
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση αρ.4597/23
17 Απριλίου 2025
[Α. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
N. D.
Αιτητής
Και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ’ ων η αίτηση
Κκ Πιερίδης & Πιερίδης, Δικηγόροι για Αιτητή
Κα Ε. Χατζηγιάννη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την προσφυγή ο αιτητής αιτείται την ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημ.28/11/23, η οποία κοινοποιήθηκε αυθημερόν, δια της οποίας απορρίφθηκε η αίτησή διεθνούς προστασίας, ως άκυρης και στερούμενης νομικού αποτελέσματος.
Ως εκτίθεται στην Ένσταση που καταχωρήθηκε από τους καθ' ων η αίτηση και προκύπτει από το περιεχόμενο του σχετικού Διοικητικού Φάκελου που κατατέθηκε στα πλαίσια των διευκρινήσεων, ο αιτητής κατάγεται από το Καμερούν, εισήλθε στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές παρατύπως, μέσω κατεχομένων, στις 02/11/19 και υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας στις 05/11/19 (ερ.1-3, 71).
Στις 05/10/23 διεξήχθη συνέντευξη με τον αιτητή από την Υπηρεσία προς εξέταση του αιτήματός ασύλου, όπου του δόθηκε η ευκαιρία, μέσα από σχετικές ερωτήσεις, μεταξύ άλλων, να εκθέσει τους λόγους στους οποίους στηρίζει το αίτημα του (ερ.58-71). Μετά το πέρας της συνέντευξης ετοιμάστηκε σχετική Έκθεση- Εισήγηση και στις 26/10/23 η αίτηση διεθνή προστασία απορρίφθηκε (ερ.113-129).
Ακολούθως, ετοιμάστηκε σχετική επιστολή ενημέρωσης του αιτητή για την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία δόθηκε διά χειρός στις 28/11/23, σε γλώσσα κατανοητή από αυτόν (ερ.130, 2).
Στην επίδικη αίτηση ασύλου ο αιτητής καταγράφει ότι έφυγε από τη χώρα καταγωγής λόγω του «πολέμου μεταξύ του στρατού και των πολεμιστών αποσχιστών που διεκδικούν την ανεξαρτησία του Νότιου Καμερούν». Ως περαιτέρω αναφέρει, «ο πόλεμος εντάθηκε στην περιοχή [του], (οι αποσχιστές) κατέλαβαν την φάρμα [του], [τον] έδιωξαν από εκεί και τοποθέτησαν το στρατόπεδο τους εκεί, όπου ήταν και η μόνη πηγή βιοπορισμού για την οικογένεια [του]». Σύντομα, ως αναφέρει, «ο στρατός συνειδητοποίησε ότι [δυνάμεις αποσχιστών] βρίσκονταν εκεί και άρχισε την αντιπαράθεση [με τους αποσχιστές] και να αναζητά [τον αιτητή], λόγω του ότι [του απέδιδαν] ότι [υποθάλπει] αποσχιστές μαχητές στην φάρμα [του]». Ο ίδιος, ως αναφέρει, δεν γνωρίζει τίποτε για το πως έμαθε ο στρατός ότι βρίσκονται εκεί αποσχιστές, όμως οι αποσχιστές θεωρούν ότι ήταν αυτός που το είπε στον στρατό και γι’ αυτό έφυγε από τη χώρα, για την ασφάλεια του.
Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης που διενεργήθηκε ο αιτητής επανέλαβε κατ’ ουσία τα ως άνω, αναφέροντας ότι γεννήθηκε στην Kumba, όπου διαμένουν και εργάζονται οι γονείς του, έχει 5 αδελφές, εκ των οποίων οι 4 μένουν στην Kumba και μία στη Γερμανία, είναι όλες τους ενήλικες, ο ίδιος είναι νυμφευμένος και έχει σύζυγο και 3 παιδιά, οι οποίοι διαμένουν στην Douala, όπου πρώτα πήγε ο αιτητής και μετά η σύζυγος και τα παιδιά του, τον Οκτώβριο του 2019, λίγο μετά που ο ίδιος έφυγε από τη χώρα, και εργαζόταν στην οικογενειακή φάρμα, μέχρι που «την πήραν αυτοί», όταν και άρχισαν, ως ανέφερε, τα προβλήματα του.
Έφυγε από τη χώρα καταγωγής λόγω του ότι, ως ο αιτητής ανέφερε, δεν μπορούσε να ασκήσει γεωργικές εργασίες, λόγω του πολέμου και τις απειλές που δέχθηκε από τον στρατό και τους αποσχιστές. Καλούμενος να εξηγήσει περαιτέρω ο αιτητής ανέφερε πως, λίγο καιρό μετά που άρχισε ο πόλεμος, δυνάμεις των αποσχιστών κατέλαβαν την φάρμα του. Όταν ο αιτητής προσπάθησε να τους εξηγήσει ότι δεν η φάρμα ήταν η μόνη πηγή βιοπορισμού για την οικογένεια του, αυτοί επέμεναν και τον κτύπησαν με μέταλλο και τότε ο ίδιος πήγε στην Kumba και ανέφερε στον στρατό την κατάσταση και ο στρατός ήρθε για να τους εκδιώξει και ήρθαν σε αντιπαράθεση (δυνάμεις του στρατού με τους αποσχιστές) και τότε ο στρατός πήρε τον αιτητή πίσω στο στρατόπεδο και του ζήτησε να εξηγήσει πως οι αποσχιστές μπήκαν στο σπίτι του και τον κράτησαν για να διερευνήσουν το ζήτημα. Ο πατέρας του αιτητή τον επισκέφτηκε κατά την κράτηση του και του είπε ότι οι αποσχιστές τον επισκέφτηκαν και του είπαν να μην επιστρέψει αλλιώς θα τον σκοτώσουν. Μετά από δύο μέρες, αφότου ο πατέρας του εξήγησε την κατάσταση στον διοικητή, ελευθέρωσαν τον αιτητή και του είπαν ότι θα πρέπει να επιστρέψει για περαιτέρω διερεύνηση. Τότε ο αιτητής επικοινώνησε με ένα φίλο του που διέμενε στην Douala, ο οποίος του είπε να τον επισκεφτεί και ότι θα τον βοηθήσει να φύγει από τη χώρα, αλλιώς η ζωή του κινδυνεύει, ως του ανέφερε.
Ερωτώμενος για τις συνέπειες ενδεχόμενης επιστροφής στο Καμερούν ο αιτητής ανέφερε ότι δεν επιθυμεί να επιστρέψει, καθώς δεν έχει τίποτε εκεί και πως η ζωή του βρίσκεται σε κίνδυνο, αφού - ως ανέφερε - ο πόλεμος δεν έχει τελειώσει. Όταν ρωτήθηκε αν ο φίλος που τον βοήθησε να φύγει μπορεί να τον προστατεύσει, ο αιτητής ανέφερε ότι δεν είναι Καμερουνέζος. Ερωτώμενος αναφορικά με το αποσχιστικό κίνημα ανέφερε ότι είναι ομάδα που θέλει να ανεξαρτητοποιηθεί το Νότιο Καμερούν, οι οποίοι και αρπάζουν περιουσίες, απειλούν και απαγάγουν ανθρώπους. Αναφορικά με την κατάληψη της φάρμας του, ερωτώμενος σχετικά, ο αιτητής ανέφερε ότι άρχισαν να τον απειλούν τον Ιούλιο 2019 και του είπαν να φύγει από εκεί μέχρι το τέλος του μήνα. Ερωτώμενος ποιος εξέφρασε τις απειλές αυτές ο αιτητής ανέφερε πως ήταν ο ηγέτης των αποσχιστών, που πήγε στη φάρμα μαζί με άλλους με μοτοσικλέτες και όπλα, χωρίς στολή, προκειμένου να μην αναγνωρίζονται. Τον επισκέφτηκαν ξανά τον Αύγουστο, όταν και τον χτύπησαν και τον έδιωξαν από εκεί, οι δε γείτονες του είχαν ήδη φύγει από την περιοχή. Ερωτώμενος αν πήγε νοσοκομείο, ο αιτητής ανέφερε πως τον πήρε ο στρατός, όπου τον εξέτασαν, φρόντισαν τα τραύματα του, έμεινε εκεί 1 βράδυ και έφυγε. Ερωτώμενος πως πήγε στον στρατό ο αιτητής ανέφερε πως τον πήρε η σύζυγος του, μετά την επίθεση που δέχθηκε, η οποία βρισκόταν τότε στην φάρμα, αφού, ως εξήγησε, δούλευαν πάντοτε μαζί. Σχετικά με την κράτηση του από τον στρατό ο αιτητής ανέφερε πως τον πήραν μετά που βρήκε από το νοσοκομείο σε ένα δωμάτιο και τον απελευθέρωσαν μετά από δύο μέρες και του είπαν να ξεκουραστεί για μια εβδομάδα και να επιστρέψει για περαιτέρω διερεύνηση του ζητήματος. Η οικογένεια του ήταν τότε στην Douala, ο ίδιος όμως έμεινε στο σπίτι των γονιών του (στην Kumba), γιατί, ως ανέφερε, χρειαζόταν να πηγαίνει νοσοκομείο για να λαμβάνει αγωγή. Οι αποσχιστές επισκέφτηκαν το πατρικό του σπίτι τον Νοέμβριο 2019, όταν ο ίδιος είχε έρθει στην Κύπρο, ως τον ενημέρωσε ο πατέρας του.
Ερωτώμενος γιατί δεν ήθελε να πάει πίσω στον στρατό για περαιτέρω διερεύνηση ο αιτητής ανέφερε ότι τέτοιες περιπτώσεις πηγαίνουν στο στρατοδικείο και φοβόταν ότι θα τον καταδίωκαν και πως, λόγω του ότι δεν επέστρεψε, ως ήταν οι οδηγίες που έλαβε από τον στρατό, νομίζουν ότι είναι αποσχιστής. Ερωτώμενος αν γίνεται συχνά κατάληψη φάρμας από αποσχιστές απάντησε καταφατικά και, σε ακόλουθη ερώτηση, γιατί ο στρατός, εφόσον αυτό γίνεται συχνά, διερωτούνταν πως συνέβη αυτό, ο αιτητής ανέφερε πως είναι επειδή δεν τους ενημέρωσε από την πρώτη φορά που τον επισκέφτηκαν οι αποσχιστές. Ερωτώμενος γιατί δεν πήγε στην Douala τον Αύγουστο 2019, όταν πήγε η οικογένεια του, ο αιτητής ανέφερε ότι ήταν λόγω του ότι η κυβέρνηση μπορεί να τον εντόπιζε από τα δακτυλικά του αποτυπώματα, γιατί έχει «υπόθεση με τον στρατό». Σε ερώτηση γιατί θεωρεί ότι, αν η κυβέρνηση ήθελε να το βρει και να τον συλλάβει, δεν το έκανε όταν αυτός έβγαλε το διαβατήριο του, ο αιτητής ανέφερε πως το «δικαστήριο ήταν σε 3-4 μήνες» και σε ακόλουθη ερώτηση πως κατάφερε να εξέλθει της χώρας, ανέφερε πως χρειαζόταν λίγο χρόνο μέχρι να εκδοθεί ένταλμα. Ερωτώμενος για τις συνέπειες της επιστροφής του στη χώρα ο αιτητής απάντησε ότι η ζωή του κινδυνεύει και πιθανόν να τον σκοτώσουν ή να καταλήξει στην φυλακή και δεν γνωρίζει αν θα του επιτρέψουν την είσοδο στη χώρα. Ερωτώμενος σχετικά ο αιτητής ανέφερε ότι ο στρατός επισκέφτηκε το πατρικό του σπίτι 3 φορές από τότε που έφυγε, με τελευταία φορά το 2022. Ερωτώμενος αν μπορεί να προσκομίσει κάποιο έγγραφο που να αποδεικνύει ότι καταζητείται από τον στρατό ο αιτητής απάντησε αρνητικά και σε ερώτηση πως είναι δυνατό να αδυνατεί να προσκομίσει τέτοιο έγγραφο ο αιτητής δεν απάντησε. Ερωτώμενος τέλος πως είναι δυνατό να μην γνωρίζει αν εκκρεμεί εναντίον του ένταλμα ο αιτητής απάντησε ότι δεν τον είδαν και ότι είναι εκτός χώρας.
Οι καθ’ ων η αίτηση, εξετάζοντας τα λεγόμενα του αιτητή στην αίτηση και τη συνέντευξη, κατέταξαν αυτούς στους ακόλουθους δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς.
1. Ταυτότητα, χώρα καταγωγής, προφίλ και τόπος διαμονής του αιτητή
2. Ισχυριζόμενο περιστατικό κατάσχεσης της περιουσίας του από αποσχιστές
3. Ισχυριζόμενη αναζήτηση του αιτητή από τον στρατό λόγω της άρνησης του να συνεργαστεί μαζί του όσον αφορά το περιστατικό το οποίο κατήγγειλε σ’ αυτούς
Οι καθ’ ων η αίτηση αποδέχθηκαν τον 1ο ουσιώδη ισχυρισμό απέρριψαν δε τον 2ο και 3ο ισχυρισμό, καθώς κρίθηκε ότι στερούνται συνοχής και αξιοπιστίας.
Αναφορικά με τον 2ο ουσιώδη ισχυρισμό, κρίθηκε ότι ο αιτητής ήταν ασαφής σχετικά, αφού το μόνο που αρχικά ανέφερε ήταν ότι η ζωή του βρισκόταν σε κίνδυνο και δεν ήταν σε θέση να αναφέρει τους λόγους για τους οποίους πιστεύει ότι κινδυνεύει σε περίπτωση που επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του. Αναφορικά με το περιστατικό της επίθεσης και κατάληψης της φάρμας του δεν ήταν σε θέση να αναφέρει λεπτομέρειες το τι συνέβη και οι δηλώσεις του στερούνται ευλογοφάνειας, δεδομένου ότι στην περιοχή διαμένουν τα αδέλφια και οι γονείς του. Περαιτέρω εντοπίστηκε αντίφαση στο ότι, ενώ αρχικά ανέφερε ότι η οικογένεια του (σύζυγος, παιδιά) πήγαν στην Douala αφότου ο ίδιος έφυγε από τη χώρα, ακολούθως δήλωσε ότι είχαν ήδη εγκατασταθεί εκεί από τον Αύγουστο 2019, όταν ο ίδιος δέχθηκε την δεύτερη επίθεση από τους αποσχιστές, όταν και εκδιώχθηκε από την περιοχή.
Στα πλαίσια αξιολόγησης της εξωτερικής αξιοπιστίας του ως άνω ισχυρισμού κρίθηκε ότι, με δεδομένη την αμιγώς προσωπική φύση των όσων ανέφερε ο αιτητής, ως κρίθηκε, δεν θεωρήθηκε σκόπιμη η έρευνα σε διαθέσιμες πληροφορίες και ο ισχυρισμός απορρίφθηκε ως αναξιόπιστος.
Αναφορικά με τον 3ο ουσιώδη ισχυρισμό του αιτητή, δεδομένου, ως κρίθηκε από τους καθ’ ων η αίτηση, ότι γενεσιουργός αιτία αυτού ήταν ο 2ος ουσιώδης ισχυρισμός, ο οποίος είχε απορριφθεί, και λαμβανομένου υπόψη ότι ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να αναφέρει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες για τα όσα ισχυρίστηκε σχετικά, αλλά και του ότι κρίθηκε μη ευλογοφανές το ότι κατάφερε να εκδώσει διαβατήριο και να εξέλθει νομίμως από τη χώρα ενώ - ως ανέφερε - αναζητείτο από τον στρατό, η δε απάντηση του σε σχετικό ερώτημα που του υποβλήθηκε ότι ένα ένταλμα χρειάζεται καιρό για να εκδοθεί κρίθηκε μη ικανοποιητική.
Στα πλαίσια αξιολόγησης της εξωτερικής συνοχής του εν λόγω ισχυρισμού εντοπίστηκε πηγές, αρκετά παλιές (2001-2007) που αναφέρουν ότι οι έλεγχοι στο αεροδρόμιο είναι ανεπαρκείς και ότι είναι δυνατό να εξέλθει κάποιος νομίμως από τη χώρα ενώ αυτός αναζητείται από τις αρχές, πιθανόν δια δωροδοκίας. Οι καθ’ ων η αίτηση κατέληξαν ότι ο ισχυρισμός δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός και τον απέρριψαν.
Κατά την αξιολόγηση κινδύνου, και επί τη βάσει του ισχυρισμού που έχει γίνει αποδεκτός, ήτοι ότι του προφίλ του αιτητή, κατόπιν ανασκόπησης της γενικής κατάστασης ασφαλείας στον τόπο διαμονής του (πόλη Kumba, ως κρίθηκε), εκ της οποίας προέκυψαν σχετικά υψηλοί αριθμοί περιστατικών ασφαλείας, οι καθ’ ων η αίτηση κατέληξαν ότι, δεδομένου του ότι πρόκειται για ενήλικα, υγιή άνδρα, με εργασιακή εμπειρία ως αγρότης, ο οποίος έχει ολοκληρώσει τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση του, χωρίς στοιχεία ευαλωτότητας, με γνώση γαλλικών, δεν υφίσταται εν προκειμένω εύλογη πιθανότητα να εκτεθεί σε κίνδυνο δίωξης ή σοβαρής βλάβης κατά την επιστροφή του.
Συνεπεία των ως άνω η επίδικη αίτηση απορρίφθηκε ως αβάσιμη και εκδόθηκε απόφαση επιστροφής του αιτητή στη χώρα καταγωγής του.
Στα πλαίσια της αγόρευσης του ο αιτητής αναφέρει ότι ο λειτουργός που διενήργησε τη συνέντευξη δεν έχει την κατάλληλη κατάρτιση και γνώσεις και ότι δεν υπάρχει κανένα στοιχείο ότι κατείχε την απαραίτητη γνώση της αγγλικής γλώσσας, στην οποία έγινε η συνέντευξη, σε επίπεδο που θα εξασφάλιζε επαρκή επικοινωνία με τον αιτητή. Αυτό, ως αναφέρει παραπέμποντας και στην απόφαση της προέδρου του ΔΔΔΠ στην προσφυγή αρ.1061/22, καθιστά ακυρωτέα την προσβαλλόμενη πράξη, αφού ο αιτητής στερήθηκε κατ’ ουσία του δικαιώματος του σε ακρόαση με διερμηνέα, κατά παράβαση του αρ.13Α του Νόμου. Περαιτέρω, ως λέγει, δεν έγινε δέουσα έρευνα των ισχυρισμών του και δεν έγιναν επαρκείς ερωτήσεις αλλά ούτε και έρευνα σε διαθέσιμες πληροφορίες (ΠΧΚ) και αντιπαραβολή τους με τα λεγόμενα του αιτητή, πράγμα που, ως εισηγείται, οδήγησε σε πλάνη κατά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφαση, η οποία βασίζεται σε ανεπαρκή και ελλιπή στοιχεία, στερείται αιτιολογίας και ελήφθη χωρίς να αξιολογηθούν οι προσωπικές περιστάσεις του αιτητή. Αναφέρει επίσης ότι λανθασμένα κρίθηκε ότι οι ισχυρισμοί του αιτητή είναι αναξιόπιστοι και ότι δεν διατρέχει κίνδυνο και, κάνοντας αναφορές σε σημεία του πρακτικού της συνέντευξης και της επίδικης έκθεσης και παραθέτοντας συνδέσμους σε διαθέσιμες πληροφορίες στο διαδίκτυο, εκ των οποίων - ως εισηγείται - δεικνύεται ότι η εμπόλεμη κατάσταση στο Καμερούν υφίσταται και σήμερα, αναφέρει ότι τα ευρήματα και η κατάληξη των καθ’ ων η αίτηση είναι λανθασμένα. Αναφέρει δε ότι οι πληροφορίες που παρατίθενται κατά την αξιολόγηση του 3ου ουσιώδους ισχυρισμού συνάδουν με τα όσα ανέφερε ο αιτητής και καταδεικνύουν ότι η επίδικη απόφαση δεν έτυχε της δέουσας προσοχής.
Οι καθ' ων η αίτηση αντιτάσσουν ότι ουδείς εκ των ισχυρισμών του αιτητή έχει δεόντως δικογραφηθεί και ουδείς αναπτύσσεται επαρκώς και δια τούτο θα πρέπει να απορριφθούν άπαντες ως ανεπίδεκτοι δικαστικής κρίσης, στη βάση σχετικής νομολογίας. Περαιτέρω, σημειώνουν ότι το βάρος απόδειξης ότι αυτός χρήζει διεθνούς προστασίας βρίσκεται στους ώμους του αιτητή και κάνοντας αναφορές στην οικεία νομοθεσία και νομολογία, αναφέρουν ότι τα ευρήματα τους είναι εύλογα, ορθά και απολύτως αιτιολογημένα υπό το φως των ενώπιον τους στοιχείων. Αναφορικά με τους ισχυρισμούς περί της μετάφρασης και την αντίληψη του αιτητή σημειώνουν ότι κατανοεί την αγγλική, ότι κατανοούσε τον λειτουργό κατά τη διάρκεια της συνέντευξης και, ως βεβαιώνει και ο ίδιος στο πρακτικό της συνέντευξης, τα όσα ανέφερε στη συνέντευξη είχαν καταγραφεί ακριβώς στο σχετικό πρακτικό. Συνεπώς - ως αναφέρουν - ουδέν μεμπτό εντοπίζεται στην επίδικη διαδικασία.
Προτού προχωρήσω θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι ισχυρισμοί που προωθούνται δια της αγορεύσεως του αιτητή έχουν δεόντως δικογραφηθεί (βλ. προσφυγή, νομικά σημεία 1, 4, 8, 13, 15, 17, 20, 21, 23, 26, 27) και συνεπώς, με δεδομένο ότι οι πλείστοι συμπλέκονται με την ουσία της υπόθεσης, θα εξεταστούν.
Προέχει βεβαίως η ενασχόληση με τους ισχυρισμούς που αφορούν τη διερμηνεία κατά τη συνέντευξη και παράβαση των εκ των αρ.13Α και 18 του Νόμου του δικαιωμάτων του αιτητής, ως και του δικαιώματος ακρόασης.
Σχετικά με όσα αναφέρονται σχετικά με την ποιότητα επικοινωνίας στη συνέντευξη, στην απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου στην υπ.1694/11, Noel De Silva v. Δημοκρατίας, ημ.07/02/14, λέχθηκαν τα ακόλουθα:
«Σε κανένα στάδιο της διαδικασίας δεν προβλήθηκε ισχυρισμός από τον αιτητή ότι ο διερμηνέας, τον οποίο οι καθ'ων η αίτηση επέλεξαν, δεν γνώριζε τη μητρική του γλώσσα ή δεν μετέφραζε ορθώς τα όσα είχαν διαμειφθεί κατά τη συνέντευξη.
Ούτε στο φάκελο υπάρχει οτιδήποτε το οποίο να δημιουργεί αμφιβολίες για την ικανότητα ή ακεραιότητα του μεταφραστή, τις ικανότητες του οποίου ο αιτητής ουδόλως αμφισβήτησε κατά τον ουσιώδη χρόνο.
Στα συγκεκριμένα έγγραφα, ο αιτητής υπέγραψε δήλωση ότι, όλες οι πληροφορίες που περιλαμβάνονται είναι αληθινές και ότι αντιλαμβάνεται το ερωτηματολόγιο και τις αντίστοιχες απαντήσεις. Στη συνέχεια βεβαιώνει, ότι έχει καταγραφεί αντικατοπτρίζει επακριβώς τη δήλωσή του. Συνεπώς το επιχείρημα αυτό δεν έχει έρεισμα».
Στο αρ.13Α (9) (γ) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 (6(I)/2000) αναφέρεται ότι κατά τη συνέντευξη επιλέγεται «διερμηνέα[ς] ικανό[ς] να διασφαλίζει τη δέουσα επικοινωνία μεταξύ του αιτητή και του αρμόδιου λειτουργού που διεξάγει τη συνέντευξη» και πως «η επικοινωνία διενεργείται στη γλώσσα που προτιμά ο αιτητής, εκτός εάν υπάρχει άλλη γλώσσα την οποία κατανοεί και στην οποία είναι σε θέση να επικοινωνήσει με σαφήνεια». Στο αρ.18 (1) γίνεται αναφορά περί «αναγκαίου διερμηνέα», στο δε αρ.18 (2) αναφέρεται ότι η παροχή δωρεάν υπηρεσίας διερμηνεία είναι πάντοτε αναγκαία όταν «η Υπηρεσία Ασύλου καλεί τον αιτητή σε προσωπική συνέντευξη και δεν είναι δυνατή η απαραίτητη επικοινωνία χωρίς τις υπηρεσίες αυτές».
Από ανάγνωση των ως άνω προνοιών της οικείας νομοθεσίας, στην οποία παραπέμπει και ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή, καθίσταται σαφές ότι ο νομοθέτης, σε πλήρη συμμόρφωση με τις σχετικές οδηγίες, των οποίων αποτελούν την μεταφορά τους στην εθνική νομοθεσία, θέλει να διασφαλίσει την ύπαρξη δέουσας επικοινωνίας μεταξύ του αιτητή και του διεξάγοντα τη συνέντευξη λειτουργού. Εν προκειμένω ο αιτητής δήλωσε την αγγλική ως γλώσσα την οποία κατανοεί (ερ.2), είναι άλλωστε σ’ αυτήν την γλώσσα που συμπλήρωσε την επίδικη αίτηση διεθνούς προστασίας (ερ.1-3), προτού δε αρχίσει η συνέντευξη ρωτήθηκε αν συμφωνεί η συνέντευξη να διεξαχθεί στην αγγλική γλώσσα και του επισημάνθηκε ότι μπορεί να ζητήσει διευκρινήσεις σε κάθε στάδιο της διαδικασίας αν δυσκολεύεται να κατανοήσει τα διαμειφθέντα ή αντιμετωπίζει δυσκολία επικοινωνίας με τον λειτουργό (ερ.70), αποκρινόμενος καταφατικά. Περαιτέρω, σε κανένα σημείο δεν εξέφρασε αδυναμία αντίληψης των διαμειφθέντων και μάλιστα επιβεβαίωσε ότι τα όσα ανέφερε καταγράφηκαν δεόντως στο πρακτικό, ως και όλα τα διαμειφθέντα, μετά από ανάγνωση του επίδικου πρακτικού σ’ αυτόν (ερ.59-60).
Εκ των ως άνω ουδεμία αμφιβολία γεννάται ή πλανάται για την ποιότητα επικοινωνίας κατά τη συνέντευξη ή την κατάρτιση και ικανότητα του διενεργούντος λειτουργού. Τούτο δε ουδόλως διαφοροποιείται από το ότι ο διενεργών τη συνέντευξη λειτουργός εκτελούσε στα πλαίσια αυτής, ταυτοχρόνως, και χρέη διερμηνέα. Άλλωστε, αναφορικά ειδικώς τους ισχυρισμούς περί μη δέουσας κατάρτισης του λειτουργού, θα πρέπει να σημειωθεί ότι, στην απουσία μαρτυρίας που να καταδεικνύει τέτοιες ελλείψεις στην κατάρτιση ή και τις γνώσεις επί του αντικειμένου ή και της αγγλικής γλώσσας, το τεκμήριο κανονικότητας παραμένει ακλόνητο και συνεπώς δεν μπορεί παρά να απορριφθούν ως ατεκμηρίωτοι [Κόκκινου ν. Δημοκρατίας (1999) 4 ΑΑΔ 263 και Kousoulides & Others v. Republic (1967) 3 C.L.R. 438].
Δεδομένου ότι άπαντες οι λοιποί ισχυρισμοί του αιτητή που άπτονται της μη δέουσας έρευνας, αιτιολογίας και πλάνης στη λήψη της επίδικης απόφασης συμπλέκονται με την ορθότητα αυτής προχωρώ με επί της ουσίας εξέταση της παρούσης, εξ υπαρχής και επί όλων των ενώπιον μου στοιχείων, η οποία τελείται σε κάθε περίπτωση (βλ. Έφεση κατά απόφασης Δ.Δ.Δ.Π. Αρ.107/2023, Q. B. T. v. Κυπριακής Δημοκρατίας, ημ.11/02/25).
Προχωρώ λοιπόν σε αξιολόγηση των ενώπιον μου στοιχείων
Στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», Δικαστική ανάλυση, 2018, σελ.98 του εγχειριδίου, αναφέρεται ότι «[…] απαιτείται ισορροπημένη και αντικειμενική αξιολόγηση του αν η αφήγηση του αιτούντος αντικατοπτρίζει την αφήγηση που αναμένεται από ένα πρόσωπο στην κατάσταση του αιτούντος το οποίο αφηγείται μια πραγματική προσωπική εμπειρία.».
Στη σελ.102 του ιδίου εγχειριδίου, αναφέρονται τα εξής:
«[Οι] δείκτες αξιοπιστίας είναι απλοί δείκτες και δεν συνιστούν αυστηρά κριτήρια ή προϋποθέσεις. Παρότι οι τέσσερις δείκτες που προσδιορίστηκαν ανωτέρω (εσωτερική και εξωτερική συνέπεια, επαρκώς λεπτομερείς πληροφορίες και ευλογοφάνεια) αποτυπώνουν τους δείκτες που εφαρμόζουν στην πράξη τα δικαστήρια, κανένας από αυτούς δεν μπορεί να θεωρηθεί καθοριστικός. Η σημασία τους από υπόθεση σε υπόθεση ποικίλλει σημαντικά. Σε κάθε περίπτωση είναι αναγκαία η εξέταση του σωρευτικού τους αντίκτυπου (305). […]
Από την ανωτέρω ανάλυση προκύπτει ότι δεν υπάρχει απλή απάντηση στο ερώτημα που αφορά τον τρόπο αξιολόγησης της αξιοπιστίας σε υποθέσεις διεθνούς προστασίας. Το μόνο που μπορεί να ειπωθεί είναι ότι η αξιολόγηση πρέπει να διενεργείται με βάση το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων, λαμβανομένων υπόψη των αρχών, των μεθόδων και των δεικτών που αναφέρονται στην παρούσα ανάλυση. Οι αρχές, οι μέθοδοι και οι δείκτες αυτοί θα πρέπει να εφαρμόζονται με προσοχή (307), αντικειμενικότητα και αμεροληψία, ώστε να αποφευχθεί τυχόν εσφαλμένη και απλοϊκή απόρριψη, ή αφελής και ανεπιφύλακτη αποδοχή μιας συγκεκριμένης αφήγησης.»
Ενόψει των ως άνω, διερχόμενος των ενώπιον μου στοιχείων ως έχουν καταγραφεί στο πρακτικό της συνέντευξης και της έκθεσης των καθ’ ων η αίτηση, εντοπίζω πλημμέλειες στην επίδικη διαδικασία που αφορούν το ότι, αφενός, ως ορθώς εισηγείται ο συνήγορος του αιτητή, τα ευρήματα επί της αξιοπιστίας του 2ου και 3ου ουσιώδους ισχυρισμού δεν αιτιολογούνται συνεπώς και ορθώς, η δε κατάληξη περί μη ύπαρξης κινδύνου, ομοίως, στερείται επαρκούς και ορθής αιτιολόγησης.
Αρχίζοντας από τον 2ο ουσιώδη ισχυρισμό παρατηρώ ότι, παρότι θα ήταν σκόπιμο και ευλόγως πρόσφορο υπό τις περιστάσεις, να αναζητηθούν και αξιολογηθούν πληροφορίες για τη χώρα καταγωγής του αιτητή (ΠΧΚ), προκειμένου να διαπιστωθεί αν τα όσα ανέφερε περί επίθεσης και απειλών που δέχθηκε από δυνάμεις αποσχιστών συνάδουν μ’ αυτές, στα πλαίσια αξιολόγησης της εξωτερικής συνοχής του ισχυρισμού αυτού, αυτό δεν έγινε εν προκειμένω, πράγμα που καταδεικνύει πλημμελή έρευνα και ανεπαρκή αιτιολόγηση του σχετικού ευρήματος αναξιοπιστίας του εν λόγω ισχυρισμού.
Σχετικά με τα ως άνω εντοπίζω τα εξής.
Η Διεθνής Αμνηστία και το Human Rights Watch (HRW), τέλος, κάνουν λόγο για μη τήρηση και παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε εκτεταμένο βαθμό στα πλαίσια της κρίσης στις Αγγλόφωνες επαρχίες.[1]
Αναφορά της οργάνωσης Human Rights Watch εκδοθείσα το 2018, ήτοι το χρόνο που κατ’ ισχυρισμό έλαβαν χώρα τα περιστατικά, αναφέρει την ύπαρξη ισχυρών ενδείξεων ότι οι άμαχοι οι οποίοι εκλαμβάνονται ως συνεργαζόμενοι με την κυβέρνηση στοχοποιούνται από τους αποσχιστές για εκβιασμούς, βασανισμούς και δολοφονίες.[2] Βάσει αναφοράς του ανεξάρτητου ιδρύματος Bertelsmann Stiftung[3], οι αποσχιστές αυξανόμενα στοχοποιούν αμάχους μεταξύ άλλων ως αντίποινα για αποδιδόμενη συνεργασία με την κυβέρνηση.[4] Άρθρο της εφημερίδας The African Observer, δημοσιευθέν το 2023, αναφέρει ότι οι ένοπλες ομάδες συχνά κατηγορούνται για δολοφονίες, απαγωγές ή τραυματισμούς αμάχων τους οποίους κατηγορούν ότι συνεργάζονται με τις αρχές του Καμερούν.[5]
Κατά τα Ηνωμένα Έθνη υπάρχουν « […] αναφορές για βίαιες ενέργειες που καταλήγουν σε καταστροφή νοσοκομείων, σχολείων και ολόκληρων χωριών στις εν λόγω περιοχές τις οποίες έχουν διαπράξει μη κυβερνητικές ένοπλες ομάδες και μέλη των ενόπλων δυνάμεων του κυβερνώντος κόμματος […]»[6], ενώ το HRW, στην πιο πρόσφατη Έκθεσή του, και η Διεθνής Αμνηστία επίσης αναφέρουν πως στις ενέργειες αυτές προβαίνουν τόσο κυβερνητικοί και μη κυβερνητικοί δρώντες[7]. Η γεωγραφική τους κατανομή αναφέρεται από τα Ηνωμένα Έθνη: «Στις ΝΔ και ΒΔ επαρχίες, υψηλά επίπεδα ανασφάλειας συνεχίζονταν. Η παρουσία κρατικών σωμάτων ασφαλείας – αστυνομία, χωροφυλακή, στρατός – είναι συγκεντρωμένη κατά μήκος των κύριων οδικών αρτηριών και στις πόλεις, ενώ οι μη κρατικές ένοπλες ομάδες εντοπίζονται κυρίως στις αγροτικές περιοχές.»[8].
Σε COI QUERY του EASO, ημ.14/06/21, αναφέρεται ότι ο εκτοπισμός πληθυσμού από τα σπίτια του είναι συχνό φαινόμενο λόγω της γενικευμένης βίας, οι οποίοι εκτοπισθέντες βρίσκουν συχνά καταφύγιο σε αγροτικές ή δασώδεις εκτάσεις κοντά στον τόπο διαμονής τους:
«According to OCHA 712 180 IDPs were within or displaced in the North-West and South-West regions as of March 2021. Violence in the aforementioned regions resulted in multiple population displacements and over 1 427 people were forced to flee their homes only in March 2021, seeking shelter and safety in nearby bushes, villages and towns. 71 More than 10 000 people, mainly in Menchum division in the North-West region, were forced to flee their villages in April 2021 and IDPs reached the number of 712 800.72 For the same reference period , a UNHCR map depicting the locations of UNHCR persons of concern mentions that as of April 2021 there were 1 032 942 internally displaced persons, the majority of whom seem to be situated in the Far North, North-West and South-West regions.73 »[9]
Πηγές των Ηνωμένων Εθνών αναφέρουν τα εξής:
«Με την κλιμακούμενη βία ανάμεσα στις κυβερνητικές δυνάμεις και τις μη-κρατικές ένοπλες ομάδες στις Νοτιοδυτικές και Βορειοδυτικές περιοχές τού Καμερούν κατά το 2019, ο άμαχος πληθυσμός είναι αντιμέτωπος με σοβαρές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων […] μαζικό εκτοπισμό, επιθέσεις κατά περιουσιών, κάψιμο σπιτιών και χωριών, διαχωρισμός οικογενειών, απώλεια εγγράφων ταυτοποίησης, αυθαίρετη σύλληψη και κράτηση […] έλλειψη πρόσβασης σε βασικές υπηρεσίες που έχουν επηρεασθεί από την κρίση και σοβαρές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων (δολοφονίες, στρατολόγηση παιδιών, απαγωγές, έμφυλη βία, κ.ά. […] Επιθέσεις κατά χωριών, κάψιμο σπιτιών και δολοφονίες έχουν καταγραφεί.».[10]
Εκ των ως άνω ΠΧΚ, μερικά εκ των οποίων παρατίθενται και στην επίδικη έκθεση, στο κεφάλαιο που αφορά την αξιολόγηση κινδύνου (ερ.119-120), καθίσταται σαφές ότι τα όσα ανέφερε ο αιτητής περί επίθεσης, απειλών, βίας που δέχθηκε από δυνάμεις αποσχιστών, ως και η εν τέλει εκδίωξη του από τη φάρμα που λειτουργούσε, συνάδουν με διαθέσιμες πληροφορίες για τη δράση των ένοπλων ομάδων του κινήματος.
Ομοίως, σε σχέση με τον 3ο ουσιώδη ισχυρισμού περί διώξεως του από τις κυβερνητικές δυνάμεις, πέραν των όσων εντοπίζουν οι καθ’ ων η αίτηση, τα οποία, ως και πάλι ορθώς εισηγείται ο συνήγορος του αιτητή, συνάδουν με τα λεγόμενα του και λανθασμένα οι καθ’ ων η αίτηση καταγράφουν αντίθετο εύρημα, εντοπίζω τα εξής.
Σύμφωνα με έκθεση του Σεπτεμβρίου του 2022 του γερμανικού Γραφείου AA – Federal Foreign Office, δεν υπάρχει κεντρικό μητρώο για εντάλματα σύλληψης στο Καμερούν. Οι άνθρωποι που βρίσκονται στο στόχαστρο τοπικών αρχών μπορούν να διαφύγουν μετακομίζοντας στην πρωτεύουσα ή σε απομακρυσμένα μέρη του Καμερούν. Οι αρχές ασφαλείας μπορούν να αναζητήσουν άτομα σε εθνικό επίπεδο, αλλά αυτό συνήθως δεν συμβαίνει.[11]
Σε έκθεση του 2008 από την γερμανική SFH – Schweizerische Flüchtlingshilfe αναφορικά με την αξιολόγηση της αυθεντικότητας ενός εντάλματος σύλληψης, σημειώνεται ως προς την πρόσβαση στα εντάλματα σύλληψης ότι με βάση πληροφορίες από τον Akere Muna, πρώην πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου Καμερούν και νυν προέδρου του τμήματος Διεθνούς Διαφάνειας του Καμερούν, οι άνθρωποι κατά των οποίων εκδίδεται ένταλμα σύλληψης ή έρευνας, δεν λαμβάνουν ούτε το πρωτότυπο έγγραφο ούτε αντίγραφό του, το δε ένταλμα σύλληψης εμφανίζεται μόνο από την αστυνομία. Όποιος αποφυλακιστεί, ωστόσο, λαμβάνει μια αρχική επιβεβαίωση αποφυλάκισης. Ένα άτομο που έχει ένταλμα σύλληψης ή ένταλμα έρευνας, σύμφωνα με την έρευνα, έλαβε το έγγραφο παράνομα. Ο νέος κώδικας ποινικής δικονομίας του Καμερούν, ο οποίος ψηφίστηκε τον Ιούνιο του 2005 και ισχύει από τον Ιανουάριο του 2007, ορίζει επίσης ότι πρέπει να εκδοθεί ένταλμα σύλληψης αλλά να μην παραδοθεί.[12]
Ω προς την μεταχείριση από τις Αρχές ατόμων που εκλαμβάνονται ως υποστηρικτές των αγγλόφωνων αποσχιστών, έρευνα της οργάνωσης Human Rights Watch, αναφέρει ότι κατέγραψε τρεις περιστάσεις όπου οι δυνάμεις ασφαλείας κράτησαν πρόσωπα τα οποία υποπτεύονταν ότι υποστήριζαν τους αποσχιστές, τα οποία ακολούθως βασανίστηκαν και δολοφονήθηκαν κατά τη διάρκεια της κράτησης.[13] Βάσει αναφοράς των The Advocates for Human Rights, οι κρατικές δυνάμεις συστηματικά κρατούν πρόσωπα βασιζόμενες σε εκλαμβανόμενη υποστήριξη του αγγλόφωνου αποσχιστικού κινήματος. Κατά τη διάρκεια της κράτησης, οι Αρχές υποβάλλουν τους αγγλόφωνους και όσους υποπτεύονται για υποστήριξή τους σε απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση. [14] Οι πηγές της έρευνας υποδεικνύουν ότι οι δυνάμεις ασφαλείας έχουν προβεί σε ξυλοδαρμούς, δολοφονίες, συλλήψεις χωρίς ένταλμα, ποινικές διώξεις σε στρατιωτικά δικαστήρια με τις κατηγορίες τρομοκρατίας, επί της βάσει είτε της πραγματικής είτε της αποδιδόμενης υποστήριξης στο αγγλόφωνο κίνημα. [15]
Δεν χωρεί αμφιβολία λοιπόν ότι και οι ισχυρισμοί του που αφορούν την κατ’ ισχυρισμό δίωξη του από τις αρχές λόγω υποψιών κατά του αιτητή για σχέση του με το αποσχιστικό κίνημα, η διαφυγή του στην Douala και η μετέπειτα αναχώρηση του από τη χώρα μέσω αεροδρομίου (3ος ουσιώδης ισχυρισμός), ομοίως με τα όσα αναφέρω πιο πάνω σχετικά με την εξωτερική συνοχή του 2ο ουσιώδους ισχυρισμού, συνάδουν με διαθέσιμες σχετικά πληροφορίες (ΠΧΚ).
Παρά τα ως άνω όμως, η έλλειψη εσωτερικής συνοχής των ισχυρισμών του αιτητή στα πλαίσια του 2ου και 3ου ουσιώδους ισχυρισμού είναι τέτοια που, στα πλαίσια συνολικής αξιολόγησης και αποτίμησης των στοιχείων που απαρτίζουν την υπόθεση, δεν μπορεί παρά να αποβεί μοιραία για τη γενική και συνολική αξιοπιστία των ισχυρισμών του, καθώς η συμφωνία των ισχυρισμών του με διαθέσιμες πληροφορίες για τη χώρα καταγωγής δεν αρκεί, τη στιγμή που στερείται εσωτερικής συνοχής, ενόψει της συνολικής θεώρησης των δεικτών αξιοπιστίας. Τούτο γιατί αν η αξιολόγηση γινόταν στη βάση μόνο της εξωτερικής συνοχής, θα οδηγούσε σε αποδοχή ισχυρισμών για τούτο και μόνο τον λόγο, οι οποίοι στερούνται κατά τ’ άλλα, σε πολλά και καίρια σημεία τους, εσωτερικής συνοχής και θα οδηγούσε σε ανεπιφύλακτη αποδοχή, ενάντια σε κάθε εύλογη κριτική θεώρηση των λεγομένων ενός αιτητή. Οι δε ισχυρισμοί αιτητή και η εσωτερική συνοχή τους, δεν μπορεί παρά να παραμένουν ιδιαίτερης βαρύτητας σημείο αναφοράς. Ως και στο εγχειρίδιο του EASO «Αξιολόγηση αποδεικτικών στοιχείων και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου», 2018, σελ.97, αναφέρεται, «[…] είναι αναγκαία η επαγρύπνηση για καταστάσεις στις οποίες ορισμένοι αιτούντες μπορεί να προσαρμόσουν τους ισχυρισμούς τους ώστε να είναι συνεπείς με συναφείς ΠΧΚ, οι οποίες κατά την άποψή τους θα στηρίξουν την αίτησή τους.»
Εδώ λοιπόν, παρά τις ως άνω πλημμέλειες της επίδικης έκθεσης που αφορούν την μη διενέργεια έρευνας σε σχέση με την εξωτερική συνοχή των λεγομένων του αιτητή και παρότι διαφωνώ με μερικά από τα επιμέρους ευρήματα τους σε σχέση με την εσωτερική συνοχή του 2ου ουσιώδους ισχυρισμού και της αντιφατικής αιτιολόγησης και ευρημάτων επί του 3ου ουσιώδους ισχυρισμού, θα συμφωνήσω με την τελική τους κατάληξη περί αναξιοπιστίας αμφότερων των εν λόγω ισχυρισμών.
Εξηγώ.
Ως συνάγεται από μια ανάγνωση του επίδικου πρακτικού, ο αιτητής δεν ήταν σε θέση να αναφέρει, σε πολλά και καίρια σημεία του αφηγήματος του, την παραμικρή βιωματική λεπτομέρεια, τόσο αναφορικά με τις επιθέσεις και απειλές που δέχθηκε, ως ισχυρίστηκε, από δυνάμεις αποσχιστών και την μετέπειτα εκδίωξη του από την φάρμα που αυτός και η σύζυγος του λειτουργούσαν, το πως αντέδρασε ο ίδιος, το τι διημείφθη, πως αντέδρασε η σύζυγος του, η οποία ήταν παρούσα, τα παιδιά του και το τι ακριβώς έγινε κατά τις επιθέσεις αυτές, όσο και αναφορικά με την κράτηση του για δύο μέρες από τον στρατό, τα βιώματα του εκεί και την μετέπειτα διαφυγή του στην Douala και από εκεί αναχώρηση του από την χώρα. Αξίζει δε να σημειωθεί και το ότι, ιδωμένα ξεχωριστά τα τρωτά σημεία του αφηγήματος του αιτητή επί όλων των ανωτέρω σημείων ίσως να μην είναι τέτοια που να οδηγούσαν σε απόρριψη των ισχυρισμών του. Όμως εν προκειμένω ο σωρευτικός αντίκτυπος των ελλείψεων, κενών και αντιφάσεων, σε διαφορετικά και καίρια σημεία των όσων εξιστόρησε σχετικά δεν μπορεί παρά να οδηγήσει σε απόρριψη των εν λόγω ισχυρισμών ως αναξιόπιστων. Σημειώνω ότι καίρια και ιδιαιτέρως σημαντική έλλειψη του αφηγήματος θεωρώ, πέραν των όσων πιο πάνω αναφέρω, το ότι ο αιτητής, αντίθετα με τα όσα επί τούτου ισχυρίζεται ο συνήγορος του (σελ.3 αγόρευσης), υπήρξε αντιφατικός σχετικά με το που βρισκόταν η σύζυγος και η οικογένεια του κατά τις επιθέσεις, αφού ενώ αρχικώς ανέφερε ότι ήταν μαζί του στη φάρμα (ερ.62), ακολούθως ανέφερε ότι είχαν ήδη μετοικήσει στην Douala και ήταν ασφαλείς (ερ.61), ενώ προηγουμένως είχε αναφέρει ότι μετοίκησαν εκεί μετά που ο ίδιος έφυγε από τη χώρα (ερ.66 - Χ2, Χ6).
Σημειώνεται ότι, με δεδομένο ότι στα πλαίσια της παρούσης εκπροσωπείται δεόντως από δικηγόρο, αν ήθελε να προσφέρει περαιτέρω μαρτυρία ή στοιχεία προς διευκρίνηση των όποιων κενών ή ελλείψεων διαπιστώθηκαν, για τα οποία είναι δεόντως ενήμερος, θα μπορούσε να το πράξει δια σχετικού διαβήματος. Εντούτοις ουδέν έπραξε. Στην απουσία λοιπόν περαιτέρω μαρτυρίας που θα συμπλήρωνε τα κενά, ελλείψεις και αντιφάσεις, ως ανωτέρω λεπτομερώς καταγράφονται, είναι κατάληξη μου ότι τα κενά παραμένουν και δεν αφήνουν περιθώριο αποδοχής των ισχυρισμών του αιτητή.
Αναφορικά τώρα με την αξιολόγηση κινδύνου εντοπίζω και επί τούτου πλημμέλειες στην επίδικη έκθεση. Κατ’ αρχή διαφωνώ με τον καθορισμό της Kumba ως τόπο διαμονής του αιτητή, δεδομένου ότι αυτός διέμενε, έστω για λίγο διάστημα, ως αναφέρει, στην Douala, όπου - ανεξαρτήτως του πια εκδοχή του αιτητή γίνει αποδεκτή - διαμένει μέχρι σήμερα η οικογένεια του (σύζυγος, παιδιά), χωρίς να αντιμετωπίζουν κίνδυνο. Είναι συνεπώς, για τον λόγο αυτό, κατάληξη μου ότι ο ορθός τόπος τελευταίας διαμονής του αιτητή θα πρέπει να καθοριστεί η Douala και συνεπώς η αξιολόγηση κινδύνου να γίνει σ’ αυτή τη βάση.
Δεδομένης λοιπόν της απόρριψης του συνόλου του αφηγήματος του αιτητή περί διώξεως του από τους αποσχιστές και τον στρατό, απομένει μια επικαιροποιημένη επισκόπηση της γενικής κατάστασης ασφαλείας στον τόπο διαμονής του (Douala), όπου διαμένει και η οικογένεια του αιτητή, με τους οποίους διατηρεί τακτική επαφή, όπου η δε σύζυγος του εργάζεται και τα παιδιά του πηγαίνουν σχολείο (ερ.68).
Αναφορικά με την περιφέρεια Littoral του Καμερούν, στην οποία ανήκει η πόλη Douala, για το διάστημα από 03/02/24 έως 31/01/25, καταγράφηκαν 13 περιστατικά ασφαλείας στα οποία χάθηκαν 4 ανθρώπινες ζωές. Τα 13 περιστατικά έχουν κατηγοριοποιηθεί ως ακολούθως: 4 ταραχές (riots) οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα 2 ανθρώπινες απώλειες, 4 διαμαρτυρίες (protests) χωρίς ανθρώπινες απώλειες και 5 περιστατικά βίας κατά πολιτών (violence against civilians) τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 2 θανάτους [16]. Τα 11 από τα πιο πάνω 13 περιστατικά καταγράφηκαν στη Dοuala, στα οποία χάθηκαν 3 ανθρώπινες ζωές και έχουν κατηγοριοποιηθεί ως ακολούθως: 4 ταραχές (riots) με 2 ανθρώπινες απώλειες, 3 διαμαρτυρίες (protests) χωρίς θανάτους και 4 περιστατικά βίας κατά πολιτών (violence against civilians) με 1 θάνατο [17]. Σημειώνεται ότι o πληθυσμός της περιοχής ανέρχεται περί τα 4 εκατομμύρια και της Douala περί τα 3 ½ εκατομμύρια. [18] [19]
Είναι κατάληξη μου, αποτιμώντας τις ως άνω πληροφορίες, ότι δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα ο αιτητής να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή του κίνδυνο σοβαρής βλάβης καθότι η συχνότητα περιστατικών ασφαλείας στην περιοχή όπου διέμενε, και στην οποία εύλογα αναμένεται να επιστρέψει, δεν είναι τέτοιας έντασης ώστε να διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του στην περιοχή. Δεν μπορώ δε να εντοπίσω ιδιαίτερες περιστάσεις που επιτείνουν τον κίνδυνο ειδικώς για τον αιτητή σε σύγκρισή με τον γενικό πληθυσμό της περιοχής, στη βάση της «αναπροσαρμοζόμενης κλίμακας» και λαμβανομένης υπόψη της φύσεως των περιστατικών που καταγράφηκαν, ως εκτίθενται πιο πάνω [20] (βλ. και απόφαση ΔΕΕ, ημ.10/06/21, C-901/19, CF and DN). Σημειώνω ότι ο αιτητής είναι υγιής, ενήλικας, 43 ετών, ομιλεί - μεταξύ άλλων - τη γαλλική, έχει προηγούμενη εργασιακή εμπειρία και διαθέτει στην περιοχή οικογενειακό δίκτυο, αφού, ως και ανωτέρω αναφέρω, διαμένουν εκεί η σύζυγος και τα παιδία του εδώ και 6 έτη (ερ.17).
Έπεται λοιπόν ότι ο αιτητής δεν κατάφερε να τεκμηριώσει βάσιμο φόβο «καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων» αλλά και ότι δεν υφίστανται «ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη», ως αμφότερες αυτές οι έννοιες ορίζονται στα άρθρα 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 (Ν. 6(I)/2000) αντίστοιχα.
Ουδέν προσκομίστηκε στα πλαίσια της παρούσης που να ανατρέπει τα ως άνω.
Η προσφυγή απορρίπτεται.
Δεδομένων των πλημμελειών που εντοπίστηκαν στην επίδικη έκθεση, ως αυτές ανωτέρω καταγράφονται, ήτοι της μη ορθής εξέτασης και αξιολόγησης των ενώπιον των καθ’ ων η αίτηση δεδομένων και των επιμέρους λανθασμένων ευρημάτων τους, τα οποία, παρότι δεν είναι ικανά - δεδομένου του εξ υπαρχής ελέγχου που διενεργήθηκε στα πλαίσια της παρούσης - να ανατρέψουν το τελικό αποτέλεσμα ότι δεν υφίσταται εδώ ανάγκη παροχής διεθνούς προστασίας στον αιτητή, καταδεικνύουν πλημμελή έρευνα και αιτιολόγηση, δεν επιδικάζονται έξοδα.
Α. Χριστοφόρου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] Amnesty International (AI), Human Rights in Africa: Review of 2019 - Cameroon [AFR 01/1352/2020], 08 April 2020, available at: https://www.ecoi.net/en/document/2028266.html ; Human Rights Watch (HRW), World Report 2021 – Cameroon (Events of 2020), 13 January 2021, available at: https://www.ecoi.net/en/document/2043533.html (accessed on 05/08/2022)
[2] HRW, ‘These Killings can be Stopped’ (2018),21-22 διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/file/local/1438857/3175_1532282307_cameroon0718-web2.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 12/02/2024)
[3] Bertelsmann Foundation, ‘Bertelsmann Stiftung’ (χωρίς ημερομηνία), διαθέσιμο σε https://www.bfna.org/bertelsmann-stiftung/ (ημερομηνία πρόσβασης 12/02/24)
[4] BTI, ‘Cameroon Country Report 2022’ (2022), διαθέσιμο σε https://bti-project.org/en/reports/country-report/CMR (ημ. πρόσβασης 12/02/24)
[5] The African Observer, ‘30 Women Freed After Abduction by Separatists in Cameroon’s Anglophone Region’ (2023), διαθέσιμο σε https://theafricanobserver.com/30-women-freed-after-abduction-by-separatists-in-cameroons-anglophone-region/ (ημ. πρόσβασης 12/02/24)
[6] United Nations Economic and Social Council, Concluding observations on the fourth periodic report of Cameroon, E/C.12/CMR/CO/4, para. 4, 25 March 2019, available at: https://tbinternet.ohchr.org/_layouts/15/treatybodyexternal/Download.aspx?symbolno=E/C.12/CMR/CO/4&Lang=En
[7] Human Rights Watch (HRW), World Report 2021 – Cameroon (Events of 2020), 13 January 2021, available at: https://www.ecoi.net/en/document/2043533.html; Amnesty International (AI), Human Rights in Africa: Review of 2019 - Cameroon [AFR 01/1352/2020], 08 April 2020, available at: https://www.ecoi.net/en/document/2028266.html (accessed on 11/08/2021)
[7] United Nations Office for the Coordination of Humanitarian Affairs (UN OCHA), Cameroon Humanitarian Needs Overview 2020 (revised June 2020), p. 9, June 2020, available at: https://www.ecoi.net/en/file/local/2039302/cmr_hno_2020-revised_25062020_print.pdf
[8] United Nations Office for the Coordination of Humanitarian Affairs (UN OCHA), Cameroon Humanitarian Needs Overview 2020 (revised June 2020), p. 9, June 2020, available at: https://www.ecoi.net/en/file/local/2039302/cmr_hno_2020-revised_25062020_print.pdf (acc.05/08/22)
[9] EASO, COI QUERY «Latest developments on security situation in Anglophone region between 1 January 2020 and 31 May 2021», σελ.8, available at: https://euaa.europa.eu/
[10] United Nations Office for the Coordination of Humanitarian Affairs (UN OCHA), Cameroon Humanitarian Needs Overview 2020 (revised June 2020), pp. 41-42, June 2020, available at:https://www.ecoi.net/en/file/local/2039302/cmr_hno_2020-revised_25062020_print.pdf (accessed on 05/08/2022)
[11] AA – Federal Foreign Office (Germany) (Author): Bericht über die asyl- und abschiebungsrelevante Lage in Kamerun (Stand: September 2022), 22 September 2022 https://media.frag-den-staat.de/files/foi/758362/2022-09-02-lagebericht-asyl-kamerun-ocr.pdf
[12] SFH – Schweizerische Flüchtlingshilfe (Author): Überprüfung der Echtheit eines Haftbefehls, 25 September 2008
https://www.ecoi.net/en/file/local/1002649/1504_1228301698_haftbefehl.pdf
[13] HRW, ‘These Killings can be Stopped’ (2018),36 διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/file/local/1438857/3175_1532282307_cameroon0718-web2.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 12/02/2024)
[14] The Advocates for Human Rights, ‘Cameroon’s Compliance with the Convention against Torture and Other Cruel, Inhuman or Degrading Treatment or Punishment Suggested List of Issues Prior to Reporting Relating to the Social crisis in the NorthWestern and South-Western regions (Anglophone Crisis) in Cameroon’ (2020), 2 διαθέσιμο σε https://tbinternet.ohchr.org/_layouts/15/TreatyBodyExternal/DownloadDraft.aspx?key=etHc8a2HDhWgFttbH51v9/IizeqJQtgUo3leTeBBFAXb5Ku0J7yh0hx9H8z/zEtw1L4t+uiayfWMZMu9f/umVQ== (ημ. πρόσβασης 12/02/24)
[15] The Advocates for Human Rights, ‘Cameroon’s Compliance with the Convention against Torture and Other Cruel, Inhuman or Degrading Treatment or Punishment Suggested List of Issues Prior to Reporting Relating to the Social crisis in the NorthWestern and South-Western regions (Anglophone Crisis) in Cameroon’ (2020), 2 διαθέσιμο σε https://tbinternet.ohchr.org/_layouts/15/TreatyBodyExternal/DownloadDraft.aspx?key=etHc8a2HDhWgFttbH51v9/IizeqJQtgUo3leTeBBFAXb5Ku0J7yh0hx9H8z/zEtw1L4t+uiayfWMZMu9f/umVQ== (ημ. πρόσβασης 12/02/24)
[16] ACLED, με στοιχεία ανάλυσης ως εξής: ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: 03/02/2024 έως 31/0101/25, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Battles / Violence against civilians / Explosions - Remote violence/ Riots/Battles; ΠΕΡΙΟΧΗ: Africa - Cameroon -Littoral; Douala https://acleddata.com/explorer/
[18] Republique du Cameroun, Institut National de la Statistique, Agence Regional du Littoral, Littoral en chiffres, Edition 2022, σ. 9
https://ins-cameroun.cm/wp-content/uploads/2023/06/Littoral-en-chiffres-ed2022_Francais.pdf
[20] Εγχειρίδιο EASO, Άρθρο 15 στοιχείο γ) της οδηγίας για τις ελάχιστες απαιτήσεις ασύλου (2011/95/ΕΕ) Δικαστική ανάλυση, σελ.26-28, διαθέσιμο εδώ: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/Article-15c-QD_a-judicial-analysis-EL.pdf
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο