
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
28 Μαρτίου, 2025
[Ε. ΡΗΓΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
R.O.
από Νγηρία
Αιτητής
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η Αίτηση
Δικηγόρος για Αιτητή: Ν. Ευαγγέλου (κα) για Κ. Νικολάου (κα)
Δικηγόρος για Καθ’ ων η αίτηση: Χρ. Δημητρίου (κα) για Ν. Κουρσάρης, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας
ΑΠΟΦΑΣΗ
Ε. ΡΗΓΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Η απόφαση των Καθ’ ων η αίτηση ημερ. 25.22.2022 με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του Αιτητή για διεθνή προστασία, καθότι κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, Ν. 6(Ι)/2000, ως έχει τροποποιηθεί (στο εξής αναφερόμενος ως «ο περί Προσφύγων Νόμος»), αποτελεί το αντικείμενο της υπό εξέταση προσφυγής.
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Ο Αιτητής κατάγεται από τη Νιγηρία την οποία εγκατέλειψε στις 11.02.2020 και εισήλθε, δια θαλάσσης στις 19.02.2020 στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας περιοχές χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα. Στις 19.02.2020 υπέβαλε αίτηση ασύλου, παρέστη στη συνέχεια στις 12.08.2022 σε συνέντευξη με λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, ενώ στις 21.11.2022 υποβλήθηκε Έκθεση/Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου με εισήγηση της απόρριψη της υποβληθείσας αίτησης. Η εν λόγω εισήγηση εγκρίθηκε στις 25.11.2022 από τον ασκούντα καθήκοντα Προϊσταμένου λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου, ο οποίος αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή. Με την υπό κρίση προσφυγή ο Αιτητής αμφισβητεί τη νομιμότητα της εν λόγω απόφασης.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Ο Αιτητής, μέσω της συνηγόρου του, προέβαλε στα πλαίσια τόσο του εισαγωγικού δικογράφου της διαδικασίας όσο και της γραπτής του αγόρευσης πλείονες λόγους ακυρώσεως, τους οποίους ωστόσο απέσυρε κατά το στάδιο των Διευκρινίσεων και περιορίστηκε μόνο στην προώθηση ισχυρισμού περί έλλειψης δέουσας έρευνας.
Από την πλευρά τους οι Καθ΄ ων η αίτηση υπεραμύνθηκαν, δια της προφορικής τους αγόρευσης, της νομιμότητας της επίδικης πράξης, ισχυριζόμενοι ότι αυτή έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις νομοθετημένες διατάξεις, μετά από δέουσα έρευνα και ορθή ενάσκηση των εξουσιών που τους παρέχει ο νόμος και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης. Επισημαίνουν ότι οι ισχυρισμοί του Αιτητή περιστρέφονται γύρω από τη γενική κατάσταση ασφαλείας της Νιγηρίας, χωρίς να προβάλλει, εξατομικευμένα, λόγους οποίοι να καθιστούν τη χώρα μη ασφαλής για τον ίδιο, η δε χώρα του, έχει ενταχθεί σύμφωνα και με το πρόσφατο διάταγμα του Υπουργού Εσωτερικών ημερ. 31.05.2024 (Κ.Δ.Π. 191/2024).
ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΚΑΤΕΡΩΘΕΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ
Αναφορικά με τον εναπομείναντα λόγο ακυρώσεως περί έλλειψης δέουσας έρευνας, επισημαίνω ότι αυτός προωθείται με γενικότητα και αοριστία χωρίς οποιαδήποτε εξειδίκευση σε συνάρτηση με τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης του Αιτητή, πολλώ μάλλον κατά τρόπο που να προκύπτει ο πυρήνας του αιτήματός του και να δικαιολογεί την αναγνώριση πρόσφυγα ή την απόδοση καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει των άρθρων 3 και 19 του περί
Προσφύγων Νόμου[1]. Πράττει δε τούτο, αντίθετα με τα όσα επιτάσσει ο Κανονισμός 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962[2] και παρά την πάγια επί του θέματος θέση της νομολογίας, η οποία έχει πλειστάκις επισημανθεί και από το παρόν Δικαστήριο ως προς την απαίτηση για αιτιολόγηση των νομικών σημείων της αίτησης ακυρώσεως, ούτως ώστε αυτά να μπορούν να τύχουν εξέτασης από το Δικαστήριο[3]. Δεν αρκεί συνεπώς η γενικόλογη και αόριστη επιχειρηματολογία περί έλλειψης δέουσας έρευνας και αιτιολογίας χωρίς ταυτόχρονα την εξειδίκευση και αναφορά στα γεγονότα της εξεταζόμενης υπόθεσης και στη βάση ποιας συγκεκριμένης επιχειρηματολογίας προωθείται ο συγκεκριμένος λόγος ακυρώσεως[4].
Σε κάθε περίπτωση ενόψει και της υποχρέωσης που έχει το παρόν Δικαστήριο να προβαίνει σε έλεγχο τόσο της νομιμότητας όσο και της ορθότητας κάθε προσβαλλόμενης απόφασης, εξετάζοντας πλήρως και από τούδε και στο εξής (ex nunc) τα γεγονότα και τα νομικά ζητήματα που τη διέπουν[5], θα προχωρήσω να εξετάσω την ουσία της υπόθεσης αυτής, σε συνάρτηση και με τον έστω γενικόλογο ισχυρισμό περί έλλειψης δέουσας έρευνας.
Έχοντας λοιπόν εξετάσει την προσβαλλόμενη απόφαση υπό το πρίσμα όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου και το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου, διαπιστώνω τα ακόλουθα:
Ο Αιτητής στα πλαίσια της καταχωρισθείσας αίτησής του και ως προς τους λόγους που εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, κατέγραψε ότι η κοινότητα του δέχθηκε επίθεση από την Boko Haram, σκότωσαν πολλούς από την κοινότητά του, είδε τα σπίτια και τους φίλους του να καίγονται, καταγράφοντας καταληκτικά ότι έπρεπε να τρέξει για την ασφάλειά του, προσθέτοντας ότι οι δυσκολίες τον οδήγησαν στο να επιστρέψει στη φάρμα.
Ακολούθως, κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξής του, ο Αιτητής δήλωσε υπήκοος Νιγηρίας, γεννηθείς στην πόλη Agbor, της τοπικής αρχής Ika North, της πολιτείας Delta, από την οποία μετοίκησε όταν ήταν παιδί στην Aniocha South όπου πήγαινε δημοτικό σχολείο και ξαναγύρισε και διέμενε στον τόπο καταγωγής του στην πόλη Agbor μέχρι και την ημέρα αναχώρησης του από τη Νιγηρία. Δήλωσε ότι είναι χριστιανός και ανήκει στη φυλή Igbo, ενώ αναφορικά με την οικογενειακή του κατάσταση ισχυρίστηκε ότι είναι άγαμος. Ο πατέρας του απεβίωσε από καρδιακή προσβολή όταν ήταν παιδί, ενώ πίσω στη χώρα καταγωγής του άφησε τη μητέρα και τα πέντε (5) αδέλφια του, οι οποίοι διαμένουν στην πολή Agbor με τους οποίους διατηρεί επικοινωνία μέχρι και σήμερα (12.08.2022, ημερομηνία της συνέντευξης). Ως προς το μορφωτικό του επίπεδο σύμφωνα με τις δηλώσεις του, ολοκλήρωσε την τριτοβάθμια εκπαίδευση χωρίς ωστόσο να θυμάται την ημερομηνία αποφοίτησής του, ενώ δεν μπορούσε να ανακαλέσει την ονομασία και την τοποθεσία του πανεπιστημίου (βλ. ερ. 21- 5Χ και 6Χ). Ως προς την επαγγελματική του εμπειρία, ο Αιτητής δήλωσε ότι μετά την ολοκλήρωση της πανεπιστημιακής εκπαίδευσής του, εργαζόταν για οκτώ (8) χρόνια στην πόλη Agbor ως σιδηρουργός ενώ διατηρούσε αυτή την εργασία μέχρι και την εγκατάλειψη της χώρας καταγωγής του.
Αναφορικά με τους λόγους εγκατάλειψης της χώρας καταγωγής του, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι η ζωή του βρισκόταν σε κίνδυνο λόγω της γενικής κατάστασης στη Νιγηρία προσθέτοντας ότι γενικά οι άνθρωποι σκοτώνουν ο ένας τον άλλον και ότι μπορεί κανείς να δει πτώματα στους δρόμους. Υποστήριξε ότι στη Νιγηρία δεν υπάρχει νόμος, υπάρχουν πάρα πολλά προβλήματα και ότι οι πολιτικές παρατάξεις πολεμούν μεταξύ τους. Δήλωσε ότι κανείς δεν νοιάζεται αν πεινάς, δεν υπάρχουν σχολεία στη Νιγηρία και δεν είναι ασφαλής. Τόνισε ότι παρακολουθεί καθημερινά τις εξελίξεις στη χώρα του μέσω των ειδήσεων και ότι γι’ αυτό ήρθε στην Κύπρο για να ζητήσει διεθνή προστασία καθώς στη Νιγηρία ένιωθε ανασφαλής.
Όταν ρωτήθηκε κατά πόσο υπάρχει οποιοσδήποτε άλλος λόγος που τον οδήγησε την εγκατάλειψη της Νιγηρίας ο Αιτητής τοποθετήθηκε αρνητικά, δηλώνοντας ότι έφυγε από τη χώρα του εξαιτίας της γενικής κατάστασης. Ως δήλωσε, ο ίδιος δεν είχε ποτέ συλληφθεί ή τεθεί υπό κράτηση για οποιονδήποτε λόγο ενώ δεν είχε ποτέ προβλήματα με την αστυνομία ή την κυβέρνηση. Ερωτηθείς κατά πόσο είχε κάποιο σχέδιο σε περίπτωση που δεν μπορούσε να φύγει, απάντησε αρνητικά ενώ ούτε θα ήταν, ως δήλωσε ασφαλής αν μετακόμιζε στην πολιτεία Lagos, λέγοντας ότι πουθενά στη Νιγηρία δεν είναι ασφαλές και αυτός ήταν και ο λόγος που ήλθε στην Κύπρο, επειδή ήθελε να είναι ασφαλής.
Κατόπιν περαιτέρω διερευνητικών ερωτήσεων από τον λειτουργό ασύλου, και ερωτηθείς ως προς το κατά πόσο συνέβη κάτι στον ίδιο προσωπικά ο Αιτητής τοποθετήθηκε αρνητικά δηλώνοντας «No nothing happened to me in a personal way. No one approached me». Όταν ρωτήθηκε αν συμπλήρωσε ο ίδιος την αίτηση του για άσυλο, απάντησε θετικά, επιβεβαιώνοντας ότι την υπέγραψε και ότι γνωρίζει τι είναι γραμμένο σε αυτήν.
Ωστόσο, όταν ρωτήθηκε αν θυμάται τι έγραψε στην αίτησή του ως προς τον λόγο για τον οποίο εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, δήλωσε πως δε θυμάται. Του επισημάνθηκε ότι στην αίτησή του ανέφερε συγκεκριμένη επίθεση στην περιοχή όπου ζούσε από την Boko Haram, χωρίς όμως να το αναφέρει κατά τη διάρκεια της συνέντευξης. Ο Αιτητής διευκρίνισε τότε ότι η αναφορά του στην Boko Haram είναι γενική καθώς ο ίδιος δεν είχε κάποια προσωπική διαμάχη με την οργάνωση αυτή. Όταν του ζητήθηκε να σχολιάσει συγκεκριμένη κατάσταση που ανέφερε στην αίτηση, δηλαδή ότι έφυγε από το σπίτι ενός φίλου και είδε σπίτια να καίγονται, απάντησε ότι αυτό ήταν μια γενική κατάσταση που παρατήρησε.
Όταν ρωτήθηκε γιατί πιστεύει ότι η Boko Haram θα τον σκοτώσει αν επιστρέψει, δεδομένου ότι έμενε στην πόλη Agbor έως τον Φεβρουάριο του 2020 και τίποτα δεν του είχε συμβεί, απάντησε ότι δεν μπορείς να ξέρεις πότε θα σου επιτεθούν.
Όταν ο λειτουργός ασύλου του επισήμανε ότι η Boko Haram δραστηριοποιείται κυρίως στη Βορειοανατολική Νιγηρία, ενώ εκείνος διαβιούσε στη Delta State, ο Αιτητής δήλωσε ότι η Boko Haram είναι παντού στη Νιγηρία και ότι η χώρα δεν είναι ασφαλής. Περαιτέρω, σύμφωνα με τα όσα ο ίδιος δήλωσε δεν είχε ποτέ προβλήματα με την κυβέρνηση ή την αστυνομία, δηλώνοντας περαιτέρω ότι οι αρχές της χώρας του θα του επιτρέψουν την είσοδο του σε αυτήν σε περίπτωση επιστροφής του. Ερωτηθείς ως προς τις συνέπειες τις οποίες αναμένεται να αντιμετωπίσει σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα, ο Αιτητής δήλωσε ότι δεν υπάρχει ασφάλεια στη Νιγηρία, δεν ξέρεις πότε θα πεθάνεις, κανείς δε συλλαμβάνεται ενώ η κυβέρνηση αδυνατεί να προστατέψει τους πολίτες της. Σε περαιτέρω ερώτηση του λειτουργού ως προς το τι πιστεύει ότι θα του συνέβαινε εάν δεν έφευγε, ο Αιτητής δήλωσε πως: «I could be dead because there is no law in Nigeria».
Ο λειτουργός ασύλου, εξετάζοντας τους ισχυρισμούς του Αιτητή, σχημάτισε δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς: ο πρώτος αναφορικά με την ταυτότητα, τη χώρα καταγωγής και τα προσωπικά στοιχεία του ο οποίος και έγινε αποδεκτός και ο δεύτερος αναφορικά με τον ισχυριζόμενο φόβο δίωξης του Αιτητή λόγω της γενικής κατάστασης που επικρατεί στη Νιγηρία, ο οποίος απορρίφθηκε ως εσωτερικά και εξωτερικά αναξιόπιστος.
Συγκεκριμένα, σε σχέση με τον δεύτερο αυτό ισχυρισμό, ο λειτουργός ασύλου επισήμανε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες σε θέματα που άπτονται στον υπό ισχυρισμό φόβο δίωξής του, ενώ την ίδια στιγμή απουσίαζε το στοιχείο της ευλογοφάνειας. Παράλληλα ο Αιτητής δεν μπορούσε να απαντήσει σε βασικά ερωτήματα, δίνοντας γενικές και αόριστες απαντήσεις, ενώ οι ισχυρισμοί του στηρίζονται σε υποθετικό σενάριο, χωρίς να συντρέχει οποιοδήποτε περιστατικό στο οποίο να στηρίζεται δικαιολογημένος φόβος δίωξης. Αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού του, ο λειτουργός ασύλου, ανέτρεξε σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης οι οποίες επιβεβαιώνουν ότι η Boko Haram, δρα κυρίως στη Βορειοανατολική Νιγηρία (πολιτείες Borno, Adamawa και Yobe). Αντίθετα, η πολιτεία Delta, στην οποία ζούσε ο Αιτητής, δεν είναι περιοχή δραστηριοποίησης της Boko Haram. Κατέληξε συνεπώς ο λειτουργός ασύλου ότι ο ισχυρισμός του Αιτητή για επιθέσεις της Boko Haram στην περιοχή του έρχεται σε αντίθεση με διεθνείς πηγές που υποστηρίζουν ότι η οργάνωση αυτή δε δραστηριοποιείται στη Νότια Νιγηρία.
Ενόψει των πιο πάνω, ο ισχυρισμός του Αιτητή απορρίφθηκε ως εσωτερικά και εξωτερικά αναξιόπιστος.
Κατά την αξιολόγηση κινδύνου, η λειτουργός ασύλου κατέληξε ότι κατόπιν εξατομικευμένης εξέτασης του αιτήματός του Αιτητή, δεν διαπιστώθηκε ότι ο ίδιος έχει υποστεί στη χώρα καταγωγής του ή πρόκειται να υποστεί σε περίπτωση επιστροφής του οποιασδήποτε μορφής δίωξη ή κίνδυνο σοβαρής βλάβης.
Κατόπιν νομικής ανάλυσης, το αίτημα διεθνούς προστασίας του Αιτητή απορρίφθηκε τόσο ως προς το προσφυγικό καθεστώς όσο και ως προς τη συμπληρωματική προστασία, καθώς κρίθηκε ότι κανένας φόβος να υποστεί δίωξη με βάση τη Σύμβαση της Γενεύης του 1951, δεν έχει συναχθεί από τα λεγόμενα του Αιτητή. Ως προς τη συμπληρωματική προστασία, ο λειτουργός ασύλου έκρινε ότι ο Αιτητής δεν μπορεί να υπαχθεί στις διατάξεις 15(α) και (β) της Οδηγίας, ενώ σε ότι αφορά τις διατάξεις 15(γ) της Οδηγίας διαπιστώνει ότι σε περίπτωση που ο Αιτητής επιστρέψει στην πολιτεία Delta όπου είναι ο τόπος διαμονής του, δεν θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο ούτε θα υποστεί σοβαρή βλάβη υπό τη μορφή σοβαρής και προσωπικής απειλής κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.
Η εκτίμηση του Δικαστηρίου
Αξιολογώντας λοιπόν τα όσα έχουν ανωτέρω αναφερθεί υπό το φως και των νομοθετημένων προνοιών και μελετώντας επισταμένως τόσο την Εισηγητική Έκθεση της λειτουργού ασύλου όσο και τους λοιπούς ισχυρισμούς του Αιτητή ως αυτοί παρουσιάστηκαν τόσο κατά την διοικητική διαδικασία όσο και κατά την ενώπιόν μου δικαστική διαδικασία, καταλήγω στα εξής:
Συμφωνώ και συντάσσομαι με την κρίση των Καθ' ων η αίτηση ως προς την αξιοπιστία του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού τον οποίον και αποδέχομαι.
Αναφορικά με τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή, έχοντας εξετάσει τα όσα ο Αιτητής δήλωσε κατά τη συνέντευξή του, φρονώ πως η εσωτερική αξιοπιστία του αναφορικά με τον ισχυρισμό του περί ανασφάλειας και κινδύνου στη Νιγηρία παρουσιάζει σοβαρές αδυναμίες, αντιφάσεις και ασάφειες, οι οποίες μειώνουν την πειστικότητα της αφήγησής του. Αρχικά, η γενική εικόνα που παρουσίασε ο Αιτητής για τη Νιγηρία είναι υπερβολικά αόριστη και δραματοποιημένη, χωρίς να συνοδεύεται από προσωπικές εμπειρίες ή συγκεκριμένα περιστατικά. Ισχυρίστηκε ότι η χώρα του είναι πλήρως ανεξέλεγκτη, ότι δεν υπάρχει νόμος, ότι παντού υπάρχουν πτώματα και ότι κανείς δεν είναι ασφαλής. Αυτές οι δηλώσεις μπορεί να αντικατοπτρίζουν το γενικό κλίμα ανασφάλειας που υπάρχει σε κάποιες περιοχές της Νιγηρίας, αλλά δεν συνοδεύτηκαν από συγκεκριμένες προσωπικές εμπειρίες που να καθιστούν εύλογο το αφήγημα ότι ο ίδιος κινδύνευσε άμεσα. Αντίθετα, όταν ερωτήθηκε αν του είχε συμβεί κάτι προσωπικά, απάντησε κατηγορηματικά αρνητικά. Αυτή η απόκλιση δημιουργεί ένα σημαντικό πρόβλημα εσωτερικής συνέπειας.
Επιπλέον, ένας κρίσιμος παράγοντας που μειώνει την αξιοπιστία του είναι ότι ανέφερε διαφορετικούς λόγους διαφυγής σε διαφορετικές στιγμές. Συγκεκριμένα, στην αρχή της συνέντευξης, υποστήριξε ότι έφυγε λόγω της γενικής ανασφάλειας. Ωστόσο, όταν του επισημάνθηκε ότι στην αίτησή του είχε αναφέρει επίθεση από την Boko Haram, φάνηκε να μην το θυμάται. Όταν ρωτήθηκε γιατί δεν αναφέρθηκε σε αυτήν την επίθεση κατά τη συνέντευξη, ισχυρίστηκε ότι μιλούσε γενικά για την κατάσταση στη χώρα και ότι η Boko Haram απλώς περιλαμβάνεται σε αυτήν. Αυτή η απάντηση δημιουργεί σοβαρές αμφιβολίες, καθώς δείχνει είτε ότι κατασκεύασε ή μεγαλοποίησε την αρχική του αφήγηση για να ενισχύσει την αίτησή του, είτε ότι δεν θυμόταν τι είχε δηλώσει, κάτι που υπονομεύει την εσωτερική συνοχή της αφήγησής του.
Μια άλλη σημαντική αντίφαση αφορά τη γεωγραφική αναντιστοιχία μεταξύ της τοποθεσίας διαμονής του και της παρουσίας της Boko Haram. Σύμφωνα με εξωτερικές πηγές, η Boko Haram δραστηριοποιείται κυρίως στη βορειοανατολική Νιγηρία, ενώ ο αιτητής ζούσε στο Edo State (νότια Νιγηρία) και αργότερα στο Delta State (νοτιοανατολική Νιγηρία). Όταν του επισημάνθηκε ότι η Boko Haram δεν δραστηριοποιείται στις περιοχές όπου ζούσε, δεν μπόρεσε να δώσει πειστική εξήγηση, παρά μόνο δήλωσε ότι «δεν ξέρεις πότε θα σου επιτεθούν». Αυτή η δήλωση είναι προβληματική, καθώς έρχεται σε αντίθεση με τη δομή και τον τρόπο δράσης της Boko Haram, η οποία δεν επιχειρεί σε τυχαίες περιοχές της χώρας, αλλά δρα σε συγκεκριμένες πολιτείες όπου έχει παρουσία και υποδομή.
Επιπλέον, η εξέλιξη της αφήγησής του εγείρει ερωτήματα. Αρχικά, είπε ότι έφυγε από τη χώρα επειδή ήθελε να είναι ασφαλής. Στη συνέχεια, όταν του επισημάνθηκε η αναφορά -στο πλαίσιο της υποβληθείσας αίτησής του- στην Boko Haram, ισχυρίστηκε ότι έφυγε λόγω επίθεσης που είχε δει σε σπίτια. Στη συνέχεια, όταν ρωτήθηκε αν του είχε συμβεί κάτι προσωπικά, ανέφερε ότι τίποτα δεν του είχε συμβεί, αναιρώντας τον προηγούμενο ισχυρισμό του. Αυτές οι αλλαγές στη μαρτυρία του δείχνουν έλλειψη σταθερότητας και συνοχής, γεγονός που αποδυναμώνει την αξιοπιστία του.
Εξετάζοντας τώρα την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού του, ως προς τη γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στη Νιγηρία, διαπιστώνω τα ακόλουθα, ως αυτά προκύπτουν από επίσημες πηγές πληροφόρησης:
· βάσει του Portal RULAC (Rule of Law in Armed Conflict) της Ακαδημίας της Γενεύης, η Νιγηρία είναι αναμεμειγμένη σε δύο παράλληλες μη διεθνείς ένοπλες συρράξεις ενάντια στις μη κρατικές ένοπλες ομάδες Boko Haram και ISWAP (Islamic State in West Africa Province)[6].
· Η Boko Haram δρα στις πολιτείες Borno, Yobe, και Adamawa. Το 2019, παρατηρήθηκε αναζωπύρωση και κλιμάκωση της κρίσης της Boko Haram σε ολόκληρη τη βορειοανατολική Νιγηρία και από το 2019 επεκτάθηκε στη βορειοδυτική Νιγηρία με επιθέσεις που έλαβαν χώρα στην Kaduna, Katsina, Sokoto και Zamfara[7].
· Ο στρατιωτικός εξοπλισμός και ο οπλισμός της Boko Haram περιλαμβάνει AK47, αυτοσχέδιους εκρηκτικούς μηχανισμούς, χειροβομβίδες, όλμους, βόμβες βενζίνης και οχήματα Hilux. Επιπλέον, έχει αναφερθεί ότι χρησιμοποιεί χειροβομβίδες με ρουκέτες και ενδέχεται να έχει τη δυνατότητα κατασκευής όπλων[8].
· Οι εν λόγω συγκρούσεις περιορίζονται στις εν λόγω περιοχές της χώρας και δεν εκτείνονται στο τόπο προηγούμενης συνήθους διαμονής του Αιτητή, ήτοι την πολιτεία Delta.
Προκύπτει από τα ως άνω ότι οι συγκρούσεις που παρατηρούνται στη Νιγηρία περιορίζονται σε συγκεκριμένες περιοχές της χώρας και δεν εκτείνονται στον τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή. Κατά τούτο η εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού του δε θεμελιώνεται.
Συμπερασματικά, η εσωτερική αξιοπιστία του Αιτητή κλονίζεται από σοβαρές αντιφάσεις, υπερβολές, έλλειψη λεπτομερειών και αλλαγές στη μαρτυρία του, ενώ οι προσωπικές του αφηγήσεις δεν είναι συνεκτικές ούτε ευλογοφανείς. Η αδυναμία του να εξηγήσει με σαφήνεια πώς και γιατί βρέθηκε σε κίνδυνο, οι ασυνέπειες στις δηλώσεις του και η μη ευθυγράμμισή τους με την πραγματική γεωγραφική και πολιτική κατάσταση της χώρας του, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η μαρτυρία του δεν πληροί τα κριτήρια ούτε της εσωτερικής αλλά ούτε και της εξωτερικής αξιοπιστίας.
Κατά τα ως άνω, ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός του Αιτητή δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός και αυτός απορρίπτεται.
Υπό το φως των προλεχθέντων και των ισχυρισμών του Αιτητή που έχουν γίνει αποδεκτοί από το παρόν Δικαστήριο, κρίνω ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητή στο καθεστώς του πρόσφυγα, καθώς δεν διαπιστώνονται δείκτες κινδύνου έναντι της ζωής του, σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία, ιδιαιτέρως υπό τον ορισμό και προϋποθέσεις του προφίλ του πρόσφυγα, άρθρο 1Α της Συνθήκης της Γενεύης και άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου. Ειδικότερα, καθώς ο συνδεόμενος με τον εκπεφρασμένο φόβο του Αιτητή ισχυρισμός απορρίφθηκε ως μη αξιόπιστος, ο συναφώς εκπεφρασμένος φόβος του δεν κρίθηκε βάσιμος και δικαιολογημένος.
Ως εκ τούτου, απομένει να εξεταστεί το κατά πόσο υπάρχει δυνατότητα να υπαχθεί ο Αιτητής στο καθεστώς της επικουρικής προστασίας, ή αλλιώς συμπληρωματικής προστασίας, ως αυτό καθορίζεται στην εθνική μας νομοθεσία. Ειδικότερα, το άρθρο 19(1) του περί Προσφύγων Νόμου διαλαμβάνει ότι:
«19.-(1) Ο Προϊστάμενος, με απόφασή του αναγνωρίζει καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, σε οποιοδήποτε αιτητή, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή σε οποιοδήποτε αιτητή του οποίου η αίτηση σαφώς δεν βασίζεται σε οποιουσδήποτε από τους λόγους του εδαφίου (1) του άρθρου 3, αλλά σε σχέση με τον οποίο υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να θέσει τον εαυτό του υπό την προστασία της χώρας αυτής».
Ο ορισμός της «σοβαρής» ή «σοβαρής και αδικαιολόγητης βλάβης» καλύπτει δυνάμει του άρθρου 19(2) εξαντλητικά, τρεις διαφορετικές καταστάσεις, ήτοι :
(α) θανατική ποινή ή εκτέλεση, ή
(β) βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του αιτητή στη χώρα καταγωγής του, ή
(γ) σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.
Έχοντας υπόψη τις περιστάσεις που διαλαμβάνονται στην υπό κρίση υπόθεση, ο Αιτητής δεν μπορεί να ενταχθεί στα υπό (α) και (β) ανωτέρω εδάφια. Εξέτασης συνεπώς χρήζει το εδάφιο (γ) του άρθρου 19(2).
Ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν αναφορικά με την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης επεσήμανε στην απόφαση του CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland[9] ότι συνιστούν:
«(...) μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών.»
(βλ. σκέψη 43 της απόφασης)
Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στην απόφασή του Sufi and Elmι[10], αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.
Περαιτέρω, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ στην υπόθεση Meki Elgafaji, Noor Elgafaji ν Staatssecretaris van Justitie[11]:
«33. Αντιθέτως, η κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας βλάβη, καθόσον συνίσταται σε «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» του αιτούντος, αναφέρεται σε ένα γενικότερο κίνδυνο βλάβης.
34. Συγκεκριμένα, η βλάβη αυτή αφορά, ευρύτερα, «απειλή [.]κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» αμάχου και όχι συγκεκριμένες πράξεις βίας. Επιπροσθέτως, η απειλή αυτή είναι συμφυής με μια γενική κατάσταση «διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης». Τέλος, η βία από την οποία προέρχεται η εν λόγω απειλή χαρακτηρίζεται ως «αδιακρίτως» ασκούμενη, όρος που σημαίνει ότι μπορεί να επεκταθεί σε άτομα ανεξαρτήτως των προσωπικών περιστάσεών τους.
35. Στο πλαίσιο αυτό, ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας.
36. Η ερμηνεία αυτή, η οποία δύναται να διασφαλίσει ένα αυτοτελές πεδίο εφαρμογής στο άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, δεν αναιρείται από το γράμμα της εικοστής έκτης αιτιολογικής σκέψης, κατά το οποίο «οι κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται εν γένει ο πληθυσμός ή τμήμα του πληθυσμού μιας χώρας δεν συνιστούν συνήθως, αυτοί καθαυτοί, προσωπική απειλή που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως σοβαρή βλάβη».
37. Συγκεκριμένα, μολονότι η αιτιολογική αυτή σκέψη σημαίνει ότι η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο.
38. Ο εξαιρετικός χαρακτήρας της καταστάσεως αυτής επιρρωννύεται, επίσης, από το γεγονός ότι η οικεία προστασία είναι επικουρική, καθώς και από την οικονομία του άρθρου 15 της οδηγίας, καθόσον η βλάβη, της οποίας τον ορισμό δίνει το άρθρο αυτό υπό τα στοιχεία α΄ και β΄, πρέπει να εξατομικεύεται σαφώς. Μολονότι είναι αληθές ότι στοιχεία που αφορούν το σύνολο του πληθυσμού αποτελούν σημαντικό παράγοντα για την εφαρμογή του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, υπό την έννοια ότι σε περίπτωση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης ο ενδιαφερόμενος, όπως και άλλα πρόσωπα, εντάσσεται στον κύκλο των δυνητικών θυμάτων μιας αδιακρίτως ασκούμενης βίας, εντούτοις, η ερμηνεία της εν λόγω διατάξεως πρέπει να γίνεται λαμβανομένου υπόψη του συστήματος στο οποίο εντάσσεται, δηλαδή σε σχέση με τις λοιπές δύο περιπτώσεις που προβλέπει το άρθρο 15 και, επομένως, να ερμηνεύεται σε στενή συνάρτηση με την εξατομίκευση αυτή.
39. Συναφώς, πρέπει να διευκρινισθεί ότι όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας.».
Εξετάζοντας σήμερα την τρέχουσα κατάσταση ασφαλείας που επικρατεί στον τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή (Delta State) όπου δηλαδή ευλόγως αναμένεται ότι θα επιστρέψει, και καθώς τα συμπεράσματά μου επί της αξιοπιστίας του Αιτητή συνάδουν με αυτά της λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου κατά την πρωτοβάθμια εξέταση της αίτησής του, αναφέρω τα εξής, τα οποία προκύπτουν από επικαιροποιημένες διεθνείς πηγές:
- Σύμφωνα με το RULAC, μια πρωτοβουλία της Ακαδημίας της Γενεύης για την καταγραφή των ενόπλων συγκρούσεων σε διεθνές επίπεδο, η Νιγηρία εμπλέκεται σε δύο παράλληλες μη διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις κατά των μη κρατικών ένοπλων ομάδων Boko Haram και του Ισλαμικού Κράτους στην επαρχία της Δυτικής Αφρικής (ISWAP). Επιπλέον, υπάρχει μια μη-διεθνής ένοπλη σύρραξη μεταξύ των ISWAP και Boko Haram. Από το 2014, η Πολυεθνική Κοινή Ομάδα Εργασίας –η οποία περιλαμβάνει στρατεύματα από το Καμερούν, το Τσαντ, τον Νίγηρα, το Μπενίν και τη Νιγηρία– έχει παρέμβει στη σύγκρουση προς υποστήριξη της νιγηριανής κυβέρνησης, αφήνοντας έτσι αμετάβλητο τον χαρακτηρισμό της κατάστασης ως μη διεθνούς.[12]
- Τέλος, σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED κατά το διάστημα 23.03.2024 – 21.03.2025 σημειώθηκαν στην πολιτεία Delta συνολικά 139 περιστατικά ασφαλείας, τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 108 ανθρώπινες απώλειες. Εξ’ αυτών, τα 78 καταχωρίστηκαν ως μάχες (77 απώλειες), τα 47 ως βία κατά αμάχων (24 απώλειες), τα 2 ως εκρήξεις / απομακρυσμένη βία (0 απώλειες) και τα 10 ως εξεγέρσεις (7 απώλειες) και τα 2 ως διαμαρτυρίες (0 απώλειες).[13] Σύμφωνα δε με εκτιμήσεις, ο πληθυσμός της πολιτείας Delta το 2022 ανερχόταν σε 5.636.100 κατοίκους.[14]
Λαμβάνοντας υπόψιν τα παραπάνω δεδομένα δε διακρίνω την ύπαρξη κατάστασης αδιάκριτης βίας λόγω ένοπλης σύρραξης στην πολιτεία Delta, ή έστω αδιάκριτης βίας λόγω ένοπλης σύρραξης η οποία να εξικνείται σε τέτοιο βαθμό ώστε ο Αιτητής λόγω της παρουσίας του και μόνο στο έδαφος της περιοχής αυτής να έρχεται αντιμέτωπος με πραγματικό κίνδυνο σοβαρής απειλής κατά το άρθρο 19 στοιχείο (2)(γ). Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, παρατηρώ ότι αυτός είναι άνδρας, νεαρής ηλικίας, υγιής, ικανοποιητικού μορφωτικού επιπέδου και ικανός προς εργασία, με προηγούμενη εργασιακή εμπειρία στη χώρα καταγωγής του. Επισημαίνω τέλος, ότι δεν έχουν εγερθεί ή/και αναδειχθεί ατομικά χαρακτηριστικά ή στοιχεία του Αιτητή που να υποδηλώνουν και να δείχνουν ειδικώς ότι θα τεθεί σε κατάσταση που αυξάνει τον κίνδυνο σοβαρής βλάβης και δυνατόν να μπορούσε να αντισταθμίσει το επίπεδο αδιάκριτης βίας βάσει της αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας.
ΚΑΤΑΛΗΞΗ
Λαμβάνοντας υπόψη τα όσα ανωτέρω αναπτύχθηκαν, είναι η κατάληξή μου ότι ορθώς κρίθηκε και επί της ουσίας ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων και, περαιτέρω, ορθώς θεωρήθηκε ότι δεν κατάφερε να τεκμηριώσει ότι υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, ως αμφότερες αυτές οι έννοιες ορίζονται από την οικεία νομοθεσία (άρθρα 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου).
Καταληκτικά, λαμβάνω υπόψη μου ότι η χώρα καταγωγής του Αιτητή (Νιγηρία), συμπεριλαμβάνεται στις χώρες που έχουν ορισθεί ως ασφαλείς χώρες ιθαγένειας σύμφωνα με το Διάταγμα του Υπουργού Εσωτερικών ημερ. 31.05.2024 (Κ.Π.Δ. 191/2024), χωρίς εν προκειμένω η Αιτήτρια να προβάλει οποιουσδήποτε ισχυρισμούς ή στοιχεία που αφορούν προσωπικά στον ίδιο και οι οποίοι να ανατρέπουν το τεκμήριο περί ασφαλούς χώρας καταγωγής. Ο κατάλογος των ασφαλών χωρών ιθαγένειας καθορίζεται από τον Υπουργό Εσωτερικών όταν ικανοποιηθεί βάσει της νομικής κατάστασης, της εφαρμογής του δικαίου στο πλαίσιο δημοκρατικού συστήματος και των γενικών πολιτικών συνθηκών ότι στις οριζόμενες χώρες, γενικά και μόνιμα, δεν υφίστανται πράξεις δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3Γ του περί Προσφύγων Νόμου, ούτε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση ή τιμωρία, ούτε απειλή η οποία προκύπτει από την χρήση αδιάκριτης βίας σε κατάσταση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύγκρουσης.
Με βάση το σύνολο των στοιχείων ενώπιον μου, όπως έχω αναλύσει ανωτέρω, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με €1000 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.
Ε. Ρήγα, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14ης Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου», Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 247 και Π.Δ. Δαγτόγλου, (Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο), σελ. 552.
[2] Σύμφωνα με τον Κανονισμό 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 : « Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διαδικαστικοί Κανονισμοί (Αρ.1) του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ΄ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.».
[3] Ζωμενή-Παντελίδου ν. Α.Η.Κ., Υποθ. Αρ. 108/2006, ημερ. 26.07.2007
[4] Βλ. σχετικώς, απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Χριστοδουλίδης ν. Πανεπιστήμιο Κύπρου, ECLI:CY:AD: 2018:C344, Α.Ε. 95/2012, ημερ. 06.07.2018, ECLI:CY:AD:2018:C344
[5] Άρθρο 11(3) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (N. 73(I)/2018).
[6] https://www.rulac.org/browse/countries/nigeria#collapse1accord, ημ. τελευταίας πρόσβασης 4.2.2025
[7] Country of Origin Information, Nigeria, security Situation (Ιούνιος 2021), https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2021_06_EASO_COI_Report_Nigeria_Security_situation.pdf, σελ. 32, (τελευταία πρόσβαση 04.02.2025)
[8] Rulac (last update 2 March 2023), 'Non-International Armed Conflicts in Nigeria', available at: https://www.rulac.org/browse/conflicts/non-international-armed-conflict-in-nigeria#collapse4accord, (τελευταία πρόσβαση 04.02.2025)
[9] ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.06.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.06.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland
[11]Απόφαση στην υπόθεση C465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji ;κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.02.2009
[12] RULAC, ‘Non – international Armed Conflicts in Nigeria’, 2023, διαθέσιμο στη διεύθυνση: Non-International Armed Conflicts in Nigeria | Rulac (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 27/03/2025)
[13] Explorer - ACLED (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 27/03/2025)
[14] Citypopulation, ‘Delta (State, Nigeria), διαθέσιμο στη διεύθυνση: Nigeria: States & Agglomerations - Population Statistics, Maps, Charts, Weather and Web Information (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 27/03/2025)
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο