
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθ. Αρ.: 2259/24
15 Μαΐου, 2025
[Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
M.S.
Αιτητής
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υφυπουργού Μετανάστευσης δια της Διευθύντριας Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης
Καθ' ων η Αίτηση
Ν. Χαραλαμπίδου (κα), για Νικολέττα Χαραλαμπίδου Δ.Ε.Π.Ε., Δικηγόρος για τον Αιτητή
Ι. Α. Γεωργίου (κος), Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση
ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.: Με την υπό εξέταση προσφυγή, ο Αιτητής αιτείται την ακύρωση της απόφασης των Καθ΄ ων η Αίτηση ημερομηνίας 13/06/2024 ως παράνομης, με την οποία επιβάλλεται στον Αιτητή να εμφανίζεται κάθε Δευτέρα, Τετάρτη και Παρασκευή μεταξύ 8:00 π.μ. και 12:00 μ.μ. ενώπιον γραφείου της ΥΑΜ στην επαρχία διαμονής του.
Γεγονότα
Τα ουσιώδη γεγονότα της παρούσας υπόθεσης ως εκτίθενται στην Ένσταση των Καθ' ων η Αίτηση και υποστηρίζονται από σχετικά Παραρτήματα και προκύπτουν από το περιεχόμενο των σχετικών διοικητικών φακέλων του Τμήματος Μετανάστευσης που προσκομίστηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας (ήτοι διοικητικοί φάκελοι υπ΄ αρ. F17-01411 και F17-01411"A"), έχουν ως ακολούθως:
Ο Αιτητής είναι υπήκοος της Συρίας και κάτοχος καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας από το 2019.
Στις 31/08/2023 ο Αιτητής κηρύχθηκε ως απαγορευμένος μετανάστης δυνάμει του Άρθρου 6 (1) (ζ) του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου (Κεφ. 105) (από τούδε και στο εξής το «Κεφ. 105») και εναντίον του εκδόθηκαν διατάγματα απέλασης και κράτησης δυνάμει του άρθρου 29 του περί Προσφύγων Νόμου και του άρθρου 14 του Κεφ. 105, αντίστοιχα (βλ. ερυθρά 10-13 του διοικητικού φακέλου υπ’ αρ. F17-01411"A").
Στις 16/05/2024, ο Αιτητής καταχώρησε στο Ανώτατο Δικαστήριο την αίτηση υπ’ αρ. 76/24 για έκδοση προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus (βλ. ερυθρά 95-119 του διοικητικού φακέλου υπ’ αρ. F17-01411). Στις 13/06/2024, δια της προσβαλλόμενης απόφασης, ο Αιτητής αφέθηκε ελεύθερος με τους όρους όπως εμφανίζεται κάθε Δευτέρα, Τετάρτη και Παρασκευή μεταξύ των ωρών 8:00 π.μ. και 12:00 μ.μ. ενώπιον του γραφείου της ΥΑΜ στην επαρχία διαμονής του και ως εκ τούτου, στις 13/06/2024, το διάταγμα κράτησης ημερομηνίας 31/08/2023, ακυρώθηκε λόγω εφαρμογής εναλλακτικών της κράτησης μέτρων (βλ. ερυθρά 77-78 του διοικητικού φακέλου υπ’ αρ. F17-01411"A").
Προδικαστικές ενστάσεις
Στην Ένστασή τους ημερομηνίας 20/12/2024, οι Καθ΄ ων η Αίτηση, ήγειραν τις ακόλουθες δύο προδικαστικές ενστάσεις:
(α) Η αιτούμενη θεραπεία στην παράγραφο Α της αίτησης ακυρώσεως, εκφεύγει της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου, εφόσον το αντικείμενο της αιτούμενης θεραπείας αφορά πράξη ή απόφαση που έχει εκδοθεί δυνάμει του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου (Κεφ. 105), και ως εκ τούτου, δεν εμπίπτει στην καθ΄ ύλην δικαιοδοσία του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας, βάσει του άρθρου 11 (2) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (73(I)/2018).
(β) Το παρόν Δικαστήριο δεν έχει δικαιοδοσία να εξετάσει το περιεχόμενο της επιστολής ημερομηνίας 13/06/2024, καθότι η απόφαση των Καθ΄ ων η Αίτηση προς επιβολή στον Αιτητή εναλλακτικών της κράτησης όρων αποτελεί παρεπόμενο μέτρο το οποίο λήφθηκε εφόσον ο Αιτητής έχει κηρυχθεί ως απαγορευμένος μετανάστης δυνάμει των προνοιών του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου (Κεφ. 105), και ως εκ τούτου η επιβολή των εναλλακτικών όρων δεν αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη.
Κατόπιν οδηγιών του παρόντος Δικαστήριου, αμφότερα τα μέρη προέβησαν στην καταχώρηση γραπτών αγορεύσεων και η υπόθεση ορίστηκε για ακρόαση επί των εγειρόμενων προδικαστικών ενστάσεων.
Ο συνήγορος των Καθ΄ ων η Αίτηση, στη γραπτή του αγόρευση, παρέθεσε αρχικά νομολογία προς ανάλυση της αρχής του δεσμευτικού δικαστικού προηγούμενου και παρέπεμψε επιπρόσθετα στην απόφαση του Εφετείου AHMED SHBIB v. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 12/2024, 15/10/2024, που αφορούσε υπόθεση με πανομοιότυπα γεγονότα. Παραθέτοντας σχετικά αποσπάσματα από την εν λόγω απόφαση, ως ανέφερε, το Εφετείο, δεν αμφισβήτησε τη δικαιοδοσία του Διοικητικού Δικαστηρίου επί της εξέτασης του διατάγματος κράτησης του εκεί εφεσείοντα, αλλά αντιθέτως υπέδειξε την υποχρέωση του Διοικητικού Δικαστηρίου να εξετάσει και την κήρυξη του εφεσείοντα ως απαγορευμένου μετανάστη, καθώς χωρίς να ασκηθεί ο εν λόγω δικαστικός έλεγχος, εξ ορισμού το πρωτόδικο δικαστήριο δεν ήταν δυνατόν να καταλήξει σε ασφαλή κρίση ως προς τη νομιμότητα του εκεί επίδικου διατάγματος κράτησης. Ως εκ τούτου, υποστήριξε ότι ενόψει του ότι η επιβολή εναλλακτικών της κράτησης μέτρων συνιστά παρεπόμενη ενέργεια της ακύρωσης του διατάγματος κράτησης, δικαιοδοσία για την εκδίκαση της παρούσας προσφυγής κέκτηται το Διοικητικό Δικαστήριο, στη βάση του δεσμευτικού δικαστικού προηγούμενου της ανωτέρω απόφασης του Εφετείου.
Η συνήγορος του Αιτητή με τη δική της γραπτή αγόρευση, ανάπτυξε επιχειρηματολογία προς απάντηση των προδικαστικών ενστάσεων που έχουν εγερθεί, πλην όμως πρόβαλε και ισχυρισμούς που αφορούν την ουσία της προσφυγής, καθώς είναι η θέση της, ότι αυτή συνδέεται άμεσα με το ζήτημα της δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου. Σε σχέση με την πρώτη προδικαστική ένσταση, παραπέμποντας στο άρθρο 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (73(I)/2018) ανέφερε ότι ο Αιτητής ως δικαιούχος συμπληρωματικής προστασίας κατέχει τα δικαιώματα που αναφέρονται στα άρθρα 21, 21Α και 21Γ του περί Προσφύγων Νόμου, ανάμεσα στα οποία και του δικαιώματος ελεύθερης διακίνησης χωρίς περιορισμούς, όπως αυτό κατοχυρώνεται στα άρθρα 21 (1) (γ) (iii) του περί Προσφύγων Νόμου, 33 της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ και 2 του Τέταρτου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Ως ανέφερε, η επιβολή εναλλακτικών της κράτησης μέτρων προβλέπεται σε δύο άρθρα του ημεδαπού δικαίου, ήτοι αφενός στο άρθρο 9ΣΤ (3) του περί Προσφύγων Νόμου που αφορά αιτητές διεθνούς προστασίας και αφετέρου στο άρθρο 18ΠΣΤ (1) του Κεφ. 105 που αφορά παρανόμως διαμένοντες υπηκόους τρίτων χωρών, και ως εκ τούτου, ο Αιτητής ως δικαιούχος καθεστώτος διεθνούς προστασίας, δεν εμπίπτει στις εν λόγω διατάξεις. Επεσήμανε επιπρόσθετα, ότι το άρθρο 14 του Κεφ.105, βάσει του οποίου είχε εκδοθεί προηγουμένως διάταγμα κράτησης που αφορούσε τον Αιτητή, ουδέν προνοεί για τη δυνατότητα επιβολής εναλλακτικών της κράτησης μέτρων για σκοπούς εκτέλεσης της απέλασης.
Συνεπεία των εκ των ως άνω, υποστήριξε ότι εντελώς αυθαίρετα και χωρίς να υπάρχει σχετική νομοθετική πρόβλεψη, οι Καθ΄ ων η Αίτηση επέβαλαν στον Αιτητή, δια της προσβαλλόμενης απόφασης, εναλλακτικά της κράτησης μέτρα, χωρίς να υπάρχει άλλωστε αναφορά στο σώμα της προσβαλλόμενης απόφασης η νομική βάση επί της οποίας εκδόθηκε, και οι όποιες εκ των υστέρων αναφορές των Καθ’ ων η Αίτηση ότι αυτή βασίζεται στο Κεφ. 105, δεν αναιρούν το γεγονός ότι αυτή στερείται νομικής βάσης. Περαιτέρω, το διάταγμα απέλασης εναντίον του Αιτητή εκδόθηκε στη βάση του άρθρου 29 του περί Προσφύγων Νόμου εφόσον ο Αιτητής είναι δικαιούχος καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας και ως εκ τούτου, εν τη απουσία σχετικής νομοθετικής πρόνοιας στον εν λόγω νόμο που να επιτρέπει την κράτηση ή/και επιβολή εναλλακτικών της κράτησης μέτρων σε κάτοχο καθεστώτος διεθνούς προστασίας, οι Καθ’ ων η Αίτηση επέλεξαν να εκδώσουν την προσβαλλόμενη πράξη και/ή απόφαση χωρίς νομική βάση ή/και βάσει της εκ των υστέρων επίκλησης του ΚΕΦ.105, ο οποίος δεν τυγχάνει εφαρμογής εν προκειμένω.
Αναφορικά με το ζήτημα της δικαιοδοσίας, ανέφερε ότι ενόψει του ότι μέσω της προσβαλλόμενης πράξης επηρεάζονται δικαιώματα του Αιτητή που απορρέουν από τον περί Προσφύγων Νόμο και αφορούν δικαιούχο διεθνούς προστασίας, το παρόν Δικαστήριο είναι το μόνο αρμόδιο για να κρίνει αν πράγματι υπήρξε παραβίασή τους. Επιπρόσθετα, εν τη απουσία στον περί Προσφύγων Νόμο πρόβλεψης για περιορισμό του δικαιώματος ελεύθερης διακίνησης δικαιούχων διεθνούς προστασίας, όπως εν προκειμένω, υποστήριξε ότι το Δικαστήριο δύναται κατ' αναλογία να στηρίξει τη δικαιοδοσία του στο άρθρο 11 (4) (α) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν. 73(I)/2018), προκειμένου να μην παραβιασθεί το δικαίωμα του Αιτητή σε πραγματική προσφυγή που κατοχυρώνεται στο άρθρο 47 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε αντίθετη περίπτωση, επικαλέστηκε ότι ο Αιτητής θα στερηθεί του εν λόγω δικαιώματός του εφόσον κανένα άλλο Δικαστήριο στη Δημοκρατία δεν δύναται να υπεισέλθει σε τέτοιου είδους ζητήματα - ελλείψει δικαιοδοσίας να εξετάσει θέματα που ανακύπτουν από την ορθή ή μη εφαρμογή του περί Προσφύγων Νόμου - και να διαγνώσει με ασφάλεια αν υπήρξε παραβίαση των δικαιωμάτων του Αιτητή που απορρέουν από τον περί Προσφύγων Νόμο.
Σε σχέση ακολούθως με την δεύτερη προδικαστική ένσταση, που αφορά την εκτελεστότητα της προσβαλλόμενης απόφασης, η ευπαίδευτος συνήγορος του Αιτητή παραπέμποντας σε σχετική βιβλιογραφία και νομολογία επί του εν λόγω θέματος, ανέφερε ότι δεδομένου ότι δια της προσβαλλόμενης απόφασης επιβάλλεται συγκεκριμένη υποχρέωση στον Αιτητή μέσω της οποίας παράγεται έννομο αποτέλεσμα έναντι του, αυτή φέρει τα χαρακτηριστικά της εκτελεστής διοικητικής πράξης.
Επί της ουσίας της προσβαλλόμενης απόφασης, η συνήγορος του Αιτητή κατέγραψε στη γραπτή της αγόρευση ότι αυτή στερείται νομιμότητας και αιτιολογίας, λήφθηκε καθ' υπέρβαση εξουσίας, είναι προϊόν πλάνης περί τον νόμο ή/και τα πράγματα, και ελήφθη κατά παράβαση της αρχής της αναλογικότητας και της αναγκαιότητας, όπως και του δικαιώματος ελεύθερης διακίνησης του Αιτητή, ως αυτό κατοχυρώνεται στο άρθρο 21 (1) (γ) (iii) του περί Προσφύγων Νόμου και του άρθρου 33 της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, και το οποίο απορρέει εκ της ιδιότητάς του ως δικαιούχος συμπληρωματικής προστασίας. Πέραν τούτου, υποστήριξε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δημιουργεί ζημιά στον Αιτητή, καθώς περιορίζει και/ή παραβιάζει το δικαίωμα του να έχει πρόσβαση στην απασχόληση, ενόψει του ότι καλείται τρεις φορές την εβδομάδα να εγκαταλείπει την εργασία του για να παρίσταται στην ΥΑΜ.
Κατά την ακρόαση επί των εγειρόμενων προδικαστικών ενστάσεων, ήτοι στις 20/02/2025, η συνήγορος του Αιτητή επανέλαβε τις θέσεις της που αναπτύχθηκαν στη γραπτή αγόρευση της δίδοντας ιδιαίτερη έμφαση στον ισχυρισμό της ότι ενόψει του ότι ο Αιτητής εξακολουθεί να συνιστά δικαιούχο συμπληρωματικής προστασίας, τα μέτρα που επιβλήθηκαν στον Αιτητή - τα οποία δεν ορίζεται πουθενά ότι αποτελούν εναλλακτικά της κράτησης μέτρα - στην ουσία συνιστούν περιορισμό στην ελευθερία διακίνησης δικαιούχου διεθνούς προστασίας και ως εκ τούτου, εν τη απουσία σχετικής νομοθετικής διάταξης που να επιτρέπει την επιβολή τέτοιων περιορισμών και δεδομένου ότι αυτοί πλήττουν τα δικαιώματα δικαιούχου διεθνούς προστασίας που προβλέπονται στον περί Προσφύγων Νόμο, δικαιοδοσία έχει το παρόν Δικαστήριο.
Ο συνήγορος των Καθ’ ων η Αίτηση κατά την ίδια δικάσιμο, υποστήριξε ότι δικαιοδοσία για την εκδίκαση της προσβαλλόμενης απόφασης δια της οποίας επιβλήθηκαν εναλλακτικά της κράτησης μέτρα έχει το Διοικητικό Δικαστήριο, καθώς αυτή εκδόθηκε δυνάμει του άρθρου 14 του Κεφ. 105 που συνιστά τη νομική βάση για την κράτηση του Αιτητή και ως εκ τούτου τυγχάνει εφαρμογής του άρθρο 18ΠΣΤ μετά την κήρυξη του ως απαγορευμένου μετανάστη δυνάμει του άρθρου 6 (1) (ζ) του Κεφ. 105.
Νομική ανάλυση – Κατάληξη του Δικαστηρίου
Σε πρώτο στάδιο, προέχει η εξέταση της πρώτης προδικαστικής ένστασης που ηγέρθη από πλευράς των Καθ΄ ων η Αίτηση, καθώς το ζήτημα της δικαιοδοσίας του εκδικάζοντος δικαστηρίου, ως ζήτημα αντικειμενικής προϋπόθεσης του παραδεκτού της προσφυγής, εξετάζεται αυτεπάγγελτα από το δικαστήριο σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας (Βλ. σύγγραμμα του Δρος Κώστας Παρασκευά, «Κυπριακό Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο», Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα, 2020, σελ. 85 και σχετική νομολογία, ήτοι GEORGHIOU ν. REPUBLIC (1982) 3 CLR 828, LAZAROU ν. REPUBLIC (1986) 3 CLR 2267, Yiangou Anna ν. The Republic of Cyprus through the Director of Customs (1987) 3 CLR 27 και Hadjigeorgi Georghios K ν. The Minister of Finance through the Customs Department (1987) 3 CLR 280).
Το άρθρο 11(2) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμο του 2018 (73(I)/2018) προνοεί ότι «Το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας αποφασίζει επί πάσης προσφυγής η οποία υποβάλλεται δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος κατά απόφασης ή πράξης εκδιδομένης δυνάμει του περί Προσφύγων Νόμου ή κατά παράλειψης οφειλόμενης ενέργειας δυνάμει του περί Προσφύγων Νόμου.». Επίσης προβλέπεται στο άρθρο 11Α του ανωτέρω Νόμου ότι «σε περίπτωση κατά την οποία η προσφυγή, η οποία εμπίπτει στην καθ' ύλην δικαιοδοσία του Διοικητικού Δικαστηρίου, καταχωρισθεί ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας, δικαστής του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας παραπέμπει αυτή προς εκδίκαση στο Διοικητικό Δικαστήριο […]».
Καταρχάς, κρίνω σκόπιμο να αναφερθώ στην απόφαση του Εφετείου στην AHMED SHBIB v. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, Έφεση Κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 12/2024, 15/10/2024 (εφεξής «Ahmed»), η οποία είναι δεσμευτική για το παρόν Δικαστήριο και στην οποία ο Εφεσείοντας, που ήταν κάτοχος καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας, είχε κηρυχθεί ως απαγορευμένος μετανάστης βάσει του Άρθρου 6(1)(ζ) του Κεφ. 105, και αποφασίστηκε όπως απελαθεί βάσει του Άρθρου 29 των περί Προσφύγων Νόμων, και κατά προέκταση, εξεδόθησαν εις βάρος του διατάγματα απέλασης και κράτησης. Παραθέτω αυτούσιο το ακόλουθο σχετικό απόσπασμα από την απόφαση του Εφετείου (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου):
« […] Κατά το πρωτόδικο Δικαστήριο, η νομιμότητα της κήρυξης του Εφεσείοντα ως απαγορευμένου μετανάστη (ήτοι, το κατά πόσο αυτή η κήρυξη είναι νόμιμη ως συμβατή με το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας το οποίο υπείχε ο Εφεσείων) εμπίπτει στη δικαιοδοσία του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας, εξεταζόμενη στο πλαίσιο της Προσφυγής Αρ. 3260/2023, κατά τον δικαστικό έλεγχο του συναφούς διατάγματος απέλασης.
Ο Εφεσείων αιτιάται την ανωτέρω πρωτόδικη προσέγγιση ως εσφαλμένη. Κατ' αυτόν, το διάταγμα απέλασης δεν είναι καθοριστικό για την υπόστασή του, διότι παραμένει κάτοχος του καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας, αφού η (καθ' ύλην αρμόδια) Υπηρεσία Ασύλου ουδέποτε απέσυρε αυτό το καθεστώς με απόφασή της.
Ο πρώτος λόγος έφεσης κρίνεται βάσιμος και επιτυγχάνει, για τους εξής λόγους:
Η κήρυξη του Εφεσείοντα ως απαγορευμένου μετανάστη συνιστά πράξη διακριτή από τα διατάγματα απέλασης και κράτησης (Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 147/2012 Stoyanov ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερ. 2.7.2018), παρότι αυτά τα διατάγματα έχουν αυτή την κήρυξη ως υπόβαθρο. Το συμπέρασμα ότι η κήρυξη του Εφεσείοντα συνιστά διακριτή (και αυτοτελώς προσβαλλόμενη) πράξη από τα διατάγματα απέλασης και κράτησης δεν αναιρείται από το γεγονός ότι η Εφεσίβλητη επέλεξε εν προκειμένω να παραθέσει την κήρυξη και την αιτιολογία της στο σώμα του διατάγματος απέλασης.
Η κήρυξη του Εφεσείοντα ως απαγορευμένου μετανάστη προσβάλλεται ρητά στην Προσφυγή Αρ. 1578/2023 και, συνεπώς, το πρωτόδικο Δικαστήριο υποχρεούτο να ελέγξει τη νομιμότητά της, εκτός αν όντως εξέπιπτε της δικαιοδοσίας του ως αποφάνθηκε.
Η δικαιοδοσία του Διοικητικού Δικαστηρίου καλύπτει -με βάση το Άρθρο 146 του Συντάγματος και τους περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Νόμους (ο Νόμος 131(Ι) του 2015 ως τροποποιήθηκε)- τον δικαστικό έλεγχο εκτελεστών διοικητικών πράξεων, με εξαίρεση τις εκτελεστές διοικητικές πράξεις οι οποίες υπάγονται στη δικαιοδοσία του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας βάσει των περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμων (εφεξής «ο Νόμος 73(Ι) του 2018»).
Το Άρθρο 11 του Νόμου 73(Ι) του 2018, το οποίο προσδιορίζει τις πράξεις για τoν έλεγχο των οποίων απονέμει δικαιοδοσία στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας, δεν συγκαταλέγει σε αυτές την κήρυξη αλλοδαπού ως απαγορευμένου μετανάστη δυνάμει του Άρθρου 6 του Κεφ. 105.
Συνάγεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο είχε δικαιοδοσία να προβεί σε έλεγχο νομιμότητας της κήρυξης του Εφεσείοντα ως απαγορευμένου μετανάστη και, συνεπώς, εσφαλμένα έκρινε το αντίθετο.
Ως απόρροια της κρίσης μας, η Προσφυγή Αρ. 1578/2023 πρέπει να επιστραφεί στο πρωτόδικο Διοικητικό Δικαστήριο, ώστε το τελευταίο να κρίνει τη νομιμότητα της κήρυξης του Εφεσείοντα ως απαγορευμένου μετανάστη, καθότι το Εφετείο δεν προβαίνει σε πρωτογενή κρίση (Έφεση κατά Απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου Αρ. 134/2018 Δημοκρατία ν. Τσιγαρίδας, απόφαση ημερ. 5.6.2024).
Επισημαίνουμε στο σημείο αυτό ότι, το ποιες είναι οι συνέπειες (για τη νομιμότητα του επίδικου διατάγματος κράτησης) της -μετά την έκδοση της εφεσιβαλλόμενης απόφασης ημερ. 18.12.2023- ακύρωσης του συναφούς διατάγματος απέλασης διά της απόφασης του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας ημερ. 5.2.2024 στην Προσφυγή Αρ. 3260/2023, αποτελεί ζήτημα εξέτασης (αν ήθελε απαιτηθεί) από το πρωτόδικο Δικαστήριο. […]».
Επιπρόσθετα, πριν την καταληκτική κρίση του Εφετείου στην εν λόγω απόφαση, σημειώνεται το εξής σημαντικό σε σχέση με την εξέταση της νομιμότητας του εκεί διατάγματος κράτησης από το πρωτόδικο Δικαστήριο: «Χωρίς να ασκηθεί (ο εκ του Εφεσείοντα αιτηθείς) δικαστικός έλεγχος επί της κήρυξής του ως απαγορευμένου μετανάστη, εξ ορισμού το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν εδύνατο να καταλήξει σε ασφαλή κρίση ως προς το νόμιμο του διατάγματος κράτησης (περιλαμβανομένης και της συμβατότητάς του με την Αρχή της αναλογικότητας).».
Ακολούθως, εξετάζοντας το περιεχόμενο των διοικητικών φακέλων που κατατέθηκαν στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας, παρατηρώ ότι στις 31/08/2023 ο Αιτητής κηρύχθηκε ως απαγορευμένος μετανάστης δυνάμει του Άρθρου 6 (1) (ζ) του Κεφ. 105 και εναντίον του εκδόθηκαν διατάγματα κράτησης και απέλασης ημερομηνίας 31/08/2023 (βλ. ερυθρά 10-13 του διοικητικού φακέλου υπ’ αρ. F17-01411"A"). Στην παράγραφο 4 του διατάγματος κράτησης ημερομηνίας 31/08/2023, αναγράφεται ότι «ΓΙΑ ΤΟ ΣΚΟΠΟ ΑΥΤΟ ασκώντας τις εξουσίες που δίνει στον Υπουργό Εσωτερικών το άρθρο 14 του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου Κεφ. 105 […] με το παρόν διατάσσω όπως ο [αιτητής] παραμείνει υπό κράτηση μέχρις ότου απελαθεί […]». Ως εκ τούτου, προκύπτει ότι το εν λόγω διάταγμα κράτησης εκδόθηκε στη βάση του άρθρου 14 του Κεφ. 105, ως ρητώς αναγράφεται σε αυτό. Σημειώνω ότι στο πάνω μέρος των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης εντοπίζεται πανομοιότυπη αναφορά υπό μορφή υποτίτλου ότι αυτά εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 14 του Κεφ. 105 και του άρθρου 29 του περί Προσφύγων Νόμου, πλην όμως κατόπιν ανάγνωσης του περιεχομένου τους, καθίσταται σαφές ότι οι πιο πάνω αναφορές υπό τύπον υποτίτλου, αναφέρονται στις αντίστοιχες διαδικασίες εκάστου εξ αυτών που αυτά αφορούν. Τονίζω στο σημείο αυτό ότι το εν λόγω Διάταγμα κράτησης ουδέποτε προσβλήθηκε στο αρμόδιο Δικαστήριο ώστε να κριθεί η νομιμότητα του.
Στη συνέχεια, το Διάταγμα κράτησης ημερομηνίας 31/08/2023 ακυρώθηκε, και στο κάτω μέρος του ερυθρού 78 του διοικητικού φακέλου υπ’ αρ. F17-01411"A", το οποίο επισυνάφθηκε και στην αίτηση ακυρώσεως του Αιτητή, αναγράφεται ότι «Το διάταγμα ακυρώνεται λόγω εφαρμογής εναλλακτικών της κράτησης μέτρων», φέρει υπογραφή της Διευθύντριας του Τμήματος Μετανάστευσης ως υποδηλώνει η σχετική σφραγίδα με το όνομα αυτής πλησίον της υπογραφής της και ημερομηνία 13/06/2024. Άλλωστε, σημειώνεται ότι στον εν λόγω διοικητικό φάκελο εντοπίζεται σχετική αλληλογραφία πριν την δικάσιμο της αίτησης υπ’ αρ. 76/24 για έκδοση προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου, μέσω της οποίας έγινε εισήγηση όπως ο Αιτητής (μεταξύ άλλων) αφεθεί ελεύθερος με εναλλακτικά της κράτησης μέτρα, ήτοι να παρουσιάζεται τρεις φορές την εβδομάδα στο επαρχιακό Κλιμάκιο της ΥΑΜ της επαρχίας στην οποία βρίσκεται η διεύθυνση διαμονής του, η οποία εγκρίθηκε από την Διευθύντρια με γραπτό ηλεκτρονικό μήνυμα ημερομηνίας 11/06/2024 (βλ. ερυθρά 79-82 του διοικητικού φακέλου υπ’ αρ. F17-01411"A").
Τούτων λεχθέντων, στις 13/06/2024 κοινοποιήθηκε στον Αιτητή η προσβαλλόμενη δια της παρούσας προσφυγής απόφαση, που συνιστά το ερυθρό 77 του διοικητικού φακέλου υπ’ αρ. F17-01411"A", της οποίας κρίνω σκόπιμο να παραθέσω αυτούσιο το λεκτικό, ως εμφαίνεται στο κείμενο της:
«I wish to inform you that, after re-examining your case, I have decided to release you on the following terms:
1. You are obliged to report to the Office of the Aliens and Immigration Police of the District of your residence every Monday, Wednesday and Friday between 8:00 a.m. to 12:00 p.m.
2. You are obliged to report a residence address to the Office of the Aliens and Immigration Police of the District of your residence. Before you change your residence, you are obliged to immediately report the new address to the Office of the Aliens and Immigration Police of the District of your residence.
Be informed that in case you fail to follow any of these terms, further actions will be taken and another detention order will be issued against you.».
Κατόπιν μελέτης του ανωτέρω κειμένου της προσβαλλόμενης απόφασης (ήτοι ερυθρού 77 του διοικητικού φακέλου υπ’ αρ. F17-01411"A"), προκύπτει ότι δεν αναγράφεται ρητά σε αυτό ότι τα μέτρα που επιβλήθηκαν στον Αιτητή δια της εν λόγω απόφασης συνιστούν εναλλακτικά της κράτησης μέτρα συνεπεία της απελευθέρωσης του από την προηγούμενη κράτησή του, ούτε εντοπίζεται στο σώμα αυτής η νομική βάση για την έκδοσή της. Πλην όμως μελετώντας συνδυαστικά το κείμενο της προσβαλλόμενης απόφασης με τα ερυθρά 78-82 του διοικητικού φακέλου υπ’ αρ. F17-01411"A", προκύπτει ότι η απελευθέρωση που αναφέρεται στο ερυθρό 77 αφορά την απελευθέρωσή του από την προηγούμενη κράτηση του δυνάμει του διατάγματος κράτησης ημερομηνίας 31/08/2023 και οι όροι που αναγράφεται στο ίδιο ερυθρό ότι επιβάλλονται στον Αιτητή, φαίνεται να λαμβάνουν την μορφή εναλλακτικών της κράτησης μέτρων, λόγω της άρρηκτης διασύνδεσης της εν λόγω απόφασης με το διάταγμα κράτησης που είχε ακυρωθεί.
Ως εκ των ως άνω αναφερομένων, θεωρώ πως τα επίδικα εναλλακτικά μέτρα έχουν εκδοθεί σε συνεχεία και στη βάση του διατάγματος κράτησης ημερομηνίας 31/08/2023, καθώς στο ερυθρό 78 του διοικητικού φακέλου F17-01411"A" αναγράφεται ρητώς ότι το εν λόγω διάταγμα κράτησης «ακυρώνεται λόγω εφαρμογής εναλλακτικών της κράτησης μέτρων», τα οποία φαίνεται να έχουν επιβληθεί την ίδια ημέρα που έχει ακυρωθεί το διάταγμα κράτησης λόγω της υποκατάστασης του από το επίδικα εναλλακτικά μέτρα που επιβλήθηκαν.
Προς επίρρωση τούτου, παραπέμπω και στο σχετικό απόσπασμα της απόφασης του ΔΕΕ C-924/19 και C- 925/19, FMS, FNZ, SA, SA junior, ημερ. 14 Μαίου 2020:
«292 Δεύτερον, τονίζεται ότι το άρθρο 15, παράγραφος 2, τελευταίο εδάφιο, της οδηγίας 2008/115 και το άρθρο 9, παράγραφος 3, τελευταίο εδάφιο, της οδηγίας 2013/33 ορίζουν ρητώς ότι, όταν η κράτηση κρίνεται παράνομη, ο ενδιαφερόμενος πρέπει να απολύεται αμέσως.
293 Επομένως, σε μια τέτοια περίπτωση, το εθνικό δικαστήριο πρέπει να είναι σε θέση να υποκαταστήσει με τη δική του απόφαση την απόφαση της διοικητικής αρχής με την οποία διατάχθηκε η θέση υπό κράτηση και να διατάξει είτε τη λήψη εναλλακτικού μέτρου αντί της κράτησης είτε την απόλυση του ενδιαφερόμενου (πρβλ. απόφαση της 5ης Ιουνίου 2014, Mahdi, C‑146/14 PPU, EU:C:2014:1320, σκέψη 62). Εντούτοις, η λήψη εναλλακτικού μέτρου αντί της κράτησης είναι δυνατή μόνον αν ο λόγος που δικαιολόγησε την κράτηση του ενδιαφερομένου ήταν και παραμένει σε ισχύ, πλην όμως η κράτηση αυτή δεν παρίσταται ή δεν παρίσταται πλέον αναγκαία ή αναλογική υπό το πρίσμα του λόγου αυτού.».
Στη βάση του σκεπτικού της εν λόγω απόφασης, για να είναι δυνατό κατά περίπτωση, να διαταχθεί η λήψη εναλλακτικών της κράτησης μέτρων, θα πρέπει ο λόγος που δικαιολόγησε την έκδοση του διατάγματος κράτησης να παραμένει σε ισχύ. Αυτό υποδεικνύει την άμεση διασύνδεση των δύο αποφάσεων, καθώς σε περίπτωση που εξακολουθεί να ισχύει ο λόγος που δικαιολογούσε την κράτηση αιτητή, η επιβολή των εναλλακτικών της κράτησης μέτρων επιλέγεται ως ευμενέστερο υπό τις περιστάσεις μέτρο, αντί της πλήρους στέρησης του δικαιώματος αιτητή σε ελευθερία.
Υπό το φως των όσων αναφέρονται ανωτέρω και στη βάση της απόφασης του Εφετείου στην απόφαση Ahmed, θεωρώ πως η δικαιοδοσία για έλεγχο νομιμότητας της κήρυξης αιτητή ως απαγορευμένου μετανάστη (έστω και εάν κατά το χρόνο κήρυξής του συνιστά δικαιούχο διεθνούς προστασίας) και κατ΄ επέκταση του διατάγματος κράτησης που εκδίδεται εναντίον του, ανήκει αποκλειστικά στο Διοικητικό Δικαστήριο. Ενόψει του ότι ως αναλύεται ανωτέρω, οι όροι που έχουν τεθεί στον Αιτητή δια της προσβαλλόμενης απόφασης ημερομηνίας 13/06/2024 συνιστούν εναλλακτικά της κράτησης μέτρα που έχουν εκδοθεί σε συνεχεία και στη βάση του διατάγματος κράτησης ημερομηνίας 31/08/2023, ως παρεπόμενο μέτρο του επίδικου διατάγματος κράτησης το οποίο είχε ακυρωθεί λόγω της υποκατάστασής του από τα εν λόγω εναλλακτικά μέτρα κράτησης, αρμόδιο δικαστήριο για την εξέτασή τους, συνιστά το Διοικητικό Δικαστήριο και όχι το παρόν Δικαστήριο. Άλλωστε, σημειώνεται ότι δεν θα ήταν ορθή προσέγγιση, αφενός το διάταγμα κράτησης να υπάγεται στη δικαιοδοσία του Διοικητικού Δικαστηρίου και αφετέρου οι όροι που έχουν τεθεί στον Αιτητή υπό την μορφή εναλλακτικών της κράτησης μέτρων, να υπάγονται στη δικαιοδοσία του παρόντος Δικαστηρίου.
Ο ισχυρισμός της συνηγόρου του Αιτητή ότι τα μέτρα που επιβλήθηκαν στον Αιτητή συνιστούν περιορισμό στην ελευθερία διακίνησης δικαιούχου διεθνούς προστασίας και όχι εναλλακτικά της κράτησης μέτρα, απορρίπτεται στη βάση των στοιχείων των διοικητικών φακέλων που εξέτασα, ως αναλύεται ανωτέρω. Περαιτέρω, παραπέμπω στο άρθρο 2 του Τέταρτου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου που κατοχυρώνει το δικαίωμα της ελευθερίας μετακίνησης και που αντιστοιχεί αντιστοιχεί στο άρθρο 13 του Συντάγματος. Στο σύγγραμμα του Δρος Κώστας Παρασκευά, «Κυπριακό Συνταγματικό Δίκαιο, Θεμελιώδη Δικαιώματα & Ελευθερίες», Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα, 2015, σελ. 221, αναφέρεται ότι το δικαίωμα του άρθρου 13 του Συντάγματος περιλαμβάνει «(α) το δικαίωμα μετακίνησης στο έδαφος του κράτους του οποίου το άτομο είναι πολίτης (β) το δικαίωμα διαμονής και εγκατάστασης εντός του εδάφους αυτού και το δικαίωμα να αλλάζει τη διαμονή αυτή (γ) το δικαίωμα εγκατάλειψης ή μη της εντός του κράτους διαμονής του και (δ) το δικαίωμα επιστροφής και εισόδου στο κράτος κατά βούληση.».
Τούτων λεχθέντων, συνδυαστικά με το κείμενο της προσβαλλόμενης απόφασης προκύπτει ότι οι όροι που έχουν επιβληθεί στον Αιτητή δεν συνιστούν περιοριστικά στη διακίνησή του μέτρα, αλλά αντιθέτως επιβάλλουν στον Αιτητή την υποχρέωση παρουσίασής του ενώπιον γραφείου της ΥΑΜ στην επαρχία διαμονής του σε συγκεκριμένες ημέρες και ώρες, υποχρέωση που σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να εξομοιωθεί με οποιοδήποτε περιορισμό στη διακίνησή του.
Από τα πιο πάνω συνάγεται ότι η πρώτη προδικαστική ένσταση επιτυγχάνει και η παρούσα προσφυγή παραπέμπεται προς εκδίκαση στο Διοικητικό Δικαστήριο δυνάμει του άρθρου 11Α του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (73(I)/2018). Η εν λόγω διαπίστωση μου είναι καταλυτική σε σχέση με τη δεύτερη προδικαστική ένσταση που αφορά το ζήτημα της εκτελεστότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, καθώς αυτό συνιστά ζήτημα που εμπίπτει στη δικαιοδοσία του δικαστηρίου στο οποίο υπάγεται η εξέταση της προσβαλλόμενης απόφασης. Άλλωστε, προς την ίδια κατεύθυνση σημειώνεται ότι και οι ισχυρισμοί που προβλήθηκαν από πλευράς της συνηγόρου του Αιτητή σε σχέση με την νομοθετική βάση της έκδοσης της προσβαλλόμενης απόφασης, συνιστούν επίσης ζητήματα τα οποία μπορούν να εξεταστούν από το Δικαστήριο που έχει δικαιοδοσία επί αυτής.
Καταληκτικά, σε σχέση με τον ισχυρισμό της συνηγόρου του Αιτητή ότι θα παραβιασθεί το δικαίωμα του Αιτητή σε πραγματική προσφυγή που κατοχυρώνεται στο άρθρο 47 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σημειώνω ότι λόγω της παραπομπής της προσφυγής στο Διοικητικό Δικαστήριο δεν κρίνω ότι συντρέχει τέτοια περίπτωση στην προκειμένη, καθώς η προσβαλλόμενη θα εξεταστεί από το εν λόγω δικαστήριο στα πλαίσια της δικαιοδοσίας του.
Με βάση το σύνολο των στοιχείων που τέθηκε ενώπιον μου, όπως τα έχω αναλύσει ανωτέρω, η πρώτη προδικαστική ένσταση γίνεται αποδεκτή και η παρούσα προσφυγή παραπέμπεται προς εκδίκαση στο Διοικητικό Δικαστήριο, δυνάμει του άρθρου 11Α του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν. 73(I)/2018). Ενόψει της εν λόγω κατάληξης, θεωρώ ορθό και δίκαιο υπό τις περιστάσεις να μην επιδικάσω έξοδα για τη διαδικασία ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου.
Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο