
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθ. Αρ.: 2399/2024
27 Μαΐου, 2025
[Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
I.K.
Αιτητής
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω του Διευθυντού της Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η Αίτηση
Ζ. Ποντίκη (κα), για ΑΛ ΤΑΧΕΡ, ΜΠΕΝΕΤΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ Δ.Ε.Π.Ε. Δικηγόροι για τον Αιτητή
Μ. Βασιλείου (κα), Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση
(Παρούσα η μεταφράστρια κυρία Ζ. Αγαπίου για πιστή μετάφραση από τα ελληνικά στα αγγλικά και αντίστροφα.)
ΑΠΟΦΑΣΗ
Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π: Με την παρούσα προσφυγή ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση, ημερομηνίας 24/05/2024 με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για διεθνή προστασία ως άκυρη παράνομη και στερούμενη οιουδήποτε έννομου αποτελέσματος. Με το αιτητικό (Β) αιτείται την αναγνώριση του Αιτητή ως πρόσφυγα και διαζευκτικά με το αιτητικό (Γ) ως δικαιούχο συμπληρωματικής προστασίας. Διαζευκτικά, με το αιτητικό (Δ) αιτείται απόφασης και/ή δήλωσης του Δικαστηρίου με την οποία να αναγνωρίζεται ότι σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στη Σιέρα Λεόνε θα παραβιαστεί το άρθρο 2 και/ή το άρθρο 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Τα ουσιώδη γεγονότα της παρούσας υπόθεσης έχουν ως ακολούθως:
Ο Αιτητής είναι ενήλικας, υπήκοος της Σιέρα Λεόνε και στις 17/03/2022, αφού εισήλθε παρατύπως στα ελεγχόμενα από την Κυπριακή Δημοκρατία εδάφη, συμπλήρωσε και υπέβαλε αίτημα διεθνούς προστασίας.
Στις 23/05/2024 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου. Στις 24/05/2023, ο αρμόδιος λειτουργός ετοίμασε Έκθεση-Εισήγηση προς τον εξουσιοδοτημένο από τον Υπουργό Εσωτερικών διοικητικό λειτουργό να ασκεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, εισηγούμενος την απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή. Ο τελευταίος, στις 24/05/2024, ενέκρινε την Έκθεση-Εισήγηση για απόρριψη της αίτησης ασύλου και αποφάσισε παράλληλα την επιστροφή του Αιτητή στη Σιέρα Λεόνε.
Στις 03/06/2024, η Υπηρεσία Ασύλου συνέταξε απορριπτική επιστολή μαζί με την Έκθεση-Εισήγηση, η οποία παραλήφθηκε και υπογράφηκε ιδιοχείρως από τον Αιτητή αυθημερόν.
Την 01/07/2024, καταχωρήθηκε η υπό εξέταση προσφυγή.
Ο Αιτητής δια της προφορικής αγόρευσης των συνηγόρων του, προέβαλε πραγματικούς ισχυρισμούς τους οποίους είχε προβάλει και κατά τη συνέντευξή του στην Υπηρεσία Ασύλου και συγκεκριμένα ότι μετά το θάνατο της θείας του, ο πρώην σύντροφος της τελευταίας απαίτησε να αποκτήσει την ιδιοκτησία του καταστήματος πώλησης οικοδομικών υλικών της θείας του, στο οποίο εργαζόταν ο Αιτητής. Ο Αιτητής αρνήθηκε να του παραχωρήσει το κατάστημα και το εν λόγω πρόσωπο συνέχισε να τον απειλεί και τον κτύπησε, με αποτέλεσμα να καταλήξει στο νοσοκομείο λόγω της σοβαρής σωματικής βλάβης που υπέστη. Προέβη σε καταγγελία στις αρχές της χώρας του, πλην όμως δεν έτυχε της απαιτούμενης βοήθειας από τις αστυνομικές αρχές της χώρας του σε σχέση με το πρόβλημα που αντιμετώπιζε. Η εν λόγω κατάσταση συνεχίστηκε και ο πρώην σύντροφος της θείας του απέστειλε αγνώστους προκειμένου να τρομοκρατήσουν και να τραυματίσουν τον Αιτητή. Ενόψει του ότι όταν αποτάθηκε την πρώτη φορά στην αστυνομία δεν υπήρξε κάποια θετική έκβαση, θεώρησε ότι δεν θα τύγχανε βοήθειας ακόμα και εάν προέβαινε εκ νέου σε καταγγελία μετά το τελευταίο περιστατικό, ενόψει και του γεγονότος ότι ο πρώην σύντροφος της θείας του είχε επιρροή και ως εκ τούτου αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του για να σωθεί.
Η ευπαίδευτη συνήγορος των Καθ' ων η Αίτηση αντικρούοντας τους ισχυρισμούς, υπέβαλε δια της προφορικής αγόρευσής της ότι οι ισχυρισμοί του Αιτητή έγιναν αποδεκτοί, πλην όμως κατά την αξιολόγηση σύμφωνα με την Έκθεση-Εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού των Καθ΄ ων η Αίτηση το περιεχόμενο της οποίας υιοθετείται, ορθώς διαπιστώθηκε ότι δεν μπορεί να υπαχθεί στις πρόνοιες των άρθρων 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου. Υποστήριξε ότι με φοιτητική ιδιότητα αφίχθη στις μη ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές, καθώς η πρόθεσή του ήταν να σπουδάσει, όπου και παρέμεινε για μερικούς μήνες και ακολούθως αποφάσισε να εισέλθει στις ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές και να υποβάλει αίτημα διεθνούς προστασίας επικαλούμενος τα προβλήματα που αντιμετώπιζε στη χώρα καταγωγής του.
Επιπρόσθετα, η συνήγορος των Καθ’ων η Αίτηση ισχυρίστηκε ότι πρόκειται για ιδιωτικής φύσεως διαφορά και ο Αιτητής δεν προέβη στις δέουσες ενέργειες για να τύχει της προστασίας των αρχών της χώρας του προτού αποφασίσει να την εγκαταλείψει, καθώς μετά το δεύτερο περιστατικό που ισχυρίστηκε ότι έλαβε χώρα εναντίον του, παρέλειψε, ως θα έπρεπε, να αποταθεί εκ νέου στις αρχές της χώρας του για προστασία, επειδή είχε υποθέσει ότι δεν θα τύγχανε και πάλι ανάλογης προστασίας. Πέραν τούτου, αναφέρθηκε και στο γεγονός ότι σύμφωνα με τα λεγόμενά του, ο ίδιος στηρίζει οικονομικά τα παιδιά της θείας του που εξακολουθούν να παραμένουν στη χώρα καταγωγής του, χωρίς να αντιμετωπίζουν κάποιο κίνδυνο.
Θα προχωρήσω με την εξέταση των ισχυρισμών που προωθήθηκαν, ενόψει και της υποχρέωσης που έχει το παρόν Δικαστήριο να προβαίνει σε έλεγχο, εκτός της νομιμότητας, και της ορθότητας κάθε προσβαλλόμενης απόφασης, εξετάζοντας πλήρως τα γεγονότα και τα νομικά ζητήματα που τη διέπουν, και την ανάγκη χορήγησης διεθνούς προστασίας σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Προσφύγων Νόμου (βλ. άρθρο 11(3) του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν. 73(I)/2018)).
Περί τούτου, κρίνω σκόπιμη την παράθεση αρχικά των ισχυρισμών του Αιτητή, ως αυτοί προβλήθηκαν καθ' όλη την διάρκεια της διαδικασίας εξέτασης του αιτήματός του και οι οποίοι συμπεριλαμβάνονται στο περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου.
Κατά την καταγραφή του αιτήματός του για χορήγηση διεθνούς προστασίας, ο Αιτητής ανέφερε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του καθώς η ζωή του βρισκόταν σε κίνδυνο από το θείο του και την σύντροφό του, διότι η θεία του προτού αποβιώσει, του μεταβίβασε την επιχείρηση που ξεκίνησαν μαζί. Ως κατέγραψε, δέχθηκε αρκετές επιθέσεις και είχε τραυματιστεί κιόλας στο πρόσωπο. Προέβη σε καταγγελία στην αστυνομία, πλην όμως ο θείος του κατείχε επιρροή. Επιπρόσθετα, εισέβαλε στην οικία του μαζί με άλλα πρόσωπα συμμορίας για να τον σκοτώσουν, αλλά κατόρθωσε να δραπετεύσει και εγκατέλειψε τη χώρα του για να σωθεί (ερυθρά 2-4 του διοικητικού φακέλου).
Κατά το στάδιο διεξαγωγής της προσωπικής του συνέντευξης, ο Αιτητής δήλωσε ότι είναι υπήκοος της Σιέρα Λεόνε, γεννηθείς στην πόλη Freetown όπου και ζούσε καθ΄ όλη τη διάρκεια της ζωής του, μέχρι που εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του. Ομιλεί Αγγλικά και Krio και είναι Μουσουλμάνος στο θρήσκευμα.
Ως προς τα προσωπικά του στοιχεία, δήλωσε ότι είναι ανύπαντρος και έχει έναν ανήλικο τέκνο που ζει μαζί με μία φίλη του στη χώρα καταγωγής του. Με την μητέρα του παιδιού του δεν είχαν παντρευτεί ποτέ, είχαν χωρίσει προτού εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του και δεν γνωρίζει που βρίσκεται και ως ανέφερε, του έχει αφήσει το παιδί τους για να το μεγαλώσει. Οι γονείς του έχουν αποβιώσει και ο Αιτητής ζούσε μαζί με τη θεία του (αδελφή της μητέρας του), που είχε αναλάβει να τον μεγαλώσει. Ο πρώην σύντροφος της θείας του (τον αποκαλούσε ως θείο), που ουδέποτε είχε παντρευτεί με την τελευταία, ζούσε στην Γουινέα και επέστρεψε στη χώρα καταγωγής του, αφότου απεβίωσε η θεία του.
Ως προς το μορφωτικό του υπόβαθρο, ο Αιτητής δήλωσε ότι είναι απόφοιτος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Αναφορικά με το επαγγελματικό του υπόβαθρο, ο Αιτητής δήλωσε ότι από μικρή ηλικία μέχρι που εγκατέλειψε τη χώρα του, εργαζόταν στο κατάστημα πώλησης οικοδομικών υλικών που κατείχε η θεία του.
Εγκατέλειψε νόμιμα τη χώρα καταγωγής του περί τις 03/10/2021 χρησιμοποιώντας το διαβατήριο του χωρίς να αντιμετωπίσει κάποια δυσκολία κατά την έξοδό του στο αεροδρόμιο της χώρας του και με φοιτητική ιδιότητα αφίχθη στις μη ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές. Παρέμεινε στις μη ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές μέχρι τον Φεβρουάριο του 2022 για σπουδές και μετέπειτα εισήλθε παρατύπως στα ελεγχόμενα από την Κυπριακή Δημοκρατία εδάφη, όπου και υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας. Ερωτηθείς για ποιο λόγο σταμάτησε τις σπουδές του και αποφάσισε να εισέλθει στα ελεγχόμενα από την Κυπριακή Δημοκρατία εδάφη εάν η αρχική πρόθεσή του, ως ανέφερε ο ίδιος, ήταν να σπουδάσει, ο Αιτητής δήλωσε ότι ταξίδεψε με σκοπό να σπουδάσει, πλην όμως λαμβανομένου υπόψη του τι αντιμετώπιζε στη χώρα του, αποφάσισε να αιτηθεί διεθνούς προστασίας.
Ως προς τους λόγους που τον ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι αφότου απεβίωσε η θεία του στις 05/09/2021, ο θείος του επέστρεψε από την Γουινέα στη Σιέρα Λεόνε και απαίτησε από τον Αιτητή να παραχωρήσει σε αυτόν και την νέα του σύζυγο, την επιχείρηση της αποβιώσασας θείας του, ήτοι ένα μεγάλο κατάστημα πώλησης οικοδομικών υλικών. Ιδιοκτήτρια της διαφιλονικούμενης επιχείρησης ήταν η θεία του και κανονικά επρόκειτο να την αποκτήσει ο υιός της ως νόμιμος κληρονόμος της. Η θεία του αντιμετώπιζε και τον Αιτητή ως δικό της παιδί και από τότε που απεβίωσε, ο Αιτητής ανέλαβε την επιχείρηση και τις πωλήσεις.
Ο Αιτητής αρνήθηκε να παραχωρήσει στον θείο του την επιχείρηση και έκτοτε αυτός του ξεκίνησε να τον απειλεί. Όπως δήλωσε είχαν μεταξύ τους καβγάδες για το εν λόγω ζήτημα και ο θείος του τον κτύπησε κιόλας στο πρόσωπο και κατέληξε στο νοσοκομείο. Προέβη σε καταγγελία στην αστυνομία για το εν λόγω περιστατικό και όταν κλήθηκε ο θείος του να παρουσιαστεί στην αστυνομία, ο τελευταίος τους ανέφερε ότι πρόκειται για οικογενειακή διαφορά την οποία είναι καλύτερο να επιλύσουν μεταξύ τους, γεγονός το οποίο αποδέχθηκε ο Αιτητής με την ελπίδα ότι δεν θα υποστεί κάτι κακό.
Μετέπειτα ο θείος του επέμενε ότι ο μόνος τρόπος για να τερματιστούν τα προβλήματα που είχαν μεταξύ τους ήταν να του παραχωρήσει την επιχείρηση, πλην όμως ο Αιτητής αρνήθηκε. Ένα βράδυ μετέβη στην οικία του μαζί με άλλα επικίνδυνα πρόσωπα συμμορίας και προσπαθούσαν να εισέλθουν εντός αυτής. Ο θείος του, εκείνη την νύκτα ανέφερε κιόλας ότι θα πράξει ό,τι είναι δυνατόν για να τον σκοτώσει, εάν δεν του παραχωρήσει την επιχείρηση. Ο Αιτητής αφού πήρε το διαβατήριο του και τα χρήματα που είχε στην οικία του, διέφυγε από την πίσω πόρτα και κατέφυγε σε μία φίλη του, στην οποία εκείνη την νύκτα βρισκόταν το παιδί του, αλλά και τα παιδιά της θείας του που είχε πλέον αναλάβει ο Αιτητής. Όλα τα παιδιά διαμένουν πλέον με την εν λόγω φίλη του στη χώρα καταγωγής του και τα στηρίζει οικονομικά ο Αιτητής.
Μετά το εν λόγω περιστατικό μέχρι πριν εγκαταλείψει τη χώρα του, ο θείος του τον καλούσε συχνά τηλεφωνικώς και τον απειλούσε ότι θα τον σκοτώσει και ως εκ τούτου ο Αιτητής άλλαξε τον αριθμό τηλεφώνου του. Ο λόγος για τον οποίο δεν επιθυμούσε να του παραχωρήσει την επιχείρηση ήταν διότι δεν στήριζε καθόλου τη θεία του και τα παιδιά τους και ούτε είχε εμπλοκή στη δημιουργία της επιχείρησης. Ερωτηθείς για ποιο λόγο δεν αποτάθηκε εκ νέου στις αρχές της χώρας του για προστασία, ο Αιτητής δήλωσε ότι δεν έπραξε τούτο διότι ο θείος του έχει επιρροή στον αστυνομικό σταθμό που μετέβη επειδή τον γνωρίζουν, ενώ ερωτηθείς για ποιο λόγο δεν μετέβη σε άλλο αστυνομικό σταθμό, δήλωσε ότι δεν μπορεί να μεταβεί σε άλλη περιοχή για να προβεί σε καταγγελία που αφορά την περιοχή στην οποία ζούσε.
Γνωρίζει ότι παρόλο που εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ο θείος του δεν έχει πρόσβαση στην επιχείρηση, καθώς κατόπιν εντολών του Αιτητή, η φίλη του που βρίσκεται στη χώρα καταγωγής του, μετέφερε στη δική της επιχείρηση ό,τι υπήρχε στην επιχείρηση της θείας του.
Επιπρόσθετα, δεν γνωρίζει εάν ο θείος του βρίσκεται ακόμη στη Σιέρα Λεόνε ή εάν την έχει εγκαταλείψει. Όπως δήλωσε ακόμα και εάν έχει εγκαταλείψει τη Σιέρα Λεόνε, έχει κάθε λόγο να φοβάται, καθώς η οικία στην οποία διέμενε του ανήκει και ενόψει της απουσίας του Αιτητή, μπορεί να μετέβη για να ζήσει εκεί. Δεν προσπάθησε να μετακομίσει για να ζήσει σε άλλη περιοχή καθώς δεν έχει κάποιο άλλο πρόσωπο κάπου αλλού και σε περίπτωση που επιστρέψει στη χώρα του, θεωρεί ότι θα πεθάνει.
Καταληκτικά, ο Αιτητής ανέφερε ότι η φίλη του τον προέτρεψε να εγκαταλείψει τη χώρα του για να σωθεί και κατόπιν αναζήτησης στο διαδίκτυο, αποφάσισε να ταξιδέψει στα μη ελεγχόμενα από την Κυπριακή Δημοκρατία εδάφη προκειμένου να σπουδάσει. Ενόσω βρισκόταν εκεί, περιήλθε εις γνώση του ότι μπορεί να αιτηθεί διεθνούς προστασίας και αποφάσισε να προβεί σε κάτι τέτοιο, καθώς εάν ολοκλήρωνε τις σπουδές του θα έπρεπε να επιστρέψει πίσω στη χώρα του, κάτι το οποίο δεν επιθυμούσε.
O αρμόδιος λειτουργός στην Έκθεση-Εισήγησή του, εντόπισε δύο ουσιώδεις ισχυρισμούς στη βάση των δηλώσεων του Αιτητή, ως ακολούθως:
(1) Ταυτότητα, χώρα καταγωγής και προσωπικά στοιχεία/προφίλ του Αιτητή.
(2) Ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι αντιμετώπιζε προβλήματα με τον πρώην σύντροφο της θείας του διότι ο Αιτητής, όταν απεβίωσε η θεία του, αρνήθηκε να του παραχωρήσει το κατάστημα της τελευταίας.
Ο πρώτος ουσιώδης ισχυρισμός έγινε αποδεκτός από τον αρμόδιο λειτουργό των Καθ΄ ων η Αίτηση ως αξιόπιστος, λαμβάνοντας υπόψη την εσωτερική αξιοπιστία των δηλώσεών του, καθώς και το προσκομισθέν διαβατήριο και τις πληροφορίες για τη χώρα καταγωγής του, ως προς την εξωτερική του αξιοπιστία. Με παραπομπές στις δηλώσεις του Αιτητή, ο αρμόδιος λειτουργός των Καθ΄ ων η Αίτηση έκανε αποδεκτό και τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή, καθώς κρίθηκε ότι οι αναφορές του ήταν συνεκτικές και έδωσε επαρκείς πληροφορίες στα ερωτήματα που του τέθηκαν, έστω και εάν ως διαπιστώθηκε, δεν θυμόταν να παραθέσει κάποιες ημερομηνίες.
Προχωρώντας στη συνέχεια σε αξιολόγηση κινδύνου βάσει των ανωτέρω αποδεκτών ισχυρισμών του Αιτητή και λαμβάνοντας υπόψη σχετικές πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του, κρίθηκε πως δεν προκύπτει εύλογη πιθανότητα ο Αιτητής να αντιμετωπίσει κίνδυνο δίωξης ή σοβαρής βλάβης σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του. Ειδικά σε σχέση με τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή, στην Έκθεση-Εισήγηση καταγράφηκε ότι δεν είναι δυνατόν αυτός να συνδεθεί με οποιαδήποτε μορφή δίωξης ως ορίζει το άρθρο 3Γ του περί Προσφύγων Νόμου ή με κίνδυνο σοβαρής βλάβης σύμφωνα με το άρθρο 19 του ίδιου νόμου και επιπρόσθετα ο Αιτητής δεν γνωρίζει εάν ο πρώην σύντροφος της θείας του εξακολουθεί να βρίσκεται στη Σιέρα Λεόνε, καθώς δεν έχει πλέον πρόσβαση στο κατάστημα της θείας του που αποτελεί και την γενεσιουργό αιτία των προβλημάτων του Αιτητή στη χώρα καταγωγής του, σύμφωνα με τα λεγόμενά του.
Ακολούθως, ο αρμόδιος λειτουργός προέβη σε αξιολόγηση του νομοθετικού πλαισίου για το προσφυγικό καθεστώς, καθώς επίσης και αυτό της συμπληρωματικής προστασίας, σε συνάρτηση με τους ισχυρισμούς του Αιτητή, προκειμένου να εξακριβωθεί εάν πληρούνταν οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή του Αιτητή σε οιοδήποτε καθεστώς διεθνούς προστασίας. Ως αναφέρεται στην Έκθεση-Εισήγηση, βάσει των ισχυρισμών του Αιτητή, δεν προέκυψε βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης στο πλαίσιο του άρθρου 1Α(2) της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 σχετικά με το καθεστώς των προσφύγων και του άρθρου 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου και ως εκ τούτου ο Αιτητής δεν δικαιούτο το καθεστώς του πρόσφυγα.
Επιπλέον, κρίθηκε ότι δεν προέκυψε πραγματικός κίνδυνος θανατικής ποινής ή εκτέλεσης σύμφωνα με το άρθρο 19 (2) (α) του περί Προσφύγων Νόμου, ούτε μπορούσε να θεωρηθεί ως πραγματικός κίνδυνος βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας δυνάμει του άρθρου 19 (2) (β) του περί Προσφύγων Νόμου. Αναφορικά με το άρθρο 19 (2) (γ) του περί Προσφύγων Νόμου, ο αρμόδιος λειτουργός κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, σε περίπτωση επιστροφής του στη Σιέρα Λεόνε και συγκεκριμένα στην πόλη Freetown, ο Αιτητής δεν θα αντιμετώπιζε πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, υπό την έννοια της σοβαρής και προσωπικής απειλής κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας ως αμάχου λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης. Ως εκ τούτου, δεν μπορούσε να παραχωρηθεί στον Αιτητή ούτε το καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας.
Δεδομένου ότι οι ισχυρισμοί του Αιτητή έχουν κριθεί αξιόπιστοι από την διοίκηση, υιοθετώ την κρίση μου επί της υπόθεσης Αρ. 7397/21, Ν. D. v. Υπηρεσίας Ασύλου, ημερ. 09/05/2023, δια της οποίας τίθεται σε ισχύ η αρχή της απαγόρευσης της χειροτερεύσεως (reformation in peius), σύμφωνα με την οποία δεν μπορεί κατ' αρχήν το δικαστήριο να χειροτερεύσει τη θέση του προσφεύγοντος, εφόσον το δικαίωμα προσφυγής χορηγείται από τον νόμο για την προστασία του. Η απαγόρευση αυτή απορρέει από την ίδια την έννοια και τον σκοπό της προσφυγής και ισχύει ακόμα και όταν δεν προβλέπεται ρητώς από τον νόμο (βλ. Π.Δ. Δαγτόγου, «Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο», έκτη έκδοση, Εκδόσεις Σάκκουλα, σελ. 638-639) και το Δικαστήριο δεν μπορεί να ακυρώσει ευνοϊκό τμήμα της πράξεως που δεν προσβάλλεται με την προσφυγή. Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο θα εξετάσει κατά πόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή του Αιτητή σε καθεστώς διεθνούς προστασίας σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου και της Σύμβασης της Γενεύης, στη βάση των ουσιωδών ισχυρισμών του που έγιναν αποδεκτοί από τους Καθ' ων η Αίτηση.
Από τα ανωτέρω, προκύπτει ότι ορθώς κρίθηκε ότι στην προκειμένη περίπτωση δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις ώστε να παραχωρηθεί στον Αιτητή προσφυγικό καθεστώς, καθώς οι ισχυρισμοί του αφορούσαν κυρίως διαφορές ιδιωτικής φύσεως και ο ίδιος δεν προέβη σε όλες τις δέουσες ενέργειες για να λάβει την προστασία των αρχών της χώρας καταγωγής του, προτού λάβει την απόφαση να αναχωρήσει από αυτήν. Αυτό άλλωστε διότι, από το αφήγημά του προκύπτει ότι αρχικά σε σχέση με την καταγγελία που υπέβαλε στην αστυνομία μετά τον τραυματισμό του από τον πρώην σύντροφο της θείας του, όταν κλήθηκε ο τελευταίος να παρουσιαστεί στην αστυνομία και τους ανέφερε ότι πρόκειται για οικογενειακή διαφορά την οποία είναι καλύτερο να επιλύσουν μεταξύ τους, το γεγονός αυτό το αποδέχθηκε ο ίδιος ο Αιτητής και ως εκ τούτου δεν υπήρξε κάποια άλλη εξέλιξη σε σχέση με την καταγγελία. Πλην όμως, προτού ο Αιτητής λάβει την απόφαση να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του μετά την επίθεση που έλαβε χώρα στην οικία του, παρέλειψε να προβεί σε νέα καταγγελία στις αρμόδιες αρχές για το περιστατικό αυτό και να ζητήσει τη συνδρομή τους, επειδή σύμφωνα με τον ίδιο ο πρώην σύντροφος της θείας του είχε επιρροή, στοιχείο όμως που αποτελεί εικασία και δεν έχει αποδειχθεί εμπράκτως. Επιπρόσθετα ο φορέας δίωξης του δεν εμπίπτει στις κατηγορίες που προβλέπονται στο άρθρο 3Α του περί Προσφύγων Νόμου.
Πέραν των ανωτέρω, κατά τη διάρκεια της εκδίκασης της παρούσας υπόθεσης, ο Αιτητής δεν ανέφερε ενώπιον μου οποιονδήποτε λόγο που να καταδεικνύει ότι μπορεί να του παραχωρηθεί καθεστώς διεθνούς προστασίας ή ότι η επίδικη απόφαση λήφθηκε παράνομα και/ή λανθασμένα. Τονίζω δε ότι το βάρος απόδειξης του αιτήματός του βαραίνει αρχικά τον ίδιο τον Αιτητή (Άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου).
Από τα όσα παρατίθενται ανωτέρω, προκύπτει ότι έγινε δέουσα έρευνα πριν τη λήψη της επίδικης απόφασης, η αιτιολόγηση της οποίας συμπληρώνεται από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου ως ανωτέρω αναλύεται (βλ. άρθρο 29 του Ν. 158(Ι)/1999, Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1171 και Διογένους ν. Δημοκρατίας (1999) 4 Α.Α.Δ. 371 και Στέφανος Φράγκου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 270). Είναι δε πάγια νομολογημένο ότι η έρευνα είναι επαρκής εφόσον εκτείνεται στη διερεύνηση κάθε γεγονότος που σχετίζεται με το θέμα που εξετάζεται (βλ. Motorways Ltd v. Δημοκρατίας Α.Ε. 2371/25.6.99). Εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός, μετά από μελέτη της Έκθεσης-Εισήγησης, ενέκρινε την εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού και ορθά και νόμιμα απορρίφθηκε το αίτημα του Αιτητή. Η έρευνα που είχε προηγηθεί ήταν επαρκής και είχαν συλλεγεί και διερευνηθεί όλα τα ουσιώδη στοιχεία σε συνάρτηση πάντα με τους ισχυρισμούς που είχε προβάλει ο Αιτητής, όπως αναλύεται ανωτέρω.
Κατά συνέπεια, στην προκειμένη περίπτωση, κρίνω ότι δεν συντρέχουν στο πρόσωπο του Αιτητή εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που δικαιολογούν την θεμελίωση δικαιολογημένου φόβου δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3 (1) του Περί Προσφύγων Νόμου. Επίσης, με βάση το προσωπικό του προφίλ υπό το φως των ισχυρισμών που ο ίδιος προώθησε και σε σχέση με το άρθρο 19 (1) και 19 (2) (α) και (β) του περί Προσφύγων Νόμου, δεν θεωρώ ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, υπό την μορφή θανατικής ποινής ή εκτέλεσης, ή βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας.
Αναφορικά με την υπαγωγή του Αιτητή σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19 (2) (γ) του περί Προσφύγων Νόμου, το οποίο προϋποθέτει ουσιώδεις λόγους να πιστεύεται ότι ο Αιτητής θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής της ακεραιότητας, λόγω αδιακρίτως ασκούμενης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, υπάρχει ευρεία νομολογία τόσο του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015, ECLI:CY:AD:2015:D619, ECLI:CY:AD:2015:D619) όσο και του ΔΕΕ (βλ. C-285/12, A. Diakité v. Commissaire general aux réfugiés et aux apatrides, 30/01/2014, C-465/07, Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie, 17/02/2009), καθώς επίσης και του ΕΔΔΑ (βλ. K.A.B. v. Sweden, 886/11, 05/09/2013 (final 17/02/2014), Sufi and Elmi v. the United Kingdom, 8319/07 and 11449/07, 28/11/2011) στις οποίες ερμηνεύεται η έννοια της «αδιακρίτως ασκούμενης βίας» και της «ένοπλης σύρραξης» και τίθενται κριτήρια ως προς τη σοβαρότητα του κινδύνου που προϋποτίθεται για την αξιολόγηση των περιπτώσεων στις οποίες εξετάζεται η πιθανότητα παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 19 (2) (γ) του περί Προσφύγων Νόμου.
Για την εξέταση του άρθρου 19 (2) (γ) του Περί Προσφύγων Νόμου, δέον να εξεταστεί εκ νέου η κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του Αιτητή και στην περιοχή καταγωγής και τελευταίας συνήθους διαμονής του, ήτοι την πόλη Freetown της Σιέρα Λεόνε.
Ως προς την γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του Αιτητή, σύμφωνα με το Portal RULAC (Rule of Law in Armed Conflict) της Ακαδημίας της Γενεύης, η Σιέρα Λεόνε δεν βρίσκεται υπό ένοπλη σύρραξη.[1]
Στην έκθεση του USDOS που δημοσιεύθηκε το 2024 αναφορικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα στη Σιέρα Λεόνε κατά το έτος 2023, αναφέρεται ότι υπήρξαν αναφορές για παραβιάσεις σημαντικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που αφορούσαν μεταξύ άλλων, αυθαίρετες ή παράνομες δολοφονίες, σκληρές και απειλητικές για τη ζωή συνθήκες κράτησης, αυθαίρετες συλλήψεις ή κρατήσεις, εκτεταμένη βία με βάση το φύλο, συμπεριλαμβανομένης της ενδοοικογενειακής και της σεξουαλικής βίας.[2] Η κυβέρνηση έλαβε ορισμένα μέτρα για τον εντοπισμό και την τιμωρία αξιωματούχων που ενδέχεται να έχουν διαπράξει παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αλλά η ατιμωρησία παρέμεινε.[3]
Ως προς τον αριθμό των περιστατικών ασφαλείας, σύμφωνα με τα στοιχεία του Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), για το διάστημα από 25/04/2024 έως 25/04/2025, στη Δυτική Περιφέρεια (Western Area) της Σιέρα Λεόνε στην οποία εμπίπτει η πόλη Freetown, σημειώθηκαν 9 περιστατικά ασφαλείας τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα τον θάνατο 2 ανθρώπων. Μεταξύ αυτών, 2 ήταν περιστατικά βίας κατά αμάχων (2 θάνατοι), 5 ήταν περιστατικά διαμαρτυριών (κανένας θάνατος) και 2 ήταν περιστατικά εξεγέρσεων/ ταραχών (κανένας θάνατος). Την ίδια περίοδο αναφοράς, στην πόλη Freetown, σημειώθηκαν 8 περιστατικά ασφαλείας χωρίς ανθρώπινες απώλειες. Μεταξύ αυτών, 1 ήταν περιστατικό βίας κατά αμάχων, 5 ήταν περιστατικά διαμαρτυριών και 2 ήταν περιστατικά εξεγέρσεων/ταραχών.[4] Σημειώνεται ότι ο πληθυσμός της Δυτικής Περιφέρειας (Western Area) της Σιέρα Λεόνε καταγράφεται στους 1,271,330, σύμφωνα με επίσημες εκτιμήσεις που έλαβαν χώρα το έτος 2021.[5]
Κατά συνέπεια, η Δυτική Περιφέρεια (Western Area) της Σιέρα Λεόνε στην οποία βρίσκεται η πόλη Freetown που συνιστά την περιοχή καταγωγής και τον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή, δεν φαίνεται να πλήττεται σε τέτοιο βαθμό από συγκρούσεις και περιστατικά βίας, τα οποία να ανάγονται σε τόσο υψηλό επίπεδο, ώστε να θεωρούνται ότι πληρούν το όριο του άρθρου 15(γ) της Οδηγίας, ως αυτό ερμηνεύθηκε από το ΔΕΕ.[6] Λαμβάνοντας υπόψιν και τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, θεωρώ ότι δεν εγείρονται ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι αυτός θα διατρέξει κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του και συγκεκριμένα στον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του.
Επομένως, στη βάση των όσων αναλύθηκαν ανωτέρω, κρίνω πως ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει ότι πάσχει η ορθότητα και νομιμότητα της επίδικης απόφασης και ότι στο πρόσωπό του πληρούνται οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή του στο καθεστώς του πρόσφυγα ή της παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας, σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου (Ν. 6(Ι)/2000) και της Σύμβασης της Γενεύης του 1951.
Ως εκ τούτου, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Επιδικάζονται €500 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η Αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.
Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] RULAC (Rule of Law in Armed Conflict) map, available at: https://www.rulac.org/browse/map (ημερομηνία πρόσβασης 25/04/2025)
[2] USDOS - US Department of State, ‘Sierra Leone 2023 Human Rights Report’ (23 April 2024) p. 1, διαθέσιμο σε https://www.ecoi.net/en/document/2107719.html (ημερομηνία πρόσβασης 25/04/2025)
[3] Ibid
[4] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/ [βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Event Types (Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests) DATE RANGE: 25/04/2024 – 25/04/2025, REGION: Africa, COUNTRY: Sierra Leone, ADMIN UNIT: Western Area, LOCATION: Freetown] (ημερομηνία πρόσβασης 25/04/2025)
[5] City population, https://www.citypopulation.de/en/sierraleone/cities/ (Sierra Leone - Western Area) (ημερομηνία πρόσβασης 25/04/2025)
[6] Βλ. C-285/12 Aboubacar Diakité ν. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides και στην C-465/07 Meki Elgafaji, Noor Elgafali v Staatssecretaris van Justitie
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο