
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
7 Μαΐου 2025
[Β. ΚΟΥΡΟΥΖΙΔΟΥ - ΚΑΡΛΕΤΤΙΔΟΥ Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]
Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
J. T. M. από Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό(ARC….)
Αιτήτρια
-και-
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπηρεσίας Ασύλου
Καθ' ων η Αίτηση
Μαρία Μπαγιαζίδου (κα), Δικηγόρος για την Αιτήτρια
Ιωάννα Χαραλάμπους (κα), Δικηγόρος για τους Καθ' ων η αίτηση
H Αιτήτρια είναι παρούσα (Παρούσα η διερμηνέας κα Ζωή Αγαπίου για πιστή μετάφραση από Γαλλικά σε Ελληνικά και αντίστροφα)
ΑΠΟΦΑΣΗ
Η Αιτήτρια αιτείται δήλωσης του Δικαστηρίου ότι η απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση ημερομηνίας 12/07/2024, η οποία κοινοποιήθηκε στην Αιτήτρια στις 22/07/2024 και με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά της για παροχή Διεθνούς προστασίας καθότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του περί Προσφύγων Νόμου 6(Ι)/2000 και είναι παράνομη, άκυρη και στερείται κάθε νόμιμου αποτελέσματος. Περαιτέρω αιτείται δήλωσης του Δικαστηρίου με την οποία να αναγνωρίζεται στην Αιτήτρια καθεστώς προστασίας.
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Διοικητικού Φακέλου (στο εξής Δ.Φ.) που βρίσκονται ενώπιόν μου, η Αιτήτρια είναι υπήκοος της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό (Λ.Δ.Κ.) και στις 07/02/2020 υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας, αφού προηγουμένως εισήλθε παράνομα στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνησης της Δημοκρατίας περιοχές. Στις 15/04/2024 διεξήχθη συνέντευξη στην Αιτήτρια από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου, ο οποίος στις 12/07/2024 υπέβαλε Έκθεση-Εισήγηση προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου με την εισήγηση όπως απορριφθεί το αίτημα της Αιτήτριας. Ακολούθως, την ίδια ημέρα, ο δεόντως εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός, ενέκρινε την πιο πάνω Έκθεση-Εισήγηση αποφασίζοντας την απόρριψη της αίτησης διεθνούς προστασίας της Αιτήτριας και εξέδωσε απόφαση επιστροφής στη χώρα καταγωγής της. Στις 22/07/2024 εκδόθηκε απορριπτική του αιτήματος της Αιτήτριας επιστολή από την Υπηρεσία Ασύλου συνοδευόμενη από αιτιολόγηση της απόφασής της, η οποία κοινοποιήθηκε αυθημερόν στην Αιτήτρια. Την 01/08/2024 η Αιτήτρια καταχώρισε την παρούσα προσφυγή.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Στο εισαγωγικό δικόγραφο της προσφυγής, η Αιτήτρια μέσω της συνηγόρου της, προβάλλει πλείονες λόγους ακυρώσεως, οι οποίοι καταγράφονται με γενικό και αόριστο τρόπο.
Κατά τη γραπτή της αγόρευση, η συνήγορος της Αιτήτριας, ανέφερε ότι οι λόγοι ακύρωσης που προωθούνται, περιορίζονται στους ακόλουθους τρεις:
1) Η προσβαλλόμενη πράξη ελήφθη από αναρμόδιο πρόσωπο, χωρίς τη λήψη της απαιτούμενης εξουσιοδότησης από τον Υπουργό Εσωτερικών.
2) Η προσβαλλόμενη πράξη ελήφθη χωρίς να διεξαχθεί η δέουσα έρευνα και/ή δεν λήφθηκαν υπόψη όλα τα στοιχεία του φακέλου της υπόθεσης. Ειδικότερα, υποστήριξε ότι δεν τέθηκαν οι κατάλληλες ερωτήσεις στην Αιτήτρια, ότι λανθασμένα έχει κριθεί αναξιόπιστη και ότι δεν διενεργήθηκε αυστηρός και ανεξάρτητος έλεγχος από πλευράς των Καθ΄ ων η Αίτηση των ισχυρισμών της Αιτήτριας, που θα οδηγούσε στο συμπέρασμα ότι τυχόν επιστροφή της στη χώρα της, θα έθετε τη ζωή της σε κίνδυνο. Επιπρόσθετα, είναι η θέση της ότι οι Καθ΄ ων η Αίτηση δεν προέβησαν σε ανεξάρτητη και εξατομικευμένη έρευνα όσον αφορά την αξιολόγηση κινδύνου, την επικρατούσα κατάσταση ασφαλείας στη χώρα καταγωγής της Αιτήτριας και την αξιολόγηση της δυνατότητας μετεγκατάστασής της.
3) Η πράξη και/ή απόφαση των Καθ΄ ων η Αίτηση στερείται επαρκούς και/ή δέουσας αιτιολογίας και/ή είναι ελλιπής και/ή στηρίζεται σε εσφαλμένη αιτιολογία.
Οι Καθ' ων η αίτηση μέσω της γραπτής αγόρευσης της συνηγόρου τους, υποβάλλουν ότι ορθώς η Αιτήτρια έχει κριθεί αναξιόπιστη ως προς τους ισχυρισμούς της καθώς στερούνται αληθοφάνειας και συνοχής και ενόψει του ότι η Αιτήτρια υπέπεσε σε αντιφάσεις που είναι τόσο έκδηλες, ώστε να μην επιτρέπουν την εξαγωγή συμπερασμάτων. Επιπρόσθετα, αναφέρουν ότι οι λόγοι ακύρωσης που προβάλλει η Αιτήτρια μέσω της προσφυγής της δεν αναπτύσσονται επαρκώς στη Γραπτή της Αγόρευση σύμφωνα με τις επιταγές του Κανονισμού 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962 και για αυτόν τον λόγο δεν μπορούν να εξεταστούν. Επιπρόσθετα, οι Καθ΄ ων η Αίτηση ισχυρίζονται ότι η Αιτήτρια δεν έχει αποσείσει το βάρος απόδειξης των λόγων ακυρώσεως και των ισχυρισμών της που θεμελιώνουν το αίτημά της για παραχώρηση διεθνούς προστασίας, καθώς δεν απέδειξε βάσιμο φόβο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, όπως προβλέπεται από το άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου έτσι ώστε να της αναγνωρισθεί το καθεστώς του πρόσφυγα, αλλά ούτε απέδειξε ότι δύναται να της χορηγηθεί το καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας. Οι Καθ΄ ων η Αίτηση αντιτείνουν ότι η προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή απόφαση έχει ληφθεί από αρμόδιο όργανο, καθώς η συνέντευξη διενεργήθηκε και η σχετική Έκθεση-Εισήγηση ετοιμάστηκε από λειτουργό ορισμένου χρόνου της Υπηρεσίας Ασύλου που καλύπτεται από την σχετική εξουσιοδότηση του Υπουργού Εσωτερικών που φέρει ημερομηνία 09/06/2022 προς τον λειτουργό που έλαβε την προσβαλλόμενη απόφαση. Περαιτέρω, υποστηρίζουν ότι η προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή απόφαση λήφθηκε ορθά και νόμιμα, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων, μετά από δέουσα έρευνα και σωστή ενάσκηση των εξουσιών που δίνει ο Νόμος στους Καθ' ων η αίτηση και αφού λήφθηκαν υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστατικά της υπόθεσης και ότι η επίδικη απόφαση είναι επαρκώς και δεόντως αιτιολογημένη. Κατά συνέπεια, εισηγούνται πως η υπό εξέταση προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί από το Δικαστήριο και να επικυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση.
Κατά το στάδιο των διευκρινίσεων, η ευπαίδευτη συνήγορος που εκπροσωπεί την Αιτήτρια απόσυρε τον νομικό ισχυρισμό περί αναρμοδιότητας του οργάνου που έλαβε την προσβαλλόμενη απόφαση και ότι κατά λοιπά προωθεί τους υπόλοιπους ισχυρισμούς που προβάλλονται στη Γραπτή Αγόρευσή της.
ΚΑΤΑΛΗΞΗ
Καταρχάς, παρατηρείται ότι οι λόγοι ακύρωσης που εγείρονται στην παρούσα αίτηση παρατίθενται με γενικότητα και αοριστία. Η απλή καταγραφή κατά ιδιαίτερο συνοπτικό τρόπο στους λόγους ακύρωσης της νομικής βάσης της προσφυγής δεν ικανοποιεί την επιτακτική ανάγκη του Κανονισμού 7 του Ανωτάτου Συνταγματικού Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962, όπως οι νομικοί λόγοι αναφέρονται πλήρως.
«Η αναφορά, για παράδειγμα, ότι «Η απόφαση πάσχει γιατί λήφθηκε χωρίς την δέουσα έρευνα» (το ίδιο αοριστολόγοι είναι και οι υπόλοιποι λόγοι ακύρωσης), δεν εξηγεί καθόλου, ούτε παραπέμπει σε συγκεκριμένα κατ' ισχυρισμόν δεδομένα που οδήγησαν σε μη έρευνα, ή σε πλάνη κλπ. Η προσφυγή θα μπορούσε να απορριφθεί για τους πιο πάνω διαδικαστικούς λόγους οι οποίοι αντανακλούν βεβαίως και επί της ουσίας. Αυστηρώς ομιλούντες, τα όσα αναφέρονται στην αγόρευση της δικηγόρου της Αιτήτριας δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη, εφόσον παγίως αναγνωρίζεται ότι οι αγορεύσεις δεν αποτελούν μέσο για τη θεμελίωση γεγονότων. (δέστε Δημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Ελισσαίου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (2004) 3 Α.Α.Δ. 412 και Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 384) (δέστε Υπόθεση Αρ. 1119/2009 ημερ. 31 Ιανουαρίου 2012 FARHAN KHALIL, και Κυπριακής Δημοκρατίας).
Οι ισχυρισμοί για την ακύρωση μιας διοικητικής απόφασης πρέπει να είναι συγκεκριμένοι και να εξειδικεύουν ποια νομοθετική πρόνοια ή αρχή διοικητικού δικαίου παραβιάζεται. Όπως έχει τονισθεί στην υπόθεση Latomia Estate Ltd. v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672:
«Η αιτιολόγηση των νομικών σημείων πάνω στα οποία βασίζεται μια προσφυγή είναι απαραίτητη για την εξέταση από ένα Διοικητικό Δικαστήριο των λόγων που προσβάλλουν τη νομιμότητα μιας διοικητικής πράξης.».
Περαιτέρω δεν αρκεί η παράθεση των συγκεκριμένων διατάξεων της νομοθεσίας που κατ' ισχυρισμόν παραβιάζει η προσβαλλόμενη πράξη, αλλά θα πρέπει επίσης τα επικαλούμενα νομικά σημεία να αιτιολογούνται πλήρως. Οποιαδήποτε αοριστία ή ασάφεια σε σχέση με αυτά μπορεί να έχει ως συνέπεια την απόρριψη της προσφυγής. (βλ. Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 AAΔ.598).
Σύμφωνα με την Μαραγκός ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 671: «Για να καταστεί το θέμα επίδικο, πρέπει αυτό να εγείρεται σύμφωνα με τις δικονομικές διατάξεις και να αποφασίζεται ύστερα από εξαντλητική επιχειρηματολογία.»
«Η αγόρευση αποτελεί το μέσο για την έκθεση της επιχειρηματολογίας υπέρ της αποδοχής των λόγων ακύρωσης και όχι υποκατάστατο της στοιχειοθέτησής τους. Βλ. Παπαδοπούλας ν. Ιωσηφίδη κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 601 και Λεωφορεία Λευκωσίας Λτδ ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 56.».
Τα όσα επομένως πιο κάτω εξετάζονται και αποφασίζονται, τελούν υπό την πιο πάνω τοποθέτηση του Δικαστηρίου.
Στα πλαίσια ελέγχου της προσβαλλόμενης απόφασης, το Δικαστήριο εξετάζει κατά πόσον το αρμόδιο όργανο ερεύνησε όλα εκείνα τα στοιχεία που όφειλε να ερευνήσει και να συνεκτιμήσει για να καταλήξει στην απόφασή του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου. Η έρευνα θεωρείται πλήρης όταν το διοικητικό όργανο συλλέξει και εξετάσει όλα τα ουσιώδη στοιχεία μιας υπόθεσης ώστε να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα. Το είδος και η έκταση της έρευνας εναπόκειται στην διακριτική ευχέρεια του αποφασίζοντας οργάνου και διαφέρει κατά περίπτωση (βλ. Απόφαση αρ. 128/2008 JAMAL KAROU V Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερ. 1 Φεβρουάριου, 2010).
Όπως εξηγήθηκε στην υπόθεση Πολυξένη Γεωργίου ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 606/91, ημερομηνίας 22.9.92, στις σελ. 2-3: «Το τι αποτελεί επαρκή έρευνα, εξαρτάται από τα γεγονότα και περιστατικά της κάθε υπόθεσης (KNAI ν. The Republic (1987) 3 CLR 1534). Η έκταση της έρευνας που ένα διοικητικό όργανο διεξάγει για τη λήψη απόφασης εξαρτάται από τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης» (Δημοκρατίας ν. Γιαλλουρίδη και Άλλων), Αναθεωρητικές Εφέσεις 868, 868, ημερομηνίας 13.12.90)».
Τα όσα επομένως πιο κάτω εξετάζονται και αποφασίζονται, τελούν υπό την πιο πάνω τοποθέτηση του Δικαστηρίου.
Έχω εξετάσει την προσβαλλόμενη απόφαση υπό το πρίσμα όλων των στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, κυρίως των όσων η Αιτήτρια δήλωσε κατά τη διάρκεια της συνέντευξής της, όσο και όσα προβάλλει με την παρούσα προσφυγή.
Σύμφωνα με τα στοιχεία στο φάκελο της Αιτήτριας, αυτή είναι ενήλικας από την Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (Λ.Δ.Κ.).
Κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησής της, η Αιτήτρια ανέφερε ότι είναι ορφανή από πατέρα και μητέρα, καθότι οι γονείς της σκοτώθηκαν στο ανατολικό Κονγκό στο GOMA στη ζώνη των ένοπλων συγκρούσεων. Όπως περιγράφει, σκοτώθηκαν από ένοπλες πολιτοφυλακές σε εξέγερση κατά της κυβέρνησης. Κατόπιν, ένας φίλος του πατέρα της φρόντισε αυτήν και τα αδέρφια της μετά το θάνατο των γονιών της και γενναιόδωρα συμφώνησε να τους μεταφέρει πίσω στην Κινσάσα για να μείνουν στο σπίτι του. Με τον καιρό όμως αυτό το πρόσωπο άρχισε να παρενοχλεί την Αιτήτρια και την ανάγκασε σε ερωτική συνεύρεση θέλοντας να την κάνει γυναίκα του. Μάλιστα, απείλησε να την σκοτώσει αν αρνιόταν τις προσφορές του. Η Αιτήτρια δήλωσε πως δεν άντεχε άλλο αυτή την παρενόχληση, γι' αυτό και έφυγε από τη χώρα της για να είναι ασφαλής από τις απειλές του (ερ. 15 δ.φ.).
Κατά τη διάρκεια της προφορικής της συνέντευξης και ως προς τα προσωπικά της στοιχεία, η Αιτήτρια δήλωσε ότι έχει κονγκολέζικη καταγωγή, προερχόμενη από την πόλη Kinshasa, η οποία αποτελεί τόσο τόπο γέννησης όσο και τελευταίας συνήθους διαμονή της (ερ. 51 δ.φ.). Περαιτέρω, ως προς τις θρησκευτικές της πεποιθήσεις δήλωσε χριστιανή καθολική (ερ. 55 δ.φ.) και ως προς την εθνοτική της καταγωγή δήλωσε ότι ανήκει στην φυλή Mulonzo (ερ. 51 δ.φ.). Αναφορικά με το μορφωτικό της επίπεδο, δήλωσε πως έχει λάβει ανώτατη εκπαίδευση στην χώρα καταγωγής του όντας κάτοχος διπλώματος στην διατροφολογία (ερ. 53 δ.φ.), ενώ σε σχέση με το επαγγελματικό της προφίλ δήλωσε πως εργαζόταν ως διατροφολόγος (ερ. 51 δ.φ.). Περαιτέρω, αναφορικά με την οικογενειακή της κατάσταση δήλωσε άγαμη και άτεκνη (ερ 55 δ.φ.). Όσον αφορά στην οικογένειά της η Αιτήτρια ανέφερε ότι και οι δύο γονείς της ήταν στρατιώτες, και η οικογένειά τους ζούσε στην Γκόμα αφού οι γονείς της μετατέθηκαν εκεί γύρω στο 2001, όταν εκείνη ήταν περίπου 9 ή 10 ετών. Στις 20 Νοεμβρίου 2012, κατά τη διάρκεια μιας βίαιης επίθεσης στην Γκόμα (Goma) από τους αντάρτες M23, και οι δύο γονείς της σκοτώθηκαν. Την εποχή εκείνη, ήταν 19 ετών και έμεινε ορφανή μαζί με τα τρία μικρότερα αδέλφια της. Μετά το θάνατό τους, η Αιτήτρια έχασε κάθε επαφή με τους συγγενείς της, καθώς πολλοί είχαν φύγει λόγω της σύγκρουσης. Ο πατέρας της ήταν το μόνο παιδί της οικογένειάς του, οπότε δεν είχαν θείους ή κοντινούς συγγενείς για να στηριχτούν. Βρέθηκαν σε καταυλισμό εκτοπισμένων, όπου ένας φίλος του πατέρα της, ο Μπάνια Μουγκάμπι (Banya Mugabi), τους βρήκε και τους πήρε υπό την φροντίδα του τον Δεκέμβριο του 2012 στην Kinshasa. Πλέον αναφέρει ότι επικοινωνεί περιστασιακά με τα δύο επιζώντα αδέλφια της μέσω WhatsApp. Αν και η Αιτήτρια έχει μακρινούς ξαδέλφους από την πλευρά του πατέρα της, δεν είναι κοντά σε κανέναν συγγενή και δεν έχει μέλη οικογένειας στους οποίους μπορεί να βασιστεί. Η έλλειψη υποστήριξης, σε συνδυασμό με την κακοποίηση και τις απειλές που υπέστη ενώ ζούσε υπό την φροντίδα του Μπάνια, την άφησαν χωρίς άλλη επιλογή παρά να φύγει από τη χώρα. Τώρα ζητά προστασία, καθώς η επιστροφή στο Κονγκό θα την εκθέσει σε κίνδυνο και σε περαιτέρω τραύματα και κακοποίηση (ερ. 51-52 δ.φ.).
Αναφορικά με τους κατ’ ιδίαν λόγους που τον ώθησαν να εγκαταλείψει την χώρα καταγωγής του, η Αιτήτρια κατά το στάδιο της ελεύθερης αφήγησης προέβαλε ότι εγκατέλειψε την χώρα καταγωγή της επειδή έπεσε θύμα σεξουαλικής κακοποίησης και εξαναγκασμού σε γάμο. Πιο αναλυτικά, η Αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι όταν οι γονείς της πέθαναν το 2012, ο κ. Banya Mugabi, που ήταν φίλος του πατέρα της και ο οποίος ήταν επίσης στρατιώτης/συνταγματάρχης, την έσωσε αυτήν και τα αδέλφια της για να ζήσουν μαζί του και να τους φροντίσει. Προς τον σκοπό αυτόν, τους μετέφερε στην Κινσάσα, στο στρατόπεδο, όπου είχαν δωρεάν διαμονή, και όπου η Αιτήτρια ολοκλήρωσε το λύκειο, αποφοίτησε από το πανεπιστήμιο και βρήκε δουλειά. Ωστόσο, δήλωσε ότι το εν λόγω πρόσωπο την πίεζε να γίνει γυναίκα του, και να έρχεται σε συνουσία μαζί του, απειλώντας την ότι θα την πυροβολούσε αν δεν δεχόταν να τον παντρευτεί. Όπως περιγράφει η Αιτήτρια, ο άντρας αυτός έπινε πολύ και κάθε φορά που ήταν μεθυσμένος ερχόταν στη δουλειά της, της δημιουργούσε προβλήματα και την απειλούσε. Η εργοδότριά της νόμιζε ότι ήταν ο πατέρας της αυτός που την απειλούσε αλλά μόλις η Αιτήτρια της εξήγησε όλη την κατάσταση, η εργοδότριά της της πρότεινε να την μεταφέρουν στο νοσοκομείο για την ασφάλειά της τον Ιούλιο του 2021. Παρόλα αυτά, ο άντρας αυτός εξακολουθούσε να πηγαίνει εκεί απειλώντας την ότι θα την πυροβολήσει. Τότε κατόπιν παρότρυνσης από την εργοδότριά της η Αιτήτρια αποφάσισε να φύγει από τη χώρα της για να είναι ασφαλής (ερ. 50 δ.φ.).
Κατά το στάδιο της συνέντεξης , δόθηκε η ευκαιρία στην Αιτήτρια μέσω πρόσθετων ερωτήσεων να εμπλουτίσει την επιχειρηματολογία της και να αποσαφηνίσει τα κρίσιμα βιοτικά γεγονότα της αφήγησής της. Αρχικά τέθηκαν στην Αιτήτρια ερωτήσεις ώστε να διακριβωθεί η παραμονή της στην περιοχή Goma της Λ.ΔΚ. Η Αιτήτρια είπε ότι η Goma βρίσκεται στο ανατολικό μέρος της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό, στην επαρχία North Kivu. Ανέφερε ότι διέμεινε στο στρατόπεδο Katindo, το οποίο βρίσκεται στην κοινότητα Karisibi της πόλης Goma. Όταν ρωτήθηκε για τις γειτονικές πόλεις ή χωριά γύρω από τη Goma, η Αιτήτρια δήλωσε ότι δεν γνώριζε καμία, αναφέροντας μόνο ότι γνώριζε τις κοινότητες μέσα στη Goma. Η Αιτήτρια μπόρεσε να αναφέρει μόνο δύο κοινότητες στη Goma: την κοινότητα Goma και την κοινότητα Karisibi. Όσον αφορά τις υποδιαιρέσεις της Goma, η Αιτήτρια ανέφερε ότι ζούσε στην Katindo. Η Αιτήτρια δεν μπόρεσε να θυμηθεί το όνομα του δημάρχου της Goma, τόσο την τρέχουσα στιγμή όσο και κατά τη διάρκεια της διαμονής της. Όταν ρωτήθηκε για την παρουσία οποιωνδήποτε καθολικών εκκλησιών, η Αιτήτρια ανέφερε την εκκλησία "Chris Rois" στην περιοχή Katindo, αλλά δεν μπόρεσε να παράσχει περισσότερες πληροφορίες όταν της υποδείχθηκε ότι δεν υπάρχει τέτοια εκκλησία στην περιοχή (ερ. 49 δ.φ.). Περαιτέρω, η Αιτήτρια είπε ότι η Goma είναι γνωστή για εορτασμούς όπως η Ημέρα Ανεξαρτησίας του Κονγκό και τις εκδηλώσεις μνήμης για τους παλαιότερους πολέμους, αλλά δεν κατάφερε να αναφέρει συγκεκριμένα ονόματα ή ημερομηνίες για τα φεστιβάλ. Όταν ρωτήθηκε για σημαντικά γεωλογικά χαρακτηριστικά κοντά στη Goma, ανέφερε ότι υπάρχουν μέρη που μπορεί να επισκεφτεί κάποιος τουρίστας, αλλά δεν θυμόταν τα ονόματα. Επίσης, αναγνώρισε την ύπαρξη σημαντικών μνημείων και ιστορικών τόπων στη Goma αλλά και πάλι δεν μπορούσε να προσδιορίσει τα ονόματά τους. Σχετικά με τα δάση ή τα εθνικά πάρκα κοντά στη Goma, η αιτούσα είπε ότι δεν θυμόταν τα ονόματά τους. Τέλος, όταν ρωτήθηκε για τις αγορές στη Goma, είπε ότι είχε ξεχάσει τα ονόματα τους (ερ. 48, 1Χ δ.φ.).
Εν συνεχεία, ως προς τον θάνατο των γονιών της, η Αιτήτρια δήλωσε ότι οι γονείς της απεβίωσαν στις 20 Νοεμβρίου 2012, όταν η ένοπλη ομάδα M-23 επιτέθηκε στην πόλη Goma. Όπως εξήγησε, οι γονείς της ήταν στρατιώτες που πήγαν για να προστατεύσουν την πόλη και σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια των μαχών. Η Αιτήτρια ανέφερε ότι πολλοί άνθρωποι, μεταξύ αυτών και οι γονείς της, έχασαν τη ζωή τους εκείνη την ημέρα, και ότι οι αντάρτες της M-23 ήταν υπεύθυνοι για τους θανάτους τους. Όταν ρωτήθηκε για την κηδεία, η Αιτήτρια εξήγησε ότι δεν πραγματοποιήθηκε καμία κηδεία επειδή έπρεπε να φύγουν, καθώς η πόλη καταλήφθηκε από την ένοπλη ομάδα M-23. Κατόπιν, η Αιτήτρια μαζί με άλλους κατέφυγαν στο στρατόπεδο προσφύγων Mugunga, όπου ένας άνθρωπος με το όνομα κ. Banya τους ενημέρωσε ότι οι γονείς τους δεν επέζησαν. Η Αιτήτρια και η ομάδα της πήραν ένα λεωφορείο για να πάνε στο Lubumbashi και από εκεί πήραν ένα στρατιωτικό αεροπλάνο προς την Kinshasa, όπου παρέμειναν στο στρατόπεδο Seta. Η Αιτήτρια επίσης ανέφερε ότι η ένοπλη ομάδα M-23, η οποία ήταν υπεύθυνη για την επίθεση, είναι μια ομάδα ανταρτών που θεωρείται τρομοκρατική, με στόχο την κατάληψη της περιοχής. Όταν ρωτήθηκε για την μετάθεση των γονιών της στην Goma, η Αιτήτρια είπε ότι πριν αναλάβουν στη Goma, οι γονείς της είχαν μετατεθεί πρώτα στην Uvira όταν είχαν φύγει από την Κινσάσα. Η Αιτήτρια δεν θυμόταν το ακριβές έτος της εγκατάστασης των γονιών της στη Goma, αλλά θυμόταν ότι ήταν περίπου σε ηλικία 9 ή 10 ετών εκείνη την περίοδο (ερ. 48 δ.φ.)
Κατόπιν ζητήθηκε από την Αιτήτρια να παράσχει περισσότερες πληροφορίες αναφορικά με τον κo Banya και την κακοποιητική συμπεριφορά του τελευταίου. Η Αιτήτρια ανέφερε ότι γνώρισε τον κ. Banya όταν η οικογένειά της μετακόμισε στην Goma, όπου εκείνος ήταν στενός φίλος της οικογένειας του πατέρα της. Επισκεπτόταν συχνά το σπίτι τους και όταν μετακόμισαν στην Kinshasa, ήταν ευτυχείς που έμεναν μαζί του. Ωστόσο, το 2017, ο κ. Banya άρχισε να την πιέζει να τον παντρευτεί, κάτι που εκείνη αρχικά απέρριψε, εξηγώντας ότι τον έβλεπε σαν πατρική φιγούρα και ότι ήταν πολύ μεγαλύτερος σε ηλικία από αυτήν. Παρά τις αρνήσεις της, εκείνος επέμεινε, υποστηρίζοντας ότι επειδή είχε χρηματοδοτήσει την εκπαίδευσή της και είχε κάνει τόσα πολλά για αυτήν, έπρεπε να δεχτεί την πρότασή του. Η Αιτήτρια περιέγραψε πως η συμπεριφορά του κ. Banya έγινε ολοένα και πιο ακατάλληλη. Έμπαινε κρυφά στο δωμάτιό της και απαιτούσε να κοιμηθεί μαζί της, αλλά εκείνη πάντα αρνιόταν. Μάλιστα, μια φορά, ενώ μαγείρευε, της έκαψε το χέρι επειδή αρνήθηκε τις προθέσεις του. Η συμπεριφορά του έγινε ακόμα πιο επιθετική όταν άρχισε να πηγαίνει στον χώρο εργασίας της και να την απειλεί. Παρά τις απειλές, εκείνη εξήγησε ότι έμεινε στο σπίτι του γιατί δεν είχε πουθενά αλλού να πάει. Δεν έφυγε παρά μόνο μέχρι τον Ιούλιο του 2021, όταν ο εργοδότης της της προσέφερε ένα μέρος να μείνει. Η Αιτήτρια ανέφερε ότι οι παρενοχλήσεις ξεκίνησαν περίπου στα τέλη Νοεμβρίου του 2017. Η Αιτήτρια αποκάλυψε επίσης ότι σε μια περίπτωση, ο κ. Banya προσπάθησε να τη βιάσει, αλλά εκείνη κατάφερε να ξεφύγει, και όταν το είπε σε άλλους, εκείνοι γελούσαν μαζί της. Αυτό την έκανε να αισθανθεί πολύ άσχημα και για τον πρόσθετο λόγο ότι δεν είχε γονείς να την υπερασπιστούν. Είπε ότι αυτή η συμπεριφορά επαναλήφθηκε πολλές φορές και έγινε όλο και πιο επιθετική με την πάροδο του χρόνου, μέχρι που δεν είχε άλλη επιλογή παρά να ζητήσει βοήθεια από τον εργοδότη της. Παρόλο που η Αιτήτρια είχε δουλειά και κέρδιζε τα δικά της χρήματα, εξήγησε ότι δεν έφυγε νωρίτερα γιατί προσπαθούσε να μαζέψει αρκετά χρήματα για να ταξιδέψει. Φοβόταν επίσης για την ασφάλειά της, καθώς ο κ. Banya την είχε απειλήσει ότι θα τη βρει και θα τη σκοτώσει αν έφευγε. Ζήτησε βοήθεια από το εσωτερικό γραφείο στο στρατόπεδο Seta, όπου κανείς μπορούσε να καταγγείλει τα λάθη των στρατιωτών, αλλά ο κ. Banya έλεγε ψέματα στις αρχές, υποστηρίζοντας ότι αυτός την είχε μεγαλώσει μαζί με τα αδέλφια της. Ως αποτέλεσμα, οι καταγγελίες της αγνοήθηκαν. Επιπλέον, δήλωσε ότι στη χώρα της, οι αστυνομικοί φοβούνται να συλλάβουν στρατιωτικούς, γεγονός που έκανε δύσκολη την αναζήτηση δικαιοσύνης. Η Αιτήτρια παραδέχτηκε ότι δεν ανέφερε αρχικά το πρόβλημα στην αστυνομία, επειδή δεν ήξερε ότι η υπόθεση μπορούσε να αντιμετωπιστεί ως προσωπικό ζήτημα και όχι ως στρατιωτικό. Αντίθετα, ζήτησε βοήθεια από άλλους στρατιώτες, αλλά επειδή εκείνοι δεν παρενέβησαν, αναγκάστηκε να στραφεί στον εργοδότη της για βοήθεια, ο οποίος και της πρότεινε την Κύπρο ως προορισμό (ερ. 46-47 δ.φ.).
Τέλος, ζητήθηκε από την Αιτήτρια να αναφερθεί στις κατ’ ισχυρισμόν απειλές που δεχόταν από τον κ. Banya. Η Αιτήτρια ανέφερε ότι από τον Ιούλιο του 2017, άρχισε να δέχεται λεκτικές και σωματικές απειλές από τον κ. Banya, ο οποίος με τον καιρό γινόταν ολοένα και πιο βίαιος και επιθετικός απέναντί της. Δήλωσε ότι την απειλούσε επανειλημμένα να την σκοτώσει αν δεν παντρευόταν ή δεν κοιμόταν μαζί του, λέγοντας ότι θα την πυροβολούσε και άλλες απειλές όπως ότι θα «πέθαινε όπως οι γονείς της». Σύμφωνα με την Αιτήτρια, ήταν συχνά μεθυσμένος και δεν δίσταζε να ασκήσει σωματική βία, ενώ ανέφερε και ένα περιστατικό όπου την έκαψε με ζεστό φαγητό ενώ μαγείρευε. Η Αιτήτρια ανέφερε ότι αυτές οι απειλές και οι πράξεις βίας συνεχίστηκαν τακτικά μέχρι τον Ιούλιο του 2021, με την τελευταία απειλή να λαμβάνει χώρα στο τέλος του ίδιου μήνα. Περιέγραψε ότι ο κ. Banya μπήκε βίαια στο μπάνιο ενώ έκανε η Αιτήτρια έκανε ντους και προσπάθησε να την βιάσει παρά τη θέλησή της. Ερωτηθείσα αν κατήγγειλε τους βιασμούς, δεδομένης της σοβαρότητας της κακοποίησης, δήλωσε ότι ανέφερε την κατάσταση μόνο εντός του στρατοπέδου και δεν επικοινώνησε με εξωτερικές αρχές λόγω φόβου και έλλειψης υποστήριξης. Κατόπιν ανέφερε ότι, αναζητώντας ασφάλεια, μετακόμισε στο νοσοκομείο όπου εργαζόταν, που βρίσκεται στην κοινότητα Kingasani. Ωστόσο, εξήγησε ότι ο κ. Banya συνέχισε να έρχεται στο νοσοκομείο για να την αναζητήσει και να την απειλήσει, και ότι δεν είχε άλλο μέρος να πάει. Τα αδέρφια της αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν το οικογενειακό σπίτι και να αναζητήσουν καταφύγιο αλλού στο στρατόπεδο για να αποφύγουν τη σύγκρουση μαζί του. Παρόλο που δεν συνέβησαν άλλα περιστατικά άμεσα σε αυτήν μετά τον Ιούλιο του 2021, η Αιτήτρια δήλωσε ότι ο κ. Banya συνέχισε να την αναζητά ακόμη και μετά την αναχώρησή της για την Κύπρο. Εξέφρασε ότι παρέμενε φοβισμένη για τη ζωή της, εξηγώντας ότι ο κ. Banya είχε ορκιστεί να την σκοτώσει επειδή τον είχε απορρίψει. Τέλος, όταν ρωτήθηκε αν υπήρχε ασφαλέστερη τοποθεσία εντός της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό όπου θα μπορούσε να είχε μετεγκατασταθεί, η Αιτήτρια απάντησε ότι, εφόσον ο κ. Banya είναι στρατιώτης που θα μπορούσε να εγκατασταθεί οπουδήποτε στη χώρα, δεν υπήρχε καμία εγγύηση ασφάλειας. Πίστευε ότι ακόμη και αν μετακόμιζε σε μια μακρινή επαρχία όπως η Katanga, θα μπορούσε να τη βρει (ερ. 55-46 δ.φ.).
Υπό το φως των ως άνω πληροφοριών, ως αυτές προκύπτουν από το πρακτικό της συνέντευξης του Αιτητή και τα λοιπά στοιχεία του διοικητικού φακέλου, ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου σχημάτισε την Έκθεση-Εισήγησή της επί τη βάση των εξής δύο (2) ουσιωδών ισχυρισμών:
(1) Ταυτότητα, χώρα καταγωγής και προσωπικά στοιχεία/προφίλ της Αιτήτριας
(2) Ισχυριζόμενες απειλές προς την Αιτήτρια από τον Banya Mugabi εξαιτίας της άρνησής της να τον παντρευτεί με την βία.
Ως προς τον πρώτο ουσιώδη ισχυρισμό της Αιτήτριας, ο αρμόδιος λειτουργός αφού αξιολόγησε την εσωτερική αξιοπιστία της Αιτήτριας, τον έκανε μερικώς αποδεκτό. Λαμβάνοντας υπόψη ότι η Αιτήτρια υπέπεσε σε αντιφάσεις, έλλειψη ευλογοφάνειας, έλλειψη επαρκών πληροφοριών και ασάφειες όσον αφορά στην διαβίωση της στην πόλη Goma της επαρχίας του Βορέιου Κίβου (North Kivu Province) και στην κοινότητα Nsele, του διαμερίσματος Tchangu, της επαρχίας της Kinshasa, γίνεται αποδεκτό ότι η Αιτήτρια έζησε μόνο στην κοινότητα Masina, του διαμερίσματος Tchangu της Kinshasa, η οποία αποτελεί και τον τόπο γέννησής της.
Αναφορικά με τον δεύτερο ουσιώδη ισχυρισμό, είναι θέση των καθ’ ων ότι παρατηρούνται αντιφάσεις, ασάφειες και έλλειψη ευλογοφάνειας στους ισχυρισμούς της Αιτήτριας σχετικά με τον κύριο λόγο φυγής της από τη χώρα καταγωγής της, δηλαδή τον βίαιο εξαναγκασμό από τον στρατιώτη Banya Mugabi να τον παντρευτεί και να έρθει σε σεξουαλική επαφή μαζί του. Αρχικά, η Αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι αναγκάστηκε να έχει σεξουαλικές επαφές μαζί του, αλλά αργότερα ανέφερε ότι δεν υπήρξε ποτέ (τετελεσμένος) βιασμός, παρά μόνο απόπειρα, και ότι κατάφερνε να ξεφεύγει. Αυτό αντικρούει τους αρχικούς ισχυρισμούς της, τόσο κατά τη συνέντευξη όσο και στη φόρμα αίτησης διεθνούς προστασίας. Επιπλέον, παρατηρείται έλλειψη ευλογοφάνειας στο γιατί παρέμεινε στο ίδιο σπίτι με τον φερόμενο κακοποιητή της για τέσσερα χρόνια, ενώ εργαζόταν από το 2019 και είχε, όπως υποστήριξε, οικονομική ανεξαρτησία. Ασάφεια και έλλειψη ευλογοφάνειας διαπιστώνονται και στο γιατί δεν κατήγγειλε τον Banya Mugabi στην αστυνομία. Η Αιτήτρια ισχυρίστηκε ότι έκανε καταγγελίες μόνο εντός της στρατιωτικής βάσης, κάτι που δεν εξηγεί ικανοποιητικά γιατί δεν απευθύνθηκε στις πολιτικές αρχές. Παρατηρείται επίσης χρονική αντίφαση σχετικά με το πότε ξεκίνησαν οι απειλές: αρχικά ισχυρίστηκε ότι ο Banya Mugabi, ξεκίνησε να είναι επιθετικός απέναντι της από τον Νοέμβριο του 2017 μετά από το τηλεφώνημα που της έκανε λέγοντας της ότι θα ήθελε να την κάνει γυναίκα του και αυτή αρνήθηκε, όμως εν συνεχεία -αλλάζοντας τα λεγόμενα της, ισχυρίστηκε ότι οι απειλές εναντίον ξεκίνησαν τον Ιούλιο του 2017, δηλαδή πριν ο Banya Mugabi της ζητήσει για πρώτη φορά να γίνει γυναίκα του, σταθμός εκκίνησης του προβλήματος στην χώρα καταγωγής της, δημιουργώντας χρονική αντίφαση στο αφήγημα της. Ως προς την εκτίμηση εξωτερικής αξιοπιστίας, οι Καθ’ ων διαπίστωσαν ότι η αξιολόγηση βασίζεται αποκλειστικά στις δηλώσεις της Αιτήτριας, δεδομένης της απουσίας εξωτερικών τεκμηρίων ή επαληθεύσιμων στοιχείων.
Εν συνεχεία ο Λειτουργός προχώρησε στην αξιολόγηση του κινδύνου σε περίπτωση επιστροφής της Αιτήτριας στη χώρα καταγωγής της και συγκεκριμένα στην πόλη Kinshasa. Εξετάζοντας τα ουσιώδη περιστατικά τα οποία έγιναν δεκτά και αναλύοντας την κατάσταση ασφαλείας τόσο στη χώρα όσο και στον τελευταίο τόπο διαμονής, o Λειτουργός διαπίστωσε ότι δεν υπάρχουν εύλογοι/βάσιμοι λόγοι από τους οποίους προκύπτει ότι υπάρχει περίπτωση, εάν η Αιτήτρια επιστρέψει στη χώρα καταγωγής της, να αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης λόγω της κατάστασης ανασφάλειας η οποία επικρατεί στην Kinshasa.
Αξιολογώντας περαιτέρω το προσωπικό της προφίλ οι Καθ’ ων διαπίστωσαν πως πρόκειται για υγιή ενήλικη γυναίκα, χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα υγείας, που έλαβε τριτοβάθμια εκπαίδευση στην χώρα της, οικονομικά ανεξάρτητη αφού εργαζόταν κανονικά ως διατροφολόγος και με υποστηρικτικό δίκτυο στην χώρα καταγωγής της, όπως τους γονείς της αφού δεν έγινε αποδεκτή η διαβίωση της στην πόλη Goma, της επαρχίας North, όπου και ισχυρίστηκε ότι πέθαναν οι γονείς της, καθώς και τους αδερφούς της. Σημειώνουν επίσης ότι παρόλες τις δηλώσεις της Αιτήτριας, κατά την διάρκεια της συνέντευξης, μέσω των ιατρικών εξετάσεων και αναλύσεων διαπιστώνεται ότι πάσχει από Ηπατίτιδα Β.
Προχωρώντας στη νομική ανάλυση, ο Λειτουργός έκρινε ότι από τους προβαλλόμενους και αποδεκτούς ισχυρισμούς της Αιτήτριας διαφαίνεται ότι στο πρόσωπό της δε συντρέχουν εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχειά τα οποία θα μπορούσαν να στοιχειοθετήσουν βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, συμμετοχής σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα ή πολιτικών πεποιθήσεων σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα καταγωγής και ως εκ τούτου η Αιτήτρια δεν πληροί τις προϋποθέσεις για υπαγωγή στο καθεστώς του πρόσφυγα.
Ο Λειτουργός εν συνεχεία προέβη σε εξέταση του κατά πόσο η Αιτήτρια δικαιούται παραχώρησης καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19 (1) και έκρινε ότι δεν αποδείχθηκε ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 19 (2), (α), (β) και (γ) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000. Συγκεκριμένα, ο Λειτουργός έκρινε ότι σε περίπτωση επιστροφής της Αιτήτριας στη Λ.Δ.Κ. δεν υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι από τους οποίους να προκύπτει ότι θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί θανατική ποινή ή εκτέλεση, όπως προβλέπει το άρθρο 19 (2)(α) ή βασανιστήρια, απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία όπως προβλέπει το άρθρο 19 (2)(β) ή πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας της λόγω αδιάκριτης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης ως το άρθρο 19 (2)(γ) προνοεί, καθώς η Kinshasa, περιοχή στην οποία η Αιτήτρια αναμένεται να επιστρέψει, δεν βρίσκεται σε συνθήκες διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης. Ως εκ τούτου ο Λειτουργός έκρινε ότι η Αιτήτρια δεν πληροί τις προϋποθέσεις για υπαγωγή στο καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας.
Έπειτα από ενδελεχή εξέταση του διοικητικού φακέλου και όπως προκύπτει από τα στοιχεία που βρίσκονται σε αυτόν, δέον να αναφερθούν τα ακόλουθα:
Καταρχάς, κρίνω ως ορθή την μερική αποδοχή από τους Καθ' ων η αίτηση του πρώτου ουσιώδους ισχυρισμού, ο οποίος και αφορά την ταυτότητα και τα προσωπικά στοιχεία του Αιτητή.
Ομοίως βάσει της αξιολόγησης τόσο της εσωτερικής, όσο και της εξωτερικής αξιοπιστίας των λοιπών υπό εξέταση ισχυρισμών, το Δικαστήριο καταλήγει στο ίδιο συμπέρασμα με τον λειτουργό και οι υπό εξέταση ισχυρισμοί απορρίπτονται στο σύνολό τους ως μη αξιόπιστοι.
Για την πληρότητα της έρευνας το Δικαστήριο προέβη σε επικαιροποιημένη έρευνα αναφορικά με την έμφυλη βία και τον καταναγκαστικό γάμο στην Λ.Δ.Κ. Έκθεση της USDOS του Ιουνίου 2023 που αφορά την εμπορία ανθρώπων αναφέρει ότι ορισμένοι εγκληματίες εξαναγκάζουν τις γυναίκες και τα κορίτσια από το Κονγκό σε καταναγκαστικούς γάμους καθιστώντας τα ευάλωτα στην οικιακή δουλεία ή σε σεξουαλική εμπορία.[1]
Ως προς τα περιστατικά έμφυλης βίας εν γένει και αναγκαστικού γάμου που σημειώθηκαν, έκθεση του Συμβουλίου Ασφαλείας του Ιουνίου 2023 αναφέρει ότι σεξουαλική βία διαπράχθηκε σε 284 παιδιά (1 αγόρι, 283 κορίτσια), ηλικίας μεταξύ 4 και 17 ετών, με δράστες την Nyatura (67), τις Ένοπλες Δυνάμεις της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό (56), CODECO (41), Mai- Mai Apa Na Pale (23), M23 (22), ADF (17), την εθνική αστυνομία του Κονγκό (9), την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών (1) και άλλες ένοπλες ομάδες (48). Οι επαληθευμένες περιπτώσεις αφορούσαν βιασμό (189), καταναγκαστικό γάμο (40), ομαδικό βιασμό (36), σεξουαλική δουλεία (15) και απόπειρα βιασμού (4). Οι ύποπτοι που συνελήφθησαν ήταν 12 μέλη των Ενόπλων Δυνάμεων της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό και 4 μέλη της Εθνικής Αστυνομίας του Κονγκό.[2]
Σύμφωνα με έκθεση της UNHCR του Οκτωβρίου 2022, σημειώθηκαν συγκεκριμένα 103 περιπτώσεις βιασμού, 81 περιστατικά καταναγκαστικής εργασίας, 68 περιπτώσεις ανθρωποκτονίας, 40 περιπτώσεις καταναγκαστικού γάμου, 58 περιπτώσεις στρατολόγησης και χρήσης παιδιών, τον μήνα Μάιο του 2022.[3]
Επιπλέον, στην ετήσια έκθεση της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες και του INTERSOS του 2021, αναφέρεται ότι στη ΛΔΚ καταγράφηκαν 76 περιπτώσεις αναγκαστικού γάμου χωρίς να γίνεται διάκριση του φύλου. Ακόμη αναφέρεται ότι «σε περιπτώσεις εξαναγκαστικών γάμων γενικά, δράστες είναι τα μέλη της οικογένειας των θυμάτων, και σε περιπτώσεις βιασμού είναι τα μέλη της κοινότητας που θεωρούνται ως δράστες».[4]
Ο νόμος για τη σεξουαλική βία ποινικοποιεί τον βιασμό όλων των προσώπων, αλλά ο νόμος συχνά έμεινε ανεφάρμοστος σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του Υπουργείου Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών (USDOS) για τις πρακτικές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που καλύπτει το 2023. Διεθνείς οργανισμοί και τοπικές ΜΚΟ ανέφεραν ότι οι γυναίκες που επέζησαν από βιασμό αναγκάζονταν μερικές φορές να πληρώσουν πρόστιμο για να επιστρέψουν στις οικογένειές τους και να αποκτήσουν πρόσβαση στα παιδιά τους. Οι περισσότερες επιζήσασες βιασμού δεν ακολούθησαν επίσημη νομική δράση λόγω ανεπαρκών πόρων, έλλειψης εμπιστοσύνης στο δικαστικό σύστημα, οικογενειακής πίεσης και φόβου να υποβληθούν σε ταπείνωση, αντίποινα ή και τα δύο. Κρατικοί πράκτορες βίασαν και κακοποίησαν σεξουαλικά γυναίκες και κορίτσια κατά τη διάρκεια της σύλληψης και της κράτησης τους.[5]
Η ίδια έκθεση του USDOS ανέφερε ότι ο νόμος απαγόρευε τη σεξουαλική παρενόχληση και προέβλεπε ελάχιστη ποινή ενός έτους σε περίπτωση καταδίκης, αλλά δεν υπήρχε αποτελεσματική επιβολή του νόμου. Εκτεταμένα περιστατικά σεξουαλικής παρενόχλησης σημειώθηκαν σε όλη τη χώρα. Υπήρξαν αναφορές ότι οι κυβερνητικές δυνάμεις ασφαλείας και οι κυβερνητικοί πράκτορες υποκίνησαν, διέπραξαν ή αποσιώπησαν ρητά ή σιωπηρά τη σεξουαλική παρενόχληση.[6]
Σύμφωνα με άλλες πηγές οι περισσότερες περιπτώσεις SGBV δεν καταγγέλλονται,[7] «λόγω του φόβου στιγματισμού, του αποκλεισμού, της αντεκδίκησης, της απόρριψης και της κουλτούρας της ατιμωρησίας». Το στίγμα που σχετίζεται με αυτό, πολλές γυναίκες συνεχίζουν να υποφέρουν σιωπηλά» και «πολλές περιπτώσεις» σεξουαλικής επίθεσης «δεν καταγγέλθηκαν».[8]
Σημειώνεται ότι δεν ανευρέθησαν πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πηγές πληροφόρησης που να επιβεβαιώνουν την ύπαρξη του στρατηγού Banya Mugabi ή δημοσιεύματα που να σχετίζονται με το πρόσωπό του.
Στο σημείο αυτό κρίνω σκόπιμο να αναφέρω ότι σε κάθε περίπτωση και σύμφωνα με το άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου, εναπόκειται στον εκάστοτε Αιτητή/Αιτήτρια να τεκμηριώσει την αίτησή του για διεθνή προστασία. Στην υπό κρίση περίπτωση, για τους λόγους που αναλύθηκαν ανωτέρω, η Αιτήτρια δεν κατάφερε τεκμηριώσει κάποια παρελθούσα πράξη δίωξης σε βάρος της ούτε κατά τη διάρκεια της προφορικής της συνέντευξης, αλλά ούτε κατά την ενώπιόν μου διαδικασία.
Εν πάση περιπτώσει κρίνω ότι ο λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου, στην έκθεση-εισήγηση, αξιολόγησε κάθε έκαστο ισχυρισμό της Αιτήτριας και για τους λόγους που εκτενώς καταγράφηκαν στην εισήγησή του, εύλογα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αξιοπιστία της δεν κρίνεται ως ικανοποιητική και ως εκ τούτου ορθά δεν παραχωρήθηκε το ευεργέτημα της αμφιβολίας, όπως αυτό καθορίζεται στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου για τις διαδικασίες και τα κριτήρια καθορισμού του καθεστώτος των προσφύγων.
Έχει, πολλάκις, νομολογηθεί ότι κρίση επί της αξιοπιστίας του αιτητή και έγκριση κωλύματος έγκρισης αίτησης για το λόγο αναξιοπιστίας ως προς τα προβαλλόμενα από τον αιτητή είναι επιτρεπτή (AMIRI ΚΑΙ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ Κ.Α. (2009 3 Α.Α.Δ. 358). Υπενθυμίζεται εξάλλου ότι η συνοχή μεταξύ των δηλώσεων του Αιτητή συνιστά δείκτη της αξιοπιστίας των ισχυρισμών του[9]. Όταν ο Αιτητής κρίνεται αναξιόπιστος, δεν υπάρχουν περιθώρια περαιτέρω διερεύνησης (βλ. υπόθ. αρ. 1964/06, ημερ. 11.3.08 Obaidul Haque v. Δημοκρατίας).
Στην παράγραφο 204 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα κριτήρια Καθορισμού του Καθεστώτος των Προσφύγων, "Το ευεργέτημα της αμφιβολίας πρέπει να δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί και εξετασθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του αιτούντος. Οι ισχυρισμοί του αιτούντος πρέπει να παρουσιάζουν συνοχή και αληθοφάνεια και να μην έρχονται σε αντίφαση με γεγονότα που είναι γενικά γνωστά σε όλους".
Επομένως, ορθά δεν παραχωρήθηκε σε αυτήν το ευεργέτημα της αμφιβολίας και ορθά ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης της για διεθνή προστασία.
Περαιτέρω, συμφωνώ με την αξιολόγηση κινδύνου στην οποία προέβη ο λειτουργός στη βάση του αποδεκτού ουσιώδους ισχυρισμού, καθώς και με το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε αναφορικά με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων αναγνώρισης προσφυγικού καθεστώτος καθώς η Αιτήτρια δεν κατάφερε να στοιχειοθετήσει βάσιμο και δικαιολογημένο φόβο δίωξης για ένα από τους πέντε λόγους που εξαντλητικά αναφέρονται στο Άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου και του Άρθρου 1Α(2) της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων.
Όσον αφορά στην αντιμετώπιση των εσωτερικά εκτοπισθέντων στη ΛΔΚ, σύμφωνα με την έκθεση της χώρας του 2023 από το Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ (USDOS), η κυβέρνηση «βοήθησε στην ασφαλή, εθελοντική επιστροφή πρώην Κονγκολέζων προσφύγων και διευκόλυνε τις διαδικασίες μετανάστευσης» και «οι κυβερνητικές αρχές δεν αντιμετώπισαν τους πρόσφυγες διαφορετικά από τους πολίτες»[10]. Το USDOS προσέθεσε ότι η κυβέρνηση «δεν ήταν σε θέση να προστατεύσει ή να βοηθήσει επαρκώς τους εσωτερικά εκτοπισθέντες με συνέπεια, αλλά γενικά επέτρεψε στις εσωτερικές και διεθνείς ανθρωπιστικές οργανώσεις να βοηθήσουν»[11]. Όσον αφορά την ένταξη στην Kinshasa, σύμφωνα με έκθεση του 2022 για τις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες στην πόλη από την Δανέζικη Υπηρεσία Μετανάστευσης (DIS), και επικαλούμενη τον καθηγητή Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου της Kinshasa, José Bazonz, «είναι συχνά πιο δύσκολο για ανθρώπους από την ανατολική ΛΔΚ να εγκατασταθούν και να ενταχθούν στην Kinshasa, επειδή έχουν ελάχιστους ή καθόλου συγγενείς στην πόλη και συχνά δεν μιλούν Lingala, τη “lingua franca”, ή ακόμα και γαλλικά»[12]. Η ίδια πηγή επιβεβαίωσε ότι «είναι ευκολότερο για ένα άτομο από τη δυτική περιοχή να ενταχθεί, επειδή μπορεί πιο εύκολα να προσανατολιστεί όταν αντιμετωπίζει προβλήματα αβεβαιότητας (έλλειψη ασφάλειας)»[13].
Όσον αφορά την αντιμετώπιση των επαναπατρισθέντων στη ΛΔΚ, έκθεση του Σεπτεμβρίου 2022 από την Cedoca, τη μονάδα έρευνας Πληροφοριών Χώρας Καταγωγής (COI) του Γενικού Επιτρόπου για τους Πρόσφυγες και τους Ανιθαγενείς του Βελγίου (CGRS), ανέφερε ότι άτομα των οποίων η αίτηση ασύλου έχει απορριφθεί και επιστρέφουν στη ΛΔΚ δεν αντιμετωπίζουν πλέον προβλήματα κατά την άφιξή τους από τις εθνικές αρχές, σύμφωνα με εξωτερικές πηγές[14].
Ως προς την πρόσβαση στην απασχόληση, σύμφωνα με τον Καθηγητή José Bazonz, όπως αναφέρεται στην έκθεση του 2022 της Δανέζικης Υπηρεσίας Μετανάστευσης, «σε επίπεδο κοινότητας, υπάρχει επίσης μια άλλη μορφή αλληλεγγύης, δηλαδή τα ‘mutuals’ (αλληλοβοηθητικά ταμεία/ταμεία αλληλεγγύης)»[15]. Στην Kinshasa, τα ταμεία αλληλεγγύης βοηθούν άτομα που έχουν ανάγκη και ανθρώπους που έρχονται από μακριά. Η πηγή έδωσε το παράδειγμα ενός ταμείου αλληλεγγύης στην Kinshasa που βοήθησε εκτοπισμένους νέους από την περιοχή Kasai, μετά τη σύγκρουση Kamwina Nsapu, μέσω οικονομικών συνεισφορών[16].
Επιπλέον, η ίδια πηγή προσέθεσε ότι «τα ταμεία αλληλεγγύης, μέλη δηλαδή της κοινότητας καταγωγής, μπορούν να κινητοποιηθούν για να βοηθήσουν ένα μέλος που ζει στην πόλη και αντιμετωπίζει προβλήματα πόρων ή διατρέχει κίνδυνο ζωής»[17]. Ακόμη, τα ταμεία αλληλεγγύης διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην παροχή κοινωνικής βοήθειας στα μέλη τους· λειτουργούν με βάση τακτικές ή και περιστασιακές εισφορές των μελών και υπάρχει ποικιλία υποστήριξης που προσφέρεται: από ανεπίσημη οικονομική ενίσχυση έως στήριξη για εύρεση εργασίας ή επαγγελματική ένταξη[18].
Σημειώνεται πως λόγω του ότι ο ισχυρισμός της Αιτήτριας αναφορικά με τον λόγο που φέρεται να εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του απορρίφθηκε ως μη αξιόπιστος, δεν πληρούνται και οι προϋποθέσεις υπαγωγής της Αιτήτριας στα άρθρα 19 (2) (α) και (β) περί συμπληρωματικής προστασίας, καθώς δεν προέκυψαν στοιχεία εκ των οποίων μπορεί να συναχθεί ότι σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής της, η Αιτήτρια κινδυνεύει να αντιμετωπίσει θανατική ποινή ή εκτέλεση κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (α), ή άλλως βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία κατά την έννοια του άρθρου 19 (2) (β).
Από έρευνα σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης[19], προκύπτει ότι στην Kinshasa λειτουργούν υγειονομικές μονάδες για ασθενείς με Ηπατίτιδα Β, όπου παρέχονται βασικές υπηρεσίες όπως εμβολιασμοί, διαγωνιστικές εξετάσεις και φαρμακευτικά προϊόντα. Η δε Αιτήτρια είναι ικανή προς εργασία, ώστε να εξασφαλίσει τους πόρους για την πρόσβαση σε θεραπεία, αλλά και σε κάθε περίπτωση διαθέτει υποστηρικτικό δίκτυο στην Kinshasa, καθότι τα αδέλφια της είναι εγκατεστημένα εκεί και μπορούν να την συνδράμουν. Συνεπώς, δεν αναμένεται ευλόγως η Αιτήτρια να εκτεθεί σε σοβαρό κίνδυνο απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης σε περίπτωση επιστροφής της για λόγους που άπτονται της υγείας της.
Αναφορικά δε με την μη πλήρωση των προϋποθέσεων παροχής συμπληρωματικής προστασίας προς το πρόσωπο της Αιτήτριας υπό την έννοια του άρθρου 19 (2) (γ) του Περί Προσφύγων Νόμου ή άλλως του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, κρίνω σκόπιμο να παρατεθούν αρχικά τα κάτωθι:
Το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου προϋποθέτει ουσιώδεις λόγους να πιστεύεται ότι η Αιτήτρια θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, σε περίπτωση επιστροφής του στη χώρα καταγωγής του, υπάρχει ευρεία νομολογία τόσο του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015) όσο και του ΔΕΕ (βλ. C-285/12, A. Diakité v. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides, 30/01/2014, C-465/07, Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie, 17/02/2009), καθώς επίσης και του ΕΔΔΑ (βλ. K.A.B. v. Sweden, 886/11, 05/09/2013 (final 17/02/2014), Sufi and Elmi v. the United Kingdom, 8319/07 and 11449/07, 28/11/2011) στις οποίες ερμηνεύεται η έννοια της «αδιακρίτως ασκούμενης βίας» και της «ένοπλης σύρραξης» και τίθενται κριτήρια ως προς τη σοβαρότητα του κινδύνου που προϋποτίθεται για την αξιολόγηση των περιπτώσεων στις οποίες εξετάζεται η πιθανότητα παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.
Στην υπόθεση Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretarisvan Justitie παρ. 35, το ΔΕΕ αναφέρει ότι «ο όρος «προσωπική» πρέπει να νοείται ως χαρακτηρίζων βλάβη προξενούμενη σε αμάχους, ανεξαρτήτως της ταυτότητάς τους, όταν ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που χαρακτηρίζει την υπό εξέλιξη ένοπλη σύρραξη και λαμβάνεται υπόψη από τις αρμόδιες εθνικές αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται των αιτήσεων περί επικουρικής προστασίας ή από τα δικαστήρια κράτους μέλους ενώπιον των οποίων προσβάλλεται απόφαση περί απορρίψεως τέτοιας αιτήσεως είναι τόσο υψηλός, ώστε υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να εκτιμάται ότι ο άμαχος ο οποίος θα επιστρέψει στην οικεία χώρα ή, ενδεχομένως, περιοχή θα αντιμετωπίσει, λόγω της παρουσίας του και μόνον στο έδαφος αυτής της χώρας ή της περιοχής, πραγματικό κίνδυνο να εκτεθεί σε σοβαρή απειλή κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας[1]» ενώ στην παρ. 37 αναφέρει ότι «η απλή αντικειμενική διαπίστωση κινδύνου απορρέοντος από τη γενική κατάσταση μιας χώρας δεν αρκεί, καταρχήν, για να γίνει δεκτό ότι οι προϋποθέσεις του άρθρου 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας, συντρέχουν ως προς συγκεκριμένο πρόσωπο, εντούτοις, καθόσον η αιτιολογική αυτή σκέψη χρησιμοποιεί τον όρο «συνήθως», αναγνωρίζει το ενδεχόμενο υπάρξεως μιας εξαιρετικής καταστάσεως, χαρακτηριζομένης από έναν τόσο υψηλό βαθμό κινδύνου, ώστε να υπάρχουν σοβαροί λόγοι να εκτιμάται ότι το πρόσωπο αυτό θα εκτεθεί ατομικώς στον επίμαχο κίνδυνο.» (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου). Περαιτέρω το ΔΕΕ στην εν λόγω υπόθεση αποφάσισε ότι «όσο περισσότερο ο αιτών είναι σε θέση να αποδείξει ότι θίγεται ειδικώς λόγω των χαρακτηριστικών την καταστάσεώς του, τόσο μικρότερος θα είναι ο βαθμός της αδιακρίτως ασκούμενης βίας που απαιτείται προκειμένου ο αιτών να τύχει της επικουρικής προστασίας» (παρ. 39).
Επιπλέον, σύμφωνα με το Εγχειρίδιο της ΕΥΥΑ σχετικά με τη δικαστική ανάλυση του Άρθρου 15(γ) της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, ακόμη και αν ο αιτητής μπορεί να αποδείξει πραγματικό κίνδυνο σοβαρής βλάβης στην περιοχή καταγωγής του (ή καθ' οδόν προς τη συγκεκριμένη περιοχή καταγωγής), το δικαίωμα επικουρικής προστασίας μπορεί να κατοχυρωθεί μόνο εάν ο αιτητής δεν μπορεί να επιτύχει εγχώρια προστασία σε άλλο τμήμα της χώρας, καθώς επίσης, όταν αποφασίζεται η τοποθεσία της περιοχής καταγωγής ενός αιτητή ως προορισμός επιστροφής, απαιτείται η εφαρμογή προσέγγισης βασισμένης στα πραγματικά περιστατικά όσον αφορά την περιοχή του τελευταίου τόπου διαμονής και την περιοχή συνήθους διαμονής.
Εν προκειμένω, αναφορικά με τον τόπο τελευταίας συνήθους διαμονής της Αιτήτριας, ήτοι την Kinshasa, πρωτεύουσα της Λ.Δ. του Κονγκό το Δικαστήριο προχώρησε σε επικαιροποιημένη έρευνα αναφορικά με τις επικρατούσες εκεί συνθήκες.
Η κατάσταση παραμένει ασταθής κυρίως στο ανατολικό τμήμα της Λ.Δ. του Κονγκό, καθώς υπάρχουν ένοπλες ομάδες και η διακοινοτική βία, η οποία μπορεί να επηρεάσει την πολιτική κατάσταση, την ασφάλεια και την ανθρωπιστική κατάσταση. Καταγράφονται επίσης συνεχείς αναφορές για πολλές πόλεις στην ανατολική ΛΔΚ που δέχθηκαν επίθεση ή έπεσαν υπό τον προσωρινό έλεγχο ένοπλων ομάδων. Πιο πρόσφατα στοιχεία σύμφωνα με τη βάση δεδομένων RULAC[20], μια πρωτοβουλία της Ακαδημίας Διεθνούς Ανθρωπιστικού Δικαίου και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της Γενεύης, η κατάσταση στην Kinshasa, την πρωτεύουσα της Λ.Δ. του Κονγκό, δεν κατατάσσεται ως ένοπλη σύγκρουση σύμφωνα με το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο. Το RULAC παρακολουθεί και κατατάσσει τις ένοπλες συγκρούσεις με βάση αυστηρά νομικά κριτήρια και δεν αναφέρει την Κινσάσα ως περιοχή που βιώνει τέτοια σύγκρουση.
Οι κύριες ανησυχίες για την ασφάλεια στην Kinshasa περιλαμβάνουν υψηλά επίπεδα βίαιου εγκλήματος, όπως ένοπλες ληστείες και απαγωγές, καθώς και συχνές κοινωνικές αναταραχές, όπως διαδηλώσεις που μερικές φορές καταλήγουν σε βία. Αυτά τα περιστατικά δημιουργούν μια ασταθή κατάσταση ασφαλείας, αλλά δεν πληρούν το όριο για να χαρακτηριστούν ως ένοπλη σύγκρουση σύμφωνα με το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο. Οι συγκρούσεις που αναγνωρίζονται από το RULAC στη Λ.Δ. του Κονγκό εντοπίζονται κυρίως στις ανατολικές επαρχίες, όπως το Βόρειο Κίβου, το Νότιο Κίβου και το Ιτούρι, όπου ένοπλες ομάδες βρίσκονται σε ενεργές εχθροπραξίες εναντίον κυβερνητικών δυνάμεων. Αυτές οι περιοχές βιώνουν σημαντική βία και στρατιωτικές επιχειρήσεις, σε αντίθεση με την Kinshasa. Η διαμάχη μεταξύ των κοινοτήτων Teke και Yaka, που ξεκίνησε το 2022 από μια κτηματική διαφορά, 'προκάλεσε επιδείνωση' της ανθρωπιστικής κατάστασης και της κατάστασης ασφαλείας σε αρκετές επαρχίες κοντά στην πρωτεύουσα της Kinshasa, ενώ η εν λόγω διαμάχη επεκτάθηκε και στην πρωτεύουσα Kinshasa. Επιπλέον, υπάρχουν αναφορές σε επεισόδια βίαιης καταστολής διαδηλώσεων όπου μετείχαν αντικυβερνητικοί -αντιπολιτευόμενοι διαδηλωτές, από τις κρατικές δυνάμεις ασφαλείας, περί τον Μάιο του 2023 και τον Δεκέμβριο του 2023.
Επίσης, πρόσφατες πηγές πληροφόρησης καταγράφουν πως η κατάσταση ασφαλείας παραμένει ασταθής κυρίως στο ανατολικό τμήμα της Λ.Δ. του Κονγκό με παραπάνω από 120 ένοπλες ομάδες να είναι ακόμη ενεργές στις ανατολικές επαρχίες (Ituri, North Kivu, South Kivu, Tanganyika)[21], και με περιστατικά ανασφάλειας και διακοινοτικής βίας να συνεχίζουν να λαμβάνουν χώρα στην δυτική επαρχία Mai-Ndombe και μεταξύ των κοινοτήτων στην ανατολική περιοχή Katanga[22]. Παρόλο που οι μεγάλης κλίμακας ένοπλες συγκρούσεις εντοπίζονται κυρίως στο ανατολικό τμήμα της χώρας, στις αγροτικές περιοχές της ευρύτερης επαρχίας Kinshasa (χωρίς να πλήττεται η πόλη της Κινσάσα) καταγράφηκε η παρουσία της νεοσύστατης ένοπλης παραστρατιωτικής ομάδας (militia) Mobondo (που απαρτίζεται από μέλη της κοινότητας Yaka) η οποία δραστηριοποιείται κυρίως στα δυτικά της χώρας στο πλαίσιο των διακοινοτικών συγκρούσεων επί της γης μεταξύ των κοινοτήτων Yaka και Teke που ξέσπασαν στην περιοχή Kwamouth (Mai-Ndombe) το 2022 και σταδιακά εξαπλώθηκαν και σε άλλες περιοχές της χώρας[23]. Στην επαρχία της Kinshasa βάσει των δεδομένων της πλατφόρμας ACLED καταγράφηκαν 5 περιστατικά στη διάρκεια ενός έτους (06/04/2024 - 04/04/2025) με φορέα δράσης την παραστρατιωτική ομάδα Mobondo. Τα περιστατικά αυτά κωδικοποιήθηκαν ως εξής: 5 περιστατικά χρήσης βίας κατά πολιτών (8 θλανατοι) και 2 μάχες (12 θάνατοι) [24].
Όσον αφορά την πρωτεύουσα του Κονγκό, το GPC[25] αναφέρει στην τελευταία του έκθεση για τη ΛΔ Κονγκό, που δημοσιεύθηκε τον Οκτώβριο του 2024, προβλήματα ασφαλείας μόνο στις αγροτικές περιοχές της επαρχίας Κινσάσα (δημοτική κοινότητα Μαλούκου), ως συνέπεια της σύγκρουσης στην γειτονική επικράτεια του Κουαμούθ[26].
Η BCNUDH θεωρεί την επαρχία της Κινσάσα ως μία από τις επαρχίες που δεν επηρεάζονται από συγκρούσεις. Για την πρωτεύουσα Κινσάσα, η BCNUDH αναφέρει την καταστολή μιας απόπειρας απόδρασης από τη φυλακή Μακάλα στη διάρκεια της νύχτας από 1 προς 2 Σεπτεμβρίου 2024[27]. Στην ανάλυσή της για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη ΛΔ Κονγκό από 1 Ιανουαρίου έως 31 Δεκεμβρίου 2024, η BCNUDH αναφέρει τις επιχειρήσεις που ξεκίνησε το Υπουργείο Εσωτερικών (επιχειρήσεις «Μαύρος Πάνθηρας» και «Ndobo») στο πλαίσιο της καταπολέμησης της αστικής εγκληματικότητας (γνωστής ως Kuluna). Αυτές οι επιχειρήσεις οδήγησαν στη σύλληψη περισσότερων από εκατό Kuluna και την κατηγορία τους για δολοφονίες,
Οι ανακοινώσεις ή εκθέσεις των AI[28] και HRW[29] για τη ΛΔ Κονγκό το 2024 δεν αναφέρουν προβλήματα ασφαλείας στην Κινσάσα.
Οι ανακοινώσεις του Συμβουλίου Υπουργών αναδεικνύουν την υψηλή εγκληματικότητα που επικρατεί στην Κινσάσα, κυρίως λόγω της παρουσίας των Kuluna (νεανικές συμμορίες[30]), κατά των οποίων οι αρχές διεξήγαγαν τον Δεκέμβριο 2024 επιχείρηση της αστυνομίας με την ονομασία «Ndobo»[31].[32]
Η βάση δεδομένων ACLED κατέγραψε 23 θανάτους σε περίπου δέκα περιστατικά ασφαλείας[33] στην Κινσάσα το 2024[34] (σε σύγκριση με το 2023, όπου καταγράφηκαν 69 θάνατοι σε 30 καταγεγραμμένα περιστατικά)[35].
Για λόγους πληρότητας της έρευνας, θα παρατεθούν τα πιο πρόσφατα ποσοτικά και ποιοτικά δεδομένα από τη βάση δεδομένων ACLED αναφορικά με τα περιστατικά ασφαλείας που σημειώθηκαν στην Κινσάσα κατά το τελευταίο έτος. Με βάση, συνεπώς, τα όσα ανευρέθηκαν στο ACLED, κατά το διάστημα 06/04/2024 – 04/04/2025 σημειώθηκαν στην Κινσάσα 30 περιστατικά ασφαλείας τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα 240 απώλειες. Εξ’ αυτών, τα 13 κωδικοποιήθηκαν ως βία κατά αμάχων (20 απώλειες), τα 9 ως εξεγέρσεις (202 απώλειες), τα 6 ως μάχες (18 απώλειες) και τα 2 ως διαμαρτυρίες (0 απώλειες).[36]
Σύμφωνα δε με εκτιμήσεις, ο πληθυσμός της επαρχίας Κινσάσα υπολογίζεται ότι κατά το 2020 ανερχόταν σε 14.565.700 κατοίκους, ενώ ο πληθυσμός της πόλης Κινσάσα ανερχόταν σε 7.273.947 κατοίκους σύμφωνα με υπολογισμούς του 2004.[37]
Ως εκ των ανωτέρω, συμπεραίνεται ότι οι ένοπλες συγκρούσεις στην Kinshasa δεν έχουν φτάσει σε σημείο που να στοχοποιούνται αδιακρίτως άμαχοι πολίτες μόνο και μόνο λόγω της παρουσίας τους.
Δεδομένων των πιο πάνω, καθίσταται κατανοητό ότι ο ανωτέρω αναφερόμενος αριθμός θανάτων στην εν λόγω περιοχή δεν ανέρχεται σε τόσο υψηλά επίπεδα σε σχέση με τον συνολικό πληθυσμό της περιοχής, έτσι ώστε να μπορεί να συναχθεί ότι η Αιτήτρια θα εκτεθεί σε κίνδυνο σοβαρής βλάβης λόγω αδιάκριτης βίας εάν επιστρέψει στον τόπο προηγούμενης συνήθους διαμονής της.
Τα εν λόγω στοιχεία καταδεικνύουν ότι δεν υπάρχουν συνθήκες αδιάκριτης βίας και γενικά δεν υφίσταται πραγματικός κίνδυνος για έναν πολίτη να επηρεαστεί προσωπικά μόνο από την παρουσία του στην εν λόγω πολιτεία, υπό την έννοια του άρθρου 15 (γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ.
Από τα πιο πάνω, δεν προκύπτει οτιδήποτε που να δημιουργεί τέτοιες προϋποθέσεις ώστε, σε περίπτωση επιστροφής της Αιτήτριας στην περιοχή συνήθους διαμονής της, να υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι αυτός θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή λόγω της παρουσίας της και μόνο στην εν λόγω περιοχή, αφού πρόκειται για άμαχο πολίτη, αλλά ούτε και πραγματικός κίνδυνος να υποστεί θανατική ποινή ή εκτέλεση, ή βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία της στη χώρα καταγωγής της.
Εξετάζοντας περαιτέρω τις προσωπικές περιστάσεις της Αιτήτριας, παρατηρώ ότι αυτή είναι γυναίκα νεαρής ηλικίας, υγιής, πλήρως ικανή προς εργασία και με υποστηρικτικό/οικογενειακό δίκτυο στη χώρα καταγωγής της. Επομένως, λαμβάνοντας υπόψιν επίσης και τις ιδιαίτερες περιστάσεις της Αιτήτριας, οι οποίες δεν παρουσιάζουν δείκτες ευαλωτότητας, θεωρώ ότι δεν εγείρονται ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι αυτή θα διατρέξει κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής της.
Στη βάση των παραπάνω δεν προκύπτει ότι με την επιστροφή του στην Kinshasa η Αιτήτρια θα έλθει αντιμέτωπη με σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας του, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης βάσει του άρθρου 19 (2) (γ).
Βάσει λοιπόν, και της επικαιροποιημένης έρευνας του Δικαστηρίου, κρίνεται ότι το ενδεχόμενο χορήγησης συμπληρωματικής προστασίας στην Αιτήτρια σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 19 του περί Προσφύγων Νόμου απορρίπτεται, λόγω του ότι δεν πληρούνται οι προβλεπόμενες εκ του Νόμου προϋποθέσεις.
Επί τη βάσει όλων όσων παρατέθηκαν στην παρούσα απόφαση, το Δικαστήριο κρίνει ότι το αίτημα της Αιτήτριας για διεθνή προστασία εξετάστηκε επιμελώς σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου ήταν το αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και ορθής αξιολόγησης όλων των στοιχείων και δεδομένων, είναι επαρκώς αιτιολογημένη και λήφθηκε σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου, το Σύνταγμα και τις Γενικές Αρχές του Διοικητικού Δικαίου.
Συνεπώς, κρίνω, με βάση τα ανωτέρω, ότι οι λόγοι ακυρώσεως της προσβαλλόμενης απόφασης δεν ευσταθούν.
Υπό το φως των πιο πάνω η προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη με €1500 έξοδα εναντίον της Αιτήτριας και υπέρ των Καθ' ων η Αίτηση.
Βούλα Κουρουζίδου - Καρλεττίδου, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.
[1] USDOS – US Department of State (Author): 2023 Trafficking in Persons Report: Democratic Republic of the Congo, 15 June 2023 https://www.ecoi.net/en/document/2093617.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 05/05/2025).
[2] UN General Assembly, UN Security Council (Author): Children and armed conflict; Report of the Secretary-General [A/77/895-S/2023/363], 5 June 2023 https://www.ecoi.net/en/file/local/2095409/N2314496.pdf σελ. 10. (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 05/05/2025).
[3] UNHCR – UN High Commissioner for Refugees (Author), published by UN OCHA – UN Office for the Coordination of Humanitarian Affairs: Rapport Mensuel de Monitoring de Protection; République Démocratique du Congo; Mai 2022, 25 October 2022
https://www.ecoi.net/en/file/local/2081028/rapport_national_de_monitoring_de_protection_du_mois_de_mai_2022.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 05/05/2025)
[4] UNHCR – UN High Commissioner for Refugees (Author), INTERSOS (Author): Rapport Annuel; Monitoring de Protection 2021; Sous-Délegation; UNHCR Kalemie, 05/04/2022, σσ. 6, 12
https://www.ecoi.net/en/file/local/2071537/UNHCR+Kalemie-RAPPORT+ANNUEL+Monitoring+de+Protection2021.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 05/05/2025)
[5] USDOS, 2023 Country Report on Human Rights Practices: Democratic Republic of the Congo, 23 April 2024, https://www.state.gov/wp-content/uploads/2024/02/528267_CONGO-DEM-REP-2023-HUMAN-RIGHTS-REPORT.pdf , p. 40-41(ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 05/05/2025)
[6] USDOS, 2023 Country Report on Human Rights Practices: Democratic Republic of the Congo, 23 April 2024, https://www.state.gov/wp-content/uploads/2024/02/528267_CONGO-DEM-REP-2023-HUMAN-RIGHTS-REPORT.pdf , p. 42 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 05/05/2025)
[7] Care International, Cases of sexual exploitation and harassment on the rise in the DRC, 11 July 2023, https://www.care-international.org/news/cases-sexual-exploitation-and-harassment-rise-drc ; AP, An alarming humanitarian crisis and massive sexual violence wrack eastern Congo, UN official says, 6 September 2023, https://apnews.com/article/un-congo-humanitarian-sexual-violence-conflict-minerals-0f5ebeaccff39ab97c61e981f1a7a3cf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 05/05/2025)
[8] Care International, Cases of sexual exploitation and harassment on the rise in the DRC, 11 July 2023, https://www.care-international.org/news/cases-sexual-exploitation-and-harassment-rise-drc ; Care International, Health sector in DRC crumbles amidst conflict negatively impacting survivors of sexual assault, 14 November 2023, https://www.care.org/news-and-stories/press-releases/health-sector-in-drc-crumbles-amidst-conflict-negatively-impacting-survivors-of-sexual-assault/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 26/09/2024)
[9] EASO, 'Practical Guide: Evidence Assessment, 2015, διαθέσιμο σε: https://euaa.europa.eu/sites/default/files/public/EASO-Practical-Guide_-Evidence-Assessment.pdf (ημερομηνία πρόσβασης 30/04/2025).
[10] USDOS, 2023 Country Report on Human Rights Practices – Democratic Republic of the Congo, 23 April 2024, https://www.state.gov/wp-content/uploads/2024/02/528267_CONGO-DEM-REP-2023-HUMAN-RIGHTS-REPORT.pdf , p. 28-29 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 25/04/2025).
[11] USDOS, 2023 Country Report on Human Rights Practices – Democratic Republic of the Congo, 23 April 2024, https://www.state.gov/wp-content/uploads/2024/02/528267_CONGO-DEM-REP-2023-HUMAN-RIGHTS-REPORT.pdf , p. 30 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 25/04/2025).
[12] Denmark, DIS, Country of Origin Information Report on Socioeconomic conditions in Kinshasa, October 2022, https://us.dk/media/10550/notat-drc-kinshasa.pdf, p. 13 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 25/04/2025).
[13] Denmark, DIS, Country of Origin Information Report on Socioeconomic conditions in Kinshasa, October 2022, https://us.dk/media/10550/notat-drc-kinshasa.pdf, p. 47 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 25/04/2025).
[14] Belgium, Cedoca, COI Focus, République Démocratique du Congo : Le traitement réservé par les autorités nationales à leurs ressortissants de retour dans le pays, 27 September 2022, https://www.cgra.be/sites/default/files/rapporten/coi_focus_rdc._le_traitement_reserve_par_les_autorites_nationales_20220927_0.pdf , p. 10 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 25/04/2025).
[15] Denmark, DIS, Country of Origin Information Report on Socioeconomic conditions in Kinshasa, October 2022, https://us.dk/media/10550/notat-drc-kinshasa.pdf , p. 48 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 25/04/2025).
[16] Denmark, DIS, Country of Origin Information Report on Socioeconomic conditions in Kinshasa, October 2022, https://us.dk/media/10550/notat-drc-kinshasa.pdf , p. 48 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 25/04/2025).
[17] Denmark, DIS, Country of Origin Information Report on Socioeconomic conditions in Kinshasa, October 2022, https://us.dk/media/10550/notat-drc-kinshasa.pdf , p. 48 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 25/04/2025).
[18] Denmark, DIS, Country of Origin Information Report on Socioeconomic conditions in Kinshasa, October 2022, https://us.dk/media/10550/notat-drc-kinshasa.pdf , p. 48 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 25/04/2025).
[19] Medical Country of Origin Information Report | Democratic Republic of Congo (DRC), August 2021, σελ. 60 επ. https://coi.euaa.europa.eu/administration/easo/PLib/2021_08_EASO_MedCOI_Report_DRC_update.pdf (τελευταία πρόσβαση 05/05/2025).
[20] RULAC, Non-international Armed Conflicts in Democratic Republic of Congo, https://www.rulac.org/browse/conflicts/non-international-armed-conflict-in-democratic-republic-of-congo , (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 02/05/2025).
[21] Al Jazeera, Five key issues at stake in the DR Congo's crucial election, 11 December 2023, https://www.aljazeera.com/news/2023/12/11/five-key-issues-at-stake-in-the-dr-congos-crucial-election ; HRW, World Report 2023 - Democratic Republic of Congo, 12 January 2023, https://www.hrw.org/world-report/2023/country-chapters/democratic-republic-congo (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 16/04/2025).
[22] HRW - Human Rights Watch (Author): World Report 2024 - Democratic Republic of Congo, 11 January 2024
https://www.ecoi.net/en/document/2103189.html, HRW - Human Rights Watch (Author): DR Congo: Second Term Should Focus on Rights, 6 March 2024
https://www.ecoi.net/en/document/2105320.html , International Crisis Group's Crisis Watch, Conflict in focus, DRC, January 2024, διαθέσιμο σε https://www.crisisgroup.org/crisiswatch/february-alerts-and-january-trends-2024#democratic-republic-of-congo UN Security Council (Author): Midterm report of the Group of Experts on the Democratic Republic of the Congo [S/2023/990], 30 December 2023
https://www.ecoi.net/en/file/local/2103043/N2336437.pdf, (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 16/04/2025).
[23] New Humanitarian (The), Conflict in western DRC simmers unnoticed amid rebel gains in the East, 12 February 2024, https://www.thenewhumanitarian.org/news-feature/2024/02/12/conflict-western-drc-democratic-republic-of-the-congo-amid-rebel-gains-east ; Africa News, Kinshasa conflict: one soldier and four militiamen killed, 12/05/2023, https://www.africanews.com/2023/05/12/kinshasa-conflict-one-soldier-and-four-militiamen-killed// (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 16/04/2025).
[24] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/#1714654904371-01f34ad7-b1ac (βλ. Πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: ΧΡΟΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: Past Year of ACLED Data, Event Category: Political Violence (Battles, Explosions/ Remote Violence, Violence against Civilians, Excessive force against protesters and Mob Violence), Region of Interest: Africa, Country of Interest: Democratic Republic of Congo, Admin1 Unit of Interest: Kinshasa, Actor: Mobondo militia) ( ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 16/04/2025).
[25] GPC [Site web], s.d., https://www.globalprotectioncluster.org/index.php/about (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 02/05/2025).
[26] GPC, 10/2024, https://globalprotectioncluster.org/sites/default/files/2024-10/pau_dr_congo_octobre_2024_final.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 02/05/2025).
[27] MONUSCO, 24/10/2024, https://monusco.unmissions.org/principales-tendances-des-violations-des-droits-de-l%E2%80%99homme-en-rdc-septembre-2024; BCNUDH, Ανάλυση της κατάστασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, από 1η Ιανουαρίου έως 31 Δεκεμβρίου 2024 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 02/05/2025).
[28] AI, s.d., https://www.amnesty.be/mot/republique-democratique-congo ; AI RDC [Facebook profile], s.d., https://www.facebook.com/AmnestyInternationalRDC/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 02/05/2025).
[29] HRW [site web], s.d, https://www.hrw.org/fr/sitesearch?search=RD+congo (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 02/05/2025).
[30] Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τους Kulunas, βλ. ιδίως την Global Initiative Against Transnational Organized Crime. 05/2021, https://globalinitiative.net/wp-content/uploads/2021/06/Criminels-ou-justiciers-Les-Kuluna-gangs-de-Re%CC%81publique-de%CC%81mocratique-du-Congo-GITOC.pdf (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 02/05/2025).
[31] Στις αρχές Δεκεμβρίου 2024 ξεκίνησε η επιχείρηση Ndobo, μια πρωτοβουλία για την καταπολέμηση της αστικής εγκληματικότητας. Πηγή: Υπουργείο Επικοινωνίας και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, απολογισμός της εικοστής έκτης τακτικής συνεδρίασης του Υπουργικού Συμβουλίου, 13 Δεκεμβρίου 2024. https://communication.gouv.cd/actualites/conseil-des-ministres ; MediaCongo, 13/12/2024, https://www.mediacongo.net/article-actualite-145312_operation_ndobo_784_presumes_kulunas_deja_arretes_a_kinshasa_jacquemain_shabani.html (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 02/05/2025).
[32] Présidence, s.d., https://presidence.cd/conseil-de-ministres: Οι απολογισμοί του Υπουργικού Συμβουλίου που είναι διαθέσιμοι στον ιστότοπο και αναφέρονται στην κατάσταση στην Κινσάσα για τους μήνες Δεκέμβριο έως Φεβρουάριο είναι εκείνοι της 9ης, 13ης και 20ής Δεκεμβρίου 2024 (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 02/05/2025).
[33] Ένας πίνακας που περιλαμβάνει το σύνολο των περιστατικών ασφαλείας που σημειώθηκαν στην Κινσάσα και προκάλεσαν τουλάχιστον έναν θάνατο, όπως καταγράφεται από την ACLED, είναι διαθέσιμος στο παράρτημα του παρόντος εγγράφου. ACLED, ενημέρωση που ελέγχθηκε μέσω της σελίδας του εργαλείου εξαγωγής https://www.acleddata.com/data/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 02/05/2025).
[34] Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η απόδραση από τη φυλακή Μακάλα δεν καταγράφηκε από την ACLED ως ένα από τα περιστατικά ασφαλείας και, ως εκ τούτου, οι θάνατοι που σημειώθηκαν κατά τη διάρκεια του συμβάντος αυτού δεν περιλαμβάνονται στα παρουσιαζόμενα στοιχεία (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 02/05/2025).
[35] ACLED, «Ενημέρωση που ελέγχθηκε στη σελίδα του εργαλείου εξαγωγής δεδομένων: 15 Νοεμβρίου 2024.» https://www.acleddata.com/data/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 02/05/2025).
[36], ΑCLED, The Armed Conflict Location & Event Data Project, https://acleddata.com/explorer/, Πλατφόρμα ACLED Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: ΧΡΟΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: 06/04/2024 – 04/04/2025 past year of ACLED DATA, ΤΥΠΟΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ: Battles, Explosions/Remote violence, Violence against civilians, Protests και Riots, και ΠΕΡΙΟΧΗ: Africa – DRC – Kinshasa (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 16/04/2025).
[37] City Population, Democratic Republic of the Congo: Regions, Major cities and Towns – Population Statistics, Maps, Charts, Weather and Wed Information- Kinshasa, διαθέσιμο σε: https://www.citypopulation.de/en/drcongo/cities/ (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 16/04/2025).
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο