Y. N. E. O ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 1790/2024, 30/5/2025
print
Τίτλος:
Y. N. E. O ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθεση Αρ.: 1790/2024, 30/5/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθεση Αρ.: 1790/2024

 30 Μαΐου 2025

[Β. ΚΟΥΡΟΥΖΙΔΟΥ - ΚΑΡΛΕΤΤΙΔΟΥ Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

Y. N. E. O από Καμερούν και τώρα στη Λευκωσία

Αιτητής

-και-

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου

 

                                                                               Καθ' ων η Αίτηση

 

Kάλια Σάββα (κα) για Χριστίνα Λαζάρου (κα), Δικηγόρος για τον Αιτητή

Θεοχαρία Παπανικολάου (κα), Δικηγόρος για τους Καθ' ων η αίτηση

Ο Αιτητής είναι παρών (Παρούσα η διερμηνέας κα Ζωή Αγαπίου για πιστή μετάφραση από Αγγλικά σε Ελληνικά και αντίστροφα)

 

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

 

Ο Αιτητής αιτείται δήλωσης του Δικαστηρίου ότι η απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση ημερομηνίας 17/04/2024, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 13/05/2024 και με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για παροχή Διεθνούς προστασίας καθότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του περί Προσφύγων Νόμου 6(Ι)/2000  και είναι παράνομη, άκυρη και στερείται κάθε νόμιμου αποτελέσματος.

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Σύμφωνα με τα στοιχεία του Διοικητικού Φακέλου (στο εξής Δ.Φ.) που βρίσκονται ενώπιόν μου, ο Αιτητής είναι υπήκοος του Καμερούν και στις 10/04/2023 υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας, αφού προηγουμένως εισήλθε παράνομα στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνησης της Δημοκρατίας περιοχές. Στις 17/04/2024 διεξήχθη συνέντευξη στον Αιτητή από  αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, ο οποίος αυθημερόν υπέβαλε Έκθεση-Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου με την εισήγηση όπως απορριφθεί το αίτημα του Αιτητή. Ακολούθως, στις 17/04/2024 ο δεόντως εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός, ενέκρινε την πιο πάνω Έκθεση-Εισήγηση αποφασίζοντας την απόρριψη της αίτησης διεθνούς προστασίας του Αιτητή και εξέδωσε απόφαση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του. Στις 13/05/2024 εκδόθηκε απορριπτική του αιτήματος του Αιτητή  επιστολή από την Υπηρεσία Ασύλου συνοδευόμενη από αιτιολόγηση της απόφασής της, η οποία κοινοποιήθηκε αυθημερόν στον Αιτητή. Στις  21/05/2024 ο Αιτητής καταχώρισε την παρούσα προσφυγή.

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Δια της συνηγόρου του και της αίτησης ακυρώσεως, ο Αιτητής, πρόβαλε πλείονες συνολικά νομικούς ισχυρισμούς προς υποστήριξη του αιτήματος για ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, οι οποίοι τίθενται με γενικότητα και χωρίς να συναρτώνται με τα επίδικα γεγονότα.

Κατά την γραπτή της αγόρευση, η συνήγορος του Αιτητή, προωθεί τον ισχυρισμό ότι η προσβαλλόμενη πράξη ελήφθη χωρίς να διεξαχθεί η δέουσα έρευνα και/ή δεν λήφθηκαν υπόψη όλα τα στοιχεία του φακέλου της υπόθεσης, υποστηρίζοντας ότι οι ισχυρισμοί του λανθασμένα κρίθηκαν αναξιόπιστοι και δεν έγιναν αποδεκτοί. Είναι θέση τους ότι ο αρμόδιος λειτουργός δεν προέβη σε εκτενή ανάλυση του δεύτερου ουσιώδους ισχυρισμού που σχημάτισε για τον Αιτητή και δεν προέβη σε έρευνα και αντιστοίχιση των ισχυρισμών του με διαθέσιμες πηγές πληροφόρησης από τη χώρα καταγωγής. Περαιτέρω ισχυρίζεται η προσβαλλόμενη απόφαση ελήφθη από αναρμόδιο πρόσωπο, και/ή πρόσωπο το οποίο δεν έλαβε την απαιτούμενη εξουσιοδότηση. Τέλος, επικαλέστηκε πλάνη περί τα πράγματα καθότι οι Καθ’ ων δεν έλαβαν δεόντως υπόψη τους ισχυρισμούς του Αιτητή ότι υπάρχει πραγματικός και σοβαρός κίνδυνος για τη ζωή του όσο και το πραγματικό πρόβλημα δίωξης σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του και ότι η απόφαση στερείται αιτιολογίας και /ή επαρκούς αιτιολογίας.

Η συνήγορος των Καθ' ων η αίτηση αντιτείνει με τη δική της γραπτή αγόρευση ότι, οι ισχυρισμοί που πρόβαλε ο Αιτητής προκειμένου να στηρίξει το επίδικο αίτημα του ήταν γενικοί και αόριστοι, χωρίς καμιά απολύτως εξειδίκευση, ενώ δεν μπόρεσε να καταδείξει οποιοδήποτε φορέα δίωξης στη χώρα του. Είναι η θέση των Καθ' ων η Αίτηση ότι κανένας από τους ισχυρισμούς του Αιτητή δεν ευσταθεί, και οι Καθ' ων η Αίτηση ενήργησαν καλόπιστα κάτω από τις συγκεκριμένες περιστάσεις της παρούσας, και σύμφωνα πάντα με το Νόμο και τις Γενικές Αρχές του Διοικητικού Δικαίου. Παράλληλα, αντιτείνει ότι η επίδικη απόφαση έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, μετά από δέουσα έρευνα και σωστή ενάσκηση των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους Καθ' ων η αίτηση και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης και ότι η επίδικη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη.

Κατά την διαδικασία των διευκρινίσεων ημερομηνίας 04/02/2025, η συνήγορος του Αιτητή απέσυρε τον ισχυρισμό περί αναρμοδιότητας και πλάνης περί τα πράγματα και κατά τα λοιπά προώθησε μόνο τους ισχυρισμούς της περί έλλειψης δέουσας έρευνας και αιτιολογίας.

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Καταρχάς, παρατηρείται ότι οι λόγοι ακύρωσης που εγείρονται στην παρούσα αίτηση, παρατίθενται με γενικότητα και αοριστία. Η απλή καταγραφή κατά ιδιαίτερο συνοπτικό τρόπο στους λόγους ακύρωσης της νομικής βάσης της προσφυγής δεν ικανοποιεί την επιτακτική ανάγκη του Κανονισμού 7 του Ανωτάτου Συνταγματικού Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962, όπως οι νομικοί λόγοι αναφέρονται πλήρως.  

«Η αναφορά, για παράδειγμα, ότι «Η απόφαση πάσχει γιατί λήφθηκε χωρίς την δέουσα έρευνα» (το ίδιο αοριστολόγοι είναι και οι υπόλοιποι λόγοι ακύρωσης), δεν εξηγεί καθόλου, ούτε παραπέμπει σε συγκεκριμένα κατ' ισχυρισμόν δεδομένα που οδήγησαν σε μη έρευνα, ή σε πλάνη κλπ.  Η προσφυγή θα μπορούσε να απορριφθεί για τους πιο πάνω διαδικαστικούς λόγους οι οποίοι αντανακλούν βεβαίως και επί της ουσίας.  Αυστηρώς ομιλούντες, τα όσα αναφέρονται στην αγόρευση του δικηγόρου της Αιτήτριας δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη, εφόσον παγίως αναγνωρίζεται ότι οι αγορεύσεις δεν αποτελούν μέσο για τη θεμελίωση γεγονότων (δέστε Δημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Ελισσαίου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (2004) 3 Α.Α.Δ. 412 και Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 384) (δέστε Υπόθεση Αρ. 1119/2009  ημερ. 31 Ιανουαρίου 2012 FARHAN KHALIL, και   Κυπριακής Δημοκρατίας).

Οι ισχυρισμοί για την ακύρωση μιας διοικητικής απόφασης πρέπει να είναι συγκεκριμένοι και να εξειδικεύουν ποια νομοθετική πρόνοια ή αρχή διοικητικού δικαίου παραβιάζεται. Όπως έχει τονισθεί στην υπόθεση Latomia Estate Ltdv. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672:

«Η αιτιολόγηση των νομικών σημείων πάνω στα οποία βασίζεται μια προσφυγή είναι απαραίτητη για την εξέταση από ένα Διοικητικό Δικαστήριο των λόγων που προσβάλλουν τη νομιμότητα μιας διοικητικής πράξης.»

Περαιτέρω δεν αρκεί η παράθεση των συγκεκριμένων διατάξεων της νομοθεσίας που κατ' ισχυρισμόν παραβιάζει η προσβαλλόμενη πράξη, αλλά θα πρέπει επίσης τα επικαλούμενα νομικά σημεία να αιτιολογούνται πλήρως.  Οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια σε σχέση με αυτά μπορεί να έχει ως συνέπεια την απόρριψη της προσφυγής (βλ. Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 AAΔ.598).

Επίσης είναι πλειστάκις νομολογημένο ότι, λόγοι ακύρωσης που δεν εγείρονται στο δικόγραφο της προσφυγής δεν μπορούν να εξεταστούν με το να εγείρονται για πρώτη φορά στις γραπτές αγορεύσεις. Σχετικό είναι και το ακόλουθο απόσπασμα από την πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας στη Φλωρεντία Πετρίδου ν. Επιτρο­πής Δημόσιας Υπηρεσίας, (2004) 3 Α.Α.Δ. 636«Παρατηρούμε ότι στο κείμενο της προσφυγής δεν εγείρεται τέτοιος λόγος ακύ­ρωσης, αν και σχετική επιχειρηματολογία πράγματι προβάλλεται στη γραπτή αγό­ρευση της εφεσείουσας. Έχει επανειλημμένα λεχθεί πως λόγος ακύρωσης που δεν εγείρεται στην προσφυγή δεν μπορεί να εξεταστεί σε μεταγενέστερο στάδιο, αφού οι γραπτές αγορεύσεις αποτελούν απλώς επιχειρηματολογία».

Σύμφωνα με την  Μαραγκός ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 671: «Για να καταστεί το θέμα επίδικο, πρέπει αυτό να εγείρεται σύμφωνα με τις δικονομικές διατάξεις και να αποφασίζεται ύστερα από εξαντλητική επιχειρηματολογία.»

«Η αγόρευση αποτελεί το μέσο για την έκθεση της επιχειρηματολογίας υπέρ της αποδοχής των λόγων ακύρωσης και όχι υποκατάστατο της στοιχειοθέτησής τους. Βλ. Παπαδοπούλας ν. Ιωσηφίδη κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 601 και Λεωφορεία Λευκωσίας Λτδ ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 56»

Τα όσα επομένως πιο κάτω εξετάζονται και αποφασίζονται, τελούν υπό την πιο πάνω τοποθέτηση του Δικαστηρίου.

Στα πλαίσια ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης, το Δικαστήριο εξετάζει κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκειται στην διακριτική ευχέρεια του αποφασίζοντας οργάνου και διαφέρει κατά περίπτωση (βλ. Απόφαση αρ. 128/2008 JAMAL KAROU V Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 1 Φεβρουάριου, 2010).

Όπως εξηγήθηκε στην υπόθεση Πολυξένη Γεωργίου ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 606/91, ημερομηνίας 22.9.92, στις σελ. 2-3: «Το τι αποτελεί επαρκή έρευνα, εξαρτάται από τα γεγονότα και περιστατικά της κάθε υπόθεσης (KNAI ν. The Republic (1987) 3 CLR 1534). Η έκταση της έρευνας που ένα διοικητικό όργανο διεξάγει για τη λήψη απόφασης εξαρτάται από τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης» (Δημοκρατίας ν. Γιαλλουρίδη και Άλλων), Αναθεωρητικές Εφέσεις 868, 868, ημερομηνίας 13.12.90)».

Έχω εξετάσει την προσβαλλόμενη απόφαση υπό το πρίσμα όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, κυρίως των όσων ο Αιτητής δήλωσε κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του, όσο και όσα προβάλλει με την παρούσα  προσφυγή.

Σύμφωνα με τα στοιχεία στο φάκελο του Αιτητή, αυτός είναι ενήλικας από το Καμερούν.

Στην αίτησή του για διεθνή προστασία o Αιτητής ισχυρίστηκε ότι αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το Καμερούν διότι ο αδερφός του ανήκε στους «Ambazonians» και τόσο ο αδερφός του όσο και ο πατέρας του σκοτώθηκαν. Ισχυριζόμενος ότι είναι ο επόμενος στόχος, αποφάσισε να φύγει για την ασφάλειά του (ερ. 1 δ.φ.).

Κατά τη διάρκεια της προφορικής του συνέντευξης και ως προς τα προσωπικά του στοιχεία, ο Αιτητής δήλωσε ότι είναι υπήκοος Καμερούν, με τόπο γέννησης το Idenau, στην περιοχή South West, αλλά από το 2016 έως το 2020 διέμενε στο Mbonge, επίσης στην Επαρχία South West Region, η οποία αποτελεί και τόπο προηγούμενης συνήθους διαμονής του. Είναι χριστιανός, άγαμος, και δηλώνει ότι μιλά αγγλικά και λίγα γαλλικά. Έχει αποφοιτήσει από την ανώτερη εκπαίδευση το 2016 και εργαζόταν στη φάρμα των παππούδων του από το 2016 μέχρι το 2020. Διατηρεί οικογενειακούς δεσμούς στο Καμερούν, με τον πατέρα, τη θετή μητέρα και τον θετό αδερφό του, καθώς και τη μητέρα και τον αδερφό του, οι οποίοι διαμένουν όλοι στο Idenau. Δήλωσε ότι αναχώρησε από το Καμερούν στις 05/10/2020 με διαβατήριο και φοιτητική βίζα, χωρίς να αντιμετωπίσει κινδύνους κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του. Εισήλθε στη Δημοκρατία της Κύπρου στις 31/03/2023 (ερ. 23-25 δ.φ.).

Αναφορικά με τους κατ’ ιδίαν λόγους που τον ώθησαν να εγκαταλείψει την χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής κατά το στάδιο της ελεύθερης αφήγησης προέβαλε ότι εγκατέλειψε το Καμερούν λόγω της συνεχιζόμενης κρίσης στη χώρα. Εξήγησε ότι ο πατέρας του είναι μέλος του SCNC (Southern Cameroons National Council), μιας οργάνωσης που αντιτίθεται στην κυβέρνηση, και ως αποτέλεσμα το σπίτι τους δεχόταν συχνά επιδρομές από την αστυνομία. Μετά τη μετακίνησή του στο Mbonge, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι άρχισε να παρέχει πληροφορίες σε δημοσιογράφους. Το 2017, οι δημοσιογράφοι — οι οποίοι στη συνέχεια εξορίστηκαν — τον συμβούλεψαν να εγκαταλείψει και ο ίδιος τη χώρα, όμως δεν είχε τότε την οικονομική δυνατότητα. Δήλωσε ότι το καθοριστικό γεγονός που τον ώθησε να φύγει ήταν η δολοφονία του μεγαλύτερου αδερφού του, ο οποίος είχε ενταχθεί στους αποσχιστές μαχητές, την Τετάρτη 17 Ιουνίου 2020. Μετά από αυτό, ο πατέρας του συνελήφθη τη Δευτέρα 29 Ιουνίου 2020 και αφέθηκε ελεύθερος στις 10 Αυγούστου 2020. Επιπλέον, ο στρατός ανακάλυψε ότι ο Αιτητής παρείχε πληροφορίες στους δημοσιογράφους, γεγονός που τον έθεσε σε κίνδυνο. Με τη βοήθεια των ίδιων δημοσιογράφων κατάφερε να φύγει από τη χώρα. Ερωτηθείς αν υπήρχαν άλλοι λόγοι για την αποχώρησή του από το Καμερούν, απάντησε αρνητικά. (ερ. 22-23 δ.φ.). 

Κατά το στάδιο των διευκρινίσεων, δόθηκε η ευκαιρία στον Αιτητή μέσω πρόσθετων ερωτήσεων να εμπλουτίσει την επιχειρηματολογία του και να αποσαφηνίσει τα κρίσιμα βιοτικά γεγονότα της αφήγησής του. Ο Αιτητής ανέφερε ότι εγκατέλειψε το Καμερούν κυρίως επειδή ο στρατός άρχισε να τον αναζητά, αφού ανακάλυψε ότι παρείχε πληροφορίες σε δημοσιογράφους. Εξήγησε ότι ο πατέρας του είναι μέλος του SCNC, μιας πολιτικής οργάνωσης που αντιτίθεται στην κυβέρνηση, ενώ ο αδελφός του είχε ενταχθεί στους αποσχιστές μαχητές. Σύμφωνα με τον Αιτητή, αυτές οι οικογενειακές συνδέσεις τον καθιστούσαν στόχο.

Όταν του ζητήθηκαν συγκεκριμένες πληροφορίες για την οργάνωση  όπως το πλήρες όνομά της, το έτος ίδρυσής της, η ηγετική της δομή ή το έμβλημα , ο Αιτητής μπόρεσε μόνο να αναφέρει ως ηγέτη κάποιον με το όνομα «Nfor» και παραδέχθηκε ότι δεν γνωρίζει τον αντιπρόεδρο, την ημερομηνία ίδρυσης ή το λογότυπο της οργάνωσης. Τόνισε απλώς ότι η SCNC συνδέεται με τους Ambazonians. Σε ό,τι αφορά τη δική του εμπλοκή, ο Αιτητής ανέφερε ότι συμμετείχε σε μία διαμαρτυρία του SCNC την 1η Οκτωβρίου 2018. Σύμφωνα με τον ίδιο, η διαμαρτυρία αφορούσε τα αιτήματα του αγγλόφωνου πληθυσμού, και συγκεκριμένα την αντίθεση στην αποστολή γαλλόφωνων δασκάλων για να διδάσκουν στις αγγλόφωνες περιοχές. Αναφορικά με τη δράση του πατέρα του στο πλαίσιο του SCNC, ο αιτητής δήλωσε ότι συμμετείχε σε συναντήσεις της οργάνωσης, χωρίς να γνωρίζει άλλες λεπτομέρειες ή ενέργειες.

Ανέφερε ότι η πολιτική δράση του πατέρα του προκαλούσε συχνές επιδρομές της αστυνομίας στο σπίτι τους και ότι, αφού μετακόμισε στο Mbonge το 2016, άρχισε να στέλνει κρυφά πληροφορίες σε δημοσιογράφους σχετικά με τις κινήσεις του στρατού. Σκοπός του ήταν να βοηθήσει τους πολίτες να αποφύγουν επικίνδυνες περιοχές, καθώς η παρουσία του στρατού συχνά οδηγούσε σε βίαια επεισόδια και θανάτους. Ως προς την επαφή του με τους δημοσιογράφους, ανέφερε ότι ήρθε σε επαφή μαζί τους μέσω Facebook και WhatsApp, έχοντας πάρει τους αριθμούς τηλεφώνου τους από τα τηλεοπτικά προγράμματα στα οποία εμφανίζονταν. Οι δημοσιογράφοι με τους οποίους ήρθε σε επικοινωνία ήταν ο Prince Forhenson Nchengi, η Mimi Forhenson. και ο Elie Smith.

Ο Αιτητής δήλωσε ότι το γεγονός που τον ώθησε τελικά να φύγει από τη χώρα ήταν ο θάνατος του αδελφού του στις 17 Ιουνίου 2020, λόγω της συμμετοχής του στους αποσχιστές. Στη συνέχεια, ο πατέρας του συνελήφθη στις 29 Ιουνίου 2020, με σκοπό όπως ισχυρίζεται ο Αιτητής να τον αναγκάσουν να εμφανιστεί. Ο ίδιος τότε κρυβόταν στους θάμνους κοντά στο σπίτι των παππούδων του στο Mbonge και παρέμεινε στην κρυψώνα έως ότου ένας φίλος του, που είχε συλληφθεί προσωρινά και του έδειξαν τη φωτογραφία του (του Αιτητή), τον ενημέρωσε ότι ο στρατός τον αναζητούσε. Όπως είπε, αυτό συνέβη περίπου τον Ιούλιο του 2020. Αν και παραδέχθηκε ότι δεν είχε ποτέ άμεση επαφή με τον στρατό και δεν του συνέβη κάτι προσωπικά την περίοδο από το 2016 μέχρι την αναχώρησή του τον Οκτώβριο του 2020, ισχυρίστηκε ότι ζούσε υπό τον φόβο και υπέφερε ψυχολογικά λόγω της πολιτικής δράσης του πατέρα του και της γενικής ανασφάλειας στην περιοχή. Όταν του επισημάνθηκαν αντιφάσεις στην αίτησή του για διεθνή προστασία, όπου είχε δηλώσει ότι τόσο ο αδελφός του όσο και ο πατέρας του είχαν σκοτωθεί, απάντησε ότι πρόκειται για λάθος. Διευκρίνισε ότι ο πατέρας του συνελήφθη, αλλά αφέθηκε ελεύθερος στις 10 Αυγούστου 2020. Τέλος, εξήγησε ότι κατάφερε να φύγει από τη χώρα χωρίς προβλήματα επειδή αναχώρησε από την πόλη Ντουάλα, μια περιοχή όπου δεν ήταν γνωστός, τονίζοντας ότι η αναζήτησή του από τον στρατό ήταν τοπική (για όλα τα ανωτέρω βλ. ερ. 19-22 δ.φ.).  

Υπό το φως των ως άνω πληροφοριών, ως αυτές προκύπτουν από το πρακτικό της συνέντευξης του Αιτητή και τα λοιπά στοιχεία του διοικητικού φακέλου, ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου σχημάτισε την Έκθεση-Εισήγησή της επί τη βάση των εξής τριών (3) ουσιωδών ισχυρισμών:

(1) Προσωπικά στοιχεία και προφίλ του Αιτητή

(2) Λόγω της συμμετοχής του πατέρα του στο SCNC

(3) Λόγω του ότι έδινε πληροφορίες στους δημοσιογράφους τον αναζητούσε ο στρατός.

Ως προς τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή, ο αρμόδιος λειτουργός αξιολόγησε αυτόν ως εσωτερικά και εξωτερικά αξιόπιστο και συνεπώς τον έκανε αποδεκτό, αποδεχόμενος τα στοιχεία του προφίλ του Αιτητή, όπως αυτά καταγράφονται στην Έκθεση-Εισήγηση. Συγκεκριμένα, τα στοιχεία του Αιτητή εξακριβώθηκαν από την ταυτότητά του, την οποία προσκόμισε και από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.

Ως προς τον δεύτερο ισχυρισμό, ήτοι την προσωπική δίωξη του Αιτητή λόγω της συμμέτοχής του πατέρα του στο SCNC, οι Καθ’ ων έκριναν ότι προέκυψαν οι εξής βασικές αντιφάσεις, ασυνέπειες και ελλείψεις:

Αρχικά, ήταν ανεπαρκής η σύνδεση μεταξύ ισχυρισμών του και της στοιχειοθέτησης της προσωπικής του  δίωξης, καθώς ο Αιτητής δεν κατάφερε να εξηγήσει επαρκώς πώς η συμμετοχή του πατέρα του στο SCNC τον επηρέασε προσωπικά. Συγκεκριμένα, όταν του ζητήθηκε να διευκρινίσει, ανέφερε ότι αυτό τον επηρέασε μόνο ψυχολογικά, λόγω της «δυνατής αγάπης» του για τον πατέρα του, χωρίς να παρουσιάσει καμία ένδειξη προσωπικής δίωξης. Μάλιστα, ο ίδιος επιβεβαίωσε ότι δεν υπήρξε ποτέ στόχος δίωξης λόγω της σχέσης του με τον πατέρα του. Περαιτέρω, ο Αιτητής είχε έλλειψη βασικών γνώσεων για το SCNC. Συγκεκριμένα, δεν γνώριζε βασικά στοιχεία της οργάνωσης (ημερομηνία ίδρυσης, λογότυπο, δομή, δράσεις), και δεν μπορούσε να αναφέρει τίποτε συγκεκριμένο για τη δράση του πατέρα του στο πλαίσιο της συμμετοχής του στο SCNC. Επίσης, εντοπίστηκαν και αντιφάσεις σχετικά με τους λόγους φυγής. Για την ακρίβεια, ενώ ο Αιτητής δήλωσε ότι δεν του συνέβη τίποτα προσωπικά στη χώρα καταγωγής του και ότι δεν είχε εμπλοκή με το SCNC,  αργότερα αντέκρουσε τον ίδιο του τον ισχυρισμό, λέγοντας πως έφυγε από το Καμερούν επειδή έδινε πληροφορίες σε δημοσιογράφους και τον αναζητούσε ο στρατός. Συνεπώς, κρίθηκε ότι το στοιχείο της δίωξης από συγκεκριμένο φορέα δίωξης (π.χ. κράτος, στρατός) δεν αποδείχθηκε, καθώς δεν υπήρξε άμεση εμπλοκή ή σύλληψή του. Τέλος, αρνητικά αξιολογήθηκαν και οι ψευδείς ή αντικρουόμενοι ισχυρισμοί στην αίτηση του, όπου ενώ ανέφερε ότι ο πατέρας και ο αδερφός του σκοτώθηκαν, αργότερα στην συνέντευξη του παραδέχτηκε ότι ο πατέρας του δεν σκοτώθηκε αλλά «συνελήφθη και αφέθηκε ελεύθερος».  Όταν δε του ζητήθηκε εξήγηση για τη διαφορά, ομολόγησε ότι πρόκειται για λάθος, γεγονός που υπονομεύει την ακρίβεια και την αξιοπιστία του αιτήματός του.

Ως προς την αξιολόγηση της εξωτερικής αξιοπιστίας, είναι θέση των Καθ’ ων ότι δεν υπάρχουν ανεξάρτητες πηγές ή αποδεικτικά στοιχεία που να στηρίζουν τα λεγόμενα του Αιτητή και οι ισχυρισμοί του βασίζονται αποκλειστικά στην προσωπική του μαρτυρία, η οποία κρίθηκε αντιφατική και αναξιόπιστη. Συνεπώς, ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίφθηκε στο σύνολό του.

Ως προς τον τρίτο ισχυρισμό, ήτοι της συνεργασία του Αιτητή με δημοσιογράφους στην χώρα καταγωγής του και την μετέπειτα στοχοποίηση του από τον στρατό, οι Καθ’ ων κατέληξαν ότι  αρχικά,  ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να απαντήσει με σαφήνεια και πληρότητα σε ερωτήσεις που σχετίζονται με τον πυρήνα του αιτήματός του, καθώς οι απαντήσεις του χαρακτηρίζονται από ασάφεια και γενικόλογες διατυπώσεις, χωρίς στοιχεία που να υποστηρίζουν τους ισχυρισμούς του. Επίσης, υπήρξε έλλειψη ευλογοφάνειας στους ισχυρισμούς του για δίωξη του από τον στρατό. Ο ίδιος ισχυρίστηκε πως άρχισε να παρέχει πληροφορίες σε δημοσιογράφους από το 2016, ωστόσο, ο στρατός άρχισε να τον αναζητά μόλις το 2020, γεγονός που δεν μπόρεσε να εξηγήσει επαρκώς. Η αναντιστοιχία αυτή υπονομεύει την αξιοπιστία του ισχυρισμού του περί δίωξης. Ακόμα, εντοπίστηκε και η εξής ασάφεια ως προς τη φύση και τη σπουδαιότητα των πληροφοριών. Συγκεκριμένα, αν και ισχυρίζεται πως μετέφερε σημαντικές πληροφορίες για τον στρατό, όταν κλήθηκε να εξηγήσει γιατί ήταν σημαντικές, απάντησε απλώς πως «οι άνθρωποι έπρεπε να προσέχουν», χωρίς να δώσει συγκεκριμένα παραδείγματα ή αποδείξεις για τη σοβαρότητα των πληροφοριών αυτών. Περαιτέρω, δεν ήταν σε θέση να τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς του σχετικά με την επικοινωνία που είχε με τους δημοσιογράφους. Δήλωσε πως επικοινώνησε μαζί τους μέσω Facebook και WhatsApp, αλλά δεν μπόρεσε να παρουσιάσει αποδεικτικά στοιχεία της εν λόγω επικοινωνίας. Επιπρόσθετα, κρίθηκε αντιφατικός και ως προς τη φύση της φερόμενης δίωξης. Παρόλο που ισχυρίζεται ότι διώκεται προσωπικά, ο ίδιος παραδέχθηκε πως ουδέποτε είχε προσωπική επαφή με τον υποτιθέμενο φορέα δίωξής του (τον στρατό), και ότι έλαβε την πληροφορία από τρίτο πρόσωπο, γεγονός που κατά τους Καθ’ ων αναιρεί τον ισχυρισμό περί άμεσης και προσωπικής δίωξης. Στο ίδιο συμπέρασμα οδηγεί και η ασυνέπεια ως προς τις πραγματικές συνθήκες διαφυγής του, καθώς αν και υποστήριξε ότι τον αναζητούσε ο στρατός, δεν εξηγείται πως κατάφερε να ταξιδέψει νόμιμα με το διαβατήριό του, χωρίς να αντιμετωπίσει κανένα πρόβλημα, γεγονός που δεν συνάδει με την εικόνα επείγουσας και επικίνδυνης κατάστασης που επικαλείται. Αρνητικά αξιολογήθηκε και η αντίφαση στο ιστορικό της αίτησης. Για την ακρίβεια,  στην αίτησή του για διεθνή προστασία αρχικά δήλωσε ότι ο πατέρας και ο αδερφός του σκοτώθηκαν λόγω της δράσης του αδερφού του με τους Ambazonians, αλλά αργότερα το απέδωσε την ανακρίβεια αυτή σε «λάθος», αφαιρώντας έτσι από το πρόσωπό του την απαιτούμενη αξιοπιστία. Τέλος, ενδεικτική της έλλειψης δίωξης στο πρόσωπό του έκριναν οι Καθ’ ων και την αδράνεια του Αιτητή να ζητήσει διεθνή προστασία, καθότι, όπως διαφαίνεσαι από τα στοιχεία του φακέλου, παρέμεινε για 3 χρόνια στις μη ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές, και ο λόγος που δεν εισήλθε στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση περιοχές ήταν ότι «ήθελε να εργαστεί», γεγονός που θέτει εν αμφιβολία τον κατεπείγοντα χαρακτήρα του αιτήματός του.

Ως προς δε την εκτίμηση εξωτερικής αξιοπιστίας, οι Καθ΄ ων επισημαίνουν ότι το αφήγημα του Αιτητή στηρίζεται αποκλειστικά σε προσωπικούς ισχυρισμούς χωρίς αποδεικτικά στοιχεία και δεν υπάρχουν ανεξάρτητες ή αντικειμενικές πηγές πληροφόρησης που να επιβεβαιώνουν τα όσα λέει. Συνεπώς, ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίφθηκε στο σύνολό του.

Εν συνεχεία ο Λειτουργός προχώρησε στην αξιολόγηση του κινδύνου σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στη χώρα καταγωγής του και συγκεκριμένα στην πόλη Idenau της Νοτιοδυτικής Επαρχίας του Καμερούν. Εξετάζοντας τα ουσιώδη περιστατικά τα οποία έγιναν δεκτά και αναλύοντας την κατάσταση ασφαλείας τόσο στη χώρα όσο και στον τελευταίο τόπο διαμονής, o Λειτουργός διαπίστωσε ότι υπάρχουν εύλογοι/ βάσιμοι λόγοι από τους οποίους προκύπτει ότι υπάρχει περίπτωση, εάν ο Αιτητής επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του,  να αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης λόγω της κατάστασης ανασφάλειας η οποία επικρατεί στην Νοτιοδυτική Επαρχία του Καμερούν.

Ο αρμόδιος λειτουργός εν συνεχεία προέβη σε εξέταση του κατά πόσο ο Αιτητής δικαιούται παραχώρησης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19 (1) και έκρινε ότι δεν αποδείχθηκε ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 (2), (α), (β) και (γ) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000. Συγκεκριμένα, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στο Καμερούν δεν υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι από τους οποίους να προκύπτει ότι θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί θανατική ποινή ή εκτέλεση, όπως προβλέπει το άρθρο 19 (2)(α) ή βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία όπως προβλέπει το άρθρο 19 (2)(β). Αντιθέτως, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στο Νοτιοδυτικό Καμερούν υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι από τους οποίους να προκύπτει ότι θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας του λόγω αδιάκριτης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης ως το άρθρο 19 (2)(γ) προνοεί, καθώς η Νοτιοδυτική Περιφέρεια του Καμερούν, βρίσκεται σε συνθήκες διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.

Ωστόσο σχετικά με τις πρόνοιες του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95 και του άρθρου 19 (2)(γ), ο αρμόδιος λειτουργός εξέτασε τα επιμέρους στοιχεία του άρθρου, ήτοι (i) κατά πόσο επικρατεί κατάσταση εσωτερικής ένοπλης σύρραξης στην περιοχή, (ii) κατά πόσο ασκείται αδιάκριτη βία στην περιοχή και (iii) κατά πόσο υπάρχει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας αμάχου λόγω αδιάκριτης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης. Κατόπιν εξέτασης των ως άνω, με βάση τα δεδομένα που αφορούν την κατάσταση ασφαλείας στην περιοχή, ο αρμόδιος λειτουργός κατέληξε στο συμπέρασμα ότι  (i) η εν λόγω περιοχή βρίσκεται υπό κατάσταση εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, (ii) ότι επικρατούν συνθήκες οι οποίες ευνοούν περιστατικά πράξεων αδιακρίτως ασκούμενης βίας, και (iii) ότι από τις ιδιαίτερες καταστάσεις του Αιτητή, στη συγκεκριμένη περίπτωση, δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι να πιστεύεται ότι θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή λόγω της παρουσίας του και μόνο στην περιοχή στην οποία αναμένεται να επιστρέψει.

Συγκεκριμένα, αξιολογώντας το προφίλ του οι Καθ’ ων επισημαίνουν ότι πρόκειται για άμαχο πολίτη, ο οποίος αναμένεται να επιστρέψει στο South-West Region, στο Idenau, όπου αποφοίτησε από την ανώτερη εκπαίδευσή του. Είναι άτομο ενήλικο, μορφωμένο, υγειές, δεν παρουσίασε θέματα ευαλωτότητας και έχει εργασιακή εμπειρία στη χώρα καταγωγής του, ενώ ομιλεί αγγλικά και γαλλικά. Επιπλέον, δεν διαπιστώθηκαν περιστατικά προηγούμενης δίωξης σχετικά στο πρόσωπό του.

Ως εκ τούτου ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν πληροί τις προϋποθέσεις για υπαγωγή στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.  

Έπειτα από ενδελεχή εξέταση του διοικητικού φακέλου και όπως προκύπτει από τα στοιχεία που βρίσκονται σε αυτόν, δέον να αναφερθούν τα ακόλουθα:

Καταρχάς, κρίνω ως ορθή την αποδοχή από τους Καθ' ων η αίτηση του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού, ο οποίος και αφορά την ταυτότητα και τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή.

Ομοίως βάσει της αξιολόγησης τόσο της εσωτερικής, όσο και της εξωτερικής αξιοπιστίας των λοιπών υπό εξέταση ισχυρισμών, το Δικαστήριο καταλήγει στο ίδιο συμπέρασμα με τον λειτουργό και οι υπό εξέταση ισχυρισμοί απορρίπτονται στο σύνολό τους ως μη αξιόπιστοι.

Ως προς τη δίωξη υποστηρικτών του SCNC, η πιο πρόσφατη έρευνα που κάνει αναφορά σε δίωξη των υποστηρικτών της ομάδας είναι της Human Rights Watch η οποία δημοσιεύτηκε τον Φεβρουάριο του 2022 και σημειώνει ότι είκοσι τέσσερα άτομα ισχυρίστηκαν ότι διώχθηκαν από τις αρχές, πλήρως ή εν μέρει λόγω της πολιτικής τους άποψης. Ισχυρίστηκαν ότι υποστήριξαν ή συμμετείχαν σε ειρηνικές διαδηλώσεις, συναντήσεις ή άλλες δραστηριότητες που εκφράζουν την αντίθεσή τους στην κυβέρνηση, στην αντιληπτή περιθωριοποίηση των αγγλόφωνων περιοχών ή σε καταχρήσεις των δυνάμεων ασφαλείας. Εννέα είπαν ότι ήταν μέλη ή υποστηρικτές του Εθνικού Συμβουλίου του Νότιου Καμερούν (SCNC) και οι οποίοι συμμετείχαν στο συντονισμό ειρηνικών διαδηλώσεων. Σε απάντηση στις διαμαρτυρίες ή τις πολιτικές δραστηριότητές τους, ισχυρίστηκαν ότι οι δυνάμεις ασφαλείας τους επιτέθηκαν, αυθαίρετα συνελήφθησαν και κρατήθηκαν, βασανίστηκαν, βιάστηκαν ή κακοποιήθηκαν, τραυμάτισαν μέλη των οικογενειών τους ή έκαψαν τα σπίτια ή τις επιχειρήσεις τους. Αρκετές από τις εν λόγω αρχές τους κατηγόρησαν για εμπλοκή με αυτονομιστικές ομάδες.[1]

Παρότι οι πηγές καταδεικνύουν την ύπαρξη δίωξης κατά μελών του Εθνικού Συμβουλίου του Νότιου Καμερούν (SCNC), εντούτοις, ο Αιτητής δεν κατάφερε, όπως ορθά εκτίθεται στην Έκθεση-Εισήγηση από τους Καθ’ ων, με τα ευρήματα των οποίων και συντάσσομαι, να θεμελιώσει την ιδιότητα μέλους ή με άλλον τρόπο την άμεση και προσωπική εμπλοκή του στην εν λόγω οργάνωση. 

Στο σημείο αυτό κρίνω σκόπιμο να αναφέρω ότι σε κάθε περίπτωση και σύμφωνα με το άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου, εναπόκειται στον εκάστοτε Αιτητή/Αιτήτρια να τεκμηριώσει την αίτησή του για διεθνή προστασία. Στην υπό κρίση περίπτωση, για τους λόγους που αναλύθηκαν ανωτέρω, ο Αιτητής δεν κατάφερε τεκμηριώσει κάποια παρελθούσα πράξη δίωξης σε βάρος του ούτε κατά τη διάρκεια της προφορικής του συνέντευξης, αλλά  ούτε  κατά την ενώπιόν μου διαδικασία.

Εν πάση περιπτώσει  κρίνω ότι ο λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου, στην έκθεση-εισήγηση, αξιολόγησε κάθε έκαστο ισχυρισμό του Αιτητή  και για τους λόγους που εκτενώς καταγράφηκαν στην εισήγησή του, εύλογα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αξιοπιστία του δεν κρίνεται ως ικανοποιητική και ως εκ τούτου ορθά δεν παραχωρήθηκε το ευεργέτημα της αμφιβολίας, όπως αυτό καθορίζεται στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου για τις διαδικασίες και τα κριτήρια καθορισμού του καθεστώτος των προσφύγων.

Έχει, πολλάκις, νομολογηθεί ότι κρίση επί της αξιοπιστίας του αιτητή και έγκριση κωλύματος έγκρισης αίτησης για το λόγο αναξιοπιστίας ως προς τα προβαλλόμενα από τον αιτητή είναι επιτρεπτή (AMIRI ΚΑΙ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ Κ.Α. (2009 3 Α.Α.Δ. 358). Υπενθυμίζεται εξάλλου ότι η συνοχή μεταξύ των δηλώσεων του Αιτητή συνιστά δείκτη της αξιοπιστίας των ισχυρισμών του[2]. Όταν ο Αιτητής κρίνεται αναξιόπιστος, δεν υπάρχουν περιθώρια περαιτέρω διερεύνησης (βλ.  υπόθ. αρ. 1964/06, ημερ. 11.3.08  Obaidul Haque v. Δημοκρατίας).

Στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, "Το ευεργέτημα της αμφιβολίας πρέπει  να δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί και εξετασθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του αιτούντος. Οι ισχυρισμοί του αιτούντος πρέπει να παρουσιάζουν συνοχή και αληθοφάνεια και να μην έρχονται σε αντίφαση με γεγονότα που είναι γενικά γνωστά σε όλους".

Επομένως, ορθά δεν παραχωρήθηκε σε αυτόν το ευεργέτημα της αμφιβολίας και ορθά ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης του για διεθνή προστασία.

Περαιτέρω, συμφωνώ με την αξιολόγηση κινδύνου στην οποία προέβη ο λειτουργός στη βάση του αποδεκτού ουσιώδους ισχυρισμού, καθώς και με το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε αναφορικά με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων αναγνώρισης προσφυγικού καθεστώτος καθώς ο Αιτητής δεν κατάφερε να στοιχειοθετήσει βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης για ένα από τους πέντε λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο  Άρθρο  3(1) του περί Προσφύγων Νόμου και του Άρθρου 1Α(2) της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων.

Σημειώνεται πως λόγω του ότι ο ισχυρισμός του Αιτητή αναφορικά με τον λόγο που φέρεται να εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του απορρίφθηκε ως μη αξιόπιστος, δεν πληρούνται και οι προϋποθέσεις υπαγωγής του Αιτητή στα άρθρα 19 (2) (α) και (β) περί συμπληρωματικής προστασίας, καθώς δεν προέκυψαν στοιχεία εκ των οποίων μπορεί να συναχθεί ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής κινδυνεύει να αντιμετωπίσει θανατική ποινή ή εκτέλεση κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (α), ή άλλως βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (β).

Για τους ίδιους δε λόγους, κρίνω ότι ορθά κρίθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου, ότι δεν στοιχειοθετούνταν ούτε οι προϋποθέσεις του άρθρου 19(2)(β) του Νόμου για να παρασχεθεί στον Αιτητή το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, εφόσον δεν αποδείχθηκε ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αναφορικά με τον κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του.

Αναφορικά δε με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων παροχής συμπληρωματικής προστασίας προς το πρόσωπο του Αιτητή υπό την έννοια του άρθρου 19 (2) (γ) του Περί Προσφύγων Νόμου ή άλλως του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, κρίνω σκόπιμο να παρατεθούν αρχικά τα κάτωθι:

Το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου προϋποθέτει ουσιώδεις λόγους να πιστεύεται ότι ο Αιτητής θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, υπάρχει ευρεία νομολογία τόσο του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015όσο και του ΔΕΕ (βλ. C-285/12, A. Diakité v. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides, 30/01/2014, C-465/07, Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie, 17/02/2009), καθώς επίσης και του ΕΔΔΑ (βλK.A.B. v. Sweden, 886/11, 05/09/2013 (final 17/02/2014), Sufi and Elmi v. the United Kingdom, 8319/07 and 11449/07, 28/11/2011) στις οποίες ερμηνεύεται η έννοια της «αδιακρίτως ασκούμενης βίας» και της «ένοπλης σύρραξης» και τίθενται κριτήρια ως προς τη σοβαρότητα του κινδύνου που προϋποτίθεται για την αξιολόγηση των περιπτώσεων στις οποίες εξετάζεται η πιθανότητα παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.

Στην υπόθεση Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretarisvan Justitie παρ. 35, το ΔΕΕ αναφέρει ότι «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας[1]» ενώ στην παρ. 37 αναφέρει ότι «η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο.» (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου). Περαιτέρω το ΔΕΕ στην εν λόγω υπόθεση αποφάσισε ότι «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών την καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας» (παρ. 39).

Επιπλέον, σύμφωνα με το Εγχειρίδιο της ΕΥΥΑ σχετικά με τη δικαστική ανάλυση του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ακόμη και αν ο αιτητής μπορεί να αποδείξει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης στην περιοχή καταγωγής του (ή καθ' οδόν προς τη συγκεκριμένη περιοχή καταγωγής), το δικαίωμα επικουρικής προστασίας μπορεί να κατοχυρωθεί μόνο εάν ο αιτητής δεν μπορεί να επιτύχει εγχώρια προστασία σε άλλο τμήμα της χώρας, καθώς επίσης, όταν αποφασίζεται η τοποθεσία της περιοχής καταγωγής ενός αιτητή ως προορισμός επιστροφής, απαιτείται η εφαρμογή προσέγγισης βασισμένης στα πραγματικά περιστατικά όσον αφορά την περιοχή του τελευταίου τόπου διαμονής και την περιοχή συνήθους διαμονής.

Εν προκειμένω, αναφορικά με τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή, ήτοι την Νοτιοδυτική Επαρχία του Καμερούν, το Δικαστήριο προχώρησε σε επικαιροποιημένη έρευνα αναφορικά με τις επικρατούσες εκεί συνθήκες.

Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων RULAC (Rule of Law in Armed Conflict) της Ακαδημίας της Γενεύης παρατηρείται ότι το  Καμερούν εμπλέκεται σε μη διεθνή ένοπλη σύρραξη με την Boko Haram στο Βορρά (περιοχή Far North)∙[3] ενώ στις βορειοδυτικές και νοτιοδυτικές περιοχές (Northwest και Southwest ) αναφέρεται ότι αριθμός αγγλόφωνων αποσχιστικών ομάδων μάχεται έναντι της κυβέρνησης για την ανεξαρτησία των περιοχών. Ωστόσο, η βία δεν ισοδυναμεί με μη διεθνή ένοπλή σύρραξη.[4]   

Στις περιοχές Βορειοδυτικού και Νοτιοδυτικού Καμερούν, γνωστές και ως Αγγλόφωνες περιοχές[5], οι συγκρούσεις μεταξύ των κυβερνητικών δυνάμεων και των αποσχιστών συνεχίζονται από το 2017, όταν οι αποσχιστές επιχείρησαν να ιδρύσουν ένα ανεξάρτητο κράτος[6]. Το Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED) ανέφερε ότι το 2023, οι εσωτερικές διαφωνίες μεταξύ των ηγετών των αποσχιστών χώρισαν τις αυτοανακηρυχθείσες αγγλόφωνες κυβερνήσεις σε περισσότερες από 50 αποσχιστικές ομάδες, αποδυναμώνοντας τις πολιτικές τους απαιτήσεις και την ικανότητά τους να αντισταθούν στις κυβερνητικές επιθέσεις[7]. Το ACLED περαιτέρω έδειξε ότι η συνεχιζόμενη σύγκρουση και οι ανταγωνιστικές εδαφικές διεκδικήσεις μεταξύ αυτονομιστικών ομάδων και της κεντρικής κυβέρνησης έχουν μετατρέψει τις αγγλόφωνες περιοχές σε ένα κατακερματισμένο σύστημα φορολογίας, ασφάλειας και δημόσιων υπηρεσιών, τις οποίες διαχειρίζονται διάφοροι ασυντόνιστοι παράγοντες, μεταξύ των οποίων αυτονομιστές, η κυβέρνηση, ιδιωτικές εταιρείες και ανθρωπιστικές οργανώσεις[8].

Επιπρόσθετα, σύμφωνα με έκθεση του Παρατηρητηρίου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (Human Rights Watch) που αναφέρεται σε περιστατικά που έλαβαν χώρα το 2023, η βία στις δύο αγγλόφωνες περιοχές, τη Βορειοδυτική και Νοτιοδυτική περιφέρεια, συνεχίστηκε για έκτο έτος.[9] Περαιτέρω, πρόσφατη έρευνα της ACCORD που ετοιμάστηκε ως απάντηση σε ερώτημα αναφορικά με την αγγλόφωνη κρίση και δημοσιεύτηκε τον Ιανουάριο του 2024, αναφέρει ότι κατά την περίοδο αναφοράς (2021-2023), η βίαιη σύγκρουση μεταξύ των δυνάμεων ασφαλείας και άμυνας και των ενόπλων αυτονομιστικών ομάδων συνέχισε να μαίνεται στις βορειοδυτικές και νοτιοδυτικές περιοχές του Καμερούν. Η κατάσταση ασφαλείας στις αγγλόφωνες περιοχές αναφέρεται ότι επιδεινώθηκε, με την εξέγερση να γίνεται πιο δομημένη και την κρίση πιο περίπλοκη.[10]  

Στην επικαιροποιημένη της έκθεση που καλύπτει την περίοδο Ιουλίου - Σεπτεμβρίου 2024, η Global Protection Cluster ανέφερε αύξηση των παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων τον Ιούλιο του 2024, με τις SSF (Δυνάμεις Ασφάλειας του Κράτους) να εκτελούν «επιχειρήσεις αποκλεισμού και έρευνας» που οδήγησαν σε επτά περιστατικά αυθαίρετων συλλήψεων, με 303 θύματα, ενώ οι NSAGs εγκαθίδρυσαν περισσότερα παράνομα σημεία ελέγχου για εκβιασμό χρημάτων και απαγωγή πολιτών για λύτρα[11]. Οι πιο συχνές παραβιάσεις που καταγράφηκαν ήταν αυθαίρετες συλλήψεις και κρατήσεις, σωματικές επιθέσεις ή κακοποίηση και δολοφονίες[12]. Ο μεγαλύτερος αριθμός παραβιάσεων μεταξύ Ιουλίου και Σεπτεμβρίου 2024 «καταγράφηκε στην Buea (457 θύματα) και την Muyuka (199 θύματα), και οι δύο στη νοτιοδυτική περιοχή του Fako, ακολουθούμενες από την Meme επίσης στη νοτιοδυτική περιοχή και έπειτα τη Mezam στην βορειοδυτική περιοχή»[13].

Το Δανέζικο Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες (DRC) διεξήγαγε μηνιαίες δραστηριότητες παρακολούθησης προστασίας στη νοτιοδυτική περιοχή μεταξύ Ιανουαρίου 2024 και Ιουνίου 2024 σε οκτώ κοινότητες των διαμερισμάτων Fako, Kupe Muanenguba και Meme[14]. Σύμφωνα με πηγές που συμβουλεύτηκε το DRC, μεταξύ Ιανουαρίου και Μαρτίου 2024, οι βασικές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων που αναφέρθηκαν από τον τοπικό πληθυσμό περιλάμβαναν αυθαίρετες συλλήψεις και παράνομες κρατήσεις, βασανιστήρια και απάνθρωπη μεταχείριση, κλοπές, οικονομικές απαγωγές, trafficking, και έμφυλη βία (GBV)[15]. Το DRC κατέγραψε 55 περιστατικά προστασίας και 428 θύματα μεταξύ Απριλίου και Ιουνίου 2024[16]. Οι παραβιάσεις που αναφέρθηκαν από τον τοπικό πληθυσμό περιλάμβαναν αυθαίρετες συλλήψεις, δολοφονίες, επιθέσεις και κακοποίηση, βασανιστήρια / απάνθρωπη μεταχείριση και έμφυλη βία, που διαπράχθηκαν από τις SSF και τις NSAGs[17].

Ως προς τα περιστατικά ασφαλείας στην Νοτιοδυτική Περιοχή από τις 13 Οκτωβρίου 2023 έως τις 6 Δεκεμβρίου 2024, το ACLED κατέγραψε 961 βίαια περιστατικά στην Νοτιοδυτική περιοχή του Καμερούν, από τα οποία τα 338 χαρακτηρίστηκαν ως μάχες, τα 12 ως εκρήξεις/απομακρυσμένη βία, τα 35 ως ταραχές και τα 576 ως βία κατά των πολιτών[18]. Κατά την ίδια χρονική περίοδο, αναφέρθηκαν 930 θύματα, εκ των οποίων τα 300 προήλθαν από περιστατικά που καταγράφηκαν ως βία κατά των πολιτών[19].Οι περιοχές με τον υψηλότερο αριθμό βίαιων περιστατικών που καταγράφηκαν από το ACLED στη Νοτιοδυτική περιοχή ήταν: Meme (131 μάχες; 2 εκρήξεις/απομακρυσμένη βία; 266 βία κατά των πολιτών), στο Fako (91 μάχες; 6 εκρήξεις/απομακρυσμένη βία; 123 βία κατά των πολιτών)[20].

Για την πληρότητα της έρευνας θα παρατεθούν τα πλέον πρόσφατα ποσοτικά δεδομένα για την ένταση της ένοπλης σύρραξης. Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων ACLED, κατά την χρονική περίοδο 26/03/2024 - 26/03/2025 στην συγκεκριμένη περιοχή καταγράφηκαν 731 περιστατικά ασφαλείας τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 713 ανθρώπινες απώλειες. Τα 731 περιστατικά έχουν κατηγοριοποιηθεί ως ακολούθως: 421 περιστατικά βίας κατά πολιτών (violence against civilians) τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 146 ανθρώπινες απώλειες, 20 ταραχές (riots) οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα 3 ανθρώπινες απώλειες, 261 μάχες (battles) οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα 548 απώλειες σε ανθρώπινες ζωές, 15 εκρήξεις/απομακρυσμένη βία (explosions/remote violence) οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα 16 ανθρώπινες απώλειες, και 14 διαμαρτυρίες (protests).[21] Σημειώνεται, ότι ο πληθυσμός της Νοτιοδυτικής περιφέρειας (Southwest region) ανέρχεται στα 1, 534,232 (2015).[22]

Εκ των ανωτέρω πληροφοριών που παρατέθηκαν, διαπιστώνεται ότι παρά την ύπαρξη σοβαρών περιστατικών ασφαλείας στην ευρύτερη Νοτιοδυτική Περιφέρεια (Southwest Region) του Καμερούν στην οποία εμπίπτει η περιοχή καταγωγής του Αιτητή, ο αριθμός των επεισοδίων αυτών και ο βαθμός αδιάκριτης βίας κατά των αμάχων δεν φτάνει το βαθμό κατά τον οποίο να τεκμηριώνεται ότι και μόνη η παρουσία του Αιτητή στην περιοχή καταγωγής του, τον εκθέτει σε πραγματικό κίνδυνο βλάβης, κατά την έννοια της διάταξης του Άρθρου 15(γ) της Οδηγίας, με συνέπεια να απαιτούνται ορισμένα προσωπικά χαρακτηριστικά που θα αύξαναν το ρίσκο του αμάχου συγκριτικά με τον μέσο πληθυσμό της περιοχής.

Λαμβάνοντας υπόψιν και τις ιδιαίτερες περιστάσεις του Αιτητή, κρίνω ότι ο Αιτητής δεν έχει κάποιο προσωπικό χαρακτηριστικό που να αυξάνει το ρίσκο του. Πρόκειται για άνδρα νεαρής ηλικίας, υγιή, αρκούντως πεπαιδευμένο, πλήρως ικανό προς εργασία, με υποστηρικτικό δίκτυο στη χώρα του, ο οποίος έχει ζήσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στην περιοχή καταγωγής του, γνωρίζοντας τις συνθήκες που επικρατούν και το κυριότερο είναι σε θέση να αντιληφθεί την επέλευση του κινδύνου και να προφυλαχθεί δεόντως. Συνεπώς, θεωρώ ότι δεν εγείρονται ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι με την επιστροφή του στην περιοχή καταγωγής του θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη και ως εκ τούτου δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις υπαγωγής  του Αιτητή στο άρθρο 19(2)(γ) του Περί Προσφύγων Νόμου.

Σημειώνεται πως ενώ το Mbonge είναι ο τελευταίος τόπος διαμονής, στην αξιολόγηση κινδύνου και την νομική ανάλυση  δε των  Καθ΄ων η αίτηση  εξετάστηκε  το Idenau, ωστόσο  και οι δύο περιοχές  είναι στην Νοτιοδυτική Περιοχή, οπότε το αποτέλεσμα παραμένει το ίδιο  όσο αφορά την  κατάσταση ασφαλείας.

Υπό το φως των ανωτέρω, κρίνω ότι το αίτημα του Αιτητή για διεθνή προστασία εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου ήταν αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και ορθής αξιολόγησης όλων των στοιχείων και δεδομένων, είναι επαρκώς αιτιολογημένη και λήφθηκε σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου, το Σύνταγμα και τις Γενικές Αρχές του Διοικητικού Δικαίου. Συνεπώς, η προσφυγή απορρίπτεται με  1300 € έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ΄ ων η Αίτηση.

                             

 

 Βούλα Κουρουζίδου - Καρλεττίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] HRW – Human Rights Watch (Author): “How Can You Throw Us Back?”; Asylum Seekers Abused in the US and Deported to Harm in Cameroon, 10 February 2022 https://www.ecoi.net/en/file/local/2068956/us_cameroon0222_web.pdf (ημερoμηνία τελευταίας πρόσβασης 20/05/2025).

[2] EASO, 'Practical Guide: Evidence Assessment, 2015, διαθέσιμο σε: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/public/EASO-Practical-Guide_-Evidence-Assessment.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 30/04/2025). 

[3] RULAC (Rule of Law in Armed Conflict), Ακαδημία Γενεύης, Τελευταία Ενημέρωση: 21/01/2021  https://www.rulac.org/browse/countries/cameroon [Ημερομηνία Πρόσβασης: 20/05/2025].

[4] Ibid.

[5] International Crisis Group, A Second Look at Cameroon’s Anglophone Special Status, 31 March 2023, https://www.crisisgroup.org/africa/central-africa/cameroon/b188-second-look-cameroons-anglophone-special-status (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.3.2025).

[6] GCR2P, Cameroon – Population at risk, 1 December 2024, https://www.globalr2p.org/countries/cameroon/;  ACLED, Non-State Armed Groups and Illicit Economies, September 2024, https://acleddata.com/acleddatanew/wp-content/uploads/2024/09/d4248905-7022-462d-a85a-5d2645fc5b22.pdf, p. 10 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.3.2025).

[7] ACLED and GI-TOC - Global Initiative against Organized Crime, Non-State Armed Groups and Illicit Economies in West Africa: Anglophone separatists, September 2024, https://acleddata.com/acleddatanew/wp-content/uploads/2024/09/d4248905-7022-462d-a85a-5d2645fc5b22.pdf, pp. 3, 13 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.3.2025).

[8] ACLED and GI-TOC - Global Initiative against Organized Crime, Non-State Armed Groups and Illicit Economies in West Africa: Anglophone separatists, September 2024, https://acleddata.com/acleddatanew/wp-content/uploads/2024/09/d4248905-7022-462d-a85a-5d2645fc5b22.pdf, p. 3 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.3.2025). 

[9] Human Rights Watch, Cameroon: Events of 2023, https://www.hrw.org/world-report/2024/country-chapters/cameroon [Ημερομηνία Πρόσβασης: 20/05/2025].

[10] ACCORD (Austrian Centre for Country of Origin and Asylum Research and Documentation), Cameroon: The Cameroon Anglophone Crisis (2021 - 2023), 8 January 2024, σελ. 8 https://www.ecoi.net/en/file/local/2102908/a-12289.pdf  [Ημερομηνία Πρόσβασης: 20/05/2025].

[11] GPC, Protection Monitoring Update; July - September 2024, 30 October 2024, https://globalprotectioncluster.org/sites/default/files/2024-10/pm_quarterly_update_jul-sept.pdf, p. 3 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.3.2025).

[12] GPC, Protection Monitoring Update; July - September 2024, 30 October 2024, https://globalprotectioncluster.org/sites/default/files/2024-10/pm_quarterly_update_jul-sept.pdf, p. 4 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.3.2025).

[13] GPC, Protection Monitoring Update; July - September 2024, 30 October 2024, https://globalprotectioncluster.org/sites/default/files/2024-10/pm_quarterly_update_jul-sept.pdf, p. 4 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.3.2025).

[14] DRC, 2024 Protection Monitoring Quarterly Report in Southwest Cameroon - Q1, 13 December 2024, https://reliefweb.int/attachments/14eff56a-24a7-4da9-a1a9-dca02f2b864e/DRC_Quarterly%20Protection%20Report%202024_Q1_Southwest%20Cameroon.pdf, p. 5; DRC, 2024 Protection Monitoring Quarterly Report in Southwest Cameroon - Q2, 13 December 2024, https://reliefweb.int/attachments/1bbbb7ba-42c9-4016-90b3-3a8ea2dff679/DRC_Quarterly%20Protection%20Report%202024_Q2_Southwest%20Cameroon.pdf, p. 5 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.3.2025).

[15] DRC, 2024 Protection Monitoring Quarterly Report in Southwest Cameroon - Q1, 13 December 2024, https://reliefweb.int/attachments/1bbbb7ba-42c9-4016-90b3-3a8ea2dff679/DRC_Quarterly%20Protection%20Report%202024_Q2_Southwest%20Cameroon.pdf, p. 13 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.3.2025).

[16] DRC, 2024 Protection Monitoring Quarterly Report in Southwest Cameroon - Q2, 13 December 2024, https://reliefweb.int/attachments/1bbbb7ba-42c9-4016-90b3-3a8ea2dff679/DRC_Quarterly%20Protection%20Report%202024_Q2_Southwest%20Cameroon.pdf, p. 10 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.3.2025).

[17] DRC, 2024 Protection Monitoring Quarterly Report in Southwest Cameroon - Q2, 13 December 2024, https://reliefweb.int/attachments/1bbbb7ba-42c9-4016-90b3-3a8ea2dff679/DRC_Quarterly%20Protection%20Report%202024_Q2_Southwest%20Cameroon.pdf, p. 11 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 8.3.2025).

[18] EUAA analysis based on publicly available ACLED data. ACLED, Curated Data Files, Cameroon, Southwest Region, 13 October 2023 to 6 December 2024.

[19] EUAA analysis based on publicly available ACLED data. ACLED, Curated Data Files, Cameroon, Southwest Region, 13 October 2023 to 6 December 2024.

[20] EUAA analysis based on publicly available ACLED data. ACLED, Curated Data Files, Cameroon, Southwest Region, 13 October 2023 to 6 December 2024.

[21] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Projectδιαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/ (βλπλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Event Types (Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests) DATE RANGE: 26/03/2024 - 26/03/2025, REGION: Africa, COUNTRY: Cameroon, ADMIN UNIT: Sud-Ouest) [Ημερομηνία Πρόσβασης: 20/05/2025].

[22] National Institute of Statistics, South West Regional Agency, Statistical Yearbook of South West Region, 2023 Edition, σελ. 22 https://ins-cameroun.cm/wp-content/uploads/2024/07/Annuaire-statistique-regional_SW-edit_2023_02.07.24_Revu.pdf [Ημερομηνία Πρόσβασης: 20/05/2025].


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο