
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση Αρ. 3020/24
19 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2025
[Β. ΚΟΥΡΟΥΖΙΔΟΥ - ΚΑΡΛΕΤΤΙΔΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
D.C.( File no F22-XXXXXR , ARC:58XXXXXX) από Σιέρα Λεόνε
Αιτητής
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η Αίτηση
Κατερίνα Αριστοδήμου για Μ. Παπαλοΐζου (κος), Δικηγόρος για τον Αιτητή,
Αίγλη Κίτσου (κα), Δικηγόρος για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την παρούσα προσφυγή ο Αιτητής προσβάλει την απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση ημερ. 4/6/2024, η οποία του κοινοποιήθηκε στις 18/7/24 και με την οποία την πληροφορούν ότι το αίτημα του για διεθνή προστασία ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου απορρίπτεται και αποφασίστηκε η επιστροφή του, στην χώρα καταγωγής του. Η αίτηση του απορρίφθηκε καθότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 3 και 19 του Περί Προσφύγων Νόμου.
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Σύμφωνα με τα στοιχεία του φακέλου, ο Αιτητής είναι υπήκοος της Σιέρα Λεόνε, αφίχθηκε παράνομα στην Κυπριακή Δημοκρατία μέσω των κατεχόμενων από την Τουρκία και μη ελεγχόμενων από τη Δημοκρατία περιοχών, και στις 26/4/2022 υπέβαλε αίτηση για παροχή Διεθνούς Προστασίας. Στις 14/5/2024, διεξήχθη η συνέντευξη του Αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας, ο οποίος ετοίμασε έκθεση-εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας στις 1/6/2024. Στις 4/6/2024, ο εξουσιοδοτημένος από τον αρμόδιο Υπουργό λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου ενέκρινε την έκθεση και εισήγηση. Στις 16/7/2024, ετοιμάστηκε επιστολή από την Υπηρεσία Ασύλου σχετικά με την απόρριψη της αίτησης και αιτιολόγηση της απόφασης, η οποία παραλήφθηκε και υπογράφτηκε ιδιοχείρως από τον Αιτητή στις 18/7/2024. Στις 7/8/2023 ο Αιτητής καταχώρησε την παρούσα προσφυγή.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Ο Αιτητής, δια του συνηγόρου του, προβάλει διάφορους νομικούς ισχυρισμούς προς υποστήριξη του αιτήματος του για ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, οι οποίοι τίθενται με γενικότητα και χωρίς να εξειδικεύονται ωστόσο περιόρισε αυτούς αρχικά με την γραπτή αγόρευσή του και κατά το στάδιο των διευκρινήσεων περιόρισε αυτούς περαιτέρω στον μοναδικό ακόλουθο λόγο ακυρώσεως ήτοι η απόφαση είναι προϊόν ανεπαρκούς και/ή ανεπαρκούς έρευνας και/ή ελλαττωματικής έρευνας και/ή λήφθηκε χωρίς έρευνα και/ή χωρίς επαρκή και/ή δέουσα έρευνα. Συγκεκριμένα, ο Αιτητής προβάλλει πως οι Καθ΄ων η αίτηση δεν αναφέρονται σε ποιες πηγές έχουν βασιστεί προκειμένου να αξιολογήσουν το αίτημα του .
Οι Καθ' ων η αίτηση υποβάλλουν ότι η επίδικη απόφαση έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος, των Νόμων και Κανονισμών, μετά από δέουσα έρευνα, ορθή τήρηση των διαδικασιών και ορθή ενάσκηση των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους Καθ' ων η αίτηση και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά στοιχεία, γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης, και είναι δε επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη. Προσθέτουν ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποσείσει το βάρος απόδειξης και να αποδείξει βάσιμους λόγους δίωξης .Παρέπεμψε δε το Δικαστήριο στη έκθεση εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού όπου καταγράφονται τα ευρήματα αναξιοπιστίας στο αφήγημα του Αιτητή . Περαιτέρω παρέπεμψε απόφαση του παρόντος δικαστηρίου στη υπ. αρ. 4170 /22 προσφυγή.
ΚΑΤΑΛΗΞΗ
Καταρχάς πρέπει να λεχθεί ότι οι λόγοι ακύρωσης που εγείρονται στην παρούσα αίτηση χαρακτηρίζονται από γενικότητα και αοριστία. Η απλή καταγραφή κατά ιδιαίτερο συνοπτικό τρόπο στους λόγους ακύρωσης της βάσης της προσφυγής δεν ικανοποιεί την επιτακτική ανάγκη του Καν. 7 του Ανώτατου Συνταγματικού Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962, όπως οι νομικοί λόγοι αναφέρονται πλήρως.
Η αναφορά, των κινδύνων και των απειλών (το ίδιο αοριστόλογοι είναι και οι υπόλοιποι λόγοι ακύρωσης), δεν εξηγεί καθόλου, ούτε παραπέμπει σε συγκεκριμένα κατ' ισχυρισμόν δεδομένα που οδήγησαν στο φόβο για τη ζωή τους σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής των Αιτητριών. «Η προσφυγή θα μπορούσε να απορριφθεί για τους πιο πάνω διαδικαστικούς λόγους οι οποίοι αντανακλούν βεβαίως και επί της ουσίας. Αυστηρώς ομιλούντες τα όσα αναφέρονται στην αγόρευση του δικηγόρου του αιτητή δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη, εφόσον παγίως αναγνωρίζεται ότι οι αγορεύσεις δεν αποτελούν μέσο για τη θεμελίωση γεγονότων». (δέστε Δημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Ελισσαίου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (2004) 3 Α.Α.Δ. 412 και Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 384) (δέστε Υπόθεση Αρ. 1119/2009 ημερ. 31 Ιανουαρίου 2012 FARHAN KHALIL, και Κυπριακής Δημοκρατίας).
Οι ισχυρισμοί για την ακύρωση μιας διοικητικής απόφασης πρέπει να είναι συγκεκριμένοι και να εξειδικεύουν ποια νομοθετική πρόνοια ή αρχή διοικητικού δικαίου παραβιάζεται. Όπως έχει τονισθεί στην υπόθεση Latomia Estate Ltd. v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672: «Η αιτιολόγηση των νομικών σημείων πάνω στα οποία βασίζεται μια προσφυγή είναι απαραίτητη για την εξέταση από ένα Διοικητικό Δικαστήριο των λόγων που προσβάλλουν τη νομιμότητα μιας διοικητικής πράξης».
Επίσης είναι πλειστάκις νομολογημένο ότι, λόγοι ακύρωσης που δεν εγείρονται στο δικόγραφο της προσφυγής δεν μπορούν να εξεταστούν με το να εγείρονται για πρώτη φορά στις γραπτές αγορεύσεις. Σχετικό είναι και το ακόλουθο απόσπασμα από την πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας στη Φλωρεντία Πετρίδου ν. Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, (2004) 3 Α.Α.Δ. 636: «Παρατηρούμε ότι στο κείμενο της προσφυγής δεν εγείρεται τέτοιος λόγος ακύρωσης, αν και σχετική επιχειρηματολογία πράγματι προβάλλεται στη γραπτή αγόρευση της εφεσείουσας. Έχει επανειλημμένα λεχθεί πως λόγος ακύρωσης που δεν εγείρεται στην προσφυγή δεν μπορεί να εξεταστεί σε μεταγενέστερο στάδιο, αφού οι γραπτές αγορεύσεις αποτελούν απλώς επιχειρηματολογία».
Οι αγορεύσεις αποτελούν τη μόνη μέθοδο ανάπτυξης των λόγων ακύρωσης ή ισχυρισμών που ήδη προσβλήθηκαν με το δικόγραφο της προσφυγής.
Σύμφωνα με την Μαραγκός ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 671 :«Για να καταστεί το θέμα επίδικο, πρέπει αυτό να εγείρεται σύμφωνα με τις δικονομικές διατάξεις και να αποφασίζεται ύστερα από εξαντλητική επιχειρηματολογία.»
«Η αγόρευση αποτελεί το μέσο για την έκθεση της επιχειρηματολογίας υπέρ της αποδοχής των λόγων ακύρωσης και όχι υποκατάστατο της στοιχειοθέτησής τους. Βλ. Παπαδοπούλας ν. Ιωσηφίδη κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 601 και Λεωφορεία Λευκωσίας Λτδ ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 56.»
Τα όσα επομένως πιο κάτω εξετάζονται και αποφασίζονται τελούν υπό την πιο πάνω τοποθέτηση.
Αναφορικά με τον ισχυρισμό της συνηγόρου του Αιτητή περί έλλειψης δέουσας έρευνας έχει πλειστάκις νομολογηθεί ότι η έκταση, ο τρόπος και η διαδικασία που ακολουθείται ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης. Περαιτέρω, η έρευνα είναι επαρκής εφόσον εκτείνεται στη διερεύνηση κάθε γεγονότος που σχετίζεται με το θέμα που εξετάζεται. Το κριτήριο για την πληρότητα της έρευνας έγκειται στη συλλογή και τη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων τα οποία παρέχουν ασφαλή συμπεράσματα (Βλέπε Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών κ.α., Α.Ε. 1518/1.11.96, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζάμπογλου, Α.Ε. 1575/14.7.97, A.Ε.2371,Motorways Ltd ν Δημοκρατίας ημερ. 25/6/99).
Στην παρούσα περίπτωση η απλή επίκληση της παραβίασης συγκεκριμένων νόμων χωρίς οποιαδήποτε συγκεκριμενοποίηση δεν είναι αρκετή. Το Δικαστήριο στα πλαίσια ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης εξετάζει κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκειται στην διακριτική ευχέρεια του αποφασίζοντας οργάνου και διαφέρει κατά περίπτωση (βλ. απόφαση αρ. 128/2008 JAMAL KAROU V Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 1 Φεβρουάριου, 2010).
Περαιτέρω όπως εξηγήθηκε στην υπόθεση Πολυξένη Γεωργίου ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 606/91, ημερομηνίας 22.9.92, στις σελ. 2-3: «Το τι αποτελεί επαρκή έρευνα, εξαρτάται από τα γεγονότα και περιστατικά της κάθε υπόθεσης (Avra Georghiou Knai ν. The Republic (1987) 3 CLR 1534). Η έκταση της έρευνας που ένα διοικητικό όργανο διεξάγει για τη λήψη απόφασης εξαρτάται από τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης» (Δημοκρατίας ν. Γιαλλουρίδη και Άλλων), Αναθεωρητικές Εφέσεις 868, 868, ημερομηνίας 13.12.90)».
Κρίνεται σκόπιμο στο στάδιο αυτό αρχικά να καταγραφούν οι ισχυρισμοί που πρόβαλε ο Αιτητής στα πλαίσια της εξέτασης του αιτήματός του για διεθνή προστασία από την Υπηρεσία Ασύλου.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του φακέλου, πρόκειται για ενήλικο Αιτητή, υπήκοο της Σιέρα Λεόνε, γεννηθείς στις 28/8/1982 στη πόλη Porto Loko όπου μεγάλωσε κι διέμενε μέχρι να ολοκληρώσει την δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Δήλωσε ως τελευταία περιοχή διαμονής του ήταν η πόλη Makeni (Π.Β ερυθ. 18 3Χ). Δήλωσε πως είναι παντρεμένος και είναι χριστιανός καθολικός. Δήλωσε πως ομιλεί την Αγγλική γλώσσα. Ανέφερε ότι έχει ολοκληρώσει την τριτοβάθμια εκπαίδευση και έχει ολοκληρώσει το Πανεπιστήμιο University of Makeni, 2016-2021 στην πόλη Makeni ( Π.Β ερυθ. 18 IX ) .Ως προς την εργασία του δήλωσε πως ήταν τεχνικός δικτύου, (Π.Β ερυθ. 17 IX). Όσον αφορά την οικογένειά του ότι η σύζυγός του είναι 32 ετών και διαμένει με τα παιδιά τους στην πόλη Makeni. Δήλωσε ότι η σύζυγός του εργάζεται. Έχει δύο θυγατέρες και ένα υιό κι φοιτούν στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση στο σχολείο στην πόλη Makeni. Δήλωσε πως διατηρεί δικό του σπίτι στην πόλη Makeni, (Π.Β. ερυθ.18 2Χ 3Χ 4Χ ).Ανέφερε ότι οι γονείς του διαμένουν στην πόλη Porto Loko ο πατέρας του είναι 70 ετών και η μητέρα του 60 ετών. Δήλωσε ότι έχει τρεις αδελφές ηλικίας 48, 29 και 22 ετών και οι δύο μεγαλύτερες είναι παντρεμένες και διαμένουν στην πόλη Freetown κι η μικρότερη αδελφή του είναι σπουδάστρια , (Π.Β. ερυθ. 17 2Χ)
Εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του στις 1/3/2022 και αφίχθηκε στις κατεχόμενες περιοχές της Κύπρου, μέσω του αεροδρομίου Erkan. Εισήλθε στις ελεύθερες περιοχές στο Κέντρο Πρώτης Υποδοχής Πουρνάρα στις 16/3/2022.
Κατά την υποβολή της αίτησής του δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του λόγω του εξαναγκασμού του από μέλη της κοινότητας «OJEH» να διαδεχθεί τον πατέρα του που ήταν αρχηγός.
Στην Εισηγητική του Έκθεση, ο αρμόδιος λειτουργός κατέγραψε τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά ως προς τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε ο Αιτητής τη χώρα καταγωγής του και δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτή, όπως διαμορφώθηκαν κατά τη διάρκεια της συνέντευξη του.
Στην συνέχεια ο λειτουργός σχημάτισε 2 ουσιώδεις ισχυρισμούς. Ο πρώτος σχετίζεται με την ταυτότητα, χώρα, και συνήθη διαμονή του Αιτητή και έχει γίνει αποδεκτός. Ο δεύτερος αφορά την προσπάθεια δια της βίας στον εξαναγκασμό του Αιτητή να διαδεχθεί τον πατέρα του στην μυστικιστική κοινότητα «Ojeh» και έτυχε απόρριψης από την Υπηρεσία, ελλείψει εσωτερικής αξιοπιστίας.
Συγκεκριμένα ο Αιτητής ανέφερε ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του γιατί όταν απεβίωσε ο πατέρας του τον Γενάρη του 2022, και μετά την ταφή του πατέρα του , έπειτα από είκοσι μέρες κάποια άτομα από την κοινότητα «Ojeh» στην οποία ήταν μέλος ο πατέρας του, τον επισκέφτηκαν στο σπίτι του και του ζήτησαν να αντικαταστήσει τον πατέρα του, ωστόσο ίδιος αρνήθηκε. Τον επισκέφθηκαν και δεύτερη φορά και επίσης αρνήθηκε. Ισχυρίστηκε ότι την τρίτη φορά προσπάθησαν να εισέλθουν στο σπίτι του, αλλά δεν τα κατάφεραν. Ο ίδιος ανέφερε το περιστατικό στην αστυνομία. Αργότερα δήλωσε πως μετέβη στο χωριό της μητέρας του το Kombrabai τον Γενάρη του 2022, κι εκεί βρισκόταν για 3 μέρες. Ισχυρίστηκε ότι μετέβη στη πόλη Freetown ώστε να βρει βοήθεια να ξεφύγει. Ισχυρίστηκε ότι εάν τον εντοπίσουν θα τον βασανίσουν και θα πεθάνει.
Προχωρώντας στην εξέταση των λοιπών ουσιωδών ισχυρισμών Αιτητή, ο αρμόδιος λειτουργός σημειώνει πως ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες, και οι ισχυρισμοί του δεν είχαν την απαιτούμενη ευλογοφάνεια. Συγκεκριμένα:
Ερωτήθηκε πότε χρονικά ο ίδιος βρισκόταν στην πόλη Freetown κι δήλωσε στις 12/2/2022, ερωτηθείς εάν τα άτομα τον εντόπισαν απάντησε "ναι" κι ερωτηθείς να αναφερθεί στις επισκέψεις αυτές ο ίδιος ανέφερε ότι δεν εντόπισαν τον ίδιο, γεγονός που πλήττει την αξιοπιστία του αφού τα άτομα δεν συνάντησαν τον ίδιο. Ζητήθηκε να εξηγήσει πως τον εντόπισαν αφού ο ίδιος ανέφερε ότι τον εντόπισαν κι ο Αιτητής ανέφερε ότι πήγαν στο σπίτι του θείου του (με τον οποίο διέμενε στην πόλη Freetown), κι μίλησαν στον θείο του. Εάν τα άτομα της κοινότητας επιθυμούσαν να τον συλλάβουν αφού γνώριζαν ότι μένει με τον θείο του θα τον περίμεναν να τον άρπαζαν όταν ο ίδιος έφευγε από το σπίτι, ο ισχυρισμός του ότι θα τον βασανίσουν και θα τον πιέσουν ώστε να λάβει την θέση του πατέρα του δεν είναι εύλογος. ((Π.Β. ερυθ. 14 3Χ 4Χ 5Χ 6Χ 7Χ 8Χ)
Ερωτηθείς εάν γνωρίζει για τη μυστικιστική κοινότητα με το όνομα Ojeh, στην οποία ανήκε ο πατέρας του και να δηλώσει πληροφορίες σχετικά με αυτή την μυστικιστική κοινότητα ο Αιτητής δήλωσε πως ο πατέρας του ήταν ο αρχηγός, κι ο πατέρας του μαζί με άλλα άτομα φορούσαν μάσκες και πήγαιναν σε σπίτια και τραγουδούσαν. Ποτέ δεν παρακολούθησε οποιαδήποτε ενέργεια του πατέρα του, κι δεν γνώριζε λεπτομέρειες και πληροφορίες με αυτήν την μυστικιστική κοινότητα. Ερωτηθείς πότε ο πατέρας του , του είχε μιλήσει για αυτή την κοινότητα απάντησε όταν ο ίδιος ήταν 15 ετών, κι ερωτηθείς εάν ο πατέρας του, του είχε αναφέρει ότι πρέπει να μυηθεί ο Αιτητής απάντησε αρνητικά. Θα ήταν αναμενόμενο, ως ο πατέρας του αρχηγός αυτής της κοινότητας θα ήταν επόμενο να είχε μυήσει τον γιό του. (Π.Β. ερυθ. 14 9Χ, 13 IX 2Χ 3Χ 4Χ 5Χ 6Χ 7Χ 8Χ 9Χ)
Ερωτηθείς εάν κάποιος αρνηθεί τί θα μπορούσε να του συμβεί, ο Αιτητής ανέφερε ότι "εάν σε αρπάξουν θα σε πιέσουν να μυηθείς” ερωτήθηκε αφού συνάντησαν τον ίδιο δύο φορές γιατί δεν τον πίεσαν να μυηθεί κι ο Αιτητής απάντησε πως την πρώτη φορά τους απάντησε αρνητικά ενώ την δεύτερη φορά τους είχε πει ότι θα το σκεφτεί, (Π.Β. ερυθ. 12 2Χ ) χωρίς να δικαιολογεί για ποιο λόγο δεν τον ανάγκασαν να μυηθεί αφού τον συνάντησαν και δεύτερη φορά.
Έχω εξετάσει με προσοχή την συνέντευξη και έχω διαπιστώσει ότι ο αρμόδιος λειτουργός έκανε επαρκείς ερωτήσεις για να καλύψει, τόσο τον πυρήνα του αιτήματος, όσο και τα επιμέρους θέματα και ακολούθησε την ορθή διερευνητική διαδικασία.
Ωστόσο η αφήγηση κρίνεται ασαφείς και ανεπαρκείς λεπτομερειών, καθώς παρά τις ερωτήσεις που του τέθηκαν, δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει τους λόγους που ο πατέρας του δεν τον μύησε πριν το θάνατο του λαμβανομένου μάλιστα υπόψη την ηλικία του Αιτητή . Επιπλέον, κρίθηκε ότι οι δηλώσεις του σχετικά με τον εξαναγκασμό του να γίνει ακόλουθος της εν λόγω κοινότητας στερούνταν πληροφοριών και ήταν ασαφείς και αόριστες. Ειδικότερα, κρίθηκε ότι αφενός μεν σύμφωνα με τις δηλώσεις του Αιτητή, δεν αντιμετώπισε κάποιο κίνδυνο , τόσο κατά τη διαμονή του στη μητέρα του , όσο και ύστερα, στο θείο του .
Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, αρμόδιος λειτουργός έκρινε πως όσα ανέφερε ο Αιτητής αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο ως προς την υποστήριξη του αιτήματος του . Με βάση τα ανωτέρω και δεδομένου ότι ο Αιτητής υπέπεσε σε ασάφειες, ασυνέπειες και έλλειψη επαρκών πληροφοριών, δεν θεμελιώθηκε η εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού και ως εκ τούτου αυτός απορρίφθηκε.
Εν συνεχεία ο Λειτουργός προχώρησε στην αξιολόγηση του κινδύνου σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στη χώρα καταγωγής του(Σιέρα Λεόνε ) και συγκεκριμένα στην πόλη η πόλη Makeni.
Εξετάζοντας τα ουσιώδη περιστατικά τα οποία έγιναν δεκτά και αναλύοντας την κατάσταση ασφαλείας τόσο στη χώρα όσο και στον τελευταίο τόπο διαμονής, o Λειτουργός διαπίστωσε ότι δεν υπάρχουν εύλογοι/βάσιμοι λόγοι από τους οποίους προκύπτει ότι υπάρχει περίπτωση, εάν ο Αιτητής επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του, να αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης λόγω της κατάστασης ανασφάλειας η οποία επικρατεί στην πόλη που διέμενε .
Ειδικότερα, αναφορικά με το προσωπικό προφίλ του Αιτητή, διαπιστώνεται πως πρόκειται για υγιή ενήλικα χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα υγείας μορφωμένος και δεν παρουσιάζει στοιχεία ευαλωτότητας.
Προχωρώντας στη νομική ανάλυση, ο Λειτουργός έκρινε ότι από τους προβαλλόμενους και αποδεκτούς ισχυρισμούς του Αιτητή διαφαίνεται ότι στο πρόσωπό του δε συντρέχουν εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχειά τα οποία θα μπορούσαν να στοιχειοθετήσουν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, συμμετοχής σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα ή πολιτικών πεποιθήσεων σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής και ως εκ τούτου ο Αιτητής δεν πληροί τις προϋποθέσεις για υπαγωγή στο καθεστώς του πρόσφυγα σύμφωνα με το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου.
Ο Λειτουργός εν συνεχεία προέβη σε εξέταση του κατά πόσο ο Αιτητής δικαιούται παραχώρησης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19 (1) και έκρινε ότι δεν αποδείχθηκε ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 (2), (α), (β) και (γ) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000. Συγκεκριμένα, ο Λειτουργός έκρινε ότι σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στη Νιγηρία δεν υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι από τους οποίους να προκύπτει ότι θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί θανατική ποινή ή εκτέλεση, όπως προβλέπει το άρθρο 19 (2)(α) ή βασανιστήρια, απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία όπως προβλέπει το άρθρο 19 (2)(β) ή πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας του λόγω αδιάκριτης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης ως το άρθρο 19 (2)(γ) προνοεί, καθώς η Σιέρρα Λεόνε δεν βρίσκεται σε συνθήκες διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης. Ως εκ τούτου ο Λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν πληροί τις προϋποθέσεις για υπαγωγή στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.
Στο σημείο αυτό κρίνω σκόπιμο να αναφέρω ότι σε κάθε περίπτωση και σύμφωνα με το άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου, εναπόκειται στον εκάστοτε Αιτητή/Αιτήτρια να τεκμηριώσει την αίτησή του για διεθνή προστασία. Στην υπό κρίση περίπτωση, για τους λόγους που αναλύθηκαν ανωτέρω, ο Αιτητής δεν κατάφερε τεκμηριώσει κάποια παρελθούσα πράξη δίωξης σε βάρος του ούτε κατά τη διάρκεια της προφορικής του συνέντευξης, αλλά ούτε κατά την ενώπιόν μου διαδικασία.
Όταν ο αιτητής κρίνεται αναξιόπιστος, δεν υπάρχουν περιθώρια περαιτέρω διερεύνησης (δέστε υπόθ. αρ. 1964/06, ημερ. 11.3.08 Obaidul Haque v. Δημοκρατίας).
Βάσει της αξιολόγησης τόσο της εσωτερικής, όσο και της εξωτερικής αξιοπιστίας των υπό εξέταση ισχυρισμών, το Δικαστήριο καταλήγει στο ίδιο συμπέρασμα με τον λειτουργό και οι υπό εξέταση ισχυρισμοί απορρίπτονται στο σύνολό τους ως αξιόπιστοι.
Κατά το στάδιο της νομικής ανάλυσης εκ μέρους του λειτουργού του κατά πόσον ο Αιτητής δικαιούται να καταστεί δικαιούχος προσφυγικού καθεστώτος ή συμπληρωματικής προστασίας, με βάση τα πραγματικά περιστατικά που έγιναν αποδεκτά, το προσωπικό του προφίλ και την αξιολόγηση κινδύνου, διαπιστώθηκε ότι δεν δύναται να θεμελιωθεί βάσιμος φόβος δίωξης όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 1(Α)(2) της Σύμβασης της Γενεύης για το Καθεστώς των Προσφύγων και στο άρθρο 2(δ) του «Qualification Directive» ως επίσης και του άρθρου 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου [Ν.6(Ι)/2000], και ως εκ τούτου δεν δικαιούται προσφυγικό καθεστώτος. Δεν συντρέχει κανένας λόγος δίωξης για κάποιον από τους λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στον υπό αναφορά Νόμο.
Αναφορικά δε, με το δικαίωμα στη συμπληρωματική προστασία, με βάση τους ισχυρισμούς του Αιτητή, το προσωπικό του προφίλ και την αξιολόγηση κινδύνου διαπιστώθηκε ότι: (α) δεν θεωρείται ότι ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας δυνάμει του άρθρου 15 (β) του Qualification Directive σε περίπτωση που επιστρέψει στην χώρα καταγωγής του και (β) Ούτε και κρίθηκε ότι με την επιστροφή στη χώρα καταγωγής του, διατρέχει κίνδυνο σοβαρής βλάβης εφόσον σύμφωνα με πηγές πληροφοριών για την τρέχουσα κατάσταση στη Λιβερία δεν θα βρεθεί αντιμέτωπος με σοβαρή και προσωπική απειλή ως πολίτης λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας, εφόσον δεν επικρατεί κατάσταση που μπορεί να χαρακτηρισθεί ως κατάσταση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης με βάση το άρθρο 15(γ) του Qualification Directive. Παρόλο που η Λιβερία αντιμετωπίζει κάποιες προκλήσεις όσον αφορά τον τομέα της ασφάλειας, δεν συντρέχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι υπάρχει πραγματικός κίνδυνος ο Αιτητής, με την επιστροφή του στη χώρα του να αντιμετωπίσει σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη και ούτε η κατάσταση στον τόπο συνήθους διαμονής του χαρακτηρίζεται ως κατάσταση ένοπλης σύγκρουσης εντός της έννοιας του άρθρου 15(γ) του Qualification Directive.
Μετά από προσεκτική εξέταση των όσων ισχυρίστηκε ο Αιτητής κατά τη διάρκεια της συνέντευξης του, αλλά και ενώπιον μου, διαπιστώνω ότι ορθά ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας έκρινε ότι δεν αντιμετώπιζε οποιουδήποτε είδους δίωξη στη χώρα τους ή κίνδυνο σοβαρής βλάβης σε περίπτωση επιστροφής τους στον τόπο συνήθους διαμονής του και ότι η περίπτωσή του δεν πληροί τις υπό του Νόμου προβλεπόμενες προϋποθέσεις για αναγνώριση προσφυγικού καθεστώτος ή συμπληρωματικής προστασίας.
Οι αφηγήσεις του Αιτητή παρουσιάζουν κενά τέτοια και αντιφάσεις που οδηγούν σε ασφαλή συμπέρασμα ότι ο Αιτητής είναι αναξιόπιστος όσο αφορά τον πυρήνα των ισχυρισμών του. Πιο συγκεκριμένα, θα συμφωνήσω με τους Καθ’ ων, ότι στο σύνολο τους οι δηλώσεις του χαρακτηρίζονται από αντιφάσεις, ασάφεια και γενικότητα και χωρίς την απαιτούμενη επάρκεια πληροφοριών.
Ωστόσο πάρα τις πιο πάνω διαπιστώσεις το Δικαστήριο προχώρησε σε δική του έρευνα αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία του Αιτητή. Όπως προκύπτει από την έρευνα σε αντίθεση με τις παραδοσιακές οργανώσεις, οι Odelay και Ojeh δέχονται ενήλικες κατόπιν αίτησης .Παρόλο που λειτουργούν σε ορισμένες περιοχές ως ελίτ κοινωνικές λέσχες, εκδοχές αυτών των οργανώσεων αναπτύχθηκαν επίσης από άνεργους αστούς νέους για τη δική τους διασκέδαση και πολιτική έκφραση[1].
Σύμφωνα με τον Thompson, οι Ojeh «διαμορφώθηκαν βάσει μιας ιεραρχικής δομής και οι πεποιθήσεις, οι πρακτικές και τα τελετουργικά τους βασίζονται στην κοινωνική και θρησκευτική οργάνωση των Yoruba». Ο King σημείωσε ότι «ενώ η ένταξη στις παραδοσιακές μυστικές οργανώσεις στην ενδοχώρα είναι υποχρεωτική, η ένταξη στις παλαιές και νέες αστικές μυστικές οργανώσεις του Freetown δεν είναι υποχρεωτική· αντίθετα, είναι ζήτημα στρατηγικής ή τακτικής επιλογής». Ο Carey ανέφερε ότι στη Bombali Sebora Chiefdom στη βόρεια Σιέρα Λεόνε σχεδόν όλοι οι χωρικοί είναι μέλη μυστικών ιερών οργανώσεων, μεταξύ των οποίων και η κοινωνία Ojeh[2].
Σε αντίθεση με την οργάνωση Bondo, οι οργανώσεις για τους άνδρες είναι εξαιρετικά επιθετικές και είναι οι πιο σημαντικές στη γη. Για να γίνει κάποιος μέλος αυτών των οργανώσεων, πρέπει να μυηθεί. Η τελετή μύησης πραγματοποιείται σε έναν ιερό δάσος, όπου μόνο εκείνοι που πληρούν τις προϋποθέσεις για μύηση παραμένουν για κάποιο χρονικό διάστημα. Ο λόγος πίσω από την τελετή μύησης είναι ότι στη δομή διακυβέρνησης, μόνο οι μυημένοι ενθαρρύνονται να συμμετέχουν στις διαπραγματεύσεις κατά τη διάρκεια της εκλογικής διαδικασίας (τοπικής/εθνικής). Αυτή η προϋπόθεση είναι τόσο αυστηρή που κατά τη διαδικασία της μύησης σε όλες τις περιοχές, οι γονείς στέλνουν τα παιδιά τους να μυηθούν ώστε να μην αποκλειστούν από τη διαπραγματευτική διαδικασία οποιουδήποτε προγράμματος. Σε τοπικό επίπεδο, οι εκλογές του αρχηγού είναι αποκλειστική αρμοδιότητα αυτών των οργανώσεων. Ένα μη μέλος δεν θα προταθεί ποτέ για καμία θέση. Όλες οι θέσεις είναι δεσμευμένες για τα μέλη της οργάνωσης. Πριν εισέλθει κάποιος στην πολιτική, είτε για να ψηφίσει είτε για να εκλεγεί, πρέπει να γίνει μέλος αυτών των οργανώσεων[3].
Η μύηση στην οργάνωση πραγματοποιείται πάντα μεταξύ Μαρτίου και Απριλίου, όταν έχουν ολοκληρωθεί όλες οι αγροτικές δραστηριότητες και οι νέοι δεν έχουν άλλη επιλογή παρά να συμμετέχουν. Η μύηση διαρκεί σχεδόν τρεις μήνες. Κατά τη διάρκεια αυτών των μηνών, οι μυημένοι υποβάλλονται σε αυστηρή εκπαίδευση, ώστε όταν βγουν από το δάσος να έχουν μάθει όλες τις σχετικές τέχνες[4].
Οι Hunting και Egungun είναι δύο παραδοσιακές οργανώσεις των Yoruba, που εισήχθησαν στο Freetown τον 19ο αιώνα από τους Ελευθερωμένους Αφρικανούς που προέρχονταν από τη Νιγηρία. Και τα δύο συγκέντρωναν ανθρώπους διαφορετικών θρησκευτικών πεποιθήσεων. Ωστόσο, το Egungun συγκέντρωνε κυρίως Μουσουλμάνους που τόνιζαν τις αφρικανικές ιθαγενείς ρίζες τους, ενώ τα μέλη του Hunting έδιναν έμφαση στη χριστιανική τους βάση. Ο King σημειώνει ότι «κάθε οργάνωση ανταγωνιζόταν την άλλη για το ποια ήταν πιο αντιπροσωπευτική των Krio»[5].
Περί το 1880, ιδρύθηκε στο Freetown η πρώτη Ojeh (Agugu ή Egungun Society), γνωστή ως Oke Maure Lodge[6]. Η οργάνωση Ojeh δεν είναι πλέον αποκλειστικά Krio. Πιθανώς επειδή οι κύριοι μυημένοι αυτής της κοινωνίας ήταν Μουσουλμάνοι Aku ή Μουσουλμάνοι Krio, η οργάνωση επεκτάθηκε ώστε να περιλαμβάνει μη-Krio άτομα της ίδιας θρησκευτικής πεποίθησης[7].
Είναι αξιοσημείωτο ότι στα μουσουλμανικά αρχηγεία, η οργάνωση Ojeh έχει εδραιωθεί περισσότερο μεταξύ των Temne και, αν και ένας αρχηγός δεν είναι υποχρεωμένος να είναι μέλος, βρίσκουν χρήσιμο να γίνονται μέλη, καθώς σημαντικά ζητήματα της κοινότητας συζητούνται στις συναντήσεις της οργάνωσης [8].
Η ένταξη σε αυτές τις οργανώσεις μεταξύ των Temne είναι ανοιχτή σε οποιονδήποτε άνδρα εκδηλώσει επιθυμία να συμμετάσχει, χωρίς να υπάρχει υποχρεωτική στρατολόγηση όπως στην Poro. Οι έφηβοι μυούνται εθελοντικά στην Adikali και αργότερα στην Ojeh όταν γίνονται ενήλικες. Η εισαγωγή τόσο της Ojeh όσο και της Adikali αποδίδεται παραδοσιακά στους Oku Krio, απογόνους των Ελευθερωμένων Αφρικανών κυρίως Yoruba καταγωγής. Εγκαθιστάμενοι ανάμεσα στους Temne ως έμποροι, ιδίως μετά την ανακήρυξη του Προτεκτοράτου το 1898, οι Oku εισήγαγαν αυτές τις οργανώσεις, αναλαμβάνοντας οι ίδιοι ηγετικές θέσεις. Αυτοί οι Oku 'agbas' έγιναν επιδραστικοί στις περιοχές όπου η Ojeh έγινε δημοφιλής και συχνά τους αποδίδονταν υπερφυσικές δυνάμεις, αν και, σε αντίθεση με τους Handing και Susu, δεν εξασκούσαν ποτέ μαντεία και μαγεία[9].
Από την έρευνα στην οποία προέβη το Δικαστήριο ενισχύεται το εύρημα της Υπηρεσίας Ασύλου ήτοι της μη αξιοπιστίας του ισχυρισμού του Αιτητή περί αναγκαστικής μύησης του στην ενλόγω κοινότητα . Συνεπώς ο ισχυρισμό ότι οι Καθ΄ων η αίτηση δεν αναφέρονται σε ποιες πηγές βασίστηκαν απορρίπτεται ως αλυσιτελώς προβαλλόμενος . Περαιτέρω ατυχώς ο συνήγορος του Αιτητή παραπέμπει σε πήγες που αφορούν άσχετες μυστικές κοινότητες ήτοι τους Poro και Sande.
Αντιθέτως, κρίνω ότι με σαφήνεια καταδεικνύεται στην υπό εξέταση περίπτωση και για τους λόγους που έχουν ήδη εκτεθεί, ότι τα πραγματικά περιστατικά δεν στοιχειοθετούν και δεν στηρίζουν τις υπό του Περί Προσφύγων Νόμου (άρθρα 3-3Δ) και της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων, αναγκαίες προϋποθέσεις για την υπαγωγή του Αιτητή στο προστατευτικό καθεστώς του πρόσφυγα. Ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξουν βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, όπως αυτοί οι λόγοι εξαντλητικά προνοούνται στο άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου. Επίσης, δεν απέδειξε ότι μπορεί να του αναγνωριστεί το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19(1) του προαναφερθέντος πάνω Νόμου, καθότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξουν ότι υπάρχει πραγματικός κίνδυνος να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη με την επιστροφή του στη χώρα καταγωγής του, ως καθορίζεται στο άρθρο 19(2) του ιδίου Νόμο.
Αναφορικά δε με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων παροχής συμπληρωματικής προστασίας προς το πρόσωπο του Αιτητή υπό την έννοια του άρθρου 19 (2) (γ) του περί Προσφύγων Νόμου ή άλλως του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, κρίνω σκόπιμο να παρατεθούν αρχικά τα κάτωθι:
Το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου προϋποθέτει ουσιώδεις λόγους να πιστεύεται ότι ο Αιτητής θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, υπάρχει ευρεία νομολογία τόσο του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015) όσο και του ΔΕΕ (βλ. C-285/12, A. Diakité v. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides, 30/01/2014, C-465/07, Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie, 17/02/2009), καθώς επίσης και του ΕΔΔΑ (βλ. K.A.B. v. Sweden, 886/11, 05/09/2013 (final 17/02/2014), Sufi and Elmi v. the United Kingdom, 8319/07 and 11449/07, 28/11/2011) στις οποίες ερμηνεύεται η έννοια της «αδιακρίτως ασκούμενης βίας» και της «ένοπλης σύρραξης» και τίθενται κριτήρια ως προς τη σοβαρότητα του κινδύνου που προϋποτίθεται για την αξιολόγηση των περιπτώσεων στις οποίες εξετάζεται η πιθανότητα παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.
Στην υπόθεση Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretarisvan Justitie παρ. 35, το ΔΕΕ αναφέρει ότι «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας[1]» ενώ στην παρ. 37 αναφέρει ότι «η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο.» (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου). Περαιτέρω το ΔΕΕ στην εν λόγω υπόθεση αποφάσισε ότι «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών την καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας» (παρ. 39).
Επιπλέον, σύμφωνα με το Εγχειρίδιο της ΕΥΥΑ σχετικά με τη δικαστική ανάλυση του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ακόμη και αν ο αιτητής μπορεί να αποδείξει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης στην περιοχή καταγωγής του (ή καθ' οδόν προς τη συγκεκριμένη περιοχή καταγωγής), το δικαίωμα επικουρικής προστασίας μπορεί να κατοχυρωθεί μόνο εάν ο αιτητής δεν μπορεί να επιτύχει εγχώρια προστασία σε άλλο τμήμα της χώρας, καθώς επίσης, όταν αποφασίζεται η τοποθεσία της περιοχής καταγωγής ενός αιτητή ως προορισμός επιστροφής, απαιτείται η εφαρμογή προσέγγισης βασισμένης στα πραγματικά περιστατικά όσον αφορά την περιοχή του τελευταίου τόπου διαμονής και την περιοχή συνήθους διαμονής.
Εν προκειμένω, αναφορικά με τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή, ήτοι την πόλη Makeni της Σιέρρα Λεόνε το Δικαστήριο προχώρησε σε επικαιροποιημένη έρευνα αναφορικά με τις επικρατούσες εκεί συνθήκες.
Αναφορικά με τα περιστατικά ασφαλείας, σύμφωνα με τα πρόσφατα δεδομένα της βάσης δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project), ενός μη κερδοσκοπικού οργανισμού με έργο τη συλλογή, ανάλυση και χαρτογράφηση δεδομένων σχετικά με τις ημερομηνίες, τους δρώντες, τις τοποθεσίες, τους θανάτους και τους τύπους όλων των καταγεγραμμένων γεγονότων πολιτικής βίας και διαμαρτυρίας σε παγκόσμια κλίμακα, κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ 10/02/2024 και 07/02/2025 στην Σιέρρα Λεόνε καταγράφηκαν συνολικά 11 περιστατικά ασφαλείας από τα οποία επήλθε ο θάνατος συνολικά 3 πολιτών. Πιο αναλυτικά, 2 εξ αυτών καταγράφηκαν ως περιστατικά χρήσης βίας κατά πολιτών (με 2 θύματα), 5 ως ταραχές/εξεγέρσεις (με 1 θύμα) και 4 ως διαμαρτυρίες (χωρίς θύματα)[10].Σημειωτέον ότι κανένα εκ των καταγεγραμμένων γεγονότων δεν έλαβε χώρα στην πόλη Makeni.Ο πληθυσμός δε της Makeni καταγράφεται στους 85.116 κατοίκους σύμφωνα με την πιο πρόσφατη επίσημη καταμέτρηση του 2021.[11]
Συνεπώς, κρίνω, με βάση τα ανωτέρω, ότι οι λόγοι ακυρώσεως της προσβαλλόμενης απόφασης δεν ευσταθούν .
Υπό το φως των πιο πάνω η προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη με €1500 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ΄ ων η Αίτηση.
Βούλα Κουρουζίδου - Καρλεττίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] Sierra Leone: The Influence of the Secret Societies, with Special Reference to Female Genital Mutilation
A Writenet Report by Dr Richard Fanthorpe commissioned by United Nations High Commissioner for Refugees, Status Determination and Protection Information Section (DIPS), August 2007, https://www.refworld.org/reference/countryrep/writenet/2007/en/47144 , σελ 9, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07/02/2025)
[2] EASO, COI Query, The Ojeh/Oje society, 29 Οκτωβρίου 2018, https://www.ecoi.net/en/file/local/1448965/1226_1541495929_sle-123.pdf , σελ 4 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07/02/2025)
[3] Osman Sesay, The importance of Traditional societies in Sierra Leone in Enforcing Traditional Laws and Customs, International Journal of Scientific Engineering and Applied Science (IJSEAS) – Volume-7, Issue-10, October 2021, ISSN: 2395-3470 www.ijseas.com , σελ 182 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07/02/2025)
[4] Osman Sesay, The importance of Traditional societies in Sierra Leone in Enforcing Traditional Laws and Customs, International Journal of Scientific Engineering and Applied Science (IJSEAS) – Volume-7, Issue-10, October 2021, ISSN: 2395-3470 www.ijseas.com , σελ 184 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07/02/2025)
[5] Anaïs Ménard, Sherbro Identity and The Politics of Reciprocity along the Sierra Leonean Coast, 2023, https://www.berghahnbooks.com/title/MenardIntegrating σελ 185, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07/02/2025)
[6] Akintola J. G., On Misunderstandings Arising from the Use of the Term 'Creole' in the Literature on Sierra Leone: A RejoinderAuthor(s): WyseSource: Africa: Journal of the International African Institute, Vol. 49, No. 4 (1979) , σελ 410
[7] Akintola J. G., On Misunderstandings Arising from the Use of the Term 'Creole' in the Literature on Sierra Leone: A RejoinderAuthor(s): WyseSource: Africa: Journal of the International African Institute, Vol. 49, No. 4 (1979) , σελ 412
[8] Abdul Karim Turay, Loanwords in Temne: A study of the sources and processes of Lexical Borrowing in a Sierra Leonean Language, PhD thesis, London 1971, published by Proquest, 2017, σελ 36
[9] Abdul Karim Turay, Loanwords in Temne: A study of the sources and processes of Lexical Borrowing in a Sierra Leonean Language, PhD thesis, London 1971, published by Proquest, 2017, σελ 305
[10] ACLED - The Armed Conflict Location & Event Data Project, https://acleddata.com/. Περιστατικά ασφαλείας για το χρονικό διάστημα από 10/02/2024 έως 07/02/2025 στη Σιέρρα Λεόνε: https://acleddata.com/explorer/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 17/02/2025)
[11] City Population, Sierra Leone, Makeni, https://citypopulation.de/en/sierraleone/cities/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 17/02/2025)
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο