
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση Αρ.: 3926/23
25 Φεβρουαρίου, 2025
[Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
C.H.C.
Αιτητού
και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η αίτηση
.........
Χ. Π. Χριστοδουλίδης (κος), Δικηγόρος για τον Αιτητή
Β. Θωμά (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση
Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο Αιτητής με την παρούσα προσφυγή αιτείται την έκδοση απόφασης από το παρόν Δικαστήριο με την οποία να κηρύσσεται άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 30.9.2023, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για διεθνή προστασία, καθότι καθώς κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2023 (στο εξής: ο περί Προσφύγων Νόμος).
Γεγονότα
1. Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως ακολούθως: Ο Αιτητής κατάγεται από τη Νιγηρία και περί στις 4.2.2022, υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας. Στις 26.9.2023, πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από λειτουργό. Ακολούθως, ο λειτουργός υπέβαλε Έκθεση/Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής: Προϊστάμενος) για απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή και επιστροφή στη χώρα καταγωγής του. Η Εισήγηση εγκρίθηκε από τον Προϊστάμενο στις 30.9.2023. Η εν λόγω απόφαση, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 9.10.2023, αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.
Νομικοί Ισχυρισμοί
2. Ο Αιτητής, δια του συνηγόρου του, κατά την ακροαματική διαδικασία της παρούσας προσφυγής, δήλωσε ότι προωθεί ως λόγους προσφυγής την έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας και την κατ΄ισχυρισμό αναρμοδιότητα του οργάνου που εξέδωσε την επίδικη απόφαση. Η επίκληση αναρμοδιότητας εδράζεται στην αιτίαση ότι ο Προϊστάμενος αυτοματοποιημένα επικύρωσε την εισήγηση κατώτερου λειτουργού, αμφισβητεί τα προσόντα του λειτουργού που πραγματοποίησε τη συνέντευξη και τέλος επικαλείται ότι δεν είναι δεόντως εξουσιοδοτημένος, εξαιτίας της αλλαγής του φορέα του Υπουργού Εσωτερικών, ο Προϊστάμενος που εξέδωσε την επίδικη απόφαση.
3. Από την πλευρά τους οι Καθ' ων η αίτηση, υπεραμύνονται της ορθότητας της επίδικης πράξης και επισημαίνουν ότι η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ήταν προϊόν δέουσας έρευνας και αιτιολογίας. Υπενθυμίζουν επιπλέον το Διάταγμα του Υπουργού Εσωτερικών βάσει του οποίου η χώρα καταγωγής του Αιτητή χαρακτηρίζεται ως ασφαλής χώρα ιθαγένειας. Παραπέμπουν στους ισχυρισμούς τους Αιτητή κατά τη διοικητική διαδικασία και στην αξιολόγησή τους, επισημαίνοντας ότι ορθώς αυτός κρίθηκε αναξιόπιστος ως προς τον πυρήνα του αιτήματός του περί της δίωξής του από μέλη της αδελφότητας Black Axe. Τέλος, υποστηρίζουν ότι οι περιστάσεις του Αιτητή, το προφίλ σε συνάρτηση με τον τόπο διαμονής του, δεν δικαιολογούν την υπαγωγή του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας.
Το νομικό πλαίσιο
4. Η Σύμβαση περί του καθεστώτος των προσφύγων, η οποία υπογράφηκε στη Γενεύη στις 28 Ιουλίου 1951 και τέθηκε σε ισχύ στις 22 Απριλίου 1954 [Recueil des traités des Nations unies, τόμος 189, σ. 150, αριθ. 2545 (1954)], όπως συμπληρώθηκε με το Πρωτόκολλο περί του καθεστώτος των προσφύγων, το οποίο συνήφθη στη Νέα Υόρκη στις 31 Ιανουαρίου 1967 και τέθηκε σε ισχύ στις 4 Οκτωβρίου 1967 (στο εξής: Σύμβαση της Γενεύης), ορίζει, στο άρθρο 1, τμήμα Α, σημείο 2, πρώτο εδάφιο, ότι ο όρος «πρόσφυγας» εφαρμόζεται επί παντός προσώπου το οποίο, «συνεπεία δικαιολογημένου φόβου διώξεως λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητος, κοινωνικής τάξεως ή πολιτικών πεποιθήσεων, ευρίσκεται εκτός της χώρας της οποίας έχει την ιθαγένεια και δεν δύναται ή, λόγω του φόβου τούτου, δεν επιθυμεί να απολαύη της προστασίας της χώρας ταύτης».
5. Ο Κανονισμός 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έχει ως ακολούθως (η υπογράμμιση είναι δική μου):
«Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου (Αρ.1) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ΄ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».
6. Ο Κανονισμός 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962 προβλέπει τα εξής:
«Έκαστος διάδικος δέον δια των εγγράφων προτάσεων αυτού να εκθέτη τα νομικά σημεία επί των οποίων στηρίζεται και αιτιολογών συγχρόνως ταύτα πλήρως. Διάδικος εμφανιζόμενος άνευ συνηγόρου δεν υποχρεούται εις συμμόρφωσιν προς τον κανονισμό αυτόν».
7. Το άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 και 2020 (Ο περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος) καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.
8. Στο ερμηνευτικό άρθρο 2 του περί Προσφύγων νόμου, ο όρος «Προϊστάμενος» ορίζεται ως ακολούθως (η υπογράμμιση είναι του παρόντος Δικαστηρίου):
«Προϊστάμενος» σημαίνει αρμόδιο λειτουργό ο οποίος προΐσταται της Υπηρεσίας Ασύλου και περιλαμβάνει οποιοδήποτε άλλο αρμόδιο λειτουργό της εν λόγω Υπηρεσίας που εξουσιοδοτείται από τον Υπουργό, για να ασκεί όλες ή οποιεσδήποτε από τις εξουσίες ή να εκτελεί όλα ή οποιαδήποτε από τα καθήκοντα του Προϊσταμένου·»
9. Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει την έννοια του όρου πρόσφυγας και τις προϋποθέσεις υπαγωγής σε αυτόν τον ορισμό.
10. Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου προβλέπει τις περιπτώσεις, όπου αναγνωρίζεται το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.
Κατάληξη
11. Εκ προοιμίου, επισημαίνεται ότι η περίμετρος των ζητημάτων που έχει δικαιοδοσία να εξετάσει το παρόν Δικαστήριο καθορίζονται και σε αυτή την περίπτωση καταρχήν από τα δικόγραφα των διαδίκων. Μόνη εξαίρεση αποτελούν οι λόγοι προσφυγής που άπτονται ζητημάτων δημοσίας τάξεως, τα οποία δύναται το Δικαστήριο να εξετάσει και αυτεπαγγέλτως κάτω και πάλι από συγκεκριμένες προϋποθέσεις [Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14ης Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260 και «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου, Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 247»].
12. Η αναγκαιότητα έγερσης των λόγων προσφυγής με ευκρίνεια και λεπτομέρεια είναι θεμελιώδους σημασίας διαφορετικά το Δικαστήριο δεν νομιμοποιείται να τα εξετάσει αυτεπαγγέλτως, έστω και εάν έχουν εγερθεί με την αγόρευση [Βλ. Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 Α.Α.Δ. 598, Δημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Δημοκρατία ν. Σπύρου (2007) 3 Α.Α.Δ. 533 και Χατζηχάννας ν. Δημοκρατίας (Αρ. 2) (2009) 3 Α.Α.Δ. 655].
13. Επισημαίνεται εξάλλου, ότι το ζήτημα που εγείρεται αναφορικά με την κατ΄ ισχυρισμό αναρμοδιότητα του διοικητικού οργάνου να εγκρίνει την Έκθεση / Εισήγηση του λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου, παρά το γεγονός ότι δεν δικογραφείται δεόντως στο πλαίσιο του εισαγωγικού δικογράφου της διαδικασίας, εντούτοις ως θέμα δημοσίας τάξεως, δύναται να εξεταστεί και αυτεπαγγέλτως από το παρόν Δικαστήριο.
14. Όπως προκύπτει από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου, η Έκθεση / Εισήγηση ετοιμάστηκε και υποβλήθηκε προς έγκριση στην αποφαίνουσα αρχή, ήτοι τον Προϊστάμενο, από συγκεκριμένο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου. Η εν λόγω Έκθεση / Εισήγηση εγκρίθηκε από άλλο εξουσιοδοτημένο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, τον κ. Α. Α., ο οποίος δια της εγκρίσεως της Έκθεσης / Εισήγησης εξέδωσε την επίδικη πράξη στις 30.9.2023.
15. Σύμφωνα με τα ενώπιόν μου στοιχεία, ο κ. Α.Α. ήταν κατά τον ουσιώδη χρόνο δεόντως εξουσιοδοτημένος (Βλ. Εξουσιοδότηση Υπουργού Εσωτερικών, ημερομηνίας 9.6.2022 να ασκεί όλες ή οποιεσδήποτε από τις εξουσίες ή να εκτελεί όλα ή οποιαδήποτε από τα καθήκοντα του Προϊσταμένου, περιλαμβανομένης και της έκδοσης αποφάσεων επί αιτημάτων διεθνούς προστασίας. Ως εκ τούτου κατά τον ουσιώδη χρόνο ο κ. Α.. ήταν δεόντως εξουσιοδοτημένος για την έκδοση της επίδικης πράξης.
16. Η εξουσιοδότηση σε μεταγενέστερο χρόνο και άλλων λειτουργών από τον νέο Υπουργό δυνάμει του άρθρου 2 του περί Προσφύγων Νόμου, του 17(4) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου (Ν. 158 (Ι)/1999) και του περί Εκχωρήσεως της Εvασκήσεως τωv Εξoυσιώv τωv Απoρρεoυσώv εκ τιvός Νόμoυ τoυ 1962, δεν οδηγεί σε σιωπηρή ανάκληση προηγούμενων εξουσιοδοτήσεων άνευ ετέρου και ιδίως της εξουσιοδότησης του κ. Α.Α, ούτε κάτι τέτοιο συνάγεται από το περιεχόμενο των εν λόγω εξουσιοδοτήσεων. Επιπλέον, δεν προκύπτει από πουθενά ότι η μεταβολή στο φορέα του ενός οργάνου καθιστά ανίσχυρες τις αποφάσεις του προκάτοχο φορέα. Αντίθετη προσέγγιση θα οδηγούσε σε παράλογα αποτελέσματα εις βάρος της εύρυθμης και αδιάλειπτης λειτουργίας του κράτους (αρχή της συνέχειας της διοίκησης). Καμία ρητή νομοθετική διάταξη, δεσμευτική νομολογία ή αρχή του διοικητικού δικαίου εντοπίζεται που να ανατρέπει την ανωτέρω ερμηνευτική προσέγγιση και την ανωτέρω αρχή της συνέχειας της διοίκησης. Επισημαίνεται δε ότι η νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας στην οποία παραπέμπει ο Αιτητής στη γραπτή του αγόρευση δεν έχει προσαχθεί ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ως μαρτυρία, καθώς δεν αποτελεί πηγή δικαίου της ημεδαπής έννομης τάξης και σε κάθε περίπτωση δεν είναι δεσμευτική (Βλ. Πολιτική Αίτηση Αρ. 81/2020, ημερ. 30.7.2020, ECLI:CY:AD:2020:D278). Επιπλέον, το ζήτημα της εξουσιοδότησης σε έτερη έννομη τάξη και η συναφής νομολογία δεν μπορεί να εξετάζεται εκτός του συναφούς κανονιστικού πλαισίου που ισχύει στο εν λόγω κράτος, κάτι το οποίο βεβαίως δεν αποτελεί υποχρέωση του παρόντος Δικαστηρίου να το πράξει αλλά του διαδίκου που το επικαλείται. Ως εκ τούτου, οι ανωτέρω αναφορές του Αιτητή δεν μπορούν να ανατρέψουν τα ανωτέρω συμπεράσματα του παρόντος Δικαστηρίου στη βάση των εθνικών νομοθετικών διατάξεων και εφαρμοστέων αρχών. Όλως επικουρικώς και για λόγους πληρότητας, στο σημείο αυτό οφείλω να επισημάνω ότι ουδόλως επηρεάζει το εν λόγω εύρημα του Δικαστηρίου το γεγονός ότι οι μεταγενέστερες εξουσιοδοτήσεις και άλλων λειτουργών που υπάρχουν εντός του διοικητικού φακέλου έχουν δοθεί από τον νέο Υπουργό Εσωτερικών, ενώ η επίδικη εξουσιοδότηση ημερομηνίας 9.6.2022 είχε δοθεί από τον προηγούμενο Υπουργό Εσωτερικών, κύριο Νίκο Νουρή.
17. Εν συνεχεία επισημαίνεται συναφώς, ότι δυνάμει του εδαφίου (4) του άρθρου 17 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου, Ν. 158 (Ι)/1999, όταν ο νόμος αναθέτει την άσκηση μιας εξουσίας σε ένα όργανο, το όργανο αυτό δεν μπορεί να μεταβιβάσει ολικά ή μερικά την εξουσία του αυτή σε άλλο όργανο, χωρίς να υπάρχει ρητή διάταξη του νόμου που να το επιτρέπει.
18. Εν προκειμένω, δυνάμει του ερμηνευτικού άρθρου 2 του περί Προσφύγων Νόμου, το οποίο παρατίθεται ανωτέρω, Προϊστάμενος με την έννοια του εν λόγω νόμου, και άρα πρόσωπο το οποίο έχει εξουσία να εκδίδει, μεταξύ άλλων, και απορριπτικές αποφάσεις επί αιτήσεων ασύλου, είναι και οποιοσδήποτε λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου που εξουσιοδοτείται από τον αρμόδιο Υπουργό, να ασκεί όλες ή οποιεσδήποτε από τις εξουσίες ή να εκτελεί όλα ή οποιαδήποτε από τα καθήκοντα του Προϊσταμένου, περιλαμβανομένης και της έκδοσης αποφάσεων επί αιτημάτων διεθνούς προστασίας. Ως εκ τούτου, υπάρχει ρητή πρόνοια στον περί Προσφύγων Νόμο, η οποία επιτρέπει την εκχώρηση των εξουσιών του Προϊσταμένου [Βλ. Απόφαση στην. Α.Ε. αρ. 2115, Ανδρούλλας Ζηνοβίου ν Κυπριακής Δημοκρατίας, ημερ. 2.10.1997, (1997) 3 Α.Α.Δ 385].
19. Συνεπώς, στην παρούσα περίπτωση όπου προκύπτει ευκρινώς το όνομα του προσώπου που προβαίνει στην μονογραφή, ήτοι Α. Α., υπάρχει μονογραφή πλησίον του ονόματος που λογικώς ανήκει στο πρόσωπο το οποίο προβαίνει στην έγκριση και ειδική σφραγίδα ότι η εν λόγω εισήγηση εγκρίνεται, κρίνω ότι η εν λόγω πράξη ικανοποιεί όλα τα εξωτερικά στοιχεία που την καθιστούν έγκυρη. Το βάρος ανατροπής του τεκμηρίου αυτού της κανονικότητας της επίδικης απόφασης φέρει ο ίδιος ο Αιτητής, ο οποίος εν προκειμένω δεν έχει προσκομίσει οτιδήποτε το οποίο να ανατρέπει αυτό το τεκμήριο [Βλ. ως προς το τεκμήριο της κανονικότητας των διοικητικών πράξεων, Απόφαση στην Υπόθεση Αρ. 1639/2005, Μd Moin Uddin ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 27.4.2007 και Απόφαση στην Υπόθεση αρ. 465/1998, Ανδρούλλα Κωνσταντινίδου ν. Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας, ημερ. 8.3.2000, (2000) 4 ΑΑΔ 148 και την εκεί μνημονευόμενη νομολογία].
20. Περαιτέρω, απολύτως θεμιτή, σύμφωνα και με την παρατεθείσα νομολογία, είναι και η έγκριση της εισήγησης του λειτουργού, η οποία με την έγκρισή της αποτελεί την αιτιολογική βάση της εκδιδόμενης απόφασης, χωρίς να καθίσταται αναγκαία η επανάληψη της αιτιολογίας σε ξεχωριστό έγγραφο και χωρίς αυτό να θεωρείται εγκατάλειψη της δικής του αποφασιστικής αρμοδιότητας. Όπως συναφώς προβλέπει το άρθρο 17(8) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου, Ν. 158 (Ι)/1999, δεν συνιστά αποχή από άσκηση αρμοδιότητας η υιοθέτηση ενός σημειώματος ή μιας πρότασης που υποβάλλεται από υφιστάμενο υπάλληλο ή όργανο στο αρμόδιο διοικητικό όργανο, αν το σημείωμα ή η πρόταση περιέχει συγκεκριμένη εισήγηση και από το σύνολο της όλης διοικητικής ενέργειας προκύπτει ότι το αρμόδιο όργανο άσκησε ουσιαστικά την αποφασιστική του αρμοδιότητα. Εν προκειμένω, η υιοθέτηση της Έκθεσης / Εισήγησης, η οποία εμπεριέχει πολύ συγκεκριμένη ανάλυση και εισήγηση, δεν συνιστά αποχή από την άσκηση της εξουσίας του αποφασίζοντος οργάνου αλλά με την έγκρισή της εκδόθηκε η επίδικη πράξη και το περιεχόμενο της εισήγησης καθίσταται παράλληλα η αιτιολογική βάση της επίδικης απόφασης. Ανάλογο ζήτημα εξέτασα και σε άλλες αποφάσεις μου την κατάληξη των οποίων υιοθετώ ως προς το σημείο αυτό [Βλ. ενδεικτικώς Υπόθεση Αρ.: 7/20, Β. S. v. Δημοκρατίας, μέσω Yπηρεσίας Ασύλου, ημερ. 5.3.2021, Υπόθεση Αρ.: 389/20, V.P. v. Δημοκρατίας, μέσω Yπηρεσίας Ασύλου., ημερ. 12.2.2021 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία]. Όπως υπαγορεύει η πρακτική που ακολουθείται στο δημόσιο τομέα και η λογική προσέγγιση των πραγμάτων, κανένας Διευθυντής δεν λειτουργεί χωρίς την υποστήριξη στελεχωμένης υπηρεσίας. Υπάρχει δε εγγενής εξουσιοδότηση όλων των λειτουργών να ενεργούν στο πλαίσιο των οδηγιών τους. Κατά αναλογία δεν αναμένεται ευλόγως ο Προϊστάμενος να διενεργεί ο ίδιος ως φυσικό πρόσωπο όλες τις συνεντεύξεις και να προβαίνει ο ίδιος σε όλες τις αναγκαίες ενέργειες προ της εκδόσεως της απόφασης επί αιτήσεως ασύλου, αλλά μπορεί να ενεργεί στη βάση εισήγησης λειτουργών που έχουν ακριβώς το καθήκον να προβαίνουν σε ενδελεχή εξέταση κάθε περίπτωσης και να συντάσσουν σχετικό εμπεριστατωμένο πόρισμα, το οποίο δύναται στη συνέχεια ο Προϊστάμενος να εγκρίνει, εκδίδοντας κατά αυτό τον τρόπο την απόφασή του [Βλ. Προσφυγή υπ' αριθμό: 42/2011, Guilan Zou v. Δημοκρατίας, ημερ. 24.1.2013, Προσφυγή υπ' αριθμό 1606/2015, Σολωμού ν. Δημοκρατίας, ημερ. 6.9.2018, Συνεκδικαζόμενες υποθέσεις αρ. 1159/2021 κ.α., Εgypt Air v. Δημοκρατίας, ημερ. 11.4.2019]. Ως προς τις αναφορές του Αιτητή περί έλλειψης προσόντων του προσώπου που έλαβε τη συνέντευξη, επισημαίνεται ότι η αμφισβήτηση των προσόντων του προσώπου που διενήργησε τη συνέντευξη, αναπτύσσεται κατά τρόπο γενικό, δεδομένο που τον καθιστά απαράδεκτο και εξ αυτού του λόγου [Bλ. Συναφώς Υπ. Αρ. 1239/2009, ΟΜ Prakash Pandey v AAΠ, ημερ. 5.11.2010]. Δεν εξηγείται γιατί συγκεκριμένα θεωρείται ότι τα υπό αναφορά πρόσωπο δεν είναι δεόντως καταρτισμένο και πού στηρίζεται αυτός ο ισχυρισμός. Η γενική επίκληση απουσίας εκ του νόμου προϋπόθεσης, χωρίς οποιαδήποτε προβολή ισχυρισμών που να επεξηγούν πού εδράζεται η εν λόγω θέση πάσχει από αοριστία. Παρατηρώ δε ότι ο Αιτητής υπέγραψε τη σχετική δήλωση περί ορθής μετάφρασης των λεγομένων του, όπως προκύπτει από το πρακτικό της συνέντευξης.
21. Ως προς τους προωθούμενους λόγους προσφυγής περί έλλειψης δέουσας έρευνας και αιτιολογίας είναι κρίσιμο και απαραίτητο να καταστεί αντιληπτό ότι η δικαιοδοσία του παρόντος δικαστηρίου διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στο λυσιτελές της προβολής των λόγων προσφυγής. Ειδικότερα, το παρόν Δικαστήριο ως δικαστήριο ουσίας δικάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιον του εξ υπαρχής, κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά προχωρεί παραπέρα και εξετάζει και την ουσιαστική ορθότητα της de novo και ex nunc (Βλ. Έφεση κατά Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Aρ. 107/2023, Δημοκρατία ν. Q.B.T., απόφαση ημερ. 11.2.2025, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 17/2021 Janelidze ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 21.9.2021· Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 35/2023 Lubangamu ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 5.12.2024). Ο Αιτητής αναμένεται να προβάλει, στο πλαίσιο της διοικητικής ή και της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας. Η πιο πάνω ανάλυση λόγω της έκτασης της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου καθιστά αλυσιτελή την προβολή υποπεριπτώσεων λόγων προσφυγής π.χ. έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας, πλάνη, ορισμένες διαδικαστικές πλημμέλειες κατά την έκδοση της επίδικης πράξης. Εν προκειμένω, ο Αιτητής εκπροσωπούμενος και δια συνηγόρου, έχει την ευκαιρία να εκθέσει τους ισχυρισμούς της και να λάβει όλα τα δέοντα δικονομικά μέσα προς τεκμηρίωσή τους [Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14ης Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου, Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 247 και Π.Δ. Δαγτόγλου, (Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο), σελ. 552]. Ως αλυσιτελής χαρακτηρίζεται ο λόγος προσφυγής, ο οποίος ακόμα και αν γίνει δεκτός δεν πρόκειται να οδηγήσει σε ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης [Βλ. Η προβολή ισχυρισμών στις διοικητικές διαφορές ουσίας, Α. Αθ. Αρχοντάκη, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 100].
22. Επισημαίνεται επιπλέον συναφώς ότι αποτελεί βασική νομολογιακή αρχή ότι η έκταση της έρευνας, ο τρόπος και η διαδικασία που θα ακολουθηθεί ποικίλλει ανάλογα με το υπό εξέταση ζήτημα, ανάγεται δε στην διακριτική ευχέρεια της Διοίκησης (Βλ. Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 503, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζάμπογλου (1997) 3 Α.Α.Δ. 270, Α.Ε. Aρ.: 3017, Αντώνης Ράφτης ν. Δημοκρατίας, ημερ. 5.6.2002, (2002) 3 ΑΑΔ 345).
23. Η γενική αυτή νομολογιακή αρχή θα πρέπει να εξεταστεί εν προκειμένω υπό το φως του ειδικού δικαίου που διέπει τη διαδικασία εξέτασης μίας αιτήσεως ασύλου και των αρχών που θεσπίζει τόσο η εθνική όσο και η ενωσιακή νομοθεσία. Συναφές εν προκειμένω είναι το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου και ειδικότερα τα εδάφια (2) και (3) αυτού. Από τις εν λόγω διατάξεις απορρέει καταρχάς η υποχρέωση του Αιτητή να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια προς τεκμηρίωση της αίτησης ασύλου του. Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Βλ. ενδεικτικώς, Υπόθ. Αρ. 1721/2011, Ηοοman & Mahiab Khanbabaie v. Aναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 30.6.2016, ECLI:CY:AD:2016:D320) αποτελεί υποχρέωση του αιτητή ασύλου να επικαλεστεί έστω και χωρίς να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία, συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που του προκαλούν, κατά τρόπο αντικειμενικώς αιτιολογημένο, φόβο δίωξης στη χώρα του για έναν από τους λόγους που αναφέρει το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου (Βλ. επίσης νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, αποφάσεις αρ. 1093/2008, 817/2009 και 459/2010). Εν συνεχεία ωστόσο, λόγω ακριβώς της δυσχέρειας των αιτητών ασύλου να τεκμηριώσουν με συγκεκριμένα στοιχεία την αίτησή τους, γεννάται υποχρέωση της διοίκησης να συνδράμει τον εκάστοτε αιτητή σε αυτήν την προσπάθεια προβολής και τεκμηρίωσης των ισχυρισμών της (Βλ. Εγχειρίδιο για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών παρ. 195 επ., Βλ. επίσης αναφορικά με την ενεργό συνεργασία Απόφαση του ΔΕΕ της 22ας Νοεμβρίου 2012, Υπόθεση C‑277/11, M. M., ECLI:EU:C:2012:744, σκέψεις 63 εώς 68).
24. Στη παρούσα υπόθεση, ο Αιτητής στο έντυπο της αίτησής του για άσυλο ανέφερε ότι μια συμμορία αγοριών τον πιέζουν να ενταχθεί στην ομάδα τους, αλλά αυτός αρνήθηκε με αποτέλεσμα να τον απειλούν πως θα τον σκοτώσουν. Οι γονείς του αναγκάστηκαν να πουλήσουν πολύτιμα υπάρχοντά τους για να διαφύγει ο Αιτητής εκτός χώρας για την προστασία της ζωής του. (βλ. ερ. 1 του Δ.Φ)
25. Κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξης, ο Αιτητής επιβεβαίωσε ως χώρα καταγωγής του τη Νιγηρία και ως τόπο καταγωγής του την πολιτεία Ebonyi και συγκεκριμένα το χωριό Onueke, όπου γεννήθηκε το 1989 και μεγάλωσε. Από το 2000 έως το 2016 διέμενε στην πολιτεία Lagos με το θείο του, τον αδελφό της μητέρας του, όπου σπούδαζε και εργαζόταν. Από το 2016 και έπειτα αποφάσισε να επιστρέψει στη γενέτειρά του και στους γονείς του στην πολιτεία Ebonyi. Προτού εγκαταλείψει τη χώρα του επέστρεψε στο θείο του στην πόλη Lagos παραμένοντας εκεί για έξι μήνες (ερ. 18, 3Χ του διοικητικού φακέλου), με σκοπό να ετοιμάσει τα έγγραφά του για την έξοδό του από τη χώρα. Ο Αιτητής δήλωσε χριστιανός και εθνοτικής καταγωγής Igbo. Ως προς την οικογενειακή του κατάσταση, ο Αιτήτης δήλωσε άγαμος. Ο πατέρας του αποβίωσε ,ενώ ο Αιτητής βρισκόταν στη Δημοκρατία, ένεκα της πίεσης και των οικονομικών προβλημάτων. Η μητέρα του διαμένει με τις δύο ενήλικες αδελφές του στη πολιτεία Anambra, με τις οποίες διατηρεί επικοινωνία. Ως προς το μορφωτικό του επίπεδο, ανέφερε πως είναι απόφοιτος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, ενώ είχε αρχίσει τις σπουδές του στο πανεπιστήμιο του Lagos, χωρίς να καταφέρει να τις ολοκληρώσει λόγω οικονομικών προβλημάτων. Επίσης μιλάει Αγγλικά και Igbo. Ως προς την επαγγελματική του πείρα, ο Αιτητής δήλωσε ότι εργάστηκε σε ένα εστιατόριο πλένοντας πιάτα, ενώ βοηθούσε και τους γονείς του στη φάρμα.
26. Ως προς τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, στο πλαίσιο της ελεύθερης αφήγησής του, δήλωσε πως μετά από πρόσκληση φίλων του, μετέβη σε ένα μπαρ όπου του πρότειναν να ενταχθεί στην ομάδα τους. Ο Αιτητής αποκρίθηκε πως ο μόνος τρόπος να ενταχθεί θα ήταν εάν η ομάδα αφορούσε στον Χριστό. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να τον επισκέπτονται στο σπίτι του και να τον παρενοχλούν, αναφέροντας του πως υπήρχαν δύο επιλογές, είτε να ενταχθεί στην ομάδα τους, ή να τους καταβάλει χρήματα. Οι γονείς του, οι οποίοι ήταν μάρτυρες των όσων έλαβαν χώρα, δεν ήθελαν να τον χάσουν αφού ήταν ο μόνο γιος της οικογένειας κι έτσι αποφάσισαν να εκποιήσουν το μόνο κομμάτι γης που κατείχαν για να εγκαταλείψει ο Αιτητής τη χώρα καταγωγής του (βλ. ερ. 24 του Δ.Φ). Ερωτηθείς ως προς τις συνέπειες ενδεχόμενης επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής επανέλαβε ότι δεν επιθυμεί να επιστρέψει καθώς τον απειλούσαν ότι εάν τον δουν θα τον σκοτώσουν.
27. Ακολούθως, υποβλήθηκαν στον Αιτητή διερευνητικής φύσεως ερωτήματα αναφορικά με την ημέρα που οι φίλου του τού πρότειναν να ενταχθεί στην ομάδα τους, τα προβλήματα που αντιμετώπισε και το χρονικό σημείο όπου άρχισαν οι παρενοχλήσεις, το οποίο τοποθετεί ο Αιτητής το 2017. Ερωτήματα υποβλήθηκαν και αναφορικά με τις απειλές που δέχτηκε. Ο Αιτητής ονομάτισε την εν λόγω ομάδα ως Black Axe, αναφέροντας ως βάση της την περιοχή Onueke, της πολιτείας Ebonyi, ενώ επέδειξε άγνοια ως προς τις δράσεις της. Δήλωσε εξάλλου ότι μετά από δική του παρότρυνση και φοβούμενος μήπως οι αδελφές του χρησιμοποιούνταν ως μέσο πίεσης για να ενταχθεί στην εν λόγω ομάδα, αυτές και η μητέρα του εγκαταστάθηκαν στην πολιτεία Anambra (βλ. ερ. 26 του διοικητικού φακέλου). Ερωτηθείς πότε άρχισαν οι τηλεφωνικές απειλές, ο Αιτητής απάντησε το 2019, και ερωτηθείς κατά πόσο δέχτηκε σωματικές απειλές απάντησε πως απλώς έρχονταν στο σπίτι του αλλά δεν συναντήθηκαν ποτέ και πως απλώς τον απειλούσαν τηλεφωνικά.
28. Αξιολογώντας τις ανωτέρω δηλώσεις του Αιτητή, οι Καθ' ων η αίτηση σχημάτισαν δυο ουσιώδεις ισχυρισμούς.: Ο πρώτος σχετικά με τα προσωπικά στοιχεία, το προφίλ και τη χώρα καταγωγής του Αιτητή και ο δεύτερος, που αποτελεί και τον πυρήνα του αιτήματός του, τον ισχυριζόμενο φόβο του Αιτητή για τη ζωή του υπό την μορφή απειλών από μέλη της αδελφότητας Black Axe λόγω της άρνησης του να ενταχθεί στους κύκλους της. Ο πρώτος ισχυρισμός έγινε αποδεκτός, καθώς οι δηλώσεις του Αιτητή κρίθηκαν ως ευλογοφανείς και συνεκτικές, σε αρμονία με εξωτερικές πηγές πληροφόρησης και/ή χαρτογράφησης.
29. Ο δεύτερος ωστόσο ισχυρισμός απορρίφθηκε. Ειδικότερα, οι Καθ’ ων η αίτηση έκριναν πως ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παράσχει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες σε θέματα που άπτονται στον πυρήνα του αιτήματος του, χαρακτηρίζοντας τις δηλώσεις του ως αντιφατικές, ασυνεπείς και ανακριβείς.
30. Εξετάζοντας την εξωτερική αξιοπιστία των δηλώσεων του Αιτητή, οι Καθ’ ων παραπέμπουν σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, οι οποίες αναφέρουν ότι οι αδελφότητες στη Νιγηρία αρχικά λειτουργούσαν ως οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, ενώ αργότερα μεταμορφώθηκαν σε βίαιες ομάδες οι οποίες εμπλέκονταν σε παράνομες δραστηριότητες, με έντονη παρουσία στις πολιτείες Delta, Niger Delta, Rivers, Bayelsa και Edo. Οι Καθ’ ων η αίτηση, παραπέμποντας στο COI - Country Focus του 2017 αναφορικά με τη Νιγηρία, αναφέρουν πως δεν εντοπίζονται πληροφορίες σχετικά με τις πιθανές συνέπειες άρνησης προσώπου να ενταχθεί σε τέτοιες ομάδες. Εν τέλει, ο υπό εξέταση ισχυρισμός έτυχε απόρριψης.
31. Ακολούθως, κατά την αξιολόγηση κινδύνου βάσει του μόνου αποδεκτού ισχυρισμού του Αιτητή, λαμβάνοντας υπόψη τις προσωπικές του περιστάσεις καθώς και την επικρατούσα κατάσταση ασφαλείας στον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του, ήτοι την πολιτεία Ebonyi, έκριναν δεν μπορεί να πιθανολογηθεί ευλόγως ότι σε περίπτωση επιστροφής του εκεί ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει οιοδήποτε κίνδυνο. Ως εκ τούτου, απορρίφθηκε το ενδεχόμενο υπαγωγής του σε καθεστώς διεθνούς προστασίας.
32. Στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, ο Αιτητής δεν προέβαλε νέους ισχυρισμούς, συναφείς με το αίτημα του για διεθνή προστασία και κυρίως δεν προέβη σε οποιαδήποτε σαφή νομική υπαγωγή των περιστατικών στις διατάξεις των άρθρων 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου.
33. Προχωρώντας στην de novo και ex nunc εξέταση των ενώπιον μου δεδομένων, όπως υπαγορεύουν τα εδάφια (3) και (4) του άρθρου 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου, με βάση τα ενώπιον μου δεδομένα, αρχικά συντάσσομαι με το εύρημα των Καθ' ων η αίτηση περί αποδοχής του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού του Αιτητή για τους ίδιους λόγους που εξαντλητικώς καταγράφονται στης έκθεση, η οποία αποτέλεσε την αιτιολογική βάση της επίδικης απόφασης.
34. Ως προς την αξιολόγηση του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού του Αιτητή, πριν προχωρήσω στην αξιολόγησή του, θα πρέπει να διαφοροποιηθώ ως προς τον τίτλο που απέδωσαν σε αυτόν οι Καθ΄ων η αίτηση, καθώς ο «φόβος δίωξης» του εκάστοτε Αιτητή διερευνάται κατά την αξιολόγηση κινδύνου και ερμηνεύεται κατά τη νομική ανάλυση. Οι δε ουσιώδεις ισχυρισμοί, των οποίων η αξιοπιστία αξιολογείται, αφορούν κυρίως παρελθοντικά περιστατικά και ενίοτε παρούσες καταστάσεις και/ή συνθήκες. Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο διακρίνει ως δεύτερο ισχυρισμό τις δηλώσεις του Αιτητή περί των απειλών που δέχτηκε από μέλη της συμμορίας των Black Axe κατά της ζωής του εξαιτίας της άρνησής του να συνταχθεί με αυτούς.
35. Αξιολογώντας την εσωτερική αξιοπιστία των δηλώσεων του Αιτητή, αρχικά παρατηρούνται αντιφάσεις στο χρονοδιάγραμμα του αφηγήματός του καθώς ο Αιτητής ανέφερε αρχικώς ότι η πρόταση για ένταξή του στην ομάδα έλαβε χώρα το 2017 (βλ. 23 σημείο 3Χ του διοικητικού φακέλου), σε ακόλουθη αναφορά του ωστόσο δήλωσε ότι δεχόταν τηλεφωνικές απειλές από το 2019 (βλ. 22 του διοικητικού φακέλου). Ο Αιτητής δήλωσε στο ίδιο σημείο ότι οι απειλές ήταν τηλεφωνικές. Ο Αιτητής μόλις 6 μήνες προτού εγκαταλείψει τη χώρα του το Δεκέμβριο του 2021 μετέβη στην πολιτεία Lagos. Όλο το διάστημα που προηγήθηκε, από το 2017 και έπειτα εξακολουθούσε να διαμένει στο σπίτι του, χωρίς να του συμβεί οτιδήποτε, δεδομένο που δεν κρίνεται ευλογοφανές, δεδομένου ότι, σύμφωνα με δικές του δηλώσεις, δεχόταν κατ’ ισχυρισμό απειλές κατά της σωματικής του ακεραιότητας. Επιπλέον, ως στερούμενες ευλογοφάνειας αξιολογούνται και οι δηλώσεις του Αιτητή περί του ότι αν και δέχτηκε την πρώτη κρούση το 2017, μέχρι το 2021 δεν συνάντησε εκ νέου τα άτομα που τον προέτρεψαν να γίνει μέλος της αδελφότητας, επικαλούμενος ότι κάθε φορά που τους έβλεπε, το έβαζε στα πόδια. Το δεδομένο αυτό δεν είναι σύμφωνο με τις εξωτερικές πηγές, οι οποίες κάνουν λόγο για μια διαδεδομένη οργάνωση η οποία υιοθετεί βίαιες πρακτικές. Εξάλλου, καίτοι δόθηκε στον Αιτητή η ευκαιρία να αναφερθεί στο περιεχόμενο των εν λόγω απειλών και τις περιστάσεις γύρω από αυτές, οι συναφείς δηλώσεις του Αιτητή παρέμειναν εξαιρετικά γενικόλογες χωρίς βιωματικά στοιχεία, γεγονός που δεν δικαιολογείται δεδομένης της συχνότητας, της χρονικής τους διάρκειας και του μορφωτικού επιπέδου του Αιτητή. Τέλος δεν δικαιολογείται η άγνοια του Αιτητή για την εν λόγω οργάνωση δεδομένης της διασποράς της στη χώρα του, του μορφωτικού του επίπεδου και του γεγονότος ότι αποτέλεσε την φερόμενη ως γενεσιουργό αιτία της εγκατάλειψης της χώρας καταγωγής του. Ως εκ τούτου, δεν θεμελιώνεται η εσωτερική αξιοπιστία των δηλώσεων του Αιτητή καθώς οι αναφορές του χαρακτηρίζονται από έλλειψη περιγραφικής λεπτομέρειας και ευλογοφάνειας, καθώς και παρουσία χρονικών και νοηματικών αντιφάσεων, δείκτες οι οποίοι αποτελούν σημείο αναφοράς της θεμελίωσης της εσωτερικής του αξιοπιστίας.[1]
36. Προχωρώντας στην αξιολόγηση της εξωτερικής αξιοπιστίας του υπό εξέταση ισχυρισμού, ως προς τη δραστηριοποίηση των συμμοριών στη Νιγηρία, κατόπιν έρευνας στην πύλη ResearchGate, μία κοινότητα που αποτελείται από ερευνητές οι οποίοι προέρχονται από διαφορετικούς τομείς σε περισσότερες από 190 χώρες και χρησιμοποιούν το ResearchGate για να συνδεθούν, να συνεργαστούν και να μοιραστούν τη δουλειά τους, εντοπίζεται έκθεση του 2019 των πολιτικών επιστημόνων Ikenna Mike Alumona και Lere Amusan σχετικά με τη δραστηριοποίηση των συμμοριών στη Νιγηρία, η οποία επιβεβαιώνει ότι οι συμμορίες αποτελούν πηγή βίας στις περισσότερες πόλεις της Νιγηρίας καθώς έχει ανέκυψε αύξηση των νεανικών συμμοριών, του εγκλήματος και της θανατηφόρας βίας[2]. To δε Αφρικανικό Κέντρο Στρατηγικών Σπουδών, σε άρθρο του Οκτωβρίου του 2024 αναφέρει ότι το βίαιο οργανωμένο εγκληματικό δίκτυο Black Axe υπονομεύει την οικονομική ανάπτυξη και τις πολιτικές μεταρρυθμίσεις στη Νιγηρία, ενώ εξαπατά τα θύματα στο εξωτερικό από δισεκατομμύρια μέσω του εγκλήματος στον κυβερνοχώρο, ενώ είναι γνωστό για τη βία και τη βαρβαρότητά του, καθώς τα μέλη του Black Axe (που αναφέρονται ως Axemen) εμπλέκονται συστηματικά σε εμπορία ναρκωτικών, λαθρεμπόριο, απαγωγές και εκβιασμούς[3]. Οι εν λόγω πληροφορίες επιβεβαιώνονται και από την Interpol, η οποία σε δημοσίευσή της τον Ιούλιο του 2024 αναφέρει ότι η Black Axe είναι ένα από τα πιο εξέχοντα διακρατικά συνδικάτα οργανωμένου εγκλήματος της Δυτικής Αφρικής, με επιχειρήσεις στον τομέα της απάτης στον κυβερνοχώρο, της εμπορίας ανθρώπων, του λαθρεμπορίου ναρκωτικών και των βίαιων εγκλημάτων τόσο στην Αφρική όσο και παγκοσμίως[4]. Συμπερασματικά, ναι μεν οι δηλώσεις του Aιτητή βρίσκουν έρεισμα στις διαθέσιμες πληροφορίες στο μέτρο που αναγνωρίζεται η δραστηριοποίηση του εγκληματικού δικτύου Black Axe στη χώρα καταγωγής του, πλην όμως λόγω της αδυναμίας του να Αιτητή να θεμελιώσει την εσωτερική αξιοπιστία των δηλώσεων του, ο υπό εξέταση ισχυρισμός απορρίπτεται στο σύνολό του ως μη αξιόπιστος.
37. Προχωρώντας στην αξιολόγηση κινδύνου στη βάση του μόνου αποδεκτού ισχυρισμού του Αιτητή, το Δικαστήριο ανέτρεξε σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σχετικά με τη κατάσταση που επικρατεί στο τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή, την πολιτεία Ebonyi, στη βάση της φυλετικής καταγωγής του Αιτητή και της θρησκευτικής του ταυτότητας. Όσον αφορά στη θρησκεία του Αιτητή δεν προκύπτει φόβος δίωξης και/ή κίνδυνος σοβαρής βλάβης, καθώς σύμφωνα με έκθεση του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ για τη Θρησκευτική Ελευθερία στη Νιγηρία για το 2023, o χριστιανισμός είναι η δεύτερη δημοφιλέστερη θρησκεία συνολικά στη χώρα με ποσοστό 48,1% και μάλιστα, οι χριστιανικές ομάδες των καθολικών, των αγγλικανών και των μεθοδιστών, αποτελούν την πλειονότητα στην Νότια περιοχή της Νιγηρίας, όπου συμπεριλαμβάνεται την πολιτεία Ebonyi,[5] Ούτε, επίσης, προκύπτει τέτοιος βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος λόγω της εθνοτικής καταγωγής του Αιτητή, καθώς σύμφωνα με έτερη εξωτερική πηγή, η φυλή του Αιτητή (Igbo), η οποία κυρίως εμφανίζεται στα ανατολικά, αποτελεί μία εκ των τριών κύριων φυλών στη χώρα του.[6] Σημειώνεται εξάλλου ότι πρόκειται για μονήρη άνδρα, με ικανοποιητικού μορφωτικού επιπέδου, υγιή και ικανό προς εργασία με προηγούμενη εργασιακή πείρα στη χώρα του, διατηρών οικογενειακό υποστηρικτικό δίκτυο στη χώρα καταγωγής του, χωρίς οποιαδήποτε ένδειξη ευαλωτότητας.
38. Περαιτέρω, στη βάση έρευνας που διενεργήθηκε από το παρόν Δικαστήριο, ως προς τη γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στη Νιγηρία βάσει του Portal RULAC (Rule of Law in Armed Conflict) της Ακαδημίας της Γενεύης, η Νιγηρία είναι αναμεμειγμένη σε δύο παράλληλες μη διεθνείς ένοπλες συρράξεις ενάντια στις μη κρατικές ένοπλες ομάδες Boko Haram και ISWAP (Islamic State in West Africa Province)[7]
39. Η Boko Haram δρα στις πολιτείες Borno, Yobe, και Adamawa. Το 2019, παρατηρήθηκε αναζωπύρωση και κλιμάκωση της κρίσης της Boko Haram σε ολόκληρη τη βορειοανατολική Νιγηρία και από το 2019 επεκτάθηκε στη βορειοδυτική Νιγηρία με επιθέσεις που έλαβαν χώρα στην Kaduna, Katsina, Sokoto και Zamfara[8].
40. Ο στρατιωτικός εξοπλισμός και ο οπλισμός της Boko Haram περιλαμβάνει AK47, αυτοσχέδιους εκρηκτικούς μηχανισμούς, χειροβομβίδες, όλμους, βόμβες βενζίνης και οχήματα Hilux. Επιπλέον, έχει αναφερθεί ότι χρησιμοποιεί χειροβομβίδες με ρουκέτες και ενδέχεται να έχει τη δυνατότητα κατασκευής όπλων[9].
41. Οι εν λόγω συγκρούσεις περιορίζονται στις εν λόγω περιοχές της χώρας και δεν εκτείνονται στο τόπο προηγούμενης συνήθους διαμονής του Αιτητή, ήτοι την πολιτεία Εbonyi.
42. Σύμφωνα με πρόσφατα αριθμητικά δεδομένα από την βάση δεδομένων ACLED κατά την χρονική περίοδο 3.2.2025-31.12.2024 έχει καταγράψει στην πολιτεία Εbonyi, η οποία υπήρξε ο τόπος τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή, 51 περιστατικά ασφαλείας τα οποία επέφεραν 73 απώλειες. 11 εξ αυτών καταγράφηκαν ως διαμαρτυρίες, 14 εξ αυτών καταγράφηκαν ως μάχες (27 ανθρώπινες απώλειες), 6 ως ταραχές (7 ανθρώπινες απώλειες), 20 ως βία κατά αμάχων (39 ανθρώπινες απώλειες), ενώ δεν καταγράφηκαν περιστατικά απομακρυσμένης βίας.[10] Σημειώνεται ότι ο πληθυσμός της Πολιτείας Εbonyi, σύμφωνα με πρόβλεψη του 2022, ανέρχεται σε 3,242,500 κατοίκους.[11] Ως εκ των ανωτέρω, η κατάσταση ασφαλείας στον τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή παρουσιάζει μειωμένη επικινδυνότητα.
43. Ως εκ τούτου, καταλήγω βάσει όλων των ανωτέρω, ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητή στο καθεστώς του πρόσφυγα καθώς δεν προβλήθηκε ισχυρισμός και κατ΄ επέκταση δεν τεκμηριώθηκε η συνδρομή βάσιμου φόβου δίωξης για κάποιον από τους λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου.
44. Ούτε επίσης τεκμηριώνεται, επικουρικώς, η υπαγωγή του στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας (άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου), καθώς ο Αιτητής δεν τεκμηριώνει αλλά και από τα ενώπιόν μου στοιχεία δεν προκύπτει ότι εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη.
45. Ειδικότερα, στην προκείμενη περίπτωση από το προαναφερόμενο ιστορικό του Αιτητή δεν προκύπτει, ότι ενόψει των προσωπικών του περιστάσεων, πιθανολογείται να εκτεθεί σε κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψη 32)] ότι αυτός διατρέχει κίνδυνο σοβαρής βλάβης, λόγω θανατικής καταδίκης ή εκτέλεσης, βασανιστηρίων, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του [βλ άρθρο 19(2)(α) και (β)]. Παρατηρείται ότι ο Αιτητής, δεν έθεσε υπόψη των Καθ' ων η αίτηση ή του Δικαστηρίου τα πραγματικά περιστατικά εκείνα που θα επέτρεπαν να αντληθούν τέτοια συμπεράσματα.
46. Ούτε εξάλλου, προκύπτει ότι συντρέχει αδιακρίτως ασκούμενη βία στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή, δηλαδή την πολιτεία Ebonyi, ο βαθμός της οποίας να είναι τόσο υψηλός, ώστε να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμηθεί ότι ο Αιτητής, ακόμα κι αν ήθελε υποτεθεί ότι θα επιστρέψει στη συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί στην εν λόγω απειλή [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94 Elgafaji, σκέψη 43].
47. Επισημαίνεται ότι «το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, αναγνωρίζεται σε οποιοδήποτε Αιτητή, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή σε οποιοδήποτε Αιτητή του οποίου η αίτηση σαφώς δε βασίζεται σε οποιουσδήποτε από τους λόγους του εδαφίου (1) του άρθρου 3, αλλά σε σχέση με τον οποίο υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να θέσει τον εαυτό του υπό την προστασία της χώρας αυτής». Ως «σοβαρή» ή «σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη» ορίζεται δυνάμει του άρθρου 19(2)(γ) ως «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης».
48. Ως προς την υπαγωγή του Αιτητή στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, επισημαίνω τα κατωτέρω. Ιδίως ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν κατά την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: το ΔΕΕ) επεσήμανε σε πρόσφατη απόφασή του ότι λαμβάνονται υπόψη «[.]μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών.» (ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.6.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland, σκέψη 43).
49. Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (στο εξής: το ΕΔΔΑ) στην απόφασή του Sufi and Elmi (ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών 8319/07 and 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011) αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών, οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.
50. Επιπλέον, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ, «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές, οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας» (Βλ. Απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.2.2009). Ιδίως ως προς την εφαρμογή της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας, το ΔΕΕ στην ως άνω απόφαση διευκρίνισε ότι «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας».
51. Λαμβάνοντας υπόψιν τα ποσοτικά και ποιοτικά δεδομένα, όπως αναλύθηκαν ανωτέρω, σε σχέση με την κατάσταση ασφαλείας στην πολιτεία Ebonyi, δεν προκύπτει ότι σε περίπτωση επιστροφής του εκεί αυτός θα βρεθεί αντιμέτωπος με συνθήκες αδιάκριτης βίας λόγω ένοπλης σύρραξης οι οποίες να θέτουν σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας μόνο εκ της παρουσίας του στο έδαφος της συγκεκριμένης περιοχής εντός της έννοιας του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου[12]. Αλλά και όλως επικουρικώς των ανωτέρω, δεν εντοπίζω οποιοδήποτε παράγοντα επίτασης κινδύνου εξετάζοντας τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, διαπιστώνοντας ότι αυτός είναι νέος, ενήλικας άνδρας, μορφωμένος, ικανός προς εργασία, ο οποίος έχει γεννηθεί και διαβιώσει για μακρό διάστημα στην εν λόγω περιοχή, κατέχοντας συνεπώς επαρκής γνώση επ' αυτής. Να σημειωθεί πως ο Αιτητής διαθέτει υποστηρικτικό/οικογενειακό δίκτυο στη χώρα καταγωγής του και συγκεκριμένα στην πολιτεία Ebonyi, ήτοι τη μητέρα του και τις αδελφές του, με τις οποίες διατηρεί επικοινωνία.
Παράλληλα, ο Αιτητής δεν προβάλλει και από τα ενώπιόν μου στοιχεία δεν προκύπτει οτιδήποτε που να συναρτάται με την επικείμενη επιστροφή του σε συνάρτηση με την αρχή της μη επαναπροώθησης, το οποίο δεν εξετάστηκε ήδη ανωτέρω.
Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση τροποποιείται ως ανωτέρω, με €1000 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.
Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] EUAA, Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System Judicial analysis, Second edition, σ. 122, διαθέσιμο σε: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2023-02/Evidence_credibility_judicial_analysis_second_edition.pdf , - δείκτες αξιοπιστίας.., ημερομηνία τελευταίας πρόσβαησς 24.2.2025.
[2] ResearchGate, Youth Cultism, Crime and Lethal Violence in Nigerian Cities, June 2019, διαθέσιμο σε https://www.researchgate.net/publication/334034346_Youth_cultism_crime_and_lethal_violence_in_Nigerian_cities, (ημ. πρόσβασης 17/01/2025).
[3] African Center for Strategic Studies, Black Axe—Nigeria’s Most Notorious Transnational Criminal Organization, 29th October 2024, διαθέσιμο σε https://africacenter.org/spotlight/black-axe-nigeria-transnational-organized-crime/, (ημ. πρόσβασης 17/01/2025).
[4] Interpol, INTERPOL operation strikes major blow against West African financial crime, July 2024, διαθέσιμο σε https://www.interpol.int/en/News-and-Events/News/2024/INTERPOL-operation-strikes-major-blow-against-West-African-financial-crime, (ημ. πρόσβ. 25/02/2025).
[5] USDOS - U.S. Department of State, 2023 Report on International Religious Freedom: Nigeria, 30.6.2024, https://www.state.gov/reports/2023-report-on-international-religious-freedom/nigeria/ (τελευταία πρόσβαση 23.1.2025)
[6]Nigeria - Country briefing, https://www.ecoi.net/en/countries/nigeria/briefing/#ftn13 (τελευταία πρόσβαση 23.1.2025)
[7] https://www.rulac.org/browse/countries/nigeria#collapse1accord, ημ. τελευταίας πρόσβασης 4.2.2025
[8] Country of Origin Information, Nigeria, security Situation (Ιούνιος 2021), https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2021_06_EASO_COI_Report_Nigeria_Security_situation.pdf, σελ. 32, (τελευταία πρόσβαση 04.02.2025)
[9] Rulac (last update 2 March 2023), 'Non-International Armed Conflicts in Nigeria', available at: https://www.rulac.org/browse/conflicts/non-international-armed-conflict-in-nigeria#collapse4accord, (τελευταία πρόσβαση 04.02.2025)
[10] ACLED explorer, filters applied: Africa, Nigeria, Ebonyi State, period: 3.2.2025-31.12.2024, available at: https://acleddata.com/explorer/ 11.2.2025)
[11] City Population (Africa: Nigeria: Ebonyi) https://citypopulation.de/en/nigeria/admin/NGA011__ebonyi/ , ημ. τελευταίας πρόσβασης 11.2.2025
[12] Αξιολογώντας τα ως άνω δεδομένα συμφωνώ με το συμπέρασμα του Οδηγού Χώρας (Country Guidance) της Νιγηρίας, εκδοθέντος από το Ευρωπαϊκό Γραφείο Υποστήριξης για το Άσυλο (EASO), ο οποίος δεν αποτελεί δεσμευτικό κείμενο, οφείλει ωστόσο να λαμβάνεται υπόψιν από τα κράτη-μέλη EASO, 'Country Guidance: Nigeria' (2021), σελ.129, διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2022-01/Country_Guidance_Nigeria_2021.pdf (τελευταία ημ. Πρόσβασης 4.2.2025)
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο