N.M.R. ν. Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθ. Αρ.: 3099/24, 27/5/2025
print
Τίτλος:
N.M.R. ν. Υπηρεσίας Ασύλου, Υπόθ. Αρ.: 3099/24, 27/5/2025

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Υπόθ. Αρ.: 3099/24

27 Μαΐου, 2025

[Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.]

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

N.M.R.

Αιτήτριας

-και-

Υπηρεσίας Ασύλου

Καθ' ων η Αίτηση

 

Η Αιτήτρια εμφανίζεται προσωπικά.

Ε. Χατζηγιάννη (κα), Δικηγόρος για τους Καθ' ων η Αίτηση.

(Παρούσα η μεταφράστρια κυρία Ζ. Αγαπίου για πιστή μετάφραση από τα ελληνικά στα αγγλικά και αντίστροφα.) 

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.ΠΜε την παρούσα προσφυγή η Αιτήτρια προσβάλλει την απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση, ημερομηνίας 03/06/2024, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά της για διεθνή προστασία.  

 

Τα ουσιώδη γεγονότα της παρούσας υπόθεσης έχουν ως ακολούθως:

Η Αιτήτρια είναι ενήλικας, υπήκοος της Λιβερίας και στις 26/10/2022,  αφού εισήλθε παρατύπως στα ελεγχόμενα από την Κυπριακή Δημοκρατία εδάφη, συμπλήρωσε και υπέβαλε αίτημα διεθνούς προστασίας. 

 

Στις 26/04/2024 πραγματοποιήθηκε συνέντευξη της Αιτήτριας από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου. Στις 20/05/2024, ο αρμόδιος λειτουργός ετοίμασε Έκθεση-Εισήγηση προς τον εξουσιοδοτημένο από τον Υπουργό Εσωτερικών διοικητικό λειτουργό να ασκεί καθήκοντα Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, εισηγούμενος την απόρριψη της αίτησης ασύλου της Αιτήτριας. Ο τελευταίος, στις 03/06/2024, ενέκρινε την Έκθεση-Εισήγηση για απόρριψη της αίτησης ασύλου και αποφάσισε την επιστροφή της Αιτήτριας στη Λιβερία.

 

Στις 19/07/2024, η Υπηρεσία Ασύλου συνέταξε απορριπτική επιστολή μαζί με την αιτιολόγηση της απόφασής της σχετικά με το αίτημα της Αιτήτριας, η οποία παραλήφθηκε και υπογράφηκε ιδιοχείρως από την Αιτήτρια αυθημερόν. 

 

Στις 12/08/2024, καταχωρήθηκε η υπό εξέταση προσφυγή. 

 

Η Αιτήτρια εμφανίζεται προσωπικά ενώπιον του Δικαστηρίου και προσβάλλει την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά της για διεθνή προστασία προβάλλοντας πραγματικούς ισχυρισμούς. Ειδικότερα, στο δικόγραφο της προσφυγής της, η Αιτήτρια κατέγραψε ότι δεν θα είναι ασφαλής σε περίπτωση που επιστρέψει στη χώρα καταγωγής της, καθώς φοβάται ότι θα αποτελέσει θύμα πορνείας και δεν έχει οικογένεια για να την στηρίξει.

 

Με την γραπτή της αγόρευση, η Αιτήτρια δήλωσε πως επιθυμεί να τύχει διεθνούς προστασίας καθώς κακοποιήθηκε σεξουαλικά από τον σύντροφο της μητέρας της και ότι ο πατέρας της έχει αποβιώσει. Κατέγραψε επιπρόσθετα ότι η απορριπτική απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου είναι λανθασμένη και σε περίπτωση που επιστρέψει στη χώρα καταγωγής της θα κινδυνεύσει η ζωή της και θα τεθεί σε κίνδυνο να υποστεί σεξουαλική παρενόχληση.

 

Η συνήγορος των Καθ' ων η αίτηση, μέσω της προφορικής της αγόρευσης κατά την ακρόαση της παρούσας, υιοθέτησε το περιεχόμενο της Ένστασης των Καθ΄ ων η Αίτηση και υποστήριξε επιπρόσθετα ότι η Αιτήτρια έχει κριθεί αναξιόπιστη ως προς τον ισχυρισμό της ότι έχει υποστεί σεξουαλική παρενόχληση από τον πατριό της στη χώρα καταγωγής της. Παρέπεμψε στην αναφορά της κατά τη διάρκεια της συνέντευξής της ότι εργάζεται στην Κυπριακή Δημοκρατία και ότι τα πλάνα της είναι να βοηθήσει την ίδια, την οικογένειά της και άλλα πρόσωπα. Επιπρόσθετα, σύμφωνα με την διενεργηθείσα αξιολόγηση κινδύνου, κρίθηκε ότι η Αιτήτρια δεν θα αντιμετωπίσει κίνδυνο κατά την επιστροφή της στη χώρα καταγωγής της και ορθώς διαπιστώθηκε ότι δεν εμπίπτει στο καθεστώς του πρόσφυγα, αλλά ούτε και σε αυτό της συμπληρωματικής προστασίας. Καταληκτικά, υποστήριξε ότι από το 2020  που έλαβαν χώρα τα γεγονότα σε σχέση με την κατ΄ ισχυρισμόν σεξουαλική της παρενόχληση μέχρι και τις 14/04/2021 που εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της έχει παρέλθει μεγάλο χρονικό διάστημα και ότι δεν υπάρχει κάποιος φορέας δίωξης της Αιτήτριας στη χώρα της. 

 

Κατά την ακρόαση της παρούσας υπόθεσης ημερομηνίας, 26/02/2025, η Αιτήτρια σε σχετικές ερωτήσεις που της υποβλήθηκαν δήλωσε ότι σε περίπτωση που επιστρέψει πίσω στη χώρα καταγωγής της θα τεθεί σε κίνδυνο, καθώς δεν έχει που αλλού να μείνει εκτός από το να ζήσει μαζί με την μητέρα της, τον πατριό της και την αδελφή της που διαμένουν ακόμη μαζί. Επιπρόσθετα, ανέφερε ότι της είχαν ρίξει καυτό νερό πάνω στο πόδι και ότι προέβη σε σχετική καταγγελία στις αρχές της χώρας καταγωγής της, πλην όμως ερωτηθείσα τι έλαβε χώρα μετά την καταγγελία, η Αιτήτρια δήλωσε ότι δεν υπάρχει αστυνομία στο χωριό. Αφότου απεβίωσε ο πατέρας της, δεν είχε άλλο πρόσωπο για να την βοηθήσει και ως εκ τούτου έπρεπε να εργαστεί για να μαζέψει χρήματα και να εγκαταλείψει την περιοχή στην οποία διέμενε. Ερωτηθείσα κατά πόσον θα μπορούσε να πράξει το ίδιο και να ζήσει κάπου αλλού, η Αιτήτρια απάντησε αρνητικά, δηλώνοντας εκ νέου ότι δεν έχει που αλλού να ζήσει, εκτός από εκεί που μένει η οικογένειά της.

 

Στο σημείο αυτό επισημαίνεται ότι το παρόν Δικαστήριο κέκτηται δικαιοδοσίας να εξετάσει και την ορθότητα της παρούσας υπόθεσης, η οποία απορρέει από τα εδάφια (2), (3) και (4) του άρθρου 11 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμου του 2018 (Ν. 73(Ι)/ 2018), εφόσον η αίτηση της Αιτήτριας για διεθνή προστασία υποβλήθηκε στις 26/10/2022.  Λαμβάνω δε υπόψη μου, ότι η Αιτήτρια δεν εκπροσωπείται από συνήγορο αλλά εμφανίζεται προσωπικά και δεν αναμένεται από αυτήν να προωθήσει νομικούς ισχυρισμούς εμπεριστατωμένα και αιτιολογημένα ως προνοούν οι Διαδικαστικοί Κανονισμοί σε υποθέσεις όπου τα μέρη εκπροσωπούνται από δικηγόρο (βλ. συναφώς Διαδικαστικός Κανονισμός 7 του Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962). Προς το σκοπό αυτό, κρίνω σκόπιμη την παράθεση των ισχυρισμών της Αιτήτριας, ως αυτοί προβλήθηκαν καθ’ όλη τη διαδικασία εξέτασης του αιτήματός της.

 

Στην αίτησή της για διεθνή προστασία η Αιτήτρια κατέγραψε ότι εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της, καθώς κακοποιήθηκε σεξουαλικά από τον σύντροφο της μητέρας της και δεν είχε κάποιο άλλο πρόσωπο για να την στηρίξει, καθώς ο πατέρας της απεβίωσε. Ο σύντροφος της μητέρας της την απειλούσε ότι θα την σκοτώσει και της έκαψε και το πόδι. 

 

Κατά την προφορική της συνέντευξη, η Αιτήτρια δήλωσε ότι γεννήθηκε στην Κομητεία Grand Bassa της Λιβερίας. Ως ανέφερε, έζησε για μεγάλο χρονικό διάστημα στην πόλη Monrovia, όπου και μεγάλωσε και η εν λόγω πόλη συνιστά και τον τελευταίο τόπο διαμονής της, προτού εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής της. Ομιλεί Αγγλικά και Bassa και είναι Χριστιανή στο θρήσκευμα. Ερωτηθείσα για την κατάσταση της υγείας της, ανέφερε ότι αντιμετωπίζει στομαχόπονο και ότι έχει επισκεφθεί ιατρό.

 

Ως προς τα προσωπικά της στοιχεία δήλωσε πως είναι ανύπαντρη και ο πατέρας της έχει αποβιώσει περί τον Οκτώβριο του 2019. Η μητέρα της, η αδελφή της και ο πατριός της ζουν στην πόλη Buchanan της Κομητείας Grand Bassa της Λιβερίας. Σύμφωνα με τα λεγόμενά της, δεν διατηρεί επαφή με την οικογένειά της. Πέραν από τα εν λόγω πρόσωπα, δεν έχει άλλους συγγενείς στη χώρα καταγωγής της.

 

Ως προς το μορφωτικό της υπόβαθρό, δήλωσε ότι ολοκλήρωσε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση στη χώρα καταγωγής της. Αναφορικά με το επαγγελματικό της υπόβαθρο, δήλωσε ότι εργάστηκε στη χώρα καταγωγής της, πωλώντας γλυκά.   Εγκατέλειψε νόμιμα τη χώρα καταγωγής της στις 14/04/2021 χρησιμοποιώντας το διαβατήριο της για τις μη ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές, όπου και αφίχθη αεροπορικώς. Σύμφωνα με τα λεγόμενά της, δεν αντιμετώπισε κάποια δυσκολία κατά την έξοδό της στο αεροδρόμιο της χώρας καταγωγής της. Παρέμεινε για περίπου ένα χρόνο και έξι μήνες στις μη ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές και μετέπειτα εισήλθε παρατύπως στα ελεγχόμενα από την Κυπριακή Δημοκρατία εδάφη και υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας, καθώς είχε ενημερωθεί ότι εκεί μπορεί να εργαστεί και να είναι ασφαλής. Όπως δήλωσε βρήκε δουλειά και ερωτηθείσα για τα πλάνα της στην Κυπριακή Δημοκρατία, δήλωσε ότι επιθυμεί να βοηθήσει τον εαυτό της, την οικογένειά της και άλλα πρόσωπα. 

 

Ως προς τους λόγους που την ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής της, κατά την ελεύθερη αφήγησή της, η Αιτήτρια δήλωσε ότι μετά το θάνατο του πατέρα της, η μητέρα της διατηρούσε σχέση με άλλον άντρα. Αρχικά όλα κυλούσαν ομαλά, αλλά ακολούθως ο πατριός της (ο νέος σύντροφος της μητέρας της), ως ανέφερε χαρακτηριστικά, «προσπάθησε να την αγγίξει» (σε ελεύθερη μετάφραση από το παρόν Δικαστήριο της φράσης «He tried to touch me»), παρά τη θέλησή της. Του ανέφερε ότι θα ενημερώσει την μητέρα της για το γεγονός αυτό και εκείνος την απείλησε ότι θα φύγει από την οικία τους. Προσπάθησε να ενημερώσει σχετικά την μητέρα της, η οποία ωστόσο δεν έδωσε σημασία στα λεγόμενά της, επειδή ο πατριός της ήταν πειστικός στα λεγόμενά του. Ως εκ τούτου, η μητέρα της πήρε ένα ζεστό δοχείο («hot pot») και το τοποθέτησε πάνω στο πόδι της, ζητώντας της να σταματήσει να λέει τέτοια πράγματα και για αυτό το λόγο η Αιτήτρια αποφάσισε να εγκαταλείψει την οικία της και να μεταβεί στην πόλη Monrovia. Εκεί παρέμεινε για διάστημα δύο μηνών, όπου εργαζόταν πωλώντας γλυκά και ξεκίνησε σπουδές, τις οποίες ωστόσο σταμάτησε.

 

Κατά το στάδιο υποβολής διευκρινιστικών ερωτήσεων, ερωτηθείσα κατά πόσον υπάρχουν άλλοι λόγοι που την ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής της, απάντησε καταφατικά, αναφέροντας τις περιορισμένες ευκαιρίες εργοδότησης («Yes no job»).

 

Κληθείσα να παραθέσει περισσότερες πληροφορίες για τα προβλήματα που αντιμετώπιζε με τον πατριό της, ανέφερε ότι πάντοτε έλεγε κακά πράγματα («He always says bad things»). Κληθείσα να εξηγήσει την αναφορά της κατά την ελεύθερη αφήγησή της ως προς το τι είχε πράξει εναντίον της, η Αιτήτρια δήλωσε ότι περί τον Μάρτιο του 2020 προσπάθησε να αγγίξει το στήθος της («He tried to touch my breast, thats it»). Ο πατριός της προσπάθησε να προβεί στην ίδια ενέργεια 4-5 φορές για διάστημα 7-8 μηνών και κάποιες φορές προέβαινε σε κάτι τέτοιο για πλάκα («Sometimes he was doing it for fun»).

 

Όσον αφορά την σχέση της μητέρας της με τον πατριό της, δήλωσε ότι δεν γνωρίζει πως είχαν γνωριστεί και ότι βρίσκονται σε σχέση από το 2019. Ερωτηθείσα κατά πόσον ο πατριός της προσπάθησε να παρενοχλήσει και την μεγαλύτερη αδελφή της, δήλωσε ότι δεν γνωρίζει, γιατί αυτή δεν νοιάζεται. Η Αιτήτρια είχε ενημερώσει και την αδελφή της για το τι συνέβαινε και ερωτηθείσα ποια ήταν αντιμετώπιση της, δήλωσε χαρακτηριστικά «She told me what you want me to do».

 

Όσον αφορά την αντίδραση της μητέρας της, δήλωσε ότι θεωρούσε ότι της έλεγε ψέματα η Αιτήτρια. Κληθείσα να εξηγήσει τι συνέβη την ημέρα που την έκαψε, δήλωσε ότι όταν προσπάθησε να της εξηγήσει τι συνέβαινε, της είπε να σταματήσει να μιλά, η Αιτήτρια συνέχισε και ακολούθως τοποθέτησε το ζεστό δοχείο πάνω στο πόδι της. Ερωτηθείσα πότε έλαβε αυτό χώρα, δήλωσε ότι ήταν το 2020. Μετά από δύο μήνες, αξιοποιώντας τα χρήματα που απόκτησε πωλώντας λαχανικά, αποφάσισε να εγκαταλείψει την οικία της και μετέβη για να ζήσει στην πόλη Monrovia.

 

Στην πόλη Monrovia εργαζόταν και διέμενε σε χώρο που ενοικίαζε μαζί με φίλους της. Ενόσω ζούσε εκεί, ούτε η μητέρα της, αλλά ούτε και ο πατριός της προσπάθησαν να την εντοπίσουν και ως η ίδια επιβεβαίωσε, δεν είχε υποστεί οτιδήποτε. Είχε επικοινωνήσει με την μητέρα της, η οποία της ζήτησε να επιστρέψει στην οικία της, ώστε να συζητήσουν και να διευθετήσουν το ζήτημα. Μετά από δύο μήνες αφότου μετέβη στην πόλη Monrovia εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της και έκτοτε δεν έχει επικοινωνήσει ξανά με την οικογένειά της.

 

Καταληκτικά, ερωτηθείσα ποιες θεωρεί ότι θα είναι οι συνέπειες σε περίπτωση που επιστρέψει στη χώρα καταγωγής της, η Αιτήτρια δήλωσε χαρακτηριστικά «My country is not good. No job». Ερωτηθείσα κατά πόσον θα ήταν δυνατόν να ζήσει σε κάποια άλλη περιοχή στη Λιβερία, απάντησε αρνητικά και ο λόγος είναι διότι δεν επιθυμεί να προβεί σε κάτι τέτοιο.

 

Ο αρμόδιος λειτουργός στην Έκθεση-Εισήγησή του, εντόπισε δυο ουσιώδεις ισχυρισμούς στη βάση των δηλώσεων της Αιτήτριας. Ο πρώτος αφορούσε την ταυτότητα, τη χώρα καταγωγής και τα προσωπικά στοιχεία/ προφίλ της Αιτήτριας, ο οποίος έγινε αποδεκτός λόγω της διαπιστωθείσας εσωτερικής και εξωτερικής αξιοπιστίας της Αιτήτριας. 

 

Ως δεύτερος ουσιώδης ισχυρισμός σχηματίστηκε η κατ’ ισχυρισμόν σεξουαλική παρενόχληση που υπέστη η Αιτήτρια από τον πατριό της, ο οποίος έτυχε απόρριψης λόγω μη στοιχειοθέτησης της εσωτερικής αξιοπιστίας των δηλώσεών της και έλλειψης επαρκών πληροφοριών σε θέματα που άπτονται του πυρήνα του αιτήματός της. Ως αναγράφεται στην Έκθεση-Εισήγηση, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι η Αιτήτρια δεν ήταν σε θέση να παρέχει συγκεκριμένες πληροφορίες και λεπτομέρειες αναφορικά με τον ισχυρισμό περί σεξουαλικής παρενόχλησής της από τον πατριό της, καθώς οι απαντήσεις της ήταν λακωνικές και δεν περιείχαν τα στοιχεία εκείνα τα οποία παραπέμπουν στην αφήγηση μίας βιωματικής εμπειρίας.

 

Επιπρόσθετα, διαπιστώθηκε ότι ήταν εμφανής και η αδυναμία της να παραθέσει περισσότερες πληροφορίες για το τι διαδραματίστηκε με την μητέρα της και την αδελφή της όταν προσπάθησε να τους ενημερώσει για την παρενόχληση που είχε υποστεί και την αντιμετώπισή τους, αλλά και για το τι επακολούθησε όταν εγκατέλειψε την οικία της.

 

Αναφορικά με την εξωτερική αξιοπιστία του εν λόγω ουσιώδους ισχυρισμού, ο αρμόδιος λειτουργός κατέγραψε στην Έκθεση-Εισήγησή του ότι τα όσα ανέφερε η Αιτήτρια αποτελούν το μοναδικό τεκμήριο προς υποστήριξη του αιτήματός της και δεν υπάρχουν εύλογοι λόγοι που να δικαιολογούν την οποιαδήποτε ανάλυση τους μέσω άλλων πηγών πληροφόρησης. Ελλείψει στοιχειοθέτησης της εσωτερικής αξιοπιστίας του εν λόγω ουσιώδους ισχυρισμού, αυτός απορρίφθηκε στο σύνολό του.

 

Κατά το στάδιο της αξιολόγησης του κινδύνου, επί τη βάσει του μόνου αποδεκτού ουσιώδους ισχυρισμού, ήτοι της ταυτότητας, της χώρας καταγωγής και των προσωπικών στοιχείων/ προφίλ της Αιτήτριας, αφού ο αρμόδιος λειτουργός παρέθεσε πληροφορίες για τη γενική κατάσταση ασφαλείας στη Λιβερία και λαμβάνοντας υπόψη τις προσωπικές της περιστάσεις, έκρινε ότι δεν υφίσταται εύλογη πιθανότητα η Αιτήτρια να αντιμετωπίσει κίνδυνο δίωξης ή σοβαρής βλάβης σε περίπτωση επιστροφής της στην χώρα καταγωγής της και συγκεκριμένα στην πόλη Monrovia, η οποία θεωρήθηκε ότι συνιστά τον τόπο τελευταίας διαμονής της Αιτήτριας, σύμφωνα με τα λεγόμενά της.

 

Ακολούθως, στο στάδιο της νομικής ανάλυσης, ως αναφέρεται στην Έκθεση-Εισήγηση, βάσει των ισχυρισμών της Αιτήτριας, ο αρμόδιος λειτουργός έκρινε ότι δεν προκύπτει βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος δίωξης στο πλαίσιο του άρθρου 1Α(2) της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 σχετικά με το καθεστώς των προσφύγων και του άρθρου 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου και ως εκ τούτου η Αιτήτρια δεν δικαιούται το καθεστώς του πρόσφυγα. Επιπλέον, κρίθηκε ότι ο κίνδυνος που μπορεί να αντιμετωπίσει ευλόγως η Αιτήτρια κατά την επιστροφή της στη Λιβερία δεν συνιστά πραγματικό κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης σύμφωνα με το άρθρο 19 (2) (α) του περί Προσφύγων Νόμου, ούτε μπορεί να θεωρηθεί ως πραγματικός κίνδυνος βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας δυνάμει του άρθρου 19 (2) (β) του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Αναφορικά με το άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, ο αρμόδιος λειτουργός κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, σε περίπτωση επιστροφής της Αιτήτριας στη Λιβερία και ειδικότερα στην πόλη Monrovia που συνιστά τον τελευταίο τόπο διαμονής της, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, υπό την έννοια της σοβαρής και προσωπικής απειλής κατά της ζωής ή της σωματικής της ακεραιότητας ως άμαχου, λόγω αδιάκριτης άσκησης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης. Ως εκ τούτου, o αρμόδιος λειτουργός κατέληξε ότι η Αιτήτρια δεν δικαιούται ούτε το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας και εισηγήθηκε την απόρριψη της αίτησης της Αιτήτριας για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας.

 

Αξιολογώντας το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου και την Έκθεση-Εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού των Καθ΄ ων η Αίτηση, κρίνω ότι έγιναν στην Αιτήτρια επαρκείς ερωτήσεις για να διερευνηθεί ο πυρήνας του αιτήματός της για διεθνή προστασία και ορθά κρίθηκε επί της ουσίας ότι οι ισχυρισμοί της Αιτήτριας ήταν ανεπαρκείς και μη ικανοποιητικοί και ως εκ τούτου αναξιόπιστοι. Η Αιτήτρια απέτυχε να παράσχει ικανοποιητικές και επαρκείς πληροφορίες σχετικά με τα ισχυριζόμενα περιστατικά παρενόχλησης που επικαλέστηκε ότι είχε υποστεί στη χώρα καταγωγής της από τον πατριό της και τα γεγονότα που επακολούθησαν με την οικογένειά της μετέπειτα, που την ώθησαν, ως η ίδια ισχυρίζεται, να την εγκαταλείψει. Οι πληροφορίες που παρέθεσε η Αιτήτρια σε σχέση με τον ισχυρισμό της περί σεξουαλικής παρενόχλησης της από τον πατριό της, στερούνται λεπτομερειών, ως ευλόγως αναμενόταν, ενόψει και του βιωματικού χαρακτήρα των περιστατικών στα οποία αναφέρθηκε.

 

Επίσης, λαμβάνω υπόψιν ότι όταν έλαβαν χώρα τα κατ’ ισχυρισμόν επίδικα περιστατικά, η Αιτήτρια ήταν ήδη ενήλικη και σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της εγκατέλειψε την οικία της και μετέβη για να ζήσει σε άλλη πόλη. Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός της κατά την ακρόασης της παρούσας ότι σε περίπτωση που επιστρέψει πίσω στη χώρα καταγωγής της θα τεθεί σε κίνδυνο καθώς δεν έχει που αλλού να μείνει εκτός από το να μεταβεί για να ζήσει μαζί με την οικογένειά της, κρίνεται αντιφατικός με την απόφασή της και την ενέργειά της να εγκαταλείψει την οικία της και να ζήσει σε άλλη πόλη, προτού αναχωρήσει από τη χώρα καταγωγής της. Άλλωστε επισημαίνεται ότι ερωτηθείσα σχετικά κατά την ακρόαση της παρούσας, η Αιτήτρια κατά τρόπο λακωνικό δήλωσε ότι προέβη σε καταγγελία στην αστυνομία, χωρίς ωστόσο να παραθέτει περισσότερες πληροφορίες για την έκβασής της, πέραν από την γενικόλογη αναφορά της ότι δεν υπάρχει αστυνομία στην περιοχή που διέμενε.

 

Ουδόλως άλλωστε παραγνωρίζεται το γεγονός ότι όταν η Αιτήτρια κλήθηκε να αναφέρει κατά πόσον υπήρχαν άλλοι λόγοι που τη ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής της, απάντησε καταφατικά αναφέροντας τις περιορισμένες ευκαιρίες εργοδότησης. Επιπρόσθετα, όταν κλήθηκε να αναφέρει ποιες πιστεύει ότι θα είναι οι συνέπειες σε περίπτωση που επιστρέψει στη χώρα της, ανέφερε ότι η κατάσταση στη χώρα της δεν είναι καλή, αναφερόμενη εκ νέου στις περιορισμένες ευκαιρίες απασχόλησης. Πέραν τούτου, σημειώνεται ότι η Αιτήτρια παρέμενε για περίπου ένα χρόνο και έξι μήνες στις μη ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές και μετέπειτα εισήλθε στις ελεγχόμενες από την Κυπριακή Δημοκρατία περιοχές, αφού έτυχε ενημέρωσης ότι μπορεί να προβεί σε κάτι τέτοιο για να εργαστεί, ενώ κληθείσα να αναφέρει τα πλάνα της στην Κυπριακή Δημοκρατία, δήλωσε ότι επιθυμεί να βοηθήσει την ίδια και την οικογένειά της και ότι είναι ευχαριστημένη με την εργασία της.

 

Στο σημείο, αναφέρω επιπρόσθετες αντιφάσεις που  έχω εντοπίσει στα λεγόμενα της Αιτήτριας, οι οποίες ενισχύουν την κρίση περί αναξιοπιστίας των ισχυρισμών της. Ειδικότερα, στην αίτησή της για παραχώρηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας κατέγραψε ότι ο σύντροφος της μητέρας της έκαψε το πόδι της και στην φόρμα ευαλωτότητας καταγράφηκε ότι σύμφωνα με τα λεγόμενα της Αιτήτριας, το εν λόγω πρόσωπο της έκαψε το πόδι της με ζεστό δοχείο («hot pot») προκειμένου να μην αποκαλύψει οτιδήποτε για τη σεξουαλική παρενόχληση που είχε υποστεί (βλ. ερυθρό 26 του διοικητικού φακέλου). Μάλιστα κατά την ακρόαση της παρούσας υπόθεσης, η Αιτήτρια δήλωσε ότι της είχαν ρίξει καυτό νερό πάνω στο πόδι.

 

 

Επιπρόσθετα, κατά τη διάρκεια της συνέντευξής της ανέφερε ότι ο πατριός της προσπάθησε να την παρενοχλήσει τον Μάρτιο του 2020 και αυτή η συμπεριφορά επαναλήφθηκε 4-5 φορές σε χρονικό διάστημα περίπου 7-8 μηνών. Πλην όμως οι εν λόγω πληροφορίες δεν συνάδουν με την αναφορά της που καταγράφηκε στην φόρμα ευαλωτότητας ότι εγκατέλειψε την οικία της και μετακόμισε στην πόλη Monrovia περί τον Ιούνιο με Ιούλιο του 2020 (βλ. ερυθρό 25 του διοικητικού φακέλου). Καταληκτικά, αντιφατικές κρίνονται και οι δηλώσεις της ότι αφενός δεν διατηρεί επαφή με την οικογένειά της, αλλά αφετέρου ερωτηθείσα για τα πλάνα της στην Κυπριακή Δημοκρατία ανέφερε ότι επιθυμεί να βοηθήσει μεταξύ άλλων και την οικογένειά της.

 

Ακολούθως, το Δικαστήριο ανέτρεξε σε εξωτερικές πηγές πληροφόρησης και από την διενεργηθείσα έρευνα προέκυψε ότι σε δημοσίευμα της εφημερίδας «Women Voices Newspaper», εντοπίζεται αναφορά ότι σύμφωνα με την Υπουργό Φύλου, Παιδιού και Κοινωνικής Προστασίας (Minister of Gender, Children and Social Protection) της Λιβερίας, «παρατηρείται μια ανησυχητική αύξηση της έμφυλης βίας (gender-based violence) σε ολόκληρη τη χώρα, συμπληρώνοντας ότι από τον Ιανουάριο έως τον Οκτώβριο του 2024, αναφέρθηκαν 2.759 περιπτώσεις βιασμού, με την Κομητεία του Montserrado να αντιπροσωπεύει την πλειονότητα με 1.902 περιπτώσεις — 68,7% του συνόλου. Άλλες κομητείες, συμπεριλαμβανομένων των Lofa, Margibi, Nimba και Bong, ανέφεραν 218, 116, 109 και 106 περιπτώσεις, αντίστοιχα. Επιπλέον, καταγράφηκαν 264 περιπτώσεις σεξουαλικής επίθεσης κατά την ίδια περίοδο».[1] Πλην όμως, σύμφωνα με την Υπουργό η κυβέρνηση έλαβε πολλά μέτρα για την αντιμετώπιση του εν λόγω προβλήματος, που μεταξύ άλλων συμπεριλαμβάνουν τη σύσταση της Μονάδας Προστασίας Γυναικών και Παιδιών εντός της Εθνικής Αστυνομίας (Women and Children Protection Unit within the Liberia National Police), του Δικαστηρίου Σεξουαλικών Αδικημάτων (Sexual Offense Court) και της Μονάδας Εγκλημάτων για Σεξουαλική Βία και Βία λόγω Φύλου στο Υπουργείο Δικαιοσύνης (Sexual and Gender-Based Violence Crimes Unit at the Ministry of Justice), ως πρωτοβουλίες για τη διασφάλιση απόδοση δικαιοσύνης και παροχής υποστήριξης στους επιζώντες τέτοιων αδικημάτων.[2]

 

Επιπρόσθετα, στην ετήσια έκθεση του USDOS για τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Λιβερία αναφορικά με το έτος 2023, αναφέρεται ότι έχει ποινικοποιηθεί ο βιασμός γυναίκας, όπως επίσης και άλλες μορφές ενδοοικογενειακής και σεξουαλικής βίας, πλην όμως ο σχετικός νόμος δεν εφαρμόστηκε αποτελεσματικά και ως εκ τούτου ο βιασμός συνιστούσε ένα σοβαρό πρόβλημα.[3] Επιπρόσθετα, στην ίδια έκθεση αναφέρεται ότι έστω και εάν η ενδοοικογενειακή βία είναι παράνομη, ήταν ένα ευρέως διαδεδομένο πρόβλημα στη χώρα.[4] Η μέγιστη ποινή για καταδίκη για ενδοοικογενειακή βία ήταν έξι μήνες φυλάκιση, ωστόσο ο σχετικός νόμος δεν εφαρμόστηκε αποτελεσματικά.[5]

 

Ωστόσο, στο σημείο αυτό σημειώνω ότι το ότι έχουν βρεθεί πληροφορίες από εξωτερικές πηγές που επιβεβαιώνουν τα φαινόμενα σεξουαλικής βίας στη χώρα καταγωγής της Αιτήτριας δεν αρκεί για να γίνει αποδεκτός ο ισχυρισμός της Αιτήτριας αναφορικά με την σεξουαλική της παρενόχληση που είχε υποστεί στη χώρα καταγωγής της, αφού στην προκειμένη περίπτωση, όπως εκτενώς αναλύεται ανωτέρω, δεν έχει στοιχειοθετηθεί η εσωτερική αξιοπιστία των σχετικών ισχυρισμών της Αιτήτριας που συνδέεται με τον πυρήνα του αιτήματός της.

 

Κατά συνέπεια, από τα ανωτέρω προκύπτει ότι έγινε δέουσα έρευνα πριν τη λήψη της επίδικης απόφασης, η αιτιολόγηση της οποίας συμπληρώνεται από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου ως ανωτέρω αναλύεται (βλ. άρθρο 29 του Ν. 158(Ι)/1999, Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1171 και Διογένους ν. Δημοκρατίας (1999) 4 Α.Α.Δ. 371 και Στέφανος Φράγκου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 270).  Είναι δε πάγια νομολογημένο ότι η έρευνα είναι επαρκής εφόσον εκτείνεται στη διερεύνηση κάθε γεγονότος που σχετίζεται με το θέμα που εξετάζεται (βλ. Motorways Ltd v. Δημοκρατίας Α.Ε. 2371/25.6.99).  Εξουσιοδοτημένος από τον Υπουργό Εσωτερικών λειτουργός, μετά από μελέτη της Έκθεσης-Εισήγησης, ενέκρινε την εισήγηση του αρμόδιου λειτουργού και ορθά και νόμιμα απορρίφθηκε το αίτημα της Αιτήτριας. Η έρευνα που είχε προηγηθεί ήταν επαρκής και είχαν συλλεγεί και διερευνηθεί όλα τα ουσιώδη στοιχεία σε συνάρτηση πάντα με τους ισχυρισμούς που είχε προβάλει η Αιτήτρια, όπως αναλύεται ανωτέρω.

 

 

Παρά δε το ότι το Δικαστήριο έδωσε την ευκαιρία στην Αιτήτρια να συγκεκριμενοποιήσει τους ισχυρισμούς της κατά την ακρόαση της παρούσας διαδικασίας, αυτή δεν το έπραξε με αποτέλεσμα οι ισχυρισμοί της να παραμείνουν γενικοί, αόριστοι και μετέωροι και σε συνάρτηση με την υποχρέωση που έχει δυνάμει του άρθρου 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου να αποδείξει και να τεκμηριώσει το αίτημά της, και ως εκ τούτου το παρόν Δικαστήριο δεν μπορεί να τους αποδεχτεί.

 

Τονίζω δε ότι το βάρος απόδειξης του αιτήματος του βαραίνει αρχικά την ίδια την Αιτήτρια (Άρθρο 18(5) του περί Προσφύγων Νόμου). Σύμφωνα δε με την παράγραφο 205 του Εγχειριδίου για τις Διαδικασίες και τα Κριτήρια του Καθεστώτος των Προσφύγων (υπογράμμιση του παρόντος Δικαστηρίου):

«(α) Ο αιτών πρέπει:

(Ι) Να λέει την αλήθεια και να παρέχει κάθε βοήθεια στον εξεταστή για τη διαπίστωση των στοιχείων της υπόθεσής του.

(ΙΙ) Να προσπαθεί να τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς του με κάθε διαθέσιμο αποδεικτικό μέσο και να δώσει ικανοποιητική εξήγηση για τυχόν ελλείψεις τους. Εάν παρουσιασθεί ανάγκη, πρέπει να προσπαθήσει να προσκομίσει πρόσθετα αποδεικτικά μέσα.

(ΙΙΙ) Να δώσει όλες τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν τον ίδιο και τις προηγούμενες εμπειρίες του, τόσο λεπτομερειακά όσο είναι αναγκαίο, ώστε να δοθεί στον εξεταστή η δυνατότητα να διαπιστώσει τη συνδρομή των σχετικών γεγονότων. Πρέπει ακόμη να κληθεί να δώσει μια συναφή εξήγηση ως προς όλους τους λόγους που επικαλείται για να υποστηρίξει την αίτηση για το καθεστώς του πρόσφυγα και να απαντήσει σε όσες ερωτήσεις του τεθούν.».

 

Κατά συνέπεια, στην προκειμένη περίπτωση, κρίνω ότι δεν συντρέχουν στο πρόσωπο της Αιτήτριας εκείνα τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία που δικαιολογούν την θεμελίωση δικαιολογημένου φόβου δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 3 (1) του Περί Προσφύγων Νόμου και ως εκ τούτου η Αιτήτρια δεν δικαιούται προσφυγικό καθεστώς.  Επίσης, με βάση το προσωπικό της προφίλ υπό το φως των ισχυρισμών που η ίδια προώθησε, δεν θεωρώ ότι σε περίπτωση επιστροφής της υπάρχουν ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι η Αιτήτρια θα αντιμετωπίσει πραγματικό κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη, όπως η εν λόγω έννοια ορίζεται στο άρθρο 19(2) του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Δεδομένου ότι ο ισχυρισμός της Αιτήτριας ως προς τους λόγους που φέρεται να εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής της απορρίφθηκε στο σύνολό του ως μη αξιόπιστος, το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν προκύπτει κάποιος βάσιμος και δικαιολογημένος φόβος της Αιτήτριας να κινδυνεύσει με σοβαρή βλάβη στη χώρα καταγωγής της, καθώς δεν προέκυψαν στοιχεία περί του ότι σε περίπτωση επιστροφής της θα κινδυνεύσει με κίνδυνο θανατικής ποινής ή εκτέλεσης, ή βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας πρόνοιες σύμφωνα με τις πρόνοιες των άρθρων 19 (2) (α) και (β) του περί Προσφύγων Νόμου. Προκειμένου δε να εφαρμοστούν οι πρόνοιες των συγκεκριμένων άρθρων και να υπαχθεί αιτητής σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει αυτών, απαιτείται υψηλός βαθμός εξατομίκευσης των περιστάσεων που σχετίζονται με τον επικαλούμενο φόβο.[6] Στην παρούσα υπόθεση δεν διαπιστώνω να συντρέχουν οι απαιτούμενες προϋποθέσεις.

 

Αναφορικά με την υπαγωγή της Αιτήτριας σε καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, το οποίο προϋποθέτει ουσιώδεις λόγους να πιστεύεται ότι η Αιτήτρια θα υποστεί σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής της ακεραιότητας, λόγω αδιακρίτως ασκούμενης βίας σε καταστάσεις διεθνούς ή εσωτερικής ένοπλης σύρραξης, σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής της, υπάρχει ευρεία νομολογία τόσο του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (βλ. Galina Bindioul v. Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, Υποθ. Αρ. 685/2012, ημερομηνίας 23/04/13 και Mushegh Grigoryan κ.α. v. Κυπριακή Δημοκρατία, Υποθ. Αρ. 851/2012, ημερομηνίας 22/9/2015, ECLI:CY:AD:2015:D619, ECLI:CY:AD:2015:D619) όσο και του ΔΕΕ (βλ. C-285/12, A. Diakité v. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides, 30/01/2014, C-465/07, Meki Elgafaji and Noor Elgafaji v. Staatssecretaris van Justitie, 17/02/2009), καθώς επίσης και του ΕΔΔΑ (βλ. K.A.B. v. Sweden, 886/11, 05/09/2013 (final 17/02/2014), Sufi and Elmi v. the United Kingdom, 8319/07 and 11449/07, 28/11/2011) στις οποίες ερμηνεύεται η έννοια της αδιακρίτως ασκούμενης βίας και της ένοπλης σύρραξης και τίθενται κριτήρια ως προς τη σοβαρότητα του κινδύνου που προϋποτίθεται για την αξιολόγηση των περιπτώσεων στις οποίες εξετάζεται η πιθανότητα παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 15(γ) της Οδηγίας 2011/95/ΕΕ, το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου.

 

Για την εξέταση του άρθρου 19(2)(γ) του περί Προσφύγων Νόμου, το Δικαστήριο ανέτρεξε σε επικαιροποιημένες πηγές πληροφόρησης προς εξέταση της κατάστασης ασφαλείας που επικρατεί γενικά στη χώρα καταγωγής της Αιτήτριας και ειδικότερα στην πόλη Monrovia, που συνιστά τον τόπο τελευταίας διαμονής της.

Σύμφωνα με πληροφορίες από εξωτερικές πηγές πληροφόρησης, παρατηρείται γενικά πολιτική σταθερότητα στη χώρα[7], πλην όμως συχνά λαμβάνουν χώρα διαδηλώσεις και διαμαρτυρίες και μερικές φορές έτυχε να οδηγήσουν σε βία ή σε χρήση δακρυγόνων από τις αρχές.[8] Στην ετήσια έκθεση του USDOS για τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Λιβερία αναφορικά με το έτος 2023, αναφέρεται ότι διεξήχθησαν διαδηλώσεις καθ' όλη τη διάρκεια του έτους από διάφορες ομάδες, ακόμη και έξω από το νομοθετικό σώμα και το Υπουργείο Εξωτερικών.[9]

 

Τα επίπεδα εγκληματικότητας στην Λιβερία παραμένουν σε κρίσιμο επίπεδο σε ολόκληρη τη χώρα, λόγω της αυξανόμενης δημόσιας δυσαρέσκειας με την παραπαίουσα οικονομία και το δυσλειτουργικό δικαστικό σύστημα της χώρας.[10] Οι αναφορές για εισβολές σε κατοικίες είναι συχνές, όπως και οι βίαιες ληστείες σε αστικές περιοχές και δημόσιες παραλίες.[11] Η τοπική αστυνομία δεν διαθέτει τους πόρους για να ανταποκριθεί αποτελεσματικά σε σοβαρά εγκλήματα και το δικαστικό σώμα σπάνια διασφαλίζει καταδίκες για εγκληματικές δραστηριότητες.[12]

Σύμφωνα με πληροφορίες που εντοπίζονται στην ιστοσελίδα της Κυβέρνησης του Ηνωμένου Βασιλείου, η κυριότερη μορφή εγκλήματος στην Λιβερία είναι οι κλοπές, αλλά υπάρχουν και οργανωμένες εγκληματικές συμμορίες. Οι κλέφτες είναι συχνά οπλισμένοι με μαχαίρια ή ματσέτες και περιστασιακά φέρουν πυροβόλα όπλα.[13]

 

Στην ετήσια έκθεση του USDOS για τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Λιβερία αναφορικά με το έτος 2023 εντοπίζεται κιόλας αναφορά ότι η βία του όχλου («mob violence») που αποδίδεται εν μέρει στην έλλειψη εμπιστοσύνης του κοινού στην αστυνομία και το δικαστικό σύστημα, ήταν σύνηθες  και συχνά οδηγούσε σε θανάτους και τραυματισμούς.[14]

 

Σύμφωνα με τα στοιχεία του Armed Conflict Location & Event Data Project (ACLED), για το διάστημα από 18/04/2024 έως 18/04/2025 στην Κομητεία Montserrado στην οποία βρίσκεται η πόλη Monrovia, σημειώθηκαν 30 περιστατικά ασφαλείας τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα το θάνατο 3 ανθρώπων. Μεταξύ αυτών, 20 ήταν περιστατικά διαμαρτυριών (κανένας θάνατος), 9 ήταν περιστατικά εξεγέρσεων/ταραχών (3 θάνατοι) και 1 ήταν περιστατικό μάχης (κανένας θάνατος). Ειδικά στην πόλη Monrovia, κατά την ίδια περίοδο αναφοράς, σημειώθηκαν 15 περιστατικά διαμαρτυριών και 5 περιστατικά εξεγέρσεων/ταραχών, χωρίς ανθρώπινες απώλειες.[15] Σημειωτέον δε ότι ο πληθυσμός της πόλης Monrovia εκτιμάται ότι ανέρχεται το 2025 στους 1,794,650 κατοίκους.[16]

 

Κατά συνέπεια, η πόλη Monrovia στην οποία φαίνεται να προκύπτει από τα λεγόμενά της Αιτήτριας ότι μεγάλωσε και έζησε εκεί για μεγάλο χρονικό διάστημα και η οποία συνιστά και τον τελευταίο τόπο διαμονής της, δεν φαίνεται να πλήττεται σε τέτοιο βαθμό από συγκρούσεις και περιστατικά βίας, τα οποία να ανάγονται σε τόσο υψηλό επίπεδο, ώστε να θεωρείται ότι πληρειται το όριο του άρθρου 15(γ) της Οδηγίας, ως αυτό ερμηνεύθηκε από τη νομολογία του ΔΕΕ.[17] Λαμβάνοντας υπόψιν και τις ιδιαίτερες περιστάσεις της Αιτήτριας, θεωρώ ότι δεν εγείρονται ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι αυτή θα διατρέξει κίνδυνο να υποστεί σοβαρή βλάβη σε περίπτωση επιστροφής της στη χώρα καταγωγής της και συγκεκριμένα στον τελευταίο τόπο διαμονής της.

 

Επομένως, στη βάση των όσων αναλύθηκαν ανωτέρω, κρίνω πως η Αιτήτρια δεν κατάφερε να αποδείξει ότι πάσχει η ορθότητα και νομιμότητα της επίδικης απόφασης και ότι στο πρόσωπό της πληρούνται οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή της στο καθεστώς του πρόσφυγα ή της παραχώρησης συμπληρωματικής προστασίας, σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Προσφύγων Νόμου (Ν. 6(Ι)/2000) και της Σύμβασης της Γενεύης του 1951.

 

Ως εκ τούτου, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Επιδικάζονται €500 έξοδα εναντίον της Αιτήτριας και υπέρ των Καθ' ων η Αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

 

 

Μ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ, Δ.Δ.Δ.Δ.Π.



[1] G Bennie Bravo Johnson, ‘Gov’t Proposes Legal Aid Bill to Combat SGBV’ (27 November 2024) δημοσιευθέν σε Women Voices Newspaper και διαθέσιμο σε https://www.womenvoicesnewspaper.org/govt-proposes-legal-aid-bill-to-combat-sgbv/ (ημερομηνία πρόσβασης 24/04/2025)

[2] Ministry of Gender, Children and Social Protection – Republic of Liberia, ‘At #CSW69:-Gender Minister Calls for Continued Support in Advancing Beijing +30 Goal and Achieving SDG 5.’ (14 March 2025) διαθέσιμο σε https://mogcsp.gov.lr/at-csw69-gender-minister-calls-for-continued-support-in-advancing-beijing-30-goal-and-achieving-sdg-5/ (ημερομηνία πρόσβασης 24/04/2025)

[3] USDOS - U.S. Department of State, ‘Liberia 2023 Human Rights Report’ (23 April 2024) p. 19 διαθέσιμο σε
https://www.ecoi.net/en/document/2107757.html (ημερομηνία πρόσβασης 23/04/2025)

[4] Ibid 20

[5] Ibid

[6] CJEU, C-465/07, Meki Elgafaji, Noor Elgafaji v.  Staatssecretaris van Justitie, ECLI:EU:C:2009:94,  <https://curia.europa.eu/juris/document/document.jsf?text=&docid=76788&pageIndex=0&doclang=EL&mode=lst&dir=&occ=first&part=1&cid=5184758> :  «32. Συναφώς, παρατηρείται ότι οι όροι «θανατική ποινή», «εκτέλεση» καθώς και «βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του αιτούντος» του άρθρου 15, στοιχεία α΄ και β΄, της οδηγίας, χαρακτηρίζουν περιπτώσεις στις οποίες ο αιτών επικουρική προστασία διατρέχει ειδικώς τον κίνδυνο βλάβης συγκεκριμένης μορφής. 33. Αντιθέτως, η κατά το άρθρο 15, στοιχείο γ΄, της οδηγίας βλάβη, καθόσον συνίσταται σε «σοβαρή και προσωπική απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας» του αιτούντος, αναφέρεται σε ένα γενικότερο κίνδυνο βλάβης.» (ημερομηνία τελευταίας πρόσβασης 23/04/2025)

[7] Gov.uk, ‘Foreign travel advice: Liberia’ διαθέσιμο σε https://www.gov.uk/foreign-travel-advice/liberia/safety-and-security (ημερομηνία πρόσβασης 23/04/2025)

[8] U.S. Department of State - Travel.State.Gov, ‘Liberia Travel Advisory’ (31 July 2023) διαθέσιμο σε https://travel.state.gov/content/travel/en/traveladvisories/traveladvisories/liberia-travel-advisory.html;  U.S. Department of State - Overseas Security Advisory Council (OSAC), ‘OSAC Country Security Report

Liberia’ (14 November 2024) pp. 3 & 5 διαθέσιμο σε https://www.osac.gov/Content/Report/be9dbdaf-a9aa-4750-9ac6-1cbb83e215f0  (ημερομηνία πρόσβασης 23/04/2025)

[9] USDOS - U.S. Department of State, ‘Liberia 2023 Human Rights Report’ (23 April 2024) p. 12 διαθέσιμο σε
https://www.ecoi.net/en/document/2107757.html (ημερομηνία πρόσβασης 23/04/2025)

[10] U.S. Department of State - Overseas Security Advisory Council (OSAC), ‘OSAC Country Security Report

Liberia’ (14 November 2024) p. 1 διαθέσιμο σε https://www.osac.gov/Content/Report/be9dbdaf-a9aa-4750-9ac6-1cbb83e215f0  (ημερομηνία πρόσβασης 23/04/2025)

[11] Ibid

[12] Ibid

[13] Gov.uk, ‘Foreign travel advice: Liberia’ διαθέσιμο σε https://www.gov.uk/foreign-travel-advice/liberia/safety-and-security (ημερομηνία πρόσβασης 23/04/2025)

[14] USDOS - U.S. Department of State, ‘Liberia 2023 Human Rights Report’ (23 April 2024) p. 28 διαθέσιμο σε
https://www.ecoi.net/en/document/2107757.html (ημερομηνία πρόσβασης 23/04/2025)

[15] ACLED - DISAGGREGATED DATA COLLECTION - ANALYSIS & CRISIS MAPPING PLATFORM, The Armed Conflict Location & Event Data Project, διαθέσιμο στον ακόλουθο διαδικτυακό σύνδεσμο https://acleddata.com/explorer/ [βλ. πλατφόρμα Explorer, με χρήση των ακόλουθων στοιχείων ανάλυσης: METRIC: Event Counts/Fatality Counts, EVENT CATEGORIES: Event Types (Battles / Violence against civilians / Explosions/Remote violence / Riots / Protests) DATE RANGE: 18/04/2024 – 18/04/2025, REGION: Africa, COUNTRY: Liberia, ADMIN UNIT: Montserrado, Location: Monrovia] (ημερομηνία πρόσβασης 23/04/2025)

[16] World Population Revier διαθέσιμο σε https://worldpopulationreview.com/cities/liberia/monrovia  (ημερομηνία πρόσβασης 24/04/2025)

[17] Βλ.  C-285/12 Aboubacar Diakité ν. Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides και στην C-465/07 Meki Elgafaji, Noor Elgafali  v Staatssecretaris van Justitie


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο