G.D.S. ν. Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθ. Αρ.: 2789/24, 27/5/2025
print
Τίτλος:
G.D.S. ν. Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθ. Αρ.: 2789/24, 27/5/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθ. Αρ.: 2789/24

27 Μαΐου, 2025

[Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

G.D.S.

Αιτητής

-και-

Υπηρεσίας Ασύλου

Καθ' ων η Αίτηση

 

Ο Αιτητής εμφανίζεται προσωπικά.

Α. Φιλίππου (κος), για Λ. Βελίκοβα (κα), Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση.

(Παρούσα η μεταφράστρια κυρία Ζ. Αγαπίου για πιστή μετάφραση από τα ελληνικά στα γαλλικά και αντίστροφα.) 

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.ΠΜε την παρούσα προσφυγή ο Αιτητής προσβάλλει την απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση, ημερομηνίας 27/06/2024, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για διεθνή προστασία.  

 

Τα ουσιώδη γεγονότα της παρούσας υπόθεσης έχουν ως ακολούθως:

 

Ο Αιτητής είναι ενήλικας, υπήκοος της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό (εφεξής «Λ.Δ.Κ.») και στις 02/07/2021,  αφού εισήλθε παρατύπως στα ελεγχόμενα από την Κυπριακή Δημοκρατία εδάφη, υπέβαλε αίτημα διεθνούς προστασίας. 

 

Στις 16/04/2024 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη του Αιτητή από αρμόδιο λειτουργό του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο (European Union Agency for Asylum – EUAA, εφεξής «EUAA»). Στις 27/06/2024, ο αρμόδιος λειτουργός ετοίμασε Έκθεση-Εισήγηση προς τον εξουσιοδοτημένο από τον Υπουργό Εσωτερικών διοικητικό λειτουργό να ασκεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, εισηγούμενος την απόρριψη της αίτησης ασύλου του Αιτητή. Ο τελευταίος, στις 27/06/2024, ενέκρινε την Έκθεση-Εισήγηση για απόρριψη της αίτησης ασύλου και αποφάσισε την επιστροφή του Αιτητή στη Λ.Δ.Κ..

 

Στις 11/07/2024, η Υπηρεσία Ασύλου συνέταξε απορριπτική επιστολή μαζί με την αιτιολόγηση της απόφασής της σχετικά με το αίτημα του Αιτητή, η οποία παραλήφθηκε και υπογράφηκε ιδιοχείρως από τον Αιτητή αυθημερόν. 

 

Στις 24/07/2024, καταχωρήθηκε η υπό εξέταση προσφυγή. 

 

Ο Αιτητής εμφανίζεται προσωπικά ενώπιον του Δικαστηρίου και προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για διεθνή προστασία προβάλλοντας πραγματικούς ισχυρισμούς. Ειδικότερα, στο δικόγραφο της προσφυγής του ο Αιτητής κατέγραψε ότι κατά την επιστροφή τους από ποδοσφαιρικό αγώνα στον οποίο είχε μεταβεί με κάποιο φίλο του, κάποιοι κτύπησαν με το αυτοκίνητο τον εν λόγω φίλο του, ο οποίος απεβίωσε εκεί. Ως εκ τούτου, τον κυνηγά η οικογένεια του αποβιώσαντος, καθώς θεωρούν ότι αυτός ευθύνεται για το εν λόγω γεγονός.

 

Με την γραπτή του αγόρευση, ο Αιτητής δήλωσε πως αμφισβητεί την ορθότητα και την νομιμότητα της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία δεν επέδειξε την δέουσα προσοχή κατά την εξέταση της αίτησής του. Δήλωσε πως προέβη στην καταχώρηση της αίτησής του λόγω της ανασφάλειας που ένιωθε, καθώς ο αποβιώσαντας φίλος του προέρχεται από επιφανή οικογένεια και επειδή κινδυνεύει η ζωή του από συγκεκριμένα μέλη αυτής της οικογένειας.  Κατέγραψε προς τούτο το όνομα του αποβιώσαντα φίλου του καθώς και τα ονόματα της οικογένειας του φίλου του, οι οποίοι είναι συνταγματάρχες και σύμβουλοι του Προέδρου της χώρας του.

 

Ο συνήγορος των Καθ' ων η αίτηση, μέσω της προφορικής του αγόρευσης κατά την ακρόαση της παρούσας, υιοθέτησε το περιεχόμενο της Ένστασης των Καθ΄ ων η Αίτηση και υποστήριξε επιπρόσθετα ότι οι ισχυρισμοί του Αιτητή όπως προκύπτουν από τη συνέντευξή του, εξετάστηκαν από τους Καθ΄ ων η Αίτηση και υποδεικνύουν ότι αφορούν διαφορά ιδιωτικής φύσεως. Ως εκ τούτου, υποστήριξε ότι ορθώς κρίθηκε ότι δεν θα μπορούσαν να τον εντάξουν στις περιπτώσεις των άρθρων 3 και 19 του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Κατά την ακρόαση της παρούσας υπόθεσης ημερομηνίας, 26/02/2025, ο Αιτητής σε σχετικές ερωτήσεις που του υποβλήθηκαν δήλωσε ότι προέβη σε σχετική καταγγελία στις αρχές της χώρας καταγωγής του σε σχέση με το ζήτημα που αντιμετώπιζε και ότι δεν υπήρχε κάποια έκβαση σε σχέση με αυτήν. Κληθείς να σχολιάσει τη διαπίστωση των Καθ΄ ων η Αίτηση ως προς την γενικότητα και την αοριστία των ισχυρισμών του, όπως για παράδειγμα την αδυναμία του να παραθέσει λεπτομέρειες για τον αποβιώσαντα φίλο του, ο Αιτητής ισχυρίστηκε ότι παρέθεσε το όνομά του και ότι ήταν φίλοι από μικρή ηλικία.

 

Στο σημείο αυτό επισημαίνεται ότι το παρόν Δικαστήριο κέκτηται δικαιοδοσίας να εξετάσει και την ορθότητα της παρούσας υπόθεσης, η οποία απορρέει από τα εδάφια (2), (3) και (4) του άρθρου 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν. 73(Ι)/ 2018), εφόσον η αίτηση του Αιτητή για διεθνή προστασία υποβλήθηκε στις 02/07/2021.  Λαμβάνω δε υπόψη μου, ότι ο Αιτητής δεν εκπροσωπείται από συνήγορο αλλά εμφανίζεται προσωπικά και δεν αναμένεται από αυτόν να προωθήσει νομικούς ισχυρισμούς εμπεριστατωμένα και αιτιολογημένα ως προνοούν οι Διαδικαστικοί Κανονισμοί σε υποθέσεις όπου τα μέρη εκπροσωπούνται από δικηγόρο (βλ. συναφώς Διαδικαστικός Κανονισμός 7 του Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962). Προς το σκοπό αυτό, κρίνω σκόπιμη την παράθεση των ισχυρισμών του Αιτητή, ως αυτοί προβλήθηκαν καθόλη τη διαδικασία εξέτασης του αιτήματός του.

 

Στην αίτησή του για διεθνή προστασία ο Αιτητής κατέγραψε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, καθώς κατά την επιστροφή τους από ποδοσφαιρικό αγώνα στον οποίο είχε μεταβεί μαζί με κάποιο φίλο του, ο τελευταίος κτυπήθηκε από αυτοκίνητο του οποίου οδηγός εγκατέλειψε τη σκηνή, τον μετέφεραν στο νοσοκομείο, αλλά εντέλει απεβίωσε. Ενόψει τούτου του γεγονότος, μέλη της οικογένειας του αποβιώσαντος φίλου του αναζητούσαν την οικογένεια του Αιτητή και τον ίδιο, προκειμένου να τον σκοτώσουν.

 

Κατά την προφορική του συνέντευξη, ο Αιτητής δήλωσε ότι γεννήθηκε στην Kinshasa (ερυθρά 61 1x και 62 2x του διοικητικού φακέλου). Ο Αιτητής έζησε σε διάφορες περιοχές της Kinshasa, που συνιστά και τον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του, όπως προκύπτει από τα λεγόμενά του (ερυθρό 61 1x του διοικητικού φακέλου). Η εθνοτική του καταγωγή είναι Mukongo και είναι Χριστιανός Καθολικός (ερυθρό 66 1x του διοικητικού φακέλου).

 

Ως προς τα προσωπικά του στοιχεία δήλωσε πως ο πατέρας του έχει αποβιώσει, η μητέρα του ζει στην κοινότητα Ngaba της Kinshasa μαζί με τους θείους του και διαθέτει επίσης έξι αδέλφια (ερυθρά 64 1x και 65 2x του διοικητικού φακέλου). Ο Αιτητής έχει δύο ανήλικα τέκνα τα οποία ζουν μαζί με τη σύζυγό του στην κοινότητα Lemba της Kinshasa (ερυθρό 63 1x του διοικητικού φακέλου).

 

Ως προς το μορφωτικό του υπόβαθρό, δήλωσε ότι είναι κάτοχος πτυχίου από πανεπιστήμιο της χώρας καταγωγής του (ερυθρό 60 1x του διοικητικού φακέλου). Αναφορικά με το επαγγελματικό του υπόβαθρο, δήλωσε ότι εργάστηκε μόνο για ένα χρόνο στη χώρα καταγωγής του (ερυθρό 60 2x του διοικητικού φακέλου) και ότι ο αδελφός του τον στήριζε οικονομικά (ερυθρό 59 1x του διοικητικού φακέλου).

 

Εγκατέλειψε νόμιμα τη χώρα καταγωγής του στις 14/05/2021 χρησιμοποιώντας το διαβατήριο του για τις μη ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές, όπου και αφίχθη αεροπορικώς (ερυθρό 59 2x του διοικητικού φακέλου). Σύμφωνα με τα λεγόμενά του, δεν αντιμετώπισε κάποια δυσκολία ούτε κατά την έξοδό του στο αεροδρόμιο της χώρας καταγωγής του, αλλά ούτε κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του (ερυθρά 58 1x και 59 2x του διοικητικού φακέλου). Μετέπειτα εισήλθε παρατύπως στα ελεγχόμενα από την Κυπριακή Δημοκρατία εδάφη, όπου και υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας (ερυθρά 58 1x και 59 2x του διοικητικού φακέλου).

 

Ως προς τους λόγους που τον ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του, κατά την ελεύθερη αφήγησή του, ο Αιτητής δήλωσε ότι κατά την επιστροφή τους από το γήπεδο στο οποίο μετέβη μαζί με έναν φίλο του για να παρακολουθήσουν έναν ποδοσφαιρικό αγώνα, ο τελευταίος κτυπήθηκε από αυτοκίνητο και εντέλει απεβίωσε. Μετά το θάνατό του, η οικογένεια του αποβιώσαντος τον αναζητούσε, για να τον σκοτώσει ή προκειμένου να συλληφθεί και να φυλακιστεί. Ο αποβιώσαντας φίλος του προερχόταν από γνωστή οικογένεια και ενόψει του ότι η ζωή του βρισκόταν σε κίνδυνο, εγκατέλειψε τη χώρα του για να σωθεί (ερυθρά 57 1x και 58 2x του διοικητικού φακέλου).

 

Κατά το στάδιο υποβολής διευκρινιστικών ερωτήσεων, ο Αιτητής ανέφερε ότι ο φίλος του κτυπήθηκε στις 29/11/2020 και απεβίωσε στις 20/12/2020 (ερυθρό 57 1x του διοικητικού φακέλου). Επιπρόσθετα, ισχυρίστηκε ότι κατόπιν εντολών του θείου του αποβιώσαντος, άγνωστα πρόσωπα προσπάθησαν να τον συλλάβουν, αλλά κατόρθωσε να ξεφύγει και τον κτύπησαν στις 21/01/2021 (ερυθρά 56 1x και 57 1x του διοικητικού φακέλου).

 

Σε περίπτωση που επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής φοβάται ότι θα το σκοτώσουν, καθώς βρισκόταν μαζί τον φίλο του όταν κτυπήθηκε.  Όπως τον ενημέρωσαν φίλοι του που παρευρέθηκαν σε πένθιμη συνάντηση, τα μέλη της οικογένειας του αποβιώσαντος ανέφεραν ότι θα τον σκοτώσουν (ερυθρό 56 1x του διοικητικού φακέλου).

 

Κληθείς να παραθέσει περισσότερες πληροφορίες για τον αποβιώσαντα φίλο του, δήλωσε ότι ζούσαν στην ίδια γειτονιά, ήταν κοντινός του φίλος από νεαρή ηλικία (ερυθρό 55 3x του διοικητικού φακέλου) και ζούσε μαζί με τον παππού του και τον θείο του γιατί οι γονείς του είχαν αποβιώσει (ερυθρό 54 του διοικητικού φακέλου). Γνώριζε πολύ καλά την οικογένειά του, με την οποία διατηρούσε καλές σχέσεις και επισκεπτόταν συχνά την οικία του (ερυθρά 54 2x και 55 3x του διοικητικού φακέλου).

 

Ως προς το περιστατικό του ατυχήματος, ο Αιτητής ανέφερε ότι καθώς διασταύρωναν τον δρόμο έξω από το στάδιο, ο φίλος του όντας χαρούμενος λόγω του αγώνα και κάπως απρόσεκτος, κτυπήθηκε από ένα αυτοκίνητο και έπεσε στο έδαφος με σοβαρά τραύματα (ερυθρά 53 1x και 54 2x του διοικητικού φακέλου). Επειδή υπήρχε κίνηση, ο οδηγός εξήλθε του αυτοκινήτου του και διέφυγε τρέχοντας (ερυθρό 53 1x του διοικητικού φακέλου). Ο Αιτητής και άλλα πρόσωπα που είδαν το περιστατικό, κυνηγούσαν τον δράστη τρέχοντας για 15 λεπτά περίπου, πλην όμως, ενόψει του ότι αυτός εισήλθε σε άλλο αυτοκίνητο και διέφυγε, επέστρεψαν πίσω στο σημείο που ο φίλος του βρισκόταν ακόμη πεσμένος στο έδαφος (ερυθρά 52 1x και 53 1x του διοικητικού φακέλου). Ειδοποιήθηκε η αστυνομία από κάποιο πρόσωπο που βρισκόταν στο σημείο και κατόπιν προτροπής τους, ο Αιτητής με τη βοήθεια άλλων προσώπων που γνώρισε εκείνη την στιγμή εκεί, τον μετέφεραν στην κοντινότερη κλινική και ακολούθως μεταφέρθηκε σε μεγαλύτερο νοσοκομείο, όπου και απεβίωσε (ερυθρά 49 1x, 50 1x και 52 1x του διοικητικού φακέλου). Ο Αιτητής επισκεπτόταν τον φίλο του στο νοσοκομείο, ο οποίος ενόσω νοσηλευόταν δεν είχε τις αισθήσεις του και εντέλει απεβίωσε λόγω της αιμορραγίας από τα κτυπήματα που είχε υποστεί στο κεφάλι (ερυθρό 48 1x του διοικητικού φακέλου).

 

Σύμφωνα με τα λεγόμενα του Αιτητή όλοι είχαν αφοσιωθεί στο να κυνηγήσουν το δράστη και καθόλη τη διάρκεια, ο φίλος του βρισκόταν πεσμένος στο έδαφος και κανένα πρόσωπο δεν τον είχε βοηθήσει μέχρι να επιστρέψουν πίσω, έστω και εάν λόγω της κίνησης στο δρόμο έτυχε να τον δουν που βρισκόταν εκεί (ερυθρά 51 1x και 52 1x του διοικητικού φακέλου). Ενώ αρχικά δήλωσε ότι όταν επέστρεψαν, δεν βρισκόταν κανένα άλλο πρόσωπο παρόν στο σημείο της σύγκρουσης, ακολούθως άλλαξε τα λεγόμενά του, αναφέροντας ότι όταν επέστρεψαν υπήρχε κόσμος που μετέβη στο σημείο (ερυθρό 51 1x του διοικητικού φακέλου). Επιπρόσθετα, ανέφερε ότι το περιστατικό της σύγκρουσης ήταν αυτό που προκάλεσε την κίνηση στο δρόμο και για αυτό κλήθηκε να σχολιάσει την αντιφατική του δήλωση σε προηγούμενο σημείο της συνέντευξής του ότι υπήρχε ήδη κίνηση και για αυτό ο οδηγός διέφυγε τρέχοντας, με τον Αιτητή να δηλώνει ότι μπροστά από το σημείο της σύγκρουσης υπήρχε ήδη κίνηση και ότι και το περιστατικό αυτό προκάλεσε επιπρόσθετη κίνηση στο σημείο εκείνο (ερυθρό 51 1x του διοικητικού φακέλου).

 

Ο Αιτητής, σε αντίθεση με άλλα πρόσωπα που βρίσκονταν στο σημείο, δεν ανέφερε οτιδήποτε στην αστυνομία που μετέβη εκεί, καθώς δεν αισθανόταν καλά και δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει τι είχε δει (ερυθρά 48 1x και 49 1x του διοικητικού φακέλου). Επειδή ο δράστης είχε ξεφύγει, η αστυνομία δεν έλαβε κάποια περαιτέρω ενέργεια και δεν γνωρίζει εάν έχει καταχωρηθεί σχετική υπόθεση, ούτε επικοινώνησαν με τον Αιτητή αναφορικά με το συμβάν, καθώς θεώρησαν ότι ήταν απλώς ένας παρευρισκόμενος στο σημείο, χωρίς να γνωρίζουν ότι βρισκόταν με τον αποβιώσαντα εκείνη την ημέρα (ερυθρά 42 και 48 1x του διοικητικού φακέλου). Ουδέποτε ο Αιτητής μετέβη οικειοθελώς στην αστυνομία για να καταθέσει αναφορικά με το συμβάν καθώς δεν του είχε ζητηθεί και επειδή φοβόταν ότι θα τον κυνηγήσουν, επειδή η οικογένειά του αποβιώσαντος γνώριζε ότι ήταν μαζί του εκείνη την ημέρα και ενδεχομένως να συλλαμβανόταν (ερυθρό 47 1x του διοικητικού φακέλου).

 

Σε σχέση με τις απειλές και τα προβλήματα που αντιμετώπιζε με την οικογένεια του αποβιώσαντος φίλου του, δήλωσε ότι ξεκίνησαν μετά το θάνατο του τελευταίου, καθώς τον κατηγορούσαν για το γεγονός αυτό εξαιτίας της απώλειας του συγγενικού τους προσώπου, χωρίς να προβούν ωστόσο σε επίσημη καταγγελία στην αστυνομία εναντίον του για τις εν λόγω κατηγορίες (ερυθρά 45 1x και 47 2x του διοικητικού φακέλου). Κληθείς να παραθέσει περισσότερες λεπτομέρειες, δήλωσε ότι στις 15/12/2020, τον πλησίασαν στο δρόμο άγνωστα πρόσωπα, τον απείλησαν ότι θα τον σκοτώσουν, τον κτύπησαν και τον τραυμάτισαν, αλλά κατόρθωσε να ξεφύγει, καθώς επενέβησαν πρόσωπα που βρίσκονταν εκεί (ερυθρά 46 1x και 47 2x του διοικητικού φακέλου). Μετά το εν λόγω περιστατικό, ο Αιτητής δεν είχε υποστεί οτιδήποτε περαιτέρω, πέραν από το ότι οι συγγενείς του αποβιώσαντος ανέφεραν γενικά σε άλλα πρόσωπα στην περιοχή, αλλά και στην οικογένεια του Αιτητή ότι θα τον σκοτώσουν, χωρίς να θυμάται να παραθέσει πότε επισκέπτονταν την οικογένειά του (ερυθρά 44 2x, 45 1x και 46 2x του διοικητικού φακέλου).

 

Τον Δεκέμβριο του 2020, μετά το θάνατο του φίλου του, εγκατέλειψε τον τόπο διαμονής του και ζούσε σε δύο διαφορετικές περιοχές περιορισμένος για να μην τον εντοπίσουν, μέχρι που τελικά εγκατέλειψε τελικά τη χώρα καταγωγής του (ερυθρό 44 2x του διοικητικού φακέλου).  Η τελευταία φορά που ο Αιτητής δέχθηκε απειλές μέσω τηλεφώνου από τα μέλη της οικογένειας του αποβιώσαντος, ήταν τον Μάρτιο του 2021, όπου του ανέφεραν ότι θα τον σκοτώσουν (ερυθρά 42 και 43 του διοικητικού φακέλου). Η τελευταία φορά που η οικογένεια του Αιτητή είχε επικοινωνία με την οικογένεια του αποβιώσαντος ήταν 5-6 μήνες πριν το χρόνο διεξαγωγής της συνέντευξης και η οικογένειά του τον προέτρεπε να μην επιστρέψει στη χώρα του γιατί θα τον βλάψουν (ερυθρό 43 του διοικητικού φακέλου).

 

Τόσο ο Αιτητής, όσο και η οικογένειά του προέβησαν σε καταγγελία στην αστυνομία για τις απειλές που δέχονταν, πλην όμως αποφάσισε να εγκαταλείψει τη χώρα του γιατί αντιλήφθηκε ότι δεν θα έχει κάποιο θετικό αποτέλεσμα και επειδή ο αποβιώσαντας προέρχεται από οικογένεια με επιρροή και ακόμα και εάν προβεί κάποιος σε καταγγελία, μπορεί να τον σκοτώσουν (ερυθρό 45 2x του διοικητικού φακέλου). Σε περίπτωση που επιστρέψει, οι αρχές της χώρας του δεν θα του παρέχουν προστασία σε σχέση με τις απειλές που λάμβανε και δεν θεωρεί ότι θα μπορούσε να ζήσει με ασφάλεια σε κάποια άλλη περιοχή (ερυθρά 41 και 42 του διοικητικού φακέλου).

 

Ο αρμόδιος λειτουργός στην Έκθεση-Εισήγησή του, εντόπισε δυο ουσιώδη γεγονότα στη βάση των δηλώσεων του Αιτητή. Το πρώτο αφορούσε την ταυτότητα, το προφίλ και τη χώρα καταγωγής του Αιτητή, το οποίο έγινε αποδεκτό λόγω της διαπιστωθείσας εσωτερικής και εξωτερικής αξιοπιστίας του Αιτητή. 

 

Ως δεύτερο ουσιώδες γεγονός σχηματίστηκε ο ισχυρισμός του Αιτητή ότι κατηγορήθηκε και λάμβανε απειλές από τα μέλη της οικογένειας ενός φίλου του, ο οποίος μετά το πέρας ενός ποδοσφαιρικού αγώνα που είχαν παρακολουθήσει μαζί με τον Αιτητή, κτυπήθηκε από αυτοκίνητο και απεβίωσε, ο οποίος έτυχε απόρριψης. Ως αναγράφεται στην Έκθεση-Εισήγηση, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν κατόρθωσε να παρέχει ικανοποιητικές και συγκεκριμένες πληροφορίες για τα περιστατικά που άπτονται του εν λόγω ισχυρισμού του, τα οποία ως ισχυρίστηκε, τον ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του.

 

Ειδικότερα, ο αρμόδιος λειτουργός διαπίστωσε ότι ήταν ευδιάκριτη η αδυναμία του Αιτητή να παραθέσει περισσότερες πληροφορίες αναφορικά με τον φίλο του που απεβίωσε και τη σχέση που διατηρούσε μαζί του, όπως επίσης και αναφορικά με την οικογένειά του, ως ευλόγως αναμενόταν από τον ίδιο, ενόψει του ότι σύμφωνα με τα λεγόμενά του ήταν φίλοι από μικρή ηλικία, έμεναν στη ίδια γειτονιά και τους γνώριζε πολύ καλά. Επιπρόσθετα, σε σχέση με το περιστατικό του ατυχήματος, διαπιστώθηκε ότι οι αναφορές του Αιτητή στερούνταν επαρκών πληροφοριών, καθώς αδυνατούσε να περιγράψει με τρόπο συνεκτικό το ατύχημα αλλά και το τι είχε συμβεί μετά από αυτό. Εντοπίστηκαν κιόλας αντιφάσεις στις δηλώσεις του αναφορικά με το κατά πόσον υπήρχε από πριν κίνηση στο σημείο του ατυχήματος ή εάν συνεπεία αυτού προκλήθηκε η κίνηση, σε συνδυασμό με τις δηλώσεις του για τον τρόπο που επέλεξε να διαφύγει ο δράστης.

 

Ακολούθως, σε σχέση με τους λόγους για τους οποίους στοχοποιήθηκε ο Αιτητής από την οικογένεια του αποβιώσαντος φίλου του, ο αρμόδιος λειτουργός διαπίστωσε πως ο Αιτητής δεν ήταν σε θέση να παραθέσει τους λόγους για τους οποίους ως ο ίδιος ισχυριζόταν κατηγορείτο από την οικογένεια του φίλου του ότι ευθύνεται για το θάνατο του τελευταίου. Πέραν από τη γενικόλογη αναφορά του ότι αυτό αποδίδεται στο γεγονός ότι γνώριζαν ότι είχαν μεταβεί μαζί στον αγώνα, παρόλα αυτά, δεν ήταν σε θέση ο Αιτητής να παραθέσει περισσότερες εξηγήσεις ως προς το εν λόγω ισχυρισμό του.

 

Σημειώθηκε επιπρόσθετα ότι τόσο το περιστατικό της επίθεσης εναντίον του, όσο και οι απειλές που ισχυρίστηκε ότι λάμβανε ο Αιτητής από συγκεκριμένα μέλη της οικογένειας του αποβιώσαντος φίλου του, στερούνταν επαρκών πληροφοριών. Διαπιστώθηκε ότι αναφέρθηκε γενικά σε μηνύματα που μετέφεραν σε γνωστούς του στην περιοχή ότι θα τον σκοτώσουν και σε απειλές που εξαπέλυαν στην οικογένειά του και στην σύζυγό του σε σχέση με τον Αιτητή, χωρίς να είναι σε θέση ωστόσο να παραθέσει πότε έλαβαν χώρα αυτές και να παρέχει περισσότερες λεπτομέρειες σε σχέση με αυτές προς στοιχειοθέτησή τους, καθώς από τα λεγόμενά του προκύπτει ότι τύγχανε ενημέρωσης για τις εν λόγω απειλές, έστω και εάν δεν ήταν ο ίδιος παρών όταν λάμβαναν αυτές χώρα.

 

Αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία, ο αρμόδιος λειτουργός παρέπεμψε αρχικά σε πληροφορίες από εξωτερική πηγή πληροφόρησης που επιβεβαιώνουν τον ποδοσφαιρικό αγώνα στον οποίο αναφέρθηκε ο Αιτητής. Πλην όμως, κατέγραψε ότι ενόψει της υποκειμενικής φύσεως των ισχυρισμών του Αιτητή σε σχέση με το εν λόγω ουσιώδες γεγονός, δεν είναι δυνατόν να τύχουν αυτοί επιβεβαίωσης μέσω εξωτερικών πηγών πληροφόρησης και ελλείψει στοιχειοθέτησης της εσωτερικής αξιοπιστίας του εν λόγω ουσιώδους γεγονότος, αυτό απορρίφθηκε στο σύνολό του.

 

Κατά το στάδιο της αξιολόγησης του κινδύνου, επί τη βάσει του μόνου αποδεκτού ουσιώδους γεγονότος, ήτοι της ταυτότητας, του προφίλ και της χώρας καταγωγής του Αιτητή, αφού ο αρμόδιος λειτουργός παρέθεσε πληροφορίες για τη γενική κατάσταση ασφαλείας στη Λ.Δ.Κ. και λαμβάνοντας υπόψη τις προσωπικές του περιστάσεις, έκρινε ότι δεν υφίσταται εύλογη πιθανότητα ο Αιτητής να αντιμετωπίσει κίνδυνο δίωξης ή σοβαρής βλάβης σε περίπτωση επιστροφής του στην Kinshasa, η οποία θεωρήθηκε ότι συνιστά την περιοχή καταγωγής και τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή.

 

Ακολούθως, στο στάδιο της νομικής ανάλυσης, ως αναφέρεται στην Έκθεση-Εισήγηση, βάσει των ισχυρισμών του Αιτητή, του προσωπικού του προφίλ και της αξιολόγησης κινδύνου, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι δεν προκύπτει βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης στο πλαίσιο του άρθρου 1Α(2) της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 σχετικά με το καθεστώς των προσφύγων και του άρθρου 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου και ως εκ τούτου ο Αιτητής δεν δικαιούται το καθεστώς του πρόσφυγα. Επιπλέον, κρίθηκε ότι ο κίνδυνος που μπορεί να αντιμετωπίσει ευλόγως ο Αιτητής κατά την επιστροφή του στη Λ.Δ.Κ. δεν συνιστά πραγματικό κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης σύμφωνα με το άρθρο 15(α) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ούτε μπορεί να θεωρηθεί ως πραγματικός κίνδυνος βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας δυνάμει του άρθρου 15(β) της Οδηγίας (αντίστοιχα άρθρα 19 (2) (α) και (β) του περί Προσφύγων Νόμου).

 

Αναφορικά με το άρθρο 15(γ) της Οδηγίας, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, ο αρμόδιος λειτουργός κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στη Λ.Δ.Κ. και ειδικότερα στην Kinshasa που συνιστά τον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, υπό την έννοια της σοβαρής και προσωπικής απειλής κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας ως άμαχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης. Ως εκ τούτου, o αρμόδιος λειτουργός κατέληξε ότι ο Αιτητής δεν δικαιούται ούτε το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας και εισηγήθηκε την απόρριψη της αίτησης του Αιτητή για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.

 

Αξιολογώντας το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου και την Έκθεση-Εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού των Καθ΄ ων η Αίτηση, κρίνω ότι έγιναν στον Αιτητή επαρκείς ερωτήσεις για να διερευνηθεί ο πυρήνας του αιτήματός του για διεθνή προστασία και ορθά κρίθηκε επί της ουσίας ότι οι ισχυρισμοί του Αιτητή ήταν ανεπαρκείς και μη ικανοποιητικοί, με αντιφάσεις και ως εκ τούτου αναξιόπιστοι. Ο Αιτητής απέτυχε να παράσχει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες σχετικά με τα ισχυριζόμενα περιστατικά που αντιμετώπιζε στη χώρα καταγωγής του και τα οποία τον ώθησαν, ως ο ίδιος ισχυρίζεται, να την εγκαταλείψει. Παρατηρώ ότι γενικά και αόριστα επικαλέστηκε φόβο δίωξης ή κίνδυνο να υποστεί βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, χωρίς να παρέχει ευλογοφανή στοιχεία στα οποία στηρίζεται ο φόβος του αυτός.

 

Στο σημείο αυτό αναφέρω ότι έχω εντοπίσει επιπρόσθετες αντιφάσεις στα λεγόμενα του Αιτητή, οι οποίες ενισχύουν την κρίση περί αναξιοπιστίας των ισχυρισμών του. Ειδικότερα, ο Αιτητής δήλωσε ότι ο φίλος του είχε αποβιώσει στις 20/12/2020 και ότι τα προβλήματα αλλά και οι απειλές εναντίον του προερχόμενες από την οικογένεια του εν λόγω προσώπου, ξεκίνησαν μετά το θάνατο του τελευταίου. Ωστόσο, αναφερόμενος στο περιστατικό που άγνωστα πρόσωπα που συνδέονταν με την οικογένεια του αποβιώσαντος του επιτέθηκαν, τον κτύπησαν και τον απείλησαν ότι θα τον σκοτώσουν, δήλωσε ότι αυτό έλαβε χώρα στις 15/12/2020, ήτοι πριν την ημερομηνία κατά την οποία ισχυρίστηκε ότι απεβίωσε ο φίλος του. Επιπρόσθετα, παρόλο που από τα λεγόμενά του φαίνεται να προκύπτει ότι αυτό αποτελούσε το μοναδικό περιστατικό του οποίου ήταν δέκτης προσωπικά ο ίδιος, εντούτοις εντοπίζεται περαιτέρω αντίφαση ως προς το χρονικό σημείο που επικαλέστηκε ότι τον είχαν κτυπήσει άγνωστα πρόσωπα, καθώς στα αρχικά σημεία της συνέντευξής του ανέφερε ότι το περιστατικό της επίθεσης εναντίον του έλαβε χώρα στις 21/01/2021.

 

Επιπρόσθετα, στη σχετική φόρμα ευαλωτότητας που περιλαμβάνεται στο διοικητικό φάκελο, ερωτηθείς για τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του, δήλωσε ότι αφότου επέστρεψε στην οικία του από τον ποδοσφαιρικό αγώνα που μετέβη μαζί με τον φίλο του, είχε ενημερωθεί ότι ο τελευταίος απεβίωσε και ως εκ τούτου κατηγορείτο από την οικογένεια του εν λόγω προσώπου για το θάνατό του (βλ. ερυθρό 19 του διοικητικού φακέλου), πληροφορία ωστόσο η οποία δεν φαίνεται να συνάδει με τα λεγόμενά του κατά τη συνέντευξή του. Αντιφάσεις άλλωστε εντοπίζονται και στο δικόγραφο της προσφυγής του, καθώς φαίνεται να δήλωσε ότι κάποια πρόσωπα είχαν κτυπήσει τον φίλο του με αυτοκίνητο και ότι αυτός απεβίωσε στο σημείο που είχε κτυπηθεί.

 

Κατά συνέπεια, από τα ανωτέρω προκύπτει ότι έγινε δέουσα έρευνα πριν τη λήψη της επίδικης απόφασης, η αιτιολόγηση της οποίας συμπληρώνεται από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου ως ανωτέρω αναλύεται (βλ. άρθρο 29 του Ν. 158(Ι)/1999, Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1171 και Διογένους ν. Δημοκρατίας (1999) 4 Α.Α.Δ. 371 και Στέφανος Φράγκου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 270).  Είναι δε πάγια νομολογημένο ότι η έρευνα είναι επαρκής εφόσον εκτείνεται στη διερεύνηση κάθε γεγονότος που σχετίζεται με το θέμα που εξετάζεται (βλ. Motorways Ltd v. Δημοκρατίας Α.Ε. 2371/25.6.99).  Εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός, μετά από μελέτη της Έκθεσης-Εισήγησης, ενέκρινε την εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού και ορθά και νόμιμα απορρίφθηκε το αίτημα του Αιτητή. Η έρευνα που είχε προηγηθεί ήταν επαρκής και είχαν συλλεγεί και διερευνηθεί όλα τα ουσιώδη στοιχεία σε συνάρτηση πάντα με τους ισχυρισμούς που είχε προβάλει ο Αιτητής, όπως αναλύεται ανωτέρω.

 

Παρά δε το ότι το Δικαστήριο έδωσε την ευκαιρία στον Αιτητή να συγκεκριμενοποιήσει τους ισχυρισμούς του κατά τις διευκρινίσεις της παρούσας διαδικασίας, αυτός δεν το έπραξε με αποτέλεσμα οι ισχυρισμοί του να παραμείνουν γενικοί, αόριστοι και μετέωροι και σε συνάρτηση με την υποχρέωση που έχει δυνάμει του άρθρου 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου να αποδείξει και να τεκμηριώσει το αίτημά του, και ως εκ τούτου το παρόν Δικαστήριο δεν μπορεί να τους αποδεχτεί.

 

Τονίζω δε ότι το βάρος απόδειξης του αιτήματος του βαραίνει αρχικά τον ίδιο τον Αιτητή (Άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου). Σύμφωνα δε με την παράγραφο 205 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια του Καθεστώτος των Προσφύγων (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου):

«(α) Ο αιτών πρέπει:

(Ι) Να λέει την αλήθεια και να παρέχει κάθε βοήθεια στον εξεταστή για τη διαπίστωση των στοιχείων της υπόθεσής του.

(ΙΙ) Να προσπαθεί να τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς του με κάθε διαθέσιμο αποδεικτικό μέσο και να δώσει ικανοποιητική εξήγηση για τυχόν ελλείψεις τους. Εάν παρουσιασθεί ανάγκη, πρέπει να προσπαθήσει να προσκομίσει πρόσθετα αποδεικτικά μέσα.

(ΙΙΙ) Να δώσει όλες τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν τον ίδιο και τις προηγούμενες εμπειρίες του, τόσο λεπτομερειακά όσο είναι αναγκαίο, ώστε να δοθεί στον εξεταστή η δυνατότητα να διαπιστώσει τη συνδρομή των σχετικών γεγονότων. Πρέπει ακόμη να κληθεί να δώσει μια συναφή εξήγηση ως προς όλους τους λόγους που επικαλείται για να υποστηρίξει την αίτηση για το καθεστώς του πρόσφυγα και να απαντήσει σε όσες ερωτήσεις του τεθούν.».

 

Κατά συνέπεια, στην προκειμένη περίπτωση, κρίνω ότι δεν συντρέχουν στο πρόσωπο του Αιτητή εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που δικαιολογούν την θεμελίωση δικαιολογημένου φόβου δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3(1) του Περί Προσφύγων Νόμου και ως εκ τούτου ο Αιτητής δεν δικαιούται προσφυγικό καθεστώς.  Επίσης, με βάση το προσωπικό του προφίλ υπό το φως των ισχυρισμών που ο ίδιος προώθησε, δεν θεωρώ ότι σε περίπτωση επιστροφής του υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι ο Αιτητής θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, όπως η εν λόγω έννοια ορίζεται στο άρθρο 19(2) του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Δεδομένου ότι ο ισχυρισμός του Αιτητή ως προς τους λόγους που φέρεται να εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του απορρίφθηκε στο σύνολό του ως μη αξιόπιστος, το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν προκύπτει κάποιος βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος του Αιτητή να κινδυνεύσει με σοβαρή βλάβη στη χώρα καταγωγής του, καθώς δεν προέκυψαν στοιχεία περί του ότι σε περίπτωση επιστροφής του θα κινδυνεύσει με κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης, ή βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας πρόνοιες σύμφωνα με τις πρόνοιες των άρθρων 19 (2) (α) και (β) του περί Προσφύγων Νόμου. Προκειμένου δε να εφαρμοστούν οι πρόνοιες των συγκεκριμένων άρθρων και να υπαχθεί αιτητής σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει αυτών, απαιτείται υψηλός βαθμός εξατομίκευσης των περιστάσεων που σχετίζονται με τον επικαλούμενο φόβο.[1] Στην παρούσα υπόθεση δεν διαπιστώνω να συντρέχουν οι απαιτούμενες προϋποθέσεις.

 

Αναφορικά με την υπαγωγή του Αιτητή σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, το οποίο προϋποθέτει ουσιώδεις λόγους να πιστεύεται ότι ο Αιτητής θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας, λόγω αδιακρίτως ασκούμενης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, υπάρχει ευρεία νομολογία τόσο του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015, ECLI:CY:AD:2015:D619, ECLI:CY:AD:2015:D619) όσο και του ΔΕΕ (βλ. C-285/12, A. Diakité v. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides, 30/01/2014, C-465/07, Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie, 17/02/2009), καθώς επίσης και του ΕΔΔΑ (βλ. K.A.B. v. Sweden, 886/11, 05/09/2013 (final 17/02/2014), Sufi and Elmi v. the United Kingdom, 8319/07 and 11449/07, 28/11/2011) στις οποίες ερμηνεύεται η έννοια της αδιακρίτως ασκούμενης βίας και της ένοπλης σύρραξης και τίθενται κριτήρια ως προς τη σοβαρότητα του κινδύνου που προϋποτίθεται για την αξιολόγηση των περιπτώσεων στις οποίες εξετάζεται η πιθανότητα παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 15(γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Για την εξέταση του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, το Δικαστήριο ανέτρεξε σε έγκυρες πηγές πληροφόρησης προς εξέταση της κατάστασης ασφαλείας που επικρατεί γενικά στη χώρα καταγωγής του Αιτητή και ειδικότερα στην Kinshasa, που συνιστά την περιοχή καταγωγής του και τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του.

 

Ως προς την γενικότερη κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής του Αιτητή, σύμφωνα με το Portal RULAC (Rule of Law in Armed Conflict) της Ακαδημίας της Γενεύης, η Λ.Δ.Κ. είναι αναμεμειγμένη σε διάφορες μη-διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις στην επικράτειά της εναντίον αριθμού μη κρατικών ένοπλων ομάδων.[2] Οι περιοχές που πλήττονται περισσότερο από τις συγκρούσεις είναι οι περιοχές Kivu, Kasai και Ituri, αν και η βία είναι ευρέως διαδεδομένη και επηρεάζει ολόκληρη τη χώρα.[3] Σε έκθεση της UNHCR που δημοσιεύθηκε τον Μάρτιο του 2025, αναφέρεται ότι μετά από συνεχιζόμενη επιδείνωση της ασφάλειας, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της ανθρωπιστικής κατάστασης στις περιοχές North Kivu, South Kivu και Ituri από τον Νοέμβριο του 2022, η ένοπλη βία στις ανατολικές επαρχίες της Λ.Δ.Κ. κλιμακώθηκε τον Ιανουάριο του 2025.[4]

 

Επιπρόσθετα, σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του Human Rights Watch που δημοσιεύθηκε το 2024 αναφορικά με την κατάσταση για τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Λ.Δ.Κ. για το έτος 2023, περισσότερες από 100 ένοπλες ομάδες παρουσιάζονταν ενεργές στις ανατολικές περιοχές Ituri, North Kivu, South Kivu.[5]

Στην ετήσια έκθεση του USDOS που δημοσιεύθηκε το 2024 αναφορικά με την κατάσταση για τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Λ.Δ.Κ. για το έτος 2023, αναφέρεται ότι μη κρατικές ένοπλες δυνάμεις συνέχισαν να διαπράττουν καταχρήσεις στις ανατολικές επαρχίες της χώρας.[6]

 

Σύμφωνα με τα στοιχεία του Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), για το διάστημα από 04/04/2024 έως 04/04/2025 στην Kinshasa σημειώθηκαν 94 περιστατικά ασφαλείας τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα το θάνατο 240 ανθρώπων. Μεταξύ αυτών, 6 περιστατικά συνίσταντο σε μάχες (18 θάνατοι), 13 ήταν περιστατικά βίας κατά αμάχων (20 θάνατοι), 57 ήταν περιστατικά διαμαρτυριών (κανένας θάνατος) και 18 ήταν περιστατικά εξεγέρσεων/ταραχών (202 θάνατοι).[7] Σημειωτέον δε ότι ο πληθυσμός της Kinshasa καταγράφεται στους 14.565.700 κατοίκους, σύμφωνα με επίσημη εκτίμηση που έλαβε χώρα το έτος 2020.[8]

 

Κατά συνέπεια,  η περιοχή καταγωγής του Αιτητή που συνιστά και τον τελευταίο τόπο συνήθους διαμονής του, παρότι, σύμφωνα με τις ανωτέρω αναφερόμενες πληροφορίες, χαρακτηρίζεται από σχετικά ασταθή κατάσταση ασφαλείας, εντούτοις, δεν φαίνεται να πλήττεται σε τέτοιο βαθμό από συγκρούσεις και περιστατικά βίας, τα οποία να ανάγονται σε τόσο υψηλό επίπεδο, ώστε να θεωρείται ότι ικανοποιεί το όριο του άρθρου 15(γ) της Οδηγίας, ως αυτό ερμηνεύθηκε από τη νομολογία του ΔΕΕ.[9] Λαμβάνοντας υπόψιν και τις ιδιαίτερες περιστάσεις του Αιτητή, θεωρώ ότι δεν εγείρονται ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι αυτός θα διατρέξει κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του και συγκεκριμένα στην Kinshasa.

 

Επομένως, στη βάση των όσων αναλύθηκαν ανωτέρω, κρίνω πως ο Αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει ότι πάσχει η ορθότητα και νομιμότητα της επίδικης απόφασης και ότι στο πρόσωπό του πληρούνται οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή του στο καθεστώς του πρόσφυγα ή της παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας, σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου (Ν. 6(Ι)/2000) και της Σύμβασης της Γενεύης του 1951.

 

Ως εκ τούτου, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Επιδικάζονται €500 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η Αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

 

 

Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] CJEU, C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji v.  Staatssecretaris van Justitie, ECLI:EU:C:2009:94,  <https://curia.europa.eu/juris/document/document.jsf?text=&docid=76788&pageIndex=0&doclang=EL&mode=lst&dir=&occ=first&part=1&cid=5184758> :  «32. Συναφώς, παρατηρείται ότι οι όροι «θανατική ποινή», «εκτέλεση» καθώς και «βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του αιτούντος» του άρθρου 15, στοιχεία α΄ και β΄, της οδηγίας, χαρακτηρίζουν περιπτώσεις στις οποίες ο αιτών επικουρική προστασία διατρέχει ειδικώς τον κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής. 33. Αντιθέτως, η κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας βλάβη, καθόσον συνίσταται σε «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» του αιτούντος, αναφέρεται σε ένα γενικότερο κίνδυνο βλάβης(ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 07/04/2025)

[2] RULAC (Rule of Law in Armed Conflict), Ακαδημία Γενεύης,  ‘Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo’, Last updated: Tuesday 14th February 2023, διαθέσιμο σε https://www.rulac.org/browse/conflicts/non-international-armed-conflict-in-democratic-republic-of-congo#collapse5accord (ημερομηνία πρόσβασης 07/04/2025)

[3] Ibid

[4] UNHCR - UN High Commissioner for Refugees, ‘UNHCR Position on Returns to North Kivu, South Kivu and Ituri in the Democratic Republic of the Congo - Update IV’ (March 2025) 2-3, διαθέσιμο σε 
https://www.ecoi.net/en/file/local/2122583/unhcr_position_on_returns_to_the_drc_-_march_2025_final.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 07/04/2025)

[5] HRW - Human Rights Watch, ‘World Report 2024 - Democratic Republic of Congo: Events of 2023’ (11 January 2024), διαθέσιμο σε  https://www.hrw.org/world-report/2024/country-chapters/democratic-republic-congo  (ημερομηνία πρόσβασης 07/04/2025)

[6] USDOS - US Department of State, ‘Democratic Republic of the Congo 2023 Human Rights Report’ (23 April 2024) 2, διαθέσιμο σε  https://www.state.gov/reports/2023-country-reports-on-human-rights-practices/democratic-republic-of-the-congo/ (ημερομηνία πρόσβασης 07/04/2025)

[7] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/ [βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Event Types (Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests) DATE RANGE: 04/04/2024 – 04/04/2025, REGION: Africa, COUNTRY: Democratic Republic of Congo, ADMIN UNIT: Kinshasa] (ημερομηνία πρόσβασης 07/04/2025)

[8] City population, https://www.citypopulation.de/en/drcongo/cities/ [Congo (Dem. Rep.) – Provinces:   Kinshasa] (ημερομηνία πρόσβασης 07/04/2025)

[9] Βλ.  C-285/12 Aboubacar Diakité ν. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides και στην C-465/07 Meki Elgafaji, Noor Elgafali  v Staatssecretaris van Justitie


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο