K.E.I. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω του Διευθυντή της Υπηρεσίας Ασύλου, Υποθ. Αρ.: 2540/24, 26/5/2025
print
Τίτλος:
K.E.I. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω του Διευθυντή της Υπηρεσίας Ασύλου, Υποθ. Αρ.: 2540/24, 26/5/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

                                                                                  Υποθ. Αρ.: 2540/24

 

26 Μαΐου 2025

[Β. ΚΟΥΡΟΥΖΙΔΟΥ-KΑΡΛΕΤΤΙΔΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με τάρθρο 146 του Συντάγματος

 

 Μεταξύ:

K.E.I. από τη Νιγηρία ARC: (…), F22 (….)

                                                                                             Αιτητής

-και-

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω του Διευθυντή της Υπηρεσίας Ασύλου

Καθ' ων η Αίτηση

 

Απόστολος Γεωργίου (κος), Δικηγόρος για τον Αιτητή.

Ιωάννης Καλίγερος και Νικόλαος Κωνσταντίνου (κος), Δικηγόροι για τους Καθ' ων η Αίτηση. 

Ο Αιτητής είναι παρών.

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η 

 

Με την υπό εξέταση προσφυγή, ο Αιτητής προσβάλει την απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση ημερ. 13/05/2025 με την οποία το αίτημα του για διεθνή προστασία ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου απορρίφθηκε καθότι είναι άκυρη και/ή παράνομή και/ή αντισυνταγματική και στερείται οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος. Περαιτέρω αιτείται αναγνώρισης διεθνούς προστασίας.

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Ο Αιτητής είναι υπήκοος της Νιγηρίας και είναι κάτοχος διαβατηρίου. Ο Αιτητής συμπλήρωσε αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας στις 18/02/2022, αφού εισήλθε παράνομα στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές. Στις 21/02/2022 ο Αιτητής παρέλαβε τη Βεβαίωση Υποβολής Αιτήματος Διεθνούς Προστασίας από την YAM Λευκωσίας. Στις 08/05/2024 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου. Στις 11/05/2024, αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου ετοίμασε Έκθεση και Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου εν σχέσει με τη συνέντευξη του Αιτητή. Στις 13/05/2024, δεόντως εξουσιοδοτημένος αρμόδιος Λειτουργός να εκτελεί τα καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, εξέδωσε απόφαση απόρριψης του αιτήματος του Αιτητή. Στις 01/06/2024 η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε απορριπτική επιστολή σχετικά με το αίτημα του Αιτητή, η οποία παραλήφθηκε και υπογράφηκε ιδιοχείρως από τον Αιτητή στις 12/06/2024. Ακολούθως στις 09/07/2024, καταχωρήθηκε η υπό κρίση προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας (ΔΔΔΠ).

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Ο Αιτητής δια της δικηγόρου του, προβάλει  διάφορους νομικούς ισχυρισμούς προς υποστήριξη του αιτήματος για ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, οι οποίοι τίθενται με γενικότητα και χωρίς να συναρτώνται με τα επίδικα γεγονότα, και οι περισσότεροι εκ των οποίων δεν προωθούνται με τη Γραπτή Αγόρευση.

Κατά τις Διευκρινίσεις αποσύρθηκε ο ισχυρισμός περί αναρμοδιότητας.

Με τη γραπτή αγόρευση δια συνηγόρου προωθείται ότι ο Αιτητής έχει διωχθεί λόγω σοβαρών απειλών από συγγενείς και μέλη της αδελφότητας Ogboni και/ή λόγω θρησκευτικών διαφορών και απειλών εναντίον του και προσπαθειών δολοφονίας του μέσω σωματικών και ψυχολογικών βλαβών που κατέστησαν τη διαβίωσή του αφόρητη.

Το αφήγημα του Αιτητή αναφορικά με τους λογούς δίωξης καταγράφηκε στην γραπτή του αγόρευση συνοπτικά ως εξής:

«Ο πατέρας του Αιτητή, άνηκε σε μια μυστική αδελφότητα («Ogboni»). Μετά τον θάνατο του πατέρα του, οι χωριανοί του άρχισαν να τον ενοχλούν, απαιτώντας να αντικαταστήσει τον πατέρα του, καθότι όταν ο Αιτητής ήταν μικρός, τον είχε αναφέρει στην οργάνωση και είχε στιγματίσει τον ίδιο στο σώμα του με ένα συγκεκριμένο σημάδι ώστε να δείξει ότι ο πατέρας του αφιέρωσε τον υιό του σε αυτήν την αδελφότητα, χωρίς ωστόσο να τον έχει μυήσει. Μάλιστα, τον είχαν επισκεφθεί στην οικία του, του τηλεφωνούσαν αρκετά συχνά και του είχαν αποστείλει γράμμα, ασκώντας πιέσεις και απειλώντας αυτόν ότι αν δεν μυηθεί στην αδελφότητα θα του προκαλέσουν ζημιά».

Στη σελ. 2 προωθείται ότι ο Αιτητής παρατήρησε μετά το πέρας της συνέντευξης ότι οι ισχυρισμοί του δεν καταγράφηκαν εις ολόκληρόν, δεν υπήρχε μεταφραστής και συνεπώς ήτο δύσκολο για εκείνον να μιλάει στα Αγγλικά, ενώ μάλιστα παραπονέθηκε για το συγκεκριμένο ζήτημα και στην ίδια την Αρχή.

Στη σελ. 8 προωθείται ότι ο φόβος δίωξης του Αιτητή έχει να κάνεις με τις θρησκευτικές και/ή πολιτικές του πεποιθήσεις.

Στη σελ. 10 καταγράφεται ότι το γεγονός της εκδίωξης του Αιτητή λόγω των πολιτικών και/ή θρησκευτικών του φρονημάτων και ο κίνδυνος θανάτου και/ή βλάβης και/ή φυλάκισή του είναι ορατός λαμβανομένου υπ’ όψιν των διώξεων που υπέστη ο Αιτητής και της εκδίωξης του από τη Νιγηρία.

Τέλος, ο Αιτητής προωθεί ότι η Υπηρεσία Ασύλου και η Προϊστάμενος Λειτουργός απέτυχαν:

α) να προβούν σε ενδελεχή έρευνα για τις προσωπικές του περιστάσεις.

β) να αιτιολογήσουν αφού εξετάσουν το εύλογο των ισχυρισμών του βασιζόμενοι στη γενική γνώση που όφειλαν να έχουν για την κατάσταση στη Νιγηρία.

γ) να λάβουν υπ' όψιν την ήδη θεσπισμένη νομολογία.

δ) να λάβουν υπ' όψιν το εύλογο επίπεδο πιθανότητας.

ε) να εξετάσουν την πιθανότητα πολιτικής του δίωξης, ενώ αυτοί εξέτασαν μόνον κι έκριναν την οικονομική του ικανότητα.

στ) οι ερωτήσεις που του έθεσαν κατά το στάδιο της συνέντευξης του ήταν παραπλανητικές με στόχο τον χαρακτηρισμό του ως οικονομικού μετανάστη.

Ο συνήγορος των Καθ' ων η αίτηση δια της προφορικής του αγόρευσης  αντικρούει τους ισχυρισμούς του Αιτητή παραπέμπει δε στα στοιχεία του φακέλου και ειδικότερα στην έκθεση εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού και υποστηρίζει ότι η προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου έχει ληφθεί ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων και μετά από δέουσα έρευνα και σωστή ενάσκηση των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους Καθ’ ων η αίτηση. Ως προς τον ισχυρισμό περί μη διεξαγωγής δέουσας έρευνας και παραβίασης των άρθρων 9 και 15 του Περί Προσφύγων Νόμο, προβάλλει ότι δεν παραβιάζεται το εν λόγω άρθρο, καθότι οι ισχυρισμοί του Αιτητή αξιολογήθηκαν ως μη αξιόπιστοι και ότι ορθά ο λειτουργός δεν έκρινε σκόπιμη την παραπομπή του αιτητή σε περαιτέρω εξετάσεις.  Περαιτέρω, προβάλλει ότι ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποσείσει το βάρος απόδειξης και να αποδείξει βάσιμους λόγους δίωξης όπως προβλέπεται στο άρθρο 3 (1) του Περί Προσφύγων Νόμου, ή ότι μπορεί να τύχει του καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας όπως προβλέπεται στο άρθρο 19 (2) του ίδιου Νόμου.

Ο συνήγορος του Αιτητή γενικά και αόριστα παραθέτει τα νομικά σημεία στην αίτηση του και επικαλείται παραβιάσεις του  των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου ωστόσο ελλείπει οποιαδήποτε επιχειρηματολογία υπέρ της αποδοχής των λόγων ακύρωσης. Εκλείπει δε και η υπαγωγή των πραγματικών γεγονότων στους λόγους ακύρωσης που κατ' ισχυρισμό παραβιάζονται. Ωστόσο ο συνήγορος επέμεινε στους ισχυρισμούς του όπως αυτοί έχουν καταγραφεί και απέσυρε τον νομικό ισχυρισμό περί αναρμοδιότητας  .

ΚΑΤΑΛΗΞΗ

Καταρχάς πρέπει να λεχθεί ότι οι λόγοι ακύρωσης είναι με γενικότητα και αοριστία που εγείρονται στην παρούσα αίτηση.  Η απλή καταγραφή κατά ιδιαίτερο συνοπτικό τρόπο στους λόγους ακύρωσης της νομικής βάσης της προσφυγής δεν ικανοποιεί την επιτακτική ανάγκη του Καν. 7 του Ανωτάτου Συνταγματικού Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962, όπως οι νομικοί λόγοι αναφέρονται πλήρως.  

Οι ισχυρισμοί για την ακύρωση μιας διοικητικής απόφασης πρέπει να είναι συγκεκριμένοι και να εξειδικεύουν ποια νομοθετική πρόνοια ή αρχή διοικητικού δικαίου παραβιάζεται. Όπως έχει τονισθεί στην υπόθεση Latomia Estate Ltd. v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672: «Η αιτιολόγηση των νομικών σημείων πάνω στα οποία βασίζεται μια προσφυγή είναι απαραίτητη για την εξέταση από ένα Διοικητικό Δικαστήριο των λόγων που προσβάλλουν τη νομιμότητα μιας διοικητικής πράξης».

Περαιτέρω δεν αρκεί η παράθεση των συγκεκριμένων διατάξεων της νομοθεσίας που κατ' ισχυρισμόν παραβιάζει η προσβαλλόμενη πράξη, αλλά θα πρέπει επίσης τα επικαλούμενα νομικά σημεία να αιτιολογούνται πλήρως.  Οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια σε σχέση με αυτά μπορεί να έχει ως συνέπεια την απόρριψη της προσφυγής. (βλ. Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 AΑΔ 598).

Επίσης είναι πλειστάκις νομολογημένο ότι, λόγοι ακύρωσης που δεν εγεί­ρονται στο δικόγραφο της προσφυγής δεν μπορούν να εξεταστούν με το να εγείρονται για πρώτη φορά στις γραπτές αγορεύσεις. Σχετικό είναι η  απόφαση της Ολομέλειας στη Φλωρεντία Πετρίδου ν. Επιτρο­πής Δημόσιας Υπηρεσίας, (2004) 3 Α.Α.Δ. 636 . Σχετική είναι και  η υπόθεση Σπύρου και Άλλων ν. Δημοκρατίας, Προσφ. 571/94 κ.α., ημερ. 22.11.1995, στη σελ. 4

Οι αγορεύσεις αποτελούν τη μόνη μέθοδο ανάπτυξης των λόγων ακύρωσης ή ισχυρισμών που ήδη προσβλήθηκαν με το δικόγραφο της προσφυγής.

Σύμφωνα με την  Μαραγκός ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 671 : «Για να καταστεί το θέμα επίδικο, πρέπει αυτό να εγείρεται σύμφωνα με τις δικονομικές διατάξεις και να αποφασίζεται ύστερα από εξαντλητική επιχειρηματολογία.»

«Η αγόρευση αποτελεί το μέσο για την έκθεση της επιχειρηματολογίας υπέρ της αποδοχής των λόγων ακύρωσης και όχι υποκατάστατο της στοιχειοθέτησής τους. Βλ. Παπαδοπούλας ν. Ιωσηφίδη κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 601 και Λεωφορεία Λευκωσίας Λτδ ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 56

Τα όσα επομένως πιο κάτω εξετάζονται και  αποφασίζονται τελούν υπό την πιο πάνω τοποθέτηση.

Αναφορικά με τον ισχυρισμό ότι δεν έγινε επαρκής η δέουσα έρευνα  κρίνω ότι είναι γενικός και αόριστος και δεν γίνεται οποιοδήποτε υπαγωγή στα πραγματικά γεγονότα που αφορούν τον Αιτητή.

Όπως έχει πλειστάκις νομολογηθεί  η έκταση, ο τρόπος και η διαδικασία που ακολουθείται κατά τη διενέργεια της έρευνας, ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης.

Περαιτέρω, η έρευνα είναι επαρκής εφόσον εκτείνεται στη διερεύνηση κάθε γεγονότος που σχετίζεται με το θέμα που εξετάζεται. Το κριτήριο για την πληρότητα της έρευνας έγκειται στη συλλογή και τη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων τα οποία παρέχουν ασφαλή συμπεράσματα (Βλ. Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών κ.α., Α.Ε. 1518/1.11.96, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζάμπογλου, Α.Ε. 1575/14.7.97A.Ε.2371, Motorways Ltd ν Δημοκρατίας ημερ. 25/6/99).

Το Δικαστήριο στα πλαίσια ελέγχου της επίδικης προσβαλλόμενης απόφασης εξετάζει κατά πόσο το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκεινται στη διακριτική ευχέρεια του εν λόγω αποφασίζοντος διοικητικού οργάνου και διαφέρουν κατά περίπτωση (Βλ. απόφαση αρ. 128/2008 JAMAL KAROU v Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 1 Φεβρουάριου 2010).

Περαιτέρω, όπως εξηγήθηκε στην υπόθεση Πολυξένη Γεωργίου ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 606/91, ημερομηνίας 22.9.92, στις σελ. 2-3: «Το τι αποτελεί επαρκή έρευνα, εξαρτάται από τα γεγονότα και περιστατικά της κάθε υπόθεσης (KNAI ν. THE REPUBLIC OF CYPRUS (1987) 3 CLR 1534). Η έκταση της έρευνας   που ένα διοικητικό όργανο διεξάγει για τη λήψη απόφασης εξαρτάται από τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης (Κυπριακή Δημοκρατία ν. Ανδρέα Γιαλλουρίδη κ.α., Αναθεωρητικές Εφέσεις 868 και 869, ημερομηνίας 13.12.90).».

Όπως καταδεικνύεται από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου, οι Καθ' ων η αίτηση ενήργησαν σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου και εξέτασαν όλα τα ουσιώδη στοιχεία που είχαν ενώπιον τους. Ειδικότερα, στην αρχή της συνέντευξης του, ο Αιτητής, αφού ενημερώθηκε για τη διαδικασία και τα δικαιώματά του επιβεβαίωσε ότι βρίσκεται σε καλή κατάσταση και ότι μπορεί να απαντήσει, ως επίσης ότι δεν έχει οποιεσδήποτε απορίες σχετικά με τη διαδικασία. Επιβεβαίωσε επίσης ότι δεν έχει έγγραφα να υποβάλει και όσα αναγράφονται στην αίτηση του είναι αληθή.

Ο Αιτητής στην αίτησή του για διεθνή προστασία δήλωσε ότι γνωρίζει την αγγλική γλώσσα και κατά την έναρξη της συνέντευξής του στην Υπηρεσία Ασύλου και ενημερώθηκε ότι σε περίπτωση που αντιμετωπίσει οποιαδήποτε δυσκολία στην κατανόηση ή στην επικοινωνία, να το δηλώσει. Όπως διαπιστώνεται από τα πρακτικά της συνέντευξης, τα οποία διαβάστηκαν στον Αιτητή στο τέλος της διαδικασίας, ο Αιτητής συμφώνησε με το περιεχόμενο των όσων είχαν καταγραφεί και προέβη στην υπογραφή των πρακτικών. Ο Αιτητής ουδέποτε κατά τη διάρκεια της συνέντευξης και στο τέλος αυτής δεν εξέφρασε οποιοδήποτε παράπονο ότι δεν αντιλαμβανόταν το περιεχόμενο των ερωτήσεων που του υποβλήθηκαν, ενώ του είχε ζητηθεί να το πράξη σε αντίθετη περίπτωση. Απεναντίας, στο τέλος του εντύπου της συνέντευξης ο Αιτητής υπέγραψε το εξής περιεχόμενο (υπογράμμιση του Δικαστηρίου): « I the undersigned, confirm that all information in the transcript is true and accurate. I have fully understood in (English language) which is a language that I fully understand, all the information provided by the competent officer regarding the asylum procedures, concerning my rights and obligations and the questions addressed to me. I confirm that the recorded responses accurately reflect my statements.»  βεβαιώνοντας πως η αγγλική συνιστά μία γλώσσα την οποία κατανοεί πλήρως ως επίσης  ότι κατανόησε πλήρως τις ερωτήσεις οι οποίες του υποβλήθηκαν.

Όπως διαφαίνεται από τα στοιχεία τα οποία εμπεριέχονται στον διοικητικό φάκελο, ο αρμόδιος λειτουργός προέβη σε ενδελεχή εξέταση του αιτήματος του Αιτητή για παροχή διεθνούς προστασίας, καθώς και όλων των στοιχείων που είχε ενώπιον του, ενώ εξάντλησε κατά τη συνέντευξη με τον Αιτητή όλες τις πτυχές των ισχυρισμών του και εν τέλει εκεί όπου θεώρησε σκόπιμο προέβη σε περαιτέρω ανάλυση των δεδομένων μέσω  έρευνας  σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.

Έχω εξετάσει την προσβαλλόμενη απόφαση υπό το πρίσμα όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, κυρίως των όσων ο  Αιτητής δήλωσε τόσο με την υποβολή της αίτησης διεθνούς προστασίας, όσο και κατά τη διάρκεια της προφορικής του συνέντευξης ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου, αλλά και όσων προβάλλει με την παρούσα προσφυγή.

Ο Αιτητής δήλωσε ότι έχει την ιθαγένεια της Νιγηρίας και γεννήθηκε στην πολιτεία Delta. Ως προς το θρήσκευμα δήλωσε πως είναι χριστιανή. Ως προς το ταξίδι της δήλωσε ότι έφυγε από τη χώρα του στις 08/11/2021 και αφίχθη στην Κυπριακή Δημοκρατία μέσω των Μη Ελεγχόμενων από τη Δημοκρατία Περιοχών στις 05/01/2022.

Ως προς το λόγο για τον οποίο εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι μια αιρετική ομάδα (occult group) απείλησε ότι θα τον σκοτώσει. Ειδικότερα, εξήγησε ότι ο θείος του τον ενημέρωσε ότι η συγκεκριμένη ομάδα είχε σκοτώσει τη μητέρα του και τον πατέρα του, ότι ο πατέρας του ήταν μέλος αυτής της ομάδας (Ogboni) και ότι ο ίδιος έπρεπε να αντικαταστήσει τον πατέρα του ως ο πρωτότοκος γιος. Ο Αιτητής αρνήθηκε, καθώς είναι χριστιανός και ο θείος του προκειμένου να τον προστατεύσει, επειδή η ομάδα απειλούσε τη ζωή του, συγκέντρωσε λεφτά προκειμένου να μπορέσει να εγκαταλείψει τη Νιγηρία (ερυθρά 3-1- δ.φ.).

Κατά την πρωτοβάθμια συνέντευξη (ερυθρά 56-34 δ.φ.), ως προς το εκπαιδευτικό του υπόβαθρο, δήλωσε ότι ολοκλήρωσε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, αλλά σταμάτησε τις σπουδές του στο πανεπιστήμιο εξαιτίας της κατάστασής του το Δεκέμβριο του 2019 (ερυθρό 22 δ.φ.). Ως προς το εκπαιδευτικό του υπόβαθρο, δήλωσε ότι δεν έχει εργαστεί στη Νιγηρία (ερυθρό 20 δ.φ.). Ως προς το φυλετικό του ανήκειν, δήλωσε ότι είναι Eka (ερυθρό 20 δ.φ.).

Οι γονείς του πέθαναν το 2003 σε αυτοκινητιστικό ατύχημα (ερυθρό 21 δ.φ.). Έκτοτε ανέλαβε την ανατροφή του ο αδερφός του πατέρα του (ερυθρά 20-21 δ.φ.). Δεν έχει αδέρφια (ερυθρό 21 δ.φ.). Μεγάλωσε στο χωριό Owa Oyibu (LGA Eka North της πολιτείας Delta) και το 2019 μετέβη στην πόλη Agbor (ερυθρό 22-21 δ.φ.).

Αναφορικά με το λόγο για τον οποίο εγκατέλειψε τη Νιγηρία, ο Αιτητής δήλωσε ότι ο πατέρας του ήταν μέλος της αδελφότητας Ogboni. Ο πατέρας του είχε «αφιερώσει» τον Αιτητή στην αδελφότητα και το 2019 τα μέλη της αδελφότητας άρχισαν να τον ενοχλούν και να του ζητάνε να αντικαταστήσει τον πατέρα του. Μία φορά τον επισκέφθηκαν αυτοπροσώπως, ενώ μία άλλη φορά του απέστειλαν επιστολή (ερυθρό 19). Η επίσκεψη έλαβε χώρα το Φεβρουάριο του 2019. Ο Αιτητής ήταν με την ξαδέρφη του. Τον επισκέφθηκαν δύο άτομα τα οποία τον ενημέρωσαν ότι πρέπει αρχίσει να πηγαίνει στις συναντήσεις της αδελφότητας, ώστε να αντικαταστήσει τον πατέρα του. Τα άτομα αυτά του έδειξαν ένα σημάδι στο στήθος του και του είπαν ότι το σημάδι αυτό το έκανε ο πατέρας του και αποτελεί απόδειξη ότι ο Αιτητής «ανήκει» επίσης στην αδελφότητα. Ερωτηθείς σε τί ηλικία απέκτησε το σημάδι, ο Αιτητής απάντησε ότι δεν γνωρίζει και ότι ο θείος του του είπε απλά ότι ο πατέρα του τον έχει «τάξει» στην αδελφότητα, ώστε να τον αντικαταστήσει (ερυθρό 18 δ.φ.). Ερωτηθείς για ποιο λόγο δεν θέλει να γίνει μέλος της αδελφότητας, ο Αιτητής απάντησε ότι ο θείος του του είπε ότι θα έχει μια δυστυχισμένη ζωή και ότι δεν πρέπει να δεχτεί (ερυθρό 18 δ.φ.). Το Νοέμβριο του 2019 η αδελφότητα έστειλε ένα γράμμα για τον Αιτητή στο campus του πανεπιστήμιου. Ο Αιτητής δεν άνοιξε το γράμμα επειδή φοβόταν (ερυθρό 18 δ.φ.). Ακολούθως, έλαβε 5-6 κλήσεις εντός του 2019, ωστόσο στη συνέχεια άλλαξε αριθμό και δεν δέχθηκε κάποια άλλη κλήση (ερυθρό 17 δ.φ.). Επίσης, το Δεκέμβριο του 2019 ο Αιτητής πήγε να μείνει στο σπίτι ενός φίλου του θείου του, επίσης στο Agbor, ώστε να χάσουν τα ίχνη του (ερυθρό 22 και 17 δ.φ.).Ερωτηθείς για την αδελφότητα, ο Αιτητής δήλωσε ότι ο θείος του του είπε ότι παλιά οι άνθρωποι εντάσσονταν στη συγκεκριμένη αδελφότητα, για να αποκτήσουν δύναμη και χρήματα (ερυθρό 17 δ.φ.). Δεν γνωρίζει τί θέση είχε ο πατέρας του εντός της αδελφότητας (ερυθρό 17 δ.φ.). Ερωτηθείς τί θα συμβεί σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία, ο Αιτητής δήλωσε ότι θα τον βρουν και θα τον σκοτώσουν (ερυθρό 17 δ.φ.).Ερωτηθείς αν οι αρχές του κράτους καταγωγής του θα επιτρέψουν την επιστροφή του στη χώρα, ο Αιτητής απάντησε θετικά (ερυθρό 16 δ.φ.).

Υπό το φως των ως άνω πληροφοριών, ως αυτές προκύπτουν από το πρακτικό της συνέντευξης και τα λοιπά στοιχεία του διοικητικού φακέλου, ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου σχημάτισε την έκθεση - εισήγησή του επί τη βάση των εξής ουσιωδών ισχυρισμών:

Ο/η αρμόδιος λειτουργός διέκρινε 2 ουσιώδεις ισχυρισμούς.

Ο πρώτος ουσιώδης ισχυρισμός αφορά τα στοιχεία ταυτότητας, το εν γένει προφίλ, τη χώρα καταγωγής και τους τόπους διαμονής του Αιτητή και έγινε δεκτός, καθώς στοιχειοθετήθηκε τόσο η εσωτερική όσο και η εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού.

Ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός φέρει τον τίτλο «λόγω του ότι τα άτομα της ομάδας Ogboni επιθυμούσαν να λάβει τη θέση του πατέρα του κι ο ίδιος αρνήθηκε κι αυτοί τον ενοχλούσαν». Υπό το σκέλος της εσωτερικής αξιοπιστίας, ο/η λειτουργός κατέγραψε τα εξής: ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες και οι ισχυρισμοί του στερούνται επαρκούς ευλογοφάνειας. Ειδικότερα, ο Αιτητής δεν έδωσε επαρκείς πληροφορίες για την επίσκεψη των ατόμων στο σπίτι του θείου του. Επίσης, δεν έδωσε επαρκείς πληροφορίες για το σημάδι, ενώ εύλογα θα αναμενόταν από αυτόν να γνωρίζει περισσότερες πληροφορίες για αυτό και το σκοπό αυτού. Ο Αιτητής δεν εξήγησε τί ακριβώς συνεπαγόταν το ότι έπρεπε να αντικαταστήσει τον πατέρα του, ούτε παρείχε περισσότερες πληροφορίες αναφορικά με τις συναντήσεις της αδελφότητας. Ο Αιτητής δεν εξήγησε επαρκώς για ποιο λόγο δεν ήθελε να ενταχθεί στην αδελφότητα. Η δήλωση του ότι δεν άνοιξε την επιστολή που δέχθηκε, επειδή φοβόταν, παρίσταται ως μη ευλογοφανής. Ο Αιτητής δεν παρείχε καμία πληροφορία αναφορικά με τις συνομιλίες που είχε κατά τη διάρκεια των 5-6 κλήσεων που δέχθηκε. Τέλος, ο/η λειτουργός επεσήμανε ότι ο Αιτητής δεν δέχθηκε κάποια λεκτική ενόχληση από το 2019 έως το 2021, οπότε και εγκατέλειψε τη Νιγηρία.

Υπό το σκέλος της εξωτερικής αξιοπιστίας, ο/η λειτουργός κατέγραψε ότι στα λεγόμενα του Αιτητή παρουσιάζονται μη ικανοποιητικές απαντήσεις, καθώς και μη επαρκείς πληροφορίες. Καταληκτικά, ο/η λειτουργός κατέγραψε ότι ο ισχυρισμός δεν γίνεται αποδεκτός.

Ακολούθως, ο/η αρμόδιος/α λειτουργός προέβη σε αξιολόγηση κινδύνου στη βάση του αποδεκτού ουσιώδους ισχυρισμού.

Ο/η λειτουργός έκρινε ότι με βάση τις πληροφορίες/δεδομένα που αφορούν το αποδεκτό πραγματικό περιστατικό και λαμβάνοντας υπόψη μετά από εξατομικευμένη εξέταση του αιτήματος το προσωπικό προφίλ του Αιτητή και την απουσία ζητημάτων ευαλωτότητας, καθώς και το γεγονός ότι δεν διαπιστώθηκε ότι αυτός έχει υποστεί στη χώρα καταγωγής του οποιασδήποτε μορφής δίωξη ή σοβαρή βλάβη, δεν υπάρχουν εύλογοι/βάσιμοι λόγοι σε περίπτωση που επιστρέψει στη Νιγηρία (πολιτεία Delta), να αντιμετωπίσει δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης.

Ειδικότερα, ως προς το προσωπικό προφίλ του Αιτητή κατέγραψε πως πρόκειται για υγιή ενήλικα, ο οποίος έχει λάβει στοιχειώδη μόρφωση στη χώρα καταγωγής του.

Ως προς την γενική κατάσταση ασφαλείας στη περιοχή διαμονής του Αιτητή, ήτοι στην πόλη Agbor, της πολιτείας Delta, κατέγραψε ότι βάσει πληροφοριών καταδεικνύεται ότι δεν υφίστανται συνθήκες αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.

Ακολούθως, ο/η λειτουργός κατέγραψε ότι η Νιγηρία εμπλέκεται σε δύο παράλληλες μη διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις κατά των μη κρατικών ενόπλων ομάδων Boko Haram και του Ισλαμικού Κράτους στην επαρχία της Δυτικής Αφρικής (ISWAP).

Ειδικά ως προς την πολιτεία Delta, όπου αναμένεται να επιστρέψει ο Αιτητής, κατέγραψε ότι παρόλο που παρατηρούνται περιστατικά ασφάλειας, ο βαθμός άσκησης αδιάκριτης βίας δεν φθάνει σε τόσο υψηλό επίπεδο έτσι ώστε να γίνει αποδεκτό ότι υπάρχουν εύλογοι λόγοι, ο Αιτητής να αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητάς του, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος της χώρας ή της εν λόγω περιοχής.

Υπό το σκέλος της νομικής ανάλυσης, ο/η λειτουργός έκρινε ότι λαμβανομένων υπ’ όψιν των προβαλλόμενων ισχυρισμών του Αιτητή διαφαίνεται ότι δεν συντρέχουν τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που θα μπορούσαν να στοιχειοθετήσουν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης για έναν από τους λόγους που απαριθμούνται στο άρθρο 3 του Περί Προσφύγων Νόμου σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία.

Αντιστοίχως, ο/η λειτουργός κατέληξε ότι βάσει των προβαλλόμενων ισχυρισμών του Αιτητή δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 (2) (α), (β) και (γ) του Περί Προσφύγων Νόμου του 2000 για τη χορήγηση συμπληρωματικής προστασίας.

Ειδικά ως προς τος εδάφιο (γ) ο/η λειτουργός κατέγραψε ότι ο Αιτητής δεν θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, αφού στη χώρα καταγωγής του και ειδικότερα στην περιοχή καταγωγής και διαμονής του (πολιτεία Delta) δεν παρατηρούνται συνθήκες διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.

Τέλος, ο/η λειτουργός κατέγραψε ότι δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι, σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στη χώρα καταγωγής του και συγκεκριμένα στη πόλη Agbor, της πολιτείας Delta, κινδυνεύει να υποβληθεί σε βασανιστήρια ή σε απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία κατά παράβαση του άρθρου 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου ή/και της αρχής της μη επαναπροώθησης.

Όπως διαφαίνεται από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου οι Καθ' ων η αίτηση ενήργησαν σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου και εξέτασαν όλα τα ουσιώδη στοιχεία που είχαν ενώπιον τους.

Έχω εξετάσει με προσοχή τις απαντήσεις που ο Αιτητής έδωσε κατά τη διάρκεια της συνέντευξης του ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου και έχω διαπιστώσει ότι ο αρμόδιος λειτουργός έκανε επαρκείς ερωτήσεις για να καλύψει, τόσο τον πυρήνα του αιτήματος, όσο και τα επιμέρους θέματα, ενώ ακολούθησε την ορθή διερευνητική διαδικασία.

Καταρχάς κρίνω ότι, ορθά ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου διαπίστωσε και κατέγραψε στην έκθεση-εισήγησή του, η οποία υιοθετήθηκε από τον εξουσιοδοτημένο από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, ότι οι ισχυρισμοί του Αιτητή δεν εμπίπτουν στους λόγους του Άρθρου 1Α(2) της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων, ούτε στο άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου.

Συγκεκριμένα, ορθά η Υπηρεσία Ασύλου έκανε αποδεκτό τον ισχυρισμό αναφορικά με τη χώρα καταγωγής και τον τόπο συνήθους διαμονής του Αιτητή αφού δεν προέκυψε κανένα στοιχείο περί του αντιθέτου.

Σε σχέση με τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή περί φόβου δίωξης, από την ομάδα Οgponi  ορθά και πάλι οι Καθ' ων η αίτηση έκριναν τον  Αιτητή εσωτερικά  αναξιόπιστο και απέρριψαν τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό του, καθώς οι πλειονότητα των απαντήσεων του είναι διατυπωμένες με γενικότητα, χωρίς συνέπεια και συνοχή ενώ παράλληλα ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει λεπτομέρειες αναφορικά με τον πυρήνα του αιτήματός του, ήτοι ότι κινδύνευε από την εν λόγω ομάδα. Υπέδειξε πλήρη άγνοια σε βασικά ερωτήματα που του τέθηκαν ως προς το φορέα δίωξης του και ειδικότερα αναφορικά με τις απειλές που δέχτηκε από την εν λόγω ομάδα.  Αντιφατικές είναι και οι δηλώσεις του σχετικά με το θάνατο των γονέων του όπου κατά τη καταγραφή στην αίτηση για διεθνή προστασία  δηλώνει  πως υπεύθυνη είναι η εν λόγω ομάδα όπως ο θείος του τον ενημέρωσε, ενώ κατά τη συνέντευξη δήλωσε ότι οι γονείς του πεθάναν σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα ισχυρισμός που δεν συνάδουν με το αρχικό του αίτημα η απάντηση του δε για την εν λόγω αντίφαση ορθά δεν έγινε αποδεκτή ως ευλογοφανή από του Καθ΄ων η αίτηση .

Στο σημείο αυτό κρίνω σκόπιμο να αναφέρω ότι σε κάθε περίπτωση και σύμφωνα με το άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου, εναπόκειται στον εκάστοτε Αιτητή/Αιτήτρια να τεκμηριώσει την αίτησή του για διεθνή προστασία. Στην υπό κρίση περίπτωση, για τους λόγους που αναλύθηκαν ανωτέρω, ο Αιτητής δεν κατάφερε τεκμηριώσει κάποια παρελθούσα πράξη δίωξης σε βάρος του ούτε κατά τη διάρκεια της προφορικής του συνέντευξης, αλλά  ούτε  κατά την ενώπιον μου διαδικασία. 

Ωστόσο αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία του Αιτητή το Δικαστήριο πρόβηκε σε έρευνα σε εξωτερικές πήγες ειδικότερα  την  αδελφότητα Ogboni, φαίνεται πως η παρουσία μελών της εν λόγω κοινωνίας στις μεγάλες πόλεις της Νιγηρίας, συμπεριλαμβανομένων περιοχών εκτός των παραδοσιακών περιοχών των Yoruba, είναι περιορισμένη. Η εφημερίδα The Guardian της Νιγηρίας αναφέρει ότι η κοινωνία Ogboni "λειτουργεί σε μερικά απομακρυσμένα βασίλεια και είναι δημοφιλής στις κοινότητες των Yoruba και των Igbo στη Νιγηρία". Πηγές αναφέρουν ότι η συμμετοχή στην κοινωνία Ogboni εντοπίζεται κυρίως στις περιοχές των Yoruba ή σε "περιοχές της Νιγηρίας, οπού μιλούνται κυρίως τα Yoruba", όπως οι νοτιοδυτικές πολιτείες Ogun, Oyo, Lagos, Osun, Ondo και Ekiti, καθώς και σε μέρη της πολιτείας Edo στη νοτιοανατολική Νιγηρία. Καθηγητής Κοινωνιολογίας πρόσθεσε ότι πόλεις όπως η Abeokuta, η Warri, η Benin, η Ibadan και η Osogbo, καθώς και "αρκετές από τις αγροτικές περιοχές", έχουν "ισχυρή παρουσία της πρακτικής των Ogboni". Οι αγροτικές περιοχές των Yoruba έχουν περισσότερες παραδοσιακές πεποιθήσεις από τις μεγάλες πόλεις, αν και τέτοιες πεποιθήσεις υπάρχουν επίσης στις πόλεις, σύμφωνα με τον καθηγητή σπουδών των Yoruba[1].Περαιτέρω δεν προκύπτει από τις πηγές ότι η διαδοχή είναι δεσμευτική .

Όπως προκύπτει από τα στοιχεία το αφήγημα του Αιτητή δεν ενισχύεται από τις εξωτερικές πήγες πληροφόρησης.

Εν πάση περιπτώσει  κρίνω ότι ο λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου, στην έκθεση-εισήγηση, αξιολόγησε κάθε έκαστο ισχυρισμό του Αιτητή  και για τους λόγους που εκτενώς καταγράφηκαν στην εισήγησή του, εύλογα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αξιοπιστία του δεν κρίνεται ως ικανοποιητική και ως εκ τούτου ορθά δεν παραχωρήθηκε το ευεργέτημα της αμφιβολίας, όπως αυτό καθορίζεται στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου για τις διαδικασίες και τα κριτήρια καθορισμού του καθεστώτος των προσφύγων.

Έχει, πολλάκις, νομολογηθεί ότι κρίση επί της αξιοπιστίας του αιτητή και έγκριση κωλύματος έγκρισης αίτησης για το λόγο αναξιοπιστίας ως προς τα προβαλλόμενα από τον αιτητή είναι επιτρεπτή (AMIRI  ΚΑΙ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ Κ.Α. (2009 3 Α.Α.Δ. 358).

Επομένως, ορθά ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης του για διεθνή προστασία.

Περαιτέρω, συμφωνώ με την αξιολόγηση κινδύνου στην οποία προέβη ο λειτουργός στη βάση του αποδεκτού ουσιώδους ισχυρισμού, καθώς και με το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε αναφορικά με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων αναγνώρισης προσφυγικού καθεστώτος καθώς ο Αιτητής δεν κατάφερε να στοιχειοθετήσει βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης για ένα από τους πέντε λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο  Άρθρο  3(1) του περί Προσφύγων Νόμου και του Άρθρου 1Α(2) της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων.

Σημειώνεται πως λόγω του ότι οι ισχυρισμοί του Αιτητή αναφορικά με τους λόγους που φέρεται να εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του απορρίφθηκαν στο σύνολό τους ως μη αξιόπιστοι, δεν πληρούνται και οι προϋποθέσεις υπαγωγής του Αιτητή στα άρθρα 19 (2) (α) και (β) περί συμπληρωματικής προστασίας, καθώς δεν προέκυψαν στοιχεία εκ των οποίων μπορεί να συναχθεί ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής κινδυνεύει να αντιμετωπίσει θανατική ποινή ή εκτέλεση κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (α), ή άλλως βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (β).

Αναφορικά δε με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων παροχής συμπληρωματικής προστασίας προς το πρόσωπο του Αιτητή υπό την έννοια του άρθρου 19 (2) (γ) του περί Προσφύγων Νόμου ή άλλως του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, κρίνω σκόπιμο να παρατεθούν αρχικά τα κάτωθι:

Το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου προϋποθέτει ουσιώδεις λόγους να πιστεύεται ότι ο Αιτητής θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του

Επιπλέον, σύμφωνα με το Εγχειρίδιο της ΕΥΥΑ σχετικά με τη δικαστική ανάλυση του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ακόμη και αν ο αιτητής μπορεί να αποδείξει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης στην περιοχή καταγωγής του (ή καθ' οδόν προς τη συγκεκριμένη περιοχή καταγωγής), το δικαίωμα επικουρικής προστασίας μπορεί να κατοχυρωθεί μόνο εάν ο αιτητής δεν μπορεί να επιτύχει εγχώρια προστασία σε άλλο τμήμα της χώρας, καθώς επίσης, όταν αποφασίζεται η τοποθεσία της περιοχής καταγωγής ενός αιτητή ως προορισμός επιστροφής, απαιτείται η εφαρμογή προσέγγισης βασισμένης στα πραγματικά περιστατικά όσον αφορά την περιοχή του τελευταίου τόπου διαμονής και την περιοχή συνήθους διαμονής.

Σύμφωνα με τα πρόσφατα δεδομένα της βάσης δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project), ενός μη κερδοσκοπικού οργανισμού με έργο τη συλλογή, ανάλυση και χαρτογράφηση δεδομένων σχετικά με τις ημερομηνίες, τους δρώντες, τις τοποθεσίες, τους θανάτους και τους τύπους όλων των καταγεγραμμένων γεγονότων πολιτικής βίας και διαμαρτυρίας σε παγκόσμια κλίμακα, στη διάρκεια ενός έτους (Past year of ACLED Data) και συγκεκριμένα από τις 11.05.2024 έως τις 09.05.2025 στο κρατίδιο Delta της Νιγηρίας, καταγράφηκαν συνολικά 137 περιστατικά ασφαλείας (113 απώλειες), εκ των οποίων 74 κατηγοριοποιήθηκαν ως περιστατικά μαχών (79 συνδεόμενοι θάνατοι), 49 ως περιστατικά βίας κατά αμάχων (26 συνδεόμενοι θάνατοι), 11 ως περιστατικά αναταραχών (8 συνδεόμενοι θάνατοι), 2 ως περιστατικά εκρήξεων (χωρίς συνδεόμενη απώλεια) και 1 ως διαμαρτυρία (χωρίς συνδεόμενη απώλεια)[2]. Εξ’ αυτών των περιστατικών 3 μάχες (4 θάνατοι) και 2 περιστατικά βίας κατά αμάχων (1 συνδεόμενος θάνατος) σημειώθηκαν στην περιοχή Agbor της πολιτείας.

Σύμφωνα με υπολογισμούς ο πληθυσμός του κρατιδίου Delta το 2022 ήταν 5.636.100[3].

Λαμβάνοντας υπόψη την απουσία προσωπικών υποκειμενικών εξατομικευμένων στοιχείων στο προφίλ του  Αιτητή, ο οποίος είναι υγιής, ικανός προς εργασία, η αξιολόγηση του κινδύνου επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, γίνεται στη βάση της κατάστασης ασφαλείας στην περιοχή, όπου αναμένεται να επιστρέψει. Λαμβάνοντας υπόψη τα προαναφερθέντα δεδομένα όσον αφορά την κατάσταση ασφαλείας στην πολιτεία Delta, συνάγεται εύλογα και με ασφάλεια το συμπέρασμα ότι η κατάσταση ασφαλείας μαζί με το ατομικό προφίλ του Αιτητή δεν συνεπάγονται την ύπαρξη ουσιωδών λόγων να πιστεύεται ότι θα κινδυνεύσει ως άμαχος πολίτης, σε περίπτωση επιστροφής στην περιοχή του, η κατάσταση της οποίας δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως κατάσταση αδιάκριτης βίας, κατά την έννοια του άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ.

Τέλος, λαμβάνω υπόψη ότι ο Υπουργός Εσωτερικών, στα πλαίσια των εξουσιών του άρθρου 12Βτρις του περί Προσφύγων Νόμου, καθόρισε με την Κ.Δ.Π. 191/2024  ημερ. 31/05/2024 τη χώρα καταγωγής του Αιτητή, τη  Νιγηρία, ως ασφαλή χώρα ιθαγένειας.

Επί τη βάσει όλων όσων παρατέθηκαν στην παρούσα απόφαση, το Δικαστήριο κρίνει ότι το αίτημα του Αιτητή για διεθνή προστασία εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου ήταν το αποτέλεσμα  δέουσας έρευνας  και ορθής αξιολόγησης όλων των στοιχείων και δεδομένων, είναι επαρκώς αιτιολογημένη και λήφθηκε σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου, το Σύνταγμα και τις Γενικές Αρχές του Διοικητικού Δικαίου.

Υπό το φως των πιο πάνω η  προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη με €1500 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η Αίτηση.

                                    

 

                                    Βούλα Κουρουζίδου - Καρλεττίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1]Research Directorate, Immigration and Refugee Board of Canada, Nigeria: Ogboni society, including structure, rituals, ceremonies, and current status; membership and the consequences of refusing to join or trying to leave; relationship with police and judicial authorities (2017-April 2019), 20 Ιουνίου 2019, https://irb-cisr.gc.ca/en/country-information/rir/Pages/index.aspx?doc=457826

[2] ACLED Explorer, https://acleddata.com/explorer/ με συναφή παραμετροποίηση


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο