
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθεση Αρ.: 1583/23
20 Μάϊου, 2025
[Ε.ΡΗΓΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 Συντάγματος
Μεταξύ:
M.A.I.,
από Νιγηρία
Αιτητής
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η Αίτηση
Δικηγόρος για Αιτητή: Γ. Καρατσιόλη (κα), για Χρ. Ματθαίου (κα)
Δικηγόροι για Καθ' ων η αίτηση: Ε. Ιωάννου (κα), για Ν. Κουρσάρης (κος), για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας
ΑΠΟΦΑΣΗ
Ε. ΡΗΓΑ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Με την υπό κρίση προσφυγή, ο Αιτητής στρέφεται εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 08.03.2023, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για άσυλο, καθότι κρίθηκε ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, Ν. 6(Ι)/2000, ως έχει τροποποιηθεί (στο εξής αναφερόμενος ως «ο περί Προσφύγων Νόμος»).
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Προτού εξεταστούν οι εκατέρωθεν ισχυρισμοί, επιβάλλεται η σκιαγράφηση των γεγονότων που περιβάλλουν την υπό κρίση υπόθεση, όπως αυτά προκύπτουν από την αίτηση του Αιτητή, την ένσταση των Καθ' ων η αίτηση αλλά και από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου που κατατέθηκε στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας και σημειώθηκε ως Τεκμήριο 1 (στο εξής αναφερόμενος ως «ο δ.φ.» ή «ο διοικητικός φάκελος»).
Ο Αιτητής κατάγεται από τη Νιγηρία, την οποία εγκατέλειψε στις 11.02.2021 και εισήλθε στις ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα, δια μέσου των μη ελεγχόμενων περιοχών, υποβάλλοντας αίτηση ασύλου στις 24.05.2022. Στις 17.02.2023, πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, ο οποίος υπέβαλε στις 27.02.2023 Έκθεση/Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου εισηγούμενος την απόρριψη της υποβληθείσας αίτησης. Ακολούθως, ο ασκών καθήκοντα Προϊσταμένου λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου ενέκρινε στις 08.03.2023 την εισήγηση, αποφασίζοντας την απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή, απόφαση η οποία κοινοποιήθηκε σε αυτόν στις 22.05.2023 μέσω σχετικής επιστολής της Υπηρεσίας Ασύλου ημερομηνίας 28.04.2023. Την απόφαση αυτή αμφισβητεί ο Αιτητής μέσω της υπό εξέταση προσφυγής του.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Ο Αιτητής, μέσω της συνηγόρου του προέβαλε στα πλαίσια τόσο του εισαγωγικού δικογράφου της διαδικασίας όσο και της γραπτής του αγόρευσης πλείονες λόγους ακυρώσεως, τους οποίους ωστόσο απέσυρε κατά το στάδιο των Διευκρινίσεων και περιορίστηκε μόνο στην προώθηση του ισχυρισμού περί έλλειψης δέουσας έρευνας.
Από την πλευρά τους οι Καθ΄ ων η αίτηση, υπεραμύνονται της νομιμότητας της επίδικης πράξης, υποβάλλοντας ότι αυτή λήφθηκε κατόπιν ενδελεχούς έρευνας όλων των σχετικών περιστατικών της υπόθεσης, εύλογα και εντός των ορίων της διακριτικής τους ευχέρειας, εφαρμόζοντας το Νόμο και ότι αυτή είναι δεόντως αιτιολογημένη. Συμπληρώνουν ότι οι ισχυρισμοί του Αιτητή δεν στοιχειοθετούν οποιοδήποτε λόγο ακυρότητας και δεν αποσείουν το βάρος απόδειξης το οποίο βαραίνει τον ίδιο, υποστηρίζοντας καταληκτικά ότι ο Αιτητής δεν πληροί τις προϋποθέσεις για αναγνώριση του ως δικαιούχου διεθνούς προστασίας.
Αξιολόγηση εκατέρωθεν ισχυρισμών και καταληκτικά συμπεράσματα
Αναφορικά με τον εναπομείναντα λόγο ακυρώσεως περί έλλειψης δέουσας έρευνας, επισημαίνω ότι αυτός προωθείται με γενικότητα και αοριστία χωρίς οποιαδήποτε εξειδίκευση σε συνάρτηση με τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης του Αιτητή[1]. Τούτο δε, αντίθετα με τα όσα επιτάσσει ο Κανονισμός 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962[2]. Έχει πλειστάκις λεχθεί και από το παρόν Δικαστήριο, με παραπομπή στη σχετική επί του θέματος νομολογία ότι τα επίδικα θέματα στοιχειοθετούνται και προσδιορίζονται από τη δικογραφία[3], ενώ ξεκάθαρη είναι η απαίτηση για αιτιολόγηση των νομικών σημείων της αίτησης ακυρώσεως, ούτως ώστε αυτά να μπορούν να τύχουν εξέτασης από το Δικαστήριο[4]. Δεν αρκεί συνεπώς η γενικόλογη και αόριστη επιχειρηματολογία περί έλλειψης δέουσας έρευνας, χωρίς ταυτόχρονα την εξειδίκευση και αναφορά στα γεγονότα της συγκεκριμένης υπόθεσης και στη βάση ποιας συγκεκριμένης επιχειρηματολογίας προωθείται ο συγκεκριμένος λόγος ακυρώσεως.
Εν πάση περιπτώσει, ενόψει και της υποχρέωσης που έχει το παρόν Δικαστήριο να προβαίνει σε έλεγχο τόσο της νομιμότητας, όσο και της ορθότητας κάθε προσβαλλόμενης απόφασης, εξετάζοντας πλήρως και από τούδε και στο εξής (ex nunc) τα γεγονότα και τα νομικά ζητήματα που τη διέπουν[5], θα προχωρήσω να εξετάσω την ουσία της υπόθεσης αυτής, σε συνάρτηση και με τον έστω γενικόλογο ισχυρισμό περί έλλειψης δέουσας έρευνας.
Ως εκ τούτου , προσέγγισα το θέμα με βάση τα ενώπιόν μου στοιχεία και το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου.
Στο πλαίσιο της υποβληθείσας αίτησής του για διεθνή προστασία ο Αιτητής κατέγραψε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του για λόγους ασφάλειας της ζωής του ως αποτέλεσμα της κοινοτικής κρίσης λόγω θρησκευτικών πρακτικών. Συγκεκριμένα, ως κατέγραψε, ο ίδιος ήθελε να καταταγεί στο ναυτικό, όπου ήταν μεταξύ των επικρατέστερων υποψηφίων (short listed). Τότε επέστρεψε στην κοινότητά του στην περιοχή τοπικής αυτοδιοίκησης Esan Central της πολιτείας Edo με σκοπό να διευθετήσει κάποια έγγραφα για την ένταξή του στο νιγηριανό ναυτικό. Ακολούθως της εκεί άφιξής του, οι γηραιότεροι του ανέφεραν ότι ο παραδοσιακός ιερέας (traditional priest) τον επέλεξε να υπηρετεί, να λατρεύει και γενικότερα να νυμφευθεί πνευματικά τη θεότητα. Ο Αιτητής αρνήθηκε και η νεολαία της κοινότητας τον κατηγόρησαν για ιεροσυλία και συσπειρώθηκαν σε ομάδες επιδιώκοντας την εξόντωσή του για να ελευθερωθεί η θεότητα (βλ. ερ. 1 του δ.φ.)
Ακολούθως, κατά το κρίσιμο στάδιο της συνέντευξής του, ο Αιτητής ανέφερε ότι γεννήθηκε στην Irrua, πόλη της πολιτείας Edo και διοικητική έδρα της περιοχής τοπικής αυτοδιοίκησης Esan Central της πολιτείας Edo, η οποία αποτελεί και τον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του στη χώρα (βλ. ερ. 48/5Χ του δ.φ.) Ως οι ισχυρισμοί του, οι γονείς και η μια εκ των αδελφών του διαμένουν μαζί στην Esan Central ενώ δεν γνωρίζει που διαβιούν οι άλλες δυο αδελφές του καθώς δεν έχει επικοινωνία μαζί τους (βλ. ερ. 49/5Χ-6Χ του δ.φ.) Ως προς την εκπαίδευση του, ο Αιτητής δήλωσε ότι σπούδασε μηχανολόγος μηχανικός στο Auchi Polytechnic με έτος αποφοίτησης το 2017 συμπληρώνοντας ότι έκτοτε έως το 2019 εργαζόταν στις κατασκευές ή καθάριζε φάρμες. Από το 2019 και μετά άρχισε τις διαδικασίες ώστε να μεταβεί στην Κύπρο για το μεταπτυχιακό του. (ερυθρά 49 2Χ-3Χ, 48 3Χ δ.φ.)
Αναφορικά με την ουσία του αιτήματός του, δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του επειδή δεχόταν απειλές από την κοινότητά του και αυτό συνεπεία της άρνησής του να αναλάβει το ρόλο του ιερέα. Συγκεκριμένα, ο Αιτητής ανέφερε ότι για να μπορέσει να ενταχθεί στο νιγηριανό στρατό, ως ήταν η επιθυμία του, ήταν απαραίτητο όπως υπογραφούν κάποια έγγραφα από την κοινότητα και την τοπική κυβέρνηση. Με το που επέστρεψε στην κοινότητά για να διευθετήσει τα έγγραφα, τον ενημέρωσαν ότι η θεότητα τον επέλεξε ώστε να γίνει ο νέος ιερέας. Ο Αιτητής, λόγω της χριστιανικής του πίστης, αρνήθηκε και έκτοτε άρχισαν οι εντάσεις μεταξύ της κοινότητας του, του ιδίου και της οικογένειάς του, ενώ τον κατηγόρησαν για τις διάφορες δυσκολίες και τους συχνούς θανάτους στη κοινότητά του. Ακολούθως, δήλωσαν στον Αιτητή ότι η άρνησή του αυτή καθαυτή προκάλεσε τις εν λόγω κακοτυχίες. Στη συνέχεια, προσπάθησαν αρκετές φορές να τον σκοτώσουν και μάλιστα μια φορά τον δηλητηρίασαν με αποτέλεσμα να χρειαστεί να λάβει ειδική θεραπεία με βότανα. Έπειτα, ο Αιτητής αντιλήφθηκε ότι για να σωθεί, έπρεπε να φύγει από τη χώρα και μόλις έγινε δεκτός στο πανεπιστήμιο CIU στις μη ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές, ετοίμασε τα απαραίτητα έγγραφα και εγκατέλειψε τη Νιγηρία. (βλ. ερ 47/7Χ, 46/1Χ δ.φ.)
Κατά τη διερεύνηση των ισχυρισμών του δια της υποβολής περαιτέρω ερωτήσεων από το λειτουργό ασύλου, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι το 2019, όταν ζήτησε από τα μέλη της κοινότητας να του υπογράψουν τα έγγραφα, εκείνοι αρνήθηκαν επειδή πίστευαν στην παράδοση αλλά και λόγω του ότι οι γονείς του δεν ήταν πολιτικοί. Παρά την άρνηση που εισέπραξε από πλευράς τους, ο Αιτητής θεωρώντας ότι θα κατάφερνε να τους πείσει ότι δεν πίστευε σε αυτές τις παραδόσεις, συνέχιζε κανονικά τη ζωή του μέχρι το 2021 με το να προετοιμάζεται για το στρατό, να γυμνάζεται και να εργάζεται στις κατασκευές ή στις φάρμες (βλ. ερ. 46/3Χ, 5Χ-8Χ, 45/1Χ δ.φ.)
Ο Αιτητής ανέφερε ότι η θεά της θάλασσας που τον επέλεξε ως το νέο ιερέα του χωριού Eko-Kakulu δεν επιθυμούσε ο προηγούμενος ιερέας να συνεχίζει να ασκεί τα καθήκοντά του και αυτό πιθανότατα επειδή ήταν ιερέας για πολλά χρόνια και έπρεπε να αναλάβει πλέον άτομο από άλλη οικογένεια (βλ. ερ. 45/6Χ-8Χ, 10Χ-11Χ δ.φ.).
Αναφορικά με τις απόπειρες δολοφονίας σε βάρος του, ο Αιτητής ανέφερε ότι αρχικά δέχθηκε απειλές κατά της οικογένειάς του, ενώ στη συνέχεια διαδόθηκε ότι κανείς δεν θα έπρεπε να έχει οποιαδήποτε συναναστροφή μαζί τους. Κατά το διάστημα Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου 2020, σύμφωνα με τον ίδιο, κάποια πρόσωπα στα οποία είχε εμπιστοσύνη πιθανόν τον δηλητηρίασαν κατά τη διάρκεια μιας συζήτησης. Όπως δήλωσε, απομακρύνθηκε προσωρινά για να πάρει κάτι και, επιστρέφοντας για να συνεχίσει τη συζήτηση, ακολούθως ασθένησε, γεγονός που τον οδήγησε στην υποψία δηλητηρίασης (βλ. ερ. 45/12Χ, 44/2Χ-4Χ δ.φ.).
Κληθείς να διευκρινίσει για ποιο λόγο αρχικά ισχυρίστηκε ότι η φωτογραφία που προσκόμισε απεικόνιζε τον αρχηγό της κοινότητας, ενώ στη συνέχεια ανέφερε ότι επρόκειτο για τον προηγούμενο ιερέα, ο Αιτητής απάντησε ότι το πρόσωπο αυτό είχε διττό ρόλο, καθώς ήταν τόσο αρχηγός της κοινότητας όσο και αντιπρόσωπος του ιερέα. Συμπλήρωσε ότι ο προηγούμενος ιερέας είχε αποβιώσει και, έως την πλήρωση της θέσης, ο εν λόγω αντιπρόσωπος ασκούσε προσωρινά τα καθήκοντα του ιερέα (βλ. ερ. 43/8Χ-10Χ δ.φ.). Ο Αιτητής, αν και χριστιανός, επιλέγηκε για ιερέας επειδή δεν τον έβλεπαν ως τέτοιο, αλλά ως αδελφό, γιο. (βλ. ερ. 43/8Χ-10Χ, 42/3Χ δ.φ.)
Ο Αιτητής ανέφερε ότι υπέβαλε αίτηση τόσο για το ναυτικό όσο και για τον στρατό. Όταν ρωτήθηκε γιατί, στους λόγους αποχώρησής του από τη χώρα καταγωγής, κατέγραψε ότι η κοινότητά του δεν επιθυμούσε την ένταξή του στον στρατό, απάντησε ότι το ναυτικό είναι ο στρατός. Όταν του επισημάνθηκε ότι, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του, ήταν υποψήφιος για το ναυτικό και ότι την περίοδο 2019–2021 προέβη σε σχετικές διαδικασίες για τον στρατό, απάντησε ότι εννοούσε τον στρατό.
Ο Αιτητής υποστήριξε επίσης ότι το ανώτατο ηλικιακό όριο για ένταξη στο ναυτικό ήταν τα 25 ή 30 έτη. Όταν του επισημάνθηκε, πως με βάση εξωτερικές πηγές, το όριο ήταν τα 30 έτη και ότι το 2021 είχε μόλις φτάσει στο εν λόγω όριο, απάντησε ότι το 2021 ήταν η τελευταία του ευκαιρία. (ερυθρά 42, 10Χ–12Χ· 41, 1Χ δ.φ.)
Η αξιολόγηση των ισχυρισμών του Αιτητή από τους Καθ' ων η αίτηση
Προχωρώντας τώρα στην αξιολόγηση που διενεργήθηκε, επί των όσων ο Αιτητής παρέθεσε κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του, παρατηρώ ότι ο λειτουργός ασύλου διαχώρισε τους ισχυρισμούς του Αιτητή σε δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς:
Ο πρώτος ισχυρισμός αφορούσε την ταυτότητα, το προφίλ και τη χώρα καταγωγής του Αιτητή, ισχυρισμός ο οποίος έγινε αποδεκτός από το λειτουργό ασύλου καθώς, ως κρίθηκε, στοιχειοθετήθηκε η εσωτερική και η εξωτερική του αξιοπιστία. Ως τόπος συνήθους διαμονής του Αιτητή κρίθηκε η κοινότητα Irrua, της τοπικής αρχής Esan Central, της πολιτείας Edo.
Ο δεύτερος ισχυρισμός αφορούσε την ισχυριζόμενη δίωξη του Αιτητή από τη κοινότητά του επειδή αρνήθηκε να γίνει ο νέος ιερέας. Ο ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε καθώς κατά την κρίση του λειτουργού ασύλου, δεν στοιχειοθετήθηκε η εσωτερική και η εξωτερική του αξιοπιστία.
Συγκεκριμένα, ο λειτουργός ασύλου έκρινε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παραθέσει πληροφορίες που άπτονταν του πυρήνα του αιτήματός του και ότι οι απαντήσεις του στις ερωτήσεις που του τέθηκαν ήταν ασαφείς, αόριστες, ελλιπείς και μη ευλογοφανείς. Επισήμανε ότι ο Αιτητής ανέφερε ότι η κοινότητα αρνήθηκε να υπογράψει τα έγγραφα που χρειαζόταν για να μπορέσει να ενταχθεί στο στρατό, αλλά παρέλειψε να προσκομίσει τα ανυπόγραφα έγγραφα προκειμένου να υποστηρίξει τον ισχυρισμό του (βλ. ερ. 46/6Χ, 42/9Χ δ.φ.) .
Οι ισχυρισμοί του Αιτητή αναφορικά με το λόγο που εξακολουθούσε να προετοιμάζεται για το στρατό δεν ήταν ευλογοφανείς δεδομένου του ότι ερωτηθείς ως προς το γιατί συνέχιζε τις προετοιμασίες αφ’ ης στιγμής η κοινότητα αρνήθηκε να του υπογράψει, απάντησε ότι είχε ήδη λάβει τις υπογραφές από τον πατέρα του και την τοπική αρχή και άρα, πίστευε ότι πιθανόν να έπειθε και τους άλλους ότι δεν πίστευε στις παραδόσεις και εν τέλη να υπέγραφαν (βλ. ερ. 46/7Χ, 45/1Χ δ.φ.)
Οι απαντήσεις του Αιτητή σχετικά με τις απειλές που δεχόταν κατά της ζωής του, ήταν ελλιπείς αφού αρκέστηκε στο να αναφέρει ότι τον κατηγορούσαν για το θάνατο συγγενικών τους προσώπων, ισχυριζόμενοι ότι πέθαιναν εξαιτίας της άρνησής του να γίνει ιερέας της κοινότητας χωρίς ωστόσο να παραθέτει οποιεσδήποτε περαιτέρω πληροφορίες. (ερυθρό 44 1Χ δ.φ.) Περαιτέρω, οι αναφορές του σε σχέση με το περιστατικό όπου προσπάθησαν να τον δηλητηριάσουν, χαρακτηρίστηκαν ως γενικές και επιπόλαιες δεδομένου του οι μοναδικές πληροφορίες που μοιράστηκε αφορούσαν το ότι μεταξύ Ιανουαρίου - Φεβρουαρίου 2020, ορισμένα άτομα τα οποία εμπιστευόταν, σε μια από τις συζητήσεις τους, τον δηλητηρίασαν (βλ. ερ. 44/2Χ-4Χ δ.φ.).
Περαιτέρω, εντοπίστηκαν αντιφάσεις σε διάφορα σημεία του αφηγήματος του Αιτητή. Ειδικότερα, αρχικά ανέφερε ότι το πρόσωπο που απεικονιζόταν στη φωτογραφία την οποία επέδειξε μέσω του κινητού τηλεφώνου του ήταν ο αρχηγός της κοινότητας· μεταγενέστερα ισχυρίστηκε ότι επρόκειτο για τον προηγούμενο ιερέα· και εν συνεχεία, ότι το εν λόγω πρόσωπο κατείχε ταυτόχρονα τον ρόλο του αρχηγού της κοινότητας και αντιπροσώπευε τον ιερέα (βλ. ερ. 43/8Χ δ.φ.). Επιπλέον, ο Αιτητής δήλωσε αρχικά ότι επιχείρησε να ενταχθεί στο ναυτικό το 2019, ότι πέρασε τις σχετικές εξετάσεις, πλην όμως η κοινότητα δεν του παρείχε την απαραίτητη έγκριση. Ωστόσο, σε μεταγενέστερη αναφορά του ισχυρίστηκε ότι επιχείρησε να υποβάλει αίτηση για τον στρατό και όχι για το ναυτικό, και ότι κατάφερε να ενταχθεί σε σχετική λίστα το 2019. Όταν κλήθηκε να διευκρινίσει αν εγκρίθηκε για το ναυτικό ή για τον στρατό, απάντησε ότι προετοιμαζόταν για τον στρατό (βλ. ερ. 48/1Χ, 47/7Χ, 42/12Χ δ.φ.)
Αντιφάσεις διαπιστώθηκαν, επίσης, μεταξύ των ισχυρισμών που περιέχονται στην αίτηση ασύλου και όσων κατατέθηκαν κατά τη συνέντευξη. Συγκεκριμένα, στην αίτησή του ο Αιτητής ανέφερε ότι επιλέχθηκε από τον παραδοσιακό ιερέα προκειμένου να μυηθεί, να υπηρετήσει και να λατρεύσει τη θεότητα. Αντιθέτως, κατά τη συνέντευξη ισχυρίστηκε ότι η επιλογή του έγινε απευθείας από την ίδια τη θεότητα (βλ. ερ. 1, 47/7Χ δ.φ.)
Αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία του δεύτερου ισχυρισμού, o λειτουργός ασύλου ανατρέχοντας σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης κατέγραψε πληροφορίες για τις προϋποθέσεις ένταξης στο ναυτικό και ειδικότερα για τις πιστωτικές μονάδες, το απαιτούμενο ύψος, το ηλικιακό περιθώριο και την υπηκοότητα. Επισημάνθηκε περαιτέρω πως τα έντυπα που έπρεπε να εκτυπωθούν και να προσκομιστούν από τους υποψήφιους ήταν αυτά της συγκατάθεσης του γονέα/κηδεμόνα και της βεβαίωσης της τοπικής κυβέρνησης.
Ο λειτουργός ασύλου κατέληξε ότι πλήγηκε και η εξωτερική αξιοπιστία του Αιτητή, αφού οι ισχυρισμοί του έρχονταν σε ασυμφωνία με τις ως άνω παρατεθείσες πληροφορίες αφ’ ης στιγμής πρώτον δεν πληρούσε το όριο ηλικίας και δεύτερον στα έντυπα που οι υποψήφιοι όφειλαν να προσκομίσουν για να ενταχθούν στο ναυτικό δεν συμπεριλαμβανόταν η βεβαίωση και/ή η υπογραφή από την κοινότητα. Ως εκ τούτου, ο δεύτερος ισχυρισμός του Αιτητή, απορρίφθηκε ως αναξιόπιστος (βλ. ερ. 69 του δ.φ.)
Προχωρώντας στην αξιολόγηση κινδύνου του Αιτητή σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία στη βάση του ισχυρισμού περί των προσωπικών του στοιχείων, που αποτελούσε και το μοναδικό ισχυρισμό που έγινε αποδεκτός, ο λειτουργός ασύλου επεσήμανε ότι δεν συνέτρεχαν εύλογοι λόγοι να θεωρείτο ότι σε περίπτωση επιστροφής του θα κινδύνευε με δίωξη ή με πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης. Επισημάνθηκε ότι, βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών αναφορικά με τη χώρα καταγωγής, καθώς και σε συνάρτηση με το προσωπικό προφίλ του Αιτητή, δεν προέκυψε ότι εμπίπτει σε κατηγορία ευάλωτου προσώπου. Επιπλέον, δεν διαπιστώθηκε ότι υπέστη στη χώρα καταγωγής οποιαδήποτε μορφή δίωξης ή σοβαρής βλάβης. Ως εκ τούτου, κρίθηκε ότι, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής, δεν συντρέχει κίνδυνος να υποστεί δίωξη κατά την έννοια της Σύμβασης της Γενεύης ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης κατά την έννοια του Κανονισμού της ΕΕ (βλ .ερ. 68 – 67 δ.φ.).
Ακολούθως, κατά το στάδιο της νομικής ανάλυσης, ο λειτουργός ασύλου κατέληξε ότι ο Αιτητής δε μπορεί να υπαχθεί στις πρόνοιες του προσφυγικού καθεστώτος, χαρακτηρίζοντας αυτόν ως οικονομικό μετανάστη. Παρομοίως ο λειτουργός κατέληξε ότι ο Αιτητής δε μπορεί να υπαχθεί στις πρόνοιες του καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας. Ιδιαίτερα όσον αφορά το άρθρο 19 (2) (γ) του Περί Προσφύγων Νόμου του 2000, ο λειτουργός σημείωσε πως με βάση τις επικαιροποιημένες πληροφορίες που παρατέθηκαν δεν παρατηρούνται συνθήκες διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης στον τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή (βλ. ερ. 67 – 66 δ.φ.).
Η εκτίμηση του Δικαστηρίου
Αξιολογώντας λοιπόν τα όσα έχουν ανωτέρω αναφερθεί υπό το φως και των νομοθετημένων προνοιών και μελετώντας επισταμένως τόσο την Εισηγητική Έκθεση του λειτουργού ασύλου όσο και τους λοιπούς ισχυρισμούς του Αιτητή ως αυτοί παρουσιάστηκαν τόσο κατά την διοικητική διαδικασία όσο και κατά την ενώπιόν μου δικαστική διαδικασία, καταλήγω στα εξής:
Αρχικά συντάσσομαι με την κρίση των Καθ' ων η αίτηση ως προς την αποδοχή του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού τον οποίον και αποδέχομαι λόγω του ότι οι δηλώσεις του Αιτητή κρίνονται ως σαφείς, δεν προέκυψαν στοιχεία περί του αντιθέτου, ενώ οι δηλώσεις του επιβεβαιώθηκαν και από αξιόπιστες πηγές πληροφόρησης στις οποίες προσέτρεξε ο λειτουργός ασύλου. Ορθώς επιπλέον κρίθηκε ως τόπος συνήθους διαμονής του Αιτητή η κοινότητα Irrua, της τοπικής αρχής Esan Central, της πολιτείας Edo.
Αναφορικά με το δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, ήτοι ότι ο Αιτητής εγκατέλειψε τη Νιγηρία λόγω του ότι διωκόταν από την κοινότητά του επειδή αρνήθηκε να γίνει ο νέος ιερέας, συμφωνώ και συντάσσομαι με την αξιολόγηση του λειτουργού ασύλου περί έλλειψης εσωτερικής αξιοπιστίας του ισχυρισμού του Αιτητή, την οποίαν κρίνω ως ορθή και τεκμηριωμένη. Πράγματι, η αφήγηση του Αιτητή χαρακτηρίζεται από αλληλοαναιρούμενες δηλώσεις, ουσιώδεις ασάφειες, γενικόλογες αναφορές, αντιφάσεις και έλλειψη αποδεικτικών στοιχείων, γεγονός που καθιστά αδύνατο τον σχηματισμό πεποίθησης ως προς την αληθοφάνεια των γεγονότων που επικαλείται.
Πρόσθετα των όσων επισημάνθηκαν από το λειτουργό ασύλου, κρίνω σκόπιμο να επισημάνω ορισμένες ακόμη ελλείψεις που εντόπισα στο αφήγημα του Αιτητή. Αρχικά, ισχυρίστηκε ότι η θεότητα τον επέλεξε ως το νέο ιερέα της κοινότητας, όμως ουδέποτε ανέφερε το όνομά της αρκούμενος στο να την αποκαλεί με τους γενικούς όρους «oracle» (ιέρεια), «goddess» (θεά), «river goddess» (θεά του ποταμού) και «goddess of the sea» (θεά της θάλασσας) (βλ. ερ. 47/7Χ, 45/6Χ, 8Χ δ.φ.) Περαιτέρω, ο Αιτητής δεν παρέθεσε συγκεκριμένα στοιχεία αναφορικά με τον λόγο για τον οποίο επελέγη, και όταν ερωτήθηκε σχετικά, περιορίστηκε να αναφέρει ότι η επιλογή έγινε από τη θεά της θάλασσας (ερυθρό 45/6Χ δ.φ.). Επιπλέον, οι ισχυρισμοί του σε σχέση με την κοινότητα και τις αποδιδόμενες απόπειρες εναντίον του από μέρους της κρίνονται ελλιπείς, καθότι δεν κατονόμασε τα πρόσωπα που φέρεται να τον καταδίωκαν, ούτε και προέβη σε συγκεκριμένη περιγραφή των –κατά τους ισχυρισμούς του– αλλεπάλληλων προσπαθειών αυτών να του αφαιρέσουν τη ζωή (βλ. ερ. 47/7Χ, 46/1Χ, 45/12Χ δ.φ.)
Περαιτέρω, εντοπίζονται εσωτερικές αντιφάσεις στα λεγόμενα του Αιτητή αναφορικά με την ταυτότητα και τον ρόλο του προσώπου που απεικονιζόταν στη φωτογραφία την οποία επέδειξε. Ειδικότερα, όταν ανέφερε ότι επρόκειτο για τον προηγούμενο ιερέα, υποστήριξε ότι η θεότητα δεν επιθυμούσε τη συνέχιση της άσκησης των ιερατικών του καθηκόντων, καθώς είχε υπηρετήσει επί μακρόν και, κατά συνέπεια, έπρεπε να αναλάβει πρόσωπο από άλλη οικογένεια (βλ. ερ. 45/7Χ–8Χ δ.φ.). Ωστόσο, σε μεταγενέστερο στάδιο ισχυρίστηκε ότι στη φωτογραφία παρουσιαζόταν ο αρχηγός της κοινότητας, ο οποίος ενεργούσε ως αντιπρόσωπος του ιερέα, προσθέτοντας ότι ανέλαβε τον ρόλο αυτό μετά τον θάνατο του προηγούμενου ιερέα (βλ. ερ. 43/8Χ δ.φ.).
Περαιτέρω, παρατηρείται ότι, μετά το περιστατικό απόπειρας δηλητηρίασής του τον Ιανουάριο ή Φεβρουάριο του 2020, δεν αναφέρθηκε οποιοδήποτε άλλο συμβάν που να τον έθιξε προσωπικά (βλ. ερ. 44/4Χ δ.φ.). Επιπλέον, έως και τη στιγμή που εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, στις 11.02.2021, ο Αιτητής φέρεται να ζούσε κανονικά, ασκούμενος, προετοιμαζόμενος για τον στρατό και εργαζόμενος (βλ. ερ. 46/7Χ και 42/1Χ δ.φ.). Τα ως άνω συνηγορούν υπέρ της διαπίστωσης ότι ο Αιτητής δεν αντιμετώπιζε πραγματικό φόβο δίωξης ή σοβαρής βλάβης στη Νιγηρία κατά τον χρόνο αναχώρησής του.
Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού του Αιτητή, δεδομένης της παντελούς έλλειψης εσωτερικής συνοχής του ισχυρισμού αυτού εκ της αοριστίας, της γενικότητας και της αντιφατικότητας που χαρακτηρίζει το αφήγημα του Αιτητή δεν προκύπτει ανάγκη για εξέταση της εξωτερικής τους συνοχής, με αναφορά σε αξιόπιστες πηγές πληροφόρησης. Επί τούτου, σχετικά είναι τα όσα καταγράφονται στο εγχειρίδιο της EUAA), Evidence and Credibility Assessment in the context of the Common European Asylum System[6], σελ.169 όπου διαλαμβάνονται συγκεκριμένα τα ακόλουθα:
«This will be necessary insofar as the rationale of the judgment relies on the appreciation of conditions prevailing in the country of origin. This would not be the case in all situations. For example, it may well be unnecessary in respect of a negative credibility finding based on a blatant lack of internal consistency or on unsatisfactorily explained discrepancies and variations on the essential elements of a claim, nor a fortiori if an appeal is rejected on inadmissibility grounds.»
Βλέπε σχετικώς και τα όσα αναφέρθηκαν επί του ζητήματος τούτου στην πρόσφατη απόφαση του Εφετείου στην FERDINAND EBELE EWELUKWA v. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΣΥΛΟΥ, Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Αρ. 18/2023, 31.10.2024.
Ως προς τα έγγραφα τα οποία προσκόμισε ο Αιτητής κατά την πρωτοβάθμια διαδικασία, με σκοπό να υποστηρίξει τους ισχυρισμούς του ότι το 2019 συμπλήρωσε αιτήσεις για πρόσληψη στο ναυτικό αλλά και στο στρατό, επισημαίνω ότι αυτά δεν σχετίζονται με τον πυρήνα του αιτήματός του και ουδόλως δύναται να ενισχύσουν ή να προσθέσουν οτιδήποτε στην κρίση περί αξιοπιστίας του ισχυρισμού του ως προς τη δίωξή του από την κοινότητα επειδή αρνήθηκε να γίνει ο νέος ιερέας.
Καταλήγω συνεπώς ότι ο δεύτερος αυτός ισχυρισμός του Αιτητή δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός και αυτός απορρίπτεται για τους λόγους που έχουν ανωτέρω επεξηγηθεί. Πρόσθετα, ενόψει των πιο πάνω, ο ισχυρισμός του Αιτητή περί έλλειψης δέουσας έρευνας, δεν ευσταθεί και απορρίπτεται ως αβάσιμος.
Υπό το φως των προλεχθέντων και του ισχυρισμού περί προσωπικών στοιχείων του Αιτητή που έγινε αποδεκτός από το παρόν Δικαστήριο, κρίνω ότι δεν δικαιολογείται η υπαγωγή του Αιτητή στο καθεστώς του πρόσφυγα, καθώς δεν διαπιστώνονται δείκτες κινδύνου έναντι της ζωής του, σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία, ιδιαιτέρως υπό τον ορισμό και προϋποθέσεις του προφίλ του πρόσφυγα, άρθρο 1Α της Συνθήκης της Γενεύης και άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου.
Ως εκ τούτου, απομένει να εξεταστεί το κατά πόσο υπάρχει δυνατότητα να υπαχθεί ο Αιτητής στο καθεστώς της επικουρικής προστασίας, ή αλλιώς συμπληρωματικής προστασίας, ως αυτό καθορίζεται στην εθνική μας νομοθεσία. Ειδικότερα, το άρθρο 19(1) του περί Προσφύγων Νόμου διαλαμβάνει ότι:
«το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, αναγνωρίζεται σε οποιοδήποτε αιτητή, ο οποίος δεν αναγνωρίζεται ως πρόσφυγας ή σε οποιοδήποτε αιτητή του οποίου η αίτηση σαφώς δεν βασίζεται σε οποιουσδήποτε από τους λόγους του εδαφίου (1) του άρθρου 3, αλλά σε σχέση με τον οποίο υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη και δεν είναι σε θέση ή, λόγω του κινδύνου αυτού, δεν είναι πρόθυμος, να θέσει τον εαυτό του υπό την προστασία της χώρας αυτής.»
Ο ορισμός της «σοβαρής» ή «σοβαρής και αδικαιολόγητης βλάβη» καλύπτει δυνάμει του άρθρου 19(2) εξαντλητικά, τρεις διαφορετικές καταστάσεις, ήτοι :
(α) θανατική ποινή ή εκτέλεση, ή
(β) βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του αιτητή στη χώρα καταγωγής του, ή
(γ) σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.
Έχοντας υπόψη τις περιστάσεις που διαλαμβάνονται στην υπό κρίση υπόθεση, ο Αιτητής δεν μπορεί να ενταχθεί στα υπό (α) και (β) ανωτέρω εδάφια. Εξέτασης συνεπώς χρήζει το εδάφιο (γ) του άρθρου 19(2).
Ως προς τους παράγοντες που δύνανται να ληφθούν υπόψιν αναφορικά την αξιολόγηση του συστατικού στοιχείου της αδιάκριτης βίας, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης επεσήμανε στην απόφαση του CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland[7] ότι συνιστούν:
«(...) μεταξύ άλλων, η ένταση των ενόπλων συγκρούσεων, το επίπεδο οργάνωσης των εμπλεκομένων ενόπλων δυνάμεων και η διάρκεια της σύρραξης ως στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη κατά την εκτίμηση του πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης, κατά την έννοια του άρθρου 15, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2011/95 (πρβλ. απόφαση της 30ής Ιανουαρίου 2014, Diakité, C‑285/12, EU:C:2014:39, σκέψη 35), καθώς και άλλα στοιχεία όπως η γεωγραφική έκταση της κατάστασης αδιάκριτης άσκησης βίας, ο πραγματικός προορισμός του αιτούντος σε περίπτωση επιστροφής στην οικεία χώρα ή περιοχή και οι τυχόν εκ προθέσεως επιθέσεις κατά αμάχων εκ μέρους των εμπόλεμων μερών.» (βλ. σκέψη 43 της απόφασης)
Περαιτέρω, ως προς τον προσδιορισμό του επιπέδου της ασκούμενης αδιάκριτης βίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στην απόφασή του Sufi and Elmι[8], αξιολόγησε, διευκρινίζοντας ότι δεν κατονομάζονται εξαντλητικά, τη χρήση μεθόδων και τακτικών πολέμου εκ μέρους των εμπόλεμων πλευρών οι οποίες αυξάνουν τον κίνδυνο αμάχων θυμάτων ή ευθέως στοχοποιούν αμάχους, εάν η χρήση αυτών είναι διαδεδομένη μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών, και, τελικά, τον αριθμό των αμάχων που έχουν θανατωθεί, τραυματιστεί και εκτοπιστεί ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης.
Περαιτέρω, όπως διευκρίνισε το ΔΕΕ στην υπόθεση Meki Elgafaji, Noor Elgafaji ν. Staatssecretaris van Justitie[9]:
«33. Αντιθέτως, η κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας βλάβη, καθόσον συνίσταται σε «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» του αιτούντος, αναφέρεται σε ένα γενικότερο κίνδυνο βλάβης.
34. Συγκεκριμένα, η βλάβη αυτή αφορά, ευρύτερα, «απειλή [.]κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» αμάχου και όχι συγκεκριμένες πράξεις βίας. Επιπροσθέτως, η απειλή αυτή είναι συμφυής με μια γενική κατάσταση «διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης». Τέλος, η βία από την οποία προέρχεται η εν λόγω απειλή χαρακτηρίζεται ως «αδιακρίτως» ασκούμενη, όρος που σημαίνει ότι μπορεί να επεκταθεί σε άτομα ανεξαρτήτως των προσωπικών περιστάσεών τους.
35. Στο πλαίσιο αυτό, ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας.
36. Η ερμηνεία αυτή, η οποία δύναται να διασφαλίσει ένα αυτοτελές πεδίο εφαρμογής στο άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, δεν αναιρείται από το γράμμα της εικοστής έκτης αιτιολογικής σκέψης, κατά το οποίο «οι κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται εν γένει ο πληθυσμός ή τμήμα του πληθυσμού μιας χώρας δεν συνιστούν συνήθως, αυτοί καθαυτοί, προσωπική απειλή που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως σοβαρή βλάβη».
37. Συγκεκριμένα, μολονότι η αιτιολογική αυτή σκέψη σημαίνει ότι η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο.
38. Ο εξαιρετικός χαρακτήρας της καταστάσεως αυτής επιρρωννύεται, επίσης, από το γεγονός ότι η οικεία προστασία είναι επικουρική, καθώς και από την οικονομία του άρθρου 15 της οδηγίας, καθόσον η βλάβη, της οποίας τον ορισμό δίνει το άρθρο αυτό υπό τα στοιχεία α΄ και β΄, πρέπει να εξατομικεύεται σαφώς. Μολονότι είναι αληθές ότι στοιχεία που αφορούν το σύνολο του πληθυσμού αποτελούν σημαντικό παράγοντα για την εφαρμογή του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, υπό την έννοια ότι σε περίπτωση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης ο ενδιαφερόμενος, όπως και άλλα πρόσωπα, εντάσσεται στον κύκλο των δυνητικών θυμάτων μιας αδιακρίτως ασκούμενης βίας, εντούτοις, η ερμηνεία της εν λόγω διατάξεως πρέπει να γίνεται λαμβανομένου υπόψη του συστήματος στο οποίο εντάσσεται, δηλαδή σε σχέση με τις λοιπές δύο περιπτώσεις που προβλέπει το άρθρο 15 και, επομένως, να ερμηνεύεται σε στενή συνάρτηση με την εξατομίκευση αυτή.
39. Συναφώς, πρέπει να διευκρινισθεί ότι όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών της καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας.».
Στη βάση της ως άνω νομολογίας, προς τον σκοπό εξέτασης των προϋποθέσεων που διαλαμβάνει το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, ως αυτός ενσωματώνει το άρθρο 15(γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ[10] και λαμβάνοντας υπόψη ότι έχει παρέλθει μεγάλο χρονικό διάστημα από την πρωτοβάθμια εξέταση της αίτησης του Αιτητή, προχώρησα σε έρευνα σε διεθνείς πηγές πληροφόρησης αναφορικά με την τρέχουσα κατάσταση ασφαλείας στον τόπο καταγωγής και συνήθους διαμονής του Αιτητή, ήτοι την Irrua, πόλη της πολιτείας Edo και διοικητική έδρα της περιοχής τοπικής αυτοδιοίκησης Esan Central της πολιτείας Edo. Από την έρευνα αυτή, προέκυψαν τα ακόλουθα:
· Στην πλέον πρόσφατη τριμηναία έκθεση του PIND αναφορικά με τις συγκρούσεις στο Δέλτα του Νίγηρα (όπου ανήκει και το κρατίδιο Edo) (Ιούλιος-Σεπτέμβριος 2024) καταγράφονται τα εξής: «κατά το τρίτο τρίμηνο (Q3) του 2024, το Δέλτα του Νίγηρα της Νιγηρίας γνώρισε μια σχετική περίοδο σταθερότητας και ειρήνης, παρουσιάζοντας αξιοσημείωτη βελτίωση της συνολικής ασφάλειας σε σύγκριση με το δεύτερο τρίμηνο (Q2). Τα στοιχεία δείχνουν μείωση της θανατηφόρας βίας κατά 19,3%, με τα θύματα που σχετίζονται με συγκρούσεις να μειώνονται από 186 το δεύτερο τρίμηνο σε 150 το τρίτο τρίμηνο. Αρκετοί φορείς για την ειρήνη και την ανάπτυξη, συμπεριλαμβανομένων τοπικών παραγόντων ειρήνης, οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, διεθνών αναπτυξιακών οργανισμών και κυβερνητικών υπηρεσιών, εφάρμοσαν παρεμβάσεις για τον μετριασμό και την πρόληψη βίαιων συγκρούσεων και ανασφάλειας κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου. Σύμφωνα με τον χάρτη P4P for Peace της PIND, οι κύριοι παράγοντες της θανατηφόρας βίας ήταν οι εγκληματικές δραστηριότητες, οι συγκρούσεις συμμοριών/αιρέσεων, η αποσχιστική αναταραχή και οι συγκρούσεις μεταξύ κακοποιών και δυνάμεων ασφαλείας"[11]
Ειδικά για το κρατίδιο Edo παρατίθενται οι εξής πληροφορίες:
· Το τρίτο τρίμηνο του 2024, το κρατίδιο Edo παρουσίασε μια αξιοσημείωτη μείωση της βίας και της ανασφάλειας, με 51,42% μείωση των περιστατικών θανατηφόρας βίας σε σύγκριση με το δεύτερο τρίμηνο. Ο αριθμός των θανάτων που καταγράφηκαν μειώθηκε από 35 το δεύτερο τρίμηνο σε 17 το τρίτο τρίμηνο, σύμφωνα με το Peace Map. Η τάση αυτή τοποθέτησε το Edo μεταξύ των πολιτειών στο Δέλτα του Νίγηρα με τη σημαντικότερη μείωση της θανατηφόρας βίας κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου. Οι πρωταρχικοί παράγοντες της βίας και της ανασφάλειας στο 3ο τρίμηνο περιλάμβαναν εγκληματικές δραστηριότητες, συγκρούσεις μεταξύ αντίπαλων αιρετικών συμμοριών, πολιτικές εντάσεις και παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Οι τοπικές κυβερνητικές περιοχές (LGAs) Oredo και Etsako West κατέγραψαν τα υψηλότερα επίπεδα θανατηφόρων επεισοδίων βίας κατά τη διάρκεια της περιόδου.
· Αναφορικά με το ζήτημα της εγκληματικής βίας, σημειώνεται ότι η εγκληματική βία, συμπεριλαμβανομένων των ανθρωποκτονιών, παρέμεινε μια σημαντική πηγή ανασφάλειας στο κρατίδιο Edo κατά τη διάρκεια του τρίτου τριμήνου.
· Αναφορικά με το ζήτημα της πολιτικής βίας, αναφέρεται ότι οι πολιτικές εντάσεις αυξήθηκαν σημαντικά στο κρατίδιο Edo κατά την προετοιμασία για τις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2024 για την ανάδειξη κυβερνήτη, με πολλαπλά βίαια περιστατικά. Ειδικότερα, τον Ιούλιο, ένας αστυνομικός που ήταν προσκείμενος στον υποψήφιο κυβερνήτη ενός πολιτικού κόμματος φέρεται να σκοτώθηκε σε σύγκρουση μεταξύ υποστηρικτών αντίπαλων κομμάτων στην πόλη Benin, την πρωτεύουσα της πολιτείας. Τον Αύγουστο, ένας ανώτερος ειδικός βοηθός του προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων του κρατιδίου Edo φέρεται να σκοτώθηκε από ενόπλους στην Ozalla, στην LGA Owan West. Την παραμονή των εκλογών, ένοπλοι πολιτικοί κακοποιοί φέρονται να συνελήφθησαν στις LGAs Oredo και Akoko Edo.
· Αναφορικά με το ζήτημα της βίας συμμοριών/αιρέσεων, οι συγκρούσεις μεταξύ των αιρετικών ομάδων συνέβαλε σημαντικά στη θανατηφόρα βία και την ανασφάλεια στο κρατίδιο κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου[12]
· Σύμφωνα με τα πρόσφατα δεδομένα της βάσης δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project), ενός μη κερδοσκοπικού οργανισμού με έργο τη συλλογή, ανάλυση και χαρτογράφηση δεδομένων σχετικά με τις ημερομηνίες, τους δρώντες, τις τοποθεσίες, τους θανάτους και τους τύπους όλων των καταγεγραμμένων γεγονότων πολιτικής βίας και διαμαρτυρίας σε παγκόσμια κλίμακα, κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ 11.05.2024 και 09.05.2025 στο κρατίδιο Edo της Νιγηρίας, καταγράφηκαν συνολικά 224 περιστατικά ασφαλείας από τα οποία επήλθε ο θάνατος συνολικά 162 ανθρώπων. Πιο αναλυτικά, 76 εξ αυτών καταγράφηκαν ως μάχες (με 82 θύματα), 48 ως διαδηλώσεις (χωρίς καταγεγραμμένες απώλειες), 4 ως στρατηγικές εξελίξεις (χωρίς καταγεγραμμένες απώλειες), 70 ως περιστατικά χρήσης βίας κατά πολιτών (με 60 θύματα), και 26 ως ταραχές/εξεγέρσεις (20 θύματα)[13]
· Για το ανωτέρω διάστημα, στην Irrua έχουν καταγραφεί στην ίδια βάση ένα περιστατικό χρήσης βίας κατά πολιτών με καμία συνδεόμενη απώλεια και μια μάχη χωρίς κάποια συνδεόμενη απώλεια.
Αποτιμώντας τα προαναφερόμενα δεδομένα, δεν καταδεικνύεται εύλογη πιθανότητα ο Αιτητής να αντιμετωπίσει κατά την επιστροφή του κίνδυνο σοβαρής βλάβης, στον τελευταίο τόπο διαμονής του και ως εκ τούτου δεν διατρέχει κίνδυνο εξαιτίας και μόνο της παρουσίας του στην περιοχή. Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, παρατηρώ ότι αυτός είναι άντρας, υγιής, απόφοιτος πολυτεχνείου, πλήρως ικανός προς εργασία και με προηγούμενη εργασιακή εμπειρία στη χώρα καταγωγής του, χωρίς στοιχεία ευαλωτότητας. Ο Ατητής δεν έχει θέσει οποιαδήποτε ατομικά χαρακτηριστικά στην ενώπιον μου δικαστική διαδικασία, που να υποδηλώνουν ότι μπορεί να έχει τεθεί με οποιονδήποτε τρόπο σε δυσμενή θέση ή σε κίνδυνο δίωξης ή βλάβης.
ΚΑΤΑΛΗΞΗ
Λαμβάνοντας υπόψη τα όσα ανωτέρω αναπτύχθηκαν, είναι η κατάληξή μου ότι ορθώς κρίθηκε και επί της ουσίας ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων και, περαιτέρω, ορθώς θεωρήθηκε ότι δεν κατάφερε να τεκμηριώσει ότι υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, εάν επιστρέψει στη χώρα ιθαγένειάς του, θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, ως αμφότερες αυτές οι έννοιες ορίζονται από την οικεία νομοθεσία (άρθρα 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου).
Καταληκτικά λαμβάνω υπόψη μου, πρόσθετα και συμπληρωματικά των ανωτέρω, ότι η χώρα καταγωγής του Αιτητή, συμπεριλαμβάνεται στις χώρες που έχουν ορισθεί ως ασφαλείς χώρες ιθαγένειας σύμφωνα και με το πιο πρόσφατο Διάταγμα του Υπουργού Εσωτερικών ημερ. 31.05.2024 (Κ.Δ.Π. 191/2024), χωρίς εν προκειμένω ο Αιτητής να προβάλει οποιουσδήποτε ισχυρισμούς ή στοιχεία που αφορούν προσωπικά στον ίδιο και οι οποίοι να ανατρέπουν το τεκμήριο περί ασφαλούς χώρας ιθαγένειας. Ο κατάλογος των ασφαλών χωρών ιθαγένειας καθορίζεται από τον Υπουργό Εσωτερικών όταν ικανοποιηθεί βάσει της νομικής κατάστασης, της εφαρμογής του δικαίου στο πλαίσιο δημοκρατικού συστήματος και των γενικών πολιτικών συνθηκών ότι στις οριζόμενες χώρες, γενικά και μόνιμα, δεν υφίστανται πράξεις δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3Γ του περί Προσφύγων Νόμου, ούτε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση ή τιμωρία, ούτε απειλή η οποία προκύπτει από την χρήση αδιάκριτης βίας σε κατάσταση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύγκρουσης.
Ενόψει των ανωτέρω, η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με έξοδα €1000 υπέρ των Καθ' ων η αίτηση, και εναντίον του Αιτητή.
Ε. Ρήγα, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] Βλ. «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος, 14 ης Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σ. 260, υποσημ. 72, «Εισηγήσεις Διοικητικού Δικονομικού Δικαίου», Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, 2 η Έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 247 και Π.Δ. Δαγτόγλου, (Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο), σελ. 552
[2] Σύμφωνα με τον Κανονισμό 2 των περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2019 : « Ο Διαδικαστικός Κανονισμός του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, και οι περί της Λειτουργίας του Διοικητικού Δικαστηρίου Διαδικαστικοί Κανονισμοί (Αρ.1) του 2015, τυγχάνουν εφαρμογής σε όλες τις προσφυγές που καταχωρούνται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας από 18.6.2019, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις που αναφέρονται στη συνέχεια και κατ΄ ανάλογη εφαρμογή των δικονομικών κανόνων και πρακτικής που ακολουθούνται και εφαρμόζονται στις ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προσφυγές εκτός αν ήθελε άλλως ορίσει το Δικαστήριο.»
[3] Βλ. ενδεικτικά Δημοκρατία ν. Κουκκουρή κ.ά. (1993) 3 Α.Α.Δ. 598
[4] Zωμενή-Παντελίδου ν. Α.Η.Κ., Υποθ. Αρ. 108/2006, ημερ. 26.07.2007
[5] Άρθρο 11(3) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (N. 73(I)/2018).
[6] Evidence and Credibility Assessment in the Context of the Common European Asylum System' (2023), 136 διαθέσιμο σε https://euaa.europa.eu/sites/default/files/publications/2023-02/Evidence_credibility_judicial_analysis_second_edition.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 08.11.2024)
[7] ΔΕΕ, C-901/19, ημερομηνίας 10.06.2021, CF, DN κατά Bundesrepublic Deutschland
[8] ΕΔΔΑ, απόφαση επί των προσφυγών 8319/07 and 11449/07, ημερομηνίας 28.11.2011
[9]Απόφαση στην υπόθεση C465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji ;κ. Staatssecretaris van Justitie, ημερ.17.02.2009
[10] ΟΔΗΓΙΑ 2011/95/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 13ης Δεκεμβρίου 2011 σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας (αναδιατύπωση).
[11] PIND Foundation, Niger Delta Quarterly Conflict Tracker: 2024 Q3, https://pindfoundation.org/niger-delta-quarterly-conflict-tracker-2024-q3/ (ημερ. τελευταίας πρόσβασης στις 15.05.2025)
[12] Ό.π., σελ. 8
[13] ACLED Explorer, https://acleddata.com/explorer/
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο