R.A.E. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπουργείου Εσωτερικών, Υπόθ. Αρ.: 2914/2024, 18/2/2025
print
Τίτλος:
R.A.E. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπουργείου Εσωτερικών, Υπόθ. Αρ.: 2914/2024, 18/2/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθ. Αρ.: 2914/2024

 

18 Φεβρουαρίου, 2025

[Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

R.A.E.

Αιτήτρια

-και-

 

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπουργείου Εσωτερικών

 

Καθ’ ων η Αίτηση

Εμφανίσεις:

Α. Πλιάκα (κα) για Α. Κλαΐδη (κα), Δικηγόρος για την Αιτήτρια.

Μ. Βασιλείου (κα), Δικηγόρος για Γενικό Εισαγγελέα, Δικηγόρος για τους Καθ’ ων η Αίτηση.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την παρούσα προσφυγή η Αιτήτρια προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, επιστολής ημερομηνίας 26/07/24, η οποία της κοινοποιήθηκε αυθημερόν, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα της για την παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας, ως άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε νόμιμου αποτελέσματος και/ή ζητά απόφαση του Δικαστηρίου με την οποία να της αναγνωρίζεται προσφυγικό καθεστώς ή καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.

 

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Η Αιτήτρια, υπήκοος Καμερούν, υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία στις 15/06/21, στις 10/06/24 πραγματοποιήθηκε η συνέντευξη της, στις 16/07/24 συντάχθηκε η έκθεση/εισήγηση και ο εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης αυθημερόν, απόφαση που αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Η Αιτήτρια ισχυρίζεται μέσω της συνηγόρου της ότι η προσβαλλόμενη πράξη θα πρέπει να ακυρωθεί λόγω μη ορθής άσκησης της διακριτικής εξουσίας της αρμόδιας αρχής, έλλειψης δέουσας έρευνας επί των περιστάσεων της και πεπλανημένης κατάληξης επί του αιτήματος ασύλου της. Παραπέμπει, μέσω της Γραπτής Αγόρευσης της στις προσωπικές περιστάσεις και τους λόγους που την οδήγησαν να εγκαταλείψει την χώρα καταγωγής της και/ή με σκοπό να διασφαλίσει τη σωματική της ακεραιότητα και/ή λόγω της κατάστασης που επικρατεί στην περιοχή της. Παράλληλα, επικαλείται και παραπέμπει σε συγκεκριμένα ερυθρά του φακέλου αναφορικά με συμπεράσματα στα οποία κατέληξαν οι Καθ’ ων η αίτηση και ισχυρίζεται πως θα έπρεπε να γίνουν αποδεκτοί οι ισχυρισμοί της, ότι απάντησε με ειλικρίνεια όλα τα όσα ερωτήθηκε και θα έπρεπε να της δοθεί το ευεργέτημα αμφιβολίας.

 

Οι Καθ’ ων η Αίτηση απαντώντας προφορικά ενώπιον του Δικαστηρίου υιοθέτησαν το σύνολο της έκθεσης/εισήγησης και υποστήριξαν ότι η προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, κατόπιν δέουσας  έρευνας και οι ισχυρισμοί της Αιτήτριας κρίθηκαν αναξιόπιστοι.

 

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Αρχικά θα πρέπει να υποδειχθεί ότι ένα μεγάλο μέρος της Γραπτής Αγόρευσης της Αιτήτριας μέσω της δικηγόρου της αναλώνεται μόνο στην επανάληψη διατάξεων νόμων και κανόνων δικαίου χωρίς να γίνεται υπαγωγή τους σε πραγματικά γεγονότα και νομικά δεδομένα της υπόθεσης με αποτέλεσμα να καθίστανται ανεπαρκούς αιτιολόγησης. Με βάση τον Κανονισμό 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, που εφαρμόζονται κατ’ αναλογία και από το παρόν Δικαστήριο (Βλέπε Κανονισμός 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας  Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έως 2022 (3/2019), επιβάλλεται η υποχρέωση στον αιτητή όχι μόνο να εγείρει με το δικόγραφο του όλα τα σημεία τα οποία υποστηρίζουν την προσφυγή του αλλά ταυτόχρονα να τα αιτιολογεί πλήρως. Η αιτιολόγηση νομικών σημείων είναι απαραίτητη για την εξέταση λόγων ακύρωσης από το Δικαστήριο, οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια, αναπόφευκτα επηρεάζει τη νομική τους βάση με αποτέλεσμα να κινδυνεύουν να κριθούν αναιτιολόγητοι και ανεπίδεκτοι δικαστικής εκτίμησης. Επομένως, δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτοί ισχυρισμοί που δεν εξειδικεύονται ή δεν αιτιολογούνται διότι με αυτό τον τρόπο το Δικαστήριο, παρόλο που ασκεί και έλεγχο ουσίας, θα οδηγείτο σε συζήτηση σχεδόν οιουδήποτε θέματος κατά παράβαση των δικονομικών διατάξεων και του ρόλου που διαδραματίζουν στον καθορισμό των επίδικων θεμάτων και της διεξαγωγής της διοικητικής δίκης. (Βλέπε σχετικάΔημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598Latomia Estate Ltd v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672Δημοκρατία ν. Σπύρου (2007) 3 Α.Α.Δ. 533Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 Α.Α.Δ. 598, επίσης - Ιωσηφίδης ν. Γενικού Εισαγγελέα (1990) 3 Α.Α.Δ. 4599Kadivari ν. Δημοκρατίας (αρ. 2) (1992) 4 Α.Α.Δ. 2924, βλέπε επίσης Υπόθ. Αρ. 107/2017, Χριστόδουλος Μιχαήλ (Συνταγματάρχης) κ.α. ν. Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω Υπουργού Άμυνας, ημερομηνίας 11/12/2017 -όπου γίνεται επανάληψη της πάγιας νομολογίας επί του ζητήματος).

 

Ανεξάρτητα, όμως, της πιο πάνω διαπίστωσης αντλώντας τις εξουσίες που ορίζονται στο Άρθρο 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 έως 2023 (Ν.73(Ι)/2018), προχωρώ σε αξιολόγηση της ουσίας του αιτήματος της Αιτήτριας σε συνάρτηση με τους ισχυρισμούς έλλειψης δέουσας έρευνας και πλάνης της προσβαλλόμενης πράξης στη βάση του περιεχομένου του διοικητικού φακέλου (στο εξής «ΔΦ»). 

 

Με βάση την έκθεση/εισήγηση έγιναν αποδεκτοί οι ισχυρισμοί της όσον αφορά την ταυτότητα, το προφίλ, τη χώρα καταγωγής της και τον τόπο συνήθους διαμονής της ως εσωτερικά συνεκτικοί και παρουσίαζαν συνοχή με τις διαθέσιμες πληροφορίες για την χώρα καταγωγής της (ερυθρά 86 – 84 ΔΦ). Ωστόσο, οι υπόλοιποι 2 ισχυρισμοί της ότι (α) διώκεται από τους αποσχιστές (Ambazonians[1]) λόγω χρηματικών συναλλαγών του συντρόφου της, (β) κατ’ ισχυρισμό δίωξη της από τις αρχές της χώρας καταγωγής της λόγω αυτού, απορρίφθηκαν λόγω έλλειψης εσωτερικής αξιοπιστίας (ερυθρά 84- 79 ΔΦ). Ειδικότερα:

 

(α) Ισχυριζόμενη δίωξη από τους αποσχιστές λόγω χρηματικών συναλλαγών του συντρόφου της ο οποίος είχε την δική του επιχείρηση με κακάο και καφέ και συνεργαζόταν και με τους αποσχιστές (ερυθρά 84 - 81 ΔΦ).:

- Δεν ήταν σε θέση να δώσει επαρκείς πληροφορίες για τον σύντροφο της. Ανέφερε ότι ήταν καλός άνθρωπος σε εκείνη, ήταν ο σύντροφος της, έμεναν μαζί, πως αυτός την μύησε για να ανοίξει και να δουλέψει στην δική της επιχείρηση και πως της λείπει πάρα πολύ. Κρίθηκε ότι θα αναμενόταν να αναφέρει τα προσωπικά στοιχεία του συντρόφου της, την ηλικία του, τι ακριβώς ήταν η εργασία του, τα εξωτερικά χαρακτηριστικά του, στοιχεία του χαρακτήρα του και άλλες πληροφορίες λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι πρόκειται για τον σύντροφό της με τον οποίο ήταν μαζί για είκοσι χρόνια.

- Ερωτηθείσα τον λόγο που δεν ανέφερε τον σύντροφό της όταν ρωτήθηκε για την οικογένεια της, ισχυρίστηκε χωρίς συνεκτικότητα πως νόμιζε ότι η ερώτηση ήταν για τους γονείς της και πως δεν ήξερε ότι ήθελε η λειτουργός να μάθει για τον σύζυγο της. Αναφερόμενη στον σύντροφο της ως “σύζυγο της, ερωτήθηκε πως δεν τον θεώρησε ως οικογένεια για να τον αναφέρει νωρίτερα, ωστόσο, και πάλι χωρίς συνεκτικότητα υποστήριξε πως τον θεωρεί οικογένεια αλλά δεν πίστευε ότι ήθελε αυτές τις πληροφορίες η λειτουργός. Κρίθηκε ότι θα αναμενόταν να αναφέρει την ύπαρξη του συντρόφου της στην ερώτηση που της είχε γίνει για την οικογένεια της, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι πρόκειται για τον σύντροφό της με τον οποίο ήταν μαζί για είκοσι χρόνια και που η ίδια θεωρούσε οικογένεια της.

- Σε ερώτηση για να εξηγήσει την συνεργασία που είχε ο σύντροφος της με τους αποσχιστές, απάντησε πως η νόμιμη του επιχείρηση ήταν πως αγόραζε κακάο από την Νιγηρία, ουίσκι και μπύρες, τα οποία πουλούσε στο Καμερούν, αλλά αυτό που έκανε με τους αποσχιστές δεν ήταν ποτέ εις γνώση της, μόνο όταν οι στρατιωτικές δυνάμεις τον σκότωσαν και τον είδαν με όπλα και σφαίρες. Ερωτηθείσα για τους λόγους που δεν κατάλαβε τις δραστηριότητες του σε προηγούμενο στάδιο, απάντησε πως δεν υπήρχε κάποιο πρόβλημα πριν – απάντηση που κρίθηκε ελλιπούς συνοχής και συνέπειας.

- Σε σχέση με τον θάνατο του συντρόφου της, απάντησε πως σκοτώθηκε καθώς ήταν στο δρόμο με τα παράνομα όπλα τα οποία αγόρασε, πως ο δρόμος που βρισκόταν ήταν στο δάσος, και όταν τον σκότωσαν, οι στρατιωτικές δυνάμεις πήρε τα όπλα και τα έφερε στο χωριό και έτσι όλοι έμαθαν τι συνέβαινε. Κρίθηκε ότι οι ισχυρισμοί της διέπονταν από έλλειψη συνοχής και συνέπειας, καθώς δεν ήταν σε θέση να αναφερθεί σε πληροφορίες όπως την ακριβή ημερομηνία που σκοτώθηκε ο σύντροφος της, τι ακριβώς συνέβη, ποιος την ενημέρωσε, πως ένιωσε η ίδια, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι το συγκεκριμένο περιστατικό αποτελεί μέρος του πυρήνα του αιτήματος της.

- Αναφορικά με τις απειλές που δέχτηκε από τους αποσχιστές, ισχυρίστηκε πως έλεγαν ότι θα την σκοτώσουν με τον ίδιο τρόπο που οι στρατιωτικές δυνάμεις σκότωσαν τον σύντροφο της εάν δεν τους επιστρέψει τα χρήματα τους πίσω. Οι απαντήσεις της σε σχέση με τις απειλές και/ή την μορφή τους κρίθηκαν ελλιπούς συνοχής, συνέπειας και ανεπάρκειας - καθώς δεν ήταν σε θέση να αναφερθεί με λεπτομέρειες στον τρόπο που την απείλησαν οι αποσχιστές, πότε άρχισαν να την απειλούν συγκεκριμένα, τι είχε ειπωθεί στις συγκεκριμένες απειλές, λαμβάνοντας υπόψιν πως οι ισχυριζόμενες απειλές αποτελεί το κύριο μέρος του πυρήνα του αιτήματος της.

- Όταν της ζητήθηκε να παράσχει περισσότερες πληροφορίες σχετικά με το πώς οι αποσχιστές εισήλθαν στο μαγαζί της για να την απειλήσουν, υποστήριξε πως ήρθαν στο μαγαζί της σε τρείς περιπτώσεις. Σε σχέση με την 1η την ρώτησαν για τα λεφτά και πως η ίδια έμεινε σιωπηλή, πως ένας την ρώτησε αν έχει τα λεφτά να τους τα δώσει, να τα ετοιμάσει και πως έφυγαν, για την 2η  περίπτωση όταν ήρθαν, την ενημέρωσαν πως είχαν έρθει για τα λεφτά τους και πως εκεί της πέταξαν τα φαγητά στο πάτωμα, και πως την 3η περίπτωση της έσπασαν το σπίτι. Κρίθηκε ότι οι απαντήσεις της ήτο ελλιπούς συνοχής και συνέπειας, καθώς δεν ήταν σε θέση να παρέχει περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τα περιστατικά στα οποία η ίδια είχε βρεθεί αντιμέτωπη με τους αποσχιστές, παρά μόνο, επανέλαβε τις ίδιες πληροφορίες και συνέχισε να αναφέρεται σε πληροφορίες που δεν σχετίζονταν με το περιεχόμενο της ερώτησης που της είχε τεθεί.

- Σε κατευθυντήρια ερώτηση που της έγινε, ως προς το πότε συνέβη το πρώτο απειλητικό περιστατικό δεν ήταν σε θέση να παρέχει πληροφορίες, ισχυριζόμενη πως ήταν το 2021 – με αποτέλεσμα να ελλείπει χρονολογική λεπτομέρεια που συνδέεται με τον πυρήνα του αιτήματος της. Χρονολογική ασάφεια και ασυνέπεια παρουσιάστηκε μεταξύ των πληροφοριών του περιστατικού, ημερομηνίας θανάτου του συντρόφου αυτής, διαφυγής της και εξόδου της από την χώρα καταγωγής.

- Ούτε η εξωτερική της αξιοπιστία εδραιώθηκε μετά από έρευνα του λειτουργού, καθότι έχουν στοχοποιηθεί από αποσχιστές πρόσωπα που υποψιάζονται ότι συνεργάζονται με τις δυνάμεις άμυνας και ασφάλειας, καθώς και άτομα που κατηγορούνται ότι δεν συμμορφώνονται με τις εντολές που έχουν προσπαθήσει να επιβάλλουν στις περιοχές που θέλουν να ελέγξουν και/ή λόγω της κοινωνικής τους θέσης ή των ορατών πόρων τους.

 

(β) κατ’ ισχυρισμό δίωξη της από τις αρχές της χώρας καταγωγής της λόγω του πιο πάνω ισχυρισμού (ερυθρά 81 - 79 ΔΦ):

- Η αναζήτηση και δίωξη της Αιτήτριας από τους αποσχιστές λόγω των κατ΄ ισχυρισμό χρηματικών συναλλαγών του συντρόφου της με τους αποσχιστές, θεωρήθηκε ότι αποτελεί τη γενεσιουργό αιτία της αναζήτησης της από τις αρχές της χώρας, δεν έγινε δε αποδεχτή κατά την εξέταση του ουσιώδες πιο πάνω περιστατικού (α).

- Κρίθηκε δε ότι και αυτοί οι ισχυρισμοί της παρουσιάζουν έλλειψη επαρκών πληροφοριών και λεπτομερειών καθότι δεν ήταν σε θέση να τεκμηριώσει την αναζήτηση της από τις στρατιωτικές αρχές. Ερωτηθείσα, δε επί τούτου ισχυρίστηκε πως όταν οι στρατιωτικές αρχές ήρθαν στο χωριό μαζί με τα όπλα, τα έδειξαν στον αρχηγό του χωριού, τον ενημέρωσαν πως σκότωσαν τον συγκεκριμένο άντρα, πως η σύντροφος του γνωρίζει για τις παράνομες δουλειές του και πως μετέπειτα επέστρεψαν στην πόλη Ekondo Titi. Ερωτηθείσα πως η ίδια γνωρίζει πως οι στρατιωτικές αρχές την αναζητούν, απάντησε πως ο αρχηγός του χωριού της τηλεφώνησε και την ενημέρωσε πως οι στρατιωτικές αρχές πήγαν στο γραφείο του, τον ενημέρωσαν πως σκότωσαν τον σύντροφό της στον δρόμο, την ρώτησε αν γνώριζε κάτι για τις παράνομες δραστηριότητες του συντρόφου της, την ενημέρωσε πως οι στρατιωτικές αρχές γνωρίζουν πως η ίδια έχει πληροφορίες γιατί έμεναν μαζί και την συμβούλεψε να φύγει από το χωριό γιατί την ψάχνουν. Κρίθηκε ότι οι ισχυρισμοί της ήτο ελλιπούς συνοχής και συνέπειας, καθώς, δεδομένου του γεγονότος πως ήταν καταζητούμενο πρόσωπο από τις στρατιωτικές αρχές για παράνομες δραστηριότητες δεν θα μπορούσε να ταξιδέψει.

- Από έρευνα εξωτερικής αξιοπιστίας προέκυψε ότι σύμφωνα με την ιστοσελίδα των αεροδρομίων της Δημοκρατίας του Καμερούν, η αστυνομία στα σημεία διέλευσης των συνόρων επιβεβαιώνει την αυθεντικότητα των ταξιδιωτικών εγγράφων που παρουσιάζονται και συμβουλεύεται εθνικές και διεθνείς βάσεις δεδομένων για τον έλεγχο του ποινικού μητρώου των πολιτών. Επίσης, η Αρχή Αεροπορίας της Δημοκρατίας του Καμερούν υπογραμμίζει τις διαδικασίες ασφαλείας στο αεροδρόμιο της Douala, σε συνεργασία με την αστυνομία και άλλες κρατικές υπηρεσίες, υπεύθυνες για την εκτίμηση κινδύνου, μέσω υπηρεσιακών πληροφοριών, συλλήψεων, έλεγχο ιστορικού και την αποκάλυψη αδικημάτων ασφαλείας. Ωστόσο, η Αιτήτρια εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της, νόμιμα και χωρίς να αντιμετωπίσει οποιοδήποτε πρόβλημα στο αεροδρόμιο.

 

Το Δικαστήριο αφού διεξήλθε των λεπτομερειών της συνέντευξης διαπιστώνει, όπως και η εισήγηση του λειτουργού, ότι δεν θα μπορούσαν να γίνουν αποδεκτοί οι ισχυρισμοί της Αιτήτριας περί των προβλημάτων που αντιμετώπιζε η Αιτήτρια με τους Ambazonians και τις αρχές της χώρας καταγωγής της. Στη συνέντευξή της ενώ ερωτήθηκε επανειλημμένως από τον λειτουργό και της δόθηκαν πολλαπλές ευκαιρίες ώστε να αποσαφηνίσει τους ισχυρισμούς της, ωστόσο δεν εισέφερε τον απαιτούμενο βαθμό πληροφοριών σχετικά με τον πυρήνα του αιτήματός της, οι απαντήσεις της υπήρξαν αόριστες, χωρίς συνοχή και ευλογοφάνεια, ενώ υπέπεσε σε αντιφάσεις τόσο χρονικές όσο και επί των γεγονότων και σε πολλαπλές διαφοροποιήσεις των δηλώσεών της. Η Αιτήτρια δεν παρείχε κάθε διαθέσιμη βοήθεια στον εξεταστή για τη διαπίστωση των στοιχείων της υπόθεσής της, ούτε και τεκμηρίωσε τους ισχυρισμούς της με επαρκή λεπτομέρεια (Βλέπε Άρθρο 18 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000), βλέπε επίσης Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System της EUAA, February 2023, σελ.57-72, 103-112, 120-131).  Η ανεπάρκεια των πληροφοριών και η έλλειψη λεπτομέρειας και συνοχής, σε συνδυασμό με τις ασυνέπειες και συνεχείς διαφοροποιήσεις των ισχυρισμών της δημιουργούν σοβαρά ερωτηματικά ως προς την γενική αξιοπιστία της. Η Αιτήτρια πρόβαλε, θεωρώ, ένα ελλιπές και συγκεχυμένο αφήγημα, με ασυνέπειες και δεν ήταν ικανή να παράσχει ικανοποιητικές και ευλογοφανείς απαντήσεις. Σημειώνεται δε ότι, όταν παρουσιάζονται πληροφορίες που δημιουργούν ισχυρούς λόγους αμφισβήτησης της αλήθειας των ισχυρισμών ενός αιτούντος άσυλο, ο ενδιαφερόμενος πρέπει να παράσχει ικανοποιητική εξήγηση των προβαλλόμενων ανακριβειών των ισχυρισμών του (§205 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών) Ούτε θα μπορούσε να τύχει του ευεργετήματος της αμφιβολίας το οποίο δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του αιτητή. (Βλέπε §204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών) Από τα γεγονότα της περίπτωσης της και σε συνάρτηση με τα στοιχεία του φακέλου και τις αιτιάσεις της, δεν προκύπτει να συντρέχουν στο πρόσωπό της εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά κριτήρια που μπορούν να στοιχειοθετήσουν το γεγονός ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της και δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτή λόγω δικαιολογημένου φόβου δίωξης (§37-38 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, του Ύπατου Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών). Πλην των προαναφερθέντων, πρέπει επίσης να τονιστεί και το ότι η Αιτήτρια δεν ανήκει ούτε η ίδια ούτε κάποιο μέλος της οικογενείας της σε οποιαδήποτε πολιτική, θρησκευτική, εθνική, στρατιωτική ή κοινωνική οργάνωση ή ομάδα στη χώρα καταγωγής της, ενώ σε περίπτωση επιστροφής της δεν τεκμηρίωσε ότι θα αντιμετωπίσει οποιοδήποτε πρόβλημα από τις αρχές της χώρας της, καθότι αναχώρησε νόμιμα. Επομένως, η κατάληξη της Υπηρεσίας Ασύλου είναι αιτιολογημένη, λήφθηκε μετά από δέουσα έρευνα και στα πλαίσια του Νόμου καθότι από τα γεγονότα που τέθηκαν ενώπιον της και από τις παραστάσεις της Αιτήτριας δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του Άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000).

 

Ούτε η περίπτωση της Αιτήτριας εμπίπτει στις προϋποθέσεις παροχής σε αυτήν καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας. Ο λειτουργός εξέτασε κατά πόσο η Αιτήτρια θα υπόκειτο σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής της σε οποιαδήποτε τέτοια σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη ως προσδιορίζεται στο Άρθρου 19 του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν.6(Ι)/2000), καταλήγοντας ότι τέτοιος κίνδυνος δεν υφίσταται. Ουδείς εκ των ισχυρισμών που πρόβαλε τεκμηριώνει την ύπαρξη ουσιωδών λόγων ώστε να πιστεύεται ότι η ίδια προσωπικά, σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής της, θα υποβληθεί σε κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης ή σε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία, βάσει του Άρθρου 15, εδάφια (α) και (β), της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ  που αντιστοιχεί στο Άρθρο 19(2), εδάφια (α) και (β), του περί Προσφύγων Νόμου 2000 έως 2023, (Ν. 6(Ι)/2000). Ο λειτουργός αξιολόγησε, επίσης, την κατάσταση ασφαλείας στις αγγλόφωνες περιοχές του Καμερούν (ως προς το σκέλος της διακινδύνευσης λόγω βίας ασκούμενης αδιακρίτως σε καταστάσεις ένοπλης σύρραξης) μέσω διαθέσιμων πληροφοριών από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης και κατέληξε κατά την νομική ανάλυση ότι παρά την έκρυθμη κατάσταση που επικρατεί στον τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής της Αιτήτριας, δεν προκύπτει σε συνδυασμό με τις προσωπικές της περιστάσεις ότι θα εκτεθεί σε κίνδυνο σοβαρής βλάβης λόγω μόνο της παρουσίας της σε περίπτωση επιστροφής της. Εξετάζοντας λοιπόν αυτούς τους δείκτες, συνάγεται το συμπέρασμα ότι στον τόπο διαμονής της Αιτήτριας δεν υπάρχει, γενικά, πραγματικός κίνδυνος να επηρεαστεί προσωπικά ένας άμαχος κατά την έννοια του Άρθρο 15 (γ) της Οδηγίας 95/11/ΕΕ δηλαδή ύπαρξης σοβαρής και προσωπικής απειλής κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου λόγω αδιάκριτης ασκήσεως βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης (ερυθρά 79-71 ΔΦ). Σημειώνεται επί τούτου, ότι η ύπαρξη «ένοπλης σύρραξης» στο έδαφος μιας χώρας ή μιας περιοχής της ή διάφορων περιοχών της, (όπως στην προκειμένη περίπτωση) αν και αναγκαία, δεν είναι επαρκής προϋπόθεση από μόνη της για παραχώρηση συμπληρωματικής προστασίας. Συγκεκριμένα, λαμβάνοντας υπόψη την έννοια της «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας» (ως διατυπώθηκε από το ΔΕΕ στην υπόθεση Elgafaji C-465/07[2], σκέψεις 39 και 43, καθώς και στην υπόθεση Diakité C-285/12[3], σκέψεις 30 και 31), λαμβάνοντας υπόψη το προφίλ (γυναίκα, ενήλικη, νεαρής ηλικίας, με βασική εκπαίδευση και ικανότητα προς εργασίας, αλλά και ευρύτερο οικογενειακό υποστηρικτικό δίκτυο), και το αίτημα της Αιτήτριας που δεν τεκμηριώθηκε (και/ή κρίθηκε αναξιόπιστη σε σχέση με την δίωξη της από Ambazonians και τις αρχές της χώρας καταγωγής της) δεν εγείρονται στοιχεία που να υποδεικνύουν ότι μπορεί να τύχει συμπληρωματικής προστασίας (υπόθεση Elgafaji C-465/07, σκέψη 39, και υπόθεση Diakité C-285/12, σκέψη 31). Από δε αναθεωρημένη έρευνα του Δικαστηρίου η κατάσταση ασφαλείας στην περιοχή της από πρόσφατα στοιχεία βάσης δεδομένων του ACLED (Armed Conflict Location and Event Data) επιβεβαιώνει τα συμπεράσματα του λειτουργού και/ή αυτά δεν διαφοροποιούνται ουσιωδώς και/ή στην περιοχή της Αιτήτριας δεν υπάρχει, γενικά, πραγματικός κίνδυνος να επηρεαστεί προσωπικά ένας άμαχος λόγω εσωτερικής ένοπλης σύρραξης[4].  Ούτε τo προφίλ της Αιτήτριας παρουσιάζει χαρακτηριστικά ευαλωτότητας ή σημεία ευπάθειας καθώς πρόκειται για υγιή ενήλικη γυναίκα, με βασική εκπαίδευση, με ικανότητα να εργαστεί και να έχει πρόσβαση σε μέσα αυτοσυντήρησης, αλλά και ευρύτερο οικογενειακό υποστηρικτικό δίκτυο. Ούτε τεκμηρίωσε η συνήγορος της Αιτήτριας επαρκώς ότι με την επιστροφή της θα υποστεί βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή σοβαρή βλάβη. Σημειώνεται σε αυτό το σημείο ότι υπάρχει εκτενέστατη αξιολόγηση όλων των συναφών στοιχείων του αιτήματος της Αιτήτριας από τον λειτουργό στο μέρος της έκθεσης/εισήγησης και/ή αξιολόγησης κινδύνου επιστροφής σε συνάρτηση με την περιοχή διαμονής της όπου γίνεται παράθεση σωρεία πληροφοριών αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας και/ή εκτενής καταγραφή εξωτερικών πηγών πληροφόρησης σε σχέση με την περιοχή της που εάν και δυσχερής κρίνεται ότι μπορεί να επιστρέψει (ερυθρά 64-30 ΔΦ).

 

Ως εκ των ανωτέρω δεν διαπιστώνεται ελλιπής έρευνα, αλλά ούτε πλάνη περί το νόμο και των πραγματικών δεδομένων που λήφθηκαν υπόψη από την Υπηρεσία Ασύλου κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης (Βλέπε  Αντώνης Ράφτης ν. Δημοκρατίας, (2002) 3 Α.Α.Δ. 345 ). Η επάρκεια της αιτιολογίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τα πραγματικά και νομικά περιστατικά της υπόθεσης, ενώ η αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξης συμπληρώνεται και/ή αναπληρώνεται μέσα από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου της Αιτήτριας ήτοι της έκθεσης/εισήγησης του λειτουργού η οποία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της απόφασης του εξουσιοδοτημένου από τον Υπουργό Εσωτερικών αρμόδιου λειτουργού, όπως επίσης και από το σύνολο της όλης διοικητικής ενέργειας με αποτέλεσμα να καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος (Βλέπε Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ.270). Το Δικαστήριο μετά από έλεγχο νομιμότητας/ορθότητας και πραγματικό έλεγχο των περιστάσεων της Αιτήτριας, όπως αναλύεται ανωτέρω, καταλήγει στο ίδιο εύρημα ότι δηλαδή δεν μπορεί να της αναγνωριστεί το καθεστώς του πρόσφυγα ή συμπληρωματικής προστασίας.

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται με €1300 έξοδα εναντίον της Αιτήτριας και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.

 

Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

 

                     

 

 

 

                            Μ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.

 

 



[1] Η Ambazonia, εναλλακτικά η «Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Αμβαζονίας» ή «Κράτος της Αμβαζονίας» είναι μια πολιτική οντότητα που αυτοανακηρύχθηκε από αγγλόφωνους αυτονομιστές που επιδιώκουν την ανεξαρτησία από το Καμερούν - Βλέπε επίσης σχετικά United Nations Office for the Coordination of Humanitarian Affairs (UN OCHA), Cameroon Humanitarian Needs Overview 2020 (revised June 2020), pp. 20, 45, June 2020, available at: https://www.ecoi.net/en/file/local/2039302/cmr_hno_2020-revised_25062020_print.pdf , επιπλέον, COI QUERY, EASO, 29/06/21, Forced recruitment by separatist groups, self-declared as Ambazonians, in the Anglophone regions, available at: https://euaa.europa.eu/

 

[2]Απόφαση του ΔΕΕ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 17/02/09 C-465/07, MekiElgafaji και NoorElgafaji κατά StaatssecretarisvanJustitie

[3]Απόφαση του ΔΕΕ της 30/01/14 στην υπόθεση C-285/12, Aboubacar Diakité κατά Commissaire général aux réfugiés etaux apatrides

[4] ACLED, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο: https://acleddata.com/explorer/ (βλ. Πλατφόρμα ACLED Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: ΧΡΟΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: past year of ACLED DATA, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Battles, Explosions/Remote violence, Violence against civilians, Protests και Riots, και ΠΕΡΙΟΧΗ: Africa – Cameroon – Sud-Ouest (Southwest).


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο