εργατικού δυναμικού, έλλειψη οικονομικής διαφοροποίησης, σοβαρές ελλείψεις υποδομών, ενδημική διαφθορά, δυσλειτουργικούς δημοκρατικούς θεσμούς και την επιρρέπεια σε φυσικές καταστροφές και μολυσματικές ασθένειες».[3]
Σύμφωνα με την έκθεση του World Food Program του Νοεμβρίου του 2024 η φτώχεια είναι ευρέως διαδεδομένη στη Σιέρα Λεόνε, με πάνω από το ήμισυ του πληθυσμού να ζει κάτω από το όριο της φτώχειας των 2 $ ΗΠΑ την ημέρα. Η γεωργία, η κύρια πηγή διαβίωσης, είναι υπανάπτυκτη οδηγώντας σε επισιτιστική ανασφάλεια. Οι περιορισμένες υποδομές, η υψηλή ανεργία και η εξάρτηση από τις εισαγωγές τροφίμων επιδεινώνουν τις ευπάθειες, καθιστώντας το έθνος επιρρεπές σε επισιτιστικές κρίσεις και υποσιτισμό. Τα στοιχεία της κυβέρνησης και του WFP δείχνουν αύξηση στις τιμές των τροφίμων για συγκεκριμένα βασικά προϊόντα σε σύγκριση με το προηγούμενο τρίμηνο. Η τιμή τόσο του τοπικού όσο και του εισαγόμενου ρυζιού αυξήθηκε κατά 18 τοις εκατό και 28 τοις εκατό αντίστοιχα από τον Σεπτέμβριο του 2023 έως τον Σεπτέμβριο του 2024. Τα αποτελέσματα της εξαμηνιαίας αξιολόγησης του Συστήματος Παρακολούθησης Επισιτιστικής Ασφάλειας μετά τη συγκομιδή (FSMS) του Σεπτεμβρίου έδειξαν ότι το 77 τοις εκατό των κατοίκων της Σιέρα Λεόνε ήταν τροφικά ανασφαλές, μια ελαφρά μείωση σε σύγκριση με το ποσοστό 80 τοις εκατό την ίδια περίοδο το 2023. Το ποσοστό των νοικοκυριών με σοβαρή επισιτιστική ανασφάλεια μειώθηκαν κατά 11 ποσοστιαίες μονάδες από 28 τοις εκατό τον Σεπτέμβριο του 2023 σε 17 τοις εκατό τον Σεπτέμβριο του 2024[4].
Αναφορικά με τα περιστατικά ασφαλείας, σύμφωνα με τα πρόσφατα δεδομένα της βάσης δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project), ενός μη κερδοσκοπικού οργανισμού με έργο τη συλλογή, ανάλυση και χαρτογράφηση δεδομένων σχετικά με τις ημερομηνίες, τους δρώντες, τις τοποθεσίες, τους θανάτους και τους τύπους όλων των καταγεγραμμένων γεγονότων πολιτικής βίας και διαμαρτυρίας σε παγκόσμια κλίμακα, κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ 27/1/2024 και 24/1/2025 στην Σιέρρα Λεόνε καταγράφηκαν συνολικά 13 περιστατικά ασφαλείας από τα οποία επήλθε ο θάνατος συνολικά 4 πολιτών. Πιο αναλυτικά, 2 εξ αυτών καταγράφηκαν ως περιστατικά χρήσης βίας κατά πολιτών (με 2 θύματα), 7 ως ταραχές/εξεγέρσεις (με 2 θύματα) και 4 ως διαμαρτυρίες (χωρίς θύματα)[5].
Ο πληθυσμός δε της Freetown καταγράφεται στους 609.174 κατοίκους σύμφωνα με την πιο πρόσφατη επίσημη καταμέτρηση του 2021.[6]
Ως εκ των ανωτέρω, συμπεραίνεται ότι οι ένοπλες συγκρούσεις στην Freetown δεν έχουν φτάσει σε σημείο που να στοχοποιούνται αδιακρίτως άμαχοι πολίτες μόνο και μόνο λόγω της παρουσίας τους.
Δεδομένων των πιο πάνω, καθίσταται κατανοητό ότι ο ανωτέρω αναφερόμενος αριθμός θανάτων στην εν λόγω περιοχή δεν ανέρχεται σε τόσο υψηλά επίπεδα σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό της περιοχής, έτσι ώστε να μπορεί να συναχθεί ότι ο Αιτητής θα εκτεθεί σε κίνδυνο σοβαρής βλάβης λόγω αδιάκριτης βίας εάν επιστρέψει στον τόπο προηγούμενης συνήθους διαμονής του.
Τα εν λόγω στοιχεία καταδεικνύουν ότι δεν υπάρχουν συνθήκες αδιάκριτης βίας και γενικά δεν υφίσταται πραγματικός κίνδυνος για έναν πολίτη να επηρεαστεί προσωπικά μόνο από την παρουσία του στην εν λόγω πολιτεία, υπό την έννοια του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ.
Από τα πιο πάνω, δεν προκύπτει οτιδήποτε που να δημιουργεί τέτοιες προϋποθέσεις ώστε, σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στην περιοχή συνήθους διαμονής του, να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι αυτός θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή λόγω της παρουσίας του και μόνο στην εν λόγω περιοχή, αφού πρόκειται για άμαχο πολίτη, αλλά ούτε και πραγματικός κίνδυνος να υποστεί θανατική ποινή ή εκτέλεση, ή βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του στη χώρα καταγωγής του.
Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, παρατηρώ ότι αυτός είναι άνδρας νεαρής ηλικίας, υγιής και ικανός προς εργασία. Επομένως, λαμβάνοντας υπόψιν επίσης και τις ιδιαίτερες περιστάσεις του Αιτητή, οι οποίες δεν παρουσιάζουν δείκτες ευαλωτότητας, θεωρώ ότι δεν εγείρονται ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι αυτός θα διατρέξει κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του.
Στη βάση των παραπάνω δεν προκύπτει ότι με την επιστροφή του στην Kinshasa ο Αιτητής θα έλθει αντιμέτωπος με σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας του, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης βάσει του άρθρου 19 (2) (γ).
Επί τη βάσει όλων όσων παρατέθηκαν στην παρούσα απόφαση, το Δικαστήριο κρίνει ότι το αίτημα του Αιτητή για διεθνή προστασία εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου ήταν το αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και ορθής αξιολόγησης όλων των στοιχείων και δεδομένων, είναι επαρκώς αιτιολογημένη και λήφθηκε σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου, το Σύνταγμα και τις Γενικές Αρχές του Διοικητικού Δικαίου.
Συνεπώς, κρίνω, με βάση τα ανωτέρω, ότι οι λόγοι ακυρώσεως της προσβαλλόμενης απόφασης δεν ευσταθούν.
Υπό το φως των πιο πάνω η προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με €1500 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η Αίτηση.
Βούλα Κουρουζίδου - Καρλεττίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] RULAC, Geneva Academy, map, available at: https://www.rulac.org/browse/map (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 05/02/2025)
[2] Bertelsmann Stiftung: BTI 2024 Country Report Sierra Leone, σελ. 29 https://bti-project.org/fileadmin/api/content/en/downloads/reports/country_report_2024_SLE.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 05/02/2025)
[3] Bertelsmann Stiftung: BTI 2024 Country Report Sierra Leone, σελ. 27 https://bti-project.org/fileadmin/api/content/en/downloads/reports/country_report_2024_SLE.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 05/02/2025)
[4] WFP Sierra Leone Country brief, November 2024, https://reliefweb.int/report/sierra-leone/wfp-sierra-leone-country-brief-november-2024 , (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 05/02/2025)
[5] ACLED - The Armed Conflict Location & Event Data Project, https://acleddata.com/. Περιστατικά ασφαλείας για το χρονικό διάστημα από 27/1/2024 έως 24/1/2025 στη Σιέρρα Λεόνε: https://acleddata.com/explorer/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 05/02/2025)
[6] City Population, Sierra Leone, Freetown, https://citypopulation.de/en/sierraleone/cities/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 03/02/2025)
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο