G. S. A. H. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση αρ.2487/24, 26/2/2025
print
Τίτλος:
G. S. A. H. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση αρ.2487/24, 26/2/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ 

                                                                                      Υπόθεση αρ.2487/24

 

26 Φεβρουαρίου 2025

 

[Α. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

G. S. A. H.

                                                                                                                        Αιτητής

Και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

                                                                                                                        Καθ’ ων η αίτηση

 

Κκ Αλ Τάχερ, Μπενέτης και Συνεργάτες ΔΕΠΕ, Δικηγόροι για Αιτητή

Κα Χρ. Δημητρίου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την προσφυγή ο αιτητής αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημ.06/06/24, η οποία του κοινοποιήθηκε αυθημερόν, και απόφαση του Δικαστηρίου δια της οποίας να αναγνωρίζεται ο αιτητής ως πρόσφυγας ή, διαζευκτικά, να αναγνωρίζεται ως δικαιούχος συμπληρωματικής προστασίας ή δια της οποίας να αναγνωρίζεται ότι η απόφαση επιστροφής που εκδόθηκε αντίκεται στα αρ.2 και 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (στο εξής ΕΣΔΑ).

Ως εκτίθεται στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τους καθ’ ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου που κατατέθηκε στα πλαίσια των διευκρινήσεων, ο αιτητής κατάγεται από την Αίγυπτο, εισήλθε στη Δημοκρατία νομίμως, με άδεια εργασίας, στις 28/05/21 και υπέβαλε την επίδικη αίτηση διεθνούς προστασίας στις 29/01/24 (ερ.1-3, 8-10, 39).

Στις 13/03/24 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη με τον αιτητή από την Υπηρεσία Ασύλου προς εξέταση του αιτήματός για διεθνή προστασία όπου του δόθηκε η ευκαιρία, μέσα από σχετικές ερωτήσεις, μεταξύ άλλων, να εκθέσει τους λόγους στους οποίους στηρίζει το αίτημα του (ερ.12-14). Μετά το πέρας της συνέντευξης ετοιμάστηκε σχετική Έκθεση και στις 28/03/24 απορρίφθηκε το αίτημα για διεθνή προστασία (ερ.19-25).

Ακολούθως ετοιμάστηκε σχετική επιστολή ενημέρωσης του αιτητή για την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία του δόθηκε διά χειρός στις 06/06/24 και του μεταφράστηκε στην μητρική του γλώσσα (ερ.29).

Επί της επίδικης αιτήσεως ασύλου που υπέβαλε ο αιτητής καταγράφει ότι έφυγε από τη χώρα καταγωγής του για να βελτιώσει τη ζωή του και επίσης έχει - ως αναφέρει - πολλά προβλήματα, καθώς είναι νυμφευμένος, έχει δύο παιδία έξι ετών, και γι’ αυτό ήρθε στη Δημοκρατία για να βελτιώσει το εισόδημα του.

Κατά  τη διάρκεια της συνέντευξης ο αιτητής επανέλαβε κατ’ ουσία τα ως άνω και ανέφερε ότι επιθυμεί να μείνει στη Δημοκρατία και να εργαστεί για τρία χρόνια και πως μετά θα επιστρέψει στη χώρα καταγωγής. Η γυναίκα και τα τρία του παιδιά διαμένουν με τους γονείς του στο Bani Suwayf.

Στη βάση των ως άνω οι καθ’ ων η αίτηση σχημάτισαν δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς, ο μεν 1ος αναφορικά με το προφίλ, χώρα καταγωγής και τόπο διαμονής του αιτητή, ο δε 2ος σε σχέση με τους οικονομικούς λόγους για τους οποίους έφυγε από τη χώρα καταγωγής του και αποδέχθηκαν αμφότερους τους ισχυρισμούς αυτούς.

Κατά την αξιολόγηση κινδύνου κρίθηκε ότι δεν υφίσταται εύλογη πιθανότητα αυτός να υποστεί δίωξη ή σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής, δεδομένης της κατάστασης ασφαλείας στον τόπο διαμονής του, η οποία αξιολογήθηκε ως καλή.

Για τους πιο πάνω λόγους η επίδικη αίτηση απορρίφθηκε ως αβάσιμη.

Στην προσφυγή ο αιτητής καταγράφει πλήθος νομικών σημείων, ορισμένα εκ των οποίων αναπτύσσονται στην αγόρευση που ακολούθησε. Στην αγόρευση του αναφέρει ότι δεν έγινε δέουσα έρευνα σε εξατομικευμένη βάση των ισχυρισμών του, με αποτέλεσμα αυτή να είναι προϊόν πλάνης, και λήφθηκε αναρμοδίως, λόγω του ότι πάσχει η εξουσιοδότηση προς τη λαμβάνουσα την απόφαση λειτουργό και πως αυτή βασίστηκε «αποκλειστικά στην έκθεση». Αναφέρει περαιτέρω ότι ως Χριστιανός είναι αντικείμενο διακρίσεων και επιθέσεων και επί τούτου παραπέμπει δε και σε πληροφορίες (ΠΧΚ), εκ των οποίων - ως αναφέρει - προκύπτει ότι η αστυνομική βία και οι παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων είναι συχνό φαινόμενο στην Αίγυπτο. Θα πρέπει λοιπόν, ως εισηγείται ο συνήγορος του, να αποδοθεί καθεστώς διεθνούς προστασίας στον αιτητή ή κατ’ ελάχιστον προστασία από την επαναπροώθηση.

Οι καθ' ων η αίτηση αντιτάσσουν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι καθ' όλα νόμιμη, λήφθηκε αρμοδίως, δόθηκε δεόντως ευκαιρία να αναφέρει όσα επιθυμούσε ο αιτητής κατά τη συνέντευξη, λήφθηκαν υπόψη όλοι οι ισχυρισμοί του, η επίδικη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη και ορθή, εδράζεται επί ορθών ευρημάτων σε σχέση με τους ισχυρισμούς του και δεν συντρέχει λόγος παροχής διεθνούς προστασίας, αφού οι ισχυρισμοί είναι αμιγώς οικονομικής φύσεως, σημειώνοντας ότι η χώρα καταγωγής έχει χαρακτηριστεί ως ασφαλής χώρα.

Σε σχέση με τον ισχυρισμό ότι η επίδικη απόφαση λήφθηκε αναρμοδίως σημειώνω ότι η απόφαση περιέχεται στο ερ.25. Η λειτουργός που υπογράφει την επίδικη απόφαση έχει δεόντως εξουσιοδοτηθεί προς τούτο δυνάμει σχετικής εξουσιοδότησης που περιέχεται στο ερ.26, ημ.16/02/24, ισχύουσα κατά τον χρόνο που λήφθηκε η επίδικη απόφαση [βλ. αρ.2(1) του περί Προσφύγων Νόμου, αρ.17 (4) περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (158(I)/1999), αρ.3 (2) του περί Εκχωρήσεως της ενασκήσεως των Εξουσιών των Απορρεουσών εκ τινός Νόμου, Νόμου του 1962 (23/1962)].

Στα ως άνω προστίθεται το ότι η πρώτη γραμμή κειμένου του ερ.25 αναφέρει ότι «[κ]ατόπιν εξέτασης της Έκθεσης-Εισήγησης, αποφασίζεται η απόρριψη της […] αίτησης», το οποίο αρκεί για να συναχθεί ότι η επίδικη απόφαση ελήφθη δεόντως, δια της υιοθέτησης της εκθέσεως που ακολουθεί στα ερ.19-24, τα οποία άλλωστε αριθμούνται ως σελ.2-7, καταδεικνύοντας έτσι ότι αυτά αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της επίδικης απόφασης και συνέχεια του ερ.25 (σελ.1), σχηματίζοντας έτσι το πρακτικό της απόφασης. Εδώ λοιπόν η εξουσιοδοτημένη λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου, υιοθετώντας στο σύνολο, ως δύναται να πράξει, τη σχετική έκθεση, εξάσκησε θεωρώ δεόντως την σχετική εξουσία που της δίδει ο Νόμος και η σχετική εξουσιοδότηση και συνεπώς ο ισχυρισμός απορρίπτεται. Άλλωστε δεν υπάρχει ενώπιον μου στοιχείο, δεδομένου του τεκμηρίου της κανονικότητας της διαδικασίας, ότι η λαμβάνουσα την προσβαλλόμενη απόφαση δεν εξάσκησε δεόντως την αποφασιστική της αρμοδιότητα.

Σχετικά με τα ως άνω, στη Δημοτικό Συμβούλιο Λάρνακας κ.ά. v. Mobil Oil (Cyprus) Ltd κ.ά. (1996) 3 A.A.Δ. 294, λέχθηκε ότι «[τ]ο γεγονός ότι ο Υπουργός απλώς ανέφερε ότι συμφωνεί με την εισήγηση του λειτουργού δεν σημαίνει ότι δεν ασχολήθηκε με την επίλυση του θέματος ούτε και αποτελεί  άρνηση άσκησης της εξουσίας που του παρέχει ο Νόμος.». Το δε αρ.17 (8) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (158(I)/1999) προνοεί ότι «[δ]ε συνιστά αποχή από άσκηση αρμοδιότητας η υιοθέτηση ενός σημειώματος ή μιας πρότασης που υποβάλλεται από υφιστάμενο υπάλληλο ή όργανο στο αρμόδιο διοικητικό όργανο, αν το σημείωμα ή η πρόταση περιέχει συγκεκριμένη εισήγηση και από το σύνολο της όλης διοικητικής ενέργειας προκύπτει ότι το αρμόδιο όργανο άσκησε ουσιαστικά την αποφασιστική του αρμοδιότητα.»

Οι σχετικοί ισχυρισμοί λοιπόν απορρίπτονται.

Προχωρώ σε αξιολόγηση των ενώπιον μου στοιχείων και δεδομένων.

Κατ’ αρχήν θα πρέπει να σημειώσω ότι δεν μπορώ να εντοπίσω οιονδήποτε σημείο στο πρακτικό της σχετικής συνέντευξης εκ του οποίου να δεικνύεται ότι ο αιτητής στερήθηκε της ευκαιρίας να παραθέσει εκτενώς το αφήγημα του και τα στοιχεία που επιθυμούσε. Σε κάθε περίπτωση ο αιτητής μπορούσε να προσφέρει περαιτέρω μαρτυρία στα πλαίσια της παρούσας, δεδομένης και της εξουσίας του Δικαστηρίου για πλήρη και εξ υπαρχής έλεγχο των γεγονότων και νομικών ζητημάτων που την περιβάλλουν και να ασκεί πρωτογενή κρίση επί των επίδικων ζητημάτων. Ουδέν έπραξε όμως.

Δεδομένης της αμιγώς οικονομικής φύσης των ενώπιον μου ισχυρισμών του δεν θεωρώ ότι εν προκειμένω χρειάζεται να ειπωθούν πολλά. Ο αιτητής, σύμφωνα με τα λεγόμενα του ιδίου, είναι αναμφισβήτητα οικονομικός μετανάστης. Ως και στο Εγχειρίδιο για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ στην παρ.62, λέγεται, «[μ]ετανάστης είναι το πρόσωπο που για λόγους διαφορετικούς από εκείνους που αναφέρονται στον ορισμό εγκαταλείπει οικειοθελώς τη χώρα του με σκοπό να εγκατασταθεί αλλού. Μπορεί δε να ωθείται από την επιθυμία για αλλαγή ή για περιπέτεια ή από οικογενειακούς ή άλλους προσωπικούς λόγους. Εάν ωθείται αποκλειστικά από οικονομικά κίνητρα, είναι οικονομικός μετανάστης και όχι πρόσφυγας.»

Δεν έχω τίποτε λοιπόν να προσθέσω στα όσα καταγράφονται στην επίδικη έκθεση.

Ενόψει των ως άνω απομένει μια επικαιροποιημένη αποτίμηση της γενικής κατάστασης ασφαλείας στο Bani Suwayf (γράφεται στα λατινικά και ως Beni Suef).

Σε σχέση με τις επικρατούσες συνθήκες στην πόλη Beni Suef της Αιγύπτου, σύμφωνα με τα στοιχεία του Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), κατά τη χρονική περίοδο από 24/02/24 έως 21/02/25 δεν καταγράφηκαν περιστατικά ασφαλείας[1]

Είναι κατάληξη μου, αποτιμώντας τις ως άνω πληροφορίες, ότι δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή του κίνδυνο σοβαρής βλάβης καθότι η συχνότητα περιστατικών ασφαλείας στην περιοχή όπου διέμενε, και στην οποία εύλογα αναμένεται να επιστρέψει, δεν είναι τέτοιας έντασης ώστε να διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του στην περιοχή. Δεν μπορώ δε να εντοπίσω ιδιαίτερες περιστάσεις που επιτείνουν τον κίνδυνο ειδικώς για τον αιτητή σε σύγκρισή με τον γενικό πληθυσμό της περιοχής, στη βάση της «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας»[2] (βλ. απόφαση ΔΕΕ, ημ.10/06/21, C-901/19, CF, DN και C-465/07, Elgafaji, ημ.17/02/09).

Σημειώνω ότι οι όποιες γενικές πληροφορίες παρατίθενται στην αγόρευση του σχετικά με τη χώρα καταγωγής δεν αρκούν ώστε να ανατρέψουν τη γενική κατάσταση ασφαλείας εκεί, ως καταγράφεται πιο πάνω, δεδομένου ότι, στην απουσία επί τούτου ισχυρισμών του αιτητη, δεν θα μπορούσε να εξετάζεται κατ’ αφηρημένο και γενικό τρόπο η κατάσταση στην Αίγυπτο, εφόσον ουδέν σχετικό ανέφερε ο αιτητής, ο οποίος και ενέμεινε κατά τη συνέντευξη (χωρίς να προσκομίζει κάτι περαιτέρω στα πλαίσια της παρούσης) σε αμιγώς οικονομικής φύσεως ισχυρισμούς. Άλλωστε, σε κάθε περίπτωση, ως και στην αιτ. σκέψη 35 (Οδ.2011/95/ΕΕ) αναφέρεται, «[οι] κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται εν γένει ο πληθυσμός ή τμήμα του πληθυσμού μιας χώρας δεν συνιστούν συνήθως, αυτοί καθαυτοί, προσωπική απειλή που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως σοβαρή βλάβη.»   

Έπεται λοιπόν ότι ορθώς κρίθηκε ότι ο αιτητής δεν κατάφερε να τεκμηριώσει βάσιμο φόβο «καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων» και ότι δεν υπάρχουν «ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη», ως ορίζεται στα αρ.3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου.

Τέλος, δεδομένων όσων ανωτέρω αναλύονται, δεν κρίνω ότι η επιστροφή του θα ήταν σε παράβαση του κατοχυρωμένου εκ του αρ.3 της ΕΣΔΑ και της Σύμβασης της Γενεύης δικαιώματος του αιτητή στην μη επαναπροώθηση, καθότι δεν έχει τεκμηριωθεί κάτι προς ανατροπή του τεκμήριου ασφαλούς χώρας καταγωγής, ως έχει καθοριστεί στην Κ.Δ.Π. 191/2024, η οποία εκδόθηκε δυνάμει του αρ.12Βτρις του Νόμου, αφού ουδείς αποδεκτός και βάσιμος ισχυρισμός αναφέρθηκε, εκ του οποίου θα μπορούσε να «θεωρηθεί ότι η χώρα αυτή δεν είναι ασφαλής […] στη συγκεκριμένη περίπτωσή», στη βάση του αρ.12Βτρις (6).

Ενόψει των όσων ανωτέρω αναφέρονται, θεωρώ ότι οι καθ’ ων η αίτηση προέβησαν δεόντως στην απαιτούμενη υπό τις περιστάσεις έρευνα και δια τούτο, κατά την λήψη της απόφασης, λήφθηκαν δεόντως και σύμφωνα με τα όσα απαιτεί η οικεία νομοθεσία υπόψη όλα τα γεγονότα που περιβάλλουν την επίδικη αίτηση, είναι δε πλήρως αιτιολογημένη.

Η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με έξοδα €1000 υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή.

 

 

Α. Χριστοφόρου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] ACLED,  με στοιχεία ανάλυσης ως εξής: ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: 24/02/2024 έως 21/02/25, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Battles / Violence against civilians / Explosions - Remote violence/ Riots/Battles; ΠΕΡΙΟΧΗ: Africa - Εgypt -Beni Suef διαθέσιμο στο:  https://acleddata.com/explorer/

[2] Εγχειρίδιο EASO, Άρθρο 15 στοιχείο γ) της οδηγίας για τις ελάχιστες απαιτήσεις ασύλου (2011/95/ΕΕ) Δικαστική ανάλυση, σελ.26-28, διαθέσιμο εδώ: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/Article-15c-QD_a-judicial-analysis-EL.pdf


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο