
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Υπόθ. Αρ.: 2659/23
12 Μαΐου, 2025
[Μ. ΠAΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, ΔΔΔΔΠ.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
J.M.
Αιτητής
-και-
Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω της
Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η Αίτηση
Γ. Βασιλόπουλος(κος) για Χρ. Π. Χριστοδουλίδης (κος), Δικηγόρος για τον Αιτητή
Β. Θωμά (κα) για Ν. Κουρσάρη (κος) και Μ. Παραδεισιώτη (κα), Δικηγόροι για τους Καθ' ων η Αίτηση
ΑΠΟΦΑΣΗ
Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π: Με την παρούσα προσφυγή ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση, ημερομηνίας 23/01/2023, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας ως άκυρη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.
Τα ουσιώδη γεγονότα της παρούσας υπόθεσης ως εκτίθενται στην Ένσταση των Καθ' ων η Αίτηση και υποστηρίζονται από σχετικά Παραρτήματα, έχουν ως ακολούθως:
Ο Αιτητής είναι ενήλικας, πολίτης της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό (εφεξής Κονγκό) και εισήλθε μέσω κατεχομένων στις ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές και στις 07/07/2021 υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία.
Στις 08/12/2022, παραχώρησε συνέντευξη ενώπιον λειτουργού της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (στο εξής «ο αρμόδιος λειτουργός») προς εξέταση του αιτήματός του. Στις 09/01/2023, ο αρμόδιος λειτουργός συνέταξε εισηγητική έκθεση προς τoν Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου στην οποία εισηγήθηκε την απόρριψη του αιτήματος για παροχή διεθνούς προστασίας του Αιτητή. Στις 23/01/2023, ο εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών ως ο νόμος ορίζει, λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου ενέκρινε για λογαριασμό του Προϊσταμένου την ανωτέρω εισήγηση.
Στις 13/07/2023, η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε απορριπτική επιστολή μαζί με την αιτιολόγηση της απόφασης της σχετικά με το αίτημα του Αιτητή, η οποία παρελήφθη ιδιοχείρως από τον Αιτητή αυθημερόν.
Στις 09/08/2023 καταχωρήθηκε η υπό κρίση προσφυγή.
Νομικοί ισχυρισμοί
Ο συνήγορος του Αιτητή δια της γραπτής του αγόρευσης προβάλλει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση ελήφθη χωρίς δέουσα έρευνα, υπό καθεστώς πλάνης, κατάχρησης εξουσίας και κατά παράβαση του Νόμου και ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αναιτιολόγητη.
Η ευπαίδευτη συνήγορος των Καθ' ων η Αίτηση αντικρούει τους ισχυρισμούς του Αιτητή, με αναφορές και παραπομπές στο σκεπτικό της προσβαλλόμενης απόφασης καθώς και στον περί Προσφύγων Νόμο και τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου. Ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι ορθή, νόμιμη, αποτέλεσμα ορθής ενάσκησης των εξουσιών με τις οποίες περιβάλλονται οι Καθ' ων η Αίτηση, κατ' εφαρμογή των αρχών του διοικητικού δικαίου και λήφθηκε μετά από δέουσα έρευνα, αφού αξιολογήθηκαν όλα τα σχετικά γεγονότα και στοιχεία της υπόθεσης και είναι δεόντως αιτιολογημένη.
Κρίνω σκόπιμο όπως εξεταστούν οι λόγοι ακύρωσης σε συνάρτηση με τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης, όπως προκύπτουν από τη διαδικασία ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου αλλά και από το διοικητικό φάκελο της υπόθεσης, ενόψει και της πλήρους δικαιοδοσίας που έχει το παρόν Δικαστήριο.
Στην αίτηση ασύλου του ο Αιτητής κατέγραψε ότι είναι ποδοσφαιριστής στη ομάδα Renaissance of Congo FC, και ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του για το λόγο του ότι ήθελε να τον απαγάγει ο πρόεδρος της ομάδας Vita Club, επειδή τον διέφθειρε με ένα χρηματικό ποσό για να παίξει στη ομάδα του αλλά ο αιτητής αρνήθηκε (ερυθρά 2 και 13 του δ.φ.).
Στη συνέντευξή του ενώπιον του αρμόδιου λειτουργού τα πρακτικά της οποίας βρίσκονται κατατεθειμένα ως ερυθρά 46-29 του διοικητικού φακέλου, αρχικά τέθηκαν στον Αιτητή γενικές ερωτήσεις σχετικές με την ταυτότητα, το προφίλ, τη χώρα καταγωγής, την εκπαίδευση, την οικογενειακή κατάσταση και την επαγγελματική του εμπειρία. Ο Αιτητής είναι υπήκοος του Κονγκό, που γεννήθηκε και διέμενε στη πόλη Kinshasa. Σε σχέση με την εθνότητα και τη γλώσσα του, δήλωσε ότι ανήκει στη εθνότητα Teke και ομιλεί Γαλλικά και Lingala. Ως προς την οικογενειακή του κατάσταση, είναι άγαμος και έχει μια κόρη η οποία διαμένει με τη μητέρα της στην Kinshasa. Ως προς τα μέλη της πατρικής του οικογένειας, οι γονείς του και τα 4 αδέλφια του ζουν στη Kinshasa, πλην του ενός αδελφού του που ζει στη πόλη Lubumbashi. Τέλος, αναφορικά με το μορφωτικό του επίπεδο και το επάγγελμά του, είναι απόφοιτος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και επαγγελματίας ποδοσφαιριστής.
Όσον αφορά τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ισχυρίστηκε ότι είναι επαγγελματίας ποδοσφαιριστής στη ομάδα FC Renaissance du Congo και κλήθηκε από τον πρόεδρο Amisi Tango Four της ομάδας Vita club du Congo να συμμετάσχει σε ένα δοκιμαστικό αγώνα μαζί τους στις 19/02/2021. Ο Αιτητής συμμετείχε στον αγώνα, σκοράροντας δυο φορές και μετά τον αγώνα τον κάλεσε ο πρόεδρος Amisi για να τον συγχαρεί και του έδωσε 10.000 δολάρια. Ο Αιτητής θεωρούσε ότι τα χρήματα ήταν για ενθάρρυνση αλλά μετά από δυο βδομάδες, ο πρόεδρος Amisi άρχισε να τον καλεί και να τον ρωτά για ποιο λόγο δεν εντάχθηκε στην ομάδα του και αφότου αρνήθηκε τον απειλούσε ότι θα του κάνει κακό. Άρχισαν να τον αναζητούν για να τον απαγάγουν και μια μέρα ενώ ήταν στην οικία του απέδρασε. Ισχυρίστηκε ότι η ζωή του βρισκόταν σε κίνδυνο και με την βοήθεια του πατέρα του εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του. Ερωτηθείς τι θα του συμβεί σε περίπτωση επιστροφής, δήλωσε ότι η ζωή του βρίσκεται σε κίνδυνο, τον αναζητεί ο πρόεδρος Amisi Tango Four για να τον σκοτώσει. Δήλωσε ότι δέχθηκε δυο κλήσεις από τον πρόεδρο Amisi, μια φορά για τον παίξει στην ομάδα του και τη δεύτερη φορά για να τον απειλήσει καθώς έλαβα τα χρήματα χωρίς να ξεκινήσει να παίζει στην ομάδα του.
Αναφορικά με τις απειλές που δέχθηκε, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι ο πρόεδρος έστειλε τον στρατό για να τον συλλάβει και να τον χτυπήσει, αλλά απέδρασε. Ισχυρίστηκε ότι ενημερώθηκε τηλεφωνικώς από τους γονείς του ότι ο στρατός επισκέφθηκε αρκετές φορές την οικία τους, αναζητώντας τον. Όσον αφορά τον πρόεδρο Amisi δήλωσε ότι είναι στρατηγός. Επισημάνθηκε από τον λειτουργό ότι σύμφωνα με εξωτερικές πηγές πληροφόρησης ο Amisi το 2021 δεν ήταν ο πρόεδρος της ομάδας Vita club και ο αιτητής απάντησε ότι ήταν μέλος της ομάδας και ότι νόμιζε ότι αυτός ήταν ο πρόεδρος τους.
Οι ισχυρισμοί του Αιτητή αξιολογήθηκαν από τον αρμόδιο λειτουργό ο οποίος εντόπισε στην Έκθεση - Εισήγησή του δυο ουσιώδη πραγματικά περιστατικά που προκύπτουν από τις δηλώσεις του Αιτητή:
1) Προσωπικά στοιχεία και προφίλ του Αιτητή.
2) Ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι δέχθηκε απειλές από τον στρατηγό, ο οποίος προσπάθησε να τον απαγάγει διότι αρνήθηκε να ενταχθεί στη ποδοσφαιρική του ομάδα.
Με παραπομπές στις δηλώσεις του Αιτητή και αναφορές σε διαδικτυακές πηγές, ο αρμόδιος λειτουργός έκανε αποδεκτό το πρώτο ουσιώδες περιστατικό, αφού κρίθηκε ως αξιόπιστο στο σύνολό του (ερυθρά 90 - 89 του δ.φ.).
Αντιθέτως, το δεύτερο ουσιώδες περιστατικό δεν έγινε αποδεκτό. Αναφορικά με την αξιολόγηση της εσωτερικής αξιοπιστίας, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι οι απαντήσεις του Αιτητή δεν ήταν συγκεκριμένες και συνεκτικές. Ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να δώσει λεπτομέρειες για την πρώτη φορά που τον προσέγγισε ο πρόεδρος της ομάδας Vita club, απαντώντας με αόριστο τρόπο ότι κλήθηκε για να συμμετάσχει σε ένα αγώνα της ομάδας. Αναφορικά με τον πρόεδρο της ομάδας Vita Club, ανέφερε ότι ήταν στρατηγός του FDC, αλλά δεν μπορούσε να αναφερθεί με ακρίβεια ποιος ο ρόλος αυτού του ατόμου στο στρατό, ενώ ως προς το πως γνώριζε ότι ήταν στρατηγός απάντησε ότι τον είδε να φοράει στολή πράσινη και μπότες. Αναφορικά με τον ποδοσφαιρικό αγώνα δεν ήταν σε θέση να περιγράψει λεπτομερώς το τι συνέβη κατά τη διάρκεια του αγώνα και ούτε ήταν σε θέση να εξηγήσει τον λόγο που έπαιξε σε ένα αγώνα ενώ είχε συμβόλαιο με άλλη ομάδα και δεν ήθελε να αποχωρήσει από την ομάδα του. Η απάντηση του ότι δεν ήταν επίσημος αγώνας και δεν φανταζόταν ότι θα του ζητούσε να παίξει για αυτή τη ομάδα κρίθηκε ασυνάρτητη.
Επίσης ο λειτουργός κατέγραψε ότι ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να περιγράψει λεπτομερώς τα όσα διαδραματίστηκαν μεταξύ του ιδίου και του προέδρου μετά τη διεξαγωγή του αγώνα, αναφέροντας ότι έλαβε το ποσό των 10.000 δολαρίων επειδή θεώρησε ότι εκτίμησε τον τρόπο που έπαιξε χωρίς να ρωτήσει τον λόγο που του έδωσε τα χρήματα. Επιπλέον, αδυνατούσε να εξηγήσει τις απειλές που δέχθηκε κατά τη διάρκεια των τηλεφωνικών κλήσεων και να παρουσιάσει ένα σαφές χρονοδιάγραμμα αυτών. Τέλος, αναφορικά με το περιστατικό απαγωγής του δεν ήταν σε θέση να παρέχει λεπτομέρειες ούτε πόσα άτομα ήταν, δηλώνοντας ότι είδε τον στρατό να έρχεται και απέδρασε από την πίσω πόρτα της οικίας του. Ισχυρίστηκε ότι ενημερώθηκε από τους γονείς του ότι ο στρατός συνέχισε να τον αναζητεί στην οικία του, χωρίς ωστόσο να διευκρινίσει τι ακριβώς συνέβη, πόσες φορές τους επισκέφθηκαν και πότε.
Όσον αφορά την εξωτερική αξιοπιστία, ο αρμόδιος λειτουργός εντόπισε πληροφορίες αναφορικά με τον Gabriel Amisi, γνωστός ως στρατηγός Tango Four, επιβεβαιώνοντας ότι είναι στρατιωτικός στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, κατείχε πολλές υψηλές θέσεις και έχει κατηγορηθεί για πολλά εγκλήματα. Περαιτέρω, ο αρμόδιος λειτουργός εντόπισε ότι ο στρατηγός ήταν πρόεδρος στο παρελθόν στη ποδοσφαιρική ομάδα Vita Club, ωστόσο από το 2020, πρόεδρος είναι άλλο πρόσωπο. Βάσει των ανωτέρω πληροφοριών, οι δηλώσεις του Αιτητή σχετικά με τη σχέση του με τον πρόεδρο Amisi κατά το 2021 είναι ασυνεπείς με τις πηγές πληροφόρησης και ως εκ τούτου ο ισχυρισμός έτυχε απόρριψης (ερυθρά 89-86 του δ.φ.).
Υπό το φως των ανωτέρω, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι, επί τη βάσει του ουσιώδους περιστατικού που έγινε αποδεκτό, ήτοι των προσωπικών στοιχείων, της χώρας καταγωγής και του τελευταίου τόπου συνήθους διαμονής, λαμβάνοντας υπόψη σχετικές πληροφορίες για τη γενική κατάστασης ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του Αιτητή, διαπίστωσε ότι δεν υφίσταται εύλογη πιθανότητα ο τελευταίος να υποβληθεί σε μεταχείριση η οποία θα μπορούσε να ανέλθει σε επίπεδο δίωξης η σοβαρής βλάβης σε περίπτωση επιστροφής του στην πόλη Kinshasa.
Ακολούθως, ο αρμόδιος λειτουργός προέβη σε αξιολόγηση του νομοθετικού πλαισίου για το προσφυγικό καθεστώς, καθώς επίσης και αυτό της συμπληρωματικής προστασίας, σε συνάρτηση με τους ισχυρισμούς του Αιτητή, προκειμένου να εξακριβωθεί εάν πληρούνταν οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή του Αιτητή σε οιοδήποτε καθεστώς διεθνούς προστασίας. Ως αναφέρεται στην έκθεση εισήγηση, βάσει των ισχυρισμών του Αιτητή, δεν τεκμηριώθηκε φόβος δίωξης για έναν από τους πέντε λόγους που προβλέπονται στο άρθρο 1Α(2) της Σύμβασης της Γενεύης, του άρθρου 2(δ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ (από τούδε και στο εξής, «η Οδηγία») και του άρθρου 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου και ως εκ τούτου ο Αιτητής δεν δικαιούταν το καθεστώς του πρόσφυγα.
Επιπλέον, κρίθηκε ότι βάσει των αποδεκτών πραγματικών περιστατικών δεν προέκυψε πραγματικός κίνδυνος θανατικής ποινής ή εκτέλεσης σύμφωνα με το άρθρο 15(α) της Οδηγίας, ούτε μπορούσε να θεωρηθεί ως πραγματικός κίνδυνος βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας δυνάμει του άρθρου 15(β) της Οδηγίας. Αναφορικά με το άρθρο 15(γ) της Οδηγίας, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, ο αρμόδιος λειτουργός κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, σε περίπτωση επιστροφής του στο Κονγκό και ειδικότερα στην πόλη Kinshasa, ο Αιτητής δεν θα αντιμετώπιζε πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, υπό την έννοια της σοβαρής και προσωπικής απειλής κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας ως αμάχου λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης. Ως εκ τούτου, δεν μπορούσε να εκχωρηθεί στον Αιτητή ούτε το καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας.
Από τα πιο πάνω, συνάγεται ότι η έρευνα που είχε προηγηθεί της απόφασης για απόρριψη της αίτησης του Αιτητή ήταν επαρκής και είχαν συλλεγεί και διερευνηθεί όλα τα ουσιώδη στοιχεία σε συνάρτηση πάντα με τους ισχυρισμούς που είχε προβάλει ο Αιτητής κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του. Είναι δε πάγια νομολογημένο ότι η έρευνα είναι επαρκής εφόσον εκτείνεται στη διερεύνηση κάθε γεγονότος που σχετίζεται με το θέμα που εξετάζεται (βλ. Motorways Ltd v. Δημοκρατίας Α.Ε. 2371/25.6.99). Αναφορικά με τους ισχυρισμούς του συνηγόρου του Αιτητή για έλλειψη επαρκούς αιτιολογίας, από τα στοιχεία που έχω ενώπιον μου, θεωρώ ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι πλήρως αιτιολογημένη, ενώ σύντομη αιτιολόγηση της απόφασης είχε επισυναφθεί και στην απορριπτική επιστολή η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή. Επισημαίνω δε ότι συμπληρώνεται και από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου, όπως αυτά έχουν αναλυθεί ανωτέρω (βλ. άρθρο 29 του Ν. 158 (Ι)/1999, Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου κ.α. ν Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1171 και Διογένους ν. Δημοκρατίας (1999) 4 Α.Α.Δ., 371 Στέφανος Φράγκου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, (1998) 3 ΑΑΔ 270). Ως εκ τούτου, απορρίπτω τους ισχυρισμούς που προβλήθηκαν από τον συνήγορο του Αιτητή περί έλλειψης δέουσας έρευνας και επαρκούς αιτιολογίας.
Από τα στοιχεία που έχω ενώπιον μου διαπιστώνω ότι κατά τη διάρκεια της συνέντευξης, τέθηκε στον Αιτητή επαρκής αριθμός ερωτήσεων για να του δοθεί η ευκαιρία να προβάλει τους ισχυρισμούς του και να τεκμηριώσει το αίτημά του, σε περίπτωση που πράγματι υφίστατο φόβος δίωξης στη χώρα καταγωγής του ή πληρούνταν οι προϋποθέσεις για να του παραχωρηθεί καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας. Οι απαντήσεις που έδωσε, αξιολογήθηκαν από τον αρμόδιο λειτουργό σε συνάρτηση με πληροφορίες από τη χώρα καταγωγής του και διαπιστώθηκε ότι οι λόγοι που εγκατέλειψε τη χώρα του και δεν επιθυμούσε να επιστρέψει σε αυτή δε στοιχειοθετούσαν φόβο δίωξης ή πραγματικό κίνδυνο να υφίστατο σοβαρή βλάβη. Τα ευρήματα του αρμόδιου λειτουργού ήταν ορθά και τεκμηριωμένα, με παραπομπές στους ισχυρισμούς που πρόβαλε ο Αιτητής κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του και σε πηγές πληροφοριών από τη χώρα καταγωγής του, προς υποστήριξη της ανάλυσης αξιοπιστίας αλλά και του εκτίμησης τυχόν μελλοντικού κινδύνου.
Κατά συνέπεια, στην προκειμένη περίπτωση, κρίνω ότι δεν συντρέχουν στο πρόσωπο του Αιτητή εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που τεκμηριώνουν τη θεμελίωση δικαιολογημένου φόβου δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3(1) του Περί Προσφύγων Νόμου (βλ. συναφώς παρ. 37-39 του Εγχειρίδιου για τις διαδικασίες και τα κριτήρια καθορισμού του καθεστώτος των προσφύγων σύμφωνα με τη Σύμβαση του 1951 και το Πρωτόκολλο του 1967 για το Καθεστώς των Προσφύγων, της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες). Επίσης, με βάση το προσωπικό του προφίλ και υπό το φως των ισχυρισμών που ο ίδιος προώθησε, δεν θεωρώ ότι σε περίπτωση επιστροφής του υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, όπως η εν λόγω έννοια ορίζεται στο άρθρο 19(2) του περί Προσφύγων Νόμου.
Αναφορικά με την υπαγωγή του Αιτητή σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, το οποίο προϋποθέτει ουσιώδεις λόγους να πιστεύεται ότι ο Αιτητής θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας, λόγω αδιακρίτως ασκούμενης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, υπάρχει ευρεία νομολογία τόσο του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015, ECLI:CY:AD:2015:D619, ECLI:CY:AD:2015:D619, ECLI:CY:AD:2015:D619) όσο και του ΔΕΕ (βλ. C-285/12, A. Diakité v. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides, 30/01/2014, C-465/07, Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie, 17/02/2009), καθώς επίσης και του ΕΔΔΑ (βλ. K.A.B. v. Sweden, 886/11, 05/09/2013 (final 17/02/2014), Sufi and Elmi v. the United Kingdom, 8319/07 and 11449/07, 28/11/2011) στις οποίες ερμηνεύεται η έννοια της αδιακρίτως ασκούμενης βίας και της ένοπλης σύρραξης και τίθενται κριτήρια ως προς τη σοβαρότητα του κινδύνου που προϋποτίθεται για την αξιολόγηση των περιπτώσεων στις οποίες εξετάζεται η πιθανότητα παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 15(γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.
Εν προκειμένω, σύμφωνα με τις δηλώσεις του Αιτητή και βάσει της αξιολόγησης της αξιοπιστίας των ισχυρισμών του ως παρατέθηκε ανωτέρω, η περιοχή της προηγούμενης συνήθους διαμονής του στη χώρα καταγωγής ήταν η πόλη Kinshasa, πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας καθώς και της χώρας καταγωγής. Προκειμένου δε να διαπιστωθεί εάν συντρέχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι, σε περίπτωση επιστροφής του στη συγκεκριμένη περιοχή, ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, ως οι διατάξεις του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, το Δικαστήριο ανέτρεξε σε έγκυρες πηγές πληροφόρησης για τη χώρα του Αιτητή, προς εξέταση της κατάστασης που επικρατεί στην Kinshasa στην οποία ευλόγως αναμένεται να εγκατασταθεί ο Αιτητής άμα τη επιστροφή του στη χώρα καταγωγής.
Ένοπλες συγκρούσεις εξακολουθούν να εντοπίζονται στις ανατολικές περιοχές του Κονγκό, όπως το Nord-Kivu, το Sud-Kivu και το Ituri, χωρίς να γίνεται καμία αναφορά στην επαρχία Kinshasa, στην οποία ανήκει η πόλη Kinshasa.[1] Η κατάσταση ασφαλείας στην ανατολική Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό παραμένει εύθραυστη, με την ανταρτική ομάδα Mouvement du 23 Mars (M23) να επεκτείνει περαιτέρω την παρουσία της στην επαρχία του North Kivu. Η πιο πρόσφατη έκθεση του Γενικού Γραμματέα, που δημοσιεύθηκε στις 20 Σεπτεμβρίου, σημειώνει ότι η κατάπαυση του πυρός μεταξύ των στρατιωτικών δυνάμεων της Ρουάντα και του Κονγκό έχει διατηρηθεί σε μεγάλο βαθμό, ενώ οι συγκρούσεις μεταξύ της M23 και άλλων ένοπλων ομάδων συνεχίζονται. Άλλες ένοπλες ομάδες που δρουν στην ανατολική Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, όπως οι Συμμαχικές Δημοκρατικές Δυνάμεις (ADF) και ο Συνεταιρισμός για την Ανάπτυξη του Κονγκό (CODECO), συνεχίζουν επίσης να στοχεύουν αμάχους στις επαρχίες North Kivu και Ituri της ανατολικής Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό.[2]
H έρευνα της αυστριακής ACCORD που δημοσιεύτηκε στις 8 Απριλίου 2024 και αφορά όλο το έτος 2023, κάνει αναφορά στα περιστατικά ασφαλείας που έλαβαν χώρα στην Kinshasa. Συγκεκριμένα, αναφέρθηκαν 132 περιστατικά στα οποία σκοτώθηκαν 71 άνθρωποι. Οι ακόλουθες τοποθεσίες ήταν μεταξύ των πληγεισών: Bita, Dumi, Iye, Kinshasa, Kinshasa - Camp Luka, Kinshasa - Gombe, Kinshasa - Kalamu, Kinshasa - Kimbanseke, Kinshasa - Limete, Kinshasa - Lingwala, Kinshasa - Maluku, Kinshasa - Masina, Kinshasa - Ndjili Airport, Kinshasa - Ngaliema, Matadi Mayo, Mbankana, Mbete, Menkao, Mongata, Yuo.[3]
Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία από τη βάση δεδομένων της ACLED ("Armed Conflict Location and Event Data Project") για το διάστημα από 07/02/2024 έως 07/02/2025, καταγράφηκαν στην επαρχία Kinshasa 98 περιστατικά ασφαλείας, τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα το θάνατο 226 ανθρώπων. Αναλυτικότερα, έχουν καταγραφεί, 19 εξεγέρσεις/ταραχές (riots) με 202 ανθρώπινες απώλειες, 66 διαμαρτυρίες (protests) με καμία ανθρώπινη απώλεια, 9 περιστατικά βίας κατά πολιτών (violence against civilians) με 19 ανθρώπινες απώλειες και 4 μάχες (battles) με 5 ανθρώπινες απώλειες.[4] Δεδομένου ότι ο εκτιμώμενος πληθυσμός της Kinshasa ανέρχεται σε 17,032,300[5] καθίσταται κατανοητό ότι ο ανωτέρω αναφερόμενος αριθμός θανάτων στην εν λόγω περιοχή από περιστατικά ασφαλείας (226 θάνατοι) δεν ανέρχεται σε τέτοια επίπεδα που σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό της περιοχής μπορεί να χαρακτηρίσει την επικρατούσα κατάσταση ως ένοπλη σύρραξη επιφέρουσα συνθήκες αδιακρίτως ασκούμενης βίας.
Τα παραπάνω επιβεβαιώνουν στο σύνολό τους, ότι στην πόλη Kinshasa, τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή, δεν επικρατούν συνθήκες ένοπλης εσωτερικής σύγκρουσης και κατ΄ επέκταση συνθήκες βίας ασκούμενης αδιακρίτως κατά αμάχων όπως το άρθρο 19 (2) (γ) του περί Προσφύγων Νόμου προνοεί. Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο κρίνει ότι παρέλκει περαιτέρω διερεύνηση των προσωπικών περιστάσεων του Αιτητή για λόγους εφαρμογής της «αναπροσαρμοσμένης κλίμακας» όπως αυτή απορρέει από τη Νομολογία του ΔΕΕ.
Επομένως, στη βάση των όσων αναλύθηκαν ανωτέρω, κρίνω πως ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει ότι πάσχει η ορθότητα και νομιμότητα της επίδικης απόφασης και ότι στο πρόσωπό του πληρούνται οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή του στο καθεστώς του πρόσφυγα ή της παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας, σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου (Ν. 6(Ι)/2000) και της Σύμβασης της Γενεύης του 1951.
Ως εκ τούτου, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Επιδικάζονται €800 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η Αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.
Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1]International Crisis Group's Crisis Watch, Conflict in focus, DRC, January 2024, διαθέσιμο σε https://www.crisisgroup.org/crisiswatch/february-alerts-and-january-trends-2024#democratic-republic-of-congo , UN Security Council: Final report of the Group of Experts on the Democratic Republic of the Congo [S/2024/432], 4 June 2024 https://www.ecoi.net/en/file/local/2112471/n2411880.pdf, HRW - Human Rights Watch: World Report 2025 - Democratic Republic of Congo, 16 January 2025 https://www.ecoi.net/en/document/2120071.html [ημερομηνία πρόσβασης 11/02/2025]
[2] Security Council Report. (2024). Democratic Republic of the Congo, December 2024 Monthly Forecast, διαθέσιμο https://www.securitycouncilreport.org/monthly-forecast/2024-12/democratic-republic-of-the-congo-28.php [ημερομηνία πρόσβασης 11/02/2025]
[3]ACCORD - Austrian Centre for Country of Origin and Asylum Research and Documentation: Democratic Republic of Congo, year 2023: Update on incidents according to the Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), 8 April 2024
https://www.ecoi.net/en/file/local/2107097/2023yDemocraticRepublicofCongo_en.pdf [ημερομηνία πρόσβασης 11/02/2025]
[4] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο: https://acleddata.com/explorer/ (βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Event Types (Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests) DATE RANGE: 07.02.2024 – 07.02.2025, REGION: Africa, COUNTRY: Democratic Republic of Congo, ADMIN UNIT: Kinshasa) [Ημερομηνία Πρόσβασης: 11/02/2025]
[5] World Population, Congo, Kinshasa, https://worldpopulationreview.com/cities/dr-congo/kinshasa [Ημερομηνία Πρόσβασης: 11/02/2025]
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο