
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
21 Φεβρουαρίου, 2025
[Ε. ΡΗΓΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
M.M.,
Από Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό
Αιτήτρια
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω
της Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η Αίτηση
Δικηγόροι για την Αιτήτρια: Α. Δημητρίου για Μούσουλος, Κανέλλα & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε.
Δικηγόροι για τους Καθ' ων η αίτηση: Μ. Καλογήρου (κος) και Ρ. Προδρόμου (κα) για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας
ΑΠΟΦΑΣΗ
Ε. Ρήγα, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Με την υπό κρίση προσφυγή, η Αιτήτρια στρέφεται εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 16.03.2022, με την οποίαν απορρίφθηκε το αίτημά της για διεθνή προστασία, καθότι κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, Ν. 6(Ι)/2000, ως έχει τροποποιηθεί (στο εξής αναφερόμενος ως «ο περί Προσφύγων Νόμος»).
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Προτού εξεταστούν οι εκατέρωθεν ισχυρισμοί, επιβάλλεται η σκιαγράφηση των γεγονότων που περιβάλλουν την υπό κρίση υπόθεση, όπως αυτά προκύπτουν από την αίτηση της Αιτήτριας, την ένσταση των Καθ' ων η αίτηση αλλά και από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου, ο οποίος κατατέθηκε στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας και σημειώθηκε ως Τεκμήριο 1 (στο εξής αναφερόμενος ως «ο δ.φ.» ή «ο διοικητικός φάκελος»).
Η Αιτήτρια κατάγεται από τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (στο εξής αναφερόμενη ως «ΛΔΚ»), την οποίαν εγκατέλειψε στις 27.10.2019 και αφίχθηκε μέσω του αεροδρομίου Ercan στις μη ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές. Ακολούθως εισήλθε παράνομα στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές στις 29.10.2019, υποβάλλοντας αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας αυθημερόν. Στις 04.02.2022 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη στην Αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (στο εξής αναφερόμενη ως «EUAA»), ο οποίος υπέβαλε αυθημερόν Έκθεση/Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου εισηγούμενος την απόρριψη της υποβληθείσας αίτησης. Ακολούθως, η ασκούσα καθήκοντα Προϊσταμένου λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου ενέκρινε στις 16.03.2022 την εισήγηση, αποφασίζοντας την απόρριψη της αίτησης διεθνούς προστασίας της Αιτήτριας, απόφαση η οποία κοινοποιήθηκε σε αυτόν στις 02.06.2022 μέσω σχετικής επιστολής της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 30.05.2022. Η απόφαση αυτή αποτελεί το αντικείμενο της υπό εξέταση προσφυγής.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Εξειδικεύοντας και περιορίζοντας στα πλαίσια της γραπτής αγόρευσης του ευπαίδευτου συνηγόρου της, τους εγειρόμενους στην προσφυγή λόγους ακυρώσεως, η Αιτήτρια ισχυρίζεται κατά πρώτον ότι η προσβαλλόμενη απόφαση ελήφθη χωρίς επαρκή και/ή δέουσα έρευνα αφού δεν διεξήχθη σε έρευνα του ισχυρισμού της Αιτήτριας περί του ότι συμμετείχε στην εκλογική διαδικασία στη χώρα καταγωγής της στις 30.12.2018 καθώς και ότι ήταν μάρτυρας νοθείας εναντίον του Martin Fayulu, με αποτέλεσμα να δεχτεί απειλές από μέλη της αστυνομίας . Είναι κατά δεύτερον η θέση της, ότι δε λήφθηκε υπόψη η κατάσταση στη χώρα καταγωγής της Αιτήτριας μετά τις εκλογές, παραθέτοντας ορισμένες σύντομες πληροφορίες από εξωτερικές πηγές αναφορικά με το αμφισβητούμενο εκλογικό αποτέλεσμα και τις διαδηλώσεις που επακολούθησαν μετά την ανακήρυξη του νέου Προέδρου. Καταληκτικά, ισχυρίζεται ότι η παρελθούσα δίωξη της στη χώρα καταγωγής της συνίσταται στο ότι άτομα που ανήκαν στο κυβερνόν κόμμα την αναζητούσαν μετά τις εκλογές του 2018 με σκοπό να τη δολοφονήσουν, χωρίς ωστόσο να εξηγεί το λόγο, ενώ προσθέτει ότι η Αιτήτρια πληροί όλες τις προϋποθέσεις αναγνώρισης του καθεστώτος του πρόσφυγα.
Από την πλευρά τους οι Καθ΄ ων η αίτηση υπεραμύνονται της νομιμότητας της επίδικης πράξης υποστηρίζοντας ότι οι ισχυρισμοί της Αιτήτριας επί των νομικών σημείων που εγείρει στην προσφυγή της είναι γενικοί και αόριστοι και ως εκ τούτου δεν μπορούν να επιτύχουν. Σημειώνουν ακόμη ότι οι οποιοδήποτε ισχυρισμοί της Αιτήτριας δεν στοιχειοθετούν κανένα λόγο ακυρότητας και δεν αποσείουν το βάρος απόδειξης που είναι στους ώμους της. Επισημαίνουν πρόσθετα ότι οι ισχυρισμοί της Αιτήτριας παραμένουν ατεκμηρίωτοι, καθώς κανένας λόγος ακύρωσης των προσβαλλόμενων πράξεων/αποφάσεων δύναται να τεκμηριωθεί με βάση αυτούς, αλλά ούτε η Αιτήτρια πέτυχε να προβάλει και να υποστηρίξει βάσιμο λόγο ακύρωσης των προσβαλλόμενων πράξεων/αποφάσεων και εισηγούνται όπως η παρούσα προσφυγή απορριφθεί.
ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΚΑΤΕΡΩΘΕΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ
Έχοντας εξετάσει τους λόγους ακυρώσεως που προωθεί δια της αγόρευσης της η Αιτήτρια, διαπιστώνω ότι ουσιαστικά αυτοί περιστρέφονται γύρω από τη θέση περί έλλειψης δέουσας έρευνας και αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης.
Οι ισχυρισμοί αυτοί της Αιτήτριας, ως έχουν διατυπωθεί είναι άμεσα διαπλεκόμενοι με την ουσία της υπόθεσης την οποία εν πάση περιπτώσει οφείλει το παρόν Δικαστήριο να ελέγξει ενόψει και της υποχρέωσης που έχει να προβαίνει σε έλεγχο τόσο της νομιμότητας όσο και της ουσιαστικής ορθότητας κάθε προσβαλλόμενης απόφασης, εξετάζοντας πλήρως και από τούδε και στο εξής (ex nunc) τα γεγονότα και τα νομικά ζητήματα που τη διέπουν[1].
Θα προχωρήσω συνεπώς να εξετάσω την ουσία της υπόθεσης αυτής, σε συνάρτηση και με τους ισχυρισμούς της Αιτήτριας.
Επισημαίνεται ότι, το Δικαστήριο στα πλαίσια ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης εξετάζει κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης, ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκειται στην διακριτική ευχέρεια του αποφασίζοντας οργάνου και διαφέρει κατά περίπτωση[2].
Ως εκ τούτου, προσέγγισα το θέμα με βάση τα ενώπιόν μου στοιχεία και το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου.
Ως προκύπτει από το διοικητικό φάκελο τα όσα κατέγραψε στο πλαίσιο της αίτησής της για άσυλο η Αιτήτρια δεν έχουν μεταφραστεί (βλ. ερυθρά 1 και 14 του διοικητικού φακέλου).
Κατά το κρίσιμο στάδιο της προφορικής της συνέντευξης και ως προς τα προσωπικά της στοιχεία, η Αιτήτρια δήλωσε ότι γεννήθηκε και έζησε αποκλειστικά στην πόλη Κινσάσα. Σε σχέση με το θρήσκευμά της, η Αιτήτρια δήλωσε καθολική χριστιανή, ανήκουσα στην εθνοτική ομάδα/φυλή Luba στη νοτιο-κεντρική περιοχή της ΛΔΚ. Αναφορικά με την οικογένεια της, ισχυρίστηκε ότι ο πατέρας τους τους έχει εγκαταλείψει, η μητέρα της απεβίωσε το 2020 ενώ έχει έναν αδερφό στη ΛΔΚ και έναν αδερφό, επίσης αιτητή διεθνούς προστασίας στην Κυπριακή Δημοκρατία. Ως προς την οικογενειακή της κατάσταση δήλωσε άγαμη και άτεκνη, ενώ ως προς το μορφωτικό της υπόβαθρο δήλωσε ότι έχει ολοκληρώσει πανεπιστημιακές σπουδές στον τομέα των τουριστικών επαγγελμάτων (hospitality). Τέλος, δήλωσε ότι κατά την παραμονή της στη ΛΔΚ δεν εργαζόταν (βλ. ερ. 53-50 δ.φ.), υποστηρίζοντας ωστόσο ότι εργάστηκε κατά τις εκλογές του 2018, καταμετρώντας τις ψήφους μαζί με άλλους ανθρώπους.
Αναφορικά με τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της, κατά τη διάρκεια της προφορικής της συνέντευξης και δη το σκέλος της ελεύθερης αφήγησής της, δήλωσε ότι καταζητείται από τις αρχές λόγω του ότι μετρούσε τους ψήφους κατά τη διάρκεια των εκλογών. Ειδικότερα, η Αιτήτρια προέβαλε ότι ο Martin Fayulu έλαβε περισσότερους ψήφους, παρ’όλα αυτά δεν εξελέγη πρόεδρος της ΛΔΚ λόγω νοθείας των εκλογικών αποτελεσμάτων. Η Αιτήτρια στη συνέχεια προέβαλε ότι η ίδια και οι φίλοι της μίλησαν για το τι είχε συμβεί και ως εκ τούτου οι διώκτες της άρχισαν να την απειλούν, ενώ ζήτησαν από την οικογένειά της, όπως η Αιτήτρια εμφανιστεί ενώπιον της αστυνομίας. Η Αιτήτρια δήλωσε ότι την κάλεσαν, αρχικά, δύο φορές στην αστυνομία ωστόσο η ίδια αποφάσισε να μην εμφανιστεί. Την τρίτη φορά που την κάλεσαν να παρουσιαστεί ενώπιον της αστυνομίας, η Αιτήτρια αντιλήφθηκε ότι θα πρέπει εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής της. Στη συνέχεια η Αιτήτρια δήλωσε ότι μετέβη στην Εκκλησία όπου ζήτησε βοήθεια και εγκατέλειψε τη ΛΔΚ. Ο αδερφός της ωστόσο, ο οποίος παρέμεινε στην Κινσάσα, την ενημέρωσε ότι την αναζητούν οι αρχές και ότι σκότωσαν κάποιους φίλους της , στη συνέχεια εγκατέλειψε και ο ίδιος της ΛΔΚ με προορισμό την Κύπρο. Ολοκληρώνοντας την ελεύθερη αφήγησή της, η Αιτήτρια δήλωσε πως φοβάται ότι εάν επιστρέψει στη χώρα καταγωγής της, θα τη σκοτώσουν (βλ. ερ. 49 – 48 δ.φ.).
Διερευνώντας το ανωτέρω αφήγημα, ο λειτουργός EUAA υπέβαλε την Αιτήτρια σε περαιτέρω μεν, περιορισμένες δε ερωτήσεις, δίνοντάς της τη δυνατότητα να στοιχειοθετήσει τους ισχυρισμούς της. Ειδικότερα, αρχικά ζητήθηκε από την Αιτήτρια να παραθέσει στοιχεία και/ή πληροφορίες αναφορικά με την εργασία της κατά τη διάρκεια των εκλογών και εκείνη απάντησε ότι το Δεκέμβριο του 2018 ήταν υπεύθυνη για ένα εκλογικό κέντρο/σχολείο στην Κινσάσα, στο οποίο καταμετρούσε της ψήφους (βλ. ερ. 48 1Χ δ.φ.).
Κληθείσα να αποσαφηνίσει τις δηλώσεις της περί του ότι μίλησε για τα όσα έλαβαν χώρα κατά τη διάρκεια των εκλογών, η Αιτήτρια αποκρίθηκε ότι η ίδια και άλλα 4 άτομα, μίλησαν για το ότι η αστυνομία αφαίρεσε τις ψήφους του Martin Fayulu κατά τη διάρκεια της καταμέτρησης των ψήφων στις εκλογές που έλαβαν χώρα στη ΛΔΚ το Δεκέμβριο του 2018 (βλ. ερ. 48 2Χ δ.φ.). Προσέθεσε ότι οι 3 εξ αυτών κατάφεραν να διαφύγουν, άκουσε όμως ότι ένας εξ αυτών δολοφονήθηκε στο αστυνομικό Τμήμα. Κληθείσα να προσδιορίσει σε ποιον μίλησε για τα όσα έλαβαν χώρα κατά την καταμέτρηση των ψήφων, λόγο για τον οποίο δήλωσε ότι συνελήφθη η φίλη της που δολοφονήθηκε στο αστυνομικό τμήμα, η Αιτήτρια δήλωσε ότι μίλησε μόνο στα αδέρφια της και στα άτομα από την εκκλησία. Προσέθεσε μάλιστα πως ένα αξιωματικός, ο οποίος ωστόσο δεν ήταν αστυνομικός, την ενημέρωσε ότι καταζητείται από τις αρχές (βλ. ερ. 48 3Χ δ.φ.).
Ζητηθείσα να εξηγήσει το λόγο που την καταζητούσε η αστυνομία δεδομένου ότι δε μίλησε δημοσίως για τα όσα έλαβαν χώρα κατά την καταμέτρηση των ψήφων, η Αιτήτρια επικαλέστηκε ότι ήταν οι αστυνομικοί που ζήτησαν από άλλους συναδέλφους τους να εντοπίσουν την ίδια αλλά και όσα άτομα ήταν μάρτυρες των όσων έλαβαν χώρα κατά τη διάρκεια της καταμέτρησης (βλ. ερ. 48 δ.φ.).
Ακολούθως, ο λειτουργός EUAA ζήτησε από την Αιτήτρια να αποσαφηνίσει τις δηλώσεις της γύρω από τις απειλές που δέχτηκε και εκείνη ισχυρίστηκε ότι την κάλεσαν δύο φορές να πάει στο αστυνομικό τμήμα, ωστόσο δεν το έπραξε. Την τρίτη φορά, επισκέφτηκε την οικία της μια ομάδα αστυνομικών, ωστόσο δεν κατάφεραν να την εντοπίσουν διότι είχε ήδη διαφύγει (βλ. ερ. 48 4Χ δ.φ.). Όταν ζητήθηκε ακολούθως από την Αιτήτρια να περιγράψει τις απειλές που δέχτηκε, εκείνη απάντησε ότι της ζητούσαν να πάει στο Αστυνομικό Τμήμα, ωστόσο η ίδια διέφυγε γιατί είχε ήδη ακούσει ότι είχε δολοφονηθεί, στο αστυνομικό τμήμα, η φίλη της (βλ. ερ. 48 5Χ δ.φ.).
Όταν η Αιτήτρια κλήθηκε να παραθέσει τα όσα γνωρίζει για τη φίλη της η οποία φέρεται να δολοφονήθηκε στο αστυνομικό τμήμα, προέβαλε ότι σύμφωνα με όσα άκουσε, τη μετέφεραν (τη φίλη της) σε μια άγνωστη τοποθεσία και τη σκότωσαν. Προσέθεσε μάλιστα ότι ο τότε πρόεδρος είχε δώσει εντολή στους αστυνομικούς να σκοτώνουν τα άτομα που γνώριζαν την αλήθεια και ήταν εναντίον του (βλ. ερ. 47 1Χ δ.φ.).
Ως προς το εάν αντιμετώπισε κάποιο άλλη απειλή κατά τη διάρκεια της παραμονής της στη ΛΔΚ, η Αιτήτρια δήλωσε ότι είπαν στην οικογένειά της ότι θα τη σκοτώσουν και γι’ αυτό το λόγο διέφυγε στην εκκλησία (βλ. ερ. 47 δ.φ.).
Ακολούθως η Αιτήτρια υποβλήθηκε σε ερωτήσεις αναφορικά με τα έγγραφα τα οποία προσκόμισε κατά τη διάρκεια της προφορικής της συνέντευξης και συγκεκριμένα προσκομίστηκαν τα ακόλουθα έγγραφα:
- Έγγραφο με τίτλο εντός του εγγράφου “Tendance Resultat National” (ερυθρό 38 δ.φ.)
- Αντίγραφο που είναι δύσκολο να αναγνωστεί (Carte Temoin ///) (ερυθρό 39 δ.φ.)
- Πιστοποιητικό Θανάτου κατ’ ισχυρισμόν της μητέρας της Αιτήτριας, εκδοθέν στην Kinshasa στις 10.12.2020 από τον γιατρό Gisanga Shalubanbe (ερυθρό 40 δ.φ.)
- Τρία (3) έγγραφα με τίτλο “Convocation” εκδοθέντα από την Εθνική Αστυνομία του Κονγκό στις 07.01.2020, 10.10.2020 και 13.01.2020 αντίστοιχα (ερυθρά 42-42 δ.φ.)
- Τρία (3) έγγραφα με τίτλο “Invitation” εκδοθέντα στο όνομα της Δικαστικής Εξουσίας της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό στις 07.01.2021, 28.01.2021 και 20.03.2021 αντίστοιχα.
Ως προς αυτά, η Αιτήτρια δήλωσε ότι το πρώτο έγγραφο αφορά τα αποτελέσματα των εκλογών, το δεύτερο ήταν η απόδειξη που έδινε στους ψηφοφόρους που ψήφιζαν και το τρίτο έγγραφο είναι το πιστοποιητικό θανάτου της μητέρας της.
Αναφορικά με τις κλήσεις προς εμφάνιση (convocation- βλ. υπό 4 ανωτέρω) τις οποίες επίσης προσκόμισε, δήλωσε ότι της τα απέστειλε ο αδερφός της μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου πριν εγκαταλείψει και εκείνος τη ΛΔΚ και ότι αποτελούν αποδείξεις αναφορικά με το ότι καταζητείται από την αστυνομία. Σε σχέση με τις προγενέστερες κλήσεις (invitations- βλ. υπό 5 ανωτέρω) δήλωσε ότι τις έλαβε και αυτές από τον αδερφό της μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και τηλεφώνου (ερυθρό 47 δ.φ.).
Ερωτηθείσα αν μπορεί να ζήσει σε κάποιο άλλο μέρος της ΔΛΚ (π.χ. Goma, Gungu, Kabalo), η Αιτήτρια δήλωσε ότι είναι επικίνδυνο, καθώς όλοι εργάζονται για λογαριασμό του Προέδρου (ερυθρό 47 δ.φ.).
Η αξιολόγηση των ισχυρισμών του Αιτητή από τους Καθ' ων η αίτηση
Έχοντας παραθέσει τους ισχυρισμούς της Αιτήτριας κατά τη διάρκεια της συνέντευξής της, προχωρώ τώρα στην αξιολόγηση που διενεργήθηκε επί αυτών, από τον λειτουργό της EUAA.
Κατά την αξιολόγηση της αίτησης διεθνούς προστασίας της Αιτήτριας, o λειτουργός EUAA διέκρινε δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς απορρέοντες από τις δηλώσεις της. Ο πρώτος αφορά τα στοιχεία του προσωπικού της προφίλ, τη χώρα καταγωγής και τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής της ενώ ο δεύτερος ισχυρισμός συνίσταται στις δηλώσεις της περί του ότι καταζητείται από την αστυνομία επειδή το 2018 εντόπισε κάποιες παρατυπίες κατά τη διάρκεια της εκλογικής διαδικασίας ενώ βοηθούσε στην καταμέτρηση των ψήφων.
Κατά την αξιολόγηση των ανωτέρω ουσιωδών ισχυρισμών, ο πρώτος εξ αυτών έγινε αποδεκτός καθώς οι δηλώσεις της Αιτήτριας σχετικά τα στοιχεία του προσωπικού της προφίλ, τον τόπο καταγωγής και τελευταίας συνήθους διαμονής της κρίθηκαν ως λεπτομερείς και σαφείς, επιβεβαιώθηκαν δε από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης και/ή χαρτογράφησης.
Αναφορικά με το δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, o λειτουργός EUAA έκρινε ότι η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να παράσχει αναλυτικές πληροφορίες αναφορικά με το ρόλο της τη μέρα των εκλογών. Αρκέστηκε απλά να δηλώσει ασαφώς ότι «οι άνθρωποι έρχονταν να ψηφίσουν και μετά αυτοί μετρούσε (ενν. τις ψήφους)». Αντίστοιχα, όταν ζητήθηκε από την Αιτήτρια να περιγράψει τα γεγονότα ως προς τα οποία υπήρξε μάρτυρας, αυτή αρκέστηκε να δηλώσει ότι «η αστυνομία έβγαλε τις ψήφους». Εντοπίστηκε επίσης, αντίφαση μεταξύ της αρχικής της δήλωσης ότι αυτοί και οι φίλοι της «μίλησαν» και της μετέπειτά δήλωσή της ότι «δεν μίλησαν σε κανέναν (ενν. για τη νοθεία)». Ως προς τις απειλές που δέχθηκε, ο λειτουργός EUAA έκρινε ότι δεν εκφράστηκαν συγκεκριμένες απειλές σε βάρος της, ότι η ίδια είχε διαφύγει όταν κατ’ ισχυρισμόν της η αστυνομία άρχισε να ασκεί πίεση στην οικογένειά της και ότι ο αδερφός της της μετέφερε ότι υπήρξαν πολλές απειλές σε βάρος της, όταν αφίχθη επίσης στην Κυπριακή Δημοκρατία. Σημείωσε επίσης, ότι παρά τη δυνατότητα που δόθηκε στην Αιτήτρια να μιλήσει για τις απειλές μέσω πρόσθετων ερωτήσεων, αυτή αρκέστηκε να δηλώσει μη συνεκτικώς ότι η οικογένειά της την ενημέρωσε πως η αστυνομία θα την σκοτώσει αν την εντοπίσει. Τέλος, ασαφής κρίθηκε και η δήλωση της Αιτήτριας ότι η φίλη της δολοφονήθηκε σε αστυνομικό τμήμα επειδή είχε υπάρξει μάρτυρας της νοθείας.
Καταληκτικά, ο λειτουργός EUAA διαπίστωσε ότι δόθηκε κατ’ επανάληψη στην Αιτήτρια η δυνατότητα να περιγράψει και να στοιχειοθετήσει τους ισχυρισμούς της, εκείνη όμως ολοκλήρωσε δηλώνοντας και πάλι ασαφώς και χωρίς νοηματική συνοχή, ότι η οικογένειά της την ενημέρωσε ότι αν την εντοπίσει η αστυνομία, θα τη σκοτώσει (βλ. ερ. 47 2Χ δ.φ.).
Προχωρώντας στη διερεύνηση της εξωτερικής αξιοπιστίας των δηλώσεων της Αιτήτριας, ο λειτουργός EUAA προχώρησε σε σχετική έρευνα εκ της οποίας επιβεβαιώθηκαν οι δηλώσεις της Αιτήτριας σχετικά με τις αναταραχές που ξέσπασαν στη ΛΔΚ κατά την περίοδο που των εκλογών του Δεκεμβρίου του 2018.
Σε σχέση με τα έγγραφα που η Αιτήτρια προσκόμισε προς επίρρωση των ισχυρισμών της, και δη αυτά που παρουσιάζονται ως φερόμενες κλήσεις της αστυνομίας προς το πρόσωπό της, ο λειτουργός EUAA αξιολόγησε ότι η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει με σαφήνεια το περιεχόμενό τους αφού δήλωσε αόριστα ότι αποδεικνύουν ότι την ψάχνει η αστυνομία (βλ. ερ. 42 δ.φ.), χωρίς ωστόσο να εμφανίζει πραγματική γνώση του περιεχομένου των προσκομισθέντων εγγράφων. Τόνισε επίσης ο λειτουργός EUAA, ότι η ενισχυτική αξία των εν λόγω εγγράφων κλονίζεται και από το γεγονός ότι αποτελούν κακής ποιότητας φωτοτυπίες.
Καταληκτικά, εξαιτίας της αδυναμίας της Αιτήτριας να θεμελιώσει την εσωτερική αξιοπιστία των δηλώσεών της, ο λειτουργός EUAA απέρριψε τον υπό εξέταση ισχυρισμό ως μη αξιόπιστο.
Συνοψίζοντας, αποδεκτός έγινε μόνο ο ισχυρισμός της Αιτήτριας γύρω από τα στοιχεία της προσωπικού της προφίλ, τη χώρα καταγωγής της και ότι τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής της.
Στη βάση του ανωτέρω μοναδικού αποδεκτού ισχυρισμού, ο λειτουργός EUAA προχώρησε στην αξιολόγηση του κινδύνου που η Αιτήτρια ενδέχεται να αντιμετωπίσει σε περίπτωση επιστροφής της στην Κινσάσα, τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής της. Ειδικότερα, στη βάση των στοιχείων του προσωπικού προφίλ της Αιτήτριας, της χώρας καταγωγής και του τόπου τελευταίας συνήθους διαμονής της, ο λειτουργός EUAA έκρινε ότι δεν ανακύπτουν ενδείξεις εκ των οποίων μπορεί να πιθανολογηθεί ευλόγως ότι κατά την επιστροφή της στην Κινσάσα, η Αιτήτρια θα έρθει αντιμέτωπη με πράξεις δίωξης και/ή κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή βλάβη. Στο εν λόγω συμπέρασμα κατέληξε ο λειτουργός EUAA, αφού προηγουμένως διεξήγαγε έρευνα αναφορικά με την επικρατούσα κατάσταση ασφαλείας στην Κινσάσα, η οποία κατέδειξε ότι η κατάσταση στην εν λόγω περιοχή καταγράφεται ως σταθερή. Καταληκτικά, ο φόβος της Αιτήτριας κρίθηκε ως αβάσιμος και μη δικαιολογημένος.
Υπό το φως των ανωτέρω και προχωρώντας στη νομική ανάλυση, ο λειτουργός EUAA κατέληξε στο ότι η Αιτήτρια δε στοιχειοθέτησε τη θέση της περί του ότι αντιμετωπίζει βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης στη χώρα καταγωγής της και συνεπώς δε συντρέχουν οι προϋποθέσεις υπαγωγής της σε έναν από τους πέντε λόγους που εξαντλητικά προβλέπονται από το άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου έτσι ώστε να της εκχωρηθεί προσφυγικό καθεστώς.
Ελλείψει οιασδήποτε προσωπικής απειλής και/ή στοχοποίησης της Αιτήτριας στη χώρα καταγωγής της, δεν προέκυψαν στοιχεία εκ των οποίων μπορεί να συναχθεί ότι κατά την επιστροφή της στη ΛΔΚ, η Αιτήτρια θα κινδυνεύσει με θανατική ποινή ή εκτέλεση σύμφωνα με το άρθρο 15(α) της Οδηγίας, ούτε ενδέχεται να υποστεί βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία δυνάμει του άρθρου 15(β) της Οδηγίας.
Ως προς την ανάλυση του άρθρου 19 (2) (γ) του περί Προσφύγων Νόμου, ο λειτουργός EUAA έκρινε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του εν λόγω άρθρου και έτσι απορρίφθηκε το ενδεχόμενο υπαγωγής της Αιτήτριας σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας υπό τις πρόνοιές του. Προσθέτει, τέλος, ο λειτουργός EUAA ότι η πιθανή επιστροφή της Αιτήτριας στη χώρα καταγωγής της, λαμβάνοντας υπόψη τις προσωπικές της περιστάσεις και δη την απουσία οιασδήποτε προσωπικής και πραγματικής απειλής να υποβληθεί σε βασανιστήρια και/ή απάνθρωπη και/ή εξευτελιστική μεταχείριση και/ή τιμωρία κατά την επιστροφή της στην Κινσάσα, δεν αντίκειται στην αρχή της μη επαναπροώθησης και το Άρθρο 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα.
Στη βάση όλων των ανωτέρω, το αίτημα της Αιτήτριας για διεθνή προστασία απορρίφθηκε δια της προσβαλλόμενης απόφασης.
Το επανάνοιγμα της υπόθεσης
Προτού προχωρήσω σε αξιολόγηση των όσων τέθηκαν ενώπιόν μου, επισημαίνω ότι μετά την επιφύλαξη της απόφασης και κατά την μελέτη της υπόθεσης προς τον σκοπό έκδοσης απόφασης, διαφάνηκε ότι υπάρχει αναγκαιότητα λήψης περαιτέρω πληροφοριών από την ίδια την Αιτήτρια, κυρίως αναφορικά με στοιχεία που συνθέτουν το προφίλ της. Συγκεκριμένα παρατήρησα ότι η Αιτήτρια, ως τουλάχιστον είχε αναφέρει κατά το στάδιο της συνέντευξής της, έχει έναν αδελφό στη Δημοκρατία ο οποίος υπέβαλε επίσης αίτημα ασύλου και για την εξέλιξη του οποίου δεν έχει πληροφορηθεί το Δικαστήριο. Η εξέλιξη της αίτησής του αδελφού της κρίθηκε ιδιαιτέρως σημαντική για την υπόθεση αυτή της Αιτήτριας, λαμβάνοντας υπόψη ότι η Αιτήτρια, δεν έχει -κατ’ ισχυρισμόν- υποστηρικτικό δίκτυο στην ΛΔΚ και ότι επρόκειτο για γυναίκα μόνη. Έκρινα συνεπώς στο στάδιο εκείνο ότι το συμφέρον της δικαιοσύνης επέβαλλε το επανάνοιγμα της υπόθεσης αυτής, ενόψει της αναγκαιότητας για λήψη διευκρινίσεων επί των πιο πάνω ζητημάτων τα οποία θα πρέπει να διερευνηθούν περαιτέρω ενόψει και των διευρυμένων εξουσιών του Δικαστηρίου, ως αυτές απορρέουν από το άρθρο 11(3) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018, N. 73(I)/2018. Λαμβάνοντας λοιπόν υπόψη ότι η φύση της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου, ως Δικαστήριο ουσίας, επιβάλλει την διερεύνηση των ζητημάτων που αναφέρονται ανωτέρω αλλά και το γεγονός ότι εφαρμόζονται στις περιστάσεις της υπό εξέταση υπόθεσης, τα κριτήρια και οι αρχές που εφαρμόζονται ως προς τη δυνατότητα επανανοίγματος μίας υπόθεσης μετά την επιφύλαξη απόφασης, ως αυτές έχουν διαχρονικά διαμορφωθεί μέσα από τη νομολογία[3], διέταξα το επανάνοιγμα της υπόθεσης αυτής.
Κατόπιν λοιπόν επανανοίγματος της υπόθεσης, έλαβαν χώρα τρεις ακροαματικές διαδικασίες.
Κατά την ακροαματική διαδικασία ημερομηνίας 03.07.2024, επισημάνθηκε στην Αιτήτρια η αναφορά της ότι είχε σπουδάσει Φιλοξενία (Hospitality), ερωτηθείσα σε τι είδους εργασία θα μπορούσε να απασχοληθεί με βάση τις σπουδές της με την Αιτήτρια να μην τοποθετείται επί τούτου και να δηλώνει ότι δεν εργαζόταν στη χώρα καταγωγής της και ότι εργάστηκε μόνο για τις εκλογές. Στη συνέχεια, ρωτήθηκε με ποιον τρόπο εξασφάλιζε τα προς το ζην, δεδομένου ότι, όπως ανέφερε στη συνέντευξή της, δεν εργαζόταν. Επιβεβαίωσε ότι δεν είχε ποτέ απασχόληση στη χώρα καταγωγής της, με μοναδική επαγγελματική της εμπειρία τη συμμετοχή της στις εκλογές. Ωστόσο, παρά την επανάληψη της ερώτησης, δεν παρείχε εξήγηση για το πώς συντηρούνταν οικονομικά. Ακολούθως, επισημάνθηκε στην Αιτήτρια η αναφορά της κατά την συνέντευξη πως ο αδελφός της είχε υποβάλει αίτημα για διεθνή προστασία στην Κυπριακή Δημοκρατία. Ερωτηθείσα σε τι στάδιο βρισκόταν η εξέταση του αιτήματος του, η Αιτήτρια υποστήριξε ότι δεν έχει αδελφό αλλά αδελφή στη Δημοκρατία. Ισχυρίστηκε σχετικώς, ότι η αίτηση ασύλου της αδελφής της απορρίφθηκε επισημαίνοντας περαιτέρω ότι είχε και έναν αδελφό στην ΛΔΚ ο οποίος απεβίωσε το 2024, υποστηρίζοντας ότι σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια του πολέμου στο Ανατολικό τμήμα της χώρας της. Ερωτηθείσα σχετικως με με την τύχη της οικογενειακής τους οικίας στην Κινσάσα, η Αιτήτρια απάντησε ότι δεν τους ανήκε, αλλά τη νοίκιαζαν. Ως προς το κατά πόσο έχει άλλους συγγενείς εκτός από τη μητέρα της, η οποία έχει αποβιώσει, και τα αδέλφια της, ισχυρίστηκε ότι μετά τον θάνατο της μητέρας της, όλοι είχαν απομακρυνθεί και ο αδελφός της έφυγε επίσης. Ανέφερε ότι διατηρεί επαφή μόνο με μία φίλη και δεν έχει κανέναν άλλον. Στη συνέχεια, όταν ρωτήθηκε πού βρίσκεται σήμερα η αδελφή της, της οποίας η αίτηση απορρίφθηκε και αν εκκρεμούσε προσφυγή, δεν έδωσε καμία απάντηση. Το ζήτημα αυτό αφέθηκε να εξεταστεί από τους Καθ’ ων η αίτηση και τον συνήγορο της Αιτήτριας και να δοθεί σχετική ενημέρωση κατά την επόμενη δικάσιμο.
Κατά την ακροαματική διαδικασία ημερομηνίας 04.11.2024, όταν της ζητήθηκε να διευκρινίσει τον λόγο για τον οποίο είχε δηλώσει ότι διαθέτει αδελφό στη Δημοκρατία (βλ. ερυθρό 52χ2 του δ.φ.), η Αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι είχε δηλώσει ότι έχει αδελφή στη Δημοκρατία (και όχι αδελφό) ενώ είχε έναν αδελφό στο Κονγκό, ο οποίος πέθανε λόγω του πολέμου στα ανατολικά της χώρας στις 28.02.2024. Ακολούθως, επανέλαβε ότι έχει αδελφή στη Δημοκρατία, ενώ ο κ. Μούσουλος ανέφερε ότι η αίτηση ασύλου της εν λόγω αδελφής έχει απορριφθεί και εκκρεμεί προσφυγή με αριθμό 467/2023, διευκρινίζοντας ότι η προσφυγή της έχει ακουστεί από το Δικαστήριο το οποίο και επιφύλαξε την απόφασή του. Επανέλαβε ξανά ότι είχε ένα αδελφό στη ΛΔΚ ο οποίος πέθανε στις 28.02.2024 σε περιοχή στην οποία ο ίδιος πήγε για να διαφύγει, καθώς τον αναζητούσανε και αυτόν. Συγκεκριμένα, η Αιτήτρια ανέφερε ότι πρώτα έφυγε αυτός από την Κινσάσα όταν πήγαν να τους απειλήσουν στο σπίτι που έμεναν μαζί με τη μητέρα τους.
Η Αιτήτρια ισχυρίστηκε στη συνέχεια, κατόπιν υποβληθείσας ερώτησης, ότι δεν έχει κανένα μέλος της οικογένειάς της στη ΛΔΚ, καθώς η μητέρα της απεβίωσε το 2020. Ερωτηθείσα αν διαθέτει άλλους συγγενείς στη ΛΔΚ, ισχυρίστηκε ότι δεν έχει κανέναν, διευκρινίζοντας ότι ορισμένοι συγγενείς της έχουν αποβιώσει, ενώ οι υπόλοιποι έχουν εκτοπιστεί λόγω απειλών. Ερωτηθείσα σχετικά με τις απειλές αυτές η Αιτήτρια δήλωσε ασαφώς, γενικές απειλές. Τέλος, όταν το Δικαστήριο τη ρώτησε αν, σε περίπτωση επιστροφής της, θα μπορούσε να διαμείνει σε άλλο μέρος της χώρας, η Αιτήτρια απέκλεισε κάθε τέτοια δυνατότητα, δηλώνοντας ότι δεν θέλει να επιστρέψει, καθώς θεωρεί ότι θα τη σκοτώσουν.
Κατά το στάδιο των Διευκρινίσεων, που έλαβαν χώρα στις 02.12.2024, η Αιτήτρια επανέλαβε εκ νέου ότι ο αδελφός της που ήταν στην ΛΔΚ πέθανε στις 28.02.2024. Επανέλαβε ότι δεν έχει κανέναν συγγενή στο Κονγκό και διευκρίνισε ότι ο μόνος που είχε ήταν ο αδελφός της ο οποίος το έσκασε από την Κινσάσα επειδή τον αναζητούσαν και ότι εκεί που πήγε σκοτώθηκε. Ως προς την αδελφή της, ανέφερε ότι την έψαχναν και αυτήν καθώς ήταν αυτόπτης μάρτυρας σε καλπονοθεία, ισχυριζόμενη ότι εργαζόταν στο ίδιο εκλογικό κέντρο με την ίδια.
Ακολούθως, η κα Προδρόμου, επισήμανε ότι ουσιαστικά η Αιτήτρια, υποδηλώνει με τις αναφορές της ότι αναχώρησε από τη ΛΔΚ μαζί με την αδελφή της για τον ίδιο λόγο. Ωστόσο η ίδια ανέφερε στη συνέντευξή της ότι ήλθε μόνη της στη Δημοκρατίας, ενώ δεν έκανε καμία αναφορά στην ύπαρξη της αδελφής της για να συνδεθούν οι δύο φάκελοι, προσθέτοντας ότι η Υπηρεσία Ασύλου δεν μπορεί να συνδέει τους φακέλους των συγγενών καθώς δεν μπορεί να γνωρίζει ποιοι είναι συγγενείς, επισημαίνοντας ότι ήταν ευθύνη της Αιτήτριας να τους υποδείξει ότι είχε αδελφή. Η δε Αιτήτρια δεν το έπραξε και επισήμαναν ότι κάθε αίτηση εξετάζεται εξατομικευμένα. Δήλωσαν ακόμη ότι η Αιτήτρια δεν προσκόμισε οποιαδήποτε μαρτυρία για τον αδελφό της ούτε και έγγραφα που να αποδεικνύουν τον θάνατό του και ότι στην απουσία οποιασδήποτε μαρτυρίας για το θάνατο του αδελφού της, δε μπορεί να γίνει δεκτός ο ισχυρισμός περί έλλειψης υποστηρικτικού δικτύου επισημαίνοντας ότι υπάρχει υποστηρικτικό δίκτυο στη χώρα καταγωγής της που είναι ο αδελφός της. Πρόσθεσαν περαιτέρω ότι η Αιτήτρια στη συνέντευξη της κρίθηκε αναξιόπιστη και συνεπώς η κατ’ ισχυρισμόν έλλειψη υποστηρικτικού δικτύου από μόνη της δεν μπορεί να οδηγήσει σε αναγνώριση της ως πρόσφυγα ή σε παραχώρηση της καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας.
Ο κος Μούσουλος, επισήμανε ότι είναι οξύμωρο να επιζητούν επίσημα έγγραφα από την Αιτήτρια για να αποδείξει την έλλειψη υποστηρικτικού δικτύου. Ισχυρίστηκε ακόμη ότι η προσκόμιση εγγράφων είναι η εξαίρεση και όχι ο κανόνας. Ο συνήγορος της Αιτήτριας ανέφερε ότι το Δικαστήριο έχει να αξιολογήσει την ενώπιον του μαρτυρία. Υπέδειξε ότι η Αιτήτρια δήλωσε πως δεν έχει υποστηρικτικό δίκτυο και θα πρέπει να εξεταστεί η ευαλωτότητα της υπό αυτά τα δεδομένα.
Στη συνέχεια, όταν η Αιτήτρια ρωτήθηκε από το Δικαστήριο πώς και σε ποια περιοχή απεβίωσε ο αδελφός της, η Αιτήτρια δήλωσε ότι πέθανε στην πόλη Goma, η οποία βρίσκεται στην ανατολική ΛΔΚ, ισχυριζόμενη ότι είχε μεταβεί εκεί προκειμένου να κρυφτεί, αφού είχε διαφύγει από την Κινσάσα. Όταν ρωτήθηκε από τι ακριβώς ήθελε να κρυφτεί ο αδελφός της, η Αιτήτρια απάντησε ότι τον αναζητούσε η Κυβέρνηση, καθώς η ίδια είχε εργαστεί σε εκλογικό κέντρο και είχε αντιληφθεί «τις κομπίνες που γίνονταν», με αποτέλεσμα οι αρχές να τον θεωρήσουν ύποπτο και να τον αναζητήσουν επίσης. Στη συνέχεια, ερωτηθείσα για ποιο λόγο ο αδελφός της δεν έφυγε μαζί της από τη χώρα, η Αιτήτρια υποστήριξε ότι αρχικά δεν αντιμετώπιζε πρόβλημα, αλλά άρχισε να βρίσκεται σε κίνδυνο μόνο αφότου οι αρχές δεν κατάφεραν να την εντοπίσουν και άρχισαν να αναζητούν και τον ίδιο. Όταν της ζητήθηκε να διευκρινίσει τον τρόπο με τον οποίο πέθανε ο αδελφός της, η Αιτήτρια απάντησε ότι σκοτώθηκε λόγω του πολέμου που μαίνεται στην περιοχή, πληροφορία την οποία έλαβε από έναν φίλο της, με τον οποίο διατηρούσε επικοινωνία μέσω Facebook.
Η εκτίμηση του Δικαστηρίου
Αξιολογώντας λοιπόν τα όσα έχουν ανωτέρω αναφερθεί υπό το φως και των νομοθετημένων προνοιών και μελετώντας επισταμένως τόσο Εισηγητική Έκθεση του λειτουργού της EUAA όσο και τους λοιπούς ισχυρισμούς της Αιτήτριας ως αυτοί παρουσιάστηκαν τόσο κατά την διοικητική διαδικασία όσο και κατά την ενώπιόν μου δικαστική διαδικασία, καταλήγω στα εξής:
Αρχικά συντάσσομαι με την κρίση των Καθ' ων η αίτηση ως προς την αποδοχή του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού τον οποίον και αποδέχομαι λόγω του ότι οι δηλώσεις της Αιτήτριας κρίνονται ως σαφείς, δεν προέκυψαν στοιχεία περί του αντιθέτου, ενώ οι δηλώσεις της επιβεβαιώθηκαν και από αξιόπιστες πηγές πληροφόρησης στις οποίες προσέτρεξε ο λειτουργός της EUAA.
Αναφορικά με τον δεύτερο κρίσιμο ισχυρισμό της Αιτήτριας, κατόπιν προσεκτικής μελέτης τόσο της προφορικής συνέντευξης όσο και της εισηγητικής έκθεσης του λειτουργού της EUAA, διαπιστώνεται ότι η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να περιγράψει τα γεγονότα που επικαλείται με επαρκή σαφήνεια, λεπτομέρεια και ευλογοφάνεια. Κατά τη διάρκεια της διερεύνησης των ισχυρισμών της, παρέθεσε ένα συγκεχυμένο αφήγημα, το οποίο συνίσταται σε ασαφείς δηλώσεις, υποθέσεις και γενικόλογες αναφορές, χωρίς συγκεκριμένα στοιχεία που να τεκμηριώνουν άμεσα τους ισχυρισμούς της.
Καθώς ο λειτουργός EUAA προχώρησε σε μια αιτιολογημένη και εμπεριστατωμένη αξιολόγηση των δηλώσεων της Αιτήτριας, ως προς την εσωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού της τελευταίας αναφορικά με τους λόγους για τους οποίους φέρεται να εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής, το Δικαστήριο συμφωνεί με την αξιολόγηση αυτή καθώς η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να περιγράψει λεπτομερώς, κατά τρόπο που παραπέμπει σε βιωματικό περιστατικό, τη φερόμενη δίωξη της από την αστυνομία/Κυβέρνηση του Κονγκό επειδή υπήρξε μάρτυρας σε καλπονοθεία όταν είχε εργαστεί σε εκλογικό κέντρο στις προεδρικές εκλογές του 2018 σε ένα σχολείο στη Κινσάσα. Προσθετικά ωστόσο των όσων ανέλυσε ο λειτουργός της EUAA, επισημαίνονται τα εξής κρίσιμα σημεία που πλήττουν περαιτέρω την αξιοπιστία του αφηγήματός της:
Κατά τη διάρκεια της συνέντευξής της στην Υπηρεσία Ασύλου, η Αιτήτρια δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της μέσω του διεθνούς αεροδρομίου N’djili στην Κινσάσα. Ωστόσο, εάν πράγματι διωκόταν από τις αρχές, δεν θα ήταν λογικά εφικτό να αποχωρήσει νομίμως μέσω επίσημου συνοριακού σημείου, χρησιμοποιώντας το διαβατήριό της, χωρίς να αντιμετωπίσει εμπόδια από τις αρχές ασφαλείας. Η αντίφαση αυτή αποδυναμώνει καίρια τον ισχυρισμό της ότι καταζητείτο από την αστυνομία και κλονίζει τον πυρήνα του αφηγήματός της περί δίωξης.
Επιπλέον, κατά την έναρξη της συνέντευξής της, η Αιτήτρια ανέφερε ότι έχει δύο αδέλφια, έναν στη ΛΔΚ και έναν στην Κύπρο, ο οποίος είναι επίσης αιτητής διεθνούς προστασίας. Δεν ανέφερε ποτέ την ύπαρξη αδελφής. Ωστόσο, κατά την ακροαματική διαδικασία, παρουσίασε έναν καινοφανή ισχυρισμό, σύμφωνα με τον οποίο έχει αδελφή στην Κύπρο, της οποίας η αίτηση ασύλου απορρίφθηκε. Αυτή η αιφνίδια τροποποίηση της αφήγησής της, χωρίς προηγούμενη αναφορά στη συνέντευξή της, δημιουργεί εύλογες αμφιβολίες για την αξιοπιστία και την ειλικρίνεια των δηλώσεών της.
Μια ακόμη αντίφαση εντοπίζεται στον τρόπο που η Αιτήτρια περιγράφει την επικοινωνία της με τον αδελφό της στη ΛΔΚ. Υποστήριξε ότι έλαβε μέσω email από τον αδελφό της στην Κύπρο τις ίδιες κλήσεις της αστυνομίας (convocation receipts) που είχε λάβει και η ίδια στη ΛΔΚ. Ωστόσο, την ίδια στιγμή ανέφερε ότι έχει χάσει κάθε επαφή με τον αδελφό της που παραμένει στη ΛΔΚ. Η αντίφαση αυτή δημιουργεί εύλογα ερωτήματα: εάν έχει χάσει κάθε επικοινωνία με τον αδελφό της, πώς της έστειλε αυτά τα έγγραφα; Εάν υπήρχαν επίσημα έγγραφα που επιβεβαίωναν ότι οι αρχές την αναζητούσαν, γιατί δεν τα προσκόμισε εξαρχής ως αποδεικτικά στοιχεία της δίωξής της;Η έλλειψη λογικής συνοχής και η απουσία προσκομισθέντων αποδείξεων πλήττουν σοβαρά την αξιοπιστία του αφηγήματός της.
Σοβαρή ασυνέπεια παρατηρείται επίσης στις δηλώσεις της σχετικά με την τύχη της φίλης της, η οποία, σύμφωνα με τους αρχικούς ισχυρισμούς της, σκοτώθηκε στο αστυνομικό τμήμα. Όταν, όμως, της ζητήθηκαν περισσότερες πληροφορίες, απάντησε ότι άκουσε πως η φίλη της μεταφέρθηκε σε άγνωστη τοποθεσία και εκτελέστηκε. Η μετάβαση από έναν αρχικά κατηγορηματικό ισχυρισμό σε έναν αόριστο και έμμεσο ισχυρισμό βασισμένο σε φήμες, μειώνει την αξιοπιστία της αφήγησής της.
Ολοκληρώνοντας, το Δικαστήριο κρίνει ότι αν και ο λειτουργός EUAA έδωσε τη δυνατότητα στην Αιτήτρια να παραθέσει και να αποσαφηνίσει κάθε πτυχή του υπό εξέταση ισχυρισμού, η τελευταία ωστόσο δεν μπόρεσε δια των δηλώσεών της να θεμελιώσει την εσωτερική αξιοπιστία του προβληθέντος αφηγήματος. Οι αντιφάσεις που εντοπίζονται στη μαρτυρία της, σε συνδυασμό με την έλλειψη αξιόπιστων αποδεικτικών στοιχείων και τη λογική ανακολουθία ορισμένων δηλώσεων, κλονίζουν σοβαρά την αξιοπιστία του αφηγήματός της και αποδυναμώνουν το αίτημά της για διεθνή προστασία.
Σε σχέση με τα έγγραφα που η Αιτήτρια προσκόμισε της επίρρωση των ισχυρισμών της, συμφωνώ με την αξιολόγηση στην οποία προχώρησε το λειτουργός EUUA (βλ. ερυθρό 77 του δ.φ.) καθώς είναι και η δική μου εκτίμηση ότι η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει με σαφήνεια το περιεχόμενό της αφού δήλωσε αόριστα ότι αποδεικνύουν ότι την ψάχνει η αστυνομία (βλ. ερ. 42 δ.φ.), χωρίς ωστόσο να εμφανίζει πραγματική γνώση του περιεχομένου των προσκομισθέντων εγγράφων. Τόνισε της ο λειτουργός EUAA, ότι η ενισχυτική αξία των εν λόγω εγγράφων κλονίζεται και από το γεγονός ότι αποτελούν κακής ποιότητας φωτοτυπίες.
Προχωρώντας στην αξιολόγηση της εξωτερικής αξιοπιστίας του υπό εξέταση ισχυρισμού, το Δικαστήριο ανέτρεξε σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης προκειμένου να διερευνηθεί το σύνολο του αφηγήματος της Αιτήτριας αναφορικά με τον δεύτερο αυτό ουσιώδη ισχυρισμό. Από της εν λόγω πηγές, προκύπτουν τα ακόλουθα:
· Αναφορικά με τα αποτελέσματα των ανωτέρω εκλογών του Δεκεμβρίου του 2018, η ιστοσελίδα African Arguments μετέδωσε ότι το πρωί της της 10ης Ιανουαρίου του 2019, ότι η Εθνική Ανεξάρτητη Εκλογική Επιτροπή (CENI) της ΛΔΚ ανακοίνωσε τα επίσημα αλλά προσωρινά αποτελέσματα από της προεδρικές εκλογές της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό που διεξήχθησαν της 30 Δεκεμβρίου 2018. Ενάντια σε όλα τα διαθέσιμα ανεξάρτητα στοιχεία, η CENI ανακύρηξε νικητή τον Felix Tshisekedi της αντιπολίτευσης Union pour la Démocratie et le Progrès with Social (U5). Ο Μάρτιν Φαγιούλου, της συμμαχίας της αντιπολίτευσης Λαμούκα, λέγεται ότι συγκέντρωσε το 34,7% των ψήφων. Ο υποψήφιος του καθεστώτος, Emmanuel Ramazani Shadary, συγκέντρωσε 23,8%. Το ποσοστό συμμετοχής ήταν 47,6%. Ενώ οι φήμες για μια πιθανή νίκη του Tshisekedi κυκλοφόρησαν στην πρωτεύουσα Κινσάσα της τελευταίες ημέρες – που τροφοδοτούνται εν μέρει από υποτιθέμενες διαπραγματεύσεις μεταξύ του στρατοπέδου του και του καθεστώτος καθώς και από της πρόσφατες καλοπροαίρετες δηλώσεις του υποψηφίου της τον απερχόμενο Πρόεδρο Joseph Kabila – τα αποτελέσματα είναι ωστόσο εξαιρετικά αμφισβητούμενα, καθώς τα αξιόπιστα στοιχεία δημοσκοπήσεων από τη BERCI του Κονγκό και την IPSOS της Γαλλίας για την Ερευνητική Ομάδα του Κονγκό (CRG) τον Δεκέμβριο του 2018, καθώς και τα πραγματικά στοιχεία καταμέτρησης ψήφων από περίπου 40.000 παρατηρητές από την Καθολική Επισκοπική Επιτροπή (CENCO) δείχνουν αντ’ αυτού μια σταθερή και στατιστικά ισχυρή νίκη του Fayulu[4].
· To δε BBC, την ίδια ημέρα (10/01/2019) επιβεβαίωσε ότι σύμφωνα με εκλογικούς αξιωματούχους, ο υποψήφιος της αντιπολίτευσης Φέλιξ Τσισεκέντι κέρδισε της προεδρικές εκλογές της ΛΔ Κονγκό. Η ανακοίνωση, που έγινε κατά τη διάρκεια της νύχτας, πυροδότησε κατηγορίες για «εκλογικό πραξικόπημα» από τον επιλαχόντα Μάρτιν Φαγιούλου. Η Καθολική Εκκλησία είπε ότι το αποτέλεσμα δεν ταίριαζε με τα στοιχεία που συλλέχθηκαν από της παρατηρητές των εκλογών της. Το κυβερνών κόμμα, του οποίου ο υποψήφιος τερμάτισε τρίτος, δεν έχει ακόμη αμφισβητήσει το αποτέλεσμα, προκαλώντας ισχυρισμούς για συμφωνία κατανομής της εξουσίας με τον κ. Tshisekedi. Ο κ. Tshisekedi υποσχέθηκε να είναι «ο πρόεδρος όλων των πολιτών της ΛΔΚ «, λέγοντας: «Κανείς δεν θα μπορούσε να φανταστεί ένα τέτοιο σενάριο όπου της υποψήφιος της αντιπολίτευσης θα έβγαινε νικητής». Επέδειξε συμφιλιωτική στάση της τον κ. Kabila όταν απευθυνόταν σε υποστηρικτές στα κεντρικά του κόμματος Ένωση για τη Δημοκρατία και την Κοινωνική Πρόοδο στην Κινσάσα. «Αποτίω φόρο τιμής στον Πρόεδρο Τζόζεφ Καμπίλα και σήμερα δεν πρέπει να τον βλέπουμε πλέον ως αντίπαλο, αλλά μάλλον ως εταίρο στη δημοκρατική αλλαγή στη χώρα της», είπε. Οι υποστηρικτές του κ. Fayulu λένε ότι αυτό υποστηρίζει την υποψία της ότι ο κ. Tshisekedi έκλεισε μια συμφωνία κατανομής της εξουσίας με τον κ. Kabila. Ο εκπρόσωπος του κ. Tshisekedi, Louis d’Or Ngalamulume, είπε ότι «δεν υπήρξε ποτέ καμία συμφωνία». Ο κ. Fayulu, πρώην μεγιστάνας του πετρελαίου, είπε ότι τα αποτελέσματα δεν είχαν «καμία σχέση με την αλήθεια». «Ο λαός του Κονγκό δεν θα δεχτεί ποτέ μια τέτοια απάτη», δήλωσε στο BBC, προσθέτοντας: «Ο Φέλιξ Τσισεκέντι δεν πήρε ποτέ 7 εκατομμύρια ψήφους;» Προέβαλε μάλιστα ότι η εκλογική επιτροπή και το κυβερνών κόμμα είχαν διαμορφώσει τα στοιχεία για να δώσουν στον κ. Tshisekedi – τον «προστάτη» της – τη νίκη[5].
· Σε σχέση με της συνθήκες υπό της οποίες έλαβαν χώρα οι ανωτέρω εκλογές στη ΛΔΚ το 2018, η ιστοσελίδα Democracy in Africa, μετέδωσε ότι την Κυριακή 30 Δεκεμβρίου 2018, δύο χρόνια μετά το συνταγματικό τέλος της θητείας του Καμπίλα, το εκλογικό σώμα του Κονγκό πήγε να ψηφίσει εν μέσω παρατυπιών, σύγχυσης και εκφοβισμού. Το ίδιο βράδυ –χάρη της μηχανές ψηφοφορίας– οι αρχές έλαβαν τα πρώτα αποτελέσματα και συνειδητοποίησαν ότι οι βαθμολογίες του Shadary ήταν πολύ πίσω από της της δύο βασικούς υποψηφίους και ότι ο Martin Fayulu πιθανότατα θα αποκτούσε την απόλυτη πλειοψηφία. Το καθεστώς πλησίασε το στρατόπεδο Tshisekedi και πρόσφερε στον υποψήφιο του την προεδρία για να αποφύγει την πτώση της εξουσίας στα χέρια του Fayulu, και το πιο σημαντικό, αυτών των ισχυρών υποστηρικτών του Bemba και Katumbi. Αυτό το σενάριο, σε συνδυασμό με τη συντριπτική νίκη του της βουλευτικές και επαρχιακές εκλογές που διεξήχθησαν υπό της της δόλιες συνθήκες με της προεδρικές εκλογές, επέτρεψε στην FCC του Kabila να διατηρήσει τον έλεγχο. Αυτό σήμαινε της ότι ο Kabila θα παρέμενε στο επίκεντρο των παράλληλων δικτύων που κυβερνούσαν τη χώρα από την εποχή του Mobutu. Έτσι, της 10 Ιανουαρίου 2019 ο Tshisekedi ανακηρύχθηκε νικητής με 38,6 % των ψήφων, λιγότερες από 700.000 ψήφους μπροστά από τον Martin Fayulu (34,8 %). Ο υποψήφιος της FCC Ramazani Shadary ήταν τρίτος με 23,8%. Της τα δεδομένα που διέρρευσαν από της υπολογιστές ψηφοφορίας της CENI και τα δεδομένα που συλλέχθηκαν από της 40.000 παρατηρητές της CENCO έδωσαν μια εντελώς διαφορετική εικόνα. Σύμφωνα με αυτά τα στοιχεία, ο Martin Fayulu εξασφάλισε μια συντριπτική νίκη με περίπου 60% των ψήφων, με της Tshisekedi και Shadary να υστερούν πολύ με περίπου 19% ο καθένας. Ο Fayulu αμφισβήτησε αμέσως τα αποτελέσματα, αλλά το συνταγματικό δικαστήριο τα επιβεβαίωσε[6].
· Σύμφωνα με πληροφορίες που μετέδωσε η Voice of Ameria τον υπό κρίση χρόνο, η ισχυρή Καθολική Εκκλησία, η οποία έστειλε περισσότερους από 40.000 παρατηρητές της κάλπες, αμφισβήτησε της το επίσημο αποτέλεσμα, λέγοντας ότι «τα αποτελέσματα των προεδρικών εκλογών της δημοσιεύονται από το CENI δεν ανταποκρίνονται στα δεδομένα που συνέλεξε η αποστολή παρατηρητών της από τα εκλογικά τμήματα και την καταμέτρηση»[7]. Η ίδια πηγή, επιβεβαιώνει ότι εκλογικοί αξιωματούχοι στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό έχουν προκαλέσει έκπληξη και οργή ανακηρύσσοντας τον ηγέτη της αντιπολίτευσης Felix Tshisekedi νικητή των προεδρικών εκλογών του έθνους, μετά από καθυστερήσεις στην καταμέτρηση και μια κάλπη που στιγματίστηκε από παρατυπίες, ανεξέλεγκτες υποψίες και χάος, καθώς την ημέρα των εκλογών, το εκλογικό υλικό έφτασε αργά, οι ψηφοφόροι δεν μπορούσαν να βρουν τα ονόματά της της καταλόγους και τα εκλογικά μηχανήματα απέτυχαν ή ήταν πολύ περίπλοκα για της ψηφοφόρους. Τα προσωρινά αποτελέσματα καθυστέρησαν, δημιουργώντας φήμες και υποψίες[8].
· Σε σχέση με την εκλογική διαδικασία του 2018 στη ΛΔΚ, σχετική έκθεση του The Carter Center αναφέρει ότι κατά τη διάρκειά της τα περισσότερα εκλογικά τμήματα κατάφεραν να ολοκληρώσουν το άνοιγμα της διαδικασίας χωρίς μεγάλα προβλήματα[9]. Αναφέρθηκαν ωστόσο καθυστερήσεις λόγω ελλείψεων βασικού υλικού από εκλογικά τμήματα, συμπεριλαμβανομένων των εκλογικών καταλόγων και των εκλογικών μηχανημάτων ή των εξαρτημάτων της. Ωστόσο, τα εκλογικά μηχανήματα αντιμετώπισαν σημαντικά προβλήματα χρηστικότητας που οδήγησαν σε της αναφερόμενες περιπτώσεις καθυστερήσεων και υποβοηθούμενης ψηφοφορίας. Η υποβοηθούμενη ψηφοφορία θα μπορούσε να δώσει την ευκαιρία της παράγοντες των πολιτικών κομμάτων να ασκήσουν αδικαιολόγητα επιρροή της ψηφοφόρους, θέτοντας σε κίνδυνο το απόρρητο της ψηφοφορίας. Ενώ το CENI γνώριζε αυτόν τον κίνδυνο και ανέλαβε δραστηριότητες εκλογικής εκπαίδευσης, οι προσπάθειες αυτές ήταν ανεπαρκείς δεδομένου του χρονικού πλαισίου και το μέγεθος του έργου. Η διάταξη των εκλογικών κέντρων και ιδιαίτερα η θέση των εκλογικών θαλάμων, αναφέρθηκε της ως παραβίαση του απορρήτου. Αυτά τα ζητήματα θα έπρεπε να είχαν αντιμετωπιστεί κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσης του εκλογικού προσωπικού. Αν και οι κάλπες γενικά έκλεισαν στην ώρα της, η επιτροπή παράτεινε τον τερματισμό της διαδικασίας στα εκλογικά τμήματα τα οποία άνοιξαν αργά ή όπου η ψηφοφορία διεκόπη λόγω τεχνικών προκλήσεων. Η χρήση ηλεκτρονικών μηχανημάτων ψηφοφορίας εμπόδισε την παρακολούθηση των εργασιών ψηφοφορίας σε ορισμένες κάλπες, ενώ προκάλεσε ανησυχίες για το απόρρητο της ψηφοφορίας. Το ηλεκτρονικό αρχείο ψήφων, καθώς και η «γρήγορη απόκριση» ή οι κωδικοί QR[10], που εντόπιζαν ψηφοδέλτια από την επαρχία και χρησίμευαν της για την πρόληψη της πλαστογραφίας, θα μπορούσαν, εάν χρησιμοποιούντο σε διαδοχική σειρά, να συνδέσουν το περιεχόμενο του ψηφοδελτίου με συγκεκριμένο ψηφοφόρο. Ομοίως, οι αναλυτές επεσήμαναν ότι το λογισμικό θα μπορούσε να σχεδιαστεί σκόπιμα ή κατά λάθος, έτσι ώστε να μην καταγράφονται οι ψήφοι της προβλέπεται, της όφελος συγκεκριμένων υποψηφίων, ανεξάρτητα από το τι εμφανιζόταν στην οθόνη ή στην εκτύπωση. Επιπρόσθετες ανησυχίες εκφράστηκαν σχετικά με τη διαδικασία καταμέτρησης των ψηφοδελτίων και τον πιθανό αντίκτυπο της χρήσης των ηλεκτρονικών μηχανήματων ψηφοφορίας στον πίνακα αποτελεσμάτων. Ο νόμος απαιτεί από της αξιωματούχους των εκλογικών τμημάτων να μετρούν τα έντυπα ψηφοδέλτια και να χρησιμοποιούνται αυτά τα στοιχεία για να συμπληρωθούν τα έντυπα των αποτελεσμάτων, αντί να χρησιμοποιείται οποιαδήποτε ηλεκτρονική συσκευή. Ωστόσο, οι υπεύθυνοι των εκλογικών τμημάτων έλαβαν οδηγίες να συμπεριλάβουν τον ηλεκτρονικό καταλογισμό μαζί με το υλικό που μεταφέρθηκε στο τοπικό κέντρο συλλογής αποτελεσμάτων (CLRC). Σε περίπτωση αποκλίσεων, και τα δύο σύνολα αριθμών μπορούσαν να επανεξεταστούν στο CLRC και υπήρχε η δυνατότητα να αναθεωρηθούν τα επίσημα αποτελέσματα με βάση την ηλεκτρονική καταμέτρηση. Και τα δύο μεγάλα εθνικά δίκτυα παρατηρητών, το Symocel και το CENCO-JPC, ανέφεραν αναντιστοιχίες μεταξύ των χειροκίνητων και ηλεκτρονικών καταμετρήσεων. Το CENCO/JPC ανέφερε αποκλίσεις στο 7,1 τοις εκατό των εκλογικών τμημάτων παρατήρησε και το Symocel ανέφερε αναντιστοιχίες στο 11 τοις εκατό των εκλογικών τμημάτων που παρατηρήθηκαν. Ωστόσο, κανένας οργανισμός δεν παρείχε πληροφορίες σχετικά με την κλίμακα των αποκλίσεων και, ως εκ τούτου, είναι δύσκολο να εκτιμηθεί η κλίμακα αυτών των θεμάτων ή ο αντίκτυπός της στον πίνακα των αποτελεσμάτων[11]. Η Symocel σημείωσε επιπλέον ότι το 6 % των φύλλων αποτελεσμάτων που σε επίπεδο εκλογικών κέντρων, συμπληρώθηκαν, κατά παράβαση του νόμου βάσει ηλεκτρονικών αποτελεσμάτων[12]. Για της μελλοντικές εκλογές, το Κέντρο ενθαρρύνει σθεναρά το CENI να εισαγάγει δημόσιες πιστοποιήσεις και ελέγχους για την επανεξέταση της ακεραιότητας των ηλεκτρονικών μηχανημάτων ψηφοφορίας και την ενίσχυση της εμπιστοσύνης του κοινού στη χρήση της. Αυτά τα μέτρα είναι ιδιαίτερα σημαντικά εάν ο νόμος συνεχίσει να επιτρέπει της εκλογικούς υπαλλήλους να δίνουν υιοθετούν την ηλεκτρονική καταμέτρηση των ψήφων σε επίπεδο τοπικών συγκεντρωτικών κέντρων.[13]
· Ομοίως, ως της της παρατυπίες της εκλογικής διαδικασίας, το ειδησεογραφικό πρακτορείο Al Jazeera μετέδωσε, τον υπό κρίση χρόνο, ότι μια αποστολή παρατηρητών της προεδρικές εκλογές της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό ανέφερε ότι υπήρξε μάρτυρας 52 «μεγάλων» παρατυπιών στα 101 κέντρα καταμέτρησης ψήφων που παρατήρησε, συμπεριλαμβανομένων ατόμων που παραποίησαν τα αποτελέσματα. Υπάρχουν 179 κέντρα καταμέτρησης που καταμετρούν της ψήφους σε όλη τη ΛΔΚ. Η έκθεση που κυκλοφόρησε από τη SYMOCEL με έδρα τη ΛΔΚ, ανέφερε ότι στο 16% των κέντρων καταμέτρησης ψήφων παρατηρήθηκε ότι η καταμέτρηση των ψήφων βασίζονταν σε αποτελέσματα που μεταδίδονταν από εκλογικές μηχανές αντί να καταμετρούνται με το χέρι, της απαιτείται από τη νομοθεσία. Είπε της ότι στο 92 % των κέντρων καταμέτρησης ψήφων που είχε παρατηρήσει δεν κοινοποιήθηκαν φύλλα καταμέτρησης των ψήφων από έξω, της απαιτεί ο νόμος[14].
· Σε σχέση με την καταμέτρηση των ψήφων κατά τη διάρκεια των εκλογών, θα πρέπει να αναφερθεί ότι η Ανεξάρτητη Εθνική Εκλογική Επιτροπή (INEC) είναι της θεσμός για την υποστήριξη της Δημοκρατίας, του οποίου η σύσταση, η οργάνωση, οι εξουσίες και η λειτουργία του απορρέουν από τον Νόμο αριθ. 10/013 της ΛΔΚ. Στη βάση του άρθρου 154 Συντάγματος της ΛΔΚ, ιδρύθηκε η πρώτη Εκλογική Επιτροπή για τη διεξαγωγή των πρώτων δημοκρατικών εκλογών της ΛΔΚ από το 1960. Οι ειδικές μονάδες της επιτροπής χωρίζονται στα τμήματα: 1) Ενημέρωσης του πολίτη γύρω από της εκλογές, 2) Εγγραφής ψηφοφόρων και υποψηφίων, 3) 4) Νομικών και επίμαχων θέματα, 5) Διεξαγωγής εκλογών και συλλογής αποτελεσμάτων και 6) Επικοινωνίας και δημοσίων σχέσεων[15].
· Αναφορικά με τα όσα εξελίχθηκαν μετά την ολοκλήρωση των εκλογών του 2018,η ιστοσελίδα Voice of America μετέδωσε, τον υπό κρίση χρόνο, ότι αρκετοί άνθρωποι τραυματίστηκαν στην πρωτεύουσα της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό, καθώς η αστυνομία διέλυσε βίαια μια απαγορευμένη διαδήλωση της αντιπολίτευσης που ζητούσαν την επανάληψη των εθνικών εκλογών. Η αστυνομία περικύκλωσε της τα κεντρικά γραφεία του Μάρτιν Φαγιούλου, της από της πέντε αμφισβητίες του Προέδρου Φέλιξ Τσισεκέντι που είχαν καλέσει της υποστηρικτές της να διαδηλώσουν στην Κινσάσα την Τετάρτη κατά των προεδρικών και νομοθετικών εκλογών, οι οποίες λένε ότι ήταν νοθευμένες και πρέπει να ακυρωθούν. Η διοίκηση του Tshisekedi απέρριψε της ισχυρισμούς. Η κυβέρνηση απαγόρευσε της διαμαρτυρίες λέγοντας ότι είχε σκοπό να υπονομεύσει το έργο της εθνικής εκλογικής επιτροπής (CENI) η οποία συγκέντρωσε τα αποτελέσματα που έδωσαν στον Τσισεκέντι ένα ισχυρό προβάδισμα. Η αστυνομία εκτόξευσε δακρυγόνα και πέταξε πέτρες σε ανθρώπους έξω και μέσα στα κεντρικά γραφεία, δήλωσε μάρτυρας του Reuters, ο οποίος είπε ότι οι άνθρωποι πετούσαν και πέτρες. Ο Φαγιούλου κατηγόρησε τις δυνάμεις ασφαλείας για βαρβαρότητα και είπε ότι 11 άνθρωποι τραυματίστηκαν. Ο αρχηγός της αστυνομίας της Κινσάσα, Blaise Kilimba Limba, δήλωσε ότι δύο αστυνομικοί τραυματίστηκαν από πέτρες. Οι προσπάθειες συγκέντρωσης σε άλλα σημεία της πόλης ματαιώθηκαν γρήγορα εν μέσω της έντονης παρουσίας ασφαλείας. Ορισμένοι διαδηλωτές προσπάθησαν να κλείσουν δρόμους με αναμμένα λάστιχα προτού παρέμβει η αστυνομία[16].
Η αξιολόγηση της εξωτερικής αξιοπιστίας των ισχυρισμών της Αιτήτριας αποκαλύπτει αρκετές αντιφάσεις μεταξύ του αφηγήματός της και των πληροφοριών που παρέχουν ανεξάρτητες πηγές αναφορικά με τις εκλογές του 2018 στη ΛΔΚ, ως αυτές αποτυπώνονται στα όσα παρατέθηκαν ανωτέρω. Οι αντιφάσεις αυτές σχετίζονται τόσο με τη διαδικασία καταμέτρησης των ψήφων όσο και με τον τρόπο με τον οποίο υποστηρίζει ότι στοχοποιήθηκε από τις αρχές. Ειδικότερα, μία βασική αντίφαση εντοπίζεται στον τρόπο που η Αιτήτρια περιγράφει την καταμέτρηση των ψήφων. Σύμφωνα με την αφήγησή της, παρατήρησε ότι η αστυνομία αφαίρεσε ψήφους που είχαν δοθεί στον Martin Fayulu, γεγονός που υποδηλώνει ότι η καταμέτρηση γινόταν χειροκίνητα και ότι υπήρχε φυσική πρόσβαση στα ψηφοδέλτια. Ωστόσο, ανεξάρτητες αναφορές από το The Carter Center, την Al Jazeera και την Καθολική Εκκλησία (CENCO- βλ. ανωτέρω) επιβεβαιώνουν ότι στις εκλογές του 2018 χρησιμοποιήθηκαν ηλεκτρονικά μηχανήματα ψηφοφορίας, γεγονός που καθιστά ιδιαίτερα δύσκολο το ενδεχόμενο φυσικής παρέμβασης στη διαδικασία καταμέτρησης των ψήφων. Οι πηγές αυτές αναφέρουν ότι, παρόλο που η νομοθεσία απαιτούσε η τελική καταμέτρηση να βασίζεται στα έντυπα ψηφοδέλτια, αρκετά εκλογικά κέντρα στηρίχθηκαν σε ηλεκτρονικές καταμετρήσεις, ενώ παρατηρήθηκαν σοβαρές αποκλίσεις μεταξύ των ηλεκτρονικών και χειροκίνητων αποτελεσμάτων. Η αποτυχία της Αιτήτριας να αναφέρει οποιαδήποτε λεπτομέρεια σχετικά με τη χρήση αυτών των μηχανημάτων και η γενική περιγραφή της διαδικασίας με τρόπο που αντιφάσκει με τις εξωτερικές πηγές αποδυναμώνουν την αξιοπιστία της.
Μια άλλη σημαντική αντίφαση προκύπτει από τον ίνδυνοςς της ότι καταζητείται από τις αρχές λόγω της γνώσης της για την καλπονοθεία. Η Αιτήτρια αρχικά δήλωσε ότι μίλησε ανοιχτά για την καλπονοθεία που παρατήρησε, αλλά αργότερα διευκρίνισε ότι είχε μοιραστεί τις πληροφορίες μόνο με τα αδέλφια της και με μέλη της εκκλησίας. Αυτό δημιουργεί ασάφεια ως προς το πώς ακριβώς οι αρχές έμαθαν ότι κατείχε πληροφορίες που θα μπορούσαν να τη θέσουν σε ίνδυνος. Οι εξωτερικές πηγές επιβεβαιώνουν ότι η κυβέρνηση της ΛΔΚ καταδίωξε ακτιβιστές, πολιτικούς αντιπάλους και συμμετέχοντες σε διαδηλώσεις, αλλά δεν υπάρχουν τεκμηριωμένες περιπτώσεις συστηματικής δίωξης χαμηλόβαθμων υπαλλήλων της εκλογικής διαδικασίας, όπως καταμετρητών ψήφων. Εάν η Αιτήτρια πράγματι δεν μίλησε δημόσια για όσα είδε, είναι ασαφές γιατί οι αρχές θα την είχαν στοχοποιήσει σε τέτοιο βαθμό.
Συνολικά, οι αντιφάσεις αυτές μειώνουν την εξωτερική αξιοπιστία των ισχυρισμών της Αιτήτριας. Παρόλο που οι εκλογές του 2018 χαρακτηρίστηκαν από νοθεία, πολιτικές διώξεις και καταστολή διαδηλώσεων, δεν υπάρχουν στοιχεία που να επιβεβαιώνουν ότι καταμετρητές ψήφων υπέστησαν στοχοποιημένη δίωξη. Επιπλέον, η έλλειψη σαφήνειας στη μαρτυρία της, οι ασαφείς αναφορές για το τι ακριβώς συνέβη στη φίλη της και η αντίφαση ως προς το πώς έλαβε τα έγγραφα από τις αρχές και τον αδελφό της, συνιστούν κρίσιμα σημεία που αποδυναμώνουν το αφήγημά της.
Κατά τούτο λοιπόν, κρίνω ότι ο δεύτερος ισχυρισμός της Αιτήτριας είναι αναξιόπιστος.
Έχοντας ολοκληρώσει την εξέταση των ουσιωδών ισχυρισμών της Αιτήτριας, ως αυτοί εντοπίστηκαν και απομονώθηκαν από τον λειτουργό EUAA, φρονώ πως υπό το φως των όσων λέχθηκαν ενώπιόν μου κατά την ακροαματική διαδικασία και στο πλαίσιο της ex nunc αξιολόγησης των ισχυρισμών της Αιτήτριας, είναι κρίσιμο να σχηματιστεί και εξεταστεί ακόμα ένας τρίτος ουσιώδης ισχυρισμός: ήτοι ότι η Αιτήτρια είναι γυναίκα μόνη, χωρίς κανένα υποστηρικτικό δίκτυο στη ΛΔΚ. Η διαπίστωση του κατά πόσο η Αιτήτρια είναι γυναίκα μόνη χωρίς υποστηρικτικό δίκτυο στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (ΛΔΚ) είναι κρίσιμη για την αξιολόγηση του αιτήματός της.
Εξετάζοντας συνεπώς τα όσα η Αιτήτρια δήλωσε, τόσο κατά την δικαστική διαδικασία όσο και κατά την πρωτοβάθμια διαδικασία, διαπιστώνω τα ακόλουθα:
Κατά την αρχική της συνέντευξη, η Ατήτρια δήλωσε ότι στη ΛΔΚ είχε έναν αδελφό, ενώ παράλληλα αναφέρθηκε στην ύπαρξη ενός δεύτερου αδελφού που είχε υποβάλει αίτηση για διεθνή προστασία στην Κυπριακή Δημοκρατία. Ωστόσο, κατά την ακροαματική διαδικασία, κατόπιν επανανοίγματος της υπόθεσής της, υποστήριξε ότι δεν έχει αδελφό στην Κυπριακή Δημοκρατία, αλλά αδελφή, ενώ ο μοναδικός της αδελφός βρισκόταν στη ΛΔΚ μέχρι τον θάνατό του στις 28 Φεβρουαρίου 2024. Η μεταβολή αυτή δημιουργεί εύλογες αμφιβολίες ως προς το κατά πόσο η Αιτήτρια στερείται υποστηρικτικού περιβάλλοντος στη χώρα καταγωγής της, ενώ παράλληλα εγείρει ερωτήματα σχετικά με την αξιοπιστία των δηλώσεών της και το κατά πόσο η αλλαγή αυτή ήταν αποτέλεσμα σκόπιμης παραποίησης ή ουσιώδους σύγχυσης.
Δεν μου διαφεύγει ότι το ενδεχόμενο γλωσσικής παρερμηνείας σχετικά με το φύλο του αδελφού ή της αδελφής της δεν μπορεί να αποκλειστεί, καθώς η συνέντευξη διεξήχθη παρουσία διερμηνέα, με την γλώσσα επικοινωνίας να είναι η lingala (βλ. ερυθρό 55 του δ.φ.) Παρά την επισήμανση αυτή, δεν μπορώ να παραβλέψω ότι δεν έχουν προσκομισθεί στο Δικαστήριο, μέσω ασφαλώς του κατάλληλου δικονομικού διαβήματος, τέτοια στοιχεία δυνάμενα να ανατρέψουν το τεκμήριο κανονικότητας που περιβάλλει τις πράξεις και αποφάσεις της Διοίκησης. Ο ισχυρισμός που τέθηκε ενώπιόν μου είναι ότι η Αιτήτρια είχε ισχυριστεί κατά τη συνέντευξή της ότι δεν έχει αδελφό στη Δημοκρατία αλλά αδελφή, ωστόσο, δεδομένου του τεκμηρίου κανονικότητας, το βάρος απόδειξης μεταφέρεται στην Αιτήτρια, η οποία όφειλε να προσκομίσει συγκεκριμένα στοιχεία ή μαρτυρία που να δείχνουν ότι πρόκειται περί εσφαλμένης καταγραφής κατά τη συνέντευξη ή ότι πρόκειται περί γλωσσικής παρερμηνείας. Όπως τονίστηκε σε σωρεία αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου[17], η Διοίκηση τεκμαίρεται πως λειτουργεί σύμφωνα με το Νόμο, εκτός όπου καθαρά αποδεικνύεται πως τούτο δε συμβαίνει, κάτι που δε συμβαίνει στην υπό εξέταση υπόθεση[18]. Στο πλαίσιο δε της κανονικότητας των διοικητικών πράξεων, επί των οποίων υπάρχει μαχητό τεκμήριο, δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί ανατροπή του με τα όσα η Αιτήτρια επιχειρηματολογεί. Επισημαίνεται επί τούτου η πολύ μεγάλη σημασία που έχουν τα λεχθέντα του αιτούντος, σε κάθε στάδιο της διαδικασίας, για την αξιολόγηση της αξιοπιστίας των ισχυρισμών του.
Πρόσθετα, επισημαίνω ότι αν η διαφοροποίηση στα λεχθέντα της Αιτήτριας προέκυψε από γλωσσική παρερμηνεία, η Αιτήτρια θα έπρεπε να την είχε διορθώσει αμέσως, κάτι που δεν έπραξε σε κανένα στάδιο, παρά μόνο κατά το επανάνοιγμα της υπόθεσης αυτής και μόνο όταν τέθηκε υπό αμφισβήτηση η αξιοπιστία του ισχυρισμού της.
Συνεπώς, οφείλω να αξιολογήσω τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιόν μου, όπως ακριβώς παρουσιάστηκαν, δεδομένου ότι δεν έχουν ανατραπεί. Από την εξέταση αυτών προκύπτει ότι η Αιτήτρια, κατά τη συνέντευξή της, αναφέρθηκε στην ύπαρξη δύο αδελφών, αμφότεροι άνδρες, με τον έναν να βρίσκεται στη ΛΔΚ και τον άλλον στη Δημοκρατία. Επισημαίνω, ως θα διαφανεί και στη συνέχεια ότι η αναφορά σε δύο αδέλφια, η μεταγενέστερη αλλαγή ως προς το φύλο τους και η αδυναμία της να δώσει σαφείς και συνεκτικές εξηγήσεις καταδεικνύουν ότι η σύγχυση δεν περιορίζεται αποκλειστικά σε γλωσσικό επίπεδο, αλλά επεκτείνεται σε ουσιώδεις πτυχές της αφήγησής της.
Ο καινοφανής ισχυρισμός της Αιτήτριας, ως τέθηκε κατά την ακροαματική διαδικασία, αναφορικά με την αδελφή της, η οποία βρίσκεται στην Κυπριακή Δημοκρατία, παρουσιάζει επίσης ασυνέπεια. Ενώ στη συνέντευξή της δεν έκανε καμία αναφορά στην ύπαρξή της, αργότερα, κατά την ακροαματική διαδικασία, υπονόησε με τα λεγόμενά της ότι έφυγαν μαζί από τη ΛΔΚ για τον ίδιο λόγο, καθώς και οι δύο ήταν μάρτυρες εκλογικής καλπονοθείας. Ωστόσο, αν πράγματι η διαφυγή τους ήταν κοινή και συνδεδεμένη με το ίδιο περιστατικό, θα ανέμενε κανείς η Αιτήτρια να είχε συνδέσει εξαρχής την αίτησή της με εκείνη της αδελφής της, γεγονός που θα ενίσχυε την υπόθεσή της. Όπως πολύ ορθά επισήμανε η κα Προδρόμου, η Αιτήτρια στη συνέντευξή της ανέφερε ότι ήλθε μόνη της στη Δημοκρατίας, ενώ δεν έκανε καμία αναφορά στην ύπαρξη της αδελφής της για να συνδεθούν οι δύο φάκελοι.
Η αντίφαση επεκτείνεται και στον αδελφό της, αφού από τις ίδιες της δηλώσεις της Αιτήτριας, ως αυτές τέθηκαν ενώπιόν μου κατά τις τρεις ακροαματικές διαδικασίας, προκύπτουν πρόσθετες σημαντικές αντιφάσεις σχετικά με το πότε και υπό ποιες συνθήκες αυτός έφυγε από την Κινσάσα, καθώς και τον λόγο που κατέληξε στη Γκόμα, όπου φέρεται να σκοτώθηκε.
Αρχικά, κατά την ακροαματική διαδικασία της 03.07.2024, η Αιτήτρια ανέφερε ότι ο αδελφός της είχε φύγει από την Κινσάσα μετά τον θάνατο της μητέρας τους. Ωστόσο, στη μεταγενέστερη ακροαματική διαδικασία της 04.11.2024, η Αιτήτρια διατύπωσε έναν διαφορετικό ισχυρισμό, υποστηρίζοντας ότι ο αδελφός της αναγκάστηκε να διαφύγει από την Κινσάσα όταν άρχισαν να τους απειλούν στο σπίτι τους, την ίδια και την μητέρα της, κάτι που παρουσιάζει χρονική και αιτιολογική απόκλιση σε σχέση με την προηγούμενη αφήγησή της, υποδηλώνοντας ότι έφυγε ενόσω η μητέρα του ήταν ακόμα εν ζωή.
Κατά την ακροαματική διαδικασία της 02ης.12.2024, η Αιτήτρια προσέθεσε μία ακόμη διάσταση στον ισχυρισμό της, λέγοντας ότι ο αδελφός της δεν είχε αρχικά πρόβλημα με τις αρχές, αλλά άρχισε να κινδυνεύει αφότου οι αρχές απέτυχαν να εντοπίσουν την ίδια και στράφηκαν σε αυτόν. Αυτή η τοποθέτηση έρχεται σε αντίθεση με τη δήλωσή της, στις 04.11.2024, σύμφωνα με την οποία ο αδελφός της είχε ήδη διαφύγει λόγω απειλών. Αν ο αδελφός της δεν ήταν αρχικά στόχος των αρχών, τότε γιατί είχε ήδη εγκαταλείψει την Κινσάσα πολύ νωρίτερα, όπως η ίδια είχε αναφέρει στην προηγούμενη ακρόαση;
Ένα άλλο κρίσιμο ζήτημα αφορά την οικονομική της επιβίωση. Σύμφωνα με τα λεγόμενά της, δεν είχε ποτέ σταθερή εργασία στη ΛΔΚ, πέραν της σύντομης απασχόλησής της κατά τις εκλογές. Ωστόσο, απέφυγε να δώσει σαφή απάντηση σχετικά με το πώς συντηρούνταν τόσο πριν όσο και μετά την εκλογική της δραστηριότητα. Αν πράγματι διέμενε στην Κινσάσα χωρίς εργασία και χωρίς κάποιο υποστηρικτικό δίκτυο, προκύπτει το εύλογο ερώτημα του πώς εξασφάλιζε τα προς το ζην. Ενδεχομένως λοιπόν, το γεγονός ότι η Αιτήτρια δεν υποστήριξε σε κανένα σημείο ότι αντιμετώπιζε προβλήματα σίτισης, να υποδηλοί την ύπαρξη ενός ισχυρού οικογενειακού δικτύου, το οποίο ενδέχεται να εξακολουθεί να υπάρχει στη ΛΔΚ, παρά τους ισχυρισμούς της περί πλήρους αποκοπής της από συγγενικά πρόσωπα.
Μία ακόμη σημαντική αντίφαση αφορά τον λόγο για τον οποίο ο αδελφός της επέλεξε να πάει στη Γκόμα, με την Αιτήτρια να ισχυρίζεται ότι ο αδελφός της μετέβη εκεί για να κρυφτεί, αφού τον αναζητούσαν. Ωστόσο, κατά την αρχική της τοποθέτηση, είχε απλώς αναφέρει ότι ο αδελφός της είχε απομακρυνθεί μετά τον θάνατο της μητέρας τους, χωρίς να συνδέει τη φυγή του με κρατική δίωξη. Επιπλέον, η εξήγηση που έδωσε στην ακροαματική διαδικασία της 02.12.2024, ότι η κυβέρνηση τον αναζητούσε λόγω της εμπλοκής της ίδιας στις εκλογές, φαίνεται ασαφής και ανακόλουθη. Αν η κυβέρνηση τον θεωρούσε ύποπτο λόγω της συμμετοχής της αιτήτριας σε εκλογικό κέντρο, γιατί δεν αντιμετώπιζε πρόβλημα εξαρχής, αλλά άρχισε να διώκεται μόνο μετά την εξαφάνιση της ίδιας;
Επιπλέον, η πληροφορία για τον θάνατό του, όπως αυτή παρουσιάστηκε, δημιουργεί νέες αμφιβολίες. Η Αιτήτρια δήλωσε ότι έμαθε για τον θάνατό του μέσω ενός φίλου της στο Facebook, ωστόσο δεν προσκόμισε κάποιο αποδεικτικό στοιχείο για τον θάνατο του, ούτε ανέφερε συγκεκριμένες λεπτομέρειες για τις συνθήκες υπό τις οποίες σκοτώθηκε. Αρχικά, δήλωσε ότι σκοτώθηκε επειδή αναζητούνταν από τις αρχές, ενώ στη συνέχεια υποστήριξε ότι πέθανε λόγω του πολέμου στη Γκόμα, υπονοώντας ότι ήταν θύμα των συγκρούσεων και όχι κρατικής δίωξης. Αυτή η αντίφαση θέτει υπό αμφισβήτηση το αν όντως ο αδελφός της διέτρεχε πολιτικό κίνδυνο ή αν βρισκόταν σε εμπόλεμη ζώνη για άλλους, μη διευκρινισμένους λόγους.
Η αναφορά της ότι ο αδελφός της εγκατέλειψε την Κινσάσα και κατευθύνθηκε προς τη Γκόμα προκειμένου να σωθεί δημιουργεί επιπλέον αμφιβολίες. Ως προκύπτει από εξωτερικές πηγές στις οποίες παραπέμπω στη συνέχεια, η Γκόμα, ήδη από το 2020, αποτελούσε μία από τις πιο ασταθείς περιοχές της χώρας, με αυξημένη δραστηριότητα ένοπλων ομάδων. Σύμφωνα με την All Africa -ως υποδεικνύεται στη συνέχεια- οι συγκρούσεις στην περιοχή είχαν ξεκάθαρο στόχο τον έλεγχο της γης και των πλουτοπαραγωγικών πηγών, οδηγώντας σε μαζικές εκτοπίσεις πληθυσμών. Παράλληλα, η ACAPS ανέφερε πως από τον Ιανουάριο του 2024 υπήρξε σημαντική κλιμάκωση των συγκρούσεων, με επιθέσεις σε περιοχές κοντά στη Γκόμα. Υπό αυτό το πρίσμα, η μετάβαση του αδελφού της σε μια περιοχή όπου η κατάσταση ήταν ήδη έκρυθμη και επικίνδυνη καθιστά τον ισχυρισμό της μη ρεαλιστικό. Αν πράγματι διέτρεχε κίνδυνο, η λογική επιλογή θα ήταν να καταφύγει σε μια ασφαλέστερη περιοχή ή να εγκαταλείψει τη χώρα, όπως φέρεται να έκανε και η ίδια. Αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας στην περιοχή Γκόμα της ΛΔΚ, παραπέμπω στα ακόλουθα:
· Ως προς το ιστορικό τη εξελισσόμενης σύρραξης στην επαρχία του Βόρειου Κίβου, η All Africa, μια πλατφόρμα συγκέντρωσης, παραγωγής και διανομής ειδήσεων και πληροφοριών από περισσότερους από 100 αφρικανικούς ειδησεογραφικούς οργανισμούς, σε δημοσίευσή της τον Οκτώβριο του 2024, αναφέρει ότι οι πόλεμοι των τελευταίων τριών δεκαετιών στην επαρχία του Βόρειου Κίβου, είχαν ως κίνητρο τον έλεγχο της γης. Οι αυτόχθονες πληθυσμοί εκδιώκονται, τους αφαιρείται η γη τους υπέρ άλλων που θεωρούνται ξένοι και πρόσφυγες (το Κίνημα M23 αποτελείται από (Tutsi) κτηνοτρόφους) και υπάρχουν χωράφια που κατέλαβαν οι αντίπαλοί τους.[19] Η ίδια πηγή αναφέρει ότι η βία που ασκείται από την, υποστηριζόμενη από τη Ρουάντα, ανταρτική ομάδα Κίνημα M23, συχνά πλαισιώνεται στενά ως στόχος του ελέγχου των τοποθεσιών εξόρυξης πλούσιων σε πόρους της ανατολικής Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό. Η ανταρτική ομάδα αυτή τη στιγμή ελέγχει τεράστιες περιοχές στα νοτιοανατολικά της επαρχίας Βόρειου Κίβου, που περιβάλλουν και αποκόπτουν την κύρια πόλη Γκόμα.Τα ορυχεία της Ανατολικής ΛΔΚ παράγουν κρίσιμες πρώτες ύλες όπως κασσίτερο, ταντάλιο και βολφράμιο, καθώς και άφθονες ποσότητες χρυσού[20].
· H δε ACAPS, σε έκθεση του Φεβρουαρίου του 2024 αναφορικά με την ένοπλη σύρραξη στην επαρχία του Βόρειου Κίβου, ανέφερε ότι από τα μέσα Ιανουαρίου 2024, σημειώθηκε έξαρση στις μάχες μεταξύ των Ενόπλων Δυνάμεων της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό (FARDC) και του Κινήματος της 23ης Μαρτίου (M23) στην επαρχία North Kivu. Προκλήθηκαν ιδιαίτερα έντονες συγκρούσεις στις πόλεις Bahunde, Bashali, Katsiru και Mweso, Masisi, ενώ στις 12 Φεβρουαρίου, οι μάχες κλιμακώθηκαν κοντά στην πόλη Σάκε , περίπου 25 χλμ δυτικά της Γκόμα. Η χρήση βαρέως πυροβολικού και όλμων έχει προκαλέσει θύματα και ζημιές σε πολίτες στις περιοχές Mweso and Sake (επικράτεια Masisi), καθώς και στα περίχωρα της πόλης Goma, συμπεριλαμβανομένων των κατασκηνώσεις εκτοπισμένων. Στις 21 Φεβρουαρίου, τουλάχιστον 35 άμαχοι σκοτώθηκαν και δεκάδες τραυματίστηκαν. Μεταξύ 2 και 8 Φεβρουαρίου, οι μάχες εκτόπισαν περίπου 150.000 ανθρώπους. Πάνω από 135.000 από αυτούς τους εκτοπισμένους κατευθύνθηκαν στην πόλη Γκόμα, αυξάνοντας τον αριθμό των εκτοπισμένων στην Γκόμα στους 635.000[21].
Συνοψίζοντας, οι αντιφάσεις στις δηλώσεις της Αιτήτριας αφορούν τόσο το χρονικό σημείο της φυγής του αδελφού της από την Κινσάσα, όσο και τον λόγο της αναχώρησής του. Αρχικά παρουσιάστηκε ως μια απομάκρυνση που σχετιζόταν με τον θάνατο της μητέρας τους, έπειτα ως αναγκαστική φυγή λόγω απειλών, και στη συνέχεια ως δίωξη που προέκυψε μετά την εξαφάνιση της ίδιας. Η επιλογή του να πάει στη Γκόμα, αντί για μια πιο ασφαλή περιοχή, παραμένει ανεξήγητη, ενώ η αιτία του θανάτου του μεταβάλλεται ανάλογα με τη χρονική στιγμή που η Αιτήτρια απαντά στο σχετικό ερώτημα. Αυτές οι αντιφάσεις καθιστούν τον ισχυρισμό της μη αξιόπιστο και δημιουργούν ερωτήματα ως προς την πραγματική φύση των γεγονότων που περιγράφει.
Καταλήγω συνεπώς ότι οι πολλαπλές αντιφάσεις στις δηλώσεις της Αιτήτριας υπονομεύουν σοβαρά την αξιοπιστία της. Οι αλλαγές στις αναφορές της για τα οικογενειακά της πρόσωπα, η έλλειψη επαρκών εξηγήσεων για την οικονομική της κατάσταση και η μη ευλογοφανής αφήγηση για τη φυγή του αδελφού της καθιστούν αμφίβολη την εσωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού της περί έλλειψης υποστηρικτικού δικτύου στη ΛΔΚ.
Προχωρώντας τώρα στην αξιολόγηση κινδύνου που διατρέχει η Αιτήτρια στη βάση του πρώτου και μόνου αποδεκτού ουσιώδους ισχυρισμού, ήτοι την ταυτότητα, τη χώρα καταγωγής και τα προσωπικά στοιχεία του προφίλ της Αιτήτριας, το Δικαστήριο προέβη σε έρευνα σχετικά με τις συνθήκες που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες στη ΛΔΚ. Επισημαίνω στο σημείο αυτό, την παράλειψη που εντοπίζω στην έκθεση του λειτουργού EUAA για προσφυγή σε σχετική έρευνα για το ζήτημα αυτό, λαμβάνοντας υπόψη το προφίλ της Αιτήτριας. Η παράλειψη αυτή καθιστά επιτυχή τον προβαλλόμενο λόγο ακυρώσεως περί έλλειψης δέουσας υπό τις περιστάσεις έρευνα. Ωστόσο, ως έχω πλειστάκις επισημανθεί, η πάσχουσα νομιμότητα δεν συνεπάγεται και επιτυχία της προσφυγής, λόγω των διευρυμένων εξουσιών του παρόντος Δικαστηρίου, για πλήρη έλεγχο ορθότητας.
Από την προαναφερθείσα λοιπόν έρευνα, προκύπτουν τα ακόλουθα:
· Έκθεση της Αυστριακής ACCORD του Νοεμβρίου του 2020 αναφέρει ότι στη ΛΔΚ, μια από τις χώρες με τη χαμηλότερη κατάταξη στον δείκτη ανθρώπινης ανάπτυξης, οι γυναίκες είναι επίσης σαφώς αντικείμενο διακρίσεων. Ήδη ευάλωτη ως γυναίκα, μια μόνη γυναίκα χωρίς οικογένεια ή κοινωνικό δίκτυο είναι ακόμη πιο ευάλωτη εάν παραμείνει στερημένη από οικονομικά μέσα.[22] Σε έκθεση της Υπηρεσίας Ασύλου της Δανίας αναφέρεται ότι: «Η Ελβετική Κρατική Γραμματεία για τη Μετανάστευση ορίζει μια ανύπαντρη γυναίκα στο πλαίσιο της Κινσάσα ως ενήλικη γυναίκα με ή χωρίς παιδιά, που συντηρείται χωρίς άνδρα σύντροφο.[23] Όπως προαναφέρθηκε η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό είναι μια πατρογονική κοινωνία, που σημαίνει ότι οι γενιές συνδέονται μέσω του πατέρα μιας οικογένειας.[24] Στο πλαίσιο του Κονγκό, αυτό σημαίνει περαιτέρω ότι μια γυναίκα στη ΛΔΚ ορίζεται πάντα μόνο σε σχέση με έναν άνδρα συγγενή. Ως εκ τούτου, γυναίκες που απομακρύνονται από αυτόν τον παραδοσιακό τρόπο θεώρησης της οικογένειας εκλαμβάνονται αρνητικά από την κοινωνία και ενίοτε από τη δική τους οικογένεια.[25] Αυτές οι μεροληπτικές συμπεριφορές έναντι των γυναικών έχουν συμβάλει σε μια γενικά χαμηλή ισότητα των φύλων και σε εκτεταμένη σεξουαλική βία και βία με βάση το φύλο. Οι ανύπαντρες γυναίκες χωρίς το υποστηρικτικό δίκτυο που προσφέρει ένας άνδρας συχνά αντιμετωπίζονται αρνητικά (σ.σ. από την κοινωνία), βρίσκονται σε πιο ευάλωτη θέση και πολλές αποφασίζουν να κάνουν συναλλακτικό σεξ για να αποκτήσουν πρόσβαση σε καταφύγιο και εργασία».,[26] H ίδια έκθεση συνεχίζει: «Οι ανύπαντρες γυναίκες στην Κινσάσα συχνά βρίσκονται σε πιο ευάλωτη θέση, για τον λόγο αυτό πολλές γυναίκες από μητριαρχικά νοικοκυριά προσποιούνται ότι είναι παντρεμένες σε μια προσπάθεια να αποφύγουν τον στιγματισμό και να ελαττώσουν την ευαλωτότητά τους.[27] Από την άλλη πλευρά, η [ΜΚΟ] Afia Mama εκτίμησε ότι οι ανύπαντρες και μορφωμένες γυναίκες στην Κινσάσα θα ήταν πιο χειραφετημένες από πολλές παντρεμένες γυναίκες στη ΛΔΚ, επειδή έχουν μεγαλύτερη επίγνωση των δικαιωμάτων τους από τις γυναίκες χωρίς μόρφωση.[28] Η πηγή πρόσθεσε ότι οι ανύπαντρες γυναίκες συχνά θεωρείται ότι είναι ιερόδουλες στην Κινσάσα και συνεπώς, η σεξουαλική συναλλαγή αναμένεται από αυτές. Καθώς οι ανύπαντρες γυναίκες βρίσκονται σε μια πιο ευάλωτη θέση, υπόκεινται σε άτυπη φορολογία από την αστυνομία ή άλλους επιθεωρητές προκειμένου να έχουν πρόσβαση στην τοπική αγορά.[29] Στις χήρες και στις γυναίκες που ηγούνται νοικοκυριών παρουσιάζονται λιγότερες ευκαιρίες, καθώς είναι γενικά πιο ευάλωτες και χαρακτηρίζονται από υψηλότερα ποσοστά φτώχειας και ακραίας φτώχειας, επειδή δεν είναι σε θέση να κληρονομήσουν την περιουσία και τα περιουσιακά στοιχεία του εκλιπόντος συζύγου τους[30]». [31]
· Περαιτέρω, η απάντηση της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (πλέον Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο) αναφορικά με την κατάσταση των γυναικών χωρίς υποστηρικτικό δίκτυο στην Κινσάσα κατά το διάστημα 2017 – 2019, επιβεβαιώνει όλα τα ανωτέρω για τις γυναίκες χωρίς υποστηρικτικό δίκτυο. Η ως άνω απάντηση συμπληρώνει αναφορικά με τα «παιδιά του δρόμου» και δη, τα κορίτσια ότι «οι έμφυλες διαφορές είναι ορατές μεταξύ των παιδιών του δρόμου στην Κινσάσα: τα κορίτσια είναι πιο πιθανό να έχουν εγκαταλειφθεί από τις οικογένειές τους για να ζήσουν μια ζωή στο δρόμο (που συχνά περιλαμβάνει σεξουαλική εργασία) και είναι εντονότερα στιγματισμένα, γεγονός που καθιστά πιο δύσκολη την επανένωση με τις οικογένειές τους.[32] Κορίτσια και νέες γυναίκες χωρίς οικονομική υποστήριξη από τις οικογένειές τους ή άλλα δίκτυα—είτε επειδή έχουν μεταναστεύσει μόνες στην πρωτεύουσα, έμειναν ορφανές ή απορρίφθηκαν από τους γονείς ή την οικογένειά τους ή όταν οι γονείς τους περιμένουν από αυτές να συνεισφέρουν στο κόστος του νοικοκυριού—συχνά επιδίδονται σε σεξουαλική εργασία ή συναλλακτικές σεξουαλικές επαφές, όπως αποκαλύπτει έρευνα που έγινε στην Κινσάσα».[33],[34]
· Εν κατακλείδι, η έρευνα του DIS αναφέρει ότι «ένα πρόσωπο χωρίς κοινωνικό δίκτυο στην Kinshasa θα έχει σοβαρές δυσκολίες στην προσαρμογή και ενσωμάτωση, καθώς χωρίς οικογένεια και χωρίς διασυνδέσεις με την Εκκλησία θα είναι κάπως σαν εγκαταλελειμμένος, αφού στη ΛΔΚ, η κρατική κοινωνική συνδρομή δε λειτουργεί δεόντως. Ένα τέτοιο πρόσωπο αντιμετωπίζει προβλήματα εξεύρεσης κατοικίας, εργασίας και έπειτα οικονομικών πηγών. Επιπλέον ένα τέτοιο πρόσωπο θα έχει προβλήματα με το φαγητό και την πρόσβαση στην υγεία σε περίπτωση ασθένειας. Στη ΛΔΚ η οικογένεια και η εκκλησία αποτελούν ή πρακτικά διαδραματίζουν το ρόλο της ανεπίσημης κοινωνικής ασφάλειας».[35]
· Αναφορικά με την πρόσβαση στην εργασία συλλογή πληροφοριών του Συμβουλίου για τη Μετανάστευση και τους Πρόσφυγες του Καναδά δημοσιευμένη το 2019, παραπέμπει σε πηγές οι οποίες αναφέρουν ότι οι γυναίκες στην Κινσάσα στρέφονται προς το άτυπο εμπόριο[36] για να διασφαλίσουν την επιβίωσή τους. Ένα άρθρο στη L' Avenir,[37] μιας καθημερινής εφημερίδας της Κινσάσα, σχετικά με τις ανάγκες των ανύπαντρων γυναικών στο νοικοκυριό, αναφέρει: [μετάφραση] «Αυτές οι γυναίκες χρησιμοποιούν διάφορες τακτικές για να επιβιώσουν. Μερικές ασχολούνται με μικρές επιχειρήσεις, όπως η πώληση ψωμιού, το πλέξιμο των μαλλιών, το ράψιμο και ακόμη και η πορνεία» και «αδράχνουν κάθε ευκαιρία που προκύπτει στο δρόμο τους, δηλαδή ως ‘nounou’ (υπηρέτρια ή οικονόμος) προκειμένου να φροντίσουν το σπίτι τους».[38] Πολλές γυναίκες από τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό ανέλαβαν το ρόλο του κύριου παρόχου για τις οικογένειές τους. Εργάζονται συχνά σε χαμηλά αμειβόμενες και σωματικά απαιτητικές θέσεις εργασίας και πλήττονται δυσανάλογα από τη φτώχεια. Σύμφωνα με το UNDP (2017), η συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας είναι 61.2% σε σύγκριση με 69.1% για τους άνδρες.[39]
· Πρόσβαση σε στέγαση στην Κινσάσα: Η κοινωνική στέγαση δεν είναι διαθέσιμη σε γυναίκες που ζουν μόνες τους, αλλά προορίζεται για άτομα με πολιτική ή κοινωνική υποστήριξη.[40] Σύμφωνα με διεθνή ανθρωπιστική οργάνωση στη ΛΔΚ, είναι σχεδόν αδύνατο να αποκτήσει πρόσβαση σε στέγαση ή να αποκτήσει πρόσβαση σε καταφύγιο κάποια γυναίκα χωρίς δίκτυο στην Κινσάσα. Κατά συνέπεια, πολλές ανύπαντρες γυναίκες χωρίς δίκτυο υποστήριξης ανδρών στην Κινσάσα πρέπει να καταφύγουν σε συναλλακτικό σεξ προκειμένου να αποκτήσουν πρόσβαση στο καταφύγιο με οποιονδήποτε τρόπο. Αυτή την άποψη συμμεριζόταν και η Afia Mama, η οποία πρόσθεσε ότι οι επιλογές στέγασης για γυναίκες χωρίς ανδρική υποστήριξη που μετακομίζουν στην Κινσάσα από τις ανατολικές επαρχίες της ΛΔΚ είναι σε σπίτια δύο υπνοδωματίων που συνήθως φιλοξενούν 15 άτομα. Όσοι δεν έχουν μέλη της οικογένειας στην Κινσάσα θα βρουν συνήθως καταφύγια ή παράγκες κατασκευασμένες με ξύλο ή χαρτοκιβώτια. Οι ανύπαντρες γυναίκες που έχουν υποστεί σεξουαλική εμπορία ή εκμετάλλευση θα είναι επιρρεπείς στην πορνεία, όταν προσπαθούν να βρουν στέγη στην Κινσάσα ή αν απλά δεν μπορούν να αντέξουν οικονομικά το ενοίκιο.[41] Άλλες εκθέσεις επιβεβαιώνουν ότι υπήρξαν διάφορα σκάνδαλα σχετικά με τη σεξουαλική εκμετάλλευση, τα οποία περιλάμβαναν εξέχοντες πολιτικούς και εργαζόμενους στον τομέα της υγείας που συμμετείχαν στην αντιμετώπιση του Έμπολα. H δήλωση αυτή υποστηρίζεται από τους McLean και Modi, οι οποίοι ανέλυσαν περαιτέρω ότι οι ανύπαντρες γυναίκες χωρίς [υποστηρικτικό] δίκτυο στην Κινσάσα συχνά καταφεύγουν στη συναλλακτική σεξουαλική επαφή ως μέσο πρόσβασης στη στέγαση καθώς και για την απόκτηση εισοδήματος. Η συμμετοχή στη σεξουαλική εργασία ή στη συναλλακτική σεξουαλική επαφή συχνά στιγματίζει περαιτέρω τις γυναίκες.[42], [43]
· Δημόσιες υπηρεσίες: Εκτός από τη σεξουαλική βία και τα αντίποινα για τις καταγγελίες, οι γυναίκες αντιμετωπίζουν εμπόδια στην πρόσβαση στη δικαιοσύνη και τα ένδικα μέσα. Μετά τον βιασμό, οι γυναίκες απορρίπτονται συχνά από τις κοινότητές τους, ανεξάρτητα από το αν έχουν παιδιά ή όχι.[44] Το 40.3% των γυναικών του Κονγκό έχουν δευτεροβάθμια εκπαίδευση σε σύγκριση με το 69.1% των ανδρών.[45] Η γυναίκα χωρίς υποστήριξη κάπου άνδρα δεν έχει δικαίωμα σε βασικές κοινωνικές υπηρεσίες, σύμφωνα με τη συλλογή πληροφοριών του Συμβουλίου για τη Μετανάστευση και τους Πρόσφυγες του Καναδά που δημοσιεύτηκε το 2019. Όσον αφορά την πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη, η ίδια πηγή σημείωσε ότι η υγειονομική περίθαλψη είναι δωρεάν για ορισμένες ασθένειες όπως η φυματίωση, αλλά ότι ακόμη και σε αυτήν την περίπτωση, μια [μετάφραση] «καλή ιατρική συμβουλή» σημαίνει ότι ‘πάντα δίνεις κάτι’ στους παρόχους υγειονομικής περίθαλψης.[46]
· Καταληκτικά, σε συνέντευξη μέσω zoom με τον José Bazonzi, από το University of Kinshasa, UNIKIN με την Υπηρεσία Μετανάστευσης της Δανίας σημειώνεται σε έκθεση του Οκτωβρίου του 2022 ως προς την κατάσταση για τους ανθρώπους στην Κινσάσα χωρίς κοινωνικό δίκτυο, ότι «ένα άτομο χωρίς κοινωνικό δίκτυο στην Κινσάσα θα έχει σοβαρές δυσκολίες προσαρμογής και ενσωμάτωσης, γιατί χωρίς την οικογένεια και χωρίς διασυνδέσεις με την Εκκλησία, το άτομο θα νιώθει εγκαταλελειμμένο επειδή στη ΛΔΚ η κοινωνική βοήθεια που παρέχεται από το κράτος δεν λειτουργεί σωστά. Υπάρχει σχεδόν ένα κενό εδώ, και αυτό ισχύει και για τους ανθρώπους που έρχονται από μακριά για να εγκατασταθούν στην πρωτεύουσα, καθώς και για τους ανθρώπους εκεί. Οι υπηρεσίες κοινωνικής πρόνοιας υπάρχουν αλλά δεν είναι στο ύψος των καθηκόντων τους. Ένα τέτοιο άτομο αντιμετωπίζει πρώτα τα προβλήματα της στέγασης, πρόσβασης σε εργασία και μετά (σ.σ. αντιμετωπίζει) το πρόβλημα των πόρων. Επιπλέον, το άτομο θα έχει προβλήματα με την διασφάλιση των απαραίτητων ως προς το ζην και την πρόσβαση σε υγειονομική περίθαλψη σε περίπτωση ασθένειας. Στη ΛΔΚ, η οικογένεια και η εκκλησία αποτελούν ή πρακτικά παίζουν τον ρόλο της άτυπης κοινωνικής ασφάλισης. Ίσως πρέπει επίσης να αναφέρουμε εδώ τις ρίζες της ανεργίας των νέων και της αστικής ληστείας (συμμοριών) και του εγκλήματος, γνωστές στην Κινσάσα ως "Kuluna": πολλοί νέοι, χωρίς δουλειά, συχνά υπό την επήρεια ναρκωτικών, επιδίδονται σε κατακριτέες πράξεις... Έτσι, ο κίνδυνος είναι πολύ υψηλός για ένα άτομο χωρίς υποστήριξη, να τολμήσει να εγκατασταθεί στην Κινσάσα, εξαιτίας της αστικής ληστείας και της οικονομικής ανέχειας».[47]
Ως προκύπτει από τα ανωτέρω, οι διεθνείς εκθέσεις επιβεβαιώνουν ότι οι γυναίκες χωρίς υποστηρικτικό δίκτυο στην Κινσάσα αντιμετωπίζουν σημαντικές δυσκολίες, όπως φτώχεια, κοινωνικό στιγματισμό και κίνδυνο σεξουαλικής εκμετάλλευσης. Ωστόσο, η περίπτωση της Αιτήτριας παρουσιάζει χαρακτηριστικά που διαφοροποιούν την κατάστασή της από τις πλέον ευάλωτες κατηγορίες γυναικών. Η ίδια έχει ολοκληρώσει σπουδές στον τομέα της Φιλοξενίας (Hospitality), γεγονός που της προσδίδει συγκριτικό πλεονέκτημα έναντι άλλων γυναικών χωρίς εκπαίδευση. Διεθνείς οργανισμοί επισημαίνουν ότι οι μορφωμένες γυναίκες έχουν περισσότερες πιθανότητες να εξασφαλίσουν εργασία και να επιτύχουν έναν βαθμό οικονομικής ανεξαρτησίας, μειώνοντας έτσι τον κίνδυνο πλήρους περιθωριοποίησης.
Αν και οι δυσκολίες επιβίωσης που πιθανώς θα αντιμετωπίσει η Αιτήτρια είναι υπαρκτές, αυτές δεν ισοδυναμούν με δίωξη που θα της προσέδιδε το καθεστώς πρόσφυγα, ούτε με επικίνδυνες συνθήκες που θα καθιστούσαν την επιστροφή της ασύμβατη με την αρχή της μη επαναπροώθησης (non-refoulement). Συνεπώς, η γενικότερη ευαλωτότητα των γυναικών στην Κινσάσα δεν συνιστά από μόνη της επαρκή λόγο για χορήγηση διεθνούς προστασίας στην Αιτήτρια, εφόσον δεν τεκμηριώνεται ότι αντιμετωπίζει προσωπικό και εξατομικευμένο κίνδυνο. Επιπλέον, ο ισχυρισμός της ότι δεν διαθέτει κανένα υποστηρικτικό δίκτυο στη ΛΔΚ δεν έγινε αποδεκτός, καθώς ως λεπτομερώς αναλύθηκε ανωτέρω, διαθέτει οικογενειακή στήριξη, και μάλιστα αντρικό υποστηρικτικό δίκτυο, μέσω του αδελφού της, γεγονός που μειώνει την ευαλωτότητά της σε ένα περιβάλλον όπου οι γυναίκες χωρίς ανδρική προστασία είναι περισσότερο εκτεθειμένες.
Πρόσθετα, η ηλικία της Αιτήτριας αποτελεί έναν κρίσιμο παράγοντα για την αξιολόγηση της υποτιθέμενης ευαλωτότητάς της. Σύμφωνα με διεθνείς πηγές, ανύπαντρες γυναίκες χωρίς υποστηρικτικό δίκτυο στην Κινσάσα θεωρούνται ευάλωτες, όμως οι νεαρές μορφωμένες γυναίκες διαθέτουν περισσότερες πιθανότητες να ενταχθούν στην αγορά εργασίας και να επιτύχουν ένα επίπεδο αυτονομίας. Ο οργανισμός Afia Mama αναφέρει ότι οι μορφωμένες γυναίκες γνωρίζουν καλύτερα τα δικαιώματά τους, είναι πιο χειραφετημένες και έχουν αυξημένες πιθανότητες να αποφύγουν την εκμετάλλευση, σε αντίθεση με τις λιγότερο μορφωμένες γυναίκες που διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο περιθωριοποίησης.
Επιπλέον, η Αιτήτρια δεν είναι ανήλικη ούτε ανήκει σε προχωρημένη ηλικία, επομένως δεν αντιμετωπίζει τις ίδιες δυσκολίες επιβίωσης που θα είχε ένα παιδί ή μια ηλικιωμένη γυναίκα χωρίς οικογενειακή στήριξη. Σύμφωνα με τις διαθέσιμες πληροφορίες που παρατέθηκαν ανωτέρω, οι νεαρές γυναίκες με κάποια μόρφωση, όπως η ίδια, έχουν πιθανότητες να βρουν εργασία είτε στον τομέα των υπηρεσιών είτε στο ανεπίσημο εμπόριο, αυξάνοντας έτσι τις δυνατότητές τους για οικονομική ανεξαρτησία και κοινωνική ενσωμάτωση.
Ένα ακόμη στοιχείο που αποδυναμώνει τον ισχυρισμό της περί πλήρους έλλειψης υποστηρικτικού δικτύου είναι η αναφορά της ότι διατηρεί επαφή με μία φίλη στην Κινσάσα. Αυτό το δεδομένο καταδεικνύει ότι η αιτήτρια δεν είναι εντελώς αποκομμένη από κοινωνικά δίκτυα, αλλά, αντιθέτως, έχει πρόσβαση σε κάποιο επίπεδο στήριξης, έστω και περιορισμένο. Οι εκθέσεις του DIS και του UNHCR αναφέρουν ότι ακόμη και ένα μικρό κοινωνικό δίκτυο μπορεί να βοηθήσει τις γυναίκες στην Κινσάσα να αντιμετωπίσουν δυσκολίες, όπως η εξεύρεση στέγασης, εργασίας ή τροφής.
Επιπλέον, η παρουσία έστω και ενός ατόμου στο κοινωνικό της περιβάλλον μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο να βρεθεί σε ακραία φτώχεια ή εκμετάλλευση. Οι διεθνείς πηγές πληροφόρησης υπογραμμίζουν ότι ο μεγαλύτερος κίνδυνος αφορά γυναίκες που δεν έχουν απολύτως καμία κοινωνική διασύνδεση, ενώ το γεγονός ότι η αιτήτρια έχει αναγνωρίσει ότι διατηρεί επαφή με τουλάχιστον ένα πρόσωπο μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως αντεπιχείρημα στην άποψη ότι στερείται πλήρως κοινωνικής στήριξης.
Περαιτέρω, η ίδια έχει αναγνωρίσει ότι έλαβε βοήθεια από την Εκκλησία στην Κινσάσα, γεγονός που υποδηλώνει ότι διατηρεί έναν σύνδεσμο με το εκκλησιαστικό της περιβάλλον. Οι διεθνείς εκθέσεις επιβεβαιώνουν ότι οι εκκλησιαστικές κοινότητες στη ΛΔΚ προσφέρουν στήριξη σε γυναίκες που βρίσκονται σε ευάλωτες καταστάσεις, είτε μέσω φιλανθρωπικών δράσεων είτε μέσω προσωρινής στέγασης και άλλων μορφών βοήθειας. Η ύπαρξη αυτών των δικτύων μειώνει περαιτέρω τον βαθμό ευαλωτότητάς της, καθώς αποδεικνύει ότι δεν είναι εντελώς μόνη και αβοήθητη στη χώρα καταγωγής της.
Δεδομένου ότι διαθέτει οικογενειακή στήριξη από τον αδελφό της, κοινωνική υποστήριξη μέσω της φίλης της και επιπλέον διατηρεί σύνδεση με την Εκκλησία, η πιθανότητα να βρεθεί σε κατάσταση ακραίας ευαλωτότητας είναι ιδιαίτερα χαμηλή. Συνεπώς, δεν τεκμηριώνεται ότι η επιστροφή της στη ΛΔΚ θα την εξέθετε σε κινδύνους τέτοιους που να υπερβαίνουν τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει ο γενικός πληθυσμός.
Λαμβάνοντας λοιπόν υπόψη τις ιδιαίτερες περιστάσεις της Αιτήτριας, η οποία διατηρεί υποστηρικτικό δίκτυο στη χώρα καταγωγής της, τόσο οικογενειακό και φιλικό όσο και κοινωνικό, που μάλιστα φαίνεται ήδη να την υποστήριξε κατά τη προηγούμενη παραμονή της στη χώρα καταγωγής της, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι αποτελεί νέα γυναίκα, ικανή προς εργασία, η οποία είχε περιορισμένη έστω πρόσβαση στην εργασία κατά το παρελθόν, και χωρίς κάποια άλλη ευαλωτότητα στο πρόσωπό της, κρίνεται ότι δεν συντρέχουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται ότι θα εκτεθεί σε κίνδυνο ως γυναίκα, με την επιστροφή της στη χώρα καταγωγής της.
Υπό το φως λοιπόν των ανωτέρω, κρίνω ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή της Αιτήτριας στο καθεστώς του πρόσφυγα, καθώς δεν διαπιστώνεται η ύπαρξη βάσιμου και δικαιολογημένου φόβου δίωξης υπό τις πρόνοιες του άρθρου 1Α της Συνθήκης της Γενεύης και του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου. Ειδικότερα, καθώς ο συνδεόμενος με τον εκπεφρασμένο φόβο της Αιτήτριας ισχυρισμός απορρίφθηκε ως μη αξιόπιστος, ο συναφώς εκπεφρασμένος φόβος της δεν κρίθηκε βάσιμος και δικαιολογημένος.
Ως εκ τούτου, απομένει να εξεταστεί το κατά πόσο υπάρχει δυνατότητα να υπαχθεί η Αιτήτρια στο καθεστώς της επικουρικής προστασίας, ή αλλιώς συμπληρωματικής προστασίας. Η υπαγωγή αυτή εξετάζεται βάσει των διατάξεων του άρθρου 19(1) του περί Προσφύγων Νόμου, το οποίο ορίζει ότι το καθεστώς αυτό αναγνωρίζεται σε αιτητές που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις του καθεστώτος του πρόσφυγα, αλλά για τους οποίους υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψουν στη χώρα καταγωγής τους, θα αντιμετωπίσουν πραγματικό κίνδυνο να υποστούν σοβαρή βλάβη. Σύμφωνα με το άρθρο 19(2), η «σοβαρή βλάβη» περιλαμβάνει τρεις διακριτές καταστάσεις:
(α) θανατική ποινή ή εκτέλεση,
(β) βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία,
(γ) σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.
Όπως προκύπτει από το σύνολο των ενώπιόν μου στοιχείων, η Αιτήτρια δεν επικαλείται ούτε τεκμηριώνει κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης, ούτε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση από τις αρχές ή τρίτους δρώντες στη ΛΔΚ. Κρίνω συνεπώς ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις υπαγωγής της Αιτήτριας στα υπό (α) και (β) ανωτέρω εδάφια του άρθρου 19.
Ως προς το ενδεχόμενο υπαγωγής της στην προστασία του άρθρου 19(2)(γ), κρίνεται αναγκαίο να αξιολογηθεί κατά πόσο υφίσταται σοβαρή και προσωπική απειλή λόγω γενικευμένης βίας στη ΛΔΚ. Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) στην απόφασή του C-901/19, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland, 10.06.2021[48], έχει διευκρινίσει ότι οι παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη κατά την αξιολόγηση της αδιάκριτης βίας περιλαμβάνουν:
- την ένταση των ενόπλων συγκρούσεων,
- την οργάνωση των εμπλεκομένων δυνάμεων,
- τη διάρκεια της σύρραξης,
- τη γεωγραφική έκταση της βίας,
- τον προορισμό του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής,
- και τις εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων.
Αντίστοιχα, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) στην υπόθεση Sufi and Elmi κατά Ηνωμένου Βασιλείου, ημερ. 28.11.2011[49] αξιολόγησε, μεταξύ άλλων, τη χρήση μεθόδων πολέμου που αυξάνουν τον κίνδυνο θυμάτων μεταξύ των αμάχων, τη στοχοποίησή τους από τις εμπόλεμες πλευρές, καθώς και τον αριθμό των εκτοπισμένων λόγω της σύγκρουσης.
Σύμφωνα με τη νομολογία του ΔΕΕ στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie[50], για να δικαιολογηθεί προστασία δυνάμει του άρθρου 15(γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, η αδιάκριτη βία πρέπει να είναι τόσο υψηλού βαθμού, ώστε η παρουσία ενός αμάχου στο συγκεκριμένο έδαφος να συνεπάγεται πραγματικό κίνδυνο. Όπως αναφέρεται στη σκέψη 39 της απόφασης:
« (…)όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας.».
Ωστόσο, δεν αρκεί η γενικευμένη βία που πλήττει τον πληθυσμό∙ απαιτείται να υπάρχει εξαιρετικά υψηλός κίνδυνος, ώστε η παρουσία του ατόμου και μόνον στο συγκεκριμένο έδαφος να συνεπάγεται απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας.
Αναλύοντας τα ποιοτικά και ποσοτικά δεδομένα που προέκυψαν κατόπιν περαιτέρω έρευνας αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας που επικρατεί συγκεκριμένα στην επαρχία της Κινσάσα – όπου ευλόγως αναμένεται να επιστρέψει η Αιτήτρια- οι εξωτερικές πηγές καταδεικνύουν το σχετικά ακίνδυνο και ασφαλές της περιοχής. Ειδικότερα κατόπιν έρευνας σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης ανευρέθη ότι δεν δραστηριοποιούνται μη κρατικοί ένοπλοι φορείς στην Kinshasa, αλλά μόνον στις ανατολικές περιοχές της ΛΔΚ.[51]
Το σχετικά ασφαλές της πόλης Κινσάσα καταδεικνύεται και από περαιτέρω ποιοτικά και ποσοτικά στοιχεία, καθώς κατά τελευταίο έτος και συγκεκριμένα μεταξύ 10.02.2024 και 07.02.2025, στην πόλη της Κινσάσα καταγράφηκαν, ως προκύπτει από την βάση δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project), 23 συνολικά περιστατικά ασφαλείας, εκ των οποίων επήλθαν 226 απώλειες. Πιο αναλυτικά, 8 εξ αυτών καταγράφηκαν ως εξεγέρσεις (202 απώλειες), 9 καταγράφηκαν ως περιστατικά βίας κατά των αμάχων (19 απώλειες), 4 περιστατικά καταγράφηκαν ως μάχες (5 απώλειες) και 2 περιστατικά καταγράφηκαν ως διαμαρτυρίες χωρίς να υπάρξει κάποια απώλεια[52]. Ο δε πληθυσμός της πόλης της Κινσάσα καταγράφεται στους 17.032.300 κατοίκους, σύμφωνα με επίσημες εκτιμήσεις του 2024[53].
Σημειώνεται ότι βάσει των ανωτέρω ποσοτικών και ποιοτικών δεδομένων, το Δικαστήριο αξιολογεί ότι στον τόπο τελευταίας διαμονής της Αιτήτριας δεν λαμβάνει χώρα διεθνής ή εσωτερική ένοπλη σύρραξη εντός του πλαισίου του άρθρου 19(2)(γ) του Περί Προσφύγων Νόμου και ως εκ τούτου, παρέλκει περαιτέρω διερεύνηση των προσωπικών περιστάσεων της Αιτήτριας για λόγους εφαρμογής της «αναπροσαρμοσμένης κλίμακας» όπως αυτή απορρέει από τη Νομολογία του ΔΕΕ.
ΚΑΤΑΛΗΞΗ
Ενόψει των πιο πάνω είναι η κατάληξή μου πως, παρά τις όποιες ενδεχομένως ιδιαίτερες αντιξοότητες αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή της στη χώρα καταγωγής, συνεπεία του προφίλ της ως πιο πάνω διαγράφεται, δεδομένης της ύπαρξης ελάχιστου οικογενειακού δικτύου καθώς και κοινωνικού δικτύου, του γεγονότος ότι γνωρίζει καλά τη Κινσάσα, που αποτελεί το τόπο διαμονής της, αφού έχει ζήσει εκεί όλη της τη ζωή, διαθέτει δευτεροβάθμια μόρφωση και ελάχιστη εργασιακή εμπειρία, είναι υγιής, χωρίς άλλα στοιχεία ευαλωτότητας, δεν θεωρώ ότι οι αντιξοότητες είναι τέτοιες που θα καθιστούσαν την ζωή των αιτητριών ανυπόφορη και θα τις εξέθεταν σε κινδύνους τέτοιους που υπερβαίνουν τον μέσο κίνδυνο που αντιμετωπίζει ο τοπικός πληθυσμός στην καθημερινότητα του εξαιτίας των κακών οικονομικών και άλλων συνθηκών.
Λαμβάνοντας υπόψη τα όσα ανωτέρω αναπτύχθηκαν, είναι η κατάληξη μου ότι ορθώς κρίθηκε και επί της ουσίας ότι η Αιτήτρια δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων και, περαιτέρω, ορθώς θεωρήθηκε ότι δεν κατάφερε να τεκμηριώσει ότι υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς της, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, ως αμφότερες αυτές οι έννοιες ορίζονται από την οικεία νομοθεσία (άρ. 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου).
Συνακόλουθα, η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με περιορισμένα έξοδα, ενόψει των πλημμελειών που εντοπίστηκαν, ύψους €500 υπέρ των Καθ' ων η αίτηση, και εναντίον της Αιτήτριας.
Ε. Ρήγα, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] Άρθρο 11(3) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (N. 73(I)/2018).
[2] Απόφαση αρ. 128/2008 JAMAL KAROU v Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 01.02.2010
[3] Βλ. συναφώς Συμεωνίδου κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (Αρ. 1)(1993) 3 Α.Α.Δ. 165 και Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού ν. Δήμου Στροβόλου, υπ. αρ. 568/2013, 18.11.2016.
[4] African Arguments, Congo’s 2018 elections: An analysis of implausible results, January 2019, διαθέσιμο σε https://africanarguments.org/2019/01/drc-election-results-analysis-implausible/, (ημ. πρ. 16/02/2025).
[5] BBC, DR Congo presidential election: Outcry as Tshisekedi named winner, January 2019, διαθέσιμο σε https://www.bbc.com/news/world-africa-46819303, (ημ. πρ. 16/02/2025).
[6] Democracy in Africa, DRC: How Kabila rigged the election … and got away with it, 2019, διαθέσιμο σε https://democracyinafrica.org/drc-election-rigged/, (ημ. πρόσβ. 16/02/2025).
[7] VOA, Protests, Anger Predicted After Congo Names Surprise Election Winner, January 2019, διαθέσιμο σε https://www.voanews.com/a/congo-catholic-church-challenges-presidential-election-results/4737185.html, (ημ. πρόσβ. 17/02/2025).
[8] Όπ. π.
[9] MOE SYMOCEL, Déclaration Préliminaire Elections du 30 Decembre 2018, Jan. 3, 2019, p. 7; MOE
JPC/CENCO, Rapport Préliminaire de la Mission d’Observation Electorale, Jan. 2019, power point presentation,
slide 16.
[10] Ο κωδικός QR είναι μια μηχανικά αναγνώσιμη, δισδιάστατη οπτική ετικέτα που χρησιμοποιείται για τη μετάδοση πληροφοριών.
[11] MOE JPC/CENCO Rapport Préliminaire, PPT presentation, p. 29; MOE SYMOCEL, Déclaration Préliminaire, p. 8.
[12] MOE SYMOCEL, Déclaration Préliminaire, p. 9.
[13] The Carter Center, Democratic Republic of the Congo 2018 Harmonized Presidential, Parliamentary and Provincial Elections Expert Mission Report, 2018, διαθέσιμο σε https://www.cartercenter.org/resources/pdfs/news/peace_publications/election_reports/drc-2018-election-report-final-en.pdf, (ημ. πρόσβ. 17/02/2025)
[14] Aljazeera, ‘Major’ irregularities with DR Congo vote count: Poll observers, 08/01/2019, διαθέσιμο σε https://www.aljazeera.com/news/2019/1/8/major-irregularities-with-dr-congo-vote-count-poll-observers, (ημ. πρόσβ. 16/02/2025).
[15] The Electoral Commissions Forum of SADC Countries (ECF-SADC), DRC - Commission Electorale Nationale Independante (CENI) , n.d., διαθέσιμο σε https://www.ecfsadc.org/members/drc-commission-electorale-nationale-independante/ , (ημ. πρόσβ. 16/02/2025).
[16] Voice of America, Several Wounded as DR Congo Police Break Up Banned Election Protest, December 2023, διαθέσιμο σε https://www.voanews.com/a/several-wounded-as-dr-congo-police-break-up-banned-election-protest/7414197.html, (ημ. πρόσβ. 17/02/2025)
[17] Βλ. ενδεικτικά Μαυρονύχη v. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 801/1999, ημερ. 12.03.2001.
[18] Βλ. επίσης Χριστίνα Μιχαηλίδου ν. Δημοκρατίας (2009) 4 Α.Α.Δ. 929.
[19] All Africa, Congo-Kinshasa: Rwandan-Backed M23 Rebel Group Seeks Local Power in DRC, Not Just Control Over Mining Operations, October 2024, διαθέσιμο σε https://allafrica.com/stories/202410250003.html, (ημ. πρόσβ. 19/02/2025).
[20] Όπ.π.
[21] ACAPS, DEMOCRATIC REPUBLIC OF CONGO Conflict in North Kivu, February 2024, διαθέσιμο σε file:///C:/Users/petraef/Downloads/20240227_ACAPS_Democratic_Republic_of_Congo_Conflict_in_North_Kivu.pdf, (ημ. πρόσβ. 19/02/2025).
[22] ACCORD – Austrian Centre for Country of Origin & Asylum Research and Documentation: Anfragebeantwortung zu DR Kongo: Situation alleinstehender Frauen mit Kindern, insbesondere im Hinblick auf Arbeitsmarkt, Wohnversorgung und Sozialhilfe [a-11424], 25 November 2020
https://www.ecoi.net/en/document/2043986.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 19/07/2023)
[23] Swiss State Secretatiat (SEM), Focus RD Congo; Situation des femmes seules à Kinshasa, 15 January 2016, σελ. 16, https://www.ecoi.net/en/document/1102702.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 22/03/2023)
[24] Wagner, K., Glaesmer, H., Bartels, S.A. et al., “Presence of the Absent Father: Perceptions of Family among Peacekeeper-Fathered Children in the Democratic Republic of Congo”. J Child Fam Stud, 2022, https://link.springer.com/article/10.1007/s10826-022-02293-2 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 19/07/2023)
[25] De Herdt, Tom “Hidden families, single mothers and Cibalabala: Economic Regress and Changing Household Composition in Kinshasa”, Trefon, T. (Red.), Reinventing order in the Congo – How people respond to state failure in Kinshasa. London: Zed Books, 2004 σελ. 121, 128, https://www.bloomsburycollections.com/book/reinventing-order-in-the-congo-how-people-respond-to-state-failure-in-kinshasa/ch8-hidden-families-single-mothers-and-cibalabala-economic-regress-and-changing-household-composition-in-kinshasa (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 19/07/2023)
[26] The Danish Immigration Service, ‘Democratic Republic of the Congo: Socioeconomic conditions in Kinshasa’, October 2022, https://coi.euaa.europa.eu/administration/denmark/PLib/notat-drc-kinshasa.pdf σελ. 29 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 19/07/2023)
[27] Jacobs C. et al., Figurations of Displacement in the Democratic Republic of the Congo: Empirical findings and reflections on protracted displacement and translocal connections on Congolese IDPs, November 2020, https://trafig.eu/output/working-papers/trafig-working-paper-no-4 σελ. 29 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 19/07/2023)
[28] The Danish Immigration Service, ‘Democratic Republic of the Congo: Socioeconomic conditions in Kinshasa’, October 2022, Annex 2: Interview notes, Afia Mama, an NGO in the Democratic Republic of Congo (DRC), Skype-interview, 2 August 2022, https://coi.euaa.europa.eu/administration/denmark/PLib/notat-drc-kinshasa.pdf παρα. 11 – 12, σελ. 45 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 19/07/2023)
[29] Όπ. Π. παρα. 12, σελ. 45
[30] The World Bank, Democratic Republic of Congo Systematic Country Diagnostic, Policy Priorities for Poverty Reduction and Shared Prosperity in a Post-Conflict Country and Fragile State, March 2018, https://openknowledge.worldbank.org/bitstream/handle/10986/30057/DRC-SCD-FINAL-ENGLISH-06132018.pdf?sequence=1&isAllowed=y σελ. 1 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 19/07/2023)
[31] The Danish Immigration Service, ‘Democratic Republic of the Congo: Socioeconomic conditions in Kinshasa’, October 2022, Annex 2: Interview notes, An international humanitarian organisation in the Democratic Republic of Congo (DRC) Skype-interview, 29 July 2022, https://coi.euaa.europa.eu/administration/denmark/PLib/notat-drc-kinshasa.pdf παρα. 11, σελ. 41 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 19/07/2023)
[32] Davis, L., ‘et al.’, Democratic Republic of Congo – DRC: Gender Country Profile 2014, The Swedish Embassy in Kinshasa, 2014, https://www.lauradavis.eu/wp-content/uploads/2014/07/Gender-Country-Profile-DRC-2014.pdf σελ. 34 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 19/07/2023)
[33] McLean Hilker, L., Modi, A. T., ‘’Empowerment’ of adolescent girls and young women in Kinshasa: research about girls, by girls’, Gender and Development, vol. 24, no. 3, 2016, https://core.ac.uk/download/pdf/77599772.pdf σελ. 475-491, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 19/07/2023)
[34] EASO, COI Query, DRC (Democratic Republic of Congo): Information on the situation of women without a male support network in Kinshasa (2017-2019), https://coi.euaa.europa.eu/administration/easo/PLib/2019_11_DRC_Query_Women_without_Nework_Q32.pdf σελ. 4 – 5 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 19/07/2023)
[35] DIS, 'Democratic Republic of the Congo- Socioeconomic Conditions in Kinshasa' (2022), 48 διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/file/local/2079915/notat-drc-kinshasa.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 19/07/2023)
[36] Switzerland, State Secretariat for Migration (SEM) Focus RD Congo : Situation des femmes seules à Kinshasa, 15 January 2016 available at : https://www.sem.admin.ch/dam/data/sem/internationales/herkunftslaender/afrika/cod/COD-alleinst-frauen-f.pdf σελ. 17-18
[37] L’Avenir, Suzy Kibira Omari “Se muer en association partagée pour pallier aux besoins du ménage : une solution pour les femmes sans époux.”, 23 March 2017
[38] IRB – Immigration and Refugee Board of Canada (Author): Democratic Republic of Congo: Ability to resettle in Kinshasa, particularly for women without male support, including access to housing, jobs and public services (2016-August 2019) [COD106311.FE], 3 September 2019 https://www.ecoi.net/en/document/2028574.html
[39] FIDH (2019), ‘Five priorities for a State that respects human rights’, σελ.13, διαθέσιμο στο: fidh_drc_five_priorities_for_a_state_that_respects_human_rights_march2019.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 22/03/2023); UNDP, ‘Human Development Indices and Indicators: 2021 Statistical Update, Briefing note for countries on the 2021 Statistical Update, Congo (Democratic Republic of the)΄, διαθέσιμο στο Gender Inequality Index | Human Development Reports (undp.org) (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 19/07/2023)
[40] IRB – Immigration and Refugee Board of Canada (Author): Democratic Republic of Congo: Ability to resettle in Kinshasa, particularly for women without male support, including access to housing, jobs and public services (2016-August 2019) [COD106311.FE], 3 September 2019 https://www.ecoi.net/en/document/2028574.html
[41] DIS, 'Democratic Republic of the Congo- Socioeconomic Conditions in Kinshasa' (2022), 48 διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/file/local/2079915/notat-drc-kinshasa.pdf σελ. 17 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 19/07/2023)
[42] McLean Hilker, L., Modi, A. T., ‘’Empowerment’ of adolescent girls and young women in Kinshasa: research about girls, by girls’, Gender and Development, vol. 24, no. 3, 2016, https://core.ac.uk/download/pdf/77599772.pdf,σελ. 478 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 19/07/2023)
[43] The World Bank, Democratic Republic of Congo Systematic Country Diagnostic, Policy Priorities for Poverty Reduction and Shared Prosperity in a Post-Conflict Country and Fragile State, March 2018, https://openknowledge.worldbank.org/bitstream/handle/10986/30057/DRC-SCD-FINAL-ENGLISH-06132018.pdf?sequence=1&isAllowed=y σελ. 1 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 19/07/2023)
[44] Kvinnatillkvinna, Equal Power Lasting Peace, The Democratic Republic of Congo. No peace for women, 2018, σελ. 9. 13-Equal-power-lasting-peace-DRC_ENG.pdf (kvinnatillkvinna.org), (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 19/07/2023) The Kvinna till Kvinna Foundation is a Swedish based foundation that is able to support women in conflict-affected areas through financial support from government agencies, institutions, foundations, organisations, companies and individual private donors.
[45] FIDH (2019), ‘Five priorities for a State that respects human rights’, σελ.13, διαθέσιμο στο: fidh_drc_five_priorities_for_a_state_that_respects_human_rights_march2019.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 22/03/2023); UNDP, ‘Human Development Indices and Indicators: 2021 Statistical Update, Briefing note for countries on the 2021 Statistical Update, Congo (Democratic Republic of the)΄, διαθέσιμο στο Gender Inequality Index | Human Development Reports (undp.org) (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 19/07/2023)
[46] IRB – Immigration and Refugee Board of Canada (Author): Democratic Republic of Congo: Ability to resettle in Kinshasa, particularly for women without male support, including access to housing, jobs and public services (2016-August 2019) [COD106311.FE], 3 September 2019 https://www.ecoi.net/en/document/2028574.html
[47] DIS – Danish Immigration Service (Author): Democratic Republic of the Congo; Socioeconomic conditions in Kinshasa , October 2022 https://www.ecoi.net/en/file/local/2079915/notat-drc-kinshasa.pdf σελ. 48-49 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 21/07/2023)
[48] ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.06.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland.
[50] Απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.02.2009.
[51] βλ. ενδεικτικά RULAC, Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo, 13 April 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.rulac.org/news/drc-a-new-conflict-in-ituri-involving-the-cooperative-for-development-of-th , UN Security Council Resolutions για τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό στη διεύθυνση: https://www.securitycouncilreport.org/un-documents/democratic-republic-of-the-congo/ , καθώς και το πλέον πρόσφατο ψήφισμα που υιοθετήθηκε στις 30/06/2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.securitycouncilreport.org/atf/cf/%7B65BFCF9B-6D27-4E9C-8CD3-CF6E4FF96FF9%7D/s_res_2641.pdf , HRW, Democratic Republic of Congo, Events of 2021, 13 January 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.hrw.org/world-report/2022/country-chapters/democratic-republic-congo , UNHCR, Attacks by armed groups displace 20 000 civilians in eastern DRC, 16 July 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.unhcr.org/news/briefing/2021/7/60f133814/attacks-armed-group-displace-20000-civilians-eastern-drc.html , USAID, Democratic Republic of the Congo – Complex Emergency, Fact Sheet #3, 13 May 2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.usaid.gov/sites/default/files/documents/2022-05-13_USG_Democratic_Republic_of_the_Congo_Complex_Emergency_Fact_Sheet_3_0.pdf και CFA, Global Conflict Tracker, Center for Preventive Action, Instability in the Democratic Republic of Congo, last updated 03 August 2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.cfr.org/global-conflict-tracker/conflict/violence-democratic-republic-congo (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 24/04/2023)
[52] Accled, Kinshasa , reference period 31.01.2024 - 03.02.2025, διαθέσιμο σε https://acleddata.com/dashboard/#/dashboard, [ημερ. πρόσβασης 09.02.2025]
[53]https://worldpopulationreview.com/cities/dr-congo/kinshasa, [ημερ. πρόσβασης 09.02.2025]
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο