
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση αρ.3887/23
18 Φεβρουαρίου 2025
[Α. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
C. C. U.
Αιτητής
Και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ’ ων η αίτηση
Κκ Πιερίδης & Πιερίδης, Δικηγόροι για Αιτητή
Κα Θ. Παπανικολάου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την προσφυγή ο αιτητής αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημ.25/09/23, η οποία κοινοποιήθηκε αυθημερόν, δια της οποίας απορρίφθηκε η αίτησή διεθνούς προστασίας, ως άκυρης και στερούμενης νομικού αποτελέσματος.
Ως εκτίθεται στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τους καθ' ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου που κατατέθηκε στα πλαίσια των διευκρινήσεων, ο αιτητής κατάγεται από τη Νιγηρία, εισήλθε στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές παρατύπως, μέσω κατεχομένων, στις 13/03/23 και υπέβαλε αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας στις 24/03/23 (ερ.1-3, 31).
Στις 25/08/23 διεξήχθη συνέντευξη με τον αιτητή από την Υπηρεσία προς εξέταση του αιτήματός ασύλου, όπου του δόθηκε η ευκαιρία, μέσα από σχετικές ερωτήσεις, μεταξύ άλλων, να εκθέσει τους λόγους στους οποίους στηρίζει το αίτημα του (ερ.24-31). Μετά το πέρας της συνέντευξης ετοιμάστηκε σχετική Έκθεση- Εισήγηση και στις 26/08/23 η αίτηση διεθνή προστασία απορρίφθηκε (ερ.39-46).
Ακολούθως, ετοιμάστηκε σχετική επιστολή ενημέρωσης του αιτητή για την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία δόθηκε διά χειρός στις 25/09/23, σε γλώσσα κατανοητή από αυτόν (ερ.47, 3).
Επί της αιτήσεως ασύλου που υπέβαλε ο αιτητής καταγράφει ότι έφυγε από τη χώρα καταγωγής λόγω προβλήματος μεταξύ της οικογένειας του και του ετεροθαλούς αδελφού του. Ο πατέρας του, ως αναφέρει ο αιτητής, είχε δύο συζύγους και, όταν αυτός απεβίωσε, ο ετεροθαλής αδελφός του αιτητή, που ήταν πλούσιος, ήθελε να σφετεριστεί όλα τα υπάρχοντα του πατέρα του αιτητή. Επτά χρόνια προηγουμένως δύο αδέλφια του αιτητή δηλητηριάστηκαν, χωρίς να γνωρίζουν τον δράστη. Ακολούθως ο ετεροθαλής αδελφός του αιτητή τον απείλησε ότι θα τον σκοτώσει και τότε ο πάστορας είπε στον αιτητή να πάει να συνεχίσει τις σπουδές του στο εξωτερικό. Ο πάστορας αυτός, ως ο αιτητής αναφέρει, είναι αυτός που φροντίζει την οικογένεια του, τη σύζυγο και τα παιδιά του. Για τους λόγους αυτούς ο αιτητής έφυγε από τη Νιγηρία.
Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης που διενεργήθηκε ο αιτητής επανέλαβε κατ’ ουσία τα ως άνω και ανέφερε ότι γεννήθηκε και διέμενε στην πολιτεία Imo όπου διαβιούν σήμερα η σύζυγος και το παιδί του, ανήκει στην εθνοτική ομάδα Igbo, σπούδασε Διοίκηση Επιχειρήσεων, μιλά Igbo και Αγγλικά και εργαζόταν ως ράφτης.
Στην ελεύθερη αφήγησή του ο αιτητής επανέλαβε τα όσα κατέγραψε στην επίδικη αίτηση, αναφέροντας ότι, μετά που απεβίωσαν από δηλητηρίαση δύο αδέλφια του «παρατήρησε ότι είναι ο ετεροθαλής αδελφός τους που τους σκότωσε, λόγω κτηματικών ζητημάτων» (ερ.27 - Χ1). Ακολούθως ο ετεροθαλής αδελφός τους απείλησε τον αιτητή και έτσι έβλεπε εφιάλτες και το είπε στον πάστορα του, ο οποίος τον συμβούλευσε ότι το καλύτερο θα ήταν να φύγει από τη Νιγηρία. Ερωτώμενος πότε απεβίωσαν τα αδέλφια του ο αιτητής ανέφερε ότι έγινε το 2016 και σε ακόλουθη υπόδειξη ότι ο πατέρας του είχε αποβιώσει το 2017, ως προηγουμένως είχε δηλώσει, ανασκεύασε, αναφέροντας ότι τα αδέλφια του πέθαναν το 2017 και ο πατέρας του απεβίωσε το 2016. Αναφορικά με τις απειλές που δέχθηκε ο αιτητής ανέφερε ότι ετεροθαλής αδελφός του ήταν ο μεγαλύτερος υιός και γι’ αυτό θεωρούσε ότι του ανήκει όλη η περιουσία του πατέρα τους και τους απείλησε ότι αν διεκδικήσουν ξανά μερίδιο από την περιουσία θα τους σκοτώσει. Ερωτώμενος ο αιτητής αν του συνέβηκε τίποτε από τον θάνατο του πατέρα του (2017) μέχρι που έφυγε από τη Νιγηρία (2022) ο αιτητής απάντησε αρνητικά καθώς, ως ανέφερε, δεν πήγαινε κοντά στον ετεροθαλή αδελφό του και σε άλλη ερώτηση ανέφερε ότι η σύζυγος του είναι ασφαλής, παρότι διαμένει στο ίδιο μέρος. Ερωτώμενος τέλος για τις πιθανές συνέπειες επιστροφής του στη χώρα καταγωγής ο αιτητής απάντησε ότι δεν γνωρίζει, καθώς - ως ανέφερε - δεν έχει χρήματα να προσλάβει δικηγόρο και πρόσθεσε πως, αν ο ετεροθαλής αδελφός του μάθει ότι επέστρεψε μπορεί να τον σκοτώσει.
Οι καθ’ ων η αίτηση, εξετάζοντας τα λεγόμενα του αιτητή στην αίτηση και τη συνέντευξη, κατέταξαν αυτούς στους ακόλουθους δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς.
1. Ταυτότητα, χώρα καταγωγής, προφίλ και τόπος διαμονής του αιτητή
2. Ισχυριζόμενες απειλές προς τον αιτητή από τον ετεροθαλή αδελφό του, με σκοπό να τον σκοτώσει, λόγω περιουσιακών διαφορών
Οι καθ’ ων η αίτηση αποδέχθηκαν τον 1ο ουσιώδη ισχυρισμό απέρριψαν δε τον 2ο, καθώς κρίθηκε ότι στερείται συνοχής.
Αναφορικά με τον 2ο ουσιώδη ισχυρισμό, ως αναφέρεται στα ερ.41-42, κρίθηκε ότι υπάρχει χρονική ασυνέπεια σχετικά με το πότε πέθανε ο πατέρας του αιτητή και πότε τα αδέλφια του, αφού επ’ αυτού υπήρξαν αντιφατικές δηλώσεις του αιτητή και - ερωτώμενος σχετικά ανασκεύασε τα όσα προηγουμένως είχε αναφέρει σχετικά. Περαιτέρω κρίθηκε ότι δεν ήταν σε θέση να αναφέρει καμία λεπτομέρεια για τον θάνατο των αδελφών του και ουδέν ανέφερε σχετικά με τις απειλές που κατ’ ισχυρισμό δέχθηκε από τον ετεροθαλή αδελφό του. Σε σχετικές ερωτήσεις που έγιναν ο αιτητής παρέμεινε γενικόλογος και εν πολλοίς μονολεκτικός, χωρίς τελικώς να αναφέρει κάποια λεπτομέρεια γι’ αυτό. Τέλος αξιολογήθηκε το ότι ουδέν συνέβη στον ίδιο έκτοτε και μέχρι να φύγει, 5 χρόνια μετά τον θάνατο του πατέρα του, από τη χώρα καταγωγής και η σύζυγος του, ως ο ίδιος ανέφερε, είναι ασφαλής, παρότι διαμένει στο ίδιο μέρος με τον ετεροθαλή αδελφό του αιτητή. Στα πλαίσια αξιολόγησης της εξωτερικής αξιοπιστίας του ως άνω ισχυρισμού κρίθηκε ότι, με δεδομένη την αμιγώς προσωπική φύση των όσων ανέφερε ο αιτητής, δεν ήταν σκόπιμη η έρευνα σε διαθέσιμες πληροφορίες και ο ισχυρισμός απορρίφθηκε ως αναξιόπιστος.
Κατά την αξιολόγηση κινδύνου, και επί τη βάσει του ισχυρισμού που έχει γίνει αποδεκτός, ήτοι ότι πρόκειται για άνδρα ενήλικο, υγιή, με οικογένεια, χωρίς στοιχεία ευαλωτότητας, έχει ολοκληρώσει την δευτεροβάθμια εκπαίδευση του και διαθέτει εργασιακή εμπειρία ως ράφτης, κατόπιν ανασκόπησης της γενικής κατάστασης ασφαλείας στον τόπο διαμονής της (πολιτεία Imo), κρίθηκε ότι δεν υφίσταται εύλογη πιθανότητα να εκτεθεί ο αιτητής σε κίνδυνο δίωξης ή σοβαρής βλάβης κατά την επιστροφή του.
Εκ των ως άνω η επίδικη αίτηση απορρίφθηκε ως αβάσιμη.
Στα πλαίσια των αγορεύσεων του ο αιτητής αναφέρει ότι δεν υπάρχει κανένα στοιχείο ότι ο λειτουργός που διενήργησε τη συνέντευξη κατείχε τα απαραίτητα προσόντα και ότι η αγγλική γλώσσα, στην οποία έγινε η συνέντευξη, εξασφάλιζε επαρκή επικοινωνία με τον αιτητή. Αυτό, ως αναφέρει παραπέμποντας και στην απόφαση της προέδρου του ΔΔΔΠ στην προσφυγή αρ.1061/22, καθιστά ακυρωτέα την προσβαλλόμενη πράξη, αφού ο αιτητής στερήθηκε κατ’ ουσία του δικαιώματος του σε ακρόαση. Περαιτέρω, ως λέγει, δεν έγινε δέουσα έρευνα των ισχυρισμών του και δεν έγιναν επαρκείς ερωτήσεις και έρευνα σε διαθέσιμες πληροφορίες (ΠΧΚ), πράγμα που, ως εισηγείται, οδήγησε σε λήψη της απόφασης υπό καθεστώς πλάνης, στερούμενη αιτιολογίας, χωρίς να αξιολογηθούν οι προσωπικές περιστάσεις του αιτητή, και - τέλος - ότι λανθασμένα κρίθηκε ότι οι ισχυρισμοί του είναι αναξιόπιστοι και ότι δεν διατρέχει κίνδυνο στον τόπο διαμονής του.
Οι καθ' ων η αίτηση αντιτάσσουν ότι ουδείς εκ των ισχυρισμών του αιτητή έχει δεόντως δικογραφηθεί και ουδείς αναπτύσσεται επαρκώς και δια τούτο θα πρέπει να απορριφθούν άπαντες ως ανεπίδεκτοι δικαστικής κρίσης, στη βάση σχετικής νομολογίας. Περαιτέρω, σημειώνουν ότι το βάρος απόδειξης ότι αυτός χρήζει διεθνούς προστασίας βρίσκεται στος ώμους του αιτητή και κάνοντας αναφορές στους ισχυρισμούς του ως καταγράφηκαν στην επίδικη διαδικασία, την οικεία νομοθεσία και νομολογία, αναφέρουν ότι τα ευρήματα τους επί της αξιοπιστίας του 2ου ουσιώδους ισχυρισμού είναι εύλογα, ορθά και απολύτως αιτιολογημένα. Αναφορικά με τους ισχυρισμούς περί της μετάφρασης και την αντίληψη του αιτητή σημειώνουν ότι κατανοεί την αγγλική, ότι κατανοούσε τον λειτουργό κατά τη διάρκεια της συνέντευξης και, ως βεβαιώνει και ο ίδιος στο πρακτικό της συνέντευξης, τα όσα ανέφερε στη συνέντευξη είχαν καταγραφεί ακριβώς στο σχετικό πρακτικό.
Προτού προχωρήσω θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι ισχυρισμοί που προωθούνται δια της αγορεύσεως του αιτητή, ως ανωτέρω έχουν καταγραφεί, έχουν δεόντως δικογραφηθεί (βλ. προσφυγή, νομικά σημεία 1, 4, 8, 13, 15, 17, 20, 21, 23, 24, 26, 27) και συνεπώς θα εξεταστούν.
Προέχει βεβαίως η ενασχόληση με τους ισχυρισμούς που αφορούν την μετάφραση κατά τη συνέντευξη και την ισχυριζόμενη παράβαση του δικαιώματος ακρόασης του αιτητή.
Αναφορικά κατ’ αρχήν με τους ισχυρισμούς περί μη κατάλληλης κατάρτισης στην αγγλική γλώσσα του λειτουργού που διενέργησε τη συνέντευξη, είναι κατάληξη μου ότι, στην απουσία περί του αντίθετου μαρτυρίας, το τεκμήριο κανονικότητας παραμένει ακλόνητο, θα πρέπει να απορριφθούν ως ατεκμηρίωτοι [βλ. Κόκκινου ν. Δημοκρατίας (1999) 4 ΑΑΔ 263 και Kousoulides & Others v. Republic (1967) 3 C.L.R. 438].
Σχετικά με τα ως άνω αλλά και όσα αναφέρονται σχετικά με την ποιότητα επικοινωνίας στη συνέντευξη, στην απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου στην υπ.1694/11, Noel De Silva v. Δημοκρατίας, ημ.07/02/14, λέχθηκαν τα ακόλουθα:
«Σε κανένα στάδιο της διαδικασίας δεν προβλήθηκε ισχυρισμός από τον αιτητή ότι ο διερμηνέας, τον οποίο οι καθ'ων η αίτηση επέλεξαν, δεν γνώριζε τη μητρική του γλώσσα ή δεν μετέφραζε ορθώς τα όσα είχαν διαμειφθεί κατά τη συνέντευξη.
Ούτε στο φάκελο υπάρχει οτιδήποτε το οποίο να δημιουργεί αμφιβολίες για την ικανότητα ή ακεραιότητα του μεταφραστή, τις ικανότητες του οποίου ο αιτητής ουδόλως αμφισβήτησε κατά τον ουσιώδη χρόνο.
Στα συγκεκριμένα έγγραφα, ο αιτητής υπέγραψε δήλωση ότι, όλες οι πληροφορίες που περιλαμβάνονται είναι αληθινές και ότι αντιλαμβάνεται το ερωτηματολόγιο και τις αντίστοιχες απαντήσεις. Στη συνέχεια βεβαιώνει, ότι έχει καταγραφεί αντικατοπτρίζει επακριβώς τη δήλωσή του. Συνεπώς το επιχείρημα αυτό δεν έχει έρεισμα».
Στο αρ.17 (9) (γ) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 (6(I)/2000) αναφέρεται ότι κατά τη συνέντευξη επιλέγεται «διερμηνέα[ς] ικανό[ς] να διασφαλίζει τη δέουσα επικοινωνία μεταξύ του αιτητή και του αρμόδιου λειτουργού που διεξάγει τη συνέντευξη» και πως «η επικοινωνία διενεργείται στη γλώσσα που προτιμά ο αιτητής, εκτός εάν υπάρχει άλλη γλώσσα την οποία κατανοεί και στην οποία είναι σε θέση να επικοινωνήσει με σαφήνεια». Στο αρ.18 (1) γίνεται αναφορά περί «αναγκαίου διερμηνέα».
Από μια ανάγνωση της ως άνω νομοθεσίας καθίσταται σαφές ότι ο νομοθέτης, σε πλήρη συμμόρφωση με τις σχετικές οδηγίες, των οποίων τα ως άνω άρθρα αποτελούν την μεταφορά τους στην εθνική νομοθεσία, θέλει να διασφαλίσει την ύπαρξη δέουσας επικοινωνίας μεταξύ του αιτητή και του διεξάγοντα τη συνέντευξη λειτουργού. Εδώ ο αιτητής είχε δηλώσει την αγγλική ως μητρική γλώσσα (ερ.3), προτού δε αρχίσει η συνέντευξη του επισημάνθηκε ότι μπορεί να ζητήσει διευκρινήσεις σε κάθε στάδιο της διαδικασίας αν δυσκολεύεται να κατανοήσει τα διαμειφθέντα ή αντιμετωπίζει δυσκολία επικοινωνίας με τον λειτουργό (ερ.30) και σε κανένα σημείο δεν εξέφρασε αδυναμία αντίληψης των διαμειφθέντων. Μάλιστα επιβεβαίωσε ότι τα όσα ανέφερε καταγράφηκαν δεόντως στο πρακτικό, ως και όλα τα διαμειφθέντα (ερ.24).
Ουδεμία λοιπόν αμφιβολία γεννάται για την ποιότητα επικοινωνίας κατά τη συνέντευξη ή την κατάρτιση και ικανότητα του διενεργούντος λειτουργού.
Δεδομένου ότι όλοι οι υπόλοιποι ισχυρισμοί του αιτητή συμπλέκονται με την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης προχωρώ με επί της ουσίας εξέταση της παρούσης.
Προχωρώ λοιπόν σε αξιολόγηση των ενώπιον μου στοιχείων
Στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», Δικαστική ανάλυση, 2018, σελ.98 του εγχειριδίου, αναφέρεται ότι «[…] απαιτείται ισορροπημένη και αντικειμενική αξιολόγηση του αν η αφήγηση του αιτούντος αντικατοπτρίζει την αφήγηση που αναμένεται από ένα πρόσωπο στην κατάσταση του αιτούντος το οποίο αφηγείται μια πραγματική προσωπική εμπειρία.».
Στη σελ.102 του ιδίου εγχειριδίου, αναφέρονται τα εξής:
«[Οι] δείκτες αξιοπιστίας είναι απλοί δείκτες και δεν συνιστούν αυστηρά κριτήρια ή προϋποθέσεις. Παρότι οι τέσσερις δείκτες που προσδιορίστηκαν ανωτέρω (εσωτερική και εξωτερική συνέπεια, επαρκώς λεπτομερείς πληροφορίες και ευλογοφάνεια) αποτυπώνουν τους δείκτες που εφαρμόζουν στην πράξη τα δικαστήρια, κανένας από αυτούς δεν μπορεί να θεωρηθεί καθοριστικός. Η σημασία τους από υπόθεση σε υπόθεση ποικίλλει σημαντικά. Σε κάθε περίπτωση είναι αναγκαία η εξέταση του σωρευτικού τους αντίκτυπου (305). […]
Από την ανωτέρω ανάλυση προκύπτει ότι δεν υπάρχει απλή απάντηση στο ερώτημα που αφορά τον τρόπο αξιολόγησης της αξιοπιστίας σε υποθέσεις διεθνούς προστασίας. Το μόνο που μπορεί να ειπωθεί είναι ότι η αξιολόγηση πρέπει να διενεργείται με βάση το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων, λαμβανομένων υπόψη των αρχών, των μεθόδων και των δεικτών που αναφέρονται στην παρούσα ανάλυση. Οι αρχές, οι μέθοδοι και οι δείκτες αυτοί θα πρέπει να εφαρμόζονται με προσοχή (307), αντικειμενικότητα και αμεροληψία, ώστε να αποφευχθεί τυχόν εσφαλμένη και απλοϊκή απόρριψη, ή αφελής και ανεπιφύλακτη αποδοχή μιας συγκεκριμένης αφήγησης.»
Ενόψει των ως άνω, διερχόμενος των ενώπιον μου στοιχείων ως έχουν καταγραφεί στο πρακτικό της επίδικης συνέντευξης, θα συμφωνήσω με το σύνολο των ευρημάτων και κατάληξης των καθ’ ων η αίτηση επί του 2ου ουσιώδους ισχυρισμού του. Τούτο γιατί το αφήγημα του αιτητή βρίθει κενών, ασαφειών, στερείται χρονικής συνέχειας και τα πλείστα των λεγομένων του αλλά και των απαντήσεων του σε ερωτήσεις που του υποβλήθηκαν εμπεριέχουν πλήθος αοριστιών και στερούνται κάθε ψήγματος εύλογα αναμενόμενων λεπτομερειών, εκ των οποίων διαβρώνεται αναπόφευκτα και μοιραία η αξιοπιστία των δηλώσεων του.
Δεν έχω τίποτε να προσθέσω στα όσα ενδελεχώς καταγράφουν οι καθ’ ων η αίτηση στα ερ.41-43, στα πλαίσια της αξιολόγησης της αξιοπιστίας του 2ου ουσιώδους ισχυρισμού του αιτητή περί απειλών που κατ’ ισχυρισμό δεχόταν από ετεροθαλή αδελφό του για περιουσιακούς λόγους, στα οποία αναφέρομαι πιο πάνω, κατά την καταγραφή της επίδικης έκθεσης, και τα οποία δεν κρίνω σκόπιμο να επαναλάβω. Ενδεικτικά σχετικώς σημειώνω ότι ο αιτητής επέπεσε σε καίριες αντιφάσεις που αφορούν τον χρόνο θανάτου του πατέρα του και των αδελφών του, οι ισχυρισμοί του στερούνται σαφούς χρονικής συνέχειας, δεν ήταν σε θέση να αναφέρει ούτε την ελάχιστα αναμενόμενη λεπτομέρεια σε σχέση με τις κατ’ ισχυρισμό απειλές που δέχθηκε και ούτε να εξηγήσει για ποιο λόγο, με δεδομένη τη διαμάχη, ουδέν του συνέβη κατά το διάστημα τον 5 και πλέον ετών (2017-2022), από όταν ξέσπασε η κατ’ ισχυρισμό διαμάχη μέχρι που έφυγε από τη χώρα, και γιατί η σύζυγος του παραμένει ασφαλής, παρόλα όσα αναφέρει.
Σημειώνεται ότι, με δεδομένο ότι στα πλαίσια της παρούσης εκπροσωπείται δεόντως από δικηγόρο, αν ήθελε να προσφέρει περαιτέρω μαρτυρία ή στοιχεία προς διευκρίνηση των όποιων κενών ή ελλείψεων διαπιστώθηκαν, για τα οποία είναι δεόντως ενήμερος, θα μπορούσε να το πράξει δια σχετικού διαβήματος. Εντούτοις ουδέν έπραξε. Στην απουσία λοιπόν περαιτέρω μαρτυρίας που θα συμπλήρωνε τα κενά και τις ελλείψεις, ως ανωτέρω λεπτομερώς καταγράφονται, είναι κατάληξη μου ότι τα κενά παραμένουν και συνεπώς ουδείς εκ των ισχυρισμών του αιτητή μπορεί να γίνει αποδεκτός, καθότι οι σημαντικές ελλείψεις εσωτερικής συνοχής δεν αφήνουν περιθώριο αποδοχής τους.
Συνεπεία των ανωτέρω, ενόψει εδώ της παντελούς έλλειψης εσωτερικής συνοχής των λεγομένων δεν θεωρώ ότι ήταν απαραίτητη η αναζήτηση πληροφορίων (ΠΧΚ) αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία. Ορθώς λοιπόν και απολύτως δικαιολογημένα θεωρώ ότι οι καθ’ ων η αίτηση δεν προέβησαν σε τέτοια έρευνα. Σχετικά με τούτο, στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», σελ.132, αναφέρεται ότι η αναζήτηση πληροφοριών για τη χώρα καταγωγής (ΠΧΚ) «ενδέχεται να μην είναι απαραίτητ[η] σε περίπτωση αρνητικής διαπίστωσης περί της αξιοπιστίας βάσει καταφανούς έλλειψης εσωτερικής συνοχής ή μη ικανοποιητικής επεξήγησης αποκλίσεων ή παραλλαγών σε ό,τι αφορά τα ουσιώδη στοιχεία μιας αίτησης ή, ακόμη περισσότερο, σε περίπτωση απόρριψης προσφυγής ως απαράδεκτης.».
Δεν παραβλέπω ότι ο συνήγορος του αιτητή παραθέτει στη σελ.2 της αγόρευσης του και παραπέμπει σε σχετικές διαθέσιμες πληροφορίες (ΠΧΚ), όπου - ως αναφέρει - δεικνύεται ότι περιουσιακές διαμάχες, με συχνά αιματηρή κατάληξη, είναι φαινόμενο που απαντάται στη χώρα καταγωγής. Δεδομένης και της ως άνω κατάληξης μου θεωρώ ότι οι ΠΧΚ αυτές δεν αρκούν, καθώς η έλλειψη εσωτερικής συνοχής, ως ανωτέρω εξηγείται, είναι τέτοια που, στα πλαίσια συνολικής αξιολόγησης και αποτίμησης των στοιχείων που απαρτίζουν την υπόθεση, δεν μπορεί παρά να αποβεί μοιραία για τη γενική και συνολική αξιοπιστία των ισχυρισμών του. Αν η αξιολόγηση γινόταν στη βάση μόνο της εξωτερικής συνοχής, θα οδηγούσε σε αποδοχή ισχυρισμών για τούτο και μόνο τον λόγο, οι οποίοι στερούνται εσωτερικής συνοχής και θα οδηγούσε σε ανεπιφύλακτη αποδοχή, ενάντια σε κάθε εύλογη κριτική θεώρηση των λεγομένων του. Οι ισχυρισμοί ενός αιτητή και η εσωτερική συνοχή τους, δεν μπορεί παρά να παραμένει το πρωταρχικό σημείο αναφοράς.
Ενόψει της ως άνω κατάληξης μου απομένει μια αποτίμηση της γενικής κατάστασης ασφαλείας στον τόπο διαμονής του αιτητή (Imo State).
Σε αναφορά του ACLED για την περίοδο 16/12/23 ως 13/12/24, καταγράφηκαν στην πολιτεία Imo 100 περιστατικά ασφαλείας, στα οποία χάθηκαν 138 ανθρώπινες ζωές. Τα 100 περιστατικά αφορούσαν 3 ταραχές (riots), που είχαν ως αποτέλεσμα 2 ανθρώπινες απώλειες, 29 περιστατικά βίας κατά πολιτών (violence against civilians) τα οποία είχαν αποτέλεσμα 34 ανθρώπινες απώλειες, 49 μάχες (battles) οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα 102 ανθρώπινες απώλειες και 1 περιστατικό έκρηξης/απομακρυσμένης βίας, χωρίς κάποια ανθρώπινη απώλεια και 18 περιστατικά διαμαρτυρίας (protests), επίσης χωρίς κάποια ανθρώπινη απώλεια.[1] Σημειώνεται η πολιτεία Imo έχει πληθυσμό περί των 5 ½ εκατομμυρίων κατοίκων.[2]
Δεν παραγνωρίζω ότι στα περιστατικά ασφαλείας περιλαμβάνονται επιθέσεις σε άμαχο πληθυσμό και αδιακρίτως ασκούμενη βία, όμως δεν φτάνει σε επίπεδο που να συνηγορεί υπέρ της ύπαρξης «σοβαρής και προσωπικής απειλής» κατά του αιτητή εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του στην υπό κρίση περιοχή και δεν εντοπίζω ιδιαίτερες περιστάσεις που επιτείνουν τον κίνδυνο γι’ αυτόν, σε σύγκρισή με τον γενικό πληθυσμό της περιοχής, στη βάση της «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας» [3] (βλ. απόφαση ΔΕΕ, ημ.10/06/21, C-901/19, CF and DN). Άλλωστε, ως στην αιτ. σκέψη 35 της Οδ.2011/95/ΕΕ αναφέρεται, «[οι] κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται εν γένει ο πληθυσμός ή τμήμα του πληθυσμού μιας χώρας δεν συνιστούν συνήθως, αυτοί καθαυτοί, προσωπική απειλή που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως σοβαρή βλάβη.». Προς τούτο λαμβάνω υπόψη και το προφίλ του αιτητή, ως και ανωτέρω, στα πλαίσια παράθεσης της επίδικης έκθεσης, στην παρούσα απόφαση αναφέρεται.
Έπεται λοιπόν ότι δεν τεκμηριώνεται βάσιμος φόβος «καταδίωξης [του αιτητή] για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων» και δεν υφίστανται «ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη», ως αμφότερες οι έννοιες ορίζονται στα αρ.3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου αντίστοιχα.
Καταληκτικά αναφέρω ότι η Νιγηρία έχει καθοριστεί στην Κ.Δ.Π. 191/2024, η οποία εκδόθηκε δυνάμει του αρ.12Βτρις του Νόμου, ως ασφαλής χώρα ιθαγενείας και στην παρούσα ουδέν στοιχείο προσκομίστηκε στη βάση του οποίου θα μπορούσε να «θεωρηθεί ότι η χώρα αυτή δεν είναι ασφαλής […] στη συγκεκριμένη περίπτωσή», στη βάση του αρ.12Βτρις (6).
Η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με έξοδα €1000 υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή.
Α. Χριστοφόρου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1](βλ. Πλατφόρμα Dashboard, με στοιχεία ανάλυσης ως εξής: ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: 16/12/23 έως 13/12/24, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Battles / Violence against civilians / Explosions - Remote violence/ Riots/Battles και ΠΕΡΙΟΧΗ: Africa – Nigeria – Imo State https://acleddata.com/explorer/
[2] City Population, Africa – Nigeria - Imo State https://citypopulation.de/en/nigeria/admin/NGA017__imo/
[3] Εγχειρίδιο EASO, Άρθρο 15 στοιχείο γ) της οδηγίας για τις ελάχιστες απαιτήσεις ασύλου (2011/95/ΕΕ) Δικαστική ανάλυση, σελ.26-28, διαθέσιμο εδώ: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/Article-15c-QD_a-judicial-analysis-EL.pdf
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο