
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση Αρ. 7335/22
05 Μαρτίου 2025
[Α. Α. ΑΓΡΟΤΗ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
Ε. Μ.
Αιτητής
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ’ ων η αίτηση.
…………………….
Αίτηση ημερομηνίας 31/10/2024 για επαναφορά της προσφυγής
Ε. Χαραλάμπους (κα) για Λάζου – Χαραλάμπους ΔΕΠΕ, Δικηγόροι για τον Αιτητή
Ε. Χατζηγιάννη (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ’ ων η αίτηση
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ο Αιτητής με την προσφυγή του προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία περιέχεται σε επιστολή ημερομηνίας 09/11/2022, σύμφωνα με την οποία το αίτημά του για παραχώρηση διεθνούς προστασίας απορρίφθηκε.
Εναντίον της απόφασης των Καθ’ ων η αίτηση ο Αιτητής, μη εκπροσωπούμενος από δικηγόρο, υπέβαλε εμπρόθεσμα τη με τον πιο πάνω αριθμό και τίτλο προσφυγή. Με την ολοκλήρωση των αγορεύσεων των μερών την 01/11/2023 η προσφυγή ορίστηκε για διευκρινήσεις και παρουσίαση διοικητικού φακέλου. Εκείνη την ημέρα το Δικαστήριο αφού άκουσε τους διαδίκους επεφύλαξε την απόφασή του, ωστόσο κατά τη μελέτη της υπόθεσης και στα πλαίσια της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου για πλήρη και ex nunc εξέταση των πραγματικών και νομικών σημείων της υπόθεσης, το Δικαστήριο, στις 07/06/2024, στην παρουσία του Αιτητή, έκρινε ορθό και δίκαιο όπως επανανοίξει την προσφυγή και υποβάλει στον Αιτητή διευκρινιστικές ερωτήσεις με σκοπό την έκδοση της τελικής του απόφασης, ορίζοντας την υπόθεση για κατ΄ουσία Ακρόαση στις 11/09/2024 και ώρα 8.30π.μ.΄
Την 11/09/2024, το Δικαστήριο επιλαμβανόμενο της υπόθεσης, διαπίστωσε ότι παρά την ενημέρωση του Αιτητή από την προηγούμενη δικάσιμο, ο τελευταίος δεν εμφανίστηκε στο Δικαστήριο για προώθηση της υπόθεσής του, ωστόσο έκρινε ορθό και δίκαιο όπως αναβάλει την Ακρόαση σε νέα ημερομηνία δίδοντας σχετικές οδηγίες στο Πρωτοκολλητή για ενημέρωση του Αιτητή. Ο Αιτητής, όπως διαφαίνεται από σχετικό σημείωμα του Πρωτοκολλητείου που βρίσκεται εντός του δικαστικού φακέλου, ενημερώθηκε δεόντως για την νέα ημερομηνία και ώρα της δικασίμου, ήτοι 26/09/2024 και ώρα 11.00 π.μ.
Η μη παρουσία του Αιτητή ενώπιον του Δικαστηρίου στις 26/09/2024 οδήγησε την πλευρά των Καθ’ ων η αίτηση στην υποβολή αιτήματος για απόρριψης της προσφυγής, το οποίο, δεδομένης της για δεύτερη συνεχόμενη φορά απουσίας του Αιτητή χωρίς την οποιαδήποτε ενημέρωση του Δικαστηρίου για τυχόν κώλυμά του να εμφανιστεί αλλά και του προχωρημένου της ώρας, το αίτημα εγκρίθηκε και το Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή του Αιτητή λόγω μη προώθησης επιδικάζοντας έξοδα υπερ της Δημοκρατίας.
Την 31/10/2024, ο Αιτητής, διορίζοντας πλέον δικηγόρο, καταχώρησε την υπό εξέταση αίτηση, αιτούμενος την επαναφορά της προσφυγής του.
Η αίτησή του βασίζεται στα άρθρα 11 και 17 του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμου του 1964 (Ν. 33/64), στους Κανονισμούς 9(6) 10(2) 18 και 19 των Περί Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου Διαδικαστικών Κανονισμών 1962, στον Κανονισμό 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διαδικαστικών Κανονισμών, στους Θεσμούς της Πολιτικής Δικονομίας Δ.33 Θ.Θ. 1,2,4 και 5, Δ.48 Θ.Θ 1, 2 και 9, Δ.57, επί του άρθρου 30(3) του Συντάγματος, επί της πρακτικής του Δικαστηρίου και επί των Γενικών Αρχών του Νόμου, τις αρχές της επιείκειας και τη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου.
Η αίτηση υποστηρίζεται από συνημμένη ένορκη δήλωση του ιδίου του Αιτητή, ο οποίος δηλώνει ότι υπέβαλε την προσφυγή στις 30/11/2022 αυτοπροσώπως εφόσον εξαιτίας οικονομικών δυσκολιών δεν ήταν σε θέση να διορίσει δικηγόρο. Δηλώνει περαιτέρω ότι έκτοτε και μέχρι τις τελευταίες δύο δικασίμους εμφανιζόταν ανελλιπώς στο Δικαστήριο, ενώ περί τον Ιούνιο του 2024 ενημερώθηκε για το επανάνοιγμα της υπόθεσης. Ο ομνύοντας στην παράγραφο 4 της Ένορκης του Δήλωσης, δηλώνει «Ενημερώθηκα από το Πρωτοκολλητείο ότι η υπόθεσή μου ορίστηκε για τις 11/09/2024. Κατ΄ εκείνη την ημερομηνία εμφανίστηκα καθυστερημένα στο Δικαστήριο, εξαιτίας τoυ ότι κατοικώ στη Λάρνακα και υπήρχε καθυστέρηση στην άφιξη του λεωφορείου. Όταν προσήλθα στο Δικαστήριο ενημερώθηκα ότι η υπόθεση ορίστηκε εκ νέου για τις 26/09/2024».Στη δε παράγραφο 5 αναφέρει «Στις 26/09/2024 και πάλι δυστυχώς προσήλθα καθυστερημένα στο Δικαστήριο. Το προηγούμενο βράδυ εργαζόμουν μέχρι αργά, με αποτέλεσμα να μην προλάβω το πρώτο λεωφορείο για τη Λευκωσία. Παρόλα αυτά πήρα το επόμενο δρομολόγιο το οποίο υπό κανονικές συνθήκες θα βρισκόμουν στο Δικαστήριο στις 11:00 όπου και ήταν ορισμένη η υπόθεση. Εξαιτίας όμως καθυστέρησης του δρομολογίου του λεωφορείου, έφθασα καθυστερημένα στο Δικαστήριο και ενημερώθηκα ότι η υπόθεσή μου απορρίφθηκε». [Ο τονισμός του παρόντος Δικαστηρίου]. Τονίζει στη συνέχεια ότι πρόθεσή του ήταν πάντα η προώθηση της υπόθεσής του εξού και παρίστατο σε όλες τις προηγούμενες δικασίμους πλην των δύο τελευταίων καθώς επίσης το γεγονός ότι εξαιτίας των δυσκολιών που είχε να προσέρχεται στο Δικαστήριο, αναζήτησε άμεσα δικηγόρο ώστε να αναλάβει πλήρως την υπόθεση, εξού και διόρισε την κ. Χαραλάμπους η οποία υπέβαλε την υπό εξέταση αίτηση επαναφοράς της προσφυγής χωρίς καθυστέρηση. Τέλος ο ομνύοντας ισχυρίζεται ότι σε περίπτωση που το Δικαστήριο δεν ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια προς έγκριση του αιτήματος του, θα παραβιαστεί το δικαίωμα ακρόασης και το δικαίωμα για δίκαιη δίκη.
Η αίτηση έφερε την αντίδραση των Καθ’ ων η αίτηση, οι οποίοι καταχώρησαν Ειδοποίηση για πρόθεση Ένστασης εισηγούμενοι την απόρριψη της αίτησης του Αιτητή, προβάλλοντας μεταξύ άλλων τους ακόλουθους λόγους:
- Η αίτηση πάσχει δικονομικά και/ή ουσιαστικά.
- Ο Αιτητής δεν προσέρχεται στο Δικαστήριο με καθαρά χέρια και/ή αποκρύπτει ουσιώδη γεγονότα και/ή εσκεμμένα παρουσιάζει τα γεγονότα έτσι που η παρούσα αίτηση καθίσταται κακόπιστη και/ή παραπλανητική.
- Τα πραγματικά περιστατικά που αναφέρονται στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση είναι αντιφατικά, μη εύλογα και ακόμη και αν γίνουν δεκτά στην ολότητά τους δεν δικαιολογούν την επαναφορά της δικαστικής διαδικασίας.
- Σκοπός της παρούσας αίτησης είναι η υπερφαλάγγιση των δικονομικών διατάξεων και η αναγέννηση δικαστικών διαδικασιών.
- Δεν αποκαλύπτεται κανένας λόγος και/ή κανένας καλός λόγος που να επιτρέπει την επαναφορά της προσφυγής και/ή κανένας λόγος που να αποδεικνύει ότι η μη προώθηση δεν ανταποκρίνεται στην πρόθεση εγκατάλειψης της προσφυγής.
- Δεν επιτρέπεται η επαναφορά στις περιπτώσεις που η πρόθεση του Αιτητή είναι η εγκατάλειψη της προσφυγής.
- Με την παρούσα αίτηση σκοπείται η κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας.
- Λάθη και/ή αμέλεια και/ή παράλειψη και/ή ισχυρισμοί ως αναφέρονται στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση δεν συνιστούν νομικό και/ή πραγματικό υπόβαθρο αναγέννησης και/ή επαναφοράς της διαδικασίας,.
- Ο Αιτητής είχε ενημερωθεί για την ημερομηνία και ώρα ορισμού της υπόθεσης και όφειλε να εμφανιστεί ενώπιον του Δικαστηρίου για την προώθηση της υπόθεσής του.
- Δεν έχουν καταδειχθεί οποιεσδήποτε εξαιρετικές συνθήκες και/ή περιστάσεις και/ή το ότι υπήρχε εύλογη αιτία και/ή ουσιαστική αδυναμία που να δύναται να ικανοποιήσει το Δικαστήριο να ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια υπερ της αποδοχής του αιτήματος του Αιτητή.
Την ένσταση των Καθ’ ων η αίτηση συνοδεύει ένορκη δήλωση της κ. Β. Θωμά, δικηγόρου για Γενικό Εισαγγελέα, η οποία υποστηρίζει τους πιο πάνω ισχυρισμούς.
Αγορεύοντας ενώπιον του Δικαστηρίου, οι συνήγοροι των μερών υποστήριξαν εκατέρωθεν τους ισχυρισμούς τους. Η μεν συνήγορος για τον Αιτητή αναγνωρίζει μεν ότι ο Αιτητής απουσίαζε για δύο συνεχόμενες δικασίμους από το Δικαστήριο ωστόσο προωθεί τη θέση ότι ουδέποτε ήταν πρόθεσή του να εγκαταλείψει την προσφυγή του, εμμένοντας στις άμεσες ενέργειες στις οποίες προέβη για την επαναφορά της προσφυγής, η δε κ. Χατζηγιάννη αντιτείνοντας αναφέρεται στην καθυστέρηση του Αιτητή να υποβάλει την υπό εξέταση αίτηση, τονίζοντας ότι στον Αιτητή δόθηκε ήδη η ευκαιρία να παρουσιαστεί και προωθήσει την υπόθεσή του από τις 11/09/2024 δικάσιμος κατά την οποία και πάλιν ήταν απών.
Έχω ακούσει με μεγάλη προσοχή τις θέσεις των διαδίκων όπως έχουν προωθηθεί από τους ευπαίδευτους συνηγόρου τους.
Κατ’ αρχήν θα πρέπει να αναφέρω ότι από μελέτη του δικαστικού φακέλου το Δικαστήριο διαπιστώνει, αντίθετα στις δηλώσεις του Αιτητή, ότι αυτός δεν εμφανίστηκε στο Δικαστήριο ούτε στις 10/01/2023 αλλά ούτε και στις 03/05/2023 ωστόσο το Δικαστήριο και πάλιν επέδειξε ανοχή θεωρώντας ότι δεν είχε εγκαταλείψει το ενδιαφέρον του για προώθηση της υπόθεσης του. Πέραν τούτου, από τα όσα αναφέρονται στην ένορκη δήλωση του Αιτητή, δεν υπάρχει σχετική μαρτυρία ότι αυτός έφθασε εν τέλει στο Δικαστήριο τις 26/09/2024 έστω και καθυστερημένα, αντίθετα για την δικάσιμο της 11ης Σεπτεμβρίου 2024 αποδεικνύεται από το φάκελο του Δικαστηρίου η εμφάνιση του αργότερα και όχι στη καθορισμένη ώρα που σε κάθε όμως περίπτωση δεν απορρίφθηκε η προσφυγή του τότε.
Σύμφωνα με την πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου αίτηση επαναφοράς προσφυγής αντιμετωπίζεται πάντοτε με αυστηρότητα, εφόσον η προθεσμία καταχώρησης προσφυγής στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας, δεν μπορεί να επεκταθεί με οποιοδήποτε τρόπο (βλ. Issam Lotfy Mohamed El Aassy v. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1252/2010, ημερ. 17.5.2011 και Nader Mt Matanes v. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 540/2012, ημερ. 30.11.2012).
Θα πρέπει βέβαια να αναφερθεί πως ακριβώς λόγο της προθεσμίας καταχώρησης προσφυγής λαμβάνεται υπόψη το κατά πόσον υπήρχε πρόθεση εγκατάλειψης της προσφυγής και κατά πόσον ο χρόνος που ο Aιτητής υποβάλλει το αίτημα επαναφοράς του, ήταν εύλογο. Το εύλογο χρονικό διάστημα καταχώρησης αίτησης επαναφοράς μπορεί να καθοριστεί και από τα γεγονότα που ο Aιτητής προωθεί ενώπιον του Δικαστηρίου.
Στην υπό εξέταση περίπτωση η προσφυγή του Αιτητή, απορρίφθηκε στις 26/09/2024 αφού ο ίδιος δεν εμφανίστηκε στο Δικαστήριο για κατ’ ουσία ακρόαση ως οι προηγούμενες οδηγίες του Δικαστηρίου. Μάλιστα το Δικαστήριο όρισε την υπόθεση στις 11:00 πμ αντί της κανονικής ώρας που συνεδριάζει ήτοι 8.30 π.μ ώστε να δοθεί η ευκαιρία στον Αιτητή να εμφανιστεί και να εξεταστεί επί συγκεκριμένων θεμάτων που προέκυψαν κατά τη συγγραφή της απόφασης.
Όπως αναφέρω και στα γεγονότα πιο πάνω, η συγκεκριμένη ημέρα ήταν η δεύτερη κατά σειρά δικάσιμος που η υπόθεση ορίστηκε για Ακρόαση αφού και την προηγούμενη δικάσιμο ο Αιτητής και πάλιν, .όπως και ο ίδιος ενόρκως δηλώνει ήταν απών.
Ο ισχυρισμός του Αιτητή περί του ότι εμφανίστηκε αργοπορημένα δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός καθότι δεν αποδεικνύεται από πουθενά αλλά ούτε και έγινε η οποιαδήποτε προσπάθεια απόδειξης των λεγομένων του για καθυστέρηση στο δρομολόγιο των λεωφορείων από Λάρνακα προς Λευκωσία.
Πρόσθετα διαπιστώνω από την ενώπιον μου μαρτυρία ότι αναζήτησε τις υπηρεσίες δικηγόρου άμεσα εξαιτίας των δυσκολιών που είχε να προσέρχεται στο Δικαστήριο ώστε να αναλάβει πλήρως την υπόθεση, ως χαρακτηριστικά αναφέρει στην παράγραφο 7 της ένορκης του δήλωσης, υποβάλλοντας εν τέλει ένα μήνα αργότερα την υπο εξέταση αίτηση.
Των πιο πάνω λεχθέντων κρίνω ότι ο Αιτητής με την όλη συμπεριφορά του σε σχέση με την υπόθεσή του, ήτοι την μη εμφάνισή του επί δύο συνεχόμενων δικασίμων χωρίς απόδειξη κάποιου ιδιαίτερου κωλύματος, επέδειξε αδιαφορία η οποία προσλαμβάνει μορφή καταφρόνησης της δικαστικής διαδικασίας. Όπως λέχθηκε στην Χ.Π. ν Unigoods Trading Company Ltd (2004) 1 ΑΑΔ 1761, κατ’ αναλογία αντιμετωπίζοντας αίτηση παραμερισμού απόφασης «διαφορετική αντιμετώπιση θα είχε ως αποτέλεσμα η πορεία της δικαστικής διαδικασίας να χαράσσεται ανάλογα με τη διάθεση του εναγόμενου, χωρίς καμία βεβαιότητα για το χρόνο διεκπεραίωσης των δικαστικών υποθέσεων και την διάγνωση των δικαιωμάτων του ενάγοντα».
Πέραν των πιο πάνω, σημαντικό στοιχείο στην εξέταση αίτησης επαναφοράς αποτελεί και η σπουδή με την οποία καταχωρείται μία αίτηση επαναφοράς. Στην προκειμένη περίπτωση, ο Αιτητής αν και όπως ο ίδιος δηλώνει ενημερώθηκε άμεσα για την απόρριψη της προσφυγής του προέβη εν τέλει σε καταχώρηση της επίδικης αίτησης ένα μήνα αργότερα (31/10/2024). Τα όσα αναφέρει σε σχέση με τον χρόνο καταχώρησης της αίτησης, ήτοι αναζήτηση δικηγόρου «για να αναλάβει πλήρως την υπόθεση», εφόσον ο ίδιος αντιμετώπιζε δυσκολίες να προσέρχεται στο Δικαστήριο δεν καταδεικνύουν πραγματικό ενδιαφέρον για την υπόθεσή του, εφόσον η παρουσία του ιδίου ήταν απαραίτητη και όχι συνηγόρου. Η θέση του αυτή, επιβεβαιώνει την αδιαφορία του στην προώθηση της προσφυγής του, ακόμα και πρόθεση εγκατάλειψης της υπόθεσής του, εφόσον επαναλαμβάνω αυτό το οποίο εκκρεμούσε ήταν η κατ’ ουσία εξέταση του ιδίου άρα η δική του παρουσία ενώπιον του Δικαστηρίου.
Τα όσα αναφέρθηκαν στην απόφαση ημερ. 7/08/15 σε αίτηση επαναφοράς της προσφυγής αρ. 1483/13, Εύης Δρουσιώτης και Πανεπιστήμιο Κύπρου, είναι σχετικά, καθώς παρόμοιος ισχυρισμός τέθηκε από την πλευρά του Αιτητή:
«Δεν με βρίσκει σύμφωνη ότι η δικαστική πρακτική πλήττει συνταγματικό δικαίωμα, αυτό της πρόσβασης στη δικαιοσύνη, Άρθρο 30, κατά τρόπο που η δικαστική πρακτική να υπερισχύει του Συντάγματος. Σε κάθε περίπτωση ο αιτητής είχε πρόσβαση στο Δικαστήριο ανεμπόδιστα από την ημέρα καταχώρισης της προσφυγής, 27.5.2013, και ήταν ελεύθερος κατά πάντα χρόνο να την προωθήσει, εντός του ταχθέντος υπό του Δικαστηρίου χρόνου και αναλόγως των οδηγιών του, ώστε να ανταποκριθεί και να εξασφαλίσει την προστασία που το Σύνταγμα του παρέχει και της θεραπείας που δυνατόν να πετύχει δυνάμει του Άρθρου 146(4) του Συντάγματος. Το δικαίωμα δεν μπορεί να είναι ούτε απεριόριστο, ούτε και ανεξέλεγκτο, σε σημείο που να συνιστά κατάχρηση της διαδικασίας. Το δικαίωμα του αιτητή προστατεύεται εφόσον προωθεί νομοτύπως την προσφυγή του και δεν δικαιούται να παρακάμπτει τις διαδικασίες και οδηγίες του Δικαστηρίου. Διαφορετικά θα υπάρχει καταστρατήγηση του δικαιώματος για διαπίστωση των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων αμφοτέρων, διοίκησης και διοικούμενου εντός ευλόγου χρόνου, σύμφωνα με το Άρθρο 30(2) του Συντάγματος και κατ΄ επέκταση πλημμέλεια του Δικαστηρίου να τηρήσει τις προθεσμίες.
[………….]
Υπό τις περιστάσεις κρίνω ότι ουσιαστικά ο αιτητής δια της συμπεριφοράς του, όπως περιγράφηκε ανωτέρω, λειτούργησε περιφρονητικά προς τις οδηγίες του Δικαστηρίου κατά τρόπο που αντικειμενικά δύναται να θεωρηθεί ότι δεν ενδιαφερόταν κατ΄ ουσίαν να προωθήσει την προσφυγή του.»
Η εξουσία του Δικαστηρίου να διατάξει επαναφορά της προσφυγής αποτελεί μέρος των συμφυών εξουσιών του. Παραπέμπω στην απόφαση Panayiotis Tsingi v. Republic (1984) 3 C.L.R. 1262. Πρόσθετη πηγή εξουσίας επί του προκειμένου παρέχει η Δ.33, θ.5 των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας στο βαθμό που οι περιστάσεις επιτρέπουν την εφαρμογή της σε διαδικασίες προσφυγών κάτω από το άρθρο 146 του Συντάγματος. Μόνο όπου λόγοι πέραν της θελήσεως του διαδίκου εμποδίζουν την άσκηση του δικαιώματος αυτού, εγείρεται θέμα επαναφοράς της προσφυγής του, γιατί, σ' εκείνη την περίπτωση, τεκμαίρεται ότι ο διάδικος στερήθηκε της ευκαιρίας να παρουσιάσει την υπόθεσή του. Αυτό δεν συμβαίνει εκεί όπου η μη άσκηση του δικαιώματος οφείλεται σε αδιαφορία, αμέλεια, ή σφάλμα του. Το γεγονός ότι για δύο συνεχόμενες όπως τονίζει ο ίδιος, δικασίμους υπήρξε καθυστέρηση στο δρομολόγιο των λεωφορείων δεν ικανοποιεί το Δικαστήριο, εφόσον ειδικότερα για την δεύτερη φορά, ήτοι στις 26/09/2024 η υπόθεσή του προγραμματίστηκε για τις 11.00 π.μ. δίδοντας την ευκαιρία στον Αιτητή να εμφανιστεί έχοντας μπροστά του τον απαραίτητο χρόνο να προβεί σε ενέργειες για την έγκαιρη παρουσία του ενώπιον του Δικαστηρίου.
Στην προκείμενη περίπτωση, δεν έχει τεκμηριωθεί λόγος που θα μπορούσε να δικαιολογήσει την επαναφορά της προσφυγής, υπό το φως των γεγονότων που έχουν αναφερθεί πιο πάνω. Διασφαλίστηκε το δικαίωμα του Αιτητή να προβάλει την υπόθεσή του ενώπιον του Δικαστηρίου και δεν το άσκησε. Η απόρριψη της προσφυγής του ήταν το αποτέλεσμα των δικών του παραλείψεων και το επακόλουθο της εφαρμογής των σχετικών διαδικαστικών διατάξεων.
Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, η υπό εξέταση αίτηση δεν μπορεί να επιτύχει διότι δεν έχει υποστηριχτεί με επάρκεια ούτε το Δικαστήριο έχει ικανοποιηθεί ότι ο Αιτητής όντως δεν είχε πρόθεση να εγκαταλείψει την προσφυγή του.
Για τους λόγους που έχω αναφέρει ανωτέρω, η αίτηση επαναφοράς απορρίπτεται, με €200 έξοδα, υπέρ των Καθ' ων η αίτηση και εναντίον του Αιτητή.
Α. ΑΓΡΟΤΗ, Δ ΔΔΔΠ.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο