J.T.A. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπουργείου Εσωτερικών της Υπηρεσίας Ασύλου, Υποθ. Αρ.: 3000/24, 26/2/2025
print
Τίτλος:
J.T.A. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπουργείου Εσωτερικών της Υπηρεσίας Ασύλου, Υποθ. Αρ.: 3000/24, 26/2/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υποθ. Αρ.: 3000/24

26 Φεβρουαρίου 2025

[Β. ΚΟΥΡΟΥΖΙΔΟΥ-KΑΡΛΕΤΤΙΔΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με τάρθρο 146 του Συντάγματος

 Μεταξύ:

J.T.A. από Νιγηρία και τώρα στη Λεμεσό

Αιτητής

-και-

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπουργείου Εσωτερικών  της Υπηρεσίας Ασύλου

 

Καθ' ων η Αίτηση

 

Χ. Παφίτη (κα) και Α. Λαζάρου (κα), Δικηγόροι για τον Αιτητή

Ε. Ιωάννου (κα) Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση.

O Αιτητής παρών.  Παρούσα η Ζ. Αγαπίου (κα) για πιστή μετάφραση από Αγγλικά σε Ελληνικά και αντιστρόφως.

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 Ο Αιτητής αιτείται δήλωσης  του Δικαστηρίου ότι η απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση ημερομηνίας 09/07/2024, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 02/08/2024 και με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για παροχή Διεθνούς προστασίας καθότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του περί Προσφύγων Νόμου 6(Ι)/2000  και είναι παράνομη, άκυρη και στερείται κάθε νόμιμου αποτελέσματος .Περαιτέρω αιτείται έκδοσης απόφασης με την οποία να αναγνωρίζεται στην Αιτήτρια καθεστώς προστασίας .  

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Σύμφωνα με τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου που βρίσκονται ενώπιόν μου, ο Αιτητής είναι υπήκοος Νιγηρίας και στις 24/03/2023 υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας, αφού προηγουμένως εισήλθε παράνομα στη Δημοκρατία, μέσω των κατεχόμενων εδαφών στις 11/03/2023. Στη 13/06/2024 διεξήχθη συνέντευξη στον Αιτητή από  αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, ο οποίος στις 23/06/2024 υπέβαλε Έκθεση-Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου με την εισήγηση όπως απορριφθεί το αίτημα του Αιτητή. Στις 09/07/2024 ο δεόντως εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός, ενέκρινε την πιο πάνω Έκθεση-Εισήγηση αποφασίζοντας  την απόρριψη της αίτησης διεθνούς προστασίας του Αιτητή και εξέδωσε απόφαση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του. Την 31/07/2024 εκδόθηκε απορριπτική του αιτήματος του Αιτητή  επιστολή από την Υπηρεσία Ασύλου συνοδευόμενη από αιτιολόγηση της απόφασής της, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή  στις 02/08/2024. Στις 06/08/2024 ο Αιτητής καταχώρισε την παρούσα προσφυγή.

 

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Ο Αιτητής προέβαλε μέσω της αίτησης του πλήθος λόγων ακυρώσεως τους οποίους περιόρισε στο στάδιο της ακρόασης  στους ακόλουθους λόγους:

Η απόφαση των Καθ’ ων η Αίτηση λήφθηκε χωρίς την διεξαγωγή της δέουσας έρευνας και/ή ορθής αξιολόγησης αναφορικά με την περιοχή στην οποία αναμένεται να επιστρέψει ο Αιτητής και στερείται αιτιολογίας λογω της ενλόγω παραλειψης των Καθ΄ων η αίτηση. Συγκεκριμένα, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι στην περιοχή στην οποία αναμένεται να επιστρέψει σε περίπτωση που σταλεί πίσω στη χώρα καταγωγής υπάρχουν απειλές και επιθέσεις κατά αμάχων και πως τα εν λόγω δεδομένα δεν ελήφθησαν υπόψιν από τον Λειτουργό.

Η συνήγορος των Καθ' ων η αίτηση αντικρούει τους ισχυρισμούς του Αιτητή και υποστηρίζει ότι  η προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου  είναι ορθή, νόμιμη, δεόντως αιτιολογημένη και λήφθηκε μετά από δέουσα έρευνα και ορθή ενάσκηση των εξουσιών που παρέχει ο Νόμος στους Καθ' ων η Αίτηση. Περαιτέρω, προβάλλει ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποσείσει το βάρος απόδειξης και να αποδείξει βάσιμους λόγους δίωξης όπως προβλέπεται στο άρθρο 3 (1) του περί Προσφύγων Νόμου, ή ότι μπορεί να τύχει του καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας όπως προβλέπεται στο άρθρο 19 (2) του ίδιου Νόμου. Προβάλλει ότι δεν έχει καταδειχθεί από πλευράς του Αιτητή ότι θα αντιμετωπίσει οποιοδήποτε πρόβλημα σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του Σε κάθε περίπτωση η Νιγηρία εντοπίζεται στο κατάλογο των ασφαλών χωρών σύμφωνα με τη ΚΔΠ 191/24 .

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Καταρχάς πρέπει να λεχθεί ότι οι λόγοι ακύρωσης είναι με γενικότητα και αοριστία που εγείρονται στην παρούσα αίτηση.  Η απλή καταγραφή κατά ιδιαίτερο συνοπτικό τρόπο στους λόγους ακύρωσης της νομικής βάσης της προσφυγής δεν ικανοποιεί την επιτακτική ανάγκη του Καν. 7 του Ανωτάτου Συνταγματικού Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962, όπως οι νομικοί λόγοι αναφέρονται πλήρως.  

Η αναφορά, για παράδειγμα, ότι «Η απόφαση πάσχει γιατί λήφθηκε χωρίς την δέουσα έρευνα» (το ίδιο αοριστόλογοι είναι και οι υπόλοιποι λόγοι ακύρωσης), δεν εξηγεί καθόλου, ούτε παραπέμπει σε συγκεκριμένα κατ' ισχυρισμόν δεδομένα που οδήγησαν σε μη έρευνα ή έλλειψη δέουσας έρευνας κλπ. Η συνήγορος του Αιτητή εν προκειμένω αναφέρεται με γενικό τρόπο στους λόγους χωρίς να τεκμηριώνει πως αυτοί υφίστανται και χωρίς να υποδεικνύει τα σημεία της διοικητικής διαδικασίας όπου αυτές οι αρχές καταπατώνται. Η προσφυγή θα μπορούσε να απορριφθεί για τους πιο πάνω διαδικαστικούς λόγους οι οποίοι αντανακλούν βεβαίως και επί της ουσίας.  Αυστηρώς ομιλούντες τα όσα αναφέρονται στην αγόρευση της δικηγόρου του Αιτητή δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη, εφόσον παγίως αναγνωρίζεται ότι οι αγορεύσεις δεν αποτελούν μέσο για τη θεμελίωση γεγονότων. (δέστε Δημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Ελισσαίου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (2004) 3 Α.Α.Δ. 412 και Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 384) (δέστε Υπόθεση Αρ. 1119/2009  ημερ. 31 Ιανουαρίου 2012 FARHAN KHALIL, και   Κυπριακής Δημοκρατίας).

Οι ισχυρισμοί για την ακύρωση μιας διοικητικής απόφασης πρέπει να είναι συγκεκριμένοι και να εξειδικεύουν ποια νομοθετική πρόνοια ή αρχή διοικητικού δικαίου παραβιάζεται. Όπως έχει τονισθεί στην υπόθεση Latomia Estate Ltd. v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672: «Η αιτιολόγηση των νομικών σημείων πάνω στα οποία βασίζεται μια προσφυγή είναι απαραίτητη για την εξέταση από ένα Διοικητικό Δικαστήριο των λόγων που προσβάλλουν τη νομιμότητα μιας διοικητικής πράξης».

Περαιτέρω δεν αρκεί η παράθεση των συγκεκριμένων διατάξεων της νομοθεσίας που κατ' ισχυρισμόν παραβιάζει η προσβαλλόμενη πράξη, αλλά θα πρέπει επίσης τα επικαλούμενα νομικά σημεία να αιτιολογούνται πλήρως.  Οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια σε σχέση με αυτά μπορεί να έχει ως συνέπεια την απόρριψη της προσφυγής. (βλ. Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 AAΔ.598).

Επίσης είναι πλειστάκις νομολογημένο ότι, λόγοι ακύρωσης που δεν εγεί­ρονται στο δικόγραφο της προσφυγής δεν μπορούν να εξεταστούν με το να εγείρονται για πρώτη φορά στις γραπτές αγορεύσεις. Σχετικό είναι και το ακόλουθο απόσπασμα από την πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας στη Φλωρεντία Πετρίδου ν. Επιτρο­πής Δημόσιας Υπηρεσίας, (2004) 3 Α.Α.Δ. 636«Παρατηρούμε ότι στο κείμενο της προσφυγής δεν εγείρεται τέτοιος λόγος ακύ­ρωσης, αν και σχετική επιχειρηματολογία πράγματι προβάλλεται στη γραπτή αγό­ρευση της εφεσείουσας. Έχει επανειλημμένα λεχθεί πως λόγος ακύρωσης που δεν εγείρεται στην προσφυγή δεν μπορεί να εξεταστεί σε μεταγενέστερο στάδιο, αφού οι γραπτές αγορεύσεις αποτελούν απλώς επιχειρηματολογία».

Σύμφωνα με την  Μαραγκός ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 671 : «Για να καταστεί το θέμα επίδικο, πρέπει αυτό να εγείρεται σύμφωνα με τις δικονομικές διατάξεις και να αποφασίζεται ύστερα από εξαντλητική επιχειρηματολογία.»

«Η αγόρευση αποτελεί το μέσο για την έκθεση της επιχειρηματολογίας υπέρ της αποδοχής των λόγων ακύρωσης και όχι υποκατάστατο της στοιχειοθέτησής τους. Βλ. Παπαδοπούλας ν. Ιωσηφίδη κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 601 και Λεωφορεία Λευκωσίας Λτδ ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 56

 

Τα όσα επομένως πιο κάτω εξετάζονται και  αποφασίζονται τελούν υπό την πιο πάνω τοποθέτηση.

Έχω εξετάσει την προσβαλλόμενη απόφαση υπό το πρίσμα όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, κυρίως των όσων ο Αιτητής δήλωσε τόσο με την υποβολή της αίτησης διεθνούς προστασίας, όσο και κατά τη διάρκεια της προφορικής του συνέντευξης ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου, αλλά και όσων προβάλλει με την παρούσα προσφυγή.

Ειδικότερα, ο Αιτητής είναι υπήκοος Νιγηρίας και μέλος της φυλής Yoruba και ότι γεννήθηκε στο Ibadan της επαρχίας Oyo της Νιγηρίας, όπου και διέμενε. Ως προς το θρήσκευμα δήλωσε πως είναι Ευαγγελιστής Χριστιανός. Ως προς το μορφωτικό του επίπεδο δήλωσε πως μιλάει Yoruba (μητρική) και Αγγλικά. Ως προς την οικογενειακή του κατάσταση δήλωσε άγαμος.

Κατά τη πρωτοβάθμια συνέντευξη ο Αιτητής δήλωσε υπήκοος Νιγηρίας και μέλος της φυλής Yoruba, γεννηθείς την 31/07/2004 και ανύπαντρος. Ο Αιτητής δήλωσε περαιτέρω ότι είναι Χριστιανός, ότι είναι απόφοιτος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και ότι ομιλεί Yoruba (μητρική του γλώσσα) και Αγγλικά. Ο Αιτητής δήλωσε ότι κατάγεται από την πόλη Ibadan, πρωτεύουσα της πολιτείας Oyo, όπου και όπου διέμεινε με τους γονείς του έως ότου έφυγε από τη χώρα καταγωγής του, με εξαίρεση μία περίοδο έξι μηνών το 20219-2020 όταν προετοιμαζόταν για τις εξετάσεις του και ζούσε με τον αδερφό του σε άλλη περιοχή της πόλης (βλ. ερ. 30 και 29). Ο Αιτητής δήλωσε ότι στη χώρα καταγωγής του εργαζόταν ως μαθητευόμενος κουρέας άνευ αμοιβής (βλ ερ 29 1χ). Ο Αιτητής δεν έχει συγγενείς ή μέλη της οικογένειας στην Κύπρο ή σε οποιαδήποτε άλλη χώρα της ΕΕ (βλ. ερ 30). Ο Αιτητής είναι κάτοχος διαβατηρίου Νιγηρίας το οποίο εκδόθηκε την 30/01/2022 και λήγει την 29/01/2027 (βλ ερ 9). Ερωτηθείς για ποιο λόγο εξέδωσε διαβατήριο, ο Αιτητής απήντησε ότι το έκανε ώστε να ταξιδέψει για σπουδές και για επαγγελματικούς λόγους (βλ. ερ. 30).

Ο Αιτητής δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη Νιγηρία διότι  ο εκλιπών παππούς του είχε ένα οικόπεδο το οποίο και του μεταβίβασε προτού πεθάνει. Το οικόπεδο αυτό το ήθελε και ένας μακρινός θείος, ο οποίος θεωρούσε ότι το δικαιούταν διότι ήταν μεγαλύτερος σε ηλικία από τον Αιτητή. Μόλις ο Αιτητής έμαθε περί αυτού, ενημέρωσε τους γονείς του οι οποίοι τον πίστεψαν όταν ο θείος του αποπειράθηκε να τον σκοτώσει και, μη θέλοντας να το ρισκάρουν, έκαναν τις προετοιμασίες ώστε ο Αιτητής να φτάσει στη Δημοκρατία και να αιτηθεί διεθνούς προστασίας (βλ ερ 28 3χ).

Ερωτώμενος να εξηγήσει τι ακριβώς εννοούσε με τη δήλωσή του, ο Αιτητής εξήγησε ότι οι γονείς του μίλησαν με τους γηραιούς του χωριού οι οποίοι τους ενημέρωσαν ότι ο θείος του δήλωσε ότι θα κάνει ό,τι χρειαστεί για να πάρει το οικόπεδο (βλ ερ 28 7χ). Σε διευκρινιστικές ερωτήσεις της λειτουργού ο Αιτητής δήλωσε ότι ο πάππους του ήταν αρχηγός της κοινότητας, είχε στην ιδιοκτησία του πολλά ακίνητα και ότι του είχε μεταβιβάσει αυτό το οικόπεδο απ’ όταν ήταν ήδη μικρός σε ηλικία. Συγκεκριμένα, ο Αιτητής δήλωσε ότι όταν η μητέρα του τον είχε σχεδόν γεννήσει ο παππούς του ήταν άρρωστος και της είπε ότι αυτό το οικόπεδο ήταν για τον Αιτητή. Δήλωσε επιπλέον ότι ο παππούς του πέθανε πριν αυτός γεννηθεί, πως δεν υπάρχει διαθήκη καθώς ο παππούς του ζούσε στο χωριό και δεν είχε δικηγόρο και πως το οικόπεδο βρίσκεται στην επαρχία Oshun (βλ ερ 28 8χ).

Σε σχετική ερώτηση του Λειτουργού, ο Αιτητής δήλωσε ότι γνώριζε για την ύπαρξη του οικοπέδου από όταν ήταν περίπου 15 με 16 ετών (βλ ερ 27 1χ). Ο Αιτητής  δήλωσε περαιτέρω ότι όταν πέθανε ο παππούς του ο θείος του πήγε στην επαρχία Osun για να διεκδικήσει το οικόπεδο, ότι οι γηραιοί του χωριού τον ενημέρωσαν ότι το οικόπεδο είναι του Αιτητή και πως αυτοί ενημέρωσαν την μητέρα του μετά από 1 με 2 χρόνια σχετικά με την πρόθεση του θείου του (βλ ερ 27 2χ). Ερωτώμενος για ποιο λόγο οι γηραιοί του χωριού άργησαν τόσο να ενημερώσουν τη μητέρα του, ο Αιτητής δήλωσε ότι στην αρχή ο θείος του δε δήλωσε ότι θα κάνει κάτι σχετικά με το οικόπεδο όμως αργότερα προσπάθησε να ξεκίνησε κάτι στο οικόπεδο και τότε ενημέρωσαν. Ερωτηθείς τι έκανε όταν ο ίδιος έμαθε ότι του ανήκει αυτό το οικόπεδο, ο Αιτητής απάντησε ότι εκδήλωσε την πρόθεση να το πουλήσει ώστε να ενισχυθεί οικονομικά και για τις σπουδές του και πως οι γονείς του πούλησαν εν τέλει το οικόπεδο πριν αυτός φύγει από τη χώρα καταγωγής και πως έτσι χρηματοδότησε το ταξίδι του (βλ ερ 27 3χ 9χ).

Όταν του ζητήθηκε να δώσει περισσότερες πληροφορίες σχετικά με την προσπάθεια του θείου του να τον σκοτώσει, ο Αιτητής εξήγησε ότι το 2017 όσο ακόμη ήταν μαθητής και καθώς επέστρεφε από το σχολείο του το απόγευμα, ένας άντρας τον οποίο είχε δει πολλές φορές με τον θείο του τον πλησίασε, τον ρώτησε αν είναι ο Josua και αν τον αναγνωρίζει και κυνήγησε με ένα ξύλο έως ότου ο Αιτητής έπεσε και ο άνδρας πήγε από πάνω του και του είπε ότι καλά θα κάνει να αφήσει το οικόπεδο για τον θείο του (βλ ερ 27 6χ). Ο Αιτητής δήλωσε περαιτέρω ότι πέραν του περιστατικού αυτού δεν του συνέβη οτιδήποτε άλλο και πως ο θείος του δεν τον ξαναπροσέγγισε (βλ ερ 27 7χ 8χ).

Ερωτώμενος σχετικά με τη χρονική απόσταση μεταξύ του συμβάντος και της αναχώρησής του από τη χώρα καταγωγής, ο Αιτητής δήλωσε αρχικά ότι έφυγε από τη χώρα του το 2023 για οικονομικούς λόγους (βλ ερ 26 5χ). Στη συνέχεια, απαντώντας σε περαιτέρω ερωτήσεις ο Αιτητής δήλωσε ότι δεν έχει προβλήματα με τον θείο του πλέον καθώς το οικόπεδο έχει πουληθεί, ενώ αμέσως μετά δήλωσε ότι ο θείος του είπε ότι θα διεκδικήσει το οικόπεδο δια της βίας και πως προκαλούσε προβλήματα με τους αγοραστές του οικοπέδου (βλ ερ 26 6χ 7χ). Ερωτηθείς με ποιον τρόπο τον επηρεάζει αυτό από τη στιγμή που έχει πουλήσει το οικόπεδο, ο Αιτητής εξήγησε ότι ο θείος του πήγε στους νέους ιδιοκτήτες και τους είπε ότι το οικόπεδο δεν τους ανήκει καθώς ο Αιτητής δεν είχε το δικαίωμα να το πουλήσει διότι δεν ήταν δικό του και πως δήλωσε στους γηραιούς του χωριού εκ νέου ότι θα κάνει ότι χρειαστεί για να πάρει το οικόπεδο (βλ ερ 26 8χ).

Σε ερώτηση του λειτουργού σχετικά με το τι πιστεύει πως θα συμβεί σε περίπτωση που επιστρέψει στη Νιγηρία, Ο Αιτητής δήλωσε ότι δε γνωρίζει και πως δεν έχει νέα του θείου του απ’ όταν έφτασε στη Δημοκρατία και πως έχει ακούσει ότι ακόμη διεκδικεί το οικόπεδο και πως οι νέοι αγοραστές δεν το έχουν εκμεταλλευτεί ακόμη λόγω της διαμάχης με τον θείο του (βλ ερ 26 9χ). Σε επακόλουθη ερώτηση του λειτουργού σχετικά με το αν οι αρχές της χώρας καταγωγής θα του επέτρεπαν να επιστρέψει ο Αιτητής απάντησε καταφατικά (βλ ερ 26 10χ).

Ερωτώμενος να εξηγήσει τι εννοούσε όταν δήλωσε ότι ο θείος του δεν τον ξαναενόχλησε διότι δεν ζούσε πια κοντά του, ο Αιτητής δήλωσε ότι μετά το περιστατικό έφυγε και πήγε να ζήσει με τον αδερφό του σε άλλη περιοχή της πόλης (βλ ερ 25 1χ) και πως έζησε μαζί του δύο φορές, την πρώτη για 6 μήνες και τη δεύτερη αργότερα για 7-8 μήνες όταν προετοιμαζόταν για τις εξετάσεις του (βλ ερ 25 2χ), ενώ σε ερώτηση γιατί δεν το ανέφερε όταν του ζητήθηκε να αναφέρει τα μέρη στα οποία έμεινε δήλωσε ότι δεν κατάλαβε ότι έπρεπε να το πει (βλ ερ 25 3χ). Ερωτώμενος σχετικά, ο Αιτητής δήλωσε ότι τόσο αυτός όσο και ο θείος του μετά το περιστατικό μένανε στην Ibado, σε διαφορετικές όμως περιοχές (βλ ερ 25 4χ).

Όταν του ζητήθηκε να εξηγήσει πως ενώ το περιστατικό έλαβε χώρα το 2017 αυτός έφυγε από τη χώρα καταγωγής το 2023 ο Αιτητής δήλωσε ότι καταρχάς χρειάστηκε να εκδώσει διαβατήριο το οποίο ήταν ακριβότερο λόγω του νεαρού της ηλικίας του και πως δεν είχε αρκετά χρήματα για να ταξιδέψει ακόμη και πως τα συγκέντρωσε αφότου οι γονείς του πουλήσανε το οικόπεδο (βλ ερ 25 5χ).

Ερωτηθείς να εξηγήσει την αντίφαση στα λεγόμενα του σχετικά με το αν έχει πλέον πρόβλημα με τον θείο του, ο Αιτητής δήλωσε ότι γενικά υπάρχει πρόβλημα αλλά επί του παρόντος όχι διότι ο ίδιος βρίσκεται στη Δημοκρατία (βλ ερ 25 6χ 7χ).

Ερωτηθείς να εξηγήσει το λόγο για τον οποίο ο θείος του έβαλε κάποιον άλλο να του επιτεθεί, ο Αιτητής δήλωσε ότι δε γνωρίζει το λόγο και πως πιθανόν να το έκανε για να τον προειδοποιήσει (βλ ερ 24 1χ). Ερωτηθείς περαιτέρω για ποιο λόγο να έλαβε χώρα μόνο ένα περιστατικό όλα αυτά τα χρόνια ο Αιτητής απάντησε διότι ζούσε με τον αδερφό του και πως όταν πλέον επέστρεψε στο σπίτι των γονιών του ο θείος του είχε ήδη μετακομίσει σε άλλη περιοχή (βλ ερ 24 2χ).

Κατά την αξιολόγηση της αίτησης ασύλου του Αιτητή, ο Λειτουργός κατέγραψε τους ακόλουθους δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς:

(α) ταυτότητα, χώρα καταγωγής και προσωπικά στοιχεία/προφίλ του Αιτητή,

(β) ισχυριζόμενος φόβος του Αιτητή από τον θείο του λόγω της γης που κληρονόμησε ο Αιτητής

 

Ως προς τον πρώτο ισχυρισμό του Αιτητή, ο Λειτουργός αξιολόγησε αυτόν ως εσωτερικά και εξωτερικά αξιόπιστο και συνεπώς τον έκανε δεκτό, αποδεχόμενος τα στοιχεία του προφίλ του Αιτητή, όπως εκεί καταγράφονται. Συγκεκριμένα, τα στοιχεία του Αιτητή εξακριβώθηκαν από το διαβατήριο το οποίο προσκόμισε.

Ο Αιτητής δήλωσε ότι γεννήθηκε και έζησε όλη του τη ζωή στην πόλη Ibadan, πρωτεύουσα της πολιτείας Oyo της Νιγηρίας. H Ibadan που ανέφερε ο Αιτητής εντοπίστηκε κατόπιν έρευνας στο διαδίκτυο. Σχετική πηγή η https://www.fallingrain.com/world/NI/32/Ibadan.html.  

Ως προς τον δεύτερο ισχυρισμό του Αιτητή, ο Λειτουργός αξιολόγησε αυτόν ως εσωτερικά αναξιόπιστο καθώς έκρινε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει επαρκείς πληροφορίες σε θέματα που άπτονται στον πυρήνα του αιτήματός του και εντόπισε ασυνέχειες και ανακρίβειες στους ισχυρισμούς του.  Συγκεκριμένα, ο Λειτουργός έκρινε ότι οι ισχυρισμοί του Αιτητή σχετικά με τις χρονιές κατά τις οποίες έμαθε τόσο αυτός όσο και ο θείος σχετικά με την ύπαρξη του οικοπέδου και σχετικά με το ότι αυτό το κληροδότησε στον Αιτητή ο παππούς του περιέχουν ανακρίβειες καθώς αναμενόταν από τον ίδιο, με δεδομένο ότι η μητέρα του είχε μιλήσει με τους γηραιούς του χωριού, να είναι πιο συγκεκριμένος σχετικά με τις χρονιές κατά τις οποίες συνέβησαν τα γεγονότα.

Περαιτέρω, ο Λειτουργός εντόπισε χρονικές ασυνέπειες στους ισχυρισμούς του Αιτητή αναφορικά με τους τόπους διαμονής του. Συγκεκριμένα, ο ισχυρισμός του Αιτητή ότι μετά το περιστατικό βίας μετακόμισε με τον αδερφό του έρχεται σε αντίθεση με τον πρότερο ισχυρισμό του ότι έζησε με τον αδερφό του την περίοδο 2019-2020 όταν και προετοιμαζόταν για τις εξετάσεις του, καθώς το περιστατικό βίας έλαβε χώρα το 2017. Όταν δε του τονίστηκε η αντίφαση και του ζητήθηκαν εξηγήσεις, ο Αιτητής άλλαξε τα λεγόμενά του και δήλωσε ότι έζησε με τον αδερφό του δύο φορές, μία μετά το συμβάν και μία πριν τις εξετάσεις του. Όταν του τονίστηκε ότι δεν το ανέφερε αρχικά όταν ρωτήθηκε σχετικά με τους τόπους διαμονής του, ο Αιτητής απήντησε ότι δε γνώριζε ότι αυτό ήταν απαραίτητο, απάντηση η οποία θεωρήθηκε ανεπαρκής από τον Λειτουργό.

Ο Λειτουργός έκρινε ότι οι ισχυρισμοί του Αιτητή δεν ήταν επαρκείς για να τεκμηριώσουν τον ισχυρισμό του ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του λόγω του θείου του. Συγκεκριμένα, επισημάνθηκε στον Αιτητή ότι το μοναδικό περιστατικό βίας το οποίο ανέφερε έλαβε χώρα το 2017 και αυτός αναχώρησε από την χώρα καταγωγής το 2023, ενώ στη συνέχεια ερωτήθηκε τι το ώθησε να φύγει το 2023 και ο αυτός απάντησε ότι το έκανε για οικονομικούς λόγους. Περαιτέρω, ο Λειτουργός έκρινε ότι η δήλωση του Αιτητή ότι ήταν πλέον ασφαλής όταν ο θείος του μετοίκησε σε άλλη περιοχή της ιδίας πόλης υποβίβασε τον ισχυριζόμενο φόβο που είχε προς τον θείο του.

Τέλος, ο Λειτουργός εντόπισε ασυνέχειες στους ισχυρισμούς του Αιτητή καθώς αρχικά δήλωσε ότι δεν υπάρχει πια κανένα πρόβλημα με τον θείο του καθώς το οικόπεδο πουλήθηκε, ενώ αργότερα κατά τη συνέντευξη δήλωσε ότι ο θείος του προκαλεί προβλήματα με τους νέους ιδιοκτήτες του οικοπέδου.

Αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, καθώς οι δηλώσεις του Αιτητή σε σχέση με την στοχοποίησή του από τον θείο του, δε βρέθηκαν εξωτερικές πηγές οι οποίες να τον επιβεβαιώνουν ή να τον διαψεύδουν. Λαμβάνοντας υπόψιν του τα ως άνω δεδομένα, ο Λειτουργός απέρριψε τον ισχυρισμό του Αιτητή.

Εν συνεχεία ο Λειτουργός προχώρησε στην αξιολόγηση του μελλοντικού κινδύνου σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στη χώρα καταγωγής και συγκεκριμένα στην πόλη Ibadan της πολιτείας Oyo. Εξετάζοντας τα ουσιώδη περιστατικά τα οποία έγιναν δεκτά και αναλύοντας τόσο το προσωπικό προφίλ του Αιτητή όσο και την κατάσταση ασφαλείας στη χώρα και στον τελευταίο τόπο διαμονής, o Λειτουργός διαπίστωσε ότι δεν υπάρχουν εύλογοι/ βάσιμοι λόγοι που να υποδεικνύουν ότι σε περίπτωση που ο Αιτητής επιστρέψει στη χώρα καταγωγής θα αντιμετωπίσει δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης.

Προχωρώντας στη νομική ανάλυση και βασιζόμενος στην προηγηθείσα αξιολόγηση κινδύνου, ο Λειτουργός έκρινε ότι από τους προβαλλόμενους και αποδεκτούς ισχυρισμούς του Αιτητή διαφαίνεται ότι στο πρόσωπό του δε συντρέχουν εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχειά τα οποία θα μπορούσαν να στοιχειοθετήσουν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, συμμετοχής σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα ή πολιτικών πεποιθήσεων  σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής και ως εκ τούτου ο Αιτητής δεν πληροί τις προϋποθέσεις για υπαγωγή στο καθεστώς του πρόσφυγα.

Ο Λειτουργός εν συνεχεία προέβη σε εξέταση του κατά πόσο ο Αιτητής δικαιούται παραχώρησης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19 (1) και έκρινε ότι δεν αποδείχθηκε ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 (2), (α), (β) και (γ) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000. Συγκεκριμένα, ο Λειτουργός έκρινε ότι σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στη Νιγηρία δεν υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι από τους οποίους να προκύπτει ότι θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί θανατική ποινή ή εκτέλεση, όπως προβλέπει το άρθρο 19 (2)(α) ή βασανιστήρια, απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία όπως προβλέπει το άρθρο 19 (2)(β) ή πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας του λόγω αδιάκριτης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης ως το άρθρο 19 (2)(γ) προνοεί, καθώς η Ibadan, πόλη στην οποία ο Αιτητής αναμένεται να επιστρέψει, δεν βρίσκεται σε συνθήκες διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης. Ως εκ τούτου ο Λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν πληροί τις προϋποθέσεις για υπαγωγή στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.

Στο σημείο αυτό κρίνω σκόπιμο να αναφέρω ότι σε κάθε περίπτωση και σύμφωνα με το άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου, εναπόκειται στον εκάστοτε Αιτητή/Αιτήτρια να τεκμηριώσει την αίτησή του για διεθνή προστασία. Στην υπό κρίση περίπτωση, για τους λόγους που αναλύθηκαν ανωτέρω, ο Αιτητής δεν κατάφερε τεκμηριώσει κάποια παρελθούσα πράξη δίωξης σε βάρος του ούτε κατά τη διάρκεια της προφορικής του συνέντευξης, αλλά  ούτε  κατά την ενώπιόν μου διαδικασία.

 

Όταν ο αιτητής κρίνεται αναξιόπιστος, δεν υπάρχουν περιθώρια περαιτέρω διερεύνησης (δέστε  υπόθ. αρ. 1964/06, ημερ. 11.3.08  Obaidul Haque v. Δημοκρατίας).

 

Βάσει της αξιολόγησης τόσο της εσωτερικής, όσο και της εξωτερικής αξιοπιστίας του υπό εξέταση ισχυρισμού/των υπό εξέταση ισχυρισμών, το Δικαστήριο καταλήγει στο ίδιο συμπέρασμα με τον λειτουργό και ο/οι υπό εξέταση ισχυρισμοί απορρίπτονται στο σύνολό τους ως μη αξιόπιστοι.

 

Εν πάση περιπτώσει  κρίνω ότι ο λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου, στην έκθεση-εισήγηση, αξιολόγησε κάθε έκαστο ισχυρισμό του Αιτητή  και για τους λόγους που εκτενώς καταγράφηκαν στην εισήγησή του, εύλογα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αξιοπιστία του δεν κρίνεται ως ικανοποιητική και ως εκ τούτου ορθά δεν παραχωρήθηκε το ευεργέτημα της αμφιβολίας, όπως αυτό καθορίζεται στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου για τις διαδικασίες και τα κριτήρια καθορισμού του καθεστώτος των προσφύγων.

Έχει, πολλάκις, νομολογηθεί ότι κρίση επί της αξιοπιστίας του αιτητή και έγκριση κωλύματος έγκρισης αίτησης για το λόγο αναξιοπιστίας ως προς τα προβαλλόμενα από τον αιτητή είναι επιτρεπτή (AMIRI  ΚΑΙ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ Κ.Α. (2009 3 Α.Α.Δ. 358).

Στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, "Το ευεργέτημα της αμφιβολίας πρέπει  να δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί και εξετασθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του αιτούντος. Οι ισχυρισμοί του αιτούντος πρέπει να παρουσιάζουν συνοχή και αληθοφάνεια και να μην έρχονται σε αντίφαση με γεγονότα που είναι γενικά γνωστά σε όλους".

Επομένως, ορθά δεν παραχωρήθηκε σε αυτόν το ευεργέτημα της αμφιβολίας και ορθά ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης του για διεθνή προστασία.

Περαιτέρω, συμφωνώ με την αξιολόγηση κινδύνου στην οποία προέβη ο λειτουργός στη βάση του αποδεκτού ουσιώδους ισχυρισμού, καθώς και με το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε αναφορικά με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων αναγνώρισης προσφυγικού καθεστώτος καθώς ο Αιτητής δεν κατάφερε να στοιχειοθετήσει βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης για ένα από τους πέντε λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο  Άρθρο  3(1) του περί Προσφύγων Νόμου και του Άρθρου 1Α(2) της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων.

Σημειώνεται πως λόγω του ότι ο ισχυρισμός του Αιτητή αναφορικά με τον λόγο που φέρεται να εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του απορρίφθηκε ως μη αξιόπιστος, δεν πληρούνται και οι προϋποθέσεις υπαγωγής του Αιτητή στα άρθρα 19 (2) (α) και (β) περί συμπληρωματικής προστασίας, καθώς δεν προέκυψαν στοιχεία εκ των οποίων μπορεί να συναχθεί ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής κινδυνεύει να αντιμετωπίσει θανατική ποινή ή εκτέλεση κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (α), ή άλλως βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (β).

 

Αναφορικά δε με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων παροχής συμπληρωματικής προστασίας προς το πρόσωπο του Αιτητή υπό την έννοια του άρθρου 19 (2) (γ) του Περί Προσφύγων Νόμου ή άλλως του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, κρίνω σκόπιμο να παρατεθούν αρχικά τα κάτωθι:

 

Το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου προϋποθέτει ουσιώδεις λόγους να πιστεύεται ότι ο Αιτητής θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, υπάρχει ευρεία νομολογία τόσο του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015όσο και του ΔΕΕ (βλ. C-285/12, A. Diakité v. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides, 30/01/2014, C-465/07, Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie, 17/02/2009), καθώς επίσης και του ΕΔΔΑ (βλK.A.B. v. Sweden, 886/11, 05/09/2013 (final 17/02/2014), Sufi and Elmi v. the United Kingdom, 8319/07 and 11449/07, 28/11/2011) στις οποίες ερμηνεύεται η έννοια της «αδιακρίτως ασκούμενης βίας» και της «ένοπλης σύρραξης» και τίθενται κριτήρια ως προς τη σοβαρότητα του κινδύνου που προϋποτίθεται για την αξιολόγηση των περιπτώσεων στις οποίες εξετάζεται η πιθανότητα παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.

Στην υπόθεση Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v.  Staats-secretarisvan Justitie παρ. 35, το ΔΕΕ αναφέρει ότι «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας[1]» ενώ στην παρ. 37 αναφέρει ότι «η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο.» (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου). Περαιτέρω το ΔΕΕ στην εν λόγω υπόθεση αποφάσισε ότι «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών την καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας» (παρ. 39).

Επιπλέον, σύμφωνα με το Εγχειρίδιο της ΕΥΥΑ σχετικά με τη δικαστική ανάλυση του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ακόμη και αν ο αιτητής μπορεί να αποδείξει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης στην περιοχή καταγωγής του (ή καθ' οδόν προς τη συγκεκριμένη περιοχή καταγωγής), το δικαίωμα επικουρικής προστασίας μπορεί να κατοχυρωθεί μόνο εάν ο αιτητής δεν μπορεί να επιτύχει εγχώρια προστασία σε άλλο τμήμα της χώρας, καθώς επίσης, όταν αποφασίζεται η τοποθεσία της περιοχής καταγωγής ενός αιτητή ως προορισμός επιστροφής, απαιτείται η εφαρμογή προσέγγισης βασισμένης στα πραγματικά περιστατικά όσον αφορά την περιοχή του τελευταίου τόπου διαμονής και την περιοχή συνήθους διαμονής.

Εν προκειμένω, αναφορικά με τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή, ήτοι τη Νιγηρία  και ειδικότερα  την πόλη Ibadan της επαρχίας Oyo, το Δικαστήριο προχώρησε σε επικαιροποιημένη έρευνα αναφορικά με τις επικρατούσες εκεί συνθήκες.

Η Πολιτεία Oyo, μαζί με τις Ekiti, Ogun, Ondo, Osun Και Lagos αποτελούν την ευρύτερη Νοτιοδυτική περιοχή, στην οποία είναι ενεργές αιρέσεις, ιδιαίτερα στο Lagos και στο Ogun, με δύο από τις κύριες αιρέσεις να είναι οι αδελφότητες Aiye και Eiye. Ληστές αναφέρθηκε επίσης ότι δραστηριοποιούνται στα νοτιοδυτικά, συμπεριλαμβανομένης της πολιτείας Ondo, και βοσκοί Fulani συμμετείχαν επίσης σε επιθέσεις, απαγωγές και δολοφονίες στην περιοχή[1].

Το Amotekun, ένα «κρατικό» δίκτυο ασφαλείας, που περιγράφεται ως το δίκτυο ασφαλείας της Νοτιοδυτικής ή ως Υπηρεσία Δικτύων Ασφαλείας του Ondo ή Δίκτυο Ασφαλείας της Δυτικής Νιγηρίας, δραστηριοποιείται στα νοτιοδυτικά, συμπεριλαμβανομένης στην πολιτεία Ondo.

Η Νοτιοδυτική αντιμετώπιζε διαφορετικές προκλήσεις ασφαλείας, συμπεριλαμβανομένων αυξανόμενων περιπτώσεων δολοφονιών, απαγωγών και άλλων εγκλημάτων, με μια πηγή να περιγράφει την κατάσταση ασφαλείας ως «...εκφυλίζεται σε τρομοκρατία».

Οι πολιτείες Lagos και Ogun ήταν δύο από τις τρεις -η τρίτη ήταν η Rivers στον Νότο - που το 2023 επηρεάστηκαν κυρίως από συγκρούσεις μεταξύ λατρειών και που ανέφεραν σταθερά τον υψηλότερο αριθμό θανάτων σε συγκρούσεις μεταξύ αντίπαλων ομάδων λατρείας. [2]

Αναφορικά με τα περιστατικά ασφαλείας, σύμφωνα με τα πρόσφατα δεδομένα της βάσης δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project), ενός μη κερδοσκοπικού οργανισμού με έργο τη συλλογή, ανάλυση και χαρτογράφηση δεδομένων σχετικά με τις ημερομηνίες, τους δρώντες, τις τοποθεσίες, τους θανάτους και τους τύπους όλων των καταγεγραμμένων  γεγονότων πολιτικής βίας και διαμαρτυρίας σε παγκόσμια κλίμακα, κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ 10/02/2024 και 07/02/2025 στη Νιγηρία καταγράφηκαν συνολικά 92 περιστατικά ασφαλείας από τα οποία επήλθε ο θάνατος συνολικά 48 πολιτών. Πιο αναλυτικά, 27 εξ αυτών καταγράφηκαν ως μάχες (με 33 θύματα), 16 ως περιστατικά χρήσης βίας κατά πολιτών (με 11 θύματα), 9 ως ταραχές/εξεγέρσεις (με 2 θύματα) και 40 ως διαμαρτυρίες (με 2 θύματα)[3]

Σημειώνεται ότι στη πόλη Ibadan, την ανωτέρω χρονική περίοδο σημειώθηκαν συνολικά 33 περιστατικά ασφαλείας από τα οποία επήλθε ο θάνατος συνολικά 9 πολιτών. Πιο αναλυτικά, 4 εξ αυτών καταγράφηκαν ως μάχες (με 4 θύματα), 3 ως περιστατικά χρήσης βίας κατά πολιτών (με 3 θύματα), 1 ως ταραχή/εξέγερση (χωρίς θύματα) και 25 ως διαμαρτυρίες (με 2 θύματα)[4]

Ως εκ των ανωτέρω, συμπεραίνεται ότι οι ένοπλες συγκρούσεις στην Ibadan δεν έχουν φτάσει σε σημείο που να στοχοποιούνται αδιακρίτως άμαχοι πολίτες μόνο και μόνο λόγω της παρουσίας τους. Ο πληθυσμός δε της εν λόγω πολιτείας καταγράφεται στους 5.580.894 κατοίκους σύμφωνα με την πιο πρόσφατη επίσημη καταμέτρηση του 2006[5] και υπολογίστηκε το 2022 στους 7.976.100 κατοίκους. Ειδικότερα στην πόλη Ibadan, τόπο τελευταίας διαμονής στην χώρα καταγωγής του Αιτητή, ο πληθυσμός υπολογίζεται στους 3.190.000 κατοίκους[6]

Δεδομένων  των πιο πάνω , καθίσταται κατανοητό ότι ο ανωτέρω αναφερόμενος αριθμός θανάτων στην εν λόγω περιοχή δεν ανέρχεται σε τόσο υψηλά επίπεδα σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό της περιοχής, έτσι ώστε να μπορεί να συναχθεί ότι ο Αιτητής θα εκτεθεί σε κίνδυνο σοβαρής βλάβης λόγω αδιάκριτης βίας εάν επιστρέψει στον τόπο προηγούμενης συνήθους διαμονής του.

Τα εν λόγω στοιχεία καταδεικνύουν ότι δεν υπάρχουν συνθήκες αδιάκριτης βίας και γενικά δεν υφίσταται πραγματικός κίνδυνος για έναν πολίτη να επηρεαστεί προσωπικά μόνο από την παρουσία του στην εν λόγω πολιτεία, υπό την έννοια του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ.

Από τα πιο πάνω, δεν προκύπτει οτιδήποτε που να δημιουργεί τέτοιες προϋποθέσεις ώστε, σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στην περιοχή συνήθους διαμονής του, να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι αυτός θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή λόγω της παρουσίας του και μόνο στην εν λόγω περιοχή, αφού πρόκειται για άμαχο πολίτη, αλλά ούτε και πραγματικός κίνδυνος να υποστεί θανατική ποινή ή εκτέλεση, ή βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του στη χώρα καταγωγής του.

Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, παρατηρώ ότι αυτός είναι άνδρας νεαρής ηλικίας, υγιής και ικανός προς εργασία. Επομένως, λαμβάνοντας υπόψιν επίσης και τις ιδιαίτερες περιστάσεις του Αιτητή, οι οποίες δεν παρουσιάζουν δείκτες ευαλωτότητας, θεωρώ ότι δεν εγείρονται ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι αυτός θα διατρέξει κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του.

Στη βάση των παραπάνω δεν προκύπτει ότι με την επιστροφή του στη Ibadan ο Αιτητής θα έλθει αντιμέτωπος με σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας του, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης βάσει του άρθρου 19 (2) (γ).

Βάσει λοιπόν, και της επικαιροποιημένης έρευνας του Δικαστηρίου, κρίνεται ότι το ενδεχόμενο χορήγησης συμπληρωματικής προστασίας στον Αιτητή σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 19 του περί Προσφύγων Νόμου απορρίπτεται, λόγω του ότι δεν πληρούνται οι προβλεπόμενες εκ του Νόμου προϋποθέσεις. 

 

Επί τη βάσει όλων όσων παρατέθηκαν στην παρούσα απόφαση, το Δικαστήριο κρίνει ότι το αίτημα του Αιτητή για διεθνή προστασία εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου ήταν το αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και ορθής αξιολόγησης όλων των στοιχείων και δεδομένων, είναι επαρκώς αιτιολογημένη και λήφθηκε σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου, το Σύνταγμα και τις Γενικές Αρχές του Διοικητικού Δικαίου.

Συνεπώς, κρίνω, με βάση τα ανωτέρω, ότι οι λόγοι ακυρώσεως  απορριπτονται ως αλισυτελώς προβαλλομενοι .

Υπό το φως των πιο πάνω η  προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη με €1500 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η Αίτηση.

 

             

 

                                                                                                                                                                                                                                      Βούλα Κουρουζίδου - Καρλεττίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.


 



[1] EUAA, Nigeria-Country Focus, Country of Origin Information Report, July 2024, σελ 51, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 14/02/2025)

[2] EUAA, Nigeria-Country Focus, Country of Origin Information Report, July 2024, σελ 52, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 14/02/2025)

[3] ACLED - The Armed Conflict Location & Event Data Project, https://acleddata.com/. Περιστατικά ασφαλείας για το χρονικό διάστημα από 10/02/2024 έως 07/02/2025 στη Νιγηρία: https://acleddata.com/explorer/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης στις 14/02/2025)

[4] ACLED - The Armed Conflict Location & Event Data Project, https://acleddata.com/. Περιστατικά ασφαλείας για το χρονικό διάστημα από 10/02/2024 έως 07/02/2025 στην Ibadan της Νιγηρίας: https://acleddata.com/explorer/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης στις 14/02/2025)

[5] City Population, Nigeria, Oyo State, https://citypopulation.de/en/nigeria/cities/agglos/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 14/02/2025) 

[6] City Population, Nigeria, Ibadan, https://citypopulation.de/en/nigeria/cities/agglos/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 14/02/2025) 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο