A.E.A.M. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: Τ3016/23, 5/2/2025
print
Τίτλος:
A.E.A.M. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: Τ3016/23, 5/2/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

 

Υπόθεση Αρ.: Τ3016/23

 

5 Φεβρουαρίου, 2025

 

[Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

 

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

 

Μεταξύ:

A.E.A.M.

Αιτητού

 

και

 

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Προϊσταμένου Υπηρεσίας Ασύλου

 

Καθ' ων η αίτηση

 .........

 

Γ. Κορυζής (κος), Δικηγόρος για τον Αιτητή

Α. Κίτσιου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση

 

                                                                   Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Κ. Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Ο Αιτητής με την παρούσα προσφυγή αιτείται την έκδοση απόφασης από το παρόν Δικαστήριο με την οποία  κηρύσσεται άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 1.11.2023 με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για διεθνή προστασία, καθώς κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 των περί Προσφύγων Νόμων του 2000 έως 2023.

Γεγονότα

1.             Τα γεγονότα της υπόθεσης έχουν ως ακολούθως: Ο Αιτητής κατάγεται από την Αίγυπτο. Εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του κατά δήλωσή του στις 26.5.2016 και στη συνέχεια εισήλθε νόμιμα στη Δημοκρατία με θεώρηση εισόδου για σκοπούς εργασίας. Στις 10.10.2023, υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας. Την 30.10.2023, πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από λειτουργό, ο οποίος στις 1.11.2023 υπέβαλε Έκθεση/Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής: Προϊστάμενος) για απόρριψη της αίτησης του Αιτητή και επιστροφή του στη χώρα καταγωγής του. Η Εισήγηση εγκρίθηκε από τον Προϊστάμενο την 1.11.2023. Η εν λόγω απορριπτική απόφαση, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 9.11.2023, αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

 

Νομικοί Ισχυρισμοί 

2.             Ο Αιτητής, κατά την ακροαματική διαδικασία προωθεί δια του ότι η προσβαλλόμενη πράξη πάσχει ένεκα πλημμελούς έρευνα και ότι το συμπέρασμα περί αναξιοπιστίας του είναι λανθασμένο. Ειδικότερα υποστηρίζει ότι τυχόν επιστροφή του στη χώρα καταγωγής του θα τον θέσει σε κίνδυνο λόγω της υπαρκτής στοχοποίησης του και αναζήτησης του από τις αρχές της χώρας αλλά και από εξτρεμιστικούς μουσουλμανικούς κύκλους εναντίον των Χριστιανών Κοπτών.

 

3.             Από την πλευρά τους οι Καθ' ων η αίτηση, υπεραμύνονται της επίδικης απόφασης υποστηρίζοντας πως η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε κατόπιν ενδελεχούς έρευνας όλων των σχετικών στοιχείων της υπόθεσης, εύλογα και εντός των ορίων της διακριτικής τους ευχέρειας εφαρμόζοντας το Νόμο και ότι αυτή είναι δεόντως αιτιολογημένη. Υποδεικνύοντας τα σημεία αναξιοπιστίας των ισχυρισμών του Αιτητή, προβάλλουν ότι δεν κατόρθωσε να αποσείσει το βάρος απόδειξης το οποίο φέρει ως προς την τεκμηρίωση των ισχυρισμών του. Ειδικότερα, ισχυρίζονται ότι ο Αιτητής ορθώς κρίθηκε αναξιόπιστος ως προς τις συναφείς δηλώσεις του κατά τη διοικητική εξέταση της αίτησής του για διεθνή προστασία και ότι με βάση το προφίλ του και τον τόπο καταγωγής του δεν διατρέχει βάσιμο φόβο δίωξης ή άλλο σοβαρό κίνδυνο με την έννοια του άρθρου 3 ή 19, αντίστοιχα, του περί Προσφύγων Νόμου. Σε κάθε περίπτωση, ισχυρίζονται, ότι η χώρα καταγωγής του Αιτητή είναι σε θέση να του παράσχει αποτελεσματική προστασία, αφού συμπεριλαμβάνεται στο κατάλογο των ασφαλών χωρών ιθαγένειας. 

 

Το νομικό πλαίσιο

4.             Ο Κανονισμός 2 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 έχει ως ακολούθως:

«Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διαδικαστικοί Κανονισμοί (Αρ.1) Διαδικαστικοί Κανονισμοί του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας  από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ΄ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.»

5.             Το άρθρο 11 των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων του 2018 και 2020 (στο εξής: o περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος) καθορίζει τη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.

 

6.             Το άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει τις προϋποθέσεις αναγνώρισης προσώπου ως πρόσφυγα.

 

7.             Το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου καθορίζει τις προϋποθέσεις αναγνώρισης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας.

 

8.             Το Διάταγμα του Υπουργού Εσωτερικών ημερομηνίας 31.5.2024 (Κ.Δ.Π. 191/2024) ορίζει ως ασφαλή χώρα ιθαγένειας την Αίγυπτο. 

 

Κατάληξη

9.             Ως προς τους προωθούμενους λόγους προσφυγής από τον Αιτητή, είναι κρίσιμο και απαραίτητο να καταστεί προς τούτο αντιληπτό ότι η δικαιοδοσία του παρόντος δικαστηρίου διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στο λυσιτελές της προβολής των υπό αναφορά λόγων προσφυγής. Ειδικότερα, το παρόν Δικαστήριο ως δικαστήριο ουσίας δικάζει την υπόθεση που άγεται ενώπιον του εξ υπαρχής, κατά το νόμο και κατά την ουσία, δεν περιορίζεται μόνο στην εξέταση της διαδικασίας και των στοιχείων κρίσης της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά προχωρεί παραπέρα και εξετάζει και την ουσιαστική της ορθότητα. Ο Αιτητής αναμένεται να προβάλει, στο πλαίσιο της διοικητικής ή και της παρούσας δικαστικής διαδικασίας, τέτοιους συγκεκριμένους και ειδικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι εν δυνάμει θα δικαιολογούσαν την υπαγωγή του στο καθεστώς διεθνούς προστασίας. Η έκταση του ελέγχου που ασκεί το παρόν Δικαστήριο επί της επίδικης πράξης και η εξουσία του να την τροποποιήσει καθιστά αλυσιτελή την προβολή υποπεριπτώσεων λόγων προσφυγής π.χ. έλλειψη δέουσας έρευνας, ορισμένες διαδικαστικές πλημμέλειες κατά την έκδοση της επίδικης πράξης (προσόντα μεταφραστή κ.α.). Εν προκειμένω, ο Αιτητής εκπροσωπούμενος και δια συνηγόρου, έχει την ευκαιρία να εκθέσει τους ισχυρισμούς του και να λάβει όλα τα δέοντα δικονομικά μέσα προς τεκμηρίωσή τους [Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14ης Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου, Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 247 και Π.Δ. Δαγτόγλου, (Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο), σελ. 552].

 

 

10.          Προχωρώντας, στην εξέταση της ουσίας των ισχυρισμών του, επισημαίνεται ότι κατά την καταγραφή του αιτήματός του για διεθνή προστασία, o Αιτητής δήλωσε πως αντιμετωπίζει πρόβλημα με τους μουσουλμάνους στην Αίγυπτο. Καταγράφει πως τους έκλεψαν τα σπίτια, πήραν τη γη τους και τους εκτόπισαν, χτύπησαν τον αδελφό του και τον έβαλαν φυλακή και πως εάν επιστρέψει πίσω θα τον σκοτώσουν. Αναφέρει πως σε μια συμπλοκή απεβίωσε κάποιο άτομο με αποτέλεσμα να θέλουν να πάρουν εκδίκηση και πως τον καταδίκασαν σε επτά χρόνια φυλάκισης. Ο ίδιος διαμένει οκτώ χρόνια στη Δημοκρατία.  (βλ. ερυθρό 11 του διοικητικού φακέλου)

 

11.          Κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξης, ο Αιτητής παρέδωσε στην Υπηρεσία Ασύλου τα εξής έγγραφα: αντίγραφο απόφασης δικαστηρίου, απόφαση ερημοδικίας ότι ο Αιτητής καταδικάστηκε σε επτά χρόνια φυλάκισης λόγω μη παρουσίας του στο δικαστήριο, ένορκο δήλωση του μεταφραστή, επιστολή από την εκκλησία της περιοχής του, καταγγελία στις αστυνομικές αρχές από τον ίδιο σχετικά με την κατάσχεση της γης και καταγγελία για απόπειρα απαγωγής του αδελφού του (βλ. ερ. 52 του διοικητικού φακέλου). Περαιτέρω, ο Αιτητής δήλωσε ότι κατάγεται από την Αίγυπτο και συγκεκριμένα από την πόλη Abu Qurqas, της περιφέρειας Menia. Ο Αιτητής από το 2011 έως το 2013 διέμενε κατά τη δήλωσή του στην Αλεξάνδρεια όπου εργαζόταν και επί δύο έτη προτού εγκαταλείψει τη χώρα του εξέτιε τη στρατιωτική του θητεία (περί το 2014 έως 2015)  Ως προς τον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής, δηλώνει την πόλη Abu Qurqas. (βλ. ερ. 31 του Δ.Φ) Ως προς το θρήσκευμά του δήλωσε Χριστιανός Κόπτης. Ως προς την οικογένειά του,  ο ίδιος είναι μονήρης ενώ δήλωσε πως ο πατέρας του απεβίωσε από καρδιακή προσβολή, και η μητέρα του μαζί με τα αδέλφια του (4 αδελφές και 2 αδέλφια) διαμένουν στην Αίγυπτο στη περιοχή Al Balad, όπου διαμένουν και άλλα συγγενικά τους πρόσωπα και διατηρεί καθημερινή σχεδόν επικοινωνία μαζί τους. Δήλωσε πως η οικονομική τους κατάσταση ήταν πολύ καλή (αφού έχουν στην κατοχή τους γη και σπίτια), αλλά αναγκάστηκαν λόγω της διαμάχης Χριστιανών-Μουσουλμάνων, να εγκαταλείψουν τη γη τους και να αγοράσουν σπίτι σε διαφορετικό μέρος. Ο Αιτητής έλαβε εκπαίδευση επί 12 έτη. Ως προς την εργασιακή του πείρα, δήλωσε πως δούλευε ως μεταλοκολλητής σε μια εταιρεία στην Αλεξάνδρεια, στο χωριό Smart και στην πόλη Giza για 4 έτη (2011-2013) (βλ. ερ. 31 και ερ.  27 σημείο 3χ) και ως αγρότης στην Αγία Νάπα για 6 έτη (2016-2021).

 

12.          Ως προς τους λόγους εγκατάλειψης της χώρας καταγωγής του, ο Αιτητής κατά την ελεύθερή του αφήγηση ισχυρίστηκε ότι κατά το 2010 κάποια άτομα είχαν πρόβλημα με τον μεγαλύτερο αδελφό του Αιτητή καθώς τον θεωρούσαν υπεύθυνο για τον θάνατο ενός άλλου ατόμου, με αποτέλεσμα να επιτεθούν στην οικογενειακή του οικία και να κτυπήσουν τα μέλη της οικογένειάς του, αναγκάζοντάς τους  να εγκαταλείψουν το χωριό Abū Qurqās. Στη συνέχεια τα εν λόγω άτομα σφετερίστηκαν την περιουσία της οικογένειας του Αιτητή, η οποία  αναγκάστηκε να μετεγκατασταθεί στην πόλη El Salam για 5 μήνες. Νομίζοντας πως θα τους επιτεθούν, επέστρεψαν πίσω στην περιοχή Abu Qurqas Αl Balad, όπου αγόρασαν σπίτια και έμειναν κοντά στους συγγενείς τους. Ο Αιτητής ωστόσο δεν επέστρεψε με την οικογένειά του στην περιοχή Abu Qurqas, αλλά εγκαταστάθηκε στην Αλεξάνδρεια όπου διέμεινε για 4 χρόνια, ακόμα και στο πλαίσιο των διακοπών του από το στρατό (βλ. ερ. 27 σημείο 3Χ και 2Χ). Ανέφερε επίσης την απαγωγή του μικρού του αδελφού, όπου άτομα τους κυνήγησαν με αποτέλεσμα να ελευθερώσουν τον αδελφό του. Προσθέτει πως οι γείτονες του ήθελαν να αναγκάσουν την οικογένεια του Αιτητή να υπογράψουν συμβόλαια για να τους πουλήσουν τη γη τους και καταδίκασαν τον αδελφό του σε ένα χρόνο φυλάκισης. Ερωτηθείς ποιοι είναι αυτά τα άτομα, ο Αιτητής επικαλέστηκε το όνομα «A. A.», του οποίου η οικογένεια, σύμφωνα με τον Αιτητή, ασχολείται με εμπόριο απαγορευμένων προϊόντων και διαπράττει κλοπές.

 

13.          Κατά το στάδιο των διευκρινιστικών ερωτήσεων, ο Αιτητής αναφέρει πως θέλει να επιστρέψει στην Αίγυπτο αλλά δεν μπορεί και πως στη Δημοκρατία διαθέτει περιουσία. Ερωτηθείς πόσες φορές απειλήθηκε κατά τη διάρκεια της περιόδου των ισχυριζόμενων απειλών, ο Αιτητής απάντησε ότι απειλήθηκε μόνο μια φορά. Επίσης από την περίοδο 2010-2014 εκτός από την απαγωγή του μικρού του αδελφού από τα αδέλφια του ατόμου για τον οποίο ζητούσαν εκδίκηση, ο Αιτητής δήλωσε πως δεν είχε συμβεί τίποτα άλλο. (βλ. ερ. 28 του Δ.Φ). Ερωτηθείς κατά πόσο οι αρχές της χώρας θα του επέτρεπαν την είσοδο στην χώρα, ο Αιτητής απάντησε μεν θετικά, δηλώνοντας ωστόσο πως δεν θέλει να αντιμετωπίσει τον θάνατο (βλ. ερυθρό 24 του Δ.Φ).

 

14.          Ερωτηθείς ως προς τις συνέπειες επιστροφής της χώρας του, ο Αιτητής δήλωσε ότι θα φυλακιστεί ή θα τον σκοτώσουν.

 

15.          Αξιολογώντας τις ανωτέρω δηλώσεις του Αιτητή, οι Καθ' ων η αίτηση σχημάτισαν δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς. Ο μεν πρώτος αφορά  τα στοιχεία του προσωπικού προφίλ και τον τόπο καταγωγής του Αιτητή. Ο δε δεύτερος αφορά τις δηλώσεις του Αιτητή γύρω από τον κατ’ ισχυρισμό φόβο δίωξής του Αιτητή από τους γείτονες του. Ο πρώτος ισχυρισμός έγινε αποδεκτός, καθώς οι δηλώσεις του κρίθηκαν ως ευλογοφανείς και εσωτερικά συνεκτικές, ενώ κατόπιν σχετικής έρευνας κρίθηκε ότι βρίσκουν έρεισμα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.  

 

16.          Ως προς τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, ο Αιτητής κρίθηκε αναξιόπιστος καθώς οι δηλώσεις του κρίθηκαν ως στερούμενες περιγραφικής λεπτομέρειας, ανακριβείς και αντιφατικές. Κρίνοντας ότι οι δηλώσεις του Αιτητή, λόγω της προσωπικής τους φύσης, δεν μπορούν να διασταυρωθούν από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, οι Καθ’ ω η αίτηση απέρριψαν τον υπό εξέταση ισχυρισμό στο σύνολό του ως μη αξιόπιστο.

 

17.          Στη βάση του μοναδικού αποδεκτού ισχυρισμού του Αιτητή, ήτοι τα στοιχεία του προσωπικού του προφίλ, τη χώρα καταγωγής και τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του, κρίθηκε ότι δεν ανακύπτουν λόγοι εκ των οποίων θα μπορούσε να πιθανολογηθεί ευλόγως ότι κατά την επιστροφή του στη χώρα καταγωγής, ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει οιοδήποτε κίνδυνο. Στα πλαίσια της ανωτέρω αξιολόγησης, ο αρμόδιος λειτουργός προχώρησε σε έρευνα αναφορικά  με την κατάσταση ασφαλείας στον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή, ήτοι την περιοχή Abu Qurqas όπου διαπιστώθηκε ότι δεν καταγράφονται συνθήκες αδιακρίτως ασκούμενης βίας ελλείψει οιασδήποτε ένοπλης σύρραξης στην εν λόγω περιοχή.  

 

18.          Στο πλαίσιο της νομικής ανάλυσης, οι Καθ’ ων, κατέληξαν ότι δεν προκύπτει δικαιολογημένος φόβος δίωξης του Αιτητή ,κατά την επιστροφή του στη χώρα καταγωγής, δυνάμει του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου, αλλά ούτε και πραγματικός κίνδυνος έκθεσης σε σοβαρής βλάβη δυνάμει του άρθρου 19(2) του περί Προσφύγων Νόμου. Ειδικότερα, σχετικά με ενδεχόμενη υπαγωγή του Αιτητή στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, παρατέθηκαν πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας από τις οποίες δεν ανέκυψε η ύπαρξη οιασδήποτε ένοπλης σύρραξης.

 

19.          Στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, ο Αιτητής δεν προέβαλε οποιοδήποτε νέο, ειδικό και τεκμηριωμένο ισχυρισμό συναφή με τον πυρήνα του αιτήματός του για διεθνή προστασία. Οφείλει εξάλλου να επισημανθεί ότι από τη γραπτή αγόρευση του Αιτητή απουσιάζει η υπαγωγή των πραγματικών περιστάσεων της υπόθεσής του στα άρθρα 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου. Αφ' ης στιγμής, όπως εξηγείται, το παρόν δικαστήριο εξετάζει την αίτηση του Αιτητή εξ υπαρχής, η εν λόγω ανάλυση θα έπρεπε να αποτελεί την πεμπτουσία της γραπτής αγόρευσης του Αιτητή, γεγονός που δεν παρατηρείται εν προκειμένω. Παρατηρώ μάλιστα ότι κατά την ακροαματική διαδικασία ο Αιτητής δια του συνηγόρου του προέβη σε μία γενική και αόριστη αναφορά περί δίωξης του από το κράτος και στον κίνδυνο θανάτου που θα αντιμετωπίσει λόγω της αντιπαράθεσης των θρησκευτικών ομάδων.

 

20.           Προχωρώντας στην de novo και ex nunc εξέταση των ενώπιον μου δεδομένων, όπως υπαγορεύουν τα εδάφια (3) και (4) του άρθρου 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου, με βάση τα ενώπιον μου δεδομένα, αρχικά συντάσσομαι με το εύρημα των Καθ' ων η αίτηση περί αξιοπιστίας του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού για τους ίδιους λόγους που εξαντλητικώς καταγράφονται στην έκθεση, η οποία αποτέλεσε την αιτιολογική βάση της επίδικης απόφασης.

 

21.          Πριν προχωρήσω στην αξιολόγηση των ισχυρισμών του Αιτητή,  θα πρέπει να διαφοροποιηθώ ως προς τον τίτλο που απέδωσαν σε αυτόν οι Καθ΄ων η αίτηση, καθώς ο «φόβος δίωξης» του εκάστοτε Αιτητή  διερευνάται κατά την αξιολόγηση κινδύνου και ερμηνεύεται κατά τη νομική ανάλυση. Οι δε ουσιώδεις ισχυρισμοί, των οποίων η αξιοπιστία αξιολογείται, αφορούν κυρίως παρελθοντικά περιστατικά και ενίοτε παρούσες καταστάσεις και/ή συνθήκες. Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο διακρίνει ως ουσιώδεις ισχυρισμούς πρώτον τις δηλώσεις του Αιτητή γύρω από τα προσωπικά του στοιχεία, τη χώρα καταγωγής και την περιοχή τελευταίας συνήθους διαμονής του και κατά δεύτερο τις δηλώσεις του Αιτητή περί του ότι η οικογένειά του και ο ίδιος στοχοποιήθηκε από τους γείτονές της το 2010.

 

22.          Ο πρώτος ισχυρισμός γίνεται αποδεκτός καθώς δεν προέκυψε οποιοδήποτε στοιχείο που να εγείρει αμφιβολίες ως προς την αλήθεια των αναφορών του Αιτητή, ενώ οι δηλώσεις του Αιτητή επιβεβαιώθηκαν από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης και/ή χαρτογράφησης. Το Δικαστήριο ωστόσο διαφοροποιείται από τους Καθ’ ων η αίτηση, καθώς ως τόπος τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή αξιολογείται η πόλη της Αλεξάνδρειας, όπου ο Αιτητής διέμενε περί τα τέσσερα έτη από το 2011 έως ότου εγκατέλειψε τη χώρα του. Στην εν λόγω πόλη ο Αιτητής όχι μόνο διέμεινε αδιάλειπτα για 4 χρόνια δημιουργώντας αντίστοιχο κοινωνικό δίκτυο, αλλά διατηρούσε εκεί και τα βιοποριστικά του συμφέροντα καθώς εργαζόταν, σύμφωνα με τις δηλώσεις του, ως μετακκολητής σε εταιρεία. Τη δε περιοχή Abu Qurqas, ο Αιτητής εγκατέλειψε το 2010 εξαιτίας των γεγονότων που επικαλείται και ουδέποτε έκτοτε επέστεψε εκεί (βλ. ερ. 27).

 

23.          Προχωρώντας στην αξιολόγηση της εσωτερικής αξιοπιστίας του δεύτερου ισχυρισμού, ήτοι τις δηλώσεις του Αιτητή περί του ότι η οικογένειά του στοχοποιήθηκε από τους γείτονές της το 2010, το Δικαστήριο κρίνει ότι δε θεμελιώνεται η εσωτερική του αξιοπιστία για τους εξής λόγους. Καθώς ο υπό εξέταση ισχυρισμός ενέχει επιμέρους γεγονότα τα οποία χρήζουν αυτοτελούς αξιολόγησης, αρχικά παρατηρώ ότι οι δηλώσεις του Αιτητή σχετικά με την επίθεση που δέχτηκε ο αδελφός του και η οικογένεια του από τρίτα πρόσωπα, τα οποία ο Αιτητής στη συνέχεια υποδεικνύει ως μέλη μιας οικογένειας η οποία ασχολείται με το λαθρεμπόριο, υπήρξαν γενικόλογες χωρίς να παραπέμπουν σε βιωματικά περιστατικά. Ειδικότερα, ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει ούτε την τοποθεσία που έλαβε μέρος η εν λόγω επίθεση αλλά ούτε και η ποια ήταν τα  πρόσωπα που συμμετείχαν. Δεδομένης της σοβαρότητας της εν λόγω επίθεσης και των επιπτώσεων που είχε κατ΄ισχυρισμό στην οικογένειά του αλλά και της άμεσης σχέσης της με την απόφασή του να εγκαταλείψει τη χώρα του, θα αναμενόταν από τον Αιτητή να είναι σε θέση να παραθέσει περισσότερες και πιο περιεκτικές πληροφορίες. Ο Αιτητής ωστόσο ανέφερε κατά τρόπο γενικόλογο ότι της επίθεσης προηγήθηκε ο θάνατος ενός ατόμου, χωρίς να δίδει οιαδήποτε ικανοποιητική λεπτομέρεια για τα γενεσιουργά αιτία της επίθεσης και επιπλέον, υπήρξε αντιφατικός καθώς, ενώ στην ελεύθερή του αφήγηση δήλωσε εναργώς ότι τα εν λόγω πρόσωπα είχαν πρόβλημα με τον αδελφό του (βλ. ερ. 30 σημείο 2Χ του διοικητικού φακέλου) στη συνέχεια δήλωσε ότι θέλουν να εκδικηθούν τον ίδιο χωρίς να δίδει επαρκείς εξηγήσεις (βλ. ερ. 29 σημεία 4Χ έως 8Χ και 10Χ, ερ. 28 σημείο 2Χ του διοικητικού φακέλου). Στο ίδιο σημείο ο Αιτητής δηλώνει ότι δεν ξέρει τους λόγους που επιτέθηκαν στην οικογένειά του, με τις δηλώσεις του να καταγράφονται ως εναλλασσόμενες και ασαφείς. Επιπλέον, ζητηθείς να προσδιορίσει τον αριθμό των επιθέσεων που δέχτηκε, o Αιτητής αρχικά δήλωσε ότι του επιτέθηκαν μία φορά (βλ. ερ. 28 σημείο 3Χ), για να διαφοροποιήσει στη συνέχεια τη δήλωσή του, αναφέροντας ότι τους επιτέθηκαν δύο φορές (βλ. ερ. 28, σημείο 5Χ). Κατά τη δήλωση του Αιτητή, σε κάποιο σημείο, αφού προηγήθηκαν οι προσπάθειες της εν λόγω οικογένειας να κτίσει πάνω στη γη που ανήκε στη δική του οικογένεια και την παρεμπόδισή τους από την κυβέρνηση, σε κάποιο σημείο εν τέλει εκποίησαν την γη σε ένα από τα μέλη της οικογένειας σε τιμή κατά πολύ κατώτερη από την πραγματική αξία της γης. Ο Αιτητής προσέθεσε αορίστως ότι πραγματοποιήθηκε απόπειρα απαγωγής του μικρότερου εξάχρονου τότε αδελφού του το 2014.

 

24.          Ο Αιτητής υπήρξε γενικόλογος αναφορικά με τις περιστάσεις της απόπειρας απαγωγής και σύλληψης των δραστών, αλλά και αναφορικά με τις απειλές που δέχτηκε η οικογένειά του κατά τη βραχύχρονη πεντάμηνη παραμονή τους στο El Salam (βλ. ερ. 27 σημείο 5Χ). Δεν αξιολογείται ως ευλογοφανής άλλωστε η δήλωση του Αιτητή περί του ότι κατά την παραμονή της στο El Salam, η οικογένειά του δέχτηκε απειλές, ενώ με την επιστροφή της στο Abu Qurqas, τόπο συνήθους διαμονής τους, από το 2010 έως το 2014, δεν αντιμετώπισε οιοδήποτε πρόβλημα (βλ. ερ. 26 σημείο 4Χ).

 

25.          Σημειώνεται ότι ο Αιτητής, τον υπό κρίση χρόνο διέμενε και εργαζόταν στην Αλεξάνδρεια χωρίς να αντιμετωπίσει οποιοδήποτε πρόβλημα ο ίδιος προσωπικά. Ο Αιτητής σε διάφορα σημεία όπου ερωτήθηκε σχετικώς, παρουσιάζει κάθε φορά διαφορετική εκδοχή για τα κίνητρα της προσωπικής του δίωξης. (βλ. ερ. 24 σημεία 6Χ και 7Χ του διοικητικού).

 

26.          Δήλωσε έξαλλου ότι οι αρχές της χώρας του θα επέτρεπαν την εκεί επιστροφή του χωρίς να αναφέρει σε οποιοδήποτε στάδιο της συνέντευξής του οποιοδήποτε πρόβλημα με αυτές. Δεν παροράται εξάλλου ότι τα υπόλοιπα μέλη της οικογένεια του Αιτητή από το 2016 όπου εγκατέλειψε τη χώρα του μέχρι και σήμερα παραμένουν στη χώρα και τόπο καταγωγής του, χωρίς ο Αιτητής να έχει δηλώσει έκτοτε οποιαδήποτε ενέργεια εναντίον τους είτε κατά τη συνέντευξή του είτε κατά την παρούσα δικαστική διαδικασία.  Ενώπιον της παρούσα διαδικασίας, ο Αιτητής επικαλείται γενικώς δίωξη από τις αρχές της χώρας του και περί δίωξης εξαιτίας διαφορών μεταξύ θρησκευτικών ομάδων, χωρίς ωστόσο η γενική αυτή αναφορά του να είναι ικανή να ανατρέψει το εύρημα περί μη θεμελίωσης της εσωτερικής του αξιοπιστίας αλλά το επιβεβαιώνει.

 

27.          Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού, του Αιτητή, παρατηρείται ότι οι Καθ’ ων η αίτηση παρέλειψαν να εξετάσουν και να σχολιάσουν με οποιοδήποτε τρόπο τα προσκομισθέντα από αυτόν έγγραφα όπως και να προβούν σε έρευνα σε εξωτερικές πηγές.

 

28.          Ως προς την αξιολόγηση των προσκομισθέντων εγγράφων επισημαίνεται ότι το παρόν Δικαστήριο συναξιολογεί καταρχάς τα εν λόγω έγγραφα ακόμα και στις περιπτώσεις όπου δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί η γνησιότητά τους (Βλ. Απόφαση του ΔΕΕ της 10.6.2021, την υπόθεση C‑921/19, LH κατά Staatssecretaris van Justitie en Veiligheid, ECLI:EU:C:2021:478, σκέψεις 44 και 66). Στο πλαίσιο της αξιολόγησης της αυθεντικότητας ενός εγγράφου μπορεί βεβαίως να ληφθούν υπόψη και τυχόν εξόφθαλμες ενδείξεις μεταποίησης του εγγράφου τις οποίες είναι εύκολο να διακρίνει το Δικαστήριο ακόμα και χωρίς την επέμβαση ενός εμπειρογνώμονα[1].

 

29.          Εν προκειμένω, οι πληροφορίες που συνεισέφερε ο Αιτητής ως προς τα προσκομισθέντα έγγραφα ήταν εξαιρετικά γενικές, καθώς πέραν από μια γενική περιγραφή δεν ήταν σε θέση να παρέχει λεπτομέρειες ως προς το περιεχόμενό τους και πώς αυτές περιήλθαν στην κατοχή του. Εξάλλου πρόκειται για αντίγραφα αυθεντικών εγγράφων των οποίων η γνησιότητα δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί. Σε σχέση δε με το έγγραφο που φέρει τον τίτλο «εκκλησιαστική μαρτυρία»  δεν προκύπτει ούτε ο συντάκτης της αλλά ούτε η αντικειμενικότητα του περιεχομένου του, το οποίο αναφέρεται αόριστα σε «ξένους προς την εκκλησία που ήθελαν να βλάψουν τον Αιτητή και την οικογένειά του». Ως εκ τούτου, η αποδεικτική αξία των εν λόγω εγγράφων κρίνεται ως περιορισμένη. Το εν λόγω συμπέρασμα ενδυναμώνεται και από το ότι ουδεμία αναφορά γίνεται στα προσκομισθέντα έγγραφα  κατά την παρούσα δικαστική διαδικασία από τον Αιτητή και/ή το συνήγορό του.

 

30.          Προχωρώντας στην αξιολόγηση της εξωτερικής αξιοπιστίας των δηλώσεων του Αιτητή, το Δικαστήριο κρίνει ότι οι δηλώσεις του Αιτητή γύρω από τις απειλές και τα προβλήματα που αντιμετώπισε η οικογένειά του δεν δύναται να αποτελέσει αντικείμενο έρευνας σε εξωτερικές πηγές. Καθώς όμως ο Αιτητής αποδίδει θρησκευτικό υπόβαθρο στις απειλές και τα προβλήματα που αντιμετώπισε η οικογένειά του λόγω του ότι είναι Κόπτες Χριστιανοί, το Δικαστήριο προχώρησε σε σχετική έρευνα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης αναφορικά με την αντιμετώπιση των χριστιανών κοπτών στην Αίγυπτο και δη στο κυβερνείο της Μinya, περιοχή στην οποία, κατά δήλωση του Αιτητή, έλαβαν χώρα τα υπό εξέταση περιστατικά.

 

31.           Αρχικώς εντοπίστηκε διαδικτυακό άρθρο της ιστοσελίδας Genocide Watch τον Ιούνιο του 2024 με τίτλο «Οι Κόπτες της Αιγύπτου προειδοποιούν για αυξανόμενη βία καθώς καίγονται σπίτια» το οποίο αναφέρει: “Αρκετά σπίτια Κόπτων Χριστιανών κάηκαν στο χωριό Fawakher στο βόρειο κυβερνείο Minya της Αιγύπτου το βράδυ της Τρίτης, ενώ οι κάτοικοι βρίσκονταν ακόμα μέσα. Οι Al-Arabiya και The New Arab ανέφεραν ότι η επίθεση ήρθε ως απάντηση στα υποτιθέμενα σχέδια για την ανέγερση μιας νέας εκκλησίας στην περιοχή. Ο επίσκοπος Anba Macarius, ο οποίος ηγείται της επισκοπής Minya, απέδωσε  την επίθεση σε «εξτρεμιστές» σε ανάρτησή του στο X μετά τα μεσάνυχτα, προσθέτοντας ότι η κοπτική κοινότητα είχε ενημερώσει τις αρχές για αναμενόμενα προβλήματα πριν από το περιστατικό. Νωρίς το πρωί της Τετάρτης, δημοσίευσε ξανά ανάρτηση λέγοντας ότι οι αιγυπτιακές δυνάμεις ασφαλείας είχαν αναπτυχθεί στο Fawakher, συνέλαβαν τους φερόμενους δράστες και έθεσαν τον έλεγχο της κατάστασης».

 

32.          Παράλληλα, εντοπίστηκε άρθρο του Global Christian Relief, επίσης του Ιουνίου του 2024, με τίτλο «Οι Χριστιανοί διώκονται στην Αίγυπτο καθώς κάηκαν σπίτια από ισλαμιστές εξτρεμιστές» το οποίο αναφέρει: « Νωρίτερα φέτος, στο χωριό al-Fawakhir, μια ομάδα Χριστιανών άρχισε να χτίζει ένα σπίτι λατρείας, καθώς δεν υπήρχαν εκκλησίες κοντά. Το χωριό βρίσκεται στο κυβερνείο Μίνυα, γόνιμο έδαφος εξτρεμιστικών πεποιθήσεων. Οι τοπικοί ηγέτες ανακουφίστηκαν που πήραν τελικά άδεια για να χτίσουν την εκκλησία μετά από μακρό νομικό αγώνα. Η πολυαναμενόμενη εκκλησία προοριζόταν να εξυπηρετήσει τους χριστιανούς σε πέντε γύρω χωριά. Η είδηση ​​για την ανέγερση της εκκλησίας άρχισε να διαδίδεται. Σύντομα, εξτρεμιστές άρχισαν να κυκλοφορούν εμπρηστικές και απειλητικές αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, σηματοδοτώντας την αρχή μιας μακράς και δύσκολης εβδομάδας για την τοπική χριστιανική κοινότητα. Οι εξτρεμιστές δήλωσαν ότι το χωριό πρέπει να «προστατευτεί» από την ανέγερση της εκκλησίας πάση θυσία. Οι ανήσυχοι χωρικοί και η ηγεσία της εκκλησίας έδειξαν αυτές τις εμπρηστικές αναρτήσεις στην αστυνομία, αλλά οι αρχές δεν επενέβησαν αρκετά γρήγορα. Λίγο αργότερα, ισλαμιστές εξτρεμιστές διέκοψαν το ρεύμα σε ολόκληρο το χωριό. Στη συνέχεια, μεγάλος αριθμός Μουσουλμάνων ανδρών, γυναικών, ακόμη και παιδιών συγκεντρώθηκαν για να βανδαλίσουν ένα χριστιανικό σπίτι όπου είχαν πραγματοποιηθεί οι προσευχές. Πέταξαν βόμβες μολότοφ και το έκαψαν ολοσχερώς. Ο όχλος εισέβαλε σε πολλά άλλα χριστιανικά σπίτια, λεηλατώντας και πυρπολώντας κάποια εξ αυτών, ενώ φώναζε εχθρικά συνθήματα για τη χριστιανική πίστη. Περισσότεροι από 20 πιστοί τραυματίστηκαν, μεταξύ των οποίων 5 γυναίκες που έμειναν σε κρίσιμη κατάσταση»[2].

 

33.          Εξάλλου, εντοπίστηκε άρθρο της Διεθνούς Αμνηστίας τον Μάρτιο του 2020 με τίτλο «Αίγυπτος: Απελευθερώθηκαν οι εννέα Κόπτες Χριστιανοί που κρατούντο επειδή προσπάθησαν να ανοικοδομήσουν εκκλησία», το οποίο αναφέρει: «Ενώ οι αιγυπτιακές αρχές προωθούν το νόμο 80/2016 σχετικά με αυτούς που υπέστησαν ζημιές από σεχταριστικές επιθέσεις, η διαδικασία για την απόκτηση έγκρισης για τέτοιες εργασίες από τις αρχές είναι μακρά, περίπλοκη και αδιαφανής. Ο νόμος επιτρέπει στους κυβερνήτες να αρνούνται όχι μόνο τις άδειες για οικοδομικές εργασίες σε εκκλησίες, αλλά και το δικαίωμα προσφυγής. Σύμφωνα με την Αιγυπτιακή Πρωτοβουλία για τα Προσωπικά Δικαιώματα (EIPR), μια ανεξάρτητη αιγυπτιακή ομάδα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, λιγότερο από το 40% των αιτημάτων για ανέγερση ή επισκευή εκκλησιών έχουν εγκριθεί υπό όρους από τότε που τέθηκε σε ισχύ ο νόμος, ενώ μόνο το 20% των αιτούντων εγκρίθηκε οριστικά εγκρίσεις. Σύμφωνα με ειδικό ερευνητή, ενώ οι αρχές εγκρίνουν την ανέγερση νέων εκκλησιών σε εύπορες περιοχές χωρίς μεγάλη ταλαιπωρία, συχνά εμποδίζουν την κατασκευή ή την επισκευή μικρών εκκλησιών σε φτωχές αγροτικές περιοχές και αστικούς άτυπους οικισμούς. Από το 2016, οι αρχές έχουν κλείσει τουλάχιστον 25 εκκλησίες λόγω του «μη εγγεγραμμένου καθεστώτος» τους ή της επιθυμίας τους να αποφύγουν τις θρησκευτικές εντάσεις, σύμφωνα με το EIPR. Το 2017, οι δυνάμεις ασφαλείας ανέφεραν «θέματα ασφαλείας» αφού εμπόδισαν δεκάδες Κόπτες Χριστιανούς να προσευχηθούν σε ένα σπίτι στο χωριό Άλφορν στην ελ Μίνια και έκλεισαν την εκκλησία Naga al-Ghafir στο Sohag το 2019. Το EIPR έχει καταγράψει τουλάχιστον 36 περιπτώσεις βίας κατά χριστιανικών κοινοτήτων Κόπτων μεταξύ 2016 και 2019. Οι θρησκευτικές επιθέσεις αναφέρονται συχνότερα στην επαρχία el-Minya της Άνω Αιγύπτου, η οποία φιλοξενεί μια μεγάλη χριστιανική κοινότητα και είναι επίσης μια από τις φτωχότερες επαρχίες του η χώρα. Πολλά από τα περιστατικά βίας πυροδοτούνται από διαφωνίες σχετικά με την κατασκευή ή την ανακαίνιση χριστιανικών χώρων λατρείας»[3].

 

34.          Σχετική έκθεση του Department of Foreign Affairs and Trade της Αυστραλίας  αναφέρει ωστόσο ότι οι Χριστιανοί είναι αντιμέτωποι σε μεγαλύτερο βαθμό σε κοινωνικές διακρίσεις και σε μικρότερο βαθμό σε κρατικές διακρίσεις, όπως απόκτηση ανώτερων και ανώτατων αξιωμάτων σε κρατικούς θεσμούς. (DFAT (Αυστραλία), Country Information Report Egypt, 2019, 21 ). Ως προς τις κοινωνικές διακρίσεις και την κοινωνική βία παρατηρείται ότι οι περισσότεροι Αιγύπτιοι, ιδίως όσοι διαμένουν σε αστικές περιοχές, διαβιούν, εργάζονται και κοινωνικοποιούνται μαζί. «Μικρού διαμετρήματος αψιμαχίες, όπως διαφωνίες σε επίπεδο γειτονιάς, δύνανται να αποκτήσουν θρησκευτική χροιά και να εξελιχθούν σε βία σε κοινοτικό επίπεδο, ιδίως στις πιο φτωχές και αγροτικές περιοχές. Τα περισσότερα περιστατικά λαμβάνουν τη μορφή βανδαλισμών και καταστροφής περιουσίας,» ενώ, όπως έχει ήδη αναφερθεί, περιστατικά «υψηλού προφίλ», απόληξη των οποίων αποτελούν θάνατοι πολιτών ή επιθέσεις εκκλησιών δε λαμβάνουν χώρα συχνά. (DFATCountry Information Report Egypt, 2019, 18)[4].

 

35.          Στη βάση των ανωτέρω πληροφοριών, το Δικαστήριο κρίνει ότι οι δηλώσεις του Αιτητή βρίσκουν έρεισμα στις διαθέσιμες πληροφορίες στο μέτρο που αναγνωρίζεται η ύπαρξη μικρού διαμετρήματος αψιμαχιών, όπως διαφωνίες σε επίπεδο γειτονιάς, δύνανται να αποκτήσουν θρησκευτική χροιά και να εξελιχθούν σε βία σε κοινοτικό επίπεδο, όσο και στο ότι οι Κόπτες Χριστιανοί της Αιγύπτου που ζούνε στο κυβερνείο της Minya επί του οποίου βρίσκεται και η περιοχή  Abu Qurqas, αντιμετωπίζουν συχνά πράξεις δίωξης, με αφορμή ωστόσο πάντα το χτίσιμο ή την ανοικοδόμηση  κάποιας Χριστιανικής εκκλησίας.

 

36.          Καταληκτικά, το Δικαστήριο αξιολογεί ότι αν και ο τόπος επί του οποίου ο Αιτητής δήλωσε ότι έλαβαν χώρα τα υπό εξέταση περιστατικά, περιοχή Abu Qurgas του κυβερνείου της Minya, αποτελεί έδαφος εξτρεμιστικών πεποιθήσεων, παρ’ όλα αυτά ο υπό εξέταση ισχυρισμός δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός καθώς οι δηλώσεις του Αιτητή κρίθηκαν ως μη αντικατοπτρίζουσες βιωματικά περιστατικά.

 

37.          Ως εκ τούτου, ο υπό εξέταση ισχυρισμός απορρίπτεται στο σύνολό του.

 

38.          Προχωρώντας στην αξιολόγηση του κινδύνου που ο Αιτητής ενδέχεται να αντιμετωπίσει σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής και δη στον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του, ήτοι την πόλη της Αλεξάνδρειας, το Δικαστήριο κρίνει ότι το υποκειμενικό στοιχείο του φόβου του πληρούται δια της υποβολής αιτήσεως διεθνούς προστασίας και της απροθυμίας του να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του.

 

39.          Ως προς το αντικειμενικό στοιχείο του φόβου του παρατηρώ αρχικά ότι ο εκπεφρασμένος φόβος του Αιτητή συνίσταται στο ότι σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του, θα τον σκοτώσουν ή ότι θα τον φυλακίσουν.

 

40.          Δεδομένου όμως ότι ο ουσιώδης ισχυρισμός που συνδέεται με τον εκπεφρασμένο φόβο του Αιτητή απορρίφθηκε στο σύνολό του ως μη αξιόπιστος, το Δικαστήριο κρίνει το συγκεκριμένο σκέλος του φόβου του ως αβάσιμο και μη δικαιολογημένο. Ο δε φόβος του Αιτητή, ο οποίος φέρεται να συνδέεται με τις θρησκεία του κρίνεται επίσης αβάσιμος και μη δικαιολογημένος για τους εξής λόγους. Αρχικά, από το σύνολό των ενώπιόν μου στοιχείων και κυρίως τις δηλώσεις του, ο Αιτητής ουδέν πρόβλημα αντιμετώπισε στον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του, ήτοι την Αλεξάνδρεια. Οι δε πληροφορίες που ανέκυψαν αναφορικά με τις συνθήκες που αντιμετωπίζουν οι Κόπτες Χριστιανοί στον τόπο καταγωγής του Αιτητή, ήτοι  την περιοχή Abu Qurgas του κυβερνείου της Minya, δεν επιφέρουν κάποια επαπειλούμενη πράξη εις βάρος του Αιτητή, τόσο λόγου του τόπου τελευταίας συνήθους διαμονής του όσο και λόγω του ότι o ισχυρισμός του περί στοχοποίησης της οικογένειάς του από μια έτερη Μουσουλμανική οικογένεια στην εν λόγω περιοχή απορρίφθηκε στο σύνολό του.

 

41.          Όσον αφορά στον κίνδυνο που ενδέχεται να αντιμετωπίσει ο Αιτητής σε περίπτωση επιστροφής του στην Αλεξάνδρεια λόγω της κατάστασης ασφαλείας, το            Δικαστήριο λαμβάνει υπόψιν ότι η χώρα καταγωγής του Αιτητή (Αίγυπτος), συμπεριλαμβάνεται στις χώρες που έχουν ορισθεί ως ασφαλείς χώρες ιθαγένειας σύμφωνα με το Διάταγμα του Υπουργού Εσωτερικών ημερ. 26.05.2021 (Κ.Δ.Π. 225/221) αλλά και των πιο πρόσφατων με ημερ. 27.05.2022 (Κ.Π.Δ. 202/2022) και ημερ. 26.05.2023 (Κ.Π.Δ. 166/2023), χωρίς εν προκειμένω ο Αιτητής να προβάλει οποιουσδήποτε ισχυρισμούς ή στοιχεία που αφορούν προσωπικά στον ίδιο και οι οποίοι να ανατρέπουν το τεκμήριο περί ασφαλούς χώρας καταγωγής. Ο κατάλογος των ασφαλών χωρών ιθαγένειας καθορίζεται από τον Υπουργό Εσωτερικών όταν ικανοποιηθεί βάσει της νομικής κατάστασης, της εφαρμογής του δικαίου στο πλαίσιο δημοκρατικού συστήματος και των γενικών πολιτικών συνθηκών ότι στις οριζόμενες χώρες, γενικά και μόνιμα, δεν υφίστανται πράξεις δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3Γ του περί Προσφύγων Νόμου, ούτε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση ή τιμωρία, ούτε απειλή η οποία προκύπτει από την χρήση αδιάκριτης βίας σε κατάσταση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύγκρουσης.

 

42.          Σε κάθε περίπτωση ωστόσο, το Δικαστήριο προχώρησε σε περαιτέρω έρευνα ως προς την κατάσταση ασφαλείας στην πόλη της Αλεξάνδρειας, εκ της οποίας ανέκυψαν ποσοτικά και ποιοτικά στοιχεία που δεν συνηγορούν υπερ του ότι ο Αιτητής θα εκτεθεί σε οιοδήποτε κίνδυνο στην Αλεξάνδρεια λόγω της επικρατούσας εκεί κατάστασης ασφαλείας. Ειδικότερα, σύμφωνα με  τη βάση δεδομένων ACLED κατά την χρονική περίοδο 3.2.2024 έως 31.1.2025 στην ευρύτερη επαρχία της Αλεξάνδρειας καταγράφηκαν στο σύνολο μόνο 5 περιστατικά ασφαλείας, τα οποία χαρακτηρίστηκαν ως περιστατικά βίας κατά των αμάχων και επέφεραν 2 ανθρώπινες απώλειες[5], ο δε πληθυσμός της πόλης της Αλεξάνδρειας ανέρχεται, σύμφωνα με μετρήσεις του 2024, σε περίπου 5.696.130 κατοίκους[6].

 

43.          Καταληκτικά, το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν προκύπτει οιαδήποτε προσωπική, άμεση, υφιστάμενη και τρέχουσα απειλή εις βάρος του Αιτητή σε περίπτωση που εκείνος επιστρέψει στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του. Ως εκ τούτου, ο φόβος του Αιτητή κρίνεται στο σύνολό του αβάσιμος και μη δικαιολογημένος.

 

 

44.          Προχωρώντας στην νομική ανάλυση στη βάση των ανωτέρω στοιχείων, το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητή στο καθεστώς του πρόσφυγα, καθώς δεν τεκμηριώθηκε η συνδρομή βάσιμου φόβου δίωξης για τους λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου. 

 

45.          Ελλείψει οιασδήποτε προσωπικής, υφιστάμενης και τρέχουσας απειλής εις βάρος του από οιοδήποτε κρατικό ή μη φορέα, το Δικαστήριο κρίνει ότι δε συντρέχουν οι προϋποθέσεις υπαγωγής του Αιτητή σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19(2)(α) και (β) καθώς δεν ανέκυψαν στοιχεία που να συνηγορούν υπέρ του ότι σε περίπτωση επιστροφής στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί θανατική ποινή ή εκτέλεση (άρθρο 19(2)(α)) ή βασανιστήρια, απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία (άρθρο 19 (2)(β).

 

46.          Ως προς την υπαγωγή του Αιτητή στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, επισημαίνω τα κατωτέρω. Ιδίως ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν κατά την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: το ΔΕΕ) επεσήμανε σε πρόσφατη απόφασή του ότι λαμβάνονται υπόψη «[.]μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών.» (ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.6.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland, σκέψη 43).

 

47.          Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου ( στο εξής: το ΕΔΔΑ) στην απόφασή του Sufi and Elmi (ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών  8319/07 and 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011) αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, η χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, ο αριθμός των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.

 

48.          Εξάλλου, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζουσα βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας.» (απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ. 17.2.2009) Ιδίως ως προς την εφαρμογή της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας, το ΔΕΕ στην ως άνω απόφαση διευκρίνισε ότι «ότι όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας.».

 

49.          Λαμβάνοντας υπόψιν τα ποσοτικά και ποιοτικά δεδομένα τα οποία έχουν παρατεθεί στο πλαίσιο της αξιολόγησης κινδύνου δεν εντοπίζω την ύπαρξη συνθηκών αδιακρίτως ασκούμενης βίας κατά των αμάχων στην πόλη της Αλεξάνδρειας, τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή, ούτως ώστε να αξιολογηθεί ότι ο Αιτητής θα εκτεθεί σε πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.

 

50.          Όλως επικουρικώς, λαμβάνοντας υπόψιν το προφίλ του Αιτητή, στο πλαίσιο της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακα Elgafaji (απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ. 17.2.2009) κυρίως δε το γεγονός ότι συνιστά άρρενα, νεαρής ηλικίας, μονήρη, ικανό προς εργασία, με εργασιακή πείρα στη χώρα του, μορφωμένο και  χωρίς προβλήματα υγείας, δεν εντοπίζεται κάποιο χαρακτηριστικό επίτασης κινδύνου έκθεσης σε σοβαρή βλάβη λόγω της επικρατούσας κατάστασης ασφαλείας στην πόλη της Αλεξάνδρειας.

 

51.          Παράλληλα, ο Αιτητής δεν προβάλλει και από τα ενώπιόν μου στοιχεία δεν προκύπτει οτιδήποτε που να συναρτάται με την επικείμενη επιστροφή του σε συνάρτηση με την αρχή της μη επαναπροώθησης, το οποίο δεν εξετάστηκε ήδη ανωτέρω.

 

 

Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση τροποποιείται ως ανωτέρω, με €1000 έξοδα εναντίον του Αιτητού και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.

 

                                                                Κ.Κ. Κλεάνθους, Δ.Δ.Δ.Δ.Π. 



[1] EUAA, ‘Practical Guide on Evidence and Risk Assessment’ (2024), 57-62 διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/publications/practical-guide-evidence-and-risk-assessment (ημερομηνία πρόσβασης 08/07/2024)

[2] Global Christian Relief, Christians persecuted in Egypt, homes burned by Islamic extremists, διαθέσιμο σε https://globalchristianrelief.org/christian-persecution/stories/christians-persecuted-in-egypt-homes-burned-by-islamic-extremists-2/, (ημ. πρόσβ. 04/02/2025).

[3] Amnesty International, Egypt: Release nine Coptic Christians detained for attempting to rebuild church, March 2022, διαθέσιμο σε https://www.amnesty.org/en/latest/news/2022/03/egypt-release-nine-coptic-christians-detained-for-attempting-to-rebuild-church/, (ημ. προς. 04/02/2025).

[4] https://www.dfat.gov.au/sites/default/files/country-information-report-egypt.pdf, ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 5.2.2025.

[5] ACLED - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, 2023, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/  (βλπλατφόρμα Dashboard, με στοιχεία ανάλυσης ως εξής: POINT VIEW- EVENT DATE - 3.2.2024 έως 31.1.2025, EVENT TYPE - Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests και REGION - Africa - Egypt- Alexandria)


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο