
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση αρ.Τ 1017/24
19 Φεβρουαρίου 2025
[Α. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
Ρ. Ο. J.
Αιτητής
Και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ’ ων η αίτηση
Κκ Αλ Τάχερ, Μπενέτης και Συνεργάτες ΔΕΠΕ, Δικηγόροι για τον αιτητή
Κα Χρ. Δημητρίου, Δικηγόρος για καθ’ ων η αίτηση
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την προσφυγή ο αιτητής, αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, ημ.29/08/24, η οποία κοινοποιήθηκε σ’ αυτόν με επιστολή ίδιας ημερομηνίας, δια της οποίας απορρίφθηκε η μεταγενέστερη αίτησή διεθνούς προστασίας που υπέβαλε, ως άκυρης, παράνομης και στερούμενης νομικού αποτελέσματος (Αιτητικό Α) και απόφαση του Δικαστηρίου με την οποία να τροποποιεί την επίδικη απόφαση «και/ή να ζητείται επανεξέταση της [επίδικης] αίτησης από την Υπηρεσία Ασύλου μέχρι το σημείο κρίσης επί του παραδεκτού βάση της σημερινής κατάστασης της χώρας [καταγωγής]» (Αιτητικό Β).
Ως εκτίθεται στο Υπόμνημα που καταχωρήθηκε από τους καθ’ ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου που κατατέθηκε στα πλαίσια της παρούσας, ο αιτητής κατάγεται από τη Νιγηρία, εισήλθε στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές παρατύπως, μέσω κατεχομένων, στις 31/07/23 και υπέβαλε 1η αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας στις 10/08/23 (ερ.1-3, 25).
Την 21/08/23 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη στον αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου προς εξέταση του αιτήματός του για διεθνή προστασία όπου δόθηκε η ευκαιρία στον αιτητή, μέσα από σχετικές ερωτήσεις, μεταξύ άλλων, να εκθέσει τους λόγους στους οποίους στηρίζει το αίτημα του (ερ.14-25). Μετά το πέρας της συνέντευξης, ετοιμάστηκε σχετική Έκθεση-Εισήγηση, στις 31/08/23, απορρίφθηκε η αίτηση για διεθνή προστασία (ερ.47-58).
Ακολούθως ετοιμάστηκε σχετική επιστολή ενημέρωσης του αιτητή για την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία δόθηκε δια χειρός στις 06/09/23, στη μητρική του γλώσσα (ερ.59, 3).
Στις 26/08/24 ο αιτητής υπέβαλε την επίδικη μεταγενέστερη αίτηση διεθνούς προστασίας η οποία και απορρίφθηκε στις 29/08/24 ως απαράδεκτη στη βάση του αρ.16 (Δ) του περί Προσφύγων Νόμου (ερ.60-73, 78-82). Ακολούθως ετοιμάστηκε επιστολή ενημέρωσης του αιτητή για την απόφαση της Υπηρεσίας, η οποία του δόθηκε δια χειρός στη μητρική του γλώσσα στις 29/08/24 (ερ.83).
Επί της 1ης αιτήσεως ασύλου που υπέβαλε ο αιτητής καταγράφει ότι έφυγε από τη χώρα καταγωγής εξαιτίας του ότι ο πατέρας του - προτού αποβιώσει τον Νοέμβριο 2017 - ήταν «αρχιερέας ειδωλολάτρης» και, σύμφωνα με τις «παραδόσεις και έθιμα τους», ο αιτητής θα έπρεπε να τον διαδεχθεί όμως, όντας Χριστιανός ο ίδιος, αρνήθηκε και έτσι η κοινότητα ήθελε να τον κρατήσει και άρχισαν να απειλούν τη ζωή του. Για τους λόγους αυτούς, ως ο αιτητής αναφέρει, δεν μπορούσε να μείνει άλλο στο χωριό του και έτσι επέλεξε να φύγει και να έρθει στην Κύπρο, αναζητώντας ασφάλεια.
Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης από την Υπηρεσία στα πλαίσια της 1ης αιτήσεως ο αιτητής ανέφερε ότι γεννήθηκε στο Eziome Mbieri, στην πολιτεία Imo, από το 2015, όταν τελείωσε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση του, διέμενε στο Owerri, στην ίδια πολιτεία, ο πατέρας του, ο μεγαλύτερος αδελφός και αδελφή του απεβίωσαν, η δε μητέρα του με τρείς αδελφές του, με τις οποίες διατηρεί επικοινωνία, διαμένουν στην ίδια πολιτεία. Ο αιτητής εργαζόταν σε οικοδομές.
Ως προς τους λόγους που εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής ο αιτητής επανέλαβε τα όσα είχε καταγράψει επί της αιτήσεως ασύλου και ανέφερε ότι η θεότητα που λάτρευε ο πατέρας του ήταν η Ongreziome, η δε μητέρα του ήταν χριστιανή. Ως ανέφερε, όταν η μητέρα του μεταστράφηκε στον Χριστιανισμό ο πατέρας του αντέδρασε άσχημα και αυτή έφυγε από το σπίτι, η αδελφή και ο αδελφός του απεβίωσαν το 2016, ο δε πατέρας του το 2017, όλοι από άγνωστη αιτία. Ερωτώμενος σχετικά ανέφερε ότι η πρώτη επίθεση που δέχθηκε από την κοινότητα ήταν στις 31/12/17, χωρίς εντούτοις να αναφέρει κάτι σχετικά μ’ αυτό, πέραν του ότι υπήρξε διαμάχη με 50 άτομα, εκ της οποίας ο αιτητής διέφυγε τρέχοντας και πηδώντας πάνω από ένα μικρό και ένα μεγάλο φράκτη. Μετά τη διαφυγή του ένας φίλος του πρόσφερε στον αιτητή φαγητό και χρήματα και έκτοτε, μέχρι που έφυγε από τη χώρα τον Σεπτέμβριο 2021, ουδέν συνέβη στον αιτητή και ουδέν γνωρίζει αν έγινε σχετικά, καθώς, ως ανέφερε, δεν είχε επαφή με την κοινότητα, συναναστρεφόταν μόνο με φίλους που τον βοήθησαν και ζούσε στην πόλη Owerri, που βρίσκεται 30 λεπτά μακριά από το χωριό του. Περαιτέρω ανέφερε ότι τα άτομα που τον δίωκαν προκειμένου να λάβει τη θέση του πατέρα του ειδοποίησαν την αστυνομία και γι’ αυτό ο ίδιος δεν κατάγγειλε το περιστατικό. Ερωτώμενος τέλος σχετικά με την αντιφάση που παρατηρήθηκε μεταξύ του ότι, ενώ αρχικά είχε αναφέρει ότι μετακόμισε στο Owerri το 2015, ακολούθως είπε ότι πήγε εκεί το 2018, μετά τις επιθέσεις που κατ’ ισχυρισμό δέχθηκε, ο αιτητής ανέφερε ότι από το 2015 και μετά έμενε εκεί αλλά επισκεπτόταν την μητέρα του μια φορά τη βδομάδα στο χωριό, όπου δέχθηκε τις επιθέσεις. Ερωτώμενος για τις συνέπειες της επιστροφής του ο αιτητής ανέφερε ότι «θα είναι πολύ κακές, θα [τον] σκοτώσουν».
Οι καθ’ ων η αίτηση, εξετάζοντας τους ισχυρισμούς του, αποδέχθηκαν τα στοιχεία που αφορούν το προφίλ του αιτητή αναφορικά με τον τόπο διαμονής, τη μόρφωση και την οικογενειακή του κατάσταση, απέρριψαν όμως το αφήγημα του περί επιθέσεων που κατ’ ισχυρισμό δέχθηκε από χωρικούς που ήθελαν να πάρει τη θέση του πατέρα του ως αρχιερέας της θεότητας τους, καθώς κρίθηκε ότι οι ισχυρισμοί του ήταν γενικοί, αόριστοι, μη ευλογοφανείς και στερούμενοι λεπτομερειών.
Συγκεκριμένα, ως οι καθ’ ων η αίτηση καταγράφουν στην επίδικη έκθεση που ετοίμασαν (ερ.51-53), κρίθηκε ότι οι περιγραφές που ανέφερε για τις επιθέσεις που κατ’ ισχυρισμό δέχθηκε, το πότε έγιναν αυτές, πως ακριβώς, το πως συνδέονταν με τη θεότητα που υπηρετούσε ο πατέρας του, καθώς και το τι προηγήθηκε τις επιθέσης και τι ακολούθησε αυτής, ως και οι συνθήκες κάτω από τις οποίες απεβίωσε ο πατέρας και τα δύο αδέλφια του στερούνταν εύλογα αναμενόμενων λεπτομερειών, χρονικής συνοχής και συνέπειας αλλά και ευλογοφάνειας. Επί τούτων κρίθηκε ότι ουδέν βιωματικό στοιχείο ανέφερε ο αιτητής και, στις πολλές ερωτήσεις που υποβλήθηκαν, ο αιτητής δεν έδωσε περαιτέρω λεπτομέρειες ή άλλα στοιχεία και παρέμεινε μονολεκτικός, ασαφής και γενικόλογος, οι δε δηλώσεις του σχετικά με τον τόπο διαμονής του υπήρξαν αντιφατικές.
Στα πλαίσια αξιολόγησης της εξωτερικής συνοχής του εν λόγω ισχυρισμού, οι καθ’ ων η αίτηση, ανατρέχοντας σε αξιόπιστες πηγές, κατέληξαν ότι παρότι διατηρείται ο θεσμός του αρχηγού της κοινότητας και αυτός είναι συνήθως κληρονομικός τίτλος, εντούτοις δεν εντοπίζονται πληροφορίες για εξαναγκασμό ή πιέσεις προς τον υποψήφιο αρχηγό, αν αυτός αρνηθεί τον ρόλο, οι δε τελετές που γίνονται στα πλαίσια αυτά δεν ενέχουν πλέον το στοιχείο της βιαιότητας. Δεδομένου του ότι ο ισχυρισμός αυτός ερχόταν σε αντίθεση με διαθέσιμες πληροφορίες αλλά και της τρωθείσας εσωτερικής συνοχής των λεγομένων του αιτητή, ο 2ος ουσιώδης ισχυρισμός απορρίφθηκε ως αναξιόπιστος.
Ακολούθως, ανατρέχοντας σε αξιόπιστες πηγές και αξιολογώντας το προφίλ του αιτητή σε συνάρτηση με πληροφορίες για τη γενική κατάσταση ασφαλείας στον τόπο διαμονής του (Imo State) στις οποίες ανέτρεξαν, οι καθ’ ων η αίτηση, κατέληξαν ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για χορήγηση διεθνούς προστασίας και απέρριψαν την 1η αίτηση ασύλου ως προδήλως αβάσιμη.
Στα πλαίσια της επίδικης μεταγενέστερης αίτησης ο αιτητής επαναλαμβάνει κατ’ ουσία τα όσα είχε αναφέρει στα πλαίσια της 1ης αίτησης ασύλου, αναφέροντας ότι όταν αρνήθηκε άρχισαν να καίνε τα αυτοκίνητα, ήθελαν να τον σκοτώσουν και ο ίδιος διέφυγε. Στην επίδικη αίτηση ο αιτητής προσκόμισε 8 φωτογραφίες (ερ.60-67)
Συνέπεια των ανωτέρω, ως αναφέρεται στην επίδικη έκθεση (ερ.78-81), οι καθ’ ων η αίτηση απέρριψαν την επίδικη αίτηση για τον λόγο ότι τα όσα καταγράφει επ’ αυτής δεν αποτελούν νέα στοιχεία, αφού ταυτόσημοι ισχυρισμοί είχαν καταγραφεί στην 1η αίτηση ασύλου που υπέβαλε και, αναφορικά με τις φωτογραφίες που προσκόμισε, κρίθηκε ότι, δεδομένου ότι αυτές απεικονίζουν ορισμένα αυτοκίνητα και είσοδο ενός σπιτιού, χωρίς να περιλαμβάνεται κάποιο πρόσωπο σ’ αυτές, αλλά ούτε και να μπορεί να προσδιοριστεί ο χρόνος και τόπος όπου λήφθηκαν, δεν προσθέτουν κάτι στους ισχυρισμούς του αιτητή και συνεπώς δεν αυξάνουν τις πιθανότητες χορήγησης διεθνούς προστασίας.
Ο συνήγορος του αιτητή κατά την ακρόαση της παρούσης ανέφερε ότι η επίδικη απόφαση λήφθηκε από αναρμόδιο άτομο, ένεκα του ότι, δεδομένου ότι η εξουσιοδότηση προς τον λαμβάνοντα την επίδικη απόφαση αφορούσε αποφάσεις επί εκθέσεων που ετοιμάζονται από λειτουργούς ορισμένου χρόνου, πράγμα που δεν προκύπτει αν ισχύει στην παρούσα από τα στοιχεία του φακέλου και συνεπώς δεν μπορεί να ελεγχθεί αν έπραξε αρμοδίως ο λειτουργός. Συνεπεία τούτου, ενόψει του ότι στην παρούσα, ως προσφυγή ταχείας εκδίκασης, δεν απαιτείται εμφάνιση από τους καθ’ ων η αίτηση, κρίθηκε ορθότερο να δοθούν οδηγίες όπως εμφανιστούν ώστε να τοποθετηθούν επί των ισχυρισμών αυτών, όπερ και εγένετο. Σημειώνεται ότι επί των ως άνω ισχυρισμών καταχωρήθηκε γραπτή αγόρευση από τους καθ’ ων η αίτηση.
Κατά την ακρόαση στην παρουσία των συνηγόρων των καθ’ ων η αίτηση ο συνήγορος του αιτητή απέσυρε ρητώς τους ισχυρισμούς περί αναρμοδιότητας, αποδεχόμενος ότι η προσβαλλόμενη δια της παρούσης απόφαση λήφθηκε αρμοδίως και προώθησε τελικώς μόνο ισχυρισμό περί μη δέουσας έρευνας, εφόσον, ως εισηγήθηκε, ο αιτητής θα έπρεπε να εξεταστούν οι φωτογραφίες που προσκόμισε ο αιτητής.
Ενόψει των ως άνω προχωρώ σε εξέταση των ενώπιον μου στοιχείων.
Σημειώνεται ότι, στα πλαίσια μεταγενέστερης αίτησης, αυτό που ερευνάται είναι το κατά πόσο «[…] υποβλήθηκαν από τον αιτητή νέα στοιχεία ή πορίσματα τα οποία ο Προϊστάμενος δεν έλαβε υπόψη κατά την έκδοση της εκδοθείσας απόφασής του […]» [αρ.16Δ (3) (α) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 (6(I)/2000)] και, εφόσον διαπιστωθεί τούτο, προχωρά σε εξέταση του κατά πόσο «[τ]α εν λόγω στοιχεία ή πορίσματα αυξάνουν σημαντικά τις πιθανότητες χορήγησης στον/στην αιτητής διεθνούς προστασίας […]» [αρ.16Δ (3) (β) (i)] και του κατά πόσο «ικανοποιείται πως ο αιτητής, άνευ δικής του υπαιτιότητας, αδυνατούσε να υποβάλει τα εν λόγω στοιχεία ή πορίσματα κατά την προηγούμενη διαδικασία» [αρ.16Δ (3) (β) (i)], [βλ. και αρ.40 (2),(3) και (4) Οδηγία 2013/32/ΕΕ].
Συνεπώς ο σκοπός της προκαταρτικής εξέτασης, η οποία κατέληξε στην προσβαλλόμενη δια της παρούσης απόφαση, είναι ο έλεγχος του κατά πόσο πληρούνται οι ως άνω εκ της νομοθεσίας τιθέμενες προϋποθέσεις, οι οποίες θα δικαιολογούσαν περαιτέρω εξέταση της μεταγενέστερης αίτησης και όχι επί της ουσίας έρευνα, ωσάν να επρόκειτο για πρώτη αίτηση ασύλου.
Στην απόφαση του ΔΕΕ στην υπ. αρ.C-651/19, JP v Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides, ημ.09/09/20, λέχθηκε, σκέψη 60, ότι: «[…] το δικαστήριο που επιλαμβάνεται προσφυγής κατά απόφασης με την οποία απορρίπτεται ως απαράδεκτη μεταγενέστερη αίτηση διεθνούς προστασίας πρέπει να ελέγξει μόνον κατά πόσον, αντιθέτως προς ό,τι αποφάσισε η αρμόδια αρχή, από την προκαταρκτική εξέταση της αίτησης αυτής προέκυψαν νέα στοιχεία ή πορίσματα, κατά τα διαλαμβανόμενα στην προηγούμενη σκέψη. Εξ αυτού συνάγεται ότι, στο δικόγραφο της προσφυγής του ενώπιον του δικαστηρίου αυτού, ο αιτών πρέπει, κατ’ ουσίαν, απλώς να αποδείξει ότι βασίμως θεώρησε ότι υφίστανται νέα στοιχεία ή πορίσματα σε σχέση με εκείνα που εξετάστηκαν στο πλαίσιο της προηγούμενης αιτήσεώς του.»
Στην απόφαση του ΔΕΕ στην C-921/19, LH, ημ.10/06/21 λέχθηκαν τα εξής:
«34. Επομένως, το άρθρο 40, παράγραφοι 2 και 3, της οδηγίας 2013/32 προβλέπει την εξέταση των μεταγενέστερων αιτήσεων σε δύο στάδια. Το πρώτο στάδιο, προκαταρκτικής φύσεως, έχει ως αντικείμενο τον έλεγχο του παραδεκτού των αιτήσεων αυτών, ενώ το δεύτερο στάδιο αφορά την επί της ουσίας εξέταση των εν λόγω αιτήσεων.
35. Το πρώτο αυτό στάδιο πραγματοποιείται επίσης σε δύο στάδια, καθένα από τα οποία οδηγεί στην εξακρίβωση των διαφορετικών προϋποθέσεων παραδεκτού που θέτουν οι ίδιες αυτές διατάξεις.
36. Επομένως, πρώτον, το άρθρο 40, παράγραφος 2, της οδηγίας 2013/32 ορίζει ότι, προκειμένου να ληφθεί απόφαση σχετικά με το παραδεκτό αίτησης για διεθνή προστασία δυνάμει του άρθρου 33, παράγραφος 2, στοιχείο δʹ, της οδηγίας αυτής, η μεταγενέστερη αίτηση για διεθνή προστασία υποβάλλεται κατ' αρχάς σε προκαταρκτική εξέταση, προκειμένου να καθοριστεί εάν προέκυψαν ή υποβλήθηκαν από τον αιτούντα νέα στοιχεία ή πορίσματα σχετικά με την εξέταση του εάν ο αιτών πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για να χαρακτηρισθεί ως δικαιούχος διεθνούς προστασίας δυνάμει της οδηγίας 2011/95.
37. Η εξέταση του παραδεκτού της μεταγενέστερης αίτησης συνεχίζεται, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 40, παράγραφος 3, της οδηγίας αυτής, μόνον όταν πράγματι υφίστανται τέτοια νέα στοιχεία ή πορίσματα σε σχέση με την πρώτη αίτηση για διεθνή προστασία, προκειμένου να εξακριβωθεί αν τα νέα αυτά στοιχεία και πορίσματα αυξάνουν σημαντικά την πιθανότητα να πληροί ο αιτών τις απαιτούμενες προϋποθέσεις για να του αναγνωρισθεί το καθεστώς αυτό.»
Στο αρ.16Δ (2) & (3) (α) αναφέρεται ρητώς ότι «[ο] Προϊστάμενος λαμβάνει υπόψη όλα τα στοιχεία των προαναφερόμενων περαιτέρω διαβημάτων χωρίς να πραγματοποιηθεί συνέντευξη» και, περαιτέρω, ότι, «[…] σε περίπτωση που […] ο αιτητής δεν έχει προσκομίσει νέα στοιχεία ή πορίσματα, η μεταγενέστερη αίτηση απορρίπτεται ως απαράδεκτη, με βάση την αρχή του δεδικασμένου, χωρίς να πραγματοποιηθεί συνέντευξη.».
Από τα ενώπιον μου στοιχειά, ως ανωτέρω αναφέρονται, θα συμφωνήσω με τα ευρήματα και την επί της επίδικης μεταγενέστερης αιτήσεως κατάληξη των καθ’ ων η αίτηση, ως αυτή καταγράφεται στην επίδικη έκθεση και σημειώνεται και ανωτέρω, στα πλαίσια της παρούσης, επί των οποίων ουδέν χρειάζεται να προστεθεί.
Εν προκειμένω, δεδομένης της καταγραφής στα πλαίσια της επίδικης αίτησης των ίδιων ισχυρισμών, που εξετάστηκαν και απορρίφθηκαν στα πλαίσια της 1ης αιτήσεως ασύλου, αυτοί δεν θα μπορούσε βεβαίως να θεωρηθούν νέοι ισχυρισμοί. Αναφορικά τώρα με τις φωτογραφίες που προσκόμισε ο αιτητής - και πάλι σε συμφωνία με τους καθ’ ων η αίτηση - σημειώνω ότι, δεδομένου του ότι ουδέν επί των φωτογραφιών αυτών ανέφερε ο αιτητής και λαμβανομένου υπόψη του ότι σ’ αυτές ουδέν απεικονίζεται πέραν της εισόδου ενός κτιρίου και ορισμένων αυτοκινήτων, ουδεμία αποδεικτικά αξία έχουν και ουδόλως έχουν συναρτηθεί με τα λεγόμενα του και ούτε μπορούν να ενισχύσουν αυτά.
Ουδεμίαν λοιπόν άλλη κατάληξη ή τύχη θα μπορούσε να έχει η επίδικη αίτηση και ουδεμία ανάγκη υπήρχε για περαιτέρω διερεύνηση των φωτογραφιών αυτών. Αυτή δε η εξέταση του κατά πόσο εκ των νέων στοιχείων στα πλαίσια μεταγενέστερης αίτησης αυξάνονται σημαντικά οι πιθανότητες χορήγησης διεθνούς προστασίας και συνεπώς δικαιολογείται εξέταση επί της ουσίας αυτής ανήκει στο 2ο στάδιο της προκαταρτικής εξέτασης της επί του παραδεκτού, ως και στην C-921/19 (ανωτέρω) αναφέρεται ρητώς. Αυτό έπραξαν εν προκειμένω οι καθ’ ων η αίτηση.
Έπεται ότι η διαδικασία εξέτασης της αίτησης αλλά και όσα περιλαμβάνονται στην επίδικη απόφαση είναι δεόντως και επαρκώς τεκμηριωμένα, προϊόντα επαρκούς έρευνας του συνόλου των υποβληθέντων στοιχείων και ορθά επί της ουσίας.
Καταλήγω λοιπόν ότι ορθώς απορρίφθηκε ως απαράδεκτη η επίδικη αίτηση.
Απομένει εν προκειμένω μια επικαιροποιημένη αποτίμηση της κατάστασης ασφαλείας στον τόπο διαμονής του αιτητή (Owerri, Imo State).
Σε αναφορά του ACLED για την περίοδο 16/12/23 ως 13/12/24, καταγράφηκαν στην πολιτεία Imo 100 περιστατικά ασφαλείας, στα οποία χάθηκαν 138 ανθρώπινες ζωές. Τα 100 περιστατικά αφορούσαν 3 ταραχές (riots), που είχαν ως αποτέλεσμα 2 ανθρώπινες απώλειες, 29 περιστατικά βίας κατά πολιτών (violence against civilians) τα οποία είχαν αποτέλεσμα 34 ανθρώπινες απώλειες, 49 μάχες (battles) οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα 102 ανθρώπινες απώλειες και 1 περιστατικό έκρηξης/απομακρυσμένης βίας, χωρίς κάποια ανθρώπινη απώλεια και 18 περιστατικά διαμαρτυρίας (protests), επίσης χωρίς κάποια ανθρώπινη απώλεια.[1] Ειδικότερα για την πόλη Owerri, που αποτελεί το συνήθη τόπο διαμονής του αιτητή στη χώρα καταγωγής του, για το διάστημα 07/10/23- 04/10/24 σημειώθηκαν 9 περιστατικά ασφαλείας τα οποία οδήγησαν σε 13 απώλειες ανθρώπινων ζωών. Αυτά αφορούσαν 5 μάχες (11 θάνατοι), 2 περιστατικά βίας κατά αμάχων (2 θάνατοι), 1 εξέγερση (1 θάνατος) και 1 διαμαρτυρία (καμία απώλεια).[2] Σημειώνεται η πολιτεία Imo έχει πληθυσμό περί των 5 ½ εκατομμυρίων κατοίκων.[3]
Είναι κατάληξη μου, αποτιμώντας τις ως άνω πληροφορίες, ότι δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή του κίνδυνο σοβαρής βλάβης καθότι η συχνότητα περιστατικών ασφαλείας στην περιοχή όπου διέμενε, και στην οποία εύλογα αναμένεται να επιστρέψει, δεν είναι τέτοιας έντασης ώστε να διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του στην περιοχή. Δεν μπορώ δε να εντοπίσω ιδιαίτερες περιστάσεις που επιτείνουν τον κίνδυνο ειδικώς για τον αιτητή σε σύγκρισή με τον γενικό πληθυσμό της περιοχής, στη βάση της «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας»[4] (βλ. και απόφαση ΔΕΕ, ημ.10/06/21, C-901/19, CF and DN).
Σημειώνεται καταληκτικά ότι η Νιγηρία έχει καθοριστεί στις Κ.Δ.Π. 198/2020, 225/2021, 202/2022, 166/2023 και 191/2024, οι οποίες εκδόθηκαν δυνάμει του άρθρου 12Βτρις του Νόμου, ως ασφαλής χώρα ιθαγενείας και στην παρούσα ουδέν στοιχείο προσκομίστηκε στη βάση του οποίου θα μπορούσε να «θεωρηθεί ότι η χώρα αυτή δεν είναι ασφαλής […] στη συγκεκριμένη περίπτωσή», στη βάση των όσων διαλαμβάνονται από το αρ.12Βτρις (6).
Η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με έξοδα €500 υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή.
Α. Χριστοφόρου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1](βλ. Πλατφόρμα Dashboard, με στοιχεία ανάλυσης ως εξής: ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: 16/12/23 έως 13/12/24, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Battles / Violence against civilians / Explosions - Remote violence/ Riots/Battles και ΠΕΡΙΟΧΗ: Africa – Nigeria – Imo State https://acleddata.com/explorer/
[2] Acled Explorer, Africa, Nigeria, Imo State, Owerri, διαθέσιμο σε: https://acleddata.com/explorer/ (ημ. προσβ. 9/10/2024)
[3] City Population, Africa – Nigeria - Imo State https://citypopulation.de/en/nigeria/admin/NGA017__imo/
[4] Εγχειρίδιο EASO, Άρθρο 15 στοιχείο γ) της οδηγίας για τις ελάχιστες απαιτήσεις ασύλου (2011/95/ΕΕ) Δικαστική ανάλυση, σελ.26-28, διαθέσιμο εδώ: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/Article-15c-QD_a-judicial-analysis-EL.pdf
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο