
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση Αρ.: 2203/2023
24 Μαρτίου, 2025
[Ε. ΡΗΓΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
C.G.J.,
από Νιγηρία
Αιτητής
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω
Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η Αίτηση
Δικηγόροι για Αιτητή: Π. Μπενέτης (κος) για Αλ Τάχερ Μπενέτης και Συνεργάτες ΔΕΠΕ
Δικηγόρος για Καθ' ων η αίτηση: Μ. Βασιλείου (κα) για Ν. Νικολάου (κος), Δικηγόρος της Δημοκρατίας για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας
ΑΠΟΦΑΣΗ
Ε. ΡΗΓΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Με την υπό κρίση προσφυγή, ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση των Καθ' ων η αίτηση ημερ. 31.05.2023 με την οποίαν απορρίφθηκε το αίτημά του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας, καθότι κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, Ν. 6(Ι)/2000, ως έχει τροποποιηθεί (στο εξής αναφερόμενος ως «ο περί Προσφύγων Νόμος»).
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Προτού εξεταστούν οι εκατέρωθεν ισχυρισμοί, επιβάλλεται η σκιαγράφηση των
γεγονότων που περιβάλλουν την υπό κρίση υπόθεση, όπως αυτά προκύπτουν από την αίτηση του Αιτητή, την ένσταση των Καθ' ων η αίτηση αλλά και από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου που κατατέθηκε στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας και σημειώθηκε ως Τεκμήριο 1 (στο εξής αναφερόμενος ως «ο δ.φ.» ή «ο διοικητικός φάκελος»).
Ο Αιτητής κατάγεται από τη Νιγηρία, την οποίαν εγκατέλειψε στις 08.09.2021 και στις 06.07.2022 εισήλθε στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας περιοχές δια μέσου των μη ελεγχόμενων περιοχών -χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα- υποβάλλοντας στις 13.07.2022 αίτηση για διεθνή προστασία. Στις 25.05.2023 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή με λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου (στο εξής αναφερόμενος και ως «ο λειτουργός ασύλου»), ο οποίος υπέβαλε στις 26.05.2023 Εισηγητική Έκθεση στον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου εισηγούμενος την απόρριψη της υποβληθείσας αίτησης. Ακολούθως, ο ασκών καθήκοντα Προϊσταμένου λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου ενέκρινε στις 31.05.2023 την εισήγηση, αποφασίζοντας την απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή, απόφαση η οποία κοινοποιήθηκε σε αυτόν στις 14.06.2023, μέσω σχετικής επιστολής της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 31.05.2023. Την απόφαση αυτήν αμφισβητεί ο Αιτητής μέσω της υπό εξέταση προσφυγής του.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Ο Αιτητής, μέσω της συνηγόρου του προέβαλε στα πλαίσια τόσο του εισαγωγικού δικογράφου της διαδικασίας όσο και της γραπτής του αγόρευσης πλείονες λόγους ακυρώσεως, τους οποίους ωστόσο απέσυρε κατά το στάδιο των Διευκρινίσεων και περιορίστηκε μόνο στην προώθηση των ισχυρισμών περί έλλειψης δέουσας έρευνας και αιτιολογίας.
Από την πλευρά τους οι Καθ΄ ων η αίτηση υπεραμύνονται της νομιμότητας της επίδικης πράξης, υποβάλλοντας ότι αυτή λήφθηκε κατόπιν ενδελεχούς έρευνας όλων των σχετικών περιστατικών της υπόθεσης, εύλογα και εντός των ορίων της διακριτικής τους ευχέρειας, εφαρμόζοντας τον Νόμο και ότι αυτή είναι δεόντως αιτιολογημένη, υποστηρίζοντας καταληκτικά ότι ο Αιτητής δεν πληροί τις προϋποθέσεις για αναγνώριση του ως δικαιούχου διεθνούς προστασίας.
ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΚΑΤΕΡΩΘΕΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ
Αναφορικά με τον εναπομείναντα λόγω ακυρώσεως περί έλλειψης δέουσας έρευνας, παρατηρώ ότι αυτός προωθείται με γενικότητα και αοριστία χωρίς οποιαδήποτε εξειδίκευση σε συνάρτηση με τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης του Αιτητή[1]. Πράττει δε τούτο, αντίθετα με τα όσα επιτάσσει ο Κανονισμός 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962[2]. Έχει πλειστάκις λεχθεί και από το παρόν Δικαστήριο, με παραπομπή στη σχετική επί του θέματος νομολογία ότι τα επίδικα θέματα στοιχειοθετούνται και προσδιορίζονται από τη δικογραφία[3], ενώ ξεκάθαρη είναι η απαίτηση για αιτιολόγηση των νομικών σημείων της αίτησης ακυρώσεως, ούτως ώστε αυτά να μπορούν να τύχουν εξέτασης από το Δικαστήριο[4]. Δεν αρκεί συνεπώς η γενικόλογη και αόριστη επιχειρηματολογία περί έλλειψης δέουσας αιτιολογίας, χωρίς ταυτόχρονα την εξειδίκευση και αναφορά στα γεγονότα της συγκεκριμένης υπόθεσης και στη βάση ποιας συγκεκριμένης επιχειρηματολογίας προωθείται ο συγκεκριμένος λόγος ακυρώσεως. Η έννοια του Κανονισμού 7 είναι η οριοθέτηση με λεπτομέρεια, (αυτή είναι η έννοια της λέξης «πλήρως»), ούτως ώστε τα επίδικα θέματα να περιορίζονται στα απολύτως αναγκαία, με τους διαδίκους να γνωρίζουν με ακρίβεια το λόγο που προωθείται η νομική εισήγηση, αλλά και το Δικαστήριο να ασχολείται μόνο με συγκεκριμένα ζητήματα και όχι με γενικότητες και αοριστολογίες.
Ωστόσο, ενόψει και της υποχρέωσης που έχει το παρόν Δικαστήριο να προβαίνει σε
έλεγχο τόσο της νομιμότητας, όσο και της ορθότητας κάθε προσβαλλόμενης απόφασης, εξετάζοντας πλήρως και από τούδε και στο εξής (ex nunc) τα γεγονότα και τα νομικά ζητήματα που τη διέπουν[5], θα προχωρήσω να εξετάσω το λόγο αυτό σε συνάρτηση και με την ουσία της υπόθεσης αυτής.
Επί της ουσίας της υπόθεσης σε συνάρτηση και με τον ισχυρισμό περί έλλειψης δέουσας έρευνας
Επισημαίνεται ότι, το Δικαστήριο στα πλαίσια ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης εξετάζει κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης, ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα.
Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκειται στην διακριτική ευχέρεια του αποφασίζοντος οργάνου και διαφέρει κατά περίπτωση[6].
Ως εκ τούτου, προσέγγισα το θέμα με βάση τα ενώπιόν μου στοιχεία και το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου.
Ειδικότερα, παρατηρώ ότι ο Αιτητής κατά την υποβολή της αίτησής του για διεθνή προστασία δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του λόγω απειλής κατά της ζωής του από τον πατέρα του ο οποίος ήθελε να λάβει την κληρονομιά την οποίαν του άφησε η αποθανούσα μητέρα του. Ως επεξηγεί, προέρχεται από μία πολυγαμική οικογένεια όπου η μητέρα του ήταν η πρώτη σύζυγος και αυτός ο μοναδικός της υιός. Μετά τον γάμο του πατέρα του με τη δεύτερη σύζυγό του, εκείνος απομακρύνθηκε από αυτούς και δεν ενδιαφερόταν για την ευημερία τους. Ως περαιτέρω καταγράφει, λόγω των συγκρούσεων και των παρεξηγήσεων που δημιουργήθηκαν η μητέρα του ανέπτυξε υψηλή πίεση και πέθανε. Μετά τον θάνατό της, αυτός (ο πατέρας του) ήθελε να πάρει τον έλεγχο της περιουσίας της (καταστήματα και διαμερίσματα) με τον ίδιο να διαφωνεί οπόταν ο πατέρας του τον αποκήρυξε, άρχισε να τον κτυπά και να απειλεί τη ζωή του.
Κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξης, ο Αιτητής ανέφερε σχετικά με το προσωπικό του προφίλ ότι γεννήθηκε και μεγάλωσε στο χωριό Obohia Ndoki της τοπικής αρχής Ukwa East LGA, της πολιτείας Abia. Εκεί διέμεινε μέχρι και το 2016 όταν και μετακόμισε στην πολιτεία Imo στο σπίτι του μεγαλύτερου του εξάδελφου, τον οποίον αποκαλεί και αδελφό. Ως προς την οικογενειακή του κατάσταση, ο Αιτητής δήλωσε άγαμος ενώ δήλωσε περαιτέρω ότι ασπάζεται τον χριστιανισμό. Αναφορικά με την οικογένειά του, ο Αιτητής δήλωσε ότι προέρχεται από πολυγαμική οικογένεια με τον πατέρα του να έχει νυμφευτεί δύο συζύγους, η δε μητέρα του είναι η πρώτη του σύζυγος και ο ίδιος το μόνο παιδί του γάμου αυτού. Μετά τη γέννηση του ιδίου και λόγω προβλημάτων που είχε με τη μητέρα του, ο πατέρας του νυμφεύτηκε τη δεύτερη του γυναίκα με την οποίαν απέκτησε ένα κοριτσάκι. Η μητέρα του έχει αποβιώσει, ενώ ο πατέρας του, η μητριά του και η θετή του αδελφή διαμένουν στο χωριό Obohia Ndoki, Abia state. Σήμερα ο ίδιος δε διατηρεί καμία επικοινωνία με τον πατέρα του, έχει ωστόσο επικοινωνία με μέλη της οικογένειας της μητέρας του και κάποιες φορές και με την θετή του αδελφή. Όσον αφορά το μορφωτικό του επίπεδο, ο Αιτητής ολοκλήρωσε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευσή του το 2015. Ως προς την εργασιακή του εμπειρία, ο Αιτητής δήλωσε ότι εργάστηκε για δύο μήνες (Ιούλιο – Αύγουστο 2021) στη Νιγηρία ως βοηθός σε πρατήριο καυσίμων στην πολιτεία Imo, εργασία την οποία του βρήκε ο εξάδελφός του όταν έφυγε από το σπίτι του πατέρα του λόγω των απειλών που δεχόταν.
Αναφορικά με τους λόγους που εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι έπραξε αυτό λόγω των απειλών που δεχόταν από τον πατέρα του λόγω των οποίων δεν μπορούσε να είναι ασφαλής.
Ο Αιτητής ανέφερε ότι όταν γεννήθηκε αντιμετώπιζε πρόβλημα υγείας, καθώς είχε ένα ογκίδιο στην κοιλιά, το οποίο στην κουλτούρα του θεωρείται κατάρα. Αυτό δημιούργησε μίσος από την πλευρά του πατέρα του, ο οποίος ντρεπόταν για αυτόν όσο μεγάλωνε. Ως εξηγεί, η σχέση του με τον πατέρα του ήταν πάντα δύσκολη καθώς εκείνος δεν τον αποδέχθηκε ποτέ πραγματικά. Μετά τον θάνατο της μητέρας του, η κατάσταση χειροτέρεψε καθώς ο πατέρας του, αρχές του Ιουλίου 2021 και προτού αυτός εγκαταλείψει την πολιτεία Imo προσπάθησε να πουλήσει την περιουσία που ανήκε στη μητέρα του, συμπεριλαμβανομένου ενός εστιατορίου που είχε κτίσει. Ο Αιτητής αντιτάχθηκε στην πώληση με αποτέλεσμα ο πατέρας του να τον αποκληρώσει. Αργότερα τον απείλησε, με τον Αιτητή να καταγγέλλει το περιστατικό στην αστυνομία, γεγονός που οδήγησε στην σύλληψη του πατέρα του για τρεις ημέρες. Όταν αφέθηκε ελεύθερος, η συμπεριφορά του έγινε ακόμη πιο βίαιη με αποτέλεσμα ο ίδιος να μετακομίσει στην πολιτεία Imo, στο σπίτι του εξάδελφου του.
Ερωτηθείς περαιτέρω για τις απειλές, ο Αιτητής δήλωσε ότι ο πατέρας του τον απειλούσε λεκτικά με φράσεις όπως «I disowned you, I will kill you one day, I will destroy you», λέγοντας του πως εφόσον ο ίδιος τον κατάγγειλε στην αστυνομία για τον λόγο αυτό «I will make sure you will never stay alive». Ο φόβος για τη ζωή του αυξήθηκε όταν ο πατέρας του τον τραυμάτισε με ένα αντικείμενο που έμοιαζε με μαχαίρι και ο ίδιος προκειμένου να σωθεί πήδηξε από το παράθυρο του σπιτιού του και πήγε στην οικογένεια της μητέρας του, προσθέτοντας ότι δεν πήγε στο νοσοκομείο αλλά πήγε σε ένα φαρμακείο του χωριού το οποίο περιποιήθηκε την πληγή του.
Κατόπιν περαιτέρω ερωτήσεων, ο Αιτητής δήλωσε ότι κατήγγειλε τον πατέρα του στην Αστυνομία και για το γεγονός ότι ήθελε να πωλήσει το εστιατόριο της μητέρας του και μετά την καταγγελία αυτή, η αστυνομία διέταξε τον πατέρα του να μην το πωλήσει, δηλώνοντας ότι μέχρι σήμερα δεν το έχει πωλήσει. Ως δήλωσε στη συνέχεια, πέραν από αυτό το περιστατικό δεν συνέβη κάτι άλλο στον ίδιο.
Στη συνέχεια εξήγησε ότι ο ίδιος δεν είχε πρόθεση να εγκαταλείψει τη χώρα και ότι η οικογένεια της μητέρας του έκανε όλες τις προετοιμασίες για να τον στείλει εκτός χώρας, προκειμένου να προστατευθεί.
Λαμβάνοντας υπόψη ότι αντιδικούσε με τον πατέρα του καθώς δεν ήθελε να πωλήσει το εστιατόριο, και το γεγονός ότι ο ίδιος έχει πλέον εγκαταλείψει τη χώρα, ο Αιτητής ρωτήθηκε επί τούτου, για ποιο λόγο δε συμφώνησε και δεν του επέτρεψε να πωλήσει το εστιατόριο από την αρχή και αντί αυτού αποφάσισε να εγκαταλείψει την χώρα με τον Αιτητή να εξηγεί πως κατά πρώτον, θεωρούσε το εστιατόριο ως το μόνο πράγμα που του απέμεινε από τη μητέρα του, ενώ κατά δεύτερον εφόσον ο πατέρας του δεν ενδιαφερόταν για τη μητέρα του, γιατί να πωλήσει την περιουσία της.
Ερωτηθείς ως προς τις συνέπειες που πιστεύει ότι θα έχει τυχόν επιστροφή του στη Νιγηρία, ο ίδιος δήλωσε ότι θα είναι πολύ άσχημα για τον ίδιο καθώς δεν μπορεί πλέον να επιστρέψει στο χωριό του καθώς ο πατέρας του είναι ήδη εκεί. Πρόσθεσε ότι ίδιος έχει πλέον μεγαλώσει και αυτό του δίνει περισσότερους λόγους για να τον προσβάλλει και να τον πολεμήσει, δηλώνοντας ότι είναι περισσότερο εκτεθειμένος τώρα και ίσως προσπαθήσει να τον σκοτώσει. Δεν έχει πουθενά να πάει και δεν είναι ασφαλής. Αν επιστρέψει θα πρέπει να βρει τρόπο να φύγει και πάλι και πως ακόμα και αν πάει στον εξάδελφό του, αυτός σίγουρα θα μάθει ότι επέστρεψε.
Η αξιολόγηση των ισχυρισμών του Αιτητή από τους Καθ' ων η αίτηση
Προχωρώντας στην αξιολόγηση που διενεργήθηκε, επί των όσων ο Αιτητής παρέθεσε κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του, από τον λειτουργό της EASO, παρατηρώ τα ακόλουθα:
Κατά την αξιολόγηση της αίτησης ασύλου του Αιτητή, ο λειτουργός της EASO σχημάτισε δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς: ο πρώτος αναφορικά με την ταυτότητα, το προφίλ και τη χώρα καταγωγής του Αιτητή, ο δεύτερος αναφορικά με την ισχυριζόμενη δίωξη του Αιτητή υπό μορφή απειλών. Από τον πατέρα του, λόγω ενός εστιατορίου που ανήκε στη μητέρα του. Ο πρώτος ισχυρισμός έγινε αποδεκτός ως αξιόπιστος και τεκμηριωμένος ενώ ο δεύτερος απορρίφθηκε.
Πιο συγκεκριμένα, σε σχέση με το δεύτερο ισχυρισμό, ο λειτουργός ασύλου έκρινε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παράσχει επαρκείς και συγκεκριμένες πληροφορίες που να ενισχύουν την αξιοπιστία του αφηγήματός του. Οι περιγραφές του χαρακτηρίστηκαν από ασάφεια, αντιφάσεις και έλλειψη χρονολογικής συνέπειας, ενώ κρίθηκε ότι ο Αιτητής δεν μπόρεσε να δώσει σαφείς απαντήσεις για την ακριβή τοποθεσία του εστιατορίου, ούτε για την επωνυμία ή το μέγεθός του, καθώς και ότι δεν προσκόμισε κανένα αποδεικτικό έγγραφο που να τεκμηριώνει την ύπαρξη ή την ιδιοκτησία του. Παράλληλα, παρατηρήθηκε ότι, αν και ο Αιτητής ανέφερε ότι ο πατέρας του επιθυμούσε να πουλήσει το εστιατόριο, ο ίδιος παραδέχτηκε ότι δεν είχε κανένα νομικό ή κληρονομικό δικαίωμα επ’ αυτού. Συνεπώς, κρίθηκε ότι δεν στοιχειοθετείται προσωπικό έννομο συμφέρον που να δικαιολογεί τον φόβο δίωξης, ακόμη και στην περίπτωση που ο πατέρας του προχωρούσε στην πώληση. Η αναφορά στο περιστατικό σωματικής βίας δεν τεκμηριώθηκε επαρκώς, καθώς ο Αιτητής δεν προσκόμισε ιατρικά έγγραφα, ούτε απευθύνθηκε σε νοσοκομείο ή αρχές, αλλά φέρεται να έτυχε φροντίδας από κάποιον στο χωριό.
Τέλος, κατά την κρίση του λειτουργού ασύλου, οι αναφορές του Αιτητή στο θέμα της δίωξης από τον πατέρα του δεν παρουσίαζαν εσωτερική συνοχή και αξιοπιστία καθώς δεν παρείχε λεπτομέρειες ικανές να υποστηρίξουν ότι υπήρξε στοχευμένη ή συστηματική δίωξη εις βάρος του. Οι δηλώσεις του χαρακτηρίστηκαν από γενικόλογες διατυπώσεις και ασάφεια, με αποτέλεσμα να μην πείθουν ότι υπήρξε πραγματικός και σοβαρός κίνδυνος δίωξης, ικανός να θεμελιώσει αίτημα διεθνούς προστασίας.
Σε σχέση με την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού του, ο λειτουργός ασύλου έκρινε πως καθώς τα όσα ο Αιτητής ανέφερε στη συνέντευξή του αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη του αιτήματός του, δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι που να δικαιολογούν την οποιαδήποτε ανάλυση των εν λόγω δεδομένων μέσω άλλων πηγών πληροφόρησης.
Κατόπιν των ανωτέρω, ο συγκεκριμένος ισχυρισμός του Αιτητή δεν έγινε αποδεκτός ως αξιόπιστος και απορρίφθηκε.
Κατά την αξιολόγηση κινδύνου, ο λειτουργός ασύλου κατέληξε ότι κατόπιν εξατομικευμένης εξέτασης του αιτήματός του Αιτητή, δεν διαπιστώθηκε ότι ο ίδιος έχει υποστεί στη χώρα καταγωγής του ή πρόκειται να υποστεί σε περίπτωση επιστροφής του οποιασδήποτε μορφής δίωξη ή κίνδυνο σοβαρής βλάβης.
Ακολούθως, κατά τη νομική ανάλυση, το αίτημα διεθνούς προστασίας του Αιτητή απορρίφθηκε τόσο ως προς το προσφυγικό καθεστώς όσο και ως προς τη συμπληρωματική προστασία, καθώς κρίθηκε ότι κανένας φόβος να υποστεί δίωξη με βάση τη Σύμβαση της Γενεύης του 1951, δεν έχει συναχθεί από τα λεγόμενα του Αιτητή. Ως προς τη συμπληρωματική προστασία, ο λειτουργός ασύλου έκρινε ότι ο Αιτητής δεν μπορεί να υπαχθεί στις διατάξεις 15(α) και (β) της Οδηγίας, ενώ σε ότι αφορά τις διατάξεις 15(γ) της Οδηγίας διαπιστώνει ότι σε περίπτωση που ο Αιτητής επιστρέψει στην πολιτεία Abia όπου είναι ο τόπος συνήθους διαμονής του, δεν θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο ούτε θα υποστεί σοβαρή βλάβη υπό τη μορφή σοβαρής και προσωπικής απειλής κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.
Η εκτίμηση του Δικαστηρίου
Αξιολογώντας λοιπόν τα όσα έχουν ανωτέρω αναφερθεί υπό το φως και των νομοθετημένων προνοιών και μελετώντας επισταμένως τόσο την Εισηγητική Έκθεση του λειτουργού, όσο και τους λοιπούς ισχυρισμούς του Αιτητή ως αυτοί παρουσιάστηκαν τόσο κατά την διοικητική διαδικασία όσο και κατά την ενώπιόν μου δικαστική διαδικασία, καταλήγω στα εξής:
Εν πρώτοις, διαπιστώνω, ότι ο λειτουργός ασύλου στην εισηγητική του έκθεση, μολονότι αποδέχθηκε ως αξιόπιστο τον πρώτο ισχυρισμό, προχώρησε στην αξιολόγηση κινδύνου καταλήγοντας ότι δεν προκύπτουν εύλογοι λόγοι να υποστεί ο Αιτητής κίνδυνο σοβαρής βλάβης σε περίπτωση επιστροφής του στην πολιτεία Abia (βλ. ερυθρό 57 του δ.φ.). Η Υπηρεσία Ασύλου έκρινε δηλαδή ως τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του την Πολιτεία Abia της Νιγηρίας, ήτοι τον τόπο γέννησης και πρώτης διαμονής του Αιτητή. Ωστόσο, φρονώ πως η κρίση αυτή, εμφανίζεται εσφαλμένη και σε αναντιστοιχία με τα ίδια τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από τη συνέντευξη του Αιτητή, καθώς και με την έννοια της «τελευταίας συνήθους διαμονής» κατά το προσφυγικό δίκαιο.
Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης, ο Αιτητής δήλωσε ότι γεννήθηκε και μεγάλωσε στο χωριό Obohia Ndoki, στην Πολιτεία Abia, όπου ολοκλήρωσε την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευσή του. Ωστόσο, ανέφερε ρητά ότι από το έτος 2016 και εξής μετέβη στην Πολιτεία Imo, όπου και εγκαταστάθηκε, διαμένοντας μόνιμα στην οικία του εξάδελφού του. Στην Imo State παρέμεινε έως και την έξοδό του από τη Νιγηρία το 2021, χρονικό διάστημα που ανέρχεται σε περίπου πέντε συναπτά έτη. Εκεί εργαζόταν προσωρινά, συντηρούνταν από τον συγγενή του και φαινομενικά είχε διακόψει κάθε σταθερή σύνδεση με τον τόπο καταγωγής του στην Abia. Μάλιστα, από τις δηλώσεις του δεν προκύπτει καμία επιστροφή στην Abia State στο μεσοδιάστημα, ούτε καν προσωρινή ή σύντομη. Το ταξίδι εξόδου του από τη χώρα ξεκίνησε επίσης από την Πολιτεία Imo.
Η έννοια της τελευταίας συνήθους διαμονής στον χώρο του προσφυγικού δικαίου αναφέρεται στον πραγματικό και σταθερό τόπο διαβίωσης του αιτητή πριν την αναχώρησή του από τη χώρα καταγωγής. Δεν περιορίζεται στον τόπο γέννησης ή στις ρίζες, αλλά στον τόπο όπου ο αιτητής διέμενε στην πράξη, ανέπτυσσε κοινωνική ή/και οικονομική δραστηριότητα και είχε πραγματική εγκατάσταση. Στην περίπτωση του Αιτητή, αυτός ο τόπος ήταν αναμφίβολα η Πολιτεία Imo, στην οποία και είχε εγκατασταθεί για πέντε έτη. Η διάρκεια, η σταθερότητα και η λειτουργική του παρουσία εκεί καθιστούν την εν λόγω πολιτεία τον μοναδικό προσδιορισμένο τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής.
Είναι λοιπόν η κατάληξή μου ότι η λανθασμένα αναγωγή στην Abia State ως τόπο επιστροφής του Αιτητή λειτουργεί παραπλανητικά και ενδέχεται να επηρεάζει κρίσιμα την εκτίμηση τόσο του κινδύνου όσο και της δυνατότητας ασφαλούς εσωτερικής μετακίνησης και, συνεπώς, καθιστά προβληματική τη συνολική ορθότητα της διοικητικής κρίσης.
Είναι συνεπώς η κατάληξη μου ότι η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση πάσχει λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας, ως ορθώς ισχυρίζεται και η συνήγορος του Αιτητή, και συνεπαγόμενης πλάνης περί τα πράγματα, σε σχέση με την αξιολόγηση της κατάστασης ασφαλείας στην πολιτεία Abia και όχι στην πολιτεία Imo, η οποία ως προανάφερα θα πρέπει να θεωρείται ως ο τελευταίος τόπος διαμονής του Αιτητή.
Αναφορικά με το δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή, που αφορά τη φερόμενη δίωξή του από τον πατέρα του λόγω οικογενειακής διαμάχης για την ιδιοκτησία ενός εστιατορίου έχω μελετήσει προσεκτικά τα πρακτικά της συνέντευξης του Αιτητή, καθώς και το σύνολο του υλικού που τέθηκε ενώπιόν μου και επισημαίνω τα εξής:
Συντάσσομαι με το συμπέρασμα του λειτουργού ασύλου σχετικά με την απουσία εσωτερικής αξιοπιστίας στον ισχυρισμό του Αιτητή. Ανατρέχοντας στο πρακτικό της συνέντευξής του διαπιστώνω ότι ο λειτουργός ασύλου υπέβαλε επαρκείς ερωτήσεις στον Αιτητή προκειμένου να καλύψει όλα τα επιμέρους ζητήματα που άπτονταν του πυρήνα του αιτήματος διεθνούς προστασίας του, προβαίνοντας σε ερωτήσεις τόσο ανοικτού, όσο και κλειστού τύπου. Διαπιστώνω, επίσης, ότι όντως οι απαντήσεις του Αιτητή σε αρκετές από τις ερωτήσεις στερούνται λεπτομέρειας, επάρκειας πληροφοριών και ευλογοφάνειας και συμφωνώ με τα όσα επισημάνθηκαν από τον λειτουργό ασύλου κατά την αξιολόγηση του ισχυρισμού αυτού (βλ. ερ. 61-59 του δ.φ.).
Είναι και η δική μου παρατήρηση ότι οι πληροφορίες που παρείχε ο Αιτητής είναι γενικές, αόριστες και ανεπαρκώς τεκμηριωμένες. Παρότι ισχυρίζεται ότι ο πατέρας του τον απειλούσε με τη ζωή του, οι απειλές αυτές περιορίζονται σε φραστικές διατυπώσεις («θα σε σκοτώσω», «δεν θα μείνεις ζωντανός») και δεν συνδέονται με συγκεκριμένα, επαναλαμβανόμενα ή σοβαρά περιστατικά που να στοιχειοθετούν συστηματική δίωξη.
Επιπλέον, το περιστατικό βίας που επικαλείται, δηλαδή ότι ο πατέρας του τον τραυμάτισε με αντικείμενο παρόμοιο με μαχαίρι, δεν συνοδεύεται από καμία ιατρική ή άλλη αποδεικτική τεκμηρίωση, ούτε καταγγέλθηκε στις αρμόδιες αρχές. Ο ίδιος μάλιστα δηλώνει ότι δεν χρειάστηκε να πάει σε νοσοκομείο και ότι περιθάλφθηκε από κάποιον στο χωριό, γεγονός που αποδυναμώνει σημαντικά τη σοβαρότητα του ισχυρισμού.
Περαιτέρω, το αφήγημα του Αιτητή παρουσιάζει σημαντικές αντιφάσεις. Από τη μία υποστηρίζει ότι ο πατέρας του είχε προβλήματα μαζί του «από τη γέννησή του», λόγω ενός εξογκώματος στο σώμα του που θεωρούνταν "κατάρα", και από την άλλη αποδίδει την έναρξη των απειλών στον θάνατο της μητέρας του το 2021. Η χρονική αυτή ασυνέπεια εγείρει ερωτήματα ως προς την ειλικρίνεια και τη δομή του ισχυρισμού του.
Αναξιοπιστία εντοπίζεται επίσης στη διαχείριση της πληροφορίας γύρω από το οικογενειακό εστιατόριο, που ο Αιτητής προβάλλει ως το αντικείμενο της σύγκρουσης. Δεν προσφέρει καμία ουσιαστική πληροφορία για τη λειτουργία ή την αξία του καταστήματος – ούτε όνομα, ούτε τοποθεσία, ούτε έγγραφα ιδιοκτησίας ή διαχείρισης. Ο ίδιος μάλιστα παραδέχεται ότι δεν έχει απολύτως κανένα κληρονομικό δικαίωμα επί του καταστήματος, γεγονός που καθιστά την επίκληση της υποτιθέμενης απειλής λόγω της πώλησής του, εντελώς αναίτια και νομικά αβάσιμη. Η επιχειρηματολογία του γύρω από αυτό το ζήτημα είναι ασαφής, ελλιπής και χωρίς εσωτερική λογική συνοχή.
Τέλος, το γεγονός ότι ο Αιτητής έζησε για χρόνια στην Imo State, όπου –κατά δήλωσή του– δεν αντιμετώπισε ουσιώδη προβλήματα και εργαζόταν, ενισχύει την αίσθηση ότι ο κίνδυνος που προβάλλεται δεν ανταποκρίνεται σε πραγματικά περιστατικά καταδίωξης ή προσωπικού φόβου, αλλά σε οικογενειακή σύγκρουση χωρίς διαστάσεις δίωξης κατά την έννοια του προσφυγικού δικαίου.
Σε σχέση με την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού του Αιτητή, δεδομένης της παντελούς έλλειψης εσωτερικής συνοχής εκ της αοριστίας, της γενικότητας και της έλλειψης ευλογοφάνειας που χαρακτηρίζει το αφήγημα του Αιτητή, δεν προκύπτει ανάγκη για περαιτέρω εξέταση της εξωτερικής του συνοχής, με αναφορά σε αξιόπιστες πηγές πληροφόρησης. Επί τούτου, σχετικά είναι τα όσα καταγράφονται στο εγχειρίδιο της EUAA, «Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System»[7], όπου διαλαμβάνονται συγκεκριμένα τα ακόλουθα:
«This will be necessary insofar as the rationale of the judgment relies on the appreciation of conditions prevailing in the country of origin. This would not be the case in all situations. For example, it may well be unnecessary in respect of a negative credibility finding based on a blatant lack of internal consistency or on unsatisfactorily explained discrepancies and variations on the essential elements of a claim, nor a fortiori if an appeal is rejected on inadmissibility grounds.»
Έχοντας πλέον αξιολογήσει τα αποδεικτικά στοιχεία που έχω ενώπιόν μου και εξακριβώσει τα πραγματικά περιστατικά που περιβάλλουν την υπό εξέταση υπόθεση, προχωρώ στην νομική αξιολόγηση των προϋποθέσεων χορήγησης διεθνούς προστασίας και κατά πόσο αυτές πληρούνται στην υπό εξέταση υπόθεση, λαμβάνοντας υπόψη τον μοναδικό αποδεκτό ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή.
Χρήσιμη είναι η επαναφορά στην μνήμη των προνοιών του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου δυνάμει του οποίου:
«3.-(1) Ως πρόσφυγας αναγνωρίζεται το πρόσωπο που, λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγενείας του και δεν είναι σε θέση, ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής, ή πρόσωπο, που δεν έχει ιθαγένεια, το οποίο, ενώ είναι εκτός της χώρας της προηγούμενης συνήθους διαμονής του ως αποτέλεσμα αυτών των καταστάσεων, δεν είναι σε θέση ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο να επιστρέψει σ' αυτή και στο οποίο δεν έχει εφαρμογή το άρθρο 5».
Υπό το φως των προλεχθέντων και λαμβάνοντας υπόψη τον ισχυρισμό του Αιτητή που έχει γίνει αποδεκτός από το παρόν Δικαστήριο, κρίνω ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του στο καθεστώς του πρόσφυγα, καθώς δεν διαπιστώνονται δείκτες κινδύνου έναντι της ζωής του, σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία, ιδιαιτέρως υπό τον ορισμό και προϋποθέσεις του προφίλ του πρόσφυγα, άρθρο 1Α της Συνθήκης της Γενεύης και άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου.
Ως εκ τούτου, απομένει να εξεταστεί το κατά πόσο υπάρχει δυνατότητα να υπαχθεί ο Αιτητής στο καθεστώς της επικουρικής ή αλλιώς συμπληρωματικής προστασίας, ως αυτό καθορίζεται στην εθνική νομοθεσία. Ειδικότερα, το άρθρο 19(1) του περί Προσφύγων Νόμου διαλαμβάνει ότι:
«το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, αναγνωρίζεται σε οποιοδήποτε αιτητή, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή σε οποιοδήποτε αιτητή του οποίου η αίτηση σαφώς δεν βασίζεται σε οποιουσδήποτε από τους λόγους του εδαφίου (1) του άρθρου 3, αλλά σε σχέση με τον οποίο υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να θέσει τον εαυτό του υπό την προστασία της χώρας αυτής.»
Ο ορισμός της «σοβαρής» ή «σοβαρής και αδικαιολόγητης βλάβης» καλύπτει δυνάμει του άρθρου 19(2) εξαντλητικά, τρεις διαφορετικές καταστάσεις, ήτοι :
(α) θανατική ποινή ή εκτέλεση, ή
(β) βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του αιτητή στη χώρα καταγωγής του, ή
(γ) σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.
Ο Αιτητής δεν έχει υποβάλει αλλά ούτε και έχω ενώπιόν μου στοιχεία που να παρέχουν ένδειξη ότι αναμένεται να υποστεί θανατική ποινή ή εκτέλεση αλλά ούτε και βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ούτως ώστε να συντρέχουν οι προϋποθέσεις των εδαφίων (α) και (β) του του άρθρου 19(2).
Εξέτασης συνεπώς χρήζει το εδάφιο (γ) του άρθρου 19(2).
Ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν αναφορικά με την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης επεσήμανε στην απόφαση του CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland[8] ότι συνιστούν:
«(...) μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakite, C-285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών.»
(βλ. σκέψη 43 της απόφασης)
Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στην απόφασή του Sufi and Elmi[9], αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.
Περαιτέρω, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ στην υπόθεση Meki Elgafaji, Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie[10] (έμφαση και υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου):
«33. Αντιθέτως, η κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας βλάβη, καθόσον συνίσταται σε «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» του αιτούντος, αναφέρεται σε ένα γενικότερο κίνδυνο βλάβης.
34. Συγκεκριμένα, η βλάβη αυτή αφορά, ευρύτερα, «απειλή [.]κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» αμάχου και όχι συγκεκριμένες πράξεις βίας. Επιπροσθέτως, η απειλή αυτή είναι συμφυής με μια γενική κατάσταση «διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης». Τέλος, η βία από την οποία προέρχεται η εν λόγω απειλή χαρακτηρίζεται ως «αδιακρίτως» ασκούμενη, όρος που σημαίνει ότι μπορεί να επεκταθεί σε άτομα ανεξαρτήτως των προσωπικών περιστάσεών τους.
35. Στο πλαίσιο αυτό, ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας.
36. Η ερμηνεία αυτή, η οποία δύναται να διασφαλίσει ένα αυτοτελές πεδίο εφαρμογής στο άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, δεν αναιρείται από το γράμμα της εικοστής έκτης αιτιολογικής σκέψης, κατά το οποίο «οι κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται εν γένει ο πληθυσμός ή τμήμα του πληθυσμού μιας χώρας δεν συνιστούν συνήθως, αυτοί καθαυτοί, προσωπική απειλή που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως σοβαρή βλάβη».
37. Συγκεκριμένα, μολονότι η αιτιολογική αυτή σκέψη σημαίνει ότι η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο.
38. Ο εξαιρετικός χαρακτήρας της καταστάσεως αυτής επιρρωννύεται, επίσης, από το γεγονός ότι η οικεία προστασία είναι επικουρική, καθώς και από την οικονομία του άρθρου 15 της οδηγίας, καθόσον η βλάβη, της οποίας τον ορισμό δίνει το άρθρο αυτό υπό τα στοιχεία α΄ και β΄, πρέπει να εξατομικεύεται σαφώς. Μολονότι είναι αληθές ότι στοιχεία που αφορούν το σύνολο του πληθυσμού αποτελούν σημαντικό παράγοντα για την εφαρμογή του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, υπό την έννοια ότι σε περίπτωση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης ο ενδιαφερόμενος, όπως και άλλα πρόσωπα, εντάσσεται στον κύκλο των δυνητικών θυμάτων μιας αδιακρίτως ασκούμενης βίας, εντούτοις, η ερμηνεία της εν λόγω διατάξεως πρέπει να γίνεται λαμβανομένου υπόψη του συστήματος στο οποίο εντάσσεται, δηλαδή σε σχέση με τις λοιπές δύο περιπτώσεις που προβλέπει το άρθρο 15 και, επομένως, να ερμηνεύεται σε στενή συνάρτηση με την εξατομίκευση αυτή.
39. Συναφώς, πρέπει να διευκρινισθεί ότι όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας.».
Εξετάζοντας σήμερα την τρέχουσα κατάσταση ασφαλείας που επικρατεί στον τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή (πολιτεία Imo της Νιγηρίας), όπου δηλαδή ευλόγως αναμένεται ότι θα επιστρέψει, και καθώς τα συμπεράσματά μου επί της αξιοπιστίας του Αιτητή συνάδουν με αυτά του λειτουργού ασύλου κατά την πρωτοβάθμια εξέταση της αίτησής του, αναφέρω τα εξής, τα οποία προκύπτουν από επικαιροποιημένες διεθνείς πηγές:
· Το 2023 οι κύριοι παράγοντες που ενεπλάκησαν σε εντάσεις στη νοτιοανατολική Νιγηρία ήταν οι «αποσχιστικές φατρίες», ή η Ομάδα Αυτοχθόνων του Μπιάφρα (Indigenous People of Biafra - IPOB) και το Ανατολικό Δίκτυο Ασφαλείας (Eastern Security Network - ESN). Οι αποσχιστές του Biafra, που βρίσκονται στη νοτιοανατολική Νιγηρία, περιγράφηκαν ως «ο νόμος πλέον», έχοντας αναλάβει τις εξουσίες των κυβερνητικών αξιωματούχων και των παραδοσιακών ηγετών στην περιοχή. Άγνωστοι ένοπλοι ήταν επίσης παρόντες στη νοτιοανατολική Νιγηρία καθ' όλη τη διάρκεια του 2023, με τη φράση «επιθέσεις από άγνωστους ένοπλους» να χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει τη σεχταριστική βία στη συγκεκριμένη περιοχή.
· Οι κρατικές δυνάμεις ήταν επίσης παρούσες στη νοτιοανατολική Νιγηρία το 2023. Σύμφωνα με την εφημερίδα ‘Premium Times’, η οποία επικαλείται επίσημες πηγές, αναφέρεται ότι την περίοδο μεταξύ 11 Φεβρουαρίου 2024 και 7 Μαρτίου 2024, δυνάμεις ασφαλείας που έδρασαν συνδυαστικά σκότωσαν μεγάλο αριθμό ύποπτων μελών της Ομάδας Αυτοχθόνων του Μπιάφρα (IPOB) και της ένοπλης στρατιωτικής της πτέρυγας, του Ανατολικού Δικτύου Ασφαλείας (ESN), σε διάφορες περιοχές στη νοτιοανατολική Νιγηρία. Σύμφωνα με επίσημη πηγή, οι επιχειρήσεις διεξήχθησαν από την Joint Task Force of Operation Udoka, η οποία αποτελείται από προσωπικό του Νιγηριανού Στρατού, του Νιγηριανού Ναυτικού, της Νιγηριανής Πολεμικής Αεροπορίας και της Αστυνομικής Δύναμης της Νιγηρίας· προσωπικό από την Υπηρεσία Κρατικής Ασφαλείας και το Σώμα Ασφαλείας και Πολιτικής Άμυνας της Νιγηρίας συμμετείχε επίσης. Οι ύποπτες τοποθεσίες του IPOB/ESN εντοπίστηκαν στις κοινότητες Orsu, Eke-Ututu και Ihiteukwa, Ihittenansa, που βρίσκονται στη διοικητική περιοχή Orsu στην πολιτεία Imo. Κατά την ίδια περίοδο, επιπλέον τοποθεσίες καταστράφηκαν στη διοικητική περιοχή Ihiala, στην πολιτεία Anambra.
· Τέλος, σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED τη χρονική περίοδο 07.03.2024 μέχρι τις 07.03.2025 στην πολιτεία Imo της Νιγηρίας καταγράφηκαν συνολικά 109 περιστατικά ασφαλείας και 175 απώλειες ζωών, εκ των οποίων 16 διαμαρτυρίες (καμία απώλεια ανθρώπινης ζωής), 4 εξεγέρσεις (3 απώλειες ανθρώπινων ζωών), 51 μάχες (119 απώλειες ανθρώπινων ζωών), 36 περιστατικά βίας εναντίον αμάχων (53 απώλειες ανθρώπινων ζωών) και 2 περιστατικά έκρηξης/απομακρυσμένης χρήσης βίας (καμία απώλεια ανθρώπινης ζωής).[11] Ο συνολικός πληθυσμός της πολιτείας Imo της Νιγηρίας ανέρχεται σε 5,459,300 κατοίκους σύμφωνα με την πιο πρόσφατη επίσημη εκτίμηση που έγινε το 2022.[12]
Λαμβάνοντας υπόψιν τα παραπάνω δεδομένα δε διακρίνω την ύπαρξη κατάστασης αδιάκριτης βίας λόγω ένοπλης σύρραξης στην πολιτεία Imο, ή έστω αδιάκριτης βίας λόγω ένοπλης σύρραξης η οποία να εξικνείται σε τέτοιο βαθμό ώστε ο Αιτητής λόγω της παρουσίας του και μόνο στο έδαφος της περιοχής αυτής να έρχεται αντιμέτωπος με πραγματικό κίνδυνο σοβαρής απειλής κατά το άρθρο 19 στοιχείο (2)(γ). Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, παρατηρώ ότι αυτός είναι άνδρας, νεαρής ηλικίας, υγιής, ικανοποιητικού μορφωτικού επιπέδου και ικανός προς εργασία, με προηγούμενη, έστω περιορισμένη, εργασιακή εμπειρία στη χώρα καταγωγής του. Επισημαίνω τέλος, ότι δεν έχουν εγερθεί ή/και αναδειχθεί ατομικά χαρακτηριστικά ή στοιχεία του Αιτητή που να υποδηλώνουν και να δείχνουν ειδικώς ότι θα τεθεί σε κατάσταση που αυξάνει τον κίνδυνο σοβαρής βλάβης και δυνατόν να μπορούσε να αντισταθμίσει το επίπεδο αδιάκριτης βίας βάσει της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας.
ΚΑΤΑΛΗΞΗ
Λαμβάνοντας υπόψη τα όσα ανωτέρω αναπτύχθηκαν, είναι η κατάληξή μου ότι ορθώς κρίθηκε και επί της ουσίας ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων και, περαιτέρω, ορθώς θεωρήθηκε ότι δεν κατάφερε να τεκμηριώσει ότι υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, ως αμφότερες αυτές οι έννοιες ορίζονται από την οικεία νομοθεσία (άρθρα 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου).
Καταληκτικά, λαμβάνω υπόψη μου ότι η χώρα καταγωγής του Αιτητή (Νιγηρία), συμπεριλαμβάνεται στις χώρες που έχουν ορισθεί ως ασφαλείς χώρες ιθαγένειας σύμφωνα με το Διάταγμα του Υπουργού Εσωτερικών ημερ. 26.05.2023 (Κ.Π.Δ. 166/2023), αλλά και του πιο πρόσφατου ημερ. 31.05.2024 (Κ.Π.Δ. 191/2024), χωρίς εν προκειμένω ο Αιτητής να προβάλει οποιουσδήποτε ισχυρισμούς ή στοιχεία που αφορούν προσωπικά στον ίδιο και οι οποίοι να ανατρέπουν το τεκμήριο περί ασφαλούς χώρας καταγωγής. Ο κατάλογος των ασφαλών χωρών ιθαγένειας καθορίζεται από τον Υπουργό Εσωτερικών όταν ικανοποιηθεί βάσει της νομικής κατάστασης, της εφαρμογής του δικαίου στο πλαίσιο δημοκρατικού συστήματος και των γενικών πολιτικών συνθηκών ότι στις οριζόμενες χώρες, γενικά και μόνιμα, δεν υφίστανται πράξεις δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3Γ του περί Προσφύγων Νόμου, ούτε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση ή τιμωρία, ούτε απειλή η οποία προκύπτει από την χρήση αδιάκριτης βίας σε κατάσταση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύγκρουσης.
Με βάση συνεπώς το σύνολο των ενώπιόν μου στοιχείων, όπως έχω αναλύσει ανωτέρω, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται.
Ενόψει, ωστόσο, της κατάληξής μου αναφορικά με την πάσχουσα νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης, θεωρώ ορθό και δίκαιο υπό τις περιστάσεις να μην επιδικάσω έξοδα. Υπό το φως της ανάλυσης της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, ως έχει παρατεθεί ανωτέρω, αυτή επικυρώνεται ως προς την κατάληξή της, ήτοι ότι η αίτηση του Αιτητή για διεθνή προστασία απορρίπτεται χωρίς έξοδα.
Ε. Ρήγα, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14 ης Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου», Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2 η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 247 και Π.Δ. Δαγτόγλου, (Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο), σελ. 552
[2] Σύμφωνα με τον Κανονισμό 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 : « Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διαδικαστικοί Κανονισμοί (Αρ.1) του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ΄ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».
[3] Βλ. ενδεικτικά Δημοκρατία ν. Κουκκουρή κ.ά. (1993) 3 Α.Α.Δ. 598
[4] Ζωμενή-Παντελίδου ν. Α.Η.Κ., Υποθ. Αρ. 108/2006, ημερ. 26.07.2007
[5] Άρθρο 11(3) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (N. 73(I)/2018).
[6] Απόφαση αρ. 128/2008 JAMAL KAROU v Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 01.02.2010
[7] EUAA, Evidence and credibility assessment in the context of the Common European Asylum System, February 2023, σ. 169
[10] Απόφαση στην υπόθεση C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.02.2009.
[11] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο: https://acleddata.com/explorer/ (βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Event Types (Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests) DATE RANGE: 07.03.2024 - 07.03.2025, REGION: Africa, COUNTRY: Nigeria ADMIN UNIT: Imo)
[12] City Population, Nigeria, Imo, διαθέσιμο σε, https://www.citypopulation.de/en/nigeria/cities/agglos/
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο