
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
27 Μαΐου 2025
[Β. ΚΟΥΡΟΥΖΙΔΟΥ - ΚΑΡΛΕΤΤΙΔΟΥ Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
H. N. E. από ΝΙΓΗΡΙΑ και τώρα στη ΛΕΥΚΩΣΙΑ
Αιτητής
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η Αίτηση
Αγγελική Λαζάρου (κα), Δικηγόρος για τον Αιτητή
Νικόλαος Νικολάου για Βασιλική Θωμά (κα), Δικηγόρος για τους Καθ' ων η αίτηση
Ο Αιτητής είναι παρών
ΑΠΟΦΑΣΗ
Ο Αιτητής αιτείται δήλωσης του Δικαστηρίου ότι η απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση ημερομηνίας 25/06/2024, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 28/06/2024 και με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για παροχή Διεθνούς προστασίας καθότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του περί Προσφύγων Νόμου 6(Ι)/2000 και είναι παράνομη, άκυρη και στερείται κάθε νόμιμου αποτελέσματος. Περαιτέρω αιτείται δήλωσης του Δικαστηρίου με την οποία να αναγνωρίζεται στον Αιτητή καθεστώς προστασίας.
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
O Αιτητής έχει την ιθαγένεια της Νιγηρίας και συμπλήρωσε αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας στις 02/06/2021, αφού εισήλθε παράνομα στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές. Στις 29/10/2023 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου. Στις 22/06/2024, αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου ετοίμασε Έκθεση και Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου εν σχέσει με τη συνέντευξη και το αίτημα του Αιτητή. Στις 25/06/2024, δεόντως εξουσιοδοτημένος αρμόδιος Λειτουργός να εκτελεί τα καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, εξέδωσε απόφαση απόρριψης του αιτήματος του Αιτητή και επιστροφής του στη Νιγηρία. Στις 26/06/2024 η Υπηρεσία Ασύλου εξέδωσε απορριπτική επιστολή σχετικά με το αίτημα του Αιτητή, η οποία παραλήφθηκε και υπογράφηκε ιδιοχείρως από τον Αιτητή στις 28/06/2024. Ακολούθως στις 16/07/2024, καταχωρήθηκε η υπό κρίση προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας (ΔΔΔΠ).
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Ο Αιτητής, δια της δικηγόρου του, προβάλει διάφορους νομικούς ισχυρισμούς προς υποστήριξη του αιτήματος για ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, οι οποίοι τίθενται με γενικότητα και χωρίς να συναρτώνται με τα επίδικα γεγονότα, και οι περισσότεροι εκ των οποίων δεν προωθούνται με την Γραπτή Αγόρευση. Κατά τις Διευκρινίσεις προωθήθηκε μόνον ο λόγος περί έλλειψης δέουσας έρευνας και έλλειψης δέουσας αιτιολογίας. Συγκεκριμένα προβάλλει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται δέουσας έρευνας επειδή όφειλαν να σχηματίσουν ένα ακόμη ουσιώδη ισχυρισμό αναφορικά με τον φόβο του Αιτητή όσον αφορά τη μελλοντική του επιστροφή στην χώρα του. Ειναι η θέση του ότι οι ισχυρισμοί του Αιτητή λανθασμένα κρίθηκαν αναξιόπιστοι και δεν έγιναν αποδεκτοί, αφού ο αρμόδιος λειτουργός παρέλειψε να ρωτήσει τον Αιτητή οτιδήποτε περαιτέρω αναφορικά με την απόφαση του να εγκαταλείψει την χώρα. Οι ισχυρισμοί του Αιτητή κατά την διάρκεια της συνέντευξης δεν στοιχειοθετούν λόγο να μην γίνουν αποδεκτοί, αφού οι ισχυριζόμενες κατά τον λειτουργό μη επαρκείς πληροφορίες οφείλονται σε δική του υπαιτιότητα, ήτοι στην παράλειψη του να θέσει στον Αιτητή διευκρινιστικές ερωτήσεις. Δεν έγινε μια ισορροπημένη και αντικειμενική αξιολόγηση του αν η αφήγηση του Αιτητή αντικατοπτρίζει την αφήγηση που αναμένεται από ένα πρόσωπο στην κατάσταση του Αιτητή το οποίο αφηγείται μια πραγματική προσωπική εμπειρία γεγονός που συνεπάγεται έλλειψη δέουσας έρευνας κατά την αξιολόγηση πραγματικών περιστατικών, που μπορεί να οδηγήσει σε ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης.
Η χώρα καταγωγής του Αιτητή, ήτοι η Νιγηρία, κατά τον χρόνο έκδοσης της προσβαλλόμενης απόφασης, αλλά και κατά τον χρόνο σύνταξης αγόρευσης, ανήκε και συνεχίζει να ανήκει στις ασφαλείς χώρες ιθαγενείας με βάση το Διάταγμα του Υπουργού Εσωτερικών, ημερομηνίας 31/05/2024, Κ.Δ.Π. 191/2024, η οποία εκδόθηκε δυνάμει του άρθρου 12Β του περί Προσφύγων Νόμου. Παρόλα αυτά το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην απόφασή D.L v. Austria (2017) αναφέρει ότι η νομολογική γνωμάτευση ενός κράτους μέλους ως προς την ασφάλεια μιας χώρας, δεν αποσείει το βάρος για εξατομικευμένη αξιολόγηση του κινδύνου που διατρέχει ο Αιτητής. Άρα ανεξαρτήτως της λίστας ασφαλών χωρών που καθορίζεται από τον Υπουργό Εσωτερικών, πρέπει πάντοτε να γίνεται ατομική αξιολόγηση για τον κάθε Αιτητή. Η κατάληξη των Καθ 'ων ότι λόγω της μη εδραίωσης της εσωτερικής αξιοπιστίας του Αιτητή δεν χρειάζεται περεταίρω έρευνα οδηγεί σε ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης και λόγω έλλειψης αιτιολογίας, επειδή αφενός είχαν υποχρέωση να προβούν σε τέτοια έρευνα και αφετέρου τα σημεία που καταγράφουν προκειμένου να αιτιολογήσουν την απόρριψη της αίτησής του δεν ευσταθούν καθώς δεν ισοδυναμούν με αντιφάσεις, ενώ επίσης ο Αιτητής δεν ερωτήθηκε και δεν του δόθηκε η ευκαιρία να δώσει περισσότερες λεπτομέρειες. Οι λόγοι που ο Αιτητής εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του, στηρίζονται σε βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο για την ζωή του, τον οποίο οι Καθ' ων η Αίτηση δεν μπόρεσαν να διαπιστώσουν λόγω των δικών τους παραλείψεων. Ο αρμόδιος λειτουργός προέβη σε λανθασμένη εκτίμηση κατά την απόρριψη της αίτησης του Αιτητή ο οποίος απάντησε με ευθύτητα σε όλες τις ερωτήσεις που του τέθηκαν και δεν υπέπεσε σε καμία αντίφαση ενώ κατέβαλε και την μέγιστη δυνατή προσπάθεια να παραθέσει όσες περισσότερες λεπτομέρειες μπορούσε, απαντώντας σε όλες τις ερωτήσεις που του τέθηκαν.
Η παράλειψη της Διοίκησης να προβεί σε έρευνα αναφορικά με την κατάσταση ασφαλείας που επικρατεί στη χώρα καταγωγής του Αιτητή και ιδιαίτερα να προβεί σε εξατομικευμένη έρευνα, είναι τόσο ουσιώδης, ώστε οδηγεί την προσβαλλόμενη απόφαση σε ακύρωση, λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας.
Ο αρμόδιος λειτουργός που διεξήγαγε την συνέντευξη παρέλειψε επίσης να θέσει στον Αιτητή ουσιώδεις ερωτήσεις.
Ενόψει των ισχυρισμών του Αιτητή οι οποίοι στοιχειοθετούν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο για την ζωή του, οι Καθ' ων η αίτηση όφειλαν να προβούν όχι σε απλή έρευνα, αλλά σε εξειδικευμένη έρευνα, και να διασταυρώσουν αν οι ισχυρισμοί του τελούν σε αρμονία με εξωτερικές πηγές πληροφόρησης αναφορικά με τον φόβο δίωξης που επικαλέστηκε. Οι Καθ’ ων η αίτηση εξέδωσαν την απόφασή τους χωρίς να βεβαιωθούν ότι ο Αιτητής θα μπορούσε να επιστρέψει με ασφάλεια στη χώρα του.
Περαιτέρω προβάλλει πως η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται αιτιολογίας και/ή επαρκούς αιτιολογίας και/ή είναι ελλιπής και/ή στηρίζεται σε εσφαλμένη αιτιολογία.
ΚΑΤΑΛΗΞΗ
Καταρχάς, παρατηρείται ότι οι λόγοι ακύρωσης που εγείρονται στην παρούσα αίτηση, παρατίθενται με γενικότητα και αοριστία. Η απλή καταγραφή κατά ιδιαίτερο συνοπτικό τρόπο στους λόγους ακύρωσης της νομικής βάσης της προσφυγής δεν ικανοποιεί την επιτακτική ανάγκη του Κανονισμού 7 του Ανωτάτου Συνταγματικού Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962, όπως οι νομικοί λόγοι αναφέρονται πλήρως.
«Η αναφορά, για παράδειγμα, ότι «Η απόφαση πάσχει γιατί λήφθηκε χωρίς την δέουσα έρευνα» (το ίδιο αοριστολόγοι είναι και οι υπόλοιποι λόγοι ακύρωσης), δεν εξηγεί καθόλου, ούτε παραπέμπει σε συγκεκριμένα κατ' ισχυρισμόν δεδομένα που οδήγησαν σε μη έρευνα, ή σε πλάνη κλπ. Η προσφυγή θα μπορούσε να απορριφθεί για τους πιο πάνω διαδικαστικούς λόγους οι οποίοι αντανακλούν βεβαίως και επί της ουσίας. Αυστηρώς ομιλούντες, τα όσα αναφέρονται στην αγόρευση του δικηγόρου της Αιτήτριας δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη, εφόσον παγίως αναγνωρίζεται ότι οι αγορεύσεις δεν αποτελούν μέσο για τη θεμελίωση γεγονότων (δέστε Δημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Ελισσαίου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (2004) 3 Α.Α.Δ. 412 και Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 384) (δέστε Υπόθεση Αρ. 1119/2009 ημερ. 31 Ιανουαρίου 2012 FARHAN KHALIL, και Κυπριακής Δημοκρατίας).
Οι ισχυρισμοί για την ακύρωση μιας διοικητικής απόφασης πρέπει να είναι συγκεκριμένοι και να εξειδικεύουν ποια νομοθετική πρόνοια ή αρχή διοικητικού δικαίου παραβιάζεται. Όπως έχει τονισθεί στην υπόθεση Latomia Estate Ltd. v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672:
«Η αιτιολόγηση των νομικών σημείων πάνω στα οποία βασίζεται μια προσφυγή είναι απαραίτητη για την εξέταση από ένα Διοικητικό Δικαστήριο των λόγων που προσβάλλουν τη νομιμότητα μιας διοικητικής πράξης.»
Περαιτέρω δεν αρκεί η παράθεση των συγκεκριμένων διατάξεων της νομοθεσίας που κατ' ισχυρισμόν παραβιάζει η προσβαλλόμενη πράξη, αλλά θα πρέπει επίσης τα επικαλούμενα νομικά σημεία να αιτιολογούνται πλήρως. Οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια σε σχέση με αυτά μπορεί να έχει ως συνέπεια την απόρριψη της προσφυγής (βλ. Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 AAΔ.598).
Επίσης είναι πλειστάκις νομολογημένο ότι, λόγοι ακύρωσης που δεν εγείρονται στο δικόγραφο της προσφυγής δεν μπορούν να εξεταστούν με το να εγείρονται για πρώτη φορά στις γραπτές αγορεύσεις. Σχετικό είναι και το ακόλουθο απόσπασμα από την πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας στη Φλωρεντία Πετρίδου ν. Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, (2004) 3 Α.Α.Δ. 636: «Παρατηρούμε ότι στο κείμενο της προσφυγής δεν εγείρεται τέτοιος λόγος ακύρωσης, αν και σχετική επιχειρηματολογία πράγματι προβάλλεται στη γραπτή αγόρευση της εφεσείουσας. Έχει επανειλημμένα λεχθεί πως λόγος ακύρωσης που δεν εγείρεται στην προσφυγή δεν μπορεί να εξεταστεί σε μεταγενέστερο στάδιο, αφού οι γραπτές αγορεύσεις αποτελούν απλώς επιχειρηματολογία».
Σύμφωνα με την Μαραγκός ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 671: «Για να καταστεί το θέμα επίδικο, πρέπει αυτό να εγείρεται σύμφωνα με τις δικονομικές διατάξεις και να αποφασίζεται ύστερα από εξαντλητική επιχειρηματολογία.»
«Η αγόρευση αποτελεί το μέσο για την έκθεση της επιχειρηματολογίας υπέρ της αποδοχής των λόγων ακύρωσης και όχι υποκατάστατο της στοιχειοθέτησής τους. Βλ. Παπαδοπούλας ν. Ιωσηφίδη κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 601 και Λεωφορεία Λευκωσίας Λτδ ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 56»
Τα όσα επομένως πιο κάτω εξετάζονται και αποφασίζονται, τελούν υπό την πιο πάνω τοποθέτηση του Δικαστηρίου.
Στα πλαίσια ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης, το Δικαστήριο εξετάζει κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκειται στην διακριτική ευχέρεια του αποφασίζοντας οργάνου και διαφέρει κατά περίπτωση (βλ. Απόφαση αρ. 128/2008 JAMAL KAROU V Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 1 Φεβρουάριου, 2010).
Όπως εξηγήθηκε στην υπόθεση Πολυξένη Γεωργίου ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 606/91, ημερομηνίας 22.9.92, στις σελ. 2-3: «Το τι αποτελεί επαρκή έρευνα, εξαρτάται από τα γεγονότα και περιστατικά της κάθε υπόθεσης (KNAI ν. The Republic (1987) 3 CLR 1534). Η έκταση της έρευνας που ένα διοικητικό όργανο διεξάγει για τη λήψη απόφασης εξαρτάται από τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης» (Δημοκρατίας ν. Γιαλλουρίδη και Άλλων), Αναθεωρητικές Εφέσεις 868, 868, ημερομηνίας 13.12.90)».
Έχω εξετάσει την προσβαλλόμενη απόφαση υπό το πρίσμα όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, κυρίως των όσων ο Αιτητής δήλωσε κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του, όσο και όσα προβάλλει με την παρούσα προσφυγή.
Σύμφωνα με τα στοιχεία στο φάκελο του Αιτητή, αυτός δήλωσε ότι στο Otolokpo της Νιγηρίας . Ως προς το θρήσκευμα δήλωσε πως είναι χριστιανός. Ως προς το ταξίδι του δήλωσε ότι εγκατέλειψε τη χώρα του στις 05/03/2021 και αφίχθηκε παράνομα στις Μη Ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία Περιοχές στις 07/03/2024.
Ως προς το λόγο για τον οποίο εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι ο πατέρας του ήταν μέλος μιας αίρεσης και όταν ο πατέρας του πέθανε έπρεπε να τον αντικαταστήσει όντας ο μοναχογιός του. Ωστόσο ο ίδιος όντας χριστιανός δεν ήθελε να θυσιάσει ανθρώπινο αίμα για την τελετή μύησής του. Τα μέλη της αίρεσης άρχισαν να τον απειλούν ότι θα τον σκοτώσουν αν πραγματοποιήσει την τελετή μύησης και έτσι ο Αιτητής εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του (βλ. ερυθρά 3-1 δ.φ.). Κατά την πρωτοβάθμια συνέντευξη (ερυθρά 26-18 δ.φ.) ο Αιτητής δήλωσε ότι δεν έχει οικογένεια (ερυθρό 25 δ.φ.). Ως προς τον τελευταίο τόπο διαμονής του στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής δήλωσε ότι διέμενε στο Otolokpo (ερυθρό 24 δ.φ.). Ως προς το εκπαιδευτικό του υπόβαθρο, δήλωσε ότι ολοκλήρωσε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση (ερυθρό 24 δ.φ.). Ως προς το επαγγελματικό του υπόβαθρο, δήλωσε ότι είχε μια μικρή επιχείρηση. (ερυθρό 23 δ.φ.).Ερωτηθείς αν ο ίδιος ή κάποιο μέλος της οικογένειάς του ανήκει ή ανήκε στο παρελθόν σε κάποια πολιτική, θρησκευτική, εθνοτική ή κοινωνική οργάνωση, ο Αιτητής απάντησε αρνητικά (ερυθρό 22 δ.φ.). Ως προς το λόγο για τον οποίο εγκατέλειψε τη χωρα καταγωγής του, ο Αιτητής επανέλαβε ότι ο πατέρας του ήταν αρχηγός μίας αίρεσης και όταν πέθανε έπρεπε ο ίδιος να τον αντικαταστήσει. Ωστόσο, ο ίδιος αρνήθηκε γιατί θα έπρεπε να θυσιάσει έναν άνθρωπο, το οποίο είναι αντίθετο με τη χριστιανική του πίστη. Ακολούθως, άρχισε να δέχεται απειλές από τα μέλη της αίρεσης ότι θα τον δολοφονήσουν (ερυθρό 21 δ.φ.).
Κατόπιν σχετικών ερωτήσεων, ο Αιτητής δήλωσε ότι ο πατέρας του πέθανε τον Οκτώβριο του 2019 και θάφτηκε το Μάρτιο του 2020. Τα μέλη της αίρεσης του ζήτησαν να αντικαταστήσει τον πατέρα του 3 μήνες μετά την ταφή. Ο Αιτητής προσπάθησε να κρυφτεί και για το λόγο αυτό μετέβη στο κρατίδιο Kano περί τις αρχές Αυγούστου (2020) όπου παρέμεινε μέχρι τις αρχές του 2021, δηλαδή μέχρι να ταξιδέψει με προορισμό την Κυπριακή Δημοκρατία.
Ερωτηθείς για ποιο λόγο έφυγε από τη χώρα μήνες μετά το κρίσιμο περιστατικό, ο Αιτητής απάντησε ότι προσπαθούσε να συγκεντρώσει χρήματα ώστε να μπορεί να φύγει από τη χώρα (ερυθρό 20 δ.φ.).
Ερωτηθείς για ποιο λόγο δήλωσε ότι ο τελευταίος τόπος διαμονής του ήταν το Otolokpo δεδομένου ότι έζησε στο κρατίδιο Kano πριν εγκαταλείψει τη χώρα, ο Αιτητής δήλωσε ότι όταν ήρθαν να του ζητήσουν να γίνει μέλος στην αίρεση, ζούσε στο σπίτι του στο Otolokpo.
Ερωτηθείς για ποιο λόγο έφυγε αφού εξέδωσε φοιτητική βίζα και υπέβαλε αίτημα διεθνούς προστασίας 3 μήνες μετά την έξοδό του από τη Νιγηρία, ο Αιτητής απάντησε ότι αυτός ήταν ο μόνος τρόπος να φύγει από τη χώρα του (ερυθρά 21-20 δ.φ.).
Ερωτηθείς αν οι αρχές της χώρας του θα του επιτρέψουν την επιστροφή του στη χώρα, ο Αιτητής απάντησε θετικά, ενώ ερωτηθείς τί θα συμβεί σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία, ο Αιτητής απάντησε ότι θα τον σκοτώσουν (ερυθρό 18 δ.φ.).
Υπό το φως των ως άνω πληροφοριών, ως αυτές προκύπτουν από το πρακτικό της συνέντευξης του Αιτητή και τα λοιπά στοιχεία του διοικητικού φακέλου, ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου σχημάτισε την Έκθεση-Εισήγησή της επί τη βάση των εξής δύο (2) ουσιωδών ισχυρισμών:
Ο πρώτος ουσιώδης ισχυρισμός αφορά τα στοιχεία ταυτότητας, το εν γένει προφίλ και τη χώρα καταγωγής του Αιτητή και έγινε δεκτός, καθώς στοιχειοθετήθηκε τόσο η εσωτερική όσο και η εξωτερική αξιοπιστία του ισχυρισμού.
Ο δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός φέρει τον τίτλο «Ισχυριζόμενη δίωξη λόγω των θρησκευτικών του πεποιθήσεων» ωστόσο κατα την ανάλυση στην έκθεση εισήγηση καταγράφηκε εκ παραδρομής εκ πολιτικών πεποιθήσεων. Υπό το σκέλος της εσωτερικής αξιοπιστίας, ο/η λειτουργός κατέγραψε πως οι ισχυρισμοί του Αιτητή στερούνται ευλογοφάνειας, και χρονικής συνοχής αφού ο Αιτητής δήλωσε ότι τα προβλήματα του ξεκίνησαν 3 μήνες μετά την ταφή του πατέρα του (άρα τον Ιούνιο του 2020), αλλά αυτός μετέβη στο κρατίδιο Kano τον Αύγουστο του 2020 προκειμένου να κρυφτεί. Όταν του τέθηκε η εν λόγω χρονική ανακολουθία, ο Αιτητής διόρθωσε την απάντησή του και δήλωσε ότι έφυγε τον Ιούνιο του 2020. Περαιτέρω, εντοπίζεται αντίφαση μεταξύ της αρχικής δήλωσης του Αιτητή ότι ο τελευταίος τόπος διαμονής του ήταν το Otolokpo και της μεταγενέστερης δήλωσής του ότι από τον Ιούνιο του 2020 μέχρι να φύγει από τη χώρα ζούσε στο κρατίδιο Kano. Τέλος, εντοπίζεται αντίφαση ανάμεσα στη δήλωση του Αιτητή κατά τη συνέντευξη ότι έφυγε από τη χώρα του στις 05/03/021 και στη δήλωση του κατά την αίτηση ότι εγκατέλειψε τη Νιγηρία μετά το περιστατικό κατά το οποίο τα μέλη της αίρεσης απείλησαν ότι θα τον σκοτώσουν. Ο/η λειτουργός δεν θεώρησε ικανοποιητική την εξήγηση που παρείχε το Αιτητής ότι στο μεσοδιάστημα των 9 μηνών προσπαθούσε να συγκεντρώσει τα απαραίτητα χρήματα. Τέλος, ο/η λειτουργός κατέγραψε ότι ο Αιτητής δεν υπέστη καμία δίωξη η οποία να δικαιολογεί την απόφασή του να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του.
Υπό το σκέλος της εξωτερικής αξιοπιστίας, ο/η λειτουργός κατέγραψε ότι τα όσα αναφέρει ο Αιτητής στη συνέντευξή του αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη του αιτήματός του και δεν υπάρχουν λόγοι που να δικαιολογούν την οποιαδήποτε ανάλυση των εν λόγω δεδομένων μέσω άλλων πηγών πληροφόρησης.
Καταληκτικά, ο/η λειτουργός κατέγραψε ότι ο ισχυρισμός απορρίπτεται.
Ακολούθως, ο/η αρμόδιος/α λειτουργός προέβη σε αξιολόγηση κινδύνου στη βάση του αποδεκτού ουσιώδους ισχυρισμού.
Ο/η λειτουργός έκρινε ότι με βάση τις πληροφορίες/δεδομένα που αφορούν το αποδεκτό πραγματικό περιστατικό και λαμβάνοντας υπόψη μετά από εξατομικευμένη εξέταση του αιτήματος το προσωπικό προφίλ του Αιτητή, καθώς και το γεγονός ότι δεν διαπιστώθηκε ότι αυτός είχε υποστεί στη χώρα καταγωγής του οποιασδήποτε μορφής δίωξη ή σοβαρή βλάβη, δεν υπάρχουν εύλογοι/βάσιμοι λόγοι σε περίπτωση που επιστρέψει στη Νιγηρία, να αντιμετωπίσει δίωξη ή πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης.
Ως προς το προσωπικό προφίλ του Αιτητή κατέγραψε ότι πρόκειται για ενήλικα ο οποίος δεν αντιμετωπίζει κανένα πρόβλημα υγείας, ο οποίος έχει συμπληρώσει τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και δεν παρουσιάζει στοιχεία ευαλωτότητας.
Ακολούθως, ο/η λειτουργός κατέγραψε ότι η Νιγηρία εμπλέκεται σε δύο παράλληλες μη διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις κατά των μη κρατικών ενόπλων ομάδων Boko Haram και του Ισλαμικού Κράτους στην επαρχία της Δυτικής Αφρικής (ISWAP), ωστόσο σημείωσε ότι στην πόλη Otolokpo στην Πολιτεία Delta όπου αναμένεται να επιστρέψει ο Αιτητής, ο βαθμός άσκησης αδιάκριτης βίας δε φθάνει σε τόσο ψηλό επίπεδο έτσι ώστε να γίνει αποδεκτό ότι υπάρχουν εύλογοι λόγοι ο Αιτητής να αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας του λόγω της παρουσίας του και μόνο στο έδαφος αυτής της χώρας ή της εν λόγω περιοχής. Ακολούθως, ο Αιτητής κατέγραψε το συνολικό αριθμό των περιστατικών ασφαλείας στο κρατίδιο Delta το έτος 2020.
Τέλος, ο/η λειτουργός επεσήμανε ότι σύμφωνα με διάταγμα του Υπουργού Εσωτερικών, το οποίο δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 31/05/2024, η Νιγηρία έχει καταχωρηθεί στις ασφαλείς χώρες ιθαγένειας όπου γενικά και μόνιμα δεν υφίστανται πράξεις δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 35, ούτε βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση ή τιμωρία ούτε απειλή η οποία προκύπτει από τη χρήση αδιάκριτης βίας σε κατάσταση διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύγκρουσης. Καταληκτικά, διαπίστωσε ότι δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι να γίνει αποδεκτό ότι σε περίπτωση που ο Αιτητής επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη ως απόρροια της κατάστασης ασφαλείας.
Υπό το σκέλος της νομικής ανάλυσης, ο/η λειτουργός έκρινε ότι λαμβανομένων υπ’ όψιν των προβαλλόμενων δηλώσεων του Αιτητή διαφαίνεται ότι δεν συντρέχουν τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που θα μπορούσαν να στοιχειοθετήσουν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης για έναν από τους λόγους που απαριθμούνται στο άρθρο 3 του περί Προσφύγων Νόμου σε περίπτωση επιστροφής του στη Νιγηρία.Περαιτέρω, ο/η λειτουργός σημείωσε ότι ο Αιτητής είναι οικονομικός μετανάστης και όχι πρόσφυγας.
Αντιστοίχως, ο/η λειτουργός κατέληξε ότι βάσει των προβαλλόμενων ισχυρισμών του Αιτητή δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 (2) (α), (β) και (γ) του Περί Προσφύγων Νόμου του 2000 για τη χορήγηση συμπληρωματικής προστασίας.
Ειδικά ως προς τος εδάφιο (γ) ο/η λειτουργός κατέγραψε ότι ο Αιτητής δεν θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας αμάχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης καθώς η κατάσταση που επικρατεί στη χώρα καταγωγής του δεν συνιστά κατάσταση εσωτερικής ή διεθνούς ένοπλης σύρραξης.
Έπειτα από ενδελεχή εξέταση του διοικητικού φακέλου και όπως προκύπτει από τα στοιχεία που βρίσκονται σε αυτόν, δέον να αναφερθούν τα ακόλουθα:
Καταρχάς, κρίνω ως ορθή την αποδοχή από τους Καθ' ων η αίτηση του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού, ο οποίος και αφορά την ταυτότητα και τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή.
Ομοίως βάσει της αξιολόγησης τόσο της εσωτερικής, όσο και της εξωτερικής αξιοπιστίας των λοιπών υπό εξέταση ισχυρισμών, το Δικαστήριο καταλήγει στο ίδιο συμπέρασμα με τον λειτουργό και οι υπό εξέταση ισχυρισμοί απορρίπτονται στο σύνολό τους ως μη αξιόπιστοι.Οι ισχυρισμοί του Αιτητή και οι δηλώσεις του ορθά κρίθηκαν ως ασαφείς, αόριστες, μη λεπτομερείς και μη συγκεκριμένες και δεν ήταν σε θέση ο Αιτητής να περιγράψει με βιωματικό τρόπο το αφήγημα του . Περαιτέρω ο Αιτητής ερωτηθείς απάντησε πως κανένα μέλος της οικογένεια του δεν άνηκε ποτέ σε οποιαδήποτε ομάδα, αντίφαση τόσο ουσιώδης που ανατρέπει το λόγο δίωξης που επικαλείται .
Στο σημείο αυτό κρίνω σκόπιμο να αναφέρω ότι σε κάθε περίπτωση και σύμφωνα με το άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου, εναπόκειται στον εκάστοτε Αιτητή/Αιτήτρια να τεκμηριώσει την αίτησή του για διεθνή προστασία. Στην υπό κρίση περίπτωση, για τους λόγους που αναλύθηκαν ανωτέρω, ο Αιτητής δεν κατάφερε τεκμηριώσει κάποια παρελθούσα πράξη δίωξης σε βάρος του ούτε κατά τη διάρκεια της προφορικής του συνέντευξης, αλλά ούτε κατά την ενώπιόν μου διαδικασία.
Εν πάση περιπτώσει κρίνω ότι ο λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου, στην έκθεση-εισήγηση, αξιολόγησε κάθε έκαστο ισχυρισμό του Αιτητή και για τους λόγους που εκτενώς καταγράφηκαν στην εισήγησή του, εύλογα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αξιοπιστία του δεν κρίνεται ως ικανοποιητική και ως εκ τούτου ορθά δεν παραχωρήθηκε το ευεργέτημα της αμφιβολίας, όπως αυτό καθορίζεται στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου για τις διαδικασίες και τα κριτήρια καθορισμού του καθεστώτος των προσφύγων.
Έχει, πολλάκις, νομολογηθεί ότι κρίση επί της αξιοπιστίας του αιτητή και έγκριση κωλύματος έγκρισης αίτησης για το λόγο αναξιοπιστίας ως προς τα προβαλλόμενα από τον αιτητή είναι επιτρεπτή (AMIRI ΚΑΙ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ Κ.Α. (2009 3 Α.Α.Δ. 358). Υπενθυμίζεται εξάλλου ότι η συνοχή μεταξύ των δηλώσεων του Αιτητή συνιστά δείκτη της αξιοπιστίας των ισχυρισμών του[1]. Όταν ο Αιτητής κρίνεται αναξιόπιστος, δεν υπάρχουν περιθώρια περαιτέρω διερεύνησης (βλ. υπόθ. αρ. 1964/06, ημερ. 11.3.08 Obaidul Haque v. Δημοκρατίας).
Στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, "Το ευεργέτημα της αμφιβολίας πρέπει να δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί και εξετασθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του αιτούντος. Οι ισχυρισμοί του αιτούντος πρέπει να παρουσιάζουν συνοχή και αληθοφάνεια και να μην έρχονται σε αντίφαση με γεγονότα που είναι γενικά γνωστά σε όλους".
Επομένως, ορθά δεν παραχωρήθηκε σε αυτόν το ευεργέτημα της αμφιβολίας και ορθά ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης του για διεθνή προστασία.
Περαιτέρω, συμφωνώ με την αξιολόγηση κινδύνου στην οποία προέβη ο λειτουργός στη βάση του αποδεκτού ουσιώδους ισχυρισμού, καθώς και με το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε αναφορικά με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων αναγνώρισης προσφυγικού καθεστώτος καθώς ο Αιτητής δεν κατάφερε να στοιχειοθετήσει βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης για ένα από τους πέντε λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο Άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου και του Άρθρου 1Α(2) της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων.
Σημειώνεται πως λόγω του ότι ο ισχυρισμός του Αιτητή αναφορικά με τον λόγο που φέρεται να εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του απορρίφθηκε ως μη αξιόπιστος, δεν πληρούνται και οι προϋποθέσεις υπαγωγής του Αιτητή στα άρθρα 19 (2) (α) και (β) περί συμπληρωματικής προστασίας, καθώς δεν προέκυψαν στοιχεία εκ των οποίων μπορεί να συναχθεί ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής κινδυνεύει να αντιμετωπίσει θανατική ποινή ή εκτέλεση κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (α), ή άλλως βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (β).
Αναφορικά δε με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων παροχής συμπληρωματικής προστασίας προς το πρόσωπο του Αιτητή υπό την έννοια του άρθρου 19 (2) (γ) του Περί Προσφύγων Νόμου ή άλλως του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, κρίνω σκόπιμο να παρατεθούν αρχικά τα κάτωθι:
Το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου προϋποθέτει ουσιώδεις λόγους να πιστεύεται ότι ο Αιτητής θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του. Υπάρχει ευρεία νομολογία τόσο του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015) όσο και του ΔΕΕ (βλ. C-285/12, A. Diakité v. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides, 30/01/2014, C-465/07, Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie, 17/02/2009), καθώς επίσης και του ΕΔΔΑ (βλ. K.A.B. v. Sweden, 886/11, 05/09/2013 (final 17/02/2014), Sufi and Elmi v. the United Kingdom, 8319/07 and 11449/07, 28/11/2011) στις οποίες ερμηνεύεται η έννοια της «αδιακρίτως ασκούμενης βίας» και της «ένοπλης σύρραξης» και τίθενται κριτήρια ως προς τη σοβαρότητα του κινδύνου που προϋποτίθεται για την αξιολόγηση των περιπτώσεων στις οποίες εξετάζεται η πιθανότητα παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.
Στην υπόθεση Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretarisvan Justitie παρ. 35, το ΔΕΕ αναφέρει ότι «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας[1]» ενώ στην παρ. 37 αναφέρει ότι «η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο.» (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου). Περαιτέρω το ΔΕΕ στην εν λόγω υπόθεση αποφάσισε ότι «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών την καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας» (παρ. 39).
Επιπλέον, σύμφωνα με το Εγχειρίδιο της ΕΥΥΑ σχετικά με τη δικαστική ανάλυση του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ακόμη και αν ο αιτητής μπορεί να αποδείξει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης στην περιοχή καταγωγής του (ή καθ' οδόν προς τη συγκεκριμένη περιοχή καταγωγής), το δικαίωμα επικουρικής προστασίας μπορεί να κατοχυρωθεί μόνο εάν ο αιτητής δεν μπορεί να επιτύχει εγχώρια προστασία σε άλλο τμήμα της χώρας, καθώς επίσης, όταν αποφασίζεται η τοποθεσία της περιοχής καταγωγής ενός αιτητή ως προορισμός επιστροφής, απαιτείται η εφαρμογή προσέγγισης βασισμένης στα πραγματικά περιστατικά όσον αφορά την περιοχή του τελευταίου τόπου διαμονής και την περιοχή συνήθους διαμονής.
Σύμφωνα με τα πρόσφατα δεδομένα της βάσης δεδομένων ACLED (The Armed Conflict Location & Event Data Project), ενός μη κερδοσκοπικού οργανισμού με έργο τη συλλογή, ανάλυση και χαρτογράφηση δεδομένων σχετικά με τις ημερομηνίες, τους δρώντες, τις τοποθεσίες, τους θανάτους και τους τύπους όλων των καταγεγραμμένων γεγονότων πολιτικής βίας και διαμαρτυρίας σε παγκόσμια κλίμακα, στη διάρκεια ενός έτους (Past year of ACLED Data) που και η Υπηρεσία Ασύλου ερεύνησε και καταγράφει στην απόφαση της και συγκεκριμένα από τις 11.05.2024 έως τις 09.05.2025 στο κρατίδιο Delta της Νιγηρίας, καταγράφηκαν 74 περιστατικά μαχών (79 συνδεόμενοι θάνατοι), 49 περιστατικά βίας κατά αμάχων (26 συνδεόμενοι θάνατοι), 11 περιστατικά αναταραχών (8 συνδεόμενοι θάνατοι), 2 περιστατικά εκρήξεων/απομακρυσμένης βίας (καμία συνδεόμενη απώλεια) και 1 περιστατικό διαμαρτυρίας (καμία συνδεόμενη απώλεια)[2]. Εξ’ αυτών των περιστατικών κανένα δεν καταγράφηκε στο Otolokpo.
Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, παρατηρώ ότι αυτός είναι άνδρας νεαρής ηλικίας, υγιής και ικανός προς εργασία. Επομένως, λαμβάνοντας υπόψιν επίσης και τις ιδιαίτερες περιστάσεις του Αιτητή, οι οποίες δεν παρουσιάζουν δείκτες ευαλωτότητας, θεωρώ ότι δεν εγείρονται ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι αυτός θα διατρέξει κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του.
Βάσει λοιπόν, και της επικαιροποιημένης έρευνας του Δικαστηρίου, κρίνεται ότι το ενδεχόμενο χορήγησης συμπληρωματικής προστασίας στον Αιτητή σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 19 του περί Προσφύγων Νόμου απορρίπτεται, λόγω του ότι δεν πληρούνται οι προβλεπόμενες εκ του Νόμου προϋποθέσεις.
Επί τη βάσει όλων όσων παρατέθηκαν στην παρούσα απόφαση, το Δικαστήριο κρίνει ότι το αίτημα του Αιτητή για διεθνή προστασία εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου ήταν το αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και ορθής αξιολόγησης όλων των στοιχείων και δεδομένων, είναι επαρκώς αιτιολογημένη και λήφθηκε σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου, το Σύνταγμα και τις Γενικές Αρχές του Διοικητικού Δικαίου.
Συνεπώς, κρίνω, με βάση τα ανωτέρω, ότι οι λόγοι ακυρώσεως της προσβαλλόμενης απόφασης δεν ευσταθούν.
Υπό το φως των πιο πάνω η προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη με €1200 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η Αίτηση.
Βούλα Κουρουζίδου - Καρλεττίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] EASO, 'Practical Guide: Evidence Assessment, 2015, διαθέσιμο σε: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/public/EASO-Practical-Guide_-Evidence-Assessment.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 30/04/2025).
[2] ACLED Explorer, https://acleddata.com/explorer/ με συναφή παραμετροποίηση
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο