
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση αρ.4257/23
18 Φεβρουαρίου 2025
[Α. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
B. M. W.
Αιτήτρια
Και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ’ ων η αίτηση
Κκ Ανδρέας Γ. Δανός & Σια ΔΕΠΕ, Δικηγόροι για Αιτήτρια
Κος Ι. Γεωργίου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ’ ων η αίτηση
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την προσφυγή η αιτήτρια αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία επιδόθηκε δια χειρός στις 30/10/23, με επιστολή ίδιας ημερομηνίας, δια της οποίας απορρίφθηκε η επίδικη αίτησή διεθνούς προστασίας, ως άκυρης, παράνομης και στερούμενης νομικού αποτελέσματος (Αιτητικό Α) και απόφαση του Δικαστηρίου επί της ουσίας, που να αντικαθιστά την προσβαλλόμενη απόφαση (Αιτητικό Β) ή απόφαση με την οποία να αναγνωρίζεται ότι σε περίπτωση επιστροφής της παραβιάζονται τα αρ.2 και 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (στο εξής ΕΣΔΑ) και συνεπώς δικαιούται προστασίας από την επαναπροώθηση (Αιτητικό Γ).
Ως εκτίθεται στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τους καθ' ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου που κατατέθηκε στα πλαίσια των διευκρινήσεων, η αιτήτρια κατάγεται από τη Λ. Δ. του Κονγκό (στο εξής ΛΔΚ), εισήλθε στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές παρατύπως, μέσω κατεχομένων, στις 08/07/22 και υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας στις 19/07/22 (ερ.1-3, 20-22, 33).
Στις 05/10/23 διεξήχθη συνέντευξη με την αιτήτρια από την Υπηρεσία όπου του δόθηκε η ευκαιρία, μέσα από σχετικές ερωτήσεις, μεταξύ άλλων, να εκθέσει τους λόγους στους οποίους στηρίζει το αίτημα της (ερ.25-33). Μετά το πέρας της συνέντευξης ετοιμάστηκε σχετική Έκθεση-Εισήγηση (ερ.53-60) και στις 16/10/23 η Υπηρεσία αποφάσισε να μην παραχωρηθεί καθεστώς διεθνούς προστασίας.
Ακολούθως ετοιμάστηκε σχετική επιστολή ενημέρωσης της αιτήτριας για την απόφαση της Υπηρεσίας, η οποία της επιδόθηκε στις 30/10/23 και της μεταφράστηκε σε γλώσσα κατανοητή από αυτήν (ερ.61, 3).
Επί της αιτήσεως ασύλου η αιτήτρια καταγράφει ότι έφυγε από τη χώρα καταγωγής της λόγω ανασφάλειας, καθώς - ως αναφέρει - ο πατέρας της ήταν πολιτικός και μια μέρα ο πατέρας και τα αδέλφια της συνελήφθησαν και ένας φίλος του πατέρα της εισηγήθηκε στην αιτήτρια να φύγει από τη χώρα.
Στη συνέντευξη η αιτήτρια ανέφερε ότι γεννήθηκε στο χωριό Kisangani, ωστόσο, λόγω του επαγγέλματος της μητέρας της, μετεγκαταστάθηκαν στην Κινσάσα, όπου και πέρασε όλη της την ζωή μέχρι που εγκατέλειψε τη χώρα, όπου διαβιούσε μαζί με τους γονείς και τα τέσσερα αδέρφια της. Η μητέρα της απεβίωσε το 2021 λόγω προβλημάτων υγείας και ο πατέρας της είναι πολιτικός και ασχολείται με ζητήματα τα οποία όμως η αιτήτρια δεν γνωρίζει. Έχει 4 αδέρφια, 3 κορίτσια και 1 αγόρι, και η αιτήτρια είναι η νεαρότερη και δεν διατηρεί επικοινωνία με κανένα μέλος της οικογένειάς της, ως ανέφερε. Η αιτήτρια είναι απόφοιτος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και ενεγράφη σε πανεπιστήμιο, στον κλάδο της νοσηλευτικής, όμως η φοίτησή της διήρκησε μόνο μερικούς μήνες καθότι αναγκάστηκε να διακόψει μετά από αυτά που της συνέβησαν. Σκοπός της, ως δήλωσε, ήταν να σπουδάσει νοσηλεύτρια.
Ως ανέφερε η αιτήτρια, ο πατέρας της έχει συλληφθεί από την αστυνομία περί τον Ιούνιο 2022, όμως δεν θυμάται ακριβή ημερομηνία. Την αιτήτρια ενημέρωσε ένας φίλος του πατέρα της, ο οποίος την συμβούλευσε να μην επιστρέψει στο σπίτι της και εν τέλει η αιτήτρια κατέληξε στο σπίτι του, ο οποίος στη συνέχεια την βοήθησε να εγκαταλείψει τη χώρα. Ως ανέφερε, έχει συγγενείς στη Λ.Δ.Κ., όμως δεν γνωρίζει που βρίσκονται. Εξαιτίας της σύλληψης του πατέρα και των αδελφών της δεν ένιωθε ασφαλής και φοβόταν τη σύλληψη της ίδιας, γι’ αυτό αναζητεί προστασία από την Κυπριακή Δημοκρατία.
Κληθείσα να αναφέρει ποιες πιστεύει θα είναι οι συνέπειες πιθανής επιστροφής της στη χώρα καταγωγής, η αιτήτρια δήλωσε ότι η αστυνομία πιθανό να την αναζητήσει εξαιτίας του πολιτικού πατέρα της. Επανέλαβε ότι δεν γνωρίζει τον λόγο της σύλληψης του πατέρα και των αδελφών της, όμως κατέληξε ότι αν επιστρέψει ίσως συλληφθεί. Ερωτηθείσα αν οι αρχές της χώρας θα επιτρέψουν την είσοδό της σε αυτή, η αιτήτρια αποκρίθηκε ότι η ίδια δεν αντιμετωπίζει κάποιο πρόβλημα από τις αρχές, παρά μόνο τα προβλήματα του πατέρα της. Σε ακόλουθες ερωτήσεις για ποιο λόγο τα αδέρφια της συνελήφθησαν η αιτήτρια ανέφερε ότι δεν γνωρίζει και πως και η ίδια αναρωτιέται γι’ αυτό. Σε σχετικές ερωτήσεις αναφορικά με την ιδιότητα του πατέρα της ως πολιτικού, η αιτήτρια αποκρίθηκε πως δεν γνωρίζει και πως το μόνο που γνωρίζει είναι ότι ο πατέρας της ήταν πολιτικός και δεν γνωρίζει για άλλες δραστηριότητές του. Ως τέλος ανέφερε, φιλοξενήθηκε στο σπίτι του φίλου του πατέρα της για περίπου μια εβδομάδα προτού αναχωρήσει από τη χώρα καταγωγής κατά την διάρκεια της οποίας δεν της συνέβη κάτι.
Οι καθ’ ων η αίτηση, εξετάζοντας τα όσα ανέφερε η αιτήτρια, εντόπισαν και αξιολόγησαν δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς, ως ακολούθως.
1. Ταυτότητα, προφίλ, χώρα καταγωγής και τόπο διαμονής του αιτητή
2. Ισχυριζόμενος φόβος της αιτήτριας ότι θα τεθεί υπό σύλληψη από την αστυνομία καθώς ο πατέρας της ήταν πολιτικός
Εκ των ως άνω οι καθ’ ων η αίτηση αποδέχθηκαν τον 1ο ισχυρισμό, απέρριψαν δε τον 2ο ισχυρισμό, καθότι κρίθηκε ότι το επί τούτου αφήγημα της αιτήτριας στερείτο αξιοπιστίας.
Συγκεκριμένα, ως κρίθηκε από τους καθ’ ων η αίτηση, η αιτήτρια πρόβαλε γενικόλογους, ασαφείς ισχυρισμούς και δεν υπήρξε συγκεκριμένη και λεπτομερής αναφορικά με τον πυρήνα του αιτήματός της. Πιο συγκεκριμένα, ως κρίθηκε, η αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να αναφέρει επαρκείς πληροφορίες για τη σύλληψη της οικογένειάς, που ήταν και ο πυρήνας του αιτήματός της. Ακόμα, αξιολογήθηκε αρνητικά το ότι δεν γνώριζε καμία πληροφορία σχετικά με την εμπλοκή του πατέρα της στην πολιτική, το όνομα του πολιτικού κόμματος στο οποίο δραστηριοποιείτο, την έδρα του, την ιδεολογία του ή τον αρχηγό του. Τέλος, παρατηρήθηκε ασυνέπεια στις αναφορές της αιτήτριας καθότι ενώ ανέφερε ότι φοβάται ενδεχόμενη σύλληψή της από την αστυνομία, εντούτοις η αιτήτρια εγκατέλειψε την χώρα νόμιμα, χωρίς να αντιμετωπίσει οποιοδήποτε πρόβλημα κατά την έξοδό της από αυτή.
Σε σχέση με την εξωτερική αξιοπιστία, δεδομένου του αμιγώς προσωπικού χαρακτήρα όσων η αιτήτρια ανέφερε δεν κρίθηκε σκόπιμη η αναζήτηση διαθέσιμων πληροφοριών σχετικά. Ενόψει των ως άνω οι καθ’ ων η αίτηση, δεδομένης της τρωθείσας εσωτερικής συνοχής του 2ου ουσιώδους ισχυρισμού, απέρριψαν αυτόν ως αναξιόπιστο.
Κατά συνέπεια, ήταν εκ των ως άνω κατάληξη των καθ’ ων η αίτηση, κατόπιν αποτίμησης της γενικής κατάστασης ασφαλείας στον τόπο διαμονής του (Κινσάσα) σε συνάρτηση με το προφίλ της αιτήτριας, ότι δεν υφίσταται εύλογος βαθμός πιθανότητας να υποβληθεί σε δίωξη ή σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής. Αναφορικά ειδικώς με το αρ.19 (2) (γ) του Νόμου, κατέληξαν ότι η αιτήτρια δεν υφίσταται κίνδυνο να αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο κατά της ζωής ή σωματικής της ακεραιότητας λόγω αδιάκριτης βίας.
Συνεπεία των ανωτέρω η επίδικη αίτηση απορρίφθηκε ως αβάσιμη.
Επί της αιτήσεως καταγράφονται αρκετά νομικά σημεία, εκ των οποίων ορισμένα αναπτύσσονται στην αγόρευση που ακολούθησε.
Στη βάση σχετικής νομολογίας (βλ. Χριστοδουλίδης ν. Πανεπιστήμιου Κύπρου, Αναθ. Έφεση αρ.95/2012, ECLI:CY:AD:2018:C344, ημ.6/7/2018 και Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 Α.Α.Δ. 598) θα εξεταστούν μόνο οι ισχυρισμοί οι οποίοι δικογραφούνται και εξειδικεύονται δεόντως στη προσφυγή και αναπτύσσονται επαρκώς στην αγόρευση ή εξετάζονται αυτεπαγγέλτως, ως καταγράφονται πιο κάτω.
Στην αγόρευση λοιπόν που ακολούθησε ο συνήγορος της αιτήτριας αναφέρει ότι η επίδικη απόφαση στερείται αιτιολογίας και είναι προϊόν μη επαρκούς έρευνας και λανθασμένης αξιολόγησης των ενώπιον των στοιχείων που συνθέτουν την επίδικη άιτηση, τόσο αναφορικά με τους ισχυρισμούς της αιτήτριας όσο και τη γενική κατάσταση στη χώρα καταγωγής. Αναφέρει περαιτέρω ότι ο λειτουργός που έλαβε την επίδικη απόφαση δεν ήταν δεόντως εξουσιοδοτημένος να το πράξει και συνεπώς αυτή ελήφθη αναρμοδίως.
Οι καθ' ων η αίτηση αντιτάσσουν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι καθ' όλα νόμιμη, δόθηκε δεόντως ευκαιρία στην αιτήτρια να αναφέρει όσα επιθυμούσε κατά τη συνέντευξη, λήφθηκαν υπόψη όλα τα γεγονότα της υπόθεσης, η επίδικη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη και ορθή, εδράζεται επί ορθών ευρημάτων σε σχέση με την αξιοπιστία των ισχυρισμών της και – σε κάθε περίπτωση - δεν συντρέχει ανάγκη διεθνούς προστασίας.
Προέχει η εξέταση των ισχυρισμών που άπτονται της αρμοδιότητας του λαμβάνοντος την επίδικη απόφαση λειτουργού.
Σημειώνω κατ’ αρχήν ότι η επίδικη εντοπίζεται στο ερ.60, όπου αναφέρεται ότι «[κ]ατόπιν εξέτασης της Έκθεσης-Εισήγησης, αποφασίζεται η απόρριψη της […] αίτησης». Εδώ λοιπόν ο λαμβάνων την επίδικη απόφαση λειτουργός ενέργησε δυνάμει σχετικής εξουσιοδότησης (ερ.51), δια της οποίας εξουσιοδοτείται να ασκεί τα καθήκοντα του Προϊσταμένου, τα οποία αφορούν - μεταξύ άλλων - έκδοση αποφάσεων επί αιτημάτων διεθνούς προστασίας, ως εν προκειμένω [βλ. αρ.2 (1) του περί Προσφύγων Νόμου, αρ.17 (4) περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (158(I)/1999) και αρ.3 (2) του περί Εκχωρήσεως της ενασκήσεως των Εξουσιών των Απορρεουσών εκ τινός Νόμου, Νόμου του 1962 (23/1962)]. Ουδεμία αμφιβολία γεννάται για τη εγκυρότητα της εξουσιοδότησης και την λήψη της επίδικης απόφασης αρμοδίως.
Ενόψει του ότι άπαντες οι λοιποί ισχυρισμοί της αιτήτριας συμπλέκονται με την ουσία και ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης θα εξεταστούν μαζί μ’ αυτήν πιο κάτω.
Προχωρώ σε αξιολόγηση των ενώπιον μου ισχυρισμών.
Στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», Δικαστική ανάλυση, 2018, αναφέρεται στην σελ.98 του εγχειριδίου, αναφέρεται ότι «[...] απαιτείται ισορροπημένη και αντικειμενική αξιολόγηση του αν η αφήγηση του αιτούντος αντικατοπτρίζει την αφήγηση που αναμένεται από ένα πρόσωπο στην κατάσταση του αιτούντος το οποίο αφηγείται μια πραγματική προσωπική εμπειρία.». Στην σελ.102 του ιδίου εγχειριδίου, αναφέρεται ότι «Όπως προαναφέρθηκε, οι δείκτες αξιοπιστίας είναι απλοί δείκτες και δεν συνιστούν αυστηρά κριτήρια ή προϋποθέσεις. Παρότι οι τέσσερις δείκτες που προσδιορίστηκαν ανωτέρω (εσωτερική και εξωτερική συνέπεια, επαρκώς λεπτομερείς πληροφορίες και ευλογοφάνεια) αποτυπώνουν τους δείκτες που εφαρμόζουν στην πράξη τα δικαστήρια, κανένας από αυτούς δεν μπορεί να θεωρηθεί καθοριστικός. Η σημασία τους από υπόθεση σε υπόθεση ποικίλλει σημαντικά. Σε κάθε περίπτωση είναι αναγκαία η εξέταση του σωρευτικού τους αντίκτυπου (305). […] Από την ανωτέρω ανάλυση προκύπτει ότι δεν υπάρχει απλή απάντηση στο ερώτημα που αφορά τον τρόπο αξιολόγησης της αξιοπιστίας σε υποθέσεις διεθνούς προστασίας. Το μόνο που μπορεί να ειπωθεί είναι ότι η αξιολόγηση πρέπει να διενεργείται με βάση το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων, λαμβανομένων υπόψη των αρχών, των μεθόδων και των δεικτών που αναφέρονται στην παρούσα ανάλυση. Οι αρχές, οι μέθοδοι και οι δείκτες αυτοί θα πρέπει να εφαρμόζονται με προσοχή (307), αντικειμενικότητα και αμεροληψία, ώστε να αποφευχθεί τυχόν εσφαλμένη και απλοϊκή απόρριψη, ή αφελής και ανεπιφύλακτη αποδοχή μιας συγκεκριμένης αφήγησης.»
Ενόψει των ως άνω θα συμφωνήσω με το σύνολο των ευρημάτων και της κατάληξης των καθ’ ων η αίτηση επί του 2ου ουσιώδους ισχυρισμού της αιτήτριας καθώς τα λεγόμενα της παρουσιάζουν ουσιώδη κενά, σημαντικές ελλείψεις και χρονική ασυνέπεια εκ των οποίων διαβρώνεται αναπόφευκτα η συνολική αξιοπιστία των δηλώσεων της. Εν προκειμένω, ως αβίαστα προκύπτει από μια ανάγνωση του πρακτικού της επίδικης συνέντευξης, το όλο αφήγημα της αιτήτριας βρίθει κενών και αντιφάσεων και σε κανένα σημείο των λεγομένων της δεν ήταν σε θέση να αναφέρει - ούτε κατ’ ελάχιστο - την παραμικρή βιωματική λεπτομέρεια, ελλείψεις καθοριστικές για την συνολική συνοχή του αφηγήματος της.
Ενδεικτικά σημειώνω ότι η αιτήτρια ουδέν μπορούσε να αναφέρει σε σχέση με την κατ’ ισχυρισμό πολιτική δράση του πατέρα της, τις συνθήκες κάτω από τις οποίες αυτός συνελήφθη, πότε, που, για ποιόν ακριβώς λόγο, τι έγινε μετά τη σύλληψη αυτού και των αδελφών της και το πως - ενώ, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της επέκειτο και δικής της σύλληψη - διέφυγε νομίμως, δι’ αεροδρομίου, από τη χώρα καταγωγής.
Δεδομένης της παντελούς έλλειψης εσωτερικής συνοχής των λεγομένων της αιτήτριας περί διώξεως του πατέρα της για πολιτικούς λόγους δεν θεωρώ ότι ήταν απαραίτητη η αναζήτηση πληροφορίων αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία των ισχυρισμών της και ορθώς δεν έγινε στα πλαίσια της επίδικης αίτησης. Σχετικώς, στο εγχειρίδιο του EASO για την «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», 2018, σελ.132, αναφέρεται, η αναζήτηση ΠΧΚ «ενδέχεται να μην είναι απαραίτητ[η] σε περίπτωση αρνητικής διαπίστωσης περί της αξιοπιστίας βάσει καταφανούς έλλειψης εσωτερικής συνοχής ή μη ικανοποιητικής επεξήγησης αποκλίσεων ή παραλλαγών σε ό,τι αφορά τα ουσιώδη στοιχεία μιας αίτησης ή, ακόμη περισσότερο, σε περίπτωση απόρριψης προσφυγής ως απαράδεκτης.».
Ενόψει των ως άνω δεν έχω τίποτε να προσθέσω στα όσα λεπτομερώς και ενδελεχώς καταγράφονται επί της αξιοπιστίας της αιτήτριας στα ερ.55-57. Εδώ, πολύ απλά, τυχόν αποδοχή του αφηγήματος της αιτήτριας θα συνιστούσε αφελή και ανεπιφύλακτη αποδοχή ισχυρισμών που στερούνται σε όλη τους την έκταση κάθε εύλογα αναμενόμενης συνοχής και συνέπειας.
Τα ευρήματα των καθ’ ων η αίτηση επί της αξιοπιστίας των ισχυρισμών της αιτήτριας και η κατάληξη επί της επίδικης αιτήσεως ήταν απολύτως εύλογα, προϊόν δέουσας έρευνας όλων των ενώπιον τους στοιχείων και ορθά επί της ουσίας.
Ενόψει των ως άνω απομένει εν προκειμένω μια αποτίμηση της κατάστασης ασφαλείας στον τόπο διαμονής της αιτήτριας (Κινσάσα), στα πλαίσια του αρ.19 (2) (γ) του Νόμου.
Έκθεση του 2021 του portal RULAC σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στην Κινσάσα, αναφέρει ότι «[η] Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (ΛΔΚ) εμπλέκεται σε πολλές μη διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις (NIAC) εντός των εδαφών της εναντίον ένοπλων ομάδων στις περιοχές Ituri, Kasai και Kivu, ενώ δεν αναφέρεται η δραστηριοποίηση ένοπλων ομάδων στην Κινσάσα».[1] Σε σχέση με την Κινσάσα δεν ανευρέθησαν πληροφορίες οι οποίες να επιβεβαιώνουν δράση ενόπλων φορέων και την ύπαρξη κάποιας σύγκρουσης.[2]
Αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας, κατά την περίοδο 09/12/2023 - 06/12/2024 στην επαρχία Kinshasa καταγράφηκαν συνολικά 106 περιστατικά ασφαλείας από τα οποία υπήρξαν 154 απώλειες σε αμάχους. Πρόκειται συγκεκριμένα για 4 μάχες (με 5 απώλειες σε αμάχους), 10 περιστατικά βίας κατά αμάχων (με 17 απώλειες), 62 διαδηλώσεις (με 0 απώλειες) και 30 εξεγέρσεις (με 132 απώλειες σε αμάχους) ενώ δεν καταγράφεται κανένα περιστατικό απομακρυσμένης βίας[3]. Ο συνολικός πληθυσμός της επαρχίας της Κινσάσα ανέρχεται σήμερα περί τα 17 εκατομμύρια κατοίκων. [4]
Στη βάση των ως άνω είναι κατάληξη μου ότι δεν δεικνύεται εύλογη πιθανότητα η αιτήτρια να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή της κίνδυνο σοβαρής βλάβης καθότι η συχνότητα περιστατικών ασφαλείας στην περιοχή όπου διέμενε, και στην οποία εύλογα αναμένεται να επιστρέψει, δεν είναι τέτοιας έντασης ώστε να διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας της εκεί. (βλ. απόφαση ΔΕΕ, C-901/19 CF and DN ημ.10/06/21).
Σημειώνω ότι - ενόψει της απόρριψης του αφηγήματος της περί συλλήψεως του πατέρα και αδελφών της λόγω πολιτικής δράσης του πατέρα τους - δεν μπορεί παρά να γίνει αποδεκτό ότι σε περίπτωση επιστροφής της η αιτήτρια δεν θα στερηθεί του οικογενειακού της δικτύου, προκειμένου να διευκολυνθεί η επανένταξη της στην τοπική κοινωνία. Δεν μπορώ δε περαιτέρω να δεχθώ ότι η αιτήτρια δεν διατηρεί ή αδυνατεί να ανακτήσει επαφή με την οικογένεια της.
Έπεται λοιπόν ότι η αιτήτρια δεν κατάφερε να τεκμηριώσει βάσιμο φόβο «καταδίωξης [της] για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων» και δεν υφίστανται «ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς [της], θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη», ως αμφότερες αυτές οι έννοιες ορίζονται στα άρθρα 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου.
Η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με έξοδα €1000 υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον της αιτήτριας.
Α. Χριστοφόρου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] RULAC, Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo, 13 April 2021, διαθέσιμο σε www.rulac.org/news/drc-a-new-conflict-in-ituri-involving-the-cooperative-for-development-of-th, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 15/07/2024)
[2] βλ. ενδεικτικά RULAC, Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo, 13 April 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: www.rulac.org/news/drc-a-new-conflict-in-ituri-involving-the-cooperative-for-development-of-th, UN Security Council Resolutions για τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό στη διεύθυνση: www.securitycouncilreport.org/un-documents/democratic-republic-of-the-congo/, καθώς και το πλέον πρόσφατο ψήφισμα που υιοθετήθηκε στις 30/06/2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: www.securitycouncilreport.org/atf/cf/%7B65BFCF9B-6D27-4E9C-8CD3-CF6E4FF96FF9%7D/s_res_2641.pdf, HRW, Democratic Republic of Congo, Events of 2021, 13 January 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: www.hrw.org/world-report/2022/country-chapters/democratic-republic-congo, UNHCR, Attacks by armed groups displace 20 000 civilians in eastern DRC, 16 July 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: www.unhcr.org/news/briefing/2021/7/60f133814/attacks-armed-group-displace-20000-civilians-eastern-drc.html, USAID, Democratic Republic of the Congo - Complex Emergency, Fact Sheet #3, 13 May 2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: www.usaid.gov/sites/default/files/documents/2022-05-13_USG_Democratic_Republic_of_the_Congo_Complex_Emergency_Fact_Sheet_3_0.pdf, και CFA, Global Conflict Tracker, Center for Preventive Action, Instability in the Democratic Republic of Congo, last updated 03 August 2022, διαθέσιμο στη διεύθυνση: www.cfr.org/global-conflict-tracker/conflict/violence-democratic-republic-congο, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 15/07/2024)
[3] ACLED EXPLORER, με στοιχεία ανάλυσης ως εξής: ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: 09/12/2023 - 06/12/2024, ΠΕΡΙΟΧΗ: Middle Africa -DRC –Kinshasa ), διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο www.acleddata.com/dashboard/#/dashboard(ημ. πρόσβασης 03/12/2024).
[4] Macrotrends.net, Kinshasa population, 2024, διαθέσιμο σε https://www.macrotrends.net/global-metrics/cities/20853/kinshasa/population, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 15/07/2024)
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο