Υ.Κ.Ε. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 736/24, 28/2/2025
print
Τίτλος:
Υ.Κ.Ε. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 736/24, 28/2/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

 

Υπόθεση Αρ.: 736/24

 

28 Φεβρουαρίου, 2025

 

[Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

Υ.Κ.Ε.

Αιτητού

και

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου

 

Καθ' ων η αίτηση

 .........

 

Α. Δημητρίου (κος), Δικηγόρος για τον Αιτητή

Α. Αναστασιάδου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση

Α Π Ο Φ Α Σ Η 

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο Αιτητής με την παρούσα προσφυγή αιτείται την έκδοση απόφασης από το παρόν Δικαστήριο με την οποία να κηρύσσεται άκυρη, αντισυνταγματική, παράνομη, στερούμενη κάθε έννομου αποτελέσματος η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση, ημερομηνίας 24.1.2024, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για διεθνή προστασία, καθότι κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2023 (στο εξής: ο Περί Προσφύγων Νόμος). Ζητεί την αναγνώριση σε σχέση με αυτόν καθεστώτος διεθνούς προστασίας και εναλλακτικώς ότι τυχόν επιστροφή του παραβιάζει τα Άρθρα 2 και 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (στο εξής: η ΕΣΔΑ)

Γεγονότα

1.             Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως ακολούθως: Ο Αιτητής κατάγεται από τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (στο εξής: η ΛΔΚ) και περί στις 16.11.2021, υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας. Στις 17.1.2024, πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από λειτουργό. Ακολούθως, ο λειτουργός υπέβαλε Έκθεση/Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής: Προϊστάμενος) για απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή και για επιστροφή στη χώρα καταγωγής του. Η Εισήγηση εγκρίθηκε από τον Προϊστάμενο στις 24.1.2024. Η εν λόγω απορριπτική απόφαση, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 15.2.2024, αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

 

Νομικοί Ισχυρισμοί

2.             Ο Αιτητής δια του συνηγόρου του προωθεί ως λόγους προσφυγής, την έλλειψη δέουσας έρευνας και επικαλείται ότι οι Καθ’ ων η αίτηση δεν υπέβαλαν, ως όφειλαν, επαρκή ερωτήματα στον Αιτητή. Ως προς την ουσία του αιτήματός του, ο Αιτητής επισημαίνει ότι δύο ήταν οι ουσιώδεις ισχυρισμοί του, πρώτον, η ταυτότητα, το προφίλ και η χώρα προέλευσης και δεύτερον, ότι καταζητείται από τους Baluba, μέλη της φυλής του Προέδρου εξαιτίας της συμμετοχής του σε διαδήλωση κατά του Προέδρου όπου τον εξύβριζε. Σχολιάζοντας τα ευρήματα των Καθ’ ων η αίτηση ως προς το δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, ο Αιτητής υποβάλλει ότι η απαντήσεις του σαφείς και λεπτομερείς. Επιπλέον, υποστηρίζει ότι φορείς δίωξής του ήταν και μέλη της αστυνομίας. Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του Αιτητή σε σχέση με τον εν λόγω ισχυρισμό, αυτός επισημαίνει ότι οι Καθ’ ων η αίτηση δεν προχώρησαν σε καμία εξέταση αυτής. Ο Αιτητής δια του συνηγόρου του παραθέτει πηγές στη γραπτή του αγόρευση, όπου κατά τον ίδιο προκύπτει ότι στη χώρα καταγωγής του επικρατεί ανασφάλεια. Προχωρώντας στη νομική υπαγωγή των περιστάσεών του στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου (καθεστώς του πρόσφυγα), ο Αιτητής υποστηρίζει ότι διώκεται από φυλετική ομάδα, η οποία πρόσκειται στον Πρόεδρο της χώρας, ένεκα των πολιτικών του πεποιθήσεων (βλ. σελ. 22 και 23 της γραπτής αγόρευσης του Αιτητή). Είναι δε η θέση του ότι εξαιτίας της τεράστιας διαφθοράς στη χώρα, οι αρχές της χώρας του δεν μπορούν ή/ και δεν είναι διατεθειμένες να τον προστατεύσουν. Επικουρικώς, ο Αιτητής υποστηρίζει ότι οι Καθ’ ων η αίτηση απέκλεισαν την υπαγωγή του στο εν λόγω καθεστώς χωρίς προηγουμένως να λάβουν υπόψη τις προσωπικές του περιστάσεις, επισημαίνοντας ότι σε αντίθεση με το προσφυγικό καθεστώς, στην περίπτωση της συμπληρωματικής προστασία αρκεί να καταδειχθεί απειλή για αυτόν εξαιτίας της γενικότερης κατάστασης που επικρατεί. Υποβάλλει δε ότι απορρίφθηκε η υπαγωγή του σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας χωρίς αιτιολογία. Σχολιάζει προς τούτο το επίπεδο του μελλοντοστραφούς κινδύνου που αναμένεται να καταδειχθεί προκειμένου να αναγνωριστεί το αντίστοιχο καθεστώς. Τέλος, υποστηρίζεται ότι πριν από την έκδοση της επίδικης απόφασης δεν εξετάστηκε το ενδεχόμενο παραβίασης της αρχής της μη επαναπροώθησης, η οποία οφείλεται να εξεταστεί από το παρόν Δικαστήριο σε επικαιροποιημένη βάση.

 

3.             Από την πλευρά τους οι Καθ’ ων η αίτηση υπεραμύνονται της επίδικης πράξης, υποστηρίζοντας καταρχάς ότι οι λόγοι προσφυγής δεν εξειδικεύονται δεόντως. Επιπλέον, παραπέμποντας στα ευρήματα της διοικητικής διαδικασίας, προωθούν ότι ο Αιτητής υπήρξε αξιόπιστος μόνο ως προς το προφίλ, τα προσωπικά του στοιχεία και τη χώρα καταγωγής και ότι ορθώς κρίθηκε αναξιόπιστος ως προς τον ισχυρισμό του περί δίωξης από τους Baluba, παραπέμποντας στα ευρήματα της εγκριθείσας από τον Προϊστάμενο εισήγησης και σε νομολογία συναφή με την αξιολόγηση της αξιοπιστίας. Ακολούθως, οι Καθ’ ων η αίτηση επεσήμαναν ότι ο κίνδυνος που απορρέει από τα στοιχεία που συγκροτούν τον μόνο αποδεκτό ισχυρισμό του Αιτητή, δεν είναι τέτοια που να δικαιολογούν την υπαγωγή του είτε στο καθεστώς του πρόσφυγα είτε σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.

 

Το νομικό πλαίσιο

4.             Η Σύμβαση περί του καθεστώτος των προσφύγων, η οποία υπογράφηκε στη Γενεύη στις 28 Ιουλίου 1951 και τέθηκε σε ισχύ στις 22 Απριλίου 1954 [Recueil des traités des Nations unies, τόμος 189, σ. 150, αριθ. 2545 (1954)], όπως συμπληρώθηκε με το Πρωτόκολλο περί του καθεστώτος των προσφύγων, το οποίο συνήφθη στη Νέα Υόρκη στις 31 Ιανουαρίου 1967 και τέθηκε σε ισχύ στις 4 Οκτωβρίου 1967 (στο εξής: Σύμβαση της Γενεύης), ορίζει, στο άρθρο 1, τμήμα Α, σημείο 2, πρώτο εδάφιο, ότι ο όρος «πρόσφυγας» εφαρμόζεται επί παντός προσώπου το οποίο, «συνεπεία δικαιολογημένου φόβου διώξεως λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητος, κοινωνικής τάξεως ή πολιτικών πεποιθήσεων, ευρίσκεται εκτός της χώρας της οποίας έχει την ιθαγένεια και δεν δύναται ή, λόγω του φόβου τούτου, δεν επιθυμεί να απολαύη της προστασίας της χώρας ταύτης».

 

5.             Ο Κανονισμός 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έχει ως ακολούθως:

«Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου (Αρ.1) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ΄ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».

6.             Το άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 και 2020 (Ο περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος) καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.

 

7.             Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει την έννοια του όρου πρόσφυγας και τις προϋποθέσεις υπαγωγής σε αυτόν τον ορισμό.

 

8.             Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου προβλέπει τις περιπτώσεις, όπου αναγνωρίζεται το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.

 

Κατάληξη

9.             Ως προς τους εγειρόμενους λόγους προσφυγής από τον Αιτητή, είναι κρίσιμο και απαραίτητο να καταστεί αντιληπτό ότι η δικαιοδοσία του παρόντος δικαστηρίου διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στο λυσιτελές της προβολής των λόγων προσφυγής. Ειδικότερα, το παρόν Δικαστήριο ως δικαστήριο ουσίας δικάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιον του εξ υπαρχής, κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά προχωρεί παραπέρα και εξετάζει και την ουσιαστική ορθότητα της de novo και ex nunc (Βλ. Έφεση κατά Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Aρ. 107/2023, Δημοκρατία ν. Q.B.T., απόφαση ημερ. 11.2.2025, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 17/2021 Janelidze ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 21.9.2021· Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 35/2023 Lubangamu ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 5.12.2024). Ο Αιτητής αναμένεται να προβάλει, στο πλαίσιο της διοικητικής ή και της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας. Η πιο πάνω ανάλυση λόγω της έκτασης της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου καθιστά αλυσιτελή την προβολή υποπεριπτώσεων λόγων προσφυγής π.χ. έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας, πλάνη, ορισμένες διαδικαστικές πλημμέλειες κατά την έκδοση της επίδικης πράξης. Εν προκειμένω, ο Αιτητής εκπροσωπούμενος και δια συνηγόρου, έχει την ευκαιρία να εκθέσει τους ισχυρισμούς της και να λάβει όλα τα δέοντα δικονομικά μέσα προς τεκμηρίωσή τους [Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14ης Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου, Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 247 και Π.Δ. Δαγτόγλου, (Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο), σελ. 552]. Ως αλυσιτελής χαρακτηρίζεται ο λόγος προσφυγής, ο οποίος ακόμα και αν γίνει δεκτός δεν πρόκειται να οδηγήσει σε ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης [Βλ. Η προβολή ισχυρισμών στις διοικητικές διαφορές ουσίας, Α. Αθ. Αρχοντάκη, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 100].

 

10.          Επισημαίνεται επιπλέον συναφώς το άρθρο 16 του περί Προσφύγων Νόμου και ειδικότερα τα εδάφια (2) και (3) αυτού. Από τις εν λόγω διατάξεις απορρέει καταρχάς η υποχρέωση του Αιτητή να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια προς τεκμηρίωση της αίτησης ασύλου του. Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Βλ. ενδεικτικώς, Υπόθ. Αρ. 1721/2011, Ηοοman & Mahiab Khanbabaie v. Aναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 30.6.2016, ECLI:CY:AD:2016:D320αποτελεί υποχρέωση του αιτητή ασύλου να επικαλεστεί έστω και χωρίς να προσκομίσει τυπικά αποδεικτικά στοιχεία, συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που του προκαλούν, κατά τρόπο αντικειμενικώς αιτιολογημένο, φόβο δίωξης στη χώρα του για έναν από τους λόγους που αναφέρει το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου. Εν συνεχεία ωστόσο, λόγω ακριβώς της δυσχέρειας των αιτητών ασύλου να τεκμηριώσουν με συγκεκριμένα στοιχεία την αίτησή τους, γεννάται υποχρέωση της διοίκησης να συνδράμει τον εκάστοτε αιτητή σε αυτήν την προσπάθεια προβολής και τεκμηρίωσης των ισχυρισμών της (Βλ. Εγχειρίδιο για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών παρ. 195 επ., Βλ. επίσης αναφορικά με την ενεργό συνεργασία Απόφαση του ΔΕΕ της 22ας Νοεμβρίου 2012, Υπόθεση C‑277/11, M. M., ECLI:EU:C:2012:744, σκέψεις 63 εώς 68).

 

11.          Προχωρώντας στην εξέταση της ουσίας των ισχυρισμών του Αιτητή, επισημαίνονται τα εξής: Ο Αιτητής, κατά την καταγραφή του αιτήματός του δήλωσε ότι τον καταζητούσε η αστυνομία και πως θα έδινε τα πάντα για να τον πιάσει στα χέρια της,. Επιπλέον, μέλη της ομάδας Baluba, δεν τον θέλουν ζωντανό καθώς σκοτώνουν κάθε πρόσωπο που τοποθετείται αρνητικά σε σχέση με τον πρόεδρο Felix Tsesikedi, παρά τη ανικανότητα του τελευταίου.

 

12.          Κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξης, ο Αιτητής επιβεβαίωσε ότι κατάγεται από τη ΛΔΚ και συγκεκριμένα από την κοινότητα Kalamu της δυτικής Kinshasa (γεννηθείς το 1992),της πρωτεύουσας της χώρας, όπου έζησε όλη του τη ζωή στην οικία της μητέρας του. Τρεις μήνες προτού εγκαταλείψει τη χώρα του μετακόμισε στην κοινότητα Nsele, ευρισκόμενη επίσης ανατολικά της Kinshasa. Ως προς το θρήσκευμά του, δήλωσε ότι είναι χριστιανός. Ως προς την εθνοτική του καταγωγή από την πατρική πλευρά ανήκει στη φυλή   Mungala,  ενώ από τη μητρική πλευρά στη φυλή Μulobo, χωρίς στην πράξη να «ακολουθεί» κάποια εξ αυτών. Ως προς την οικογενειακή του κατάσταση, δήλωσε ότι ο πατέρας του χώρισε με τη μητέρα του όταν ίδιος ήταν ενός έτους και έκτοτε διαμένει στη Γαλλία και δεν διατηρούν επικοινωνίας. Από το βιολογικό του πατέρα έχει μία αδελφή και μία ετεροθαλή αδελφή, την οποία η μητέρα του απέκτησε με το σύντροφό της. Ο Αιτητής αναφέρθηκε και σε μέλη της ευρύτερης οικογένειάς του τόσο από τη μητρική όσο και από την πατρική ρίζα κάποια εκ των οποίων βρίσκονται στη χώρα του και κάποια άλλα στη Γαλλία. Ως προς το μορφωτικό του επίπεδο δήλωσε απόφοιτος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, καθώς ελλείψει οικονομικών πόρων δεν συνέχισε στο πανεπιστήμιο. Ως προς την επαγγελματική του πείρα, ανέφερε πως από τον Φεβρουάριο του 2019 μέχρι τον Μάρτιο του 2020 εργαζόταν ως οδηγός ταξί και έπειτα από το Μάρτιο του 2020 μέχρι και τον Ιούνιο του 2021 εργάστηκε ως προσωπικός οδηγός.

 

13.          Ως προς τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, o Αιτητής στο σημείο αναφοράς του τόπου διαμονής  (βλ. ερ. 41 του διοικητικού φακέλου) κατόπιν σχετικού ερωτήματος δήλωσε ότι οι αρχές της χώρας του δε θα επέτρεπαν την επιστροφή του. Ζητηθείς να αναπτύξει τους λόγους, ο Αιτητής αναφέρθηκε σε ένα γεγονός που έλαβε χώρα στην περιοχή Victoire της Kinshasa. Οι οδηγοί των λεωφορείων διαδήλωναν και οι πολίτες δεν μπορούσαν να μετακινηθούν επί δύο μέρες. Ο Αιτητής αποφάσισε να συγκεντρώσει κόσμο με σκοπό να διαμαρτυρηθούν εναντίον της κυβέρνησης καθώς δεν κατέβαλε τους μισθούς των οδηγών με αποτέλεσμα οι πολίτες να μην μπορούν να μετακινούνται. Στο πλαίσιο αυτής της συγκέντρωσης, ο Αιτητής αναφέρθηκε με προσβλητικά και υβριστικά λόγια για τον πρόεδρο με αποτέλεσμα τα μέλη του κόμματος Union for Democracy and Social Progress (στο εξής: UDPS), του κόμματος της φυλής στην οποία ανήκει ο πρόεδρος (φυλή Luba), να τον στοχοποιήσουν εξαιτίας της δυσαρέσκειάς τους για τον τρόπο που έκρινε τον ηγέτη τους.  Ο Ατητής ισχυρίζεται ότι θα ήταν επικίνδυνο για αυτόν να επιστρέψει καθώς το όνομά του βρίσκεται στις εφημερίδες, στον κατάλογο των καταζητούμενων προσώπων. Ο Αιτητής κατά τη συνέντευξη δήλωσε ότι έχει το έγγραφο της εφημερίδας και ότι θα το προσκόμιζε. Ερωτηθείς πώς είδε την εφημερίδα, ανέφερε ότι ήταν επίσης οδηγός λεωφορείου (ερ. 40) και ότι τον ενημέρωσαν οι άλλοι οδηγοί λεωφορείων. Επίσης κατά την εξακρίβωση της επαγγελματικής του πείρας, ο Αιτητης επίσης αναφέρθηκε στην εν λόγω διαδήλωση, στη συμμετοχή του σε αυτήν και στη κατ΄ισχυρισμό δίωξή του από τα μέλη του συγκεκριμένου πολιτικού κόμματος. Στο ίδιο περιστατικό επανήλθε ο Αιτητής και κατά το στάδιο της ελεύθερής του αφήγηση όταν ερωτήθηκε για τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, επαναλαμβάνοντας  το φόβο του περί δίωξής του από τους Balluba, μέλη του κόμματος που υποστηρίζει τον πρόεδρο και τα οποία ανήκουν στην ίδια με αυτόν φυλή και προβάλλοντας αυτό ως το μόνο λόγο εγκατάλειψής της χώρας του.

 

14.          Διευκρινιστικής φύσεως ερωτήματα υποβλήθηκαν στον Αιτητή αναφορικά με τον χρόνο και τον τόπο που έλαβε χώρα η διαμαρτυρία, την οποία ο Αιτητής τοποθετεί χρονικά στις 23.6.2021 και τοπικά στο σταθμός λεωφορείων της περιοχής Victoire. Ακολούθως, υποβλήθηκαν ερωτήματα στον Αιτητή αναφορικά με την εν λόγω διαδήλωση, τις περιστάσεις γύρω από αυτήν, τη συμμετοχή του ιδίου και τα γεγονότα που ακολούθησαν αυτής. Σειρά ερωτημάτων που ακολούθησαν αφορούσαν στο δημοσίευμα που προσκόμισε ο Αιτητής, το οποίο αφορά στην κατ’ ισχυρισμό δίωξη του Αιτητή (ερ. 36 και ερ. 32 και προηγούμενα-απόσπασμα από εφημερίδα). Επιπλέον, ζητήθηκε από τον Αιτητή να διευκρινίσει τις δηλώσεις του γύρω από το σκοπό της διαδήλωσης καθώς σύμφωνα με το άρθρο που ο Αιτητής προσκόμισε ο Αιτητής παρουσιάζει ως εφαλτήριο των διαδηλώσεων ήταν τα μέτρα που έλαβαν οι αρχές για την αντιμετώπιση του Covid -19 και όχι οι λόγοι που ο Αιτητής επικαλέστηκε σε άλλο σημείο της συνέντευξης (μισθοδοσία των οδηγών λεωφορείων, μη διεκπεραίωση των δρομολογίων των δημόσιων μέσων μεταφοράς). Ο Αιτητης απέκλεισε την μετεγκατάστασή του σε άλλη περιοχή της χώρας του αναφέροντας ότι έζεσε  όλη του τη ζωή στη Kinshasa και δε ξέρει πώς να επιβιώσει εκτός αυτής.

15.          Ερωτηθείς κατά πόσο οι αρχές της χώρας του θα του επέτρεπαν την είσοδο, απάντησε αρνητικά, γιατί αναζητείται από υψηλές πολιτικές ομάδες εκ των οποίοι οι περισσότεροι είναι Luba οι οποίοι θέλουν να τον βλάψουν.

 

16.          Αξιολογώντας τις πιο πάνω δηλώσεις του Αιτητή, οι Καθ' ων η αίτηση σχημάτισαν δυο ουσιώδεις ισχυρισμούς.: Ο πρώτος σχετικά με το προφίλ, τη χώρα καταγωγής και διαμονής και τα προσωπικά στοιχεία/προφίλ του Αιτητή και ο δεύτερος, ως προς την κατ΄ισχυρισμό δίωξή του από τους Baluba, μέλη της φυλής του Προέδρου της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό λόγω του ότι ο Αιτητής έβριζε και καταριόταν τον πρόεδρο σε μια διαδήλωση.   

 

17.          Ο πρώτος ισχυρισμός του Αιτητή ως προς τον τόπο καταγωγής του έγινε αποδεκτός, καθώς οι συναφείς δηλώσεις του κρίθηκαν ω αρκούντως συνεκτικές και συνεπείς και περαιτέρω επιβεβαιώνονται εν μέρει από το διαβατήριο που ο ίδιος προσκόμισε και από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.

 

18.          Αντίθετα, ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός του έτυχε απόρριψης. Ειδικότερα, εντοπίστηκαν από τους Καθ’ ων η αίτηση σωρεία αντιφάσεων, ενώ οι αναφορές σε επιμέρους εκφάνσεις του αφηγήματός του κρίθηκαν ως μη επαρκώς λεπτομερείς και άλλες μη ευλογοφανείς. Ως εκ τούτου κρίθηκε ότι δεν θεμελιώθηκε η εσωτερική του αξιοπιστία. 

 

 

19.          Κατά την αξιολόγηση της εξωτερικής αξιοπιστίας του ως προς τον ίδιο ισχυρισμό, οι Καθ’ ων η αίτηση εξέτασαν καταρχάς το άρθρο που προσκόμισε ο Αιτητής σε ηλεκτρονική μορφή pdf προς απόδειξη του ισχυρισμού του περί δίωξης. Οι Καθ’ ων η αίτηση επεσήμαναν ότι δεν κατέστη δυνατός ο εντοπισμός του εν λόγω άρθρου, δεδομένο που τούς οδήγησε σε αμφισβήτηση της αυθεντικότητάς του. Περαιτέρω, οι Καθ’ ων η αίτηση επεσήμαναν ότι το περιεχόμενο του εν λόγω άρθρου έρχεται σε αντίθεση σε πολλά σημεία του με τις αναφορές του Αιτητή, τα οποία και καταγράφουν. Με βάση τα ανωτέρω, οι Καθ’ ων η αίτηση απέρριψαν τον εν λόγω ισχυρισμό στο σύνολό του.   

 

20.          Ακολούθως, κατά την αξιολόγηση κινδύνου βάσει του μόνου αποδεκτού ισχυρισμού του Αιτητή, κρίθηκε ότι εκ του προφίλ του, ήτοι ότι πρόκειται για υγιή ενήλικα από τη ΛΔΚ, εθνοτικής καταγωγής Mungala, χριστιανό καθολικό, με τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής την Κινσάσα, χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα υγείας, απόφοιτο δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, ικανό προς εξεύρεση εργασίας, με υποστηρικτικό/οικογενειακό στη χώρα καταγωγής, δεν προκύπτει κίνδυνος σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα του. Αξιολογώντας στη συνέχεια την κατάσταση ασφαλείας που επικρατεί στη χώρα του γενικώς αλλά και ειδικώς στην περιφέρεια της Kinshasa, οι Καθ’ ων η αίτηση κατέληξαν ότι δεν προκύπτει εξ αυτής κίνδυνος δίωξης ή σοβαρής βλάβης για τον Αιτητή.

 

21.          Ως εκ τούτου κατά τη νομική ανάλυση, οι Καθ' ων η αίτηση ότι δεν προκύπτει βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης του Αιτητή δυνάμει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου, αλλά ούτε και πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης αυτού δυνάμει του άρθρου 19 (2)(α), (β) και (γ) του περί Προσφύγων Νόμου.

 

22.          Προχωρώντας στην de novo και ex nunc εξέταση των ενώπιον μου δεδομένων, όπως υπαγορεύουν τα εδάφια (3) και (4) του άρθρου 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου, αρχικά συντάσσομαι με τη διάκριση των ουσιωδών ισχυρισμών και τα επιμέρους ευρήματα των Καθ' ων η αίτηση περί αξιοπιστίας του Αιτητή ως προς τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμού, ήτοι ότι ο Αιτητής στην εκεί διαδικασία, υπήρξε σαφής ως προς τα προσωπικά του στοιχεία και τον τόπο καταγωγής, ενώ δεν προέκυψαν στοιχεία που να συνηγορούν κατά της αξιοπιστίας του ισχυρισμού. Ταυτόχρονα, από το διαβατήριό του, τη γλώσσα επικοινωνίας του και από εξωτερικές πηγές, οι οποίες περιλαμβάνονται στο διοικητικό φάκελο (βλ. ερ. 57 και 56 του διοικητικού φακέλου) και από πηγές που καταγράφονται στη συνέχεια της παρούσας αναφορικά με τον τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή, επιβεβαιώνονται οι δηλώσεις του ως προς τη χώρα καταγωγή και διαμονής του. 

 

23.          Ως προς το δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή, συντάσσομαι και πάλι με την κατάληξη των Καθ’ ων η αίτηση περί της μη θεμελίωσης της εσωτερικής του αξιοπιστίας. Αφορμή της κατ’ ισχυρισμό δίωξής του υπήρξε η συμμετοχή του σε μια διαδήλωση κατά του καθεστώτος, στο πλαίσιο της οποίας εκφράστηκε υβριστικά κατά του προέδρου της χώρας Félix Tshisekedi. Παρατηρείται καταρχάς ότι ο Αιτητής υπήρξε ασυνεπής και αντιφατικός ως προς τη συμμετοχής του στη διαδήλωση. Ειδικότερα, σε αρχική του δήλωση ανέφερε ότι ο ίδιος συγκέντρωσε «τους δικούς του ανθρώπους» προκειμένου να διαδηλώσουν εναντίον στην κυβέρνηση, για το γεγονός ότι δεν πληρώνουν τους οδηγούς με αποτέλεσμα το κοινό να μην μπορεί να χρησιμοποιήσει τα μέσα μαζικής μεταφοράς (βλ. ερ. 41 σημείο 4Χ). Σε ακόλουθο ωστόσο σημείο της συνέντευξης, διαφοροποιώντας την αναφορά του, δήλωσε ότι όταν τυχαία αφίχθηκε στο μέρος της διαδήλωσης γνωρίζοντας του οδηγούς και επειδή η κατάσταση τον αναστάτωσε αποφάσισε να ηγηθεί, εκ των υστέρων της διαδήλωσης και να διατυπώσει ύβρεις κατά του προέδρου. Επιπλέον, οι αναφορές του Αιτητή υπήρξαν ασυνεπείς ως προς τους σκοπούς της διαδήλωσης. Στη αρχή ο Αιτητής ανέφερε οι απεργοί διαδήλωναν για τους χαμηλούς μισθούς των οδηγών των λεωφορείων (βλ. ερ. 41 σημείο 4Χ), στη συνέχεια του αφηγήματός του ανέφερε ως αιτία της διαδήλωσης την αύξηση της τιμής του πετρελαίου και τις αυθαίρετες συλλήψεις των οδηγών από τη αστυνομία. (βλ. ερ. 40 σημείο 2χ και ερ. 39 2χ και ερ. 38 σημείο 5Χ), ενώ στο δημοσίευμα που ο ίδιος προσκόμισε αναφέρεται ως αφορμή της διαδήλωσης τα υγειονομικά μέτρα που έλαβε η κυβέρνηση την περίοδο της πανδημίας. Ευλόγως αναμένεται ότι ο Αιτητής θα ήταν σε θέση να γνωρίζει τους λόγους έναρξης της διαδήλωσης της οποίας κατά τον ισχυρισμό του ηγήθηκε. Ο Αιτητής πέραν της αναφοράς ότι εξύβριζε τον πρόεδρο της χώρας στην εν λόγω διαδήλωση δεν συνεισέφερε καμία απολύτως λεπτομέρεια ως προς τις ενέργειες που έλαβε το κόμμα υποστήριξης του προέδρου και τα μέλη του εναντίον του Αιτητή προς υποστήριξης της αναφορά και της πεποίθησής του ότι αυτός βρίσκεται υπό δίωξη από τα εν λόγω πρόσωπα, πέραν από μιας λακωνικής αναφοράς ότι εμφανίστηκαν στο σπίτι του μετά τη διαδήλωση και αυτός διέφυγε. Επιπλέον, αντίφαση προκύπτει στο αφήγημά του όσον αφορά στο χρόνο εγκατάλειψης της κοινότητας Κalamu εξαιτίας της κατ΄ισχυρισμό δίωξής του. Ο Αιτητής αναφέρει ότι έφυγε από την κοινότητα Kalamu όταν πληροφορήθηκε από συναδέλφους του για το δημοσίευμα εφημερίδας που αναφέρεται στο ίδιο. Αυτό τοποθετεί χρονικά ένα μήνα μετά τη διαδήλωση (η διαδήλωση φέρεται να έλαβε χώρα 23.6.2021). Ακολούθως, αναφέρει ότι όταν το είδε με τα μάτια του μετέβη στην οικία του και αποφάσισε με τη μητέρα του ότι πρέπει να κρυφτεί στην κοινότητα Nsele σε ένα φίλο του. Διαφοροποιώντας τα λεγόμενά του στη συνέχεια ανέφερε ότι οι «Baluba» ήρθαν στο σπίτι του και αυτός ξέφυγε από την πίσω πόρτα (βλ. ερ. 37, σημείο 2). Ειρήσθω εν παρόδω, ότι η αναφορά του Αιτητή ως προς το περιστατικό της διαφυγής του και ως προς τους κατ’ ισχυρισμό φορείς δίωξης του χαρακτηρίζεται από γενικότητα και έλλειψη βιωματικότητας, γεγονός που δεν κρίνεται εύλογο καθώς συνδέεται άρρηκτα με το λόγο εγκατάλειψης της χώρας του. Όταν του υποβλήθηκε η εν λόγω αντίφαση, ο Αιτητής έπεσε σε περαιτέρω ασυνέπεια αναφέροντας ότι όταν αποφάσισαν με τη μητέρα του να εγκατασταθεί σε άλλη κοινότητα δεν το έπραξε άμεσα αλλά έμενε σε κάποιο γείτονα και εγκαταστάθηκε σε άλλη κοινότητα με την έλευση των Baluba (ενώ προηγουμένως καμία αναφορά δεν έκανε στους Baluba και ενώ ανέφερε ότι διέφυγε από την πίσω πόρτα του σπιτιού του)  (βλ. ερ. 36 σημείο 1Χ). Επίσης το ίδιο το άρθρο αναφέρεται στην αναζήτησή του από την αστυνομία και αυτό έχει ημερομηνία δημοσίευσης 25.6.2021. Ως εκ τούτου, διαπιστώνεται εμφανώς αντίφαση στα λεγόμενα του Αιτητή καθώς και αντίθεση με το περιεχόμενο του δημοσιεύματος που ο ίδιος προσκόμισε. Υποβλήθηκε εξάλλου στον Αιτπητή ότι κατά την καταγραφή της αίτησής του αναφέρθηκε και σε δίωξή του από την αστυνομία. Ο Αιτητής δεν έσωσε επαρκείς εξηγήσεις γιατί, παρά τις πολλαπλές ευκαιρίες που είχε κατά τη συνέντευξή του δεν αναφέρθηκε σε δίωξη από την αστυνομία, πολλώ μάλλον σε οποιεσδήποτε περιστάσεις που να εξειδικεύουν και να αναπτύσσουν τις περιστάσεις του εν λόγω ισχυρισμό.. Παρατηρείται ότι ούτε και στο πλαίσιο της ενώπιον μου διαδικασίας, όπου ο Αιτητής εκπροσωπείται δια συνηγόρου,  καλύπτονται τα πιο πάνω κενά. Με βάση τα ανωτέρω, κρίνεται ότι  δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή η εσωτερική του αξιοπιστία.

24.          Προχωρώντας στην αξιολόγηση της εξωτερικής αξιοπιστίας των δηλώσεων του Αιτητή, το Δικαστήριο προχώρησε σε σχετική έρευνα αναφορικά με τις επικρατούσες συνθήκες στη ΛΔΚ τον υπό εξέταση χρόνο και εντόπισε τις ακόλουθες πληροφορίες. Δεδομένου ότι σύμφωνα με τις δηλώσεις του Αιτητή, η διαδήλωση στην οποία συμμετείχε έλαβε χώρα τον Ιούνιο του 2021, οι εξωτερικές πηγές κάνουν σαφή αναφορά σε διαδηλώσεις που έλαβαν χώρα στην Kinshasa τον Οκτώβριο του 2021 και οι οποίες είχαν βίαια εξέλιξη [1],[2], παρόλα αυτά στις πηγές στις οποίες ανέτρεξε το Δικαστήριο δεν ανευρέθησαν πληροφορίες οι οποίες να επιβεβαιώνουν την πραγματοποίηση διαδηλώσεων στην Kinshasa συγκεκριμένα τον Ιούνιο του 2021, χρόνο κατά τον οποίο, σύμφωνα με τον Αιτητή, έλαβε χώρα το υπό εξέταση περιστατικό.

 

25.          Το Δικαστήριο ωστόσο εντόπισε άρθρο του Παρατηρητηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (HRW) γύρω από την κλιμάκωση της πολιτικής κρίσης στη ΛΔΚ το 2021, το οποίο ανέφερε ότι η διοίκηση του προέδρου Felix Tshisekedi έπληττε ολοένα και περισσότερο τα μέσα ενημέρωσης και τις ομάδες ακτιβιστών κατά τη διάρκεια των δύο ετών της θητείας της. Παρά ορισμένα αρχικά βήματα για την προώθηση μιας ατζέντας για τα ανθρώπινα δικαιώματα, η κυβέρνηση έχει απειλήσει, έχει συλλάβει και κρατήσει αυθαίρετα και έχει διώξει αρκετές δεκάδες δημοσιογράφους, ακτιβιστές και άλλους που κρίθηκαν επικριτικοί προς την κυβέρνηση. To Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων πήρε τηλεφωνικές συνεντεύξεις από 83 άτομα μεταξύ Ιανουαρίου 2020 και Ιανουαρίου 2021, συμπεριλαμβανομένων θυμάτων κακοποίησης, δικηγόρων, ακτιβιστών και δημοσιογράφων. Οι ερευνητές βρήκαν τουλάχιστον 109 περιπτώσεις αυθαίρετων συλλήψεων και παρενόχλησης τον υπό αναφορά χρόνο. Πολλά θύματα ήταν δημοσιογράφοι, οι οποίοι αντιμετώπισαν εκφοβισμό, απειλές και μερικές φορές ξυλοδαρμούς. Πράκτορες πληροφοριών από την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών (Agence nationale de renseignements ή ANR) συμμετείχαν σε τουλάχιστον 16 περιστατικά παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων [3].

 

26.          Ως προς την, κατά δήλωση του Αιτητή, δίωξή του από τα μέλη της εθνοτικής ομάδας Baluba επειδή συμμετείχε στη διαδήλωση κατά του προέδρου της ΛΔΚ, το Δικαστήριο προχώρησε αι σε σχετική έρευνα εκ της οποίας διαπιστώθηκε η ύπαρξη των Baluba, οι οποίοι αποτελούν τη μεγαλύτερη εθνοτική ομάδα στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό. Αναφορικά με τη σχέση του με τον πρόεδρο της ΛΔΚ,  εξωτερικές πηγές αναφέρουν ότι πολλοί Luba βρήκαν στο πρόσωπο του Félix Tshisekedi «τον σωτήρα» ο οποίος αντιπροσωπεύει τόσο μια ευκαιρία για μια προσωπική καριέρα στην πολιτική, τις επιχειρήσεις, την κοινωνική επιτυχία, αλλά πάνω απ' όλα μια σανίδα σωτηρίας που πρέπει να κρατηθεί με κάθε κόστος.[4] Παρόλα αυτά, από την έρευνα την οποία διεξήγαγε το Δικαστήριο, δεν προέκυψαν στοιχεία που να συνηγορούν υπερ της εκ των μελών της φυλής Luba στοχοποίησης των πολιτικών αντιπάλων του Félix Tshisekedi. Από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης επιβεβαιώνεται επίσης η ύπαρξη του κόμματος UDPD ως κόμματος υποστηρίζον τον Félix Tshisekedi.[5]

 

27.          Στη βάση των ανωτέρω πληροφοριών, το Δικαστήριο κρίνει ότι οι δηλώσεις του Αιτητή βρίσκουν, εν μέρει, έρεισμα στις εξωτερικές πηγές πληροφόρησης καθώς επιβεβαιώνουν μεν την πραγματοποίηση διαδηλώσεων κατά του προέδρου της       ΛΔΚ κατά τη διάρκεια του 2021,  όπως και το ότι τα μέλη της εθνοτικής ομάδας Luba στηρίζουν τον πρόεδρο της ΛΔΚ, πλην όμως από τις αντληθείσες πληροφορίες δεν  προέκυψαν στοιχεία που να συνηγορούν υπέρ της αδιάκριτης στοχοποίηση των άσημων συμμετεχόντων σε αυτές, αλλά η στοχοποίηση από τις αρχές σημαντικών ακτιβιστών, δικηγόρων και δημοσιογράφων. Ούτε όμως προέκυψαν στοιχεία στοχοποίησης των πολιτικών αντιπάλων του προέδρου της ΛΔΚ από μέλη της εθνοτικής ομάδας Luba.  

 

28.          Στα πλαίσια της αξιολόγησης της εξωτερικής αξιοπιστίας του υπό εξέταση ισχυρισμού, παρατηρώ ότι ο Αιτητής προσκόμισε σχετικό έγγραφο (δημοσίευμα εφημερίδας στο οποίο γίνεται αναφορά στον Αιτητή ως προσώπου υπό δίωξη) προς επίρρωση των δηλώσεών του (ερ. 27 του διοικητικού φακέλου).

 

29.          Θα πρέπει αρχικά να επισημανθεί ότι το παρόν Δικαστήριο συναξιολογεί καταρχάς το εν λόγω έγγραφο ακόμα και στις περιπτώσεις όπου δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί η γνησιότητά του (Βλ. Απόφαση του ΔΕΕ της 10.6.2021, την υπόθεση C‑921/19, LH κατά Staatssecretaris van Justitie en Veiligheid, ECLI:EU:C:2021:478, σκέψεις 44 και 66). Στο πλαίσιο της αξιολόγησης της αυθεντικότητας ενός εγγράφου μπορεί βεβαίως να ληφθούν υπόψη και τυχόν εξόφθαλμες ενδείξεις μεταποίησης του εγγράφου τις οποίες είναι εύκολο να διακρίνει το Δικαστήριο ακόμα και χωρίς την επέμβαση ενός εμπειρογνώμονα[6].

 

30.          Εν προκειμένω, παρατηρείται ότι δεν προκύπτει ο συντάκτης του άρθρου που ο Αιτητής προσκόμισε αλλά ούτε και η πηγή του, γεγονός που ευθύς εξαρχής θίγει την αξιοπιστία και κατ’ επέκταση την αποδεικτική αξία του εν λόγω άρθρου. Ο Αιτητής δηλώνει άγνοια για το συντάκτη και τις πηγές πληροφόρησης του, ενώ  ταυτόχρονα αποτυπώνονται παραδόξως σε αυτό προσωπικά βιώματα του του ίδιου του Αιτητή που δεν είναι εύλογο να γνωρίζουν τρίτα πρόσωπα χωρίς την εξιστόρησή τους από τον ίδιο ή από κάποιο πρόσωπο του στενού οικογενειακού ή κοινωνικού του κύκλου. Περαιτέρω,  το  περιεχόμενο του άρθρου έρχεται να θίξει την ήδη τρωθείσα αξιοπιστία του Αιτητή καθώς εκεί παρουσιάζεται ως κεντρική αφορμή της κινητοποίησης των πολιτών τα υγειονομικά μέτρα της κυβέρνησης για την αντιμετώπιση του Covid-19 και όχι οι μισθοί των οδηγών λεωφορείων και η αύξηση της τιμής των καυσίμων. Επιπλέον γίνεται λόγος ότι ο Αιτητής κινδύνευσε να συλληφθεί από την αστυνομία λόγω του ότι τραγουδούσε συνθήματα κατά του προέδρου, περιγραφή που δεν αντικατοπτρίζει τις περιγραφές του Αιτητή κατά τη συνέντευξη του όπου αναφέρθηκε σε διατύπωση προσβολών και ύβρεων κατά του προέδρου. Επίσης το άρθρο αναφέρεται ότι την επομένη της διαδήλωσης ήρθε στο σπίτι του η αστυνομία, αναφορά που επίσης έρχεται σε αντίθεση με τις δηλώσεις του. Υπό το φως των ανωτέρω, η αποδεικτική αξία του εν λόγω εγγράφου σε σχέση με τις δηλώσεις του Αιτητή είναι μειωμένη και δεν μπορεί να συνεισφέρει στη τρωθείσα αξιοπιστία του Αιτητή. Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο κρίνει ότι υπό το φως των δηλώσεων του Αιτητή σε συνάρτηση με τις αντληθείσες πληροφορίες, δε θεμελιώνεται η εξωτερική αξιοπιστία του υπό εξέταση ισχυρισμού. Καταληκτικά, ο υπό εξέταση ισχυρισμός να απορρίπτεται στο σύνολό του ως μη αξιόπιστος αφού δε θεμελιώθηκε ούτε η εσωτερική αλλά ούτε και η εξωτερική του αξιοπιστία.

 

31.          Προχωρώντας στην αξιολόγηση κινδύνου στη βάση του μόνου αποδεκτού ισχυρισμού του Αιτητή, ήτοι των στοιχείων του προσωπικού του προφίλ, του τόπου καταγωγής και αυτού τελευταία συνήθους διαμονής του,  σε συνάρτηση με πληροφορίες που αφορούν τις επικρατούσες συνθήκες στη χώρα καταγωγής του, το Δικαστήριο  ανέτρεξε σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης σχετικά με τη κατάσταση που επικρατεί στη χώρα καταγωγής του Αιτητή στη βάση της φυλετικής καταγωγής του Αιτητή και της θρησκευτικής του ταυτότητας.

 

32.          Δεδομένου ότι ο Αιτητής είναι Χριστιανός, το Δικαστήριο εντόπισε την έκθεση του State Department του 2023 για τη ΛΔΚ, η οποία αναφέρει ότι το σύνταγμα της χώρας προβλέπει την ελευθερία της θρησκείας και απαγορεύει διακρίσεις λόγω θρησκευτικών πεποιθήσεων, ενώ η Βάση Δεδομένων Παγκόσμιας Θρησκείας υπολόγισε ότι το 95,1 % πληθυσμού της ΛΔΚ ήταν χριστιανοί, το 1,5 % ήταν μουσουλμάνοι και το 2,5 % δεν είχε καμία θρησκευτική πεποίθηση[7]. Στη βάση των εν λόγω πληροφορίων, το Δικαστήριο δεν κρίνει ότι συντρέχει κάποιος κίνδυνος και/ή απειλή για τον Αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στην Kinshasa, που να συνδέεται με τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις.

 

33.          Αναφορικά δε  με την φυλετική του καταγωγή, ο Αιτητής προσδιόρισε τη φυλετική καταγωγή των γονέων του, πλην όμως αποσαφήνισε ότι ο ίδιος να θεωρεί ότι ανήκει σε κάποια εξ αυτών, αφού δήλωσε ότι «δεν την ακολουθεί». Παράλληλα, ουδέποτε εξέφρασε κατά τη διάρκεια της εξέτασης αντίστοιχό φόβο που να συνδέεται με την εθνοτική του καταγωγή.

 

34.          Λαμβάνοντας, τέλος, υπόψη ότι ο Αιτητής είναι μονήρης άνδρας, υγιής, αρτιμελής, ικανός προς εργασία, επαρκούς μορφωτικού επιπέδου, διαθέτον οικογενειακό υποστηρικτικό δίκτυο στη χώρα καταγωγής του και χωρίς να παρουσιάζει οιοδήποτε στοιχείο ευαλωτότητας, το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν μπορεί να πιθανολογηθεί ευλόγως ότι κατά την επιστροφή του στην Kinshasa, θα εκτεθεί σε κίνδυνο λόγω των προσωπικών του περιστάσεων σε συνδυασμό με τις επικρατούσες εκεί συνθήκες.

 

35.          Ως προς τη γενική κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του Αιτητή, το Δικαστήριο θα προχωρήσει σε εξέταση της κατάστασης ασφαλείας στη ΛΔΚ και  στην Κινσάσα, πρωτεύουσα της ΛΔΚ, και τόπου τελευταίας συνήθους διαμονής του. 

 

36.          Ειδικότερα, κατόπιν έρευνας σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης βρέθηκε πως δεν δραστηριοποιούνται μη κρατικοί ένοπλοι φορείς στην Κινσάσα, και πως οι ένοπλες συγκρούσεις περιορίζονται κυρίως στις ανατολικές περιοχές της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό (Nord-KivuSud-KivuIturiTanganyikaKasaï-OrientalKasaï CentralKasaï και Mai-Ndombe ).[8]

 

37.          Το δε ασφαλές της πόλης Kinshasa, αποτυπώνεται και στα ποιοτικά και ποροιστικά στοιχεία που προκύπτουν από τη βάση δεδομένων ACLED ως προς τον αριθμό των περιστατικών ασφαλείας στην Kinshasa κατά την χρονική περίοδο 24.2.2024 έως 21.2.2025, κατά την οποία καταγράφηκαν 25 περιστατικά ασφαλείας, τα οποία επέφεραν το θάνατο 226 ατόμων. Ειδικότερα, καταγράφηκαν 10 περιστατικά αδιακρίτως ασκούμενης βίας κατά των αμάχων (19 θάνατοι), 9 εξεγέρσεις ( 202 θάνατοι), 4 μάχες  (5 θάνατοι), καθώς και 2 διαδηλώσεις (0 θάνατοι)[9].

 

38.          Σημειώνεται ότι ο πληθυσμός της πολιτείας Κινσάσα, σύμφωνα με πρόβλεψη του 2024, ανέρχεται σε 17,032,300 κατοίκους.[10]

 

39.          Στη βάση των ανωτέρω, το Δικαστήριο δεν πιθανολογεί ευλόγως ότι προκύπτει κάποιος κίνδυνος και/ή απειλή για τον Αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στην Kinshasa, ο οποίος να απορρέει από την επικρατούσα στη συγκεκριμένη πόλη κατάσταση ασφαλείας.

 

40.          Καταλήγω συνεπώς ότι βάσει όλων των ανωτέρω, ότι  δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητή στο καθεστώς του πρόσφυγα καθώς δεν προβλήθηκε ισχυρισμός και κατ΄ επέκταση δεν τεκμηριώθηκε η συνδρομή βάσιμου φόβου δίωξης για κάποιον από τους λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου.

 

41.          Ούτε επίσης τεκμηριώνεται, επικουρικώς, η υπαγωγή του στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας (άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου), καθώς ο Αιτητής δεν τεκμηριώνει αλλά και από τα ενώπιόν μου στοιχεία δεν προκύπτει ότι εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη.

 

42.          Ειδικότερα, στην προκείμενη περίπτωση από το προαναφερόμενο ιστορικό του Αιτητή δεν προκύπτει, ότι ενόψει των προσωπικών του περιστάσεων, πιθανολογείται να εκτεθεί σε κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94, Elgafaji, σκέψη 32)] ή ότι αυτός διατρέχει κίνδυνο σοβαρής βλάβης, λόγω θανατικής καταδίκης ή εκτέλεσης, βασανιστηρίων, απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του [βλ άρθρο 19(2)(α) και (β)]. Παρατηρείται ότι ο Αιτητής, δεν έθεσε υπόψη των Καθ' ων η αίτηση ή του Δικαστηρίου τα πραγματικά περιστατικά εκείνα που θα επέτρεπαν να αντληθούν τέτοια συμπεράσματα.

 

43.          Ούτε εξάλλου, προκύπτει ότι συντρέχει αδιακρίτως ασκούμενη βία στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή, ο βαθμός της οποίας να είναι τόσο υψηλός, ώστε να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμηθεί ότι ο Αιτητής, ακόμα κι αν ήθελε υποτεθεί ότι θα επιστρέψει στη συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί στην εν λόγω απειλή [βλ. απόφαση της 17.2.2009, C-465/07, ECLI:EU:C:2009:94 Elgafaji, σκέψη 43].

 

44.          Επισημαίνεται ότι «το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, αναγνωρίζεται σε οποιοδήποτε Αιτητή, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή σε οποιοδήποτε Αιτητή του οποίου η αίτηση σαφώς δε βασίζεται σε οποιουσδήποτε από τους λόγους του εδαφίου (1) του άρθρου 3, αλλά σε σχέση με τον οποίο υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να θέσει τον εαυτό του υπό την προστασία της χώρας αυτής». Ως  «σοβαρή» ή «σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη» ορίζεται δυνάμει του άρθρου 19(2)(γ) ως «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης».

 

45.          Ως προς την υπαγωγή του Αιτητή στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, επισημαίνω τα κατωτέρω. Ιδίως ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν κατά την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: το ΔΕΕ) επεσήμανε σε πρόσφατη απόφασή του ότι λαμβάνονται υπόψη «[.]μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών.» (ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.6.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland, σκέψη 43).

 

46.          Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (στο εξής: το ΕΔΔΑ) στην απόφασή του Sufi and Elmi (ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών  8319/07 and 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011) αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών, οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.

 

47.          Επιπλέον, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ, «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές, οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή, θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας» (Βλ. Απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.2.2009). Ιδίως ως προς την εφαρμογή της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας, το ΔΕΕ στην ως άνω απόφαση διευκρίνισε ότι «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας».

 

48.          Λαμβάνοντας υπόψιν τα ποσοτικά και ποιοτικά δεδομένα, όπως αναλύθηκαν ανωτέρω, σε σχέση με την κατάσταση ασφαλείας στην Kinshasa, δεν προκύπτει ότι σε περίπτωση επιστροφής του εκεί αυτός θα βρεθεί αντιμέτωπος με συνθήκες αδιάκριτης βίας λόγω ένοπλης σύρραξης οι οποίες να θέτουν σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας μόνο εκ της παρουσίας του στο έδαφος της συγκεκριμένης περιοχής εντός της έννοιας του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου[11]. Αλλά και όλως επικουρικώς των ανωτέρω, δεν εντοπίζω οποιοδήποτε παράγοντα επίτασης κινδύνου εξετάζοντας τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, διαπιστώνοντας ότι αυτός είναι νέος,  ενήλικας άνδρας, μορφωμένος, ικανός προς εργασία, ο οποίος έχει γεννηθεί και διαβιώσει για μακρό διάστημα στην εν λόγω περιοχή, κατέχοντας συνεπώς επαρκής γνώση επ' αυτής. Να σημειωθεί πως ο Αιτητής διαθέτει υποστηρικτικό/οικογενειακό δίκτυο στη χώρα καταγωγής του. 

 

49.          Παράλληλα, ο Αιτητής δεν προβάλλει και από τα ενώπιόν μου στοιχεία δεν προκύπτει οποιοδήποτε ζήτημα αναφορικά με την επικείμενη επιστροφή του σε συνάρτηση με την αρχή της μη επαναπροώθησης και Άρθρο 2 και 3 της ΕΣΔΑ, το οποίο να μην εξετάστηκε ήδη ανωτέρω.

 

Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση τροποποιείται ως ανωτέρω, με €1000 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π. 

 

 



[3] HRW, DR Congo: Repression Escalates, January 2021, διαθέσιμο σε https://www.hrw.org/news/2021/01/28/dr-congo-repression-escalates, (ημ. πρ. 27/02/2025).

[4] DRC 2023: The six assets of Félix Tshisekedi – B. Musavuli (Jean-Jacques Wondo Omanyundu) https://afridesk.org/drc-2023-the-six-assets-of-felix-tshisekedi-b-musavuli/

[5] Δημοσίευμα του πρακτορείου Reuters, ημερομηνίας 16.1.2024: President Tshisekedi's ruling party leads in Congo legislative election | Reuters (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 27.2.2025)

[6] EUAA, ‘Practical Guide on Evidence and Risk Assessment’ (2024), 57-62 διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/publications/practical-guide-evidence-and-risk-assessment (ημερομηνία πρόσβασης 08/07/2024)

[7] State Department, DEMOCRATIC REPUBLIC OF THE CONGO 2023

INTERNATIONAL RELIGIOUS FREEDOM REPORT, διαθέσιμο σε https://www.state.gov/wp-content/uploads/2024/04/547499-CONGO-DEM-REP-2023-INTERNATIONAL-RELIGIOUS-FREEDOM-REPORT.pdf, (ημ. πρόσβ. 28/02/2025).

[8] βλενδεικτικά RULAC, Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo, 13 April 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνσηhttps://www.rulac.org/news/drc-a-new-conflict-in-ituri-involving-the-cooperative-for-development-of-th#:~:text=the%20Congo%20(CODECO)-,DRC%3A%20A%20New%20Conflict%20in%20Ituri%20involving%20the%20Cooperative,Development%20of%20the%20Congo%20(CODECO)&text=The%20Democratic%20Republic%20of%20Congo,in%20Ituri%2C%20Kasai%20and%20Kivu.  UN Security Council (Author): Final report of the Group of Experts on the Democratic Republic of the Congo [S/2023/431], 13 June 2023, https://www.ecoi.net/en/file/local/2094036/N2312380.pdf , AI - Amnesty International (Author): Amnesty International Report 2022/23; The State of the World's Human Rights; Democratic Republic Of The Congo 2022, ημερ. τελ. προσβ. 18.2.2025

[9] ACLED explorer, filters applied: Africa: Democratic Republic of Congo: Kinshasa State, period: 24.2.2024-21.2.2025, available at: https://acleddata.com/explorer/ ημ. τελ. πρόσβασης 28.2.2025

[10] https://worldpopulationreview.com/cities/dr-congo/kinshasa (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 18.2.2025

[11] Αξιολογώντας τα ως άνω δεδομένα συμφωνώ με το συμπέρασμα του Οδηγού Χώρας (Country Guidance) της Νιγηρίας, εκδοθέντος από το Ευρωπαϊκό Γραφείο Υποστήριξης για το Άσυλο (EASO), ο οποίος δεν αποτελεί δεσμευτικό κείμενο, οφείλει ωστόσο να λαμβάνεται υπόψιν από τα κράτη-μέλη EASO, 'Country Guidance: Nigeria' (2021), σελ.129, διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2022-01/Country_Guidance_Nigeria_2021.pdf (τελευταία ημ. Πρόσβασης 4.2.2025)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο