
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
5 Μαΐου 2025
[Β. ΚΟΥΡΟΥΖΙΔΟΥ - ΚΑΡΛΕΤΤΙΔΟΥ Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
J. K. N. Z. Οδός {…}
Αιτητής
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η Αίτηση
Αγγ. Λαζάρου (κα), Δικηγόρος για τον Αιτητή
Σ. Πιτσιλλίδου (κα), Δικηγόρος για τους Καθ' ων η αίτηση
Ο Αιτητής είναι παρών (Παρούσα η διερμηνέας κα Ζωή Αγαπίου για πιστή μετάφραση από Αγγλικά σε Ελληνικά και αντίστροφα και ο κος Tshiabo Tshintu για πιστή μετάφραση από Lingala σε Αγγλικά και αντίστροφα).
ΑΠΟΦΑΣΗ
Ο Αιτητής αιτείται δήλωσης του Δικαστηρίου ότι η απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση ημερομηνίας 21/12/2023, η οποία κοινοποιήθηκε στον Αιτητή στις 10/01/2024 και με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για παροχή Διεθνούς προστασίας καθότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του περί Προσφύγων Νόμου 6(Ι)/2000 και είναι παράνομη, άκυρη και στερείται κάθε νόμιμου αποτελέσματος. Περαιτέρω αιτείται δήλωσης του Δικαστηρίου με την οποία να αναγνωρίζεται στον Αιτητή καθεστώς προστασίας .
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Διοικητικού Φακέλου (στο εξής Δ.Φ.) που βρίσκονται ενώπιόν μου, ο Αιτητής είναι υπήκοος της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό (Λ.Δ.Κ.) και στις 23/10/2023 υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας, αφού προηγουμένως εισήλθε παράνομα στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνησης της Δημοκρατίας περιοχές. Στις 13/12/2023 διεξήχθη συνέντευξη στον Αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, ο οποίος στις 19/12/2023 υπέβαλε Έκθεση-Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου με την εισήγηση όπως απορριφθεί το αίτημα του Αιτητή. Ακολούθως, στις 21/12/2023 ο δεόντως εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός, ενέκρινε την πιο πάνω Έκθεση-Εισήγηση αποφασίζοντας την απόρριψη της αίτησης διεθνούς προστασίας του Αιτητή και εξέδωσε απόφαση επιστροφής στη χώρα καταγωγής του. Στις 10/01/2024 εκδόθηκε απορριπτική του αιτήματος του Αιτητή επιστολή από την Υπηρεσία Ασύλου συνοδευόμενη από αιτιολόγηση της απόφασής της, η οποία κοινοποιήθηκε αυθημερόν στον Αιτητή. Στις 29/01/2024 ο Αιτητής καταχώρισε την παρούσα προσφυγή.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Δια του εισαγωγικού της δικογράφου, η συνήγορος του Αιτητή εγείρει πλήθος νομικών ισχυρισμών προς ακύρωση της προσβαλλόμενης, οι οποίοι ωστόσο δεν προωθούνται στο σύνολό τους. Όπως προκύπτει από τα πρακτικά του δικαστηρίου κατά την δικάσιμο ημερομηνίας 13/12/2024, η συνήγορος του Αιτητή προέβη σε προφορική αγόρευση των ισχυρισμών της προωθώντας μόνο τον ισχυρισμό ότι η προσβαλλόμενη πράξη ελήφθη χωρίς να διεξαχθεί η δέουσα έρευνα. Υποστηρίζει ότι ο Αιτητής έχει δεχτεί επιθέσεις από μια συμμορία του δρόμου στην χώρα καταγωγής του με το όνομα KULUNA και ότι η Λ.Δ.Κ. δεν αποτελεί μια ασφαλή χώρα για τον ίδιο. Προς υποστήριξη των ισχυρισμών της επικαλείται ένα άρθρο που αποδεικνύει την ύπαρξη τέτοιου είδους συμμοριών και, συνεπώς, υποστηρίζει ότι δεν έγινε η δέουσα έρευνα από τον λειτουργό όσον αφορά στον φορέα που επιτέθηκε στον Αιτητή.
Από την πλευρά της η συνήγορος των Καθ' ων η Αίτηση μέσω των δικών της προφορικών αγορεύσεων, υιοθέτησε το περιεχόμενο της ένστασης δίνοντας έμφαση στο παράρτημα 5 που εξειδικεύεται και τεκμηριώνεται πλήρως από τον αρμόδιο λειτουργό για ποιους λόγους δεν κατέστη δυνατό να γίνει αποδεκτός ο ισχυρισμός του Αιτητή. Υποστηρίζει ότι ο τελευταίος υπέπεσε σε αντιφάσεις και δεν ήταν σε θέση να παράσχει πληροφορίες σε σχέση με τον πυρήνα του αιτήματός του και οι απαντήσεις του ήταν αντιφατικές. Με παραπομπή σε νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου υποστηρίζει ότι όταν ο Αιτητής κρίνεται αναξιόπιστος δεν υπάρχουν περιθώρια περαιτέρω διευκρινίσεων. Είναι θέση της ότι από τον διοικητικό φάκελο προκύπτει ξεκάθαρα ότι ακολουθήθηκε ορθά η διερευνητική διαδικασία και ενώ ο Αιτητής είχε την υποχρέωση να υποστηρίξει τους ισχυρισμούς του επέλεξε να απαντήσει με τέτοιο τρόπο που δεν άφηνε αμφιβολίες ώστε να φανεί η αναξιοπιστία του. Περαιτέρω, προβάλλει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι πλήρως τεκμηριωμένη και συμπληρώνεται από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου. Σε σχέση δε με τις πηγές που επικαλέστηκε η συνήγορος του Αιτητή, η συνήγορος των Καθ’ ων τονίζει ότι δεν υπάρχει συνάφεια με τον ισχυρισμό του Αιτητή και κατ’ επέκταση εξατομικευμένος κίνδυνος προς υποστήριξη των θέσεων του. Τέλος, είναι θέση της ότι η χώρα καταγωγής του Αιτητή κρίθηκε ως ασφαλής όχι μόνο βάσει του εθνικού καταλόγου αλλά και κατόπιν εξατομικευμένης αξιολόγησης της περίπτωσης του Αιτητή από τον αρμόδιο λειτουργό.
ΚΑΤΑΛΗΞΗ
Καταρχάς, παρατηρείται ότι οι λόγοι ακύρωσης που εγείρονται στην παρούσα αίτηση, παρατίθενται με γενικότητα και αοριστία. Η απλή καταγραφή κατά ιδιαίτερο συνοπτικό τρόπο στους λόγους ακύρωσης της νομικής βάσης της προσφυγής δεν ικανοποιεί την επιτακτική ανάγκη του Κανονισμού 7 του Ανωτάτου Συνταγματικού Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962, όπως οι νομικοί λόγοι αναφέρονται πλήρως.
«Η αναφορά, για παράδειγμα, ότι «Η απόφαση πάσχει γιατί λήφθηκε χωρίς την δέουσα έρευνα» (το ίδιο αοριστολόγοι είναι και οι υπόλοιποι λόγοι ακύρωσης), δεν εξηγεί καθόλου, ούτε παραπέμπει σε συγκεκριμένα κατ' ισχυρισμόν δεδομένα που οδήγησαν σε μη έρευνα, ή σε πλάνη κλπ. Η προσφυγή θα μπορούσε να απορριφθεί για τους πιο πάνω διαδικαστικούς λόγους οι οποίοι αντανακλούν βεβαίως και επί της ουσίας. Αυστηρώς ομιλούντες, τα όσα αναφέρονται στην αγόρευση του δικηγόρου της Αιτήτριας δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη, εφόσον παγίως αναγνωρίζεται ότι οι αγορεύσεις δεν αποτελούν μέσο για τη θεμελίωση γεγονότων (δέστε Δημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Ελισσαίου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (2004) 3 Α.Α.Δ. 412 και Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 384) (δέστε Υπόθεση Αρ. 1119/2009 ημερ. 31 Ιανουαρίου 2012 FARHAN KHALIL, και Κυπριακής Δημοκρατίας).
Οι ισχυρισμοί για την ακύρωση μιας διοικητικής απόφασης πρέπει να είναι συγκεκριμένοι και να εξειδικεύουν ποια νομοθετική πρόνοια ή αρχή διοικητικού δικαίου παραβιάζεται. Όπως έχει τονισθεί στην υπόθεση Latomia Estate Ltd. v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672:
«Η αιτιολόγηση των νομικών σημείων πάνω στα οποία βασίζεται μια προσφυγή είναι απαραίτητη για την εξέταση από ένα Διοικητικό Δικαστήριο των λόγων που προσβάλλουν τη νομιμότητα μιας διοικητικής πράξης.»
Περαιτέρω δεν αρκεί η παράθεση των συγκεκριμένων διατάξεων της νομοθεσίας που κατ' ισχυρισμόν παραβιάζει η προσβαλλόμενη πράξη, αλλά θα πρέπει επίσης τα επικαλούμενα νομικά σημεία να αιτιολογούνται πλήρως. Οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια σε σχέση με αυτά μπορεί να έχει ως συνέπεια την απόρριψη της προσφυγής (βλ. Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 AAΔ.598).
Επίσης είναι πλειστάκις νομολογημένο ότι, λόγοι ακύρωσης που δεν εγείρονται στο δικόγραφο της προσφυγής δεν μπορούν να εξεταστούν με το να εγείρονται για πρώτη φορά στις γραπτές αγορεύσεις. Σχετικό είναι και το ακόλουθο απόσπασμα από την πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας στη Φλωρεντία Πετρίδου ν. Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, (2004) 3 Α.Α.Δ. 636: «Παρατηρούμε ότι στο κείμενο της προσφυγής δεν εγείρεται τέτοιος λόγος ακύρωσης, αν και σχετική επιχειρηματολογία πράγματι προβάλλεται στη γραπτή αγόρευση της εφεσείουσας. Έχει επανειλημμένα λεχθεί πως λόγος ακύρωσης που δεν εγείρεται στην προσφυγή δεν μπορεί να εξεταστεί σε μεταγενέστερο στάδιο, αφού οι γραπτές αγορεύσεις αποτελούν απλώς επιχειρηματολογία».
Σύμφωνα με την Μαραγκός ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 671: «Για να καταστεί το θέμα επίδικο, πρέπει αυτό να εγείρεται σύμφωνα με τις δικονομικές διατάξεις και να αποφασίζεται ύστερα από εξαντλητική επιχειρηματολογία.»
«Η αγόρευση αποτελεί το μέσο για την έκθεση της επιχειρηματολογίας υπέρ της αποδοχής των λόγων ακύρωσης και όχι υποκατάστατο της στοιχειοθέτησής τους. Βλ. Παπαδοπούλας ν. Ιωσηφίδη κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 601 και Λεωφορεία Λευκωσίας Λτδ ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 56»
Τα όσα επομένως πιο κάτω εξετάζονται και αποφασίζονται, τελούν υπό την πιο πάνω τοποθέτηση του Δικαστηρίου.
Στα πλαίσια ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης, το Δικαστήριο εξετάζει κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκειται στην διακριτική ευχέρεια του αποφασίζοντας οργάνου και διαφέρει κατά περίπτωση (βλ. Απόφαση αρ. 128/2008 JAMAL KAROU V Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 1 Φεβρουάριου, 2010).
Όπως εξηγήθηκε στην υπόθεση Πολυξένη Γεωργίου ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 606/91, ημερομηνίας 22.9.92, στις σελ. 2-3: «Το τι αποτελεί επαρκή έρευνα, εξαρτάται από τα γεγονότα και περιστατικά της κάθε υπόθεσης (KNAI ν. The Republic (1987) 3 CLR 1534). Η έκταση της έρευνας που ένα διοικητικό όργανο διεξάγει για τη λήψη απόφασης εξαρτάται από τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης» (Δημοκρατίας ν. Γιαλλουρίδη και Άλλων), Αναθεωρητικές Εφέσεις 868, 868, ημερομηνίας 13.12.90)».
Έχω εξετάσει την προσβαλλόμενη απόφαση υπό το πρίσμα όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, κυρίως των όσων ο Αιτητής δήλωσε κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του, όσο και όσα προβάλλει με την παρούσα προσφυγή.
Σύμφωνα με τα στοιχεία στο φάκελο του Αιτητή, αυτός είναι ενήλικας από την Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (Λ.Δ.Κ.).
Κατά τη διάρκεια της προφορικής του συνέντευξης και ως προς τα προσωπικά του στοιχεία, ο Aιτητής δήλωσε ότι έχει κονγκολέζικη καταγωγή, προερχόμενος από την πόλη Kinshasa, η οποία αποτελεί τόσο τόπο γέννησης όσο και τελευταίας συνήθους διαμονή του (ερ. 32 δ.φ.). Περαιτέρω, ως προς τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις δήλωσε χριστιανός καθολικός (ερ. 35 δ.φ.). Αναφορικά με το μορφωτικό του επίπεδο, δήλωσε πως έχει ολοκληρώσει την δευτεροβάθμια εκπαίδευση στην χώρα καταγωγής του και ακολούθως εκπαιδεύτηκε ως ηλεκτρολόγος, ενώ σε σχέση με το επαγγελματικό του προφίλ δήλωσε πως απασχολούνταν ως ηλεκτρολόγος (ερ. 33 δ.φ.). Περαιτέρω, αναφορικά με την οικογενειακή του κατάσταση δήλωσε άγαμος και άτεκνος. Ο πατέρας του απεβίωσε το 2023 και η μητέρα του με τα πέντε (5) αδέρφια του εξακολουθούν και διαμένουν μέχρι και σήμερα στην Kinshasa (ερ. 32 δ.φ.).
Αναφορικά με τους κατ’ ιδίαν λόγους που τον ώθησαν να εγκαταλείψει την χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής κατά το στάδιο της ελεύθερης αφήγησης προέβαλε ότι έφυγε λόγω των απειλών και διώξεων που προέκυψαν από μία ερωτική σχέση που είχε με την κόρη του ανιψιού ενός υψηλόβαθμου στρατηγού του στρατού της χώρας. Η σχέση ξεκίνησε το 2018, όταν ο Αιτητής ήταν 19 ετών και η κοπέλα 17. Τον Νοέμβριο του 2019, η κοπέλα τον ενημέρωσε ότι ήταν έγκυος. Η οικογένειά της, η οποία φέρεται να είχε φιλοδοξίες να την παντρέψει με κάποιον από ευγενή οικογένεια, ήταν αντίθετη στη σχέση και την εγκυμοσύνη. Η κατάσταση κλιμακώθηκε όταν η οικογένειά της ανακάλυψε την εγκυμοσύνη. Ο Αιτητής δήλωσε ότι, μετά την αποκάλυψη, μια ομάδα στρατιωτών και άλλων ατόμων εμφανίστηκε στο πατρικό του σπίτι με επιθετική συμπεριφορά. Ο μεγαλύτερος αδελφός του παρατήρησε τους στρατιώτες και ειδοποίησε την οικογένεια. Ο πατέρας της κοπέλας φέρεται να αντιμετώπισε τους γονείς του Αιτητή, απειλώντας ότι θα σκοτώσει τον Αιτητή, ισχυριζόμενος ψευδώς ότι η κόρη του ήταν ανήλικη. Ο αδελφός του Αιτητή τον έκρυψε στο σπίτι των γειτόνων. Κατόπιν, οι γονείς του τον ενημέρωσαν ότι η κοπέλα θα προχωρούσε σε άμβλωση και του εξέφρασαν τον φόβο τους για τις συνέπειες της κατάστασης, λόγω των ισχυρών διασυνδέσεων της οικογένειας της κοπέλας. Στην συνέχεια, ο Αιτητής δήλωσε ότι συνέχισε να διατηρεί επαφή με την κοπέλα του μέσω κοινωνικών δικτύων. Εκείνη τον ενημέρωνε ότι η οικογένειά της συνέχιζε να τον αναζητά και ο ίδιος της πρότεινε να προχωρήσει σε άμβλωση, αναγνωρίζοντας ότι η σχέση τους δεν μπορούσε να συνεχιστεί. Αργότερα, σε μία διαδρομή προς το πανεπιστήμιο, σε περιοχή που ονομάζεται Baramoto, ο Αιτητής δέχτηκε επίθεση από ομάδα Kuluna, οι οποίοι του φώναζαν «αυτός είναι». Ο Αιτητής κατάλαβε ότι είχαν σταλεί από την οικογένεια της κοπέλας. Τα μέλη των Kuluna tον χτύπησαν, τον κατηγόρησαν ότι άφησε έγκυο μία «μικρή» και του κατέστρεψαν τα ρούχα και τα μαλλιά του, μέχρι που η ασφάλεια του πανεπιστημίου επενέβη και του έδωσε νέα ρούχα. Μετά την επίθεση, ο Αιτητής παρέμεινε στο σπίτι των γονιών του για ένα διάστημα. Ωστόσο, ακολούθησε νέο επεισόδιο κατά το οποίο άγνωστοι πέταξαν πέτρες στο σπίτι και απείλησαν ότι θα τον σκοτώσουν. Ο πατέρας του κάλεσε την τοπική αστυνομία, η οποία ήρθε, αλλά οι δράστες διέφυγαν. Σύμφωνα με τον Αιτητή, η αστυνομία ενημέρωσε τον πατέρα του ότι είχε κατατεθεί καταγγελία εις βάρος του για εγκυμοσύνη ανήλικης και ότι δεν έπρεπε να εμφανίζεται στην περιοχή λόγω των σχέσεων της οικογένειας με την αστυνομική διεύθυνση. Τότε ο Αιτητής κατέφυγε στο σπίτι της θείας του, όπου αισθανόταν μεγαλύτερη ασφάλεια. Τελικά, με τη βοήθεια του πατέρα του, εξασφάλισε διαβατήριο και ταξίδεψε προς τις μη ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση περιοχές της Δημοκρατίας (ερ. 31, 1Χ, 30 και 29, 1Χ δ.φ.).
Ο Αιτητής δήλωσε ότι αυτή ήταν η πρώτη φορά που έφυγε από τη ΛΔΚ. Επέστρεψε όμως κάποια στιγμή στη χώρα του, θεωρώντας ότι το πρόβλημα είχε λυθεί επειδή ο στρατηγός είχε παραιτηθεί. Παρέμεινε στην Kinshasa για πέντε μήνες. Ωστόσο, μετά από δύο μήνες, όταν έγινε γνωστή η επιστροφή του στην περιοχή Mont Ngafula, ισχυρίζεται ότι ξεκίνησαν νέες, εντονότερες απειλές. Δήλωσε πως δεν ήταν παρών όταν εισέβαλαν στο σπίτι των γονιών του, αλλά τον ειδοποίησαν τηλεφωνικά ότι το σπίτι είχε καταστραφεί και ότι τον αναζητούσαν για να τον βλάψουν. Τότε ο Αιτητής αποφάσισε να επιστρέψει στο σπίτι της θείας του. Κατόπιν δήλωσε πως σύντομα, ο πατέρας του αρρώστησε και πέθανε μέσα σε μία εβδομάδα. Όπως εξήγησε, ο γιατρός είπε ότι είχε λάβει ισχυρό δηλητήριο. Μετά τον θάνατο του πατέρα του, ο Αιτητής έλαβε απειλητικά μηνύματα, καθώς και σχόλια στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που υποδήλωναν ότι εκείνος θα ήταν το επόμενο θύμα. Η θεία του απευθύνθηκε στην οικογένεια για οικονομική στήριξη και, χάρη στην ήδη υπάρχουσα άδεια παραμονής του στην Κύπρο, κατάφερε να επιστρέψει. Όταν ρωτήθηκε, ο Αιτητής επιβεβαίωσε ότι οι απειλές προέρχονταν από την ίδια οικογένεια — την οικογένεια της πρώην συντρόφου του. Δήλωσε ότι εάν επιστρέψει στη ΛΔΚ, θα τον σκοτώσουν. Επιβεβαίωσε επίσης ότι θα είχε παραμείνει στη χώρα του εάν δεν υπήρχε αυτό το ζήτημα. (ερ. 29 δ.φ.).
Κατά το στάδιο των διευκρινίσεων, δόθηκε η ευκαιρία στον αιτητή μέσω πρόσθετων ερωτήσεων να εμπλουτίσει την επιχειρηματολογία του και να αποσαφηνίσει τα κρίσιμα βιοτικά γεγονότα της αφήγησής του. Ο Αιτητής δήλωσε ότι ξεκίνησε μια ερωτική σχέση με την πρώην σύντροφό του το 2018, χωρίς να μπορεί να θυμηθεί τον ακριβή μήνα ή ημερομηνία. Η σχέση διήρκεσε μέχρι το 2020. Όπως περιέγραψε, δεν συγκατοικούσαν αλλά συναντιούνταν περίπου τέσσερις φορές την εβδομάδα, περνώντας χρόνο σε παραλίες, ήσυχα μέρη, ξενοδοχεία ή εστιατόρια. Δήλωσε ότι γνωρίστηκαν για πρώτη φορά στο λεωφορείο ενώ πήγαιναν στα σχολεία τους. Ανέφερε ως ημερομηνία γέννησής της την 06/07/2001 και εξήγησε ότι τον έλκυσε η ευγένεια και ο τρόπος ομιλίας της, ενώ περιέγραψε τα συναισθήματά του για αυτή ως «αληθινή αγάπη» (ερ. 28 δ.φ.). Ο Αιτητής δήλωσε ότι η εγκυμοσύνη έγινε γνωστή τον Νοέμβριο του 2019, αν και παραδέχθηκε ότι υπήρξε ασυνέπεια στην αρχική του δήλωση όπου ανέφερε το 2020. Εξήγησε ότι η κοπέλα του ήρθε στο σπίτι του το βράδυ και του είπε ότι ήταν έγκυος, ότι η μητέρα της το είχε καταλάβει και ότι σκόπευε να ενημερώσει τον πατέρα της όταν επέστρεφε από τη δουλειά. Την επόμενη μέρα, στρατιώτες και μέλη της οικογένειάς της ήρθαν στο σπίτι των γονιών του Αιτητή και χτύπησαν την πόρτα επιθετικά, χωρίς όμως να εισέλθουν στο σπίτι. Παρότι ο πατέρας της κοπέλας τον είχε απειλήσει με θάνατο, οι στρατιώτες δεν εισήλθαν εντός του σπιτιού. Ο Αιτητής εξήγησε ότι η είσοδος στο σπίτι θα ήταν ξεκάθαρη νομική παραβίαση, αν και τόνισε ότι στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό οι αρχές συχνά δρουν πέρα από τον νόμο. Κατάφερε να διαφύγει από το πίσω μέρος του σπιτιού και, όπως είπε, δεν έγινε ορατός σε τρίτους. Μετά το περιστατικό, ο Αιτητής δήλωσε ότι αρχικά παρέμεινε στο σπίτι των γονιών του και αργότερα συνέχισε να φοιτά στη σχολή του (ερ. 27 δ.φ.). Ωστόσο, μετά από επίθεση που δέχτηκε από ομάδα των Kuluna τον Δεκέμβριο του 2020 κοντά στην περιοχή Baramoto, ενώ πήγαινε στο πανεπιστήμιο, σταμάτησε να κυκλοφορεί. Ανέφερε ότι οι Kuluna τον χτύπησαν και τον κατηγόρησαν ότι άφησε έγκυο ανήλικη, και εικάζει ότι είχαν σταλεί από την οικογένεια της κοπέλας. Μετά από την επίθεση, μετέβη στο σπίτι της θείας του, όπου ένιωθε ασφαλέστερα, αφού κανείς δεν γνώριζε την τοποθεσία της. Αργότερα όμως επέστρεψε στο πατρικό του, οπότε σημειώθηκε δεύτερη επίθεση στην οικία της οικογένειάς του. Εν συνεχεία, ο πατέρας του Αιτητή κάλεσε την αστυνομία και, σύμφωνα με τον Αιτητή, οι αρχές ενημέρωσαν τον πατέρα του ότι είχε υποβληθεί καταγγελία για εγκυμοσύνη ανηλίκου εις βάρος του Αιτητή και ότι διέτρεχε σοβαρό κίνδυνο λόγω των διασυνδέσεων που είχε η οικογένεια της κοπέλας. Ο Αιτητής επιβεβαίωσε ότι οι ανωτέρω πληροφορίες του γνωστοποιήθηκαν από τον πατέρα του (ερ. 26 δ.φ.).
Όταν του επισημάνθηκαν αντιφάσεις ως προς το αν ήταν παρών κατά τη δεύτερη επίθεση, ο Αιτητής παραδέχτηκε ότι ίσως έκανε λάθος. Διευκρίνισε ότι έμεινε για ένα μήνα στο σπίτι της θείας του, επέστρεψε στη συνέχεια στο πατρικό του, και η επίθεση σημειώθηκε ενώ απουσίαζε, γεγονός που τον έσωσε από τραυματισμό. Περαιτέρω, ανέφερε ότι η αστυνομία δεν επισκέφθηκε ποτέ το σπίτι της θείας του, επειδή δεν γνώριζε την τοποθεσία της, ενώ επισήμανε επίσης ότι κανένα μέλος της οικογένειας δεν θα αποκάλυπτε τη διεύθυνση της θείας του. Αργότερα, ο πατέρας του τον επισκέφθηκε εκεί τον Απρίλιο του 2021 και του συνέστησε να φύγει από τη χώρα. Επικοινώνησε με ταξιδιωτικά γραφεία και πλήρωσε για την έκδοση του διαβατηρίου και άλλων απαραίτητων εγγράφων. Ο Αιτητής παρέμεινε στη ΛΔΚ από τον Απρίλιο του 2021 έως τον Απρίλιο του 2022, επειδή δεν διέθετε τα απαραίτητα οικονομικά μέσα για να ταξιδέψει. Κατά την περίοδο αυτή δεν σημειώθηκαν άλλες επιθέσεις στο σπίτι των γονιών του, ούτε ρωτήθηκε κανείς για την τοποθεσία του. Ο Αιτητής δήλωσε ότι δεν γνωρίζει τον λόγο για τον οποίο η αστυνομία ή η οικογένεια της σταμάτησαν να τον αναζητούν, αλλά τόνισε ότι η οικογένειά του δεν θα αποκάλυπτε ποτέ τη θέση του (ερ. 25 δ.φ.). Εν συνεχεία, ο Αιτητής δήλωσε ότι το άτομο που ήταν υπεύθυνο για τις απειλές εναντίον του ήταν ο Στρατηγός Sylvano Kasongo. Αρχικά τον προσδιόρισε ως στρατηγό του στρατού, αλλά στη συνέχεια διευκρίνισε ότι ήταν στρατηγός της αστυνομίας, ενώ εξήγησε ότι όταν χρησιμοποίησε τον όρο «στρατιώτες» αναφερόταν σε αστυνομικούς. Όταν ρωτήθηκε γιατί χρησιμοποίησε διαφορετικούς όρους για να περιγράψει τα ίδια πρόσωπα, απάντησε ότι δεν γνωρίζει (ερ. 25, 9χ επ. δ.φ).
Ο Αιτητής δήλωσε ότι επέστρεψε στη ΛΔΚ μετά από πληροφορίες που έλαβε από διάφορα άτομα τον Ιανουάριο του 2023, σύμφωνα με τις οποίες ο Στρατηγός Kasongo είχε παραιτηθεί. Παραδέχθηκε ότι δεν επαλήθευσε την πληροφορία αυτή από επίσημες πηγές πριν επιστρέψει, διότι επιθυμούσε έντονα να επιστρέψει στην πατρίδα του και έδρασε αμέσως μόλις άκουσε για την παραίτηση. Όταν του επισημάνθηκε ότι, σύμφωνα με εξωτερικές πηγές, ο Στρατηγός Kasongo μετατέθηκε τον Απρίλιο του 2023 και δεν παραιτήθηκε τον Ιανουάριο, ο Αιτητής απάντησε ότι εκείνος είχε ακούσει για την παραίτηση νωρίτερα. Περαιτέρω, ανέφερε ότι περίπου δύο μήνες μετά την επιστροφή του στη ΛΔΚ, δηλαδή γύρω στον Ιούνιο του 2023, σημειώθηκε νέα επίθεση στο πατρικό του σπίτι. Ο ίδιος διευκρίνισε πως δεν ήταν παρών αλλά βρισκόταν στην ευρύτερη περιοχή. Επίσης, δήλωσε ότι τον Ιούλιο του 2023 ο πατέρας του αρρώστησε και λίγο αργότερα κατέληξε. Σύμφωνα με τον Αιτητή, το νοσοκομείο ενημέρωσε την οικογένεια ότι ο πατέρας του είχε καταναλώσει δηλητήριο, αν και δεν προσδιορίστηκε η ουσία. Ο ίδιος δεν γνώριζε το όνομα του δηλητηρίου. Στο σημείο αυτό, ισχυρίστηκε ότι η οικογένεια της πρώην συντρόφου του ήταν υπεύθυνη για τη δηλητηρίαση του πατέρα του. Στήριξε τον ισχυρισμό αυτό σε απειλητικά μηνύματα και σχόλια που έλαβε στον λογαριασμό του στο Facebook, τα οποία προέρχονταν από νέο λογαριασμό. Τα σχόλια αυτά αναρτήθηκαν σε φωτογραφία που ο ίδιος είχε δημοσιεύσει μετά τον θάνατο του πατέρα του και ανέφεραν ότι «σκότωσαν τον πατέρα του» και ότι «εκείνος θα ήταν ο επόμενος». Όταν ρωτήθηκε γιατί κάποιος θα παραδεχόταν δημοσίως την ευθύνη για τέτοια πράξη, ο Αιτητής απάντησε ότι σκοπός ήταν να τον εκφοβίσουν. Πίστευε δε ότι ο πατέρας του στοχοποιήθηκε επειδή τον υποστήριζε οικονομικά (ερ. 24 δ.φ.). Σημείωσε ότι η οικογένεια της πρώην κοπέλας του δεν ήθελε να σκοτώσει τον πατέρα του με απευθείας τρόπο για να μην θεωρηθεί υπεύθυνη, γι’ αυτό και προέβησαν σε έμμεσες απειλές και ενέργειες. Τέλος, ο Αιτητής, ερωτηθείς σχετικώς, δήλωσε ότι δεν θα ήταν ασφαλής σε οποιαδήποτε άλλη περιοχή της χώρας του, καθώς η αστυνομία υπάρχει παντού και πιστεύει ότι θα τον εντοπίσουν και θα τον σκοτώσουν. Όταν ρωτήθηκε πώς εξηγεί το γεγονός ότι στο παρελθόν κατάφερε να παραμείνει ασφαλής στο σπίτι της θείας του χωρίς να εντοπιστεί, απάντησε ότι αν επιστρέψει, μπορεί να τον αναγνωρίσουν στον δρόμο και να τον σκοτώσουν (ερ. 23 δ.φ.).
Υπό το φως των ως άνω πληροφοριών, ως αυτές προκύπτουν από το πρακτικό της συνέντευξης του Αιτητή και τα λοιπά στοιχεία του διοικητικού φακέλου, ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου σχημάτισε την Έκθεση-Εισήγησή της επί τη βάση των εξής τεσσάρων (4) ουσιωδών ισχυρισμών:
(1) Προσωπικά στοιχεία και προφίλ του Αιτητή
(2) Σχέση του Αιτητή με κόρη ανιψιού στρατηγού
(3) Απειλές και ενέργειες κατά του Αιτητή από το στρατηγό και την υπόλοιπη οικογένεια της κόρης ανιψιού στρατηγού και πρώτη αναχώρηση του Αιτητή από τη Λ.Δ.Κ.
(4) Επιστροφή του Αιτητή στο Λ.Δ.Κ., ενέργειες και απειλές εναντίον του από το στρατηγό και την υπόλοιπη οικογένεια της κόρης ανιψιού στρατηγού και δεύτερη αναχώρηση του από την Λ.Δ.Κ.
Ως προς τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό του Αιτητή, ο αρμόδιος λειτουργός αξιολόγησε αυτόν ως εσωτερικά και εξωτερικά αξιόπιστο και συνεπώς τον έκανε αποδεκτό, αποδεχόμενος τα στοιχεία του προφίλ του Αιτητή, όπως αυτά καταγράφονται στην Έκθεση-Εισήγηση. Συγκεκριμένα, τα στοιχεία του Αιτητή εξακριβώθηκαν από το διαβατήριο του, το οποίο προσκόμισε και από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης.
Αναφορικά με τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, ότι δηλαδή ο Αιτητής διατηρούσε σχέση με την κόρη ανιψιού στρατηγού του στρατού του Κονγκό, οι Καθ’ ων κατέληξαν στις εξής παρατηρήσεις. Κατά την αξιολόγηση της εσωτερικής αξιοπιστίας του ισχυρισμού, διαπιστώθηκαν σημαντικά κενά, αντιφάσεις και ελλείψεις σε πληροφορίες και λεπτομέρειες, τόσο σε σχέση με τη χρονική τοποθέτηση και την περιγραφή της σχέσης, όσο και σε συναισθηματικό επίπεδο. Ενδεικτικά σημειώνεται ότι ο Αιτητής δεν θυμόταν τον μήνα που γνωρίστηκαν και τον μήνα ου έληξε η σχέση, δεν ήταν σε θέση να περιγράψει την κοπέλα του ικανοποιητικά και ούτε παρέθεσε πειστικές πληροφορίες για την καθημερινότητά τους. Επιπλέον, παρατηρήθηκε αντίφαση σε σχέση με την εγκυμοσύνη της κοπέλας, την οποία αρχικά τοποθέτησε στο 2020 και στη συνέχεια στο Νοέμβριο του 2019, χωρίς να δώσει επαρκή εξήγηση. Όσον αφορά δε στην εξωτερική αξιοπιστία, δεν προσκομίστηκαν αποδεικτικά στοιχεία για την υποστήριξη των ισχυρισμών του Αιτητή και συνεπώς η συνέντευξή του αποτελεί το μοναδικό διαθέσιμο τεκμήριο. Συμπερασματικά, λόγω των παραπάνω ελλείψεων και αντιφάσεων, το εν λόγω μέρος του αιτήματος δεν έγινε αποδεκτό.
Όσον αφορά στον δεύτερο ισχυρισμό, υπενθυμίζεται ότι ο Αιτητής υποστήριξε ότι, όταν έγινε γνωστό πως άφησε έγκυο την κόρη του στρατηγού, ο στρατηγός μαζί με στρατιώτες πήγαν στο σπίτι του για να τον απειλήσουν και να τον σκοτώσουν. Στη συνέχεια, είπε πως δέχτηκε επίθεση από μια συμμορία (Kuluna), κρύφτηκε στο σπίτι της θείας του και τελικά έφυγε από το Κονγκό για να έρθει στην Κύπρο.
Αναφορικά με την εσωτερική αξιοπιστία, εντοπίστηκαν σημαντικές αντιφάσεις, ασυνέπειες, καθώς και έλλειψη πληροφοριών, νοηματικής συνοχής και ευλογοφάνειας στους ισχυρισμούς του Αιτητή. Αρχικά, παρατηρείται αντίφαση σχετικά με το ποιος ήταν ο στρατηγός, καθώς ο Αιτητής δεν είχε ξεκάθαρη εικόνα της ιδιότητάς του και άλλαζε τις δηλώσεις του ωσάν να βρισκόταν σε σύγχυση. Ο Αιτητής είπε πως ο στρατηγός λεγόταν Sylvano Kasongo και είχε αξίωμα στο στρατό. Ωστόσο, οι εξωτερικές πηγές δείχνουν ότι ο Kasongo ήταν αρχηγός της αστυνομίας, όχι στρατιωτικός. Ο Αιτητής ισχυρίστηκε εκ των υστέρων ότι με το "στρατηγός" εννοούσε της αστυνομίας, και ότι όταν έλεγε "στρατιώτες", εννοούσε "αστυνομικούς". Οι εν λόγω ανακρίβειες δεν θεωρήθηκαν πιστευτές από τους Καθ’ ων, γιατί σε άλλα σημεία της αφήγησής του ο Αιτητής ήταν σε θέση να ξεχωρίσει τους "αστυνομικούς" από τους "στρατιώτες". Επίσης, η αφήγησή του χαρακτηρίζεται από έλλειψη λογικής συνοχής ως προς τα γεγονότα. Πιο αναλυτικά, ο Αιτητής είπε ότι απειλήθηκε με θάνατο αλλά οι στρατιώτες/αστυνομικοί «δεν μπήκαν στο σπίτι», κάτι που δεν κρίθηκε «ευλογοφανές» συγκριτικά με τη σοβαρότητα της απειλής. Είπε, ακόμα, πως το απέφυγαν γιατί θα παραβίαζαν τον νόμο — κάτι που φαίνεται ως παράλογο, αφού υποτίθεται ότι ήδη ενεργούσαν παράνομα και ο Αιτητής παραδέχτηκε πως ήταν σύνηθες φαινόμενο στην ΛΔΚ οι αρχές να παρεκβαίνουν των νόμιμων διαδικασιών και να μην τηρούν το νόμο. Επιπρόσθετα, ο Αιτητής δεν έδωσε μια πειστική εξήγηση για τη διαφυγή του. Είπε ότι ξέφυγε από την πίσω πόρτα γιατί εκεί δεν υπήρχε φύλαξη, όμως δεν εξήγησε πειστικά γιατί κάποιος με στρατιωτική εμπειρία θα άφηνε το πίσω μέρος του σπιτιού αφύλακτο. Αντιφάσεις εντοπίστηκαν και ως το πού μετέβη μετά το περιστατικό. Σε κάποια σημεία είπε ότι δεν έβγαινε καθόλου από το σπίτι του μετά το περιστατικό, σε άλλα σημεία είπε ότι συνέχιζε να πηγαίνει στο ινστιτούτο όπου σπούδαζε και άλλες φορές είπε πως πήγε κατευθείαν στο σπίτι της θείας του, παρότι αλλού ανέφερε ότι πήγε εκεί αργότερα. Ομοίως, υπέπεσε και σε αντιφάσεις σχετικά με τις επιθέσεις από τους Kuluna, αφού σε μία εκδοχή, είπε ότι μετά από την επίθεση των Kuluna κρύφτηκε σε έναν γείτονα και σε άλλη εκδοχή, είπε ότι δεν ήταν καν στο σπίτι όταν έγινε η επίθεση. Τέλος, ως μη πειστικές κρίθηκαν και οι εξηγήσεις που έδωσε σχετικά για την καταγγελία στην αστυνομία που εκκρεμούσε σε βάρος του. Ισχυρίστηκε ότι υπήρχε καταγγελία εις βάρος του (ότι άφησε έγκυο ανήλικη), αλλά η αστυνομία δεν πήγε ποτέ να τον βρει, παρά μόνο όταν τους κάλεσε ο πατέρας του. Δεν εξήγησε επαρκώς γιατί δεν έγινε έρευνα από την αστυνομία, αφού υπήρχε σοβαρή καταγγελία, ενώ αργότερα ισχυρίστηκε πως «κανείς δεν ήξερε πού είναι» για έναν ολόκληρο χρόνο — κάτι που θεωρήθηκε μη ρεαλιστικό. Οι Καθ’ ων επισημαίνουν ότι το προσωπικό προφίλ του Αιτητή (ενήλικος, μορφωμένος, χωρίς ευαλωτότητες) δεν δικαιολογεί τις επαναλαμβανόμενες ανακρίβειες και ασάφειες στις απαντήσεις του.
Ως προς την εξωτερική αξιοπιστία, διαπιστώθηκε ότι ο Sylvano Kasongo ήταν αρχηγός της αστυνομίας στην Kinshasa από τον Ιούλιο του 2017 μέχρι και τον Ιούλιο του 2023, και όχι στρατηγός του στρατού, όπως ισχυρίστηκε ο Αιτητής. Επίσης, πηγές επιβεβαίωσαν ότι η ηλικία συναίνεσης στη ΛΔΚ είναι τα 18 έτη, στοιχείο που καθιστά την επίκληση εγκυμοσύνης της ανήλικης κρίσιμη, αν όντως αποδεικνυόταν ότι αυτή έλαβε χώρα. Τελικό συμπέρασμα των Καθ΄ ων είναι πως ο ισχυρισμός του Αιτητή απορρίφθηκε γιατί είχε πολλές αντιφάσεις, δεν παρουσίαζε συνοχή και λογική συνέχεια, οι εξηγήσεις του ήταν γενικές ή ασαφείς, κάποια στοιχεία δεν ταιριάζουν με εξωτερικά δεδομένα (π.χ. ρόλος Kasongo) και το βασικό υπόβαθρο της ιστορίας (η σχέση δηλαδή με την κόρη ανιψιού στρατηγού) δεν αποδείχθηκε, όπως αναλυτικά εκτέθηκε στην αξιολόγηση του δευτέρου διαμορφωθέντος ισχυρισμού.
Ως προς τον τέταρτο πραγματικό ισχυρισμό, ότι δηλαδή μετά την επιστροφή του Αιτητή στο Κονγκό, δέχθηκε νέες απειλές και ενέργειες εναντίον του από τον στρατηγό και την οικογένεια της πρώην του, κρίθηκε αναξιόπιστος, καθώς στηρίζεται σε προηγούμενους ισχυρισμούς που ήδη είχαν απορριφθεί ως μη αξιόπιστοι, άρα απουσιάζει η αιτία που θα δικαιολογούσε τη συνέχιση των διώξεών του. Σε κάθε περίπτωση, είναι θέση των Καθ’ ων ότι ο Αιτητής παρουσίασε ελλιπείς, αντιφατικές και μη πειστικές πληροφορίες. Ισχυρίστηκε ότι επέστρεψε στη χώρα επειδή άκουσε πως παραιτήθηκε ο στρατηγός Kasongo, ενώ ο ίδιος δεν είχε προσπαθήσει να το διασταυρώσει, παρότι υποτίθεται ότι διωκόταν από αυτόν. Επίσης, ανέφερε ότι ο πατέρας του δηλητηριάστηκε από την οικογένεια της πρώην του, χωρίς όμως να μπορεί να δώσει συγκεκριμένες πληροφορίες (όπως διάγνωση ή είδος δηλητηρίου), ούτε υπήρξε σύνδεση μεταξύ της οικογένειας και της υποτιθέμενης δηλητηρίασης. Συνεπώς, το εν λόγω αφηγηματικό κατασκεύασμα είναι προϊόν εικασίας. Τέλος, ο ισχυρισμός του ότι δε θα ήταν ασφαλής σε άλλη περιοχή της χώρας δεν ήταν πειστικός, καθώς ενώ υποστήριξε ότι οι διώκτες του μπορούσαν να τον βρουν παντού, δεν εξήγησε γιατί δεν τον βρήκαν όταν κρυβόταν στο σπίτι της θείας του.
Ο Αιτητής κατέθεσε screenshots μηνυμάτων από το Facebook ως αποδεικτικά στοιχεία των απειλών που υποστηρίζει ότι δέχθηκε. Ωστόσο, η ταυτότητα των αποστολέων των μηνυμάτων δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί, και δεν προκύπτει καμία σύνδεση με την οικογένεια της πρώην του ή με τον στρατηγό Kasongo. Ο ίδιος ο Αιτητής παραδέχτηκε ότι δεν εμφανίζεται κάποιο σχετικό όνομα στα μηνύματα αλλά υποστηρίζει ότι δεν έχει πρόβλημα με άλλα άτομα, γι’ αυτό και εικάζει ότι προέρχονταν από τη οικογένεια του στρατηγού. Επιπλέον, η φωτογραφία του πατέρα του που προσκόμισε δεν μπορεί να συνδεθεί με τον ισχυρισμό περί δηλητηρίασης. Συνεπώς, τα έγγραφα που κατέθεσε δεν ενισχύουν το αίτημά του. Τέλος, έρευνα των Καθ’ ων σε εξωτερικές πηγές έδειξε πως ο General Kasongo ασκούσε κανονικά τα καθήκοντά του έως τουλάχιστον τον Ιανουάριο του 2023, με επίσημη απαλλαγή από τα καθήκοντα του τον Απρίλιο του 2023, γεγονός που έρχεται σε αντίθεση με τον ισχυρισμό του Αιτητή ότι είχε ήδη αποχωρήσει από τον Ιανουάριο. Υπό το φως των ανωτέρω, ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίφθηκε στο σύνολό του.
Εν συνεχεία ο Λειτουργός προχώρησε στην αξιολόγηση του κινδύνου σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στη χώρα καταγωγής του και συγκεκριμένα στην πόλη Kinshasa. Εξετάζοντας τα ουσιώδη περιστατικά τα οποία έγιναν δεκτά και αναλύοντας την κατάσταση ασφαλείας τόσο στη χώρα όσο και στον τελευταίο τόπο διαμονής, o Λειτουργός διαπίστωσε ότι δεν υπάρχουν εύλογοι/βάσιμοι λόγοι από τους οποίους προκύπτει ότι υπάρχει περίπτωση, εάν ο Αιτητής επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του, να αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης λόγω της κατάστασης ανασφάλειας η οποία επικρατεί στην Kinshasa.
Προχωρώντας στη νομική ανάλυση, ο Λειτουργός έκρινε ότι από τους προβαλλόμενους και αποδεκτούς ισχυρισμούς του Αιτητή διαφαίνεται ότι στο πρόσωπό του δε συντρέχουν εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχειά τα οποία θα μπορούσαν να στοιχειοθετήσουν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, συμμετοχής σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα ή πολιτικών πεποιθήσεων σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής και ως εκ τούτου ο Αιτητής δεν πληροί τις προϋποθέσεις για υπαγωγή στο καθεστώς του πρόσφυγα.
Ο Λειτουργός εν συνεχεία προέβη σε εξέταση του κατά πόσο ο Αιτητής δικαιούται παραχώρησης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19 (1) και έκρινε ότι δεν αποδείχθηκε ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 (2), (α), (β) και (γ) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000. Συγκεκριμένα, ο Λειτουργός έκρινε ότι σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στη Λ.Δ.Κ. δεν υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι από τους οποίους να προκύπτει ότι θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί θανατική ποινή ή εκτέλεση, όπως προβλέπει το άρθρο 19 (2)(α) ή βασανιστήρια, απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία όπως προβλέπει το άρθρο 19 (2)(β) ή πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας του λόγω αδιάκριτης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης ως το άρθρο 19 (2)(γ) προνοεί, καθώς η Kinshasa, περιοχή στην οποία ο Αιτητής αναμένεται να επιστρέψει, δεν βρίσκεται σε συνθήκες διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης.
Ως εκ τούτου ο Λειτουργός έκρινε ότι ο Αιτητής δεν πληροί τις προϋποθέσεις για υπαγωγή στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.
Έπειτα από ενδελεχή εξέταση του διοικητικού φακέλου και όπως προκύπτει από τα στοιχεία που βρίσκονται σε αυτόν, δέον να αναφερθούν τα ακόλουθα:
Καταρχάς, κρίνω ως ορθή την αποδοχή από τους Καθ' ων η αίτηση του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού, ο οποίος και αφορά την ταυτότητα και τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή.
Ομοίως βάσει της αξιολόγησης τόσο της εσωτερικής, όσο και της εξωτερικής αξιοπιστίας των λοιπών υπό εξέταση ισχυρισμών, το Δικαστήριο καταλήγει στο ίδιο συμπέρασμα με τον λειτουργό και οι υπό εξέταση ισχυρισμοί απορρίπτονται στο σύνολό τους ως μη αξιόπιστοι.
Στο σημείο αυτό κρίνω σκόπιμο να αναφέρω ότι σε κάθε περίπτωση και σύμφωνα με το άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου, εναπόκειται στον εκάστοτε Αιτητή/Αιτήτρια να τεκμηριώσει την αίτησή του για διεθνή προστασία. Στην υπό κρίση περίπτωση, για τους λόγους που αναλύθηκαν ανωτέρω, ο Αιτητής δεν κατάφερε τεκμηριώσει κάποια παρελθούσα πράξη δίωξης σε βάρος του ούτε κατά τη διάρκεια της προφορικής του συνέντευξης, αλλά ούτε κατά την ενώπιόν μου διαδικασία.
Εν πάση περιπτώσει κρίνω ότι ο λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου, στην έκθεση-εισήγηση, αξιολόγησε κάθε έκαστο ισχυρισμό του Αιτητή και για τους λόγους που εκτενώς καταγράφηκαν στην εισήγησή του, εύλογα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αξιοπιστία του δεν κρίνεται ως ικανοποιητική και ως εκ τούτου ορθά δεν παραχωρήθηκε το ευεργέτημα της αμφιβολίας, όπως αυτό καθορίζεται στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου για τις διαδικασίες και τα κριτήρια καθορισμού του καθεστώτος των προσφύγων.
Έχει, πολλάκις, νομολογηθεί ότι κρίση επί της αξιοπιστίας του αιτητή και έγκριση κωλύματος έγκρισης αίτησης για το λόγο αναξιοπιστίας ως προς τα προβαλλόμενα από τον αιτητή είναι επιτρεπτή (AMIRI ΚΑΙ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ Κ.Α. (2009 3 Α.Α.Δ. 358). Υπενθυμίζεται εξάλλου ότι η συνοχή μεταξύ των δηλώσεων του Αιτητή συνιστά δείκτη της αξιοπιστίας των ισχυρισμών του[1]. Όταν ο Αιτητής κρίνεται αναξιόπιστος, δεν υπάρχουν περιθώρια περαιτέρω διερεύνησης (βλ. υπόθ. αρ. 1964/06, ημερ. 11.3.08 Obaidul Haque v. Δημοκρατίας).
Στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, "Το ευεργέτημα της αμφιβολίας πρέπει να δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί και εξετασθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του αιτούντος. Οι ισχυρισμοί του αιτούντος πρέπει να παρουσιάζουν συνοχή και αληθοφάνεια και να μην έρχονται σε αντίφαση με γεγονότα που είναι γενικά γνωστά σε όλους".
Επομένως, ορθά δεν παραχωρήθηκε σε αυτόν το ευεργέτημα της αμφιβολίας και ορθά ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης του για διεθνή προστασία.
Αναφορικά με τη συμμορία Kulunas: Σύμφωνα με την Παγκόσμια Πρωτοβουλία κατά του Διεθνικού Οργανωμένου Εγκλήματος, (Global Initiative against Transnational Organized Crime - GITOC), η Κινσάσα έχει βιώσει από το 2000 κι έπειτα αυξημένη εγκληματικότητα λόγω συμμοριών νέων, της φτώχειας και της έλλειψης επιβολής του νόμου.[2] Σύμφωνα με το Human Rights Watch αυτές οι «συμμορίες του δρόμου», γνωστές και ως Kulunas, αποτελούνται από έφηβους και νεαρούς άνδρες σε συμμορίες 10 έως 20 μελών, οι οποίοι εμπλέκονται στο οργανωμένο έγκλημα.[3] Εμφανίστηκαν για πρώτη φορά στις πιο φτωχές περιοχές της Κινσάσα, όπως το Yolo, το Limete, το Matete και το Makala, αλλά με την πάροδο του χρόνου, επεκτάθηκαν και στην υπόλοιπη πόλη.[4] Μόλις οι Kulunas είναι παρόντες σε μια περιοχή, «αναλαμβάνουν τον εδαφικό έλεγχο», ασκώντας την κυριαρχία τους με «σοβαρή βία», συμπεριλαμβανομένης της ληστείας και των βίαιων επιθέσεων.[5] Σύμφωνα με το GITOC, οι Kulunas αναφέρεται ότι επιτίθενται σε αγνώστους που περνούν από τις περιοχές τους, αλλά είναι απίθανο να επιτεθούν στους κατοίκους.[6]
Όπως αναφέρει το URBANET, μια ιστοσελίδα η οποία ενθαρρύνει τον διεθνή διάλογο για αναπτυξιακές δραστηριότητες παγκοσμίως και μοιράζεται εμπειρογνωμοσύνη στους τομείς της δημοτικής και τοπικής διακυβέρνησης, της βιώσιμης αστικής ανάπτυξης και της αποκέντρωσης,[7] η δομή των συμμοριών του δρόμου βασίζεται σε μια «άτυπη ιεραρχία». Οι συμμορίες Kuluna είναι εξαιρετικά τοπικές: «κατέχουν» και «προστατεύουν» μια γειτονιά, παρέχουν ασφάλεια στη γειτονιά τους. Οι τοπικές αρχές, όπως οι «chefs de quartier» ή «chefs de rue», τις γνωρίζουν και αλληλοεπιδρούν μαζί τους. Μακριά από το «κλισέ» για τα μέλη των συμμοριών, βρίσκουν δουλειές στην άτυπη οικονομία και δεν είναι «κοινωνικοί παρίες»..[8].[9]
Όσον αφορά τις πιο πρόσφατες εξελίξεις, ιδιαίτερα ως προς τη στάση της Κυβέρνησης της χώρας απέναντι στην ύπαρξη και τη δράση των Kulunas, σύμφωνα με τη Διεθνή Αμνηστία, στις 05/01/2025 ο υπουργός Δικαιοσύνης της ΛΔΚ Constant Mutamba ανακοίνωσε ότι περισσότερα από 170 άτομα, που «φέρεται να συνδέονται με εγκληματικές συμμορίες», κοινώς γνωστές ως "Kuluna" ή "ληστές", μεταφέρθηκαν από την πρωτεύουσα Κινσάσα στη φυλακή Angengaμ στη βορειοδυτική ΛΔΚ, για εκτέλεση. Είπε, περαιτέρω, ότι όσοι μεταφέρθηκαν στην Angenga ήταν μεταξύ 18 και 35 ετών και είχαν εμπλακεί σε αστική βία. Οι αρχές έχουν ισχυριστεί ότι η επανέναρξη των εκτελέσεων «θα βοηθούσε στην καταπολέμηση των συμμοριών των πόλεων».[10]
Περαιτέρω, συμφωνώ με την αξιολόγηση κινδύνου στην οποία προέβη ο λειτουργός στη βάση του αποδεκτού ουσιώδους ισχυρισμού, καθώς και με το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε αναφορικά με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων αναγνώρισης προσφυγικού καθεστώτος καθώς ο Αιτητής δεν κατάφερε να στοιχειοθετήσει βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης για ένα από τους πέντε λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο Άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου και του Άρθρου 1Α(2) της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων.
Σημειώνεται πως λόγω του ότι ο ισχυρισμός του Αιτητή αναφορικά με τον λόγο που φέρεται να εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του απορρίφθηκε ως μη αξιόπιστος, δεν πληρούνται και οι προϋποθέσεις υπαγωγής του Αιτητή στα άρθρα 19 (2) (α) και (β) περί συμπληρωματικής προστασίας, καθώς δεν προέκυψαν στοιχεία εκ των οποίων μπορεί να συναχθεί ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, ο Αιτητής κινδυνεύει να αντιμετωπίσει θανατική ποινή ή εκτέλεση κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (α), ή άλλως βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (β).
Αναφορικά δε με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων παροχής συμπληρωματικής προστασίας προς το πρόσωπο του Αιτητή υπό την έννοια του άρθρου 19 (2) (γ) του Περί Προσφύγων Νόμου ή άλλως του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, κρίνω σκόπιμο να παρατεθούν αρχικά τα κάτωθι:
Το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου προϋποθέτει ουσιώδεις λόγους να πιστεύεται ότι ο Αιτητής θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, υπάρχει ευρεία νομολογία τόσο του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015) όσο και του ΔΕΕ (βλ. C-285/12, A. Diakité v. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides, 30/01/2014, C-465/07, Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie, 17/02/2009), καθώς επίσης και του ΕΔΔΑ (βλ. K.A.B. v. Sweden, 886/11, 05/09/2013 (final 17/02/2014), Sufi and Elmi v. the United Kingdom, 8319/07 and 11449/07, 28/11/2011) στις οποίες ερμηνεύεται η έννοια της «αδιακρίτως ασκούμενης βίας» και της «ένοπλης σύρραξης» και τίθενται κριτήρια ως προς τη σοβαρότητα του κινδύνου που προϋποτίθεται για την αξιολόγηση των περιπτώσεων στις οποίες εξετάζεται η πιθανότητα παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.
Στην υπόθεση Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretarisvan Justitie παρ. 35, το ΔΕΕ αναφέρει ότι «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας[1]» ενώ στην παρ. 37 αναφέρει ότι «η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο.» (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου). Περαιτέρω το ΔΕΕ στην εν λόγω υπόθεση αποφάσισε ότι «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών την καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας» (παρ. 39).
Επιπλέον, σύμφωνα με το Εγχειρίδιο της ΕΥΥΑ σχετικά με τη δικαστική ανάλυση του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ακόμη και αν ο αιτητής μπορεί να αποδείξει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης στην περιοχή καταγωγής του (ή καθ' οδόν προς τη συγκεκριμένη περιοχή καταγωγής), το δικαίωμα επικουρικής προστασίας μπορεί να κατοχυρωθεί μόνο εάν ο αιτητής δεν μπορεί να επιτύχει εγχώρια προστασία σε άλλο τμήμα της χώρας, καθώς επίσης, όταν αποφασίζεται η τοποθεσία της περιοχής καταγωγής ενός αιτητή ως προορισμός επιστροφής, απαιτείται η εφαρμογή προσέγγισης βασισμένης στα πραγματικά περιστατικά όσον αφορά την περιοχή του τελευταίου τόπου διαμονής και την περιοχή συνήθους διαμονής.
Εν προκειμένω, αναφορικά με τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής του Αιτητή, ήτοι την Kinshasa, πρωτεύουσα της Λ.Δ. του Κονγκό το Δικαστήριο προχώρησε σε επικαιροποιημένη έρευνα αναφορικά με τις επικρατούσες εκεί συνθήκες.
Η κατάσταση παραμένει ασταθής κυρίως στο ανατολικό τμήμα της Λ.Δ. του Κονγκό, καθώς υπάρχουν ένοπλες ομάδες και η διακοινοτική βία, η οποία μπορεί να επηρεάσει την πολιτική κατάσταση, την ασφάλεια και την ανθρωπιστική κατάσταση. Καταγράφονται επίσης συνεχείς αναφορές για πολλές πόλεις στην ανατολική ΛΔΚ που δέχθηκαν επίθεση ή έπεσαν υπό τον προσωρινό έλεγχο ένοπλων ομάδων. Πιο πρόσφατα στοιχεία σύμφωνα με τη βάση δεδομένων RULAC[11], μια πρωτοβουλία της Ακαδημίας Διεθνούς Ανθρωπιστικού Δικαίου και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της Γενεύης, η κατάσταση στην Kinshasa, την πρωτεύουσα της Λ.Δ. του Κονγκό, δεν κατατάσσεται ως ένοπλη σύγκρουση σύμφωνα με το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο. Το RULAC παρακολουθεί και κατατάσσει τις ένοπλες συγκρούσεις με βάση αυστηρά νομικά κριτήρια και δεν αναφέρει την Κινσάσα ως περιοχή που βιώνει τέτοια σύγκρουση.
Οι κύριες ανησυχίες για την ασφάλεια στην Kinshasa περιλαμβάνουν υψηλά επίπεδα βίαιου εγκλήματος, όπως ένοπλες ληστείες και απαγωγές, καθώς και συχνές κοινωνικές αναταραχές, όπως διαδηλώσεις που μερικές φορές καταλήγουν σε βία. Αυτά τα περιστατικά δημιουργούν μια ασταθή κατάσταση ασφαλείας, αλλά δεν πληρούν το όριο για να χαρακτηριστούν ως ένοπλη σύγκρουση σύμφωνα με το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο. Οι συγκρούσεις που αναγνωρίζονται από το RULAC στη Λ.Δ. του Κονγκό εντοπίζονται κυρίως στις ανατολικές επαρχίες, όπως το Βόρειο Κίβου, το Νότιο Κίβου και το Ιτούρι, όπου ένοπλες ομάδες βρίσκονται σε ενεργές εχθροπραξίες εναντίον κυβερνητικών δυνάμεων. Αυτές οι περιοχές βιώνουν σημαντική βία και στρατιωτικές επιχειρήσεις, σε αντίθεση με την Kinshasa. Η διαμάχη μεταξύ των κοινοτήτων Teke και Yaka, που ξεκίνησε το 2022 από μια κτηματική διαφορά, 'προκάλεσε επιδείνωση' της ανθρωπιστικής κατάστασης και της κατάστασης ασφαλείας σε αρκετές επαρχίες κοντά στην πρωτεύουσα της Kinshasa, ενώ η εν λόγω διαμάχη επεκτάθηκε και στην πρωτεύουσα Kinshasa. Επιπλέον, υπάρχουν αναφορές σε επεισόδια βίαιης καταστολής διαδηλώσεων όπου μετείχαν αντικυβερνητικοί -αντιπολιτευόμενοι διαδηλωτές, από τις κρατικές δυνάμεις ασφαλείας, περί τον Μάιο του 2023 και τον Δεκέμβριο του 2023.
Επίσης, πρόσφατες πηγές πληροφόρησης καταγράφουν πως η κατάσταση ασφαλείας παραμένει ασταθής κυρίως στο ανατολικό τμήμα της Λ.Δ. του Κονγκό[12]. Στην επαρχία της Kinshasa βάσει των δεδομένων της πλατφόρμας ACLED καταγράφηκαν 5 περιστατικά στη διάρκεια ενός έτους (06/04/2024 - 04/04/2025) με φορέα δράσης την παραστρατιωτική ομάδα Mobondo. Τα περιστατικά αυτά κωδικοποιήθηκαν ως εξής: 5 περιστατικά χρήσης βίας κατά πολιτών (8 θλανατοι) και 2 μάχες (12 θάνατοι) [13].
Η BCNUDH θεωρεί την επαρχία της Κινσάσα ως μία από τις επαρχίες που δεν επηρεάζονται από συγκρούσεις. Για την πρωτεύουσα Κινσάσα, η BCNUDH αναφέρει την καταστολή μιας απόπειρας απόδρασης από τη φυλακή Μακάλα στη διάρκεια της νύχτας από 1 προς 2 Σεπτεμβρίου 2024[14]. Στην ανάλυσή της για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη ΛΔ Κονγκό από 1 Ιανουαρίου έως 31 Δεκεμβρίου 2024, η BCNUDH αναφέρει τις επιχειρήσεις που ξεκίνησε το Υπουργείο Εσωτερικών (επιχειρήσεις «Μαύρος Πάνθηρας» και «Ndobo») στο πλαίσιο της καταπολέμησης της αστικής εγκληματικότητας (γνωστής ως Kuluna). Αυτές οι επιχειρήσεις οδήγησαν στη σύλληψη περισσότερων από εκατό Kuluna και την κατηγορία τους για δολοφονίες, εγκληματική οργάνωση και τρομοκρατία[15].
Οι ανακοινώσεις ή εκθέσεις των AI[16] και HRW[17] για τη ΛΔ Κονγκό το 2024 δεν αναφέρουν προβλήματα ασφαλείας στην Κινσάσα.
Οι ανακοινώσεις του Συμβουλίου Υπουργών αναδεικνύουν την υψηλή εγκληματικότητα που επικρατεί στην Κινσάσα, κυρίως λόγω της παρουσίας των Kuluna (νεανικές συμμορίες[18]), κατά των οποίων οι αρχές διεξήγαγαν τον Δεκέμβριο 2024 επιχείρηση της αστυνομίας με την ονομασία «Ndobo»[19].[20]
Η βάση δεδομένων ACLED κατέγραψε 23 θανάτους σε περίπου δέκα περιστατικά ασφαλείας[21] στην Κινσάσα το 2024[22] (σε σύγκριση με το 2023, όπου καταγράφηκαν 69 θάνατοι σε 30 καταγεγραμμένα περιστατικά)[23].
Μία έκθεση του ινστιτούτου Ebuteli[24] που δημοσιεύθηκε στις 13 Φεβρουαρίου 2025 με τίτλο «Κινσάσα, μεταξύ ηρεμίας και αναζωπύρωσης των εντάσεων», αναφέρει ότι «η Κινσάσα γνώρισε αρκετές πράξεις βίας από το 2023 μέχρι σήμερα, οι οποίες απαιτούν ιδιαίτερη προσοχή από την εθνική κοινή γνώμη και τις δημόσιες αρχές. Η δεύτερη μεγαλύτερη μητρόπολη της υποσαχάριας Αφρικής παραμένει εύθραυστη από άποψη ασφάλειας»[25].
Για λόγους πληρότητας της έρευνας, θα παρατεθούν τα πιο πρόσφατα ποσοτικά και ποιοτικά δεδομένα από τη βάση δεδομένων ACLED αναφορικά με τα περιστατικά ασφαλείας που σημειώθηκαν στην Κινσάσα κατά το τελευταίο έτος. Με βάση, συνεπώς, τα όσα ανευρέθηκαν στο ACLED, κατά το διάστημα 06/04/2024 – 04/04/2025 σημειώθηκαν στην Κινσάσα 30 περιστατικά ασφαλείας τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 240 απώλειες. Εξ’ αυτών, τα 13 κωδικοποιήθηκαν ως βία κατά αμάχων (20 απώλειες), τα 9 ως εξεγέρσεις (202 απώλειες), τα 6 ως μάχες (18 απώλειες) και τα 2 ως διαμαρτυρίες (0 απώλειες).[26]
Σημειώνεται ότι η συντριπτική πλειοψηφία των συγκεκριμένων περιστατικών ασφαλείας και των συνεπακόλουθων απωλειών, έλαβε χώρα στις 02/09/2024 όταν κρατούμενοι της φυλακής Makala στην Κινσάσα εξεγέρθηκαν και επιχείρησαν μαζική απόδραση. Προκλήθηκαν τουλάχιστον 130 θάνατοι, τόσο από την άτακτη φυγή και τα ποδοπατήματα, όσο και από πυροβολισμούς των αρχών που προσπάθησαν να σταματήσουν την απόδραση κρατουμένων. [27]
Σύμφωνα δε με εκτιμήσεις, ο πληθυσμός της επαρχίας Κινσάσα υπολογίζεται ότι κατά το 2020 ανερχόταν σε 14.565.700 κατοίκους, ενώ ο πληθυσμός της πόλης Κινσάσα ανερχόταν σε 7.273.947 κατοίκους σύμφωνα με υπολογισμούς του 2004.[28]
Ως εκ των ανωτέρω, συμπεραίνεται ότι οι ένοπλες συγκρούσεις στην Kinshasa δεν έχουν φτάσει σε σημείο που να στοχοποιούνται αδιακρίτως άμαχοι πολίτες μόνο και μόνο λόγω της παρουσίας τους.
Δεδομένων των πιο πάνω, καθίσταται κατανοητό ότι ο ανωτέρω αναφερόμενος αριθμός θανάτων στην εν λόγω περιοχή δεν ανέρχεται σε τόσο υψηλά επίπεδα σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό της περιοχής, έτσι ώστε να μπορεί να συναχθεί ότι ο Αιτητής θα εκτεθεί σε κίνδυνο σοβαρής βλάβης λόγω αδιάκριτης βίας εάν επιστρέψει στον τόπο προηγούμενης συνήθους διαμονής του.
Τα εν λόγω στοιχεία καταδεικνύουν ότι δεν υπάρχουν συνθήκες αδιάκριτης βίας και γενικά δεν υφίσταται πραγματικός κίνδυνος για έναν πολίτη να επηρεαστεί προσωπικά μόνο από την παρουσία του στην εν λόγω πολιτεία, υπό την έννοια του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ.
Από τα πιο πάνω, δεν προκύπτει οτιδήποτε που να δημιουργεί τέτοιες προϋποθέσεις ώστε, σε περίπτωση επιστροφής του Αιτητή στην περιοχή συνήθους διαμονής του, να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι αυτός θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή λόγω της παρουσίας του και μόνο στην εν λόγω περιοχή, αφού πρόκειται για άμαχο πολίτη, αλλά ούτε και πραγματικός κίνδυνος να υποστεί θανατική ποινή ή εκτέλεση, ή βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του στη χώρα καταγωγής του.
Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις του Αιτητή, παρατηρώ ότι αυτός είναι άνδρας νεαρής ηλικίας, υγιής και ικανός προς εργασία. Επομένως, λαμβάνοντας υπόψιν επίσης και τις ιδιαίτερες περιστάσεις του Αιτητή, οι οποίες δεν παρουσιάζουν δείκτες ευαλωτότητας, θεωρώ ότι δεν εγείρονται ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι αυτός θα διατρέξει κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του.
Στη βάση των παραπάνω δεν προκύπτει ότι με την επιστροφή του στην Kinshasa ο Αιτητής θα έλθει αντιμέτωπος με σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας του, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης βάσει του άρθρου 19 (2) (γ).
Βάσει λοιπόν, και της επικαιροποιημένης έρευνας του Δικαστηρίου, κρίνεται ότι το ενδεχόμενο χορήγησης συμπληρωματικής προστασίας στον Αιτητή σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 19 του περί Προσφύγων Νόμου απορρίπτεται, λόγω του ότι δεν πληρούνται οι προβλεπόμενες εκ του Νόμου προϋποθέσεις.
Επί τη βάσει όλων όσων παρατέθηκαν στην παρούσα απόφαση, το Δικαστήριο κρίνει ότι το αίτημα του Αιτητή για διεθνή προστασία εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου ήταν το αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και ορθής αξιολόγησης όλων των στοιχείων και δεδομένων, είναι επαρκώς αιτιολογημένη και λήφθηκε σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου, το Σύνταγμα και τις Γενικές Αρχές του Διοικητικού Δικαίου.
Συνεπώς, κρίνω, με βάση τα ανωτέρω, ότι οι λόγοι ακυρώσεως της προσβαλλόμενης απόφασης δεν ευσταθούν.
Υπό το φως των πιο πάνω η προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη με €1500 έξοδα εναντίον του Αιτητή και υπέρ των Καθ' ων η Αίτηση.
Βούλα Κουρουζίδου - Καρλεττίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] EASO, 'Practical Guide: Evidence Assessment, 2015, διαθέσιμο σε: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/public/EASO-Practical-Guide_-Evidence-Assessment.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 30/04/2025).
[2] Global Initiative Against Transnational Organized Crime, Criminals or Vigilantes? The Kuluna Gangs of the Democratic Republic of Congo, May 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: Criminals-or-vigilantes-The-Kuluna-gangs-of-the-Democratic-Republic-of-Congo-GITOC.pdf, σελ.14 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης: 09/04/2025)
[3] HRW, Operation Likofi - Police Killings and Enforced Disappearances in Kinshasa, DRC, 17 November 2014, διαθέσιμο στη διεύθυνση: Operation Likofi: Police Killings and Enforced Disappearances in Kinshasa, Democratic Republic of Congo | HRW (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης: 09/04/2025)
[4] Global Initiative Against Transnational Organized Crime, Criminals or Vigilantes? The Kuluna Gangs of the Democratic Republic of Congo, May 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: Criminals-or-vigilantes-The-Kuluna-gangs-of-the-Democratic-Republic-of-Congo-GITOC.pdf, σελ.4 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης: 09/04/2025)
[5] Global Initiative Against Transnational Organized Crime, Criminals or Vigilantes? The Kuluna Gangs of the Democratic Republic of Congo, May 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: Criminals-or-vigilantes-The-Kuluna-gangs-of-the-Democratic-Republic-of-Congo-GITOC.pdf, σελ.i (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης: 09/04/2025)
[6] Global Initiative Against Transnational Organized Crime, Criminals or Vigilantes? The Kuluna Gangs of the Democratic Republic of Congo, May 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: Criminals-or-vigilantes-The-Kuluna-gangs-of-the-Democratic-Republic-of-Congo-GITOC.pdf, σελ.2 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης: 09/04/2025)
[7] URBANET, ‘About URBANET’, διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.urbanet.info/about/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης: 09/04/2025)
[8] URBANET, ‘Safety in Kinshasa: What Role for Good Urban Governance?’, 16 September 2021, διαθέσιμο στη διεύθυνση: Safety in Kinshasa: What Role for Good Urban Governance? - Urbanet (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης: 09/04/2025)
[9] CGRS – Office of the Commissioner General for Refugees and Stateless Persons (Belgium) (Author): Republique Democratique du Congo; Situation politique, 25 November 2022
https://www.ecoi.net/en/file/local/2083075/coi_focus_rdc._situation_politique_20221125.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης: 09/04/2025)
[10] Amnesty International, ‘DRC: President Tshisekedi must halt plans to carry out mass executions’, 7 January 2025, διαθέσιμο στη διεύθυνση: DRC: President Tshisekedi must halt plans to carry out mass executions - Amnesty International (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης: 09/04/2025)
[11] RULAC, Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo, https://www.rulac.org/browse/conflicts/non-international-armed-conflict-in-democratic-republic-of-congo , (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 02/05/2025).
[12] HRW - Human Rights Watch (Author): World Report 2024 - Democratic Republic of Congo, 11 January 2024
https://www.ecoi.net/en/document/2103189.html, HRW - Human Rights Watch (Author): DR Congo: Second Term Should Focus on Rights, 6 March 2024
https://www.ecoi.net/en/document/2105320.html , International Crisis Group's Crisis Watch, Conflict in focus, DRC, January 2024, διαθέσιμο σε https://www.crisisgroup.org/crisiswatch/february-alerts-and-january-trends-2024#democratic-republic-of-congo UN Security Council (Author): Midterm report of the Group of Experts on the Democratic Republic of the Congo [S/2023/990], 30 December 2023
https://www.ecoi.net/en/file/local/2103043/N2336437.pdf, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 16/04/2025).
[13] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/#1714654904371-01f34ad7-b1ac (βλ. Πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: ΧΡΟΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: Past Year of ACLED Data, Event Category: Political Violence (Battles, Explosions/ Remote Violence, Violence against Civilians, Excessive force against protesters and Mob Violence), Region of Interest: Africa, Country of Interest: Democratic Republic of Congo, Admin1 Unit of Interest: Kinshasa, Actor: Mobondo militia) ( ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 16/04/2025).
[14] MONUSCO, 24/10/2024, https://monusco.unmissions.org/principales-tendances-des-violations-des-droits-de-l%E2%80%99homme-en-rdc-septembre-2024 ; BCNUDH, Analyse de la situation des droits de l’homme en République démocratique du Congo, du 1er janvier au 31 décembre 2024 (Ανάλυση της κατάστασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, από 1η Ιανουαρίου έως 31 Δεκεμβρίου 2024) (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 02/05/2025).
[15] BCNUDH, Analyse de la situation des droits de l’homme en République démocratique du Congo, du 1er janvier au 31 décembre 2024 (Ανάλυση της κατάστασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, από 1η Ιανουαρίου έως 31 Δεκεμβρίου 2024) (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 02/05/2025).
[16] AI, s.d., https://www.amnesty.be/mot/republique-democratique-congo ; AI RDC [Facebook profile], s.d., https://www.facebook.com/AmnestyInternationalRDC/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 02/05/2025).
[17] HRW [site web], s.d, https://www.hrw.org/fr/sitesearch?search=RD+congo (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 02/05/2025).
[18] Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τους Kulunas, βλ. ιδίως την Global Initiative Against Transnational Organized Crime. 05/2021, https://globalinitiative.net/wp-content/uploads/2021/06/Criminels-ou-justiciers-Les-Kuluna-gangs-de-Re%CC%81publique-de%CC%81mocratique-du-Congo-GITOC.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 02/05/2025).
[19] Στις αρχές Δεκεμβρίου 2024 ξεκίνησε η επιχείρηση Ndobo, μια πρωτοβουλία για την καταπολέμηση της αστικής εγκληματικότητας. Πηγή: Υπουργείο Επικοινωνίας και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, απολογισμός της εικοστής έκτης τακτικής συνεδρίασης του Υπουργικού Συμβουλίου, 13 Δεκεμβρίου 2024. https://communication.gouv.cd/actualites/conseil-des-ministres ; MediaCongo, 13/12/2024, https://www.mediacongo.net/article-actualite-145312_operation_ndobo_784_presumes_kulunas_deja_arretes_a_kinshasa_jacquemain_shabani.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 02/05/2025).
[20] Présidence, s.d., https://presidence.cd/conseil-de-ministres: Οι απολογισμοί του Υπουργικού Συμβουλίου που είναι διαθέσιμοι στον ιστότοπο και αναφέρονται στην κατάσταση στην Κινσάσα για τους μήνες Δεκέμβριο έως Φεβρουάριο είναι εκείνοι της 9ης, 13ης και 20ής Δεκεμβρίου 2024 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 02/05/2025).
[21] Ένας πίνακας που περιλαμβάνει το σύνολο των περιστατικών ασφαλείας που σημειώθηκαν στην Κινσάσα και προκάλεσαν τουλάχιστον έναν θάνατο, όπως καταγράφεται από την ACLED, είναι διαθέσιμος στο παράρτημα του παρόντος εγγράφου. ACLED, ενημέρωση που ελέγχθηκε μέσω της σελίδας του εργαλείου εξαγωγής https://www.acleddata.com/data/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 02/05/2025).
[22] Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η απόδραση από τη φυλακή Μακάλα δεν καταγράφηκε από την ACLED ως ένα από τα περιστατικά ασφαλείας και, ως εκ τούτου, οι θάνατοι που σημειώθηκαν κατά τη διάρκεια του συμβάντος αυτού δεν περιλαμβάνονται στα παρουσιαζόμενα στοιχεία (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 02/05/2025).
[23] ACLED, «Ενημέρωση που ελέγχθηκε στη σελίδα του εργαλείου εξαγωγής: 15 Νοεμβρίου 2024.» https://www.acleddata.com/data/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 02/05/2025).
[24] Το Ebuteli είναι ένα κονγκολέζικο ερευνητικό ινστιτούτο για την πολιτική, τη διακυβέρνηση και τη βία, με έδρα την Κινσάσα και τη Γκόμα https://files.ebuteli.org/assets/2b3f3601-71f9-4f47-b307-b11faf8fce25 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 02/05/2025).
[25] Ebuteli, 02/2025, https://files.ebuteli.org/assets/2b3f3601-71f9-4f47-b307-b11faf8fce25 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 02/05/2025).
[26], ΑCLED, The Armed Conflict Location & Event Data Project, https://acleddata.com/explorer/, Πλατφόρμα ACLED Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: ΧΡΟΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: 06/04/2024 – 04/04/2025 past year of ACLED DATA, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Battles, Explosions/Remote violence, Violence against civilians, Protests και Riots, και ΠΕΡΙΟΧΗ: Africa – DRC – Kinshasa (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 16/04/2025).
[27] Human Rights Watch -HRW, DR Congo: Investigate Prison Deaths, Sexual Violence, 6 September 2024, https://www.hrw.org/news/2024/09/06/dr-congo-investigate-prison-deaths-sexual-violence (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 16/04/2025).
[28] City Population, Democratic Republic of the Congo: Regions, Major cities and Towns – Population Statistics, Maps, Charts, Weather and Wed Information- Kinshasa, διαθέσιμο σε: https://www.citypopulation.de/en/drcongo/cities/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 16/04/2025).
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο